Διγλωσσία και Τραυλισμός

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "Διγλωσσία και Τραυλισμός"

Transcript

1 ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΙΤΑΛΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ Π.Μ.Σ. ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΓΛΩΣΣΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ Μεταπτυχιακή Διατριβή Διγλωσσία και Τραυλισμός Θεμελή Αθηνά ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

2 Τριμελής Συμβουλευτική Επιτροπή Επιβλέπων καθηγητής Ιωάννης Γαλαντόμος Επίκουρος Καθηγητής Πανεπιστημίου Αιγαίου Μέλη Εξεταστικής Επιτροπής Σταυρούλα Σταυρακάκη Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ) Γεωργία Ανδρέου Καθηγήτρια Πανεπιστημίου Θεσσαλίας 1

3 ΠΡΟΛΟΓΟΣ Το φαινόμενο της διγλωσσίας αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα ερευνητικά αντικείμενα κυρίως λόγω των πρακτικών εφαρμογών του. Είναι γεγονός ότι η πολυπολιτισμικότητα και η πολυγλωσσία (bilingualism) είναι φαινόμενα που επικρατούν τις τελευταίες δεκαετίες τόσο στην Ελλάδα όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο. Από το άλλο μέρος ένα φαινόμενο που εμφανίζεται αρκετά συχνά είναι και ο τραυλισμός (stuttering). Διαχρονικά έχει παρατηρηθεί η σύνδεση διγλωσσίας και τραυλισμού, αν και τα ερευνητικά δεδομένα δεν υποστηρίζουν απόλυτα αυτήν τη σύνδεση. Σκοπός της παρούσας μεταπτυχιακής διατριβής είναι η διερεύνηση της σχέσης της διγλωσσίας και του τραυλισμού. Το βασικό ερώτημα που κατήφθηνε την έρευνά μας είναι εάν οι δίγλωσσοι ομιλητές διαγιγνώσκονται με περισσότερες διαταραχές ομιλίας, όπως ο τραυλισμός. Η εκπόνηση της παρούσας μεταπτυχιακής διατριβής δεν θα ήταν εφικτή χωρίς την αρωγή πολλών ανθρώπων. Αρχικά, αισθάνομαι την ανάγκη να ευχαριστήσω τον επιβλέποντα καθηγητή μου κ. Ιωάννη Γαλαντόμο, Επίκουρο καθηγητή Γλωσσολογίας στο Τμήμα Μεσογειακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αιγαίου για τις πολύτιμες συμβουλές και επισημάνσεις του κατά τη διάρκεια διεξαγωγής της διπλωματικής μου εργασίας. Ένας άνθρωπος με πλούσια επιστημονική κατάρτιση και εξειδίκευση. Επίσης, οφείλω να εκφράσω τις θερμές μου ευχαριστίες στα μέλη της τριμελούς συμβουλευτικής επιτροπής και συγκεκριμένα στην κα. Σταυρούλα Σταυρακάκη και στην κα. Γεωργία Ανδρέου. Πολύτιμη ήταν και η βοήθεια της φίλης μου, Κωνσταντίνας, για τη στήριξη που μου προσέφερε σε όλη τη διάρκεια της συγγραφής της διπλωματικής μου εργασίας. Τέλος, ένα μεγάλο ευχαριστώ οφείλω να πω στην οικογένειά μου, η οποία με στηρίζει σε κάθε μου προσπάθεια και που χωρίς τη δική τους ψυχολογική και οικονομική υποστήριξη θα ήταν αδύνατη η ολοκλήρωση του συγκεκριμένου μεταπτυχιακού προγράμματος. Γι αυτόν τον λόγο, η εργασία μου αφιερώνεται σε αυτούς. 2

4 Στην οικογένειά μου... 3

5 Πίνακας περιεχομένων ΠΡΟΛΟΓΟΣ... 2 ΠΕΡΙΛΗΨΗ... 6 ABSTRACT... 6 ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 7 ΜΕΡΟΣ Α. Θεωρητική διερεύνηση ΔΙΓΛΩΣΣΙΑ Εισαγωγή Ορισμός διγλωσσίας Τυπολογία της διγλωσσίας Μορφές διγλωσσίας Το φαινόμενο της «διπλής ημιγλωσσίας» στην εκπαίδευση Χρονική ακολουθία-ποιοτική σχέση πρώτης και δεύτερης γλώσσας Γλωσσική ανάπτυξη και διγλωσσία Η δίγλωσση εκπαίδευση Ανακεφαλαίωση ΤΡΑΥΛΙΣΜΟΣ Εισαγωγή Ορισμός τραυλισμού Επιδημιολογικά στοιχεία Είδη τραυλισμού Αιτιολογία Τραυλισμού Οι γλωσσικοί παράγοντες στον τραυλισμό Συμπτωματολογία και χαρακτηριστικά του τραυλισμού Η αναπτυξιακή πορεία του τραυλισμού Η διάγνωση του τραυλισμού Θεραπευτική αντιμετώπιση του τραυλισμού σε παιδιά προσχολικής ηλικίας Θεραπευτική αντιμετώπιση του τραυλισμού σε παιδιά σχολικής ηλικίας Ανακεφαλαίωση ΔΙΓΛΩΣΣΙΑ ΚΑΙ ΤΡΑΥΛΙΣΜΟΣ Εισαγωγή Το Θεωρητικό υπόβαθρο της σχέσης διγλωσσίας και τραυλισμού ΜΕΡΟΣ Β. Η έρευνα Μεθοδολογία

6 4.0 Εισαγωγή Βιβλιογραφική ανασκόπηση κειμένων από το 2000 έως το Συζήτηση Συμπεράσματα Βιβλιογραφικές Αναφορές Ξενόγλωσση Βιβλιογραφία Ελληνόγλωσση Βιβλιογραφία

7 ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η παρούσα μεταπτυχιακή διατριβή έχει ως στόχο της τη διερεύνηση της σχέσης μεταξύ διγλωσσίας και τραυλισμού μέσω της βιβλιογραφικής ανασκόπησης ερευνητικών δεδομένων που παρήχθησαν κατά το διάστημα 2000 έως Τα δεδομένα που αποτέλεσαν αντικείμενο έρευνας παρουσιάζονται αντικρουόμενα, καθώς κάποιες μελέτες διαπίστωσαν ότι όντως υφίσταται σχέση ανάμεσα στη διγλωσσία και στον τραυλισμό, ενώ κάποιες άλλες όχι. Το ποσοστό εμφάνισης του τραυλισμού στις γλώσσες του δίγλωσσου ομιλητή εξαρτάται από την μεταξύ τους ομοιότητα. Η εκδήλωση του τραυλισμού ποικίλλει στον δίγλωσσο πληθυσμό, διότι τραυλικές συμπεριφορές είναι δυνατό να εντοπιστούν στη μία από τις δύο γλώσσες ή και στις δύο γλώσσες, αλλά με διαφορετικό τρόπο. Σ αυτό το πλαίσιο απαιτείται περισσότερη έρευνα, ώστε να εξαχθούν πιο ασφαλή συμπεράσματα. Λέξεις κλειδιά: Διγλωσσία, Τραυλισμός, Διαταραχές Λόγου, Διαταραχές Ομιλίας, αξιολόγηση, παρέμβαση ABSTRACT The aim of this thesis is to explore the relation between bilingualism and stuttering through the review of research data generated during the period 2000 to The data presented conflicting results while some studies showed that there is indeed a relation between bilingualism and stuttering and others showed no correlation between them. The incidence of stuttering in bilinguals depends on the similarity of languages. Furthermore, the manifestation of stuttering varies in the bilingual population while behaviors can be identified in one of two languages or in both languages, but in different ways. Finally, more data and research is needed in order to come up with better and more accurate results. Keywords: Bilingualism, Stuttering, Speech Disorders, Language disorders, Evaluation, intervention. 6

8 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η διγλωσσία σύμφωνα με την ASHA (2004) ορίζεται ως η ικανότητα χρήσης τουλάχιστον δύο γλωσσών από έναν ομιλητή. Η διγλωσσία συνιστά ένα σύνηθες και σύνθετο παγκόσμιο φαινόμενο με αποτέλεσμα να έχουν διατυπωθεί στη διεθνή βιβλιογραφία ποικίλοι ορισμοί και τυπολογίες. Από το άλλο μέρος έως και σήμερα δεν υφίστανται επαρκή ερευνητικά δεδομένα που να τεκμηριώνουν την συσχέτιση διγλωσσίας και τραυλισμού. Η δομή της παρούσας μεταπτυχιακής διατριβής είναι η ακόλουθη: Το πρώτο κεφάλαιο αποτελείται από τρία υποκεφάλαια και εστιάζει στο θεωρητικό υπόβαθρο της διγλωσσίας και του τραυλισμού. Ενδεικτικά, αποσαφηνίζεται η έννοια της διγλωσσίας, ενώ παρατίθενται οι διάφορες τυπολογίες που έχουν προταθεί γενικά σε σχέση με το συγκεκριμένο φαινόμενο. Επίσης, θα εξεταστεί ο ρόλος της διγλωσσίας στη γλωσσική ανάπτυξη. Στη συνέχεια του πρώτου κεφαλαίου θα αποσαφηνιστεί η έννοια του τραυλισμού, ενώ θα παρατεθούν οι διάφοροι τύποι του. Επιπλέον, θα περιγραφούν τα κύρια συμπτώματα του τραυλισμού και θα παρουσιαστούν τα κυριότερα διαγνωστικά εγχειρίδια, όπως DSM-IV. Τέλος, θα αναφερθεί αδρομερώς η σχέση διγλωσσίας και τραυλισμού. Στο δεύτερο κεφάλαιο, θα παρουσιαστούν τα ερευνητικά κείμενα που βρέθηκαν από το διάστημα 2000 έως 2016, ενώ στο τρίτο κεφάλαιο θα συζητηθούν και θα σχολιαστούν τα ευρήματα αυτά. 7

9 ΜΕΡΟΣ Α. Θεωρητική διερεύνηση 1. ΔΙΓΛΩΣΣΙΑ 1.0 Εισαγωγή Στο πρώτο μέρος θα θιγούν θέματα εισαγωγικής υφής για τη διγλωσσία. Ειδικότερα, στην ενότητα 1.1 θα αποσαφηνιστεί το περιεχόμενο του όρου διγλωσσία. Στην ενότητα 1.2 θα αναφερθεί η τυπολογία της διγλωσσίας. Στην ενότητα 1.3 θα τονιστεί η μορφολογία της διγλωσσίας, η οποία συστηματοποιείται σύμφωνα με τρία κριτήρια. Επίσης στην ενότητα 1.4 θα γίνει μια αναφορά στο φαινόμενο της «διπλής ημιγλωσσίας» στην εκπαίδευση και στην ενότητα 1.5 θα γίνει λόγος για τη χρονική ακολουθία και την ποιοτική σχέση της πρώτης και της δεύτερης γλώσσας. Στην ενότητα 1.6 θα γίνει αναφορά στις βασικές μορφές της γλωσσικής ανάπτυξης. Στην ενότητα 1.7 θα διερευνηθούν οι τύποι και οι στόχοι της δίγλωσσης εκπαίδευσης. 1.1 Ορισμός διγλωσσίας Η πολυπολιτισμικότητα και η πολυγλωσσία είναι φαινόμενα που επικρατούν τις τελευταίες δεκαετίες τόσο στην Ελλάδα όσο και στον κόσμο γενικότερα. Η διγλωσσία συνιστά ένα σύνηθες φαινόμενο, που έρχεται στην επιφάνεια, όταν έρχονται δυο γλώσσες σε επαφή. Εκ πρώτης όψεως μπορεί να ειπωθεί ότι το περιεχόμενο της διγλωσσίας είναι εύκολο να οριστεί. Έως και σήμερα έχουν διατυπωθεί ποικίλοι ορισμοί (Σέλλα- Μάζη, 2001). Στη διεθνή βιβλιογραφία οι ορισμοί της διγλωσσίας εμφανίζουν δύο κύριες κατευθύνσεις: α) οι ορισμοί που αναφέρονται στη γλωσσική ικανότητα του άτομου (στους οποίους τονίζεται η γλωσσολογική διάσταση) β) οι ορισμοί που αναφέρονται στην λειτουργικότητα της διγλωσσίας (όπου η έμφαση αποδίδεται σε ψυχο-κοινωνικο-γλωσσολογικά κριτήρια) (Ftenakis 1981, Ftenakis et al. 1985). Με βάση τη γλωσσολογική θεώρηση, η έμφαση αποδίδεται στον βαθμό γνώσης δύο γλωσσών. Έτσι, ο Haugen ορίζει ότι «δίγλωσσο είναι ένα άτομο από τη στιγμή που μπορεί ολοκληρωμένα και με ορθό και εννοιολογικό περιεχόμενο να εκφραστεί 8

10 στη δεύτερη γλώσσα» (1956: 10). Στο πλαίσιο της ψυχο-κοινωνικο-γλωσσολογικής θεώρησης, η έμφαση αποδίδεται στον τρόπο, χρόνο και αιτία χρήσης των δύο γλωσσών (Skutnabb-Kangas & Toukomana 1977). Σύμφωνα με τα προαναφερθέντα δεν είναι εφικτή η διατύπωση ενός ορισμού της διγλωσσίας που να είναι καθολικά αποδεκτός. Για αυτό τον λόγο στην παρούσα εργασία θα υιοθετηθεί ο ορισμός των Roberts & Shenker (2007), σύμφωνα με τον οποίο η διγλωσσία αναφέρεται στον βαθμό γλωσσικής ικανότητας σε περισσότερες από μια γλώσσες και μπορεί να συμπεριλαμβάνει και την πολυγλωσσία. Επιπλέον, η διγλωσσία περιγράφεται ως μια συνεχής διαδικασία, κατά την οποία η ικανότητα σε κάθε γλώσσα ποικίλλει μεταξύ γραπτής και ακουστικής έκφρασης και κατανόησης. 1.2 Τυπολογία της διγλωσσίας Η Τριάρχη-Herrmann (2000) προσπάθησε να συστηματοποιήσει τις διαφορετικές μορφές της διγλωσσίας χρησιμοποιώντας τρία κριτήρια: 1. Κριτήρια εκμάθησης /κατάκτησης, τα οποία αναφέρονται στην ηλικία κατά την οποία πραγματοποιήθηκε η κατάκτηση της δεύτερης γλώσσας ή ο τρόπος με τον οποίο το παιδί έμαθε και κατάκτησε τη δεύτερη γλώσσα. 2. Γλωσσολογικά κριτήρια, τα οποία αναφέρονται πρώτον, στον τρόπο που συνδέονται τα γλωσσικά σύμβολα και οι σημασιολογικές έννοιες και δεύτερον, στο επίπεδο ανάπτυξης και των δύο γλωσσών από έναν ομιλητή. 3. Κριτήρια επίδρασης στην ανάπτυξη του ατόμου, τα οποία αναφέρονται στις επιπτώσεις της διγλωσσίας στη γνωστική, στην κοινωνική και στη συναισθηματική διαμόρφωση του ατόμου (σελ ). 1.3 Μορφές διγλωσσίας Μορφές διγλωσσίας σύμφωνα με τις συνθήκες κατάκτηση της δεύτερης γλώσσας Ο McLaughlin, 1978 (όπως αναφέρεται στην Τριάρχη-Herrmann, 2000) διαχωρίζει τη διγλωσσία με βάση την ηλικία που κατακτήθηκε η δεύτερη γλώσσα σε ταυτόχρονη 9

11 και διαδοχική διγλωσσία. Η ταυτόχρονη διγλωσσία ή εναλλακτικά γνήσια διγλωσσία εμφανίζεται αμέσως μετά τη γέννηση του παιδιού, όταν το παιδί έρχεται σε επαφή και με τις δυο γλώσσες ταυτόχρονα. Αυτό παρατηρείται είτε επειδή οι γονείς έχουν δυο διαφορετικά γλωσσικά υπόβαθρα είτε γιατί στο άμεσο περιβάλλον του παιδιού (π.χ. το νηπιαγωγείο) χρησιμοποιείται άλλη γλώσσα από αυτή της οικογένειας. Κύριο χαρακτηριστικό της ταυτόχρονης διγλωσσίας είναι ότι τα παιδιά δεν μπορούν να διαχωρίσουν τη μητρική από τη δεύτερη γλώσσα. Στη συνέχεια η διαδοχική διγλωσσία εμφανίζεται, όταν έχει ήδη κατακτηθεί καλά η μητρική γλώσσα, δηλαδή γύρω στην ηλικία των τριών ετών. Η διαδοχική διγλωσσία έρχεται στο προσκήνιο εξαιτίας της μετανάστευσης. Με βάση την ηλικία κατάκτησης της δεύτερης γλώσσας η διγλωσσία διακρίνεται σε πρώιμη και μεταγενέστερη. Η πρώιμη διγλωσσία αναφέρεται στην κατάσταση κατά την οποία η δεύτερη γλώσσα (Γ2) κατακτάται στην προεφηβική ηλικία, ενώ η μεταγενέστερη διγλωσσία, όταν η δεύτερη γλώσσα κατακτάται στην εφηβική ηλικία ή και μεταγενέστερα αυτής. Με βάση τον τρόπο κατάκτησης της δεύτερης γλώσσας η διγλωσσία διακρίνεται σε φυσική και πολιτισμική (Skutnabb-Kangas & Toukomma,1976, σελ.12). Σύμφωνα με τον Anders 1990 (όπως αναφέρεται στη Τριάρχη-Herrmann, 2000) η φυσική διγλωσσία αναφέρεται στην αβίαστη απόκτηση της δεύτερης γλώσσας μέσα από την καθημερινή συνδιαλλαγή με τους φυσικούς ομιλητές. Αντίθετα, η πολιτισμική ή εναλλακτικά κατευθυνόμενη διγλωσσία αναφέρεται στην εκμάθηση της δεύτερης γλώσσας μέσω κατευθυνόμενης μάθησης (φροντιστηριακό μάθημα). Μορφές διγλωσσίας σύμφωνα με γλωσσολογικά κριτήρια Σύμφωνα με τον Weinreich (1952), οι τύποι της διγλωσσίας με βάση τα γλωσσολογικά κριτήρια είναι οι ακόλουθοι τρεις: - Συντονισμένη διγλωσσία - Συνθετική διγλωσσία - Εξαρτημένη διγλωσσία Στη συντονισμένη διγλωσσία πραγματοποιείται μια ξεχωριστή απομνημόνευση των γλωσσικών συμβόλων και η αντίστοιχη εννοιολογική τους σημασία στις δυο 10

12 γλώσσες. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να έχουν κατακτηθεί οι δύο γλώσσες σε δυο ξεχωριστούς κοινωνικούς χώρους από το δίγλωσσο άτομο. Στην συνθετική διγλωσσία εντοπίζεται μια ξεχωριστή υιοθέτηση των γλωσσικών συμβόλων, δηλαδή των λέξεων και στις δύο γλώσσες, αλλά όχι η σημασία τους. Ο συγκεκριμένος τύπος διγλωσσίας διαμορφώνεται, όταν στο άμεσο περιβάλλον του δίγλωσσου ατόμου χρησιμοποιούνται εναλλακτικά οι δύο γλώσσες από το ίδιο το άτομο στην ίδια κατάσταση. Η εξαρτημένη διγλωσσία γίνεται με τη βοήθεια της ήδη κατακτημένης γλώσσας, δηλαδή της πρώτης, ώστε το άτομο να κατακτήσει τη δεύτερη γλώσσα. Η πραγματοποίηση του συγκεκριμένου τύπου διγλωσσίας πραγματοποιείται στο πλαίσιο ενός μαθήματος, παραδείγματος χάρη σχολικού ή φροντιστηριακού. Σ αυτή τη μορφή της διγλωσσίας υποτάσσονται οι δομές της δεύτερης γλώσσας στις δομές της μητρικής γλώσσας. Μορφές διγλωσσίας σύμφωνα με ψυχο-κοινωνικο-γλωσσικά κριτήρια Ο Lambert (1975) χρησιμοποιεί το κριτήριο «επίδραση» που έχει η διγλωσσία στην παιδική ηλικία του παιδιού στους αναπτυξιακούς τομείς του δίγλωσσου ομιλητή και συμπεριλαμβάνοντας εξίσου τα κοινωνικά και ατομικά στοιχεία, διαφοροποιεί τη διγλωσσία σε προσθετική και αφαιρετική. Στην προσθετική διγλωσσία παρατηρείται μια θετική συμβολή της διγλωσσίας στην ανάπτυξη και στην προσωπικότητα του παιδιού. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αποκτά ο δίγλωσσος ομιλητής ένα σύνολο γνωστικών, συναισθηματικών και κοινωνικών δεξιοτήτων εξαιτίας της διαρκούς επαφής με το δίγλωσσο-διαπολιτισμικό περιβάλλον. Οι παραπάνω ικανότητες διαμορφώνουν θετικά την ανάπτυξη της μητρικής, αλλά και της δεύτερης γλώσσας. Στη συνέχεια η αφαιρετική διγλωσσία, σύμφωνα με τον Lambert, εμφανίζεται στον δίγλωσσο πολιτισμό εξαιτίας της πίεσης από τις απαιτήσεις του κοινωνικού περιβάλλοντος. Αυτό συμβαίνει από τα πρώτα χρόνια της ζωής του παιδιού λόγω της διαρκούς χρήσης της δεύτερης γλώσσας με αποτέλεσμα η μητρική γλώσσα να παραγκωνίζεται και κατ επέκταση να μην αναπτύσσεται σωστά η δεύτερη γλώσσα. Ο συγκεκριμένος τύπος διγλωσσίας παρουσιάζεται τις περισσότερες φορές σε παιδιά μειονοτήτων. Η πλειονότητα του περιβάλλοντος δεν αξιολογεί θετικά τη γλώσσα και τον πολιτισμό αυτών των παιδιών, που οδηγεί στη εμφάνιση του φαινομένου της «διπλής ημιγλωσσίας». 11

13 1.4 Το φαινόμενο της «διπλής ημιγλωσσίας» στην εκπαίδευση Το φαινόμενο της «διπλής ημιγλωσσίας» παρουσιάζεται πρώτη φορά κατά την έναρξη της σχολικής ζωής του παιδιού, καθώς καλείται να χρησιμοποιήσει στον προφορικό και γραπτό του λόγο αφηρημένες έννοιες. Αυτό παρατηρείται, επειδή η γλωσσική ικανότητα του δίγλωσσου παιδιού δεν αναπτύσσεται με βάση την ηλικία του. Διαπιστώνεται, λοιπόν, μια καθυστέρηση στην ανάπτυξη των γλωσσικών διαδικασιών και πολλές φορές κιόλας δεν υπάρχει ολοκλήρωση της γλωσσικής ανάπτυξης του παιδιού. Κατά την σχολική ζωή, το παιδί τελειοποιεί και ολοκληρώνει το φωνολογικό, γραμματικό και σημασιολογικό γλωσσικό επίπεδο. Αυτό πραγματοποιείται με βάση των ερεθισμάτων που λαμβάνει από την φοίτησή του στο σχολείο και βασίζεται, βεβαίως, στις ήδη κατεκτημένες γνωστικές ικανότητες. Ιδιαίτερα σημαντικές εξελίξεις λαμβάνουν χώρα στο σημασιολογικό και στο γραμματικό επίπεδο. Ένα εμπλουτισμένο λεξιλόγιο με αφηρημένες έννοιες αποκτάται από το κάθε παιδί, στο οποίο βασίζει τις μορφολογικές και συντακτικές γλωσσικές δομές, μέσα από τα ερεθίσματα που λαμβάνει κατά την φοίτησή του σχολείο. Παρ όλα αυτά, όταν το σχολείο χρησιμοποιεί έναν γλωσσικό κώδικα, ο οποίος δεν έχει αναπτυχθεί πλήρως από το παιδί, ώστε να μπορεί να αποκωδικοποιήσει τα διάφορα μηνύματα που λαμβάνει, αυτό έχει ως συνέπεια να αντιμετωπίζει καθημερινές εκπαιδευτικές διαδικασίες, τις οποίες αδυνατεί να αντιμετωπίσει. Ταυτόχρονα, η φροντίδα που λαμβάνει το παιδί από το οικογενειακό και το φιλικό του περιβάλλον δεν είναι αυτή που αρμόζει, ώστε να αναπτυχθούν οι κατάλληλες γλωσσικές ικανότητες. Τέλος, ο μαθητής σύμφωνα με τις υπάρχουσες περιβαλλοντικές συνθήκες κινδυνεύει να αποτύχει στο γλωσσικό στάδιο της τελειοποίησης της γλωσσικής του ικανότητας. Τα παραπάνω θα επιφέρουν επιπτώσεις τόσο στη σχολική επίδοση και στη διαμόρφωση της προσωπικότητάς του όσο και στη μετέπειτα επαγγελματική του αποκατάσταση. 1.5 Χρονική ακολουθία-ποιοτική σχέση πρώτης και δεύτερης γλώσσας Όπως αναφέρθηκε στις παραπάνω ενότητες, ένα άτομο κατακτά και μαθαίνει τις γλώσσες παράλληλα ή σε χρονική ακολουθία. Αφενός, η σειρά κατάκτησης/εκμάθησής τους και αφετέρου η θέση τους μέσα στη γλωσσική πρακτική 12

14 καθιστούν τις γλώσσες τεχνικά και ποιοτικά πρώτες και δεύτερες. Υπάρχει διαφορετική προσέγγιση των εννοιών πρώτης και δεύτερης γλώσσας σε καταστάσεις διγλωσσίας και διαφορετική σε καταστάσεις μονογλωσσίας. Στην πρώτη προσέγγιση περιγράφονται οι έννοιες πρώτη και δεύτερη γλώσσα τόσο ως χρονική ακολουθία όσο και ως ποιοτική σχέση. Σύμφωνα με την εισαγωγική βιβλιογραφία παρατηρήθηκαν δύο βασικές κατηγοριοποιήσεις διγλωσσίας: Πρώτον, αυτή που αναπτύσσεται μέσω χρονικής ακολουθίας στην κατάκτηση των γλωσσών, δηλαδή πρώτα το παιδί κατακτάει την πρώτη γλώσσα και μετά ακολουθεί η άλλη. Ο δίγλωσσος ομιλητής οδηγείται στην ανάπτυξη δύο ξεχωριστών γλωσσικών συστημάτων, τα οποία πρέπει να τα συντονίσει μεταξύ τους. Δεύτερον, γίνεται λόγος στην ύπαρξη της διγλωσσίας που αναπτύσσεται μέσω της ταυτόχρονης συνδυαστικής κατάκτησης των γλωσσών, δηλαδή το παιδί κατακτάει και τις δύο γλώσσες συγχρόνως. Σ αυτήν την περίπτωση, ο δίγλωσσος ομιλητής αναπτύσσει ένα γλωσσικό σύστημα, το οποίο αποτελείται από την σύνθεση δύο γλωσσικών συστημάτων. Ένα δίγλωσσο παιδί εξαρτάται αν θα κατακτήσει πρώτα τη μία γλώσσα και μετά την άλλη ή και τις δύο παράλληλα από τις επιλογές των γονέων και από τις εκάστοτε εξωτερικές συνθήκες. Η πρώτη γλώσσα που κατακτάει το παιδί ονομάζεται αλλιώς και ως μητρική. Είναι λογικό ένα δίγλωσσο παιδί να παραμερίσει μία από τις δύο γλώσσες λόγω ανάγκης προσαρμογής στις εξωτερικές συνθήκες. Ενδέχεται, η πρώτη γλώσσα του παιδιού να παραγκωνιστεί από τη χρονικά δεύτερη γλώσσα, εδραιώνοντας έτσι τη χρονικά δεύτερη γλώσσα, ποιοτικά πρώτη γλώσσα (Σκούρτου, 2011). Επιπλέον, η μητρική γλώσσα θεωρείται ότι είναι μία και μοναδική σε μια κουλτούρα μονογλωσσίας, ενώ αντιθέτως σε μια κουλτούρα πολυγλωσσίας η μητρική γλώσσα δεν είναι μια και μοναδική (Toulasiewicz & Adams, 1998). Σε περίπτωση που ένα δίγλωσσο παιδί έχει δύο μητρικές γλώσσες είναι όταν από την αρχή της ζωής του επικοινωνεί με τους άλλους μέσω δύο γλωσσών. Κρίνεται απαραίτητο να τονιστεί το γεγονός ότι η διγλωσσία ως χρονική ακολουθία σχετίζεται άμεσα με την ηλικία των παιδιών. Υπάρχει άμεση σχέση μεταξύ ηλικίας και του τρόπου που μαθαίνει ή κατακτάει το άτομο μια γλώσσα. Είναι γνωστό ότι οι ενήλικες μαθαίνουν μια δεύτερη γλώσσα, εφόσον έχουν κατακτήσει πλήρως τη μητρική τους γλώσσα. Ενώ τα παιδιά μαθαίνουν ή κατακτούν τις γλώσσες σε ακολουθία ή παράλληλα, ανάλογα με την ηλικία τους. Όσο μικρότερο ηλικιακά 13

15 είναι ένα παιδί τόσο πιθανότερο είναι να κατακτήσει τις γλώσσες του συγχρονικά και με έμμεσο τρόπο. Δηλαδή, ένα παιδί επικοινωνεί με συνομηλίκους και ενήλικες χρησιμοποιώντας ως εργαλείο επικοινωνίας μία ή περισσότερες γλώσσες ως αναπόσπαστο κομμάτι της συγκεκριμένης δραστηριότητας. Από την άλλη πλευρά, οι ενήλικες έχοντας την ανάλογη γλωσσική εμπειρία, την οποία και χρησιμοποιούν ασυνείδητα για την εκμάθηση των επόμενων γλωσσών. Έτσι, είναι φυσικό ότι ο ενήλικας έχει ως βάση τη γνώση της μητρικής του γλώσσας, για να μάθει μετέπειτα μια επόμενη. Καταληκτικά, συμπεραίνεται ότι η ορολογία «κατάκτηση μιας γλώσσας» συνδέεται με μικρές ηλικίες παιδιών και η ορολογία «εκμάθηση μιας γλώσσας» με μεγαλύτερες ηλικίες και σαφώς με την σχολική εκπαίδευση. Σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, η χρονική ακολουθία αναφέρεται στην κατάκτηση/εκμάθηση της πρώτης γλώσσας. Πρώτα το παιδί κατακτά τη γλώσσα και μετά επέρχεται η συστηματική της εκμάθηση. Στη δεύτερη γλώσσα επισημαίνεται η αντίστροφη διαδικασία: εκμάθηση/κατάκτηση. Η εκμάθηση της δεύτερης ή ξένης γλώσσας δεν είναι σίγουρο ότι θα εξελιχθεί σε κατάκτηση, αφού η ξένη γλώσσα μαθαίνεται, για να χρησιμοποιηθεί από το άτομο στο μέλλον. Καταληκτικά, το κοινό χαρακτηριστικό της πρώτης και της δεύτερης γλώσσας είναι, ανεξάρτητα από την σειρά κατάκτησης/εκμάθησης, ότι επιτρέπουν στον δίγλωσσο ομιλητή να επικοινωνεί συμπληρώνοντας η μία γλώσσα την άλλη (Σκούρτου,2011). 1.6 Γλωσσική ανάπτυξη και διγλωσσία Το άτομο μπορεί να κατακτήσει μια δεύτερη γλώσσα σε διαφορετικές ηλικίες και με πολλούς τρόπους. Όπως έχει τονιστεί προηγουμένως, μπορεί ταυτόχρονα από την γέννησή του να έρθει σε επαφή με μια δεύτερη γλώσσα, η οποία αναπτύσσεται παράλληλα με τη μητρική γλώσσα. Το άτομο έρχεται σε επαφή με την δεύτερη γλώσσα, αφού πρώτα έχει ολοκληρωθεί η ανάπτυξη της μητρικής γλώσσας. Η κατάκτηση μιας δεύτερης γλώσσας μπορεί να πραγματοποιηθεί είτε μέσω ενός φροντιστηριακού μαθήματος είτε μέσω της άμεσης επαφής με τους φυσικούς ομιλητές. Συνεπώς, η κατάκτηση μιας δεύτερης ή τρίτης γλώσσας εξαρτάται από τον χρόνο και τον τρόπο, οι οποίοι επηρεάζουν τη γλωσσική διαδικασία και τον βαθμό κατάκτησης της γλωσσικής ικανότητας (Τριάρχη, 2000). Ο Wode (1993) αναφέρει τέσσερις βασικές μορφές γλωσσικής ανάπτυξης: 14

16 1. Μονόγλωσση γλωσσική ανάπτυξη, όπου γίνεται κατάκτηση της πρώτης γλώσσας. 2. Πολύγλωσση γλωσσική ανάπτυξη, στην οποία το άτομο κατακτάει ταυτόχρονα δύο γλώσσες ως πρώτη γλώσσα. 3. Φυσική κατάκτηση μιας δεύτερης γλώσσας, στην οποία το άτομο κατακτάει μια δεύτερη γλώσσα μέσω της άμεσης επαφής με τους φυσικούς ομιλητές της γλώσσας, αφού πρώτα έχει ολοκληρωθεί η ανάπτυξη της μητρικής γλώσσας. 4. Εκμάθηση μιας ξένης γλώσσας, όπου το άτομο μαθαίνει μια δεύτερη ξένη γλώσσα μέσω της βοήθειας ενός φροντιστηριακού μαθήματος. Η Τριάρχη (2000) προσθέτει και άλλη μια πέμπτη μορφή γλωσσικής ανάπτυξης, την οποία ο Klein (1984) ονομάζει «επανακατάκτηση» μια γλώσσας. Σ αυτήν τη μορφή γλωσσικής ανάπτυξης το άτομο προσπαθεί να έρθει ξανά σε επαφή και να κατακτήσει μια γλώσσα, με την οποία έπαψε να ασχολείται ενεργά το τελευταίο διάστημα. Τέλος, ο Klein (1984) υποστηρίζει ότι παρόλο που ένα άτομο έχει σταματήσει να χρησιμοποιεί μια γλώσσα για μεγάλο χρονικό διάστημα, δεν σημαίνει ότι έπαψε αυτή η γλώσσα να είναι αποθηκευμένη στην μνήμη και στον εγκέφαλο του ατόμου. Η ταυτόχρονη και η διαδοχική δίγλωσση γλωσσική ανάπτυξη Οι δημοφιλέστερες εμφανιζόμενες μορφές γλωσσικής ανάπτυξης σχετικά με την κατάκτηση της δεύτερης γλώσσας είναι: - Η ταυτόχρονη δίγλωσση γλωσσική ανάπτυξη ή η δίγλωσση ανάπτυξη. - Η διαδοχική δίγλωσση γλωσσική ανάπτυξη ή η κατάκτηση/εκμάθηση μιας δεύτερης γλώσσας (Τριάρχη,2000). Σύμφωνα με τον Klein (1984) το παιδί από την στιγμή που γεννιέται έρχεται σε επαφή με δύο ή τρεις γλώσσες και μέσω αυτών των γλωσσών διαμορφώνεται η γνωστική και η συναισθηματική του ανάπτυξη και η κοινωνικοποίηση του. Ο λόγος ύπαρξης αυτής της ταυτόχρονης γλωσσικής ανάπτυξης είναι είτε γιατί το παιδί μεγαλώνει με δύο γονείς, οι οποίοι μιλούν δύο διαφορετικές γλώσσες είτε διαφέρει η γλώσσα που μιλάνε οι γονείς στο σπίτι με τη γλώσσα της κοινωνίας. Με την πάροδο του χρόνου, τις περισσότερες φορές, μία είναι η γλώσσα που κυριαρχεί στο 15

17 περιβάλλον του παιδιού, η οποία αναπτύσσεται γρηγορότερα και στη συνέχεια ακολουθούν οι υπόλοιπες γλώσσες. Επιπλέον, υπάρχουν πέντε διαφορετικές δυνατότητες σύμφωνα με τον Hoffmann (1991), με τις οποίες μπορεί να πραγματοποιηθεί μια ταυτόχρονη δίγλωσση γλωσσική ανάπτυξη: 1 η δυνατότητα: Το παιδί ανήκει σε μια δίγλωσση οικογένεια. 2 η δυνατότητα: Οι γονείς του παιδιού είναι μετανάστες σε μια ξένη χώρα. 3 η δυνατότητα: Οι γονείς του παιδιού αποδήμησαν για πάντα από την πατρίδα τους. 4 η δυνατότητα: Το παιδί έχει συνεχή επαφή με άλλη γλωσσική ομάδα της πολυγλωσσικής κοινωνίας στην οποία ζει. 5 η δυνατότητα: Το παιδί φοιτά σε ένα δίγλωσσο παιδικό σταθμό ή νηπιαγωγείο (Τριάρχη,2000,σελ.90). Στη συνέχεια έρχεται να προστεθεί η δεύτερη μορφή γλωσσικής ανάπτυξης, η διαδοχική κατάκτηση μιας δεύτερης γλώσσας. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, το παιδί έχει κατακτήσει πλήρως τη γλωσσική ανάπτυξη της πρώτης γλώσσας και σιγά σιγά αρχίζει να μαθαίνει μια δεύτερη γλώσσα. Υπάρχει, λοιπόν, μια μητρική/πρώτη γλώσσα (Γ1) και μια δεύτερη γλώσσα (Γ2). Μέχρι στιγμής δεν υπάρχει σύγκλιση απόψεων ως προς το χρονικό όριο που ολοκληρώνεται η πρώτη γλωσσική ανάπτυξη. Ορισμένοι ερευνητές θεωρούν ως χρονικό όριο το τέλος της εφηβείας και άλλοι το τρίτο έτος της ηλικίας του παιδιού, καθώς τότε το παιδί έχει κατακτήσει τις βάσεις της γλωσσικής ικανότητας της πρώτης γλώσσας (Γ1). Η γλωσσική ανάπτυξη μονόγλωσσων και δίγλωσσων παιδιών Κοινό πεδίο ερευνών μέχρι στιγμής αποτελεί το ζήτημα αν διαφέρει η ταυτόχρονη κατάκτηση δύο γλωσσών με την γλωσσική ανάπτυξη των μονόγλωσσων παιδιών. Μέσα από έρευνες και διαχρονικές μελέτες, οι ερευνητές διαπιστώνουν ότι υπάρχουν ομοιότητες ως προς την γλωσσική ανάπτυξη των μονόγλωσσων και των δίγλωσσων παιδιών. Η μονόγλωσση γλωσσική ανάπτυξη έχει τους ίδιους κανόνες και την ίδια διαδικασία, όπως και η ταυτόχρονη δίγλωσση εκπαίδευση. Πιο συγκεκριμένα, μέσα από μια διαχρονική μελέτη των Padilla και Liebman (1975), οι οποίοι μελέτησαν δίγλωσσα παιδιά, φυσικοί ομιλητές αγγλικής και ισπανικής γλώσσας, διαπίστωσαν ότι η δίγλωσση γλωσσική ανάπτυξη διαμορφώνεται 16

18 όπως η γλωσσική ανάπτυξη των μονόγλωσσων παιδιών. Ο Oskar (1984) τονίζει ότι οι πρώτες λέξεις των δίγλωσσων παιδιών εμφανίζονται χρονικά, όπως και στα μονόγλωσσα παιδιά, αλλά ένα δίγλωσσο παιδί αναπτύσσει πιο νωρίς την αφαιρετική του σκέψη. Πρώτα το παιδί αρχίζει να κατακτά τα εύκολα φωνήματα του γλωσσικού περιβάλλοντος και αργότερα τα πιο δύσκολα. Ακόμη, ένα δίγλωσσο παιδί αρχίζει να αρθρώνει πρώτα τις εύκολες λέξεις και να χρησιμοποιεί απλούς μορφολογικούς και συντακτικούς τύπους και στην συνέχεια εμφανίζεται η χρήση των δευτερευουσών προτάσεων. Η υπεργενίκευση διάφορων εννοιών παρατηρείται και στη μονόγλωσση και στη δίγλωσση γλωσσική ανάπτυξη. Παρ όλα αυτά, δεν πρέπει να παραλειφθεί το γεγονός ότι η ταυτόχρονη δίγλωσση γλωσσική ανάπτυξη αποτελεί μια πιο πολύπλοκη διαδικασία. Ένα δίγλωσσο παιδί πρέπει να μάθει παράλληλα και προσθετικά το σημασιολογικό, το συντακτικό και το μορφολογικό σύστημα δύο διαφορετικών γλωσσών. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, το δίγλωσσο παιδί να κατακτά την γλωσσική του ικανότητα μέσω μιας ποσοτικής αλλά και ποιοτικής γλωσσικής διαδικασίας. Μια επιπλέον διαδικασία που έχει παρατηρηθεί αναφορικά με τη γλωσσική ανάπτυξη των δίγλωσσων παιδιών είναι ότι γίνεται μια προσπάθεια αποφυγής κατάταξης γλωσσικών στοιχείων της μιας γλώσσας στο γλωσσικό σύστημα της άλλης, ώστε να υπάρχει μια ισορροπία στη ανάπτυξη των δύο γλωσσικών συστημάτων. Σύμφωνα με τα παραπάνω υποστηρίζεται ότι η γλωσσική ανάπτυξη ενός δίγλωσσου παιδιού μπορεί να καθυστερήσει σε σχέση με αυτή του μονόγλωσσου και συγκεκριμένα να υπάρξει καθυστέρηση στη γλωσσική ανάπτυξη της μιας από τις δυο γλώσσες και τέλος, να υπάρξουν καθυστερήσεις στις διάφορες αναπτυξιακές φάσεις τους ενός ή του άλλου γλωσσικού συστήματος. Καταληκτικά, βάσει της βιβλιογραφίας και των ερευνών, αποδεικνύεται ότι η γλωσσική ανάπτυξη των δίγλωσσων παιδιών διαμορφώνεται ουσιαστικά με άλλο τρόπο από τη μονόγλωσση. Όμως, η πλειονότητα των δίγλωσσων παιδιών μαθαίνει δύο διαφορετικά γλωσσικά συστήματα στο ίδιο χρονικό διάστημα, όπως και τα μονόγλωσσα παιδία χωρίς να υπάρχουν αξιοσημείωτα προβλήματα (Τριάρχη Β., 2000). Το μοντέλο των Volterra και Taeschner Οι Volterra και Taeschner (1978) ανέπτυξαν ένα μοντέλο δίγλωσσης γλωσσικής ανάπτυξης, το οποίο έχει ως θεωρητικό πλαίσιο την υπόθεση ενός κοινού γλωσσικού 17

19 συστήματος. Το μοντέλο αυτό περιγράφει τις φάσεις ανάπτυξης του γλωσσικού συστήματος των δίγλωσσων παιδιών, το οποίο χωρίζεται σε τρεις αναπτυξιακές βαθμίδες: 1 η βαθμίδα Το παιδί έως την ηλικία των δύο ετών έχει διαμορφώσει ένα κοινό γλωσσικό σύστημα και από τις δύο γλώσσες. Το παιδί χρησιμοποιεί μια κοινή λέξη και για τις δύο γλώσσες για την κάθε έννοια. Στην αρχή της γλωσσικής του ανάπτυξης έχει ένα κοινό λεξιλόγιο και για τις δύο γλώσσες, το οποίο με την πάροδο του χρόνου θα διαφοροποιηθεί σε δύο χωριστά σημασιολογικά συστήματα. 2 η βαθμίδα Το παιδί στην ηλικία δύο-τριών ετών έχει αναπτύξει δυο διαφορετικά σημασιολογικά επίπεδα για τις δύο γλώσσες. Συγκεκριμένα, έχει ομαδοποιήσει και κατηγοριοποιήσει τις λέξεις από την κάθε γλώσσα και μπορεί να μεταπηδά από τη μία στην άλλη γλώσσα χρησιμοποιώντας τις κατάλληλες λέξεις. Όμως, το παιδί χρησιμοποιεί ένα κοινό γραμματικό σύστημα και για τις δύο γλώσσες, ως προς το μορφολογικό και συντακτικό τομέα. 3 η βαθμίδα Το παιδί μετά την ηλικία των τριών ετών έχει αναπτύξει δύο ξεχωριστά σημασιολογικά και γραμματικά συστήματα για τις δύο γλώσσες. Κατανοεί τα δύο διαφορετικά συστήματα και τα λάθη που κάνει και σιγά σιγά κατακτά το μορφολογικό και συντακτικό επίπεδο του κάθε γλωσσικού συστήματος του περιβάλλοντος. Το παιδί χρησιμοποιεί τη γλώσσα που ομιλεί ο συνομιλητής του, ώστε να επικοινωνήσει μαζί του. 1.7 Η δίγλωσση εκπαίδευση Φαινομενικά, ο όρος «δίγλωσση εκπαίδευση» είναι ένας ξεκάθαρος και αυτονόητος όρος. Σύμφωνα με τους Cazden & Snow,1990a ( όπως αναφέρει ο Baker C.,2001) η δίγλωσση εκπαίδευση είναι «ένα απλό όνομα για ένα σύνθετο φαινόμενο». Υπάρχουν δύο είδη δίγλωσσης εκπαίδευσης: παρατηρείται σε μια τάξη αφενός η επίσημη διδασκαλία να καλλιεργεί και να προάγει τη διγλωσσία κι αφετέρου, παρόλο που ίσως υπάρχουν δίγλωσσα παιδιά, η διγλωσσία να μην καλλιεργείται. Σε αυτό το σημείο όμως κρίνεται απαραίτητο να προσδιοριστούν οι κύριοι τύποι δίγλωσσης εκπαίδευσης για περισσότερη ακρίβεια. 18

20 Μια προσέγγιση ως προς την κατηγοριοποίηση των τύπων δίγλωσσης εκπαίδευσης είναι η διερεύνηση των στόχων τους. Ένας κύριος διαχωρισμός που γίνεται αναφορικά με τους στόχους είναι μεταξύ της Μεταβατικής Δίγλωσσης Εκπαίδευσης και Δίγλωσσης εκπαίδευσης με στόχο τη διατήρηση (Fishman 1976, Hornberger 1991). Η Μεταβατική Δίγλωσση εκπαίδευση έχει ως σκοπό τη μετάβαση του παιδιού από τη χρήση της μειονοτικής γλώσσας στη χρήση της κυρίαρχης γλώσσας, που ομιλεί η πλειονότητα του σχολείου. Βασικός στόχος αυτής της εκπαίδευσης είναι η κοινωνική και πολιτισμική αφομοίωση. Στην συνέχεια, η Δίγλωσση Εκπαίδευση Διατήρησης προσπαθεί να καλλιεργήσει τη μειονοτική γλώσσα στο παιδί και να ενισχύσει τα δικαιώματα και την αίσθηση της πολιτισμική του ταυτότητας. Οι Otheguy και Otto(1980) επιχειρούν ένα διαχωρισμό ανάμεσα στους στόχους της στατικής διατήρησης και της εξελικτικής διατήρησης. Από την μια πλευρά, η στατική διατήρηση έχει ως στόχο τη διατήρηση των γλωσσικών δεξιοτήτων του παιδιού στο επίπεδο που υπάρχει, όταν το παιδί αρχίζει το σχολείο. Από την άλλη, η εξελικτική διατήρηση έχει ως στόχο την ανάπτυξη των δεξιοτήτων του παιδιού στη γλώσσα που ομιλεί η οικογένειά του τόσο στον προφορικό όσο και στο γραπτό λόγο. Αναφερόμαστε, εδώ, στην λεγόμενη Δίγλωσση Εκπαίδευση Εμπλουτισμού. Οι Ferguson, Houghton και Wells (1977) μελετούν αυτές τις παραπάνω διακρίσεις και παραθέτουν τους εξής στόχους της δίγλωσσης εκπαίδευσης: o Η αφομοίωση των ατόμων στην κοινωνία και η κοινωνικοποίησή του με σκοπό την συμμετοχή τους στη κοινότητα. o Η ενοποίηση μιας πολυγλωσσικής κοινωνίας. o Η δυνατότητα επικοινωνίας των ανθρώπων με τον έξω κόσμο. o Η παροχή γλωσσικών δεξιοτήτων με σκοπό τη διευκόλυνση της εργασιακής απασχόλησης. o Η διατήρηση εθνικής και θρησκευτικής ταυτότητας. o Η συμφιλίωση διαφορετικών γλωσσικών και πολιτικών κοινοτήτων. o Σε νομικό επίπεδο να υπάρχει ισότιμο κύρος σε όλες τις γλώσσες. o Η εμβάθυνση της κατανόησης της γλώσσας και του πολιτισμού (Baker,2001). 19

21 1.8 Ανακεφαλαίωση Στο κεφάλαιο αυτό διαπιστώθηκε ότι δεν υπάρχει ένας γενικευμένος ορισμός με απόλυτη ισχύ για τη διγλωσσία, αφού ο κάθε ερευνητής υιοθετεί τον ορισμό που σχετίζεται άμεσα με το πεδίο ερευνών του. Η παρούσα εργασία έδωσε έμφαση στον πιο πρόσφατο ορισμό των Roberts & Shenker (2007), όπου η διγλωσσία ορίζεται ως ο βαθμός γλωσσικής ικανότητας σε περισσότερες από μια γλώσσες και μπορεί να συμπεριλαμβάνει και την πολυγλωσσία (ενότητα 1.1). Στη συνέχεια, διαπιστώθηκε ότι η τυπολογία της διγλωσσίας συστηματοποιείται σύμφωνα με τρία κριτήρια (ενότητα 1.2). Στην ενότητα 1.3 καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι η μορφολογία της διγλωσσίας εξαρτάται από τις συνθήκες κατάκτησης της δεύτερης γλώσσας και από τα ψυχο-κοινωνικο-γλωσσικά κριτήρια. Επιπλέον, τονίστηκε το φαινόμενο της «διπλής ημιγλωσσίας» στην εκπαίδευση, που συχνά έχει ως αποτέλεσμα να καθυστερεί η πρόοδος των γλωσσικών διαδικασιών του παιδιού και να μην εξελίσσεται η μητρική του γλώσσα (ενότητα 1.4). Στην ενότητα 1.5 καταλήξαμε ότι ένα άτομο κατακτά και μαθαίνει τις γλώσσες παράλληλα ή σε χρονική ακολουθία. Στην ενότητα 1.6 εντοπίστηκαν οι βασικές μορφές της γλωσσικής ανάπτυξης και το ενδιαφέρον εστιάστηκε στις δημοφιλέστερες από αυτές, δηλαδή η ταυτόχρονη και η διαδοχική δίγλωσση γλωσσική ανάπτυξη. Καταληκτικά στην ενότητα 1.7 έγινε λόγος στη δίγλωσση εκπαίδευση και στους στόχους της. 2.ΤΡΑΥΛΙΣΜΟΣ 2.0 Εισαγωγή Στο δεύτερο μέρος του πρώτου κεφαλαίου θα γίνει μια λεπτομερής ανάλυση του τραυλισμού. Στην ενότητα 2.1 θα γίνει αναφορά στον ορισμό του τραυλισμού. Στην ενότητα 2.2 θα εξεταστούν τα επιδημιολογικά του στοιχεία και στην ενότητα 2.3 τα είδη του. Στην ενότητα 2.4 θα τονιστούν τα αίτια που προκαλούν τον τραυλισμό. Στην ενότητα 2.5 θα σημειωθούν οι σχετικοί γλωσσικοί παράγοντες. Στην ενότητα 2.6 θα υπογραμμιστούν η συμπτωματολογία και τα χαρακτηριστικά του τραυλισμού. Στην ενότητα 2.7 θα αναλυθούν διεξοδικά οι αναπτυξιακές φάσεις. Στην ενότητα

22 θα περιγραφούν τα διαγνωστικά κριτήρια του τραυλισμού. Στις ενότητες 2.9 και 2.8 θα παρουσιαστεί η θεραπευτική αντιμετώπιση του τραυλισμού σε παιδιά προσχολικής και σχολικής ηλικίας αντίστοιχα. 2.1 Ορισμός τραυλισμού Ο τραυλισμός αποτελεί και θα συνεχίζει να αποτελεί μια από τις σημαντικότερες διαταραχές ομιλίας στον άνθρωπο και συγκεκριμένα στο παιδί. Ο τραυλισμός παρουσιάζεται ως ένα πρόβλημα με μεγάλη ιστορία, αφού έχει εμφανιστεί από την αρχαιότητα και αφορά σε όλους τους πολιτισμούς (Guitar, 2014). Σύμφωνα με τα δύο επικρατέστερα διαγνωστικά εργαλεία, το DSM-IV και ICD- 10, ο τραυλισμός παρουσιάζεται ως μια διαταραχή λόγου και ομιλίας και εντάσσεται στην ευρύτερη κατηγορία των διαταραχών επικοινωνίας. Στο DSM-IV, ο τραυλισμός ορίζεται «ως διαταραχή της φυσιολογικής ροής και της ρυθμικής διαμόρφωσης της ομιλίας, η οποία είναι δυσανάλογη με την ηλικία του ατόμου» (APA, 1994). Επίσης, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας ορίζει τον τραυλισμό ως «μια διαταραχή στον ρυθμό της ομιλίας, κατά την οποία το άτομο γνωρίζει ακριβώς τι θέλει να πει, αλλά εκείνη τη στιγμή δεν είναι σε θέση να το πει, εξαιτίας μια ακούσιας επαναληπτικής επιμήκυνσης ή παύσης ενός φθόγγου» (WHO, 1977, σελ.15). Ο τραυλισμός μπορεί να διαφοροποιηθεί από τις άλλες διαταραχές του προφορικού λόγου, γιατί η συγκεκριμένη διαταραχή μπορεί να υπάρξει χωρίς την παρουσία οργάνων παραγωγής λόγου. Έχουν παρατηρηθεί συμπτώματα τραυλισμού και σε κωφά άτομα. Επιπλέον, η διαταραχή αυτή παρουσιάζει αρκετές ομοιότητες με μια άλλη κατηγορία διαταραχών, τις αγχώδης διαταραχές (Κακούρος Ε., Μανιαδάκη Κ., 2006). Εμφανίζεται το παράδοξο ότι, όταν το άτομο θέλει να περιορίσει τον τραυλισμό και καταβάλει προσπάθειες, για να τον αποφύγει, τότε είναι που θα τραυλίσει περισσότερο (Williams, 1982, Silverman, 2004). Επιπρόσθετα, ανήκει στις νευρωτικές διαταραχές του λόγου και της ομιλίας. Υπάρχει πρόβλημα στη ροή του λόγου και εκδηλώνεται με ασυντόνιστες κινήσεις του μυϊκού συστήματος της αναπνοής, της φωνής και της άρθρωσης (Δράκος,1991). Οι μη φυσιολογικές διακοπές στη ροή της ομιλίας γίνονται με επαναλήψεις ήχων, συλλαβών, φθόγγων ή μονοσύλλαβων λέξεων, με επιμηκύνσεις ήχων και τέλος με παύσεις του εκπνεόμενου αέρα ή φώνησης (Guitar, 2014). 21

23 Τελικά, λοιπόν, σύμφωνα με τα παραπάνω υπάρχει ένας ολοκληρωμένος ορισμός που συγκεντρώνει όλες τις παραμέτρους της διαταραχής και χρησιμοποιείται ευρέως μέχρι σήμερα. O τραυλισμός ορίζεται ως «μια διαταραχή επικοινωνίας κατά την οποία η ροή της ομιλίας διακόπτεται από επανάληψη (λέξης, συλλαβής ή φωνήματος), επιμήκυνση φωνήματος, μπλοκάρισμα, επαναδιατύπωση, παρεμβολή ήχων/φωνημάτων, τα οποία διαφέρουν ποιοτικά και ποσοτικά από αυτά που εμφανίζονται στην ομιλία ατόμων που δεν τραυλίζουν. Επίσης, άτομα που τραυλίζουν μπορεί να παρουσιάζουν και δευτερεύουσες μη λεκτικές συμπεριφορές, όπως είναι οι ακόλουθες: αποφυγή βλεμματικής επαφής, επαναλαμβανόμενες ρυθμικές κινήσεις των άκρων, μορφασμοί, πίεση των χειλιών, κλείσιμο χειλιών και λοιπά. Τέλος, όταν αναφερόμαστε στον τραυλισμό δεν πρέπει να μας διαφεύγουν οι συναισθηματικές προεκτάσεις του προβλήματος. Πολλά άτομα που τραυλίζουν νιώθουν ντροπή, θυμό, απογοήτευση, άγχος, άρνηση για τον τραυλισμό» (Καμπανάρου, 2007) 2.2 Επιδημιολογικά στοιχεία Συχνότητα εκδήλωσης και ηλικία έναρξης Η συχνότητα του τραυλισμού υπολογίζεται ότι είναι 1% στον γενικό πληθυσμό και συμπτώματα τραυλισμού με χρονική διάρκεια 6 μηνών εκδηλώνονται στο 5% του πληθυσμού. Συγκεκριμένα, η συχνότητα εκδήλωσης του τραυλισμού σε παιδιά 2 έως 10 ετών είναι 1,4%, ενώ στους έφηβους ηλικίας 11 έως 20 ετών παρατηρείται μια μείωση του ποσοστού στο 0,5%. Σύμφωνα με την παραπάνω διαφορά παρατηρείται μια αυτόματη υποχώρηση των συμπτωμάτων του τραυλισμού σε ποσοστό 23%-80% πριν από την εφηβεία. Πολλοί ερευνητές μελέτησαν τη συχνότητα εμφάνισης του τραυλισμού με την ύπαρξη συννοσηρότητας με κάποια άλλη διαταραχή. Συγκεκριμένα, στα άτομα με νοητική καθυστέρηση παρατηρούνται συμπτώματα τραυλισμού με ποσοστό 3%. Στην συνέχεια υπάρχει μια αύξηση της συχνότητας του τραυλισμού στα άτομα με σύνδρομο Down με ποσοστό 21%-48%. Επίσης, διερευνήθηκε η συχνότητα εκδήλωσης τραυλισμού σε άτομα με εγκεφαλική παράλυση και τα ποσοστά που κατέγραψαν οι ερευνητές ήταν από 3,9% έως 24%. Ιδιαίτερα συχνό φαινόμενο είναι η εκδήλωση τραυλισμού σε δίγλωσσα άτομα σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό με 22

24 ποσοστό διπλάσιο που κυμαίνεται στο 2,1%-2,8% (Κακούρος Ε.- Μανιαδάκη Κ., 2006). Τα συμπτώματα του τραυλισμού μπορεί να εμφανιστούν σε οποιαδήποτε στιγμή στην παιδική ηλικία, αλλά η συνήθης ηλικία είναι μεταξύ 2 και 5 ετών, και η μικρότερη ηλικία έναρξης ορίζεται στους 18 μήνες (Bloodstein, 1987). Στις πιο πολλές περιπτώσεις, ο τραυλισμός συμπίπτει με την ανάπτυξη του προφορικού λόγου. Άλλες φορές, υπάρχει ραγδαία ανάπτυξη του τραυλισμού και άλλες φορές σταδιακή που χαρακτηρίζεται από έναν συνδυασμό συμπτωμάτων τραυλισμού και φυσιολογικής ροής της ομιλίας (Κακούρος-Μανιαδάκη,2006). Ο Andrews, 1984 αναφέρει ότι υπάρχει μείωση του τραυλισμού κατά 50% μετά την ηλικία των 4 ετών και 75% μετά την ηλικία των 6 ετών, ενώ μετά την ηλικία του 12 ετών ελαχιστοποιείται σε μεγάλο βαθμό. Ανάλογα με το φύλο Όπως συμβαίνει στις περισσότερες αναπτυξιακές διαταραχές, έτσι και στην περίπτωση του τραυλισμού σημειώνονται διαφορές ανάμεσα στα δύο φύλα, αναφορικά με τη συχνότητα εκδήλωσής του. Η διαφοροποίηση αυτή είναι δυσδιάκριτη στην προσχολική ηλικία, αφού η αναλογία κοριτσιών - αγοριών είναι 1:1 (Yairi, 1983). Εμφανής είναι η διαφοροποίηση σε μεγαλύτερη ηλικία παιδιών, καθώς κυμαίνεται από 3:1 σε βάρος των αγοριών ηλικίας 6-7 ετών και 5:1 σε έφηβους ετών (Bloodstein, 1987). Αναφορικά με το θέμα της μεγάλης συχνότητας τραυλισμού στα αγόρια σε σχέση με τα κορίτσια έχουν διατυπωθεί πολλές θεωρίες. Κάποιοι ερευνητές υποστηρίζουν ότι τα αγόρια είναι πιο ευάλωτα να παρουσιάσουν τραυλισμό λόγω γενετικών παραγόντων. Άλλοι ερευνητές αποδίδουν τη διαφορά αυτή σε περιβαλλοντικούς παράγοντες και συγκεκριμένα στις διαφορετικές πεποιθήσεις των γονέων για την γλωσσική ανάπτυξη αγοριών και κοριτσιών (Κακούρος Ε.-Μανιαδάκη Κ.,2006). Σε μια έρευνα των Johnson et als (1959) διαπιστώθηκε ότι ένα μεγάλο ποσοστό γονέων αντιδράει με αυστηρό τρόπο και με μεγάλη απογοήτευση στα φαινόμενα δισταγμού που εκδηλώνουν τα αγόρια σε σχέση με τα κορίτσια. Στην συνέχεια η Tatman (όπως αναφέρεται στο Bloodstein,1995) προσπαθώντας να ερμηνεύσει το μεγαλύτερο ποσοστό εμφάνισης στα αγόρια, υποθέτει ότι τα αγόρια είναι περισσότερο διεκδικητικά από ότι τα κορίτσια με αποτέλεσμα τα κορίτσια να 23

25 έχουν μια πιο σιωπηλή στάση απέναντι σε καταστάσεις άγχους και έντασης που ευνοούν τον τραυλισμό. Αντιθέτως, τα αγόρια εκφράζονται σε ανάλογες καταστάσεις πίεσης και έτσι είναι πιο επιρρεπή στην εκδήλωση τραυλισμού. Ο Schuell (όπως αναφέρει ο Αλεξάνδρου, 1991) αποδίδει αυτή τη μεγάλη συχνότητα τραυλισμού στα αγόρια στον αργό ρυθμό της σωματικής, κοινωνικής και πνευματικής ανάπτυξής τους σε σχέση με τα κορίτσια. 2.3 Είδη τραυλισμού Σύμφωνα με τους Fuhring και Lettmayer τρία είναι τα κύρια είδη του τραυλισμού: 1. Εξελικτικός τραυλισμός: Ξεκινά στην προσχολική ηλικία και εκδηλώνεται με την επανάληψη μιας συλλαβής ή με παρεμπόδιση της γλωσσικής ροής στο ξεκίνημα της ομιλίας. Συνοδεύοντα συμπτώματα που αφορούν σε εξωγενείς παράγοντες, όπως είναι η κακή διαπαιδαγώγηση και το άσχημο ψυχολογικό κλίμα, έχουν ως αποτέλεσμα να μονιμοποιείται ο τραυλισμός και τα συμπτώματά του να εκδηλώνονται σε πιο έντονο βαθμό. Σ αυτή τη μορφή του τραυλισμού τα παιδιά δεν καταλαβαίνουν ότι τραυλίζουν και υπάρχουν περιπτώσεις που το παιδί, πριν αρχίσει να τραυλίζει, διανύει μια περίοδο με φυσιολογική ροή ομιλίας. 2. Τραυματικός τραυλισμός: Ο συγκεκριμένος τύπος τραυλισμού εμφανίζεται σε ενήλικες ύστερα από ένα έντονο ψυχικό σοκ. Τα συμπτώματά του διαφέρουν από τον εξελικτικό τραυλισμό, καθώς εκδηλώνονται εξ αρχής και είναι πολύ έντονα. Όμως, με την κατάλληλη θεραπεία μπορούν να εξασθενήσουν σε μικρό χρονικό διάστημα. 3. Υστερικός τραυλισμός: Παρουσιάζεται ύστερα από ένα δυνατό ψυχικό ερεθισμό ή από υστερική αφωνία ή κώφωση. Για την θεραπεία του υστερικού τραυλισμού χρησιμοποιούνται μέθοδοι υποβολής, ηλεκτροθεραπεία και άλλα (Δράκου,1991: 25). Στη συνέχεια έρχεται να προστεθεί άλλη μια διάκριση του τραυλισμού. o Κλονικός τραυλισμός: Η μορφή αυτή του τραυλισμού χαρακτηρίζεται από ελαφριές συσπάσεις των οργάνων άρθρωσης και φώνησης με αποτέλεσμα το άτομο που τραυλίζει να επαναλαμβάνει την πρώτη συλλαβή ή τον πρώτο φθόγγο της λέξης (π.χ. π,π,π,πάω, κα,κα, καλός). 24

26 Ωστόσο, δεν παρατηρούνται επαναλήψεις στη μέση ή στο τέλος μιας λέξης. o Τονικός τραυλισμός: Αποτελεί μια πολύ σοβαρή μορφή τραυλισμού. Το άτομο που τραυλίζει αυξάνει τον τόνο στους μυς των οργάνων του αρθρωτικοφωνητικού μηχανισμού. Με απλά λόγια, δηλαδή, παρατηρείται μια δυσκολία στην αρχή της ομιλίας παρά τις έντονες προσπάθειες που καταβάλει το άτομο που τραυλίζει (Ανδρέου,1994). o Κλονικοτονικός- τονικοκλονικός τραυλισμός: Η μορφή αυτή του τραυλισμού αποτελεί έναν συνδυασμό των δύο προηγούμενων είδη τραυλισμού. Ορισμένες φορές υπερτερούν τα χαρακτηριστικά του κλονικού και άλλες φορές τα στοιχεία του τονικού τραυλισμού ( Τσιάντης- Ξυπολυτά, 2001). o Cluttering: Αυτό το είδος τραυλισμού χαρακτηρίζεται από «εκρήξεις» γρήγορης ομιλίας, δυσρυθμικά στοιχεία και πραγματολογικές αποκλίσεις. Το οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον του ατόμου που τραυλίζει αντιλαμβάνεται το πρόβλημα, καθώς το ίδιο το άτομο δεν έχει επίγνωση της κατάστασής του (Καραγιάννης, 2011). 2.4 Αιτιολογία Τραυλισμού Πολλοί ερευνητές μέχρι σήμερα έχουν ασχοληθεί με την αιτιολογία του τραυλισμού, όχι όμως με μεγάλη επιτυχία. Οι ερευνητές γνωρίζουν καλύτερα τι δεν προκαλεί τον τραυλισμό παρά τα ακριβή του αίτια. Οι απόψεις των ειδικών δεν συγκλίνουν με αποτέλεσμα να παραμένουν άγνωστα τα αίτια του τραυλισμού. Στους παράγοντες που υποβοηθούν τον τραυλισμό αναφέρονται ελλείμματα στον γνωστικό τομέα, το φύλο του παιδιού, καθώς και η κληρονομική προδιάθεση και ο περιβαλλοντικός χαρακτήρας. Βέβαια, το τραύλισμα μπορεί να θεωρείται περισσότερο ως νευρολογικό πρόβλημα και λιγότερο ως πρόβλημα ψυχογενούς αιτιολογίας (Στασινός, 2009). Μελέτες που έχουν γίνει μέχρι σήμερα αποδίδουν τον τραυλισμό στην ύπαρξη κάποιων οργανικών, ψυχολογικών, γενετικών και περιβαλλοντικών παραγόντων. Ορισμένοι παράγοντες είναι η καταπιεσμένη αριστεροχειρία, βλάβες στις κινητικές περιοχές του εγκεφάλου, γενετική προδιάθεση, διγλωσσία, η στάση των γονιών απέναντι στο παιδί, γλωσσική ανεπάρκεια του παιδιού και άλλα ( Τσιάντης-Ξυπολυτά, 2001). 25

27 Οι έρευνες μέχρι τώρα έχουν υποδείξει ότι η αιτία του τραυλισμού συνδέεται με το βίωμα που απελευθερώνει τα συμπτώματα του τραυλισμού (παραδείγματος χάρη, τρόμος, αρρώστιες, αλλαγές στον ρυθμό της ζωής του ατόμου). Πολλοί ειδικοί θεωρούν ως αιτίες τις παρακάτω: Μίμηση Το παιδί έχει πολλές πιθανότητες να εμφανίσει συμπτώματα τραυλισμού, εάν στο άμεσο περιβάλλον του υπάρχουν άτομα ή άτομο που τραυλίζουν. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι σύμφωνα με τον Coen, το 7,5% των περιπτώσεων οφείλεται σε μίμηση και κατά τον Μygino το 13% των περιπτώσεων. Βέβαια, άλλοι ερευνητές θεωρούν ότι ο τραυλισμός δεν σχετίζεται καθόλου με τη μίμηση. Αυτήν την άποψη την επιβεβαιώνει ο Nadolecziny, ο οποίος μελέτησε μια ομάδα 1000 ατόμων που τραυλίζουν και συμπέρανε ότι μόνο 214 αδέρφια από τα 2100 παρουσίαζαν συμπτώματα τραυλισμού. Ελλιπείς δυνατότητες ομιλίας Στη συνέχεια ορισμένοι ερευνητές (Kreuels-Flosdorf) θεωρούν ότι η κακή αγωγή ομιλίας, τα άσχημα πρότυπα ομιλίας και η ελλιπής κυριαρχία των κινήσεων των οργάνων ομιλίας μπορεί να οδηγήσουν σε τραυλισμό. Επίσης ο Coen αναφέρεται στη μειωμένη κινητικότητα της γλώσσας και ο Paschen τονίζει τις αναπνευστικές δυσκολίες που σχετίζονται με το διάφραγμα ως αιτίες του τραυλισμού. Τέλος, ο Liebmann κάνει λόγο για τη δυσαρμονία που υπάρχει μεταξύ της σκέψης και της ομιλίας. Η σκέψη του ατόμου μπορεί να τρέχει, αλλά η ομιλία του εξαιτίας κινητικών αδυναμιών δεν μπορεί να την ακολουθήσει. Στρες Η ομιλία του ατόμου, όταν είναι αγχωμένο και βρίσκεται σε κατάσταση στρες, είναι δυνατόν να εμφανίσει οργανικά προβλήματα που σχετίζονται με τη φωνή και την ομιλία του. Επιπλέον, η αναπνοή των ατόμων που τραυλίζουν παρουσιάζει δυσκολίες και αρμόδιο για το γεγονός αυτό είναι το κέντρο της αναπνοής, το οποίο σχετίζεται με τον τραυλισμό. 26

28 Ελαφρός ερεθισμός Στην περίπτωση του ελαφρού ερεθισμού έχουμε λειτουργικές ανωμαλίες σε περιοχές του εγκεφάλου, οι οποίες κατευθύνουν τη συναισθηματική θέση στην οποία βρίσκεται το άτομο εξαιτίας του ελαφρού ερεθισμού. Αντιληπτικές ανωμαλίες Μια άλλη αιτιολογία του τραυλισμού βασίζεται στις ακουστικές αντιληπτικές ανωμαλίες. Αρχικά, ο άνθρωπος δέχεται δυο ειδών ακουστικές εντυπώσεις, οι οποίες γίνονται μέσω των οστών του κρανίου και μέσα από τα αυτιά. Υπάρχει μια χρονική διαφορά μεταξύ των δυο εντυπώσεων, η οποία εξισορροπείται στον εγκέφαλο με αποτέλεσμα να μην διαταράσσεται ο ρυθμός της ομιλίας. Όταν όμως διαταραχθεί αυτός ο μηχανισμός εμφανίζεται τραυλισμός. Ανακεφαλαιώνοντας, οι αιτίες του τραυλισμού βρίσκονται στον ατομικό ψυχολογικό και κοινωνικοψυχολογικό χώρο της ομιλίας. Επίσης, υπάρχει μια άγνωστη μέχρι σήμερα οργανική βλάβη, η οποία υποβοηθάει στην ανάπτυξη του τραυλισμού. Έτσι, θεωρείται ότι ο τραυλισμός είναι μια βλάβη πολλών παραγόντων που δημιουργείται πάνω σε μια οργανική βλάβη, η οποία δεν έχει καθοριστεί με ακρίβεια από τους ερευνητές μέχρι σήμερα (Αλεξάνδρου, 1991). 2.5 Οι γλωσσικοί παράγοντες στον τραυλισμό Η γλώσσα επιδρά στον τραυλισμό σύμφωνα με τις τρεις πτυχές της: o Τη γλωσσική ανάπτυξη o Τη γλωσσική καθυστέρηση o Τη γλωσσική πολυπλοκότητα Αρχικά, η γλωσσική ανάπτυξη επιδρά στον τραυλισμό εξαιτίας της επιβάρυνσης που εισάγει στην παραγωγή ομιλίας από το παιδί. Αυτό συμβαίνει στα παιδία ηλικίας 2 έως 5 ετών, όπου παρατηρείται απότομη γλωσσική ανάπτυξη και ο εγκέφαλός τους υπόκειται σε υψηλές απαιτήσεις με αποτέλεσμα την εμφάνιση τραυλισμού (Guitar, 2014). Οι Bloodstein και Rather (2008) ανέφεραν ότι ο τραυλισμός κάνει την εμφάνιση του την στιγμή που η ανάπτυξη της γλώσσας κορυφώνεται. Επίσης σε μια άλλη έρευνα των Yairi και Ambrose (2005) επισημάνθηκε ότι από το 50% του 27

29 συνολικού δείγματος των παιδιών που συμμετείχαν στην έρευνα υπήρξε ταύτιση της έναρξης τραυλισμού με την απότομη έκρηξη της γλωσσικής ανάπτυξης. Στη συνέχεια η γλωσσική καθυστέρηση μπορεί να ενισχύσει τον τραυλισμό, διότι τα παιδιά αντιμετωπίζουν ουσιαστικά δύο προβλήματα, τα οποία εντοπίζονται στο κινητικό έλεγχο της ομιλίας και στον λόγο. Έτσι τα παιδιά που αντιμετωπίζουν προβλήματα τραυλισμού δεν καταβάλλουν προσπάθειες να αντισταθμίσουν το πρόβλημα κινητικού ελέγχου της ομιλίας τους, αλλά προσπαθούν να μειώσουν τα προβλήματα που έχουν στον λόγο τους. Υπάρχουν πολυάριθμες μελέτες που μελετούν παιδιά που τραυλίζουν με προβλήματα λόγου με την πιο πρόσφατη μεταανάλυση 22 μελετών των Ntourou, Conture & Lipsey (2011), οι οποίοι μελέτησαν παιδιά με και χωρίς τραυλισμό. Οι ερευνητές συμπέραναν ότι τα παιδιά με τραυλισμό έχουν πιο μειωμένες ικανότητες γλωσσικής επεξεργασίας. Καταλήγοντας, η τελευταία επίδραση της γλώσσας στον τραυλισμό είναι η γλωσσική πολυπλοκότητα. Παιδιά και ενήλικες έχουν πολλές πιθανότητες να εμφανίσουν συμπτώματα τραυλισμού, όταν παράγουν πιο σύνθετες και περίπλοκες προτάσεις. Τέλος, μπορεί να εκδηλωθεί τραυλισμός σε μια ομάδα γραμματικών κατηγοριών, όπως είναι τα ρήματα και τα ουσιαστικά (Guitar, 2014). 2.6 Συμπτωματολογία και χαρακτηριστικά του τραυλισμού Όπως προαναφέρθηκε, στον ορισμό ο τραυλισμός είναι μια διαταραχή της επικοινωνίας του ατόμου που οφείλεται στην αδυναμία επικοινωνίας του ατόμου με άλλους ομιλητές (Αλεξάνδρου Κων., 1991). Τα συμπτώματα του τραυλισμού γίνονται εύκολα αντιληπτά από τις συσπάσεις των οργάνων άρθρωσης και της φώνησης ενός ατόμου που τραυλίζει. Εξάλλου η διακοπτόμενη και χωρίς ρυθμό ομιλία είναι ένα από τα χαρακτηριστικά που είναι ευδιάκριτο από όλους (Ανδρέου, 1994). Τα γενικά χαρακτηριστικά που εμφανίζει ένα άτομο που τραυλίζει είναι πάρα πολλά και εκδηλώνονται με διάφορες μορφές. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα ο τραυλισμός να διαφέρει από άτομο σε άτομο και οι ερευνητές να μην μπορούν να βρουν την σωστή αιτιολογία του (Καρπαθίου, 1999). Ο Αλεξάνδρου Κ. (1991) αναφέρει δύο κατηγορίες συμπτωμάτων στον τραυλισμό, το κλονικό και το τονικό σύμπτωμα. Το κλονικό σύμπτωμα και κατ επέκταση ο κλονικός τραυλισμός εννοούμε την αδιάκοπτη επανάληψη συλλαβών και λέξεων κατά την διάρκεια της ομιλίας. Αυτό σημειώνεται συνήθως στην αρχή της λέξεως ή 28

30 της πρότασης. Η ένταση της ομιλίας του άτομου είναι πιο έντονη λόγω των συσπάσεων μυών του στόματος και της περιοχής του λάρυγγα. Το άτομο που τραυλίζει λόγω της συχνής επανάληψης των συλλαβών δυσκολεύεται να μεταβεί από το ένα φωνήεν στο άλλο. Τα κλονικά συμπτώματα είναι πιο εμφανή σε συλλαβές που αρχίζουν από φωνήεν (ανοιχτές συλλαβές) παρά σε συλλαβές που αρχίζουν από σύμφωνο (κλειστές συλλαβές). Επίσης, το τονικό σύμπτωμα ή αλλιώς και τονικός τραυλισμός χαρακτηρίζεται από την ιδιαιτερότητα του ατόμου, κατά την ομιλία του να αρθρώνει άφωνα φωνήματα (π,κ,τ) με πίεση, τα οποία τα επιμηκύνει πολύ περισσότερο από το κανονικό. Τα τονικά συμπτώματα είναι πιο έντονα στην αρχή της πρότασης ή της λέξης και το άτομο που τραυλίζει επιμηκύνει τα φωνήματα που αρχίζουν από φωνήεντα, όπως η λέξη «ααααμέσως». Αυτές είναι οι λεγόμενες δυσρυθμίες. Έντονες συνοδευτικές κινήσεις κατά την διάρκεια της ομιλίας και φωνητική ένταση κατά την διάρκεια της ομιλίας είναι επιπλέον χαρακτηριστικά του τονικού συμπτώματος του τραυλισμού. Τέλος, υπάρχουν περιπτώσεις συννοσηρότητας τονικών και κλονικών συμπτωμάτων. Εκτός από τα τονικά και κλονικά συμπτώματα στον τραυλισμό, υπάρχουν και κάποιες συνοδευτικές κινήσεις στην ομιλία του ατόμου που τραυλίζει. Τέτοιες κινήσεις εντοπίζονται στο μέτωπο, στα πτερύγια της μύτης, στα μάτια και γενικά στη περιοχή του προσώπου. Αυτές οι κινήσεις κανονικά δεν συμμετέχουν στην λειτουργία του λόγου. Οι κινήσεις των μυών της ωμοπλάτης, οι κινήσεις των βλεφάρων και των ματιών, αλλά και οι κινήσεις των χεριών και των ποδιών ονομάζονται αλλιώς και συνκινησίες. Σύνοδες αντιδράσεις που εντοπίζονται στα τραυλικά άτομα είναι το κοκκίνισμα του προσώπου, η εφίδρωση και οι υστερίες (Καλαντζής, 2011). Επιπρόσθετα, ο λόγος του ατόμου που τραυλίζει χαρακτηρίζεται ως ατελής, ο οποίος περιέχει περιττές συλλαβές και επαναλήψεις λέξεων χωρίς ουσιώδη λόγο. Συχνά τόσο στην αρχή όσο και στο μέσο μιας πρότασης παρατηρούνται λέξεις που δεν ακούγονται λόγω της έντασης στις φωνητικές χορδές (Εξαρχάκος, 2001). Παρά όλα αυτά η άρθρωση του ατόμου που τραυλίζει χαρακτηρίζεται ικανοποιητική και δεν παρουσιάζονται φαινόμενα δυσλαλίας. Αποκλίσεις εντοπίζονται στη φωνητική παραγωγή των φωνημάτων και όχι στην άρθρωση (Αλεξάνδρου Κ., 1991). Ακόμη, ένα άτομο που τραυλίζει συχνά δεν ολοκληρώνει μια φράση που έχει ξεκινήσει. Αυτό ονομάζεται ατελής φράση και έτσι το άτομο πιστεύει πως με το να σταματήσει τη φράση που έχει ξεκινήσει θα αποφύγει και τον τραυλισμό. Συνειδητά τα άτομα αυτά 29

31 χρησιμοποιούν κάποιες εμβολές όπως είναι το «μμμμ.», «εεεεε.», οι οποίες αποτελούν μια προσπάθεια αλλοίωσης των λέξεων που νομίζουν ότι θα δυσκολευτούν (Riper, 1982). Συγκεντρωτικά, ένα άτομο που τραυλίζει ενδέχεται να παρουσιάσει κάποια από τα παρακάτω συμπτώματα ή συνδυασμό τους: Επαναλήψεις ή επιμηκύνσεις φωνημάτων, φθόγγων ή λέξεων Δυσρυθμίες Παύσεις Εμβολές φθόγγων, συλλαβών και λέξεων Αρρυθμία Αυξημένη ένταση και τόνος φωνής Συνκινήσεις 2.7 Η αναπτυξιακή πορεία του τραυλισμού Ο τραυλισμός εκδηλώνεται απότομα ή σταδιακά με συνηθέστερη τη σταδιακή έναρξη και η ηλικία εμφάνισης είναι μεταξύ 2 έως 5 ετών (Riper, 1982). Μέχρι στιγμής πολλοί ερευνητές έχουν ασχοληθεί με την αναπτυξιακή πορεία του τραυλισμού και περιέγραψαν συγκεκριμένες αναπτυξιακές φάσεις. Ο Bluemel (1957) ήταν από τους πρώτους μελετητές που διαχώρισε τα χαρακτηριστικά του τραυλισμού σε πρωτογενή και δευτερογενή στάδια. Στα πρωτογενή συγκαταλέγονται οι επαναλήψεις των συλλαβών και των λέξεων χωρίς ένταση κα αποφυγή, ενώ στα δευτερογενή εκδηλώνονται τα πιο σοβαρά συμπτώματα, στα οποία υπάρχει και ένταση και τάσεις αποφυγής του ατόμου. Ο Bloodstein (1960) ανέφερε τέσσερις αναπτυξιακές φάσεις που μπορεί να ακολουθήσει ο τραυλισμός: 1 η Φάση (Προσχολική ηλικία) Ο τραυλισμός στην πρώτη φάση εκδηλώνεται περιστασιακά, όπου το παιδί τραυλίζει για κάποιες βδομάδες ή μήνες, αλλά υπάρχουν και διαστήματα φυσιολογικής ροής του λόγου. Το παιδί τραυλίζει, όταν βρίσκεται σε καταστάσεις χαράς ή απογοήτευσης και το κύριο χαρακτηριστικό του τραυλισμού είναι οι επαναλήψεις και η δυσκολία στο να ξεκινήσει μια φράση. Δυσκολεύεται στις λέξεις περιεχομένου (ουσιαστικά, ρήματα) άλλα και στους συνδέσμους και στις προθέσεις. 30

32 Βέβαια τα συμπτώματα αυτά υποχωρούν από μόνα τους και το παιδί δεν καταλαβαίνει ότι υπάρχει πρόβλημα στην ομιλία του. 2 η Φάση (Σχολική ηλικία) Σ αυτήν τη φάση ο τραυλισμός εκδηλώνεται με μεγαλύτερη σταθερότητα και τα παιδιά καταλαβαίνουν ότι τραυλίζουν. Το παιδί δυσκολεύεται να αρθρώσει σωστά τις λέξεις περιεχομένου και αυτό παρατηρείται τόσο στην αρχή όσο και στο τέλος της φράσης. Ο τραυλισμός γίνεται πιο έντονος, όταν το παιδί μιλάει πολύ γρήγορα, γιατί βρίσκεται σε κατάσταση ενθουσιασμού η αναστάτωσης. 3 η Φάση (Προεφηβική και εφηβική ηλικία) Στην τρίτη φάση ο τραυλισμός εκδηλώνεται πιο έντονα σε συγκεκριμένες περιστάσεις, όπως όταν ο δάσκαλος εξετάζει το παιδί μέσα στην τάξη ή όταν το παιδί πρέπει να συνομιλήσει με κάποιον στο τηλέφωνο. Το άτομο από μόνο του κατασκευάζει τεχνικές, ώστε να αποφεύγει να χρησιμοποιεί τους φθόγγους που τον δυσκολεύουν και αντικαθιστά τις «δύσκολές» λέξεις με τις λέξεις που δεν θα τραυλίσει. 4 η Φάση (Ενηλικίωση) Στην τελευταία φάση ο ενήλικας πλέον γνωρίζει ποιες καταστάσεις θα τον κάνουν να τραυλίσει, με αποτέλεσμα να αποφεύγει συστηματικά τη χρήση λέξεων και ήχων και γενικότερα να εμπλακεί σε κοινωνικές καταστάσεις. Απόρροια των παραπάνω είναι η αποκοπή από το κοινωνικό σύνολο και η βίωση συναισθημάτων ντροπής και φόβου (Κακούρος- Μανιαδάκη, 2006). 2.8 Η διάγνωση του τραυλισμού Τα διαγνωστικά κριτήρια του τραυλισμού Η διάγνωση του τραυλισμού γίνεται μέσω εξέτασης από ειδικούς και αποτελεί μια δύσκολη εργασία. Πρωτίστως, προϋποθέτει μια καλή γνώση της φυσιολογικής εξέλιξης της ομιλίας του παιδιού (Ανδρέου, 2010). Σύμφωνα με το διαγνωστικό 31

33 εγχειρίδιο DSM-IV, ο τραυλισμός θεωρείται ως μια διαταραχή επικοινωνίας στον άνθρωπο και η διάγνωση του γίνεται κατά τη βρεφική, παιδική ή εφηβική ηλικία. Προτείνονται λοιπόν τα εξής τρία διαγνωστικά κριτήρια: Α. Διαταραχή της φυσιολογικής ροής και της ρυθμικής διαμόρφωσης της ομιλίας (δυσανάλογης για την ηλικία του ατόμου) στην οποία εμφανίζονται κάποια από τα ακόλουθα συμπτώματα: επαναλήψεις ήχων και συλλαβών, επιμηκύνσεις ήχων, επιφωνήματα, διακοπτόμενες λέξεις, περιφράσεις, παραγωγή λέξεων με υπέρμετρη φυσική ένταση. Β. Η διαταραχή της ροής παρεμποδίζει τη σχολική ή επαγγελματική απόδοση ή την κοινωνική επικοινωνία. Γ. Αν υπάρχει επιπλέον κινητικό ελάττωμα του λόγου, οι δυσκολίες της ομιλίας είναι μεγαλύτερες από αυτές που συνοδεύουν αυτά τα προβλήματα (Κακούρος - Μανιαδάκη, 2006, σελ.196). Φαινόμενα δισταγμού Η μεγαλύτερη δυσκολία την οποία αντιμετωπίζει κανείς κατά την διάγνωση του τραυλισμού είναι η διαφοροποίηση των φαινομένων δισταγμού που αποτελούν ενδείξεις τραυλισμού με εκείνες που χαρακτηρίζουν τη φυσιολογική ομιλία των παιδιών. Έχουν παρατηρηθεί υψηλά ποσοστά αλληλοεπικάλυψης των συγκεκριμένων φαινομένων στις δύο ομάδες. Ο Silverman (2004) έκανε λόγο για κάποια κριτήρια που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την διάκριση φυσιολογικών φαινομένων από τα φαινόμενα δισταγμού: 1. Η χρονολογική ηλικία του ατόμου 2. Το νοητικό επίπεδο του ατόμου 3. Η ύπαρξη τραυλισμού σε άλλο μέρος της οικογένειας 4. Η συχνότητα και η διάρκεια εκδήλωσης των φαινομένων δισταγμού 5. Η ύπαρξη έντασης κατά τη διάρκεια των φαινομένων δισταγμού 6. Η εκδήλωση δευτερογενών συμπτωμάτων κατά τη διάρκεια των φαινομένων δισταγμού. 2.9 Θεραπευτική αντιμετώπιση του τραυλισμού σε παιδιά προσχολικής ηλικίας Ήδη από την αρχαιότητα έχουν παρατηρηθεί διάφορες προσπάθειες για την αντιμετώπιση του τραυλισμού. Οι ειδικοί, σύμφωνα με τα αίτια που θεωρούνταν 32

34 υπεύθυνα για τον τραυλισμό πρότειναν και τις ανάλογες θεραπευτικές μεθόδους. Παρά τις επίμονες προσπάθειες, οι οποίες διακρίνονται από μεγάλη ποικιλομορφία, δεν έχει διατυπωθεί καμία μέθοδο κοινής αποδοχής από τους ερευνητές και με αποδεδειγμένη αποτελεσματικότητα για την εξάλειψη του τραυλισμού (Κακούρος - Μανιαδάκη, 2006). Μέχρι σήμερα οι περισσότεροι ερευνητές ασχολούνται με την γενικότερη περιγραφή της διαταραχής και με τα χαρακτηριστικά από τα οποία αποτελείται (Jehle, επιμέλεια: Στασινός, 2003). Αρχικά, το ερώτημα που απασχολεί τους ειδικούς είναι πότε πρέπει να εντάξουμε ένα παιδί προσχολικής ηλικίας που τραυλίζει σε ένα πρόγραμμα θεραπευτικής αντιμετώπισης. Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι πρέπει να υπάρχει ένα χρονικό διάστημα αναμονής, γιατί πολλές φορές τα συμπτώματα υποχωρούν από μόνα τους (Κακούρος - Μανιαδάκη, 2006). Σε καμία περίπτωση πάντως δεν επιχειρείται θεραπεία του αρχόμενου τραυλισμού, εάν το παιδί δεν έχει συμπληρώσει το πέμπτο έτος της ηλικίας του (Jehle, επιμέλεια: Στασινός, 2003). Δύο είναι τα επικρατέστερα είδη για την αντιμετώπιση του τραυλισμού σε παιδιά προσχολικής ηλικίας: η άμεση και η έμμεση παρέμβαση. Στην άμεση παρέμβαση το παιδί εντάσσεται σε θεραπευτικό πρόγραμμα και εφαρμόζονται διάφορες τεχνικές, ώστε το παιδί να ελέγξει και να μειώσει μόνο του τα συμπτώματα του τραυλισμού. Σε αυτήν την τάση παρέμβασης ανήκει η αγωγή λόγου και η χρήση μεθόδων τροποποίησης συμπεριφοράς. Το πιο διαδεδομένο είδος άμεσης παρέμβασης αποτελεί η τροποποίηση της λεκτικής συμπεριφοράς του παιδιού. Στην έμμεση παρέμβαση οι τεχνικές που εφαρμόζονται δεν εστιάζονται στο παιδί, αλλά στην εκπαίδευση των γονέων του παιδιού που τραυλίζει με σκοπό την αλλαγή της συμπεριφοράς τους (Conture, 1990). Πιο συγκεκριμένα, η πλειοψηφία των ειδικών (92%) χρησιμοποιεί το είδος της έμμεσης παρέμβασης και η συμβουλευτική των γονέων κατέχει σημαντική θέση για την έγκαιρη παρέμβαση του τραυλισμού. Στα πλαίσια της συμβουλευτικής των γονέων γίνεται προσπάθεια, ώστε να τροποποιηθούν τα στοιχεία του περιβάλλοντος του παιδιού, με στόχο τη μείωση των αγχογόνων παραγόντων που αυξάνουν την εκδήλωση του τραυλισμού. Η συμβουλευτική των γονέων στοχεύει στην αλλαγή της συμπεριφοράς των γονέων, ώστε να μην διορθώνουν συνεχώς και να μην ασκούν αρνητική κριτική στο παιδί που τραυλίζει. Επίσης, ο λογοθεραπευτής κατευθύνει τους γονείς με τέτοιο τρόπο, που θα τους κάνει να είναι λιγότερο παρεμβατικοί στη σχέση τους με το παιδί. Μερικές φορές, υπάρχουν περιπτώσεις που δίνονται οδηγίες στους 33

35 γονείς να μιλάνε με πιο αργό ρυθμό στα παιδιά τους και να χρησιμοποιούν πιο απλό λεξιλόγιο (Κακούρος- Μανιαδάκη, 2006). Συμπερασματικά, η παρέμβαση στον τραυλισμό της προσχολικής ηλικίας έχει καλύτερα θεμιτά αποτελέσματα από αυτή της σχολικής ηλικίας και είναι δυνατό να υπάρξει πλήρης εξάλειψη του τραυλισμού (Conture, 1996). Το πρόγραμμα Lidcombe Το πρόγραμμα Lidcombe είναι μια συμπεριφορική θεραπεία και συγκαταλέγεται στα πιο γνωστά προγράμματα για την άμεση αντιμετώπιση του τραυλισμού σε παιδιά μικρής ηλικίας. Σ αυτό το πρόγραμμα οι γονείς και το παιδί επισκέπτονται το λογοθεραπευτή, ο οποίος εκπαιδεύει και κατευθύνει τον γονιό, ώστε να εφαρμόσει τις ανάλογες τεχνικές και στο σπίτι. Το πρόγραμμα εφαρμόζει τεχνικές τροποποίησης της συμπεριφοράς του παιδιού που αποσκοπούν στην ενίσχυση του παιδιού, κάθε φορά που ο λόγος του έχει φυσιολογική ροή, και στη διόρθωση της ομιλίας του, όταν τραυλίζει. Επιπλέον, οι γονείς εκπαιδεύονται από τον ειδικό πώς θα αντιμετωπίζουν το παιδί, όταν τραυλίσει. Παραδείγματος χάρη, όταν το παιδί τραυλίζει δεν επεμβαίνουν με τιμωρητικό τρόπο, αλλά με βοηθητικό και θετικό. Η πρόοδος του παιδιού αξιολογείται από τον ειδικό μέσω των μαγνητοσκοπημένων δειγμάτων συνομιλίας μεταξύ του παιδιού και των γονέων στο σπίτι. Παρ όλα αυτά, το συμπεριφορικό πρόγραμμα Lidcombe παρουσιάζει πολλά μειονεκτήματα, αφού αρχικά εστιάζει μόνο στη ροή του λόγου του παιδιού. Επίσης, δε βασίζεται σε κάποια θεωρητική προσέγγιση, δεν εστιάζει στην αιτιολογία του τραυλισμού παρά μόνο στα λεκτικά συμπτώματα. Ο τραυλισμός δεν είναι μια διαταραχή της ομιλίας, αλλά έχει και ψυχολογικές προεκτάσεις. Ο Venkatagiri (2005) επισημαίνει ότι η επιτυχία του προγράμματος έγκειται στη συνεχή και στη συστηματική αυτοπαρατήρηση του παιδιού στον τομέα της ομιλίας του. Η αποτελεσματικότητα του προγράμματος Lidcombe έγκειται στη διαδικασία αυθυποβολής του ίδιου του παιδιού, μέσα από τη συνεχόμενη προσπάθειά του να διορθώσει το πρόβλημά του και να μιλά με κανονική ροή. Η διαδικασία αυτή ενισχύεται και από τη θετική στάση των γονέων. Όλα αυτά έχουν ως αποτέλεσμα το παιδί να καταφέρει να μειώσει αισθητά τα συμπτώματα του τραυλισμού και κάποια στιγμή να υποχωρήσουν τελείως (Κακούρος - Μανιαδάκη, 2006). 34

36 2.10 Θεραπευτική αντιμετώπιση του τραυλισμού σε παιδιά σχολικής ηλικίας Ενώ οι θεραπευτικές προσεγγίσεις στα παιδιά προσχολικής ηλικίας είναι αρκετά διαδεδομένες, δεν παρατηρείται το ίδιο ενδιαφέρον σε παιδιά τόσο σχολικής ηλικίας όσο και σε εφήβους. Σ αυτές τις περιπτώσεις η θεραπευτική αντιμετώπιση του τραυλισμού είναι ελλιπής και οι τεχνικές που χρησιμοποιούνται είναι ίδιες με τις τεχνικές που χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση του τραυλισμού σε ενήλικες. Χρησιμοποιείται η άμεση παρέμβαση δηλαδή η άμεση ένταξη του παιδιού ή του εφήβου σε ένα θεραπευτικό πρόγραμμα με στόχο την αλλαγή της ροής του λόγου με συμπεριφοριστικές μεθόδους. Τα παιδιά σ αυτήν την ηλικία έχουν πλήρη επίγνωση του προβλήματός τους και έχουν βιώσει αρνητικά σχόλια από τον περίγυρό τους. Οι δύο βασικές κατηγορίες στις οποίες χωρίζονται οι θεραπευτικές μέθοδοι σε παιδιά σχολικής ηλικίας και εφήβους είναι η βελτίωση της λεκτικής ευχέρειας και η τροποποίηση των συμπτωμάτων τραυλισμού. Πολλές φορές, οι θεραπευτές συνδυάζουν τις παραπάνω προσεγγίσεις για καλύτερα αποτελέσματα. Ένα από τα διαδεδομένα προγράμματα είναι το πρόγραμμα Σταδιακής Αύξησης του μήκους και της πολυπλοκότητας των προτάσεων (Increase in Length and complexity of Utterance, GILCU, Ryan,1971). Το παιδί μαθαίνει σταδιακά να διαβάζει με ευχέρεια χωρίς να τραυλίζει. Συγκεκριμένα, ξεκινάει να διαβάζει μεμονωμένες λέξεις, οι οποίες γίνονται μικρές προτάσεις και στη συνέχεια καταλήγουν σε παραγράφους. Άλλο ένα γνωστό πρόγραμμα είναι το πρόγραμμα Εύκολης και Χαλαρής Προσέγγισης- Απαλής Κίνησης (Easy Relaxed Approach-Smooth Movement, ERA-SM, Gregory, 1991). Το παιδί ή ο έφηβος ξεκινάει χαλαρά και χωρίς έντονη διόρθωση στην άρθρωση του και σιγά σιγά μεταβαίνει από τους πρώτους στους επόμενους πιο δύσκολους ήχους μιας λέξης. Συνοπτικά γίνεται αντιληπτό ότι οι θεραπευτικές μέθοδοι που χρησιμοποιούνται στα παιδιά σχολικής ηλικίας περιλαμβάνουν κυρίως τεχνικές που βελτιώνουν τη λεκτική ευχέρειά τους και παραβλέπουν σε μεγάλο βαθμό την συμβουλευτική των γονέων (Κακούρος- Μανιαδάκη, 2006) Ανακεφαλαίωση Στην ενότητα 2.1 αναλύθηκε το φαινόμενο του τραυλισμού, ο οποίος αποτελεί και θα συνεχίζει να αποτελεί μια από τις σημαντικότερες διαταραχές ομιλίας στον άνθρωπο. Σύμφωνα με το DSM-IV, ο τραυλισμός ορίζεται «ως διαταραχή της φυσιολογικής ροής και της ρυθμικής διαμόρφωσης της ομιλίας, η οποία είναι 35

37 δυσανάλογη με την ηλικία του ατόμου» (APA, 1994). Στην ενότητα 2.2 υπολογίστηκε ότι η συχνότητα του τραυλισμού είναι 1% στον γενικό πληθυσμό και τα συμπτώματα του τραυλισμού μπορεί να εμφανιστούν σε οποιαδήποτε στιγμή στην παιδική ηλικία, αλλά η συνήθης ηλικία είναι μεταξύ 2 και 5 ετών, με μια εμφανή υπεροχή των αγοριών. Επιπλέον, τα κύρια είδη του τραυλισμού που αναφέρθηκαν στην ενότητα 2.3 είναι τα εξής: ο εξελικτικός τραυλισμός, ο τραυματικός τραυλισμός και ο υστερικός τραυλισμός. Η αιτιολογία του τραυλισμού παραμένει μέχρι σήμερα άγνωστη, αφού δεν υπάρχει ομοφωνία μεταξύ των ειδικών. Ορισμένες από τις αιτίες που θεωρούν οι ειδικοί είναι η ύπαρξη ενός άλλου ατόμου στο οικογενειακό περιβάλλον που τραυλίζει (μίμηση), οι ελλιπείς δυνατότητες ομιλίας, το στρες, και οι αντιληπτικές ανωμαλίες. Καταληκτικά, οι αιτίες του τραυλισμού βρίσκονται στον ατομικό ψυχολογικό και κοινωνικοψυχολογικό χώρο της ομιλίας (ενότητα 2.4). Στην ενότητα 2.5 εξετάστηκε η επίδραση της γλώσσας στη εμφάνιση και ανάπτυξη του τραυλισμού. Κύρια χαρακτηριστικά του τραυλισμού είναι η διακοπτόμενη και χωρίς ρυθμό ομιλία, οι επαναλήψεις ή επιμηκύνσεις φωνημάτων, φθόγγων ή λέξεων, οι δυσρυθμίες, η αυξημένη ένταση τόνου φωνής κ.ά. (ενότητα 2.6). Ακόμη, στην ενότητα 2.7 παρατέθηκε η αναπτυξιακή πορεία του τραυλισμού, η οποία χωρίζεται σε τέσσερις αναπτυξιακές φάσεις (στην προσχολική ηλικία, στη σχολική ηλικία, στην εφηβεία και στην ενήλικη ζωή). Στην ενότητα 2.8 περιγράφτηκαν τα διαγνωστικά κριτήρια του τραυλισμού σύμφωνα με το διαγνωστικό εγχειρίδιο DSM-IV. Στις ενότητες 2.9 και 2.10 εξετάστηκε η θεραπευτική αντιμετώπιση του τραυλισμού σε παιδιά προσχολικής και σχολικής ηλικίας αντίστοιχα. Συγκεκριμένα, τονίστηκε η σπουδαιότητα του προγράμματος Lidcombe, το οποίο είναι μια συμπεριφορική θεραπεία και συγκαταλέγεται στα πιο γνωστά προγράμματα για την άμεση αντιμετώπιση του τραυλισμού σε παιδία μικρής ηλικίας. 3. ΔΙΓΛΩΣΣΙΑ ΚΑΙ ΤΡΑΥΛΙΣΜΟΣ 3.0 Εισαγωγή Αφού διερευνήθηκαν μεμονωμένα οι όροι «διγλωσσία» και «τραυλισμός», στο τελευταίο μέρος του πρώτου κεφαλαίου, το οποίο ακολουθεί θα πραγματοποιηθεί η θεωρητική διερεύνηση της μεταξύ τους σχέσης. 36

38 3.1 Το Θεωρητικό υπόβαθρο της σχέσης διγλωσσίας και τραυλισμού Σύμφωνα με τη βιβλιογραφική ανασκόπηση του Borsel (2001), ο μισός παγκόσμιος πληθυσμός (50%) είναι δίγλωσσος και το 1% του πληθυσμού παρουσιάζει τραυλισμό. Σύμφωνα με την παρούσα βιβλιογραφία επικρατεί η άποψη ότι ο τραυλισμός είναι ένα ιδιαίτερα διαδεδομένο φαινόμενο στον δίγλωσσο πληθυσμό απ ό,τι στον μονόγλωσσο. Βέβαια, υπάρχουν αρκετοί ερευνητές που υποστηρίζουν το αντίθετο. Συγκεκριμένα, οι ερευνητές Au-Yeung, Howell, et als (2000) συμπέραναν ότι έχουν ίδιο ποσοστό εμφάνισης τραυλισμού τόσο τα μονόγλωσσα όσο και τα δίγλωσσα άτομα. Επιπρόσθετα, ένας παράγοντας που πρέπει να ληφθεί υπόψη στη σχέση της διγλωσσίας και του τραυλισμού είναι η χρονολογική ηλικία του παιδιού που θα έρθει σε επαφή με τη δεύτερη γλώσσα. Τα παιδιά προσχολικής ηλικίας είναι πιο επιρρεπή στο να παρουσιάσουν συμπτώματα τραυλισμού, εάν εκτεθούν σε δύο γλώσσες σ αυτήν την ηλικία. Σ αυτό το σημείο ενισχύεται η άποψη ότι η εκμάθηση της δεύτερης γλώσσας πρέπει να γίνεται, αφού έχει κατακτηθεί η πρώτη γλώσσα σε ικανοποιητικό βαθμό (Howell, Davis, and Williams,2009). Ο Borsel και οι συνεργάτες του (2001) σημειώνουν ότι η εκμάθηση νέων πραγμάτων σε αγχώδεις καταστάσεις μπορεί να συντελέσει στην ανάπτυξη του τραυλισμού σε δίγλωσσα άτομα. Στη συνέχεια έρχεται να προστεθεί η εμφάνιση του τραυλισμού στη διγλωσσία, η οποία επηρεάζει τη σχέση των δύο αυτών φαινομένων. Με άλλα λόγια, με ποια μορφή θα εμφανιστεί ο τραυλισμός, εάν ένας δίγλωσσος τραυλίζει. Η Nwokah (1988) ανέφερε τρεις θεωρητικές μορφές εμφάνισης του τραυλισμού. Στην πρώτη μορφή εμφάνισης παρουσιάζονται τραυλικές συμπεριφορές μόνο στη μια από τις δύο γλώσσες. Η δεύτερη εκδοχή (same-hypothesis) είναι ότι ο τραυλισμός εμφανίζεται κα στις δύο γλώσσες με παρόμοια πρότυπα συμπεριφοράς. Τέλος, σύμφωνα με την τρίτη εκδοχή (difference hypothesis) οι τραυλικές συμπεριφορές που θα παρουσιάσουν τα δίγλωσσα άτομα μπορεί να ποικίλλουν από γλώσσα σε γλώσσα. 37

39 ΜΕΡΟΣ Β. Η έρευνα 4.Μεθοδολογία 4.0 Εισαγωγή Στο ερευνητικό μέρος θα γίνει μια αναλυτική καταγραφή επιστημονικών κειμένων από το 2000 έως το 2016 που πραγματεύονται τη σχέση της διγλωσσίας με τον τραυλισμό. Τα κείμενα που θα εντοπιστούν στην εργασία προέρχονται από διάφορες πηγές αναζήτησης, όπως το Google Scholar, το Scopus και το science direct με λέξεις κλειδιά bilingualism, Multilingual, stuttering, Speech Disorders και άλλες. Τέλος, γίνεται καταγραφή διπλωματικών εργασιών με παρόμοιο θέμα μελέτης. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε τον μήνα Δεκέμβριο του Βιβλιογραφική ανασκόπηση κειμένων από το 2000 έως το Έτος 2000 ΤΙΤΛΟΣ UCL survey of bilingualism and stuttering ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ/ΩΝ Au-Yeung, J., Howell, P., Davis, S., Charles, N., & Sackin, S. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ Journal of Fluency Disorders, 25(3) ΕΤΟΣ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ 2000 ΓΛΩΣΣΑ Αγγλικά Ένα σύνηθες ερώτημα είναι εάν η εκμάθηση μιας δεύτερης γλώσσας επηρεάζει τελικά στην ανάπτυξη εμφάνισης του τραυλισμού. Οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι η πρώτη γλώσσα (Γ1) και η δεύτερη γλώσσα (Γ2) υποβάλλονται σε επεξεργασία με διαφορετικό τρόπο στον εγκέφαλο. Υποθέτουν ότι αν υπάρχει σχέση ανάμεσα στη διγλωσσία και στον τραυλισμό, τότε το κομμάτι του εγκεφάλου που επηρεάζει την διγλωσσία θα είναι το ίδιο υπεύθυνο και για τον τραυλισμό. Μέσα από την έρευνα τους στοχεύουν να μελετήσουν πώς η διγλωσσία συνδέεται με τον τραυλισμό και πότε η δεύτερη γλώσσα μπορεί να εμπλακεί στην ανάπτυξη της μητρικής γλώσσας. Η έρευνα έγινε μέσω διαδικτύου με την μορφή ερωτηματολογίου, το οποίο αποτελούνταν από ερωτήσεις προσωπικού χαρακτήρα (φύλο, ημερομηνία γέννησης), 38

40 ερωτήσεις σχετικά με τις διαφορετικές πτυχές γλώσσας, για τη χρήση και το περιβάλλον χρήσης της γλώσσας, καθώς και την εμφάνιση διαταραχών ομιλίας, όπως τραυλισμό. Στην έρευνα συμμετείχαν εφτακόσια ενενήντα τέσσερα (794) υποκείμενα, που το 82,6% αποτελούνταν από δίγλωσσα άτομα και το 17,4% από μονόγλωσσα. Στα αποτελέσματα της έρευνας εντοπίστηκαν ότι οι δίγλωσσοι ομιλητές δεν είναι πιο επιρρεπείς στον τραυλισμό από τους μονόγλωσσους, αφού το ποσοστό των δίγλωσσων ατόμων που τραυλίζουν ήταν ανάλογο με το ποσοστό των μονόγλωσσων ατόμων που τραυλίζουν. Επιπλέον, το να μαθαίνει το παιδί εξαρχής και τις δύο γλώσσες στην ίδια ηλικία δε δημιουργεί πρόβλημα. Όταν όμως ένα παιδί δεν έχει πλήρως κατακτήσει την μητρική του γλώσσα και προχωρήσει στη διαδικασία εκμάθησης μιας δεύτερης γλώσσας, το ποσοστό εμφάνισης τραυλισμού αυξάνεται σημαντικά. Τα αγόρια έχουν περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν συμπτώματα τραυλισμού, γιατί τα κορίτσια είναι πιο ανεπτυγμένα στην εκμάθηση γλωσσών και αυτό οφείλεται στη διαφορετική δομή του εγκεφάλου. ΤΙΤΛΟΣ Stuttering and Bilingualism A review ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ/ΩΝ John Van Borsel, Elise Maes, Sofie Foulon ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ Journal of Fluency Disorders, 26 (3) ΕΤΟΣ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ 2001 ΓΛΩΣΣΑ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ Αγγλικά Έτος 2001 Η συγκεκριμένη βιβλιογραφική ανασκόπηση πραγματεύεται τη σχέση τη διγλωσσίας και του τραυλισμού. Σύμφωνα με τους ερευνητές ο μισός παγκόσμιος πληθυσμός (50%) είναι δίγλωσσος και το 1% του πληθυσμού παρουσιάζει τραυλισμό. Οι έρευνες που έχουν πραγματοποιηθεί έως σήμερα διαφέρουν ανάλογα τον αριθμό και την ηλικία των συμμετεχόντων, τις γλώσσες μελέτης, την ηλικία απόκτησης της δεύτερης ξένης γλώσσας, τη χρήση και των δύο γλωσσών. Κύριο εύρημα είναι ότι ο τραυλισμός είναι πιο διαδεδομένος στον δίγλωσσο πληθυσμό από ό,τι στον μονόγλωσσο. Βέβαια, υπάρχουν αρκετοί ερευνητές που υποστηρίζουν το αντίθετο. Συγκεκριμένα, ο Borsel και οι συνεργάτες του ανέφεραν την έρευνα των Au-Yeung, Howell, et als (2000), οι οποίοι συμπέραναν ότι 39

41 εντοπίζεται το ίδιο ποσοστό εμφάνισης τραυλισμού τόσο στους μονόγλωσσους όσο και στους δίγλωσσους ομιλητές. Οι ερευνητές διαδικτυακά χορήγησαν ένα ερωτηματολόγιο που περιείχε ερωτήσεις προσωπικού περιεχομένου για τη χρήση και το περιβάλλον χρήσης της γλώσσας και τέλος για την εμφάνιση του τραυλισμού. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ίδια ποσοστά μονόγλωσσων και δίγλωσσων ατόμων που τραυλίζουν. Βέβαια, αμφισβητείται η αξιοπιστία της έρευνας δεδομένου ότι διεξήχθη στο διαδίκτυο. Ακόμη, ο τραυλισμός ενδέχεται να επηρεάσει τη μία από τις δυο γλώσσες ή και τις δύο γλώσσες, ενώ οι τραυλικές συμπεριφορές ενδέχεται κι αυτές να διαφέρουν από γλώσσα σε γλώσσα. Σύμφωνα με το Seeman (1974), η πρόωρη διγλωσσία σε ένα παιδί μπορεί να αυξάνει τους κινδύνους εμφάνισης τραυλισμού. Τα παιδιά δεν πρέπει να εκτίθενται στην εκμάθηση μιας δεύτερης γλώσσας, αν δεν έχουν τον πλήρη έλεγχο της μητρικής τους γλώσσας. Οι Van Borsel et. als υπογραμμίζουν ότι και η έκθεση σε καινούριες και αγχώδεις καταστάσεις και περιβάλλοντα μπορεί να είναι ένας σημαντικός παράγοντας εμφάνισης του τραυλισμού στα δίγλωσσα άτομα. Επιπλέον, ο επιπολασμός του τραυλισμού στη διγλωσσία εξαρτάται από το πόσο συγγενής δομικά είναι η μητρική γλώσσα με τη δεύτερη ξένη γλώσσα (L2). Όταν η πρώτη γλώσσα έχει αρκετές γλωσσολογικές ομοιότητες με τη δεύτερη γλώσσα, το παιδί έχει μειωμένες πιθανότητες εμφάνισης τραυλισμού. Στη συνέχεια το άρθρο αναφέρεται στις τρεις διαφορετικές μορφές εμφάνισης τραυλισμού στη διγλωσσία σύμφωνα με την Nwokah (1988). Στην πρώτη μορφή εμφάνισης παρουσιάζονται τραυλικές συμπεριφορές μόνο στη μια από τις δύο γλώσσες. Βέβαια αυτή η άποψη είναι λίγο δύσκολο να υλοποιηθεί και δεν υπάρχουν πολλά ερευνητικά δεδομένα που να επιβεβαιώνουν το παραπάνω σύμφωνα με το Borsel et als (2001). Η δεύτερη εκδοχή (same-hypothesis) είναι ότι ο τραυλισμός εμφανίζεται κα στις δύο γλώσσες με παρόμοια πρότυπα συμπεριφοράς. Όταν ένα άτομο αρχίζει να εμφανίζει συμπτώματα τραυλισμού είναι πιο πιθανό να παρουσιάσει τραυλικές συμπεριφορές και στις δύο γλώσσες. Τέλος, σύμφωνα με την τρίτη εκδοχή (difference hypothesis) οι τραυλικές συμπεριφορές που θα παρουσιάσουν τα δίγλωσσα άτομα μπορεί να ποικίλλουν από γλώσσα σε γλώσσα. Η τελευταία υπόθεση της Nwokah έχει μεγάλη απήχηση από πολλούς ερευνητές, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι είναι συνηθισμένο φαινόμενο η σοβαρότητα των διαταραχών ροής να διαφέρει από μία γλώσσα στην άλλη. 40

42 Έτος 2002 ΤΙΤΛΟΣ ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΕΤΟΣ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ 2002 ΓΛΩΣΣΑ Αγγλικά Disfluency patterns in four bilingual adults who stutter Roberts, P. M Journal of Speech-Language Pathology and Audiology Στο παρόν άρθρο παρουσιάζονται διαφορετικά μοτίβα δυσχέρειας λόγου και συγκεκριμένα διαφορετικά μοτίβα τραυλισμού σε δίγλωσσους ομιλητές της γαλλικής και της αγγλικής γλώσσας. Το δείγμα της έρευνας αποτελείται από δύο άνδρες και δύο γυναίκες, οι οποίοι τραύλιζαν από την παιδική τους ηλικία και μόνο ο ένας ενήλικας είχε λάβει θεραπεία. Οι δύο συμμετέχοντες ανέφεραν ότι παρουσίαζαν ισορροπημένη διγλωσσία και οι άλλοι δύο ανέφεραν ότι η κυρίαρχη γλώσσα τους ήταν η γαλλική. Οι ερευνητές μέτρησαν και ανέλυσαν το ποσοστό δυσχέρειας λόγου ανά εκατό συλλαβές, καθώς και τον ρυθμό ομιλίας τους. Αρχικά οι συμμετέχοντες αξιολόγησαν σε ποια από τις γλώσσες που χρησιμοποιούν εμφανίζουν μεγαλύτερο ποσοστό τραυλισμού. Ένας από τους συμμετέχοντες με ισορροπημένη διγλωσσία ανέφερε ότι τραυλίζει το ίδιο και στις δύο γλώσσες και ο άλλος ανέφερε ότι παρουσιάζει πιο έντονα συμπτώματα τραυλισμού στην γαλλική γλώσσα. Αναφορικά με τους ομιλητές, που είχαν ως κυρίαρχη την γαλλική γλώσσα αναφέρθηκε ότι ο ένας δυσκολεύεται στην αγγλική και ο άλλος στην γαλλική. Στην συνέχεια οι συμμετέχοντες υποβλήθηκαν σε δύο δοκιμασίες: στην δοκιμασία ενός μονόλογου με θέμα χόμπι - δουλειά και στην δοκιμασία αφήγησης. Οι δοκιμασίες διεξήχθηκαν πρώτα στη γαλλική γλώσσα και έπειτα στην αγγλική. Τα αποτελέσματα της έρευνας ήταν διαφορετικά μέσα από τις δύο δοκιμασίες που υποβλήθηκαν οι δίγλωσσοι. Στην δοκιμασία του μονολόγου, οι δίγλωσσοι που είχαν ως κυρίαρχη την γαλλική γλώσσα παρουσίαζαν μεγαλύτερη δυσχέρεια λόγου στην αγγλική γλώσσα. Επίσης, μόνο ο ένας από τους δύο δίγλωσσους με ισορροπημένη διγλωσσία παρουσίασε ίδια μοτίβα τραυλισμού και στις δύο γλώσσες. Όσον αφορά στη διαδικασία ανάγνωσης κειμένου υπήρξε μικρή διαφορά μεταξύ των δύο γλωσσών. Η αυτοαξιολόγηση των συμμετεχόντων δεν οδήγησε σε έγκυρες προβλέψεις των επιπέδων δυσχέρειας λόγου. Οι ερευνητές συμπεραίνουν ότι 41

43 υπάρχουν διαφορετικά πρότυπα τραυλισμού σε δίγλωσσους ομιλητές που μιλάνε τις ίδιες γλώσσες. Έτος 2004 ΤΙΤΛΟΣ ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ/ΩΝ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΕΤΟΣ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ 2004 ΓΛΩΣΣΑ Αγγλικά Comparison of exchange patterns of stuttering in Spanish and English monolingual speakers and a bilingual Spanish-English speaker. Howell, P., Ruffle, L., Fernandez- Zuniga, A., Gutiérrez, R., Fernandez, A. H., O Brien, M. L.,... & Au-Yeung, J. Theory, research and therapy in fluency disorders Το παρόν άρθρο μελετάει τα συμπτώματα του τραυλισμού συγκρίνοντας μονόγλωσσους ομιλητές που τραυλίζουν με έναν δίγλωσσο ομιλητή της αγγλικής και της ισπανικής γλώσσας. Αρχικά, οι διαφορές ανάμεσα στην αγγλική και την ισπανική γλώσσα είναι ότι πρώτον, η ισπανική γλώσσα έχει περισσότερους τύπους λέξεων, το οποίο δημιουργεί άγχος στον ομιλητή και δεύτερον, η ισπανική γλώσσα έχει μια απλούστερη φωνολογία σε σχέση με την αγγλική. Στην παρούσα έρευνα σημειώνονται δύο μελέτες-πειράματα. Το πρώτο πείραμα αποτελείται από 46 μονόγλωσσους φυσικούς ομιλητές της ισπανικής γλώσσας, οι οποίοι παρουσίαζαν συμπτώματα τραυλισμού. Ειδικοί λογοπαθολόγοι είχαν επιβεβαιώσει ότι δεν παρουσίαζαν κάποια άλλη γλωσσική διαταραχή. Υπήρχε μεγάλη ποικιλία ως προς την ηλικία τους και γι αυτό τον λόγο χωρίστηκαν σε πέντε ομάδες. Η ηλικία τους κυμαινόταν από 3 έως 68 ετών. Η διαδικασία που ακολούθησε ήταν η λήψη μιας αυθόρμητης συζήτησης και ενός μονόλογου μεταξύ του ομιλητή και του θεραπευτή. Η μέση διάρκεια του δείγματος ανά ομιλητή ήταν οι 677 λέξεις. Το δείγμα ομιλίας αποτελούνταν από λειτουργικές λέξεις και λέξεις περιεχομένου. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι όλες οι ομάδες τραυλίζουν με ποσοστό 11,5% στις λειτουργικές λέξεις στην αρχή της πρότασης τους, με ποσοστό 4,9% στις λέξεις περιεχομένου και τέλος υπήρξε ένα 0,14% ποσοστό για τις λέξεις περιεχομένου που προηγούνταν από τις λειτουργικές λέξεις. Τα αποτελέσματα της έρευνας μας δείχνουν ότι παρατηρούνται φαινόμενα 42

44 τραυλισμού στις λειτουργικές λέξεις, όταν αυτές βρίσκονται κιόλας στην αρχή της ομιλίας του ατόμου που τραυλίζει. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να εμποδίζει την συνέχεια ροής του ομιλητή και να σημειώνονται συμπτώματα τραυλισμού και στις λέξεις περιεχομένου, το οποίο παρατηρήθηκε σε όλες τις ηλικιακές ομάδες. Στη συνέχεια διεξήχθη και το δεύτερο πείραμα, στο οποίο οι ερευνητές ήθελαν να παρατηρήσουν αν συμβαίνουν τα ίδια συμπτώματα τραυλισμού σε ένα δίγλωσσο άτομο. Το δείγμα της έρευνας μιλούσε πολύ καλά την αγγλική γλώσσα και άπταιστα την ισπανική. Η ηλικία του ήταν 11:9 ετών. Η διαδικασία της έρευνας ήταν η ίδια όπως έγινε στο πρώτο πείραμα. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι τα συμπτώματα του τραυλισμού ήταν πιο εμφανή στην ισπανική γλώσσα και κατά την διάρκεια της αφήγησης-μονόλογου και της συζήτησης. Συγκεκριμένα, κατά την διάρκεια του μονόλογου τραύλιζε πιο πολύ και σε λέξεις περιεχομένου και σε λειτουργικές λέξεις και στις δύο γλώσσες. Το πιο σημαντικό βέβαια είναι ότι η διαφορά μεταξύ λέξεων περιεχομένου και λειτουργικές είναι μικρότερη στην ισπανική σε σχέση με την αγγλική. Γενικά όμως τα συμπτώματα του τραυλισμού ήταν πιο έντονα στην ισπανική γλώσσα σε όλες τις δοκιμασίες. Τα ευρήματα αυτά έρχονται σε αντίθεση με προηγούμενες έρευνες σχετικά με την γλωσσική κυριαρχία. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, αν και το παιδί είχε κατακτήσει σε εξαιρετικό βαθμό την ισπανική γλώσσα τα συμπτώματα του τραυλισμού ήταν πιο έντονα σε σχέση με την αγγλική γλώσσα που απλά την γνώριζε πολύ καλά. Συνοψίζοντας, συγκρίνοντας τους μονόγλωσσους ομιλητές και τον δίγλωσσο ομιλητή συμπεραίνουμε ότι τα συμπτώματα του τραυλισμού εντοπίζονται κυρίως στις λειτουργικές λέξεις. Έτος 2005 ΤΙΤΛΟΣ Assessment of stuttering in a familiar versus an unfamiliar language ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ Van Borsel, J., & de Britto Pereira, M. M. ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ/ΩΝ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ Journal of Fluency Disorders, 30(2) ΕΤΟΣ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ 2005 ΓΛΩΣΣΑ Αγγλικά Η παρούσα μελέτη έχει ως σκοπό την αναγνώριση του τραυλισμού σε μια μη οικεία γλώσσα από τους ειδικούς. Λόγω της αυξημένης κινητικότητας στον κόσμο όλο και περισσότεροι λογοθεραπευτές έρχονται αντιμέτωποι με πελάτες με 43

45 προβλήματα λόγου και συγκεκριμένα τραυλισμό, οι οποίοι μιλάνε μια διαφορετική γλώσσα από τη δική τους. Το συγκεκριμένο άρθρο αναφέρει μια μελέτη, η οποία σχεδιάστηκε, για να διερευνήσει το πόσο καλά οι ειδικοί του τραυλισμού είναι σε θέση να διακρίνουν άτομα που τραυλίζουν και άτομα που δεν παρουσιάζουν κανένα φαινόμενο τραυλισμού, οι οποίοι μιλάνε μια διαφορετική γλώσσα από τη δική τους μητρική. Συγκεκριμένα, συνέκριναν την ικανότητα διάκρισης του τραυλισμού από ντόπιους ομιλητές βραζιλιάνικης πορτογαλικής καταγωγής με την ικανότητα διάκρισης ομιλητών γερμανόφωνης καταγωγής. Επίσης, μελετήθηκε πώς κρίνουν οι ειδικοί την σοβαρότητα του τραυλισμού και τους παράγοντες που συντελούν στην αναγνώριση του τραυλισμού σε μία γλώσσα που δεν είναι εξοικειωμένοι. Το δείγμα της έρευνας αποτελούνταν από δεκατέσσερις (14) προπτυχιακούς φοιτητές λογοθεραπευτές από την Βραζιλία και το Βέλγιο. Τα υποκείμενα της έρευνας παρακολούθησαν ένα μαγνητοσκοπημένο βίντεο, στο οποίο μιλούσαν πέντε άτομα που τραύλιζαν και πέντε που είχαν φυσιολογική ροή ομιλίας. Ο μέσο όρος ηλικίας ήταν τα 25:3 έτη και η γλώσσα που μιλούσαν ήταν τα πορτογαλικά και βραζιλιάνικα. Ακόμη, στο βίντεο είχε καταγραφεί η ομιλία δέκα Ολλανδών, που ο μέσος όρος ηλικίας ήταν τα 16:9 έτη. Όλα τα άτομα είχαν ξεκινήσει ήδη κάποια θεραπεία, όταν είχαν γίνει οι ηχογραφήσεις. Αρχικά, οι δύο ομάδες φοιτητών παρακολουθήσαν είκοσι βίντεο και στις δύο γλώσσες και στη συνέχεια έπρεπε να εντοπίσουν ποια άτομα παρουσιάζουν συμπτώματα τραυλισμού και ποια όχι και τέλος να καταγράψουν την σοβαρότητα του τραυλισμού τους πάνω σε μια κλίμακα με βαθμό σοβαρότητας από το 1 έως το 5. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν γενικά ότι και οι δύο ομάδες φοιτητών είχαν μια ευκολία στο να αναγνωρίσουν και να εντοπίσουν τις τραυλικές συμπεριφορές στη μητρική τους γλώσσα. Tο ίδιο φυσικά συνέβαινε και στις μη τραυλικές συμπεριφορές. Συγκεκριμένα, τόσο οι βραζιλιάνοι-πορτογάλοι φοιτητές όσο και οι ολλανδοί ανέφεραν ότι η αναγνώριση του τραυλισμού σε μια μη οικεία γλώσσα είναι μια πολύ πιο δύσκολη διαδικασία από ό,τι στη μητρική. Επιπλέον, όταν ερωτήθηκαν για τα χαρακτηριστικά των ατόμων που τραυλίζουν παρείχαν περισσότερες λεπτομέρειες και πληροφορίες για τα άτομα που μιλούσαν την ίδια μητρική γλώσσα με αυτούς σε σχέση με την άλλη γλώσσα, ξένη προς αυτούς. Βέβαια, θα μπορούσαμε να πούμε ότι στην παρούσα μελέτη χρησιμοποιήθηκαν δύο γλώσσες αρκετά απομακρυσμένες δομικά η μία από την άλλη. Φαίνεται αρκετά λογικό οι ομιλητές να 44

46 δυσκολεύονται σ αυτήν την διαδικασία εντοπισμού του τραυλισμού, διότι δεν υπάρχει καθόλου γλωσσική εγγύτητα με την μητρική γλώσσα. Έτος 2006 ΤΙΤΛΟΣ ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ/ΩΝ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΕΤΟΣ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ 2006 ΓΛΩΣΣΑ Αγγλικά Language and disfluency: Four case studies on Spanish-English bilingual children. Carias, S., & Ingram, D. Journal of Multilingual Communication Disorders, 4(2) Το παρόν άρθρο πραγματεύεται τη σχέση της διγλωσσίας με τη δυσχέρεια του λόγου και κατ επέκταση με τον τραυλισμό. Στην προκειμένη περίπτωση έχουμε την μελέτη τεσσάρων περιπτώσεων της ισπανικής και της αγγλικής γλώσσας που παρουσίαζαν προβλήματα λόγου. Σκοπός της παρούσας έρευνας είναι να εξεταστούν τα διαφορετικά πρότυπα δυσχέρειας λόγου και πώς σχετίζονται με τη γλωσσική επάρκεια της κυρίαρχης γλώσσας. Η υπόθεση των ερευνητών είναι ότι τα προβλήματα λόγου (ρυθμός ομιλίας, είδη διαταραχής τραυλισμού) θα είναι διαφορετικά στο κάθε παιδί ανάλογα με τη γλώσσα. Το δείγμα της έρευνας αποτελούταν από τέσσερα δίγλωσσα παιδιά, 3 αγόρια - 1 κορίτσι, ηλικίας 4 έως 10 ετών. Τα τρία από τέσσερα από τα παιδιά είχαν πάει σε ειδικό λόγω ανησυχίας δυσχέρειας λόγου. Το πρώτο αγόρι έμαθε παράλληλα τις δύο γλώσσες στην ηλικία των δύο ετών (ταυτόχρονη διγλωσσία). Το δεύτερο έμαθε πρώτα την αγγλική γλώσσα και στη συνέχεια την ισπανική. Το τρίτο μάθαινε ταυτόχρονα και τις δύο γλώσσες και ήταν το μόνο παιδί που είχε διαγνωστεί από λογοθεραπευτή και είχε λάβει θεραπεία και στις δύο γλώσσες. Το κορίτσι μιλούσε αγγλικά και ισπανικά μόνο με τη γιαγιά του και απλώς είχαν διατυπωθεί κάποιες ανησυχίες για καθυστέρηση γλώσσας. Συλλέχτηκαν δείγματα αυθόρμητης ομιλίας και στις δύο γλώσσες και αναλύθηκαν από τους ειδικούς οι επαναλήψεις, οι προσθήκες, οι επιμηκύνσεις και οι αναθεωρήσεις λέξεων-συλλαβών. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι τα ποσοστά της δυσχέρειας λόγου και στα τέσσερα παιδιά κυμαίνονταν από 47% έως 72% και ποικίλλουν ανάλογα με την 45

47 γλώσσα. Συγκεκριμένα δύο παιδιά εντοπίστηκαν να έχουν προβλήματα στην ισπανική γλώσσα και δύο στην αγγλική. Το αξιοσημείωτο στην παρούσα έρευνα ήταν ότι και στις τέσσερις περιπτώσεις η γλώσσα στην οποία παρατηρήθηκαν τα μεγαλύτερα προβλήματα λόγου ήταν αυτή που είχε κατακτηθεί πιο καλά. Το μέγιστο πρόβλημα που εντοπίστηκε στην κυρίαρχη γλώσσα ήταν οι επαναλήψεις συλλαβών και λέξεων και στη δεύτερη γλώσσα ήταν η προσθήκη περιττών συλλαβών-λέξεων και οι επιμηκύνσεις. Τέλος, προβλήματα εντοπίζονται στη γλώσσα με το μεγαλύτερο μήκος φράσεων, γεγονός που υποδηλώνει ότι η δυσχέρεια λόγου συνδέεται με την αυξημένη γλωσσική πολυπλοκότητα. Έτος 2008 ΤΙΤΛΟΣ Judging stuttering in an unfamiliar language: The importance of closeness to the native language. ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ/ΩΝ Van Borsel, J., Leahy, M. M., & Britto Pereira, M. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ Clinical linguistics & phonetics, 22(1) ΕΤΟΣ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ 2008 ΓΛΩΣΣΑ Αγγλικά Oι ερευνητές Borsel et als τρία χρόνια μετα από τη προηγούμενη έρευνα τους (Assessment of stuttering in a familiar versus an unfamiliar language) πραγματοποίησαν ακόμη μία έρευνα, οι οποίοι μελέτησαν, εάν η εγγύτητα της μητρικής γλώσσας του ακροατή σε μια δεύτερη ξένη γλώσσα μπορεί να επηρεάσει την ακρίβεια αναγνώρισης του τραυλισμού σε μια ξένη γλώσσα. Στην έρευνα συμμετείχαν τα ίδια υποκείμενα της έρευνας Borsel et als(2005), τα οποία αποτελούνταν από δύο ομάδες προπτυχιακών φοιτητών Λογοθεραπείας. Η γλώσσα που μιλούσαν ήταν τα βραζιλιάνικα-πορτογαλικά και τα ολλανδικά. Στη παρούσα έρευνα συμμετείχε και μια ομάδα από αγγλόφωνους φοιτητές Λογοθεραπείας από την Ιρλανδία. Συνολικά, η έρευνα αποτελούνταν από τρείς ομάδες με διαφορετικό γλωσσικό υπόβαθρο. Οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να παρακολουθήσουν ένα δείγμα ομιλίας-συζήτησης ολλανδών ομιλητών και να αξιολογήσουν, αν παρουσιάζουν ή όχι συμπτώματα τραυλισμού. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι οι φοιτητές που μιλούσαν αγγλικά και γερμανικά μπορούσαν εύκολα να αναγνωρίσουν, εάν οι γερμανόφωνοι ομιλητές 46

48 παρουσιάζουν ή όχι συμπτώματα τραυλισμού. Αντιθέτως, η ομάδα των φοιτητών που κατάγονταν από την Βραζιλία δυσκολεύτηκε να διακρίνει τα συμπτώματα του τραυλισμού στα ηχογραφημένα δείγματα ομιλίας των γερμανών ομιλητών. Έτσι, η επίδραση της γλωσσικής εγγύτητας συντελεί στην αναγνώριση του τραυλισμού. Με άλλα λόγια, όταν η μητρική γλώσσα είναι πιο «απομακρυσμένη» από τη δομή μιας δεύτερης ξένης γλώσσας υπάρχει μεγαλύτερος κίνδυνος για εσφαλμένα και ψευδή αποτελέσματα από τους ειδικούς λογοθεραπευτές. ΤΙΤΛΟΣ Stuttering Prevalence among Kurdish- Farsi Students Effects of the Two Languages Similarities ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ/ΩΝ Mohamadi, H., Nilipour, R., & Yadegari, F. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ Iranian Rehabilitation Journal, 6(1) ΕΤΟΣ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ 2008 ΓΛΩΣΣΑ Αγγλικά Σκοπός της παρούσας έρευνας είναι να διερευνηθεί η επίδραση της γλωσσικής ομοιότητας σχετικά με την επικράτηση του τραυλισμού σε δίγλωσσους ομιλητές, οι οποίοι μιλάνε κουρδικά και φαρσί. Τα κουρδικά και τα φαρσί είναι δύο γλώσσες που ανήκουν στο Ινδό-ιρανικό κλάδο. Παρουσιάζουν αρκετές ομοιότητες, αφού και οι δύο έχουν επηρεαστεί από το αραβικό γλωσσικό σύστημα. Οι γλωσσικές κατηγορίες που έχουν επιλεγεί για την μεταξύ τους σύγκριση στην παρούσα έρευνα είναι η φωνολογία και η σύνταξη. Πρόκειται για μια περιγραφική αναλυτική μελέτη που διεξήχθη το Το δείγμα της έρευνας αποτελούνταν από μαθητές και συγκεκριμένα από μαθητές δημοτικού (1 η ομάδα), μαθητές που πήγαιναν σε σχολεία καθοδήγησης (σχολεία που προσφέρουν ακαδημαϊκή και ψυχολογική βοήθεια σε μαθητές)(2 η ομάδα) και μαθητές Λυκείου (3 η ομάδα). Το δείγμα αποτελούνταν από 55% άνδρες και 45% γυναίκες. Αρχικά, οι δάσκαλοι των σχολείων είχαν ενημερωθεί για τις διαταραχές λόγου και συγκεκριμένα για τον τραυλισμό και μετέπειτα κλήθηκαν να καταθέσουν τα παιδιά που παρουσιάζουν τραυλισμό. Βέβαια, τα παιδιά εξετάστηκαν και από δίγλωσσο Λογοθεραπευτή, ο οποίος χρησιμοποίησε κατά την αξιολόγηση του τα κριτήρια του DSM-IV. Τα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν ήταν η προσωπική συνέντευξη, η ανάγνωση κειμένου και μια αυθόρμητη συζήτηση-ομιλία και στις δύο γλώσσες. 47

49 Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι από τα παιδιά τα 129 παρουσίαζαν συμπτώματα τραυλισμού. Το συνολικό ποσοστό επικράτησης του τραυλισμού ανέρχονταν στο 1,3%. Συγκεκριμένα, η επικράτηση του τραυλισμού ήταν 2,06% στην 1 η ομάδα παιδιών, 0,87% στην 2 η ομάδα παιδιών και 0.5% στην 3 η ομάδα παιδιών. Τέλος, τα αγόρια τραύλιζαν σε ποσοστό 1,35% και τα κορίτσια σε ποσοστό 0,8%. Η συνολική αναλογία μεταξύ ανδρών/γυναικών ήταν 1,5/1. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας διαπιστώθηκε ότι το ποσοστό του τραυλισμού των δίγλωσσων μαθητών ήταν 1,3%, ποσοστό υψηλότερο από το καθολικό ποσοστό που επικρατεί(1%) αλλά χαμηλότερο ποσοστό απ όλες τις προηγούμενες μελέτες που είχαν διεξαχθεί σε δίγλωσσο πληθυσμό. Αυτό μπορεί να οφείλεται στο γεγονός, ότι οι δύο γλώσσες είναι στενά συνδεδεμένες μεταξύ τους (παρόμοια φωνολογία, σύνταξη) με αποτέλεσμα να απαιτείται λιγότερη διανοητική επεξεργασία από τους δίγλωσσους ομιλητές. Ακόμη, οι μαθητές που τραύλιζαν περισσότερο ήταν οι μαθητές δημοτικού, αλλά με μικρή διαφορά από τα υπόλοιπα ηλικιακά γκρουπ. Τέλος, τα αγόρια παρουσίαζαν περισσότερα συμπτώματα τραυλισμού σε σχέση με τα κορίτσια και αυτό παρατηρήθηκε κυρίως στις μεγαλύτερες ηλικίες. Ενδεχομένως, να οφείλεται στα πολιτιστικά χαρακτηριστικά της πατριαρχικής κοινωνίας, στα οποία τα κορίτσια έχουν μειωμένες ευκαιρίες στην εκπαίδευση. ΤΙΤΛΟΣ ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ/ΩΝ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΕΤΟΣ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ 2008 ΓΛΩΣΣΑ Αγγλικά Stuttering in English Mandarin bilingual speakers: The influence of language dominance on stuttering severity Lim, V. P., Lincoln, M., Chan, Y. H., & Onslow, M. Journal of Speech, Language, and Hearing Research, 51(6) Την ίδια χρόνια δημοσιεύτηκε το συγκεκριμένο άρθρο, το οποίο μελετάει δύο τελείως διαφορετικές γλώσσες. Προηγουμένως, εξετάστηκαν έρευνες, οι οποίες μελετάνε την εκδήλωση τραυλισμού σε διάφορες γλώσσες, εκτός όμως την κινέζικη. Γι αυτό το λόγο έρχεται να προστεθεί η παρούσα μελέτη, η οποία διερευνά το φαινόμενο του τραυλισμού στην αγγλική και την κινέζικη γλώσσα. Στο παρόν άρθρο η κινέζικη γλώσσα αναφέρεται ως «Mandarin language», η οποία είναι μια τοπική διάλεκτος στη βόριο-νοτιοδυτική Κίνα. Η αγγλική και η κινέζικη γλώσσα θεωρούνται ως οι δύο πιο ομιλούμενες γλώσσες στον κόσμο, αλλά οι πληροφορίες για το πώς 48

50 εκδηλώνεται ο τραυλισμός σ αυτούς τους δίγλωσσους ομιλητές είναι ελλιπείς. Τα αγγλικά και τα κινέζικα είναι δυο τελείως διαφορετικές γλώσσες, ως προς τη γλωσσική δομή και συγκεκριμένα στη σύνταξη, στη μορφολογία, στη φωνολογία και στη συλλαβική δομή. Σκοπός των ερευνητών είναι να μελετήσουν, εάν η σοβαρότητα και το είδος του τραυλισμού παρουσιάζεται διαφορετικά στην αγγλική και στη κινέζικη γλώσσα και εάν αυτή η διαφορά έχει επηρεαστεί από την μητρική, δηλαδή, την κυρίαρχη γλώσσα. Το δείγμα της έρευνας αποτελούνταν από τριάντα (30) δίγλωσσους ομιλητές της αγγλικής και κινέζικης γλώσσας, οι οποίοι χωρίστηκαν σε τρείς ομάδες. Η πρώτη ομάδα αποτελούνταν από δεκαπέντε δίγλωσσους, οι οποίοι είχαν ως κυρίαρχη την αγγλική γλώσσα. Η δεύτερη ομάδα αποτελούνταν από τέσσερις (4) δίγλωσσους, των οποίων μητρική γλώσσα ήταν τα κινέζικα και η τρίτη ομάδα απαρτίζονταν από έντεκα (11) δίγλωσσους, οι οποίοι κατείχαν και τις δύο γλώσσες εξίσου καλά (ισορροπημένη διγλωσσία). Πρώτα οι συμμετέχοντες συμπλήρωσαν ένα ερωτηματολόγιο για τη χρήση, τη συχνότητα και τη κυριαρχία των γλωσσών που χρησιμοποιούν. Στη συνέχεια μαγνητοσκοπήθηκαν δεκάλεπτα δείγματα ομιλίας τους στα αγγλικά και στα κινέζικα σε τρείς διαφορετικές καταστάσεις (ομιλία πρόσωπο με πρόσωπο, συζήτηση μ ένα μέλος της οικογένειας και μια τηλεφωνική συνομιλία. Συνολικά συγκεντρώθηκαν έξι δείγματα ομιλίας ανά συμμετέχοντα. Τέλος, οι συζητήσεις αξιολογήθηκαν από δύο δίγλωσσους ειδικούς, ως προς τις συλλαβές που τραύλιζαν, τη σοβαρότητα και τα είδη του τραυλισμού που παρουσίαζαν. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι οι δίγλωσσοι που έχουν ως κυρίαρχη γλώσσα την αγγλική ή την κινέζικη γλώσσα παρουσίαζαν υψηλότερα ποσοστά τραυλισμού ανά συλλαβή καθώς και αυξημένη σοβαρότητα στην λιγότερη κυρίαρχη γλώσσα. Αντιθέτως, οι δίγλωσσοι που είχαν κατακτήσει εξίσου καλά και τις δύο γλώσσες, οι βαθμολογίες τους ήταν ίδιες τόσο σε ποσοστό συλλαβής όσο και στη σοβαρότητα του τραυλισμού. Ακόμη, το είδος του τραυλισμού δεν επηρεάζεται από την γλωσσική κυριαρχία. Σε όλες τις δίγλωσσες ομάδες το ποσοστό του τραυλισμού αποτελούνταν από επαναλαμβανόμενες κινήσεις ή περιττές συμπεριφορές, οι οποίες επίσης δεν διέφεραν μεταξύ των γλωσσών. Συμπερασματικά η γλωσσική κυριαρχία επηρεάζει τη σοβαρότητα του τραυλισμού αλλά όχι τα είδη του τραυλισμού. Έτσι, οι κλινικοί ιατροί που ασχολούνται με δίγλωσσα άτομα που τραυλίζουν πρέπει να αξιολογούν την γλωσσική κυριαρχία του ασθενή κατά τη διάγνωση της σοβαρότητας του τραυλισμού. 49

51 Έτος 2009 ΤΙΤΛΟΣ The effects of bilingualism on stuttering during late childhood ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ/ΩΝ Howell, Peter, Stephen Davis, Roberta Williams ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ Archives of disease in childhood, 94(1) ΕΤΟΣ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ 2009 ΓΛΩΣΣΑ Αγγλικά Στόχος των ερευνητών είναι να εξετάσουν τα συμπτώματα του τραυλισμού σε παιδιά που μιλούσαν αποκλειστικά μια γλώσσα (Αγγλικά) ή και σε παιδιά που μιλούσαν και την αγγλική γλώσσα και να μελετήσουν την έναρξη του τραυλισμού, την απόδοση τους στο σχολείο και να συσχετίσουν την ανάκαμψη που υπήρχε ανάμεσα σε δίγλωσσα και σε μονόγλωσσα παιδιά που τραυλίζουν. Το δείγμα της έρευνας αποτελούνταν από 317 παιδιά που τραύλιζαν, τα οποία είχαν ξεκινήσει το σχολείο στην ηλικία των τεσσάρων με πέντε ετών και επισκέφτηκαν πρώτη φορά έναν ειδικό στην ηλικία των οχτώ με δέκα ετών. Τα συμπτώματα του τραυλισμού είχαν επιβεβαιωθεί από ειδικούς θεραπευτές. Τα παιδιά ήταν από οχτώ έως δώδεκα (8-12) ετών. Τα δίγλωσσα παιδιά χωρίστηκαν σε δύο ομάδες: σε αυτά που μιλούσαν μόνο αγγλικά μέχρι να ξεκινήσουν το σχολείο και να έρθουν σε επαφή με μια δεύτερη γλώσσα (LE) και σ αυτά που μιλούσαν και τα αγγλικά από την γέννηση τους (BIL). Ακόμη, συμμετείχε μια ομάδα μονόγλωσσων ομιλητών που τραυλίζουν προκειμένου να εκτιμηθεί η επίδραση του τραυλισμού στην σχολική επίδοση των παιδιών και η ανάκαμψη τους μετα από τη θεραπευτική παρέμβαση των ειδικών. Τέλος, υπήρχε μια ομάδα ελέγχου που αποτελούνταν από δίγλωσσους ομιλητές, οι οποίοι δεν είχαν παρουσιάσει κανένα πρόβλημα ομιλίας. Τα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν ήταν η συνέντευξη και η μαγνητοσκόπηση. Οι κλινικοί επισκέπτονταν τα παιδία και πραγματοποιούνταν μια συζήτηση, η οποία μαγνητοσκοπούνταν. Τα αποτελέσματα της έρευνας δείχνουν ότι το ποσοστό επικράτηση μιας δεύτερης γλώσσας είναι στο 21,8%. Τριάντα οχτώ (38) από τα τριακόσια δεκαεπτά (317) παιδιά δεν μιλούσαν την αγγλική γλώσσα στα σπίτι και τριάντα έξι (36) παιδιά παρουσίαζαν συμπτώματα τραυλισμού και στις δύο γλώσσες. Ο αριθμός των παιδιών που μιλούσαν μόνο μια γλώσσα (αγγλική) μέχρι να πάνε στο σχολείο (LE) είναι δεκαπέντε (15) και παρουσίαζαν λιγότερα συμπτώματα τραυλισμού σε σύγκριση με 50

52 τα είκοσι τρία (23) δίγλωσσα παιδιά (BIL) που τα συμπτώματα τραυλισμού ήταν ιδιαίτερα αυξημένα. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας τα δίγλωσσα παιδιά, εάν εμφανίσουν συμπτώματα τραυλισμού θα τραυλίσουν και στις δύο γλώσσες. Όμως, εάν έχουν μάθει καλά τη πρώτη γλώσσα στο σπίτι μέχρι την ηλικία των πέντε (5) ετών τότε το φαινόμενο του τραυλισμού μειώνεται. Τα δίγλωσσα παιδιά εκτός από το ότι έχουν μεγαλύτερη προδιάθεση στο να τραυλίζουν, έχουν και λιγότερες πιθανότητες να ανακάμψουν από τα μονόγλωσσα παιδιά που τραυλίζουν. Συγκεκριμένα, μόνο το 25% των δίγλωσσων παιδιών ανακάμπτει σε σχέση με το 55% των μονόγλωσσων παιδιών, στην οποία η θεραπευτική διαδικασία έχει καλύτερα αποτελέσματα. Καταληκτικά, τα μικρά παιδιά είναι πιο ευαίσθητα στην εμφάνιση τραυλισμού, εάν εκτεθούν σε δύο γλώσσες από την προσχολική ηλικία. Επομένως, η δεύτερη ξένη γλώσσα πρέπει να εισαχθεί στο παιδί, αφού έχει κατακτηθεί σε ικανοποιητικό βαθμό η πρώτη γλώσσα. Ο κίνδυνος του τραυλισμού μειώνεται, όταν το παιδί μάθει στην προκειμένη περίπτωση τα αγγλικά ή οποιαδήποτε άλλη γλώσσα σε μεγαλύτερη ηλικία εκτός οικογενειακού περιβάλλοντος. ΤΙΤΛΟΣ Stuttering and bilingualism ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ/ΩΝ Packman, A., Onslow, M., Reilly, S., Attanasio, J., & Shenker, R ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ Archives of disease in childhood, 94(3) ΕΤΟΣ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ 2009 ΓΛΩΣΣΑ Αγγλικά Την ίδια χρονιά οι ερευνητές Packman et als. δημοσίευαν το παρόν άρθρο για να αντικρούσουν τις απόψεις των ερευνητών Howell et als., οι οποίοι πιστεύουν ότι τα παιδιά προσχολικής ηλικίας έχουν αυξημένες πιθανότητες να τραυλίσουν, εάν μιλάνε δύο γλώσσες και η ανάκαμψη του τραυλισμού είναι περιορισμένη. Οι συγγραφείς του παρόντος άρθρου υποστηρίζουν ότι οι ερευνητές Howell et als εξήγαγαν συμπεράσματα για το γενικό πληθυσμό των δίγλωσσων ατόμων μέσα από μια μικρή κλινική ομάδα. Υποστηρίζουν ότι ο καλύτερος τρόπος να για να διαπιστωθεί, εάν υπάρχει σχέση διγλωσσίας και τραυλισμού είναι να γίνει μέσα από μια επιδημιολογική μελέτη. Επιπλέον, αναφέρουν ότι η κλινική ομάδα των ερευνητών ήταν αρκετά προκατειλημμένη. Τα παιδιά εκτιμήθηκαν στην ηλικία 8 έως 10 ετών και η έναρξη 51

53 του τραυλισμού τους εντοπίστηκε στα 4:9 έτη. Η μέση αποδεκτή ηλικία έναρξης του τραυλισμού έχει οριστεί τα 2:10 έτη. Ακόμη, η αναλογία των αγοριών- κοριτσιών εντοπίστηκε να είναι 4 προς 1. Ενώ ευρέως γνωστό είναι ότι η αναλογία αγοριώνκοριτσιών είναι 1 προς 1. Όσον αφορά την ανάκαμψη των συμπτωμάτων του τραυλισμού, οι ερευνητές τόνισαν ότι τα παιδιά μέχρι την ηλικία των δέκα ετών είχαν ανακάμψει μόνο 4% των συλλαβών που τραυλίζουν. Εάν τα παιδιά εξετάζονταν στην ηλικία των δώδεκα ετών θα διαπίστωναν ότι υπάρχει μεγάλη πρόοδος ανάκαμψης. Συμπερασματικά, οι ερευνητές του συγκεκριμένου άρθρου θεωρούν ότι οι ερευνητές Howell et als προχώρησαν σε βεβιασμένα αποτελέσματα μέσα από μια μικρή ομάδα παιδιών που τραυλίζουν, τα οποία τα υπέργενίκευσαν για τον γενικό πληθυσμό των δίγλωσσων παιδιών προσχολικής ηλικίας. ΤΙΤΛΟΣ Does language influence the accuracy of judgments of stuttering in children? Einarsdóttir, J., & Ingham, R. J. ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ/ΩΝ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ Journal of Speech, Language, and Hearing Research, 52(3) ΕΤΟΣ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ 2009 ΓΛΩΣΣΑ Αγγλικά Παρόλο που ο τραυλισμός έχει τεκμηριωθεί σε πολλές γλώσσες, υπάρχουν λίγες μελέτες, οι οποίες επιβεβαιώνουν ότι οι λογοθεραπευτές μπορούν να κρίνουν, εάν ένα παιδί τραυλίζει ή όχι ανεξαρτήτως, αν μιλάνε την ίδια γλώσσα μεταξύ τους. Γι αυτό το λόγο έρχεται να προστεθεί η μελέτη των Einarsdóttir, J., & Ingham, R. J., η οποία μελετάει τα πράγματα από μια διαφορετική οπτική γωνία. Σκοπός των ερευνητών ήταν να προσδιοριστεί η ακρίβεια του τραυλισμού από τους ειδικούς, η οποία επηρεάζεται από το πόσο καλά εξοικειωμένοι είναι οι ειδικοί με τη γλώσσα που χρησιμοποιεί ο ασθενής που τραυλίζει. Οι συμμετέχοντες της έρευνας αποτελούνταν από δέκα (10) έμπειρους Ισλανδούς λογοθεραπευτές και δέκα (10) έμπειρους Αμερικάνους λογοθεραπευτές, των οποίων η μητρική τους γλώσσα ήταν τα αγγλικά και δεν γνώριζαν καθόλου την ισλανδική γλώσσα. Οι λογοθεραπευτές παρακολούθησαν οπτικοακουστικά δείγματα ομιλίας εφτά λεπτών από είκοσι παιδιά ηλικίας 3 έως 5 ετών, τα οποία κατάγονταν από την Ισλανδία. Όλα τα παιδιά παρουσίαζαν συμπτώματα τραυλισμού αλλά με διαφορετική σοβαρότητα το καθένα. Κριτήρια για την επιλογή των παιδιών ήταν α) η ηλικία τους, 52

54 η οποία έπρεπε να κυμαίνεται από 36 έως 71 μήνες β) η κοινή συμφωνία και των δύο γονιών ότι το παιδί τους τραυλίζει τουλάχιστον εδώ και τρεις μήνες και γ) κατά την διάρκεια καταγραφής της ομιλίας των παιδιών παρατηρήθηκαν αμέσως συμπτώματα τραυλισμού. Τέλος, κριτήρια αποκλεισμού ήταν α) η απουσία νευρολογικής διαταραχής και γλωσσικής διαταραχής και β) διγλωσσία. Η διαδικασία που ακολουθήθηκε ήταν η εξής: πρώτα οι λογοθεραπευτές παρακολουθήσαν ατομικά τα είκοσι βιντεοσκοπημένα δείγματα ομιλίας των παιδιών και εντόπισαν τα συμπτώματα του τραυλισμού. Έπειτα, έπρεπε να αξιολογήσουν τα συμπτώματα και να τα εντάξουν ανάλογα με τη σοβαρότητα τους σε μια κλίμακα από το 1εως το 9. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι υπήρξε ένα διαφορετικό χρονικό διάστημα, στο οποίο οι λογοθεραπευτές χρειάστηκαν για να κρίνουν, εάν ένα παιδί τραυλίζει ή όχι. Παρ όλα αυτά, υπήρχε συμφωνία κατά 90% στις αποφάσεις τους, ότι το δείγμα των ισλανδόφωνων παιδιών παρουσιάζει ή όχι τραυλικές συμπεριφορές. Ακόμη, οι απόψεις των λογοθεραπευτών από τις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν παρόμοιες, σε σχέση με τους Ισλανδούς λογοθεραπευτές, στους οποίους δεν υπήρχε πάντοτε σύγκλιση απόψεων. Συμπερασματικά, οι έμπειροι λογοθεραπευτές είναι σε θέση να αναγνωρίζουν με ακρίβεια τα χαρακτηριστικά του τραυλισμού σε μια μη οικεία γλώσσα. Έτσι, η παρούσα έρευνα έρχεται σε αντίθεση με τις δύο προηγούμενες μελέτες, Van Borsel and Britto Pereira (2005) και Van Borsel et al. (2008), και σημειώνεται ότι η εγγύτητα ή γνώση μιας ξένης γλώσσας επηρεάζει την αξιολόγηση του τραυλισμού. Συνοψίζοντας, οι ερευνητές ανέφεραν ότι η ισλανδική γλώσσα μπορεί να μην είναι μια τελείως άγνωστη γλώσσα για τους αμερικάνους λογοθεραπευτές. Η ισλανδική γλώσσα έχει κοινά γλωσσικά στοιχεία με την αγγλική και τη γερμανική γλώσσα. ΤΙΤΛΟΣ Acquired stuttering with differential manifestation in different languages: A case study. ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ/ΩΝ Van Borsel, J., Meirlaen, A., Achten, R., Vingerhoets, G., & Santens, P. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ Journal of Neurolinguistics, 22(2) ΕΤΟΣ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ 2009 ΓΛΩΣΣΑ Αγγλικά Μέχρι στιγμής έχουμε παραθέσει έρευνες, οι οποίες ασχολούνται με περιπτώσεις δίγλωσσων ατόμων/παιδιών που τραυλίζουν από την παιδική τους ηλικία. Η παρούσα 53

55 έρευνα αναφέρεται σε μια δίγλωσση ενήλικη γυναίκα, η οποία άρχισε να τραυλίζει ύστερα από ένα ισχυρό τραυματισμό στον αυχένα της. Με άλλα λόγια, αναφερόμαστε σε επίκτητα συμπτώματα τραυλισμού. Η μητρική της γλώσσα ήταν τα ολλανδικά και ως δεύτερη γλώσσα είχε τα αγγλικά. Σκοπός των ερευνητών ήταν να παρουσιάσουν μια διαφορετική περίπτωση τραυλισμού, στην οποία παρουσιάζονται αποκτώμενα συμπτώματα τραυλισμού ύστερα από χτύπημα. Επιπλέον, είχαν ως στόχο να μελετήσουν την διαφορετική εκδήλωση του τραυλισμού και στις δύο γλώσσες. Διαφορετικά πρότυπα τραυλισμού και με διαφορετικό βαθμό σοβαρότητας ανάμεσα σε δύο γλώσσες έχουν διαπιστωθεί επίσης από τους Cabrera, Rather(2000). H μέθοδος που ακολουθήθηκε ήταν η ανάγνωση κειμένων φωναχτά από την γυναίκα και στις δύο γλώσσες. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν αρχικά ότι παρατηρείται μειωμένη ροή λόγου και στις δύο γλώσσες. Όμως, η ασθενής εμφάνιζε περισσότερα συμπτώματα τραυλισμού στην μητρική της γλώσσα(ολλανδικά). Συγκεκριμένα, εντοπίστηκε μεγάλη δυσχέρεια λόγου στην προσπάθεια διατύπωσης προτάσεων καθώς επίσης εντοπίστηκε πρόβλημα στις λειτουργικές λέξεις και στις μονοσύλλαβες. Λιγότερο πρόβλημα υπήρχε στις λέξεις περιεχομένου και στις μονοσύλλαβες αντίστοιχα. Σύμφωνα με τα παραπάνω ευρήματα συμπεραίνουμε ότι η συγκεκριμένη μελέτη έρχεται σε αντίθεση με τις υπόλοιπες μελέτες, στις οποίες οι δίγλωσσοι ομιλητές τραυλίζουν λιγότερο στην μητρική γλώσσα. Το πόσο καλά έχει κατακτήσει κάποιος μια γλώσσα, στην συγκεκριμένη περίπτωση, δεν αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για τη σοβαρότητα του τραυλισμού. Καταληκτικά, η παρούσα μελέτη έρχεται σε συμφωνία με τα αποτελέσματα των ερευνητών Μeline et als(2006), οι οποίοι παρατήρησαν ότι οι συμμετέχοντες της έρευνας τους παρουσιάζουν περισσότερα συμπτώματα τραυλισμού στην μητρική τους γλώσσα. Τα υποκείμενα της έρευνας μιλούσαν κινέζικα( μητρική γλώσσα) και αγγλικά(δεύτερη γλώσσα). Βέβαια, η παρέμβαση που τους είχε παραχθεί ήταν στην αγγλική γλώσσα. ΤΙΤΛΟΣ Intervention with the Lidcombe Program for a bilingual school-age child who stutters in Iran. ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ Bakhtiar, M., & Packman, A. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ Folia Phoniatrica et Logopaedica, 61(5) ΕΤΟΣ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ 2009 ΓΛΩΣΣΑ Αγγλικά 54

56 Στην συνέχεια έρχεται να προστεθεί μια μελέτη, η οποία πραγματεύεται τη θεραπεία του τραυλισμού. Ένα μεγάλο ποσοστό παιδιών ανακάμπτει φυσικά χωρίς να χρειάζεται κάποιου είδους θεραπεία, ενώ υπάρχει ένα ποσοστό παιδιών που θα τραυλίζουν μέχρι την εφηβεία και την ενήλικη ζωή τους, εάν δεν τους παραχωρηθεί κάποιου είδους θεραπεία. Στόχος του παρόντος άρθρου είναι η διερεύνηση των άμεσων αποτελεσμάτων του προγράμματος Lidcombe για πρώτη φορά στο Ιράν. Όπως αναφέρθηκε στο θεωρητικό μέρος της εργασίας το πρόγραμμα Lidcombe είναι μια συμπεριφορική θεραπεία και συγκαταλέγεται στα πιο γνωστά προγράμματα για την άμεση αντιμετώπιση του τραυλισμού σε παιδία. Βέβαια, έχει αποδειχθεί ότι είναι περισσότερο αποτελεσματικό σε παιδιά προσχολικής ηλικίας ( κάτω των 6 ετών) και λιγότερο αποτελεσματικό σε παιδιά σχολικής ηλικίας. Ο συμμετέχων της παρούσας έρευνας είναι ένα δίγλωσσο παιδί από το Ιράν, ηλικίας 8 ετών και 11 μηνών. Το αγόρι μιλούσε μια τοπική διάλεκτο του Ιράν (Baluchi) και περσικά. Η θεραπεία διεξήχθη και στις δύο γλώσσες. Η μέθοδος που ακολουθήθηκε ήταν η εξής: η σοβαρότητα του τραυλισμού αξιολογήθηκε από τους γονείς σε μια κλίμακα διαβάθμισης από το 1 έως το 5 στα ιρανικά και στα περσικά μετρήθηκε το ποσοστό των συλλάβων που τραύλιζε το δίγλωσσο αγόρι. Τα αποτελέσματα της έρευνας κατέδειξαν ότι το παιδί ολοκλήρωσε το στάδιο 1 του προγράμματος σε 13 εβδομάδες. Συγκεκριμένα, το ποσοστό των συλλαβών ήταν μικρότερο τις τελευταίες τρείς συνεδρίες και η σοβαρότητα του τραυλισμού βρισκόταν στην κλίμακα 1 καθ ολη τη διάρκεια της τελευταίας εβδομάδας. Σύμφωνα με τις ηχογραφημένα δείγματα ομιλίας του παιδιού, το ποσοστό του τραυλισμού ήταν λιγότερο από 1% και στις δύο γλώσσες. Έτσι, το παιδί πληρούσε όλα τα κριτήρια για να προχωρήσει στο δεύτερο στάδιο του προγράμματος. Συμπεραίνοντας, διαπιστώθηκε ότι το πρόγραμμα Lidcombe είναι κατάλληλο και σε παιδία σχολικής ηλικίας που αντιμετωπίζουν συμπτώματα τραυλισμού στο Ιράν. ΤΙΤΛΟΣ Follow-up of 6 10-year-old stuttering children after Lidcombe Program treatment: A Phase I trial. ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ Koushik, S., Shenker, R., & Onslow, M. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ Journal of Fluency Disorders, 34(4) ΕΤΟΣ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ 2009 ΓΛΩΣΣΑ Αγγλικά 55

57 Την ίδια χρονιά δημοσιεύθηκε άλλη μια μελέτη περίπτωσης παιδιών που παρακολουθήθηκαν σε μια πρώτη φάση ύστερα από την θεραπεία του προγράμματος Lidcombe. Σκοπός της πρώτης φάσης ήταν α) να μελετήσουν αρχικά, αν το συγκεκριμένο πρόγραμμα είναι βιώσιμο σε παιδιά σχολικής ηλικίας β) αν χρειάζεται κάποια τροποποίηση για τη συγκεκριμένη ομάδα παιδιών, γ) κατά πόσο τα αποτελέσματα της θεραπείας είναι ανθεκτικά στο χρόνο, δ) κατά πόσο μειώθηκε η συχνότητα του τραυλισμού και ε) εάν υπάρχει συσχέτιση μεταξύ της περιόδου παρακολούθησης και της φάσης υποτροπής. Οι συμμετέχοντες ήταν δώδεκα δίγλωσσα παιδιά ηλικίας έξι έως δέκα ετών. Στην συγκεκριμένη φάση παρακολούθησης τα παιδιά δια μέσω τηλεφώνου ηχογραφήθηκαν τρεις φορές σε τυχαίες χρονικές στιγμές σε διάστημα εφτά με δέκα ημερών. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι υπήρχε μείωση του ποσοστού του τραυλισμού σε 1,9% έναντι του 9,2% πριν από τη θεραπεία. Ακόμη, δεν παρατηρήθηκε καμία σχέση μεταξύ της περιόδου παρακολούθησης και τιμής του τραυλισμού. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα το πρόγραμμα Lidcombe είναι βιώσιμο σε παιδιά σχολικής ηλικίας στην πρώτη φάση μετα την θεραπεία τους. Αυτό μπορεί να οφείλεται σε ένα λογικό αριθμό κλινικών συνεδρίων. Καταληκτικά, τα ενθαρρυντικά αποτελέσματα υποχρεώνουν την συνέχιση των επόμενων φάσεων (2 η φάση και 3 η φάση). Έτος 2010 ΤΙΤΛΟΣ Διαταραχές λόγου σε δίγλωσσο διαπολιτισμικό πλαίσιο, όπως παρουσιάζονται σε μαθητές δημοτικών σχολείων στην Ελλάδα και στη Γερμανία. ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ Μυλωνά Άννα ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων ΤΜΗΜΑ Παιδαγωγικό τμήμα Νηπιαγωγών ΕΤΟΣ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ 2010 ΓΛΩΣΣΑ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ Ελληνικά Το γενικό θέμα της παρούσας διπλωματικής ήταν η διερεύνηση των διαταραχών λόγου των δίγλωσσων μαθητών και η αξιολόγηση τους ως προς την σχολική επίδοση στο δημοτικό. Το ερευνητικό περιεχόμενο της παραπάνω εργασίας είναι η μελέτη των μαθητών που φοιτούν σε δημοτικό σχολείο με γλωσσική και πολιτισμική 56

58 διαφορετικότητα. Στους μαθητές αυτούς εντοπίζονται διαταραχές λόγου και ομιλίας (τραυλισμός, μαθησιακές δυσκολίες). Η εργασία αποτελούνταν από οχτώ κεφάλαια. Στο 1 ο κεφάλαιο διατυπώνεται η προβληματική της έρευνας, η διατύπωση των σκοπών, των στόχων και της υπόθεσης της έρευνας. Στο 2 ο κεφάλαιο γίνεται η οριοθέτηση των εννοιών «Διαταραχή Λόγου», «Διγλωσσία», και της «Διαπολιτισμικότητας». Στο 3 ο κεφάλαιο διερευνώνται οι παράμετροι που συντελούν στην διαταραχή του λόγου και της ομιλίας των μαθητών. Στο 4 ο κεφάλαιο γίνεται διεξοδική ανάλυση των διαταραχών λόγου ως προς την εμφάνιση και την αντιμετώπιση του στη σύγχρονη κοινωνία. Στο 5 ο κεφάλαιο γίνεται μια θεωρητική προσέγγιση των αλλοδαπών μαθητών με πολιτισμική διαφορετικότητα ως προς την αναγκαιότητα της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης στο σχολείο. Στο κεφάλαιο 6 ο παρουσιάζεται η μεθοδολογία της έρευνας (μέσο, υλικό, δείγμα, στατιστικές τεχνικές για την ανάλυση δεδομένων). Στο κεφάλαιο 7 ο παρουσιάζονται τα αποτελέσματα της έρευνας με μορφή πινάκων και κειμένου. Στο 8 ο κεφάλαιο γίνεται αξιολόγηση και ερμηνεία των ευρημάτων και γίνεται μια σύνοψη των γενικών συμπερασμάτων. Συγκεκριμένα οι δίγλωσσοι μαθητές που φοιτούν στο δημοτικό σχολείο της Ελλάδας παρουσιάζουν διαταραχές λόγου και στον προφορικό λόγο και στο γραπτό και αντιμετωπίζουν μαθησιακές δυσκολίες, οι οποίες διαφοροποιούνται ως προς το γνωστικό αντικείμενο του αναλυτικού προγράμματος του σχολείου. Επιπλέον, οι διαταραχές λόγου που εμφανίζουν οι αλλοδαποί μαθητές σε σχέση με τους έλληνες μαθητές διαφοροποιούνται με βάση το φύλο τους, την εθνικότητα, τη σχολική τάξη και το κοινωνικο οικονομικό περιβάλλον από το οποίο προέρχονται. Ακόμη, το μοντέλο αντιμετώπισης των μαθησιακών δυσκολιών είναι η διαπολιτισμική εκπαίδευση που στοχεύσει στην ανάπτυξη της ενσυναίσθησης και κατανόησης των προβλημάτων των αλλοδαπών μαθητών. Συνοψίζοντας, οι περισσότερες διαταραχές λόγου εντοπίζονται κατά την είσοδο του παιδιού στο σχολικό περιβάλλον όπου συνήθως ενδημούν τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα και είναι πιο εμφανή τα προβλήματα στα αγόρια. Έτος 2011 ΤΙΤΛΟΣ Multilingual children who stutter: Clinical issues 57

59 ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ Rosalee C. Shenker ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ Journal of Fluency Disorders, 36 (3) ΕΤΟΣ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ 2011 ΓΛΩΣΣΑ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ Αγγλικά Τα τελευταία χρόνια ο αριθμός των δίγλωσσων παιδιών έχει αυξηθεί σημαντικά. Όμως, η πρόωρη έκθεση των παιδιών σε δύο γλώσσες μπορεί να προκαλέσει πολλά προβλήματα επικοινωνίας και συγκεκριμένα τραυλισμό. Ο ερευνητής του παραπάνω άρθρου εξετάζει αυτό το πλήθος παιδιών μέσα από διάφορα κλινικά θέματα διάφορων άλλων ερευνητών και αρχικά προσπαθεί να προσδιορίσει τον τραυλισμό σε μια μη οικεία γλώσσα των παιδιών. Στην συνέχεια αναλύει την επίδραση της γλωσσικής επάρκειας στην αξιολόγηση ενός δίγλωσσου παιδιού με τραυλισμό. Τέλος, γίνεται μια αναφορά στην θεραπεία του προγράμματος Lidcombe, το οποίο χρησιμοποιείται σε παιδιά μικρής ηλικίας που τραυλίζουν. Γίνεται αναφορά σε ομιλητές, οι οποίοι μιλάνε διάφορες γλώσσες και στη συνέχεια γίνεται μια σύγκριση των γλωσσών ανάλογα με το επίπεδο του τραυλισμού. Παραδείγματος χάρη συγκρίνονται τα ολλανδικά με τα αγγλικά και βραζιλιάνικα με τα πορτογαλικά. Συμπεραίνεται ότι σημαντικό ρόλο στην εμφάνιση του τραυλισμού διαδραματίζει πόσο κοντινή είναι η δομή της μητρικής γλώσσας με την δεύτερη ξένη γλώσσα. Στην συνέχεια έρχεται να προστεθεί η γλωσσική επάρκεια που αποτελεί ένα σημαντικό παράγοντα για την αξιολόγηση των παιδιών με τραυλισμό. Ως προφορική γλωσσική επάρκεια,σύμφωνα με την Shenker, ορίζεται η γνώση που έχει ένας άνθρωπος για την γραμματική, το λεξιλόγιο και την προφορά. Μια τραυλική συμπεριφορά μπορεί να οφείλεται σε περιορισμένη επάρκεια της γλώσσας και ο κλινικός οφείλει να ξεχωρίζει αυτή τη περίπτωση γιατί έτσι θα ακολουθήσει μια λανθασμένη ταυτοποίηση του τραυλισμού. Ακόμη, στην γλωσσική ανάπτυξη των δίγλωσσων παιδιών παρατηρείται ανάμειξη των δυο ομιλούμενων γλωσσών δηλαδή, το παιδί να χρησιμοποιεί λέξεις των γλωσσών που γνωρίζει εναλλακτικά. Μόνο όταν το παιδί θα γίνει καλός ομιλητής και των δύο γλωσσών θα εξαλειφθεί αυτό το φαινόμενο. Η εναλλαγή από την μία γλώσσα στην άλλη αποτελεί, βέβαια, ένα φυσικό και λειτουργικό εργαλείο των δίγλωσσων παιδιών παρά την αποφυγή κάποιας λέξης ή την αδυναμία ανάκτησης κάποιας λέξης όπως συμβαίνει στον τραυλισμό. Ένα άλλο στοιχείο που πρέπει να λάβουμε υπόψη είναι ότι παίζει σημαντικό ρόλο η κουλτούρα από την οποία προέρχεται το παιδί για την εκμάθηση της δεύτερης γλώσσας. 58

60 Καταληκτικά, γίνεται λόγος στην θεραπεία παιδιών με τραυλισμό, χρησιμοποιώντας κυρίως το θεραπευτικό πρόγραμμα Lidcombe. Το πρόγραμμα Lidcombe είναι μια συμπεριφορική θεραπεία και συγκαταλέγεται στα πιο γνωστά προγράμματα για την άμεση αντιμετώπιση του τραυλισμού σε παιδία μικρής ηλικίας. Χρησιμοποιείται και σε μονόγλωσσα παιδία που τραυλίζουν και εξίσου σε δίγλωσσα. Ορισμένοι ερευνητές εισάγουν τη θεραπεία πρώτα στην αντιμετώπιση του τραυλισμού στη μητρική γλώσσα, στην οποία η γλωσσική επάρκεια είναι μεγαλύτερη και έπειτα στην δεύτερη. Άλλοι πάλι εισάγουν τη θεραπεία του τραυλισμού παράλληλα και στις δύο γλώσσες. Αναφορικά, οι ερευνητές Harrison et al. εφάρμοσαν το συγκριμένο πρόγραμμα σε ένα πεντάχρονο αγόρι που μιλούσε από την γέννηση του αγγλικά και γαλλικά. Το παιδί χαρακτηριστικά παρουσίαζε έντονα συμπτώματα τραυλισμού στην επανάληψη συλλαβών. Συμπερασματικά, η Shenker καταλήγει ότι ο τραυλισμός και η διγλωσσία αποτελούν ένα τομέα που χρήζει περισσότερης έρευνας και παρατήρησης τόσο στην αξιολόγηση όσο και στη θεραπευτική διαδικασία. ΤΙΤΛΟΣ Patterns of stuttering in a Spanish/English bilingual: A case report ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ Ardila, A., Ramos, E., & Barrocas, R. ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ/ΩΝ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ Clinical linguistics & phonetics, 25(1) ΕΤΟΣ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ 2011 ΓΛΩΣΣΑ Αγγλικά Μέχρι στιγμής δεν έχει αναφερθεί καμία μελέτη περίπτωσης, η οποία να ασχολείται αποκλειστικά με τα γνωρίσματα ενός δίγλωσσου ατόμου που τραυλίζει. Έτσι προστίθεται η πρόσφατη έρευνα των Ardila, A., Ramos, E., & Barrocas, R. (2011). Η παρούσα μελέτη περίπτωσης ασχολήθηκε με έναν εικοσιεπτάχρονο(27) δεξιόχειρα που μιλούσε αγγλικά και ισπανικά. Η μητρική του γλώσσα ήταν τα αγγλικά και οι παππούδες του ήταν αυτοί που μιλούσαν ισπανικά. Στην ηλικία των έξι χρόνων άρχιζε να παρουσιάζει συμπτώματα τραυλισμού και από τότε ξεκίνησε 30 θεραπεία την εβδομάδα για την αντιμετώπιση του. Η θεραπεία γινόταν μόνο στην αγγλική γλώσσα αλλά τον βοήθησε και στις δύο γλώσσες. Στον δίγλωσσο συμμετέχοντα χορηγήθηκαν οχτώ διαφορετικές δοκιμασίες: 1) Αυτόματο Τεστ Λόγου (περιγραφή μιας εικόνας) 2) Αυτόματο Τεστ Λόγου ( ομιλίασυζήτηση ενός θέματος) 3) Ανάγνωση 4) Τεστ ονοματισμού 5) Τεστ λεκτικής 59

61 ευχέρειας 6) Τεστ επανάληψης 7) Τεστ ονοματισμού εικόνων 8) Τεστ Λεξιλογίου. Τα τεστ χορηγήθηκαν και στις δυο γλώσσες. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα-σκορ που συγκέντρωσε στις δοκιμασίες, οι ερευνητές συμπεραίνουν ότι ο εικοσιεπτάχρονος τραυλίζει περισσότερο στην ισπανική γλώσσα παρά στην αγγλική, διότι η θεραπεία που έλαβε ήταν στην αγγλική γλώσσα και ήταν αναμενόμενο να υπάρξει μεγαλύτερη βελτίωση. Δεύτερον, ο τραυλισμός ήταν πιο έντονος στην δεύτερη γλώσσα. Γενικά, παρατηρήθηκαν φαινόμενα τραυλισμού και στις δύο γλώσσες και συγκεκριμένα στην παραγωγή του αυθόρμητου λόγου. Επιπλέον, το άτομο τραύλιζε τόσο σε λέξεις περιεχομένου όσο και σε λειτουργικές λέξεις και στις δύο γλώσσες αλλά κυρίως στην αγγλική. Στην ισπανική γλώσσα φαινόμενα τραυλισμού σημειώθηκαν στα επίθετα, στους συνδέσμους, στα επιρρήματα και στην παραγωγή ρημάτων. Ακόμη, ο εικοσιεπτάχρονος δυσκολεύτηκε στην παραγωγή μεγάλων λέξεων που ξεκινούσαν με φωνήεν στην ισπανική γλώσσα, ενώ αντιθέτως σημειώθηκαν συμπτώματα τραυλισμού στη παραγωγή μονοσύλλαβων λέξεων στην αγγλική γλώσσα. Καταληκτικά, οι άνθρωποι τραυλίζουν πιο πολύ στις λειτουργικές λέξεις παρά στις λέξεις περιεχομένου και ένα 30% των ατόμων τραυλίζει περισσότερο στην αρχή μια πρότασης ή περιόδου και κυρίως όταν οι λέξεις αρχίζουν από φωνήεν. Συνοψίζοντας, όταν πραγματοποιείται μια σύγκριση ανάμεσα σε δύο γλώσσες με το ίδιο γνωστικό αντικείμενο σημειώνονται πολλές ομοιότητες, το οποίο επιτρέπει την διαμόρφωση γενικών κανόνων τραυλισμού. Βέβαια εντοπίζονται και διαφορές που σχετίζονται τόσο με τα γλωσσικά χαρακτηριστικά της κάθε γλώσσας, όσο και με το επίπεδο κατοχής της κάθε γλώσσας από το δίγλωσσο άτομο. ΤΙΤΛΟΣ Review of research on the relationship between bilingualism and stuttering ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ Van Borsel, J. O. H. N. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ Multilingual aspects of fluency disorders, 5 ΕΤΟΣ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ 2011 ΓΛΩΣΣΑ Αγγλικά Η παραπάνω μελέτη αφορά μια επισκόπηση έρευνας για τη διγλωσσία και το τραυλισμό. Παρά το γεγονός ότι η σχέση μεταξύ της διγλωσσίας και του τραυλισμού απασχολεί τους ερευνητές από τον 19 ο αιώνα, η επισκόπηση αυτή τονίζει ότι πρέπει να υπάρξει περισσότερη έρευνα. Μέχρι και σήμερα αποτελεί θέμα συζήτησης για το 60

62 αν ή όχι η διγλωσσία μπορεί να προκαλέσει συμπτώματα τραυλισμού και ακόμη παραμένουν ανοιχτά πολλά ερωτήματα που αφορούν την επικράτηση και την εκδήλωση του τραυλισμού σε δίγλωσσα άτομα και τέλος ερωτήματα σχετικά με την αξιολόγηση και τη θεραπεία των δίγλωσσων ατόμων. Μία αιτία που μπορεί να αποδοθεί για τη μικρή πρόοδο της έρευνας σ αυτούς τους τομείς είναι η μεγάλη διαφορετικότητα του δίγλωσσου πληθυσμού, μια διαφορετικότητα που θα συνεχίζει να απασχολεί τους κλινικούς και τους ερευνητές για πολλά χρόνια ακόμα. Τα θέματα που μελετάει το παρόν άρθρο είναι η επικράτηση του τραυλισμού και η εκδήλωση του στα δίγλωσσα άτομα, η διάγνωση και η θεραπεία του. Είναι γνωστό ότι η επικράτηση του τραυλισμού στα μονόγλωσσα άτομα ανέρχεται στο 1%. Όμως, δεν υπάρχει σχετική έρευνα για τα δίγλωσσα άτομα. Οι έρευνες απλώς εστιάζονται ότι οι δίγλωσσοι θα τραυλίζουν πιο πολύ από τους μονόγλωσσους και συνήθως θα τραυλίζουν πιο πολύ στη δεύτερη γλώσσα, την οποία δεν έχουν κατακτήσει πλήρως. Ένας άλλος παράγοντας που μπορεί να επηρεάσει την επικράτηση του τραυλισμού είναι η ομοιότητα των γλωσσών που μιλάει ο δίγλωσσος ομιλητής. Άλλο ένα θέμα που απασχόλησε τους ερευνητές είναι πώς εκδηλώνεται ο τραυλισμός στο δίγλωσσο πληθυσμό. Οι ερευνητές κατέληξαν σε διαφορετικά ενδεχόμενα: ένα άτομο μπορεί να παρουσιάζει τραυλικές συμπεριφορές στην μια από τις δύο γλώσσες ή τα συμπτώματα του τραυλισμού να είναι εμφανή και στις δύο γλώσσες. Ακόμη, ένα άτομο μπορεί να τραυλίζει και στις δύο γλώσσες με παρόμοια χαρακτηριστικά τραυλισμού ή να τραυλίζει και στις δύο γλώσσες αλλά με διαφορετικά μοτίβα τραυλισμού. Συγκεκριμένα, στην έρευνα των Cabrera and Ratner (2000) οι ομιλητές της αγγλικής-ισπανικής γλώσσας παρουσίαζαν διαφορετικά μοτίβα τραυλισμού. Στην ισπανική γλώσσα παρατηρήθηκε έντονη δυσχέρεια λόγου στις αυτοπαθείς αντωνυμίες, ενώ στην αγγλική γλώσσα οι δίγλωσσοι ομιλητές τραύλιζαν κυρίως στα ουσιαστικά. Τέλος, αναφορικά με την αξιολόγηση και την θεραπεία του τραυλισμού επικρατούν δύο διαφορετικές συνιστώσες. Αφενός, υπάρχουν έρευνες που υποστηρίζουν ότι οι λογοθεραπευτές μπορούν να αξιολογήσουν τα συμπτώματα του τραυλισμού σε ασθενείς που δεν μιλάνε την ίδια γλώσσα μ αυτούς και αφετέρου υπάρχουν έρευνες που τονίζουν ότι ο λογοθεραπευτής οφείλει να γνωρίζει την γλώσσα του ασθενή του, ώστε να υπάρξει σωστή αντιμετώπιση του τραυλισμού. 61

63 ΤΙΤΛΟΣ Brain structure and function in developmental stuttering and bilingualism. ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ Watkins, K. E., & Klein, D. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ Multilingual aspects of fluency disorders ΕΤΟΣ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ 2011 ΓΛΩΣΣΑ Αγγλικά Το παρόν κείμενο ασχολείται πιο συγκεκριμένα με τη δομή του εγκεφάλου σε ομιλητές με συμπτώματα τραυλισμού. Οι μελέτες απεικόνισης του εγκεφάλου ομιλητών που τραυλίζουν αποτελούν ιδιαίτερο ενδιαφέρον μελέτης. Έχει αναφερθεί ότι ορισμένοι μηχανισμοί του εγκεφάλου συναινούν για την εμφάνιση του τραυλισμού. Πρόκειται για ένα άρθρο ανασκόπησης, το οποίο μελετάει τα ευρήματα άλλων ερευνών. Τα δίγλωσσα άτομα που τραυλίζουν παρουσιάζουν μια υπερδραστηριότητα στο δεξί ημισφαίριο του εγκεφάλου με επίκεντρο στη δεξιά κάτω μετωπιαία έλικα (ή αλλιώς την περιοχή Broca) σε σχέση με άτομα που δεν παρουσιάζουν προβλήματα λόγου. Επιπλέον, στις νευροαπεικονιστικές μελέτες των δίγλωσσων ατόμων που τραυλίζουν παρατηρήθηκε υποδραστηριότητα στην ακουστική περιοχή που βρίσκεται στον κροταφικό λοβό καθώς και μια ανωμαλία στην ενεργοποίηση των υποφλοιωδών δομών που εμπλέκονται στον έλεγχο της κίνησης, δηλαδή της παρεγκεφαλίδας και των βασικών γαγγλίων. Επιπρόσθετα, εντοπίστηκαν κατασκευαστικές ανωμαλίες στον μετωπιαίο και κροταφικό λοβό, οι οποίες μπορεί να σχετίζονται με τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα δίγλωσσα άτομα. Οι πιο πρόσφατες μελέτες υποστηρίζουν ότι ο τραυλισμός σε δίγλωσσα άτομα μπορεί να προκαλείται από τη δυσλειτουργία των βασικών γαγγλίων, τα οποία με την σειρά τους δημιουργούν προβλήματα στη παραγωγή ομιλίας. Καταληκτικά, οι ερευνητές τόνισαν ότι παρά το έντονο ενδιαφέρον που υπάρχει στη συμπεριφορά και στα χαρακτηριστικά των δίγλωσσων ατόμων που τραυλίζουν, υπάρχει μειωμένη έρευνα όσον αφορά τη μελέτη νευροαποικονίσεων των συγκεκριμένων ατόμων. Έτος 2012 ΤΙΤΛΟΣ ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ/ΩΝ Stuttering characteristics of German English bilingual speakers. Schäfer, M., & Robb, M. P. 62

64 ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ Clinical linguistics & phonetics, 26(7) ΕΤΟΣ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ 2012 ΓΛΩΣΣΑ Αγγλικά Επιπρόσθετα, έρχεται να προστεθεί το παρόν άρθρο που μελετάει τα χαρακτηριστικά του τραυλισμού σε δίγλωσσους ομιλητές γερμανικής και αγγλικής γλώσσας. Τα γερμανικά και τα αγγλικά είναι δύο μη τονικές ινδοευρωπαϊκές γλώσσες που διαφέρουν ως προς τη δομή των συλλαβών, τη φωνολογία και στον αριθμό των συμφώνων και των φωνηέντων στο αλφάβητο τους. Σκοπός των ερευνητών ήταν να μελετήσουν την συμπεριφορά του τραυλισμού σε δίγλωσσους ομιλητές γερμανικής και αγγλικής γλώσσας, να συγκρίνουν τη συχνότητα του τραυλισμού σε λειτουργικές λέξεις και περιεχομένου και τέλος το ρόλο της γλωσσικής κυριαρχίας της μητρικής γλώσσας στο τραυλισμό. Τα ερευνητικά ερωτήματα των ερευνητών ήταν: 1) εάν η συχνότητα και η σοβαρότητα του τραυλισμού είναι διαφορετική στην αγγλική ή στη γερμανική γλώσσα, 2) εάν τα άτομα τραυλίζουν το ίδιο σε λέξεις περιεχομένου και λειτουργικότητας και στις δύο γλώσσες και 3) εάν η γλωσσική επάρκεια επηρεάζει τα συμπτώματα του τραυλισμού. Το δείγμα της έρευνας αποτελούνταν από δεκαπέντε (15) δίγλωσσους ομιλητές που είχαν ως μητρική γλώσσα τη γερμανική και ως δεύτερη γλώσσα την αγγλική. Τα κριτήρια επιλογής ήταν να τραυλίζουν τουλάχιστον σε ποσοστό 3%, η έκθεση τους στην αγγλική γλώσσα να είναι το λιγότερο 5 έτη, η διαταραχή τους να εντοπίζεται στην ευχέρεια του λόγου και να έχουν διάγνωση τραυλισμού από ειδικό λογοθεραπευτή. Αρχικά, υπήρξε μια δεκαπεντάλεπτη συζήτηση των συμμετεχόντων στη μητρική και στη δεύτερη γλώσσα, η οποία ηχογραφήθηκε. Έπειτα, τα υποκείμενα της έρευνας συμπλήρωσαν κάποιες λέξεις σε ένα γραπτό κείμενο που τους δόθηκε. Έγινε ανάλυση ευχέρειας διαλόγου και στις δύο γλώσσες και ανάλυση των λέξεων περιεχομένου και λειτουργικότητας. Οι λειτουργικές λέξεις αποτελούνταν από άρθρα, αντωνυμίες, βοηθητικά ρήματα, σύνδεσμοι και προθέσεις. Οι λέξεις περιεχομένου αποτελούνταν από ουσιαστικά, ρήματα, επίθετα, επιρρήματα. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι σημειώθηκε μεγάλο ποσοστό τραυλισμού στη δεύτερη γλώσσα(αγγλικά) παρά στη μητρική(γερμανικά). Τα αποτελέσματα αυτά έρχονται σε αντίθεση με τα αποτελέσματα των ερευνητών Dworzynski, K., & Howell, P. (2004b), οι οποίοι κατέληξαν ότι υπάρχει μεγαλύτερο ποσοστό τραυλισμού στη γερμανική παρά στην αγγλική γλώσσα. Επιπλέον, βασικός 63

65 παράγοντας για τη συχνότητα του τραυλισμού διαδραματίζει η γλωσσική επάρκεια. Οι δίγλωσσοι τραυλίζουν περισσότερο στις λειτουργικές λέξεις και λιγότερο στις λέξεις περιεχομένου στην αγγλική γλώσσα. Συνοψίζοντας, ενώ τα συμπτώματα τραυλισμού παρατηρούνται γενικά πιο πολύ στη λιγότερη κυρίαρχη γλώσσα, δεν υπάρχει ιδιαίτερη απόδοση ότι επηρεάζει η γλωσσική κυριαρχία τον τραυλισμό. Έτος 2013 ΤΙΤΛΟΣ The disfluent speech of a Spanish English bilingual child who stutters. ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ/ΩΝ Taliancich-Klinger, C. L., Byrd, C. T., & Bedore, L. M. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ Clinical linguistics & phonetics, 27(12) ΕΤΟΣ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ 2013 ΓΛΩΣΣΑ Αγγλικά Οι ερευνητές πραγματοποίησαν μια λεπτομερής περιγραφή δυσχέρειας λόγου ενός δίγλωσσου κοριτσιού ηλικίας έξι χρονών και ενός μηνών (6:1) με διαγνωσμένο τραυλισμό. Το κορίτσι μιλούσε ισπανικά και αγγλικά. Αρχικά, δόθηκε ένα ερωτηματολόγιο στους γονείς για να συμπληρώσουν ερωτήσεις σχετικά με τις γλώσσες που χρησιμοποιεί το παιδί στο σπίτι και σε ποίες περιπτώσεις χρησιμοποιεί την εκάστοτε γλώσσα. Από το ερωτηματολόγιο αναφέρθηκε ότι χρησιμοποιεί την αγγλική γλώσσα σε ποσοστό 66% και 34% την ισπανική γλώσσα. Στην συνέχεια έγινε ανάλυση οχτώ διαφορετικών δειγμάτων ομιλίας του παιδιού με διαφορετικό περιεχόμενο το καθένα. Το κορίτσι είτε αφηγούνταν κάτι είτε συζητούσε με τον ιατρό, ο οποίος ήταν και αυτός δίγλωσσος ομιλητής της αγγλικής και ισπανικής γλώσσας. Έπειτα, τα αποτελέσματα της έρευνας αξιολογήθηκαν σύμφωνα με το πρόγραμμα συστηματικής ανάλυσης μεταγραφών γλώσσας (Systematic Analysis of Language Transcripts). Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι υπήρχε περισσότερη δυσχέρεια λόγου στην αγγλική γλώσσα απ ότι στην ισπανική. Συγκεκριμένα, το κορίτσι δυσκολευόταν αρκετά και στην αφήγηση ενός γεγονότος και κατά τη διάρκεια ενός διαλόγου στην αγγλική γλώσσα. 64

66 Έτος 2014 ΤΙΤΛΟΣ The role of language familiarity in bilingual stuttering assessment. ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ/ΩΝ Lee, A. S., Robb, M. P., Ormond, T., & Blomgren, M. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ Clinical linguistics & phonetics, 28(10) ΕΤΟΣ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ 2014 ΓΛΩΣΣΑ Αγγλικά Παρακάτω προστίθεται μια πιο πρόσφατη έρευνα πάνω στο ζήτημα της αξιολόγησης του τραυλισμού σε δίγλωσσα άτομα από ειδικούς, οι οποίοι μπορεί να μην είναι εξοικειωμένοι με την γλώσσα ομιλίας των ασθενών τους. Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι να αξιολογηθεί η ικανότητα διάγνωσης μιας ομάδας αγγλόφωνων Λογοθεραπευτών, οι οποίοι μελέτησαν τραυλικές συμπεριφορές δύο δίγλωσσων ενηλίκων με τραυλισμό. Οι ενήλικοι είχαν ως μητρική γλώσσα τα Ισπανικά (Γ1) και δεύτερη ξένη γλώσσα (Γ2) τα αγγλικά. Ύστερα τα αποτελέσματα των λογοθεραπευτών θα συγκρίνονταν με τα αποτελέσματα που είχαν δώσει τρείς δίγλωσσοι λογοθεραπευτές, οι οποίοι μιλούσαν τις ίδιες γλώσσες με τους ασθενείς. Οι ερευνητικές υποθέσεις του άρθρου είναι τρείς: α) οι δίγλωσσοι ασθενείς θα παρουσίαζαν περισσότερα συμπτώματα τραυλισμού στη δεύτερη γλώσσα σε σχέση με τη μητρική γλώσσα β) οι αγγλόφωνοι λογοθεραπευτές θα εντοπίσουν με ακρίβεια τη σοβαρότητα του τραυλισμού τόσο στην αγγλική όσο και στην ισπανική γλώσσα, η οποία είναι άγνωστη προς αυτούς και γ) οι μονόγλωσσοι λογοθεραπευτές θα προσδιορίσουν με μεγαλύτερη ακρίβεια τα ειδικά χαρακτηριστικά του τραυλισμού στην οικεία γλώσσα προς αυτούς (αγγλικά) σε σύγκριση με τους δίγλωσσους λογοθεραπευτές. Οι συμμετέχοντες της έρευνας αποτελούνταν από δεκαεννέα (19) αγγλόφωνους λογοθεραπευτές, οι οποίοι είχαν ακαδημαϊκή και κλινική εμπειρία στην αξιολόγηση και τη θεραπεία του τραυλισμού αλλά κανένας του δεν είχε ασχοληθεί αποκλειστικά με ασθενείς που παρουσίαζαν τραυλισμό. Ακόμη, κανένας τους δεν είχε εκτεθεί στην ισπανική γλώσσα. Οι λογοθεραπευτές παρακολούθησαν ηχογραφημένα δείγματα ομιλίας δύο δίγλωσσων ατόμων με τραυλισμό. Ο πρώτος ασθενής ήταν ένας δεκαεξάχρονος (16) δίγλωσσος, ο οποίος ήταν φυσικός ομιλητής της ισπανικής γλώσσας και κατέκτησε την αγγλική γλώσσα σε ηλικία 5 ετών. Η δεύτερη ασθενής ήταν μια εικοσάχρονη (20) γυναίκα, η οποία είχε και αυτή ως μητρική γλώσσα τα αγγλικά και έμαθε τα ισπανικά σε ηλικία δέκα ετών για μεταναστευτικούς λόγους. Οι λογοθεραπευτές, αφού πρώτα παρακολούθησαν τα δείγματα ομιλίας έπρεπε να αξιολογήσουν τη συχνότητα, τη σοβαρότητα, το είδος και την διάρκεια του τραυλισμού και στις δύο γλώσσες. Τέλος, τα συγκεντρωτικά αποτελέσματα των ειδικών θα συγκρίνονταν με τα αποτελέσματα που είχαν παραθέσει οι τρεις δίγλωσσοι λογοθεραπευτές. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι οι αγγλόφωνοι λογοθεραπευτές έκριναν ότι η συχνότητα του τραυλισμού είναι μεγαλύτερη στην ισπανική γλώσσα και λιγότερη στην αγγλική γλώσσα στον δεκαεξάχρονο ασθενή και ίδια συχνότητα τραυλισμού και στις δυο γλώσσες στην εικοσάχρονη ασθενή. Επίσης, η αξιολόγηση των μεμονωμένων στιγμών τραυλισμού ήταν πιο ακριβής στα δείγματα ομιλίας της αγγλικής γλώσσας σε σύγκριση με τα ισπανικά δείγματα ομιλίας και εντόπισαν 65

67 μεγάλη σοβαρότητα τραυλισμού και στις δύο γλώσσες. Τέλος, υπέδειξαν λιγότερες τραυλικές συμπεριφορές σε σύγκριση με τους δίγλωσσους θεραπευτές. Οι δίγλωσσοι θεραπευτές ήταν εξοικειωμένοι με τις δύο γλώσσες και εντόπιζαν με μεγάλη ακρίβεια τις τραυλικές συμπεριφορές στην ισπανική και στην αγγλική γλώσσα. Οι ερευνητικές υποθέσεις των ερευνητών επιβεβαιώνονται και συμπεραίνεται ότι η αξιολόγηση τραυλικών συμπεριφορών σε μια άγνωστη γλώσσα μπορεί να πραγματοποιηθεί αλλά με μεγαλύτερη δυσκολία. Έτος 2016 ΤΙΤΛΟΣ Χαρακτηριστικά λόγου δίγλωσσων νηπίων σε επικινδυνότητα για ειδικές διαταραχές του λόγου ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ Αλεξοπούλου Ίρις ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο ΤΜΗΜΑ ΕΤΟΣ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ 2016 ΓΛΩΣΣΑ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ Ελληνικά Θεσσαλονίκης Τμήμα Επιστημών Προσχολικής Αγωγής και Εκπαίδευσης Η παρούσα διπλωματική εργασία είχε ως σκοπό την εξέταση των γλωσσικών χαρακτηριστικών δίγλωσσων νηπίων που βρίσκονται σε επικινδυνότητα για ειδικές διαταραχές λόγου, όπως ο τραυλισμός. Η συγγραφέας της διπλωματικής εστιάστηκε σε παιδιά προσχολικής ηλικίας, διότι τονίζει ότι υπάρχει ερευνητικό έλλειμμα αναφορικά με την αγωγή των δίγλωσσων παιδιών στα νηπιαγωγεία της Ελλάδας. Ως επί το πλείστον, οι περισσότερες γλωσσικές διαταραχές εντοπίζονται κατά τη προσχολική ηλικία. Η εργασία χωρίστηκε σε δύο μέρη στο θεωρητικό και στο ερευνητικό. Στο θεωρητικό μέρος πραγματοποιήθηκε μια διεξοδική ανάλυση των όρων «διγλωσσία», «μαθησιακές δυσκολίες», «διαταραχές λόγου» καθώς και η σχέση της διγλωσσίας με τις διαταραχές λόγου. Η έρευνα διεξήχθη πάνω σε δίγλωσσα παιδιά που φοιτούν σε νηπιαγωγεία Θεσσαλονίκης. Αρχικά μοιράστηκε ένα ερωτηματολόγιο ψυχογλωσσικών ικανοτήτων ΙΤΡΑ στους νηπιαγωγούς, ώστε να συμπληρώσουν τα απαραίτητα στοιχεία που αφορούν τα δίγλωσσα νήπια. Στην συνέχεια χρησιμοποιήθηκε το εργαλείο Ψυχομετρικό Κριτήριο Γλωσσικής Επάρκειας ΛαΤω, το οποίο διαχώρισε τα παιδιά που παρουσίαζαν επικινδυνότητα για διαταραχές λόγου. Τα αποτελέσματα της έρευνας υποστηρίζουν ότι τα δίγλωσσα παιδιά με επικινδυνότητα σε διαταραχές λόγου συγκέντρωσαν πολύ χαμηλές βαθμολογίες σε 66

68 όλα τις δοκιμασίες του ΛαΤω. Πιο συγκεκριμένα, 7 στα 10 παιδιά βρίσκονται σε επικινδυνότητα για διαταραχή λόγου και 2 στα 10 έχουν τυπική ανάπτυξη. Τέλος, οι νηπιαγωγοί μέσα από το ερωτηματολόγιο που συμπλήρωσαν κατατάσσουν, ίσως λόγω προκατάληψης, τα δίγλωσσα παιδιά τυπικής ανάπτυξης στα παιδία με διαταραχές λόγου. ΤΙΤΛΟΣ ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ ΑΝΩΤΑΤΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ (Τ.Ε.Ι.) ΤΜΗΜΑ ΕΤΟΣ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ 2016 ΓΛΩΣΣΑ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ Ελληνικά Διγλωσσία και διαταραχές λόγου και ομιλίας σε παιδιά Γαβαλά Σταυρούλα, Λιτσένη Ριγκέλτα, Μόκα Χρυσάνθη Σχολή επαγγελμάτων Υγείας και Πρόνοιας Τμήμα Λογοθεραπείας Ιωαννίνων Η παρούσα βιβλιογραφική πτυχιακή εργασία έχει ως στόχο τη διερεύνηση των θετικών αλλά κυρίως των αρνητικών επιδράσεων της διγλωσσίας στο λόγο και την ομιλία των δίγλωσσων παιδιών. Η εργασία χωρίζεται σε τρία κεφάλαια. Στο πρώτο κεφάλαιο γίνεται ανάλυση της διγλωσσίας (ορισμός, μορφές διγλωσσίας, αίτια διγλωσσίας). Στο δεύτερο κεφάλαιο παρουσιάζονται αναλυτικά τα χαρακτηριστικά της διγλωσσίας και οι διαταραχές του λόγου και της ομιλίας. Συγκεκριμένα, οι διαταραχές λόγου και ομιλίας που αναφέρονται είναι ο τραυλισμός, η φωνολογική/αρθρωτική διαταραχή, οι μαθησιακές δυσκολίες (δυσλεξία). Στο τρίτο κεφάλαιο παραθέτονται οι αρχές αξιολόγησης και η λογοθεραπευτική αντιμετώπιση των παραπάνω διαταραχών λόγου και ομιλίας. Οι συγγραφείς συμπεραίνουν ότι τα δίγλωσσα άτομα έχουν αυξημένες πιθανότητες να παρουσιάσουν προβλήματα λόγου αλλά και μαθησιακές δυσκολίες. Το κομμάτι της αξιολόγησης και αντιμετώπισης των προβλημάτων χρήζει ιδιαίτερης σημασίας λόγω της πολυδιάστατης φύσης του συγκριτικά με τις μεμονωμένες διαταραχές λόγου των μονόγλωσσων παιδιών. Συνοψίζοντας, η διγλωσσία και οι διαταραχές λόγου συνδέονται άρρηκτα μεταξύ τους οπότε με την ύπαρξη μιας διαταραχής μπορεί ταυτόχρονα να συνυπάρχει και άλλη διαταραχή. Τέλος, συγκρίνοντας δίγλωσσα με μονόγλωσσα παιδιά έγινε φανερό ότι δεν βρέθηκαν στατιστικά σημαντικές διαφορές μεταξύ τους, πράγμα που χρήζει αναγκαιότητα περισσότερης έρευνας. 67

69 5.Συζήτηση Στην παρούσα εργασία έγινε αναφορά σε δίγλωσσα άτομα που έχουν διαγνωσθεί με διαταραχές λόγου και συγκεκριμένα τραυλισμό. Πιο συγκεκριμένα, το ενδιαφέρον εστιάστηκε στη σύνδεση της διγλωσσίας και του τραυλισμού και μετέπειτα στη σχέση ανάμεσα σε μονόγλωσσα και δίγλωσσα άτομα που τραυλίζουν, καθώς και στα διαφορετικά χαρακτηριστικά του τραυλισμού ανάλογα με τις γλώσσες που μιλάνε οι δίγλωσσοι ομιλητές. Σύμφωνα με την αρχική υπόθεση της παρούσης εργασίας ότι τα δίγλωσσα άτομα μπορεί να αντιμετωπίζουν περισσότερες διαταραχές λόγου και ότι ίσως η διγλωσσία ευθύνεται για την εμφάνιση τραυλισμού, καταλήγουμε συνολικά σε πολύ ενδιαφέροντα συμπεράσματα. Αρχικά, ο τραυλισμός είναι πιο εμφανής στα δίγλωσσα άτομα συγκριτικά με τα μονόγλωσσα άτομα. Στις έρευνες των Borsel et als (2001) και Howell, Davis and Williams (2009) επιβεβαιώνεται η παραπάνω άποψη. Τα δίγλωσσα άτομα είναι πιο επιρρεπή στην εμφάνιση τραυλισμού και παρουσιάζουν λιγότερες πιθανότητες βελτίωσης του λόγου τους. Μόνο στο 25% των δίγλωσσων εμφανίζεται θετικό αποτέλεσμα ύστερα από θεραπευτική παρέμβαση έναντι του 55% των μονόγλωσσων ατόμων. Αντιθέτως, οι ερευνητές Au-Yeung, Howell et als (2000) υποστηρίζουν μια διαφορετική άποψη. Μέσα από την έρευνά τους κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι το ποσοστό τραυλισμού των μονόγλωσσων ατόμων είναι το ίδιο με το ποσοστό των δίγλωσσων ατόμων. Επιπρόσθετα, ένας παράγοντας που πρέπει να ληφθεί υπόψη στη σχέση της διγλωσσίας και του τραυλισμού είναι η χρονολογική ηλικία του παιδιού, στην οποία θα έρθει σε επαφή με τη δεύτερη γλώσσα. Τα παιδιά προσχολικής ηλικίας είναι πιο επιρρεπή στο να παρουσιάσουν συμπτώματα τραυλισμού, αν εκτεθούν σε δύο γλώσσες σ αυτήν την ηλικία. Εάν όμως έχουν κατακτήσει καλά τη μητρική τους γλώσσα μέχρι την ηλικία των πέντε ετών, το ποσοστό εμφάνισης του τραυλισμού μειώνεται. Επομένως, η δεύτερη ξένη γλώσσα πρέπει να εισαχθεί στο παιδί, αφού έχει κατακτήσει σε ικανοποιητικό βαθμό τη μητρική γλώσσα. Σημαντικό ρόλο στη σχέση διγλωσσίας-τραυλισμού αποτελεί το εξής: έχει παρατηρηθεί, πως, όταν η μητρική γλώσσα είναι στενά συνδεδεμένη με τη δεύτερη ξένη γλώσσα, το ποσοστό εμφάνισης του τραυλισμού μειώνεται. Στην έρευνα των Mohamadi, Nilipour & Yadegari (2008) μελετήθηκαν τα συμπτώματα του 68

70 τραυλισμού σε ομιλητές που μιλούσαν κουρδικά και φαρσί. Οι δύο γλώσσες έχουν παρόμοια φωνολογία και σύνταξη, με αποτέλεσμα να απαιτούν λιγότερη διανοητική επεξεργασία από τους δίγλωσσους ομιλητές. Σε αντίθεση με τα παραπάνω προστίθεται η έρευνα των Lim, Lincoln, Chan, & Onslow (2008), οι οποίοι μελέτησαν τα πρότυπα του τραυλισμού σε δύο εντελώς διαφορετικές γλώσσες, όπως είναι τα αγγλικά και τα κινέζικα. Οι γλώσσες είναι διαφορετικές ως προς την γλωσσική τους δομή, με αποτέλεσμα οι δίγλωσσοι ομιλητές να παρουσιάζουν υψηλά ποσοστά τραυλισμού. Στην συνέχεια κρίνεται σκόπιμο να απαριθμηθούν κάποια από τα χαρακτηριστικά του τραυλισμού σε δίγλωσσους ομιλητές. Κύρια μοτίβα τραυλισμού είναι οι επαναλήψεις, οι επιμηκύνσεις και οι αναθεωρήσεις συλλαβών και λέξεων. Ακόμη, οι δίγλωσσοι ομιλητές τραυλίζουν περισσότερο κατά τη χρήση των λειτουργικών λέξεων και λιγότερο στις λέξεις περιεχομένου (Schäfer and Robb, 2012). Ακόμη, στη μελέτη περίπτωσης των Ardila, Ramos, Barrocas (2011) βρέθηκε ότι το υποκείμενο της έρευνας τραύλιζε τόσο σε λέξεις περιεχομένου όσο και σε λειτουργικές λέξεις. Φαινόμενα τραυλισμού σημειώθηκαν στα επίθετα, στους συνδέσμους, στα επιρρήματα και στην παραγωγή ρημάτων. Σύμφωνα με τις έρευνες ο προσδιορισμός του τραυλισμού δεν είναι μια εύκολη υπόθεση. Η σχέση της διγλωσσίας και του τραυλισμού μελετάται υπό το πρίσμα της αναγνώρισης του τραυλισμού σε μια μη οικεία γλώσσα από τους ειδικούς. Συγκεκριμένα, στην έρευνα των Borsel et als (2005) και Borsel (2008) οι λογοθεραπευτές αναγνωρίζουν πλήρως τις τραυλικές συμπεριφορές των δίγλωσσων ομιλητών που εξετάζουν στη μητρική τους γλώσσα και δυσκολεύονται περισσότερο στη γλώσσα που δεν είναι γνώριμη σε αυτούς. Αντίθετα, οι έρευνες των Einarsdóttir και Ingham (2009) και των Lee, Robb, Ormond & Blomgren (2014) υποστηρίζουν διαφορετικά αποτελέσματα. Οι έμπειροι λογοθεραπευτές μπορούν να αναγνωρίσουν με ακρίβεια τον τραυλισμό σε μια μη οικεία γλώσσα ανεξαρτήτως της γλωσσικής εγγύτητας. Αναφορικά με την παρέμβαση του τραυλισμού στα δίγλωσσα άτομα επισημάνθηκε η πολύτιμη βοήθεια του θεραπευτικού προγράμματος Lidcombe τόσο σε παιδιά σχολικής όσο και σε παιδιά προσχολικής ηλικίας. Στο σημείο αυτό πραγματοποιείται μία παρουσίαση των συνολικών ευρημάτων της παρούσης μεταπτυχιακής διατριβής υπό τη μορφή πινάκων και διαγραμμάτων. 69

71 ΑσεΠ ΑσεΠΣ ΑσεΒ ΔΔ ΔΜΕ ΠΕ Διάγραμμα 1 ΑσεΠ: Άρθρα σε επιστημονικά περιοδικά, ΑσεΠΣ: Άρθρα σε πρακτικά συνεδρίου, ΑσεΒ: Άρθρα σε βιβλία, ΔΔ: Διδακτορική Διατριβή, ΔΜΕ: Διπλωματική μεταπτυχιακή εργασία, ΠΕ: Πτυχιακή εργασία Αναλυτικά, σύμφωνα με το παραπάνω διάγραμμα 1 παρατηρούμε ότι το 2000 δημοσιεύτηκε ένα κείμενο σε επιστημονικό περιοδικό, καθώς και ένα κείμενο στο αμερικάνικο ετήσιο συνέδριο (ΑSHA). Στην συνέχεια από το 2001 έως το 2005 δημοσιεύτηκε ένα άρθρο ανά χρονιά σε επιστημονικά περιοδικά. Το 2006 αναρτήθηκαν ένα άρθρο σε περιοδικό και δύο άρθρα σε συνέδριο και το 2007 ένα άρθρο σε βιβλίο. Ακόμη, το 2008 δημοσιεύτηκαν τρία κείμενα σε επιστημονικά περιοδικά και ένα σε πρακτικά συνεδρίου. Το 2009 παρατηρήθηκε η δημοσίευση έξι επιστημονικών κειμένων σε επιστημονικά περιοδικά. Επιπλέον, το 2010 πραγματοποιήθηκε η συγγραφή μιας διδακτορικής διατριβής στα ελληνικά στα Ιωάννινα. Το 2011 έγινε η δημοσίευση τριών άρθρων σε διεθνή περιοδικά και ενός άρθρου σε βιβλίου. Από το 2012 έως το 2014 πραγματοποιήθηκε η ανάρτηση ενός άρθρου ανά χρονιά. Τέλος, το 2016 στον ελλαδικό χώρο έγινε η διεκπεραίωση μιας διπλωματικής μεταπτυχιακής εργασίας και μιας πτυχιακής εργασίας στα ελληνικά. Στο παρακάτω διάγραμμα 2 πραγματοποιείται μια συνολική ερευνητική ανασκόπηση ανά έτος. 70

72 Ερευνητική ανασκόπηση ανα έτος Διάγραμμα 2 Σύμφωνα με το διάγραμμα 2 παρατηρείται ότι η μεγαλύτερη ερευνητική κινητικότητα στη μελέτη της σχέσης διγλωσσίας και τραυλισμού κυμαίνεται από το 2006 έως το Στα υπόλοιπα έτη υπήρχε μειωμένη ερευνητική κινητικότητα με δημοσίευση ενός άρθρου ανά χρονιά. Συγκεκριμένα τα κείμενα που είχαν ως θέμα τα δίγλωσσα άτομα που τραυλίζουν ήταν είτε ερευνητικά άρθρα είτε άρθρα ανασκόπησης είτε μελέτες περιπτώσεων, τα οποία παρουσιάζονται αναλυτικά στο παρακάτω διάγραμμα Ερευνητικά Άρθρα Άρθρα ανασκόπισης Μελέτη περίπτωσης Διάγραμμα 3 Με βάση το διάγραμμα 3 έως και σήμερα έχουν δημοσιευτεί δεκατέσσερα (14) επιστημονικά ερευνητικά άρθρα, πέντε (5) άρθρα ανασκόπησης και εφτά (7) άρθρα μελέτης περιπτώσεων που ως περιεχόμενο μελέτης έχουν τη διγλωσσία και τον τραυλισμό. Εύκολα συμπεραίνεται ότι υπάρχει μια υπεροχή των ερευνητικών άρθρων έναντι των κειμένων ανασκόπησης και των μελέτης περιπτώσεων. 71

ΤΡΑΥΛΙΣΜΟΣ ΣΕ ΠΑΙΔΙΑ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗΣ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΚΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ

ΤΡΑΥΛΙΣΜΟΣ ΣΕ ΠΑΙΔΙΑ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗΣ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΚΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ ΤΡΑΥΛΙΣΜΟΣ ΣΕ ΠΑΙΔΙΑ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗΣ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΚΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ ΟΡΙΣΜΟΣ Σύμφωνα με το DSM-IV ο τραυλισμός ορίζεται ως διαταραχή της φυσιολογικής ροής και της ρυθμικής διαμόρφωσης της ομιλίας, η οποία είναι δυσανάλογη

Διαβάστε περισσότερα

- Καθυστέρηση λόγου (LLI)

- Καθυστέρηση λόγου (LLI) Πολλά άτομα με βαρηκοΐα/κώφωση (Είναι η μερική ή ολική απώλεια των ηχητικών ερεθισμάτων μέσω της ακουστικής οδού. Γίνεται λοιπόν κατανοητό πως προκύπτει δυσκολία επεξεργασίας και παραγωγής των ήχων συνεπώς

Διαβάστε περισσότερα

Διαστάσεις της διγλωσσίας α. χρόνος β. σειρά γ. πλαίσιο κατάκτησης της δεύτερης γλώσσας

Διαστάσεις της διγλωσσίας α. χρόνος β. σειρά γ. πλαίσιο κατάκτησης της δεύτερης γλώσσας Διαστάσεις της διγλωσσίας α. χρόνος β. σειρά γ. πλαίσιο κατάκτησης της δεύτερης γλώσσας Διάσταση 1 η A. Ο ΧΡΟΝΟΣ ΚΑΤΑΚΤΗΣΗΣ ΤΗΣ ΔΕΥΤΕΡΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ Ανάλογα με το πότε κατακτήθηκε η Γ2, διακρίνουμε ανάμεσα

Διαβάστε περισσότερα

Οι διαταραχές του λόγου και τις οµιλίας στην παιδική ηλικία. Αναστασία Λαµπρινού Δεκέµβριος 2001

Οι διαταραχές του λόγου και τις οµιλίας στην παιδική ηλικία. Αναστασία Λαµπρινού Δεκέµβριος 2001 Οι διαταραχές του λόγου και τις οµιλίας στην παιδική ηλικία Αναστασία Λαµπρινού Δεκέµβριος 2001 Γλώσσα- είναι µία ταξινοµική αρχή, ένας κώδικας επικοινωνίας, ένα κοινωνικό φαινόµενο έξω από το άτοµο. Οµιλία-

Διαβάστε περισσότερα

Λύδια Μίτιτς

Λύδια Μίτιτς Παρουσίαση της πλατφόρμας εξ αποστάσεως εκπαίδευσης για τη διγλωσσία και τη διδασκαλία της ελληνικής ως δεύτερης γλώσσας: η αξιοποίηση της πλατφόρμας στη Μέση Εκπαίδευση Λύδια Μίτιτς lydiamitits@gmail.com

Διαβάστε περισσότερα

ΕΙΔΙΚΗ ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ. Πολυδύναµο Καλλιθέας Φεβρουάριος 2008 Αναστασία Λαµπρινού

ΕΙΔΙΚΗ ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ. Πολυδύναµο Καλλιθέας Φεβρουάριος 2008 Αναστασία Λαµπρινού ΕΙΔΙΚΗ ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ Πολυδύναµο Καλλιθέας Φεβρουάριος 2008 Αναστασία Λαµπρινού Ειδική αναπτυξιακή διαταραχή, η οποία συνδέεται µε ελλείµµατα στην έκφραση ή/και στην κατανόηση Ειδική: δυσκολία χωρίς

Διαβάστε περισσότερα

14 Δυσκολίες μάθησης για την ανάπτυξη των παιδιών, αλλά και της εκπαιδευτικής πραγματικότητας. Έχουν προταθεί διάφορες θεωρίες και αιτιολογίες για τις

14 Δυσκολίες μάθησης για την ανάπτυξη των παιδιών, αλλά και της εκπαιδευτικής πραγματικότητας. Έχουν προταθεί διάφορες θεωρίες και αιτιολογίες για τις ΠΡΟΛΟΓΟΣ Οι δυσκολίες μάθησης των παιδιών συνεχίζουν να απασχολούν όλους όσοι ασχολούνται με την ανάπτυξη των παιδιών και με την εκπαίδευση. Τους εκπαιδευτικούς, οι οποίοι, μέσα στην τάξη τους, βρίσκονται

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΓΛΩΣΣΙΑ: Εισαγωγικά στοιχεία

ΔΙΓΛΩΣΣΙΑ: Εισαγωγικά στοιχεία ΔΙΓΛΩΣΣΙΑ: Εισαγωγικά στοιχεία Ασπασία Χατζηδάκη Πανεπιστήμιο Κρήτης aspahatz@edc.uoc.gr 1. H διγλωσσία ως παγκόσμιο κοινωνικό φαινόμενο H δι/πολυγλωσσία είναι ο κανόνας, όχι η εξαίρεση 6.000 γλώσσες oμιλούνται

Διαβάστε περισσότερα

- Έκπτωση στη χρήση εξoλεκτικών συμπεριφορών πχ βλεμματικής επαφής, εκφραστικότητας προσώπου.

- Έκπτωση στη χρήση εξoλεκτικών συμπεριφορών πχ βλεμματικής επαφής, εκφραστικότητας προσώπου. ΑΥΤΙΣΜΟΣ- ΔΙΑΧΥΤΗ ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ ΤΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Η Διάχυτη Διαταραχή της Ανάπτυξης σύμφωνα με το ICD-10 το σύστημα της Διεθνούς Ταξινόμησης των Νόσων είναι μια διαταραχή που περιλαμβάνει δυσκολίες στην ανάπτυξη

Διαβάστε περισσότερα

Ο όρος διάχυτες αναπτυξιακές διαταραχές (αυτισμός) αναφέρεται σε μια αναπτυξιακή διαταραχή κατά την οποία το άτομο παρουσιάζει μειωμένες ικανότητες

Ο όρος διάχυτες αναπτυξιακές διαταραχές (αυτισμός) αναφέρεται σε μια αναπτυξιακή διαταραχή κατά την οποία το άτομο παρουσιάζει μειωμένες ικανότητες Ο όρος διάχυτες αναπτυξιακές διαταραχές (αυτισμός) αναφέρεται σε μια αναπτυξιακή διαταραχή κατά την οποία το άτομο παρουσιάζει μειωμένες ικανότητες στην επικοινωνία, κοινωνικότητα και συμπεριφορά, καθώς

Διαβάστε περισσότερα

Οι γνώμες είναι πολλές

Οι γνώμες είναι πολλές Η Ψυχολογία στη Φυσική Αγωγή στο πλαίσιο του σχολικού περιβάλλοντος ΚασταμονίτηςΚωνσταντίνος Ψυχολόγος Οι γνώμες είναι πολλές Πολλές είναι οι γνώμες στο τι προσφέρει τελικά ο αθλητισμός στην παιδική ηλικία

Διαβάστε περισσότερα

«Δοκιμασία Εκφραστικού Λεξιλογίου σε τυπικά αναπτυσσόμενα παιδιά ηλικίας 6 8 ετών»

«Δοκιμασία Εκφραστικού Λεξιλογίου σε τυπικά αναπτυσσόμενα παιδιά ηλικίας 6 8 ετών» «Δοκιμασία Εκφραστικού Λεξιλογίου σε τυπικά αναπτυσσόμενα παιδιά ηλικίας 6 8 ετών» Γλώσσα: Το φυσικό εκείνο σύστημα επικοινωνίας που χρησιμοποιείται από τον άνθρωπο και έχει ως βάση του τον έναρθρο λόγο.

Διαβάστε περισσότερα

29. Βοηθητικό ρόλο στους μαθητές με δυσγραφία κατέχει η χρήση: Α) ηλεκτρονικών υπολογιστών Β) αριθμομηχανών Γ) λογογράφων Δ) κανένα από τα παραπάνω

29. Βοηθητικό ρόλο στους μαθητές με δυσγραφία κατέχει η χρήση: Α) ηλεκτρονικών υπολογιστών Β) αριθμομηχανών Γ) λογογράφων Δ) κανένα από τα παραπάνω ΔΥΣΓΡΑΦΙΑ Ερωτήσεις 1. Η δυσγραφία μπορεί να χωριστεί στις δύο ακόλουθες κατηγορίες: Α) γενική και μερική Β) γενική και ειδική Γ) αναπτυξιακή και επίκτητη Δ) αναπτυξιακή και μαθησιακή 2. Η αναπτυξιακή

Διαβάστε περισσότερα

Διδάσκοντας την ελληνική ως δεύτερη γλώσσα στη Δημοτική Εκπαίδευση

Διδάσκοντας την ελληνική ως δεύτερη γλώσσα στη Δημοτική Εκπαίδευση Επιμορφωτικό Σεμινάριο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο Κύπρου 21-22/3/2014, Λευκωσία 16-17/5/2014, Λεμεσός Διδάσκοντας την ελληνική ως δεύτερη γλώσσα στη Δημοτική Εκπαίδευση Άννα Αναστασιάδη-Συμεωνίδη Ομότιμη Καθηγήτρια

Διαβάστε περισσότερα

Ατομικές διαφορές στην κατάκτηση της Γ2. Ασπασία Χατζηδάκη, Επ. Καθηγήτρια Π.Τ.Δ.Ε

Ατομικές διαφορές στην κατάκτηση της Γ2. Ασπασία Χατζηδάκη, Επ. Καθηγήτρια Π.Τ.Δ.Ε Ατομικές διαφορές στην κατάκτηση της Γ2 Ασπασία Χατζηδάκη, Επ. Καθηγήτρια Π.Τ.Δ.Ε 2011-12 Α. Παράμετροι που επηρεάζουν την εκμάθηση μιας Γ2 Πολλές παράμετροι επηρεάζουν τη διαδικασία αυτή. Σύμφωνα με τον

Διαβάστε περισσότερα

θέραπειν Αγίας Σοφίας 3, Ν. Ψυχικό, Τ ,

θέραπειν  Αγίας Σοφίας 3, Ν. Ψυχικό, Τ , θέραπειν Κέντρο Συµβουλευτικών Υπηρεσιών Ψυχικού Το κέντρο συμβουλευτικών υπηρεσιών θέραπειν αποτελεί ένα σύγχρονο κέντρο ειδικών θεραπειών, πρόληψης, διάγνωσης και αποκατάστασης. Στελεχώνεται από εξειδικευμένους

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΔΥΟΜΕΝΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ

ΑΝΑΔΥΟΜΕΝΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ ΑΝΑΔΥΟΜΕΝΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ Η ανάδυση της ανάγνωσης και της γραφής: έννοια και σύγχρονες απόψεις Ευφημία Τάφα Καθηγήτρια Παιδαγωγικό Τμήμα Προσχολικής Εκπαίδευσης Πανεπιστήμιο Κρήτης Αναγνωστική ετοιμότητα

Διαβάστε περισσότερα

Προβλήματα ομιλίας στην παιδική ηλικία

Προβλήματα ομιλίας στην παιδική ηλικία Προβλήματα ομιλίας στην παιδική ηλικία Το μικρό μας δεν μιλάει όπως τα άλλα παιδιά της ηλικίας του. Τι μπορεί να συμβαίνει; Το κοινωνικό περιβάλλον, οι συνθήκες ζωής, και οι παραδόσεις επηρεάζουν θετικά

Διαβάστε περισσότερα

«Μαθησιακές δυσκολίες και παραβατική συμπεριφορά»

«Μαθησιακές δυσκολίες και παραβατική συμπεριφορά» «Μαθησιακές δυσκολίες και παραβατική συμπεριφορά» Θεοδώρα Πάσχου α.μ 12181 Τμήμα Λογοθεραπείας-Τ.Ε.Ι ΗΠΕΙΡΟΥ Εισαγωγικές επισημάνσεις 1) η εκδήλωση διαταραχών στην κατάκτηση μαθησιακών δεξιοτήτων προκαλεί

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕ 800 Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης (κοινωνικοποίηση διαπολιτισμικότητα)

ΚΕ 800 Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης (κοινωνικοποίηση διαπολιτισμικότητα) ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΚΕ 800 Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης (κοινωνικοποίηση διαπολιτισμικότητα) Ενότητα 10: Μοντέλα εκπαίδευσης μειονοτήτων Αναστασία Κεσίδου

Διαβάστε περισσότερα

Η Ψυχική υγεία του παιδιού και ο ρόλος του ευρύτερου περιβάλλοντος

Η Ψυχική υγεία του παιδιού και ο ρόλος του ευρύτερου περιβάλλοντος Η Ψυχική υγεία του παιδιού και ο ρόλος του ευρύτερου περιβάλλοντος Κάθε παιδί έχει το δικαίωμα να ζει και να μεγαλώνει σ ένα υγιές περιβάλλον, το οποίο θα διασφαλίζει και θα προάγει την σωματική και ψυχική

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. 3. ΙΣΤΟΡΙΚΟΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΕΙΔΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ Πρωτόγονη και αρχαία περίοδος. Ελληνική και Ρωμαϊκή περίοδος.. Μεσαίωνας..

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. 3. ΙΣΤΟΡΙΚΟΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΕΙΔΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ Πρωτόγονη και αρχαία περίοδος. Ελληνική και Ρωμαϊκή περίοδος.. Μεσαίωνας.. 8 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΜΕΡΟΣ Α 1. ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΑΝΑΠΗΡΙΑΣ Φύση και έννοια της αναπηρίας Η συνειδητοποίηση της αναπηρίας.. Η στάση της οικογένειας απέναντι στο παιδί με αναπηρία Στάσεις της

Διαβάστε περισσότερα

Η ανάδυση της ανάγνωσης και της γραφής: έννοια και σύγχρονες απόψεις. Ευφημία Τάφα Καθηγήτρια ΠΤΠΕ Πανεπιστήμιο Κρήτης

Η ανάδυση της ανάγνωσης και της γραφής: έννοια και σύγχρονες απόψεις. Ευφημία Τάφα Καθηγήτρια ΠΤΠΕ Πανεπιστήμιο Κρήτης Η ανάδυση της ανάγνωσης και της γραφής: έννοια και σύγχρονες απόψεις Ευφημία Τάφα Καθηγήτρια ΠΤΠΕ Πανεπιστήμιο Κρήτης Αναγνωστική ετοιμότητα Παλαιότερα, οι επιστήμονες πίστευαν ότι: υπάρχει μια συγκεκριμένη

Διαβάστε περισσότερα

Θέμα πτυχιακής Μαθησιακές δυσκολίες και Κακοποίηση παιδιών

Θέμα πτυχιακής Μαθησιακές δυσκολίες και Κακοποίηση παιδιών Θέμα πτυχιακής Μαθησιακές δυσκολίες και Κακοποίηση παιδιών Ορισμός μαθησιακών διαταραχών Η αδυναμία των μαθητών να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις ενός κανονικού σχολείου. Τα μαθησιακά προβλήματα ΔΕΝ οφείλονται

Διαβάστε περισσότερα

Παιδαγωγική ή Εκπαίδευση ΙΙ

Παιδαγωγική ή Εκπαίδευση ΙΙ Παιδαγωγική ή Εκπαίδευση ΙΙ Ενότητα 8: Ζαχαρούλα Σμυρναίου Σχολή: Φιλοσοφική Τμήμα: Φιλοσοφίας Παιδαγωγικής Ψυχολογίας Εξελικτικές μαθησιακές θεωρίες Δυσλεξία Η Δυσλεξία δεν είναι κατά βάση μια διαταραχή

Διαβάστε περισσότερα

Περιεχόμενα. Προλογικό Σημείωμα 9

Περιεχόμενα. Προλογικό Σημείωμα 9 Περιεχόμενα Προλογικό Σημείωμα 9 1 ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1.1. Εισαγωγή 14 1.2 Τα βασικά δεδομένα των Μαθηματικών και οι γνωστικές απαιτήσεις της κατανόησης, απομνημόνευσης και λειτουργικής χρήσης τους 17 1.2.1. Η

Διαβάστε περισσότερα

Φωτεινή Πολυχρόνη Επίκουρη Καθηγήτρια Πανεπιστήμιο Αθηνών Γιώτα Δημητροπούλου Λέκτορας Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων

Φωτεινή Πολυχρόνη Επίκουρη Καθηγήτρια Πανεπιστήμιο Αθηνών Γιώτα Δημητροπούλου Λέκτορας Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων Μαθησιακές Δυσκολίες Φωτεινή Πολυχρόνη Επίκουρη Καθηγήτρια Πανεπιστήμιο Αθηνών Γιώτα Δημητροπούλου Λέκτορας Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων 1 Θεματικές ενότητες του μαθήματος Θεωρητικό πλαίσιο της διαδικασίας εκμάθησης

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Πρόλογος Κεφάλαιο 1: Αρχική Επισκόπηση. Κεφάλαιο 2: Θεμέλια Γνώσης για τον Εξελικτικό και Επίμονο Τραυλισμό

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Πρόλογος Κεφάλαιο 1: Αρχική Επισκόπηση. Κεφάλαιο 2: Θεμέλια Γνώσης για τον Εξελικτικό και Επίμονο Τραυλισμό ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πρόλογος... 13 Κεφάλαιο 1: Αρχική Επισκόπηση Εισαγωγή...17 1.1 Κλινικά Χαρακτηριστικά και Όροι και Ορισμοί...19 1.1.1 Προσωπικότητα και Χαρακτηριστικά Κλινικού...19 1.1.2 Χρήσιμοι Όροι Αποδεκτοί

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΙΤΛΟΣ: «ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΤΗΤΑ ΗΘΙΚΩΝ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ» ΜΑΘΗΤΡΙΑ: ΣΚΡΕΚΑ ΝΑΤΑΛΙΑ, Β4 ΕΠΙΒΛ. ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΝΤΑΒΑΡΟΣ ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ 2016 17 Περιεχόμενα

Διαβάστε περισσότερα

Δίγλωσση εκπαίδευση: Η περίπτωση των προγραμμάτων εμβάπτισης του Καναδά. Ανδρονίκη Χατζηαποστόλου Γιούλη Βαϊοπούλου Ευγενία Τσιουπλή

Δίγλωσση εκπαίδευση: Η περίπτωση των προγραμμάτων εμβάπτισης του Καναδά. Ανδρονίκη Χατζηαποστόλου Γιούλη Βαϊοπούλου Ευγενία Τσιουπλή Δίγλωσση εκπαίδευση: Η περίπτωση των προγραμμάτων εμβάπτισης του Καναδά Ανδρονίκη Χατζηαποστόλου Γιούλη Βαϊοπούλου Ευγενία Τσιουπλή Bilingual education: The case of immersion classes in Canada Androniki

Διαβάστε περισσότερα

Η ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΓΕΝΝΗΣΗ 6 ΕΤΩΝ ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ

Η ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΓΕΝΝΗΣΗ 6 ΕΤΩΝ ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ Η ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΓΕΝΝΗΣΗ 6 ΕΤΩΝ ΗΛΙΚΙΑ γέννηση ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ Αναγνωρίζει και προτιμά τη φωνή της μητέρας καθώς και ήχους της γλώσσας. Μιμείται ήχους της γλώσσας. 2 μηνών Συνδυάζει

Διαβάστε περισσότερα

ικανοτήτων ακρόασης, ομιλίας, ανάγνωσης, γραφής, συλλογισμού ή μαθηματικών ικανοτήτων. Οι διαταραχές αυτές είναι εγγενείς στο άτομο και αποδίδονται

ικανοτήτων ακρόασης, ομιλίας, ανάγνωσης, γραφής, συλλογισμού ή μαθηματικών ικανοτήτων. Οι διαταραχές αυτές είναι εγγενείς στο άτομο και αποδίδονται Ο όρος «Μαθησιακές Δυσκολίες» κάνει την εμφάνιση του για πρώτη φορά το 1963 στην βιβλιογραφία της ειδικής αγωγής από τον ψυχολόγο Samuel Kirk (Hammill, 1990). Ο ψυχολόγος Kirk, μπορεί να θεωρηθεί ο πατέρας

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΙΧΝΕΥΤΙΚΗ ΔΟΚΙΜΑΣΙΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΗΣ ΕΠΙΔΟΣΗΣ (ΑΔΜΕ) ΓΙΑ ΜΑΘΗΤΕΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ. Σ. Παπαϊωάννου, Α. Μουζάκη Γ. Σιδερίδης & Π. Σίμος

ΑΝΙΧΝΕΥΤΙΚΗ ΔΟΚΙΜΑΣΙΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΗΣ ΕΠΙΔΟΣΗΣ (ΑΔΜΕ) ΓΙΑ ΜΑΘΗΤΕΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ. Σ. Παπαϊωάννου, Α. Μουζάκη Γ. Σιδερίδης & Π. Σίμος ΑΝΙΧΝΕΥΤΙΚΗ ΔΟΚΙΜΑΣΙΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΗΣ ΕΠΙΔΟΣΗΣ (ΑΔΜΕ) ΓΙΑ ΜΑΘΗΤΕΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ Σ. Παπαϊωάννου, Α. Μουζάκη Γ. Σιδερίδης & Π. Σίμος ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ Αναπόσπαστο μέρος της ανθρώπινης δραστηριότητας Βασικό στοιχείο

Διαβάστε περισσότερα

Η γλωσσική ανάπτυξη των παιδιών.

Η γλωσσική ανάπτυξη των παιδιών. Η γλωσσική ανάπτυξη των παιδιών. Κανείς δεν φαντάζεται ότι ο λόγος θα εμφανισθεί απότομα, στην τελική του μορφή μ ένα χτύπημα μιας μαγικής ράβδου, σαν μια μηχανή έτοιμη για χρήση. Η εγκατάσταση του πολύπλοκού

Διαβάστε περισσότερα

4.2 Μελέτη Επίδρασης Επεξηγηματικών Μεταβλητών

4.2 Μελέτη Επίδρασης Επεξηγηματικών Μεταβλητών 4.2 Μελέτη Επίδρασης Επεξηγηματικών Μεταβλητών Στο προηγούμενο κεφάλαιο (4.1) παρουσιάστηκαν τα βασικά αποτελέσματα της έρευνάς μας σχετικά με την άποψη, στάση και αντίληψη των μαθητών γύρω από θέματα

Διαβάστε περισσότερα

Εφηβεία και Πρότυπα. 2)Τη στάση του απέναντι στους άλλους, ενήλικες και συνομηλίκους

Εφηβεία και Πρότυπα. 2)Τη στάση του απέναντι στους άλλους, ενήλικες και συνομηλίκους Εφηβεία και Πρότυπα Τι σημαίνει εφηβεία; Η εφηβεία είναι η περίοδος της ζωής του ανθρώπου που αρχίζει με το τέλος της παιδικής ηλικίας και οδηγεί στην ενηλικίωση. Είναι μια εξελικτική φάση που κατά τη

Διαβάστε περισσότερα

Πότε πρέπει να αρχίζει η λογοθεραπεία στα παιδιά - λόγος και μαθησιακές δυσκολίες

Πότε πρέπει να αρχίζει η λογοθεραπεία στα παιδιά - λόγος και μαθησιακές δυσκολίες Η διάγνωση των διαταραχών λόγου πρέπει να γίνεται έγκαιρα, μόλις οι γονείς αντιληφθούν οτι κάτι ισως δεν πάει καλά και πρέπει να παρουσιάσουν το παιδί τους στον ειδικό. Ο ειδικός θα λάβει μέτρα για την

Διαβάστε περισσότερα

Φοιτήτρια: Τσαρκοβίστα Βικτώρια (Α.Μ. 12517) Επιβλέπων καθηγητής: Χριστοδουλίδης Παύλος

Φοιτήτρια: Τσαρκοβίστα Βικτώρια (Α.Μ. 12517) Επιβλέπων καθηγητής: Χριστοδουλίδης Παύλος Φοιτήτρια: Τσαρκοβίστα Βικτώρια (Α.Μ. 12517) Επιβλέπων καθηγητής: Χριστοδουλίδης Παύλος Tα παιδιά με ειδικές μαθησιακές δυσκολίες παρουσιάζουν προβλήματα στις βασικές ψυχολογικές διαδικασίες που περιλαμβάνονται

Διαβάστε περισσότερα

Προκλήσεις κατά την ένταξή τους

Προκλήσεις κατά την ένταξή τους Προκλήσεις κατά την ένταξή τους Από τη Χρυσάνθη Σταύρου Β.Δ.Σχολής Κωφών Συντονίστρια Προγράμματος Στήριξης Παιδιών με Απώλεια Ακοής στη Μέση Εκπαίδευση Εισαγωγή Βαρήκοα παιδιά, παιδιά μα κοχλιακά εμφυτεύματα

Διαβάστε περισσότερα

ΤΙΤΛΟΙ ΘΕΜΑΤΩΝ ΕΝΟΤΗΤΑΣ

ΤΙΤΛΟΙ ΘΕΜΑΤΩΝ ΕΝΟΤΗΤΑΣ EΠEAEK Αναμόρφωση του Προγράμματος Προπτυχιακών Σπουδών του ΤΕΦΑΑ - Αυτεπιστασία Αναπτυξιακή Ψυχολογία Ειρήνη Δερμιτζάκη -Μάριος Γούδας Διάλεξη 9: To παιχνίδι ως αναπτυξιακή διαδικασία ΤΙΤΛΟΙ ΘΕΜΑΤΩΝ ΕΝΟΤΗΤΑΣ

Διαβάστε περισσότερα

12 Σταθμισμένα διερευνητικά ανιχνευτικά εργαλεία κριτήρια μαθησιακών δυσκολιών

12 Σταθμισμένα διερευνητικά ανιχνευτικά εργαλεία κριτήρια μαθησιακών δυσκολιών 12 Σταθμισμένα διερευνητικά ανιχνευτικά εργαλεία κριτήρια μαθησιακών δυσκολιών Διαδικασίες διαχείρισης περίπτωσης Στάδιο 1 Εντοπισμός Στάδιο 2 Αξιολόγηση Στάδιο 3 Παρέμβαση Στάδιο 4 Υποστήριξη Παρακολούθηση

Διαβάστε περισσότερα

Τι μαθησιακός τύπος είναι το παιδί σας;

Τι μαθησιακός τύπος είναι το παιδί σας; Για τους γονείς και όχι μόνο από το Τι μαθησιακός τύπος είναι το παιδί σας; Ακουστικός, οπτικός ή μήπως σφαιρικός; Ανακαλύψτε ποιος είναι ο μαθησιακός τύπος του παιδιού σας, δηλαδή με ποιο τρόπο μαθαίνει

Διαβάστε περισσότερα

Αφορά γονείς-παιδιά Εκµάθηση χρήσης του Η/Υ από την προσχολική ηλικία Συµβολή γονέων στην χρήση του Η/Υ από τα παιδιά

Αφορά γονείς-παιδιά Εκµάθηση χρήσης του Η/Υ από την προσχολική ηλικία Συµβολή γονέων στην χρήση του Η/Υ από τα παιδιά Αφορά γονείς-παιδιά Εκµάθηση χρήσης του Η/Υ από την προσχολική ηλικία Συµβολή γονέων στην χρήση του Η/Υ από τα παιδιά Πρόσβαση στην γνώση και στην πληροφορία -Επιστήµονες-πειράµατα -Πηγή ενηµέρωσης-εξελίξεις

Διαβάστε περισσότερα

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΙΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΛΟΓΟΥ ΚΑΙ ΑΚΟΗΣ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΙΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΛΟΓΟΥ ΚΑΙ ΑΚΟΗΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΙΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΛΟΓΟΥ ΚΑΙ ΑΚΟΗΣ Ενότητα 1: Επικοινωνία, Λόγος, Ομιλία (2ο Μέρος) Οκαλίδου Αρετή Τμήμα Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής Πολιτικής Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται

Διαβάστε περισσότερα

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ! Δ. ΜΑΛΑΦΑΝΤΗΣ. το ΠΑΙΔΙ ΚΑΙ Η ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΣΤΑΣΕΙΣ, ΠΡΟΤΙΜΗΣΕΙΣ, ΣΥΝΗΘΕΙΕΣ. @ Επιστήμες της αγωγής Διευθυντής Μιχάλης Κασσωτάκης.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ! Δ. ΜΑΛΑΦΑΝΤΗΣ. το ΠΑΙΔΙ ΚΑΙ Η ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΣΤΑΣΕΙΣ, ΠΡΟΤΙΜΗΣΕΙΣ, ΣΥΝΗΘΕΙΕΣ. @ Επιστήμες της αγωγής Διευθυντής Μιχάλης Κασσωτάκης. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ! Δ. ΜΑΛΑΦΑΝΤΗΣ το ΠΑΙΔΙ ΚΑΙ Η ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΣΤΑΣΕΙΣ, ΠΡΟΤΙΜΗΣΕΙΣ, ΣΥΝΗΘΕΙΕΣ @ Επιστήμες της αγωγής Διευθυντής Μιχάλης Κασσωτάκης ί>ηγο^η 26 Επιστήμες της Αγωγής 26 ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Δ. ΜΑΛΑΦΑΝΤΗΣ ΤΟ

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΓΛΩΣΣΙΑ ΜΕ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΔΙΑΤΑΡΑΧΩΝ ΛΟΓΟΥ -ΟΜΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΜΑΘΗΣΙΑΚΩΝ ΔΥΣΚΟΛΙΩΝ : ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΩΝ

ΔΙΓΛΩΣΣΙΑ ΜΕ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΔΙΑΤΑΡΑΧΩΝ ΛΟΓΟΥ -ΟΜΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΜΑΘΗΣΙΑΚΩΝ ΔΥΣΚΟΛΙΩΝ : ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΩΝ ΔΙΓΛΩΣΣΙΑ ΜΕ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΔΙΑΤΑΡΑΧΩΝ ΛΟΓΟΥ -ΟΜΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΜΑΘΗΣΙΑΚΩΝ ΔΥΣΚΟΛΙΩΝ : ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΩΝ Σπουδάστρια: Αθηνά Κατσαντώνη (9923) Εποπτεύων καθηγητής: κ ος Πέσχος Δημήτριος. Τριμελής

Διαβάστε περισσότερα

ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΚΑΙ ΙΑΤΑΡΑΧΕΣ

ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΚΑΙ ΙΑΤΑΡΑΧΕΣ Χαλάνδρι 02/05/2010 Αριστοτέλους 42 Χαλάνδρι Τ.Κ. 15234 Τηλ./210-6800823 e-mail: papdimit@yahoo.gr ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΚΑΙ ΙΑΤΑΡΑΧΕΣ Η ανάπτυξη της γλώσσας αποτελεί µια πολύχρονη, πολύπλοκη και προοδευτική

Διαβάστε περισσότερα

12/11/16. Τι είναι «ερευνητικό πρόβλημα» 1/2. Τι είναι «ερευνητικό πρόβλημα» 2/2

12/11/16. Τι είναι «ερευνητικό πρόβλημα» 1/2. Τι είναι «ερευνητικό πρόβλημα» 2/2 Τι είναι «ερευνητικό πρόβλημα» 1/2... είναι ένα εκπαιδευτικό θέμα ή ζήτημα που ένας ερευνητής παρουσιάζει και αιτιολογεί σε μία έρευνητική μελέτη θέμα πρόβλημα σκοπός - ερωτήματα Τι είναι «ερευνητικό πρόβλημα»

Διαβάστε περισσότερα

Χρήστος Μαναριώτης Σχολικός Σύμβουλος 4 ης Περιφέρειας Ν. Αχαϊας Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΣΚΕΦΤΟΜΑΙ ΚΑΙ ΓΡΑΦΩ ΣΤΗΝ Α ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ

Χρήστος Μαναριώτης Σχολικός Σύμβουλος 4 ης Περιφέρειας Ν. Αχαϊας Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΣΚΕΦΤΟΜΑΙ ΚΑΙ ΓΡΑΦΩ ΣΤΗΝ Α ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΣΚΕΦΤΟΜΑΙ ΚΑΙ ΓΡΑΦΩ ΣΤΗΝ Α ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ Η καλλιέργεια της ικανότητας για γραπτή έκφραση πρέπει να αρχίζει από την πρώτη τάξη. Ο γραπτός λόγος χρειάζεται ως μέσο έκφρασης. Βέβαια,

Διαβάστε περισσότερα

Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Ερευνας στη ΜΕ

Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Ερευνας στη ΜΕ Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Ερευνας στη ΜΕ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΣΑΚΟΝΙΔΗΣ, ΔΠΘ ΜΑΡΙΑΝΝΑ ΤΖΕΚΑΚΗ, ΑΠΘ Α ΧΕΙΜΕΡΙΝΟ 201 6-2017 2 ο παραδοτέο Περιεχόμενο 1. Εισαγωγή: το θέμα και η σημασία του, η σημασία διερεύνησης του

Διαβάστε περισσότερα

Προσέγγιση των Μαθησιακών Δυσκολιών και Εφαρμογή του Τεστ Αθηνά

Προσέγγιση των Μαθησιακών Δυσκολιών και Εφαρμογή του Τεστ Αθηνά Παρουσίαση Πτυχιακής Εργασίας με θέμα: Προσέγγιση των Μαθησιακών Δυσκολιών και Εφαρμογή του Τεστ Αθηνά Ιωάννινα Νοέμβριος2012 Επόπτης καθηγητής: Χριστοδουλίδης Παύλος Εκπονήτριες: Αρμυριώτη Βασιλική (11071)

Διαβάστε περισσότερα

Φοιτήτρια: Μπαράκου Χρυσάνθη ΑΜ: 9835 Υπεύθυνη καθηγήτρια: κ. Ζακοπούλου Βικτωρία

Φοιτήτρια: Μπαράκου Χρυσάνθη ΑΜ: 9835 Υπεύθυνη καθηγήτρια: κ. Ζακοπούλου Βικτωρία ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΛΟΓΟΥ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΣΕ ΠΑΙΔΙΑ ΜΕ ΔΙΑΧΥΤΕΣ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΕΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ: ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΠΑΙΔΙΟΥ ΜΕ ΑΥΤΙΣΜΟ ΥΨΗΛΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑΣ Φοιτήτρια: Μπαράκου Χρυσάνθη ΑΜ: 9835 Υπεύθυνη

Διαβάστε περισσότερα

ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΑΓΩΓΗΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΟ ΕΤΟΣ 2014-2015

ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΑΓΩΓΗΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΟ ΕΤΟΣ 2014-2015 ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΑΓΩΓΗΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΟ ΕΤΟΣ 2014-2015 ΘΕΜΑ: Αξιολόγηση και Εκπαίδευση των μαθητών με μαθησιακές δυσκολίες. Προσαρμογές αναλυτικών

Διαβάστε περισσότερα

Βετεράνοι αθλητές. Απόδοση & Ηλικία. Βασικά στοιχεία. Αθλητισμός Επιδόσεων στη 2η και 3η Ηλικία. Γενικευμένη θεωρία για τη

Βετεράνοι αθλητές. Απόδοση & Ηλικία. Βασικά στοιχεία. Αθλητισμός Επιδόσεων στη 2η και 3η Ηλικία. Γενικευμένη θεωρία για τη Αθλητισμός Επιδόσεων στη 2η και 3η Ηλικία. Γενικευμένη θεωρία για τη Διατήρηση η της αθλητικής απόδοσης 710: 8 η Διάλεξη Μιχαλοπούλου Μαρία Ph.D. Περιεχόμενο της διάλεξης αυτής αποτελούν: Αγωνιστικός αθλητισμός

Διαβάστε περισσότερα

Παράγοντες που επηρεάζουν την εκμάθηση της Γ2/ΞΓ

Παράγοντες που επηρεάζουν την εκμάθηση της Γ2/ΞΓ Παράγοντες που επηρεάζουν την εκμάθηση της Γ2/ΞΓ Ασπασία Χατζηδάκη, Α08 Π01 Υ 2018-19 Παράμετροι που επηρεάζουν την κατάκτηση μιας Γ2 Πολλές παράμετροι επηρεάζουν τη διαδικασία αυτή. Συνδέονται με: (1)

Διαβάστε περισσότερα

Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών Π.Τ.Δ.Ε. Παν/μίου Κρήτης «Επιστήμες Αγωγής»

Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών Π.Τ.Δ.Ε. Παν/μίου Κρήτης «Επιστήμες Αγωγής» Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών Π.Τ.Δ.Ε. Παν/μίου Κρήτης «Επιστήμες Αγωγής» Ειδίκευση B «Γραμματισμός, αφήγηση και διδασκαλία της Ελληνικής ως πρώτης και ως δεύτερης/ξένης» Στην ειδίκευση αυτή προσφέρονται

Διαβάστε περισσότερα

Μαθησιακές Δυσκολίες Εκπαιδευτική αξιολόγηση. Πηνελόπη Κονιστή ΠΕ 70 Med Ειδικής Αγωγής pkonisti@gmail.com

Μαθησιακές Δυσκολίες Εκπαιδευτική αξιολόγηση. Πηνελόπη Κονιστή ΠΕ 70 Med Ειδικής Αγωγής pkonisti@gmail.com Μαθησιακές Δυσκολίες Εκπαιδευτική αξιολόγηση Πηνελόπη Κονιστή ΠΕ 70 Med Ειδικής Αγωγής pkonisti@gmail.com Τι είναι Μαθησιακές Δυσκολίες; Καμπύλη Νοημοσύνης Δείκτης Νοημοσύνης ποσοστό % κατηγορία πάνω από

Διαβάστε περισσότερα

Πτυχιακή με θέμα: «Μαθησιακές δυσκολίες στη σχολική ηλικία και εφαρμογή του Τεστ Πρώιμης Ανίχνευσης Δυσλεξίας».

Πτυχιακή με θέμα: «Μαθησιακές δυσκολίες στη σχολική ηλικία και εφαρμογή του Τεστ Πρώιμης Ανίχνευσης Δυσλεξίας». Πτυχιακή με θέμα: «Μαθησιακές δυσκολίες στη σχολική ηλικία και εφαρμογή του Τεστ Πρώιμης Ανίχνευσης Δυσλεξίας». Επιβλέπων καθηγητής:κ.χριστοδουλίδης Παύλος Επιμέλεια: Κατσάνου Αλεξάνδρα (Α.Μ:11074) Στόχος

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ. Οι απόψεις των εκπαιδευτικών των Τ.Ε. των Δημοτικών σχολείων για το εξειδικευμένο πρόγραμμα των μαθητών με νοητική ανεπάρκεια

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ. Οι απόψεις των εκπαιδευτικών των Τ.Ε. των Δημοτικών σχολείων για το εξειδικευμένο πρόγραμμα των μαθητών με νοητική ανεπάρκεια ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ Οι απόψεις των εκπαιδευτικών των Τ.Ε. των Δημοτικών σχολείων για το εξειδικευμένο πρόγραμμα των μαθητών με νοητική ανεπάρκεια Ερευνητική προσέγγιση ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ Στην παρούσα εργασία

Διαβάστε περισσότερα

Mάθηση και διαδικασίες γραμματισμού

Mάθηση και διαδικασίες γραμματισμού Mάθηση και διαδικασίες γραμματισμού Διαβάστε προσεκτικά την λίστα που ακολουθεί. Ποιες από τις δραστηριότητες που αναφέρονται θεωρείτε ότι θα συνέβαλαν περισσότερο στην προώθηση του γραμματισμού των παιδιών

Διαβάστε περισσότερα

Περιεχόμενα. Προλογικό σημείωμα των επιμελητριών... 15. Πρόλογος... 21

Περιεχόμενα. Προλογικό σημείωμα των επιμελητριών... 15. Πρόλογος... 21 Περιεχόμενα Προλογικό σημείωμα των επιμελητριών... 15 Πρόλογος... 21 1 Eπισκόπηση: H εκπαίδευση των κωφών... 29 Eισαγωγή... 29 Η επίδραση της δημόσιας εκπαίδευσης... 39 Oρισμοί... 44 Απλοί γενικοί ορισμοί...

Διαβάστε περισσότερα

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΑΡΟΙΚΙΑΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ (ΕΠΣ) Μαρία Παντελή-Παπαλούκα Επιθεωρήτρια σχολείων Προϊστάμενη Κυπριακής Εκπαιδευτικής Αποστολής Σύμβουλος Εκπαίδευσης Κυπριακής Υπάτης Αρμοστείας

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΩΤΑΤΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

ΑΝΩΤΑΤΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΑΝΩΤΑΤΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «ΔΙΓΛΩΣΣΙΑ ΜΕ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΔΙΑΤΑΡΑΧΩΝ ΛΟΓΟΥ -ΟΜΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΜΑΘΗΣΙΑΚΩΝ ΔΥΣΚΟΛΙΩΝ :

Διαβάστε περισσότερα

Εκπαιδευτική παρέμβαση στον αφηγηματικό λόγο νηπίου με γλωσσική διαταραχή

Εκπαιδευτική παρέμβαση στον αφηγηματικό λόγο νηπίου με γλωσσική διαταραχή Εκπαιδευτική παρέμβαση στον αφηγηματικό λόγο νηπίου με γλωσσική διαταραχή Κατερίνα Σιδηροπούλου Νηπιαγωγός Ειδικής Αγωγής ΠΕ 61 10 ο Νηπιαγωγείο Συκεών Χαρακτηριστικά του αφηγηματικού λόγου Συμβάλει στην

Διαβάστε περισσότερα

Αρθρωτικές-Φωνολογικές διαταραχές Αποκατάσταση φωνημάτων /f/ - /v/

Αρθρωτικές-Φωνολογικές διαταραχές Αποκατάσταση φωνημάτων /f/ - /v/ Αρθρωτικές-Φωνολογικές διαταραχές Αποκατάσταση φωνημάτων /f/ - /v/ Φοιτήτρια : Τεκτονίδου Βαρβάρα (12871) Καθηγήτρια: Παίλα Νικολέτα T.E.I Ηπείρου, 2014 Ταξινόμηση φωνολογικών/αρθρωτικών διαταραχών Αναπτυξιαξή

Διαβάστε περισσότερα

Διαταραχή Αυτιστικού Φάσματος. Δρ. Αναστασία Χ Γιαννακού Λέκτορας Ενιαίας Εκπαίδευσης Ευρωπαικό Πανεπιστήμιο

Διαταραχή Αυτιστικού Φάσματος. Δρ. Αναστασία Χ Γιαννακού Λέκτορας Ενιαίας Εκπαίδευσης Ευρωπαικό Πανεπιστήμιο Διαταραχή Αυτιστικού Φάσματος Δρ. Αναστασία Χ Γιαννακού Λέκτορας Ενιαίας Εκπαίδευσης Ευρωπαικό Πανεπιστήμιο Διαταραχή Αυτιστικού Φάσματος Πρόκειται για μια χρόνια νευροαναπτυξιακή διαταραχή Νευρολογικά

Διαβάστε περισσότερα

Αξιολόγηση της συμπεριφοράς παιδιών προσχολικής ηλικίας

Αξιολόγηση της συμπεριφοράς παιδιών προσχολικής ηλικίας Πολλές μορφές συμπεριφοράς των παιδιών κατά την προσχολική ηλικία αναπτύσσονται με ταχύ ρυθμό, όπως και άλλες όψεις της ανάπτυξης (π.χ. γνωστική, κινητική), με αποτέλεσμα να δημιουργείται ένα μεγάλο εύρος

Διαβάστε περισσότερα

Η προσέγγιση του γραπτού λόγου και η γραφή. Χ.Δαφέρμου

Η προσέγγιση του γραπτού λόγου και η γραφή. Χ.Δαφέρμου Η προσέγγιση του γραπτού λόγου και η γραφή Πώς μαθαίνουν τα παιδιά να μιλούν? Προσπαθώντας να επικοινωνήσουν Πώς μαθαίνουν τα παιδιά να γράφουν? Μαθαίνoυν να γράφουν γράφοντας Η γραφή λύνει προβλήματα

Διαβάστε περισσότερα

Μαθησιακές Δυσκολίες. Τίτλος: Διαταραχή Ελλειματικής Προσοχής - Υπερκινητικότητα (ΔΕΠ-Υ) Αγγελική Μουζάκη. Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης

Μαθησιακές Δυσκολίες. Τίτλος: Διαταραχή Ελλειματικής Προσοχής - Υπερκινητικότητα (ΔΕΠ-Υ) Αγγελική Μουζάκη. Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ Μαθησιακές Δυσκολίες Τίτλος: Διαταραχή Ελλειματικής Προσοχής - Υπερκινητικότητα (ΔΕΠ-Υ) Αγγελική Μουζάκη Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης Διαταραχή Ελλειμματικής

Διαβάστε περισσότερα

ΣΧΟΛΗ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ

ΣΧΟΛΗ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ: «ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΥΠΟΒΑΘΡΟ, ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΚΑΙ ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΩΝ ΕΡΓΑΛΕΙΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΜΑΘΗΣΙΑΚΩΝ ΔΥΣΚΟΛΙΩΝ ΣΕ ΠΑΙΔΙΑ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚHΣ ΗΛΙΚΙΑΣ»

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ ΑΥΤΙΣΤΙΚΟΥ ΦΑΣΜΑΤΟΣ: Βασικε ς πληροφορι ες

ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ ΑΥΤΙΣΤΙΚΟΥ ΦΑΣΜΑΤΟΣ: Βασικε ς πληροφορι ες ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ ΑΥΤΙΣΤΙΚΟΥ ΦΑΣΜΑΤΟΣ: Βασικες πληροφοριες Πέτρος Γαλάνης Δρ. ΕΚΠΑ, Δάσκαλος Ε.Α. (ΚΕ.Δ.Δ.Υ. Δ Αθήνας) Τι είναι η Διαταραχή Αυτιστικού Φάσματος (ΔΑΦ); Ο όρος «Διαταραχή Αυτιστικού Φάσματος» (ΔΑΦ)

Διαβάστε περισσότερα

Ορισμός της μετάβασης

Ορισμός της μετάβασης Ορισμός της μετάβασης Ορίζεται ως το από έναν σε έναν που εμπεριέχει σύνθετες και διαδοχικές διαδικασίες αλλαγών που επηρεάζουν το συνολικό φάσμα της ατομικής και

Διαβάστε περισσότερα

Η αξιολόγηση ως μηχανισμός ανατροφοδότησης της εκπαιδευτικής διαδικασίας

Η αξιολόγηση ως μηχανισμός ανατροφοδότησης της εκπαιδευτικής διαδικασίας Η αξιολόγηση ως μηχανισμός ανατροφοδότησης της εκπαιδευτικής διαδικασίας Δρ Ειρήνη Ροδοσθένους, ΕΜΕ Φιλολογικών Μαθημάτων Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού Αξιολόγηση του μαθητή Βασικός στόχος της αξιολόγησης

Διαβάστε περισσότερα

Αναπτυξιακή Ψυχολογία. Διάλεξη 1: Εισαγωγή στην αναπτυξιακή Ψυχολογία

Αναπτυξιακή Ψυχολογία. Διάλεξη 1: Εισαγωγή στην αναπτυξιακή Ψυχολογία Αναπτυξιακή Ψυχολογία Διάλεξη 1: Εισαγωγή στην αναπτυξιακή Ψυχολογία Θέματα Διάλεξης Το πεδίο της αναπτυξιακής ψυχολογίας Η δια βίου προσέγγιση στην ανάπτυξη Σημαντικά θέματα στην αναπτυξιακή ψυχολογία

Διαβάστε περισσότερα

5. Λόγος, γλώσσα και ομιλία

5. Λόγος, γλώσσα και ομιλία 5. Λόγος, γλώσσα και ομιλία Στόχοι της γλωσσολογίας Σύμφωνα με τον Saussure, βασικός στόχος της γλωσσολογίας είναι να περιγράψει τις γλωσσικές δομές κάθε γλώσσας με στόχο να διατυπώσει θεωρητικές αρχές

Διαβάστε περισσότερα

ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ: ΛΥΔΙΑ ΝΑΣΤΑΣΙΑ ΜΠΡΑΤΟΥ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ: ΠΑΥΛΟΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΗΣ

ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ: ΛΥΔΙΑ ΝΑΣΤΑΣΙΑ ΜΠΡΑΤΟΥ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ: ΠΑΥΛΟΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΗΣ ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ: ΛΥΔΙΑ ΝΑΣΤΑΣΙΑ ΜΠΡΑΤΟΥ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ: ΠΑΥΛΟΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΗΣ Ιστορική αναδρομή Ο πρώτος που αναγνώρισε αυτό το σύνδρομο ήταν ο John Langdon Down, το 1866. Μέχρι τα μέσα του 20 ου αιώνα, η αιτία που

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΚΗΡΥΞΗ ΕΤΗΣΙΟΥ ΕΠΙΜΟΡΦΩΤΙΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ «ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΣΗ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ» ΕΤΟΣ 2015 ΒΑΝΙΔΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΙ ΣΙΑ ΕΕ. www.v-learning.

ΠΡΟΚΗΡΥΞΗ ΕΤΗΣΙΟΥ ΕΠΙΜΟΡΦΩΤΙΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ «ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΣΗ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ» ΕΤΟΣ 2015 ΒΑΝΙΔΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΙ ΣΙΑ ΕΕ. www.v-learning. ΒΑΝΙΔΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΙ ΣΙΑ ΕΕ ΠΡΟΚΗΡΥΞΗ ΕΤΗΣΙΟΥ ΕΠΙΜΟΡΦΩΤΙΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ «ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΣΗ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ» ΕΤΟΣ 2015 info@v-learning.gr www.v-learning.gr Το Κέντρο Δια Βίου Μάθησης ΙΙ ΒΑΝΙΔΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ & ΣΙΑ

Διαβάστε περισσότερα

Ο παιδικός σταθμός, είναι πράγματι ένας «σταθμός» στην πορεία ανάπτυξης και ζωής του ανθρώπου!

Ο παιδικός σταθμός, είναι πράγματι ένας «σταθμός» στην πορεία ανάπτυξης και ζωής του ανθρώπου! Η μετάβαση στον παιδικό σταθμό---ψυχολογία αναπτυξιακού σταδίου στο νήπιο και οφέλη ένταξης Γράφει: Δανάη Χορομίδου, Ψυχολόγος, Απόφοιτος Παν/μίου Αθηνών, Ψυχοθεραπεύτρια-Ψυχοδραματιστής, Συνεργάτης του

Διαβάστε περισσότερα

Γράφει: Τσουκαλά Μαρινέλλα, Μ.Α., CCC-SLP, Παθολόγος Λόγου - Φωνής - Ομιλίας

Γράφει: Τσουκαλά Μαρινέλλα, Μ.Α., CCC-SLP, Παθολόγος Λόγου - Φωνής - Ομιλίας Η δυσλεξία και η αντιμετώπισή της www.iatronet.gr Γράφει: Τσουκαλά Μαρινέλλα, Μ.Α., CCC-SLP, Παθολόγος Λόγου - Φωνής - Ομιλίας Το παιδί είναι έξυπνο και γεμάτο ζωντάνια και φαντασία. Όμως, παρ όλα αυτά,

Διαβάστε περισσότερα

Αναπτυξιακή Ψυχολογία. Διάλεξη 6: Η ανάπτυξη της εικόνας εαυτού - αυτοαντίληψης

Αναπτυξιακή Ψυχολογία. Διάλεξη 6: Η ανάπτυξη της εικόνας εαυτού - αυτοαντίληψης Αναπτυξιακή Ψυχολογία Διάλεξη 6: Η ανάπτυξη της εικόνας εαυτού - αυτοαντίληψης Θέματα διάλεξης Η σημασία της αυτοαντίληψης Η φύση και το περιεχόμενο της αυτοαντίληψης Η ανάπτυξη της αυτοαντίληψης Παράγοντες

Διαβάστε περισσότερα

710 -Μάθηση - Απόδοση

710 -Μάθηση - Απόδοση 710 -Μάθηση - Απόδοση Διάλεξη 6η Ποιοτική αξιολόγηση της Κινητικής Συμπεριφοράς Παρατήρηση III Η διάλεξη αυτή περιλαμβάνει: Διαδικασία της παρατήρησης & της αξιολόγησης Στόχοι και περιεχόμενο παρατήρησης

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ 17 ΠΡΟΛΟΓΟΣ 19 ΠΡΟΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ 25 ΕΙΣΑΓΩΓΗ 27

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ 17 ΠΡΟΛΟΓΟΣ 19 ΠΡΟΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ 25 ΕΙΣΑΓΩΓΗ 27 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ 17 ΠΡΟΛΟΓΟΣ 19 ΠΡΟΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ 25 ΕΙΣΑΓΩΓΗ 27 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ 37 1.1. Λειτουργικός ορισµός των εννοιών 38 1.1.1. Λειτουργικός ορισµός της έννοιας παλιννοστούντες 38 1.1.2.

Διαβάστε περισσότερα

710 -Μάθηση - Απόδοση

710 -Μάθηση - Απόδοση 710 -Μάθηση - Απόδοση Διάλεξη 6η Ποιοτική αξιολόγηση της Κινητικής Παρατήρηση Αξιολόγηση & Διάγνωση Η διάλεξη αυτή περιλαμβάνει: Διαδικασία της παρατήρησης & της αξιολόγησης Στόχοι και περιεχόμενο παρατήρησης

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΔΥΟΜΕΝΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ Ευφημία Τάφα Καθηγήτρια Πανεπιστήμιο Κρήτης. Η ανάδυση της ανάγνωσης και της γραφής: έννοια και σύγχρονες απόψεις

ΑΝΑΔΥΟΜΕΝΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ Ευφημία Τάφα Καθηγήτρια Πανεπιστήμιο Κρήτης. Η ανάδυση της ανάγνωσης και της γραφής: έννοια και σύγχρονες απόψεις ΑΝΑΔΥΟΜΕΝΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ Ευφημία Τάφα Καθηγήτρια Πανεπιστήμιο Κρήτης Η ανάδυση της ανάγνωσης και της γραφής: έννοια και σύγχρονες απόψεις Πολλοί παιδαγωγοί και ψυχολόγοι με τις απόψεις τους έθεσαν ανά

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΓΛΩΣΣΙΚΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΓΛΩΣΣΙΚΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΓΛΩΣΣΙΚΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗΣ Μέσω κανόνων Πλεονεκτήματα: κέρδος χρόνου, δυνατότητα επαναλήψεων, εκμετάλλευση των γνωστικών ικανοτήτων των μαθητών, λιγότερη διδακτική προετοιμασία.

Διαβάστε περισσότερα

Γενικές Πληροφορίες για τοντραυλισμό

Γενικές Πληροφορίες για τοντραυλισμό Γενικές Πληροφορίες για τοντραυλισμό Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας,ο τραυλισμός είναι μία διαταραχή στη ροή τηςομιλίας κατά την οποία το πρόσωπο που τραυλίζει γνωρίζει ακριβώς αυτό που θέλει

Διαβάστε περισσότερα

Η εκμάθηση μιας δεύτερης/ξένης γλώσσας. Ασπασία Χατζηδάκη, Επ. Καθηγήτρια Π.Τ.Δ.Ε 2011-12

Η εκμάθηση μιας δεύτερης/ξένης γλώσσας. Ασπασία Χατζηδάκη, Επ. Καθηγήτρια Π.Τ.Δ.Ε 2011-12 Η εκμάθηση μιας δεύτερης/ξένης γλώσσας Ασπασία Χατζηδάκη, Επ. Καθηγήτρια Π.Τ.Δ.Ε 2011-12 Βασικοί όροι και έννοιες- Δεύτερη # Ξένη γλώσσα Δεύτερη γλώσσα είναι οποιαδήποτε γλώσσα κατακτά ή μαθαίνει ένα άτομο

Διαβάστε περισσότερα

Πολιτισμός και ψυχοπαθολογία

Πολιτισμός και ψυχοπαθολογία Πολιτισμός και ψυχοπαθολογία Ο πολιτισμός ως αιτιολογικός παράγοντας ψυχοπαθολογίας Ερευνητικά δεδομένα DSM-IV-TR Διαπολιτισμική συμβουλευτική και ψυχοθεραπεία Πολιτισμική διακύμανση ψυχικών διαταραχών

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΡΘΡΟΥ ΜΕ ΘΕΜΑ: ΟΙ ΙΔΕΕΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ

ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΡΘΡΟΥ ΜΕ ΘΕΜΑ: ΟΙ ΙΔΕΕΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΡΘΡΟΥ ΜΕ ΘΕΜΑ: ΟΙ ΙΔΕΕΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΦΩΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΟΡΑΣΗ. Το άρθρο αυτό έχει ως σκοπό την παράθεση των αποτελεσμάτων πάνω σε μια έρευνα με τίτλο, οι ιδέες των παιδιών σχετικά με το

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΘΕΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΡΑΞΗ ΙΩΑΝΝΑ ΚΟΥΜΗ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2016

ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΘΕΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΡΑΞΗ ΙΩΑΝΝΑ ΚΟΥΜΗ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2016 ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΘΕΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΡΑΞΗ ΙΩΑΝΝΑ ΚΟΥΜΗ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2016 ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ Το κάθε παιδί είναι ξεχωριστή προσωπικότητα.

Διαβάστε περισσότερα

ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ Επεξηγήσεις συμβόλων/αρχικών γραμμάτων: ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ 2009-10 Υ= Υποχρεωτικό Κ= ενότητα μαθημάτων «Κοινωνία και Εκπαίδευση» Ε= Κατ

Διαβάστε περισσότερα

Ψυχολογία ασθενών με καρδιακή ανεπάρκεια στο Γενικό Νοσοκομείο

Ψυχολογία ασθενών με καρδιακή ανεπάρκεια στο Γενικό Νοσοκομείο Ψυχολογία ασθενών με καρδιακή ανεπάρκεια στο Γενικό Νοσοκομείο ΤΖΙΝΕΒΗ ΜΥΡΤΩ - ΧΑΤΖΗΣΤΕΦΑΝΟΥ ΦΑΝΗ ΝΟΣΗΛΕΥΤΡΙΕΣ Τ.Ε. Β & Γ ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΙΚΗ ΚΛΙΝΙΚΗ ΙΠΠΟΚΡΑΤΕΙΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ Η καρδιακή ανεπάρκεια

Διαβάστε περισσότερα

Υπεύθυνη Επιστημονικού Πεδίου Χρυσή Χατζηχρήστου

Υπεύθυνη Επιστημονικού Πεδίου Χρυσή Χατζηχρήστου «ΝΕΟ ΣΧΟΛΕΙΟ (Σχολείο 21 ου αιώνα) Νέο Πρόγραμμα Σπουδών, Οριζόντια Πράξη» MIS: 295450 Υποέργο 1: «Εκπόνηση Προγραμμάτων Σπουδών Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και οδηγών για τον εκπαιδευτικό

Διαβάστε περισσότερα

Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνας στη ΜΕ

Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνας στη ΜΕ Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνας στη ΜΕ Χ Α Ρ Α Λ Α Μ Π Ο Σ Σ Α Κ Ο Ν Ι Δ Η Σ, Δ Π Θ Μ Α Ρ Ι Α Ν Ν Α Τ Ζ Ε Κ Α Κ Η, Α Π Θ Α. Μ Α Ρ Κ Ο Υ, Δ Π Θ Α Χ Ε Ι Μ Ε Ρ Ι Ν Ο 2 0 17-2018 2 ο παραδοτέο 8/12/2016

Διαβάστε περισσότερα

Ο ηλεκτρονικός υπολογιστής στην εκπαίδευση παιδιών με διάχυτη αναπτυξιακή διαταραχή

Ο ηλεκτρονικός υπολογιστής στην εκπαίδευση παιδιών με διάχυτη αναπτυξιακή διαταραχή Ο ηλεκτρονικός υπολογιστής στην εκπαίδευση παιδιών με διάχυτη αναπτυξιακή διαταραχή Η γνώση προκύπτει μέσα από την επανάληψη της μαθημένης συμπεριφοράς. Για τη μάθηση απαιτούνται γνωστικές διαδικασίες

Διαβάστε περισσότερα

Παρουσίαση Βιβλίου. Δημήτρης Γερμανός Τμήμα Επιστήμων Προσχολικής Αγωγής και Εκπαίδευσης, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Παρουσίαση Βιβλίου. Δημήτρης Γερμανός Τμήμα Επιστήμων Προσχολικής Αγωγής και Εκπαίδευσης, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Επιστημονική Επετηρίδα, Παιδαγωγικού Τμήματος Νηπιαγωγών Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Τόμος 8 (2015) Παρουσίαση Βιβλίου Ρέντζου, Κ., Σακελλαρίου, Μ. (2014). Ο χώρος ως παιδαγωγικό πεδίο σε προσχολικά περιβάλλοντα

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή. ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: Κουλτούρα και Διδασκαλία

Εισαγωγή. ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: Κουλτούρα και Διδασκαλία The project Εισαγωγή ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: Κουλτούρα και Διδασκαλία ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: Κουλτούρα και διδασκαλία Στόχοι Να κατανοήσετε τις έννοιες της κοινωνικοπολιτισμικής ετερότητας και ένταξης στο χώρο της

Διαβάστε περισσότερα