ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΚΑΙ
|
|
- ebrew Παπακώστας
- 9 χρόνια πριν
- Προβολές:
Transcript
1 ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ Αλίκη Μεταλληνού Θεσσαλονίκη, Ιούλιος 2013
2 ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ: ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ Αλίκη Μεταλληνού Γεωργία Ποζουκίδου Επιβλέπουσα, Λέκτορας Α.Π.Θ. Θεσσαλονίκη, Ιούλιος 2013
3 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ... 1 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΙΝΑΚΩΝ... 2 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΓΡΑΦΗΜΑΤΩΝ... 3 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΚΟΝΩΝ... 3 ΑΚΡΩΝΥΜΙΑ... 4 ΠΕΡΙΛΗΨΗ... 5 ABSTRACT... 6 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ: ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΔΙΕΘΝΗ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ Η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς μέσα από διεθνή κείμενα Η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς μέσα από ευρωπαϊκά κείμενα Συμβούλιο της Ευρώπης Δράσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης Πολιτιστική Πολιτική Περιφερειακή Πολιτική Αστική και Χωροταξική Πολιτική Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΩΝ ΟΙΚΙΣΜΩΝ ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ Η συνταγματική προστασία των παραδοσιακών οικισμών (1975/86/01/08) Προεδρικό Διάταγμα 594/1978, «Περί χαρακτηρισμού ως παραδοσιακών οικισμών..» Η προστασία των παραδοσιακών οικισμών μέσα από το θεσμικό πλαίσιο του πολεοδομικού σχεδιασμού Προεδρικό Διάταγμα 181/ Νομοθετικό Διάταγμα 8/1973 περί «Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού» «Γενικός Οικοδομικός Κανονισμός», ν.1577/85, 2831/2000 και 4067/
4 3.3.4.Νόμος 2508/1997 «Βιώσιμη οικιστική ανάπτυξη των πόλεων και οικισμών της χώρας» Η προστασία της πολιτιστικής κληρονομίας μέσα από τα νομοθετικά κείμενα του χωροταξικού σχεδιασμού: Ν. 2742/ Η προστασία των παραδοσιακών οικισμών μέσα από τα νομοθετικά κείμενα της περιβαλλοντικής προστασίας: Ν. 1650/ Η προστασία των παραδοσιακών οικισμών μέσα από το νόμο για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς: Ν. 3028/ Η προστασία των παραδοσιακών οικισμών μέσα από το νόμο για την προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς: Ν. 2039/1992 «Κύρωση της σύμβασης της Γρανάδας» Η πορεία της προστασίας της πολιτιστικής και αρχιτεκτονικής κληρονομιάς ΧΩΡΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΩΝ ΟΙΚΙΣΜΩΝ Παράγοντες διαμόρφωσης και ιδιαιτέρα χαρακτηριστικά παραδοσιακών οικισμών Μεθοδολογία καταγραφής παραδοσιακών οικισμών Γεωγραφική Διάσταση των παραδοσιακών οικισμών Χωρική Κατανομή Πληθυσμιακή Κατανομή ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΠΑΡΑΡΤΗΜA ΧΑΡΤΕΣ ΠΙΝΑΚΕΣ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΩΝ ΟΙΚΙΣΜΩΝ Περιεχόμενα Πινάκων Πίνακας 4.3.1: Οι νομοί της Ελλάδος με τη μεγαλύτερη συγκέντρωση παραδοσιακών οικισμών Πίνακας 4.3.2: Χωρική Κατανομή πλήθους ηπειρωτικών και νησιωτικών παραδοσιακών οικισμών σε σχέση με το ανάγλυφο Πίνακας 4.3.3:Η κατανομή του πληθυσμού σε παραδοσιακούς οικισμούς κάτω των 2000 κατοίκων Πίνακας 4.3.4: Η κατανομή του πληθυσμού σε παραδοσιακούς οικισμούς άνω των 2000 κατοίκων
5 Πίνακας 4.3.5: Οι μεταβολές του πληθυσμού στους παραδοσιακούς οικισμούς ( ) Πίνακας 4.3.6: Οι μεταβολές του πληθυσμού στους παραδοσιακούς οικισμούς ( ) Πίνακας 4.3.7: Οι μεταβολές του πληθυσμού στους οικισμούς με βάση το ανάγλυφο Πίνακας 4.3.8: Οι μεταβολές του πληθυσμού στους παραδοσιακούς οικισμούς ανά περιφέρεια Πίνακας 4.3.9: Οι μεταβολές του πληθυσμού στους παραδοσιακούς οικισμούς ανά περιφέρεια Περιεχόμενα Γραφημάτων Γράφημα 1.1: Κατηγορίες πολιτιστικών αγαθών Γράφημα 1.2:Ιεράρχηση στοιχείων του περιβάλλοντος Γράφημα 4.3.1: Το ποσοστό των παραδοσιακών οικισμών της Ελλάδος με βάση τις υψομετρικές ζώνες Γράφημα 4.3.2: Το πλήθος των παραδοσιακών οικισμών της Ελλάδος με βάση τις υψομετρικές ζώνες ανά περιφέρεια Περιεχόμενα Εικόνων Εικόνα 4.1.1: Χάρτης της Παροικιάς, Πάρου Εικόνα 4.1.2: Οικισμός Βάθεια, Μάνη Εικόνα 4.1.3: Χάρτης του παραδοσιακού οικισμού Μόλυβου, Μυτιλήνης. Οχυρωματικός πολεοδομικός ιστός Εικόνα 4.1.4: Τυπικός κυλινδρικός θόλος κατοικιών παραδοσιακού οικισμού Σαντορίνης Εικόνα 4.1.5: Τοπογραφικό παραδοσιακού οικισμού Μεγάλου Πάπιγκου, Ιωαννίνων. Μονοκεντρικός τύπος οικισμού Εικόνα 4.1.6: Τοπογραφικό διάγραμμα παραδοσιακού οικισμού Βυζίτσας, Πηλίου. Τύπος πολεοδομικού ιστού που συγκρατεί και συσχετίζει τους ελεύθερα χωροθετημένους όγκους σπιτιών Εικόνα 4.1.7:Αντιπροσωπευτική Αρχιτεκτονική κατά περιοχές της Χώρας.42 3
6 Ακρωνύμια βλ.: βλέπε ΓΟΚ: Γενικός Οικοδομικός Κανονισμός ΕΕ: Ευρωπαϊκή Ένωση ΕΟΚ: Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα ΕΠ: Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Ελ. Στατ.: Ελληνική Στατιστική Αρχή επ.: επιμέλεια ΕΤΠΑ: Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης Κεφ.: Κεφάλαιο ΚΠΣ: Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης ν.: νόμος ν.δ.: Νομοθετικό διάταγμα ΝΟΚ: Νέος Οικοδομικός Κανονισμός π.δ.: Προεδρικό διάταγμα ΠΕΠ: Περιφερειακό Επιχειρησιακό Πρόγραμμα παρ.: παράγραφος ΣΑΚΧ: Σχέδιο Ανάπτυξης Κοινοτικού Χώρου ΥΘΥΝΑΛ: Υπουργείο Θαλάσσιων Υποθέσεων, Νήσων και Αλιείας ΥΜΑΘ: Υπουργείο Μακεδονίας και Θράκης ΥΝΑ: Υπουργείο Νησιωτικής Πολιτικής ΥΠΑΙ: Υπουργείο Αιγαίου ΥΠΕΚΑ: Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής ΥΠΕΧΩΔΕ: Υπουργείο Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων ΦΕΚ: Φύλλο Εφημερίδος της Κυβερνήσεως 4
7 Περίληψη Αντικείμενο της παρούσας εργασίας αποτελεί η διερεύνηση του θεσμού των παραδοσιακών οικισμών ως στοιχείο της πολιτιστικής κληρονομιάς. Αρχικά, στο πλαίσιο της ερευνητικής διερευνάται η έννοια των παραδοσιακών οικισμών και πώς αυτή εντάσσεται στην εθνική πολιτιστική κληρονομιά. Στη συνέχεια, γίνεται αναφορά στο πλαίσιο προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς μέσα από τα διεθνή και ευρωπαϊκά θεσμικά κείμενα. Κατόπιν, παρουσιάζεται μια εκτενής επισκόπηση του ελληνικού θεσμικού πλαισίου προστασίας των παραδοσιακών οικισμών και διερευνάται μέσα από τα νομοθετικά κείμενα του χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού, της περιβαλλοντικής προστασίας και της προστασίας της πολιτιστικής και αρχιτεκτονικής κληρονομιάς. Στο δεύτερο μέρος επιχειρείται μια πρώτη απεικόνιση της χωρικής κατανομής των παραδοσιακών οικισμών. Ως εκ τούτου πραγματοποιήθηκε μια εκτενής έρευνα των αρχείων των αρμόδιων υπουργείων για τη συλλογή των στοιχείων. Τα στοιχεία αυτά αποτέλεσαν και το βασικό κορμό της εκτενέστερης βάσης δεδομένων από την οποία προέκυψε και μια σειρά χαρτών. Από την παραπάνω έρευνα προέκυψε επίσης ότι δεν υπήρχε μια σαφής καταμέτρηση των παραδοσιακών οικισμών της χώρας. Η εργασία καταλήγει σε συμπεράσματα που αφορούν στην διαμόρφωση της έννοιας της προστασίας πολιτιστικής και αρχιτεκτονικής κληρονομιάς και κατά πόσο αυτή ενσωματώνεται στις σχετικές νομοθετικές διατάξεις που ρυθμίζουν την προστασία των παραδοσιακών οικισμών της Ελλάδας, στη χωρική και πληθυσμιακή κατανομή των παραδοσιακών οικισμών και στη συμβολή των διαφορετικών χαρακτηριστικών στη φυσιογνωμία τους. Τέλος, διαπιστώνεται η ανάγκη δημιουργίας ενός νέου θεσμικού πλαισίου που θα λαμβάνει υπόψη τα ιδιαίτερα μορφολογικά, αρχιτεκτονικά, πολεοδομικά στοιχεία των παραδοσιακών οικισμών για το σχεδιασμό κατευθύνσεων προστασίας, που θα ανταπεξέρχονται στις ειδικές ανάγκες του κάθε οικισμού με σκοπό την ολοκληρωμένη προστασία. 5
8 Abstract The subject of this research thesis is to investigate the concept of the traditional settlements as part of the cultural heritage. Initially, this diploma thesis analyzes the concept of the traditional settlements and their part in the national cultural heritage. Then, it refers to the legislative framework for the protection of the cultural heritage through the international and European institutional documents. In addition, it presents a comprehensive overview of the Greek legislative framework for the protection of traditional settlements, which is investigated through the legislative framework of the spatial and urban planning, the environmental protection and the protection of the cultural and architectural heritage, as well as, it is evaluated in the light of international and European conventions. After recording the legislative framework for the protection, a presentation of the spatial dimension of the traditional settlements was attempted. Therefore, an extended archive research was conducted in the relevant authorities: Ministry of Environment, Energy and Climate Change, Ministry of Macedonia & Thrace and the General Secretariat of Aegean Sea and Insular Policy, to collect the data. These data constitute the main body of the extensive database from which a series of maps is emerged. From the above research it was also found that there is not a clear recording of the traditional settlements of the country. In conclusion, this research thesis focuses on the formation of the concept of cultural and architectural heritage and how this is incorporated in the relevant legislative acts which refer to the Greek traditional settlements protection. Furthermore, it focuses on the contribution of the traditional settlements special characteristics to their protection and on the spatial distribution and population of the traditional settlements. Finally, there is a need to form a framework of guidelines for the protection of traditional settlements that will meet the specific morphological, architectural and urban characteristics of these. 6
9 Εισαγωγή Οι ελληνικοί παραδοσιακοί οικισμοί αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της πολιτιστικής κληρονομιάς της Χώρας. Πρόκειται για οικισμούς με ιδιαίτερη «ιστορική, πολεοδομική, αρχιτεκτονική, λαογραφική, κοινωνική και αισθητική φυσιογνωμία». Η υποβάθμιση του φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος λόγω σύγχρονων φαινομένων όπως η διόγκωση των αστικών κέντρων, η υπερεκμετάλλευση των φυσικών πόρων και η ανάπτυξη του μαζικού τουρισμού προκάλεσε σημαντικές αλλοιώσεις στους οικισμούς. Το γεγονός αυτό, δημιούργησε την ανάγκη προστασίας τους και οδήγησε στη δημιουργία ενός σύνθετου θεσμικού πλαισίου για τη ρύθμιση της προστασίας και διατήρησης των παραδοσιακών οικισμών. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η κατανόηση του θεσμικού πλαισίου που εξασφαλίζει στην Ελλάδα την προστασία των παραδοσιακών οικισμών της και της διερεύνησης των διεθνών, κοινοτικών και εθνικών θεσμικών κειμένων που ρυθμίζουν σήμερα την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς. Εν συνεχεία, επιχειρείται η απεικόνιση της γεωγραφικής κατανομής των παραδοσιακών οικισμών της Χώρας. Οι παραδοσιακοί οικισμοί αποτελούν κομμάτι του πολιτιστικού περιβάλλοντος. Η ανάλυση αυτής της σχέσης παρουσιάζεται στο πρώτο κεφάλαιο, όπου αποσαφηνίζονται οι βασικές έννοιες των στοιχείων του πολιτιστικού περιβάλλοντος μέσα από τα θεσμικά κείμενα και τη βοήθεια βιβλιογραφικών πηγών. Ορίζεται η έννοια των πολιτιστικών αγαθών, καθώς επίσης πραγματοποιείται ο διαχωρισμός τους βάσει διαφορετικών κριτηρίων. Ακόμη, διερευνάται και αποσαφηνίζεται η έννοια της πολιτιστικής και αρχιτεκτονικής κληρονομιάς και των παραδοσιακών οικισμών και ορίζεται η προστασία τους. Στο δεύτερο κεφάλαιο, παρουσιάζεται η προστασία και διαχείριση της πολιτιστικής κληρονομιάς μέσα από τα διεθνή και ευρωπαϊκά θεσμικά κείμενα, τα οποία υπήρξαν αποτέλεσμα των δράσεων διεθνών οργανισμών και των αρμόδιων οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε διεθνές επίπεδο, καταγράφονται οι δράσεις του Εκπαιδευτικού, Επιστημονικού και Πολιτιστικού Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών (UNESCO), ο οποίος από την ίδρυσή του μέχρι και σήμερα έχει οδηγήσει στη δημιουργία και κύρωση των σημαντικότερων συμβάσεων που αφορούν στην προστασία της πολιτιστικής και όχι μόνο κληρονομιάς. Ακόμη, αναφέρονται οι σχετικές δράσεις μη κυβερνητικών οργανισμών όπως το Διεθνές Συμβούλιο Μουσείων (ICOM) και το Διεθνές Συμβούλιο Μνημείων και Χώρων (ICOMOS) που διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην προώθηση και ανάπτυξη του πολιτιστικού τομέα. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, παραθέτονται οι δράσεις του διακυβερνητικού πολιτικού οργανισμού, του Συμβουλίου της Ευρώπης, και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ως εκ τούτου παρουσιάζεται το Συμβούλιο της Ευρώπης, το οποίο με σκοπό την προώθηση της κοινής πολιτιστικής κληρονομιάς συνέταξε και υιοθέτησε συμβάσεις, διακηρύξεις και συστάσεις οι οποίες και καταγράφονται, και οι σχετικές πολιτικές της Ευρωπαϊκή Ένωσης που στοχεύουν στην προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς. 7
10 Το τρίτο κεφάλαιο περιλαμβάνει την επισκόπηση του θεσμικού πλαισίου της προστασίας των παραδοσιακών οικισμών, ξεκινώντας από τη συνταγματική της κατοχύρωση το 1975 και το προεδρικό διάταγμα 594/1978, το πρώτο διάταγμα χαρακτηρισμού οικισμών ως παραδοσιακών. Στη συνέχεια, διερευνάται η προστασία των παραδοσιακών οικισμών μέσα από τα νομοθετικά κείμενα του χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού, της περιβαλλοντικής προστασίας και της προστασίας της πολιτιστικής και αρχιτεκτονικής κληρονομιάς. Κατόπιν, γίνεται εκτενής αναφορά στις συμβάσεις που υιοθετήθηκαν από την ελληνική νομοθεσία και έχουν ενσωματωθεί στο θεσμικό πλαίσιο για την προστασία των παραδοσιακών οικισμών της Ελλάδας. Στο τέλος του κεφαλαίου γίνεται μια σύντομη παρουσίαση της διαμόρφωσης της έννοιας της προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς μέσα στο χρόνο. Τέλος, στο τέταρτο μέρος της εργασίας επιχειρείται η παρουσίαση της χωρικής διάστασης των παραδοσιακών οικισμών της Ελλάδας. Αρχικά, καταγράφονται οι παράγοντες που οδήγησαν στη διαμόρφωση των παραδοσιακών οικισμών της χώρας, βάσει των οποίων οι οικισμοί απόκτησαν τα ιδιαίτερα γνωρίσματα τους, που τους δίνουν τη σημερινή πολιτιστική τους αξία. Στη συνέχεια, περιγράφεται η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε για τη σύνταξη ενός καταλόγου που περιλαμβάνει το σύνολο των παραδοσιακών οικισμών της χώρας. Έπειτα έγινε απεικόνιση των παραδοσιακών οικισμών της χώρας σε χάρτη. Ακόμη, έγινε καταγραφή των προβλημάτων που παρουσιάστηκαν κατά τη διαδικασία δημιουργίας του επικαιροποιημένου αρχείου των παραδοσιακών οικισμών της Ελλάδας. Μετά την επίλυση των παραπάνω δυσκολιών προέκυψαν συμπεράσματα όσον αφορά στη χωρική και πληθυσμιακή κατανομή των οικισμών για τις περιόδους και
11 1. ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ: ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ Οι ορισμοί που έχουν δοθεί κατά καιρούς στο πολιτιστικό περιβάλλον και τα στοιχεία του, προέρχονται κυρίως από την ελληνική νομοθεσία και τις Διεθνείς και Ευρωπαϊκές Συμβάσεις. Το εκάστοτε κείμενο προς εξυπηρέτηση των σκοπών του πλάθει έναν νέο ορισμό για τα πολιτιστικά στοιχεία με αποτέλεσμα η έννοια τους να διευρύνεται συνεχώς. Η μεθοδολογία που εφαρμόζεται για την εννοιολογική αποσαφήνιση των στοιχείων αυτών είναι ιεραρχική, θεωρώντας ως αρχή το περιβάλλον, και στα πλαίσια της παρατίθενται διαφορετικοί ορισμοί που έχουν δοθεί από θεσμικά κείμενα (βλ. Γράφημα 1.2). Το περιβάλλον διακρίνεται σε φυσικό και πολιτιστικό ή ανθρωπογενές σύμφωνα με το Σύνταγμα 1975/2008. Η διάκριση αυτή σύμφωνα με το Χριστοφιλόπουλο (2005) εντοπίζεται και στο νόμο 1650/1986 «Για την προστασία του περιβάλλοντος» στον οποίο ορίζεται ως περιβάλλον «το σύνολο των φυσικών η και ανθρωπογενών παραγόντων και στοιχείων που βρίσκονται σε αλληλεπίδραση και επηρεάζουν την οικολογική ισορροπία, την ποιότητα της ζωής, την υγεία των κατοίκων, την ιστορική και πολιτιστική παράδοση και τις αισθητικές αξίες» (ΦΕΚ 160/ Α ). Το πολιτιστικό περιβάλλον «περιλαμβάνει όλα τα πολιτιστικά αγαθά και στοιχεία που αποτελούν μαρτυρίες της ύπαρξης και της δραστηριότητας, της παρέμβασης και της σχέσης του ανθρώπου με το χώρο» (Χριστοφιλόπουλος, 2005). Το φυσικό περιβάλλον διαχωρίζεται από το πολιτιστικό διότι δεν είναι αποτέλεσμα ανθρώπινης παρέμβασης, αφού είναι δημιούργημα της φύσης (Χριστοφιλόπουλος, 2002). Το φυσικό και το πολιτιστικό περιβάλλον έχουν προσδιοριστεί και από την ελληνική νομοθεσία. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το νόμο 360/1976 «Περί Χωροταξίας και Περιβάλλοντος» ως φυσικό περιβάλλον ορίζεται ο «χερσαίος, θαλάσσιος και εναέριος χώρος που περιβάλλει τον άνθρωπο μαζί με τη χλωρίδα, πανίδα και τους φυσικούς του πόρους», ενώ ως πολιτιστικό ορίζονται «τα ανθρωπογενή στοιχεία πολιτισμού και χαρακτηριστικά, όπως διαμορφώθηκαν από την παρέμβαση και τη σχέση του ανθρώπου με το φυσικό περιβάλλον, περιλαμβανομένων των ιστορικών χώρων και της καλλιτεχνικής και πολιτιστικής εν γένει κληρονομιάς της χώρας» (ΦΕΚ 131/ Α ). Από μια άλλη σκοπιά, αυτή του Συντάγματος, σύμφωνα με την Τροβά (2003), ως πολιτιστικό περιβάλλον θα μπορούσε να οριστεί «η θεσμική και συνταγματικού επιπέδου απόφαση της Πολιτείας για την Ιστορία και τη μνήμη όπως αυτή εκφέρεται αισθητικά στο χώρο». Σ αυτό το σημείο αξίζει να σημειωθεί ότι, στα πλαίσια του Συντάγματος, το φυσικό και το πολιτιστικό περιβάλλον, ενώ διαχωρίζονται με βάση τη δυνατότητα ανθρώπινης παρέμβασης, αφού το φυσικό σε αντίθεση με το πολιτιστικό δεν είναι αποτέλεσμα ανθρώπινης δραστηριότητας, αντιμετωπίζονται ως ενιαίο και αρμονικό σύνολο (Χριστοφιλόπουλος, 2005). Στην έννοια του πολιτιστικού περιβάλλοντος περιλαμβάνονται τα πολιτιστικά αγαθά που συνθέτουν την πολιτιστική κληρονομιά και αυτά που αποτελούν το οικιστικό περιβάλλον (Χριστοφιλόπουλος, 2005). Σύμφωνα με το Χριστοφιλόπουλο 9
12 (2005), τα πολιτιστικά αγαθά μπορούν να διαχωριστούν με διάφορα κριτήρια, όπως βάσει του υλικού ή άυλου χαρακτήρα τους, της σύνδεσής τους με το χώρο ή της κρατικής προστασίας. Έτσι, τα πολιτιστικά αγαθά που απαρτίζουν την πολιτιστική κληρονομιά εντάσσονται στα υλικά χωρικά πολιτιστικά αγαθά και στα μη χωρικά πολιτιστικά αγαθά. Στα πρώτα περιλαμβάνονται τα μνημεία (ακίνητα), οι αρχαιολογικοί χώροι, οι ιστορικοί τόποι, ενώ στα δεύτερα περιλαμβάνονται τα ακίνητα πολιτιστικά αγαθά (ακίνητα μνημεία). Σε αυτά επιβάλλεται λόγω ιδιαίτερων γνωρισμάτων τους αυξημένη κρατική προστασία και προστατεύονται ο χώρος που σχετίζεται με ιστορικές μνήμες ή χρήσεις, ο χώρος που περιβάλλει το πολιτιστικό αγαθό, ο εσωτερικός χώρος που περικλείεται σε ένα πολιτιστικό αγαθό και με τον κινητό εξοπλισμό του και η χρήση ενός χώρου (Χριστοφιλόπουλος, 2005). Η πολιτιστική κληρονομιά σε αυτήν την περίπτωση ρυθμίζεται με το νόμο 3028/2002 «Για την Προστασία των Αρχαιοτήτων και εν γένει της Πολιτιστικής Κληρονομιάς». Μέρος της αποτελεί η αρχιτεκτονική κληρονομιά η οποία ρυθμίζεται με το άρθρο 4 του ΓΟΚ (πλέον άρθρο 6 του ΝΟΚ) και περιλαμβάνει τους παραδοσιακούς οικισμούς και τα διατηρητέα κτίρια, τα οποία εντάσσονται στην έννοια των μνημείων. Η πολιτιστική και αρχιτεκτονική κληρονομιά αποτελούν το πολιτιστικό περιβάλλον με την στενή έννοια. Στα οικιστικά πολιτιστικά αγαθά, ανήκουν κυρίως πόλεις, οικισμοί και στοιχεία τους που τυγχάνουν γενικής κρατικής προστασίας και ρυθμίζονται από τις ισχύουσες πολεοδομικές και χωροταξικές διατάξεις. Η πολιτιστική κληρονομιά και τα οικιστικά πολιτιστικά αγαθά αποτελούν το πολιτιστικό περιβάλλον με την ευρεία έννοια (Χριστοφιλόπουλος, 2005). Επίσης, τα πολιτιστικά αγαθά βάσει διαφορετικού διαχωρισμού και μιας σύνοψης των παραπάνω, μπορούν να διακριθούν ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΑΓΑΘΑ ΜΝΗΜΕΙΑΚΑ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΑΓΑΘΑ Ν.3028/2002 ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΑΓΑΘΑ Ν.4067/2012 ΟΙΚΙΣΤΙΚΑ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΑΓΑΘΑ Ν.2508/1997 ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΑΓΑΘΑ Ν.2121/1993 ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΜΕ ΤΗ ΣΤΕΝΗ ΕΝΝΟΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΜΕ ΤΗΝ ΕΥΡΕΙΑ ΕΝΝΟΙΑ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ Γράφημα 1.1: Κατηγορίες πολιτιστικών αγαθών Πηγή: Χριστοφιλόπουλος, 2005, Ιδία Επεξεργασία 10
13 στα μνημειακά πολιτιστικά αγαθά, που συγκροτούν την πολιτιστική κληρονομιά, στα παραδοσιακά πολιτιστικά αγαθά, που συγκροτούν την αρχιτεκτονική κληρονομιά, στα οικιστικά πολιτιστικά αγαθά που συγκροτούν το οικιστικό περιβάλλον και στα πνευματικά πολιτιστικά αγαθά που συνθέτουν την πνευματική κληρονομιά (βλ. Γράφημα 1.1) (Χριστοφιλόπουλος, 2005). Η έννοια των πολιτιστικών αγαθών έχει καθοριστεί, επίσης, μέσα από διεθνείς συμβάσεις που έχουν κυρωθεί από την Ελλάδα και αποτελούν εσωτερικό δίκαιο της χώρας και από το ν. 3028/2002. Στη Διεθνή Σύμβαση της UNESCO στη Χάγη το 1954, με τον όρο πολιτιστικά αγαθά αναφέρονται «τα αγαθά, κινητά ή ακίνητα, τα οποία παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον δια την πολιτιστική κληρονομιά των λαών», «τα οικοδομήματα των οποίων κύριος και πραγματικός σκοπός είναι η διαφύλαξις ή η έκθεσης των κινητών πολιτιστικών αγαθών» και «τα κέντρα, τα οποία περιέχουν σημαντικόν αριθμόν πολιτιστικών αγαθών» (Βουδούρη και Στρατή, 1999). Σε αυτόν τον ορισμό, παρατηρείται ο διαχωρισμός των πολιτιστικών αγαθών σε κινητά ή ακίνητα. Για τους σκοπούς της Σύμβασης σχετικά με τα «Ληπτέα Μέτρα για την Απαγόρευση και Παρεμπόδιση της Παράνομης Εισαγωγής, Εξαγωγής και Μεταβίβασης της Κυριότητας των πολιτιστικών Αγαθών» που έγινε στο Παρίσι το 1970, δίνεται ένας διαφορετικός ορισμός, αφού ως πολιτιστικά αγαθά ορίζονται «εκείνα τα οποία, θρησκευτικά ή κοσμικά, καθορίζονται υφ ενός εκάστου των Κρατών ως έχοντα σπουδαιότητα δια την αρχαιολογίαν, την προϊστορίαν, την ιστορίαν, την φιλολογίαν, την τέχνην ή την επιστήμην» (Βουδούρη και Στρατή, 1999). Ο ν. 3028/2002 δίνει ένα πιο γενικό ορισμό στα πολιτιστικά αγαθά. Σύμφωνα με αυτόν, «ως πολιτιστικά αγαθά νοούνται μαρτυρίες της ύπαρξης και της ατομικής και συλλογικής δραστηριότητας του ανθρώπου» ( ΦΕΚ 153/ Α ). Ως εκ τούτου κάθε μαρτυρία ύπαρξης και δραστηριότητας του ανθρώπου αποτελεί πολιτιστικό αγαθό, χωρίς απαραίτητα να χαρακτηρίζεται ως αξιόλογο και να παρουσιάζει ιδιαίτερα γνωρίσματα που χρήζουν προστασίας και διατήρησης. Με αυτή, λοιπόν, την γενική έννοια του όρου μπορούν να θεωρηθούν ως πολιτιστικά αγαθά οικιστικά σύνολα, ακόμη και προϊόντα πνευματικής κληρονομιάς, χωρίς ο συγκεκριμένος νόμος να έχει εφαρμογή, σε όλα αυτά, παρά μόνον σε μια κατηγορία πολιτιστικών αγαθών, όπως τα μνημεία και οι ιστορικοί τόποι. (Χριστοφιλόπουλος, 2005). Εκτός από την έννοια των πολιτιστικών αγαθών, διεθνείς και ευρωπαϊκές συμβάσεις που αποτελούν μέρος της ελληνικής νομολογίας, έχουν καθορίσει και την έννοια της πολιτιστικής κληρονομιάς. Ο όρος της πολιτιστικής κληρονομιάς παρουσιάζει μεγάλο εννοιολογικό εύρος, αφού επεκτείνεται χρονικά και εμπλουτίζεται συνεχώς με νέες κατηγορίες (Κόνσολα, 2006). Στη Διεθνή Σύμβαση της UNESCO για την Προστασία της Παγκόσμιας Πολιτιστικής και Φυσικής Κληρονομιάς στο Παρίσι το 1972, δόθηκαν οι ορισμοί της πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς. Ως πολιτιστική κληρονομιά θεωρούνται τα: Μνημεία: αρχιτεκτονικά έργα, σημαντικά έργα γλυπτικής και ζωγραφικής, έργα ή κατασκευαί αρχαιολογικού χαρακτήρος, επιγραφαί, σπήλαια και σύνολα έργων παγκοσμίου αξίας από της απόψεως της ιστορίας, της τέχνης ή της επιστήμης, 11
14 Σύνολα οικοδομημάτων: ομάδες κτιρίων μεμονωμένων ενοτήτων (οικισμών) τα οποία, λόγω της αρχιτεκτονικής των, της ομοιογένειας των ή της θέσεως των, έχουν παγκόσμιον αξίαν από της απόψεως της ιστορίας, της τέχνης ή της επιστήμης, Τοπία: έργα του ανθρώπου ή συνδυασμός έργων του ανθρώπου και της φύσεως, καθώς και εκτάσεις περιλαμβανομένων και των αρχαιολογικών χώρων αι οποίαι έχουν παγκόσμιον αξίαν από απόψεως της ιστορίας, της τέχνης ή της επιστήμη) (Βουδούρη και Στρατή, 1999). Η έννοια της πολιτιστικής κληρονομιάς καθορίζεται και μέσα από τον ν. 3028/2002, στο άρθρο 1, σύμφωνα με το οποίο «Η πολιτιστική κληρονομιά της Χώρας αποτελείται από όλα τα πολιτιστικά αγαθά που βρίσκονται εντός ορίων της ελληνικής επικράτειας, συμπεριλαμβανομένων των χωρικών υδάτων, καθώς και εκτός άλλων θαλάσσιων ζωνών στις οποίες η Ελλάδα ασκεί σχετική δικαιοδοσία σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο. Η πολιτιστική κληρονομιά περιλαμβάνει και τα άυλα πολιτιστικά αγαθά.» (ΦΕΚ 153/ Α ). Στην έννοια αυτή, που προσδίδεται από τον αρχαιολογικό νόμο, αξίζει να σημειωθεί η διεύρυνση της έννοιας της πολιτιστικής κληρονομιάς με την ένταξη σε αυτήν των άυλων πολιτιστικών αγαθών ιδιαίτερης σημασίας, τα οποία νοούνται, σύμφωνα με το νόμο, ως εκφράσεις, δραστηριότητες, γνώσεις και πληροφορίες, όπως μύθοι, έθιμα κ.α.. Ένα ακόμη ενδεικτικό στοιχείο διεύρυνσης του όρου είναι η προσθήκη της βιομηχανικής κληρονομιάς (Κόνσολα, 2006). Μια ακόμη έννοια που θα πρέπει να αποσαφηνιστεί, σε αυτό το σημείο, είναι η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς, η προσέγγιση της οποίας έχει γίνει κυρίως από σχετικές συμβάσεις. Ένας πρώτος και απλουστευμένος ορισμός δόθηκε στα πλαίσια της Σύμβασης της Χάγης, σύμφωνα με τον οποίο «η προστασία των πολιτιστικών αγαθών περιλαμβάνει την προστασία και το σεβασμό αυτών των αγαθών» (Βουδούρη και Στρατή, 1999). Στην Σύμβαση των Παρισίων δόθηκε ένας πληρέστερος ορισμός κατά τον οποίον ως προστασία νοείται ο προσδιορισμός, η συντήρηση, η αξιοποίηση και η μεταβίβαση στις μέλλουσες γενιές της πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς (Βουδούρη και Στρατή, 1999). Συμφωνά με την Κόνσολα (2006), η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς αναλύεται σε μια σειρά από εξειδικευμένες διαδικασίες που μπορεί να ταξινομηθούν ως διαδοχικές φάσεις ενός ολοκληρωμένου έργου. Αυτή η διάσταση εντοπίζεται και στην ελληνική νομολογία (ν.3028/2002, άρθρο 3), όπου το περιεχόμενο της προστασίας συνίσταται κυρίως: «στον εντοπισμό, την έρευνα, την καταγραφή, την τεκμηρίωση και τη μελέτη των στοιχείων της, στη διατήρηση και στην αποτροπή της καταστροφής, της αλλοίωσης και γενικά κάθε άμεσης ή έμμεσης βλάβης της, στην αποτροπή της παράνομης ανασκαφής και της παράνομης εξαγωγής, στη συντήρηση και την κατά περίπτωση αναγκαία αποκατάστασή της, στη διευκόλυνση της πρόσβασης και της επικοινωνίας του κοινού με αυτήν, στην ανάδειξη και την ένταξη της στη σύγχρονη κοινωνική ζωή, στην παιδεία, την αισθητική αγωγή και την ευαισθητοποίηση των πολιτών για την πολιτιστική κληρονομιά» (ΦΕΚ 153/ Α ). 12
15 Ακόμη, σύμφωνα με το ίδιο άρθρο, η προστασία θα πρέπει να αποτελεί βασικό στόχο του χωροταξικού, αναπτυξιακού, πολεοδομικού και περιβαλλοντικού σχεδιασμού. Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, κομμάτι της πολιτιστικής κληρονομιάς αποτελεί η αρχιτεκτονική κληρονομιά, η έννοια της οποίας έχει διευκρινιστεί μέσα από πολλά θεσμικά κείμενα. Στην έννοια της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς σύμφωνα με τις αποφάσεις της Διακήρυξης του Άμστερνταμ το 1975, δεν περιλαμβάνονται μόνο μεμονωμένα κτίρια εξαίρετης ποιότητας και το άμεσο περιβάλλον τους, αλλά και ολόκληρες πόλεις ή χωριά ιστορικού ή πολιτιστικού ενδιαφέροντος (Council of Europe, 1975 α ). Λίγα χρόνια αργότερα, η Σύμβαση για την Προστασία της Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς ή αλλιώς Σύμβαση της Γρανάδας (1985) δίνει έναν πιο ευρύ όρο στην αρχιτεκτονική κληρονομιά, η οποία σύμφωνα με αυτόν περιλαμβάνει τα ακίνητα αγαθά: Μνημεία: κάθε κατασκευή ιδιαίτερα σημαντική λόγω του ιστορικού, αρχαιολογικού, καλλιτεχνικού, επιστημονικού, κοινωνικού, ή τεχνικού ενδιαφέροντος, συμπεριλαμβανομένων των εγκαταστάσεων ή διακοσμητικών στοιχείων, που αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα τους. Τα αρχιτεκτονικά σύνολα: ομοιογενή σύνολα αστικών ή αγροτικών κατασκευών, σημαντικών λόγω του ιστορικού, αρχαιολογικού, καλλιτεχνικού, επιστημονικού, κοινωνικού ή τεχνικού ενδιαφέροντος, συναφή μεταξύ τους ώστε να σχηματίζουν ενότητες, που να μπορούν να οριοθετηθούν τοπογραφικά. Οι Τόποι: σύνθετα έργα του ανθρώπου και της φύσης, εν μέρει κτισμένα, τα οποία αποτελούν εκτάσεις τόσο χαρακτηριστικές και ομοιογενείς, ώστε να μπορούν να οριοθετηθούν τοπογραφικά και τα οποία είναι σημαντικά λόγω του ιστορικού, αρχαιολογικού, καλλιτεχνικού, επιστημονικού, κοινωνικού και τεχνικού τους ενδιαφέροντος (ΦΕΚ 61/ Α ). Στο πλαίσιο των παραπάνω ορισμών που συνθέτουν την έννοια της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, γίνεται σαφές ότι περιλαμβάνονται και οι παραδοσιακοί οικισμοί και τα διατηρητέα κτίρια, αφού η προστασία τους επιβάλλεται λόγω του αρχιτεκτονικού και ιστορικού τους ενδιαφέροντος και της ένταξης τους στο τοπίο (Παπαπετρόπουλος, 2003). Παρόλα αυτά δεν υπάρχει κάποιος συγκεκριμένος ορισμός που να δίνεται στους παραδοσιακούς οικισμούς μέσα από νομοθετικά κείμενα που καθορίζουν την προστασία τους. Βάσει της Σύμβασης της Γρανάδας θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένα ομοιογενές σύνολο αστικών ή αγροτικών κατασκευών, σημαντικών λόγω του ιστορικού, αρχαιολογικού, καλλιτεχνικού, επιστημονικού, κοινωνικού ή τεχνικού ενδιαφέροντος που να χρήζει κρατικής προστασίας, ενώ τα διατηρητέα κτίρια θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως κατασκευές ιδιαίτερα σημαντικές λόγω του ιστορικού, αρχαιολογικού, καλλιτεχνικού, επιστημονικού, κοινωνικού, ή τεχνικού ενδιαφέροντος, συμπεριλαμβανομένων των εγκαταστάσεων ή διακοσμητικών στοιχείων, που αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα τους, οι οποίες επίσης χρήζουν κρατικής προστασίας. Ακόμη, μέσα από το άρθρο 4 του ΓΟΚ όπως ισχύει μετά την αναθεώρηση του από το Νέο Οικονομικό Κανονισμό 4067/2012 (άρθρο 6) προκύπτει ένας παρόμοιος ορισμός (ΦΕΚ 79/ Α ). 13
16 Σύμφωνα με το ΝΟΚ, ως παραδοσιακοί οικισμοί μπορούν να οριστούν οικισμοί ή τμήματα πόλεων ή οικισμών ή αυτοτελή οικιστικά σύνολα εκτός αυτών με σκοπό τη διατήρηση και ανάδειξη της ιδιαίτερης ιστορικής, πολεοδομικής, αρχιτεκτονικής, λαογραφικής, κοινωνικής και αισθητικής φυσιογνωμίας τους (ΦΕΚ 79/ Α ). Ως διατηρητέα, μπορούν να χαρακτηρίζονται «μεμονωμένα κτίρια ή τμήματα κτιρίων ή συγκροτήματα κτιρίων, ως και στοιχεία του περιβάλλοντος χώρου αυτών, όπως επίσης και στοιχεία του φυσικού ή και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος χώρου, όπως αυλές, κήποι, θυρώματα και κρήνες, καθώς και μεμονωμένα στοιχεία πολεοδομικού (αστικού ή αγροτικού) εξοπλισμού ή δικτύων, όπως πλατείες, κρήνες, διαβατικά, λιθόστρωτα, γέφυρες που βρίσκονται εντός ή εκτός οικισμών» (ΦΕΚ 79/ Α ). Στους παραπάνω ορισμούς γίνεται εμφανής η διάσταση της προστασίας και της φυσικής κληρονομιάς παράλληλα με την αρχιτεκτονική, γεγονός που αποβλέπει στην αυξημένη προστασία της τελευταίας. 14
17 ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ Σύνταγμα, Ν.1650/1986 ΦΥΣΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ Σύνταγμα, Ν.360/1976 ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ Σύνταγμα, Ν.360/1976 ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΑΓΑΘΑ Χριστοφιλόπουλος (2005) Ν.3028/2002 Σύμβαση της Χάγης (1954) Σύμβαση Παρισίων (1970) ΑΥΛΑ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΑΓΑΘΑ Χριστοφιλόπουλος (2005) ΥΛΙΚΑ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΑΓΑΘΑ Χριστοφιλόπουλος (2005) ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΑΓΑΘΑ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ ΜΗ ΧΩΡΙΚΑ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΑΓΑΘΑ -Κινητά Πολιτιστικά Αγαθά ΧΩΡΙΚΑ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΑΓΑΘΑ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΑΓΑΘΑ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ Σύμβαση Παρισίων (1972) Ν.3028/2002 -Μνημεία(Κινητά ή Ακίνητα) -Αρχαιολογικοί Χώροι -Ιστορικοί Τόποι ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΑΓΑΘΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ -Παραδοσιακοί Οικισμοί -Διατηρητέα Κτίρια ΟΙΚΙΣΤΙΚΑ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΑΓΑΘΑ -Πόλεις, οικισμοί και τα στοιχεία τους που δεν παρουσιάζουν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά για να θεωρηθούν μνημεία. ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ Γράφημα 1.2:Ιεράρχηση στοιχείων του περιβάλλοντος Πηγή: Ιδία επεξεργασία 15
18 2. ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΔΙΕΘΝΗ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ Το ενδιαφέρον για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς στο διεθνές περιβάλλον άρχισε να αναπτύσσεται, κυρίως, μετά το τέλος του Β Παγκοσμίου πολέμου, όπου πλέον γίνεται ευρέως κατανοητή η ανάγκη συντονισμένης δράσης διεθνών διακυβερνητικών οργάνων για τη διαχείριση και την αντιμετώπιση των κινδύνων που απειλούν την παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά (Κόνσολα, 2006). Οι σημαντικότεροι οργανισμοί που έχουν αναλάβει αυτή τη δράση είναι ο Εκπαιδευτικός, Επιστημονικός και Πολιτιστικός Οργανισμός των Ηνωμένων Εθνών (UNESCO - United Nations Educational, Scientific, and Cultural Organization), που δρα σε παγκόσμιο επίπεδο, το Συμβούλιο της Ευρώπης και η Ευρωπαϊκή Ένωση που είναι ευρωπαϊκής εμβέλειας. Παράλληλα, δραστηριοποιούνται και μη κυβερνητικοί οργανισμοί που διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην προώθηση και ανάπτυξη του πολιτιστικού τομέα όπως το Διεθνές Συμβούλιο Μουσείων (ICOM) και το Διεθνές Συμβούλιο Μνημείων και Χώρων (ICOMOS) (Κόνσολα, 2006). Αποτέλεσμα αυτού του ενδιαφέροντος είναι ένα «πλέγμα κανόνων διεθνούς δικαίου και διεθνών συμβάσεων» που ρυθμίζουν, σήμερα, σε αποτελεσματικό βαθμό την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς (Χριστοφιλόπουλος, 2005). Πολλές από αυτές τις συμβάσεις που ακολουθούν έχουν κυρωθεί από την Ελλάδα και ισχύουν ως εσωτερικό δίκαιο. Οι σχετικές συμβάσεις που αφορούν στην προστασία των άυλων πολιτιστικών αγαθών και της πνευματικής κληρονομιάς δεν παρουσιάζονται αφού δεν εξυπηρετούν τους σκοπούς της παρούσας εργασίας Η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς μέσα από διεθνή κείμενα Μια από τις πρώτες δράσεις διεθνούς συνεργασίας σχετικά με την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια του Πρώτου Διεθνούς Συνεδρίου των Αρχιτεκτόνων και εδικών των ιστορικών μνημείων, που έγινε το 1931 στην Αθήνα. Αποτέλεσμα του συνεδρίου ήταν ο «Χάρτης της Αθήνας για την αποκατάσταση των ιστορικών μνημείων» (Carta del Restauro), στον οποίο συγκεντρώθηκε η μέχρι τότε διεθνής εμπειρία που αφορούσε την αποκατάσταση μνημείων (Ζερβός, 2010). Ο χάρτης απαρτίζεται από επτά ψηφίσματα με τα οποία επισημαίνεται η ανάγκη της διατήρησης ιστορικών μνημείων και τόπων, εγκρίνονται σύγχρονες μέθοδοι αποκατάστασης με τη προϋπόθεση να γίνονται με τρόπο που να μην αλλοιώνει το χαρακτήρα του μνημείου, προτείνεται η λήψη μέτρων για την προστασία από το κάθε κράτος μέλος σε εθνικό επίπεδο και εισάγεται η έννοια της διεπιστημονικής συνεργασίας ( Athens Charter, 1931 ). Λίγα χρόνια αργότερα, το 1945 ιδρύεται ο Εκπαιδευτικός, Επιστημονικός και Πολιτιστικός Οργανισμός των Ηνωμένων Εθνών, ο οποίος έχει ως στόχο την προώθηση μέσω των εκπαιδευτικών, επιστημονικών και πολιτιστικών σχέσεων των λαών του κόσμου τη διεθνή ειρήνη και ευημερία. Σύμφωνα με το άρθρο 1 της ιδρυτικής πράξης του οργανισμού, για την επίτευξη του απώτερου σκοπού, δηλαδή 16
19 της κοινής ευημερίας των εθνών, είναι απαραίτητη η εξασφάλιση της διατήρησης και προστασίας της παγκόσμιας κληρονομιάς μέσω των διεθνών συμβάσεων (UNESCO, 1945). Το 1954, με θεματοφύλακα την UNESCO (UNESCO, 1954), υπογράφεται η σύμβαση για «την προστασία των πολιτιστικών αγαθών σε περίπτωση ένοπλης σύρραξης» (Σύμβαση της Χάγης), η οποία κυρώθηκε με το ν. 1144/1981 και ισχύει ως εσωτερικό δίκαιο της Χώρας. Η σύμβαση αυτή προβλέπει γενικά μέτρα για την προστασία των πολιτιστικών αγαθών, περιπτώσεις ειδικής προστασίας, μεταφορά των πολιτιστικών αγαθών, θέματα εφαρμογής της και άλλες ρυθμίσεις. Η σύμβαση της Χάγης προσδιορίζει τα πολιτιστικά αγαθά και την προστασίας τους, και καθορίζει τις σχετικές υποχρεώσεις των συμβαλλόμενων μερών για τη διαφύλαξη και το σεβασμό των πολιτιστικών αγαθών (UNESCO, 1954). Εκτός από αυτή τη γενική προστασία, παρέχει ειδική προστασία σε περιορισμένο αριθμό καταφυγίων που προορίζονται για την προστασία των κινητών πολιτιστικών αγαθών (UNESCO, 1954). Υπεύθυνοι για την εξασφάλιση της εφαρμογής της ορίστηκαν οι Προστάτιδες Δυνάμεις, η UNESCO και ο Γενικός της Επίτροπος (Βουδούρη και Στρατή, 1999). Δέκα χρόνια αργότερα, το 1964, στα πλαίσια του Δεύτερου Παγκόσμιου Συνεδρίου των Αρχιτεκτόνων και Ειδικών των Ιστορικών Μνημείων, επικαιροποιείται ο Χάρτης των Αθηνών με το Διεθνή Χάρτη «για τη διατήρηση και την αποκατάσταση Μνημείων και Τοποθεσιών» ή αλλιώς Χάρτη της Βενετίας (Venice Charter, 1964). Οι βασικές αρχές του Χάρτη της Βενετίας αφορούν στον καθορισμό της έννοιας του ιστορικού μνημείου, η οποία σε αντίθεση με το Χάρτη της Αθήνας, επεκτείνεται από σημειακή σε συνολική, στη διατήρηση του μνημείου σε συνδυασμό με τη συνεχή συντήρηση και του περιβάλλοντα χώρου, στις μεθόδους αποκατάστασης, στις αρχαιολογικές ανασκαφές και στη δημοσίευση οποιωνδήποτε δράσεων που αφορούν τη διατήρηση των μνημείων (Venice Charter, 1964). Σύμφωνα με το Ζερβό (2010), με το Χάρτη της Βενετίας καθιερώνεται η έννοια της δυνατότητας συνύπαρξης όλων των ιστορικών διαστρωματώσεων σε ένα μνημείο, μετά από αξιολόγηση. Κατά τη διάρκεια του συνεδρίου, πάρθηκε απόφαση για την ίδρυση του Διεθνούς Συμβούλιου Μνημείων και Τοποθεσιών (ICOMOS - International Council of Monuments and Sites), η οποία πραγματοποιήθηκε τον επόμενο χρόνο, με σκοπό τη διάδοση των αρχών του Χάρτη της Βενετίας (Ζερβός, 2012). Το ICOMOS αποτελεί μη κυβερνητικό οργανισμό που δρα ως τεχνικός σύμβουλος της UNESCO σε θέματα προστασίας και ανάδειξης της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς (Νακάσης, 2013). Το 1970, η UNESCO, στα πλαίσια Γενικής Συνδιάσκεψης για την Εκπαίδευση και τη μόρφωση, στο Παρίσι, οδήγησε στην υπογραφή της σύμβασης «σχετικά με τα ληπτέα μέτρα για την απαγόρευση και την παρεμπόδιση της παράνομης εισαγωγής, εξαγωγής και μεταβίβασης της κυριότητας των πολιτιστικών αγαθών» (Σύμβαση των Παρισίων), η οποία έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με το ν. 1103/1981 και ήταν η πρώτη προσπάθεια σε επίπεδο διεθνούς δικαίου παρεμπόδισης παράνομης απόκτησης πολιτιστικών αγαθών και διευκόλυνσης επιστροφής στη χώρα από την οποία εξήχθησαν (Αντωνίου, 2004). 17
20 Τις διεθνείς αυτές συμβάσεις ακολουθεί το 1972 η σύμβαση «για την προστασία της παγκόσμιας πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς» (Σύμβαση των Παρισίων), η οποία κυρώθηκε με το ν. 1126/1981 και αποτελεί δεσμευτικό βήμα στο τομέα του πολιτισμού και της αειφορίας (Ζερβός, 2012). Μέχρι το Μάρτιο του 2005, η Σύμβαση των Παρισίων επικυρώθηκε από 181 χώρες, γεγονός που την κάνει ίσως την πιο επιτυχημένη από τις άλλες δυο συμβάσεις (Κόνσολα, 2006). Η σύμβαση αυτή καθορίζει το περιεχόμενο της πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς και θεσπίζει νέες διατάξεις με σκοπό την καθιέρωση συστήματος συλλογικής προστασίας τους σε παγκόσμιο επίπεδο (ΦΕΚ 32/ Α ). Οι διατάξεις της Σύμβασης των Παρισίων υποχρεώνουν τα κράτη μέλη να κάνουν ό, τι είναι δυνατόν για την διατήρηση και προστασία της πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς, ενώ προβλέπουν την υιοθέτηση μιας γενικής πολιτικής και την ένταξη της κληρονομιάς στα σχέδια του προγραμματισμού. Για να ευδοκιμήσουν οι προσπάθειες των κρατών μελών η σύμβαση καθιερώνει ένα σύστημα διεθνούς σύμπραξης και συνδρομής στο οποίο κάθε κράτος μέλος αναλαμβάνει την υποχρέωση να εισφέρει τη συνδρομή του. Στα πλαίσια διεθνούς συνεργασίας ιδρύεται η Διακυβερνητική Επιτροπή από αντιπροσώπους 21 κρατών για την προστασία της κληρονομιάς, η οποία καθορίζει τους φυσικούς και πολιτιστικούς χώρους που πρέπει να προστατευτούν αναλαμβάνει την καταγραφή τους στον κατάλογο της παγκόσμιας κληρονομιάς και το κατάλογο της παγκόσμιας κληρονομιάς σε κίνδυνο και τον δημοσιοποιεί. Για την εύρυθμη λειτουργία της ιδρύθηκε το Ταμείο για την προστασία της πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς (ΦΕΚ 32/ Α ). Σε αυτό το σημείο, αξίζει να αναφερθούν οι δράσεις του ICOMOS τη δεκαετία του 80, οι οποίες είχαν σημαντική επίδραση στη διαμόρφωση διεθνών οδηγιών για την προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς: η Διακήρυξη της Tlaxcala για την αναβίωση των μικρών οικισμών, ο Χάρτης για τη Διατήρηση Ιστορικών Πόλεων και Αστικών Περιοχών και ο Χάρτης για την ανώνυμη κτισμένη κληρονομιά. Η Διακήρυξη της Tlaxcala υιοθετήθηκε το 1982 από το εθνικό τμήμα του ICOMOS στο Μεξικό και αντιμετωπίζει το πρόβλημα της ερήμωσης των μικρών οικισμών. Τα συμπεράσματά της επικεντρώνουν στην ανάγκη διατήρησης και προστασίας των οικισμών αυτών, που αποτελούν μαρτυρίες πολιτισμού, μέσω του περιφερειακού σχεδιασμού, καθιστούν υπεύθυνη την κυβέρνηση του κάθε κράτους για την διατήρηση οικισμών, ενθαρρύνουν τη χρήση τοπικών υλικών και παραδοσιακών μεθόδων και προτρέπουν τις κυβερνήσεις να κυρώσουν την Σύμβαση για την προστασία της παγκόσμιας πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς (1972), έτσι ώστε να μπορούν να δεχτούν υποστήριξη και τεχνική βοήθεια από τους διεθνείς οργανισμούς (ICOMOS, 1982). Όσον αφορά στον Χάρτη για τη Διατήρηση Ιστορικών Πόλεων και Αστικών Περιοχών ή Χάρτης της Washington (1987), συμπληρώνει τις αρχές του Χάρτη της Βενετίας και αναφέρεται σε ιστορικές αστικές περιοχές μαζί με το φυσικό και ανθρωπογενές τους περιβάλλον που απειλούνται από υποβάθμιση των παραδόσεων τους (ICOMOS, 1987). Προτείνει ένα σχέδιο διατήρησης των οικισμών αυτών, το οποίο για να είναι επιτυχές πρέπει να εντάσσεται στον αστικό και τον περιφερειακό σχεδιασμό (ICOMOS, 1987). Τέλος, ο Χάρτης για 18
21 την ανώνυμη χτιστή κληρονομιά υιοθετήθηκε από τον ICOMOS το 1999 στο Μεξικό ως εξειδίκευση του Χάρτη της Βενετίας (Ζερβός, 2012). Ο Χάρτης αναγνωρίζει τους κινδύνους που αντιμετωπίζει η ακίνητη παραδοσιακή κληρονομιά από τις δυνάμεις της οικονομικής, κοινωνικής και αρχιτεκτονικής ομογενοποίησης και προτείνει αρχές διατήρησής της, οι οποίες πρέπει να εφαρμοστούν από τις κοινότητες, τις κυβερνήσεις και από διεπιστημονικές ομάδες ειδικών (ICOMOS, 1999) Η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς μέσα από ευρωπαϊκά κείμενα Συμβούλιο της Ευρώπης Οι πρώτες προσπάθειες στον ευρωπαϊκό χώρο για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς έγιναν από το Συμβούλιο της Ευρώπης, τον πρώτο διακυβερνητικό πολιτικό οργανισμό της Ευρώπης, ο οποίος ιδρύθηκε το 1949 (Κόνσολα, 2006). Τα μέσα του Συμβουλίου της Ευρώπης για την επίτευξη των σκοπών του, που αφορούν στην προστασία και προώθηση της κοινής πολιτιστικής κληρονομιάς και ταυτότητας, είναι η διοργάνωση διασκέψεων, η σύνταξη και υιοθέτηση Συμβάσεων, Διακηρύξεων και Συστάσεων και η εκπόνηση ειδικών προγραμμάτων (Κόνσολα, 2006). Η πρώτη σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης, η «Ευρωπαϊκή Μορφωτική Σύμβαση», υπογράφηκε το 1954 και αποτελούσε την πρώτη συμφωνία ανάμεσα στα κράτη μέλη που αφορούσε πολιτιστικά θέματα (Μητούλα, 1999). Η σύμβαση αυτή εισάγει σε πρώιμο στάδιο την έννοια της κοινής πολιτιστικής κληρονομιάς της Ευρώπης, ενθαρρύνοντας μέσα από τις διατάξεις της, τη μελέτη των γλωσσών, της ιστορίας και του πολιτισμού των συμβαλλόμενων μερών και παρέχει το νομικό πλαίσιο στο Συμβούλιο για την παρέμβαση του στα πεδία αυτά (Βουδούρη και Στρατή, 1999). Ακόμη, σύμφωνα με το άρθρο 5 της σύμβασης, προβλέπεται η λήψη αναγκαίων μέτρων για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς (Βουδούρη και Στρατή, 1999). Το 1969, στο Λονδίνο, το Συμβούλιο της Ευρώπης υιοθετεί μια από τις σημαντικότερες συμβάσεις του, την «Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προστασία της αρχαιολογικής κληρονομιάς», η οποία κυρώθηκε με το ν. 1127/1981 και περιέχει ρυθμίσεις για την προστασία της αρχαιολογικής κληρονομιάς (Βουδούρη και Στρατή, 1999). Με τη σύμβαση αυτή προσδιορίζεται η έννοια του αρχαιολογικού αντικειμένου και επιβάλλονται υποχρεώσεις στα κράτη μέλη όσον αφορά τις επιστημονικές μεθόδους της αρχαιολογικής έρευνας και ανακάλυψης που έχουν ως σκοπό την προστασία της αρχαιολογικής κληρονομιάς (Χριστοφιλόπουλος, 2005). Η νέα διάσταση της Σύμβασης είναι οι ρυθμίσεις που συνδέουν την προστασία των αρχαιοτήτων με την πολεοδομική και χωροταξική ανάπτυξη (Κόνσολα, 2006). Πρέπει να σημειωθεί ότι, η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προστασία της αρχαιολογικής κληρονομιάς αναθεωρήθηκε το 1992 στη Βαλέττα της Μάλτας, 19
22 κυρώθηκε και ισχύει στο εσωτερικό δίκαιο της Ελλάδας με το ν. 3378/2005 (ΦΕΚ 203/ Α ). Αργότερα, το 1975, ακολουθεί η Διακήρυξη του Άμστερνταμ, η οποία ψηφίζεται στα πλαίσια του Συνεδρίου της Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς (Άμστερνταμ Οκτωβρίου 1975). Η διακήρυξη εισάγει για πρώτη φορά την έννοια της «ολοκληρωμένης προστασίας» (integrated conservation) της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, τονίζοντας πως αποτελεί θέμα ζωτικής σημασίας (Council of Europe, 1975α). Η αρχή της «ολοκληρωμένης προστασίας», που διέπει την Διακήρυξη, βασίζεται στην ενσωμάτωση της προστασίας της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς στην κοινωνική και οικονομική ζωή μέσω του χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού (Ζερβός, 2011). Ως εκ τούτου, η έννοια της προστασίας της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς διευρύνεται, αφού η αποκατάσταση των πολιτιστικών αγαθών της δεν αποτελεί μια μεμονωμένη διαδικασία συντήρησης, αλλά μια διαδικασία μετασχηματισμού και ένταξης μέσω της κατάλληλης χρήσης στο οικονομικοκοινωνικό περιβάλλον, με απώτερο σκοπό την παραγωγή πόρων προς όφελος της κοινωνίας (Ζερβός, 2011). Στη διάρκεια του Συνεδρίου της Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς παρουσιάστηκε και ο «Ευρωπαϊκός Χάρτης για την Αρχιτεκτονική Κληρονομιά», ο οποίος συντάχθηκε από το Συμβούλιο της Ευρώπης και υιοθετήθηκε από την Επιτροπή Υπουργών (Council of Europe, 1975β). Το Συμβούλιο της Ευρώπης σε αυτό το Χάρτη τονίζει ότι η αρχιτεκτονική κληρονομιά, η οποία είναι κοινή για όλα τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ηπείρου, βρίσκεται σε κίνδυνο ο οποίος μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με τη χάραξη μιας κοινής πολιτικής για την πολιτιστική κληρονομιά βασισμένη στις αρχές της ολοκληρωμένης προστασίας (Council of Europe, 1975β). Η έννοια της ολοκληρωμένης προστασίας της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, τονίζεται στη συνέχεια, σε συστάσεις της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης και σε αποφάσεις της Επιτροπής Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης. Συγκεκριμένα, η απόφαση (76) 28 επιχειρεί την προσαρμογή νόμων και ρυθμίσεων στις απαιτήσεις της ολοκληρωμένης προστασίας της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς σκοπεύοντας να σταματήσει οποιαδήποτε επιδείνωση των απειλών που δέχεται, να μειώσει τους κινδύνους στους οποίους είναι εκτεθειμένη και να αντιμετωπίσει την αυξανόμενη δυσαναλογία μεταξύ αυτών και των μέτρων που λαμβάνονται για την αντιμετώπιση τους (Βουδούρη και Στρατή, 1999). Στόχος αυτής της προσαρμογής είναι η χάραξη μια κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής η οποία, σύμφωνα με το Ζερβό (2010), για να υλοποιηθεί πρέπει τα κράτη μέλη να προωθήσουν «αλλαγές στη νομοθεσία, την οικονομία, την διοίκηση και την εκπαίδευση». Η απόφαση, περιλαμβάνει ορισμούς της πολιτιστικής κληρονομιάς και της ολοκληρωμένης προστασίας, αρχές της πολιτικής της ολοκληρωμένης προστασίας και εθνικές πολιτικές ολοκληρωμένης προστασίας (Βουδούρη και Στρατή, 1999). Ακόμη, η σύσταση 880 (1978) της κοινοβουλευτικής συνέλευσης δίνει έμφαση στις ρυθμίσεις που πρέπει να θεσπίσει και τα μέτρα που πρέπει να λάβει κάθε κράτος μέλος για την εφαρμογή των αρχών της ολοκληρωμένης προστασίας της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς όπως εκφράστηκαν από τη διακήρυξη 20
23 του Άμστερνταμ και την απόφαση (76) 28, αλλά και στο σχεδιασμό δράσεων για ενημέρωση του κοινού (Βουδούρη και Στρατή, 1999). Το 1985, υπογράφεται στη Γρανάδα η «Σύμβαση για την Προστασία της Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς» (Σύμβαση της Γρανάδας), η οποία τυγχάνει ευρείας εφαρμογής. Στόχος της είναι η χάραξη μιας κοινής πολιτικής μεταξύ των κρατώνμελών για την προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς στα πλαίσια της αρχής της «ολοκληρωμένης προστασίας» (ΦΕΚ 61/ Α ). Σύμφωνα με την Κόνσολα (2006), έχει ως σκοπό την διατήρηση και αξιοποίηση της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς με την ένταξη τους στην οικονομική και κοινωνική ζωή της ευρωπαϊκής κοινότητας. Η Σύμβαση της Γρανάδας έχει κυρωθεί με το ν. 2039/1992 από την ελληνική νομολογία και αναλύεται παρακάτω ως μέρος του εθνικού θεσμικού πλαισίου προστασίας της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς και των παραδοσιακών οικισμών (ΦΕΚ 61/ Α ). Τελευταίο κομμάτι, των παραπάνω συμβάσεων για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς αποτελεί η Ευρωπαϊκή Σύμβαση του Τοπίου, η οποία κυρώθηκε από την ελληνική νομοθεσία με το ν. 3827/2010 (ΦΕΚ 30/ Α ). Στο προοίμιο της σύμβασης εντοπίζεται η σχέση της με τα πρότερα θεσμικά κείμενα που αφορούν στην φυσική και πολιτιστική κληρονομιά και τονίζεται η συμβολή του τοπίου «στη διαμόρφωση της τοπικής κουλτούρας», αφού αποτελεί «ένα βασικό συστατικό στοιχείο της Ευρωπαϊκής φυσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς» (ΦΕΚ 30/ Α ). Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το προοίμιο η Ευρωπαϊκή Σύμβαση του Τοπίου βασίζεται «στα νομικά κείμενα που υφίστανται σε διεθνές επίπεδο στον τομέα της προστασίας και της διαχείρισης της φυσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς, του περιφερειακού και χωροταξικού σχεδιασμού, της τοπικής αυτοδιοίκησης και διασυνοριακής συνεργασίας» επισημαίνοντας, όσον αφορά στην πολιτιστική κληρονομιά, τη Σύμβαση των Παρισίων (1972), τη Σύμβαση της Γρανάδας (1985) και τη Σύμβαση της Βαλέτας (1992) (ΦΕΚ 30/ Α ). Σύμφωνα με το Ζερβό (2011), δεδομένης της συσχέτισης της Σύμβασης του Τοπίου με τις παραπάνω συμβάσεις, οι οποίες διέπονται από την αρχή της ολοκληρωμένης προστασίας, η πολιτική για την προστασία του Τοπίου επιβάλλει την υιοθέτηση της ολοκληρωμένης προστασίας και δε μπορεί να μη λάβει υπόψη τα εργαλεία που χρησιμοποιούνται για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς Δράσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης Πολιτιστική Πολιτική Η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα ξεκίνησε να δραστηριοποιείται στον πολιτιστικό τομέα πολύ αργότερα από το Συμβούλιο της Ευρώπης και την UNESCO. Η Συνθήκη της Ρώμης με την οποία και ιδρύθηκε η κοινότητα με τη μορφή μιας οικονομικής ένωσης δεν περιλάμβανε διατάξεις που να αφορούν στον πολιτιστικό τομέα (Κόνσολα, 2006). Η εξέλιξη της πολιτιστικής πολιτικής της κοινότητας έγινε σταδιακά, από την ίδρυση της κοινότητας, όπου βρισκόταν σε εμβρυικό στάδιο, μέχρι 21
24 και σήμερα, που αποτελεί μιας από τις βασικές πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σύμφωνα με τους Γοσπονδίνη, Μπεριάτο και Ράσκου (2007), η εξέλιξη αυτή μπορεί να διακριθεί σε 3 περιόδους. Η πρώτη περίοδος καλύπτει το διάστημα μεταξύ της ίδρυσης της ΕΟΚ μέχρι το 1982, η δεύτερη την περίοδο λίγο πριν την υπογραφή της Συνθήκης για την ΕΕ ή όπως είναι ευρέως γνωστή Συνθήκη του Μάαστριχ ( ) και η τρίτη το διάστημα μετά τη Συνθήκη. Στη διάρκεια των δυο πρώτων περιόδων οι μόνες κινήσεις της Κοινότητας που αφορούσαν στον πολιτιστικό τομέα έγιναν μέσω ψηφισμάτων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και ανακοινώσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Κόνσολα, 2006). Με την ανακοίνωση «Ενίσχυση της Κοινοτικής Δράσης στον πολιτιστικό τομέα», η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ορίζει τους πρώτους άξονες δράσης για τα πολιτιστικά θέματα και θέτει τις βασικές κατευθύνσεις της κοινοτικής παρέμβασης. Μέσα στους άξονες αυτούς περιλαμβάνεται, εκτός των άλλων και η διατήρηση της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς (Κόνσολα, 2006). Έτσι, ξεκινά η χρηματοδότηση προγραμμάτων και δράσεων για την πολιτιστική κληρονομιά, όπως ο θεσμός της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης (European Capital of Culture) και οι Εμβληματικές Δράσεις. Στα πλαίσια της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης επιλέγεται μια ευρωπαϊκή πόλη ανά εξάμηνο, η οποία μέσα από πολιτιστικές εκδηλώσεις έχει ως στόχο να αναδείξει την ποικιλομορφία και την ταυτότητα του πολιτισμού της και να προαγάγει τη βαθύτερη αμοιβαία κατανόηση μεταξύ ευρωπαίων πολιτών (Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, 2006). Οι εμβληματικές δράσεις, από την άλλη, επρόκειτο για πρωτοβουλίες και μέτρα αποκατάστασης μνημείων και τοποθεσιών ιστορικής και καλλιτεχνικής αξίας, όπως της Ακρόπολης και του Άγιου Όρους, όπου και εφαρμόστηκαν (Γοσπονδίνη, Μπεριάτος και Ράσκου, 2007). Στη συνέχεια με μια ακόμη ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο, «Η αναθέρμανση της πολιτιστικής δράσης στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα», καθορίζονται νέοι τομείς για τη δράση της κοινότητας από τους οποίους επιλέγονται τέσσερις προτεραιότητες μέσα σε αυτές και η πολιτιστική κληρονομιά (Κόνσολα, 2006). Σε αυτό το διάστημα υλοποιούνται πρότυπα σχέδια διαφύλαξης τα οποία στόχευαν στήριξη υποδειγματικών σχεδίων για την αποκατάσταση και ανάδειξη ιστορικών μνημείων και γενικότερα της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, στην ενίσχυση τεχνικής φύσης εργασιών αποκατάστασης κτιρίων αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, καθώς και στην ευαισθητοποίηση σε ζητήματα αρχιτεκτονικής κληρονομιάς των τοπικών αρχών και φορέων και των πολιτών. Σε αυτό το πρόγραμμα εντάχθηκαν 14 ελληνικές πόλεις (Γοσπονδίνη, Μπεριάτος και Ράσκου, 2007). Οι παραπάνω δράσεις της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των οργάνων της για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς και συγκεκριμένα της αρχιτεκτονικής συστηματοποιούνται την τρίτη περίοδο με τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση ή αλλιώς Συνθήκη του Μάαστριχ, το 1992 (Κόνσολα, 2006). Στο άρθρο 128, σήμερα μετά τη Συνθήκη για τη Λειτουργία της ΕΕ (Συνθήκη της Λισαβόνας) 167, διαπιστώνεται η πρόθεση της ΕΕ να «συμβάλλει στην ανάπτυξη των πολιτισμών των κρατών μελών» και να προβάλλει την κοινή πολιτιστική κληρονομιά με σεβασμό προς τις εθνικές και περιφερειακές ιδιαιτερότητες των εθνών της (Σκουρής και 22
25 Τροβά, 2003). Με το άρθρο αυτό η ΕΕ ενθαρρύνει τη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και υποστηρίζει δράσεις που αποσκοπούν στη διάδοση του πολιτισμού και στην διατήρηση και προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς (Σκουρής και Τροβά, 2003). Μετά τη Συνθήκη του Μάαστριχ, ενισχύθηκε το θεσμικό και οικονομικό πλαίσιο που επιτρέπει στην ΕΕ να υποστηρίξει πρωτοβουλίες και προγράμματα για την πολιτιστική κληρονομιά(γοσπονδίνη, Μπεριάτος και Ράσκου, 2007). Ως εκ τούτου, οι δράσεις και τα προγράμματα για την προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς αυξήθηκαν λόγω της αύξησης της χρηματοδότησης (Γοσπονδίνη, Μπεριάτος και Ράσκου, 2007). Υπεύθυνη για το συντονισμό και τη διαχείριση των προγραμμάτων είναι η Γενική Διεύθυνση Εκπαίδευσης και Πολιτισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Τα προγράμματα που υιοθετήθηκαν αυτή τη περίοδο ήταν το «Ραφαήλ» (RAPHAEL) με στόχο να συμπληρώσει και να υποστηρίξει τις δράσεις των κρατών μελών στην προσπάθεια για την ανάδειξη της πολιτιστικής κληρονομιάς με ευρωπαϊκή διάσταση μέσα από δίκτυα συνεργασίας για την ανταλλαγή πληροφοριών, εμπειριών και τεχνογνωσίας και το πρόγραμμα «Πολιτισμός 2000» (Culture 2000), το οποίο αντικατέστησε το Ραφαήλ (European Commission, 2012). Το πρόγραμμα «Πολιτισμός 2000» κατατέθηκε το 2000 με προϋπολογισμό 167 εκατ. ευρώ για την περίοδο και είχε ως στόχο τη δημιουργία ενός κοινού πολιτιστικού χώρου για όλους τους λαούς της Ευρώπης μέσα από την προώθηση του πολιτιστικού διαλόγου, της δημιουργικότητας, τη διασυνοριακή διάδοση του πολιτισμού, την ανάδειξη της πολιτιστικής πολυμορφίας και την ανάπτυξη νέων μορφών πολιτιστικής έκφρασης (Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, 2000). Το πρόγραμμα συνεχίστηκε μέχρι και την προγραμματική περίοδο όπου ο προϋπολογισμός του έφτασε τα 400 εκατ. ευρώ (Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, 2000). Στα πλαίσια του προγράμματος «Πολιτισμός» απονέμονται τα βραβεία Europa Nostra, τα οποία ξεκίνησαν το 2007, για δραστηριότητες στους τομείς της πολιτιστικής κληρονομιάς, της αρχιτεκτονικής, της λογοτεχνίας και της μουσικής. Το βραβείο για τον τομέα της πολιτιστικής κληρονομιάς ( European Union Prize for Cultural Heritage) απονέμεται σε δραστηριότητες αποκατάστασης μνημείων, έρευνας, διατήρησης της κληρονομιάς και εκπαίδευσης, κατάρτισης και ευαισθητοποίησης στο τομέα της πολιτιστικής κληρονομιάς της Ευρώπης (European Commission, 2012) Περιφερειακή Πολιτική Η ανάγκη προώθησης μιας περιφερειακής πολιτικής για την Ευρωπαϊκή Κοινότητα αναγνωρίστηκε τη δεκαετία του 70 λόγω της διαφοροποίησης της οικονομικής ανάπτυξης των περιφερειών (Αγγελίδης, 2000). Η περιφερειακή πολιτική της Ευρωπαϊκής Κοινότητας ξεκίνησε το 1975 με τη δημιουργία του Ευρωπαϊκού Ταμείου Περιφερειακής Ανάπτυξης το οποίο είχε ως ρόλο να στηρίξει και να συμπληρώσει μέσω της συγχρηματοδότησης σχεδίων υποδομών και παραγωγικών επενδύσεων τις εθνικές περιφερειακές πολιτικές των κρατών μελών (Ανδρικοπούλου και Καυκαλάς, 2000). Στόχος της πολιτικής είναι η οικονομική και κοινωνική συνοχή μέσα από τον περιορισμό των περιφερειακών ανισοτήτων της ΕΕ 23
26 (Αγγελίδης, 2000). Ο στόχος αυτός επιτυγχάνεται με τη χρηματοδότηση από τα Διαρθρωτικά Ταμεία της ΕΕ των Κοινοτικών Πλαισίων Στήριξης, τα οποία αποτελούνται από ένα πλέγμα επιχειρησιακών προγραμμάτων που έχουν ως στόχο το σχεδιασμό και την υλοποίηση αναπτυξιακών έργων. Σύμφωνα με τους Γοσπονδίνη, Μπεριάτο και Ράσκου (2007) μεγάλο τμήμα των Διαρθρωτικών Ταμείων απορροφούνται μέσω των ΚΠΣ και κατ επέκταση των Επιχειρησιακών Προγραμμάτων για δράσεις και ενέργειες που έχουν ως στόχο τη διαφύλαξη της πολιτιστικής κληρονομιάς. Στην Ελλάδα, η εξέλιξη της χρηματοδότησης των Διαρθρωτικών Ταμείων για τη διαχείριση της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς μπορεί να διαχωριστεί σε τρείς περιόδους: , και (Γοσπονδίνη, Μπεριάτος και Ράσκου, 2007). Η πρώτη περίοδος ταυτίζεται με την χρηματοδότηση από την ΕΟΚ των πρώτων προγραμμάτων που ακολουθούν μια ολοκληρωμένη προσέγγιση, των Μεσογειακών Ολοκληρωμένων Προγραμμάτων ( ) και του Α ΚΠΣ (Ανδρικοπούλου και Καυκαλάς, 2000). Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου οι δράσεις για την πολιτιστική κληρονομιά ήταν ελάχιστες έως και ανύπαρκτες (Γοσπονδίνη, Μπεριάτος και Ράσκου, 2007). Την επόμενη περίοδο, που αποτελεί περίοδο εφαρμογής του Β ΚΠΣ, οι ενέργειες στο τομέα του πολιτισμού γίνονται μέσω των τομεακών Ε.Π. Τουρισμός και Πολιτισμός και Ε.Π. Περιβάλλον, ενώ και τα Περιφερειακά Επιχειρησιακά Προγράμματα χρηματοδότησαν αντίστοιχες ενέργειες. Την τρίτη περίοδο, το πρόγραμμα που αφορά στην πολιτιστική κληρονομιά είναι το Ε.Π. Πολιτισμός, ενώ δράσεις για την προστασία και ανάδειξη της εντοπίζονται στο Ε.Π. Περιβάλλον και στα ΠΕΠ. Σήμερα, διανύεται η τέταρτη προγραμματική περίοδος ( ), κατά τη διάρκεια της οποίας χρηματοδοτούνται πολλά έργα για τη διαχείριση της πολιτιστικής κληρονομιάς, μέσω των ΠΕΠ και των τομεακών Ε.Π. Ανταγωνιστικότητα-Επιχειρηματικότητα Αστική και Χωροταξική Πολιτική Τα θέματα της χωροταξίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο ξεκίνησαν μετά την θεσμοθέτηση της πολιτικής της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής με την Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη το 1986 (Ανδρικοπούλου, 2004). Για την πραγματοποίηση του στόχου αυτής της κοινοτικής πολιτικής συμμετέχουν τα χρηματοδοτικά όργανα της ΕΕ και κυρίως τα διαρθρωτικά ταμεία, τα οποία μεταρρυθμίστηκαν το 1988 με μια σειρά κανονισμών που καθορίζουν τον τρόπο λειτουργίας των ταμείων (Ανδρικοπούλου κ.α., 2007). Μετά τη μεταρρύθμιση, ξεκίνησε η πρώτη περίοδος των ΚΠΣ (Α ΚΠΣ) και των ΕΠ. Παράλληλα, σχεδιάζονται προγράμματα τα οποία αφορούν στις αστικές περιοχές και χρηματοδοτούνται από τα διαρθρωτικά ταμεία, ενώ γίνονται οι πρώτες ανεξάρτητες κινήσεις με πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη διερεύνηση των ζητημάτων της χωροταξίας (Ανδρικοπούλου, 2004). Η πρωτοβουλία αυτή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το ζήτημα της χωροταξίας στον ευρωπαϊκό χώρο οδήγησε στο «Σχέδιο Ανάπτυξης του Κοινοτικού Χώρου» (ΣΑΚΧ), το οποίο θέτει «ένα κοινό πλαίσιο αρχών, στόχων και επιλογών 24
27 πολιτικής για τη χωρική ανάπτυξη της Ευρώπης» (Ανδρικοπούλου, 2004). Μέσα στους μη δεσμευτικού χαρακτήρα στόχους που θέτει το ΣΑΚΧ προβλέπεται και η προστασία της φυσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς. Συγκεκριμένα, συμφώνα με το ΣΑΚΧ, η πολιτιστική κληρονομιά αποτελεί χωροταξικό ζήτημα ευρωπαϊκής διάστασης και δέχεται αυξανόμενες πιέσεις οι οποίες μπορούν να τη βλάψουν. Γι αυτό το λόγο προτείνεται η υιοθέτηση μιας ολοκληρωμένης και πολυτομεακής στρατηγικής για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς της Ευρώπης. Ακόμη, η διαχείριση της πολιτιστικής κληρονομιάς αποτελεί έναν από τους βασικούς στόχους πολιτικής και επιλογών για τον κοινοτικό χώρο υπό τον τίτλο «Σώφρον Διαχείριση και Ανάπτυξη της Φυσικής και Πολιτιστικής Κληρονομιάς» (ΕΕ, 1999). Στο στόχο αυτό περιλαμβάνονται επιλογές πολιτικής για τη συντήρηση και δημιουργική διαχείριση των πολιτιστικών τοπίων της Ευρώπης και της πολιτιστικής αστικής κληρονομιάς (ΕΕ, 1999). Η ΕΕ, με στόχο την υλοποίηση αυτής τη πολιτικής χρηματοδοτεί προγράμματα για την αναβάθμιση του αστικού περιβάλλοντος και της υπαίθρου, στα οποία περιλαμβάνονται και δράσεις για την αρχιτεκτονική κληρονομιά (Γοσπονδίνη, Μπεριάτος και Ράσκου, 2007). Οι δράσεις αυτές εντάσσονται κυρίως στις Κοινοτικές πρωτοβουλίες και τις Καινοτόμες Ενέργειες, οι οποίες συμπληρώνουν τα ΚΠΣ (Ανδρικοπούλου και Καυκαλάς, 2000). Οι κοινοτικές πρωτοβουλίες καλύπτουν το 9% των διαρθρωτικών πόρων και υποστηρίζουν ενέργειες που συμβάλλουν στην επίλυση προβλημάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο (Ανδρικοπούλου και Καυκαλάς, 2000). Οι πρωτοβουλίες που περιλαμβάνουν δράσεις για την αρχιτεκτονική κληρονομιά είναι η κοινοτική πρωτοβουλία URBAN ( και ), INTERREG ( , , , ), LEADER ( , , , ) (Γοσπονδίνη, Μπεριάτος και Ράσκου 2007). Όσον αφορά στις καινοτόμες ενέργειες, υλοποιούνται βάσει του άρθρου 10 του Κανονισμού ΕΤΠΑ που αφορά την περιφερειακή ανάπτυξη σε κοινοτικό επίπεδο και η χρηματοδότησή τους καλύπτει το 1% των πόρων του ΕΤΠΑ (Ανδρικοπούλου και Καυκαλάς, 2000). Οι καινοτόμες ενέργειες στα πλαίσια των οποίων χρηματοδοτήθηκαν δράσεις για την προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς πρόκειται για τα URΒAN PILOT PROJECTS ( και ), Innovative actions στο πολιτιστικό τομέα ( ) και το πρόγραμμα ARCHIMED ( ) (Γοσπονδίνη, Μπεριάτος και Ράσκου, 2007). 25
28 3. Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΩΝ ΟΙΚΙΣΜΩΝ ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ 3.1. Η συνταγματική προστασία των παραδοσιακών οικισμών (1975/86/01/08) Το Σύνταγμα που ισχύει στην Ελλάδα είναι το Σύνταγμα του 1975, όπως αυτό αναθεωρήθηκε το 1986, το 2001 και το Η προστασία και η ανάδειξη της πολιτιστικής κληρονομιάς αποτέλεσαν αντικείμενο και σκοπό συνταγματικών διατάξεων πρώτη φορά το 1975 με τη θέσπιση του Συντάγματος της Ελλάδος. Το άρθρο το οποίο αναφέρεται στη πολιτιστική κληρονομιά και ειδικότερα στους παραδοσιακούς οικισμούς είναι το Άρθρο 24. Σύμφωνα με τις παρ. 1, 2 και 6 του Συντάγματος μετά της τελευταίας αναθεώρησης (2008) : «1. Η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του Κράτους και δικαίωμα του καθενός. Για τη διαφύλαξή του το Κράτος έχει υποχρέωση να παίρνει ιδιαίτερα προληπτικά ή κατασταλτικά μέτρα στο πλαίσιο της αρχής της αειφορίας 2. Η χωροταξική αναδιάρθρωση της Χώρας, η διαμόρφωση, η ανάπτυξη, η πολεοδόμηση και η επέκταση των πόλεων και των οικιστικών γενικά περιοχών υπάγεται στη ρυθμιστική αρμοδιότητα και τον έλεγχο του Κράτους με σκοπό να εξυπηρετείται η λειτουργικότητα και η ανάπτυξη των οικισμών και να εξασφαλίζονται οι καλύτεροι δυνατοί όροι διαβίωσης 6. Τα μνημεία, οι παραδοσιακές περιοχές και τα παραδοσιακά στοιχεία προστατεύονται από το Κράτος. Νόμος θα ορίσει τα αναγκαία για την πραγματοποίηση της προστασίας αυτής περιοριστικά μέτρα της ιδιοκτησίας, καθώς και τον τρόπο και το είδος της αποζημίωσης των ιδιοκτητών.» Η διάκριση του περιβάλλοντος σε διάφορες μορφές όπως φυσικό περιβάλλον ή πολιτιστική κληρονομιά οδηγεί στη γενική ή αυξημένη κρατική προστασία τους. Η παρ. 1 του άρθρου 24 παρέχει γενική συνταγματική και ενιαία προστασία στο φυσικό και πολιτιστικό περιβάλλον, όπου στο δεύτερο υπάγεται η πολιτιστική κληρονομιά (Χριστοφιλόπουλος, 2005). Συνεπώς, από το άρθρο 1 απορρέει η γενική συνταγματική προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς. Αξίζει να σημειωθεί ότι, πριν την αναθεώρηση του 2001 η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος, όπως ορίζεται στην παρ. 1, τελούσε υπό την προστασία του κράτους, ενώ μετά από αυτήν και μέχρι σήμερα με την συνταγματική κατοχύρωση του περιβάλλοντος ως ατομικού δικαιώματος, η προστασία του και κατ επέκταση των παραδοσιακών οικισμών αποτελεί και δικαίωμα κάθε πολίτη (Παπαπετρόπουλος, 2004). Στη παρ. 2 του άρθρου 24 απευθύνονται επιταγές στη Διοίκηση για τη ρύθμιση της χωροταξικής και πολεοδομικής ανάπτυξης της Χώρας βάσει ενός ορθολογικού σχεδιασμού (Χριστοφιλόπουλος, 2005). Το πολιτιστικό περιβάλλον και ειδικότερα η πολιτιστική κληρονομιά συνδέονται άμεσα με τον χώρο και λαμβάνονται υπόψη από τον χωροταξικό και πολεοδομικό σχεδιασμό. Σύμφωνα με 26
29 το Χριστοφιλόπουλο (2005), υπάρχει μια αμφίδρομη σχέση μεταξύ πολιτιστικής κληρονομιάς και σχεδιασμού, αφού η πολιτιστική κληρονομιά αποτελεί αντικείμενο του σχεδιασμού και ο σχεδιασμός πρέπει να έχει στόχο την προστασίας της. Με την παρ. 6 του άρθρου 24 του Συντάγματος παρέχεται αυξημένη προστασία των στοιχείων της πολιτιστικής κληρονομιάς. Σύμφωνα με το Χριστοφιλόπουλο (2005), με τη διάταξη αυτή επιδιώκεται η ιδιαίτερη κρατική μέριμνα για το πολιτιστικό και ανθρωπογενές περιβάλλον που περιλαμβάνει μνημεία και παραδοσιακά στοιχεία. Το Κράτος έχει την υποχρέωση να παρέμβει στη πολιτιστική κληρονομιά, να διατηρήσει τη φυσιογνωμία των παραδοσιακών περιοχών και τις ιδιομορφίες τους. Για την διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς η διάταξη προβλέπει και τη λήψη μέτρων ή τη θέσπιση ρυθμίσεων όσον αφορά την ιδιοκτησία. Επιπλέον, με τη συνταγματική κατοχύρωση της αρχής της αειφορίας η οποία θεμελιώνεται στο άρθρο 24, μετά την αναθεώρηση του 2001, η προστασία συνίσταται στη διατήρηση των αγαθών του πολιτιστικού και φυσικού περιβάλλοντος αναλλοίωτων στο διηνεκές, ώστε να διατηρηθεί η πολιτιστική κληρονομιά της Χώρας και για τις μελλοντικές γενεές. Το Συμβούλιο της Επικρατείας εξειδικεύοντας τις διατάξεις των παρ. 1, 2 και 6 του άρθρου 24, έχει διαμορφώσει πλούσια νομολογία για την προστασία των παραδοσιακών οικισμών, των παραδοσιακών τμημάτων πόλεων και των διατηρητέων κτιρίων, γεγονός που καθιστά τα παραπάνω σημαντικότερα στοιχεία της συνταγματικά προστατευόμενης πολιτιστικής κληρονομιάς της χώρας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα που το αποδεικνύει, είναι η αδυναμία από νομικής άποψης της Διοίκησης να αποχαρακτηρίσει έναν παραδοσιακό οικισμό, παρά μόνον όταν ο σχετικός χαρακτηρισμός είχε γίνει χωρίς να συντρέχουν οι προϋποθέσεις του νόμου (Παπακωνσταντίνου 2004) Προεδρικό Διάταγμα 594/1978, «Περί χαρακτηρισμού ως παραδοσιακών οικισμών..» Ο χαρακτηρισμός των πρώτων παραδοσιακών οικισμών στην Ελλάδα έγινε με το προεδρικό διάταγμα της 13 ης Νοεμβρίου 1978 (ΦΕΚ 594/1978 Α ) «Περί χαρακτηρισμού ως παραδοσιακών οικισμών τινών του Κράτους και καθορισμού των όρων και περιορισμών δομήσεως των οικοπέδων αυτών». Σύμφωνα με το άρθρο 1 του π.δ/τος 594/ οικισμοί της Χώρας υπάγονται στο καθεστώς προστασίας των παραδοσιακών οικισμών. Στο άρθρο 2 του διατάγματος εξειδικεύονται οι περιορισμοί και οι όροι δόμησης που θα ισχύουν στους οικισμούς. Η οριοθέτηση του οικισμού διαχωρίζεται σε κεντρικό και υπόλοιπο τμήμα, στο καθένα από τα οποία οι όροι δόμησης είναι διαφορετικοί. Στο κεντρικό τμήμα του οικισμού τα οικόπεδα θεωρούνται άρτια και οικοδομήσιμα εφ όσον έχουν ελάχιστο πρόσωπο 12 μέτρα, ελάχιστο βάθος 18 μέτρα και ελάχιστο εμβαδόν 300 τετραγωνικά μέτρα, ενώ ορίζονται και οι σχετικές παρεκκλίσεις. Αντίστοιχα, στο υπόλοιπο τμήμα του οικισμού η αρτιότητα και η οικοδομησιμότητα των οικοπέδων εξασφαλίζονται εφόσον έχουν ελάχιστο πρόσωπο 27
30 25 μέτρα, ελάχιστο βάθος 40 μέτρα και ελάχιστο εμβαδόν 2000 τετραγωνικά μέτρα συνοδευόμενες και από σχετικές παρεκκλίσεις. Το σύστημα δομήσεως που ορίζεται είναι των πτερύγων, ενώ το μέγιστο ποσοστό κάλυψης είναι 80% και 50% για το κεντρικό και το υπόλοιπο τμήμα, αντίστοιχα. Ο συντελεστής δόμησης ορίζεται για το κεντρικό τμήμα του οικισμού σε 0,80 εκατοστά και για το υπόλοιπο σε 0,50. Στα υπόλοιπα άρθρα του διατάγματος καθορίζονται οι διατάξεις και τα μορφολογικά στοιχεία των κτιρίων, οι επιτρεπόμενες χρήσεις, παρεκκλίσεις, ειδικές και γενικές διατάξεις οι οποίες βρίσκουν εφαρμογή στους παραδοσιακούς οικισμούς που έχουν χαρακτηριστεί από το άρθρο 1 του π.δ.. Επισημαίνεται ότι οποιεσδήποτε ειδικές διατάξεις χαρακτηρισμού οικισμού ως παραδοσιακού και επιβολής ειδικών όρων και περιορισμών δόμησης για την προστασία του παραδοσιακού του χαρακτήρα, κατισχύουν του π.δ. 594/ Η προστασία των παραδοσιακών οικισμών μέσα από το θεσμικό πλαίσιο του πολεοδομικού σχεδιασμού Προεδρικό Διάταγμα 181/1985 Το προεδρικό διάταγμα της 3 ης Μαΐου 1985 «Τρόπος καθορισμού ορίων οικισμών της χώρας μέχρι 2000 κατοίκους, κατηγορίες αυτών και καθορισμός όρων και περιορισμών δόμησης τους» αναφέρεται στους οικισμούς της χώρας οι οποίοι έχουν πληθυσμό μέχρι δυο χιλιάδες κατοίκους. Το διάταγμα αυτό κατάργησε μερικές διατάξεις που όριζαν όρους και περιορισμούς δόμησης του π. δ/τος του 1978 και τις αντικατέστησε με νέες. Συγκεκριμένα, στου οικισμούς που χαρακτηρίστηκαν ως παραδοσιακοί με το π.δ. του 1978 εφαρμόζονται οι διατάξεις των παρ. 2 και 3 του άρθρου 5 του π.δ. 181/1985, οι οποίες αλλάζουν το μέγιστο ποσοστό κάλυψης των γηπέδων από 80% σε 60% και ορίζουν ως σύστημα δόμησης το των πτερύγων (ΦΕΚ 210/1985 Α ). Με την αναθεώρηση του διατάγματος από το π.δ. 293/1989, τροποποιήθηκε το άρθρο 5 εκ νέου, μεταβάλλοντας τον συντελεστή δόμησης των παραδοσιακών οικισμών από 0,80 για το κεντρικό τμήμα του οικισμού και 0,50 για το υπόλοιπο, σε 1 για τα πρώτα 100 τ.μ. επιφάνειας οικοπέδου και για κάθε υπόλοιπα 100 τ.μ. σε 0,8, 0,6 και 0,4 (ΦΕΚ 293/1989 Δ ) Νομοθετικό Διάταγμα 8/1973 περί «Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού» Το νομοθετικό διάταγμα της 9 Ιουνίου του 1973 (ΦΕΚ 40/ Α ) περί «Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού» εισάγει για πρώτη φορά στην ελληνική νομοθεσία, σε πρώιμο στάδιο, την έννοια της προστασίας των παραδοσιακών οικισμών με το άρθρο 79 (Παπαπετρόπουλος, 2004). Αυτή η νέα πρόβλεψη σε επίπεδο νόμου για οικισμούς με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά εκφράζεται κυρίως στην παρ. 6 του άρθρου 79: 28
31 «Διά Π. Διαταγμάτων εκδιδομένων προτάσει του Υπουργού Δημοσίων Έργων κατόπιν αιτιολογημένης εκθέσεως της κατά περίπτωσιν αρμόδιας Υπηρεσίας δύνανται να χαρακτηρίζονται οικισμοί ή τμήματα αυτών ή κτίρια ως διατηρητέα λόγω του ιδιαίτερου ιστορικού, λαογραφικού, πολεοδομικού, αισθητικού ή και αρχιτεκτονικού χαρακτήρος αυτών.» Στο ίδιο άρθρο υπαγορεύονται διατάξεις που έχουν ως στόχο τη διαφύλαξη της αισθητικής και τη διατήρηση κτιρίων ή οικισμών που παρουσιάζουν ιδιαίτερο χαρακτήρα. Η παρ. 6 του άρθρου 79 του ν.δ. 8/1973 αντικαταστάθηκε αργότερα, υπό την ισχύ της Συνταγματικής διατάξεως του άρθρου 24, με την παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 662/1977 (ΦΕΚ 171 Α ) σύμφωνα με την οποία προβλέπεται ότι και με το προεδρικό διάταγμα χαρακτηρισμού ενός οικισμού μπορούν να θεσπίζονται όροι και περιορισμοί δόμησης, και προς επίτευξη του συνταγματικού σκοπού της προστασίας των παραδοσιακών οικισμών οι όροι και περιορισμοί αυτοί μπορεί να είναι διάφοροι εκείνων που ορίζει ο ΓΟΚ. Αντίθετα, με την παρ. 6 του άρθρου 79 του ν.δ. 8/1973, μετά την έκδοση του π.δ/τος χαρακτηρισμού ενός οικισμού ως παραδοσιακού, έπρεπε να θεσπισθούν με άλλη πράξη διατάξεις ειδικότερες για τη σύνταξη οριστικής πολεοδομικής μελέτης και ειδικών κανονισμών δόμησης «Γενικός Οικοδομικός Κανονισμός», ν.1577/85, 2831/2000 και 4067/2012 Βασικό εργαλείο ρύθμισης της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς σε πολεοδομικό επίπεδο αποτελεί ο ν. 1577/1985 περί «Γενικού Οικοδομικού κανονισμού» (ΦΕΚ 210/ Α ), ο οποίος τροποποιήθηκε από το ν. 2831/2000 και προσφάτως αναθεωρήθηκε από το Νέο Οικοδομικό Κανονισμό (ν. 4067/2012). Τα νομοθετικά αυτά διατάγματα περιέχουν ρυθμίσεις οι οποίες καθορίζουν τους γενικούς όρους και τις δυνατότητες προστασίας της αρχιτεκτονικής και της φυσικής κληρονομιάς. Ο ΓΟΚ του 1985 ήταν το νομοθετικό διάταγμα που θέσπισε διατάξεις για την προστασία των παραδοσιακών οικισμών και των διατηρητέων κτιρίων κυρίως με το άρθρο 4, το οποίο είχε τίτλο «Παραδοσιακοί οικισμοί και διατηρητέα κτίρια. Προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος.». Με το άρθρο 4 καθορίζεται η διαδικασία χαρακτηρισμού των παραδοσιακών οικισμών και των διατηρητέων κτιρίων, βασικός στόχος του οποίου είναι η προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και η διατήρηση και ανάδειξη του ιδιαίτερου πολεοδομικού, αισθητικού, ιστορικού, λαογραφικού και αρχιτεκτονικού χαρακτήρα τους(φεκ 210/ Α ). Η διαδικασία και οι λόγοι του χαρακτηρισμού των οικισμών ως παραδοσιακών παραμένουν ίδιοι και μετά τις τροποποιήσεις του ΓΟΚ του 1985, παρόλα αυτά ο νόμος εμπλουτίστηκε με νέες ρυθμίσεις που του έδωσαν νέα διάσταση. Η τροποποίηση του ν. 1557/1985 με το άρθρο 3 του ΓΟΚ του 2000 διεύρυνε την έννοια της προστασίας των παραδοσιακών οικισμών και των διατηρητέων κτιρίων, αφού, πλέον, δε περιορίζεται στα όρια των παραδοσιακών οικισμών ή των 29
32 ακινήτων, αλλά εκτείνεται και σε χώρους ιδιαίτερου κάλλους και φυσικούς σχηματισμούς «που συνοδεύουν ή περιβάλλουν ακίνητα και στοιχεία αρχιτεκτονικής κληρονομιάς ως χώροι, τόποι ή ζώνες προστασίας των παραδοσιακών συνόλων» και στοιχεία του ανθρωπογενούς περιβάλλοντος (ΦΕΚ 140/ Α ). Επίσης, στα πλαίσια αυτής της διεύρυνσης, πέρα από το χαρακτηρισμό κτιρίων ως διατηρητέων, εισάγει μια νέα πρόβλεψη για την προστασία και ανάδειξή τους σύμφωνα με την οποία «μπορεί να χαρακτηρίζεται ως διατηρητέα η χρήση ακινήτου με ή χωρίς κτίσματα εντός ή εκτός οικισμών» (ΦΕΚ 140/ Α ). Ακόμη, ο ΓΟΚ του 2000 ρυθμίζει με μια νέα διάταξη, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου, την κατηγοριοποίηση των διατηρητέων κτιρίων, ειδικότερους όρους και περιορισμούς δόμησης και μεταβατικές διατάξεις «ως προς το καθεστώς των ήδη χαρακτηρισμένων κτιρίων ως διατηρητέων, σε σχέση με την κατάταξη σε κατηγορίες και τις δυνατότητες επέμβασης επί αυτών», γεγονός που δείχνει την προσπάθεια ουσιαστικότερης προστασίας της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς. Ο ΝΟΚ, ο οποίος θεσμοθετήθηκε με το ν της 9 Απριλίου 2012 (ΦΕΚ 79/ Α ) και αποτελεί αναθεώρηση του ΓΟΚ του 2000, δίνει νέα μορφή στην προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς, η οποία ρυθμίζεται υπό το πρίσμα της εναρμόνισης με τις ανάγκες της εποχής και τους νέους τρόπους σχεδιασμού και κατασκευής που λαμβάνουν υπόψη τους περιβαλλοντικά κριτήρια, και της αναβάθμισης της ποιότητας της καθημερινής ζωής (ΦΕΚ 79/ Α ). Το άρθρο που αφορά στους παραδοσιακούς οικισμούς είναι το άρθρο 6 με τίτλο «Προστασία Αρχιτεκτονικής και Φυσικής Κληρονομιάς». Σε αντίθεση με τους προηγούμενους ΓΟΚ παρατηρείται ότι στο ν. 4067/2012 η νομοθεσία για τους παραδοσιακούς οικισμούς περιγράφεται κάτω από τον γενικό τίτλο της αρχιτεκτονικής και φυσικής κληρονομιάς, όπως ορίζεται από τη Σύμβαση για την προστασία της Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς της Ευρώπης (ν. 2039/1992) και της Σύμβασης της UNESCO για την προστασία της παγκόσμιας πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς (ν. 1126/ 1981). Το γεγονός αυτό φανερώνει ότι το άρθρο του νόμου είναι δομημένο με βάση τις αρχές των ευρωπαϊκών συμβάσεων και επιδιώκει την ολοκληρωμένη προστασία της αρχιτεκτονικής και φυσικής κληρονομιάς. Στην παρ.2 του άρθρου, όπου προβλέπεται ο χαρακτηρισμός των παραδοσιακών οικισμών, έχει προστεθεί μια επιπλέον παράγραφος σε σχέση με το ΓΟΚ του 2000, σύμφωνα με την οποία, για την ανάδειξη και προστασία των παραδοσιακών οικισμών, επιτρέπεται η τροποποίηση ή η αναθεώρηση του ισχύοντος ρυμοτομικού σχεδίου ακόμη κι αν οδηγήσει σε μείωση της επιφάνειας κοινόχρηστων χώρων του οικισμού. Ακόμη, ρυθμίζεται η θέσπιση ειδικών όρων και περιορισμών δόμησης μετά από μελέτες αστικού σχεδιασμού ή τοπίου. Στη συνέχεια, με την παρ. 3 ρυθμίζεται ο χαρακτηρισμός κτιρίων ως διατηρητέων και προβλέπεται ο καθορισμός ειδικών όρων δόμησης για επεμβάσεις ή προσθήκες σε διατηρητέα. Η παρ. 4 του άρθρου 6, δεν αποτελεί νέα ρύθμιση του νόμου, αφού πρόκειται για το άρθρο 3 του ΓΟΚ 2000, το οποίο αναφέρεται παραπάνω. Με το άρθρο 5 γίνεται καθορισμός των διαδικασιών στις οποίες πρέπει να υποβληθεί όμορο κτίριο διατηρητέου ακινήτου με σκοπό την προστασία και ανάδειξή του, ενώ στην 6 30
33 καθορίζεται η διαδικασία ανακατασκευής ακινήτων και στοιχείων της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς. Στη συνέχεια, με την παρ. 7 περιγράφεται η διαδικασία αναστολής οικοδομικών εργασιών, για ένα έτος με δυνατότητα παράτασης δεύτερου, σε περιοχές εκτός οικισμών ή σε μεμονωμένα ακίνητα εντός ή εκτός οικισμών «με σκοπό τη σύνταξη πολεοδομικής μελέτης ή και ειδικού κανονισμού δόμησης για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς». Οι παρ. 8 και 9 ρυθμίζουν τη διαδικασία κατεδάφισης, επισκευής ή προσθήκης σε διατηρητέα κατασκευή. Η παρ. 10 προβλέπει τη δυνατή παρέκκλιση στο ποσοστό κάλυψης των διατηρητέων κτισμάτων για προσθήκη ηλεκτρομηχανολογικού εξοπλισμού και η παρ. 11 ρυθμίζει τη διαδικασία για κηρυγμένα διατηρητέα κτίρια ή κτήρια που είναι αξιόλογου αρχιτεκτονικού ενδιαφέροντος και έχουν ανεγερθεί προ της έναρξης ισχύος του Κανονισμού Θερμομόνωσης Νόμος 2508/1997 «Βιώσιμη οικιστική ανάπτυξη των πόλεων και οικισμών της χώρας» Ο ν. 2508/1997 «Βιώσιμη οικιστική ανάπτυξη των πόλεων και οικισμών της χώρας» (ΦΕΚ 124/ Α ) πραγματοποιεί τη σύνδεση του σχεδιασμού σε πολεοδομικό επίπεδο με την πολιτιστική κληρονομιά (Χριστοφιλόπουλος, 2005). Έχει ως σκοπό τον «καθορισμό των κατευθυντήριων αρχών, όρων, διαδικασιών και μορφών πολεοδομικού σχεδιασμού για τη βιώσιμη οικιστική ανάπτυξη των ευρύτερων περιοχών των πόλεων και οικισμών της χώρας». Οι αρχές αυτές που καθορίζονται από το νόμο στοχεύουν στην ανάδειξη και οργάνωση στο μη αστικό χώρο των «ανοικτών πόλεων», στη διασφάλιση της οικιστικής οργάνωσης των πόλεων και οικισμών, στην αναβάθμιση του περιβάλλοντος και ιδίως των υποβαθμισμένων περιοχών και στην προστασία, ανάδειξη και περιβαλλοντική αναβάθμιση των κέντρων πόλεων, των πολιτιστικών πόλων και των παραδοσιακών πυρήνων των οικισμών, των χώρων πρασίνου και λοιπών στοιχείων φυσικού, αρχαιολογικού, ιστορικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος των πόλεων, των οικισμών και του περιαστικού χώρου (άρθρο 1, ΦΕΚ 124/ Α ). Η πολιτιστική κληρονομιά, σύμφωνα με το παραπάνω άρθρο, γίνεται μέρος του σχεδιασμού και περιεχόμενο στα δυο επίπεδα του, στο πρώτο που περιλαμβάνει το ρυθμιστικό σχέδιο, το γενικό πολεοδομικό σχέδιο (ΓΠΣ) και το σχέδιο χωρικής και οικιστικής οργάνωσης ανοιχτής πόλης (ΣΧΟΟΑΠ) και στο δεύτερο που περιλαμβάνει την πολεοδομική μελέτη Η προστασία της πολιτιστικής κληρονομίας μέσα από τα νομοθετικά κείμενα του χωροταξικού σχεδιασμού: Ν. 2742/1999 Ο νόμος της 7 ης Οκτωβρίου του 1999 «Χωροταξικός σχεδιασμός και αειφόρος ανάπτυξη και άλλες διατάξεις» ρυθμίζει το ζήτημα του χωροταξικού σχεδιασμού στην Ελλάδα. Σκοπός του ν. 2742/1999 είναι «η θέσπιση θεμελιωδών αρχών και η θεσμοθέτηση σύγχρονων οργάνων, διαδικασιών και μέσων άσκησης χωροταξικού 31
34 σχεδιασμού» για την προώθηση της αειφόρου ανάπτυξης, τη κατοχύρωση της «παραγωγικής και κοινωνικής συνοχής» και τη διασφάλιση της προστασίας του περιβάλλοντος (άρθρο 1, ΦΕΚ 207/ Α ). Σύμφωνα με τους στόχους του παραπάνω νόμου, ο χωροταξικός σχεδιασμός πρέπει να συμβάλλει στην «προστασία και αποκατάσταση του περιβάλλοντος» και «στη διατήρηση των οικολογικών και πολιτισμικών αποθεμάτων» (άρθρο 2, ΦΕΚ 207/ Α ), ενώ η κατάρτιση των χωροταξικών πλαισίων και σχεδίων που θεσπίζονται από το νόμο θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη κάποιες αρχές όπως τη πολιτισμική αναζωογόνηση των μητροπολιτικών κέντρων, την προστασία των φυσικών και πολιτιστικών πόρων και τη «συστηματική προστασία, αποκατάσταση, διατήρηση και ανάδειξη των περιοχών, οικισμών, τοπίων, που διαθέτουν στοιχεία φυσικής, πολιτιστικής και αρχιτεκτονικής κληρονομιάς» (άρθρο 2, ΦΕΚ 207/ Α ). Έτσι, η προστασία των παραδοσιακών οικισμών υπό το πρίσμα της αρχής της αειφορίας καλύπτεται από τις ρυθμίσεις του χωροταξικού σχεδιασμού και πρέπει να λαμβάνεται υπόψη κατά την εκπόνηση τόσο του «Γενικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης» όσο και των «Περιφερειακών» και των «Ειδικών Πλαισίων» που προβλέπει ο ν. 2742/ Η προστασία των παραδοσιακών οικισμών μέσα από τα νομοθετικά κείμενα της περιβαλλοντικής προστασίας: Ν. 1650/1986 Η προστασία του περιβάλλοντος στην ελληνική νομοθεσία θεσμοθετείται από το ν. 1650/1986 «Για την προστασία του περιβάλλοντος», όπως τροποποιήθηκε με το ν. 3937/2011 «Διατήρηση της βιοποικιλότητας και άλλες διατάξεις». Οι αναφορές της προστασίας της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς και κατ επέκταση των παραδοσιακών οικισμών σε αυτά τα νομοθετικά κείμενα είναι έμμεσες. Στο νόμο 1650 της 16 Οκτωβρίου 1986 (ΦΕΚ 160/ Α ) η προστασία των παραδοσιακών οικισμών μπορεί να εντοπιστεί στο άρθρο 19. Σύμφωνα με τον Παπαπετρόπουλο (2003), το άρθρο αυτό αναφέρεται έμμεσα στους παραδοσιακούς οικισμούς, όπου καταγράφονται τα κριτήρια χαρακτηρισμού και οι αρχές της προστασίας του νόμου. Συγκεκριμένα, στην παρ. 5 του άρθρου 19 ως περιοχές οικοανάπτυξης ορίζονται «εκτεταμένες περιοχές που μπορούν να περιλαμβάνουν χωριά ή οικισμούς, εφόσον παρουσιάζουν ιδιαίτερη αξία και ενδιαφέρον λόγω της ποιότητας των φυσικών και πολιτιστικών τους χαρακτηριστικών..». Από αυτόν το χαρακτηρισμό, γίνεται κατανοητό ότι οι περιοχές οικοανάπτυξης μπορούν να περιλαμβάνουν παραδοσιακούς οικισμούς. Επίσης, αξίζει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με το άρθρο αυτό, επιδιώκεται «η ενίσχυση των παραδοσιακών ασχολιών και δραστηριοτήτων», να «ασκούνται μικρής κλίμακας παραγωγικές δραστηριότητες, οι οποίες προσαρμόζονται στο φυσικό περιβάλλον και στην τοπική αρχιτεκτονική» και «η ανάπτυξη του αγροτουρισμού», στοιχεία που μπορούν να συναντώνται σε ένα παραδοσιακό οικισμό και να στοχεύουν στην ανάδειξη της αρχιτεκτονικής του κληρονομιάς διασφαλίζοντας, παράλληλα, την προστασία του. 32
35 Μετά την τροποποίηση του άρθρου 19 από το ν. 3937/2011, η οριοθέτηση περιοχών ως «Περιοχές Οικοανάπτυξης» καταργείται και η προστασία των παραδοσιακών οικισμών μπορεί να εντοπιστεί στο άρθρο 5 του νέου νόμου ως μέρος ενός τοπίου με ιδιαίτερη αισθητική η πολιτισμική αξία. Σύμφωνα με το άρθρο αυτό: «Ως προστατευόμενα τοπία (Protected landscapes / seascapes) χαρακτηρίζονται περιοχές μεγάλης οικολογικής, γεωλογικής, αισθητικής ή πολιτισμικής αξίας και εκτάσεις που είναι ιδιαίτερα πρόσφορες για αναψυχή του κοινού ή συμβάλλουν στην προστασία φυσικών πόρων λόγω των ιδιαίτερων φυσικών ή ανθρωπογενών χαρακτηριστικών τους. Στα προστατευόμενα τοπία μπορεί να δίνονται με βάση τα κύρια χαρακτηριστικά τους, ειδικότερες ονομασίες, όπως αισθητικό δάσος, γεωπάρκο, τοπίο άγριας φύσης, τοπίο αγροτικό, αστικό. Ως προστατευόμενα στοιχεία του τοπίου χαρακτηρίζονται τμήματα ή συστατικά στοιχεία του τοπίου που έχουν ιδιαίτερη οικολογική, αισθητική ή πολιτισμική αξία ή συμβάλλουν στην προστασία φυσικών πόρων λόγω των ιδιαίτερων φυσικών ή ανθρωπογενών χαρακτηριστικών τους, όπως αλσύλλια, παραδοσιακές καλλιέργειες, αγροικίες, μονοπάτια, πέτρινοι φράχτες, ξερολιθιές και αναβαθμίδες, κρήνες.» Λαμβάνοντας υπόψη το παραπάνω άρθρο, εντοπίζεται μια στενή σχέση μεταξύ των παραδοσιακών οικισμών και των προστατευόμενων τοπίων. Εάν η έννοια των παραδοσιακών οικισμών στο άρθρο 19 μπορεί να ενταχθεί στις περιοχές «πολιτισμικής αξίας», στο αστικό προστατευόμενο τοπίο και τα στοιχεία τους στα «προστατευόμενα στοιχεία» με την ιδιαίτερη «πολιτισμική αξία», τότε οι παραδοσιακοί οικισμοί και τα στοιχεία του περιβάλλοντος τους θα μπορούσαν να υπάγονται στα προστατευόμενα τοπία Η προστασία των παραδοσιακών οικισμών μέσα από το νόμο για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς: Ν. 3028/2002 Ο νόμος 3028 της 28 Ιουνίου 2002 ( ΦΕΚ 153/ Α ) «Για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς» αποτελεί ένα συστηματοποιημένο νομοθέτημα εννοιών, επιστημονικών και εννοιολογικών αρχών σε ένα πλαίσιο που καθορίζεται από νέες αντιλήψεις, σύνθετες ανάγκες και μια σύγχρονη προσέγγιση της προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς (Σωτηροπούλου, 2003). Ο νόμος αυτός σχεδιάστηκε με στόχους την προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στις ρυθμίσεις διεθνών συμβάσεων που έχουν κυρωθεί από την Ελλάδα, του κοινοτικού δικαίου και την εναρμόνιση του με τις κατευθυντήριες αρχές που απορρέουν από διεθνή κείμενα όπως συστάσεις, διακηρύξεις, κώδικες δεοντολογίας και αποτυπώνουν τις σύγχρονες αντιλήψεις στα θέματα που αφορούν την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς (Βουδούρη, 2003). Αντικείμενο του νόμου σύμφωνα με το άρθρο 1 είναι η προστασία της ελληνικής πολιτιστικής κληρονομιάς από αρχαιοτάτους χρόνους μέχρι σήμερα, στο σύνολο της ελληνικής επικράτειας, ακόμη κι αν τα πολιτιστικά αγαθά δεν βρίσκονται στην Ελλάδα, αλλά συνδέονται με αυτή. Ακόμη, στην έννοια της πολιτιστικής κληρονομιάς περιλαμβάνει και τα άυλα πολιτιστικά αγαθά ( ΦΕΚ 153/ Α ). 33
36 Οι παραδοσιακοί οικισμοί μπορούν να περιληφθούν στο άρθρο 2 του αρχαιολογικού νόμου ως πολιτιστικά αγαθά, δηλαδή «μαρτυρίες της ύπαρξης και συλλογικής δραστηριότητας του ανθρώπου» (Παπαπετρόπουλος, 2004). Επίσης, ένας οικισμός που έχει χαρακτηριστεί ως παραδοσιακός με το άρθρο 4 του ΓΟΚ, μπορεί να υπάγεται και στο καθεστώς τον ιστορικών τόπων. Σύμφωνα με το ν. 3028/2002, «ως ιστορικοί τόποι νοούνται είτε εκτάσεις στην ξηρά ή στη θάλασσα ή στις λίμνες ή στους ποταμούς που αποτέλεσαν ή που υπάρχουν ενδείξεις ότι αποτέλεσαν το χώρο εξαίρετων ιστορικών ή μυθικών γεγονότων, ή εκτάσεις που περιέχουν ή στις οποίες υπάρχουν ενδείξεις ότι περιέχονται μνημεία μεταγενέστερα του 1830, τα οποία συνιστούν χαρακτηριστικούς και ομοιογενείς χώρους, που είναι δυνατόν να οριοθετηθούν τοπογραφικά, και των οποίων επιβάλλεται η προστασία λόγω της λαογραφικής, εθνολογικής, κοινωνικής, τεχνικής αρχιτεκτονικής, βιομηχανικής ή εν γένει ιστορικής, καλλιτεχνικής ή επιστημονικής σημασίας τους.» Ο ν. 3028/2002 σύμφωνα με το άρθρο 2 ρυθμίζει την προστασία των πολιτιστικών αγαθών μεταγενέστερων του 1830 θέτοντας ως κριτήριο την ιστορική, καλλιτεχνική ή επιστημονική σημασία τους. Ταυτόχρονα το άρθρο 4 του ΓΟΚ ρυθμίζει την προστασία των πολιτιστικών αγαθών θέτοντας ως κριτήριο την ιστορική, πολεοδομική, αρχιτεκτονική, λαογραφική, κοινωνική και αισθητική φυσιογνωμία τους. Ως εκ τούτου, ένας οικισμός ή κτίριο μεταγενέστερο του 1830 μπορεί να υπαχθεί και στα δύο νομικά καθεστώτα. Αντίθετα, σε περίπτωση που το διατηρητέο κτίριο ή ο παραδοσιακός οικισμός χρονολογείται πριν το 1830 μπορεί να χαρακτηριστεί αποκλειστικά και μόνο από τον ν. 3028/2002 (Χριστοφιλόπουλος, 2005). Αξίζει να σημειωθεί ότι, λόγω της ευρύτητας της διατύπωσης του άρθρου 4 του ΓΟΚ του 1985 οι περισσότεροι χαρακτηρισμοί μέχρι σήμερα έχουν γίνει βάσει αυτού του νόμου κι όχι του αρχαιολογικού (Παπαπετρόπουλος, 2004) Η προστασία των παραδοσιακών οικισμών μέσα από το νόμο για την προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς: Ν. 2039/1992 «Κύρωση της σύμβασης της Γρανάδας» Η Σύμβαση για την Προστασία της Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς, ή αλλιώς Σύμβαση της Γρανάδας, υπογράφηκε από τα κράτη-μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης στη Γρανάδα το 1985 και κυρώθηκε από τη Βουλή των Ελλήνων με το ν. 2039/1992 (ΦΕΚ 61/ Α ). Αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του ελληνικού εσωτερικού δικαίου σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 28 του Συντάγματος. Η σύμβαση αυτή πρόκειται για τελικό προϊόν πρότερων ευρωπαϊκών συμβάσεων προστασίας της πολιτιστικής και αρχιτεκτονικής κληρονομιάς (Δεκλερής, 1996), όπως είναι η Ευρωπαϊκή Πολιτιστική Σύμβαση (Παρίσι 19 Δεκεμβρίου 1954), ο Ευρωπαϊκός Καταστατικός Χάρτης της Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς (Στρασβούργο 26 Σεπτεμβρίου 1975), η Απόφαση 28, καθώς και η Σύσταση 880 (1979) της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης. Στόχος της είναι η χάραξη μιας κοινής πολιτικής μεταξύ των κρατών-μελών για την προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, δίνοντας βασικές κατευθύνσεις που διέπονται από 34
37 τις αρχές της βιώσιμης ανάπτυξης, όπως άλλωστε απεικονίζεται στο προοίμιο της σύμβασης: «Υπενθυμίζοντας τη σημασία που έχει η μετάδοση ενός συνόλου πολιτιστικών αναφορών στις μελλοντικές γενιές, η βελτίωση του τρόπου ζωής στην πόλη και την ύπαιθρο και κατά συνέπεια η οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική ανάπτυξη των διαφόρων κρατών και περιοχών.» (ΦΕΚ 61/ Α ). Σύμφωνα με το Ζερβό (2011), η Σύμβαση της Γρανάδας εκφράζει πλήρως την Ευρωπαϊκή Πολιτιστική πολιτική, στον τομέα της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς. Ο ορισμός της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς όπως υπαγορεύεται από τη Σύμβαση είναι εμφανές ότι περικλείει και τις έννοιες του παραδοσιακού οικισμού και του διατηρητέου κτιρίου εφ όσον στο άρθρο 1 ορίζει τα μνημεία ως «κάθε κατασκευή ιδιαίτερα σημαντική λόγω του ιστορικού, αρχαιολογικού, καλλιτεχνικού, επιστημονικού, κοινωνικού ή τεχνικού της ενδιαφέροντος» και τα αρχιτεκτονικά σύνολα ως «ομοιογενή σύνολα αστικών ή αγροτικών κατασκευών, σημαντικών λόγω ιστορικού, αρχαιολογικού, καλλιτεχνικού, επιστημονικού, κοινωνικού ή τεχνικού τους ενδιαφέροντος, συναφή μεταξύ τους ώστε να σχηματίζουν ενότητες, που να μπορούν να οριοθετηθούν τοπογραφικά» (ΦΕΚ 61/1992 Α ). Η Σύμβαση της Γρανάδας περιλαμβάνει διατάξεις που αφορούν στην αναγνώριση των προστατευόμενων ακινήτων, σε νόμιμες διαδικασίες προστασίας, σε κυρώσεις, στη πολιτική προστασίας, στη συμμετοχή και την πληροφόρηση, και στο συντονισμό των κρατών-μελών για την πολιτική της συντήρησης. Τα συμβαλλόμενα κράτη, πρέπει, σύμφωνα με το άρθρο 2, να προσχωρήσουν στην καταγραφή των μνημείων των αρχιτεκτονικών συνόλων και τόπων και στην τεκμηρίωση τους σε περίπτωση απειλής. Ακόμη, σύμφωνα με το άρθρο 3 θα πρέπει να καθιερωθεί από το κάθε κράτος-μέλος ένα νομικό πλαίσιο το οποίο θα εξασφαλίζει μέτρα προστασίας της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς. Παράλληλα, στο άρθρο 4 τονίζεται η υποχρέωση των κρατών να προβούν σε μια σειρά ενεργειών και νομοθετικών ρυθμίσεων αναφορικά με διαδικασίες ελέγχου και αδειών με στόχο την αποτελεσματικότερη προστασία των μνημείων, των αρχιτεκτονικών συνόλων και τόπων του κάθε κράτους. Για τον ίδιο λόγο εισάγονται συμπληρωματικά μέτρα με τα άρθρα 6, 7 και 8 της Σύμβασης, στα οποία κάθε συμβαλλόμενο κράτος καλείται να προβεί σε ενέργειες όπως η λήψη φορολογικών μέτρων, η οικονομική υποστήριξη των δημόσιων υπηρεσιών και η ενθάρρυνση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας με σκοπό τη συντήρηση της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, ή η λήψη μέτρων για τη βελτίωση του περιβάλλοντα χώρου της ή ακόμη, η υποστήριξη για επιστημονική έρευνα με στόχο την απαλοιφή της ρύπανσης που ενδέχεται να μολύνουν τα μνημεία. Άλλες υποχρεώσεις που πρέπει να αναλάβουν τα συμβαλλόμενα κράτη είναι η υιοθέτηση μιας ολοκληρωμένης πολιτικής προστασίας της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς η οποία θα τοποθετείται και θα εκφράζεται μέσα από προγράμματα αναστήλωσης και συντήρησης, μέσα από τους στόχους του χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού, αλλά και των ρυθμιστικών σχεδίων, μέσα από την περιβαλλοντολογική και χωροταξική πολιτική και την ενθάρρυνση της εφαρμογής παραδοσιακών τεχνικών (άρθρο 10, ΦΕΚ 61/ Α ). Ακόμη, σύμφωνα με το άρθρο 11, προβλέπεται η ενθάρρυνση της χρήσης των προστατευόμενων ακινήτων 35
38 και η προσαρμογή παλιών κτιρίων για νέες χρήσεις, λαμβάνοντας υπόψη τις σύγχρονες ανάγκες. Για τη διευκόλυνση της εφαρμογής της πολιτικής προστασίας η Σύμβαση υποχρεώνει τα κράτη-μέλη με το άρθρο 13 την ανάπτυξη, στα πλαίσια της δικής τους πολιτικής, της αποτελεσματικής συνεργασίας των αρμόδιων υπηρεσιών για τη συντήρηση, τις πολιτιστικές δραστηριότητες, το περιβάλλον και τη χωροταξία, προβλέποντας στο άρθρο 12 τις συνέπειες που μπορεί να προκληθούν από το άνοιγμα της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς στο κοινό. Σύμφωνα με τον Παπακωνσταντίνου (1999), αυτές οι τελευταίες διατάξεις αναδεικνύουν την εκσυγχρονισμένη και ρεαλιστική κατεύθυνση που υιοθετεί η Σύμβαση για την προστασία και αξιοποίηση της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς. Όσον αφορά στην πληροφόρηση και την εκπαίδευση, η Σύμβαση με τις διατάξεις 15 και 16 προβλέπει την ενημέρωση και την ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης για την αρχιτεκτονική κληρονομιά με ιδιαίτερο σκοπό την αφύπνιση του κοινού από σχολική ηλικία ούτως ώστε να καταστεί εμφανής η ενότητα της πολιτιστικής κληρονομιάς. Αναφορικά με την πολιτική της συντήρησης, στις διατάξεις των άρθρων 17, 18 και 19 της Σύμβασης θεσπίζεται η υποχρέωση των κρατών να ανταλλάσσουν μεταξύ τους πληροφορίες σχετικά με την πολιτική που εφαρμόζουν για τη συντήρηση μεθόδων και μέσων που προάγουν την αρχιτεκτονική δημιουργία η οποία επιβεβαιώνει τη συμβολή της εποχής μας στην πολιτιστική κληρονομιά της Ευρώπης. Ακόμη, τα συμβαλλόμενα κράτη υποχρεώνονταν να παρέχουν όπου κρίνεται αναγκαίο την κατάλληλη τεχνογνωσία και να ενθαρρύνουν τις ευρωπαϊκές ανταλλαγές ειδικών σε θέματα προστασίας της κληρονομιάς. Αξίζει να σημειωθεί, ότι η Σύμβαση για την Προστασία της Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς αποτελεί μια ολοκληρωμένη προσπάθεια για την προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς και κατ επέκταση και των παραδοσιακών οικισμών και ο ρόλος της είναι κατευθυντήριος, το οποίο σημαίνει ότι τα κράτη δεσμεύονται να προχωρήσουν στην εφαρμογή των διατάξεων της, αλλά η δεσμευτικότητα τους είναι αρκετά περιορισμένη (Παπακωνσταντίνου, 1999) Η πορεία της προστασίας της πολιτιστικής και αρχιτεκτονικής κληρονομιάς Η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς διαμορφώθηκε στο πέρασμα του χρόνου μέσα από τις διεθνείς και ευρωπαϊκές συμβάσεις και τις κατευθύνσεις των ευρωπαϊκών πολιτικών που σχετίζονταν με αυτήν. Η έννοια της προστασίας ξεκίνησε από το πρώιμο στάδιο της αποκατάστασης και διατήρησης ιστορικών μνημείων το 1931, σύμφωνα με τα ψηφίσματα του «Χάρτη της Αθήνας για την αποκατάσταση των ιστορικών μνημείων». Από τότε η έννοια της προστασίας της πολιτιστική κληρονομιάς άρχισε ένα εμπλουτίζεται με νέα στοιχεία και να εντείνεται. Με το Χάρτη της Βενετίας (1964) η προστασία επεκτείνεται από σημειακή σε συνολική. Πλέον δεν αφορά μόνο στην διατήρηση του μνημείου, αλλά προχωρά στη συνεχή συντήρηση αυτού και του περιβάλλοντα χώρου του. Λίγα 36
39 χρόνια αργότερα, η Σύμβαση για την προστασία της παγκόσμιας πολιτιστικής και φυσική κληρονομιάς διευρύνοντας την έννοια της πολιτιστικής κληρονομιάς από μνημειακή σε ολόκληρα σύνολα και τοπία, καθορίζει εκ νέου το περιεχόμενο της προστασίας της και προβλέπει τη δημιουργία μιας ευρωπαϊκής πολιτικής προστασίας και την ένταξη της πολιτιστικής κληρονομιάς στα σχέδια του προγραμματισμού. Ένα βήμα παραπέρα προχωρά η Διακήρυξη του Άμστερνταμ, η οποία διευρύνει περισσότερο την προστασία, εισάγοντας την έννοια της ολοκληρωμένη προστασίας. Πρόκειται για ένα είδος προστασίας που προσπαθεί να ενσωματώσει την προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς στην κοινωνική και οικονομική ζωή μέσω του χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού. Αποκορύφωμα όλων αυτών των αλλαγών που διαμόρφωσαν την έννοια της προστασίας αποτέλεσε η Σύμβαση της Γρανάδας (1985), η οποία υπό το πρίσμα της αειφορίας στοχεύει στη χάραξη μιας πολιτικής ολοκληρωμένης προστασίας που θα αποβλέπει στην διατήρηση και αξιοποίηση της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς με την ένταξή της στην οικονομική και κοινωνική ζωή της ευρωπαϊκής κοινότητας. Οι αλλαγές αυτές στην προστασία τη πολιτιστική κληρονομιάς έχουν περάσει και στην ελληνική νομοθεσία, από τη στιγμή που οι περισσότερες από τις παραπάνω συμβάσεις έχουν κυρωθεί από αυτήν. Η έννοια της προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς έχει διευρυνθεί συμβαδίζοντας με τις διεθνείς και ευρωπαϊκές συμβάσεις, γεγονός που αντικατοπτρίζεται στις αναθεωρήσεις του ΓΟΚ και στον ν. 3028/2002. Παίρνει άλλη μορφή ξεφεύγοντας από την έννοια της προστασίας του κτιρίου και περνά στην προστασία του συνόλου. Δεν αντιμετωπίζεται αποκομμένη από τη φυσική κληρονομιά, αλλά ενιαία. Ενσωματώνεται στη γενικότερη χωροταξική πολιτική, και αποτελεί στόχο του χωροταξικού, πολεοδομικού και αναπτυξιακού σχεδιασμού του κράτους. 37
40 4. ΧΩΡΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΩΝ ΟΙΚΙΣΜΩΝ Μετά από την εκτενή ανάλυση του θεσμικού πλαισίου προστασίας και διαχείρισης της πολιτιστικής κληρονομιάς και των παραδοσιακών οικισμών θεωρήθηκε σκόπιμο να πραγματοποιηθεί μια καταγραφή των παραδοσιακών οικισμών της Ελλάδας. Σκοπός της καταγραφής είναι η δημιουργία μιας επικαιροποιημένης χωρικής βάσης δεδομένων και η παρουσίαση των χωρικών, γεωγραφικών και πληθυσμιακών χαρακτηριστικών των παραδοσιακών οικισμών. Επίσης, πριν την ανάλυση της μεθοδολογίας και την καταγραφή των παραδοσιακών οικισμών θεωρήθηκε απαραίτητη η παρουσίαση των παραγόντων διαμόρφωσης και των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών τους για την κατανόηση της φυσιογνωμίας των οικισμών αυτών Παράγοντες διαμόρφωσης και ιδιαιτέρα χαρακτηριστικά παραδοσιακών οικισμών Εικόνα 4.1.1: Χάρτης της Παροικιάς, Πάρου. Πηγή: Φιλιππίδης, 1983 Οι παραδοσιακοί οικισμοί της Ελλάδας αποτελούν οικισμούς της Χώρας που αναπτύχθηκαν μεταξύ 15ου και 19ου αιώνα (Φιλιππίδης, 1983). Ως οικισμοί ιδιαίτερης ιστορικής, πολεοδομικής, αρχιτεκτονικής, λαογραφικής, κοινωνικής και αισθητικής φυσιογνωμίας, σύμφωνα με τους λόγους χαρακτηρισμού τους, παρουσιάζουν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τα οποία οφείλονται σε διάφορους παράγοντες που επηρέασαν τη δημιουργία τους, τη μορφή και την αρχιτεκτονικής τους μέσα από το πέρασμα αυτών των αιώνων. Οι παράγοντες αυτοί σύμφωνα με θα μπορούσαν να διακριθούν σε υλικούς και άυλους. Οι υλικοί παράγοντες που επηρέασαν την διαμόρφωση των σημερινών παραδοσιακών οικισμών αφορούν κυρίως στην τοπογραφία, τις κλιματολογικές συνθήκες, τα υλικά δόμησης και την κατασκευή. Ο ρόλος του φυσικού περιβάλλοντος υπήρξε σημαντικός για τη διαμόρφωση ενός οικισμού και την οργάνωση του πολεοδομικού ιστού του, από τη μια για λόγους ασφάλειας και από την άλλη για την εξασφάλιση αναγκαίων φυσικών πόρων για τη διαβίωση των κατοίκων (Μιχαλόπουλος και Μηνακάκης, 2003). Λόγω του φαινομένου της πειρατείας και των επιδρομών κυρίως σε οικισμούς στη νησιωτική Ελλάδα, ο τρόπος διάρθρωσης των οικισμών παρουσιάζει οχυρωματικά χαρακτηριστικά (Μιχαλόπουλος και Μηνακάκης, 2003). Για παράδειγμα, στις Κυκλάδες τα μικρά σπίτια των οικισμών ανήκουν σε συνεκτικά σύνολα με ενιαίο εξωτερικό οχυρό μέτωπο και εκλείπουν οι αυλές και οι ανοιχτοί δημόσιοι χώροι (Μιχαλόπουλος και Μηνακάκης, 2003). Στη Μάνη που η ασφάλεια των κατοίκων της κλονιζόταν από εσωτερικές αντιπαραθέσεις, η οχύρωση εντοπίζεται στην κατοικία κάθε οικογένειας 38
41 Εικόνα 4.1.2: Οικισμός Βάθεια, Μάνη. Πηγή: Φιλιππίδης, 1983 Εικόνα 4.1.3: Χάρτης του παραδοσιακού οικισμού Μόλυβου, Μυτιλήνης. Οχυρωματικός πολεοδομικός ιστός. Πηγή: Φιλιππίδης,1983. ξεχωριστά, γι αυτό και στους οικισμούς αυτής της περιοχής επικρατούν τα λεγόμενα πυργόσπιτα (Μιχαλόπουλος και Μηνακάκης, 2003). Ορισμένες φορές, για τη δημιουργία ενός οικισμού επιλέγονταν δυσπρόσιτες θέσεις με μεγάλες κλίσεις ούτως ώστε να αποφευχθεί ο κίνδυνος επιδρομών (Μπούρας, 1982). Αξίζει να σημειωθεί ότι, η προσαρμογή των παραδοσιακών οικισμών στο φυσικό τους περιβάλλον αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό τους. Ακόμη, το κλίμα αποτέλεσε βασικό ρόλο για τον τρόπο ανάπτυξης ενός οικισμού, αφού σε περιοχές με δριμείς κλιματολογικές συνθήκες οι κατοικίες είναι κατασκευασμένες με τέτοιο τρόπο ώστε να περιλαμβάνουν θερμότερα δωμάτια, όπως για παράδειγμα στη Μακεδονία (Μπούρας, 1982) (βλ. Εικόνα 4.1.7). Στη Κρήτη, στις Κυκλάδες και στα Δωδεκάνησα όπου το κλίμα είναι ιδιόμορφο με δυνατούς ανέμους, τα σπίτια είναι επίπεδα, με στενά παράθυρα και στενούς δρόμους (Μουτσόπουλος, 1982). Όσον αφορά στα υλικά κατασκευής, εξαρτώνται από τους φυσικούς πόρους της κάθε περιοχής. Κατά κύριο λόγο, τα οικοδομικά υλικά που χρησιμοποιούνταν για την κατασκευή των κτιρίων ήταν τοπικά και οι τεχνίτες ήταν είτε οι ίδιοι οι οικιστές όταν οι οικονομικές συνθήκες ήταν δυσχερείς, είτε συνεργεία από ομάδες περιφερόμενων μαστόρων σε συνθήκες οικονομικές ευρωστίας (Μπούρας, 1982). Στη Σαντορίνη, για παράδειγμα, όπου το έδαφος είναι ηφαιστειογενές και το ξύλο εκλείπει, οι κατοικίες κατασκευάστηκαν με τη εκσκαφή του βράχου και τα σπίτια είναι υποσκαφή (Μπούρας, 1982). Οι παραπάνω ειδικές συνθήκες σε κάθε περίπτωση και η μορφή του κέντρου του οικισμού έδινε σύμφωνα με το Μπούρα (1982), σε κάθε οικισμό την ιδιομορφία του και διαμόρφωνε το πολεοδομικό ιστό του. 39
42 Οι άυλοι παράγοντες που επηρέασαν την εξέλιξη των παραδοσιακών οικισμών πρόκειται για τις οικονομικές, κοινωνικές και ιστορικές συνθήκες κάτω από τις οποίες διαμορφώθηκαν οι οικισμοί αυτοί. Οι παραπάνω παράγοντες έχουν άμεση σχέση μεταξύ τους σε συνάρτηση πάντα με την παραδοσιακή αρχιτεκτονική (Μπούρας, 1982). Η τελευταία ως μέρος του παραδοσιακού οικισμού διαμορφώνεται βάσει της ξένης επικυριαρχίας του ελληνικού χώρου από το 15ο αιώνα και μετά (Μιχαλόπουλος και Μηνακάκης, 2003). Εικόνα 4.1.4: Τυπικός κυλινδρικός θόλος κατοικιών παραδοσιακού οικισμού Σαντορίνης. Πηγή: Φιλιππίδης, Οι τουρκικές και ενετικές κατακτήσεις οι οποίες δημιούργησαν νέες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες για τον ελληνικό πληθυσμό επηρέασαν τη μορφή των παραδοσιακών οικισμών. Την περίοδο της οθωμανικής αυτοκρατορίας η ηπειρωτική Ελλάδα ήταν κατά το πλείστον αγροτική χώρα με τον οθωμανικό πληθυσμό να κατοικεί κυρίως στα πεδινά και τον χριστιανικό σε ημιορεινές και ορεινές εκτάσεις (Φιλιππίδης, Attali και Γερόλυμπος, 2007). Ανάλογα με το τόπο ευδοκίμησαν και οι αντίστοιχες ασχολίες, είτε αγροτικές και βιοτεχνικές, είτε εμπορικές. Οι παραδοσιακοί οικισμοί που διαμορφώθηκαν κάτω από αυτές τις συνθήκες παρουσιάζουν ελεύθερη οικιστική ανάπτυξη, η οποία ακολουθεί τη μορφολογία του εδάφους, με ακανόνιστους δρόμους, γειτονιές και πλατώματα για τη συνάθροιση των μελών της κοινότητας, ενώ σχεδόν πάντα στο κέντρο του οικισμού βρίσκεται η εκκλησία, η αγορά ή άλλα στοιχεία με χρηστική αξία, όπως οι κρήνες (Μιχαλόπουλος και Μηνακάκης, 2003). Ακόμη, τα σπίτια περιλαμβάνουν αγροτικές εγκαταστάσεις και αυλές για τις αγροτικές εργασίες, ενώ μερικές φορές στους οικισμούς υπάρχει η κατοικία του ξένου επικυρίαρχου (Μιχαλόπουλος και Μηνακάκης, 2003). Αντίθετα, στις περιοχές που βρίσκονταν κάτω από την επικυριαρχία των Ενετών υιοθετήθηκε ο δυτικός τρόπος ζωής και τα δυτικά αρχιτεκτονικά ρεύματα που καθόρισαν τη μορφή των οικισμών, όπως στα Επτάνησα, την Κρήτη και τη Μονεμβασιά (Μπούρας, 1982). Κατά τη διάρκεια της οθωμανικής αυτοκρατορίας, την περίοδο του 18 ου αιώνα λόγω τις πλεονεκτικής θέσης της Ελλάδας στη Μεσόγειο, αναπτύχθηκε από τους Έλληνες ο τομέας του εμπορίου γεγονός που οδήγησε σε μια νέα τάξη που χαρακτηρίζεται από οικονομική ευρωστία (Μπούρας,1982). Οι προθέσεις της νέας τάξης για ένα νέο άνετο τρόπο ζωής, οδήγησε στην υιοθέτηση στοιχείων από το αντίστοιχο κυρίαρχο, των Οθωμανών και των Ενετών (Μπούρας,1982). Έτσι, σε πολλούς παραδοσιακούς οικισμούς εντοπίζονται σήμερα, στοιχεία εκείνης της αρχιτεκτονικής που έχουν επηρεάσει είτε τα αρχοντικά είτε τις μικρές κατοικίες, αλλά και σε μεγαλύτερη κλίμακα την οργάνωση του πολεοδομικού ιστού του ελληνικού χώρου. Παράδειγμα αυτού του φαινομένου αποτελεί το διώροφο τουρκικό 40
43 κονάκι το οποίο συναντάται για παράδειγμα στη Βέροια και στη Λέσβο (Μπούρας, 1982). Μετά την Επανάσταση, οι συνθήκες διαμόρφωσης των οικισμών αλλάζουν. Οι επιρροές του δυτικού τρόπου ζωής και οικονομίας υιοθετούνται από το νεοσύστατο ελληνικό κράτος, το οποίο αμφισβητεί οποιοδήποτε κατάλοιπο της Τουρκοκρατίας, όπως και την πολιτιστική κληρονομιά (Μπούρας, 1982). Τον 19 ο αιώνα εισάγεται ο δυτικός κλασικισμός ή νεοκλασικισμός στην Ελλάδα και τα μορφολογικά του στοιχεία ενσωματώνονται στο πολεοδομικό σχέδιο των νέων οικισμών και στην κατασκευή των οικοδομών τους (Μιχαλόπουλος και Μηνακάκης, 2003). Οι παραδοσιακοί, μέχρι πρότινος, τρόποι κτισίματος περιορίστηκαν μόνο στην περιφέρεια, ενώ στις πόλεις υπερίσχυσε το νέο δυτικό ρεύμα (Μπούρας, 1982). Στη Μακεδονία, την Ήπειρο και τα νησιά η παραδοσιακή αρχιτεκτονική συνέχισε να ακμάζει ως τα μέσα του 19 ου αιώνα, μέχρις ότου η «μορφολογική ασυνέπεια» του νεοκλασικισμού, να την οδηγήσει στην παρακμή (Μπούρας, 1982). Η παρακμή των παραδοσιακών οικισμών συνεχίστηκε μέχρι τα μέσα του 20 ου αιώνα, λόγω του πολέμου, της μετανάστευσης και της αστικοποίησης (Μιχαλόπουλος και Μηνακάκης, 2003). Έτσι, σε σύντομο χρονικό διάστημα καταστράφηκαν σημαντικά παραδοσιακά σύνολα (Φιλιππίδης, 1983). Εικόνα 4.1.5: Τοπογραφικό παραδοσιακού οικισμού Μεγάλου Πάπιγκου, Ιωαννίνων. Μονοκεντρικός τύπος οικισμού. Πηγή: Φιλιππίδης, Εικόνα 4.1.6: Τοπογραφικό διάγραμμα παραδοσιακού οικισμού Βυζίτσας, Πηλίου. Τύπος πολεοδομικού ιστού που συγκρατεί και συσχετίζει τους ελεύθερα χωροθετημένους όγκους σπιτιών. Πηγή: Φιλιππίδης,
44 Εικόνα 4.1.7:Αντιπροσωπευτική Αρχιτεκτονική κατά περιοχές της Χώρας. Πηγή: Μουτσοπουλος, Ν.,
45 4.2. Μεθοδολογία καταγραφής παραδοσιακών οικισμών Στόχος της διαδικασίας καταγραφής των παραδοσιακών οικισμών είναι η δημιουργία μιας επικαιροποιημένης χωρικής βάσης δεδομένων. Μέσα από αυτή θα είναι δυνατός ο εντοπισμός κοινών ή μη κοινών χαρακτηριστικών των παραδοσιακών οικισμών της Ελλάδας. Η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε για την καταγραφή των παραδοσιακών οικισμών της Ελλάδας περιλαμβάνει τη συλλογή χωρικών και πληθυσμιακών στοιχείων από αξιόπιστες διαδικτυακές πηγές, την εισαγωγή τους σε πρόγραμμα του Συστήματος Γεωγραφικών Πληροφοριών, την επεξεργασία τους και την απεικόνιση των στοιχείων αυτών σε χάρτη. Από τη διαδικασία της καταγραφής δεν έλειψαν προβλήματα που έχουν να κάνουν με την αδυναμία εύρεσης πληροφοριών και τα οποία αναφέρονται παρακάτω. Για τη συλλογή στοιχείων για την καταγραφή των παραδοσιακών οικισμών χρησιμοποιήθηκε το Αρχείο Παραδοσιακών Οικισμών και Διατηρητέων Κτιρίων του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (ΥΠΕΚΑ) και τα αντίστοιχα αρχεία του Υπουργείου Μακεδονίας και Θράκης (ΥΜΑΘ) και της Γενικής Γραμματείας Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής. Τα αρχεία αυτά περιλαμβάνουν τους παραδοσιακούς οικισμούς που έχουν κηρυχθεί από το 1978 μέχρι σήμερα (2013). Οι περισσότεροι χαρακτηρισμοί έχουν γίνει από το ΥΠΕΚΑ, ενώ μετά το 1986 με τον καθορισμό αρμοδιοτήτων του ΥΜΑΘ (τότε Υπουργείο Βόρειας Ελλάδας) και του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου (τότε Υπουργείο Αιγαίου), η αρμοδιότητα χαρακτηρισμού μεταβιβάστηκε, ενώ το ΥΠΕΚΑ είναι αρμόδιο για το χαρακτηρισμό οικισμών σε όλη την υπόλοιπη Ελλάδα. Τα στοιχεία καταχωρήθηκαν από τα τρία διαφορετικά αρχεία ανά περιφερειακή ενότητα και νομό. Το αρχείο αυτό εμπλουτίστηκε με στοιχεία όπως το ΦΕΚ, τον τίτλο του και τον φορέα κήρυξης του κάθε παραδοσιακού οικισμού (βλ. Παράρτημα, πίνακα 5 έως 14). Στη συνέχεια, για τη χωρική απεικόνιση των παραδοσιακών οικισμών χρησιμοποιήθηκε αρχείο χωρικών δεδομένων από το geodata.gov.gr, τη σελίδα γεωχωρικών δεδομένων που σχεδιάστηκε και αναπτύχθηκε από το Ινστιτούτο Πληροφοριακών Συστημάτων του ερευνητικού κέντρου «Αθηνά» (ΙΠΣΥ/ΕΚ «Αθηνά»). Το αρχείο αυτό περιλάμβανε όλους τους οικισμούς της Ελλάδας όπως χρησιμοποιούνται από την Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) για λόγους απογραφής. Ακόμη, χρησιμοποιήθηκαν αρχεία1 χωρικών δεδομένων των Βαλκανικών χωρών, των περιφερειών, των νομών, των δήμων και των ισοϋψών καμπυλών της Ελλάδας. Το σύνολο των δεδομένων εισήχθη στο πρόγραμμα χαρτογραφικής απεικόνισης ArcMap. Το ArcMap αποτελεί πρόγραμμα του Συστήματος Γεωγραφικών Πληροφοριών (ΣΓΠ) ArcGIS κατάλληλο για παρουσίαση, επεξεργασία, ανάλυση περιγραφικών και χωρικών δεδομένων, καθώς και δημιουργία ποιοτικών χαρτών και γραφημάτων (Ζήσου, 2007). Μετά από επεξεργασία στο ArcMap, επιλέχθηκαν μόνο οι παραδοσιακοί οικισμοί από το αρχείο του συνόλου των οικισμών της Ελλάδας και προέκυψε ο χάρτης των παραδοσιακών οικισμών της 1 Τα αρχεία αυτά δόθηκαν στα πλαίσια του μαθήματος «Θεματικής Χαρτογραφίας». 43
46 Χώρας. Τέλος, η βάση εμπλουτίστηκε με στοιχεία όπως, το μόνιμο πληθυσμό των απογραφών 1991, 2001 και 2011, το π.δ. κήρυξης των οικισμών ως παραδοσιακών και το ανάγλυφο, το οποίο δημιουργήθηκε με τη βοήθεια των ισοϋψών καμπυλών και τη χρήση εντολών του ArcMap. Κατά αυτόν τον τρόπο, προέκυψαν οι χάρτες που παρουσιάζουν τους παραδοσιακούς οικισμούς που κηρύχθηκαν με το π.δ. του 78 ή με π.δ. μετά αυτού, αυτούς με πληθυσμό άνω και κάτω των 2000 κατοίκων και το ρυθμό μεταβολής των οικισμών για τις περιόδους και Στη διάρκεια της διαδικασίας για την παραγωγή των χαρτών τέθηκαν ζητήματα έλλειψης στοιχείων που αφορούν τον πληθυσμό και την θέση κάποιων οικισμών, αλλά και προβλήματα ασυμφωνίας των αρχείων των υπουργείων με τα π.δ. κήρυξης των οικισμών ως παραδοσιακών. Συγκεκριμένα: 1. Οι παραδοσιακοί οικισμοί για τους οποίους δεν υπάρχουν πληθυσμιακά στοιχεία δεν απεικονίζονται στους σχετικούς χάρτες. 2. Οι παραδοσιακοί οικισμοί που περιλαμβάνονται στο αρχείο των παραδοσιακών οικισμών αλλά δεν υπήρχαν στο αρχείο της ΕΛΣΤΑΤ, συνεπώς δεν υπήρχαν οι συντεταγμένες τους, έχουν απεικονιστεί στο χάρτη με τη βοήθεια του προγράμματος GOOGLE EARTH. 3. Υπάρχουν παραδοσιακοί οικισμοί που ενώ είναι καταχωρημένοι στο π.δ. του 78 δεν υπάρχουν στο αρχείο της ΕΛΣΤΑΤ ή των υπουργείων, δεν υπάρχουν πληθυσμιακά στοιχεία γι αυτούς και δεν έχει εντοπιστεί η θέση τους, πιθανότατα διότι έχουν πάψει να υφίστανται. Όλοι οι παραπάνω οικισμοί καταγράφονται αναλυτικότερα κατά περίπτωση και νομό στον πίνακα 2 που επισυνάπτεται στο παράρτημα Γεωγραφική Διάσταση των παραδοσιακών οικισμών Χωρική Κατανομή Οι παραδοσιακοί οικισμοί της Ελλάδας φτάνουν τους 920, από τους οποίους οι 420 κηρύχθηκαν με το προεδρικό διάταγμα του 1978 και οι υπόλοιποι 500 με μεταγενέστερα προεδρικά διατάγματα χαρακτηρισμού. Αποτελούν μόλις το 6,94 % του συνόλου των οικισμών της Χώρας. Το 30 % των οικισμών αυτών συγκεντρώνεται στου νομούς Κυκλάδων και Λακωνίας, ποσοστό που τους τοποθετεί στην κατηγορία νομών με τους περισσότερους παραδοσιακούς οικισμούς, ενώ μετά από αυτούς ακολουθούν οι νομοί Ρεθύμνης, Ιωαννίνων, Μαγνησίας κ.α. (Βλ. Πίνακα 4.3.1). Σε επίπεδο περιφέρειας, τα μεγαλύτερο ποσοστά του πλήθους των παραδοσιακών οικισμών παρατηρούνται σε αυτές του Νοτίου Αιγαίου (25,10%) και της Πελοποννήσου (18,70%). 44
47 Πίνακας 4.3.1: Οι νομοί της Ελλάδος με τη μεγαλύτερη συγκέντρωση παραδοσιακών οικισμών ΑΡΙΘΜΟΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΣΥΝΟΛΟ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΩΝ ΟΙΚΙΣΜΩΝ 1 ΚΥΚΛΑΔΩΝ ΝΗΣΩΝ ΑΙΓΑΙΟΥ ΛΑΚΩΝΙΑΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΗΠΕΙΡΟΥ 70 4 ΡΕΘΥΜΝΗΣ ΚΡΗΤΗΣ 69 5 ΜΑΓΝΗΣΙΑΣ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ 65 6 ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΟΥ ΝΗΣΩΝ ΑΙΓΑΙΟΥ 61 7 ΚΕΡΚΥΡΑΣ ΙΟΝΙΩΝ ΝΗΣΩΝ 50 8 ΑΡΚΑΔΙΑΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ 49 9 ΛΕΣΒΟΥ ΝΗΣΩΝ ΑΙΓΑΙΟΥ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ ΙΟΝΙΩΝ ΝΗΣΩΝ ΚΑΒΑΛΑΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΑΚΗΣ 26 Πηγή: Ιδία Επεξεργασία Οι οικισμοί της χώρας βάσει των γεωγραφικών τους χαρακτηριστικών χωρίζονται σε πεδινούς, ημιορεινούς και ορεινούς. Ο διαχωρισμός τους αυτός πραγματοποιήθηκε, σύμφωνα με τις κατευθύνσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε υψομετρικές ζώνες ως εξής: μ. Πεδινή Ζώνη, μ. Ημιορεινή Ζώνη, 3. >600 μ. Ορεινή Ζώνη. 9% 14% 77% ΠΕΔΙΝΟ ΗΜΙΟΡΕΙΝΟ ΟΡΕΙΝΟ Γράφημα 4.3.1: Το ποσοστό των παραδοσιακών οικισμών της Ελλάδος με βάση τις υψομετρικές ζώνες. Πηγή: Ιδία επεξεργασία 45
Προς ένα θεσμικό πλαίσιο προστασίας παραδοσιακών οικισμών
Προς ένα θεσμικό πλαίσιο προστασίας παραδοσιακών οικισμών Καταγραφή, αξιολόγηση και προτάσεις Αλίκη Μεταλληνού Θεσσαλονίκη, Ιούλιος 2013 Προς ένα θεσμικό πλαίσιο προστασίας παραδοσιακών οικισμών Καταγραφή,
ΤΙΤΛΟΣ: ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΕΝ ΓΕΝΕΙ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ
ΝΟΜΟΣ: 3028/2002 ΦΕΚ: Α 153/28.06.2002 ΤΙΤΛΟΣ: ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΕΝ ΓΕΝΕΙ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ: ΒΑΣΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΡΘΡΟ 1: ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ 1. Στην προστασία που παρέχεται
ΔΙΕΘΝΗΣ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ «ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΤΟΠΙΑ ΣΕ ΠΕΡΙΟΧΕΣ 2000»
ΔΙΕΘΝΗΣ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ «ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΤΟΠΙΑ ΣΕ ΠΕΡΙΟΧΕΣ 2000» Συμμετοχή στη στρογγυλή τράπεζα με θέμα «Πολιτιστικά τοπία σε περιοχές Natura 2000 Προκλήσεις και προοπτικές» 1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις. Κωνσταντίνος
ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΤΟΠΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ. Ιωάννα Καταπίδη, PhD, Research Fellow, University of Birmingham
ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΤΟΠΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ Ιωάννα Καταπίδη, PhD, Research Fellow, University of Birmingham Περιεχόμενο Ορισμοί Παραδοσιακοί οικισμοί στην Ελλάδα Κριτήρια επιλογής και δημιουργίας των οικισμών
ΑΝΑΛΥΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ
ΑΝΑΛΥΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΛΟΓΟΣ... 9 ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ... 11 ΣΥΝΟΠΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ... 13 ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 17 ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΜΟΝΟΓΡΑΦΙΑΣ... 23 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Η έννοια του τοπίου I. Η προέλευση και η ιστορία
Ο ΔΗΜΟΣ ΝΟΤΙΑΣ ΚΥΝΟΥΡΙΑΣ ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΓΙΑ ΤΟ ΔΗΜΟ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ
ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Ο ΔΗΜΟΣ ΝΟΤΙΑΣ ΚΥΝΟΥΡΙΑΣ ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΓΙΑ ΤΟ ΔΗΜΟ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ ΕΛΕΝΗ ΜΑΙΣΤΡΟΥ 1 Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΙ ΑΝΑΔΕΙΞΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΩΣ ΕΡΓΑΛΕΙΟ ΒΙΩΣΙΜΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
ΤΙΤΛΟΣ: ΚΥΡΩΣΗ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΑΥΛΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ
NOMOΣ: 3521/2006 ΦΕΚ: Α 275/22.12.2006 ΤΙΤΛΟΣ: ΚΥΡΩΣΗ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΑΥΛΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ***ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Σύμφωνα με την Ανακοίνωση Υπ. Εξωτ. Φ.0544/Μ.5682/ΑΣ.39/2007 (ΦΕΚ
Υπεύθυνος µαθήµατος : Β. Λαµπρινουδάκης Εισήγηση Βαγγέλης Παπούλιας ( )
Υπεύθυνος µαθήµατος : Β. Λαµπρινουδάκης Εισήγηση Βαγγέλης Παπούλιας (24-10-2016) Η διαχείριση της πολιτισµικής κληρονοµιάς αποτελεί πεδίο ιδιαίτερης επιστηµονικής βαρύτητας και σύγχρονη αντίληψη προστασίας
Ολοκληρωμένη Χωρική Επένδυση στην πόλη της Κέρκυρας με εστίαση στην πολιτιστική & δημιουργική οικονομία
ΕΙΔΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ Π.Ι.Ν. Ολοκληρωμένη Χωρική Επένδυση στην πόλη της Κέρκυρας με εστίαση στην πολιτιστική & δημιουργική οικονομία εισήγηση στην 1 η συνάντηση για την ΟΧΕ πόλης Κέρκυρας -ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ
Φισκάρδο: προβλήματα ανάπτυξης και προστασίας του περιβάλλοντος σε έναν τουριστικό παραδοσιακό οικισμό
EYNOΪΚΟΙ & ΠΕΡΙΟΡΙΣΤΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΜΕ ΟΡΟΥΣ ΑΕΙΦΟΡΙΑΣ Θέμα εργασίας: Φισκάρδο: προβλήματα ανάπτυξης και προστασίας του περιβάλλοντος σε έναν τουριστικό παραδοσιακό οικισμό Μάνια Μπεριάτου
Ολοκληρωμένη Χωρική Επένδυση στην πόλη της Κέρκυρας με εστίαση στην πολιτιστική & δημιουργική οικονομία
ΕΙΔΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ Π.Ι.Ν. Ολοκληρωμένη Χωρική Επένδυση στην πόλη της Κέρκυρας με εστίαση στην πολιτιστική & δημιουργική οικονομία εισήγηση στην 1 η συνάντηση για την ΟΧΕ πόλης Κέρκυρας -ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ
Οριοθέτηση αναοριοθέτηση αρχαιολογικού χώρου πόλεως Βέροιας
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΝΟΜΟΣ ΗΜΑΘΙΑΣ ΔΗΜΟΣ ΒΕΡΟΙΑΣ Δ/ΝΣΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΔΟΜΗΣΗΣ - ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟΥ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ Βέροια, 15/7/2016 Αρ. Πρωτ. ΔΥ Διεύθυνση : Βικέλα 4 Προς: Δημοτικό Συμβούλιο Τ.Κ. : 591 32 Πληροφορίες
Αποτυπώσεις Μνημείων και Αρχαιολογικών Χώρων
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Αποτυπώσεις Μνημείων και Αρχαιολογικών Χώρων Ενότητα 1 : Εισαγωγή Τοκμακίδης Κωνσταντίνος Τμήμα Αγρονόμων & Τοπογράφων Μηχανικών Άδειες
Η σχέση και η αλληλεπίδραση της ΚΔΒΚ με τους επιστημονικούς φορείς της περιοχής
Η σχέση και η αλληλεπίδραση της ΚΔΒΚ με τους επιστημονικούς φορείς της περιοχής ημήτριος Μαυροματίδης, Πρόεδρος ιοικούσας Επιτροπής ΤΕΕ/Τ Μ Παρασκευή Χριστοπούλου, Πρόεδρος Αντιπροσωπείας ΤΕΕ/Τ Μ Forum
ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΕΙΔΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΠ 2000-2006 ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ 2000 2006 NOΕΜΒΡΙΟΣ 2006 2 ΑΞΟΝΑΣ
ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ ΟΡΕΙΝΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ, ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ, ΑΝΑΠΤΥΞΗ
ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ ΟΡΕΙΝΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ, ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ, ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΕΛΕΝΗ ΜΑΙΣΤΡΟΥ ΤΡΙΠΟΛΗ - ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2016 1ο ερώτημα Γιατί και με ποιους όρους η προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς ενός
PUBLIC LIMITE EL. Βρυξέλλες, 17 Σεπτεμβρίου 2008 (24.09) (OR. fr) ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ 13070/08 LIMITE CULT 99
Conseil UE ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ Βρυξέλλες, 17 Σεπτεμβρίου 2008 (24.09) (OR. fr) 13070/08 LIMITE PUBLIC CULT 99 ΣΗΜΕΙΩΜΑ της : Γενικής Γραμματείας του Συμβουλίου προς : τις αντιπροσωπίες αριθ.
Κατά τη συνεδρίαση της 23ης Οκτωβρίου 2000, η Επιτροπή Πολιτιστικών Υποθέσεων ολοκλήρωσε την εξέταση του ανωτέρω σχεδίου ψηφίσµατος.
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ Bρυξέλλες, 27 Οκτωβρίου 2000 (3.0) (OR. fr) 2753/00 LIMITE CULTURE 69 ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ της : Επιτροπής Πολιτιστικών Υποθέσεων συνεδρίαση : της 23.0.2000 αριθ. προηγ.
Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Μεταπτυχιακό Πρόγραµµα Πολεοδοµίας και Χωροταξίας Ακαδ. Έτος 2004-2005
Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Μεταπτυχιακό Πρόγραµµα Πολεοδοµίας και Χωροταξίας Ακαδ. Έτος 2004-2005 Περίληψη Εργασίας του µαθήµατος: Σύγχρονες πρακτικές του σχεδιασµού και δυναµική των χωρικών δοµών και
ΣΧΕΔΙΟ. Δήμος Σοφάδων ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ
ΣΧΕΔΙΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ 2014-2019 Δήμος Σοφάδων ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ 79 ΕΝΤΥΠΟ ΕΠ_08: ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ 2.1. ΟΡΑΜΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΣΟΦΑΔΩΝ Ο Δήμος Σοφάδων, όπως διαμορφώθηκε μετά
ΟΜΙΛΟΣ UNESCO ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ
ΚΟΛΛΕΓΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΟΜΙΛΟΣ UNESCO ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ Προστετευόμενα μέρη της Unesco στην Ελλάδα: πολιτιστική κληρονομιά του σήμερα... ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ 2009 Η UNESCO (United Nations Educational and Cultural Organization)
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ, ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΕΙΔΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ TOMEA ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΔΡΑΣΕΙΣ ΤΟΜΕΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΝΕΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ 2014-2020 2020 ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟ
Τ.Ε.Ε. τμήμα Κερκύρας / Ν.Α. Νομού Κερκύρας. Ημερίδα με θέμα: Χωροταξικός και Πολεοδομικός Σχεδιασμός Όρος Ζωής για την Κέρκυρα
Τ.Ε.Ε. τμήμα Κερκύρας / Ν.Α. Νομού Κερκύρας Ημερίδα με θέμα: Χωροταξικός και Πολεοδομικός Σχεδιασμός Όρος Ζωής για την Κέρκυρα Εισήγηση : Δημήτριος Ντοκόπουλος, Αρχιτέκτων - Πολεοδόμος "Από τον Ν.Δ. 17-7-23
ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ της ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ & ΦΥΣΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ
Ινστιτούτο Εκπαίδευσης & Επιµόρφωσης Μελών Τεχνικού Επιµελητηρίου Ελλάδας Α.Ε. ο ΝΟΚ (ν. 4067/12) και η Μαρία Φραντζή Aρχιτέκτονας µηχ - Πολεοδόµος Μπιρµπίλη 47 11744 Αθήνα Αράχωβα 32004 τηλ: +302109025323
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2004 ««««««««««««Έγγραφο συνόδου 2009 15.2.2005 B6-.../2005 ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ εν συνεχεία των ερωτήσεων για προφορική απάντηση B6-.../05 και B6-.../05 σύμφωνα με το άρθρο 108, παράγραφος
Πλαίσια Χωρικού Σχεδιασµού στον Ευρωπαϊκό και Ελληνικό χώρο: πολιτικές και θεσµοί Αθηνά Γιαννακού ρ. Χωροτάκτης-Πολεοδόµος (M.Sc.&Ph.D.
Πλαίσια Χωρικού Σχεδιασµού στον Ευρωπαϊκό και Ελληνικό χώρο: πολιτικές και θεσµοί Αθηνά Γιαννακού ρ. Χωροτάκτης-Πολεοδόµος (M.Sc.&Ph.D. LSE) ΜΕΡΟΣ 2 To πλαίσιο του χωρικού σχεδιασµού στην Ελλάδα Το κανονιστικό
ΣΤΕ. 1587/2010 Τμήμα Ε Θέμα : Aνακατασκευή κτίσματος στην Ύδρα.
ΣΤΕ. 1587/2010 Τμήμα Ε Θέμα : Aνακατασκευή κτίσματος στην Ύδρα. Δεν είναι επιτρεπτή η καταστροφή στοιχείων, τα οποία είναι ιδιαιτέρως σημαντικά για τη διατήρηση της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς ούτε επέμβαση,
ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ ΜΑΘΗΜΑ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ
ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ ΜΑΘΗΜΑ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ 7 ο ΧΕΙΜΕΡΙΝΟ ΕΞΑΜΗΝΟ 2011-2012 ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ: ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ Σ. ΑΥΓΕΡΙΝΟΥ-ΚΟΛΩΝΙΑ, ΛΕΚΤΟΡΑΣ
Georgios Tsimtsiridis
Sustainable Touristic Development in the Municipality of Almopia Georgios Tsimtsiridis Vice Mayor of Almopia Δήμος Αλμωπίας Βιώσιμη τουριστική ανάπτυξη Η τουριστική ανάπτυξη σε οποιαδήποτε μορφή της προϋποθέτει
«ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΔΗΜΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ»
«ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΔΗΜΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ» Εισηγήτρια: Έφη Γουνελά Στέλεχος της ΕΕΤΑΑ ΑΠΟΔΗΜΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ & ΤΟΠΙΚΗ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ Η υλοποίηση μιας ολοκληρωμένης στρατηγικής για
Μεταπτυχιακή Εργασία Ειδίκευσης. Η Προστασία των Αρχιτεκτονικών Συνόλων στην Ελλάδα: Δίκαιο και Πρακτική. Αθηνά Βαλιώτη
Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών & Πολιτικών Επιστημών Τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων & Πολιτισμού Π. Μ. Σ.: «Πολιτιστική Διαχείριση» Μεταπτυχιακή Εργασία Ειδίκευσης Η Προστασία των Αρχιτεκτονικών Συνόλων στην
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜOΚΡΑΤΙΑ ΑΘΗΝΑ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2019
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜOΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ Γ.Γ. Χωρικού Σχεδιασμού & Αστικού Περιβάλλοντος Γεν. Δ/νση Χωρικού Σχεδιασμού Δ/νση Χωροταξικού Σχεδιασμού ΜΕΛΕΤΗ: ΧΡΗΜ/ΤΗΣΗ: Αξιολόγηση και αναθεώρηση
Γενικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης. Ειδικά Πλαίσια για. Βιομηχανία
ΗΜΕΡΙΔΑ TEE «Ορυκτός Πλούτος και Τοπικές Κοινωνίες» Θέμα: Χωρικός Σχεδιασμός και Αξιοποίηση Ορυκτού Πλούτου: Συγκλίσεις και αποκλίσεις μεταξύ χωρικών επιπέδων Κάρκα Λένα Αρχιτέκτων Μηχ Ε.Μ.Π. - Δρ Γεωγραφίας
Στόχος του Τμήματος: Οικονομικής & Περιφερειακής Ανάπτυξης (152)
Οικονομικής & Περιφερειακής Ανάπτυξης (152) Το Τμήμα: Το Τμήμα Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης ιδρύθηκε το 1989 με αρχική ονομασία «Τμήμα Αστικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης». Ανήκει στην ομάδα
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 17
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ............................................... 17 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Θεωρίες περιφερειακών ανισοτήτων Μια σύντομη παρουσίαση...................... 21 1.1 Εισαγωγή...........................................
Στρατηγική και το Σχέδιο Δράσης για την Ολοκληρωμένη Διαχείριση Παράκτιων Περιοχών
Στρατηγική και το Σχέδιο Δράσης για την Ολοκληρωμένη Διαχείριση Παράκτιων Περιοχών 2018-2028 Αρμόδια υπηρεσία Απόσπασμα Όρων Εντολής Η Αναθέτουσα Αρχή, είναι το Τμήμα Περιβάλλοντος, του Υπουργείου Γεωργίας,
ΔΗΜΟΣ ΧΑΛΑΝΔΡΙΟΥ ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ
ΔΗΜΟΣ ΧΑΛΑΝΔΡΙΟΥ Η ΗΑΒΙΤΑΤ AGENDA ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Τον Ιούνιο του 1996, στη Δεύτερη Παγκόσμια Συνδιάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για τους Ανθρώπινους Οικισμούς (HABITAT II) που πραγματοποιήθηκε στην
ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
E ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ 10311 30 Οκτωβρίου 2018 ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 185 NOMOΣ ΥΠ ΑΡΙΘΜ. 4570 Κύρωση της Συμφωνίας μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της
Προστασία και αειφόρος ανάπτυξη ορεινών οικισμών. Η περίπτωση του αγίου Λαυρεντίου
Προστασία και αειφόρος ανάπτυξη ορεινών οικισμών. Η περίπτωση του αγίου Λαυρεντίου Ελένη Μαΐστρου, αρχιτέκτων, ομ. καθηγήτρια ΕΜΠ Προστασία και αειφόρος ανάπτυξη ορεινών οικισμών. Τα στοιχεία που συγκροτούν
Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Δήμου Λαρισαίων 2011-2014
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Δήμου Λαρισαίων 2011-2014 Α ΦΑΣΗ: ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Δήμου Λαρισαίων 2011-2014 1 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ... 1 Επιχειρησιακό Πρόγραμμα...
Η πολιτική της χαρτογράφησης vs η χαρτογράφηση της πολιτικής Η εκτίμηση της σπουδαιότητας των περιβαλλοντικών επιπτώσεων σχεδίων κα προγραμμάτων.
Η πολιτική της χαρτογράφησης vs η χαρτογράφηση της πολιτικής Η εκτίμηση της σπουδαιότητας των περιβαλλοντικών επιπτώσεων σχεδίων κα προγραμμάτων. Μάνια Ε. Λάμπρου manialambr@gmail.com Ναύπλιο, Δεκέμβριος
Για μια αειφόρο προσέγγιση της οικιστικής ανάπτυξης. Θάνος Παγώνης, αρχιτέκτων - πολεοδόμος
Για μια αειφόρο προσέγγιση της οικιστικής ανάπτυξης Θάνος Παγώνης, αρχιτέκτων - πολεοδόμος Διαπιστώσεις Ο μισός πληθυσμός της γης στεγάζεται ήδη σε πόλεις καταναλώνοντας περίπου τα ¾ των πόρων του πλανήτη
Βασιλική Παπαγεωργίου. Προϊσταμένη της Διεύθυνσης Διαχείρισης Εθνικού Αρχείου Μνημείων, Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών
Βασιλική Παπαγεωργίου Προϊσταμένη της Διεύθυνσης Διαχείρισης Εθνικού Αρχείου Μνημείων, Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών 2 3 Οι νέες τεχνολογίες στη στρατηγική του Υπουργείου Η αξιοποίηση
Πιστεύω ότι όλοι όσοι συγκεντρωθήκαμε σε αυτή την αίθουσα σήμερα. 1. Το πολιτιστικό τοπίο είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τη ζωή μας: ο
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ & ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ Ομιλία της Γενικής Γραμματέως του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού Δρος Λίνας Μενδώνη στη Διεθνή Συνάντηση με θέμα «Πολιτιστικά
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΔΕΙΞΗ ΤΟΥ ΑΠΟΛΙΘΩΜΕΝΟΥ ΔΑΣΟΥΣ ΛΗΜΝΟΥ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΔΕΙΞΗ ΤΟΥ ΑΠΟΛΙΘΩΜΕΝΟΥ ΔΑΣΟΥΣ ΛΗΜΝΟΥ ΜΕΤΑΞΥ: ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΛΗΜΝΟΥ, ΤΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ και ΤΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΦΥΣΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΑΠΟΛΙΘΩΜΕΝΟΥ ΔΑΣΟΥΣ ΛΕΣΒΟΥ Στην Μύρινα σήμερα Νοεμβρίου 2011 και στο
Μουσεία και Εκπαίδευση (υποχρεωτικό 3,4 εξ.) Προσδοκώμενα αποτελέσματα: Στη διάρκεια του μαθήματος οι φοιτητές/τριες
Μουσεία και Εκπαίδευση (υποχρεωτικό 3,4 εξ.) Περιγραφή του μαθήματος - στόχοι: Το μάθημα εξετάζει τις κοινωνικές, πολιτισμικές και ιστορικές διαστάσεις της ανάπτυξης του θεσμού του μουσείου και η ανάπτυξη
B Η ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΓΕΝΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ
B Η ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΓΕΝΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ 1. Ιστορική εξέλιξη της Χωροταξίας Η Χωροταξία στην Ελλάδα αρχίζει να εμφανίζεται ως ιδιαίτερος κλάδος (discipline) μεταπολεμικά, στις αρχές του δεύτερου μισού
Α. ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΟΥ Ε.Π. ΔΕΠΙΝ
ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ κ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ ΣΤΗ 2 Η ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΤΟΥ Ε.Π. ΔΕΠΙΝ 2007-2013. (ΛΟΥΤΡΑΚΙ 20/03/2009) Α. ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
ΤΕΕ ΤΜΗΜΑ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ
Αριθ. Πρωτ. οικ. 11218/02.08.2012 ΤΕΕ M. Αλεξάνδρου 49 54643 ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ Τηλ. 2310 883100-9 Fax 2310 883110 Πληρ.: Τμήμα Επαγγελματικών Θεμάτων Εβρένογλου Βασίλης Τηλ.: 2310883146-144 Fax: 2310883110 Προς
ΕΙΣΗΓΗΣΗ: ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΣ ΠΟΛΕΟ ΟΜΙΚΟΣ ΣΧΕ ΙΑΣΜΟΣ ΣΤΟΥΣ ΠΑΡΑ ΟΣΙΑΚΟΥΣ ΟΙΚΙΣΜΟΥΣ. ΕΛΕΓΧΟΣ ΟΜΗΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ.
ΕΙΣΗΓΗΣΗ: ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΣ ΠΟΛΕΟ ΟΜΙΚΟΣ ΣΧΕ ΙΑΣΜΟΣ ΣΤΟΥΣ ΠΑΡΑ ΟΣΙΑΚΟΥΣ ΟΙΚΙΣΜΟΥΣ. ΕΛΕΓΧΟΣ ΟΜΗΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ. ρ. Κων/νος Παρθενόπουλος ιπλ. Αρχιτέκτων Μηχανικός, Πολεοδόµος, Αρχαιολόγος, Οικονοµολόγος και.
Η Έννοια της Εταιρικής Σχέσης & τα νέα Χρηματοδοτικά Εργαλεία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης
Η Έννοια της Εταιρικής Σχέσης & τα νέα Χρηματοδοτικά Εργαλεία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης Δρ. Ράλλης Γκέκας Επιστημονικός Συνεργάτης ΚΕΔΕ Πρόγραμμα Επιμόρφωσης Δημάρχων & Δημοτικών Συμβούλων Πρόγραμμα Επιμόρφωσης
Διδακτική της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Διδακτική της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Ενότητα 02: Ιστορική Εξέλιξη της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Ι Πολυξένη Ράγκου Άδειες Χρήσης
ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΣΧΕΔΙΟ ΑΣΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ (ΧΕΡΣΟΝΗΣΟΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΑΓ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΠΑΛΙΟΥ ΚΑΡΝΑΓΙΟΥ) ΔΗΜΟΣ ΚΑΒΑΛΑΣ
Π Ρ Ο Γ Ρ Α Μ Μ Α Ο Λ Ο Κ Λ Η Ρ Ω Μ Ε Ν Ω Ν Π Α Ρ Ε Μ Β Α Σ Ε Ω Ν Α Σ Τ ΙΙ Κ Η Σ Α Ν Α Π Τ Υ Ξ Η Σ Ε.. Τ.. Π.. Α.. & Ε.. Κ.. Τ.. ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΣΧΕΔΙΟ ΑΣΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΔΗΜΟΥ ΚΑΒΑΛΑΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ
ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΗΜΟΥ ΛΕΒΑΔΕΩΝ
ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΗΜΟΥ ΛΕΒΑΔΕΩΝ 2015-2019 ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ Α ΦΑΣΗΣ «ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ» ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Φύλο Άνδρας Γυναίκα Ηλικία 18-30 30-65 65- και πάνω Περιοχή Κατοικίας Προσωπικά Στοιχεία
ΝΕΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ 2014-2020 ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΒΟΡΕΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ
ΝΕΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ 2014-2020 ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΒΟΡΕΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ Παρουσίαση της Ενδιάμεσης Διαχειριστικής Αρχής στη Συνεδρίαση της ΠΕΔ Βορείου Αιγαίου, Μυτιλήνη, 27 Φεβρουαρίου 2014 Σκέλος Αρχιτεκτονική
Διαχείριση Πολιτισμικών Δεδομένων
Ανοικτά Ακαδημαϊκά Μαθήματα στο ΤΕΙ Ιονίων Νήσων Διαχείριση Πολιτισμικών Δεδομένων Ενότητα 1: Εισαγωγή στη πολιτισμική διαχείριση Το περιεχόμενο του μαθήματος διατίθεται με άδεια Creative Commons εκτός
ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ Βρυξέλλες, 17.11.2003 COM(2003) 700 τελικό 2003/0274 (COD) Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 1419/1999/ΕΚ
«Κατευθύνσεις περιβαλλοντικής. σε συνθήκες κρίσης στην Ελλάδα» Ρ. Κλαμπατσέα,
«Κατευθύνσεις περιβαλλοντικής πολιτικής για το σχεδιασμό σε συνθήκες κρίσης στην Ελλάδα» Ρ. Κλαμπατσέα, 28.5.2013 Άρθρο 24, Σύνταγμα Αποτελεί θεμέλιο λίθο της εθνικής περιβαλλοντικής νομοθεσίας. Ορίζει,
ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2011/0217(COD) της Επιτροπής Πολιτισμού και Παιδείας
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Πολιτισμού και Παιδείας 21.12.2011 2011/0217(COD) ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ της Επιτροπής Πολιτισμού και Παιδείας προς την Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης
ΠΑΝΤΕΙΟΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
ΠΑΝΤΕΙΟΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ Αθήνα, 2014 1 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10: Το αστικό πράσινο και η διαχείρισή του από την Τοπική Αυτοδιοίκηση Η αξία του αστικού πρασίνου Η έννοια του αστικού πράσινου-χαρακτηριστικά
Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Ειδίκευσης (Μ.Δ.Ε.) με τίτλο «Χώρος, Σχεδιασμός και Δομημένο Περιβάλλον
Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Ειδίκευσης (Μ.Δ.Ε.) με τίτλο «Χώρος, Σχεδιασμός και Δομημένο Περιβάλλον Αντικείμενο σκοπός Στόχοι του Π.Μ.Σ. είναι η εκπαίδευση για την απόκτηση του επιστημονικού
Μεταφορά Καινοτομίας και Τεχνογνωσίας σε Επίπεδο ΟΤΑ
ΔΙΕΘΝΗΣ ΗΜΕΡΙΔΑ «Διακυβέρνηση και καινοτομία: μοχλός αειφόρου ανάπτυξης, διαχείρισης και προστασίας των φυσικών πόρων» Τρίτη 22 Οκτωβρίου 2013 Μεταφορά Καινοτομίας και Τεχνογνωσίας σε Επίπεδο ΟΤΑ ΑΝΤΩΝΗΣ
ΙΚΤΥΟ ΟΙΝΟΠΟΙΩΝ ΝΟΜΟΥ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ
ΙΚΤΥΟ ΟΙΝΟΠΟΙΩΝ ΝΟΜΟΥ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ Το ίκτυο Οινοποιών Νοµού Ηρακλείου ιδρύθηκε ως αστική µη κερδοσκοπική εταιρεία τον Νοέµβριο του 2006 και αποτελεί την κύρια συλλογική, συγκροτηµένη και συντονισµένη έκφραση
Κατευθυντήριες Γραμμές του 2001 των Ηνωμένων Εθνών που αποσκοπούν στην δημιουργία ενός ευνοϊκού περιβάλλοντος για την ανάπτυξη των συνεταιρισμών
Κατευθυντήριες Γραμμές του 2001 των Ηνωμένων Εθνών που αποσκοπούν στην δημιουργία ενός ευνοϊκού περιβάλλοντος για την ανάπτυξη των συνεταιρισμών 1 2 Παράρτημα Σχέδιο κατευθυντήριων γραμμών που αποσκοπούν
ΔΗΜΟΣ ΚΑΒΑΛΑΣ. Τίτλος του έργου FORUM ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΗΣ ΣΤΗΡΙΞΗΣ Χρηματοδοτικά στοιχεία του έργου Επιχειρησιακό Πρόγραμμα ή Κοινοτική Πρωτοβουλία
ΔΗΜΟΣ ΚΑΒΑΛΑΣ Η Δημοτική Αναπτυξιακή Επιχείρηση Καβάλας υλοποιεί τις παρακάτω δράσεις στα πλαίσια του Επιχειρησιακού Προγράμματος της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας & Θράκης «ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ
Αειφόρος ανάπτυξη αλιευτικών περιοχών» του ΕΠΑΛ 2007-2013 (Leader)
Αειφόρος ανάπτυξη αλιευτικών περιοχών» του ΕΠΑΛ 2007-2013 (Leader) Αναμενέται σύντομα να προκυρηχθούν τοπικά προγράμματα Leader «Αειφόρου Ανάπτυξης Αλιευτικών Περιοχών», για τις περιοχές Εύβοιας και Χίου.
ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2014-2019 Επιτροπή Συνταγματικών Υποθέσεων 26.1.2016 ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ σχετικά με μια ετήσια πανευρωπαϊκή συζήτηση στο πλαίσιο της νομοθετικής έκθεσης πρωτοβουλίας σχετικά με τη θέσπιση
ΜΝΗΜΟΝΙΟ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ ΜΕΤΑΞΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΚΑΙ ΣΩΜΑΤΟΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΡΟΣΚΟΠΩΝ
EΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩN ΜΝΗΜΟΝΙΟ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ ΜΕΤΑΞΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΚΑΙ ΣΩΜΑΤΟΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΡΟΣΚΟΠΩΝ Στην Αθήνα, σήμερα 4 Ιουνίου 2008, το
N 3827/2010 (ΦΕΚ Α 30/25.2.2010) Κύρωση της Ευρωπαϊκής Σύμβασης του Τοπίου
Tίτλος : N 3827/2010 (ΦΕΚ Α 30/25.2.2010) Κύρωση της Ευρωπαϊκής Σύμβασης του Τοπίου N 3827/2010 (ΦΕΚ Α 30/25.2.2010) Κύρωση της Ευρωπαϊκής Σύμβασης του Τοπίου Άρθρο πρώτο Κυρώνεται και έχει την ισχύ, που
Συνδ Στρατηγικό όραμα της CITES: ΑΝΑΚΑΛΩΝΤΑΣ ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ την Απόφαση 13.1, που υιοθετήθηκε στην 13 η
Συνδ. 14.2 Στρατηγικό όραμα της CITES: 2008-2013 ΑΝΑΚΑΛΩΝΤΑΣ ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ την Απόφαση 11.1, που υιοθετήθηκε στην 11 η συνάντηση της Συνδιάσκεψης των Μερών (Gigiri, 2000), μέσω της οποίας η Συνδιάσκεψη υιοθέτησε
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΡΑΣΗΣ ΔΙΚΤΥΟΥ ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΙΡΕΤΩΝ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΡΑΣΗΣ ΔΙΚΤΥΟΥ ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΙΡΕΤΩΝ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ 2003-2005 Δύο χρόνια μετά την ιδρυτική του Συνέλευση το Δίκτυο, μέσα στα πλαίσια των αξόνων που αυτή έθεσε και με βάση τη μέχρι
15320/14 ΕΠ/γπ 1 DG E - 1 C
Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 13 Νοεμβρίου 2014 (OR. en) 15320/14 ΣΗΜΕΙΩΜΑ Αποστολέας: Αποδέκτης: CULT 127 TOUR 24 REGIO 123 RELEX 908 Επιτροπή των Μονίμων Αντιπροσώπων(1ο Τμήμα) Συμβούλιο
ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ ΜΑΘΗΜΑ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ
ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ ΜΑΘΗΜΑ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ 7 ο ΧΕΙΜΕΡΙΝΟ ΕΞΑΜΗΝΟ 2011-2012 ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ: ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ Σ. ΑΥΓΕΡΙΝΟΥ-ΚΟΛΩΝΙΑ, ΛΕΚΤΟΡΑΣ
ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΗΜΟΥ ΚΑΡΥΣΤΟΥ
ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΗΜΟΥ ΚΑΡΥΣΤΟΥ 2016-2020 ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ Α ΦΑΣΗΣ «ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ» ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Φύλο Άνδρας Γυναίκα Ηλικία 18-30 30-65 65- και πάνω Περιοχή Κατοικίας Προσωπικά Στοιχεία
Νησιώτικο περιβάλλον, Νησιωτική-Θαλάσσια χωροταξία και Βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη: Το ζήτημα της φέρουσας ικανότητας νησιωτικών περιοχών
ΝΗΣΙΩΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΓΑΛΑΖΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ ΠΕΙΡΑΙΑΣ, 26-27 ΜΑΙΟΥ 2017 Νησιώτικο περιβάλλον, Νησιωτική-Θαλάσσια χωροταξία και Βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη: Το ζήτημα της φέρουσας ικανότητας
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΥΝΟΧΗΣ 2014-2020
ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΒΙΩΣΙΜΗ ΑΣΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΥΝΟΧΗΣ 2014-2020 Οι νέοι κανόνες και η νομοθεσία που διέπουν τον επόμενο γύρο επένδυσης από την πολιτική συνοχής της ΕΕ για την περίοδο 2014-2020 υιοθετήθηκαν
ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ. Αναστασία Στρατηγέα. Ακριβή Λέκα Αγρονόμος Τοπογράφος Μηχανικός, Δρ. Ε.Μ.Π., Μέλος Ε.Δ.Ι.Π. Ε.Μ.Π.
ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΑΓΡΟΝΟΜΩΝ ΤΟΠΟΓΡΑΦΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ Ακριβή Λέκα Αγρονόμος Τοπογράφος Μηχανικός,
Τμήμα Συντήρησης Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης (676)
Τμήμα Συντήρησης Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης (676) Το Τμήμα Το Τμήμα με το νόμο 4521/2018 εντάχτηκε στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής μετά την κατάργηση του ΤΕΙ Αθήνας. Το Τμήμα Συντήρησης Αρχαιοτήτων
Η πολιτιστική κληρονομιά ως κοινωνικό κατασκεύασμα. Ιωάννα Καταπίδη, PhD, MSc Research Fellow, Birmingham University
Η πολιτιστική κληρονομιά ως κοινωνικό κατασκεύασμα Ιωάννα Καταπίδη, PhD, MSc Research Fellow, Birmingham University Περιεχόμενο διάλεξης Εννοιολογική προσέγγιση Κληρονομιά και αξίες Περιεχόμενο Ιστορική
Α Ρ Χ Ι Τ Ε Κ Τ Ο Ν Ι Κ Η Α Ν Α Λ Υ Σ Η Π Α Ρ Α Δ Ο Σ Ι Α Κ Ω Ν Κ Τ Ι Ρ Ι Ω Ν - Σ Υ Ν Ο Λ Ω Ν
1 Α Ρ Χ Ι Τ Ε Κ Τ Ο Ν Ι Κ Η Α Ν Α Λ Υ Σ Η Π Α Ρ Α Δ Ο Σ Ι Α Κ Ω Ν Κ Τ Ι Ρ Ι Ω Ν - Σ Υ Ν Ο Λ Ω Ν Έλενα Κωνσταντινίδου, Επ. Καθηγήτρια ΕΜΠ Σας καλοσωρίζουμε στο μάθημα της «Αρχιτεκτονικής ανάλυσης παραδοσιακού
ΤΙΤΛΟΣ: ΚΥΡΩΣΗ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΥΜΟΡΦΙΑΣ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΩΝ ΕΚΦΡΑΣΕΩΝ
NOMOΣ: 3520/2006 ΦΕΚ: Α 274/22.12.2006 ΤΙΤΛΟΣ: ΚΥΡΩΣΗ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΥΜΟΡΦΙΑΣ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΩΝ ΕΚΦΡΑΣΕΩΝ ***ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Σύμφωνα με την Ανακοίνωση Υπ.Εξωτ. Φ.0544/Μ.5848/ΑΣ.46/2007
Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 3 Νοεμβρίου 2017 (OR. en)
Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 3 Νοεμβρίου 2017 (OR. en) 12980/17 CULT 114 DIGIT 204 ΣΗΜΕΙΩΜΑ Αποστολέας: Αποδέκτης: Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου Επιτροπή των Μονίμων Αντιπροσώπων / Συμβούλιο
11 η Διάλεξη «ΔΟΟ ρύθμισης του διεθνούς εμπορίου»
ΤΕΙ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΚΑΣΤΟΡΙΑ ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΜΑΘΗΜΑ: Διεθνείς Οικονομικοί Οργανισμοί 11 η Διάλεξη «ΔΟΟ ρύθμισης του διεθνούς εμπορίου» ΠΟΕ - Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου. Ο Παγκόσμιος
ΝΕΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΟΥ ΕΤΟΥΣ
ΝΕΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΟΥ ΕΤΟΥΣ 2018-2019 Το πρόγραμμα σπουδών της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών ΕΜΠ καθορίζεται από τις γενικότερες απαιτήσεις της Ανώτατης Εκπαίδευσης, αλλά και από τις ειδικότερες
Εργαλεία ευνοϊκής χρηματοδότησης για την υποστήριξη των επενδύσεων στον πολιτιστικό τομέα
Σύνοψη Εργαλεία ευνοϊκής χρηματοδότησης για την υποστήριξη των επενδύσεων στον πολιτιστικό τομέα Στο παρόν έγγραφο γίνονται ορισμένες υποδείξεις σχετικά με ενδεχόμενες πηγές χρηματοδότησης, δημόσιες και
ΣΥΝΟΠΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ
Συνοπτικός πίνακας περιεχομένων 11 ΣΥΝΟΠΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ σελ. ΠΡΟΛΟΓΟΣ... 7 ΕΙΣΑΓΩΓH... 15 Α) Η Περιβαλλοντική παράμετρος της βιώσιμης ανάπτυξης... 17 Β) Η κοινοτική περιβαλλοντική πολιτική για
ΑΠΟΦΑΣΗ. 4. Την Α.Π. 14053/ΕΥΣ 1749/27.03.08 Υπουργική Απόφαση Συστήματος Διαχείρισης, όπως αυτή τροποποιήθηκε και ισχύει.
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΒΟΡΕΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΒΟΡΕΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ Ταχ. Δ/νση : 1ο χλμ Μυτιλήνης - Λουτρών Μυτιλήνη Ταχ.Κώδικας : 81100 Πληροφορίες : ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΧΑΤΖΕΛΛΗΣ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2004 2009 Επιτροπή Πολιτισμού και Παιδείας 2008/2226(INI) 16.12.2008 ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ σχετικά με τις καλλιτεχνικές σπουδές στην Ευρωπαϊκή Ένωση (2008/2226(INI)) Επιτροπή Πολιτισμού
Δημόσιο διάλογο θέλει η ΚΕΔΕ για τα απορρίμματα
MYOTA.GR Δημόσιο διάλογο θέλει η ΚΕΔΕ για τα απορρίμματα 15 Ιαν 2016 11:58 Τη στρατηγική αλλά και τα μοντέλα διαχείρισης που θα πρέπει να εφαρμοστούν σε αυτοδιοικητικό επίπεδο προκειμένου να αντιμετωπισθεί
ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΟΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ ΜΙΑ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΚΙΟΥΣΗΣ
1.1.1 Διαχείριση και αποκατάσταση των προβλημάτων ρύπανσης των υδάτων για ύδρευση και άρδευση, καθώς και των θαλάσσιων υδάτων
Σύμφωνα με τα υπ αριθμόν 1.Π.Δ 185/2007 ''Όργανα και διαδικασία κατάρτισης, παρακολούθησης και των επιχειρησιακών προγραμμάτων των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α) α' βαθμού'' με το οποίο καθορίστηκε
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, ΥΠΟΔΟΜΩΝ, ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΕΙΔΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΟΜΕΑΚΩΝ ΕΠ ΤΟΥ ΕΚΤ ΕΙΔΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ Ε.Π. "ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ, ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
ICOM και ΜΟΥΣΕΙΟΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ
ICOM ΔΙΕΘΝΕΣ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΜΟΥΣΕΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ Αγ.Ασωμάτων 15 ΑΘΗΝΑ 105 53 Τηλ./Fax: 210 3219414 www.otenet.gr/icom Email icom@otenet.gr ICOM και ΜΟΥΣΕΙΟΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ Το Διεθνές Συμβούλιο Μουσείων ιδρύθηκε
Συµβάσεις Συστάσεις Ψηφίσµατα Χάρτες Αρχές ιακηρύξεις. «Γιατί προστατεύουµε;» «Τί προστατεύουµε;» «Πώς προστατεύουµε;»
«Γιατί προστατεύουµε;» «Τί προστατεύουµε;» «Πώς προστατεύουµε;» Συµβάσεις Συστάσεις Ψηφίσµατα Χάρτες Αρχές ιακηρύξεις 1931 Συµπεράσµατα του Συνεδρίου των Αθηνών - Χάρτης των Αθηνών (1931) 1933 Συµπεράσµατα
Εγκύκλιος. Οδηγίες εφαρµογής του άρθρου 3 παρ. 1 περ. δ(x) του Ν. 3299/2004 ( επενδυτικά σχέδια δηµιουργίας χώρων κοινωνικών και πολιτιστικών
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΕΠΕΝ ΥΣΕΩΝ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΓΕΝΙΚΗ /ΝΣΗ Ι ΙΩΤΙΚΩΝ ΕΠΕΝ ΥΣΕΩΝ /ΝΣΗ ΕΓΚΡΙΣΗΣ & ΕΛΕΓΧΟΥ Ι ΙΩΤΙΚΩΝ ΕΠΕΝ ΥΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΕΙΔΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ Ε.Π. "ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ & ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗ" Ταχ. Δ/νση : Πιττακού 2-4 & Περιάνδρου Αθήνα Ταχ.Κώδικας : 10558
Ενότητα 1 ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ [ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ] 1.1. ΓΕΝΙΚΑ ΕΝΟΤΗΤΑ 1
Ενότητα 1 ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ 1.1. ΓΕΝΙΚΑ Τις τελευταίες δεκαετίες, σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο, καταγράφονται συστηματικές δράσεις Πολιτικής Προστασίας για την αποτελεσματική διαχείριση καταστροφών
H ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ ΠΑΡΑΓΩΝ ΕΞΙΣΟΡΡΟΠΗΣΗΣ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΑΝΑΓΚΩΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
H ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ ΠΑΡΑΓΩΝ ΕΞΙΣΟΡΡΟΠΗΣΗΣ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΑΝΑΓΚΩΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Συγγραφέας: ΑΛΕΦΑΝΤΗ ΑΘΗΝΑ Οι ισχύουσες συνταγματικές ρυθμίσεις αποβλέπουν στην προστασία
Πατούλης: Ουραγός η Ελλάδα στη διαχείριση των αστικών αποβλήτων
ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ Πατούλης: Ουραγός η Ελλάδα στη διαχείριση των αστικών αποβλήτων 15/01/201618:041 Εκτύπωση 0 FacebookTwitterGoogle+LinkedIn SHARES Η ΚΕΔΕ κάνει Νέο Ξεκίνημα στο δημόσιο διάλογο για το εθνικό
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΟΙ ΔΕΙΚΤΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΤΟΥ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΕΛΛΑΔΑ - ΚΥΠΡΟΣ 2007-2013
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΑΞΟΝΑΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ 1 «ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑ»... 2 ΑΞΟΝΑΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ 2 «ΦΥΣΙΚΟ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ»... 3 ΑΞΟΝΑΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ 3 «ΠΡΟΣΒΑΣΙΜΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΠΕΡΙΟΧΗΣ»... 4 ΑΞΟΝΑΣ