ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ & ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ & ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ"

Transcript

1 ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ & ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ Μελέτη οικοδομικών πηλών από τη θέση Ρεβένια Πιερίας μεταπτυχιακή εργασία Ελπινίκη Όροβα Επιβλέπων καθηγητής: Κ.Κωτσάκης Θεσσαλονίκη 2017

2 ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ & ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ Μελέτη οικοδομικών πηλών από τη θέση Ρεβένια Πιερίας μεταπτυχιακή εργασία Ελπινίκη Όροβα Θεσσαλονίκη

3 ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ & ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ Μελέτη οικοδομικών πηλών από τη θέση Ρεβένια Πιερίας μεταπτυχιακή εργασία Ελπινίκη Όροβα Εξεταστική επιτροπή: Κ. Κωτσάκης, εξεταστής Ν. Ευστρατίου, εξεταστής Σ. Τριανταφύλλου, εξετάστρια Ημερομηνία έγκρισης: «Η έγκριση της μεταπτυχιακής εργασίας από το τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Α.Π.Θ. δεν υποδηλώνει αναγκαστικά ότι αποδέχεται το Τμήμα τις γνώμες του συγγραφέα» 2

4 Περιεχόμενα Πρόλογος...4 Συντομογραφίες...5 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. Ο πηλός ως πηγή πληροφοριών στη μελέτη των προϊστορικών κοινωνιών. Στόχοι έρευνας Εισαγωγή Το φαινόμενο της καύσης σπιτιών κατά τη Νεολιθική περίοδο Λάκκοι και υπόσκαφα κτίρια. Η περίπτωση των λάκκων στη θέση Ρεβένια Κορινού Η θέση Ρεβένια Κορινού Οι λάκκοι Ο πηλός. Βασικές πληροφορίες για τη χρήση του...26 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2. Προσέγγιση του υλικού Μεθοδολογία Υποθέσεις περί της ύπαρξης πηλών σε λάκκους. Μοντέλο ερμηνείας Στάδια καταγραφής Μεταβλητές και ιδιότητες Τυπολογία οικοδομικών πηλών Στατιστική ανάλυση...55 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3. Συζήτηση και συμπεράσματα Θραύσματα πηλών: τμήματα ανωδομής των υπόσκαφων κτιρίων ή αποτέλεσμα τυχαίας ή σκόπιμης απόρριψης ; Ρεβένια Κορινού: αποτελέσματα Συμπεράσματα..98 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I-ΓΡΑΦΗΜΑΤΑ 107 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II- ΣΧΕΔΙΑ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III-ΕΙΚΟΝΕΣ

5 Πρόλογος Τα θραύσματα πηλών που αποτελούν τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα κτιρίων είναι το υλικό που μελετήθηκε στην παρούσα εργασία και χρησιμοποιήθηκε ως το βασικό εργαλείο για την εξαγωγή κάποιων συμπερασμάτων όσον αφορά τη φύση των λάκκων μέσα στους οποίους βρέθηκαν και συλλέχθηκαν από τη θέση Ρεβένια Κορινού της Βόρειας Πιερίας. Σκοπός είναι μέσω των πληροφοριών που είναι δυνατό να αποκτηθούν από την ανάλυση του κάθε θραύσματος ξεχωριστά, αλλά και από τη συνολική εικόνα που παρουσιάζουν ως ενότητα, να γίνει καλύτερα κατανοητή η χρήση των λάκκων και να συμπληρωθεί η εικόνα για τον νεολιθικό οικισμό, καθώς με το υλικό αυτό διατυπώνεται και μια άλλη διάσταση της νεολιθικής αρχιτεκτονικής μέσω της μελέτης των πηλών. Στο σημείο αυτό θα ήθελα να ευχαριστήσω όλους όσους βοήθησαν στην διεκπεραίωση της εργασίας μου. Αρχικά να ευχαριστήσω τον επιβλέποντα καθηγητή κ. Κωτσάκη χωρίς την καθοδήγηση του οποίου θα ήταν αδύνατη η συγγραφή της εργασίας, όπως και η μελέτη του υλικού που προηγήθηκε. Δε θα μπορούσα να μην ευχαριστήσω και όλους τους καθηγητές του προϊστορικού τομέα για τις γνώσεις που μας μετέδωσαν κατά τη διδασκαλία των μαθημάτων, με συζητήσεις που εμβάθυναν σε θέματα του προϊστορικού βίου. Ευχαριστίες οφείλω, επίσης, στους αρχαιολόγους της ΕΦΑ Πιερίας και ανασκαφείς των Ρεβενίων, κ. Μάνθο Μπέσιο, που ήταν πάντα πρόθυμος να βοηθήσει σε ερωτήσεις που προέκυπταν κατά τη διάρκεια της μελέτης του υλικού, και κ. Φωτεινή Αδακτύλου, που στάθηκε δίπλα μου από την αρχή μέχρι το τέλος της προσπάθειάς μου αυτής, με τις συμβουλές της, αλλά και για την άμεση ανταπόκριση σε προβλήματα που προέκυπταν. Δε θα ξεχάσω, επίσης, το σύνολο των αρχαιολόγων και εργατικού προσωπικού στον Μακρύγιαλο Πιερίας για το χώρο που μου διέθεσαν για τη μελέτη του υλικού και για την προμήθεια όσων χρειαζόμουν, όσο και για το ευχάριστο κλίμα. Τέλος, να ευχαριστήσω τους δικούς μου ανθρώπους για την αμέριστη συμπαράστασή τους καθ όλη τη διάρκεια εκπόνησης αυτής της εργασίας. 4

6 Συντομογραφίες ΑΝ: ΑΡΧΑΙΟΤΕΡΗ ΝΕΟΛΙΘΙΚΗ ΜΝ: ΜΕΣΗ ΝΕΟΛΙΘΙΚΗ ΝΝ: ΝΕΟΤΕΡΗ ΝΕΟΛΙΘΙΚΗ ΤΝ : ΤΕΛΙΚΗ ΝΕΟΛΙΘΙΚΗ 5

7 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1- ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1.1 Ο πηλός ως πηγή πληροφοριών στη μελέτη των προϊστορικών κοινωνιών. Στόχοι έρευνας. Θραύσματα οικοδομικών πηλών εντοπίζονται αρκετά συχνά σε ανασκαφές προϊστορικών θέσεων, σε περισσότερο ή λιγότερο συμπαγή ή συνεκτική μορφή, είτε σε καλή κατάσταση διατήρησης, είτε ως διαβρωμένες και άμορφες μάζες πηλού. Παρόλα αυτά σπανίζουν οι μελέτες του υλικού αυτού με συστηματικό τρόπο με στόχο την αποκατάσταση των οικοδομικών τεχνικών που αποτυπώνονται στα θραύσματα αυτά. Η έλλειψη αυτή οφείλεται, κυρίως, στο ίδιο το αρχαιολογικό υλικό λόγω της εύθραστης φύσης και της αποσπασματικότητάς του (Χατζητουλούσης 2010: 91), όπως και στις τοπικές περιβαλλοντικές συνθήκες και τις μετα-αποθετικές διαδικασίες που συμβάλουν στην κακή διατήρησή τους (Kloukinas 2014: 6). Τα υπολείμματα των νεολιθικών οικιών είναι λίγα και αυτό οφείλεται στα υλικά με τα οποία κατασκευάζονταν, δηλαδή ξύλο και πηλό, τα οποία δε διατηρούνται υπό φυσιολογικές συνθήκες, εκτός και αν υπάρξει επίδραση της φωτιάς σε αυτά, δηλαδή στις περιπτώσεις καταστροφής ενός κτιρίου από πυρκαγιά. Στις περιπτώσεις αυτές τα ξύλινα στοιχεία τους καίγονταν, αλλά η φωτιά σκλήρυνε τον πηλό που χρησιμοποιούνταν ως επάλειψη πάνω στον ξύλινο σκελετό και με την κατάρρευση της ανωδομής ο πηλός έσπασε σε κομμάτια που σώζουν, ωστόσο, πληροφοριές όσον αφορά την τεχνική δόμησης. Οι πληροφορίες που αντλούμε από αυτά αφορούν από τη μια τον πηλό ξεχωριστά και από την άλλη τα ξύλινα τμήματα του κτίσματος [Martinez 1999 (2001): 63]. Γενικότερα, η οικοδομική τεχνολογία φαίνεται να αποτελεί το λιγότερο ελκυστικό σκέλος της αρχιτεκτονικής για τους μελετητές που ασχολούνται με την ερμηνεία των ανασκαμμένων οικημάτων καθώς δίνεται ιδιαίτερη βαρύτητα στην ερμηνεία της λειτουργίας και της χρήσης των χώρων ως στοιχείο για την κατανόηση του αρχαίου βίου. Το πρόβλημα αυτό διογκώνεται κατά την έρευνα των προϊστορικών χρόνων καθώς στη μακρά αυτή περίοδο τα μοναδικά στοιχεία για την 6

8 κατανόηση του αρχαίου κόσμου αποτελούν τα υλικά κατάλοιπα και μόνο. Ωστόσο, η μελέτη της τεχνολογίας αποτελεί βασικό εργαλείο για την κατανόηση των υλικών καταλοίπων που μελετώνται και κατ επέκταση της κοινωνικής δομής, καθώς η τεχνολογία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την εκάστοτε κοινωνική δομή (Παλυβού 2005: 12). Μελετώντας τις τεχνολογικές πτυχές της αρχιτεκτονικής, γίνεται δυνατή η κατανόηση και ερμηνεία των οικημάτων, καθώς η αρχιτεκτονική τεχνολογία δε συνιστά απλώς τεχνικές ικανότητες, αλλά τις διαδικασίες μετασχηματισμού των πρώτων υλών σε πολιτισμικά αγαθά, αντανακλώντας τις κοινωνικές σχέσεις της παραγωγής τους. Ως τα προϊόντα συγκεκριμένων τεχνολογικών πρακτικών, τα οικήματα αποτελούν πολιτιστικά παράγωγα και εκφράζουν τις κοινωνικές συνθήκες κατά τη διάρκεια της δημιουργίας τους (Stevanović 1997: ). Η έρευνα και η γνώση υστερούν και στον τομέα της σφαιρικής εικόνας που μπορεί να αποκτηθεί με τη μελέτη, όχι μόνο της μνημειακής αρχιτεκτονικής, όπως προτιμάται, αλλά και των «ταπεινών» κατασκευών, οι οποίες έχουν απασχολήσει ελάχιστα τους μελετητές. Οι κατασκευές αυτές αφήνουν ταπεινά ίχνη πίσω τους. Ωστόσο, εμπεριέχουν πολλές από τις βασικές αρχές της οικοδομικής τέχνης. Πρόκειται για τις αρχές που διέπουν τα κύρια δομικά υλικά, το ξύλο, την πέτρα και τον πηλό: οι ιδιότητές τους και η συμπεριφορά τους στις καταπονήσεις και στο χρόνο, ο σωστός τρόπος απόκτησης και κατεργασίας τους, οι μεταξύ τους σχέσεις κ.ά. (Παλυβού 2005: 12). Όσον αφορά το ξύλο ως βασικό δομικό υλικό, η ιστορία του στον ελλαδικό χώρο ξεκινάει στα τέλη της 7 ης και τις αρχές της 6 ης χιλιετίας. Συναντάται σε κατασκευές που έχουν ως κοινό χαρακτηριστικό έναν φέροντα σκελετό από πασσάλους πακτωμένους στο έδαφος, ο οποίος «κλείνει» με επίχρισμα πηλού ή με κλαδιά που πλέκονται στους πασσάλους και ξύλινη στέγη. Ο πηλός, ως κύριο δομικό υλικό, χρησιμοποιείται και αυτός από νωρίς με τη μορφή πλινθόκτιστων κατασκευών: οι ωμές πλίνθοι, αφού στεγνώσουν στον ήλιο, τοποθετούνται σε οριζόντιες στρώσεις πάνω σε χαμηλή λίθινη βάση. Προτείνεται ως τρόπος κάλυψης ενός πλινθόκτιστου κτιρίου η δίρριχτη στέγη (ενδεχομένως και τετράρριχτη) ή επίπεδο δώμα, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το συγκρότημα νεολιθικών οικιών της Κνωσσού. Στους πλινθότοιχους ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η επικουρική συμμετοχή του ξύλου, είτε ως οριζόντιες ξυλοδεσιές, είτε ως κατακόρυφα ξύλα, τα 7

9 οποία έχουν ενσωματωθεί σε καίρια σημεία του τοίχου, όπως για παράδειγμα στα ελεύθερα άκρα των τοίχων. Να σημειωθεί ότι όταν τα δύο υλικά, η πλίνθος και το ξύλο, μετέχουν από κοινού στον φέροντα οργανισμό του κτίσματος, πρόκειται για «σύμμεικτη κατασκευή». Στην περίπτωση αυτή το ξύλο δε συναντάται μόνο ως οριζόντια ενίσχυση, αλλά ως σημαντικό στοιχείο της κατασκευής με τη μορφή του κατακόρυφου φέροντος στοιχείου. Τέτοιου είδους σύμμεικτες κατασκευές είναι διαδεδομένες στη Μέση και Ύστερη Εποχή Χαλκού, στον κρητομυκηναϊκό κόσμο. Θα πρέπει στο σημείο αυτό να γίνει αναφορά σε μια τεχνική δόμησης κατά την οποία χύνεται ο πηλός σε ρευστή κατάσταση σε μια κατασκευή τοίχων με ξυλότυπο, που είναι γνωστή με τον όρο pisé, στα ελληνικά ως χυτή πηλοδομή. Σε γενικές γραμμές η πηλοδομή δεν ήταν διαδεδομένη στο προϊστορικό Αιγαίο σε καμία περίοδο. Τέλος, οι λιθόκτιστες κατασκευές δημιουργούν πολλές φορές προβληματισμό για το αν οι λίθοι υπάρχουν μόνο ως λίθινη βάση και συνεχίζονταν πλίνθινοι τοίχοι από ένα σημείο και έπειτα, ή αν πρόκειται για εξ ολοκλήρου λιθόκτιστο κτίσμα (Παλυβού 2005: 13-14). Μια από τις πρώτες απόπειρες περιγραφής και ερμηνείας θραυσμάτων πηλών που σώζουν αποτυπώματα και προσπάθεια απόδοσής τους σε συγκεκριμένα τμήματα της ανωδομής των κτιρίων, προέρχεται από τις πρώιμες φάσεις της ακρόπολης στο Νεολιθικό Σέσκλο. Ο Τσούντας περιγράφει κομμάτια πηλών που σώζουν αποτυπώματα από καλάμια, μεγαλύτερα ξύλα και δοκάρια ως τμήματα από τη στέγη, αλλά και από το άνω τμήμα των τοίχων στο σημείο που ενώνεται με τη στέγη. Εξάγεται με βάση τη μορφή, αλλά και τη διάταξη των αποτυπωμάτων μια υπόθεση όσον αφορά το σχήμα της στέγης και τη γενικότερη μορφή της (Τσούντας 1908: 79-84). Σύμφωνα με τον Ammerman et al. (1988) τα κατάλοιπα των πηλών που εντοπίζονται σε μια περιοχή δε βρίσκονται τυχαία στα συγκεκριμένα σημεία. Αποδείχτηκε με έρευνα στον νεολιθικό οικισμό της Piana di Curinga στη Νότια Ιταλία, ότι οι συγκεντρώσεις καταλοίπων πηλών αντιπροσωπεύουν κτίσματα και αποδεικνύονται ιδιαίτερα σημαντικές για τον εντοπισμό τους. Τονίζει, επίσης, τη σημασία της μελέτης των πηλών, μια κατηγορία υλικού που οι αρχαιολόγοι τείνουν να αγνοούν, καθώς προσφέρουν πληθώρα πληροφοριών για τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή της ανωδομής των κτιρίων, αλλά και 8

10 πληροφορίες που σχετίζονται με στρατηγικές εκμετάλλευσης, όπως τα είδη των ξύλων που χρησιμοποιήθηκαν, η εποχή που κατασκευάστηκε το κτίριο 1 ή η περιοχή από όπου γίνεται η προμήθεια του κατάλληλου αργιλώδους ιζήματος για την οικοδόμηση, με τις κοινωνικές προεκτάσεις σε κάθε περίπτωση (όπως άτομα που συμμετέχουν στις εργασίες και χρόνος που απαιτείται) (Ammerman et al. 1988: , ). Από τους πρώτους που εξέτασαν συστηματικά τα πήλινα οικιστικά κατάλοιπα των νεολιθικών οικιών από τον οικισμό Selevac του πολιτισμού Vinča είναι οι Tringham και Stevanović (1990), συλλέγοντας στοιχεία με στόχο τον υπολογισμό της συνολικής ποσότητας των οικοδομικών πηλών που προέκυψαν από την ανασκαμμένη περιοχή του οικισμού, την ποσοτικοποίηση συγκεκριμένων τύπων οικοδομικών πηλών και τη διερεύνηση των μοτίβων κατανομής μέσα στο χρόνο και το χώρο. Σκοπός ήταν μέσω αυτών των στοιχείων να πραγματοποιηθεί η ανασύνθεση της αρχιτεκτονικής των οικισμών του πολιτισμού Vinča (Tringham & Stevanović 1990: 352). Σύμφωνα με τη μελέτη στο Selevac, αναγνωρίζονται δύο σημαντικές κατηγορίες πηλού που δε χρησιμοποιείται για την κατασκευή κεραμικών σκευών: ο πηλός που χρησιμοποιείται για την κατασκευή διάφορων κινητών αντικειμένων και ο πηλός που χρησιμοποιείται για τη δόμηση κτιρίων ή κατασκευών, φούρνων, κλιβάνων κτλ. Οι κατηγορίες αυτές διαφέρουν ως προς το είδος του πηλού και τις προσμείξεις, τις διαφορετικές τεχνικές κατασκευής, αλλά και την ποσότητα του πηλού που χρησιμοποιείται κάθε φορά (Tringham & Stevanović 1990: 323). Σε μια πυρκαγιά, κάτω από υψηλές θερμοκρασίες, ο πηλός που καλύπτει τον ξύλινο σκελετό μετασχηματίζεται σε ένα σκληρό κεραμικό υλικό και τα κατάλοιπα της ανωδομής των καμένων κτιρίων εντοπίζονται αρχαιολογικά ως περιοχές από συμπαγή, καμένα κατάλοιπα πηλού. Συνήθως εντοπίζονται σε άμεση συνάφεια με πασσαλότρυπες, λάκκους και άλλες κατασκευές. Στις περιπτώσεις αυτές είναι δυνατή μια μελέτη της αρχιτεκτονικής, καθώς παραμένουν in situ κάποια στοιχεία 1 Η πιθανή ύπαρξη αποτυπωμάτων φύλλων σε θραύσματα πηλού, παρέχει πληροφορίες για την εποχή, στην οποία πραγματοποιήθηκε η κατασκευή του τοίχου και η επάλειψή του με πηλό, ίσως κατά την Άνοιξη. Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει από το γεγονός ότι υπάρχουν συγκεκριμένες εποχές, στις οποίες τα φυτά διατηρούν πράσινο το φύλλωμά τους, με αποτέλεσμα να αφήνουν το αποτύπωμά τους (Ammerman et al. 1988: 128). 9

11 του οικήματος, όπως δάπεδα, τοίχοι και άλλες σταθερές ή όχι κατασκευές, όπως έπιπλα, φούρνοι, αγγεία και μια ποικιλία αντικειμένων ολόκληρων ή σπασμένων, πάνω στο δάπεδο και καλυμμένων με τους θρυμματισμένους τοίχους, παρόλο που είναι γνωστό ότι μετά την καταστροφή από φωτιά ακολουθεί απομάκρυνση των μπάζων και, ίσως, κάποιων καμένων αντικειμένων (Stevanović 1997: 337). Λαμβάνοντας υπόψη τη βιογραφία των οικημάτων, οι ερευνητές στο Opovo διερεύνησαν στοιχεία που, εκτός από την ποικιλία των κατασκευαστικών μεθόδων, σχετίζονται με τη φύση της καταστροφής των κτιρίων και τη μετέπειτα εγκατάλειψή τους, όπως και την επαναχρησιμοποίηση των υλικών. Καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι μετά την καταστροφή των κτιρίων από πυρκαγιά, πραγματοποιείται ισοπέδωση των καταλοίπων, πολλές φορές άμεσα, και απομάκρυνση ή τοποθέτησή τους στο εσωτερικό λάκκων. Σε άλλες περιπτώσεις, τα οικοδομικά κατάλοιπα χρησιμοποιούνταν μετά από καιρό, παρέχοντας ένα σταθερό στρώμα θεμελίωσης, κατά την κατασκευή των νέων κτιρίων (Tringham 1995: 81, 92). Σε σχέση με τα δεδομένα του ελληνικού χώρου, η παρουσία μεγάλης ποσότητας καμένου πηλού, που εντοπίζεται σε μικρές ή μεγαλύτερες συγκεντρώσεις στο εσωτερικό λάκκων, κυρίως, αποτελεί χαρακτηριστικό της ανασκαφής στην Τούμπα Κραμαστής Κοιλάδας, το οποίο σε συνδυασμό με άλλα στοιχεία, όπως η έλλειψη πήλινων δαπέδων, πασσαλοτρυπών και διάφορων άλλων κατασκευών, που θα μπορούσαν να συνδεθούν με in situ αρχιτεκτονικά κατάλοιπα και το γεγονός ότι βρίσκονται ανακατεμένα με άλλα αντικείμενα, όπως όστρακα, οστά ζώων ή τμήματα εργαλείων, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για δευτερογενές υλικό που έχει απομακρυνθεί σπό την αρχική του θέση. Εκτιμάται ότι η μελέτη της στρωματογραφίας, αλλά και ο συσχετισμός του συγκεκριμένου υλικού με τους λάκκους, αποτελεί το κλειδί με το οποίο μπορεί να απαντηθεί το ερώτημα της σκόπιμης ή όχι εναπόθεσής του στους λάκκους αυτούς και στον προσδιορισμό της χρήσης του χώρου στον οποίο εντοπίζονται (Χονδρογιάννη-Μετόκη 2009: 3, 26-27). Όπως και στην περίπτωση του οικισμού στα Ρεβένια Κορινού, η ύπαρξη αρχιτεκτονικών καταλοίπων μέσα σε λάκκους γεννά ερωτήματα που αφορούν την προέλευσή τους ως τμήματα της ανωδομής των υπόσκαφων κτιρίων, η οποία στην περίπτωση αυτή, αφού κάηκε, κατέρρευσε μέσα στον λάκκο. Επίσης, μελετάται το 10

12 ενδεχόμενο οι πηλοί αυτοί να αποτελούν δευτερογενές υλικό, το οποίο προέρχεται από κτίρια που έχουν καεί σε κάποιο άλλο σημείο του οικισμού και μέρος τους μεταφέρθηκε στους λάκκους αυτούς. Σκοπός είναι να γίνει ανάλυση των λάκκων σύμφωνα με τους καμένους πηλούς που βρίσκονται σε αυτούς και να απαντηθεί το ερώτημα για το αν πρόκειται για τμήματα της ανωδομής τους ή αν πρόκειται για αρχιτεκτονικά κατάλοιπα άλλων οικιών της ευρύτερης περιοχής που μεταφέρθηκαν στους λάκκους με βάση τη θεωρία της καύσης των νεολιθικών οικιών, για την οποία θα γίνει μια σύντομη αναφορά παρακάτω, ή αν απλά πρόκειται για απορρίμματα. 1.2 Το φαινόμενο της καύσης σπιτιών κατά τη Νεολιθική περίοδο. Το φαινόμενο της καταστροφής των οικημάτων από πυρκαγιά συνδέεται με ένα ιδαίτερο επεισόδιο της προϊστορίας, που χρονολογικά τοποθετείται στη ΜΝ μέχρι την ΝΝ/πρώιμη ΤΝ ( π.χ.) περίοδο στη ΝΑ Ευρώπη και ορίζεται ως «Burned House Horizon». Μολονότι το φαινόμενο αυτό παρατηρείται και στις προηγούμενες (από την ΑΝ) και τις επόμενες περιόδους, αλλά και σε όλη τη ΝΑ Ευρώπη, στις θέσεις του πολιτισμού Vinča διαφοροποιείται ως προς την καθολικότητα που εμφανίζει στους οικισμούς και ως προς το μεγάλο όγκο των υλικών. Έχει διατυπωθεί η άποψη ότι το κάψιμο των οικημάτων συνδέεται με την περίοδο της Νεολιθικής στη ΝΑ Ευρώπη, όπου τα αρχιτεκτονικά στοιχεία παρουσιάζονται και στο ευρύτερο, αλλά και σε τοπικό επίπεδο ως αποτέλεσμα μιας ομοιογενούς κοινωνικής πρακτικής που διέπεται από τη μονιμότητα της κατοίκησης, της νεας αγροτικής οικονομίας και αποδεικνύεται από την ύπαρξη οικισμών με μακρά διάρκεια (Stevanović 1997: ). Παραδοσιακά, το φαινόμενο της καταστρoφής των οικημάτων από πυρκαγιά ερμηνεύονταν ως τυχαίο συμβάν λόγω της αυξημένης χρήσης της φωτιάς στο εσωτερικό των οικημάτων και της πυκνής κατοίκησης στους οικισμούς, ενώ έχει διατυπωθεί ότι μια εσκεμμένη πυρκαγιά, ίσως να οφείλεται σε επιδρομές και στις ανταγωνιστικές διαθέσεις ανάμεσα στους οικισμούς (Tringham 1995: 87). 11

13 Ωστόσο, σύμφωνα με μελέτες και πειραματικές έρευνες, διατυπώνονται πολλές απόψεις για τους λόγους για τους οποίους τα κτίσματα θα μπορούσαν να είχαν καει σκόπιμα με πυρκαγιά, όπως για παράδειγμα για την εξάλειψη παρασίτων, εντόμων ή ασθενειών, ή για λειτουργικούς λόγους, όπως την επαναχρησιμοποίηση του οικοδομικού πηλού για νέους τοίχους (Ammerman et al. 1988: , Shaffer 1993: 73, Stevanović 1997: 386). Το θέμα της καταστροφής των κτιρίων από πυρκαγιά απασχόλησε τη δεκαετία του 90 τις Ruth Tringham και Mira Stevanović, οι οποίες μελέτησαν μια ποικιλία κτιρίων που κάηκαν στη Νεολιθική ΝΑ Ευρώπη (Stevanović 1997, Stevanović & Tringham 1997). Κατά τη διάρκεια της μελέτης τους όσον αφορά τη νεολιθική αρχιτεκτονική στον πολιτισμό Vinča, στη θέση Opovo, προσπάθησαν να προσδιορίσουν αν η πυρκαγιά που κατέστρεψε πολλά από τα σπίτια ξεκίνησε σκόπιμα ή τυχαία. Και οι δύο μελετήτριες προτείνουν ότι οι πυρκαγιές των σπιτιών στο Opovo ξεκίνησαν σκόπιμα και ότι πρόκειται για κοινή πρακτική κατά τη ΜΝ μέχρι την ΝΝ/πρώιμη ΤΝ ( π.χ) περίοδο στη ΝΑ Ευρώπη (Stevanović & Tringham 1997: 200, 207). Κατά τη Stevanović διαπιστώνεται μια σειρά στοιχείων, τα οποία βεβαιώνουν το σκόπιμο κάψιμο των οικημάτων στο Opovo στο τέλος του κύκλου της ζωής τους. Τα στοιχεία αυτά είναι: α) Το ολοκληρωτικό κάψιμο των κτισμάτων, όπως αποδεικνύεται από τα υαλοποιημένα και άμορφα κομμάτια πηλού από τις υψηλές θερμοκρασίες και την καταστροφή των εσωτερικών κινητών και ακίνητων κατασκευών και αντικειμένων, τα οποία χάνουν με αυτόν τον τρόπο τη χρησιμότητά τους. β) Οι θερμοκρασίες στις οποίες κάηκαν τα κτίσματα είναι γενικά υψηλές, C, ενώ παρατηρείται μια τάση οι υψηλότερες θερμοκρασίες να συναντώνται στο μοναδικό διώροφο οίκημα του οικισμού (λόγω μεγαλύτερης ποσότητας καυσίμου) και στα δάπεδα. γ) Λαμβάνονται υπόψη τα δομικά στοιχεία του κτιρίου ως καύσιμη ύλη για την πυρκαγιά. Στην περίπτωση των κτιρίων που κατασκευάζονται με την τεχνική wattle-and-daub φαίνεται να μην επαρκούν τα υλικά κατασκευής ως καύσιμο υλικό, καθώς παρόλο που τα περισσότερα από τα ξύλα που χρησιμοποιήθηκαν ήταν εύφλεκτα, δεν ήταν αρκετά για τη διατήρηση της φωτιάς. δ) Μελετώνται τα προφανή σημεία έναρξης της φωτιάς μέσα στο κτίσμα δηλωτικά του τρόπου που άρχισε αυτή. Τα σημεία υαλοποίησης υποδεικνύουν τα σημεία έναρξης της φωτιάς και στην περίπτωση των κτιρίων στο Opovo, σε όλα 12

14 εκτός από ένα, εντοπίζονται στο επίπεδο του δαπέδου. ε) Εξετάζεται το μονοπάτι της φωτιάς, δηλαδή η κατονομή των σημείων έναρξης της φωτιάς, καθώς και η κατανομή των εντάσεων των θερμοκρασιών μακριά από αυτά. Τα σημεία αυτά δίνουν έναν τύπο δηλωτικό σκόπιμης φωτιάς, με έναρξη από τα δάπεδα των οικημάτων (Stevanović 1997: ). Ενδιαφέρουσες πληροφορίες για τον τρόπο που καίγονταν τα πασσαλόπηκτα οικήματα κατά την προϊστορική περίοδο, προέρχονται από το πειραματικό κάψιμο παρόμοιας οικίας στη Σερβία το καλοκαίρι του 1977, καθώς διαπιστώθηκε ότι η στέγη αποτελεί το πρώτο τμήμα του οικήματος που καταστρέφεται σε σύντομο χρονικό διάστημα, ενώ ελάχιστες ήταν οι ζημιές στους τοίχους. Θεωρείται δυνατή η κατάσβεση της φωτιάς, η ανάκτηση κάποιων πολύτιμων αντικειμένων, αλλά και η επισκευή του κτίσματος. Για την ολοκληρωτική καταστροφή της οικίας, χρειάστηκε δεύτερη φωτιά και συνολική διάρκεια τριάντα ωρών. Ωστόσο, διαπιστώθηκε ότι οι τοίχοι δεν κατέρρευσαν, μόνο ελάχιστο ποσοστό από την πήλινη επένδυσή τους, καθώς και τα δοκάρια που στήριζαν τη στέγη. Σύμφωνα με τους Bankoff και Winter τα ψημένα οικοδομικά κατάλοιπα που εντοπίζονται στις ανασκαφές είναι πιθανό να προέρχονται, κυρίως, από τις οροφές των κτιρίων ή από δάπεδα δεύτερου ορόφου. Αποδεικνύεται ότι τα πασσαλόπηκτα κτίσματα είναι ιδιαίτερα ανθεκτικά και σταθερά σε ενδεχόμενες καταστροφές από τυχαίες, τουλάχιστον, πυρκαγιές. (Bankoff & Winter 1979: 8-14). Στο συμπέρασμα ότι είναι απαραίτητη μια πυρκαγιά μεγάλης έντασης με επιπλέον καύσιμα, προκειμένου να αποκτηθούν οι μεγάλες ποσότητες αρχιτεκτονικών καταλοίπων, όπως εντοπίζονται και αρχαιολογικά, καταλήγει και ο Shaffer με πειραματικές μελέτες στην περιοχή της Καλαβρίας, όπου εντοπίζεται και ο νεολιθικός οικισμός της Piana di Curinga (Shaffer 1993: 60-1). Διαπιστώνεται ότι τα κτίσματα στον οικισμό κάηκαν σκόπιμα, ενώ από τις αρχαιομαγνητικές μελέτες που διεξήχθησαν στα οικοδομικά κατάλοιπα ενός νεολιθικού κτίσματος, συμπεραίνεται ότι τα οικήματα δεν κατέρρεαν πλήρως κατά τη διάρκεια της πυρκαγιάς (Shaffer 1993: 73). Το ζήτημα των καμένων αρχιτεκτονικών καταλοίπων απασχολεί την έρευνα και στον ελλαδικό χώρο με την ύπαρξη οικισμών που έχουν καταστραφεί από πυρκαγιά στο τέλος της ΜΝ περιόδου, κυρίως, ενώ σύμφωνα με τα νεότερα 13

15 στοιχεία που προέρχονται από το βορειοελλαδικό χώρο διαπιστώνεται η μεγάλη χωρική και χρονική έκταση του φαινομένου. Παρατηρείται μεγάλη συχνότητα εμφάνισης καμένων αρχιτεκτονικών καταλοίπων στη Δ.Μακεδονία και στο ΒΔ τμήμα της Κ.Μακεδονίας, ενώ στην περιοχή αυτή χωροθετούνται και τα πρωιμότερα παραδείγματα. Στοιχεία τέτοιου είδους απουσιάζουν, ωστόσο, από τους επίπεδους εκτεταμένους οικισμούς της Κ.Μακεδονίας, επιβεβαιώνοντας ότι η πρακτική αυτή δεν αφορά το σύνολο των οικισμών του βορειοελλαδικού χώρου. Σημαντικό είναι και το γεγονός ότι η διαχείρηση των καμένων καταλοίπων ακολουθεί μια τακτική που στις περισσότερες περιπτώσεις τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα των οικημάτων που έχουν καταστραφεί ή μέρος τους, καταλήγουν σε λάκκους εντός ή εκτός του οικισμού (Χονδρογιάννη-Μετόκη 2009: 28-34). 1.3 Λάκκοι και υπόσκαφα κτίρια. Η περίπτωση των λάκκων στη θέση Ρεβένια Κορινού. Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, μια παράμετρος που συνεισφέρει στην κατανόηση της ταυτότητας των λάκκων είναι η ίδια η επίχωσή τους και στη συγκεκριμένη περίπτωση, η παρουσία καμένων πηλών ως τα κατάλοιπα ανωδομής, είτε των ίδιων των υπόσκαφων, είτε άλλων κτισμάτων που προέρχονται από την ευρύτερη περιοχή. Στο σημείο αυτό κρίνεται σημαντική μια σύντομη αναφορά στην περιγραφή κάποιων βασικών χαρακτηριστικών των λάκκων, στον προσδιορισμό των υπόσκαφων κτισμάτων ως χώρων κατοίκησης, καθώς και στη θεωρία της «δομημένης εναπόθεσης» που έχει επικρατήσει τα τελευταία χρόνια στην έρευνα. Το σκάψιμο λάκκων αποτελεί μια διαδεδομένη και διαχρονική πρακτική που συναντάται σε όλες τις νεολιθικές κοινωνίες του ελλαδικού και ευρύτερου ευρωπαϊκού χώρου (Παππά 2008: 314, Χονδρογιάννη-Μετόκη 2009: 418). Διαπιστώνεται ποικιλία στη μορφή, το μέγεθος και την κατασκευή των λάκκων, καθώς αποτελούν απλές ή σύνθετες κατασκευές, ενώ μπορεί να έχουν σκαφτεί σε μια ή περισσότερες φάσεις. Οι επιχώσεις τους μπορεί να είναι αποτέλεσμα φυσικών 14

16 διαδικασιών, να σχετίζονται με την καθημερινή χρήση του λάκκου ή να αφορούν κάποιο συγκεκριμένο περιεχόμενο που εναποτέθηκε σκόπιμα (Παππά 2008: 314). Αποτελούν σημαντικό οικιστικό χαρακτηριστικό στους περισσότερους ερευνημένους οικισμούς του βορειοελλαδικού χώρου, ενώ εντοπίζονται και στους δύο τύπους οικισμών (τούμπες και επίπεδοι εκτεταμένοι οικισμοί). Διαπιστώνεται ότι υπερτερούν στους επίπεδους εκτεταμένους οικισμούς, καθώς πολλοί από αυτούς αποτελούν χώρους κατοίκησης ή εργασίας (Χονδρογιάννη-Μετόκη 2009: 464). Όσον αφορά τον τύπο οικισμού που εντοπίζονται, έχει διατυπωθεί η άποψη ότι στην περίπτωση των τουμπών δημιουργείται μια σύνδεση με το παρελθόν, καθώς διαπερνούν προγενέστρα στρώματα, σε αντίθεση με τους επίπεδους εκτεταμένους οικισμούς, όπου ανοίγονται κυρίως στο φυσικό έδαφος (Chapman 2000: 64). Στο σημείο αυτό, προστίθεται η διάσταση της διαφορετικής αντίληψης που υπάρχει σε σχέση με τη χωρική και χρονική συνέχεια, κάτι που αποδεικνύεται με την εκ διαμέτρου αντίθετη επιλογή των δύο τύπων οικισμών. Στην περίπτωση των οικισμών που αναπτύσσονται σε τούμπες τονίζεται η χωρική και χρονική συνέχεια, καθώς με τη διαδοχική ανοικοδόμηση στον ίδιο χώρο δίνεται έμφαση στη συνέχεια του οικήματος, ενώ η σύνδεση με τους προγόνους αποκτά ιδεολογική διάσταση. Κάτι τέτοιο δεν ισχύει στην περίπτωση των επίπεδων εκτεταμένων οικισμών (Kotsakis 1999, Halstead 1999). Σύμφωνα με διαφοροποιήσεις στις διαστάσεις, τη μορφή και το περιεχόμενο των λάκκων που παρατηρούνται σε οικισμούς του ελλαδικού και ευρύτερου βαλκανικού χώρου, προτάθηκαν κάποιες κατηγορίες λάκκων που ανταποκρίνονται στη λειτουργία τους. Βεβαιώνονται πρωτογενείς λειτουργίες (κύριοι χώροι διαβίωσης, βοηθητικοί χώροι εργασίας κ.ά.), αλλά και δευτερογενής χρήση τους (συγκέντρωση όμβριων υδάτων, ταφές), ενώ αρκετά συχνά όλοι οι τύποι των λάκκων συνδέεται με δευτερογενή απορριμματική χρήση. Σύμφωνα με την ελληνική και διεθνή βιβλιογραφία προκύπτουν οι παρακάτω κατηγορίες: α) λάκκοι κατοίκησης (ως κύριες κατοικίες : υπόγειες, ημιυπόγειες, υπόγειοι χώροι διώροφων οικημάτων) ή βοηθητικοί χώροι κατοικιών (λάκκοι εργασίας, εργαστήρια ή αποθήκες με μορφή καλύβας), β) λάκκοι αποθήκευσης (για άμεση αποθήκευση ή για στήριξη αποθηκευτικών αγγείων ή καλαθιών), γ) λάκκοι φωτιάς (φούρνοι, εστίες, θέσεις πυροτεχνολογίας), δ) λάκκοι-πασσαλότρυπες, ε) λάκκοι εξόρυξης 15

17 πηλού, στ) πηγάδια και λάκκοι συγκέντρωσης νερού, ζ) λάκκοι απορριμμάτων καθημερινής οικιακής δραστηριότητας, η) λάκκοι με ιδιαίτερο περιεχόμενο και πιθανόν τελετουργικής χρήσης (με ολόκληρες ή τμηματικές ταφές ανθρώπων ή ζώων και / ή με σύνολα ολόκληρων ή κατακερματισμένων αντικειμένων, θησαυροί), θ) ταφικοί λάκκοι (για ενταφιασμούς ή καύσεις) (Χονδρογιάννη-Μετόκη 2009: ). Μεγάλη έρευνα έχει πραγματοποιηθεί στην πρώτη κατηγορία λάκκων που αφορά τους λάκκους κατοίκησης. Η οικιστική χρήση ενός λάκκου μπορεί να αποδειχθεί με βάση κάποια γενικώς αποδεκτά κριτήρια. Ο Elia στη διδακτορική του διατριβή με θέμα τη νεολιθική αρχιτεκτονική της Θεσσαλίας συνοψίζει κάποια χαρακτηριστικά που θεωρούνται απαραίτητα για τον προσδιορισμό ενός λάκκου ως υπόσκαφης οικίας. Αυτά είναι: α) κατάλληλες διαστάσεις, τέτοιες που να δικαιολογούν διαμονή των ατόμων ενός νοικοκυριού, συνήθως μιας οικογένειας, β) σχετικά κάθετα τοιχώματα και επίπεδο πυθμένα, γ) παρουσία υπολειμμάτων της ανωδομής-στέγασης της κατοικίας, συνήθως οπές πασσάλων, δ) ύπαρξη στο εσωτερικό του μίας εστίας, ενός λιθόστρωτου δαπέδου, μίας αποθηκευτικής κατασκευής ή ενός άλλου γνωρίσματος οικιστικού χώρου, ε) παρουσία άλλων χαρακτηριστικών ενός εσωτερικού χώρου, όπως πάγκων ή θρανίων για εργαστηριακή χρήση ή για ύπνο, στ) παρουσία ενός συνόλου κινητών ευρημάτων που σχετίζονται με οικιακές δραστηριότητες (αγγείων, εργαλείων και συμβολικών αντικειμένων) (Elia 1982: 141). Σύμφωνα με την Παππά, για να προσδιοριστεί ένας λάκκος ως υπόσκαφη κατοικία θα πρέπει να έχει τα χαρακτηριστικά ενός στεγασμένου χώρου, ο οποίος έχει τη δυνατότητα να καλύψει τις βασικές καθημερινές ανάγκες του νεολιθικού ανθρώπου, δηλαδή ως καταφύγιο για ύπνο και προστασία. Για όλες τις υπόλοιπες δραστηριότητες, όπως μαγείρεμα, εργασία και κοινωνική συνεύρεση, υπάρχει η δυνατότητα να διεξαχθούν και σε άλλους χώρους της κοινότητας ή σε εξωτερικούς χώρους. Επομένως, ο χώρος κατοικίας θα πρέπει να είναι στεγασμένος και στεγανός και να έχει έκταση ικανή να χωρέσει ξαπλωμένο ένα τουλάχιστον άτομο. Για το λόγο αυτό, τέθηκε ένα όριο ελάχιστης διαμέτρου 2,00 μ., ώστε να μπορεί ένας λάκκος να χαρακτηριστεί ως κατοικία με σχετική ασφάλεια (Παππά 2008: 323). 16

18 Σε σχέση με τα ελληνικά δεδομένα, λάκκοι που ερμηνεύτηκαν ως υπόσκαφες οικίες εντοπίζονται ήδη από τις πρώιμες φάσεις της Νεολιθικής, με χαρακτηριστικά παραδείγματα τα ορύγματα στα Δενδρά Αργολίδας που ανάγονται στην ακεραμική περίοδο (Πρωτονοταρίου-Δεϊλάκη 1992) και τα αντίστοιχα στη Νέα Μάκρη (Παντελίδου-Γκόφα 1991), όπως και οι πιθανές υπόσκαφες οικίες που εντοπίζονται στον περίγυρο του οικισμού του Σέσκλου που χρονολογούνται στην ΑΝ (Τσούντας 1908: ). Άλλες περιπτώσεις υπόσκαφων κατοικιών που χρονολογούνται στη ΜΝ καταγράφονται στη Σφηκιά [Κοτταρίδη 2000 (2002)], τη Λητή I [Τζαναβάρη & Φίλης 2002 (2004)] και την Άψαλο Αριδαίας [Χρυσοστόμου κ.ά (2002), Χρυσοστόμου κ.ά (2003)], ενώ στη ΝΝ ανήκουν τα υπόσκαφα κτίσματα στο Ζαγκλιβέρι (Γραμμένος & Κώτσος 2003) και το Μακρυχώρι (Μπατζέλας 2008β, Τουφεξής 2008). Το μεγάλο κεντρικό υπόσκαφο κτίριο στον Προμαχώνα (φάση I- τέλη 6 ης χιλιετίας) ξεχωρίζει λόγω της ιδιαιτερότητάς του, καθώς πρόκειται για το μεγαλύτερο όρυγμα στον οικισμό, με ακτίνα πάνω από 12 μ. Οι διαστάσεις του αποκλείουν τη χρήση του ως κατοικίας ή εργαστηριακού χώρου, ενώ παρουσιάζει χαρακτηριστικα που υποδηλώνουν ιδιαίτερη κατασκευή [Κουκούλη-Χρυσανθάκη κ.ά (2001): , Κουκούλη-Χρυσανθάκη κ.ά (2005): 94, Koukouli- Chrysanthaki 2007]. Οι περισσότερες πληροφορίες για τα υπόσκαφα κτίσματα προέρχονται από τον οικισμό της ΑΝ στα Ρεβένια Κορινού, από τον οικισμό στη Σταυρούπολη (Γραμμένος & Κώτσος 2002, Γραμμένος & Κώτσος 2004) με δεδομένα από τη ΜΝ/ΝΝ, αλλά και από τον Μακρύγιαλο [Μπέσιος & Παππά 1994 (1998): , Παππά 1996 (1997): 260, της ίδιας 1998 (2000): 287, Pappa & Besios 1999: ] που καλύπτει τη ΝΝ περίοδο. Χαρακτηριστικό για την περίπτωση του Μακρύγιαλου είναι η χρήση κυκλικών, υπόσκαφων κατοικιών, σε δύο συνεχόμενες φάσεις που καλύπτουν όλη τη χρονική περίοδο της ΝΝ. Υπάρχουν, επίσης, οικισμοί που εκμεταλλεύονται μια φυσική βάθυνση του εδάφους, ως χώρο κατοίκησης, όπως συμβαίνει με τις δύο βυθισμένες οικιστικές νησίδες της ΝΝIβ στη Θέρμη [Παππά κ.ά (2002): , Παππά κ.ά. 2003: ], αλλά και στον Φιλώτα Φλώρινας [Ζιώτα & Μοσχάκης 1997 (1999): 44]. Η αναζήτηση της προέλευσης των επιχώσεων ενός λάκκου, αλλά και η ερμηνεία τους απασχολούν την έρευνα, καθώς με την κατανόησή τους 17

19 επιτυγχάνεται η απόδοση κάποιων συγκεκριμένων χαρακτηριστικών που με τη σειρά τους οδηγούν στην απόδοση συγκεκριμένης λειτουργίας και χρήσης των λάκκων, από την αρχική κατασκευή και χρήση τους έως το την τελική τους φάση, ή και μετά την εγκατάλειψή τους. Το εγχείρημα αυτό αποδεικνύεται ιδιαίτερα δύσκολο, καθώς οι παράγοντες που επηρεάζουν τον προσδιορισμό των επιχώσεων από το εσωτερικό ενός λάκκου είναι πολλοί και θα μπορούσαν να σχετίζονται με την καθημερινή τους χρήση και τα καταλοίπαπου δημιουργούνται από αυτήν, από τη σκόπιμη εναπόθεση υλικού πολιτισμού, από τη διάβρωση των παρειών του κατά τη διάρκεια χρήσης ή εγκατάλειψης ή από την τελική διάβρωση του οικισμού μετά τη διακοπή της χρήσης του (Παππά 2008: 333). Τα υλικά κατάλοιπα που σχετίζονται με τις επιχώσεις των λάκκων θα μπορούσαν να είναι αποτέλεσμα τυχαίας απόρριψης ως αποτέλεσμα καθημερινών δραστηριοτήτων (κατάλοιπα ενός γεύματος, σκουπίδια του καθαρίσματος μια εστίας κ.ά.) ή σκόπιμης δομημένης εναπόθεσης (Chapman 2000: 62, Harding 2006: 113, 123). Νεότερες μελέτες τοποθετούν τους λάκκους στο επίκεντρο της έρευνας στον βαλκανικό και ευρύτερο ευρωπαϊκό χώρο, καθώς το περιεχόμενο πολλών από αυτούς συνδέεται με πρακτικές που περιλαμβάνουν σκόπιμη εναπόθεση αντικειμένων στη γη, γεγονός που αντικατοπτρίζει πτυχές της νεολιθικής ιδεολογίας (Χονδρογιάννη-Μετόκη 2009: 418). Στις προϊστορικές κοινωνίες είναι γεγονός ότι τα υλικά κατάλοιπα διαφόρων δραστηριοτήτων, απομακρύνονταν μετά τη χρήση τους ή την καταστροφή τους, συχνά έξω από τον χώρο διαβίωσής τους. Ωστόσο, παρατηρείται η ύπαρξη δομής πολλές φορές σε μεγάλο μέρος των απορριφθέντων αντικειμένων, που συνδέεται με τις πρακτικές εναπόθεσης των υλικών καταλοίπων. Η αναγνώριση αυτής της δομής σε μια σειρά καταλοίπων αποτέλεσε αντικείμενο μελέτης, τα οποία χαρακτηρίστηκαν από τους Richard και Thomas το 1996 ως δομημένη εναπόθεση («structured deposition»). Είναι πιθανό η λογική που διέπει την πρακτική εναπόθεσης των καταλοίπων να συνδέεται με το γεγονός ότι τα αντικείμενα που χρησιμοποιήθηκαν μέσα σε ένα νοικοκυριό, αποτελούν τμήμα του ακόμα και όταν δε βρίσκονται σε χρήση, αλλά έχουν απορριφθεί (Chapman 2000: 62-63). 18

20 Η θέση Ρεβένια Κορινού Η θέση Ρεβένια [Μπέσιος κ.ά (2003): 383, Μπέσιος κ.ά (2005): , Μπέσιος & Αδακτύλου 2006)] (εικ. 1, σχ. 1), η οποία βρίσκεται στη μικρή κοιλάδα δυτικά του Κορινού της βόρειας Πιερίας, εντοπίστηκε κατά την προκαταρκτική έρευνα της ΙΣΤ' ΕΠΚΑ που διενεργήθηκε το 2001 με αφορμή την ανοικοδόμηση πτηνοτροφικής μονάδας. Κατά τη διάρκεια των τριών ανασκαφικών περιόδων, από το 2002 έως το 2004, ανασκάφτηκε έκταση περίπου 850τ.μ. Η συνολική έκταση του οικισμού υπολογίζεται κατά προσέγγιση σε 40 στρέμματα, ενώ ο οικισμός κατατάσσεται στον τύπο του επίπεδου-εκτεταμένου. Τα στοιχεία των ραδιοχρονολογήσεων, αλλά και η μέχρι τώρα μελέτη της κεραμικής επιτρέπει τον χρονολογικό προσδιορισμό της κατοίκησης από την Αρχαιότερη μέχρι τη Μέση Νεολιθική περίοδο. Το σύνολο των αρχιτεκτονικών καταλοίπων συνιστούν 86 λάκκοι 2 σκαμμένοι στο φυσικό έδαφος, 71 πασσαλότρυπες και 3 αυλάκια. Η πυκνότητα των λάκκων παρουσιάζει διαφοροποίηση στον χώρο, καθώς στην ανατολική πλευρά είναι μεγαλύτερη (65 λάκκοι σε έκταση 400 μ.² ) σε σχέση με τη δυτική πλευρά (17 λάκκοι σε έκταση 175 μ²). Μεταξύ των δύο περιοχών, στο κέντρο του ανασκαμμένου χώρου, εντοπίστηκαν τέσσερις λάκκοι και 22 πασσαλότρυπες. Εκτός από την πυκνότητα στον χώρο, οι λάκκοι παρουσιάζουν μεταξύ τους διαφοροποίηση και ως προς το σχήμα (κυκλικοί, ελλειψοειδείς και ορθογώνιοι), τις διαστάσεις, το βάθος των επιχώσεων και τα ευρήματα. Με βάση την ποσότητα και τη σχετική συχνότητα των ευρημάτων, οι λάκκοι ταξινομούνται σε λάκκους κεραμικής, λάκκους οστών και λάκκους με λίγα ευρήματα (σχ. 2). Στους λάκκους κεραμικής η ποσότητα της κεραμικής ξεπερνά ποσοτικά τις υπόλοιπες κατηγορίες ευρημάτων. Το χαρακτηριστικό των λάκκων οστών είναι η παρουσία οστών σε μεγάλες ποσότητες γενικά ή σε σχέση με άλλα ευρήματα, ενώ η κεραμική απουσιάζει ή συλλέγεται λίγη μόνο από τα ανώτερα στρώματα. Οι λάκκοι 2 Πρόκειται συνολικά για εκατόν είκοσι δύο (122) λάκκους. Ογδόντα έξι (86) είναι ο αρχικός αριθμός των λάκκων των Ρεβενίων. Σε αυτόν θα πρέπει να προστεθούν άλλοι είκοσι έξι (26) λάκκοι, οι οποίοι αποτελούν τις υποδιαιρέσεις (α,β, γ, κ.ο.κ.) κάποιων από τους αρχικούς λάκκους. Τέλος, άλλοι δέκα (10) λάκκοι δε διερευνήθηκαν, για διάφορους λόγους, κατά τη διάρκεια της ανασκαφικής έρευνας, αλλά αριθμήθηκαν μετά το πέρας της, με στόχο την ευκολότερη διαχείριση των δεδομένων (προσωπική επικοινωνία με την ανασκαφέα Φ. Αδακτύλου). 19

21 με λίγα ευρήματα χαρακτηρίζονται από τις μικρές ποσότητες των ευρημάτων, ανεξάρτητα από το είδος τους. Οι λάκκοι με κάθετα (ή σχεδόν κάθετα) τοιχώματα με διαμορφωμένους αναβαθμούς στην περιφέρειά τους ερμηνεύονται ως υπόγεια ή ημιυπόγεια τμήματα κατοικιών. Είναι πιθανή η αποθηκευτική χρήση για τους περισσότερους από αυτούς λόγω του μικρού μεγέθους τους, ενώ το ίδιο ισχύει και για τους μεγαλύτερους λάκκους, αν και δεν αποκλείεται η χρήση τους για διαμονή των κατοίκων. Από τους μεγάλους λάκκους, οι οποίοι είχαν συνήθως μεγάλο βάθος επιχώσεων, προέρχονται πολλά ευρήματα, όπως κεραμική, οστά ζώων, αχυροπηλοί και όστρεα. Ελάχιστοι είναι οι ορθογώνιοι λάκκοι που εντοπίζονται, οι οποίοι ενδέχεται να αποτελούν τον υπόγειο χώρο υπέργειων ορθογώνιων οικημάτων. Παρά την ύπαρξη πασσαλοτρυπών εντός ή εκτός των λάκκων, που υποδηλώνουν τη σχέση τους με αυτούς, το γεγονός ότι εντοπίζονται μεμονωμένες, δυσχαιρένει την προσπάθεια εντοπισμού κατόψεων οικιών. Ωστόσο, δύο σύνολα πασσαλοτρυπών, στη ΝΑ περιοχή και στην περιοχή που βρίσκεται ανάμεσα στην ανατολική και δυτική πλευρά του ανασκαμμένου χώρου, παραπέμπουν σε ορθογώνια οικήματα. Ως πιθανά κατάλοιπα ορθογώνιων οικιών ερμηνεύτηκαν τρια αυλάκια σε δύο σημεία του ανασκαμμένου χώρου, αποσπασματικά σωζόμενα, καθώς θα μπορούσαν να αποτελούν αυλάκια θεμελίωσης, παρόλο που δεν έχουν εντοπιστεί μέσα σε αυτά ίχνη από πασσαλότρυπες Οι λάκκοι Για τη μελέτη των οικοδομικών πηλών, επελέγησαν 8 λάκκοι, με βάση κάποια κριτήρια, όπως το να περιέχουν ικανή ποσότητα πηλών και να αποτελούν λάκκους που θεωρούνται πιθανές οικίες, με βάση τα γενικώς αποδεκτά κριτήρια: μέγεθος κατάλληλο, ώστε να μπορεί να στεγάσει τουλάχιστον ένα άτομο, κάθετα τοιχώματα, σχετικά επίπεδος πυθμένας και ποικιλία ευρημάτων, που πιθανόν θα αποτελούσαν τον εξοπλισμό ενός νοικοκυριού. Πρόκειται για τους λάκκους 2, 5, 7, 11, 24, 44 και 72. Εξαίρεση αποτελεί ο λάκκος 49, για τον οποίο δεν υπάρχουν ενδείξεις οικιστικής 20

22 χρήσης. Ο λόγος για τον οποίο επιλέχθηκε να μελετηθεί είναι οι συγκεκριμένες κατηγορίες οικοδομικών πηλών που εντοπίστηκαν σε αυτόν. Λάκκος 2 Ο λάκκος 2 (εικ. 2) εντοπίστηκε στη βορειοδυτική περιοχή του ανασκαμμένου χώρου και χαρακτηρίζεται ως λάκκος κεραμικής. Πρόκειται για μεγάλο κυκλικό λάκκο, με πολύ βαθιές επιχώσεις. Οι διαστάσεις του μετρήθηκαν στον άξονα Β-Ν 3,22μ. και στον άξονα Α-Δ 3,14μ., ενώ οι επιχώσεις του φτάνουν το 1,07μ. Το αρχικό του εμβαδόν υπολογίζεται σε 10,111μ². Τα τοιχώματά του παρουσιάζουν ομαλή κλίση προς το εσωτερικό του. Το στρώμα 2 του λάκκου, το οποίο ορίστηκε αμέσως μετά την αφαίρεση του επιφανειακού στρώματος, χαρακτηρίζεται από τα πολλά ευρήματα σε όλες τις κατηγορίες, με έμφαση ιδιαίτερα στα όστρεα του είδους Cerastoderma glaucum, Poiret (48 σακούλες μπάζων), αλλά και στην κεραμική και τους πηλούς, ενώ εντοπίστηκαν και 272 μικροαντικείμενα. Ωστόσο, σύμφωνα με τη στρωματογραφία της νότιας και δυτικής παρειάς του τετραγώνου 422/001 (σχ. 2-3), τα στρώματα που εντοπίζονται είναι περισσότερα (στρώματα 3, 4, 5, 6, και 7), αλλά είναι φτωχότερα σε ευρήματα. Ο λάκκος 2 τέμνει το βορειοανατολικό τεταρτημόριο (περίπου) του λάκκου 81, ενώ φαίνεται να τέμνεται από τον λάκκο 41 στα νοτιοανατολικά του. Στα νότια όρια και εντός του λάκκου 2 υπάρχουν δύο πασσαλότρυπες, η ΠΣ 2 (νοτιοδυτικά) και η ΠΣ 53 (νότια). Λάκκος 5 Στη βορειοδυτική περιοχή του ανασκαμμένου χώρου διερευνήθηκε ανασκαφικά ο λάκκος 5 (εικ. 3) με τα σχεδόν κάθετα σκαμμένα τοιχώματά του. Πρόκειται για τον μεγαλύτερο κυκλικό λάκκο της ανασκαφής με βάθος επιχώσεων 1,68μ. και διαστάσεις 5,20x4,70μ., χωρίς μάλιστα στα αρχικά (δυτικά) όριά του να έχει ανασκαφεί στο σύνολό του. Το εμβαδόν του υπολογίζεται σε 24,44μ². Μέσα στον λάκκο 5 δημιουργούνται τρεις αναβαθμοί, οι οποίοι ερμηνεύονται ως αναβαθμοί πρόσβασης στον υπόγειο χώρο του κτίσματος: ο πρώτος είναι ο 21

23 λάκκος 5α στα δυτικά του λάκκου 5, ο δεύτερος είναι ο λάκκος 5β στα νότια του λάκκου 5, χαμηλότερα και νοτιοανατολικά του λάκκου 5α, ενώ ο τρίτος είναι ένας χαμηλός (0,10μ.) αναβαθμός που σχηματίζεται στο νοτιοανατολικό τμήμα του λάκκου 5γ. Με τον λάκκο συνδέονται τέσσερις πασσαλότρυπες και δύο αβαθή αυλάκια. Συλλέχθηκαν από αυτόν πλούσια ευρήματα όλων των κατηγοριών, ενώ χαρακτηριστικές είναι οι συγκεντρώσεις κεραμικής και οστρέων, του είδους Cerastoderma glaucum, Poiret κυρίως. Λάκκος 7 Στην ανατολική περιοχή του ανασκαμμένου χώρου εντοπίστηκε ο λάκκος 7 (εικ. 4), ο οποίος είναι μεγάλος, κυκλικός, με κάθετα σκαμμένα τοιχώματα και μεγάλο βάθος επιχώσεων που φτάνουν το 1,64μ. Έχει διαστάσεις 3,60μ. στον άξονα Β-Ν και 2,25μ. στον άξονα Α-Δ. και εμβαδόν 8,1μ². Μεγάλο μέρος από το ανατολικό τμήμα του λάκκου 7 τέμνεται από τη δοκιμαστική τομή Α και διερευνήθηκε κατά τη διάνοιξη αυτής ως λάκκος 6. Επομένως, ο λάκκος θα ήταν μεγαλύτερος, αν υπολογιστεί και το τμήμα της δοκιμαστικής τομής Α, και ανατολικότερα, ο χώρος εκτός της χάραξης του ανασκαφικού καννάβου. Πρόκειται για λάκκο κεραμικής, με πολλά ευρήματα σε όλες τις κατηγορίες (λίθινα, τριπτά, απολεπισμένα και λειασμένα, καθώς και οστέινα εργαλεία, οστά, πηλοί, και ενώτια, ένα λίθινο και ένα πήλινο), ενώ χαρακτηριστικές είναι οι συγκεντρώσεις κεραμικής και οστρέων, του είδους Cerastoderma glaucum, Poiret κυρίως. Διερευνήθηκε η επίχωση του λάκκου στα στρώματα 4, 5 και 8, μετά την αφαίρεση του επιφανειακού στρώματος, καθώς και των ακόλουθων στρωμάτων 2 και 3. Ωστόσο, παρατηρείται αναντιστοιχία μεταξύ των στρωμάτων της βόρειας παρειάς με τα στρώματα της οριζόντιας ανασκαφής (σχ. 4-5). Με τον λάκκο ίσως συνδέεται μια πασσαλότρυπα που βρίσκεται στα βόρεια, στην επίχωση του λάκκου 15, τον οποίο πιθανόν τέμνει στη νότια περιοχή του ο λάκκος 7. Διερευνήθηκε και το αυλάκι 5 που βρίσκεται στη νότια/νοτιοανατολική περιοχή του λάκκου, το οποίο ενδέχεται να ανήκει σε υπέργειο ευθύγραμμο κτίσμα. 22

24 Λάκκος 11 Ο λάκκος 11 (εικ. 5) βρίσκεται στην ανατολική περιοχή του ανασκαφικού καννάβου. Πρόκειται για μεγάλο, ορθογώνιο λάκκο κεραμικής, με διαστάσεις 4,10μ. στον άξονα Β-Ν και 2,90μ. στον άξονα Α-Δ και βάθος επιχώσεων 1,05μ. Το εμβαδόν του υπολογίζεται σε 11,89μ². Ενδέχεται να αποτελεί τμήμα υπόσκαφου ορθογώνιου οικήματος. Στο ανώτερο τμήμα το είναι ορθογώνιος, ενώ στο κεντρικό του τμήμα βαθαίνει και αποκτάει κυκλικό σχήμα. Τα τοιχώματά του παρουσιάζουν ομαλή κλίση, ενώ μέσα στον λάκκο υπάρχουν δύο αναβαθμοί που πιθανόν λειτουργούσαν ως είσοδοι στον λάκκο. Μετά την αφαίρεση του επιφανειακού στρώματος, καθώς και του ακόλουθου στρωμάτος 2, διερευνήθηκε η επίχωση του λάκκου στα στρώματα 3 (η ανώτερη επίχωση του λάκκου 11, η οποία ανασκάφηκε ως λάκκος 8, πριν εντοπιστούν με σαφήνεια τα όριά του στο φυσικό έδαφος), 4, 5, 6, 7 και 11. Περιέχει πολλά ευρήματα όλων των κατηγοριών, ενώ είναι ιδαίτερα πλούσιος σε κεραμική και όστρεα. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι νεολιθικές ταφές που εντοπίστηκαν στον λάκκο, δύο κατά χώραν, λίγο πριν τον εντοπισμό του φυσικού σε αυτόν (σε συνεσταλμένη στάση) (εικ. 6), αλλά και άλλες τέσσερις ταφές, στην περιοχή του τετραγώνου όπου ανήκει ο λάκκος, κατά τη διερεύνηση της δοκιμαστικής τομής Α. Λάκκος 24 Στην βορειοανατολική περιοχή του ανασκαφικού καννάβου βρίσκεται ο λάκκος 24 (εικ. 7), ο οποίος είναι μεγάλος, σχεδόν κυκλικός, με βαθιές επιχώσεις που φτάνουν το 0,70μ. Έχει διαστάσεις 4,55μ. στον άξονα Β-Ν και 3,10μ. στον άξονα Α-Δ, ενώ το εμβαδόν του υπολογίζεται σε 14,105μ² (με βάση το ανασκαμμένο τμήμα του λάκκου στις αρχικές του διαστάσεις). Τα τοιχώματά του παρουσιάζουν απότομη κλίση στο εσωτερικό του, εκτός από το βόρειο και βορειοανατολικό τμήμα που είναι σχεδόν κάθετα ή παρουσιάζουν ομαλή κλίση. Με τον λάκκο σχετίζονται τέσσερις αναβαθμοί, δύο στα νότια και νοτιοδυτικά και δύο στα βόρεια/βορειοανατολικά. Επίσης, με τον λάκκο συνδέονται και πέντε πασσαλότρυπες, η μια εντός και οι υπόλοιπες εκτός του λάκκου. 23

25 Πρόκειται για λάκκο οστών, καθώς χαρακτηρίζεται από συγκεντρώσεις οστών ζώων και οστέινων εργαλείων, όπως και λίθινων απολεπισμένων και τριπτών εργαλείων. Ο λάκκος βρίσκεται μεταξύ δύο τετραγώνων. Μετά την αφαίρεση του επιφανειακού στρώματος, καθώς και των ακόλουθων στρωμάτων από τα δύο τετράγωνα αντίστοιχα, διερευνήθηκε η επίχωση του λάκκου στα στρώματα 4 και 5 του τετραγώνου 422/028 και στα στρώματα 7, 10 και 11 του τετραγώνου 422/038. Συγκεκριμένα, το στρώμα 4 του τετραγώνου 422/028 αντιστοιχεί με το στρώμα 7 του τετραγώνου 422/038, ενώ το στρώμα 5, με τα στρώματα 7, 10 και 11. Με βάση τη στρωματογραφία της νότιας παρειάς του τετραγώνου 422/028 παρατηρείται αναντιστοιχία με τα στρώματα της οριζόντιας ανασκαφής. Ο λάκκος 24 επιλέχθηκε για γεωαρχαιολογική έρευνα, σύμφωνα με την οποία διακρίνονται πέντε βασικές στρωματογραφικές μονάδες στη νότια παρειά του τετραγώνου 422/028 (σχ. 6). Παρατηρείται στο κατώτερο τμήμα του αυξανόμενη συσσώρευση πολιτιστικού υλικού, η οποία διακόπτεται από ένα στρώμα χαλικιών που υποδηλώνει ίσως προσωρινή εγκατάλειψη του λάκκου και κατάρρευση των τοιχωμάτων του. Μετά την πιθανή διακοπή της χρήσης του λάκκου, παρατηρείται συσσώρευση πολιτιστικού υλικού, αλλά με αργό ρυθμό, η οποία φαίνεται να διακόπτεται προσωρινά. Ακολουθεί ξανά αυξανόμενη συσσώρευση πολιτιστικού υλικού που χαρακτηρίζεται από ποικιλία ευρημάτων, ως αποτέλεσμα διάφορων ανθρώπινων δραστηριοτήτων (Besios et al.2009: 60-66). Λάκκος 44 Στην ανατολική περιοχή του ανασκαμμένου χώρου εντοπίστηκε ο λάκκος 44 (εικ. 8). Ο λάκκος είναι μεγάλος, κυκλικός, με διάμετρο 3,10μ. και με βαθιές επιχώσεις που φτάνουν το 0,72μ., ενώ το εμβαδόν του υπολογίζεται σε 9,61μ². Τα βόρεια και βορειοδυτικά τοιχώματά του παρουσιάζουν απότομη κατωφερική κλίση, εκτός από τα νότια, νοτιοανατολικά και νοτιοδυτικά που είναι σχεδόν κάθετα. Πρόκειται για λάκκο κεραμικής με χαρακτηριστικό τις συγκεντρώσεις αχυροπηλών και λίθινων τριπτών εργαλείων. Η πυκνή συγκέντρωση αχυροπηλών στη δυτική περιοχή του λάκκου 44 συλλέχθηκε ως δείγμα: Δ 5 (εικ. 9). Συλλέχθηκε, 24

26 ακόμα, αρκετή κεραμική, οστά και μικροαντικείμενα. Στον λάκκο βρέθηκαν και 15 ενώτια (14 πήλινα και 1 μαρμάρινο), ενδεικτικά αρχαιότητας. Ο λάκκος βρίσκεται μεταξύ δύο τετραγώνων. Μετά την αφαίρεση του επιφανειακού στρώματος, καθώς και των ακόλουθων στρωμάτων από τα δύο τετράγωνα αντίστοιχα, διερευνήθηκε η επίχωση του λάκκου στα στρώματα 7 και 8 του τετραγώνου 422/048 και στα στρώματα 3 και 4 του τετραγώνου 422/049. Συγκεκριμένα, το στρώμα 7 του τετραγώνου 422/048 αντιστοιχεί με μέρος του στρώματος 3 του τετραγώνου 422/049, ενώ το στρώμα 8, με μέρος του στρώματος 3 και με το στρώμα 4. Λάκκος 49 Ο λάκκος 49 εντοπίζεται στην ανατολική περιοχή του ανασκαμμένου χώρου (εικ. 10). Πρόκειται για μεγάλο λάκκο, αδιάγνωστου σχήματος (πιθανή συνολική διάμετρος 2μ.), με σχετικά βαθιές επιχώσεις που φτάνουν το 0,57μ., ενώ το εμβαδόν του υπολογίζεται σε 1,8231μ². Παρουσιάζει κάθετα τοιχώματα στα βόρεια, ενώ φαίνεται να σχηματίζονται δύο μικροί σε πλάτος αναβαθμοί στα βόρεια και στα ανατολικά του λάκκου, πιθανά κατάλοιπα παλαιότερης φάσης του λάκκου. Πρόκειται για λάκκο κεραμικής με πολλή κεραμική, πολλά όστρεα και μικροαντικείμενα και λίγα οστά, ενώ χαρακτηριστικές είναι οι συγκεντρώσεις αχυροπηλών. Συγκεκριμένα, μετά την αφαίρεση του επιφανειακού στρώματος, καθώς και των ακόλουθων στρωμάτων 2 και 4, διερευνήθηκε η επίχωση του λάκκου στο στρώμα 5. Ωστόσο, σύμφωνα με την κάθετη στρωματογραφία της νότιας παρειάς του τετραγώνου (σχ. 7), τα στρώματα είναι τέσσερα: το επιφανειακό στρώμα και τα στρώματα 2 έως 4, τα οποία αντιστοιχούν στο στρώμα 5 της οριζόντιας ανασκαφής. Το στρώμα 2 χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη ευρημάτων όλων των κατηγοριών σε μεγάλες ποσότητες, το στρώμα 3 από πολλούς άνθρακες και πυκνή συγκέντρωση αχυροπηλών, από πολλούς αργούς λίθους και αρκετά λίθινα τριπτά εργαλεία, ενώ στο στρώμα 4 τα ευρήματα είναι ελάχιστα. 25

27 Λάκκος 72 Ο λάκκος 72 (εικ. 11) βρίσκεται στη βορειοανατολική περιοχή του ανασκαμμένου χώρου. Πρόκειται για μεγάλο, ελλειψοειδή λάκκο οστών ζώων, με βαθιές επιχώσεις που φτάνουν το 0,84μ. Έχει διαστάσεις 3,30x2,35μ. και το εμβαδόν του υπολογίζεται σε 7,755μ² (με βάση το ανασκαμμένο τμήμα στις αρχικές του διαστάσεις). Τα τοιχώματά του είναι σχεδόν κάθετα, εκτός από τα ανατολικά, όπου παρουσιάζουν απότομη κατωφερική κλίση. Μια μικρή πασσαλότρυπα συνδέεται πιθανόν με τον λάκκο 72, αλλά και ένας μικρός λάκκος, ο οποίος θεωρήθηκε αρχικά μεγάλη πασσαλότρυπα. Ο λάκκος βρίσκεται μεταξύ τριών τετραγώνων (κυρίως τετράγωνο 422/039 και βόρειος μάρτυρας αυτού, καθώς και ανατολικός μάρτυρας και συμβολή μαρτύρων τετραγώνου 422/038 και πολύ μικρό τμήμα της νότιας περιοχής του κυρίως τετραγώνου 422/029, κατά τη διερεύνηση των βορείων ορίων του λάκκου). Μετά την αφαίρεση του επιφανειακού στρώματος, καθώς και των ακόλουθων στρωμάτων από τα δύο τετράγωνα 422/038 και 422/029, διερευνήθηκε η επίχωση του λάκκου στα στρώματα 11, 13, 16 και 17. Το βασικό χαρακτηριστικό του είναι οι πυκνές συγκεντρώσεις αχυροπηλών, πλιθιών και αργών, στην πλειοψηφία τους λίθων στη νότια περιοχή του (εικ. 12), καθώς και ανθράκων και πεσμένου φυσικού στη βόρεια περιοχή του. Οι συγκεντρώσεις αχυροπηλών, πλιθιών και λίθων φαίνεται να παρουσιάζουν μια κανονικότητα, εντοπισμένες σε αλλεπάλληλες στρώσεις, καλύπτοντας μια ελλειψοειδή περιοχή στα νότια του λάκκου και πιθανόν βρίσκονταν κατά χώραν. Συλλέγεται, επίσης ελάχιστη κεραμική και άλλα ευρήματα. 1.4 Ο πηλός. Βασικές πληροφορίες για τη χρήση του. Ο πηλός είναι ένα κοίτασμα των μικρότερων σωματιδίων που παράγονται από την εξαλλοίωση ορισμένων πετρωμάτων. Το κύριο συστατικό των περισσότερων πηλών είναι ο καολίνης, ο οποίος ποτέ δε βρίσκεται στη φύση σε καθαρή κατάσταση, καθώς προέρχεται από τη φυσική και χημική κατάρρευση των ορυκτών αστρίου, εξαιτίας της παρουσίας οξέων και άλλων διαλυτών στο έδαφος. Συνήθως βρίσκεται μαζί με άλλες προσμείξεις, όπως για παράδειγμα υλικά που περιέχουν ασβέστιο ή 26

28 σίδηρο, ορυκτά προερχόμενα από πετρώματα αστρίων, όπως χαλαζία και μαρμαρυγία και φυσικά από αναλλοίωτους κόκκους αστρίων (Λυριτζής 2005: 113). Διάφοροι φυσικοί πηλοί μπορούν να ταξινομηθούν με βάση κάποια κριτήρια, όπως ο τρόπος με τον οποίο σχηματίστηκαν, η φύση των προσμείξεων που περιέχουν και η συμπεριφορά τους κατά το ψήσιμο. Σε σχέση με τον τρόπο που σχηματίστηκαν, εκτός από τους πρωτογενείς πηλούς, που βρίσκονται στην τοποθεσία του μητρικού τους πετρώματος αστρίου, υπάρχουν και οι δευτερογενείς πηλοί, που έχουν μεταφερθεί από την τοποθεσία σχηματισμού τους και έχουν εναποτεθεί στις χαμηλότερες όχθες των ποταμών που έχουν εισβάλει στις κοίτες τους και μετέφεραν τον πηλό κατά μήκος του ποταμού ή στα σχετικά στατικά νερών των λιμνών σαν λιμνόβιοι πηλοί. Αυτοί οι πηλοί είναι λιγότερο καθαροί από τους πρωτογενείς πηλούς, καθώς διάφορες προσμείξεις μπορεί να αναμίχθηκαν με τα σωματίδια του πηλού, κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας, ενώ είναι πιο λεπτόκοκκοι και επομένως πιο πλαστικοί (Λυριτζής 2005: 115). Σύμφωνα με τη μακροσκοπική μελέτη στα δομικά υλικά από πηλό που περισυλλέχθηκαν και καταγράφηκαν στο Δισπηλιό, διαπιστώθηκε ότι η σύσταση του πηλού ποικίλει ανάμεσα στα δείγματα, καθώς σε μερικά ο πηλός είναι με επιμέλεια καθαρισμένος από τις αδρανείς προσμείξεις, σε αντίθεση με κάποια άλλα που ο πηλός περιέχει σκόπιμα ή όχι διάφορες προσμείξεις (π.χ. πέτρες, άχυρα, θρυμματισμένα όστρεα). Επιπλέον, παρατηρείται η επαναλαμβανόμενη χρήση ενός είδους πηλού για συγκεκριμένα είδη δομικών στοιχείων, κάτι που υποδεικνύει τη σκόπιμη χρήση του, καθώς η ποικιλία των χαρακτηριστικών του φαίνεται να αποτελεί αντικείμενο γνώσης του προϊστορικού Δισπηλιώτη [(Χουρμουζιάδη & Γιαγκούλης 2002: 63, Γιαγκούλης & Χουρμουζιάδη 2002 (2004): 642]. Ενδιαφέροντα είναι τα συμπεράσματα από τη μελέτη των οικοδομικών πηλών στην Αυγή Καστοριάς, καθώς διαπιστώνεται ότι χρησιμοποιείται διαφορετικό μείγμα πηλού με περισσότερες ή λιγότερες προσμείξεις από άχυρο, ανάλογα με την τεχνική τοιχοποιίας που χρησιμοποιείται σε κάθε περίπτωση, αλλά και με τα διάφορα στρώματα επάλειψης που αναγνωρίζονται στα δείγματα (Kloukinas 2014: 226). Σύμφωνα με τις αναλύσεις σε θραύσματα αρχιτεκτονικής από τον νεολιθικό οικισμό στο Ντικιλί Τας, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν με διάφορες παράλληλες 27

29 φυσικοχημικές και εργαστηριακές μεθόδους, διαπιστώθηκε μια συνειδητή χρήση των υλικών σε συσχετισμό με τις φυσικοχημικές τους ιδιότητες. Στην περίπτωση αυτή, το χώμα που χρησιμοποιείται για την κατασκευή των τοίχων είναι αρκετά πλαστικό, το χώμα για τις οροφές και τις στέγες ιδιαίτερα αδιάβροχο, το χώμα για τους φούρνους (δάπεδο και θόλος) ανθεκτικό στις υψηλές θερμοκρασίες. Πρόκειται σε κάθε περίπτωση για έναν ενσυνείδητο τρόπο επιλογής των υλικών [Κουκούλη- Χρυσανθάκη κ.ά (1997): 686-7]. 28

30 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2-ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΟΥ ΥΛΙΚΟΥ 2.1 Μεθοδολογία Υποθέσεις περί της ύπαρξης πηλών σε λάκκους. Μοντέλο ερμηνείας. Η λογική που διέπει τη μεθοδολογία είναι ότι με βάση την εξέταση κάποιων σημαντικών χαρακτηριστικών, όπως είναι το μέγεθος, η ποιότητα και η ποσότητα των πηλών σε ένα στρώμα, γίνεται δυνατός ο προσδιορισμός της λειτουργίας των λάκκων, ενώ μελετάται και το ενδεχόμενο να προέρχονται από πρωτογενή ή δευτερογενή επίχωση. Ο λόγος που εντοπίζονται καμένοι πηλοί μέσα σε έναν λάκκο οφείλεται στην υπερκείμενη κατασκευή που κάλυπτε τον λάκκο, η οποία αφού καεί, καταρρέει μέσα σε αυτόν. Στην περίπτωση αυτή, θα πρέπει να υπάρχουν μεγάλες συγκεντρώσεις πηλών σε λάκκους που ήταν οικίες με μια ραγδαία μείωση στην πυκνότητα των πηλών εκτός του λάκκου. Αν το κτίριο δεν καεί θα υπάρχουν λίγα στοιχεία για την ανωδομή, καθιστώντας την ερμηνεία της λειτουργίας των λάκκων πιο δύσκολη. Η ύπαρξη μικροσκοπικών κομματιών οικοδομικών πηλών σε έναν λάκκο αποτελεί ενδεικτικό της χρήσης του, κυρίως, για την απόρριψη σκουπιδιών. Πηλοί εντοπίζονται συχνά σε απορριμματικούς λάκκους, αλλά συνήθως αποτελούνται από μικρά διαβρωμένα θραύσματα σε μια δευτερεύουσα τοποθεσία. Θεωρητικά, θα πρέπει να υπάρχει μια διαφοροποίηση στην ποσότητα και την ποιότητα των πηλών που προέρχονται από απορριμματικούς λάκκους και υπόσκαφες οικίες. Για τον λόγο αυτό αποκτά ιδιαίτερη σημασία η μελέτη των οικοδομικών πηλών, καθώς με την αναγνώριση των πηλών που ανήκουν σε τοίχους ή δάπεδα κτιρίων, ή και άλλων κατασκευών που συνδεόνται με αυτά, αλλά και με το συσχετισμό τους ως σύνολο, γίνεται δυνατή η διάκριση μεταξύ απορριμματικών λάκκων και υπόσκαφων οικιών. Τη μεθοδολογία αυτή ακολούθησε η Jongsma στη μεταπτυχιακή της διατριβή, σύμφωνα με την οποία στόχος είναι ο προσδιορισμός της χρήσης των λάκκων που εντοπίζονται στη θέση Foeni-Salaş (ΑΝ) του πολιτισμού Starčevo-Criş, στη Ρουμανία, μέσω της ανάλυσης των πηλών που εντοπίζονται σε αυτούς (Jongsma 1997: 10). 29

31 Υπάρχουν πολλά διαφορετικά είδη αρχιτεκτονικών πηλών, όπως τμήματα από τοίχους, στέγες, δάπεδα ή και τμήματα κατασκευών- θερμικών ή όχι- που σχετίζονται με οικίες, που αποτελούν υποπροϊόντα της κατασκευής ενός νεολιθικού κτιρίου. Είναι δυνατό να ταυτίσουμε τους διάφορους τύπους αρχιτεκτονικών πηλών, αναλύοντας τα ειδικά χαρακτηριστικά τους που είναι μοναδικά για τον καθένα από αυτούς τους τύπους. Αυτή η μέθοδος ανάλυσης μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τον προσδιορισμό της λειτουργίας των λάκκων (Jongsma 1997: ). Με βάση τις τρεις κύριες μεταβλητές που καθορίστηκαν, δηλαδή το μέγεθος, ποιότητα και ποσότητα των πηλών, γίνονται κάποιες υποθέσεις που αποδεικνύονται χρήσιμες όσον αφορά την προέλευση των πηλών αυτών, αλλά και τον προσδιορισμό της λειτουργίας των λάκκων στο Foeni-Salas. Συνοψίζονται ως εξής: 1. Όταν υπάρχει μεγάλη ποσότητα μορφοποιημένων θραυσμάτων πηλών, με μεγάλου μεγέθους κομμάτια και βρίσκονται in situ, πρόκειται πιθανόν για τα κατάλοιπα σπιτιού που θάφτηκε απευθείας. 2. Αν τα μορφοποιημένα θραύσματα είναι μεγάλου μεγέθους, αλλά υπάρχει μόνο μια μικρή ποσότητα σε κατάλοιπα πρόκειται, ίσως, για κατάλοιπα δευτερογενούς επίχωσης. Στην περίπτωση που δεν παρατηρούνται σημάδια διάβρωσης, ενδέχεται η επίχωση να θάφτηκε γρήγορα. 3. Αν τα μορφοποιημένα θραύσματα είναι μικρού μεγέθους και υπάρχουν σε μεγάλη ποσότητα, η επίχωση συνιστά, ίσως, ένα διαταραγμένο σπίτι που έμεινε ανοιχτό (εκτεθειμένο) στα στοιχεία για μεγάλο χρονικό διάστημα. 4. Μια επίχωση με οικοδομικούς πηλούς μικρού μεγέθους και μικρή ποσότητα υλικού είναι ίσως απορριμματικός λάκκος. 5. Αν η επίχωση αποτελείται από πολλά, μικρά, άμορφα κομμάτια πηλών αφορά, πιθανόν, έναν απορριμματικό λάκκο που βρίσκεται κοντά στο σημείο όπου καταστράφηκε το κτίριο. Αντίστοιχα, όταν τα άμορφα κομμάτια πηλών είναι λίγα σε ποσότητα και αριθμό, υπάρχει η πιθανότητα να έχουν μεταφερθεί από μεγαλύτερη απόσταση. 30

32 6. Τα μεγάλα και άμορφα κομμάτια πηλών όταν εντοπίζονται σε μεγάλη ποσότητα, ενδέχεται να μαρτυρούν τη μεταφορά τους από κοντινό σημείο και το σχετικά γρήγορο θάψιμό τους (Jongsma 1997: ). Στις υποθέσεις που αναφέρθηκαν δηλώνονται δύο περιπτώσεις, κατά τις οποίες οι πηλοί αποτελούν ένδειξη οικίας στο σημείο, ως τμήματα της ανωδομής που έχει καταρρεύσει στον λάκκο: όταν υπάρχουν μεγάλα διαγνωστικά κομμάτια σε μεγάλη ποσότητα ή όταν υπάρχουν πολλά, μικρού μεγέθους, διαγνωστικά τμήματα με στοιχεία της ανωδομής. Υπάρχει, ωστόσο, το ενδεχόμενο τα κατάλοιπα της ανωδομής της οικίας, αφού γεμίσουν τον λάκκο, να απομακρύνονται από αυτόν για λόγους που σχετίζονται με την μετέπειτα χρήση του. Στην περίπτωση αυτή, μπορεί να υπάρχει μικρή ποσότητα πηλών, αλλά θα πρέπει να καλύπτουν όλα τους τύπους πηλών που αποτελούν στοιχεία μιας οικίας, όπως τμήματα τοίχων, στέγης, δαπέδων, κατασκευών κτλ Στάδια καταγραφής. Πρώτο στάδιο καταγραφής Αφού γίνεται κατανοητή η λογική που διέπει τις υποθέσεις με βάση τις οποίες θα πραγματοποιηθεί η ερμηνεία των πήλινων δομικών στοιχείων μέσα στους λάκκους, ακολουθεί η καταγραφή και μελέτη του ίδιου του υλικού. Οι πηλοί κάθε λάκκου μελετώνται ξεχωριστά, ανάλογα με την πάσα και το στρώμα από όπου προέρχονται. Στο πρώτο στάδιο καταγραφής πραγματοποιείται μια μορφολογική κατάταξη, δηλαδή διαλογή των μορφοποιημένων πηλών, οι οποίοι στη συνέχεια έχουν διαφορετική αντιμετώπιση σε σχέση με τα άμορφα θραύσματα. Ως μορφοποιημένα θεωρούνται τα τμήματα εκείνα των πηλών που διατηρούν τουλάχιστον μια επιφάνεια ή εμπίεση, στοιχεία που αποδεικνύονται χρήσιμα στην προσπάθεια κατάταξής τους σε διάφορους τύπους που σχετίζονται με τη λειτουργία τους. Πρόκειται για μια γενική καταγραφή που στοχεύει στην απόκτηση της γενικής εικόνας που επικρατεί στους πηλούς κάθε πάσας, ενώ σκοπός είναι να γίνει καταμέτρηση του βάρους του συνόλου των πηλών, άμορφων και 31

33 μορφοποιημένων, όπως και η καταμέτρηση του αριθμού των θραυσμάτων. Το βάρος κρίνεται, σύμφωνα και με άλλες μελέτες του ίδιου υλικού (Καλτσογιάννη 2008: 55, Kloukinas 2014: 164), ως η καταλληλότερη ένδειξη για την περιεκτικότητα κάθε ανασκαφικής ενότητας σε πηλούς. Αντίστοιχα, ο αριθμός των θραυσμάτων συνεισφέρει στην εικόνα της αποσπασματικότητας του υλικού σε κάθε λάκκο (Kloukinas 2014: 164). Στην κατηγορία των μορφοποιημένων πηλών, ωστόσο, ο διαχωρισμός συνεχίζεται, καθώς με βάση κάποια χαρακτηριστικά τους κατατάσσονται σε κατηγορίες. Δημιουργούνται οι κατηγορίες των πηλών με μια επιφάνεια, με δύο ή περισσότερες επιφάνειες, με αποτυπώματα, με επιφάνεια/ες και αποτυπώμα/τα, οι υαλοποιημένοι και οι αδιάγνωστοι πηλοί. Ως αδιάγνωστοι πηλοί χαρακτηρίζονται εκείνα τα τμήματα πηλών που δεν ανήκουν σε καμία από τις υπόλοιπες κατηγορίες, ωστόσο είναι σχηματοποιημένα 3. Οι υαλοποιημένοι πηλοί αποτελούν μια ιδιαίτερη κατηγορία πηλών, οι οποίοι διαφέρουν ως προς την κατάσταση διατήρησής τους, καθώς πρόκειται για τμήματα δομικών πηλών, τα οποία έχουν εκτεθεί σε υψηλές θερμοκρασίες με αποτέλεσμα να αλλάξουν οι χημικές και οι μηχανικές ιδιότητές τους. Η αρχική τους όψη έχει παραμορφωθεί και αναγνωρίζονται από τη χαρακτηριστική φυσαλιδωτή, υαλώδη, γκρι-μπλε μορφή τους. Συνεπώς, κάθε προσπάθεια απόδοσής τους σε συγκεκριμένο σημείο της ανωδομής, και όχι μόνο, ενός κτιρίου, αποδεικνύεται αναποτελεσματική (Tringham & Stevanović 1990: 354). Οι υαλοποιημένοι πηλοί αποκτούν ιδιαίτερη σημασία, όμως, καθώς υποδεικνύουν τις μέγιστες θερμοκρασίες της φωτιάς που κατέστρεψε το κτίριο (Stevanović 1997: 366). Οι λόγοι που πραγματοποιείται αυτός ο διαχωρισμός είναι και πρακτικοί, εκτός από την απόκτηση πληροφοριών, καθώς αφού ομαδοποιήθηκαν, οι πηλοί αυτοί αποθηκεύτηκαν με τις ενδείξεις της κάθε ομάδας, έτσι ώστε αν αποτελέσουν αντικείμενο μελέτης μελλοντικά, να είναι ευκολότερη η πρόσβαση σε κάποιο συγκεκριμένο τύπο από αυτούς, χωρίς να δημιουργείται σύγχιση λόγω της ποσότητας του υλικού. 3 Χαρακτηρίζονται ως αδιάγνωστοι λόγω της μορφολογίας τους και όχι ως προς τη λειτουργία τους, καθώς πολλά από αυτά αναγνωρίζονται ως τμήματα κατασκευών. 32

34 Ακολουθεί ταξινόμηση των πηλών, σε κάθε ομάδα ξεχωριστά 4, με βάση το μέγεθός τους. Ως κριτήριο στην περίπτωση αυτήν λαμβάνεται η μέγιστη διάστασή τους, είτε πρόκειται για το μήκος/πλάτος είτε για το πάχος τους. Στις μετρήσεις αυτές δεν απαιτείται περισσότερη λεπτομέρεια, καθώς οι λόγοι είναι στατιστικοί και σχετίζονται με την απόκτηση της εικόνας του υλικού σε σχέση με την αποσπασματικότητά του. Αναλυτικές μετρήσεις των διαστάσεων των θραυσμάτων με λεπτομέρεια, πραγματοποιούνται στο επόμενο στάδιο μελέτης με την καταγραφή και άλλων στοιχείων τους. Επιλέχθηκαν οι εξείς τάξεις μεγεθών: α) μέχρι 25 χιλ. β) μέχρι 50 χιλ. γ) μέχρι 100 χιλ. δ) μέχρι 200 χιλ. ε) από 200 χιλ. και άνω (γραφ. 1-8). Στη συνέχεια υπολογίζεται το συνολικό βάρος και ο συνολικός αριθμός των πηλών της πάσας, ενώ ταυτόχρονα πραγματοποιούνται οι ίδιες μετρήσεις στους πηλούς κάθε τάξης μεγέθους ξεχωριστά. Το δεύτερο στάδιο καταγραφής που ακολουθεί, αφορά αποκλειστικά τα μορφοποιημένα θραύσματα πηλών που μπορούν να προσφέρουν πληροφορίες, ενώ ταυτόχρονα έχουν ένα «αναγνώσιμο» μέγεθος άνω των 25 χιλ. Στο σημείο αυτό λοιπόν, αποκλείονται τα πολύ μικρά κομμάτια πηλών της πρώτης τάξης μεγέθους, τα οποία συνυπολογίστηκαν στις μετρήσεις της εκάστοτε ομάδας τους και χρησιμεύουν μόνο για στατιστικούς λόγους, όπως και όλα τα άμορφα θραύσματα πηλών 5. Το ίδιο ισχύει και για τα θραύσματα πηλών μεγάλων διαστάσεων που διατηρούν πολύ μικρά τμήματα επιφανειών ή εμπιέσεων,τα οποία αδυνατούν να προσφέρουν κάποιου είδους πληροφορία. Δεύτερο στάδιο καταγραφής Επόμενο βήμα είναι η δημιουργία μιας βάσης δεδομένων, η οποία θα περιέχει τα βασικά πεδία που είναι απαραίτητα για την αντιμετώπιση του υλικού, ενώ στόχος είναι σε κάθε περίπτωση να ικανοποιούν τις μεταβλητές που τέθηκαν ως βασικά 4 Στη διαδικασία συμπεριλαμβάνονται και τα άμορφα θραύσματα. 5 Εξαίρεση αποτελούν οι πηλοί του λάκκου 5, οι οποίοι διατηρούν αρκετά αποτυπώματα καλαμιών και βεργών και οι περισσότεροι παρά το μικρό τους μέγεθος (0-25χ) προσφέρουν αρκετές πληροφορίες. 33

35 κλειδιά για την μελέτη του υλικού, δηλαδή την ποσότητα, την ποιότητα και τα διαγνωστικά χαρακτηριστικά των κομματιών. Σε κάθε κομμάτι δόθηκε ένας μοναδικός αριθμός στη βάση δεδομένων με σκοπό ουσιαστικά την καταμέτρηση των 34 θραυσμάτων στη συνέχεια για στατιστικούς λόγους. Κάθε ένα μελετάται ξεχωριστά και αφού σημειωθούν τα στοιχεία προέλευσής του (ημερομηνία, λάκκος, στρώμα και πάσα), καταγράφονται το βάρος, οι διαστάσεις (μήκος, πλάτος/ύψος και πάχος) 6, το χρώμα, η κατάσταση διατήρησης, οι προσμείξεις, η ύπαρξη ή όχι διαμορφωμένης επιφάνειας και ο αριθμός τους, ο αριθμός και το είδος των αποτυπωμάτων, αν υπάρχουν και, τέλος, ο τύπος του κάθε πηλού, εφόσον αναγνωριστεί. Τα ποικίλα χαρακτηριστικά που παρατηρούνται σε κάθε θραύσμα είναι πιθανό να σχετίζονται με τη χρήση του σε διαφορετικά σημεία μιας αρχιτεκτονικής κατασκευής. Οι μεταβλητές που επιλέχθηκαν στην περίπτωση αυτή εξυπηρετούν στη συλλογή στοιχείων που είναι χρήσιμα για την διεξαγωγή συμπερασμάτων. Η μέτρηση του βάρους κάθε κομματιού εξυπηρετεί στην ανάλυση της πυκνότητας και τη συχνότητα της κατανομής του βάρους των πηλών σε όλη τη θέση, ανεξάρτητα από τον αριθμό των θραυσμάτων (Jongsma 1997: 158). Αποτελεί, ακόμα, έναν ενδεικτικό προσδιορισμό του μεγέθους τους (Καλτσογιάννη 2008: 56). Τέλος, αφού καταγραφούν τα κομμάτια υπάρχει ένα πεδίο με τον τύπο στον οποίο ανήκουν, δηλαδή ως τμήματα της ανωδομής (τοίχος, στέγη, δάπεδο, πλιθί 7 ) ή ως τμήματα κατασκευών (θερμικών, αποθηκευτικών κτλ.). Ωστόσο, ο ακριβής προσδιορισμός της λειτουργίας τους δεν ήταν πάντα εύκολος, ενώ κάποιες φορές μέχρι και ανέφικτος, με τη λογική ότι ένα τμήμα πηλού θα μπορούσε να προέρχεται από στέγη, τοίχο, δάπεδο ή κάποια κατασκευή (Καλτσογιάννη 2008: 59). Στις περιπτώσεις που δεν ήταν δυνατή η αναγνώριση του τύπου, χαρακτηρίζονται ως αδιάγνωστα (όσον αφορά τη λειτουργία τους), ενώ υπάρχει και η διπλή επιλογή δύο κατηγοριών μαζί, όταν υπάρχουν αμφιβολίες για μια από τις δύο, όπως για 6 Όταν διατηρούνται αποτυπώματα από ξύλα ή κάποια επιφάνεια, τότε το πάχος υπολογίζεται ως η απόσταση μεταξύ της πλευράς αυτής που φέρει τα στοιχεία αυτά, με την απέναντι πλευρά, η οποία είναι είτε λεία, είτε ανώμαλη. Οι μετρήσεις του μήκους και πλάτους/ύψους είναι αρκετά αυθαίρετες. Όταν δεν υπάρχουν στοιχεία που να τις υποδεικνύουν, όπως για παράδειγμα, η ύπαρξη κάθετων δοκαριών και οριζόντιων βεργών, η μεγαλύτερη διάσταση ορίζεται ως το μήκος και η μικρότερη ως το πλάτος/ύψος (Kloukinas 2014: 166). 7 Κατά την καταγραφή του υλικού αναγνωρίστηκαν και τμήματα πλιθιών, τα οποία αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο.

36 παράδειγμα τοίχος/στέγη, τοίχος/κατασκευή, στέγη/κατασκευή. Συνολικά, καταγράφηκαν 1874 διαγνωστικά τμήματα. Το κάθε θραύσμα φωτογραφίζεται ξεχωριστά. Σχολαστικότερη ανάλυση των μεταβλητών και των ιδιοτήτητων τους γίνεται στο επόμενο κεφάλαιο Μεταβλητές και ιδιότητες. Κατάσταση διατήρησης Όσον αφορά την κατάσταση διατήρησης του το κάθε θραύσμα χαρακτηρίζεται ως άψητο, ψημένο ή υαλοποιημένο. Στην περίπτωση αυτή, η όπτηση ή μη των πηλών αφορά την κατάσταση διατήρησής τους και όχι την αρχική τους φύση, καθώς είναι γνωστό ότι τα περισσότερα από τα τμήματα των πηλών έμεναν κατά τη χρήση τους άψητα και τα ίδια αποκαλύπτονται ψημένα, όχι επειδή είχαν υποστεί πριν τη χρήση τους θερμική κατεργασία, αλλά γιατί υπήρξε επενέργεια της φωτιάς σε επόμενο στάδιο που σχετίζεται, πιθανόν, με την καταστροφή του οικήματος από φωτιά (Καλτσογιάννη 2008: 60-61). Χρώμα Η καταγραφή του χρώματος αποτελεί στοιχείο που αντικατοπτρίζει τη θερμοκρασία όπτησης σε κάθε περίπτωση και τον τρόπο που μπορεί να κάηκε το συγκεκριμένο τμήμα, αφού είναι δηλωτικό της ατμόσφαιρας όπτησης κάθε φορά (αναγωγική/οξειδωτική). Το χρώμα των επιφανειών κάθε πηλού καταγράφεται σύμφωνα με το Munsell Colour Chart. Σημειώνεται το χρώμα που επικρατεί σε μεγαλύτερο ποσοστό, ενώ κάποιες φορές σημειώνονται περισσότερα από ένα χρώματα και η σχετική τους κυριαρχία στο θραύσμα. Το κόκκινο χρώμα σημαίνει γενικά ότι ο πηλός ψήθηκε σε ένα οξειδωμένο περιβάλλον (εκτείθεται σε οξυγόνο κατά την καύση) και το μαύρο χρώμα ότι ο πηλός ψήθηκε σε αναγωγικό περιβάλλον (έλλειψη οξυγόνου κατά τη διάρκεια καύσης) (Shepard 1957). Συζητήθηκαν κάποιες πιθανές περιπτώσεις με βάση την ατμόσφαιρα όπτησης και το χρώμα των πηλών: 35

37 α) Πλήρως οξειδωμένη ατμόσφαρα: Επικρατεί το κόκκινο χρώμα σε μεγάλο βαθμό. Αυτό θεωρείται απόδειξη μιας ατμόσφαιρας όπτησης πλούσιας σε οξυγόνο και μπορεί να είναι ενδεικτική της καύσης σε εξωτερικό χώρο. β) Ελάχιστα αναγωγική/περισσότερο οξειδωτική ατμόσφαιρα: Το χρώμα στο μεγαλύτερο τμήμα είναι κοκκινωπό, αλλά παρατηρείται μια λεπτή μαύρη γραμμή στον πυρήνα. Αυτό θα μπορούσε να είναι μια ένδειξη ότι ο πηλός ψήθηκε σε ένα περιβάλλον πλούσιο σε οξυγόνο, αλλα είτε δεν εκτείθεται σε θερμότητα για μεγάλο χρονικό διάστημα, είτε η ένταση της θερμότητας ήταν χαμηλή. Αυτό το είδος πηλού αντανακλά πηλό τοίχου που κάηκε και εκτέθηκε στη φωτιά για σύντομο χρονικό διάστημα. γ) Ελάχιστα οξειδωμένη/περισσότερο αναγωγική ατμόσφαιρα: Ο πηλός στο μεγαλύτερο τμήμα του είναι μαύρος, εκτός από την εξωτερική επιφάνεια που είναι κοκκινωπού χρώματος. Αυτό θεωρείται απόδειξη ενός περιβάλλοντος καύσης φτωχού σε οξυγόνο, όταν στην περιοχή της καύσης υπάρχει κακή ροή του αέρα. δ) Πλήρως αναγωγική ατμόσφαιρα: Ο πηλός είναι μαύρος ολοκληρωτικά (Jongsma 1997: ). Σύμφωνα με πείραμα που διεξήχθη σε πηλούς στο Opovo που ψήθηκαν κάτω από ελεγχόμενες συνθήκες, σε διάφορες θερμοκρασίες, με σκοπό την γνώση της αντιστοιχίας μεταξύ θερμοκρασιών όπτησης και χρώματος πηλού, προκύπτει ότι κάθε οργανικό υλικό που βρίσκεται στον πηλό ως τυχαία ή σκόπιμη πρόσμειξη αρχίζει να αποσυντίθεται σε θερμοκρασία περίπου 200 C. Σε θερμοκρασία 500 C ο άνθρακας στην επιφάνεια καίγεται και το χρώμα του πηλού γίνεται κοκκινωπό. Σε θερμοκρασίες μεταξύ C, ο δομικός πηλός γίνεται πορώδης, ενώ φαίνεται ότι σε θερμοκρασίες μεγαλύτερες να αλλάζει η χημική σύνθεση του με αποκορύφωμα τη διαδικασία υαλοποίησης που αρχίζει να πραγματοποιείται ως ένα βαθμό από θερμοκρασία 700 C περίπου, ενώ η υαλοποίηση σε εκτεταμένο βαθμό δεν πραγματοποιείται σε θερμοκρασίες κάτω από C. Σημειώνεται ότι για την διεξαγωγή του πειράματος χρησιμοποιήθηκε πηλός από την περιοχή και αφού δημιουργήθηκαν τα δείγματα, συγκρίθηκαν με τους πηλούς που αποτελούν το αρχαιολογικό υλικό (Stevanović 1997: ). 36

38 Προσμείξεις Σύμφωνα με τη μακροσκοπική παρατήρηση των οικοδομικών πηλών καταγράφεται η ύπαρξη ή όχι προσμείξεων, ενώ στις παρατηρήσεις σημειώνεται η σχετική αναλογία τους. Στην κατηγορία των προσμείξεων περιλαμβάνονται το άχυρο και η πέτρα, είτε ξεχωριστά είτε ως συνδυασμός, οι ασβεστολιθικές προσμείξεις, τα όστρεα και η κεραμική, ενω στις περιπτώσεις που δεν είναι ορατές οι προσμείξεις λόγω της κατάστασης διατήρησης του κάθε θραύσματος, σημειώνονται ως άγνωστες. Αυτό συμβαίνει, κυρίως, όταν υπάρχουν υαλοποιημένοι πηλοί. Σύμφωνα με εθνοϊστορικές πηγές και τις αρχές της μηχανικής για την αύξηση της συνοχής του πηλού, αλλά και τη μειωμένη συρρίκνωση κατά το στέγνωμα του πηλού και την αποφυγή δημιουργίας ραγισμάτων, είναι απαραίτητη η προσθήκη οργανικών προσμείξεων, όπως άχυρο, χόρτα ή άλλες φυτικές προσμείξεις. Οι πληροφορίες προέρχονται από τις κοιλότητες που παραμένουν μέσα στον πηλό στη θέση των φυτικών προσμείξεων διατηρώντας το σχήμα τους, καθώς τα ίδια τα τμήματα των φυτών έχουν οξειδωθεί πλήρως και αποσυντεθεί, ενώ υπάρχουν και περιπτώσεις που σώζονται απολιθωμένα τμήματά τους. Πρόκειται, είτε για χόρτα, ως τυχαίες ή σκόπιμες προσμείξεις κατά την προμήθεια του πηλού, είτε για τμήματα φυτών που προέρχονται από καλλιέργεια, όπως τμήματα σιτηρών (Stevanović 1997: ). Τα υποπροϊόντα της διαδικασίας που ακολουθεί τη συγκομιδή σιτηρών μπορεί να αποτελούν κατάλοιπα είτε καθημερινής χρήσης, είτε είναι κατάλοιπα σκόπιμης εκμετάλλευσης, στην περίπτωση αυτή για καύσιμο, ζωοτροφή και ως προσμείξεις στον οικοδομικό πηλό, ενώ ενδέχεται και να αποτελούν αντικείμενο εμπορικών συναλλαγών. Συγκεκριμένα, όσον αφορά την προσθήκη τους στους οικοδομικούς πηλούς, έχει διατυπωθεί σε μια περίπτωση ότι το άχυρο, συγκεκριμένα το στέλεχος, έχει υποστεί ειδική επεξεργασία για τον σκοπό αυτόν, καθώς είχε κομματιαστεί σε τμήματα μήκους περίπου 2 εκ. (van der Veen 1999: 213, 221). Η έρευνα στο Ντικιλί Τας αποτελεί μια από τις περιπτώσεις που στις προσμείξεις των οικοδομικών πηλών κυριαρχεί, αντί για το κομματιασμένο στέλεχος των δημητριακών ως συνηθέστερη πρόσμειξη, το σταχίδιό τους και, κυρίως, τα λέπυρα που περιβάλλουν και παράλληλα συγκρατούν τον σπόρο των δημητριακών στο στέλεχος. Παρατηρείται, ακόμα, ότι σε κάθε είδος πηλού (fabric) 37

39 αντιστοιχεί μια συγκεκριμένη ποσότητα οργανικών προσμείξεων ανάλογα με την προβλεπόμενη χρήση του πηλού, με αποτέλεσμα ο πηλός από έναν τοίχο να περιέχει μόνο την απαραίτητη ποσότητα προσμείξεων που απαιτείται για την αποφυγή των ρωγμών, ενώ ο πηλός που χρησιμοποιείται για την κατασκευή ενός φούρνου περιείχε τουλάχιστον τη διπλάσια ή και τριπλάσια ποσότητα προσμείξεων. Με την προσθήκη περισσότερων προσμείξεων ο πηλός γίνεται ελαφρύτερος και γίνεται ευκολότερη η κατασκευή του φούρνου, ενώ παράλληλα τον καθιστά ανθεκτικό στις εναλλαγές της υψηλής θερμοκρασίας και του ψύχους, κατά τη χρήση του [Martinez 1999 (2001): 65-6]. Η μελέτη των φυτικών καταλοίπων που προέρχονται από τον πηλό δόμησης σε κάθε περίπτωση αποδεικνύεται διαφωτιστική ως προς τον ρόλο των φυτών ως οικοδομικό υλικό, ενώ τονίζεται η σημασία των υποπροϊόντων των σιτηρών στην οικονομία (van der Veen 1999: 221, Newton 2004: 62), καθώς στις περιπτώσεις όπου επικρατεί το άχυρο ως πρόσμειξη στο οικοδομικό υλικό, συνεπάγεται την ύπαρξη μεγάλων ποσοτήτων που αποθηκεύονται σε στεγασμένο χώρο για τον σκοπό αυτό και ότι η επεξεργασία της σοδιάς πραγματοποιούνταν μάλλον κοντά στον οικισμό (Willcox & Fornite 1999: 24). Καταγράφονται περιπτώσεις θέσεων, στις οποίες η διαδεδομένη χρήση τμημάτων σιτηρών ως πρόσμειξη στον δομικό πηλό υποδεικνύει την κυρίαρχη θέση των σιτηρών στην οικονομία, όχι μόνο ως τροφή, αλλά και ως οικοδομικό υλικό. Αρκετές φορές παρατηρείται και προτίμηση σε κάποια συγκεκριμένα είδη φυτών, όπως για παράδειγμα στο άχυρο κριθαριού στη θέση Adaïma της Άνω Αιγύπτου (Newton 2004: 62). Από την άλλη πλευρά, έχει διατυπωθεί η άποψη ότι η χρήση των σιτηρών για κατασκευαστικούς σκοπούς, ενός προϊόντος με ιδιαίτερη σημασία για την επιβίωση των πληθυσμών, ενδέχεται να μην εξυπηρετεί μόνο χρηστικούς σκοπούς, αλλά να αποτελεί έκφραση της στενής σχέσης και αλληλεξάρτησης ανάμεσα στη γεωργία και τη μόνιμη εγκατάσταση (Stevanović 1997: 359). Από τις μικρομορφολογικές αναλύσεις σε πλιθιά από τον οικισμό του Çatalhöyük διαπιστώθηκε η σκόπιμη παρουσία κοπριάς από τα αιγοπρόβατα, μια πρακτική που σημειώνεται και σε άλλες περιοχές, η οποία όταν ξεραθεί, αν και δε μυρίζει πλέον, λειτουργεί ως απωθητικό για τα έντομα (Tung 2005: 219). 38

40 Επιφάνειες Από τα μορφολογικά χαρακτηριστικά που συμβάλλουν στην «ανάγνωση» της ταυτότητας του κάθε θραύσματος, σε συνδυασμό κάθε φορά με άλλα στοιχεία, σημαντική θέση κατέχει ο αριθμός και τα χαρακτηριστικά των διατηρημένων επιφανειών, όπως και τα αποτυπώματα από τα ξύλινα στοιχεία της ανωδομής ή της εκάστοτε κατασκευής. Όσον αφορά τις διατηρημένες επιφάνειες δημιουργήθηκε ένα πεδίο που αντιστοιχεί στον αριθμό των επιφανειών, οι οποίες ανάλογα με την περίπτωση κάθε φορά, χαρακτηρίζονται ως αδρές (είτε σε υφή, είτε σε επεξεργασία), λείες ή με επίχρισμα 8. Στις παρατηρήσεις σημειώνεται η μεταξύ τους διάταξη, αν υπάρχουν περισσότερες από μια, όπως και η γωνία που σχηματίζουν μεταξύ τους ή με τις εμπιέσεις, εφόσον συναντώνται στο ίδιο θραύσμα. Οι μετρήσεις αφορούν την εσωτερική γωνία που σχηματίζεται μεταξύ επιφανειών ή επιφάνειας και εμπιέσεων. Στις περιπτώσεις που δύο επιφάνειες ή επιφάνεια και εμπιέσεις είναι παράλληλες, η μεταξύ τους σχέση αποδίδεται συμβατικά ως γωνία 180 (Καλτσογιάννη 2008: 56-57). Στις παρατηρήσεις καταγράφεται, επίσης, η κατάσταση της κάθε επιφάνειας ως διαβρωμένη ή αν υπάρχουν ιζήματα, όπως και το χρώμα και οι στρώσεις επιχρίσματος, όταν είναι διακριτές. Ενδέχεται να υπάρχουν πηλοί που δεν έχουν επίπεδη επιφάνεια, αλλά παρατηρείται κάποιος βαθμός καμπυλότητας, στοιχείο που καταγράφεται, καθώς αποτελεί δείκτη για την απόδοση του θραύσματος σε κάποια συγκεκριμένη κατηγορία πηλών, για παράδειγμα σε πηλό από τμήμα του θόλου ενός φούρνου (Jongsma 1997: ). Αποτυπώματα Από τη μελέτη των αποτυπωμάτων που αφήνουν τα ξύλινα στοιχεία στον πηλό που χρησιμοποιείται για την επάλειψη του σκελετού γίνεται δυνατή η μελέτη των κατασκευαστικών λεπτομερειών σχετικά με τα ξύλα της ανωδομής στις περιπτώσεις που δεν είναι αναγνωρίσιμα αρχαιολογικά με κάποιον άλλον τρόπο (σε απανθρακωμένη ή ένυδρη κατάσταση) (Ευστρατίου 2002: 279). Για την καταγραφή των εμπιέσεων επαναλαμβάνεται η παραπάνω διαδικασία, δηλαδή καταγράφεται ο 8 Η ορολογία που χρησιμοποιήθηκε (λεία/ αρκετά λεία/τραχιά επιφάνεια κτλ) ήταν συνεπής, αλλά όχι με την αυστηρή έννοια (Kloukinas 2014: 166). 39

41 συνολικός αριθμός τους και στις παρατηρήσεις γίνεται περιγραφή της διάταξής τους σε σχέση με την επιφάνεια ή τις άλλες εμπιέσεις, εφόσον υπάρχουν. Με βάση βιβλιογραφικές αναφορές, διακρίνονται διάφορα είδη ξύλων, τα οποία χρησιμοποιούνται για κατασκευαστικούς σκοπούς, ανάλογα με την τεχνική δόμησης που ακολουθείται κάθε φορά. Σύμφωνα με μελέτη στο Karanovo ΙΙΙ διακρίθηκαν επτά κατηγορίες αποτυπωμάτων ξύλων, τα οποία προήλθαν από τα θραύσματα οικοδομικών πηλών. Πρόκειται για τις εξείς κατηγορίες: α) αποτυπώματα από πασσάλους που προέρχονται πιθανόν από τον σκελετό του οικήματος, β) αποτυπώματα από πλέγμα κλαδιών, γ) αποτυπώματα από ξύλα γενικότερα κυκλικής διατομής, δ) αποτυπώματα από σανίδες, ε) αποτυπώματα από καλάμια και, στ) αποτυπώματα που συνδυάζουν περισσότερες από μια κατηγορία, συνυπάρχοντας σε ένα κομμάτι πηλού (Zettler 1994: 18). Σύμφωνα με μελέτη που πραγματοποιήθηκε στο Ντικιλί Τας, οι εμπιέσεις από τα ξύλα χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: στις κυλινδρικές και γωνιώδεις εμπιέσεις. Οι κυλινδρικές εμπιέσεις ανήκουν σε ξύλα που χρησιμοποιήθηκαν με το αρχικό τους πάχος, χωρίς περαιτέρω επεξεργασία, όπως των κλαδιών. Τα μεγαλύτερα ξύλα, όπως μεγάλοι κορμοί δέντρων, κάποιες φορές δέχονταν κάποιου είδους προετοιμασία, η οποία ανιχνεύεται στα αποτυπώματά τους. Ο κορμός τους ξεφλουδίζονταν και σχιζόταν σε τμήματα, ώστε το πάχος τους να ταιριάζει με τα υπόλοιπα ξύλα μικρότερης διαμέτρου που διαμορφώνουν τον σκελετό. Ως αποτέλεσμα, οι εμπιέσεις των σχισμένων ξύλων είναι ανάγλυφες, άλλοτε ευθείες και άλλοτε κυματιστές, αλλά πάντα γωνιώδεις, καθώς στα άκρα τους διαμορφώνεται γωνία που οφείλεται σε αυτού του είδους την επεξεργασία [Martinez 1999 (2001): 64]. Η ανάλυση των αποτυπωμάτων επιτρέπει τη δημιουργία μιας τυπολογίας των ξύλων που χρησιμοποιούνται για κατασκευαστικούς σκοπούς. Σκοπός της τυπολογίας είναι να υποδεικνύει το μέγεθος και πιθανότατα το τμήμα του δέντρου από όπου προέρχεται, όπως βέργα, κλαδί ή κορμός. Έτσι, από μελέτη στο Opovo γίνεται αντιστοίχιση της διαμέτρου με τάξεις μεγέθους από 0 έως 2 εκ., 2 έως 5 εκ., 5 έως 10 εκ., και από 10 εκ. και άνω, με τους τύπους 1-4. Ο τύπος 1 αντιπροσωπεύει καλάμια και κλαδιά, ο τύπος 2 κλαδιά μεσαίου μεγέθους, ο τύπος 3 δευτερεύοντες πασσάλους και ο τύπος 4 τους βασικούς πασσάλους (Stevanović 1997: ). 40

42 Στην παρούσα μελέτη υιοθετείται η κατηγοριοποίηση των εμπιέσεων με βάση τη διάμετρό τους, όπως παρουσιάζεται από αντίστοιχη μελέτη οικοδομικών πηλών στα Παλιάμπελα Κολινδρού (Καλτσογιάννη 2008). Οι κυλινδρικές εμπιέσεις διαιρούνται στις εμπιέσεις από βέργα και εμπιέσεις από δοκάρι. Το κριτήριο ήταν η διάμετρος, η οποία ορίζεται συμβατικά για τα δοκάρια στα ±40χ. Πρόκειται, ουσιαστικά, για ξύλα μεσαίας διαμέτρου, ενώ κάθε διάμετρος με μικρότερη τιμή χαρακτηρίστηκε ως εμπίεση από βέργα (Καλτσογιάννη 2008: 58). Σε αυτήν την κατηγορία μεγέθους ανήκουν και τα καλάμια, τα οποία διακρίνονται από τις βέργες λόγω της ύπαρξης παράλληλων και συνεχόμενων, πυκνών και λεπτών ραβδώσεων. Εκτός από τις κυλινδρικές εμπιέσεις υπάρχουν και οι επίπεδες εμπιέσεις, οι οποίες παραπέμπουν στη χρήση σανίδων. Επίσης, δίνεται η δυνατότητα επιλογής και αλλων αποτυπωμάτων, όπως χαλικιών, οστράκων και οστρέων, τα οποία, αν και δεν απαντούν συχνά, υπάρχουν περιπτώσεις που εντοπίζονται. Στο πεδίο των παρατηρήσεων καταγράφονται αναλυτικότερα τα στοιχεία αυτά, δηλαδή, το είδος της εμπίεσης και η διάμετρός της 9, όπως και η κατάσταση διατήρησής της, αν είναι διαβρωμένη ή υπάρχουν ιζήματα. Επιπλέον, γίνεται περιγραφή της διάταξής της σε σχέση με κάποια επιφάνεια ή άλλες εμπιέσεις, εφόσον υπάρχουν. Επιπρόσθετη πληροφορία αποτελεί η καταγραφή της περίπτωσης να διατηρούνται τα νερά των ξύλων, ωστόσο είναι σημαντική, καθώς υποδηλώνει την επεξεργασία του ξύλου πριν τη χρήση του στην κατασκευή του οικήματος. Τα αποτυπώματα αυτά, ουσιαστικά, φέρουν λεπτές παράλληλες γραμμές κατά μήκος τους, ως αποτέλεσμα της αποφλοίωσης που πραγματοποιούνταν για την προστασία του ξύλου από τις καιρικές συνθήκες και τα ξυλοφάγα έντομα (Kloukinas 2014: 222). 9 Όταν η εμπίεση είναι κυλινδρική γίνεται μέτρηση της διαμέτρου της, ενώ στις εμπιέσεις από σανίδα γίνεται μέτρηση του πλάτους της. 41

43 2.2 ΤΥΠΟΛΟΓΙΑ ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΩΝ ΠΗΛΩΝ Θεωρητικά, αλλά και με βάση τις γνώσεις σχετικά με τις διάφορες χρήσεις του πηλού κατά την προϊστορική περίοδο, τα θραύσματα του πηλού θα μπορούσαν να προέρχονται από διάφορα σημεία του τοίχου, της στέγης ή του δαπέδου ενός οικοδομήματος, αλλά και από τμήματα διάφορων κατασκευών (θερμικών, αποθηκευτικών, τροφοπαρασκευαστικών κ.ά.). Είναι δυνατό να αποδώσουμε ένα θραύσμα πηλού σε μια συγκεκριμένη κατηγορία οικοδομικού πηλού, αν το θραύσμα διαθέτει την πλειοψηφία των χαρακτηριστικών που ανήκουν στο συγκεκριμένο τύπο. Παρακάτω παρουσιάζονται τα βασικά χαρακτηριστικά κάθε τύπου, σύμφωνα με μελέτες που έχουν προηγηθεί στα οικιστικά κατάλοιπα νεολιθικών οικισμών, αλλά και της Εποχής Χαλκού, απο διάφορους οικισμούς της Ελλάδας και της ευρύτερης περιοχής των Βαλκανίων. Οικοδομικός πηλός τοίχου Σε οικοδομικούς πηλούς που προέρχονται από τους τοίχους οικοδομημάτων αποδίδονται τόσο θραύσματα πηλών με αποτυπώματα ξύλινων δομικών και φυτικών στοιχείων, όσο και θραύσματα πηλών χωρίς την παρουσία αυτών. Σύμφωνα με τη μελέτη των οικοδομικών πηλών από το νεολιθικό οικισμό στην Αυγή Καστοριάς (ΜΝ/ΝΝ), διακρίνονται συνολικά επτά κατηγορίες πηλών, εκ των οποίων οι έξι αποδίδονται σε τμήματα τοίχων με βάση τα αποτυπώματα και τις διαμορφωμένες επιφάνειές τους. Συγκεκριμένα, οι τρεις κατηγορίες καθορίζονται από το είδος των αποτυπωμάτων που σώζονται στα θραύσματα. Αρχικά, διαχωρίζονται τα θραύσματα με αποτυπώματα ξύλων μεσαίας ή μεγαλύτερης διαμέτρου κυκλικής διατομής (περ εκ.) και, σπανιότερα, σχισμένων ξύλων ορθογωνικής διατομής, τα οποία είναι διατεταγμένα σχετικά πυκνά με παρατακτικό τρόπο και φαίνεται να ανήκουν στα φέροντα δομικά στοιχεία του κτίσματος. Στην δεύτερη κατηγορία ανήκουν αποτυπώματα από ξύλα μικρής διαμέτρου (περ. 0,5-3 εκ.), δηλαδή λεπτά κλαδιά ή καλάμια, τα οποία είναι τοποθετημένα σε μικρή απόσταση μεταξύ τους και βρίσκονται σε παράλληλη ή διαγώνια διάταξη μεταξύ 42

44 τους. Η γενική τους διάταξη παραπέμπει στην πλεχτή τεχνική (wattle-and-daub). Τα αποτυπώματα σχισμένων ξύλων, τα οποία πιθανότατα χρησιμοποιούνταν, είτε ως σανίδες, είτε ως δοκίδες με δύο (πλατιές) επίπεδες επιφάνειες, αποτελούν μια ιδαίτερη κατηγορία, καθώς η ερμηνεία τους είναι αρκετά προβληματική. Ο λόγος είναι ότι ενδέχεται να μην προέρχονται όλες από το ίδιο τμήμα της ανωδομής. Είναι πιθανό να χρησιμοποιούνται και στην κατασκευή ξύλινων δαπέδων, αν και πιο πειστική ερμηνεία είναι η χρήση τους ως κάθετα στοιχεία στους τοίχους ή και ως επένδυση μεταξύ των κάθετων στοιχείων τους (Kloukinas 2014: ). Αυτή η ερμηνεία της χρήσης τους ως κάθετων στοιχείων στους τοίχους ή ως βοηθητικά στοιχεία με επενδυτικό ρόλο θεωρείται η πιο διαδεδομένη γενικά, ενώ έχει διατυπωθεί η υπόθεση τα υπολείμματα του ξύλου από την παραγωγή των σανίδων να χρησιμοποιούνταν και αυτά ως κάθετα στοιχεία στη θέση των ξύλων που διατηρούσαν ολόκληρη τη διάμετρό τους (Mould & Wardle 2000: 82). Επιπλέον, ο αποσπασματικός χαρακτήρας διατήρησης των αποτυπωμάτων σχισμένης ξυλείας δυσχεραίνει τον προσδιορισμότης πιθανής αρχιτεκτονικής τους θέσης, καθώς σπάνια σώζεται η τελική επιφάνεια και από τις δύο πλευρές ενός αποτυπώματος σχισμένου ξύλου, με αποτέλεσμα να υπάρχουν στη διάθεσή μας μόνο οι σωζόμενες διαστάσεις του, σε αντίθεση με τα αποτυπώματα στρογγυλής ξυλείας, όπου είναι δυνατός τις περισσότερες φορές ο υπολογισμός της διαμέτρου των δομικών στοιχείων (Χατζητουλούσης 2010: 99). Εκτός από τα θραύσματα πηλών που σώζουν αποτυπώματα ξύλινων δομικών στοιχείων αναγνωρίζονται άλλες δύο κατηγορίες πηλών χωρίς την παρουσία αποτυπωμάτων που προέρχονται, επίσης, από τοίχους οικοδομημάτων. Χαρακτηριστικό και στις δύο περιπτώσεις είναι η ύπαρξη μιας τουλάχιστον λειασμένης επιφάνειας, ενώ στην πλειοψηφία τους παρουσιάζουν και μια δεύτερη επιφάνεια παράλληλη με την πρώτη, στην αντίθετη πλευρά του πηλού. Η διαφορά ανάμεσα στις δύο αυτές κατηγορίες πηλών είναι ότι στην πρώτη περίπτωση το πάχος των θραυσμάτων είναι μικρότερο (3,5 εκ. κατά μέσο όρο) και ο πηλός σχετικά εύθραστος, ενώ στην δεύτερη κατηγορία είναι περισσότερο συμπαγής και με πάχος που φτάνει περίπου τα 13,3 εκ. Ο πηλός και στις δύο περιπτώσεις περιέχει μεγάλη σχετικά ποσότητα φυτικών προσμείξεων, ενώ κάποιες φορές παρατηρούνται περισσότερες από μια στρώσεις πηλού που υποδηλώνει την περιστασιακή 43

45 επιδιόρθωση των επιφανειών του τοίχου. Περιστασιακά, διατηρείται σε κάποια θραύσματα λεπτή στρώση λευκού/ανοιχτού καστανού επιχρίσματος από καθαρό πηλό. Τα θραύσματα αυτά ενδέχεται να αντιπροσωπεύουν ένα δεύτερο στρώμα πηλού που επιχρείεται πάνω στο αρχικό στρώμα του πηλού που καλύπτει τον ξύλινο σκελετό. Η διαφόρα στο πάχος των θραυσμάτων των δύο κατηγοριών είναι, ίσως, αποτέλεσμα των διαφορετικών συνθηκών καύσης και της διαφορετικής θέσης τους στην ανωδομή του κτιρίου (Kloukinas 2014: ). Παρόμοια θραύσματα πηλού με την ίδια μορφολογία καταγράφονται και στον οικισμό Ecsegfalva του πολιτισμού Körös της Αρχαιότερης Νεολιθικής. Και στην περίπτωση αυτή υπάρχουν θραύσματα με πάχος μεχρι 4,5 εκ., αλλά και θραύσματα με μικρότερο πάχος μεταξύ 1,5-3 εκ., ενώ ο πηλός περιέχει φυτικές προσμείξεις (Carneiro & Mateiciucova 2007: 258). Η τελευταία κατηγορία πηλών που αποδίδεται στους τοίχους κτισμάτων και αναγνωρίζεται στην Αυγή Καστοριάς είναι τα θραύσματα από μεμονωμένα επιχρίσματα, τα οποία διαχωρίστηκαν από το υπόλοιπο κομμάτι πηλού κατά την καταστροφή των τοίχων από πυρκαγιά και είναι εξαιρετικά εύθραστα. Έχουν πάχος περίπου 2,1-2,2 εκ. κατά μέσο όρο και το χρώμα τους ποικίλει από λευκό/κιτρινωπό μέχρι πολύ ανοιχτό καστανό, ενώ ο πηλός περιέχει συνήθως φυτικές προσμείξεις (Kloukinas 2014: 177). Έχει διατυπωθεί ότι για την ελαφριά κατασκευή ενός διαχωριστικού τοίχου χρησιμοποιούνται καλάμια, τα οποία έχουν πυκνή και παράλληλη διάταξη μεταξύ τους. Χαρακτηριστικά θραύσματα αυτού του είδους προέρχονται από τον ΜΝ/ΝΝ οικισμό στα Σέρβια Κοζάνης (Mould & Wardle 2000: 82). Όμως, εκτός από την κατασκευή λεπτών διαχωριστικών τοίχων, τα καλάμια χρησίμευαν ως τα κατεξοχήν βασικά υλικά για την κατασκευή τοίχων σε κάποιους οικισμούς. Οι πληροφορίες που προέρχονται από θραύσματα πηλών στο Ecsegfalva με αποτυπώματα καλαμιών, συχνά στη μια μόνο πλευρά, υποδηλώνουν ότι τα καλάμια τοποθετούνταν σε παράλληλες σειρές, δημιουργώντας δέσμες. Πολλές φορές καταγράφονται αποτυπώματα από πυκνά τοποθετημένα καλάμια και στις δύο πλευρές του θραύσματος, κάτι που θα μπορούσε να υποδεικνύει διπλή σειρά καλαμιών ή ότι ανάμεσα στις δέσμες καλαμιών τοποθετούνταν πηλός. Τα αποτυπώματα στις δύο πλευρές μπορεί να διατηρούν παράλληλη διάταξη μεταξύ 44

46 τους, ή στη μια πλευρά να έχουν τοποθετηθεί οριζόντια και στην άλλη πλευρά κάθετα. Υπάρχουν, επίσης, περιπτώσεις που επιβεβαιώνεται η ύπαρξη σχοινιών για το δέσιμο των καλαμιών μεταξύ τους (Carneiro & Mateiciucova 2007: ). Παρόμοια περίπτωση με δέσμες καλαμιών που τοποθετούνταν κάθετα στην περιοχή ανάμεσα από τους πασσάλους, καλύπτοντας το κενό, ενώ στη συνέχεια επενδύονταν με πηλό και από την εσωτερική, αλλά και από την εξωτερική τους πλευρά, καταγράφεται και στον ΑΝ οικισμό της Νέας Νικομήδειας από τον Rodden (1964) στα πρώτα στάδια των ερευνών στην περιοχή (Pyke 1996: 42). Σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποιήθηκε στονοικισμό του Αγγελοχωρίου Ημαθίας (ΥΕΧ), η απόδοση θραυσμάτων πηλού στην τοιχοποιία, βασίζεται σε τρία κριτήρια: α) στην παρουσία μιας τελικής επιφάνειας, λειασμένης ή με αποτυπώματα δαχτύλων, που παραπέμπουν στη διαμόρφωσή της με επιμέλεια, καθώς θα ήταν ορατή στο εσωτερικό ή εξωτερικό του κτίσματος, β) στην παρουσία αποτυπώματων κυλινδρικών ξύλων μεγάλης διαμέτρου ή σχισμένων, που αποτελούν τα φέροντα δομικά στοιχεία και είναι διατεταγμένα με παρατακτικό τρόπο, και γ) στην παρουσία αποτυπωμάτων λεπτών φυτικών δομικών στοιχείων (κλαδιών και καλαμιών) σε χιαστί διάταξη που παραπέμπει στην πλεχτή τεχνική (wattle-and-daub) (Χατζητουλούσης 2010: 13). Όσον αφορά το πάχος των πηλών που προέρχονται από τοίχους, ποικίλλει ανάλογα με τον τύπο του τοίχου (εσωτερικός ή εξωτερικός) και τη θέση τους στο κτίσμα, δηλαδή τα κατώτερα τμήματα των τοίχων θα έχουν μεγαλύτερο πάχος από τα ανώτερα τμήματα (Jongsma 1997: 165). Σύμφωνα με την πειραματική κατασκευή στη Σαρακηνή, στα πλαίσια της εθνοαρχαιολογικής μελέτης στα Πομακοχώρια της Ροδόπης, το στρώμα του πηλού που τοποθετείται στους τοίχους ποικίλλει ανάλογα με τη φύση και τις ανωμαλίες των ξύλινων επιφανειών που πρέπει να καλύψει (Ευστρατίου 2002: ). Οικοδομικός πηλός στέγης Ο τρόπος κάλυψης της στέγης αποτελεί ένα από τα δύσκολα προβλήματα που έχει να αντιμετωπίσει ο μελετητής της προϊστορικής αρχαιολογίας, καθώς τα στοιχεία 45

47 είναι ελάχιστα, με αποτέλεσμα οι απόψεις να διίστανται. Πιο διαδεδομένος τρόπος στέγασης θεωρείται η δίρριχτη στέγη για τα δεδομένα της κεντρικής και βόρειας Ελλάδας, καθώς αρμόζει στο βροχερό κλίμα της περιοχής. Αυτός ο τύπος στέγης συνδέεται με κτίσματα που έχουν μακρόστενο ορθογώνιο σχήμα ως κάτοψη (Παλυβού 2005: 15). Οι γνώσεις μας, σε σχέση με τη μορφή της στέγης, βασίζονται ως επί το πλείστον σε υποθέσεις, όταν δε σώζονται στοιχεία από αυτήν, καθώς το πιο πιθανό είναι να χρησιμοποιήθηκαν ελαφριά υλικά, όπως κλαδιά, καλάμια και άχυρο, τα οποία δε διατηρούνται. Πληροφορίες προέρχονται και από τα ομοιώματα οικιών που έχουν βρεθεί στην Βόρεια Ελλάδα. Οι ανασκαφείς στη Νεα Νικομήδεια βασίζονται, κυρίως, στα ομοιώματα σπιτιών και υποστηρίζουν την ύπαρξη επικλινούς στέγης για την απομάκρυνση των νερών λόγω των ισχυρών βροχοπτώσεων, ενώ η στέγη θα είχε, πιθανόν, ξύλινο σκελετό καλυμμένο με καλάμια και στη συνέχεια με πηλό για πρόσθετη προστασία από τα νερά (Pyke 1996: 44). Αποτυπώματα από καλάμια και κλαδιά σε θραύσματα πηλών αποδίδονται πολλές φορές σε τμήματα της στέγης, όπως συμβαίνει και στον οικισμό των Σερβίων (ΜΝ και ΝΝ), τα οποία επενδύονταν με πηλό αναμεμειγμένο με άχυρο ή μη, ώστε να διασφαλιστεί η στεγανότητά τους. Κάποια από τα θραύσματα σώζουν λεπτομέρειες από τα δοκάρια πάνω στα οποία στηρίζονταν τα καλάμια (Mould & Wardle 2000: 86). Σε πολλές περιπτώσεις περιγράφεται ο σκελετός της στεγης με βάση τη διάταξη των αποτυπωμάτων των κλαδιών και των καλαμιών στους πηλούς, τα οποία, συνήθως, ακολουθούν την ίδια δομή, με δοκίδες, πάνω στις οποίες εφάρμοζαν τα καλάμια που καλύπτονταν με στρώμα πηλού. Η διάμετρος των κλαδιών και καλαμιών, όπως και το στρώμα πηλού που τα καλύπτει ποικίλλει κάθε φορά. Επίσης, παρατηρούνται κάποιες παραλλαγές και στον τρόπο που τοποθετούνται τα ξύλα. Σύμφωνα με τον Τσούντα, λεπτά καλάμια τοποθετούνταν πάνω από τις δοκίδες, όχι κατά την κλίση της στέγης, αλλά παράλληλα προς τους μακρούς τοίχους. Τα καλάμια κάλυπτε στρώμα πηλού με πάχος που κυμαίνονταν από 4-6 εκ. (Τσούντας 1908: 79-83). Ενδιαφέρουσες πληροφορίες για μια νεολιθική τεχνική δόμησης της στέγης προέρχονται από τμήματα πηλών από το Karanovo ΙΙΙ, σύμφωνα με τα οποία 46

48 υπολογίζεται ότι η στέγη ήταν δικλινής, με κλίση Πρακτικοί είναι οι λόγοι που επιλέγεται η κατασκευή επικλινούς στέγης, διότι αφενός ελαχιστοποιεί το ανεπιθύμητο βάρος που μπορεί να οφείλεται στη βροχή, το χιόνι κ.ά., που απομακρύνονται λόγω κλίσης, και αφετέρου δημιουργείται διαθέσιμος χώρος σε ένα δεύτερο επίπεδο του οικήματος. Χρησιμοποιούνται, λοιπόν, ανά διαστήματα ξύλα κυκλικής διατομής, ενώ το κενό μεταξύ τους καλύπτεται από σανίδες. Στη συνέχεια τοποθετείται στρώμα πηλού με μέγιστο πάχος 8,5 εκ., πάνω από το οποίο τοποθετούνται τα καλάμια. Ο πηλός στην περίπτωση αυτή λειτουργεί ως μόνωση από το κρύο, αλλά και τη ζέστη, και τα καλάμια που προστίθενται πάνω από το στρώμα πηλού εμποδίζουν την υπερβολική ύγρανσή του από τη βροχή και το χιόνι, όπως και την υπερβολική έκθεσή του στον ήλιο. Επιπλέον, ως υλικό τα καλάμια ήταν εύκολο να αντικατασταθούν (Zettler 1994: 41-42). Ουσιαστικά, τα αποτυπώματα φυτικών (καλάμια) και λεπτών ξύλινων δομικών στοιχείων (κλαδιών), αλλά και δομικών στοιχείων που προέρχονται από σχετικά ελαφριά ξυλεία, είτε κυλινδρική (δοκοί μικρών διαμέτρων) είτε σχισμένη (σανίδες), παραπέμπουν στη δομή της στέγης. Για την απόδοση θραυσμάτων πηλού στην οροφή απαιτούνται δύο χαρακτηριστικά στοιχεία, σύμφωνα με τη μελέτη οικοδομικών πηλών από τον οικισμό του Αγγελοχωρίου Ημαθίας (ΥΕΧ). Στην πρώτη περίπτωση πρόκειται για τα αποτυπωμάτα σχετικά λεπτών δομικών στοιχείων στις δύο απέναντι επιφάνειες κάθε θραύσματος και σε εγκάρσια μεταξύ τους διάταξη, εικόνα που παραπέμπει στην παρουσία πηλού ανάμεσα σε οριζόντια ξύλινα δομικά στοιχεία που εφάπτονται εγκάρσια (ζευκτά και τεγίδες). Στη δεύτερη περίπτωση τα αποτυπώματα προέρχονται μεμονωμένα από τις τεγίδες ή τα ζευκτά της οροφής και χαρακτηρίζονται από την παρατακτική τους διάταξη, η οποία είναι, ίσως, πυκνότερη στα αποτυπώματα που αποδίδονται στις τεγίδες (Χατζητουλούσης 2010: ). Την ύπαρξη οριζόντιας οροφής εξετάζουν οι ανασκαφείς στο Ντικιλί Τας, καθώς ανάμεσα στα θραύσματα της ανωδομής της οικίας 3 που ανήκει στη φάση II, ξεχωρίζει θραύσμα πηλού με πολλές, διαφόρων αποχρώσεων, επάλληλες στρώσεις πηλού πάχους 1 έως 1,5 εκ., από τις οποίες έχουν απομονωθεί τουλάχιστον δεκατέσσερις. Ενδέχεται το θραύσμα να προέρχεται από οριζόντια οροφή, καθώς δεν υπάρχουν στοιχεία που ενισχύουν την πιθανότητα ύπαρξης εσωτερικού ορόφου [Κουκούλη-Χρυσανθάκη κ.ά.1996 (1997): 691]. 47

49 Γίνεται αντιληπτό, λοιπόν, ότι για την απόδοση πήλινων θραυσμάτων στη στέγη θα πρέπει να υπάρχει η ανάλογη διάταξη των λεπτών ξύλινων δομικών στοιχείων και των καλαμιών μεταξύ τους. Εκτός από αποτυπώματα κλαδιών και καλαμιών, αποτυπώματα από σανίδες θα μπορούσαν να παραπέμψουν σε τμήματα στέγης. Ωστόσο, η χρήση του πηλού δεν είναι πάντα απαραίτητη, κάτι που γίνεται σαφές και στο παράδειγμα με την καλύβα της Σαρακηνής που έρχεται να επιβεβαιώσει ανασκαφικά δεδομένα και υποθέσεις ως προς το θέμα της στέγασης των πασσαλόπηκτων κατασκευών (Ευστρατίου 2002: ). Οικοδομικός πηλός δαπέδου Είναι γεγονός ότι η διατήρηση των δαπέδων ευνοείται όταν υπάρχει επίδραση της φωτιάς σε αυτά, τα οποία στις περιπτώσεις αυτές σκληραίνουν και επιπλέον «σφραγίζονται», επειδή καλύπτονται από τα πεσμένα οικοδομικά υλικά (Mould & Wardle 2000: 86). Κατά τη διάρκεια κατοίκησης στον οικισμό των Σερβίων (ΜΝ/ΝΝ/ΠΕΧ) διακρίνονται τρεις βασικές κατηγορίες δαπέδων: τα δάπεδα από πατημένο χώμα, αυτά που έχουν στρωμένη επιφάνεια πηλού και όσα κατασκευάζονται με ξύλα. Τα δάπεδα από πατημένο χώμα αντιστοιχούν σε αδρές επιφάνειες, οι οποίες διαμορφώνονται λόγω της συχνής τους χρήσης και όχι ως σκόπιμη ενέργεια εκ των προτέρων. Η χρήση αυτού του τύπου δαπέδου, ενδέχεται να προσδιόριζε τη χαμηλή κοινωνική θέση ενός νοικοκυριού ή την εφήμερη χρήση ενός κτίσματος ή απλώς μια λειτουργική επιλογή. Από την άλλη πλευρά, τα δάπεδα με διαμορφωμένη πήλινη επιφάνεια υποδηλώνουν την πρόθεση να δημιουργηθεί μια επίπεδη και ανθεκτική επιφάνεια. H κατηγορία αυτή αποτελεί τον κανόνα καθ όλη τη διάρκεια κατοίκησης στα Σέρβια. Ξύλινα δάπεδα καταγράφονται σε πέντε περιπτώσεις από διάφορες φάσεις της ΜΝ και ΝΝ περιόδου ως τμήματα πηλού που έφεραν αποτυπώματα από φαρδιές σανίδες ή δοκάρια. Χαρακτηριστικό παράδειγμα προέρχεται από τη φάση 7 (ΝΝ), όπου εντοπίζεται δάπεδο με ξύλινο υπόστρωμα, το οποίο καλύπτει έκταση 3x7μ. Πρόκειται για δοκάρια, παράλληλα μεταξύ τους, με διάμετρο 6-8 εκ., τοποθετημένα το ένα δίπλα στο άλλο και ανα διαστήματα λεπτότερα δοκάρια ήταν τοποθετημένα εγκάρσια, ώστε να συγκρατούν την κατασκευή στο σύνολό της, ενώ 48

50 ένα στρώμα πηλού με προσμείξεις από άχυρο κάλυπτε τα ξύλα και ταυτόχρονα εισχωρούσε και στα κενά που πιθανόν υπήρχαν ανάμεσά τους (Mould & Wardle 2000: 89). Αναμφισβήτητα, το ξύλινο δάπεδο θα αποτελούσε τη μόνη λύση στην περίπτωση που το οίκημα διέθετε και δεύτερο επίπεδο (Καλτσογιάννη 2008: 48), όπως διαπιστώνεται στην περίπτωση των Σερβίων με τον εντοπισμό μεγάλης πλάκας πηλού που βρέθηκε πεσμένη επάνω στο δάπεδο του ισογείου. Το συμπέρασμα ότι πρόκειται για δάπεδο ορόφου, και όχι τοίχων, προκύπτει από τη μελέτη των αποτυπωμάτων των ξύλων που έσωζε, τα οποία δεν ταίριαζαν με αυτά των τοίχων, αλλά και με άλλα στοιχεία που προδίδουν την ύπαρξη δεύτερου ορόφου, όπως την τοποθέτηση πασσάλων στον κεντρικό χώρο (Mould & Wardle 2000: 89). Από την ανασκαφή στα ανώτερα στρώματα του Δισπηλιού εντοπίζονται περιοχές που εμφανίζουν επίστρωση πηλού κατευθείαν πάνω στο σταθερό έδαφος, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις παρατηρούνται και επάλληλες στρώσεις πηλού στα δάπεδα αυτά, προϊόν πιθανότατα κατασκευών. Η τεχνική αυτή αποτελεί τη συνηθέστερη πρακτική οργάνωσης μιας επιφάνειας χρήσης στα συγκεκριμένα στρώματα. Διαφοροποιημένη τεχνική στην κατασκευή δαπέδων παρουσιάζεται στα κατώτερα στρώματα, δεδομένου ότι η ανώτερη επιφάνεια των δαπέδων διαμορφώνεται και πάλι με πηλό, πάχους 3-7 εκ., καλά λειασμένο. Ο πηλός αυτός απλώνεται πάνω σε ένα υπόστρωμα από χαλίκια ή σε μια συνθετότερη δομή με επάλληλες στρώσεις από χαλίκια και άμμο. Τα αποτυπώματα που σώζονται ορισμένες φορές στην κάτω επιφάνεια του πηλού υποδηλώνουν τη χρήση υποδομής από μικρά ξύλα, διαμέτρου περίπου 3 εκ. (Χουρμουζιάδη & Γιαγκούλης 2002: 65). Θραύσματα πηλών, τα οποία χαρακτηρίζονται γενικά ως θραύσματα δαπέδου, έχουν εντοπιστεί στην Αυγή Καστοριάς. Σύμφωνα με τη μελέτη των συγκεκριμένων πήλινων θραυσμάτων, η μια επιφάνειά τους είναι λεία, με χρώμα ανοιχτό καστανό ή κιτρινωπό, ενώ η αντίθετη πλευρά είναι ανώμαλη και κάποιες φορές παρουσιάζει αδιάγνωστα αποτυπώματα ή αποτυπώματα μικρών χαλικιών. Η διαμόρφωση αυτή προκύπτει από το γεγονός ότι ο πηλός απλώνεται κατευθείαν πάνω στο έδαφος ή σε κάποιο υπόστρωμα από χαλίκια, όπως συμβαίνει με την περίπτωση των 49

51 θερμικών κατασκευών που εντοπίζονται στον οικισμό in situ ή σε κομμάτια. Ο πηλός είναι σχετικά καθαρός, χωρίς ορατές μακροσκοπικά προσμείξεις. Διατυπώνεται η πιθανότητα, σε κάποια από αυτά, να προστίθεται ένα επιπλέον λεπτό στρώμα πηλού πάχους 0,3-0,8 εκ. Ωστόσο, η ανάλυση των λεπτών τομών που πραγματοποιήθηκε σε αυτά δεν επιβεβαιώνει τις μακροσκοπικές παρατηρήσεις. Αντιθέτως, υπάρχει ομοιομορφία στη σύνθεση του πηλού, ενώ γίνεται σαφές από την καθαρότητα του πηλού ότι επιλέγεται από συγκεκριμένες πηγές που διαθέτουν τις επιθυμητές ιδιότητες. Ο προβληματισμός που προκύπτει από τα θραύσματα αυτά αφορά τον προσδιορισμό τους ως δάπεδα οικιών ή ως τμήματα δαπέδου κατασκευών, θερμικών ή επιφανειών εργασίας. Ωστόσο, θεωρείται πιο πειστική η ερμηνεία τους ως τμήματα αποδομημένων θερμικών κατασκευών ή επιφανειών εργασίας, καθώς εντοπίζονται σε σχετικά μικρές ποσότητες και βρίσκονται συγκεντρωμένα σε συγκεκριμένες περιοχές, ενώ ταυτόχρονα η μικροσκοπική ανάλυση δεν επιβεβαιώνει την ύπαρξη μικροστρωμάτων που αναμένεται να δημιουργούνται στα δάπεδα μιας οικίας λόγω των ανακαινίσεων που πραγματοποιούνται σε τακτά χρονικά διαστήματα 10 (Kloukinas 2014: ). Παρόμοια μορφολογικά θραύσματα πηλού κατηγοριοποιούνται και στο Ecsegfalva ως τμήματα δαπέδων οικιών ή επιφανειών εργασίας και θερμικών κατασκευών. Η μια επιφάνεια είναι επίπεδη, καλά λειασμένη, ενώ η αντίθετη πλευρά είναι ανώμαλη και με αποτυπώματα χαλικιών. Ο πηλός είναι καθαρός, χωρίς ορατές οργανικές προσμείξεις, όπως άχυρο, και το πάχος των θραυσμάτων αυτών κυμαίνεται από 1,5 έως 3 εκ. Είναι πιθανό το ψήσιμο των συγκεκριμένων τμημάτων πηλού να μη σχετίζεται αποκλειστικά με τη φωτιά που κατέστρεψε τα κτίρια, αλλά να είναι αποτέλεσμα εν μέρει της χρήσης ή της κατασκευής τους με στόχο την αύξηση της αντοχής τους. Θεωρείται πιο πιθανή η χρήση τους ως επιφάνειες εργασίας ή βάσεις φούρνων ή άλλων επιφανειών ψησίματος, αν και και δεν αποκλείεται και κάποια άλλη διαφορετική χρήση τους (Carneiro & Mateiciucova 2007: 258-9, 272). 10 Σύμφωνα με εθνογραφικές παρατηρήσεις από εγκαταλειμμένα σπίτια της Σαρακηνής (μελέτες σε συνδυασμό με προφορικές πληροφορίες), διαπιστώνεται η τακτική ετήσια επάλειψη των δαπέδων, ενώ σε χώρους καθημερινής χρήσης και φθοράς ο αριθμός των επαλείψεων είναι μεγαλύτερος και φτάνει τις έξι στη διάρκεια του χρόνου. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αυξάνεται το πάχος των δαπέδων στους συγκεκριμένους χώρους και για τον λόγο αυτό, πριν την τοποθέτηση της νέας στρώσης πηλού, η επιφάνεια ξύνεται σε πάχος από 1 μέχρι 5 εκ. περίπου (Ευστρατίου 2002: 280). 50

52 Σύμφωνα με την τυπολογία που προτείνει η Jongsma ένα από τα διαγνωστικά στοιχεία των πηλών δαπέδου σχετίζεται με την άνω επιφάνειά τους, η οποία θα πρέπει να είναι σκληρή/συμπαγής επίπεδη και ψημένη, ενώ η κάτω επιφάνεια θα πρέπει να είναι ανώμαλη και λιγότερο συμπαγής και ψημένη. Με την ίδια λογική θα πρέπει να υπάρχει απόκλιση στον βαθμό οξείδωσης/αναγωγής που υπάρχει σε κάθε κομμάτι πηλού δαπέδου, καθώς αναμένεται να υπάρχει μεγαλύτερη οξείδωση στην άνω επίπεδη επιφάνεια (επειδή εκτείθεται περισσότερο στο οξυγόνο) σε σχέση με τη κάτω επιφάνεια (μικρότερη έκθεση στο οξυγόνο). Θεωρητικά, λόγω της λειτουργίας του ο πηλός δαπέδου θα πρέπει να είναι περισσότερο συμπαγής και βαρύς σε σχέση με τον πηλό του τοίχου. Σε αυτό συμβάλλει η σύσταση του πηλού, καθώς στην προκειμένη περίπτωση υπερισχύει η άμμος, ενώ απουσιάζουν οι φυτικές προσμείξεις, όπως το άχυρο, επιτρέποντας στο δάπεδο να μείνει άθικτο, παρά την πίεση που υφίσταται (Jongsma 1997: ). Κατασκευές Στην παρούσα μελέτη ως κατασκευές, γενικότερα, ορίζονται τα τμήματα θερμικών κατασκευών, αλλά και τμήματα άλλων κατασκευών, όπως τροφοπαρασκευαστικών, αποθηκευτικών κ.ά., που διακρίνονται ανάμεσα στους οικοδομικούς πηλούς. Ο ακριβής προσδιορισμός τους δεν είναι εύκολος λόγω της αποσπασματικότητας του υλικού, ωστόσο κάποια θραύσματα λόγω της μορφολογίας τους παραπέμπουν σε τμήματα κατασκευών. Τέτοια στοιχεία είναι η ύπαρξη δύο επιφανειών που σχηματίζουν μεταξύ τους γωνία ή η ύπαρξη θραυσμάτων με καμπυλότητα ή κάποιου άλλου είδους διαμόρφωση που δε θα μπορούσαν να ενταχθούν σε κάποια από τις παραπάνω κατηγορίες που αναφέρθηκαν (τοίχος, στέγη κτλ.). Όσον αφορά τη διάκριση των θερμικών κατασκευών λαμβάνεται υπόψη η καμπυλότητα των θραυσμάτων πηλού, καθώς ο τύπος πηλού με κυρτές τις δύο απέναντι επιφάνειες, με λείο ή τραχύ εσωτερικό ή εξωτερικό, είναι χαρακτηριστικός για τοιχώματα ή θόλους φούρνων ή τοιχώματα εστιών. Ωστόσο, η αναγνώριση των θερμικών κατασκευών δεν είναι εύκολη, καθώς πρόκειται για ένα υλικό που παρά την αφθονία του στις ανασκαφές οικισμών της προϊστορικής περιόδου, δεν έχει μελετηθεί πλήρως. Στη δυσκολία της ταύτισής τους συμβάλλουν η κακή διατήρησή 51

53 τους, τις περισσότερες φορές, όπως και το γεγονός ότι εντοπίζονται κατακερματισμένες. Για την αναγνώρισή τους λαμβάνονται υπόψη κριτήρια, όπως η ανάκτηση της στάχτης και των καταλοίπων άνθρακα μέσα και γύρω από μια υπό μελέτη κατασκευή, αλλά και η αναγνώριση του καπνού στα πλευρικά τοιχώματα. Επίσης, τα μορφολογικά χαρακτηριστικά και οι πρώτες ύλες που χρησιμοποιήθηκαν (πηλός, χαλίκια) αποτελούν ενδείξεις για τον χαρακτηρισμό μιας κατασκευής σε θερμική. Τέλος, σημαντικό ρόλο κατέχουν τα εργαλεία που σχετίζονται με την επεξεργασία της τροφής και η κατανομή τους γύρω και σε μικρή απόσταση από την κατασκευή (Kalogiropoulou 2013: 72, 74-5). Στην περίπτωση των Ρεβενίων Κορινού, το γεγονός ότι δεν εντοπίζονται κατασκευές in situ, αλλά τα θραύσματα πηλών προέρχονται από το εσωτερικό των λάκκων, καθιστά πιο δύσκολη την ταύτισή τους ως τμήματα θερμικών κατασκευών, με αποτέλεσμα τα μοναδικά στοιχεία που να τις προδίδουν είναι η μορφολογία κάποιων θραυσμάτων και η σύνθεση του πηλού γενικότερα, όπως και η ύπαρξη αποτυπωμάτων χαλικιών στην κάτω επιφάνειά τους. Ως φούρνος χαρακτηρίζεται μια κλειστή, στεγασμένη κατασκευή που έχει διαμορφωμένη είσοδο, ενώ αντίθετα η εστία είναι μια ανοιχτή κατασκευή, η οποία προσδιορίζεται από μια διακριτή περιοχή από πηλό και βότσαλα, με ίχνη στάχτης και άνθρακα, κάποιες φορές οριοθετημένη με περιχείλωμα από ψημένο πηλό (Mould & Wardle 2000: 92). Το δάπεδο των φούρνων είναι κατασκευασμένο από βότσαλα, που συχνά καλύπτονται από ένα στρώμα ψημένου πηλού (Mould & Wardle 2000: 93), ενώ ο θόλος συχνά κατασκευάζεται από διαδοχικά στρώματα πηλού με τον τρόπο της κουλούρας που συνενώνονται. Από τη μακροσκοπική εξέταση των θερμικών κατασκευών που ανασκάφτηκαν στο Δισπηλιό και την Αυγή Καστοριάς και σύμφωνα με μελέτη στοιχείων που προέρχονται από τις ανασκαφικές αναφορές και δημοσιεύσεις άλλων θέσεων, διακρίνονται δύο τύποι φούρνων και εστιών. Στην περίπτωση των φούρνων, μια διάτρητη κυκλική οπή στην κορυφή του θόλου αποτελεί το χαρακτηριστικό που τον ξεχωρίζει από τους φούρνους με τον συνεχή, σταθερό σκεπαστό θάλαμο, ενώ στην περίπτωση των εστιών η διαφορά έγκειται στις πρώτες ύλες που χρησιμοποιούνται και στις κατασκευαστικές τεχνικές που εφαρμόζονται. Ουσιαστικά, το δάπεδο των εστιών είναι κατασκευασμένο από βότσαλα που έχουν αποτεθεί επάνω σε ένα στρώμα πηλού και στη συνέχεια έχουν καλυφθεί από πηλό, χωρίς οργανικές προσμείξεις, η 52

54 τελική επιφάνεια του οποίου είναι ομαλή και λειασμένη. Έχουν εντοπιστεί, ωστόσο, και εστίες, το δάπεδο των οποίων κατασκευάζεται με πηλό που τοποθετείται απευθείας στην επιφάνεια του εδάφους, ενώ στον πηλό παρατηρούνται φυτικές προσμείξεις και η τελική επιφάνειά του δαπέδου δεν είναι λειασμένη (Kalogiropoulou 2013: 77-78). Θεωρητικά, ο πηλός των εστιών είναι λιγότερο διαμορφωμένος σε σχέση με τον πηλό των φούρνων με τη λογική ότι οι εστίες είναι συνήθως ένας απλός δακτύλιος πηλού χωρίς τοιχώματα που θα περιείχε τη φωτιά που χρησιμοποιήθηκε για μαγείρεμα. Μια εστία, λοιπόν, δεν έχει θόλο και τοιχώματα και για το λόγο αυτό ο πηλός θα πρέπει να είναι λιγότερο ψημένος, επειδή η ένταση και η έκθεση στη φωτιά είναι λιγότερο έντονη από εκείνη ενός φούρνου, ενώ έχει διατυπωθεί και η άποψη ότι πηλός της εστίας θα έχει χαμηλό βαθμό συμπαγότητας σε σχέση με τον πηλό του φούρνου και θα σπαει πολύ εύκολα καθώς δεν αποδίδεται μεγάλη προσπάθεια στο τελείωμά του. Επίσης, όσον αφορά τον εντοπισμό των διαφορών μεταξύ εστιών και φούρνων, η εικόνα των δαπέδων θα μπορούσε να αποτελεί στοιχείο, καθώς τα δάπεδα των φούρνων θα είναι σχετικά επίπεδα (από τη στιγμή που πραγματοποιείται σε αυτά το μαγείρεμα), ενώ τα δάπεδα των εστιών θα είναι λιγότερο επίπεδα (αφού τοποθετούνται πάνω τους ξύλα για τη θέρμανση σε μια ανοιχτή περιοχή) (Jongsma 1997: 135-6, ). Πλιθιά Κατά τη διάρκεια της καταγραφής του υλικού εντοπίστηκαν τμήματα πλιθιών, τα οποία προέρχονται από το εσωτερικό του λάκκου 72. Γενικότερα, η μελέτη των πλιθιών που χρησιμοποιούνται ως οικοδομικό υλικό στην κατασκευή κτιρίων κατά την προϊστορική περίοδο, προσφέρει αρκετές πληροφορίες, καθώς αντικατοπτρίζει την ανάπτυξη του τεχνολογικού επιπέδου των νεολιθικών ανθρώπων, οι οποίοι επιλέγουν συνειδητά τη χρήση των υλικών αυτών, γνωρίζοντας τα πλεονεκτήματά τους. Ταυτόχρονα αποτελούν δείκτη της τεχνολογικής εμπειρίας στην κατασκευαστική τεχνική, αλλά και της κοινωνικής σταθερότητας που εκφράζεται μέσω της σταθερότητας στην αρχιτεκτονική (Elia 1982, Σκαφιδά 1994: ). 53

55 Γενικότερα, η χρήση της ωμής πλίνθου αρχίζει από την Αρχαιότερη Νεολιθική στην ανωδομία των σπιτιών και γενικεύεται από τη Μέση Νεολιθική και έπειτα. Η μορφή και ο τρόπος δόμησης ενός σπιτιού βασίζεται στα διαθέσιμα κατασκευαστικά υλικά και στο κλίμα που επικρατεί στην περιοχή, κάνοντας μερικές μορφές πραγματοποιήσιμες και άλλες αδύνατες. Στην περίπτωση που υπάρχουν αρκετές δυνατότητες επιλογής, η χρήση των υλικών κατασκευής, εξαρτάται από το τεχνολογικό επίπεδο των κατασκευαστών και από τη λειτουργία του κτίσματος για το οποίο προορίζονται. Το ξύλο και η πέτρα απαιτούν πολύ διαφορετικές ικανότητες σε σύγκριση με τον πηλό. Η διαμόρφωσή τους είναι μια αφαιρετική διαδικασία, αντίθετα η χρήση του πηλού είναι μια προσθετική πλαστική τεχνική που συνεπάγεται εμπειρική γνώση των καλύτερων εδαφών, των τύπων και των διαστάσεων των υλικών και των συμπεριφορών τους (Σκαφιδά 1994: ). Σύμφωνα με τη μελέτη που πραγματοποιήθηκε σε ένα δείγμα πλιθιών από το Çatalhöyük, το οποίο αποτελεί χαρακτηριστική περίπτωση προϊστορικού οικισμού που η χρήση ωμόπλινθων που στέγνωναν στον ήλιο ήταν η μοναδική τεχνική οικοδόμησης των κτιρίων σε όλες τις φάσεις κατοίκησης (Mellaart 1967: 55), παρατηρούνται διαφορές στο χρώμα μεταξύ των πλιθιών, υποδεικνύοντας την εκμετάλλευση διαφορετικών πηγών κατά την παραγωγή τους. Αποδεικνύεται, επίσης, με ανάλυση του πηλού ότι οι κάτοικοι επέλεγαν συγκεκριμένες πηγές πηλού για την παραγωγή των οικοδομικών υλικών τους, ενισχύοντας την άποψη ότι οι ιδιότητες κάθε είδους πηλού ήταν γνωστές, ενώ προκύπτει ότι η παραγωγή των πλιθιών δεν ήταν συγκεντρωτική σε επίπεδο οικισμού, αλλά πραγματοποιόταν σε επίπεδο νοικοκυριού (Tung 2005: ). Παρατηρούνται, επίσης, διαφορές ως προς το μέγεθος των πλιθιών μεταξύ των επιπέδων κατοίκησης, μεταξύ του ίδου επιπέδου, αλλά και μεταξύ του ίδιου κτιρίου (Mellaart 1967: 55, Tung 2005: 219). Τα περισσότερα πλιθιά κατασκευάζονταν με πολύ άχυρο, αλλά στο επίπεδο III εντοπίστηκαν εξαιρετικής ποιότητας, αμμώδεις πλιθιά, χωρίς καθόλου άχυρο. Τα περισσότερα από τα πλιθιά είναι πρασινωπά σε χρώμα, σε αντίθεση με τα αμμώδεις πλιθιά που είναι κιτρινωπού χρώματος (Mellaart 1967: 55). 54

56 2.3 ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ Μετά την καταγραφή όλων των στοιχείων από τους λάκκους, πραγματοποιήθηκε στατιστική ανάλυση των δεδομένων, τα οποία παρουσιάζονται στο κεφάλαιο αυτό, προσφέροντας αρκετές πληροφορίες που στη συνέχεια οδηγούν σε ενδιαφέροντα συμπεράσματα. Η στατιστική ανάλυση ακολούθησε τα στάδια καταγραφής, όπως παρουσιάστηκαν στο προηγούμενο κεφάλαιο. Σύμφωνα με τα ζητούμενα που τέθηκαν κατά την καταγραφή των οικοδομικών πηλών στο πρώτο στάδιο, τα στοιχεία αφορούν την περιεκτικότητα των λάκκων σε πηλούς, άμορφους και μορφοποιημένους. Προκειμένου να απαντηθεί το συγκεκριμένο ερώτημα που αφορά την ποσότητα των πηλών σε έναν λάκκο, λαμβάνεται υπόψη το ποσοστό βάρους των πηλών και όχι ο αριθμός των θραυσμάτων, καθώς ο αριθμός των θραυσμάτων εξαρτάται, ουσιαστικά, από τον βαθμό διατήρησης των καταλοίπων. Έτσι, υπάρχει η πιθανότητα ένας λάκκος (ή ένα στρώμα) να αντιπροσωπεύεται από πολλά μικρά κομμάτια και το συνολικό βάρος των θραυσμάτων να ισοδυναμεί με το συνολικό βάρος των πηλών ενός άλλου λάκκου, στον οποίο τα θραύσματα είναι λιγότερα. Σχετικά με το συνολικό βάρος των πηλών που καταγράφηκαν ανά λάκκο, το μεγαλύτερο συνολικό βάρος που καταγράφηκε είναι γρ. και προέρχεται από τον λάκκο 44. Η κατάταξη των λάκκων με φθίνουσα σειρά σε σχέση με το συνολικό βάρος των πηλών που καταγράφηκαν είναι: λάκκος 44 ( γρ.), λάκκος 72 ( γρ.), λάκκος 2 ( γρ.), λάκκος 5 ( γρ.), λάκκος 7 ( γρ.), λάκκος 11 ( γρ.), λάκκος 24 ( γρ.) και λάκκος 49 (6.445 γρ.) (γράφημα 9). Όσον αφορά την αποσπασματικότητα του υλικού, δηλαδή τον αριθμό των θραυσμάτων, η εικόνα είναι διαφορετική, καθώς ο λάκκος 2 παρουσιάζει τα περισσότερα θραύσματα, κατέχοντας ποσοστό 36.5% επί του συνολικού αριθμού των θραυσμάτων από τους λάκκους, και ακολουθούν με φθίνουσα σειρά ο λάκκος 44 (20.8%), ο λάκκος 5 (13.3%), ο λάκκος 7 (10.1%), ο λάκκος 11 (6.5%), o λάκκος 49 (5.2%), ο λάκκος 24 (4.7%) και ο λάκκος 72 (2.5%) (γράφημα 10). Όσον αφορά τα άμορφα θραύσματα πηλών παρατηρείται ότι ενώ είναι περισσότερα σε αριθμό σε σχέση με τα μορφοποιημένα θραύσματα σε κάθε λάκκο, 55

57 σε σχέση με το βάρος τους υπάρχει διαφοροποίηση, καθώς στην περίπτωση αυτή υπερισχύουν τα μορφοποιημένα θραύσματα. Συγκεκριμένα, το ποσοστό των μορφοποιημένων θραυσμάτων, σε σχέση με τα άμορφα, από τον λάκκο 44 αντιστοιχεί σε 59.8%, από τον λάκκο 5 σε 74%, από τον λάκκο 72 σε 93.8%, από τον λάκκο 24 σε 64%, από τον λάκκο 2 σε 56%, από τον λάκκο 7 σε 69%, από τον λάκκο 11 σε 62.8 % και από τον λάκκο 49 σε 66% (γράφημα 11). Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι από το υλικό του λάκκου 72 επιλέχθηκε να μελετηθεί μόνο κάποιο μέρος του δειγματοληπτικά, και συγκεκριμένα τα τμήματα πλιθιών και των μεγάλων πήλινων μορφοποιημένων τμημάτων με μεγάλο ειδικό βάρος, τα οποία χαρακτηρίζουν την επίχωση του λάκκου και παραπέμπουν σε τμήματα κάποιου είδους διαλυμένης κατασκευής. Εξαιρέθηκαν οι αχυροπηλοί των συγκεντρώσεων που αντιστοιχούν στα δείγματα Δ 2, Δ 3, Δ 17 και Δ 19, τα οποία χρήζουν περαιτέρω μελέτης. Ωστόσο, υπολογίστηκαν και αυτά, σε μια προσπάθεια για την απόκτηση της συνολικής εικόνας του λάκκου. Συνολικά, το βάρος των πήλινων θραυσμάτων από τον λάκκο αντιστοιχεί σε γρ., ενώ ο αριθμός του ανέρχεται σε 348 θραύσματα. Από αυτά καταγράφηκαν 164 θραύσματα με συνολικό βάρος γρ. Τα στοιχεία που παρατέθηκαν δημιουργούν μια πρώτη εικόνα των δεδομένων από τους λάκκους και είναι απαραίτητα για την διεξαγωγή συμπερασμάτων που θα ακολουθήσει, σε συνδυασμό, όμως, με άλλα στοιχεία που προέρχονται από τη στατιστική ανάλυση των μορφοποιημένων θραυσμάτων ως προς τα διάφορα χαρακτηριστικά τους, όπως οι προσμείξεις, το χρώμα, η κατάσταση διατήρησης, η ύπαρξη επιφανειών και αποτυπωμάτων και η συγκεκριμένη αρχιτεκτονική τους θέση. Στο σημείο αυτό, η ανάλυση εστιάζει στον κάθε λάκκο ξεχωριστά. Λάκκος 2 Χαρακτηριστικό είναι ότι από τον λάκκο 2 προέρχεται μεγάλος αριθμός θραυσμάτων, συγκεκριμένα θραύσματα, το συνολικό βάρος των οποίων αντιστοιχεί σε γρ. Πρόκειται για τα περισσότερα θραυσμάτα που έχουν καταγραφεί σε λάκκο. Τα μορφοποιημένα τμήματα κατέχουν μεγαλύτερο ποσοστό σε βάρος (55%) σε σχέση με τα άμορφα (45%), ενώ σε αριθμό είναι λιγότερα από τα 56

58 άμορφα, κατέχοντας ποσοστό 40.7% (975 πηλοί). Αντικείμενο λεπτομερούς μελέτης αποτέλεσαν 491 θραύσματα, που καταγράφηκαν ξεχωριστά. Το μεγαλύτερο ποσοστό των θραυσμάτων καταγράφεται στο στρώμα 2, με συνολικό βάρος γρ., κατέχοντας ποσοστό 96% επί του συνόλου, ενώ με μικρότερα ποσοστά ακολουθούν το στρώμα 3 (3.4%) και το στρώμα 5 (0.5%). Η ελάχιστη τιμή που σημειώθηκε στην καταγραφή του βάρους των 491 θραυσμάτων, αντιστοιχεί σε 1 γρ. και η μεγαλύτερη σε 657 γρ. ο μέσος όρος είναι 26,9 γρ. Η κατηγορία με τιμές βάρους από 0 έως 25 γρ. αντιπροσωπεύει το 77.3% των θραυσμάτων. Το μέγιστο μήκος είναι μεταξύ 24 χιλ. και 131 χιλ. και ο μέσος όρος του είναι 41,6 χιλ., ενώ παρατηρείται μεγαλύτερη συχνότητα δεδομένων στην τάξη μεγέθους από 25 έως 50 χιλ. (79.8%). Το μέγιστο πλάτος/ύψος κυμαίνεται από 15 χιλ. έως 128 χιλ., με μέσο όρο 31 χιλ. και θραύσματα που εμφανίζουν τιμές από 25 χιλ. έως 50 χιλ. να απαντούν συχνότερα (54.7%). Οι τιμές του πάχους κυμαίνονται από 8 χιλ. έως 88 χιλ. με μέσο όρο 20,4 χιλ. Στις περισσότερες περιπτώσεις (54.7%) οι τιμές που καταγράφονται για το πάχος είναι από 25 χιλ. έως 50 χιλ., ενώ ακολουθούν με ποσοστό (38.9%) τμήματα με τιμές από 0 έως 25 χιλ. Το σύνολο των θραυσμάτων χαρακτηρίζεται ως ψημένο (97.5%), ενώ εντοπίστηκαν και 12 υαλοποιημένα θραύσματα που καταλαμβάνουν ποσοστό 2.4%. Ως προς την ειδική θέση των θραυσμάτων στο κτίσμα, τα περισσότερα αποτελούν τμήματα δαπέδων (55.6%), ενώ ακολουθούν με ποσοστό 42.3% θραύσματα που χαρακτηρίστηκαν αδιάγνωστα ως προς τη λειτουργία τους. Λιγότερα είναι τα τμήματα τοίχων που αναγνωρίστηκαν (1.2%) και τα τμήματα κατασκευών (0.8%) (γράφημα 12). Σε σχέση με το χρώμα του πηλού, από τα 392 θραύσματα, στα οποία καταγράφηκε το χρώμα, ο πηλός στις περισσότερες περιπτώσεις είναι 10 YR, yellow (36.8%) και 10 YR, very pale brown (32.7%). Με μικρότερα ποσοστά αντιπροσωπεύεται ο πηλός 7.5 YR, reddish yellow (13.5%), 5 YR, reddish yellow (9.7%), ενώ καταγράφονται και πολλές άλλες αποχρώσεις, όπως 2.5 YR, light red, 10 YR black κ.ά., σε μικρότερα ποσοστά. Το χρώμα του πηλού των δαπέδων κυμαίνεται μεταξύ 10 YR, yellow (53.1%) και 10 YR, very pale brown (38.2%), ενώ έχουν καταγραφεί και άλλες αποχρώσεις πηλού σε μικρότερα ποσοστά. Ο πηλός των τοίχων είναι 5 YR, reddish yellow στο 59.9% των περιπτώσεων, ενώ με ποσοστό 57

59 19.9% αντιπροσωπεύεται ο πηλός 10 YR, very pale brown και 7.5 YR, reddish yellow, αντίστοιχα. Ο πηλός των κατασκευών είναι 2.5 Y, pale yellow (50%), 2.5 YR, light red (25%) και 7.5 YR, reddish yellow (25%). Σε σχέση με τις προσμείξεις στον πηλό το άχυρο αποτελεί την συχνότερη κατηγορία με ποσοστό 39.9%, ενώ ακολουθεί με ποσοστό 36.8% ο πηλός χωρίς ορατές προσμείξεις, σχεδόν καθαρός. Οι μικρές πέτρες αποτελούν τη βασική πρόσμειξη στο 20.7% των θραυσμάτων, ενώ υπάρχουν και θραύσματα στα οποια δεν ήταν δυνατή η αναγνώριση των προσμείξεων, λόγω συγκεκριμένης κατάστασης του πηλού (υαλοποιημένος, κ.ά.) (2.4%). Ασβεστολιθικές προσμείξεις καταγράφηκαν σε 109 θραύσματα (22.1%). Όσον αφορά τη σχέση τύπου και προσμείξεων, στα περισσότερα τμήματα δαπέδων (65.2%) δεν καταγράφονται ορατές προσμείξεις, ενώ στα υπόλοιπα καταγράφονται μικρές πέτρες (34.8%). Το άχυρο αποτελεί τη βασική πρόσμειξη σε όλα τα θραύσματα που χαρακτηρίστηκαν ως τμήματα τοίχων, ενώ στις περισσότερες περιπτώσεις ο πηλός των κατασκευών περιέχει άχυρο (75%), αλλά και πέτρες σε λιγότερες περιπτώσεις (25%). Μεγάλο ποσοστό των μορφοποιημένων θραυσμάτων (89.5%) διαθέτουν διαμορφωμένες επιφάνειες. Από τα θραύσματα με επιφάνειες το μεγαλύτερο ποσοστό κατέχουν οι επιχρισμένες επιφάνειες (37.3%) και ακολουθούν θραύσματα με μια επιφάνεια λεία (28.3%), μια επιφάνεια αδρή (28.1%), μια επιφάνεια αδρή και μια λεία (1.3%), δύο επιφάνειες λείες (0.8%), δύο επιφάνειες με επίχρισμα (0.2%) και, τέλος, μια επιφάνεια λεία και μια επίχρισμα (0.2%). Όλα τα θραύσματα (166 πηλοί) που φέρουν επιχρισμένη επιφάνεια χαρακτηρίστηκαν ως τμήματα δαπέδων (εικ. 13). Ουσιαστικά, πρόκειται για θραύσματα με μια επίπεδη επιφάνεια στη μια πλευρά, ενώ διακρίνεται μια στρώση πηλού πάχους 4 χιλ. περίπου (εικ. 14). Υπάρχουν, ακόμα, περιπτώσεις στις οποίες ξεχωρίζει μια επιπλέον, τελική λεπτή στρώση πηλού 10 YR, 8/1 white (14.4%), 10 YR, 8/2 very pale brown (3%) και 2.5 Y, 8/3 pale yellow (0.6%) (εικ ). Στην αντίθετη πλευρά του θραύσματος η επιφάνεια είναι ανώμαλη, ενώ υπάρχουν περιπτώσεις που σώζονται και αποτυπώματα χαλικιών (σε πέντε θραύσματα). Επίσης, ως τμήματα δαπέδων χαρακτηρίστηκαν 96 θραύσματα με μια λεία επιφάνεια και 11 58

60 θραύσματα με μια αδρή επιφάνεια, λόγω ιζημάτων, τα οποία παρουσιάζουν όλα τα χαρακτηριστικά των δαπέδων. Αποτυπώματα σώζονται μόνο σε μικρό ποσοστό του δείγματος που μελετήθηκε, δηλαδή μόνο σε 54 θραύσματα (10.9%). Από αυτά, το 77.7% διατηρεί μόνο αποτυπώματα, ενώ λιγότερα είναι τα θραύσματα που, εκτός από τα αποτυπώματα, φέρουν και μια αδρή επιφάνεια (9.2%), μια επιφάνεια με επίχρισμα (9.2%) ή δύο επιφάνειες λείες (3.7%). Έχουν καταγραφεί θραύσματα που σώζουν μέχρι 3 εμπιέσεις συνολικά. Καταγράφονται εμπιέσεις βεργών, κυρίως, και ελάχιστες εμπιέσεις από δοκάρια. Σώζεται αποτύπωμα από μια σανίδα, ενω δε σώζονται εμπιέσεις από καλάμια. Σε όλες τις περιπτώσεις, όταν καταγράφεται ένα αποτύπωμα από βέργα, δεν υπάρχουν αποτυπώματα άλλων ξύλινων στοιχείων, εκτός από μια περίπτωση που σώζεται και ένα αποτύπωμα δοκαριού. Όταν σώζονται μέχρι δύο αποτυπώματα βεργών, στις περισσότερες περιπτώσεις καταγράφονται μόνο 2 βέργες (80%), ενώ σε ποσοστό 20% καταγράφονται μαζί με ένα δοκάρι. Θραύσμα που φέρει τρεις εμπιέσεις βεργών καταγράφεται μόνο σε μια περίπτωση. Τα αποτυπώματα δοκαριών καταγράφονται μόνα τους στις περισσότερες περιπτώσεις (62.5%). Μόνο σε μια περίπτωση έχει καταγραφεί θραύσμα με ένα αποτύπωμα δοκαριού μαζί με μια βέργα, ενώ σε δύο περιπτώσεις καταγράφεται μαζί με δύο βέργες. Η ελάχιστη διάμετρος δοκαριού που έχει υπολογιστεί είναι 40 χιλ. και η μέγιστη 125 χιλ. Καταγράφονται, επίσης, αποτυπώματα από όστρεα σε τρία θραύσματα, ενώ σε πέντε περιπτώσεις σημειώνονται αδιάγνωστα αποτυπώματα. Λάκκος 5 Από τον λάκκο 5 προέρχεται σχετικά μεγάλος αριθμός πήλινων θραυσμάτων που ανέρχεται σε 873 πηλούς, άμορφους και μορφοποιημένους. Από αυτούς, τα μορφοποιημένα θραύσματα κατέχουν ποσοστό 47.2%, δηλαδή 414 θραύσματα. Από αυτά, με βάση τους περιορισμούς που τέθηκαν ως κριτήρια κατά τη διαδικασία καταγραφής τους, καταγράφηκαν 330 στοιχεία. Αξίζει να σημειωθεί ότι το μεγαλύτερο ποσοστο σε βάρος των πηλών προέρχεται από το στρώμα 3, που 59

61 αντιστοιχεί στον λάκκο 5β (58.9%). Από τον λάκκο 5α που αντιστοιχεί στο στρώμα 2, προέρχεται το 14.5%, ενώ από το στρώμα 3, δηλαδή τον λάκκο 5γ, το 26.4%. Το συνολικό βάρος των πηλών από τον λάκκο 5 είναι γρ. Το βάρος τους παίρνει τιμές από 1 γρ. έως γρ. ο μέσος όρος του βάρους τους αντιστοιχεί στα 29,8 γρ., ωστόσο αξίζει να σημειωθεί η υψηλή τυπική απόκλιση των τιμών, ενώ παρατηρείται μεγαλύτερη συχνότητα στα βάρη από 6 έως 15 γρ. Το μέγιστο μήκος είναι μεταξύ 16 χιλ. και 200 χιλ. και ο μέσος όρος του είναι 51 χιλ. Παρατηρείται μεγαλύτερη συχνότητα των δεδομένων στην τάξη μεγέθους από 50 έως 100 χιλ. Το μέγιστο πλάτος/ύψος αντιστοιχεί σε 13 χιλ. έως 155 χιλ. και ο μέσος όρος του είναι 39,1 χιλ., ενώ τμήματα που παρουσιάζουν τιμές από 25 χιλ. έως 50 χιλ. εμφανίζουν τη μεγαλύτερη συχνότητα (58.4%). Ακουλουθούν οι τάξεις μεγέθους από 0 έως 25 χιλ. (21%) και από 50 χιλ. έως 100 χιλ. (19%). Τέλος, το πάχος τους κυμαίνεται από 7 χιλ. έως 82 χιλ., με μέσο όρο 28,2 χιλ. Συχνότερα απαντούν τμήματα με πάχος από 0 έως 25 χιλ. (49.6%). Ακουλουθούν οι τάξεις μεγέθους από 25 χιλ. έως 50 χιλ. (45.1%) και από 50 χιλ. έως 100 χιλ. (5.6%). Σχεδόν στο σύνολό τους οι οικοδομικοί πηλοί είναι ψημένοι (98.8%), προφανώς λόγω της πυρκαγιάς που κατέστρεψε το οίκημα (ή οικήματα, αν πρόκειται για τμήματα ανωδομής περισσότερων κτιρίων), ενώ εντοπίστηκαν και τέσσερα υαλοποιημένα τμήματα (1.2%). Ως προς το χρώμα του πηλού, το οποίο εξαρτάται από τον πηλό που χρησιμοποιήθηκε και τις χημικές μεταβολές που προκάλεσε στη συνέχεια η φωτιά, μεγάλο ποσοστό κατέχουν θραύσματα πηλών τεφρού χρώματος (10 YR, 2/1 black 28%). Ακολουθούν οι πηλοί με αποχρώσεις κιτρινωπού χρώματος (10 YR, yellow 13%), με αποχρώσεις καστανού χρώματος (7.5 YR, strong brown 12%), με αποχρώσεις ερυθρού χρώματος και οι πορτοκαλόχρωμοι πηλοί (7.5 YR, reddish yellow 10%, 5 YR, reddish yellow 7%). 11 Κατά την προσπάθεια αναγνώρισης της αρχιτεκτονικής θέσης των θραυσμάτων αυτών, τα περισσότερα χαρακτηρίστηκαν ως αδιάγνωστα ως προς τη λειτουργία τους (70%) και ακολουθούν τα τμήματα τοίχων (13.3%), τα τμήματα 11 Τα ποσοστά που αναφέρονται είναι αντιπροσωπευτικά ενός τμήματος μόνο από το σύνολο των 873 πηλών που καταμετρήθηκαν στον λάκκο 5 (άμορφων και μορφοποιημένων). Η εκτίμηση του χρώματος αφορά μόνο ένα τμήμα του συνόλου των 330 μορφοποιημένων πηλών και συγκεκριμένα το 33.6%, δηλαδή 111 θραύσματα, από τα οποία καταγράφηκε το χρώμα, καθώς προσέφεραν τα περισσότερα διαγνωστικά στοιχεία. 60

62 δαπέδων (12.1%), τα τμήματα κατασκευών (3.3%) και σε μικρότερα ποσοστά (0.3%) τμήματα που αποδίδονται είτε σε τοίχο/στέγη, είτε σε τοίχο/κατασκευή (γράφημα 13). Σε σχέση με το χρώμα του πηλού και τους τύπους, τα στατιστικά υποδεικνύουν ότι στα θραύσματα που χαρακτηρίστηκαν ως δάπεδα κυριαρχούν οι αποχρώσεις του κιτρινωπού χρώματος στον πηλό, που παραπέμπει σε μια κανονικότητα. Συγκεκριμένα, στα περισσότερα θραύσματα δαπέδων (44.4%) ο πηλός είναι 10 YR, 7/6 yellow, ενώ ακολουθούν σε συχνότητα τα τμήματα δαπέδων με πηλό 10 YR, 6/6 brownish yellow (22.2%) και 10 YR, 5/6 yellowish brown (7.4%). Από τα τμήματα των τοίχων, από τα οποία καταγράφηκε το χρώμα, ξεχωρίζουν κατά ένα μεγάλο ποσοστό θραύσματα με χρώμα πηλού 7.5 YR, 5/8 strong brown (33%), ενώ με το ίδιο περίπου ποσοστό (32.7%) αντιπροσωπεύεται ο πηλός χρώματος 7.5 YR (6/8, 7/6, 7/8) reddish yellow. Ακουλουθούν τμήματα με πηλό 10 YR, 7/3 (very pale brown) (14.6%), 5 YR, 6/8 (reddish yellow) (13.1%) και 7.5 YR, 6/8 (red) (6.4%). Όσον αφορά τον πηλό των κατασκευών, ο πηλός σχεδόν στο μισό των περιπτώσεων (54.5%) είναι 10 YR, 2/1 black. Ακολουθεί, επίσης, σε μεγάλο ποσοστό (27%) ο πηλός 7.5 YR, 5/8 (strong brown). Σε σχέση με τις προσμείξεις, σχεδόν το σύνολο του δείγματος που μελετήθηκε (85%) περιέχει άχυρο, το 9% μικρές πέτρες, το 4% δεν περιέχει ορατές προσμείξεις (καθαρός σχετικά ο πηλός) και από το 2% δεν ήταν δυνατή η αναγνώριση των προσμείξεων, λόγω συγκεκριμένης κατάστασης του πηλού (υαλοποιημένος, κ.ά.). Ασβεστολιθικές προσμείξεις δεν καταγράφηκαν στο σύνολο του δείγματος που μελετήθηκε. Κάθε τύπος οικοδομικού πηλού αντιπροσωπεύεται από διαφορετικά ποσοστά προσμείξεων. Ετσι, σε όλα τα θραύσματα (100%) που χαρακτηρίστηκαν ως τμήματα τοίχων, καταγράφηκε το άχυρο, ως πρόσμειξη. Ο πηλός από τα περισσότερα δάπεδα (67%) περιέχει μικρές πέτρες, ενώ στα υπόλοιπα (30%) δεν καταγράφονται προσμείξεις. Γενικά, ο πηλός είναι λεπτόκοκκος και σχεδόν καθαρός. Ένα μικρό δείγμα (2.5%) παρουσιάζει άχυρο, ως πρόσμειξη. Επιπλέον, ως βασική πρόσμειξη στον πηλό των κατασκευών καταγράφεται το άχυρο (90%), καθώς στο υπόλοιπο 10% του δείγματος δε γίνεται δυνατή η αναγνώριση των προσμείξεων λόγω συγκεκριμένης κατάστασης του πηλού. 61

63 Από το σύνολο των μορφοποιημένων θραυσμάτων, τα μισά (57.9%) διαθέτουν διαμορφωμένες επιφάνειες, σε αντίθεση με το υπόλοιπο 42.1%. Από τα θραύσματα που διαθέτουν επιφάνειες, τα περισσότερα παρουσιάζουν μια αδρή επιφάνεια (52.3%). Το 20.4% παρουσιάζει δύο αδρές επιφάνειες, είτε παράλληλες μεταξύ τους, είτε σχηματίζοντας μεταξύ τους γωνία. Τα θραύσματα που σώζουν μια επιχρισμένη επιφάνεια απαντούν σε ποσοστό 12.5% και πρόκειται σε όλες τις περιπτώσεις για θραύσματα δαπέδου. Οι λείες επιφάνειες καλύπτουν το 7.8%. Θραύσματα με μια επιφάνεια λεία και μια αδρή καλύπτουν ποσοστό 2.4% και ακολουθούν όσο διαθέτουν μια επιφάνεια αδρή και μια επιφάνεια με επίχρισμα (0.9%), μια επιφάνεια λεία και μια επιφάνεια με επίχρισμα (0.5%), και, τέλος, δύο επιφάνειες λείες (0.5%). Στα θραύσματα με δύο επιφάνειες, τις περισσότερες φορές οι επιφάνειες αυτές είναι παράλληλες ή σχηματίζουν ορθή γωνία (90 ), ενώ έχουν καταγραφεί και περιπτώσεις με γωνία μικρότερη των 90. Όλα τα θραύσματα (28 πηλοί) που φέρουν μια επιχρισμένη επιφάνεια, είτε μόνη της, είτε μαζί με μια αδρή ή μια λεία επιφάνεια, χαρακτηρίστηκαν ως τμήματα δαπέδων. Ουσιαστικά, πρόκειται για θραύσματα με μια επίπεδη επιφάνεια στη μια πλευρά, ενώ διακρίνεται μια στρώση πηλού πάχους 4 χιλ. περίπου. Σε αρκετές περιπτώσεις ξεχωρίζει μια επιπλέον, τελική λεπτή στρώση πηλού 7.5 YR, 8/2 (pinkish white) (32.1%), όπως και 10 YR, 8/1 (white), 10 YR, 6/1 (gray), 7.5 YR, 7/1 (light grey), Gley 1 N 4/ (dark grey), 10 YR, 7/3 (very pale brown) σε μικρότερα ποσοστά. Σε αρκετές περιπτώσεις ο πηλός είναι τεφρός (25%), ενώ υπάρχουν κ περιπτώσεις, στις οποίες σημειώνεται διαβρωμένο ή/και απολεπισμένο επίχρισμα (17.8%). Στην αντίθετη πλευρά του θραύσματος η επιφάνεια είναι ανώμαλη, εκτός από τις περιπτώσεις που καταγράφεται και μια δεύτερη επιφάνεια (αδρή ή λεία), η οποία θα βρίσκεται στην αντίθετη πλευρά του πηλού, σε παράλληλη διάταξη ως προς την πρώτη. Υπάρχουν περιπτώσεις που σώζονται και αποτυπώματα χαλικιών (σε έξι θραύσματα, ενώ στα δύο από αυτά σώζονται και τα ίδια τα χαλίκια) (εικ. 20). Επίσης, ως τμήματα δαπέδων χαρακτηρίστηκαν 11 θραύσματα με μια λεία επιφάνεια και ένα θραύσμα με μια αδρή επιφάνεια, λόγω ιζημάτων, τα οποία παρουσιάζουν όλα τα χαρακτηριστικά των δαπέδων. Τα μισά από τα θραύσματα που μελετήθηκαν (50.9%) σώζουν τουλάχιστον μια εμπίεση. Οι πηλοί που φέρουν μόνο εμπιέσεις (μια ή περισσότερες) 62

64 αντιπροσωπεύονται από το 80.3% των θραυσμάτων αυτών. Το 16.7% φέρει μια επιφάνεια αδρή και αποτυπώματα και το 3.5% φέρει μια επιφάνεια με επίχρισμα και αποτυπώματα. Έχουν καταγραφεί θραύσματα που σώζουν μέχρι 6 εμπιέσεις συνολικά. Στις περιπτώσεις που καταγράφεται μόνο ένα αποτύπωμα από βέργα, το 88% φέρει αποτύπωμα μόνο από μια βέργα, το 6.5% φέρει μια βέργα και ένα καλάμι, το 4.9% φέρει μια βέργα και 4 καλάμια (εικ. 19) και το 1.6% φέρει μια βέργα και ένα δοκάρι. Όταν σώζονται μέχρι δύο αποτυπώματα βεργών, στις περισσότερες περιπτώσεις καταγράφονται μόνο 2 βέργες (80%) (εικ. 17), ενώ σε ποσοστό 9.5% καταγράφονται με ένα καλάμι, όπως και με ένα δοκάρι αντίστοιχα (9.5%). Αποτυπώματα από τρεις μέχρι 6 βέργες καταγράφονται σε όλες τις περιπτώσεις χωρίς την παρουσία κάποιου άλλου είδους αποτυπώματος. Τα αποτυπώματα των βεργών παρουσιάζουν είτε διαγώνια, είτε κάθετη, ή και παράλληλη διάταξη μεταξύ τους. Όσον αφορά τα αποτυπώματα δοκαριών, όταν σώζεται μόνο ένα δοκάρι, τις περισσότερες φορές (70%) δεν καταγράφονται άλλου είδους αποτυπώματα. Λιγότερες είναι οι περιπτώσεις που καταγράφεται μαζί με μια βέργα (17.6%) και μαζί με δύο βέργες (11.7%). Σε τέσσερις περιπτώσεις σώζονται σε ένα θραύσμα αποτυπώματα από δύο δοκάρια και σε μια περίπτωση μόνο σώζεται αποτύπωμα από σανίδα μαζί με αυτά των δύο δοκαριών. Τέλος, σε μια μόνο περίπτωση σώζονται τρία αποτυπώματα από δοκάρια σε ένα κομμάτι πηλού, χωρίς την παρουσία άλλων στοιχείων (εικ. 21). Όταν ένα θραύσμα πηλού φέρει ένα αποτύπωμα από καλάμι, μπορεί να είναι είτε μόνο του (40%), είτε με μια βέργα (40%), είτε με δύο βέργες (20%). Στις περιπτώσεις που σώζονται αποτυπώματα καλαμιών από δύο έως έξι σε ένα θραύσμα, δεν καταγράφεται άλλου είδους αποτύπωμα. Όταν καταγράφονται περισσότερα από δύο καλάμια στο ίδιο θραύσμα, τις περισσότερες φορές είναι παράλληλα μεταξύ τους, στη σειρά και εφάπτονται (εικ ). Υπάρχουν και περιπτώσεις, συνήθως όταν εντοπίζονται με βέργες, που έχουν διαγώνια ή κάθετη διάταξη. Τα αποτυπώματα από σανίδες (σχισμένα ξύλα) είναι ελάχιστα και συναντώνται, κυρίως, μόνα τους στις πέντε περιπτώσεις που καταγράφηκαν. Σε μια περίπτωση σημειώνεται η παρουσία δύο δοκαριών, όπως και σε άλλη μια περίπτωση η παρουσία αποτυπωμάτων δύο βεργών. 63

65 Καταγράφονται, επίσης, αποτυπώματα από όστρακα και χαλίκια, τα οποία, ωστόσο, είναι ελάχιστα. Τα αποτυπώματα από όστρακα ανέρχονται σε 0.3%, δηλαδή μόνο μια καταγραφή, και τα αποτυπώματα από χαλίκια σε 1.8% (εικ. 20). Λάκκος 7 Από τον λάκκο 7 προέρχονται συνολικά 661 θραύσματα πηλών (345 μορφοποιημένοι και 316 άμορφοι πηλοί), το συνολικό βάρος των οποίων αντιστοιχεί σε γρ. Τα μορφοποιημένα τμήματα κατέχουν μεγαλύτερο ποσοστό σε βάρος (68.8%) σε σχέση με τα άμορφα (31.2%). Αντικείμενο λεπτομερούς μελέτης αποτέλεσαν 215 θραύσματα, που καταγράφηκαν ξεχωριστά. Τα μεγαλύτερα ποσοστά σε βάρος καταγράφηκαν στο στρώμα 5 (43.3%) και στο στρώμα 4 (35.1%), ενώ ακολουθούν με μικρότερα ποσοστά το στρώμα 8 (19.3%) και το στρώμα 6 (1.8%). Από καθαρισμό προέρχεται το 0.2% του βάρους. Η ελάχιστη τιμή που σημειώθηκε στην καταγραφή του βάρους των 215 θραυσμάτων, αντιστοιχεί σε 2 γρ. και η μεγαλύτερη σε 907 γρ., με μέσο όρο 52,9 γρ., ενώ αξιοσημείωτη είναι η μεγάλη τυπική απόκλιση των τιμών. Σχεδόν τα μισά θραύσματα (53.9%) παρουσιάζουν τιμές από 0 έως 25 γρ. και ακολουθούν όσα έχουν βάρος από 25 έως 50 γρ. (20.9%) και από 50 έως 100 γρ. (16.2%). Σε σχέση με το μέγιστο μήκος, η ελάχιστη τιμή που σημειώθηκε αντιστοιχεί σε 25 χιλ. και η μέγιστη τιμή σε 170 χιλ., ενώ ο μέσος όρος του είναι 50,5 χιλ. Μεγαλύτερη συχνότητα παρουσιάζουν τμήματα με μήκος από 25 χιλ. έως 50 χιλ. (61.8%) και από 50 χιλ. έως 100 χιλ. (33.9%). Το μέγιστο πλάτος/ύψος κυμαίνεται από 18 χιλ. έως 143 χιλ., με μέσο όρο 37,4 χιλ., με τμήματα που παρουσιάζουν τιμές από 25 χιλ. έως 50 χιλ. να εμφανίζουν τη μεγαλύτερη συχνότητα (64.6%), ενώ ακουλουθούν οι τάξεις μεγέθους από 0 έως 25 χιλ. (21.4%) και από 50 χιλ. έως 100 χιλ. (12.5%). Τέλος, το πάχος τους κυμαίνεται από 8 χιλ. έως 83 χιλ., με μέσο όρο 24,9 χιλ. Συχνότερα απαντούν τμήματα με πάχος από 0 έως 25 χιλ. (64.1%). Ακολουθούν τμήματα με πάχος από 25 χιλ. έως 50 χιλ. (30.2%) και από 50 χιλ. έως 100 χιλ. (5.5%). Το μεγαλύτερο ποσοστό του δείγματος χαρακτηρίζεται ως ψημένο (98.9%), ενώ εντοπίστηκε και μικρός αριθμός υαλοποιημένων θρασμάτων (1.1%). Ως προς 64

66 την ειδική θέση των θραυσμάτων στο κτίσμα, τα περισσότερα αποτελούν τμήματα δαπέδων (53.4%), ενώ ακολουθούν με ποσοστό 31.9% θραύσματα που χαρακτηρίστηκαν αδιάγνωστα ως προς τη λειτουργία τους. Λιγότερα είναι τα τμήματα κατασκευών (0.8%), τα τμήματα τοίχων (3.1%) και τα τμήματα στεγών/κατασκευών (0.5%) (γράφημα 14). Από τα 191 θραύσματα, στα οποία σημειώθηκε το χρώμα, το μεγαλύτερο ποσοστό κατέχουν θραύσματα που ο πηλός στο μεγαλύτερο τμήμα τους είναι 10 YR, yellow (48.1%) και ακολουθούν θραύσματα με πηλό 7.5 YR, reddish yellow (18.3%), 5 YR, reddish yellow (8.9%), 10 YR, black (5.7%), 10 YR, brownish yellow (5.2%), 2.5 YR, red (4.1%), 2.5 YR, light red (3.6%), 10 YR, very pale brown (2.6%). Με μικρότερα ποσοστά αντιπροσωπεύονται θραύσματα με πηλό 5 YR, yellowish red (1%), 10 YR, light yellowish brown (1%), 10 YR, red (0.5%) και 2.5 Y, yellow (0.5%). Ο πηλός των δαπέδων είναι στις περισσότερες περιπτώσεις 10 YR, yellow (67.6%), ενώ σημειώνεται σε μικρότερα ποσοστά ο πηλός 7.5 YR, reddish yellow (13.7%) και 5 YR, reddish yellow (7.8%). Σε ελάχιστες περιπτώσεις ο πηλός είναι 10 YR, very pale brown (4.9%), 10 YR, brownish yellow (2.9%), 2.5 Y, yellow (0.9%), 2.5 YR, red (0.9%) και 2.5 YR, light red (0.9%). Ο πηλός των τοίχων είναι, κυρίως, 10 YR, black (83.3%), αλλά και 10 YR, yellow (16.6%), ενώ ο πηλός των κατασκευών είναι στις περισσότερες περιπτώσεις 10 YR, brownish yellow (33.3%). Σημειώνεται, επίσης, για τις κατασκευές πηλός 5 YR, reddish yellow (19%), 7.5 YR, reddish yellow (19%), 10 YR, yellow (9.5%), 10 YR, black (4.7%), 10 YR, red (4.7%), 10 YR, light yellowish brown (4.7%) και 5 YR, yellowish red (4.7%). Σύμφωνα με τη μακροσκοπική μελέτη των 215 θραυσμάτων, στο μεγαλύτερο ποσοστό των θραυσμάτων (49.7%) δε διακρίνονται ορατές προσμείξεις (καθαρός σχετικά ο πηλός), ενώ μεγάλο είναι και το ποσοστό που περιέχει άχυρο ως βασική πρόσμειξη (43.4%). Οι μικρές πέτρες αποτελούν τη βασική πρόσμειξη στο 5.7% των θραυσμάτων, ενώ υπάρχουν και θραύσματα στα οποια δεν ήταν δυνατή η αναγνώριση των προσμείξεων, λόγω συγκεκριμένης κατάστασης του πηλού (υαλοποιημένος, κ.ά.) (1%). Ασβεστολιθικές προσμείξεις καταγράφηκαν μόνο σε 7 θραύσματα (3.2%). Όσον αφορά τη σχέση τύπου και προσμείξεων, στα περισσότερα τμήματα δαπέδων (90.2%) δεν καταγράφονται ορατές προσμείξεις, ενώ στα υπόλοιπα 65

67 καταγράφονται μικρές πέτρες (9.8%). Το άχυρο αποτελεί τη βασική πρόσμειξη σε όλα τα θραύσματα που χαρακτηρίστηκαν ως τμήματα τοίχων. Στις περισσότερες περιπτώσεις ο πηλός των κατασκευών περιέχει άχυρο (80.9%), ενώ υπάρχουν και περιπτώσεις, στις οποίες, είτε δεν καταγράφονται ορατές προσμείξεις (14.2%), είτε καταγράφονται μικρές πέτρες (4.7%). Μεγάλο ποσοστό των μορφοποιημένων θραυσμάτων (89.6%) διαθέτουν διαμορφωμένες επιφάνειες. Από τα θραύσματα με επιφάνειες το μεγαλύτερο ποσοστό κατέχουν οι επιχρισμένες επιφάνειες (53.4%) και ακολουθούν με αύξουσα σειρά θραύσματα με μια επιφάνεια αδρή (20.4%), δύο επιφάνειες αδρές (6.2%), δύο επιφάνειες λείες (3.6%), μια επιφάνεια αδρή και μια λεία (2.6%), μια επιφάνεια λεία (2%) και, τέλος, μια επιφάνεια λεία και μια επίχρισμα (1%). Από τα θραύσματα που φέρουν επιχρισμένη επιφάνεια, τα περισσότερα χαρακτηρίστηκαν ως τμήματα δαπέδων (109 θραύσματα), εκτός από δύο, τα οποία χαρακτηρίστηκαν αδιάγνωστα ως προς τη λειτουργία τους. Ουσιαστικά, πρόκειται για θραύσματα με μια επίπεδη επιφάνεια στη μια πλευρά, ενώ διακρίνεται μια στρώση πηλού πάχους 4 χιλ. περίπου. Υπάρχουν, ακόμα, περιπτώσεις στις οποίες ξεχωρίζει μια επιπλέον, τελική λεπτή στρώση πηλού 10 YR, 8/1 white (74.7%) και 10 YR, 8/2 very pale brown (11.7%). Στην αντίθετη πλευρά του θραύσματος η επιφάνεια είναι ανώμαλη. Επίσης, ως τμήματα δαπέδων χαρακτηρίστηκαν τρία θραύσματα με μια λεία επιφάνεια, τα οποία παρουσιάζουν όλα τα χαρακτηριστικά των δαπέδων. Αποτυπώματα σώζονται μόνο σε μικρό ποσοστό του δείγματος που μελετήθηκε, δηλαδή μόνο σε 30 θραύσματα (3.1%). Από αυτά, το 63.3% διατηρεί μόνο αποτυπώματα, ενώ λιγότερα είναι τα θραύσματα που, εκτός από τα αποτυπώματα, φέρουν και μια αδρή επιφάνεια (20%), μια επιφάνεια με επίχρισμα (13%) ή μια επιφάνεια λεία (3.3%). Έχουν καταγραφεί θραύσματα που σώζουν μέχρι 4 εμπιέσεις συνολικά. Καταγράφονται εμπιέσεις βεργών, κυρίως, και ελάχιστες εμπιέσεις από δοκάρια, σανίδες και καλάμια. Σε όλες τις περιπτώσεις, όταν καταγράφεται ένα αποτύπωμα από βέργα, δεν υπάρχουν αποτυπώματα άλλων ξύλινων στοιχείων, εκτός από δύο περιπτώσεις που σώζεται και ένα αποτύπωμα δοκαριού. Όταν σώζονται μέχρι δύο ή 66

68 τρία αποτυπώματα βεργών καταγράφονται σε όλες τις περιπτώσεις χωρίς την παρουσία κάποιου άλλου είδους αποτυπώματος. Αποτυπώματα δοκαριών καταγράφονται είτε μόνα τους (50%), είτε μαζί με μια βέργα (33.3%) (εικ. 22), είτε μαζί με δύο σανίδες (16.7%). Η ελάχιστη διάμετρος δοκαριού που έχει υπολογιστεί είναι 40 χιλ. και η μέγιστη 200 χιλ. Μόνο δύο θραύσματα φέρουν αποτυπώματα σανίδας. Στη μια περίπτωση σώζεται αποτύπωμα από μια σανίδα, ενώ στη δεύτερη περίπτωση, όπως προαναφέρθηκε, σώζονται δύο αποτυπώματα από σανίδες μαζί με ένα δοκάρι (εικ. 23). Επίσης, καταγράφηκε μόνο ένα θραύσμα που φέρει τέσσερα αποτυπώματα καλαμιών. Καταγράφονται, επίσης, αποτυπώματα από χαλίκια σε ένα θραύσμα, ενώ σε τέσσερα θραύσματα σημειώνονται αδιάγνωστα αποτυπώματα. Λάκκος 11 Το συνολικό βάρος των πήλινων θραυσμάτων που προέρχονται από τον λάκκο 11 είναι γρ. και αντιστοιχεί σε 430 θραύσματα συνολικά. Τα μορφοποιημένα τμήματα κατέχουν μεγαλύτερο ποσοστό σε βάρος (62.7%) σε σχέση με τα άμορφα (37.3%), ενώ σε αριθμό είναι λιγότερα από τα άμορφα, κατέχοντας ποσοστό 39.7% (171 πηλοί). Από αυτά καταγράφηκαν 133 θραύσματα. Το μεγαλύτερο ποσοστό σε βάρος καταγράφεται στο στρώμα 5 (64%), ενώ ακολουθούν με μικρότερα ποσοστά το στρώμα 4 (22.2%), το στρώμα 3 (8.3%) και το στρώμα 11 (3%). Από τον καθαρισμό παρειάς προέρχεται το 2.3% του βάρους. Το βάρος τους παίρνει τιμές από 6 γρ. έως γρ., με μέσο όρο 16,8 γρ., ενώ αξιοσημείωτη είναι η μεγάλη τυπική απόκλιση των τιμών. Σχεδόν τα μισά θραύσματα (48.8%) παρουσιάζουν τιμές από 0 έως 25 γρ. και ακολουθούν όσα έχουν βάρος από 25 έως 50 γρ. (27.8%). Το μέγιστο μήκος αντιστοιχεί σε 27 χιλ. έως 260 χιλ. και ο μέσος όρος του είναι 53,9 χιλ., με τμήματα που παρουσιάζουν τιμές από 25 χιλ. έως 50 χιλ. να εμφανίζουν τη μεγαλύτερη συχνότητα (60%), ενώ ακολουθούν όσα έχουν μέγιστο μήκος από 50 χιλ. έως 100 χιλ. Το μέγιστο πλάτος/ύψος είναι μεταξύ 18 χιλ. και 200 χιλ. και ο μέσος όρος του είναι 39,9 χιλ., ενώ παρατηρείται μεγάλη συχνότητα στην τάξη μεγέθους από 25 χιλ. έως 50 χιλ. (72.1%). Οι τιμές του πάχους κυμαίνονται από 8 χιλ. έως 25 χιλ. με μέσο όρο 27,6 67

69 χιλ. Σημειώνεται σχετικά μικρή τυπική απόκλιση των τιμών, ενώ συχνότερα απαντούν θραύσματα με πάχος από 0 έως 25 χιλ. (59%) και από 25 χιλ. έως 50 χιλ. (32.3%). Σε σχέση με την κατάσταση διατήρησης, το μεγαλύτερο ποσοστό των θραυσμάτων (95.5%) χαρακτηρίζεται ως ψημένο, ενώ έχουν καταγραφεί και έξι υαλοποιημένα θραύσματα (4.5%). Όσον αφορά τη λειτουργία τους, ως αδιάγνωστα χαρακτηρίστηκαν τα περισσότερα θραύσματα (54.1%) και ακολουθούν τα δάπεδα με μεγάλο ποσοστό (39.1%) σε σχέση με θραύσματα άλλου τύπου, όπως κατασκευών (3%), τοίχων (2.2%), τοίχων/κατασκευών (0.7%) και τοίχων/στεγών (0.7%) (γράφημα 15). Από τα 111 θραύσματα, στα οποία σημειώθηκε το χρώμα, το μεγαλύτερο ποσοστό κατέχουν θραύσματα που ο πηλός στο μεγαλύτερο τμήμα τους είναι 10 YR, yellow (35.1%) και ακολουθούν θραύσματα με πηλό 5 YR, reddish yellow (20.7%), 7.5 YR, reddish yellow (16.2%), 10 YR, very pale brown (9.9%), 10 YR, black (5.4%), 10 YR, brownish yellow (2.7%), 2.5 YR, red (1.8%), 2.5 YR, light red (1.8%) και 10 YR, brown (0.9%). Ο πηλός των δαπέδων είναι στις περισσότερες περιπτώσεις 10 YR, yellow (74.4%), ενώ σημειώνεται σε μικρότερα ποσοστά ο πηλός 10 YR, very pale brown (9.7%) και 10 YR brownish yellow (5.8%). Σε ελάχιστες περιπτώσεις ο πηλός είναι 5 YR, reddish yellow (3.8%), 10 YR, brown (1.9%), 2.5 YR, pale yellow (1.9%) και 7.5 YR, reddish yellow (1.9%). Ο πηλός των τοίχων είναι, κυρίως, 5 YR, reddish yellow (66.6%), αλλά και 10 YR, 2/1 black (33.3%), ενώ ο πηλός των κατασκευών είναι στο 50% των περιπτώσεων 5 YR, reddish yellow, και κατά 25% 7.5 YR, reddish yellow και 10 YR, yellow, αντίστοιχα. Από τα 133 θραύσματα που μελετήθηκαν μακροσκοπικά, διαπιστώνεται ότι βασική πρόσμειξη στον πηλό αποτελεί το άχυρο με ποσοστό 52.6%, ενώ στο 33.8% των θραυσμάτων δε διακρίνονται ορατές προσμείξεις (καθαρός σχετικά ο πηλός). Οι πέτρες αποτελούν τη βασική πρόσμειξη μόνο στο 9% των θραυσμάτων, ενώ υπάρχουν και θραύσματα στα οποια δεν ήταν δυνατή η αναγνώριση των προσμείξεων, λόγω συγκεκριμένης κατάστασης του πηλού (υαλοποιημένος, κ.ά.). Ασβεστολιθικές προσμείξεις καταγράφηκαν σε μικρό ποσοστό του δείγματος (2.2%). 68

70 Παρατηρείται από τη μελέτη των προσμείξων σε κάθε τύπο ότι ο πηλός στα θραύσματα που χαρακτηρίζονται ως τμήματα τοίχων περιέχει μόνο άχυρο σε όλες τις περιπτώσεις. Αντιθέτως, ο πηλός από τα περισσότερα δάπεδα (76.9%) δεν περιέχει ορατές προσμείξεις είναι σχετικά καθαρός και λεπτόκοκκος. Σε μικρότερα ποσοστά καταγράφονται δάπεδα με προσμείξεις από μικρές πέτρες (21.1%) και άχυρο (1.9%). Σχετικά με τον πηλό των κατασκευών, στις περισσότερες περιπτώσεις δεν καταγράφονται ορατές προσμείξεις (καθαρός σχετικά ο πηλός 50%). Καταγράφονται, επίσης, τμήματα κατασκευών που περιέχουν άχυρο στον πηλό (25%), αλλά και πέτρες (25%). Μεγάλο ποσοστό των μορφοποιημένων θραυσμάτων (88.8%) διαθέτουν διαμορφωμένες επιφάνειες. Από τα θραύσματα με επιφάνειες, όσα παρουσιάζουν μια επιφάνεια με επίχρισμα απαντούν στο ίδιο ποσοστό (38%) με όσα παρουσιάζουν μια επιφάνεια αδρή (37.1%). Ακολουθούν με τα ίδια ποσοστά θραύσματα με μια λεία επιφάνεια (10.9%) και με δύο αδρές επιφάνειες (10.9%). Τέλος, τα θραύσματα που σώζουν μια λεία και μια αδρή επιφάνεια είναι ελάχιστα (1.6%), όπως και τα θραύσματα με δύο λείες επιφάνειες (0.7%). Όλα τα θραύσματα (47 πηλοί) που φέρουν μια επιχρισμένη επιφάνεια, είτε μόνη της, είτε μαζί με μια αδρή επιφάνεια (σε δύο περιπτώσεις), χαρακτηρίστηκαν ως τμήματα δαπέδων. Ουσιαστικά, πρόκειται για θραύσματα με μια επίπεδη επιφάνεια στη μια πλευρά, ενώ διακρίνεται μια στρώση πηλού πάχους 4 χιλ. περίπου (εικ. 23). Σε αρκετές περιπτώσεις ξεχωρίζει μια επιπλέον, τελική λεπτή στρώση πηλού 10 YR, 8/3 (very pale brown) (31.9%), 10 YR, 8/1 (white) (19.1%), όπως και Gley 2, 5/1 (bluish grey), 10 YR, 2/1 (black), Gley 2, 4/1 (dark bluish grey) σε μικρότερα ποσοστά. Στις περισσότερες περιπτώσεις (48.6%), σημειώνεται διαβρωμένο ή/και απολεπισμένο επίχρισμα, με ιζήματα. Στην αντίθετη πλευρά του θραύσματος η επιφάνεια είναι ανώμαλη, εκτός από τις περιπτώσεις που καταγράφεται και μια δεύτερη, αδρή επιφάνεια, η οποία βρίσκεται στην αντίθετη πλευρά του πηλού, σε παράλληλη διάταξη ως προς την πρώτη. Επίσης, ως τμήματα δαπέδων χαρακτηρίστηκαν πέντε θραύσματα με μια λεία επιφάνεια, τα οποία παρουσιάζουν όλα τα χαρακτηριστικά των δαπέδων. Αποτυπώματα σώζονται μόνο σε μικρό ποσοστό του δείγματος που μελετήθηκε, δηλαδή μόνο σε 17 θραύσματα (12.8%). Από αυτά, το 58.8% διατηρεί 69

71 μόνο αποτυπώματα, ενώ λιγότερα είναι τα θραύσματα που, εκτός από τα αποτυπώματα, φέρουν και μια αδρή (29.4%) ή μια λεία επιφάνεια (11.7%). Έχουν καταγραφεί θραύσματα που σώζουν μέχρι 4 εμπιέσεις συνολικά. Καταγράφονται εμπιέσεις βεργών, κυρίως, και ελάχιστες εμπιέσεις από σανίδες, ενώ δε σώζονται εμπιέσεις από καλάμια και δοκάρια. Στις περιπτώσεις που καταγράφεται μόνο ένα αποτύπωμα από βέργα σε ένα θραύσμα, το 77.7% φέρει αποτύπωμα μόνο από μια βέργα, ενώ το 22.2% φέρει μια βέργα και μια σανίδα. Θραύσμα που φέρει δύο εμπιέσεις βεργών καταγράφεται μόνο σε μια περίπτωση, όπως και θραύσμα που φέρει τέσσερα αποτυπώματα βεργών. Μόνο σε δύο περιπτώσεις θραύσματα φέρουν τρεις εμπιέσεις από βέργες. Τέλος, μόνο σε ένα θραύσμα σώζονται δύο αποτυπώματα απο σανίδες. Αδιάγνωστα αποτυπώματα σημειώνονται σε 5 θραύσματα (3.7%). Λάκκος 24 Από τον λάκκο 24 προέρχονται συνολικά 311 θραύσματα πηλών (164 μορφοποιημένοι και 147 άμορφοι πηλοί), το συνολικό βάρος των οποίων αντιστοιχεί σε γρ. Τα μορφοποιημένα τμήματα κατέχουν μεγαλύτερο ποσοστό σε βάρος (64%) σε σχέση με τα άμορφα (36%). Αντικείμενο λεπτομερούς μελέτης αποτέλεσαν 140 θραύσματα, που καταγράφηκαν ξεχωριστά. Το μεγαλύτερο ποσοστό σε βάρος καταγράφηκε στο στρώμα 5 (29.4%), ενώ ακολουθούν με μικρότερα ποσοστά το στρώμα 7 (24.9%), το στρώμα 4 (18.5%), το στρώμα 10 (18%), το στρώμα 11 (1.3%) και το στρώμα 12 (0.7%). Από τον καθαρισμό της Νότιας παρειάς προέρχεται το 0.6% του βάρους. Η ελάχιστη τιμή που σημειώθηκε στην καταγραφή του βάρους των 140 θραυσμάτων, αντιστοιχεί σε 5 γρ. και η μεγαλύτερη σε 937 γρ., με μέσο όρο 67,3 γρ., ενώ αξιοσημείωτη είναι η μεγάλη τυπική απόκλιση των τιμών. Παρατηρείται μεγαλύτερη συχνότητα στα θραύσματα με βάρος από 0 έως 25 γρ. (45%), ενώ ακολουθούν οι τάξεις μεγέθους από 25 γρ. έως 50 γρ. (23.5%) και από 50 έως 100 γρ. (10.7%). Σε σχέση με το μέγιστο μήκος, η ελάχιστη τιμή που σημειώθηκε αντιστοιχεί σε 25 χιλ. και η μέγιστη τιμή σε 360 χιλ., ενώ ο μέσος όρος του είναι 59,7 χιλ. Μεγαλύτερη συχνότητα παρουσιάζουν τμήματα με μήκος από 25 χιλ. έως 50 70

72 χιλ. (51.4%) και από 50 χιλ. έως 100 χιλ. (38.5%). Το μέγιστο πλάτος/ύψος κυμαίνεται από 18 χιλ. έως 360 χιλ., με μέσο όρο 43,7 χιλ., με τμήματα που παρουσιάζουν τιμές από 25 χιλ. έως 50 χιλ. να εμφανίζουν τη μεγαλύτερη συχνότητα (63.5%), ενώ ακουλουθούν οι τάξεις μεγέθους από 50 χιλ. έως 100 χιλ. (18.5%) και από 0 έως 25 χιλ. (15%). Τέλος, το πάχος τους κυμαίνεται από 10 χιλ. έως 180 χιλ., με μέσο όρο 32,2 χιλ. Συχνότερα απαντούν τμήματα με πάχος από 0 έως 25 χιλ. (46.4%). Ακολουθούν τμήματα με πάχος από 25 χιλ. έως 50 χιλ. (40.7%) και από 50 χιλ. έως 100 χιλ. (12.1%). Το σύνολο των θραυσμάτων χαρακτηρίζεται ως ψημένο (91.4%), ενώ εντοπίστηκαν και 12 υαλοποιημένα θραύσματα που καταλαμβάνουν ποσοστό 8.6%. Ως προς την ειδική θέση των θραυσμάτων στο κτίσμα ως αδιάγνωστα χαρακτηρίστηκαν τα περισσότερα θραύσματα (50.7%) και ακολουθούν τα τμήματα δαπέδων (28.5%), κατασκευών (17.8%), τοίχων (2.1%) και τοίχων/στεγών (0.7%) (γράφημα 16). Σε σχέση με το χρώμα του πηλού, από τα 116 θραύσματα, στα οποία καταγράφηκε το χρώμα, ο πηλός στις περισσότερες περιπτώσεις είναι 7.5 YR, reddish yellow (24.1%) και 10 YR very pale brown (23.2%). Με μικρότερα ποσοστά αντιπροσωπεύεται ο πηλός 10 YR, yellow (14.6%), 10 YR, black (6.9%), 5 YR, reddish yellow (6.9%) και 2.5 Y, pale yellow (6%). Σημειώνονται και άλλα χρώματα πηλών σε μικρότερα ποσοστά. Ο πηλός των δαπέδων είναι στις περισσότερες περιπτώσεις 10 YR, yellow (44.7%) και 10 YR, very pale brown (42.1%). Το χρώμα του πηλού των τοίχων κυμαίνεται μεταξύ 10 YR, black (50%) και 5 YR, reddish yellow (50%). Σημειώνεται για τις κατασκευές πηλός 7.5 YR, reddish yellow σε μεγάλο ποσοστό (68%), ενώ ακολουθούν με μικρότερα ποσοστά τμήματα κατασκευών με πηλό 2.5 Y, pale yellow (16%), 5 YR, reddish yellow (8%), 10 YR, black (4%) και 2.5 YR, red (4%). Από τα 140 θραύσματα που μελετήθηκαν μακροσκοπικά, διαπιστώνεται ότι βασική πρόσμειξη στον πηλό αποτελεί το άχυρο με ποσοστό 61.4%, ενώ στο 15.7% των θραυσμάτων δε διακρίνονται ορατές προσμείξεις (καθαρός σχετικά ο πηλός). Οι πέτρες αποτελούν τη βασική πρόσμειξη μόνο στο 13.5% των θραυσμάτων, ενώ υπάρχουν και θραύσματα (7.1%) στα οποία δεν ήταν δυνατή η αναγνώριση των 71

73 προσμείξεων, λόγω συγκεκριμένης κατάστασης του πηλού (υαλοποιημένος 12, κ.ά.) (εικ. 25). Επίσης, σε μικρό ποσοστό σημειώνονται θραύσματα με προσμείξεις από άχυρο και μικρές πέτρες (2.1%). Ασβεστολιθικές προσμείξεις καταγράφηκαν σε μικρό ποσοστό του δείγματος (6.5%). Όσον αφορά τη σχέση τύπου και προσμείξεων, στα περισσότερα τμήματα δαπέδων δεν καταγράφονται ορατές προσμείξεις (55%), ενώ στα υπόλοιπα καταγράφονται μικρές πέτρες (45%). Το άχυρο αποτελεί τη βασική πρόσμειξη σε όλα τα θραύσματα που χαρακτηρίστηκαν ως τμήματα τοίχων και κατασκευών (100%). Μεγάλο ποσοστό των μορφοποιημένων θραυσμάτων (82.9%) διαθέτουν διαμορφωμένες επιφάνειες. Από τα θραύσματα αυτά, τα περισσότερα παρουσιάζουν μια αδρή επιφάνεια (37.8%) και ακολουθούν θραύσματα με μια επιφάνεια επιχρισμένη (30.1%), μια επιφάνεια λεία (14.2%), δύο επιφάνειες αδρές (5.7%), μια αδρή και μια λεία επιφάνεια (4.2%), δύο επιφάνειες λείες (0.8%), δύο επιφάνειες με επίχρισμα (0.8%) και μια επιφάνεια αδρή και δύο επιφάνειες λείες (0.8%). Από τα 36 θραύσματα που φέρουν επιχρισμένη επιφάνεια, τα περισσότερα χαρακτηρίστηκαν ως τμήματα δαπέδων (34 θραύσματα), εκτός από δύο, τα οποία χαρακτηρίστηκαν αδιάγνωστα ως προς τη λειτουργία τους. Ουσιαστικά, πρόκειται για θραύσματα με μια επίπεδη επιφάνεια στη μια πλευρά, ενώ διακρίνεται μια στρώση πηλού πάχους 4 χιλ. περίπου. Υπάρχουν, ακόμα, περιπτώσεις στις οποίες ξεχωρίζει μια επιπλέον, τελική λεπτή στρώση πηλού 10 YR, 8/1 white (38.8%), 10 YR, 7/4 very pale brown (13.8%), 10 YR, 8/2 very pale brown (2.7%), 2.5 Y, 5/1 gray (2.7%), 2.5 Y, 6/1 gray (2.7%) και 2.5 YR, 6/4 light reddish brown (2.7%). Στην αντίθετη πλευρά του θραύσματος η επιφάνεια είναι ανώμαλη. Επίσης, ως τμήματα δαπέδων χαρακτηρίστηκαν έξι θραύσματα με μια λεία επιφάνεια, τα οποία παρουσιάζουν όλα τα χαρακτηριστικά των δαπέδων. Αποτυπώματα σώζονται μόνο σε μικρό ποσοστό του δείγματος που μελετήθηκε, δηλαδή μόνο σε 24 θραύσματα (17.2%). Από αυτά, το 62.5% διατηρεί 12 Υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες το θραύσμα είναι υαλοποιημένο μόνο σε ένα μέρος του, ενώ στο υπόλοιπο τμήμα ξεχωρίζουν κάποια χαρακτηριστικά του, όπως προσμείξεις ή και επιφάνεις/αποτυπώματα, ωστόσο είναι αρκετα παραμορφωμένα. 72

74 μόνο αποτυπώματα, ενώ λιγότερα είναι τα θραύσματα που, εκτός από τα αποτυπώματα, φέρουν και μια αδρή επιφάνεια (25%), μια επιφάνεια λεία (4.1%), δύο επιφάνειες αδρές (5.8%) ή μια επιφάνεια με επίχρισμα (4.1%). Έχουν καταγραφεί θραύσματα που σώζουν μέχρι 7 εμπιέσεις συνολικά (εικ. 26). Καταγράφονται εμπιέσεις βεργών, κυρίως, και ελάχιστες εμπιέσεις από σανίδες και δοκάρια. Σε όλες τις περιπτώσεις, όταν καταγράφεται ένα αποτύπωμα από βέργα, δεν υπάρχουν αποτυπώματα άλλων ξύλινων στοιχείων στο ίδιο θραύσμα. Το ίδιο συμβαίνει και στις περιπτώσεις που καταγράφονται μαζί δύο, τρία ή επτά αποτυπώματα βεργών. Αντίστοιχα, τα αποτυπώματα των δοκαριών και των σανίδων (εικ. 27) καταγράφονται μόνα τους σε όλες τις περιπτώσεις, χωρίς την παρουσία κάποιου άλλου είδους αποτυπώματος. Αποτυπώματα χαλικιών καταγράφονται μόνο σε μια περίπτωση και συγκεκριμένα σε ένα θραύσμα δαπέδου. Λάκκος 44 Χαρακτηριστικό είναι ότι από τον λάκκο 44 προέρχεται μεγάλος αριθμός θραυσμάτων, άμορφων και μορφοποιημένων, και το συνολικό τους βάρος είναι το μεγαλύτερο που έχει καταγραφεί σε σχέση με τους υπόλοιπους λάκκους, καθώς ανέρχεται σε γρ. Συγκεκριμένα, το σύνολο των πηλών ανέρχεται σε θραύσματα, εκ των οποίων τα 897 (65.7%) είναι άμορφα και τα 467 (34.3%) μορφοποιημένα. Ωστόσο, παρόλο που τα μορφοποιημένα θραύσματα είναι λιγότερα σε αριθμό, το βάρος τους είναι μεγαλύτερο σε σχέση με τα άμορφα, καταλαμβάνοντας ποσοστό 59.8% επί του συνολικού βάρους των πηλών στο λάκκο. Αντικείμενο λεπτομερούς μελέτης αποτέλεσαν 358 θραύσματα, που καταγράφηκαν ξεχωριστά. Οι πηλοί κατανέμονται σε τέσσερα στρώματα (στρώμα 3, 4, 7 και 8). Το μεγαλύτερο βάρος καταγράφεται στο στρώμα 8 (55.2%) και ακολουθεί το στρώμα 3 με ποσοστό 37.7% και το στρώμα 7 με ποσοστό 25.6%. Αντιθέτως, το στρώμα 4 κατέχει το μικρότερο ποσοστό (0.4%) επί του συνολικού βάρους των πηλών. Η ελάχιστη τιμή που σημειώθηκε στην καταγραφή του βάρους των 358 θραυσμάτων, αντιστοιχεί σε 4 γρ. και η μεγαλύτερη σε γρ., με μέσο όρο 129,7 γρ., ενώ αξιοσημείωτη είναι η μεγάλη τυπική απόκλιση των τιμών. Οι τιμές του 73

75 βάρους αντιπροσωπεύονται σχεδόν με το ίδιο ποσοστό σε όλες τις κατηγορίες βάρους που αναδείχθηκαν και αντιστοιχούν στα βάρη από 0 έως 25 γρ. (22.6%), από 25 έως 50 γρ. (21.7%), από 50 έως 100 γρ. (23.4%) και από 100 έως 200 γρ. (18.1%). Σε σχέση με το μέγιστο μήκος, η ελάχιστη τιμή που σημειώθηκε αντιστοιχεί σε 15 χιλ. και η μέγιστη τιμή σε 200 χιλ., ενώ ο μέσος όρος του είναι 67,9 χιλ. Υπάρχει σχετικά μεγάλη τυπική απόκλιση των τιμών, ενώ μεγαλύτερη συχνότητα παρουσιάζουν τμήματα με μήκος από 50 χιλ. έως 100 χιλ. (55.3%). Ακολουθούν οι τάξεις μεγέθους από χιλ. (33.2%), από χιλ. (10.8%) και από 0-25 χιλ. (0.56%). Το μέγιστο πλάτος/ύψος κυμαίνεται από 10 χιλ. έως 170 χιλ., με μέσο όρο 50,2 χιλ. Οι τιμές που αντιπροσωπεύουν το ήμισυ σχεδόν του δείγματος (55,3%) είναι από 25 χιλ. έως 50 χιλ., ενώ ακολουθούν οι τιμές από 50 χιλ. έως 100 χιλ (32.4%), από 0 έως 25χιλ. (8.1%) και από 100 χιλ. έως 200 χιλ. (4.1%). Τέλος, το πάχος τους κυμαίνεται από 10 χιλ. έως 111 χιλ., με μέσο όρο 38,7 χιλ. Συχνότερα απαντούν τμήματα με πάχος από 25 χιλ. έως 50 χιλ. (49.7%). Ακολουθούν τμήματα με πάχος από 0 έως 25 χιλ. (28.2%) και από 50 χιλ. έως 100 χιλ. (20.1%). Το μεγαλύτερο ποσοστό του δείγματος χαρακτηρίζεται ως ψημένο (98.9%), ενώ εντοπίστηκε και μικρός αριθμός υαλοποιημένων θρασμάτων (1.1%). Ως προς την ειδική θέση των θραυσμάτων στο κτίσμα, τα περισσότερα χαρακτηρίστηκαν ως αδιάγνωστα ως προς τη λειτουργία τους (63.1%) και ακολουθούν τα τμήματα δαπέδων (15.3%), τα τμήματα κατασκευών (9.2%), τα τμήματα τοίχων (8%) και σε μικρότερα ποσοστά τμήματα που αποδίδονται είτε σε τοίχο/στέγη (2.7%), είτε σε τοίχο/κατασκευή (0.8%) (γράφημα 17). Από τα 358 θραύσματα, καταγράφηκε το χρώμα στα 140 από αυτά, που θεωρήθηκαν ως τα πιο αντιπροσωπευτικά δείγματα του λάκκου. Από αυτά μεγάλο ποσοστό κατέχουν θραύσματα που ο πηλός στο μεγαλύτερο τμήμα τους είναι 10 YR, yellow (32.3%) και ακολουθούν τα θραύσματα με πηλό 7.5 YR, reddish yellow (22.3%), 10 YR, very pale brown (12.9%), 5 YR, reddish yellow (9.3%), 10 YR, 2/1 (black 4.3%), 2.5 YR, light red (3.6%), 10 YR, brownish yellow (2.1%) και 2.5 YR, red (2.1%) Κατά την καταγραφή του χρώματος των θραυσμάτων σημειώθηκε το χρώμα με τη χρήση της κλίμακας Munsell Soil Color Chart. Ωστόσο, λόγω του μεγάλου εύρους αποχρώσεων, κατά τη 74

76 Κατά την αντιστοιχία των θραυσμάτων στα οποία έχει αναγνωριστεί ο τύπος, με το χρώμα, παρατηρείται μια γενίκευση που παρουσιάζει ενδιαφέρον. Συγκεκριμένα, στα θραύσματα που χαρακτηρίστηκαν ως τμήματα τοίχου, η πλειοψηφία (60%) κατέχει χρώμα πηλού 7.5YR, reddish yellow και ακολουθούν οι πηλοί με χρώμα 5 YR, reddish yellow (19.1%), 10 YR, red (6.6%), 5 YR, yellowish red (6.6%) και 2.5 YR, red (6.6%). Αντίστοιχα, στα περισσότερα θραύσματα δαπέδων (75.4%) ο πηλός είναι 10 YR, yellow, ενώ ακολουθούν σε συχνότητα τα τμήματα δαπέδων με πηλό 10 YR, very pale brown (8%), 10 YR, brownish yellow (6%), 7.5 YR, reddish yellow (4%), 5 Y, yellow (2%), 10 YR, black (2%) και 2.5 Y, yellow (2%). Αντιθέτως, ο πηλός στις κατασκευές είναι στο 25% των περιπτώσεων 10 YR, very pale brown, όπως και 10 YR, yellow με το ίδιο ποσοστό. Ακολουθεί σε μεγάλο ποσοστό, επίσης, ο πηλός 7.5 YR, reddish yellow (22.1%) και σε μικρότερα ποσοστά θραύσματα με χρώμα πηλού 5 YR, reddish yellow (14.7%), 2.5 YR, light red (7.3%) και 10 YR, light grey (3.6%). Το άχυρο αποτελεί τη βασική πρόσμειξη στον πηλό, σύμφωνα με τη μακροσκοπική μελέτη των 358 θραυσμάτων από τον λάκκο 44, καθώς συναντάται σε ποσοστό 73.4% των θραυσμάτων. Σε κάποια θραύσματα (13.1%) δε διακρίνονται ορατές προσμείξεις (καθαρός σχετικά ο πηλός), ενώ σε μικρότερα ποσοστά καταγράφονται θραύσματα που περιέχουν πέτρες (8.1%), άχυρο και πέτρες (3.6%), ενώ από το 1.6% δεν ήταν δυνατή η αναγνώριση των προσμείξεων, λόγω συγκεκριμένης κατάστασης του πηλού (υαλοποιημένος, κ.α.). Ασβεστολιθικές προσμείξεις καταγράφηκαν σε μικρό ποσοστό του δείγματος (16.4%). Όπως είναι γενικά αποδεκτό, κάθε τύπος οικοδομικού πηλού αντιπροσωπεύεται από διαφορετικά ποσοστά προσμείξεων. Συγκεκριμένα, στα περισσότερα θραύσματα που χαρακτηρίστηκαν ως τμήματα τοίχων καταγράφεται το άχυρο ως βασική πρόσμειξη (87.1%), ενώ στο υπόλοιπο 12.9% καταγράφεται το άχυρο και η πέτρα. Ο πηλός από τα περισσότερα δάπεδα (72.7%) δεν περιέχει ορατές προσμείξεις είναι σχετικά καθαρός και λεπτόκοκκος. Σε ποσοστό 25.4% του δείγματος παρατηρούνται μικρές πέτρες, ενώ στο υπόλοιπο 1.8% δε γίνεται δυνατή η αναγνώριση των προσμείξεων λόγω συγκεκριμένης κατάστασης του πηλού. στατιστική ανάλυση σημειώνονται οι βασικές κατηγορίες χρωμάτων και ομαδοποιούνται οι διάφορες αποχρώσεις τους, για την καλύτερη κατανόηση του υλικού. 75

77 Αντίστοιχα, ως βασικές προσμείξεις στον πηλό των κατασκευών καταγράφονται το άχυρο σε ποσοστό 39.3% και το άχυρο και οι πέτρες σε ποσοστό 27.2%. Χωρίς ορατές προσμείξεις στον πηλό εκπροσωπείται το 15.1% των κατασκευών, ενώ στο 9% των περιπτώσεων οι προσμείξεις είναι άγνώστες. Τέλος, ο πηλός περιέχει άχυρο και πέτρες σε ποσοστό (9%). Τα περισσότερα από τα μορφοποιημένα θραύσματα (71.8%) διαθέτουν διαμορφωμένες επιφάνειες. Από τα θραύσματα αυτά, τα περισσότερα παρουσιάζουν μια αδρή επιφάνεια (46.6%). Τα θραύσματα που σώζουν μια επιχρισμένη επιφάνεια απαντούν σε ποσοστό 16.9% και πρόκειται σε όλες τις περιπτώσεις για θραύσματα δαπέδου, εκτός από δύο συνανήκοντα θραύσματα, ίσως τμήματα τοίχου, που σώζουν ένα στρώμα πηλού με πάχος 4 χιλ. Οι λείες επιφάνειες καλύπτουν το 14.3%. Το 13.2% παρουσιάζει δύο αδρές επιφάνειες, ενώ τα θραύσματα με μια επιφάνεια λεία και μια αδρή καλύπτουν ποσοστό 4.5%. Ακολουθούν όσα διαθέτουν δύο επιφάνειες λείες (3%), μια επιφάνεια λεία και μια επιφάνεια με επίχρισμα (0.2%) και, τέλος, όσα διαθέτουν μια επιφάνεια αδρή και μια επιφάνεια με επίχρισμα (0.2%). Στα θραύσματα με δύο επιφάνειες, τις περισσότερες φορές οι επιφάνειες αυτές είναι παράλληλες ή σχηματίζουν ορθή γωνία (90 ), ενώ έχουν καταγραφεί και περιπτώσεις με γωνία μικρότερη των 90. Όλα τα θραύσματα (44 πηλοί) που φέρουν μια επιχρισμένη επιφάνεια, είτε μόνη της, είτε μαζί με μια αδρή επιφάνεια ή μια λεία επιφάνεια (σε δύο περιπτώσεις), χαρακτηρίστηκαν ως τμήματα δαπέδων. Ουσιαστικά, πρόκειται για θραύσματα με μια επίπεδη επιφάνεια στη μια πλευρά, ενώ διακρίνεται μια στρώση πηλού πάχους 4 χιλ. περίπου. Σε αρκετές περιπτώσεις ξεχωρίζει μια επιπλέον, τελική λεπτή στρώση πηλού 10 YR, 8/1 (white) (23.9%), 2.5 Y 8/1 (white) (23.9%), όπως και 10 YR, (8/2, 8/3, 8/4) very pale brown (13%), 7.5YR, 8/4 (pink 2.1%), 10YR, 5/1 (gray 2.1%), 10YR, 7/2 (light grey 2.1%), 5YR, 4/4 (reddish brown 2.1%) και 2.5Y, 5/1 (grey 2.1%). Σε αρκετές περιπτώσεις (19.5%), σημειώνεται διαβρωμένο ή/και απολεπισμένο επίχρισμα. Στην αντίθετη πλευρά του θραύσματος η επιφάνεια είναι ανώμαλη, εκτός από τις περιπτώσεις που καταγράφεται και μια δεύτερη επιφάνεια (αδρή ή λεία), η οποία βρίσκεται στην αντίθετη πλευρά του πηλού, σε παράλληλη διάταξη ως προς την πρώτη. Σε μια περίπτωση σώζεται αποτύπωμα χαλικιού. Επίσης, ως τμήματα δαπέδων χαρακτηρίστηκαν εννιά θραύσματα με μια 76

78 λεία επιφάνεια, ένα θραύσμα με μια αδρή επιφάνεια, λόγω ιζημάτων, και ένα θραύσμα με δύο αδρές επιφάνειες, τα οποία παρουσιάζουν όλα τα χαρακτηριστικά των δαπέδων. Τουλάχιστον μια εμπίεση σώζεται στο 40.7% του δείγματος που μελετήθηκε. Από τα θραύσματα αυτά, το μεγαλύτερο ποσοστό (68.4%) φέρει μόνο εμπιέσεις (μια ή περισσότερες), χωρίς την παρουσία κάποιας διαμορφωμένης επιφάνειας. Το 22.6% φέρει μια επιφάνεια αδρή και αποτυπώματα, το 3.4% μια επιφάνεια λεία και αποτυπώματα, ενώ το ίδιο ποσοστό (3.4%) κατέχουν θραύσματα με μια επιφάνεια επιχρισμένη και αποτυπώματα. Μικρό ποσοστό (2%) παρουσιάζει δύο επιφάνειες αδρές και αποτυπώματα. Έχουν καταγραφεί θραύσματα που σώζουν μέχρι 8 εμπιέσεις συνολικά. Οι περισσότερες εμπιέσεις που έχουν καταγραφεί αφορούν, κυρίως, βέργες. Στις περιπτώσεις που καταγράφεται μόνο ένα αποτύπωμα από βέργα σε ένα θραύσμα, το 97.1% φέρει αποτύπωμα μόνο από μια βέργα, ενώ το 1.4% φέρει μια βέργα και μια σανίδα. Με ποσοστό 1.4%, επίσης, αντιπροσωπεύονται τα θραύσματα που φέρουν μια βέργα και δύο δοκάρια. Όταν σώζονται μέχρι δύο αποτυπώματα βεργών, στις περισσότερες περιπτώσεις καταγράφονται μόνο 2 βέργες (91.8%), ενώ σε ποσοστό 8.1% καταγράφονται μαζί με ένα καλάμι. Έχουν καταγραφεί, ακόμα, ελάχιστα θράσματα που φέρουν μόνο τρεις βέργες, χωρίς την παρουσία κάποιου άλλου είδους αποτυπώματος, ενώ έχει καταγραφεί και μια περίπτωση θραύσματος με 4 βέργες. Χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί ένα μεγάλο θραύσμα πηλού που σώζει 7 βέργες σε διαγώνια διάταξη μεταξύ τους, παραπέμποντας στην τεχική των πλεκτών κλαδιών (wattle-and-daub), ενώ στο ίδιο κομμάτι πηλού καταγράφεται και ένα ακόμα αδιάγνωστο αποτύπωμα (εικ. 28). Τα αποτυπώματα των βεργών παρουσιάζουν, κυρίως, διαγώνια διάταξη μεταξύ τους (εικ. 29). Τα αποτυπώματα δοκαριών καταγράφονται μόνα τους στις περισσότερες περιπτώσεις (64.7%), ενώ θραύσματα με ένα αποτύπωμα δοκαριού μαζί με μια βέργα είναι λιγότερα (11.7%), όπως και στις περιπτώσεις που καταγράφονται μαζί με δύο βέργες (17.6%) ή με τρεις βέργες (5.8%) (εικ. 30). Η ελάχιστη διάμετρος δοκαριού που έχει υπολογιστεί είναι 36 χιλ. και η μέγιστη 135 χιλ. Σε τρεις μόνο περιπτώσεις σώζονται σε ένα θραύσμα αποτυπώματα από δύο δοκάρια. Μόνο ένα θραύσμα πηλού σώζει ένα αποτύπωμα από καλάμι, ενώ 8 θραύσματα φέρουν 77

79 αποτύπωμα από μια σανίδα και σε μια περίπτωση μαζί με τη σανίδα καταγράφεται και ένα αποτύπωμα από βέργα. Καταγράφονται, επίσης, αποτυπώματα από όστρεα και χαλίκια, τα οποία, ωστόσο, είναι ελάχιστα. Τα αποτυπώματα από όστρεα ανέρχονται σε 0.2%, δηλαδή μόνο μια καταγραφή, όπως και τα αποτυπώματα από χαλίκια (0.2%). Αδιάγνωστα αποτυπώματα σημειώνονται σε 16 θραύσματα (4.4%), ενώ σε τρία θραύσματα αναγνωρίζονται αποτυπώματα φύλλων (0.8%). Λάκκος 49 Χαρακτηριστικό είναι ότι από τον λάκκο 49 προέρχεται μικρός αριθμός θραυσμάτων, άμορφων και μορφοποιημένων, και το συνολικό τους βάρος είναι το ελάχιστο που έχει καταγραφεί σε σχέση με τους υπόλοιπους λάκκους, καθώς αντιστοιχεί σε γρ. Συγκεκριμένα, το σύνολο των πηλών ανέρχεται σε 346 θραύσματα, εκ των οποίων τα 152 (43.9%) είναι άμορφα και τα 194 (56.1%) μορφοποιημένα. Αντικείμενο λεπτομερούς μελέτης αποτέλεσαν 127 θραύσματα, που καταγράφηκαν ξεχωριστά. Τα περισσότερα θραύσματα προέρχονται από το στρώμα 5 (6.327 γρ.), ενώ από τον καθαρισμό της νότιας παρειάς προέρχεται το 1.8% του βάρους (118 γρ.). Η ελάχιστη τιμή που σημειώθηκε στην καταγραφή του βάρους των 127 θραυσμάτων, αντιστοιχεί σε 5 γρ. και η μεγαλύτερη σε 143 γρ., με μέσο όρο 28 γρ. Παρατηρείται μεγαλύτερη συχνότητα στα θραύσματα με βάρος από 0 έως 25 γρ. (63.7%), ενώ ακολουθούν οι τάξεις μεγέθους από 25 γρ. έως 50 γρ. (21.2%) και από 50 έως 100 γρ. (11.8%). Σε σχέση με το μέγιστο μήκος, η ελάχιστη τιμή που σημειώθηκε αντιστοιχεί σε 25 χιλ. και η μέγιστη τιμή σε 98 χιλ., ενώ ο μέσος όρος του είναι 45,9 χιλ. Μεγαλύτερη συχνότητα παρουσιάζουν τμήματα με μήκος από 25 χιλ. έως 50 χιλ. (70%) και από 50 χιλ. έως 100 χιλ. (28.3%). Το μέγιστο πλάτος/ύψος κυμαίνεται από 17 χιλ. έως 75 χιλ., με μέσο όρο 34,3 χιλ., με τμήματα που παρουσιάζουν τιμές από 25 χιλ. έως 50 χιλ. να εμφανίζουν τη μεγαλύτερη συχνότητα (89%), ενώ ακουλουθούν οι τάξεις μεγέθους από 0 έως 25 χιλ. (27%) και από 50 έως 100 χιλ. (11%). Τέλος, το πάχος τους κυμαίνεται από 11 χιλ. έως 49 χιλ., 78

80 με μέσο όρο 21,2 χιλ. Συχνότερα απαντούν τμήματα με πάχος από 0 έως 25 χιλ. (78.8%). Το σύνολο των θραυσμάτων χαρακτηρίζεται ως ψημένο (99.2%), ενώ εντοπίστηκε και ένα υαλοποιημένο θραύσμα. Ως προς την ειδική θέση των θραυσμάτων στο κτίσμα, τα περισσότερα αποτελούν τμήματα δαπέδων (46.6%), ενώ ακολουθούν με ποσοστό 39.3% τα τμήματα τοίχων. Λιγότερα είναι τα θραύσματα που χαρακτηρίστηκαν αδιάγνωστα ως προς τη λειτουργία τους (12.6%) και τα τμήματα κατασκευών (1.5%) (γράφημα 18). Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα 50 θραύσματα που χαρακτηρίστηκαν ως τμήματα τοίχων, καθώς διατηρούν τουλάχιστον μια επίπεδη επιφάνεια, ενώ καταγράφονται μέχρι δύο επίπεδες επιφάνειες, παράλληλες μεταξύ τους, στις δύο απέναντι πλευρές του πηλού. Στα περισσότερα θραύσματα διακρίνονται επάλληλες στρώσεις πηλού. Καταγράφονται θραύσματα με δύο επάλληλες στρώσεις (48%), με τρεις (30%), με τέσσερις (8%) και με πέντε (6%). Το πάχος των στρώσεων ποικίλει από 4 χιλ. το ελάχιστο έως 15 χιλ. το μέγιστο, με μέσο όρο 10 χιλ. Σε καμία περίπτωση δεν καταγράφεται κάποιου είδους αποτύπωμα. Ίσως να πρόκειται για τμήματα από επιχρίσματα τοίχων (εικ ). Σε σχέση με το χρώμα του πηλού, από τα 126 θραύσματα, στα οποία καταγράφηκε το χρώμα, ο πηλός στις περισσότερες περιπτώσεις είναι 7.5 YR, reddish yellow (46.4%) και 10 YR, yellow (45.6%). Σημειώνονται και άλλα χρώματα πηλών σε μικρότερα ποσοστά. Το χρώμα του πηλού των δαπέδων είναι στο μεγαλύτερο ποσοστό 10 YR, yellow (94.9%), ενώ των τοίχων είναι σε όλες τις περιπτώσεις 7.5 YR, reddish yellow (100%). Σημειώνεται για τις κατασκευές πηλός 10 YR, black (50%) και 7.5 YR, reddish yellow (50%). Το άχυρο αποτελεί τη βασική πρόσμειξη στον πηλό, σύμφωνα με τη μακροσκοπική μελέτη των 127 θραυσμάτων, καθώς συναντάται σε ποσοστό 51.1% των θραυσμάτων. Σε πολλά θραύσματα (44%) δε διακρίνονται ορατές προσμείξεις (καθαρός σχετικά ο πηλός), ενώ καταγράφονται και θραύσματα που περιέχουν πέτρες (3.9%). Από το 0.7% δεν ήταν δυνατή η αναγνώριση των προσμείξεων, λόγω συγκεκριμένης κατάστασης του πηλού (υαλοποιημένος, κ.ά.). Ασβεστολιθικές προσμείξεις καταγράφηκαν σε μικρό ποσοστό του δείγματος (1.6%). 79

81 Όσον αφορά τη σχέση τύπου και προσμείξεων, στον πηλό των δαπέδων δε διακρίνονται ορατές προσμείξεις στις περισσότερες περιπτώσεις (91.5%), ενώ σε μικρό ποσοστό σημειώνονται μικρές πέτρες (8.4%). Το άχυρο αποτελεί τη βασική πρόσμειξη σε όλα τα θραύσματα που χαρακτηρίστηκαν ως τμήματα τοίχων. Σχετικά με τον πηλό των κατασκευών είτε δε διακρίνονται ορατές προσμείξεις (50%), είτε δεν ήταν δυνατή η αναγνώριση των προσμείξεων, λόγω συγκεκριμένης κατάστασης του πηλού (υαλοποιημένος, κ.ά.) (50%). Μεγάλο ποσοστό των μορφοποιημένων θραυσμάτων (96.9%) διαθέτουν διαμορφωμένες επιφάνειες. Από τα θραύσματα αυτά, τα περισσότερα παρουσιάζουν μια επιφάνεια με επίχρισμα (45.6%) και ακολουθούν θραύσματα με μια επιφάνεια αδρή (31.5%), δύο επιφάνειες αδρές (13.3%), μια επιφάνεια λεία (5.5%) και μια επιφάνεια αδρή και μια λεία (0.7%). Όλα τα θραύσματα που φέρουν επιχρισμένη επιφάνεια χαρακτηρίστηκαν ως τμήματα δαπέδων (58 θραύσματα). Ουσιαστικά, πρόκειται για θραύσματα με μια επίπεδη επιφάνεια στη μια πλευρά, ενώ διακρίνεται μια στρώση πηλού πάχους 4 χιλ. περίπου. Πολλά από αυτά φέρουν επάλληλες στρώσεις πηλού με το ίδιο πάχος (51.7%) (εικ. 33). Έχουν καταγραφεί μέχρι 4 στρώσεις. Υπάρχουν, ακόμα, περιπτώσεις στις οποίες ξεχωρίζει μια επιπλέον, τελική λεπτή στρώση πηλού 10 YR, 8/1 white (48.2%). Στην αντίθετη πλευρά του θραύσματος η επιφάνεια είναι ανώμαλη. Επίσης, ως τμήμα δαπέδου χαρακτηρίστηκε ένα θραύσμα με μια λεία επιφάνεια, το οποίο παρουσιάζει όλα τα χαρακτηριστικά των δαπέδων. Αποτυπώματα σώζονται μόνο σε μικρό ποσοστό του δείγματος που μελετήθηκε, δηλαδή μόνο σε 16 θραύσματα (12.6%). Από αυτά, το 25% διατηρεί μόνο αποτυπώματα, ενώ έχουν καταγραφεί και θραύσματα που, εκτός από τα αποτυπώματα, φέρουν και μια επιφάνεια με επίχρισμα (75%). Μόνο σε τρία θραύσματα καταγράφονται εμπιέσεις βεργών, ενώ σε 13 θραύσματα που φέρουν μια επιφάνεια με επίχρισμα καταγράφονται εμπιέσεις από όστρεα, τα οποία βρίσκονται στην αντίθετη πλευρά του πηλού, σε σχέση με την επιφάνεια (εικ. 34). Αποτυπώματα χαλικιών καταγράφονται μόνο σε μια περίπτωση και συγκεκριμένα σε ένα θραύσμα δαπέδου. 80

82 Λάκκος 72 Από τον λάκκο 72 μελετήθηκαν 164 θραύσματα πηλών, το συνολικό βάρος των οποίων αντιστοιχεί σε γρ 14. Πρόκειται για το μεγαλύτερο συνολικό βάρος που έχει καταγραφεί, μετά από τον λάκκο 44. Τα μορφοποιημένα τμήματα (88 πηλοί) κατέχουν το μεγαλύτερο ποσοστό σε βάρος (93.7%) σε σχέση με τα άμορφα (6.3%), παρόλο που σε αριθμό δε υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ τους (76 άμορφα θραύσματα). Αντικείμενο λεπτομερούς μελέτης αποτέλεσαν 80 θραύσματα, που καταγράφηκαν ξεχωριστά. Το μεγαλύτερο ποσοστό σε βάρος καταγράφηκε στο στρώμα 13 (94.7%), ενώ ακολουθούν με μικρότερα ποσοστά το στρώμα 11 (4.1%), το στρώμα 16 (0.9%) και το στρώμα 10 (0.1%). Το βάρος τους παίρνει τιμές από 6 γρ. έως γρ. ο μέσος όρος του βάρους τους αντιστοιχεί στα 514,2 γρ., ωστόσο αξίζει να σημειωθεί η υψηλή τυπική απόκλιση των τιμών. Παρατηρείται μεγαλύτερη συχνότητα στα θραύσματα με βάρος από 50 γρ. έως 100 γρ. (18.7%), ενώ ακολουθούν οι τάξεις μεγέθους από 25 γρ. έως 50 γρ. (16.2%) και από 0 έως 25 γρ. (11.2%). Με μικρότερα ποσοστά αντιπροσωπεύονται οι υπόλοιπες κατηγορίες βάρους από 100 γρ. έως γρ. Το μέγιστο μήκος είναι μεταξύ 26 χιλ. και 320 χιλ. και ο μέσος όρος του είναι 105,6 χιλ. Παρατηρείται μεγαλύτερη συχνότητα δεδομένων στην τάξη μεγέθους από 50 έως 100 χιλ. (41.2%). Το μέγιστο πλάτος/ύψος κυμαίνεται από 22 χιλ. έως 280 χιλ., με μέσο όρο 82,9 χιλ., ενώ συχνότερα απαντούν θραύσματα με τιμές από 50 χιλ. έως 100 χιλ. (33.7%) και από 25 χιλ. έως 50 χιλ. (32.5%). Οι τιμές του πάχους κυμαίνονται από 9 χιλ. έως 180 χιλ. με μέσο όρο 45,8 χιλ. Στις περισσότερες περιπτώσεις (45%) οι τιμές που καταγράφονται για το πάχος είναι από 25 χιλ. έως 50 χιλ., ενώ ακολουθούν με ποσοστό 36.2% τμήματα με τιμές από 50 έως 100 χιλ. Σε σχέση με την κατάσταση διατήρησης, το μεγαλύτερο ποσοστό των θραυσμάτων (83.8%) χαρακτηρίζεται ως ψημένο, ενώ έχουν καταγραφεί και 13 υαλοποιημένα θραύσματα (16.2%). Όσον αφορά τη λειτουργία τους, ως αδιάγνωστα χαρακτηρίστηκαν τα περισσότερα θραύσματα (73.7%) και ακολουθούν τα τμήματα πλιθιών (15%), δαπέδων (3.7%), τοίχων (2.5%), κατασκευών (2.5%), στεγών/κατασκευών (1.2%) και τοίχων/στεγών (1.2%) (γράφημα 19). 14 Το συνολικό βάρος των θραυσμάτων ανέρχεται σε γρ. (348 θραύσματα). 81

83 Χαρακτηριστική είναι η ύπαρξη αρκετών πλιθιών και μεγάλων πήλινων μορφοποιημένων τμημάτων με μεγάλο ειδικό βάρος, τα οποία χαρακτηρίζουν την επίχωση του λάκκου και παραπέμπουν σε τμήματα κάποιου είδους διαλυμένης κατασκευής (εικ. 35). Από τα 58 θραύσματα, στα οποία σημειώθηκε το χρώμα, το μεγαλύτερο ποσοστό κατέχουν θραύσματα που ο πηλός στο μεγαλύτερο τμήμα τους είναι 10 YR, very pale brown (31%) και ακολουθούν θραύσματα με πηλό 10 YR, red (12%), 2.5 YR, red (12%), 5YR, reddish yellow (5.2%), 2.5 Y, pale yellow (6.9%), 7.5 YR, reddish yellow (5.1%). Σημειώνονται και άλλα χρώματα πηλών σε μικρότερα ποσοστά. Το χρώμα του πηλού των δαπέδων κυμαίνεται μεταξύ 10 YR, yellow (50%) και 10 YR, brownish yellow (50%), ενώ των τοίχων μεταξύ 10 YR, red (50%) και 5 YR, reddish yellow (50%). Σημειώνεται για τις κατασκευές πηλός 10 YR, very pale brown (50%) και 5 YR, yellowish red (50%). Τα τμήματα των πλιθιών χαρακτηρίζονται, κυρίως, από πηλό 10 YR, very pale brown (66.6%), ενώ σημειώνεται και πηλός 2.5 Y, pale yellow (8.3%), 5 YR, reddish yellow (8.3%), 10 YR, black (8.3%) και 7.5 YR, reddish yellow (8.3%). Σε σχέση με τις προσμείξεις στον πηλό το άχυρο αποτελεί τη συχνότερη κατηγορία με ποσοστό 80%, ενώ ακολουθούν θραύσματα στα οποία δεν ήταν δυνατή η αναγνώριση προσμείξεων (15%), λόγω συγκεκριμένης κατάστασης του πηλού (υαλοποιημένος, κ.ά.), και θραύσματα χωρίς ορατές προσμείξεις (2.5%). Οι μικρές πέτρες αποτελούν τη βασική πρόσμειξη στο 2.5% των θραυσμάτων. Ασβεστολιθικές προσμείξεις καταγράφηκαν σε 12 θραύσματα (15%). Όσον αφορά τη σχέση τύπου και προσμείξεων, στα περισσότερα τμήματα δαπέδων καταγράφονται μικρές πέτρες (66.6%), ενώ στα υπόλοιπα δεν καταγράφονται ορατές προσμείξεις (33.3%). Το άχυρο αποτελεί τη βασική πρόσμειξη σε όλα τα θραύσματα που χαρακτηρίστηκαν ως τμήματα τοίχων, κατασκευών και πλιθιών (100%). Μεγάλο ποσοστό των μορφοποιημένων θραυσμάτων (76.3%) διαθέτουν διαμορφωμένες επιφάνειες. Από τα θραύσματα αυτά, τα περισσότερα παρουσιάζουν μια αδρή επιφάνεια (30%) και ακολουθούν θραύσματα με μια αδρή και μια λεία επιφάνεια (15%), δύο επιφάνειες αδρές (12.5%), μια επιφάνεια λεία 82

84 (8.7%), μια επιφάνεια με επίχρισμα (3.7%), δύο επιφάνειες λείες (2.5%), τρεις επιφάνειες λείες (2.5%) και μια επιφάνεια αδρή και δύο επιφάνειες λείες (1.2%). Τα τρία θραύσματα που φέρουν μια επιχρισμένη επιφάνεια χαρακτηρίστηκαν ως τμήματα δαπέδων. Ουσιαστικά, πρόκειται για θραύσματα με μια επίπεδη επιφάνεια στη μια πλευρά, ενώ διακρίνεται μια στρώση πηλού πάχους 4 χιλ. περίπου. Στις δύο περιπτώσεις ξεχωρίζει μια επιπλέον, τελική λεπτή στρώση πηλού 10 YR, 8/1 white. Αποτυπώματα σώζονται μόνο σε μικρό ποσοστό του δείγματος που μελετήθηκε, δηλαδή μόνο σε 17 θραύσματα (21.2%). Από αυτά, το 52.9% διατηρεί μόνο αποτυπώματα, ενώ λιγότερα είναι τα θραύσματα που, εκτός από τα αποτυπώματα, φέρουν και μια αδρή επιφάνεια (29.4%), μια επιφάνεια λεία (11.7%) ή δύο επιφάνειες αδρές (5.8%). Έχουν καταγραφεί θραύσματα που σώζουν μέχρι 5 εμπιέσεις συνολικά. Καταγράφονται εμπιέσεις βεργών, κυρίως, και ελάχιστες εμπιέσεις από σανίδες. Σε όλες τις περιπτώσεις, όταν καταγράφεται ένα αποτύπωμα από βέργα, δεν υπάρχουν αποτυπώματα άλλων ξύλινων στοιχείων στο ίδιο θραύσμα. Όταν σώζονται μέχρι δύο αποτυπώματα βεργών, στις περισσότερες περιπτώσεις καταγράφονται μόνο 2 βέργες (60%), ενώ σε ποσοστό 20% καταγράφονται μαζί με μια σανίδα ή με δύο σανίδες (20%). Όταν σώζονται τρία ή πέντε αποτυπώματα βεργών καταγράφονται σε όλες τις περιπτώσεις, χωρίς την παρουσία κάποιου άλλου είδους αποτυπώματος. Στις τρεις περιπτώσεις που σώζεται αποτύπωμα από μια σανίδα καταγράφεται χωρίς την παρουσία κάποιου άλλου είδους αποτυπώματος (75%), ενώ σε μια περίπτωση σώζονται μαζί με το αποτύπωμα της σανίδας και δύο αποτυπώματα βεργών. Επίσης, καταγράφηκε μόνο ένα θραύσμα που φέρει δύο αποτυπώματα από σανίδες μαζί με δύο βέργες. Καταγράφονται, επίσης, αδιάγνωστα αποτυπώματα σε δύο θραύσματα (ίσως αποτυπώματα από δάχτυλα σε μια περίπτωση) και ένα αποτύπωμα από φύλλο. 83

85 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3-ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΚΑΙ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ 3.1 Θραύσματα πηλών: τμήματα ανωδομής των υπόσκαφων κτιρίων ή αποτέλεσμα τυχαίας ή σκόπιμης απόρριψης ; Είναι γεγονός ότι το σκάψιμο λάκκων αποτελεί μια διαδεδομένη πρακτική που συναντάται στους νεολιθικούς οικισμούς του ελληνικού και ευρύτερου ευρωπαϊκού χώρου. Ανάλογα με τη λειτουργία ή τη χρήση τους οι λάκκοι ερμηνεύονται ως χώροι κατοικίας ή αποθήκευσης, ως χώροι απόρριψης των απορριμμάτων ενός οικισμού ή ως λάκκοι ταφής. Για τον προσδιορισμό της λειτουργίας του λάκκου λαμβάνεται υπόψη η μορφολογία του (σχήμα, διαστάσεις, μορφή τοιχωμάτων, πυθμένας κ.ά.), αλλά και το περιεχόμενο των επιχώσεών του. Ωστόσο, στη διάρκεια της λειτουργίας του είναι πιθανή η αλλαγή της χρήσης του. Ένας λάκκος κατοίκησης, για παράδειγμα, θα μπορούσε να μεταβληθεί σε απορριμματικό λάκκο με το τέλος της χρήσης του, ένας λάκκος εξόρυξης να μετατραπεί σε χώρο κατοικίας ή σε χώρο απόρριψης κτλ. Το πρόβλημα στην περίπτωση αυτή έγκειται στην αναγνώριση των πρωτογενών και δευτερογενών επιχώσεων, οι οποίες αντιστοιχούν σε διαφορετικά επεισόδια χρήσης του λάκκου, κάτι το οποίο αποδεικνύεται ιδιαίτερα δύσκολο και έχει προκαλέσει πολλές συζητήσεις με σκοπό την ανάλυσή τους (Chapman 2000: 64, Παππά 2008: 313, 418). Για τον προσδιορισμό της λειτουργίας ενός λάκκου δεν αρκεί μόνο η εξέταση της επίχωσής του, καθώς, όπως αναφέρθηκε, τα ευρήματα θα μπορούσαν να είναι τα ίδια σε όλες τις κατηγορίες λάκκων, αλλά κρίνεται απαραίτητη και η μελέτη της στρωματογραφίας και της μορφολογίας του, για τον προσδιορισμό της αρχικής τουλάχιστον χρήσης του. Έτσι, αν ένας λάκκος πληρεί τα κριτήρια για χώρο κατοίκησης (βλ. Κεφάλαιο 1.3), η επίχωση ενός υπόσκαφου σπιτιού θα μπορούσε να αποτελείται από μια σχετικά απλή στρωματογραφία και σημαντικές ποσότητες κεραμικής, οστών και μικροευρημάτων. Για την αναγνώριση ενός στρώματος καταστροφής από την κατάρρευση της ανωδομής ενός υπόσκαφου κτιρίου λόγω πυρκαγιάς, αναμένεται στρώμα με καύσεις, υπολείμματα κάρβουνου και 84

86 θραυσμάτων πηλού από την επένδυση των τοίχων. Ωστόσο, η εικόνα αυτή δεν είναι αντιπροσωπευτική των υπόσκαφων οικιών που δεν καταστράφηκαν από πυρκαγιά, όπως π.χ. συμβαίνει στον Μακρύγιαλο, αλλά και τη Θέρμη (Μπατζέλας 2008α: 157). Σύμφωνα με μελέτη που πραγματοποιήθηκε σε υλικό που προέρχεται από 8 λάκκους από τη νεολιθική θέση Ρεβένια Κορινού στη Βόρεια Πιερία και αφορά οικοδομικούς πηλούς, προέρχονται αρκετά ενδιαφέροντα στοιχεία που συμβάλλουν κατά ένα μέρος στην κατανόηση της χρήσης κάποιων από τους λάκκους. Συγκεκριμένα στα πλαίσια της μελέτης επελέγησαν λάκκοι, οι οποίοι σύμφωνα με κάποια κριτήρια θεωρούνται πιθανές υπόσκαφες οικίες. Χαρακτηριστικό όλων των λάκκων είναι η παρουσία μικρών ή μεγάλων ποσοτήτων οπτών αχυροπηλών ή και πλιθιών. Στις περισσότερες περιπτώσεις, εκτός από τους πηλούς σημειώνεται η παρουσία και άλλων ευρημάτων, όπως κεραμικής, οστών, οστρέων, διαφόρων μικροευρημάτων και άλλων αντικειμένων. Σκοπός της μελέτης είναι να γίνει ανάλυση των λάκκων σύμφωνα με τους οικοδομικούς πηλούς που βρίσκονται σε αυτούς και να απαντηθεί το ερώτημα για το αν πρόκειται για τμήματα της ανωδομής τους ή αν πρόκειται για αρχιτεκτονικά κατάλοιπα άλλων οικιών της ευρύτερης περιοχής που μεταφέρθηκαν στο λάκκο με βάση τη θεωρία της καύσης των νεολιθικών οικιών στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων, ή αν απλά πρόκειται για απορρίμματα. Σύμφωνα με το μοντέλο κατανομής των πηλών, το μέγεθος των θραυσμάτων, η ποσότητα επίχωσης (βάρος) και τα διαγνωστικά τους χαρακτηριστικά είναι οι κύριες μεταβλητές που είναι χρήσιμες στον προσδιορισμό της λειτουργίας του λάκκου. Προκύπτει το συμπέρασμα ότι στους περισσότερους λάκκους οι πηλοί αποτελούν κατάλοιπα δευτερογενούς χρήσεως, καθώς η ποσότητα και των μέγεθος των πηλών, όπως και η ύπαρξη ή όχι διαγνωστικών αρχιτεκτονικών πηλών, δεν συμφωνούν με το ποσοστό που θα αντιστοιχούσε στα κατάλοιπα ανωδομής ενός κτιρίου. Σε όλες τις περιπτώσεις τα θραύσματα των πηλών έχουν δεχτεί την επίδραση της φωτιάς και είναι αυτός ο λόγος που διατηρούνται στην κατάσταση αυτή, ενώ υπάρχουν και λίγες περιπτώσεις υαλοποιημένων πηλών. Όσον αφορά τους πηλούς που σώζουν αποτυπώματα, το μεγαλύτερο ποσοστό κατέχουν αποτυπώματα από ξύλα μικρής διαμέτρου, καλάμια ή βέργες σε παράλληλη ή διαγώνια διάταξη που παραπέμπουν στην τεχνική δόμησης wattle-and-daub. 85

87 Υπάρχουν, επίσης, αποτυπώματα από δοκάρια και σανίδες σε πολύ μικρότερο ποσοστό. Αξίζει να αναφερθεί ότι μόνο σε δύο λάκκους (λάκκος 5 και 44) εντοπίζεται σχετικά μεγάλη ποσότητα πηλών με αποτυπώματα. Αξίζει να αναφερθεί η παρουσία, στους περισσότερους λάκκους, θραυσμάτων που χαρακτηρίστηκαν αρχικά ως τμήματα δαπέδων, καθώς διαθέτουν όλα τα χαρακτηριστικά των δαπέδων (θραύσματα που στη μια πλευρά φέρουν μια επίπεδη, λεία επιφάνεια και στην άλλη πλευρά η επιφάνεια είναι ανώμαλη ή με αποτυπώματα χαλικιών, ενώ ο πηλός είναι σχετικά λεπτόκοκκος, χωρίς προσμείξεις). Ωστόσο, παρατηρήθηκε ότι στα περισσότερα από αυτά διακρίνεται μια στρώση πηλού πάχους 4 χιλ. περίπου. Πολλά από αυτά φέρουν επάλληλες στρώσεις πηλού με το ίδιο πάχος. Έχουν καταγραφεί μέχρι 4 στρώσεις. Υπάρχουν, ακόμα, περιπτώσεις στις οποίες ξεχωρίζει μια επιπλέον, τελική λεπτή στρώση πηλού, συχνότερα 10 YR, 8/1 white και 10YR, 8/3 ή 7/4 (very pale brown). Παρόμοια θραύσματα πηλών εντοπίζονται και σε άλλες περιοχές, με χαρακτηριστική την περίπτωση στην Αυγή Καστοριάς, με θραύσματα που παρουσιάζουν μια επίπεδη, λεία επιφάνεια, χρώματος ανοιχτού καστανού (very pale brown και light yellowish brown). Στην αντίθετη πλευρά του πηλού η επιφάνεια είναι συνήθως ανώμαλη, ενώ σημειώνονται και αδιάγνωστα αποτυπώματα ή αποτυπώματα μικρών χαλικιών, αποτέλεσμα της επαφής του με την επιφάνεια του εδάφους ή με κάποιο υπόστρωμα από χαλίκια, όπως συμβαίνει στις θερμικές κατασκευές. Σε μεγάλο ποσοστό αυτού του είδους θραυσμάτων, σημειώνεται η πιθανότητα ύπαρξης ενός επιπλέον στρώματος πηλού με πάχος που κυμαίνεται από 3 εως 8 χιλ., κάτι το οποίο δεν επιβεβαιώνεται από τη μικροσκοπική ανάλυση λεπτών τομών στα δείγματα. Η λείανση της επιφάνειας θα μπορούσε να αποτελεί μέρος της κατασκευαστικής διαδικασίας, ενώ ο πηλός δεν περιέχει προσμείξεις (Kloukinas 2014: 177). Είναι πιθανό το ψήσιμό τους να είναι αποτέλεσμα της χρήσης τους ή της κατασκευής τους, προκειμένου να αυξηθεί η αντοχή τους (Carneiro & Mateiciucova 2007: 272). Στην περίπτωση της Αυγής τα θραύσματα αυτά ερμηνεύονται ως τμήματα δαπέδων θερμικών κατασκευών ή επιφανειών εργασίας, αφού πρώτα αποκλείστηκε η χρήση τους ως δάπεδα οικιών λόγω του σχετικά περιορισμένου αριθμού τους, όπως και της απουσίας μικροστρωμάτων που αποτελούν χαρακτηριστικών των δαπέδων κτιρίων, λόγω των περιοδικών 86

88 ανακαινίσεων σε αυτά. Σημαντικό στοιχείο αποτελεί και το γεγονός ότι εντοπίζονται συγκεντρωμένα τις περισσότερες φορές, όπως και η ύπαρξη αποτυπώματων χαλικιών στην κάτω επιφάνειά τους, συνδέοντας τα με θερμικές κατασκευές (Kloukinas 2014: ). Στο ίδιο συμπέρασμα καταλήγουν και οι μελετητές του ίδιου υλικού από το Ecsegfalva (Carneiro & Mateiciucova 2007: 272). Μελετώντας την περίπτωση των θραυσμάτων από τα Ρεβένια παρατηρούνται ομοιότητες με τα θραύσματα της Αυγής, με κάποια χαρακτηριστικά δείγματα να παρουσιάζουν ίχνη καύσης στην επιφάνειά τους, ενώ έχουν καταγραφεί αποτυπώματα από χαλίκια, όστρακα ή και όστρεα στην κάτω επιφάνειά τους. Πιο πειστική είναι η ερμηνεία τους ως τμήματα θερμικών κατασκευών ή επιφανειών εργασίας, ωστόσο περαιτέρω εργαστηριακές έρευνες και μικροσκοπικές αναλύσεις για τη μελέτη της ύπαρξης ή όχι μικροστρωμάτων, θεωρούνται απαραίτητες για τον ασφαλή προσδιορισμό της λειτουργίας αυτής της κατηγορίας θραυσμάτων πηλού. 3.2 Ρεβένια Κορινού: αποτελέσματα. Ακολουθεί αναλυτικότερα μια σύνοψη των συμπερασμάτων για τον κάθε λάκκο ξεχωριστά, ενώ θεωρείται δεδομένο ότι χρησιμοποιήθηκαν αρχικά ως χώροι κατοίκησης, εκτός από τον λάκκο 49. Λάκκος 2 Από τον λάκκο 2 προέρχεται ο μεγαλύτερος αριθμός θραυσμάτων οικοδομικών πηλών που καταγράφηκε, σε σχέση με τους υπόλοιπους λάκκους, συγκεκριμένα θραύσματα, το συνολικό βάρος των οποίων αντιστοιχεί σε γρ. Τα μορφοποιημένα τμήματα κατέχουν μεγαλύτερο ποσοστό σε βάρος (55%), σε σχέση με τα άμορφα (γράφημα 11). Τα περισσότερα θραύσματα είναι μικρά σε μέγεθος. Συγκεκριμένα, τα μεγαλύτερα ποσοστά καταγράφονται στις κατηγορίες μεγέθους από χιλ. (54.1%) κ από 0-25 χιλ (36.4%) (γράφημα 1). Αγνοώντας τα άμορφα θραύσματα και λαμβάνοντας υπόψη μόνο τα μορφοποιημένα, διαπιστώνεται ότι τα περισσότερα από αυτά είναι τμήματα δαπέδων (55.6%), ενώ για μεγάλο ποσοστό των πηλών δεν ήταν δυνατός ο προσδιορισμός της λειτουργίας τους (42.3%), λόγω 87

89 των ελάχιστων στοιχείων που διέσωζαν προκειμένου να τους αποδοθεί συγκεκριμένη θέση στο οικοδόμημα. Ελάχιστα είναι τα τμήματα τοίχων (1.2%) και κατασκευών (0.8%) (γράφημα 12). Σχεδόν το σύνολο των θραυσμάτων χαρακτηρίστηκε «ψημένο», υποδεικνύοντας την επίδρασης της φωτιάς, ενώ ελάχιστα είναι τα υαλοποιημένα θραύσματα που εντοπίστηκαν (μόνο 12 θραύσματα), ως αποτέλεσμα των ιδιαίτερα υψηλών θερμοκρασιών που αναπτύσσονται, το οποίο δεν επαληθεύεται στη συγκεκριμένη περίπτωση. Ως προς το χρώμα του πηλού, το οποίο εξαρτάται από τον πηλό που χρησιμοποιήθηκε και τις χημικές μεταβολές που προκάλεσε στη συνέχεια η φωτιά, στα περισσότερα θραύσματα, εκτός από τα θραύσματα που αποτελούν τμήματα δαπέδων, το χρώμα του πηλού κυμαίνεται μεταξύ 7.5 YR (reddish yellow), 5 YR (reddish yellow) και 10 YR (very pale brown). Ελάχιστα στο σύνολο είναι τα δείγματα με μαύρο πηλό. Αυτό υποδεικνύει ότι ο πηλός ψήθηκε σε ένα οξειδωτικό περιβάλλον, ενώ παρατηρείται σχετική ομοιομορφία στο σύνολο. Σε όλα τα θραύσματα τοίχων ο πηλός είναι αναμεμειγμένος με άχυρο, ενώ στα δάπεδα ο πηλός είναι σχετικά καθαρός, με κάποια τμήματα να έχουν μικρές πέτρες. Μικρό είναι το δείγμα των μορφοποιημένων πηλών που σώζουν αποτυπώματα (10.9%), κυρίως βέργες σε παράλληλη ή διαγώνια μεταξύ τους διάταξη, παραπέμποντας στην τεχνική των πλεκτών κλαδιών (wattle-and-daub). Ωστόσο, τα στοιχεία που σώζονται είναι σχετικά ελάχιστα για περαιτέρω ερμηνεία. Λαμβάνοντας υπόψη την εικόνα των μορφοποιημένων θραυσμάτων, από τα οποία ξεχωρίζουν τα τμήματα δαπέδων, με ελάχιστες τις πληροφορίες για τμήματα της ανωδομής (τοίχου και στέγης), καθώς είναι ελάχιστα τα θραύσματα που φέρουν αποτυπώματα του ξύλινου σκελετού και σώζονται αποσπασματικά, γίνεται σαφές ότι δεν υπάρχει κάποιος συσχετισμός μεταξύ τους ως συνόλο που θα χαρακτήριζε τα κατάλοιπα κάποιας ανωδομής που κατέρρευσε. Χαρακτηριστικό είναι το μικρό μέγεθος των περισσότερων θραυσμάτων, όπως και το γεγονός ότι τα άμορφα θραύσματα υπερτερούν σε αριθμό σε σχέση με τα μορφοποιημένα, αλλά παρουσιάζουν μικρότερο συνολικό βάρος. Αυτό υποδηλώνει την ύπαρξη πολλών μικροσκοπικών και διαβρωμένων θραυσμάτων, αποτέλεσμα, ίσως, απόρριψης στον λάκκο. Το συμπέρασμα αυτό ενισχύεται αν υπολογιστούν και οι μεγάλες ποσότητες οστρέων του είδους Cerastoderma glaucum, Poiret, που εντοπίστηκαν στην ίδια 88

90 επίχωση. Σύμφωνα με τα στοιχεία της κάθετης στρωματογραφίας που υποδεικνύουν την ύπαρξη περισσότερων στρωμάτων (σχ. 3-4), το στρώμα που παρουσιάζει τα περισσότερα ευρήματα βρίσκεται στο ανώτερο τμήμα του λάκκου, γεγονός που ενισχύει τη δευτερογενή απορριμματική του χρήση. Επομένως, οι οικοδομικοί πηλοί του λάκκου φαίνεται να αποτελούν τα κατάλοιπα δευτερογενούς χρήσεως. Λάκκος 5 Από τον λάκκο 5 προέρχονται 873 θραύσματα οικοδομικών πηλών, εκ των οποίων τα 414 είναι μορφοποιημένα. Το συνολικό τους βάρος είναι γρ., ενώ τα μορφοποιημένα θραύσματα καταλαμβάνουν ποσοστό 73.9% σε βάρος. Αν ληφθεί υπόψη το μέγεθος του λάκκου (24.44μ² πρόκειται για τον μεγαλύτερο λάκκο στην περιοχή του ανασκαμμένου χώρου), η ποσότητα των θραυσμάτων θεωρείται μικρή, ενώ τα θραύσματα χαρακτηρίζονται μεσαίου μεγέθους (τα περισσότερα με μέγιστο μήκος από 50 έως 100 χιλ. 66.7%), κυρίως, ενώ υπάρχουν και λίγα μεγάλα θραύσματα (γράφημα 2). Από τη μελέτη των μορφοποιημένων θραυσμάτων, στα περισσότερα δεν ήταν δυνατή η αναγνώριση της οικοδομικής τους θέσης στο κτίριο (70%), ενώ αναγνωρίστηκαν τμήματα τοίχων (13.3%), δαπέδων (13.3%) και κατασκευών (3.3%) (γράφημα 13). Μόνο τέσσερα είναι τα υαλοποιημένα θραύσματα, γεγονός που υποδεικνύει την περιορισμένη ανάπτυξη ιδιαίτερα υψηλής θερμοκρασίας στο σύνολο του δείγματος. Το χρώμα του πηλού που σημειώνεται στα περισσότερα θραύσματα, με εξαίρεση τα τμήματα δαπέδων, είναι 7.5 YR, 5/8 strong brown, 7.5 YR, (6/8, 7/6, 7/8) reddish yellow και 10 YR, 2/1 black. Συμπεραίνεται διαφορετικό περιβάλλον καύσης ανάμεσα στα θραύσματα, με κάποια να έχουν ψηθεί σε οξειδωτική και άλλα σε αναγωγική ατμόσφαιρα. Σε όλα τα θραύσματα τοίχων ο πηλός είναι αναμεμειγμένος με άχυρο, ενώ στα δάπεδα ο πηλός είναι σχετικά καθαρός, με κάποια τμήματα να έχουν μικρές πέτρες. Τα μισά από τα μορφοποιημένα θραύσματα (50.9%) φέρουν αποτυπώματα. Καταγράφονται, κυρίως, εμπιέσεις από καλάμια και βέργες, και λιγότερες από δοκάρια και σανίδες. Οι εμπιέσεις από καλάμια, στις περισσότερες περιπτώσεις, 89

91 είναι παράλληλες μεταξύ τους, στη σειρά και εφάπτονται, παραπέμποντας σε δέσμες καλαμιών που τοποθετούνται κάθετα στην περιοχή ανάμεσα στους πασσάλους, καλύπτοντας το κενό, ενώ στη συνέχεια επενδύονταν με πηλό στην εσωτερική ή και την εξωτερική τους πλευρά. Επίσης, θα μπορούσαν να υποδηλώνουν την ύπαρξη λεπτού διαχωριστικού τοίχου. Όταν καταγράφονται και βέργες παρατηρείται παράλληλη ή διαγώνια διάταξη μεταξύ των αποτυπωμάτων, ενω τα δοκάρια σχετίζονται κάποιες φορές με βέργες, παραπέμποντας στην τεχνική των πλεκτών κλαδιών (wattle-and-daub). Συμπερασματικά, τα μορφοποιημένα θραύσματα θεωρείται ότι αποτελούν ικανοποιητικό ποσοστό (47.2%) του δείγματος, ενώ παρέχουν πληροφορίες για την τεχνική δόμησης, λόγω του μεγάλου σχετικά αριθμού αποτυπωμάτων που σώζονται σε αρκετά από αυτά. Διαπιστώνεται με επιφύλαξη η ύπαρξη δύο τεχνικών δόμησης, ωστόσο τα στοιχεία είναι ανεπαρκή για περαιτέρω ερμηνεία. Στο σύνολο του δείγματος καταγράφονται τμήματα τοίχων, κατασκευών και δαπέδων, ενώ κάποια χαρακτηρίστηκαν ως πιθανά τμήματα στέγης, αποτελώντας, ίσως, τα κατάλοιπα ανωδομής κτιρίου που κατέρρευσε στον λάκκο. Τα ευρήματα του λάκκου προέρχονται από την ενιαία επίχωση, χωρίς να υπάρχουν στοιχεία για περισσότερα στρώματα. Εκτός από πηλούς η επίχωση είναι πλούσια και σε άλλα ευρήματα, με χαρακτηριστικές τις συγκεντρώσεις κεραμικής και οστρέων, του είδους Cerastoderma glaucum, Poiret. Επομένως, οι οικοδομικοί πηλοί είναι πιθανό να αποτελούν κατάλοιπα ανωδομής που κατέρρευσε μέσα στον λάκκο, αν και πιο πειστική τείνει να είναι η ερμηνεία τους ως κατάλοιπα της δευτερογενούς απορριμματικής του χρήσης. Λάκκος 7 Από τον λάκκο 7 προέρχονται 661 θραύσματα πηλών, με συνολικό βάρος γρ. Τα μορφοποιημένα κατέχουν μεγαλύτερο ποσοστό σε βάρος που αντιστοιχεί σε 68.8%. Τα θραύσματα χαρακτηρίζονται μεσαίου μεγέθους, κυρίως, ενώ υπάρχουν και αρκετά μεγάλα κομμάτια πηλού (η κατηγορία μεγέθους από χιλ. αντιπροσωπεύεται από το 60% των θραυσμάτων, ενώ η κατηγορία από χιλ. από το 21.1%) (γράφημα 3). Τα περισσότερα μορφοποιημένα θραύσματα είναι 90

92 δάπεδα (53.4%), με λιγότερα τα αδιάγνωστα ως προς τη λειτουργία τους θραύσματα, τα τμήματα τοίχων, κατασκευών και πιθανών στεγών/κατασκευών (γράφημα 14). Τα υαλοποιημένα θραύσματα που υποδεικνύουν την ανάπτυξη υψηλών θερμοκρασιών καλύπτουν μικρό ποσοστό (1.1%) του δείγματος. Χωρίς να ληφθούν υπόψη τα τμήματα δαπέδων, κυριαρχούν θραύσματα με πηλό 7.5 και 5 YR, reddish yellow, όπως και 10 YR, black, υποδεικνύοντας διαφορετικό περιβάλλον καύσης ανάμεσα στα θραύσματα, με κάποια να έχουν ψηθεί σε οξειδωτική και άλλα σε αναγωγική ατμόσφαιρα. Σε όλα τα θραύσματα τοίχων ο πηλός είναι αναμεμειγμένος με άχυρο, ενώ στα δάπεδα ο πηλός είναι σχετικά καθαρός, με κάποια τμήματα να έχουν μικρές πέτρες. Ελάχιστα είναι τα θραύσματα (60 πηλοί) που φέρουν αποτυπώματα, κυρίως βεργών και δοκαριών, αλλά και καλαμιών και σανιδιών. Λόγω της αποσπασματικότητάς τους, όμως, δεν προσφέρουν πληροφορίες για τις τεχνικές δόμησης, καθώς τις περισσότερες φορές σώζεται ένα μόνο αποτύπωμα σε ένα θραύσμα. Το γεγονός ότι υπερτερούν τα θραύσματα δαπέδων, ενώ τα στοιχεία που συνδέονται με την ανωδομή ενός κτίσματος είναι λιγοστά, χωρίς κάποια ομοιομορφία μεταξύ τους, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι δεν αποτελούν μέρος των καταλοίπων που θα σχετίζονταν με την ανωδομή ενός κτιρίου που κατέρρευσε. Από τον λάκκο 7 προέρχονται πολλά ευρήματα από όλες τις κατηγορίες, με χαρακτηριστικές τις συγκεντρώσεις κεραμικής και οστρέων, του είδους Cerastoderma glaucum, Poiret, ενώ σύμφωνα με τα στοιχεία της κάθετης στρωματογραφίας υποδεικνύεται η ύπαρξη περισσότερων στρωμάτων. Είναι πιθανό, λοιπόν, το σύνολο των οικοδομικών πηλών από τον λάκκο να είναι αποτέλεσμα τυχαίας ή σκόπιμης απόρριψης στον λάκκο, σε κάποια δευτερογενή χρήση του. Λάκκος 11 Οι οικοδομικοί πηλοί που μελετήθηκαν από τον λάκκο 11 έχουν αρκετά κοινά χαρακτηριστικά με αυτούς του λάκκου 7, σε σχέση με την ποσότητα και τον τύπο. Συγκεκριμένα, από τον λάκκο 11 προέρχεται μικρή σχετικά ποσότητα υλικού, αν ληφθεί υπόψη και το μέγεθος του λάκκου. Πρόκειται για 430 θραύσματα με 91

93 συνολικό βάρος γρ., με τα μορφοποιημένα θραύσματα να κατέχουν μεγάλο ποσοστό σε βάρος (62%). Τα θραύσματα χαρακτηρίζονται μεσαίου μεγέθους, κυρίως, ενώ υπάρχουν και αρκετά μεγάλα κομμάτια πηλού (η κατηγορία μεγέθους από χιλ. αντιστοιχεί στο 64.8% του συνόλου των θραυσμάτων, ενώ η κατηγορία από χιλ. στο 27.2%) (γράφημα 4). Αδιάγνωστα ως προς την ειδική τους θέση στο κτίριο χαρακτηρίστηκαν τα περισσότερα μορφοποιημένα θραύσματα (54.1%), ενώ μεγάλο ποσοστό κατέχουν τα τμήματα δαπέδων (39.1%). Ελάχιστα είναι τα στοιχεία για τμήματα της ανωδομής (τοίχων και στεγών) και των κατασκευών (γράφημα 15). Τα υαλοποιημένα θραύσματα που υποδεικνύουν την ανάπτυξη υψηλών θερμοκρασιών κατέχουν ποσοστό 4.5% του δείγματος. Το χρώμα του πηλού στα περισσότερα θραύσματα, με εξαίρεση τα τμήματα των δαπέδων, είναι 5 YR και 7.5 YR, reddish yellow, ενώ από μικρότερα ποσοστά αντιπροσωπεύεται ο πηλός 10 YR, very pale brown και 10 YR, black, κάτι που υποδηλώνει διαφορετικό περιβάλλον καύσης ανάμεσα στα θραύσματα, με κάποια να έχουν ψηθεί σε οξειδωτική και άλλα σε αναγωγική ατμόσφαιρα. Σε όλα τα θραύσματα τοίχων ο πηλός είναι αναμεμειγμένος με άχυρο, ενώ στα δάπεδα ο πηλός είναι σχετικά καθαρός, με κάποια τμήματα να έχουν μικρές πέτρες. Τα θραύσματα που σώζουν αποτυπώματα είναι ελάχιστα (17 πηλοί) και αφορούν μόνο βέργες και ελάχιστες σανίδες, καθιστώντας δύσκολη την αναγνώριση της τεχνικής δόμησης, καθώς τις περισσότερες φορές σώζεται ένα μόνο αποτύπωμα σε ένα θραύσμα. Η εικόνα που παρουσιάζεται εδώ, με τα λιγοστά θραύσματα που σώζουν στοιχεία ανωδομής, ενώ υπάρχουν αρκετά τμήματα δαπέδων, τα οποία υπερτερούν, όπως και στον λάκκο 7, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι δεν αποτελούν τμήμα κάποιου συνόλου που να σχετίζεται με τα κατάλοιπα ανωδομής που κατέρρευσε στον λάκκο. Ο λάκκος περίεχει πολλά ευρήματα από όλες τις κατηγορίες, ενώ είναι ιδιαίτερα πλούσιος σε κεραμική και όστρεα. Στοιχεία κάθετης στρωματογραφίας δεν υπάρχουν. Όπως συμβαίνει και στην περίπτωση του λάκκου 7, ενδέχεται το σύνολο των οικοδομικών πηλών από τον λάκκο 11 να είναι αποτέλεσμα τυχαίας ή σκόπιμης απόρριψης στον λάκκο, σε κάποια δευτερογενή χρήση του. 92

94 Λάκκος 24 Από τον λάκκο 24 προέρχεται μικρή ποσότητα πηλών σε σχέση με το μέγεθός του, που αντιστοιχεί σε 311 θραύσματα, με συνολικό βάρος γρ. Τα μορφοποιημένα θραύσματα κατέχουν μεγάλο ποσοστό σε βάρος (64%). Τα θραύσματα χαρακτηρίζονται μεσαίου μεγέθους, κυρίως, ενώ υπάρχουν και αρκετά μεγάλα κομμάτια πηλού (η κατηγορία μεγέθους από χιλ. αντιστοιχεί στο 55.3% του συνόλου των θραυσμάτων, ενώ η κατηγορία από χιλ. στο 31.5%) (γράφημα 5). Τα περισσότερα μορφοποιημένα θραύσματα (50.7%) χαρακτηρίστηκαν αδιάγνωστα ως προς την ειδική τους θέση στο κτίριο, ενώ μεγάλο ποσοστό κατέχουν τα τμήματα δαπέδων (28.5%). Αναγνωρίστηκαν τμήματα κατασκευών (17.8%), ενώ ελάχιστα είναι τα στοιχεία για τμήματα της ανωδομής (τοίχων και στεγών) (γράφημα 16). Τα υαλοποιημένα θραύσματα που υποδεικνύουν την ανάπτυξη υψηλών θερμοκρασιών κατέχουν ποσοστό 4.5% του δείγματος. Χωρίς να ληφθούν υπόψη τα τμήματα δαπέδων με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους, τα περισσότερα θραύσματα χαρακτηρίζονται από πηλό 7.5 YR, reddish yellow, ενώ με ικανοποιητικά ποσοστά αντιπροσωπεύεται ο πηλός 10 YR, very pale brown και 10 YR, black, κάτι που υποδηλώνει διαφορετικό περιβάλλον καύσης ανάμεσα στα θραύσματα, με κάποια να έχουν ψηθεί σε οξειδωτική και άλλα σε αναγωγική ατμόσφαιρα. Σε όλα τα θραύσματα τοίχων ο πηλός είναι αναμεμειγμένος με άχυρο, ενώ στα δάπεδα ο πηλός είναι σχετικά καθαρός, με κάποια τμήματα να έχουν μικρές πέτρες. Σε σχέση με τα αποτυπώματα, μικρό είναι το ποσοστό των θραυσμάτων που φέρει αποτυπώματα (17.2%), κυρίως βεργών και ελάχιστων δοκαριών και σανίδων. Ωστόσο, δεν προσφέρουν αρκετές πληροφορίες για τις τεχνικές δόμησης του κτιρίου, καθώς τις περισσότερες φορές σώζεται ένα μόνο αποτύπωμα σε ένα θραύσμα. Τα στοιχεία που σχετίζονται με τα τμήματα της ανωδομής ενός κτιρίου, είναι ελάχιστα στην περίπτωση του λάκκου 24, και δεν χαρακτηρίζονται από κάποιου είδους ομοιομορφία, υποδηλώνοντας ότι δεν αποτελούν τμήμα κάποιου ενιαίου συνόλου που να συνδέεται με τα κατάλοιπα της ανωδομής μιας υπόσκαφης οικίας. Ο λάκκος χαρακτηρίζεται από συγκεντρώσεις οστών ζώων και οστέινων εργαλείων, όπως και λίθινων απολεπισμένων και τριπτών εργαλείων, με ελάχιστα στοιχεία για 93

95 την κεραμική. Επιπλέον, από την ανάλυση των στοιχείων της κάθετης στρωματογραφίας γίνεται σαφές ότι στον λάκκο αντιπροσωπεύονται αρκετές πολιτισμικές φάσεις, όπως και κάποια διαστήματα με διακοπή της χρήσης του. Ο συνδυασμός όλων αυτών των στοιχείων, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το σύνολο των οικοδομικών πηλών από τον λάκκο 24 είναι, ίσως, αποτέλεσμα τυχαίας ή σκόπιμης απόρριψης στον λάκκο, σε κάποια δευτερογενή χρήση του. Λάκκος 44 Χαρακτηριστικό του λάκκου, που τον κάνει να ξεχωρίζει από τους υπόλοιπους, είναι η μεγάλη ποσότητα πηλών (1.364 θραύσματα), αλλά και το μεγάλο συνολικό βάρος τους, που αντιστοιχεί σε γρ. Μεγάλο ποσοστό κατέχουν τα μορφοποιημένα θραύσματα (59.8%), ενώ σημειώνονται αρκετά μεγάλα θραύσματα, τα οποία σώζουν διαμορφωμένες επιφάνειες ή αποτυπώματα. Σε γενικές γραμμές, τα θραύσματα (άμορφα και μορφοποιημένα) χαρακτηρίζονται μεσαίου και μεγάλου μεγέθους (η κατηγορία μεγέθους από χιλ. αντιστοιχεί στο 53.5% του συνόλου των θραυσμάτων, ενώ η κατηγορία από χιλ. στο 33%) (γράφημα 6). Τα περισσότερα μορφοποιημένα θραύσματα (63.1%) χαρακτηρίστηκαν αδιάγνωστα ως προς την ειδική τους θέση στο κτίριο. Αναγνωρίστηκαν τμήματα δαπέδων (17.8%), κατασκευών (9.2%), τοίχων (8%) και πιθανών στεγών (2.7%) (γράφημα 17). Με πολύ μικρό ποσοστό (1.1%) αντιπροσωπεύονται τα υαλοποιημένα θραύσματα. Το χρώμα του πηλού σε μεγάλο ποσοστό του δείγματος, με εξαίρεση τα θραύσματα δαπέδων με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους, είναι 7.5 YR, reddish yellow, ενώ καταγράφεται και πηλός 10 YR, very pale brown και 5 YR, reddish yellow σε αρκετές περιπτώσεις. Λιγότερα είναι τα θραύσματα με πηλό 10 ΥR, black, υποδηλώνοντας διαφορετικές συνθήκες καύσης, με κάποια να έχουν ψηθεί σε οξειδωτική και άλλα σε αναγωγική ατμόσφαιρα. Πολλά είναι τα θραύσματα που φέρουν αποτυπώματα από τον ξύλινο σκελετό της ανωδομής του κτιρίου (40.7%), τα οποία, μάλιστα, μαρτυρούν την τεχνική δόμησης με πλεκτά κλαδιά (wattle-anddaub). Συγκεκριμένα, αναγνωρίστηκε μεγάλος αριθμός από εμπιέσεις βεργών σε διαγώνια ή και παράλληλη διάταξη μεταξύ τους, όπως και εμπιέσεις δοκαριών που πολλές φορές σχετίζονται με εμπιέσεις βεργών. Καταγράφονται, επίσης, 94

96 αποτυπώματα από σανίδες. Χαρακτηριστικό είναι ένα μεγάλο θραύσμα πηλού που σώζει 7 βέργες σε διαγώνια διάταξη μεταξύ τους, παραπέμποντας στην τεχική των πλεκτών κλαδιών (wattle-and-daub), ενώ στο ίδιο κομμάτι πηλού καταγράφεται και ένα ακόμα αδιάγνωστο αποτύπωμα (εικ. 28). Πολλά είναι τα στοιχεία που προσφέρουν οι οικοδομικοί πηλοί του λάκκου 44. Συγκεκριμένα, φαίνεται να αποτελούν τμήμα κάποιου συνόλου που σχετίζεται με τα κατάλοιπα ανωδομής που κατέρρευσε στον λάκκο, καθώς υπάρχουν όλα εκείνα τα στοιχεία που θα το αποδείκνυαν, όπως η γενική ομοιομορφία του δείγματος, με μεγάλα, κυρίως, θραύσματα πηλών, όπως και το γεγονός ότι αντιπροσωπεύονται διαφορετικά σημεία από την ανωδομή του κτιρίου. Το μέγεθος των θραυσμάτων υποδηλώνει τον μικρό βαθμό αποσπασματικότητας του υλικού, παρόλο που υπήρξαν και αρκετά μικρά θραύσματα στο δείγμα. Σημαντική θα χαρακτήριζε κανείς την πυκνή συγκέντρωση αχυροπηλών στη δυτική περιοχή του λάκκου, σύμφωνα με τα δεδομένα του λάκκου. Εκτός από την ύπαρξη οικοδομικών πηλών στον λάκκο, σημειώνεται αρκετή κεραμική, οστά και μικροαντικείμενα, όπως και συγκεντρώσεις λίθινων τριπτών εργαλείων. Στοιχεία για την κάθετη στρωματογραφία δεν υπάρχουν. Όλα τα παραπάνω στοιχεία οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το σύνολο των οικοδομικών πηλών από τον λάκκο θα μπορούσε να αποτελεί τα κατάλοιπα ανωδομής μιας υπόσκαφης οικίας που κατέρρευσε στον λάκκο. Ωστόσο, το γεγονός ότι η ποσότητά τους δεν αντιπροσωπεύει, σαφώς, το σύνολο μιας ανωδομής, δημιουργεί την υποψία της απομάκρυνσης των υπόλοιπων καταλοίπων της ανωδομής από τον λάκκο, ενώ το γεγονός ότι παρατηρείται μια πυκνή συγκέντρωση πηλών σε ένα συγκεκριμένο σημείο του χώρου, ίσως, αποτελεί δείγμα σκόπιμης τοποθέτησής τους στον λάκκο, ως αποτέλεσμα δευτερογενούς χρήσης του. Λάκκος 49 Ο λάκκος 49 είναι ο μικρότερος σε διαστάσεις σε σχέση με όλους τους υπόλοιπους που μελετήθηκαν, με πιθανό εμβαδόν 4μ², ενώ το σωζόμενο εμβαδόν του υπολογίζεται σε 1.8μ². Από τον λάκκο προέρχονται 346 θραύσματα οικοδομικών πηλών, με συνολικό βάρος γρ. και τα μορφοποιημένα θραύσματα να 95

97 κατέχουν ποσοστό 66% επί του συνολικού βάρους. Περιέχει μικρού, αλλά και μεσαίου μεγέθους, θραύσματα πηλών (με ποσοστό 65.9% αντιπροσωπεύονται θραύσματα με μέγιστο σωζόμενο μήκος από 25 χιλ. έως 50 χιλ. και ακολουθούν με ποσοστό 18.7% τα θραύσματα μήκους από 0 έως 25 χιλ.) (γράφημα 7). Τα περισσότερα μορφοποιημένα θραύσματα είναι δάπεδα (46.6%) και τμήματα τοίχων (39.9%), ενώ μικρότερα ποσοστά κατέχουν θραύσματα που χαρακτηρίστηκαν αδιάγνωστα ως προς τη λειτουργία τους και τα τμήματα κατασκευών (γράφημα 18). Συγκεκριμένα, ως τμήματα τοίχων χαρακτηρίστηκαν θραύσματα που διατηρούν τουλάχιστον μια επίπεδη επιφάνεια, ενώ καταγράφονται μέχρι δύο επίπεδες επιφάνειες, παράλληλες μεταξύ τους, στις δύο απέναντι πλευρές του πηλού. Στα περισσότερα θραύσματα διακρίνονται επάλληλες στρώσεις πηλού, ενώ σε καμία περίπτωση δεν έχει καταγραφεί κάποιου είδους αποτύπωμα. Είναι πιθανό να αποτελούν τμήματα από επιχρίσματα τοίχων. Σε σχέση με τους υαλοποιημένους πηλούς, έχει καταγραφεί μόνο ένα θραύσμα. Το χρώμα του πηλού που αντιπροσωπεύει το μεγαλύτερο ποσοστό του δείγματος, εκτός από τα τμήματα δαπέδου με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους, είναι 7.5 YR, reddish yellow. Μόνο σε τρία θραύσματα αναγνωρίζονται αποτυπώματα βεργών. Χαρακτηριστικά είναι τα αποτυπώματα από όστρεα που σώζονται, πολλές φορές μαζί με το ίδιο το όστρεο, σε 13 θραύσματα δαπέδων, υποδεικνύοντας τη χρήση τους ως θερμικών κατασκευών (εικ. 34). Από τα αποτελέσματα της μελέτης των οικοδομικών πηλών από τον λάκκο 49, συμπεραίνεται η ιδιαιτερότητα του λάκκου, καθώς διαπιστώνεται ότι μέσα σε αυτόν υπάρχουν συγκεκριμένες κατηγορίες πηλών και, συγκεκριμένα, επιχρίσματα τοίχων και τμήματα δαπέδων, ενώ ελάχιστα είναι τα υπόλοιπα θραύσματα, η οικοδομική θέση των οποίων ήταν δύσκολο να διαγνωσθεί. Η επιλογή των συγκεκριμένων κατηγοριών οικοδομικών πηλών υποδεικνύει, ίσως, τη δευτερογενή απορριμματική χρήση του λάκκου. Μαζί με τις χαρακτηριστικές συγκεντρώσεις αχυροπηλών στον λάκκο, εντοπίζεται και αρκετή κεραμική, πολλά όστρεα, μικροαντικείμενα και λίγα οστά. Σύμφωνα με την κάθετη στρωματογραφία της νότιας παρειάς του τετραγώνου, τα στρώματα είναι τέσσερα: το επιφανειακό, ακολουθεί το στρώμα 2 που χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη ευρημάτων όλων των κατηγοριών σε μεγάλες ποσότητες, το στρώμα 3 από πολλούς άνθρακες και πυκνή 96

98 συγκέντρωση αχυροπηλών, από πολλούς αργούς λίθους και αρκετά λίθινα τριπτά εργαλεία, ενώ στο στρώμα 4 τα ευρήματα είναι ελάχιστα. Αποδεικνύεται στην περίπτωση αυτή ότι το σύνολο των οικοδομικών πηλών από τον λάκκο 49 είναι, ίσως, αποτέλεσμα τυχαίας ή σκόπιμης απόρριψης στον λάκκο, σε κάποια δευτερογενή χρήση του. Λάκκος 72 Από τον λάκκο 72 καταγράφηκαν 164 θραύσματα, τα οποία παρουσιάζουν μεγάλο συνολικό βάρος που αντιστοιχεί σε γρ. Τα μορφοποιημένα θραύσματα κατέχουν μεγάλο ποσοστό επί του συνολικού βάρους (93.7%). Σχετικά με την εικόνα της αποσπασματικότητας του υλικού, τα θραύσματα χαρακτηρίζονται μεγάλου μεγέθους, κυρίως, ενώ σπανίζουν τα μικρότερα θραύσματα (η κατηγορία μεγέθους από χιλ. αντιστοιχεί στο 32.3% του συνόλου των θραυσμάτων, η κατηγορία από χιλ. στο 40.2%, ενώ η κατηγορία από χιλ. στο 23.1%) (γράφημα 8). Τα περισσότερα μορφοποιημένα θραύσματα (73.7%) χαρακτηρίστηκαν αδιάγνωστα ως προς την ειδική τους θέση στο κτίριο. Αναγνωρίστηκαν τμήματα πλιθιών, τοίχων, κατασκευών και πιθανών στεγών (γράφημα 19). Αξίζει να σημειωθεί ότι τα αδιάγνωστα θραύσματα πηλών παρουσιάζουν μια, δύο ή και τρεις επιφάνειες (αδρές, λείες ή σε συνδυασμό), ενώ πολλές είναι οι πιθανότητες να αποτελούν τμήματα πλιθιών, αλλά λόγω της αποσπασματικότητάς τους δεν είναι δυνατός ο προσδιορισμός τους με ασφάλεια. Από το σύνολο του δείγματος ξεχωρίζουν 13 υαλοποιημένα θραύσματα (16.2%) ως αποτέλεσμα της ανάπτυξης ιδιαίτερα υψηλών θερμοκρασιών. Σε σχέση με το χρώμα του πηλού, γίνεται διάκριση ανάμεσα στις κατηγορίες πηλών, και σημειώνεται για τους τοίχους πηλός 10 YR, red και 5 YR, reddish yellow, για τις κατασκευές πηλός 10 YR, very pale brown και 5 YR, yellowish red, ενώ για τα περισσότερα τμήματα των πλιθιών πηλός 10 YR, very pale brown, ενώ σημειώνεται και πηλός 2.5 Y, pale yellow, 5 YR, reddish yellow, 10 YR, black και 7.5 YR, reddish yellow. Σε σχέση με τα αδιάγνωστα θραύσματα, ο πηλός κυμαίνεται, κυρίως, μεταξύ 2.5 YR, red, 10 YR, red και 5 YR, reddish yellow. Συμπεραίνεται ότι τα περισσότερα τμήματα πηλών ψήθηκαν σε οξειδωτική ατμόσφαιρα. 97

99 Μόνο σε 17 θραύσματα καταγράφονται αποτυπώματα, κυρίως από βέργες και ελάχιστα από σανίδες. Ωστόσο, λόγω της αποσπασματικότητάς τους δεν προσφέρουν αρκετές πληροφορίες για τις τεχνικές δόμησης του κτιρίου, καθώς τις περισσότερες φορές σώζεται ένα μόνο αποτύπωμα σε ένα θραύσμα. Να σημειωθεί, όμως, και η ύπαρξη επιπλέον θραυσμάτων με αποτυπώματα από ξύλινα δομικά στοιχεία, τα οποία δεν καταγράφηκαν και χρήζουν μελλοντικής μελέτης. Η ύπαρξη αρκετών πλιθιών και μεγάλων πήλινων μορφοποιημένων τμημάτων με μεγάλο ειδικό βάρος, τα οποία χαρακτηρίζουν την επίχωση του λάκκου, παραπέμπει σε τμήματα κάποιου είδους διαλυμένης κατασκευής. Η διαπίστωση αυτή συμφωνεί και με την περιγραφή της ανασκαφικής εικόνας του λάκκου, σύμφωνα με την οποία βασικό χαρακτηριστικό του είναι, κυρίως, οι πυκνές συγκεντρώσεις αχυροπηλών, πλιθιών και αργών, στην πλειοψηφία τους, λίθων στη νότια περιοχή του (εικ. 10). Οι συγκεντρώσεις αχυροπηλών, πλιθιών και λίθων φαίνεται να παρουσιάζουν μια κανονικότητα, εντοπισμένες σε επάλληλες στρώσεις, καλύπτοντας μια ελλειψοειδή περιοχή στα νότια του λάκκου και πιθανόν βρίσκονταν κατά χώραν. Συλλέχθηκε, επίσης, ελάχιστη κεραμική και άλλα ευρήματα. Στοιχεία για την κάθετη στρωματογραφία δεν υπάρχουν. Είναι πιθανό, λοιπόν, το σύνολο των πλιθιών, όπως τα μεγάλα πήλινα μορφοποιημένα θραύσματα, να αποτελούν τα κατάλοιπα κάποιου είδους κατασκευής, η οποία βρισκόταν κατά χώραν. Τα υπόλοιπα θραύσματα τοίχων και κατασκευών ίσως, είναι αποτέλεσμα απόρριψης στον λάκκο, σε κάποια δευτερογενή απορριμματική χρήση του, ενώ δεν αποκλείεται το ενδεχόμενο να αποτελούν τμήματα της ανωδομής που κατέρρευσε στο εσωτερικό του λάκκου, λόγω της μεγάλης σχετικά ποσότητας πηλών που προέρχονται από αυτόν (συνολικά γρ.). 3.3 Συμπεράσματα Η μελέτη των οικοδομικών πηλών αποτελεί ένα σημαντικό εργαλείο για την αναγνώριση και χαρακτηρισμό των επιχώσεων ενός λάκκου, σε συνδυασμό πάντα με τη μελέτη της στρωματογραφίας και των υπόλοιπων ευρημάτων. Λαμβάνεται 98

100 υπόψη το μέγεθος και η ποσότητα των θραυσμάτων, όπως και η ύπαρξη ή όχι διαγνωστικών τμημάτων σε σχέση με την αρχιτεκτονική τους λειτουργία. Για την αναγνώριση της ανωδομής ενός υπόσκαφου κτιρίου που κατέρρευσε στο λάκκο αναμένεται η ύπαρξη διαγνωστικών τμημάτων πηλού, με θραύσματα προερχόμενα από διάφορα σημεία της ανωδομής, όπως τοίχων, στεγών, δαπέδων και κατασκευών, σε μεγαλύτερες ή μικρότερες ποσότητες. Σε κάποιες περιπτώσεις είναι δυνατή και η αναγνώριση των τεχνικών δόμησης που χρησιμοποιήθηκαν σε κάθε περίπτωση. Η ποσότητα δεν αποτελεί ασφαλές κριτήριο, αν ληφθεί υπόψη, μεμονωμένα και όχι σε συνάρτηση με το μέγεθος των θραυσμάτων. Παρόλο που αναμένονται μεγάλες ποσότητες θραυσμάτων ως τα κατάλοιπα της ανωδομής ενός κτιρίου, υπάρχει το ενδεχόμενο της μετέπειτα απομάκρυνσής τους, με την πιθανή αλλαγή χρήσης του λάκκου. Το μέγεθος των θραυσμάτων αποτελεί δείκτη της αποσπασματικότητας του υλικού, που υποδεικνύει την απομάκρυνσή τους ή όχι από το σημείο που βρίσκονταν μετά την κατάρρευση του κτιρίου. Ουσιαστικά, αναμένεται μια ομοιομορφία στο σύνολο των οικοδομικών πηλών που θα μπορούσαν να αποτελούν τα κατάλοιπα μιας ανωδομής κτιρίου που κατέρρευσε. Στην αντίθετη περίπτωση, όταν δεν υπάρχει ομοιομορφία μεταξύ των θραυσμάτων στο μέγεθος, αλλά και στον τύπο, είναι πιθανή η ερμηνεία τους ως απορρίμματα. Η ερμηνεία αυτή ενισχύεται από την ύπαρξη άμορφων θραυσμάτων. Έχει διατυπωθεί η άποψη ότι τα πολλά, μεγάλου μεγέθους, άμορφα θραύσματα είναι αποτέλεσμα της μεταφοράς τους από κοντινό σημείο και γρήγορο θάψιμό τους, ενώ όταν είναι πολλά, αλλά μικρού μεγέθους, συμβαίνει το ίδιο, χωρίς το άμεσο θάψιμό τους. Σε σχέση με τα διαγνωστικά θραύσματα, υποστηρίζεται ότι τα λίγα και μεγάλου μεγέθους θραύσματα, αποτελούν τα κατάλοιπα δευτερογενούς επίχωσης (Jongsma 1997: ). To ερώτημα που σχετίζεται με την προέλευσή τους ως τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα άλλων οικιών της ευρύτερης περιοχής που μεταφέρθηκαν στο λάκκο με βάση τη θεωρία της καύσης των νεολιθικών οικιών στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων, ή αν πρόκειται απλά για απορρίμματα, είναι ιδαίτερα δύσκολο να απαντηθεί, παρόλο που υπάρχουν στοιχεία που οδηγούν στη μια ή την άλλη 99

101 ερμηνεία. Η διάκριση αυτή είναι δύσκολη, καθώς και στις δύο περιπτώσεις συναντώνται οι ίδιες κατηγορίες πολιτισμικού υλικού. Κριτήρια, όπως η ακεραιότητα ή αποσπασματικότητα του υλικού, η εναπόθεση επιλεγμένων ομάδων υλικού πολιτισμού, η περιοδικότητα στην εναπόθεση, αλλά και η ίδια η πράξη της εναπόθεσης υλικού πολιτισμού μέσα σε λάκκους, κρίνεται ότι αποτελεί από μόνη της μια δομή (Χονδρογιάννη-Μετόκη 2009: 497). Σε κάθε περίπτωση, από την ανάλυση του κάθε θραύσματος οικοδομικού πηλού ξεχωριστά, αλλά και από τη συνολική εικόνα που παρουσιάζουν ως ενότητα, γίνεται καλύτερα κατανοητή η χρήση των λάκκων και συμπληρώνεται η εικόνα για τον νεολιθικό οικισμό. 100

102 Βιβλιογραφία Ammerman, A.J., Shaffer, G.D. & N. Hartmann A neolithic household at Piana di Curinga, Italy. Journal of Field Archaeology 15 (2), Bankoff, H.A. & F.A. Winter A house-burning in Serbia. What do burn remains tell an archaeologist? Archaeology 32 (5), σσ Besios, M., Adaktylou, F. & D. Kontogiorgos From tells to extended settlements: On-site geoarchaeology and cultural formation processes at the extended neolithic settlement at Korinos (Northern Greece). In Kontogiorgos, D. (ed.), On Site Geoarchaeology on a Neolithic Tell Site in Greece: Archaeological Sediments, Microartifacts, and Software Development, New York: Nova Science Publishers. Carneiro, A. & I. Mateiciucova Daub fragments and the question of structures. In Whittle, A. (ed.), The early Neolithic on the Great Hungarian Plain: investigations of the Körös culture site of Ecdegfalva 23, County Békès, Budapest: Institute of Archaeology of the Hungarian Academy of Sciences. Chapman, J Pit-digging and Structured Deposition in the Neolithic and Copper Age. Proceedings of the Prehistoric Society 66, Elia, R.J A Study of the Neolithic Architecture of Thessaly, Greece. Ph.D. Dissertation, Boston University. Halstead, P Neighbours from hell? The household in Neolithic Greece. In Halstead, P. (ed.), Neolithic society in Greece, Sheffield: Sheffield Academic Press. Harding, J Pit-digging, occupation and structured deposition on Rudston Wold, Eastern Yorkshire. Oxford Journal of Archaeology, 25 (2), Jongsma, T. L Distinguishing pits from pit houses through daub analysis, the nature and location of early neolithic Starčevo-Criş houses at Foeni-Salaş, Romania, MA dissertation. University of Manitoba. Kalogiropoulou, E Cooking, space and the formation of social identities in Neolithic Northern Greece : evidence of thermal structure assemblages from Avgi and Dispilio in Kastoria, Ph.D. Dissertation, Cardiff University. Kloukinas, D Neolithic building technology and the social context of construction practices: the case of northern Greece, unpublished Ph.D. Dissertation, Cardiff University. 101

103 Kotsakis, K What tells can tell: social space and settlement in the Greek Neolithic. In Halstead, P. (ed.), Neolithic society in Greece, Sheffield: Sheffield Academic Press. Koukouli-Chrysanthaki, C Promachon-Topolniča. A Greek-Bulgarian Archaeological Project. In Todorova, H., Steganović, M. & G. Ivanov (eds.), The Struma/Strymon River Valley in Prehistory: proceedings of the International Symposium Strymon Praehistoricus. In The Steps of James Harvey Gaul, vol. 2, Sofia. Martinez, S (2001). A new look at house construction techniques current research at Dikili Tash, neolithic site of Eastern Macedonia. Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και Θράκη 13, σσ Mellaart, J The architecture of Çatal Hüyük. In Mellaart, J. (ed.), Çatal Hüyük: A Neolithic Town in Anatolia, London: Thames and Hudson. Mould, C.A. & K.A. Wardle The architectural remains. In Ridley, C., Wardle, K.A. & C.A. Mould (eds), Servia I- Anglo-Hellenic rescue excavations directed by Katerina Rhomiopoulou and Cressida Ridley, London: The British School at Athens. Newton, C Plant tempering of Predynastic pisé at Adaima in Upper Egypt: building material and taphonomy. Vegetation History and Archaeobotany 13, Pappa, M. & M. Besios The Makriyalos Project: Rescue Excavations at the Neolithic site of Makriyalos, Pieria, Northern Greece. In Halstead, P. (ed.), Neolithic society in Greece, Sheffield Studies in Aegean Archaeology 2, Pyke, G Structures and architecture. In Wardle, K.A. (ed.), Nea Nikomedeia I: The excavation of an Early Neolithic village in Northern Greece , directed by R.J. Rodden- The excavation and the ceramic assemblage, σσ London: The British School at Athens. Shaffer, G.D An archaeomagnetic study of a wattle and daub building collapse. Journal of Field Archaeology 20, Shepard, A.O Ceramics for the Archaeologist. Publication 609. Washington D.C.: Carnegie Institution of Washington. Stevanović, M The age of clay: the social dynamics of house destruction. Journal of Anthropological Archaeology 16, σσ

104 Stevanović, M. & R. Tringham The significance of Neolithic Houses in the archaeological record of Southeast Europe. In Jovanović, A. (ed.), Antidoron Dragoslavo Srejović, Completis LXV annis ab amicis collegis discipulis oblatum, σσ Belgrade: Centre for Archaeological Research, Faculty of Philosophy, The University of Belgrade. Tringham, R Archaeological houses, households, housework and the home. In Benjamin, D.N. & D. Stea (eds.), The Home: words, interpretations, meanings and environments, σσ Aldershot UK & Brookfield USA: Ashgate. Tringham, R. & M. Stevanović The nonceramic uses of clay. In Tringham, R. & D. Krstić (eds.), Selevac-A Neolithic Village in Yugoslavia, σσ Los Angeles, California: UCLA. Tung, B A preliminary investigation of mudbrich at Çatalhöyük. In Hodder, I. (ed.), Changing Materialities at Çatalhöyük: Reports from the seasons by members of the Çatalhöyük teams, σσ Cambridge & London: McDonald Institute for Archaeological Research & British Institute of Archaeology at Ankara (cor.). van der Veen, M The economic value of chaff and straw in arid and temperate zones. Vegetation History and Archaeobotany 8, σσ Willcox, G. & S. Fornite Impressions of wild cereal chaff in pisé from the 10th millennium uncal B.P. at Jerf el Ahmar and Mureybet: Northern Syria. Vegetation History and Archaeobotany 8, σσ Zettler, E Wandaufbau neolithischer Häuser - Befund eines mittelneolithischen Hauses aus Karanovo. Diplomarbeit, Salzburg: Paris-Lodron-Universität. Γιαγκούλης, Τ. & Αν. Χουρμουζιάδη 2002 (2004). Δισπηλιό Εικόνες ενός (απο)δομημένου χώρου. Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και στη Θράκη 16, σσ Γραμμένος, Δ. & Σ. Κώτσος Σωστικές ανασκαφές στο νεολιθικό οικισμό Σταυρούπολης Θεσσαλονίκης, Μέρος II ( ). Δημοσιεύματα του Αρχαιολογικού Ινστιτούτου Βόρειας Ελλάδας, αρ. 6. Θεσσαλονίκη. Γραμμένος, Δ. & Σ. Κώτσος Σωστικές ανασκαφές στο Νεολιθικό οικισμό Σταυρούπολης Θεσσαλονίκης. Δημοσιεύματα του Αρχαιολογικού Ινστιτούτου Βόρειας Ελλάδας, αρ. 2. Θεσσαλονίκη. Γραμμένος, Δ. & Σ. Κώτσος Ανασκαφή στο Νεολιθικό οικισμό του Ζαγκλιβερίου Νομού Θεσσαλονίκης. Μακεδονικά 33, σσ

105 Ευστρατίου, Ν Εθνοαρχαιολογικές αναζητήσεις στα Πομακοχώρια της Ροδόπης. Θεσσαλονίκη: Βάνιας. Ζιώτα, Χ. & Κ. Μοσχάκης 1997 (1999). Από την αρχαιολογική έρευνα στην Αρχαία Εορδαία. Η ανασκαφή στο Φιλώτα Φλώρινας. Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και Θράκη 11, σσ Καλτσογιάννη, Σ Μελέτη οικοδομικών πηλών από τον νεολιθικό οικισμό Παλιαμπέλων Κολινδρού. Μεταπτυχιακή εργασία. Θεσσαλονίκη: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Κοτταρίδη, Α (2002). Από τη νεκρόπολη των Αιγών στον νεολιθικό οικισμό των Πιερίων. Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και Θράκη 14, σσ Κουκούλη-Χρυσανθάκη, Χ., Ασλάνης, Ι., Κωνσταντοπούλου, Φ. & Μ.Βάλλα 1999 (2001). Ανασκαφή στον προϊστορικό οικισμό Προμαχώνα-Topolniča κατά το Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και Θράκη 13, σσ Κουκούλη-Χρυσανθάκη, Χ., Treuil, R. & Δ. Μαλαμίδου 1996 (1997). Προϊστορικός οικισμός Φιλίππων «Ντικιλί Τας»- Δέκα χρόνια ανασκαφικής έρευνας. Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία κα Θράκη 10Β, σσ Κουκούλη-Χρυσανθάκη, Χ., Ασλάνης, Ι., Vajsov, I. & Μ. Βάλλα 2003 (2005). Προμαχώνας-Topolniča Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και Θράκη 17, σσ Λυριτζής, Ι Φυσικές επιστήμες στην Αρχαιολογία. Αθήνα: τυπωθήτω-γιώργος Δάρδανος. Μπατζέλας, Χ. 2008α. Σπίτια βυθισμένα στη γη: νεολιθικές υπόσκαφες οικίες στη Θεσσαλία. Ένα παράδειγμα από το Μακρυχώρι Λάρισας. Τόμος I. Διπλωματική μεταπτυχιακή εργασία. Βόλος: Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας. Μπατζέλας, Χ. 2008β. Υπόσκαφες κατοικίες στη νεολιθική Θεσσαλία: Προβληματισμός και ερμηνείες με βάση ένα παράδειγμα από το Μακρυχώρι νομού Λάρισας. 1o Διεθνές Συνέδριο Ιστορίας & Πολιτισμού της Θεσσαλίας. Πρακτικά Συνεδρίου 9-11 Νοεμβρίου 2006, Τόμος I, Λάρισα. Μπέσιος, Μ. & Φ. Αδακτύλου 2004 (2006). Νεολιθικός οικισμός στα Ρεβένια Κορινού. Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και τη Θράκη 18, σσ Μπέσιος, Μ. & Μ. Παππά 1994 (1998). Νεολιθικός οικισμός Μακρύγιαλου. Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και Θράκη 8, σσ

106 Μπέσιος, Μ., Αδακτύλου, Φ., Αθανασιάδου, Α., Γεροφωκά, Ε., Γκαγκάλη, Κ. & Μ. Χριστάκου-Τόλια 2003 (2005). Ανασκαφές βόρειας Πιερίας. Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και τη Θράκη 17, σσ Μπέσιος, Μ., Αθανασιάδου, Α., Γκουρτζιούμη, Ι., Καρανίκου, Ζ., Νούλας, Ε. & Μ. Χριστάκου-Τόλια 2001 (2003). Ανασκαφές βόρειας Πιερίας. Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και τη Θράκη 15, σσ Παλυβού, Κ Οικοδομική τεχνολογία των προϊστορικών χρόνων. Αρχαιολογία και τέχνες 94, σσ Παντελίδου-Γκόφα, Μ Η νεολιθική Νέα Μάκρη - Τα οικοδομικά. Αθήναι: Βιβλιοθήκη της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας. Παππά, Μ (1997). Νεολιθικός οικισμός Μακρύγιαλου Πιερίας. Πρώτα αποτελέσματα της μελέτης. Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και Θράκη 10Α, σσ Παππά, Μ Οργάνωση του χώρου και οικιστικά στοιχεία στους νεολιθικούς οικισμούς της Κεντρικής Μακεδονίας. Δ.Ε.Θ. - Θέρμη - Μακρύγιαλος. Τόμος I. Διδακτορική διατριβή. Θεσσαλονίκη: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Παππά, Μ., Αδακτύλου, Φ. & Σ. Γερούση 1998 (2000). Νεολιθικός οικισμός Μακρύγιαλου. Συμπληρωματικές έρευνες Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και Θράκη 12, σσ Παππά, Μ., Αδακτύλου, Φ. & Σ. Νανόγλου Νεολιθικός οικισμός Θέρμης Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και Θράκη 15, σσ Παππά, Μ., Νανόγλου, Σ., & Α. Νίτσου 2000 (2002). Ανασκαφή νεολιθικού οικισμού Θέρμης. Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και Θράκη 14, σσ Πρωτονοταρίου-Δεϊλάκη, Ε Παρατηρήσεις στην Προκεραμεική. (Από τη Θεσσαλία στα Δενδρά Αργολίδος). Διεθνές Συνέδριο για την Αρχαία Θεσσαλία, Στη μνήμη του Δ. Ρ. Θεοχάρη, σσ Αθήνα. Σκαφιδά, Ευ Κατασκευαστικά υλικά, τεχνική και τεχνολογία των πλίνθινων οικημάτων στη νεολιθική Θεσσαλία: μια εθνοαρχαιολογική προσέγγιση. Στο La Thessalie : Quinze années de recherches archéologiques, Bilans et perspectives. Actes du colloque international, Lyon, avril Volyme A, σσ Athens: Ministry of Culture. Τζαναβάρη, Κ. & K. Φίλης 2002 (2004). Λητή I. Προσδιορισμός της πιθανής θέσης του νεολιθικού οικισμού. Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και Θράκη 16, σσ

107 Τουφεξής, Γ Προστασία και ανάδειξη προϊστορικών οικισμών Ν. Λάρισας στο πλαίσιο κατασκευής μεγάλων δημοσίων έργων. 1o Διεθνές Συνέδριο Ιστορίας & Πολιτισμού της Θεσσαλίας. Πρακτικά Συνεδρίου 9-11 Νοεμβρίου 2006, Τόμος I, Λάρισα. Τσούντας, Χ Αι προϊστορικαί ακροπόλεις Διμηνίου και Σέσκλου. Αθήναι: Βιβλιοθήκη της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας. Χατζητουλούσης, Σ Οι οικοδομικές πρακτικές στο Αγγελοχώρι. Η συμβολή της μελέτης των οικοδομικών θραυσμάτων πηλού. Στο Στεφανή, Ευ. (εκδ.), Αγγελοχώρι Ημαθίας. Οικισμός της Ύστερης Εποχής του Χαλκού, Τόμος Ι, Θεσσαλονίκη. Χονδρογιάννη-Μετόκη, Α Μη οικιστικές χρήσεις χώρου στους νεολιθικούς οικισμούς. Το παράδειγμα της Τούμπας Κρεμαστής Κοιλάδας. Τόμος I. Διδακτορική διατριβή. Θεσσαλονίκη: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Χουρμουζιάδη, Αν. & Τρ. Γιαγκούλης Προβλήματα και μέθοδοι προσέγγισης του χώρου. Στο Χουρμουζιάδης, Γ.Χ. (επιστ. επιμ), Δισπηλιό 7500 χρόνια μετά, σσ Θεσσαλονίκη: University Studio Press. Χρυσοστόμου, Α., Γεωργιάδου, Α., Πολουκίδου, Χ. & Α. Προκοπίδου 2000 (2002). Ανασκαφικές έρευνες στην επαρχιακή οδό Αψάλου-Αριδαίας κατά το Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και Θράκη 14, σσ Χρυσοστόμου, Α., Πολουκίδου, Χ. & A. Προκοπίδου 2001 (2003). Επαρχιακή οδός Αψάλου-Αριδαίας. Η ανασκαφή του νεολιθικού οικισμού στη θέση Γραμμή. Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και Θράκη 15, σσ

108 Συχνότητα επί τοις εκατό % Συχνότητα επί τοις εκατό % ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι Γραφή ματα 060% λάκκος 2 050% 040% 030% 020% 010% 000% Κατηγορίες μεγέθους (σε χιλ.) Γράφημα 1. Σύνολο οικοδομικών πηλών. Κατηγορίες μεγέθους (σε χιλ.) λάκκος 5 080% 070% 060% 050% 040% 030% 020% 010% 000% Κατηγορίες μεγέθους (σε χιλ.) Σύνολο Γράφημα 2. Σύνολο οικοδομικών πηλών. Κατηγορίες μεγέθους (σε χιλ.) 107

109 Συχνότητα επί τοις εκατό % Ποσοστό επί τοις εκατό % λάκκος 7 070% 060% 050% 040% 030% 020% Σύνολο 010% 000% Κατηγορίες μεγέθους (σε χιλ.) Γράφημα 3. Σύνολο οικοδομικών πηλών. Κατηγορίες μεγέθους (σε χιλ.) 070% Λάκκος % 050% 040% 030% 020% Σύνολο 010% 000% Κατηγορίες μεγέθους (σε χιλ.) Γράφημα 4. Σύνολο οικοδομικών πηλών. Κατηγορίες μεγέθους (σε χιλ.) 108

110 Συχνότητα επί τοις εκατό % Συχνότητα επί τοις εκατό % λάκκος % 050% 040% 030% 020% Σύνολο 010% 000% Κατηγορίες μεγέθους (σε χιλ.) Γράφημα 5. Σύνολο οικοδομικών πηλών. Κατηγορίες μεγέθους (σε χιλ.) λάκκος % 050% 040% 030% 020% Σύνολο 010% 000% Κατηγορίες μεγέθους (σε χιλ.) Γράφημα 6. Σύνολο οικοδομικών πηλών. Κατηγορίες μεγέθους (σε χιλ.) 109

111 Ποσοστό επί τοις εκατό % Συχνότητα επί τοις εκατό % λάκκος % 060% 050% 040% 030% 020% Σύνολο 010% 000% Κατηγορίες μεγέθους (σε χιλ.) Γράφημα 7. Σύνολο οικοδομικών πηλών. Κατηγορίες μεγέθους (σε χιλ.) 045% λάκκος % 035% 030% 025% 020% 015% Σύνολο 010% 005% 000% Κατηγορίες μεγέθους (σε χιλ.) Γράφημα 8. Σύνολο οικοδομικών πηλών. Κατηγορίες μεγέθους (σε χιλ.) 110

112 Συχνότητα 040% 035% 030% 025% 020% 015% 010% 005% 000% Ποσοστό επί του συνολικού βάρους (γρ.) λάκκος 44 λάκκος 72 λάκκος 2 λάκκος 5 λάκκος 7 λάκκος 11 λάκκος λάκκος Σύνολο Γράφημα 9. Σύνολο οικοδομικών πηλών. Ποσοστό επί του συνολικού βάρους (γρ.) Γράφημα 10. Σύνολο οικοδομικών πηλών. Ποσοστό επί του συνόλου των θραυσμάτων. 111

113 Γράφημα 11. Συνολικό βάρος άμορφων και μορφοποιημένων θραυσμάτων ανά λάκκο. Λάκκος 2 κατασκευή 1% τοίχος 1% αδιάγνωστο 42% δάπεδο 56% Γράφημα 12. Τύπος οικοδομικών πηλών από τον λάκκο

114 δάπεδο 12% κατασκευή 3% τοίχος 14% λάκκος 5 τοίχος/κατασκε υή 0% τοίχος/στέγη 0% αδιάγνωστο 71% Γράφημα 13. Τύπος οικοδομικών πηλών από τον λάκκο 5. λάκκος 7 στέγη/κατασκε υή κατασκευή 1% τοίχος 3% 11% αδιάγνωστο 34% δάπεδο 51% Γράφημα 14. Τύπος οικοδομικών πηλών από τον λάκκο

115 τοίχος 2% κατασκευή 3% λάκκος 11 τοίχος/κατασκε υή 1% τοίχος/στέγη 1% δάπεδο 39% αδιάγνωστο 54% Γράφημα 15. Τύπος οικοδομικών πηλών από τον λάκκο 11. τοίχος 2% λάκκος 24 τοίχος/στέγη 1% κατασκευή 18% αδιάγνωστο 51% δάπεδο 28% Γράφημα 16. Τύπος οικοδομικών πηλών από τον λάκκο

116 κατασκευή 9% τοίχος/κατασκε υή πλιθί 1% 0% τοίχος 9% λάκκος 44 τοίχος/στέγη 3% δάπεδο 15% αδιάγνωστο 63% Γράφημα 17. Τύπος οικοδομικών πηλών από τον λάκκο 44. λάκκος 49 κατασκευή 2% αδιάγνωστο 13% επίχρισμα 39% δάπεδο 46% Γράφημα 18. Τύπος οικοδομικών πηλών από τον λάκκο

117 λάκκος 72 στέγη/κατασκε υή 1% τοίχος 3% τοίχος/στέγη 1% κατασκευή 2% πλιθί 15% δάπεδο 4% αδιάγνωστο 74% Γράφημα 19. Τύπος οικοδομικών πηλών από τον λάκκο

118 Παρα ρτήμα II- Σχέ δια Σχέδιο 1. Ρεβένια Κορινού. Κάτοψη. Αρχείο της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πιερίας. 117

119 Σχέδιο 2. Λάκκος 2. Νότια παρειά. Αρχείο της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πιερίας. Σχέδιο 3. Λάκκος 2. Δυτική παρειά. Αρχείο της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πιερίας. 118

120 Σχέδιο 4. Λάκκος 7. Βόρεια παρειά. Αρχείο της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πιερίας. Σχέδιο 5. Λάκκος 7. Νότια παρειά. Αρχείο της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πιερίας. 119

121 Σχέδιο 6. Λάκκος 24. Νότια παρειά. Αρχείο της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πιερίας. Σχέδιο 7. Λάκκος 49. Νότια παρειά. Αρχείο της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πιερίας. 120

122 Παρα ρτήμα III-Εικό νές Εικόνα 1. Γενική άποψη της νοτιοανατολικής περιοχής του ανασκαμμένου χώρου (από βόρεια). Αρχείο της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πιερίας. Εικόνα 2. Ο λάκκος 2 στο φυσικό με τις ΠΣ 2 και ΠΣ 53 και στα ανατολικά του ο λάκκος 41 (από βόρεια). Αρχείο της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πιερίας. 121

123 Εικόνα 3. Ο λάκκος 5 με τους αναβαθμούς του (από δυτικά). Αρχείο της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πιερίας. Εικόνα 4. Λάκκος 7 στο φυσικό (από ανατολικά). Αρχείο της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πιερίας. Εικόνα 5. Λάκκοι 11, 19 και 20 (ανατολικό τμήμα) στο φυσικό (από ανατολικά). Αρχείο της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πιερίας. 122

124 Εικόνα 6. Ταφές 2 και 3 μέσα στον λάκκο 11 (από νότια). Αρχείο της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πιερίας. Εικόνα 7. Λάκκος 24 με τις πασσαλότρυπες 91 και 92 (από βόρεια). Αρχείο της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πιερίας. Εικόνα 8. Λάκκοι 44, 49, 50 και 52 (από δυτικά). Αρχείο της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πιερίας. 123

125 Εικόνα 9. Ο λάκκος 44 (δυτικό τμήμα) με τις συγκεντρώσεις πηλών (από δυτικά). Αρχείο της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πιερίας. Εικόνα 10. Βόρειο τμήμα λάκκου 49 (από δυτικά). Αρχείο της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πιερίας. Εικόνα 11. Λάκκοι 23α, 27, 28, 47, 57, 58, 62, 72 και 80 (από νοτιοδυτικά). Αρχείο της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πιερίας. 124

126 Εικόνα 12. Συγκεντρώσεις πηλών και λίθων μέσα στον λάκκο 72. Αρχείο της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πιερίας. Εικόνα 13. Τμήματα δαπέδων από τον λάκκο

127 Εικόνα 14. Θραύσματα δαπέδων στα οποία διακρίνεται στρώση πηλού πάχους 4 χιλ. (από τον λάκκο 2). Εικόνα 15. Θραύσμα δαπέδου από τον λάκκο 2. Ξεχωρίζει μια επιπλεόν, λεπτή στρώση πηλού. 126

128 Εικόνα 16. Θραύσμα δαπέδου από τον λάκκο 2. Ξεχωρίζει μια επιπλεόν, λεπτή στρώση πηλού. Εικόνα 17. Θραύσμα πηλού με δύο εμπιέσεις από βέργες σε ελαφρώς διαγώνια διάταξη μεταξύ τους (από τον λάκκο 5). Εικόνα 18. Θραύσμα πηλού με αποτυπώματα από πέντε καλάμια, τα οποία βρίσκονται στη σειρά και είναι παράλληλα μεταξύ τους (από τον λάκκο 5). 127

129 Εικόνα 19. Θραύσμα πηλού με τέσσερα αποτυπώματα από καλάμια, τα οποία βρίσκονται στη σειρά και έχουν παράλληλη διάταξη μεταξύ τους, χωρίς να εφάπτονται. Διακρίνεται και μια μικρότερη εμπίεση από βέργα που τέμνει σχεδόν κάθετα τα καλάμια. Στην αντίθετη πλευρά διακρίνονται δύο σχετικά αβαθείς, κυλινδρικές εμπιέσεις (από τον λάκκο 5). Εικόνα 20. Θραύσμα δαπέδου από τον λάκκο 5 με αποτυπώματα από χαλίκια, αλλά και τα ίδια τα χαλίκια. 128

130 Εικόνα 21. Θραύσμα πηλού από τον λάκκο 5 με μια επίπεδη αδρή επιφάνεια στη μια πλευρά (πάνω αριστερά), ενώ στην αντίθετη πλευρά υπάρχουν τρια αποτυπώματα από δοκάρια (πάνω δεξιά και κάτω δεξιά). Τα δύο είναι παράλληλα μεταξύ τους (διαμέτρου 140 χιλ. και 70 χιλ. αντίστοιχα), ενώ το τρίτο (διαμέτρου 75 χιλ.) έχει κάθετη ως προς αυτά διάταξη, αλλά και ως προς την αδρή επιφάνεια. Ίσως πρόκειται για τμήμα από γωνία τοίχου. Εικόνα 22. Θραύσμα πηλού από τον λάκκο 7. Αποτύπωμα από μια βέργα που τέμνει διαγωνίως αποτύπωμα δοκαριού (διαμ. 65 χιλ.), στο οποίο διακρίνονται τα νερά του ξύλου. 129

131 Εικόνα 23. Θραύσμα πηλού από τον λάκκο 7, στο οποίο υπάρχουν αποτυπώματα από δύο σανίδες, σε κάθετη διάταξη μεταξύ τους. Στην αντίθετη πλευρά του πηλού, ουσιαστικά στο κέντρο μεταξύ των δύο σανίδων υπάρχει διαβρωμένη κυλινδρική κοιλότητα (ίσως εμπίεση από ξύλο μεγάλης διαμέτρου- 200 χιλ.) (πάνω δεξιά). Ίσως πρόκειται για τμήμα από γωνία τοίχου. Εικόνα 24. Θραύσμα δαπέδου από τον λάκκο 11. Διακρίνεται στρώση πηλού πάχους 2 χιλ. 130

132 Εικόνα 25. Μερικώς υαλοποιημένο θραύσμα πηλού από τον λάκκο 24 (πάνω). Υυαλοποιημένα θραύσματα πηλού από τον λάκκο 24 (κάτω). Εικόνα 26. Θραύσμα πηλού από τον λάκκο 24 με μια επιφάνεια αδρή και αποτυπώματα από 7 βέργες. Οι 6 από αυτές τέμνονται χιαστί ανα ζεύγη, ενώ η έβδομη έχει κάθετη διάταξη ως προς αυτές (η έβδομη εμπίεση με διαμ. 30χ). Παραπέμπει στην τεχνική wattle-and-daub, καθώς φαίνεται οτι 6 βέργες περιτρέχουν ένα ξύλο με σχετικα μικρή όμως διάμετρο. 131

133 Εικόνα 27. Θραύσμα πηλού από τον λάκκο 24 με αποτύπωμα σανίδας. Εικόνα 28. Θραύσμα πηλού από τον λάκκο 44 με αποτυπώματα από 7 βέργες με χιαστί διάταξη μεταξύ τους, ενώ φαίνεται να δημιουργούν πλέγμα. Ίσως τμήμα από τοίχο με την τεχνική wattle-and-daub. Στην αντίθετη πλευρά του πηλού υπάρχει αδιάγνωστη εμπίεση-εμβάθυνση ακανόνιστου σχήματος (πάνω δεξιά). 132

134 Εικόνα 29. Θραύσματα πηλών από τον λάκκο 44 με αποτυπώματα βεργών που έχουν διαγώνια διάταξη μεταξύ τους. 133

135 Εικόνα 30. Θραύσμα πηλού από τον λάκκο 44 με αποτυπώματα από ένα δοκάρι και τρεις βέργες, οι οποίες έχουν κάθετη διάταξη σε σχέση με το δοκάρι, ενώ χαρακτηριστική είναι η μια εκ των τριών αυτών εμπιέσεων, καθώς παρουσιάζει έντονα καμπυλωτή κλίση και φαίνεται να διατρέχει περιμετρικά, ως ένα σημείο τουλάχιστον, την κύρια εμπίεση του δοκαριού. Πρόκειται πιθανόν για βέργες που περιτρέχουν τη μια πλευρά του δοκαριού (wattle-and-daub). Εικόνα 31. Θραύσματα πηλών από τον λάκκο 49 στα οποία διακρίνονται επάλληλες στρώσεις πηλού. 134

136 Εικόνα 32. Περιπτώσεις θραύσματα πηλών από τον λάκκο 49 στα οποία διακρίνονται από τρεις έως πέντε στρώσεις πηλού. Εικόνα 33. Περιπτώσεις θραυσμάτων δαπέδων από τον λάκκο 49 στα οποία διακρίνονται επάλληλες στρώσεις πηλού στην άνω επιφάνειά τους. Εικόνα 34. Θραύσμα δαπέδου από τον λάκκο 49 με αποτυπώματα από όστρεα (πάνω). Παραδείγματα θραυσμάτων δαπέδων από τον λάκκο 49 με αποτυπώματα από όστρεα ή και τα ίδια τα όστρα (κάτω). 135

137 Εικόνα 35. Περιπτώσεις πλιθιών και μεγάλων πήλινων μορφοποιημένων τμημάτων με μεγάλο ειδικό βάρος, τα οποία χαρακτηρίζουν την επίχωση του λάκκου 72 και παραπέμπουν σε τμήματα κάποιου είδους διαλυμένης κατασκευής. 136

Οικισμός αρχαιότερης και μέσης νεολιθικής στα Ρεβένια Κορινού. Πρώτα αποτελέσματα της μελέτης της κεραμικής.

Οικισμός αρχαιότερης και μέσης νεολιθικής στα Ρεβένια Κορινού. Πρώτα αποτελέσματα της μελέτης της κεραμικής. Ντ. Ούρεμ-Κώτσου, Ά. Παπαϊωάννου, T. Silva, Φ. Αδακτύλου, Μ. Μπέσιος Οικισμός αρχαιότερης και μέσης νεολιθικής στα Ρεβένια Κορινού. Πρώτα αποτελέσματα της μελέτης της κεραμικής. Στην εργασία αυτή επιχειρείται

Διαβάστε περισσότερα

ΣΠΙΤΙΑ & ΑΥΛΕΣ ΣΤΟ ΝΕΟΛΙΘΙΚΟ ΟΙΚΙΣΜΟ ΑΥΓΗΣ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ: ΤΟ ΚΤΙΡΙΟ 5 ΚΑΙ ΟΙ ΓΕΙΤΟΝΙΚΟΙ ΑΝΟΙΧΤΟΙ ΧΩΡΟΙ

ΣΠΙΤΙΑ & ΑΥΛΕΣ ΣΤΟ ΝΕΟΛΙΘΙΚΟ ΟΙΚΙΣΜΟ ΑΥΓΗΣ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ: ΤΟ ΚΤΙΡΙΟ 5 ΚΑΙ ΟΙ ΓΕΙΤΟΝΙΚΟΙ ΑΝΟΙΧΤΟΙ ΧΩΡΟΙ Γ. Στρατούλη N. H. Andreasen E. Καλογηροπούλου Ν. Κατσικαρίδης Δ. Κλουκίνας Γ. Κορομηλά Ε. Μαργαρίτη Τ. Μπεκιάρης ΣΠΙΤΙΑ & ΑΥΛΕΣ ΣΤΟ ΝΕΟΛΙΘΙΚΟ ΟΙΚΙΣΜΟ ΑΥΓΗΣ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ: ΤΟ ΚΤΙΡΙΟ 5 ΚΑΙ ΟΙ ΓΕΙΤΟΝΙΚΟΙ ΑΝΟΙΧΤΟΙ

Διαβάστε περισσότερα

Το σύνολο των βραχογραφιών και κάτω λεπτομέρεια

Το σύνολο των βραχογραφιών και κάτω λεπτομέρεια ΠΡΟΝΕΟΛΙΘΙΚΗ ΚΡΗΤΗ Πριν από τις επιφανειακές έρευνες στην περιοχή του Πλακιά και της Πρεβέλης στη νότια Κρήτη, τα μόνα γνωστά προνεολιθικά ευρήματα προέρχονταν από το εσωτερικό του σπηλαίου Ασφέντου στο

Διαβάστε περισσότερα

Έκθεση αποτελεσμάτων της ανασκαφής στον Αζοριά (2016)

Έκθεση αποτελεσμάτων της ανασκαφής στον Αζοριά (2016) Περίληψη των εργασιών Έκθεση αποτελεσμάτων της ανασκαφής στον Αζοριά (2016) Οι εργασίες πεδίου στον αρχαιολογικό χώρο του Αζοριά (Καβούσι, Ιεράπετρα), στη βορειοανατολική Κρήτη, διήρκεσαν 11 εβδομάδες,

Διαβάστε περισσότερα

Δημήτρης Δαμάσκος Δημήτρης Πλάντζος Πανεπιστημιακή Ανασκαφή Άργους Ορεστικού

Δημήτρης Δαμάσκος Δημήτρης Πλάντζος Πανεπιστημιακή Ανασκαφή Άργους Ορεστικού Δημήτρης Δαμάσκος Δημήτρης Πλάντζος Πανεπιστημιακή Ανασκαφή Άργους Ορεστικού Η ανασκαφή τού 2012 είχε ως στόχους: την περαιτέρω διερεύνηση της στοάς του μεγάλου ρωμαϊκού κτιρίου με τη στοά περιμετρικά

Διαβάστε περισσότερα

Έκθεση αποτελεσμάτων της ανασκαφής στον Αζοριά (2015)

Έκθεση αποτελεσμάτων της ανασκαφής στον Αζοριά (2015) Έκθεση αποτελεσμάτων της ανασκαφής στον Αζοριά (2015) Εισαγωγή Οι εργασίες πεδίου στον αρχαιολογικό χώρο του Αζοριά, στη βορειοανατολική Κρήτη (Καβούσι, Ιεράπετρα), διήρκεσαν 6 εβδομάδες, ενώ ακολούθησε

Διαβάστε περισσότερα

Δημήτρης Δαμάσκος Δημήτρης Πλάντζος Πανεπιστημιακή Ανασκαφή Άργους Ορεστικού

Δημήτρης Δαμάσκος Δημήτρης Πλάντζος Πανεπιστημιακή Ανασκαφή Άργους Ορεστικού Δημήτρης Δαμάσκος Δημήτρης Πλάντζος Πανεπιστημιακή Ανασκαφή Άργους Ορεστικού Κατά την περίοδο 2010 συνεχίσαμε την έρευνα τόσο στο χώρο της αίθουσας όσο και στο χώρο του αιθρίου με σκοπό την περαιτέρω διερεύνηση

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαιολογικός κάνναβος και στρωματογραφία

Αρχαιολογικός κάνναβος και στρωματογραφία Αρχαιολογικός κάνναβος και στρωματογραφία Μετά τον εντοπισμό και καθορισμό των αρχαιολογικών θέσεων, καθώς και τη μεταφορά των απαραίτητων υλικών και εργαλείων, το επόμενο σημαντικό στάδιο είναι η ανασκαφή

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΙΑ 10. Η Παλαιοανακτορική Κρήτη (ΜΜΙΒ ΜΜΙΙΙΑ)

ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΙΑ 10. Η Παλαιοανακτορική Κρήτη (ΜΜΙΒ ΜΜΙΙΙΑ) ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΙΑ 10 Η Παλαιοανακτορική Κρήτη (ΜΜΙΒ ΜΜΙΙΙΑ) Ίδρυση των πρώτων ανακτορικών κέντρων Κύριο χαρακτηριστικό στην κεραμική η εμφάνιση του καμαραϊκού ρυθμού, ο οποίοςαποτελεί προϊόν των

Διαβάστε περισσότερα

Ενότητα 2 Η Προϊστορική Ανασκαφή

Ενότητα 2 Η Προϊστορική Ανασκαφή Ενότητα 2 Η Προϊστορική Ανασκαφή Α.Μουνδρέα-Αγραφιώτη Προϊστορικές ανασκαφές Αφορούν ανθρώπινες εγκαταστάσεις, από 2,3 εκ. χρόνια πριν, μέχρι 1000 π.χ. 2.300.000-5.000 πριν (Παλαιολιθική, Μεσολιθική και

Διαβάστε περισσότερα

Η ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ:

Η ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ: ΤΟ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΕΡΓΟ ΣΤΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΚΑΙ ΘΡΑΚΗ 2009 11-13 ΜΑΡΤΙΟΥ 2010, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ Η ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ: ΧΩΡΟΣ ΤΑΦΙΚΗΣ ΠΡΑΚΤΙΚΗΣ ΣΤΟ ΝΕΟΛΙΘΙΚΟ ΟΙΚΙΣΜΟ ΑΥΓΗΣ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ Γεωργία Στρατούλη, Σέβη Τριανταφύλλου,

Διαβάστε περισσότερα

Η Αρχιτεκτονική των οικισμών

Η Αρχιτεκτονική των οικισμών Η Αρχιτεκτονική των οικισμών Ιωάννης Ασλάνης, Δρ. Προϊστορικής Αρχαολογίας, ΚΕΡΑ Η εσωτερική οργάνωση των οικισμών με τον τρόπο διάταξης των σπιτιών και των άλλων κτισμάτων και η τεχνική κατασκευής τους

Διαβάστε περισσότερα

Στο εν λόγω τεύχος παρουσιάζονται οι εκλαϊκευμένες κατευθύνσεις δόμησης σε τέσσερα παραρτήματα, ως εξής:

Στο εν λόγω τεύχος παρουσιάζονται οι εκλαϊκευμένες κατευθύνσεις δόμησης σε τέσσερα παραρτήματα, ως εξής: 3.4 Ειδικό τεχνικό τεύχος οδηγός με εκλαϊκευμένες κατευθύνσεις δόμησης Στο εν λόγω τεύχος παρουσιάζονται οι εκλαϊκευμένες κατευθύνσεις δόμησης σε τέσσερα παραρτήματα, ως εξής: Παράρτημα Ι. Α. Ενδεικτικό

Διαβάστε περισσότερα

ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΡΑΠΤΗ. Γενική άποψη του οικισμού. Το άνοιγμα στη θέα. Η περιοχή μελέτης

ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΡΑΠΤΗ. Γενική άποψη του οικισμού. Το άνοιγμα στη θέα. Η περιοχή μελέτης ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΡΑΠΤΗ Το Ράπτη είναι ένα τυπικό παράδειγμα οικισμού στα ορεινά του νομού Ηλείας :δε χαρακτηρίζεται για τον παραδοσιακό του χαρακτήρα αλλά κυρίως για το πλούσιο φυσικό του περιβάλλον, που όμως

Διαβάστε περισσότερα

ΟΙ ΠΑΡΑΠΟΤΑΜΙΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ Ένας διαχρονικός πολιτισμός. μέσοσ ρουσ του Αλιάκμονα(III)

ΟΙ ΠΑΡΑΠΟΤΑΜΙΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ Ένας διαχρονικός πολιτισμός. μέσοσ ρουσ του Αλιάκμονα(III) ανασκαφη μέσοσ ρουσ του Αλιάκμονα(III) ΟΙ ΠΑΡΑΠΟΤΑΜΙΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ Ένας διαχρονικός πολιτισμός Αρετή Χονδρογιάννη-Μετόκη Δρ Αρχαιολόγος, Προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Κοζάνης Οι σωστικές ανασκαφές

Διαβάστε περισσότερα

Οι αρχαίοι πύργοι της Σερίφου Οι αρχαίοι πύργοι, αυτόνομες οχυρές κατασκευές αποτελούν ιδιαίτερο τύπο κτιρίου με κυκλική, τετράγωνη ή ορθογώνια

Οι αρχαίοι πύργοι της Σερίφου Οι αρχαίοι πύργοι, αυτόνομες οχυρές κατασκευές αποτελούν ιδιαίτερο τύπο κτιρίου με κυκλική, τετράγωνη ή ορθογώνια Οι αρχαίοι πύργοι της Σερίφου Οι αρχαίοι πύργοι, αυτόνομες οχυρές κατασκευές αποτελούν ιδιαίτερο τύπο κτιρίου με κυκλική, τετράγωνη ή ορθογώνια κάτοψη, περισσότερους από έναν ορόφους και στιβαρή κατασκευή.

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΙΑ 10. Το ανάκτορο της Ζάκρου

ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΙΑ 10. Το ανάκτορο της Ζάκρου ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΙΑ 10 Το ανάκτορο της Ζάκρου Ανάκτορο της Κάτω Ζάκρου Το ανάκτορο της Κάτω Ζάκρου βρίσκεται στο ΝΑ άκρο της Κρήτης στον ομώνυμο ευρύχωρο όρμο. Η θέση ήταν γνωστή από τον 19 ο αι.

Διαβάστε περισσότερα

Νεολιθική εποχή στην Ελλάδα

Νεολιθική εποχή στην Ελλάδα Προϊστορικές Κοινωνίες Νεολιθική εποχή στην Ελλάδα Ντούσκα Ούρεμ-Κώτσου durem@hist.auth.gr Νεολιθική εποχή μόνιμη εγκατάσταση Νεολιθική εποχή Αρχή της παραγωγής της τροφής. Νεολιθική εποχή Αρχή της καλλιέργειας

Διαβάστε περισσότερα

Το οικόπεδο που μας δίνεται να αναπτύξουμε την κτιριακή σύνθεση χαρακτηρίζεται από την έντονη κλίση προς τη θάλασσα

Το οικόπεδο που μας δίνεται να αναπτύξουμε την κτιριακή σύνθεση χαρακτηρίζεται από την έντονη κλίση προς τη θάλασσα ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ : Εξοχικές κατοικίες στο Σκροπονέρι Ευβοίας Το οικόπεδο που μας δίνεται να αναπτύξουμε την κτιριακή σύνθεση χαρακτηρίζεται από την έντονη κλίση προς τη θάλασσα και από την ακανόνιστη

Διαβάστε περισσότερα

Σωσάνδρα ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Σωσάνδρα ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ Σωσάνδρα ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ Η Σωσάνδρα είναι ένα από τα οµορφότερα και πιο αναπτυσσόµενα χωριά της περιοχής της Αλµωπίας, µόλις 3 χλµ. από την Αριδαία. Ανήκει στον ήµο Αριδαίας και έχει 1200 περίπου κατοίκους.

Διαβάστε περισσότερα

ΕΦΟΡΕΙΑ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΛΑΣΙΚΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ

ΕΦΟΡΕΙΑ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΛΑΣΙΚΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΚΘ' ΕΦΟΡΕΙΑ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΛΑΣΙΚΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΦΛΩΡΙΝΑ Άγιος Αχίλλειος Πρεσπών Το 2007 διενεργήθηκε σωστική ανασκαφή, με χρηματοδοτική συνεισφορά του ΥΠΠΟΤ, του Υπουργείου Μακεδονίας-Θράκης και του

Διαβάστε περισσότερα

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ. διαιρεί τη δράση του ανθρώπου σε: (πριν τη χρήση γραφής) Β. Εποχή των μετάλλων. μέταλλα. Εποχή του χαλκού

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ. διαιρεί τη δράση του ανθρώπου σε: (πριν τη χρήση γραφής) Β. Εποχή των μετάλλων. μέταλλα. Εποχή του χαλκού Σελίδα 1 από 14 η διαιρεί τη δράση του ανθρώπου σε: Α. Εποχή του λίθου ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ (πριν τη χρήση γραφής) ΙΣΤΟΡΙΑ (από την επινόηση και χρήση της γραφής) κατασκευή εργαλείων από λίθο (2.500.000-3.000 π.χ.)

Διαβάστε περισσότερα

- Η νεολιθική στην Θεσσαλία -

- Η νεολιθική στην Θεσσαλία - Νεολιθική περίοδος στην Β. Ελλάδα - Η νεολιθική στην Θεσσαλία - Ντούσκα Ούρεμ-Κώτσου durem@hist.auth.gr Χρήστος Τσούντας 1901 Alan Wace 1912 Δημήτριος Ρ. Θεοχάρης 1956-1977 Vladimir Milojčić 1955-1977

Διαβάστε περισσότερα

ΝΕΟΛΙΘΙΚΟΣ ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΑΥΓΗΣ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΕΣ ΡΑΣΕΙΣ 2014

ΝΕΟΛΙΘΙΚΟΣ ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΑΥΓΗΣ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΕΣ ΡΑΣΕΙΣ 2014 ΝΕΟΛΙΘΙΚΟΣ ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΑΥΓΗΣ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΕΣ ΡΑΣΕΙΣ 2014 Η ΚΘ Εφορεία Προϊστορικών & Κλασικών Αρχαιοτήτων και η Επιστημονική Ομάδα των Ανασκαφών Αυγής οργανώνουν για πέμπτη χρονιά εκπαιδευτικές δράσεις με αφορμή

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΔΙΑΤΑΞΗ ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ ΒΑΡΗΣ ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

ΑΝΑΔΙΑΤΑΞΗ ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ ΒΑΡΗΣ ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΑΝΑΔΙΑΤΑΞΗ ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ ΒΑΡΗΣ ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Το δημοτικό κοιμητήριο της Βάρης βρίσκεται στη θέση «Ασύρματος» της Δημοτικής Ενότητας Βάρης του Δήμου Βάρης Βούλας Βουλιαγμένης.

Διαβάστε περισσότερα

Στυλιανή Καλτσογιάννη. Μελέτη οικοδομικών πηλών από τον νεολιθικό οικισμό Παλιαμπέλων Κολινδρού

Στυλιανή Καλτσογιάννη. Μελέτη οικοδομικών πηλών από τον νεολιθικό οικισμό Παλιαμπέλων Κολινδρού ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ & ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ Στυλιανή Καλτσογιάννη Μελέτη οικοδομικών πηλών από τον νεολιθικό οικισμό Παλιαμπέλων Κολινδρού

Διαβάστε περισσότερα

Θέμα: ΟΡΓΑΝΩΣΗ & ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΓΡΑΜΜΙΚΩΝ ΣΧΕΔΙΩΝ

Θέμα: ΟΡΓΑΝΩΣΗ & ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΓΡΑΜΜΙΚΩΝ ΣΧΕΔΙΩΝ ΤΕΙ ΣΕΡΡΩΝ ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΔΟΜΙΚΩΝ ΕΡΓΩΝ Θέμα: ΟΡΓΑΝΩΣΗ & ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΓΡΑΜΜΙΚΩΝ ΣΧΕΔΙΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΩΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ & ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΗΣ Σύνταξη κειμένου: Μαρία Ν. Δανιήλ, Αρχιτέκτων

Διαβάστε περισσότερα

3. Οροι όµησης ιαταξη Κατασκευής στο οικόπεδο

3. Οροι όµησης ιαταξη Κατασκευής στο οικόπεδο 1. Περιγραφή έργου Πρόκειται για την ανέγερση διώροφης κατοικίας 57.92 τ.µ. σε οικόπεδο έκτασης 75 τ.µ. στην περιοχή Μαυροβούνι στο Γιαλό της Σύµης. Η νέα αυτη κατοικία διαθέτει εξώστη και ηµιυπαίθριο

Διαβάστε περισσότερα

Πανεπιστήμιο Κύπρου Πολυτεχνική Σχολή Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών και Μηχανικών Περιβάλλοντος Πρόγραμμα Αρχιτεκτονικής ΠΕΡΑ ΟΡΕΙΝΗΣ.

Πανεπιστήμιο Κύπρου Πολυτεχνική Σχολή Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών και Μηχανικών Περιβάλλοντος Πρόγραμμα Αρχιτεκτονικής ΠΕΡΑ ΟΡΕΙΝΗΣ. Πανεπιστήμιο Κύπρου Πολυτεχνική Σχολή Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών και Μηχανικών Περιβάλλοντος Πρόγραμμα Αρχιτεκτονικής ΠΕΡΑ ΟΡΕΙΝΗΣ Βασιλένα Πετκόβα ΓΕΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΠΕΡΙΟΧΗΣ Το χωριό βρίσκεται σε απόσταση

Διαβάστε περισσότερα

4. γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο

4. γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο 4. ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟ γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο 4. ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟ γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο 4. ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟ γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο /Ελληνικός χώρος Τα ελληνικά βουνά (και γενικότερα οι ορεινοί όγκοι της

Διαβάστε περισσότερα

Έκθεση αποτελεσμάτων της ανασκαφής στον Αζοριά (2013) Donald C. Haggis, The University of North Carolina at Chapel Hill

Έκθεση αποτελεσμάτων της ανασκαφής στον Αζοριά (2013) Donald C. Haggis, The University of North Carolina at Chapel Hill Έκθεση αποτελεσμάτων της ανασκαφής στον Αζοριά (2013) Donald C. Haggis, The University of North Carolina at Chapel Hill Η ανασκαφή στον αρχαιολογικό χώρο του Αζοριά στη βορειοανατολική Κρήτη (Καβούσι,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΚΑΙ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ ΔΟΜΗΜΕΝΗΣ (ΕΝ)ΑΠΟΘΕΣΗΣ ΣΤΟ ΝΕΟΛΙΘΙΚΟ ΟΙΚΙΣΜΟ ΑΥΓΗΣ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ ΣΤΗ ΒΟΡΕΙΑ ΕΛΛΑΔΑ

ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΚΑΙ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ ΔΟΜΗΜΕΝΗΣ (ΕΝ)ΑΠΟΘΕΣΗΣ ΣΤΟ ΝΕΟΛΙΘΙΚΟ ΟΙΚΙΣΜΟ ΑΥΓΗΣ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ ΣΤΗ ΒΟΡΕΙΑ ΕΛΛΑΔΑ Γ. Στρατούλη Ν. Κατσικαρίδης Τ. Μπεκιάρης Β. Τζεβελεκίδη ΕΝΣΩΜΑΤΩΝΟΝΤΑΣ ΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ, ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΠΑΡΟΝ, ΝΟΗΜΑΤΟΔΟΤΩΝΤΑΣ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ: ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΚΑΙ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ ΔΟΜΗΜΕΝΗΣ (ΕΝ)ΑΠΟΘΕΣΗΣ ΣΤΟ ΝΕΟΛΙΘΙΚΟ

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος [IA11] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Α Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων (1100-480 π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος Πηγές και μέθοδοι (συνέχεια) Ο κλασικός αρχαιολόγος ταξινομεί το υλικό του: Κατά χρονική

Διαβάστε περισσότερα

Περιγραφή Χρηματοδοτούμενων Ερευνητικών Έργων 1η Προκήρυξη Ερευνητικών Έργων ΕΛ.ΙΔ.Ε.Κ. για την ενίσχυση Μεταδιδακτόρων Ερευνητών/Τριών

Περιγραφή Χρηματοδοτούμενων Ερευνητικών Έργων 1η Προκήρυξη Ερευνητικών Έργων ΕΛ.ΙΔ.Ε.Κ. για την ενίσχυση Μεταδιδακτόρων Ερευνητών/Τριών Περιγραφή Χρηματοδοτούμενων Ερευνητικών Έργων 1η Προκήρυξη Ερευνητικών Έργων ΕΛ.ΙΔ.Ε.Κ. για την ενίσχυση Μεταδιδακτόρων Ερευνητών/Τριών Τίτλος Ερευνητικού Έργου «Η καθημερινή ζωή στις κοινότητες της 5ης

Διαβάστε περισσότερα

Προνεολιθική και Νεολιθική Κύπρος

Προνεολιθική και Νεολιθική Κύπρος Προνεολιθική και Νεολιθική Κύπρος Προνεολιθική Περίοδος ή Φάση Ακρωτηρίου: 11000/10000 8200 π.χ. Νεολιθική Περίοδος: 8200 3900/ 3700 π.χ. Ακεραμεική Νεολιθική: 8200 5500 π.χ. Πρωτοκεραμεική Νεολιθική («lacuna»

Διαβάστε περισσότερα

ΡΑΠΤΗΣ ΠΤΕΛΕΑ ΛΕΙΒΑΔΑΚΙ

ΡΑΠΤΗΣ ΠΤΕΛΕΑ ΛΕΙΒΑΔΑΚΙ ΡΑΠΤΗΣ ΠΤΕΛΕΑ ΛΕΙΒΑΔΑΚΙ προς Λιβαδάκι ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΕΛΑΙΟΤΡΙΒΕΙΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ Η Σύσταση του Οικισμού: Ο οικισμός είναι ορεινός, αγροτικός και αποτελείται από: -13 κατοικίες, (μόνιμα διαμένουν σε 6 από αυτές,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΤΕΙ ΠΕΙΡΑΙΑ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΜΗΜΑ: ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΕ

ΑΤΕΙ ΠΕΙΡΑΙΑ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΜΗΜΑ: ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΕ ΑΤΕΙ ΠΕΙΡΑΙΑ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΜΗΜΑ: ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΕ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΟ ΚΤΙΡΙΟ «ΑΡΕΘΟΥΣΑ» ΣΤΗ ΧΑΛΚΙΔΑ Αλλαγή Χρήσης ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΕΝΩΤΙΑΔΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ - ΕΠΙΒΛΕΠOΝΤΑΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΓΕΩΡΓΙΟΣ

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαιολογική διαχείριση μνημείων,

Αρχαιολογική διαχείριση μνημείων, Διατμηματικό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών Διαχείριση Μνημείων: Αρχαιολογία, Πόλη και Αρχιτεκτονική Αρχαιολογική διαχείριση μνημείων, ιδιαίτερα σε αστικό και περιαστικό χώρο Διδάσκοντες: Β. Λαμπρινουδάκης

Διαβάστε περισσότερα

Αλέξανδρος Νικολάου, ΒΠΠΓ

Αλέξανδρος Νικολάου, ΒΠΠΓ Αλέξανδρος Νικολάου, ΒΠΠΓ Στην αρχαϊκή εποχή εικάζεται ότι υπήρχε κάποιο είδος θεατρικής κατασκευής στο χώρο που βρίσκονται τα σημερινά ευρήματα του θεάτρου, ενώ στα κλασσικά χρόνια υπήρχε σίγουρα κάποια

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΛΟΣ 1ης ΑΠΟ 6 ΣΕΛΙΔΕΣ

ΤΕΛΟΣ 1ης ΑΠΟ 6 ΣΕΛΙΔΕΣ ΑΡΧΗ 1ης ΣΕΛΙΔΑΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΙΔΙΚΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2015 ΚΟΙΝΗ ΕΞΕΤΑΣΗ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΥΠΟΨΗΦΙΩΝ ΣΤΟ ΓΡΑΜΜΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ ΣΥΝΟΛΟ ΣΕΛΙΔΩΝ ΕΞΙ (6) ΘΕΜΑ: «ΜΙΚΡΗ ΕΞΟΧΙΚΗ ΚΑΤΟΙΚΙΑ ΚΑΙ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΓΛΥΠΤΗ»

Διαβάστε περισσότερα

Ονοματεπώνυμο: Μάθημα: Ύλη: Επιμέλεια διαγωνίσματος: Αξιολόγηση: Φυσική Προσανατολισμού Ρευστά Ιωάννης Κουσανάκης

Ονοματεπώνυμο: Μάθημα: Ύλη: Επιμέλεια διαγωνίσματος: Αξιολόγηση: Φυσική Προσανατολισμού Ρευστά Ιωάννης Κουσανάκης Ονοματεπώνυμο: Μάθημα: Ύλη: Επιμέλεια διαγωνίσματος: Αξιολόγηση: Φυσική Προσανατολισμού Ρευστά Ιωάννης Κουσανάκης ΘΕΜΑ Α Α1. Το ανοιχτό κυλινδρικό δοχείο του σχήματος βρίσκεται εντός πεδίο βαρύτητας με

Διαβάστε περισσότερα

Κακοποίηση Ζώων Συντροφιάς

Κακοποίηση Ζώων Συντροφιάς Κακοποίηση Ζώων Συντροφιάς VPRC VPRC Δ.1 Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ VPRC- - Εμπιστευτικό Proastiakos.net 17993 // Δ.2 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η VPRC, με την ευαισθησία που τη διακρίνει σε θέματα που αφορούν στα ζώα συντροφιάς,

Διαβάστε περισσότερα

1. Επεμβάσεις συντήρησης

1. Επεμβάσεις συντήρησης Έκθεση εργασιών συντήρησης αρχιτεκτονικών καταλοίπων στον αρχαιολογικό του Αζοριά κατά την ανασκαφική περίοδο του 2017 της Σ. Χλουβεράκη, Επιστημονική Συνεργάτιδα, ΙΝΣΤΑΠ Κέντρο Μελέτης Αν Κρήτης Αρ. Άδ.:

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ Πυραμίδες στην Ελλάδα

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ Πυραμίδες στην Ελλάδα ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ Πυραμίδες στην Ελλάδα Oι πυραμίδες που έχουν εντοπιστεί στην Ελλάδα, αποτελούν μοναδικά δείγματα πυραμιδικής αρχιτεκτονικής στον ευρωπαϊκό χώρο. Η μορφή τους, η αρχιτεκτονική τους, καθώς

Διαβάστε περισσότερα

14. Κατασκευάστε μια μακέτα ανασκαφικού σκάμματος και παίξτε «ανασκαφή»! Επίσης, για την «ανασκαφή» θα χρειαστείτε:

14. Κατασκευάστε μια μακέτα ανασκαφικού σκάμματος και παίξτε «ανασκαφή»! Επίσης, για την «ανασκαφή» θα χρειαστείτε: Αρχαιολογία ένα κλειδί για την πύλη του χρόνου 14. Κατασκευάστε μια μακέτα ανασκαφικού σκάμματος και παίξτε «ανασκαφή»! Συνοπτική περιγραφή Στο Α μέρος τα παιδιά κατασκευάζουν σε συνεργασία με τον/την

Διαβάστε περισσότερα

ηαποκάλυψη αρχαιοτήτων στις βορειοανατολικές υπώρειες του λοφώδους

ηαποκάλυψη αρχαιοτήτων στις βορειοανατολικές υπώρειες του λοφώδους κωνσταντινα Γραβανη e-mail: cgravani@cc.uoi.gr ΠανεΠιστηΜιουΠολη Δουρουτησ: αρχαιολογικεσ ερευνεσ, εργασιεσ και Μελετεσ: συντομη αναφορα ηαποκάλυψη αρχαιοτήτων στις βορειοανατολικές υπώρειες του λοφώδους

Διαβάστε περισσότερα

ΕΚΘΕΣΗ ΕΞΕΡΕΥΝΗΣΗΣ ΤΟΥ ΣΠΗΛΑΙΟΥ ΣΤΟ ΚΑΣΤΑΝΟΦΥΤΟ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΟΡΕΣΤΙΔΟΣ ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ

ΕΚΘΕΣΗ ΕΞΕΡΕΥΝΗΣΗΣ ΤΟΥ ΣΠΗΛΑΙΟΥ ΣΤΟ ΚΑΣΤΑΝΟΦΥΤΟ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΟΡΕΣΤΙΔΟΣ ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ ΕΚΘΕΣΗ ΕΞΕΡΕΥΝΗΣΗΣ ΤΟΥ ΣΠΗΛΑΙΙΟΥ ΣΤΟ ΚΑΣΤΑΝΟΦΥΤΟ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΟΡΕΣΤΙΙΔΟΣ ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2005 Μετά από πρόσκληση του Δημάρχου κ. Τοτονίδη Νίκο προς το Τοπικό Τμήμα Βόρειας Ελλάδας (ΤΟ.Τ.Β.Ε.) της Ελληνικής Σπηλαιολογικής

Διαβάστε περισσότερα

Στόχοι μελετητή. (1) Ασφάλεια (2) Οικονομία (3) Λειτουργικότητα (4) Αισθητική

Στόχοι μελετητή. (1) Ασφάλεια (2) Οικονομία (3) Λειτουργικότητα (4) Αισθητική Στόχοι μελετητή (1) Ασφάλεια (2) Οικονομία (3) Λειτουργικότητα (4) Αισθητική Τρόπος εκτέλεσης Διάρκεια Κόστος Εξέταση από το μελετητή κάθε κατάστασης ή φάσης του φορέα : Ανέγερση Επισκευές / μετατροπές

Διαβάστε περισσότερα

Εικ.IV.7: Μορφές Κυψελοειδούς αποσάθρωσης στη Νάξο, στην περιοχή της Στελίδας.

Εικ.IV.7: Μορφές Κυψελοειδούς αποσάθρωσης στη Νάξο, στην περιοχή της Στελίδας. ii. Μορφές Διάβρωσης 1. Μορφές Κυψελοειδούς Αποσάθρωσης-Tafoni Ο όρος Tafoni θεσπίστηκε ως γεωμορφολογικός από τον A. Penck (1894), εξαιτίας των γεωμορφών σε περιοχή της Κορσικής, που φέρει το όνομα αυτό.

Διαβάστε περισσότερα

Τα πέντε θεματικά πάρκα εκτείνονται σε μήκος 1500 μ. από το Μέγαρο Μουσικής έως τους Ναυτικούς Ομίλους και περιλαμβάνουν:

Τα πέντε θεματικά πάρκα εκτείνονται σε μήκος 1500 μ. από το Μέγαρο Μουσικής έως τους Ναυτικούς Ομίλους και περιλαμβάνουν: ΘΕΜΑΤΙΚΑ ΠΑΡΚΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ Νέα Παραλία Θεσσαλονίκης Τα πέντε θεματικά πάρκα εκτείνονται σε μήκος 1500 μ. από το Μέγαρο Μουσικής έως τους Ναυτικούς Ομίλους και περιλαμβάνουν: Ο ΚΗΠΟΣ ΤΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ 1 / 6

Διαβάστε περισσότερα

ΜΥΚΗΝΑΪΚΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

ΜΥΚΗΝΑΪΚΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΜΥΚΗΝΑΪΚΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ Εισαγωγικά: ΟΡΙΣΜΟΣ: Με τον όρο μυκηναϊκός πολιτισμός χαρακτηρίζεται ο προϊστορικός πολιτισμός της ΎστερηςΕποχήςτουΧαλκούαπότο1600-1100 π. Χ. που αναπτύχθηκε κυρίως στην κεντρική

Διαβάστε περισσότερα

Ο σχεδιασμός για προστασία της «παλιάς πόλης» ως σχεδιασμός της «σημερινής πόλης»

Ο σχεδιασμός για προστασία της «παλιάς πόλης» ως σχεδιασμός της «σημερινής πόλης» ΒΑΣΙΛΗΣ ΓΚΑΝΙΑΤΣΑΣ' Ο σχεδιασμός για προστασία της «παλιάς πόλης» ως σχεδιασμός της «σημερινής πόλης» Α. ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΚΑΙ Η ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ Το θέμα του συνεδρίου, Ήέες πόλεις πάνω σε παλιές", είναι θέμα με πολλές

Διαβάστε περισσότερα

ΟΜΟΔΟΣ ΟΨΕΙΣ ΚΑΤΟΙΚΙΩΝ. χατζηπέτρου_ελένη. Περιοχές-Όψεις

ΟΜΟΔΟΣ ΟΨΕΙΣ ΚΑΤΟΙΚΙΩΝ. χατζηπέτρου_ελένη. Περιοχές-Όψεις Τοποθεσία χωριού : Το Όμοδος περιβάλλεται από 2 ψηλές βουνοκορφές Στην εργασία θα μελετηθούν οι διαφορετικές τυπολογίες που εμφανίζονται στο χωρίο, οι σχέσεις τους με το ιδιωτικό και το δημόσιο,ο τρόπος

Διαβάστε περισσότερα

Νεολιθική εποχή στην Ελλάδα

Νεολιθική εποχή στην Ελλάδα Προϊστορικές Κοινωνίες Νεολιθική εποχή στην Ελλάδα Ντούσκα Ούρεμ-Κώτσου durem@hist.auth.gr «Νεολιθική επανάσταση» και η καταγωγή της Νεολιθικής στην Ελλάδα Στο θέμα της προέλευσης του παραγωγικού τρόπου

Διαβάστε περισσότερα

Σύμβολα και σχεδιαστικά στοιχεία. Μάθημα 3

Σύμβολα και σχεδιαστικά στοιχεία. Μάθημα 3 Σύμβολα και σχεδιαστικά στοιχεία Μάθημα 3 Τα αρχιτεκτονικά σύμβολα αποτελούν μια διεθνή, συγκεκριμένη και απλή γλώσσα. Είναι προορισμένα να γίνονται κατανοητά από τον καθένα, ακόμα και από μη ειδικούς.

Διαβάστε περισσότερα

Έκθεση αποτελεσμάτων της ανασκαφής στον Αζοριά (2014) Donald C. Haggis, Πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνας (Chapel Hill)

Έκθεση αποτελεσμάτων της ανασκαφής στον Αζοριά (2014) Donald C. Haggis, Πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνας (Chapel Hill) Έκθεση αποτελεσμάτων της ανασκαφής στον Αζοριά (2014) Donald C. Haggis, Πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνας (Chapel Hill) Εισαγωγή Οι εργασίες στον αρχαιολογικό χώρο του Αζοριά στη βορειοανατολική Κρήτη

Διαβάστε περισσότερα

Ύστερη Χαλκοκρατία ή Υστεροκυπριακή περίοδος: 1650/ /1050 π.χ.

Ύστερη Χαλκοκρατία ή Υστεροκυπριακή περίοδος: 1650/ /1050 π.χ. Ύστερη Χαλκοκρατία ή Υστεροκυπριακή περίοδος: 1650/1600 1100/1050 π.χ. Υστεροκυπριακή Ι: 1650/1600-1450 π.χ. (ΥΚ ΙΑ:1650/1600-1500 π.χ. και ΥΚΙΒ: 1500-1450 π.χ.) Υστεροκυπριακή ΙΙ: 1450-1200 π.χ. (ΥΚΙΙΑ:

Διαβάστε περισσότερα

ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΚΤΙΡΙΟΥ

ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΚΤΙΡΙΟΥ ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ Χώρα, Πόλη Ελλάδα, Αρχάνες Μελέτη περίπτωσης Όνομα Δήμου: Αρχανών κτιρίου: Όνομα σχολείου: 2 Δημοτικό Σχολείο Αρχανών Το κλίμα στις Αρχάνες έχει εκτεταμένες περιόδους ηλιοφάνειας, Περιγραφή

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στη Θεωρία και τη Μέθοδο της Προϊστορικής Αρχαιολογίας. - Επιφανειακή έρευνα Renfrew & Bahn 2001, κεφ. 3

Εισαγωγή στη Θεωρία και τη Μέθοδο της Προϊστορικής Αρχαιολογίας. - Επιφανειακή έρευνα Renfrew & Bahn 2001, κεφ. 3 Εισαγωγή στη Θεωρία και τη Μέθοδο της Προϊστορικής Αρχαιολογίας - Επιφανειακή έρευνα Renfrew & Bahn 2001, κεφ. 3 Ντούσκα Ούρεμ-Κώτσου durem@hist.auth.gr Βασική βιβλιογραφία για την παρούσα διάλεξη Renfrew,

Διαβάστε περισσότερα

ΜΕΛΕΤΗ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΩΝ ΣΧΕ ΙΩΝ ΜΙΚΡΗΣ ΙΩΡΟΦΗΣ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ.

ΜΕΛΕΤΗ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΩΝ ΣΧΕ ΙΩΝ ΜΙΚΡΗΣ ΙΩΡΟΦΗΣ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ. ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ 2009-2010 ΤΜΗΜΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΤΟΜΕΑΣ 4 ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ 3ο ΕΞΑΜΗΝΟ Περιοχή ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΗΣ & Περιοχή ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ Μάθημα: ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΗ 1 ιδάσκοντες

Διαβάστε περισσότερα

Μοναδικά ευρήματα σε Σικυώνα

Μοναδικά ευρήματα σε Σικυώνα 06/09/2019 Μοναδικά ευρήματα σε Σικυώνα / Παιδεία και Πολιτισμός Ενδυναμώνεται το ενδεχόμενο εντοπισμού της αρχαϊκής πόλης της Σικυώνας στη σημερινή περιοχή του Αγ. Κωνσταντίνου. Οικιστικά κατάλοιπα κλασσικής

Διαβάστε περισσότερα

6.2 Υπόστρωμα Συνεκτικότητα και πρόσφυση, αποσπάσεις Εικ.41, 42

6.2 Υπόστρωμα Συνεκτικότητα και πρόσφυση, αποσπάσεις Εικ.41, 42 διαφόρων κατευθύνσεων και ανοιγμάτων στις ενώσεις των τοίχων αλλά και περιμετρικά στην τοιχοποιία. Μία άλλη αιτία της αποδιοργάνωσης της τοιχοποιίας, είναι η εξασθένιση του υλικού της ξυλοδεσιάς που είχε

Διαβάστε περισσότερα

ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΘΕΤΙΚΗΣ-ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ. ΜΕΡΟΣ Α : Άλγεβρα. Κεφάλαιο 2 ο (Προτείνεται να διατεθούν 12 διδακτικές ώρες) Ειδικότερα:

ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΘΕΤΙΚΗΣ-ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ. ΜΕΡΟΣ Α : Άλγεβρα. Κεφάλαιο 2 ο (Προτείνεται να διατεθούν 12 διδακτικές ώρες) Ειδικότερα: ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΘΕΤΙΚΗΣ-ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΜΕΡΟΣ Α : Άλγεβρα Κεφάλαιο ο (Προτείνεται να διατεθούν διδακτικές ώρες) Ειδικότερα:. -. (Προτείνεται να διατεθούν 5 διδακτικές ώρες).3 (Προτείνεται να διατεθούν

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαίος Πύργος Οινόης Αρχαίο Φρούριο Ελευθερών Αρχαιολογικός χώρος Οινόης. Γιώργος Πρίμπας

Αρχαίος Πύργος Οινόης Αρχαίο Φρούριο Ελευθερών Αρχαιολογικός χώρος Οινόης. Γιώργος Πρίμπας Αρχαίος Πύργος Οινόης Αρχαίο Φρούριο Ελευθερών Αρχαιολογικός χώρος Οινόης Γιώργος Πρίμπας Το παρόν φωτογραφικό άλμπουμ είναι ένα αφιέρωμα για τους τρεις μεγάλης αρχαιολογικής αξίας χώρους στην περιοχή

Διαβάστε περισσότερα

Εμπειρίες και διδάγματα από τους σεισμούς της Κεφαλονιάς 2014. Συμπεριφορά Ιστορικών Κτιρίων και Μνημείων

Εμπειρίες και διδάγματα από τους σεισμούς της Κεφαλονιάς 2014. Συμπεριφορά Ιστορικών Κτιρίων και Μνημείων ΗΜΕΡΙΔΑ, Θεσσαλονίκη 2/7/2014 Εμπειρίες και διδάγματα από τους σεισμούς της Κεφαλονιάς 2014 Συμπεριφορά Ιστορικών Κτιρίων και Μνημείων Σαλονικιός Θωμάς, Κύριος Ερευνητής, Μονάδα Έρευνας ΙΤΣΑΚ, ΟΑΣΠ Λεκίδης

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ: ΟΙΚΟΣΜΟΣ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΚΑΤΟΙΚΙΩΝ «ΠΥΛΗΣ ΑΞΙΟΥ»

ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ: ΟΙΚΟΣΜΟΣ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΚΑΤΟΙΚΙΩΝ «ΠΥΛΗΣ ΑΞΙΟΥ» Ομάδα Εργασίας: Κόντου Χριστίνα, Λαζαρίδης Χριστόφορος, Μπουλταδάκη Άννα, Πάσχου Μαρία, Παυλίδου Ιωάννα, Τσιολάκη Φανή ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ: ΟΙΚΟΣΜΟΣ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΚΑΤΟΙΚΙΩΝ «ΠΥΛΗΣ ΑΞΙΟΥ» Η περιοχή μελέτης ανήκει

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΓΕΩΧΗΜΕΙΑ

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΓΕΩΧΗΜΕΙΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΓΕΩΧΗΜΕΙΑ Ενότητα 5: Δευτερογενής Διασπορά, Κυριότερες γεωχημικές μεθόδοι Αναζήτησης Κοιτασμάτων, Σχεδιασμός και δειγματοληψία Χαραλαμπίδης Γεώργιος Τμήμα Μηχανικών Περιβάλλοντος και Μηχανικών

Διαβάστε περισσότερα

Μαθήματα αρχιτεκτονικής από την οικο-δομή της ανάγκης. Γεώργιος Κολοκοτρώνης Αρχιτέκτων Μηχανικός

Μαθήματα αρχιτεκτονικής από την οικο-δομή της ανάγκης. Γεώργιος Κολοκοτρώνης Αρχιτέκτων Μηχανικός Μαθήματα αρχιτεκτονικής από την οικο-δομή της ανάγκης Γεώργιος Κολοκοτρώνης Αρχιτέκτων Μηχανικός ΠΕΡΙΛΗΨΗ Τα Πλοκαμιανά της δημοτικής ενότητας Ινναχωρίου, του δήμου Κισσάμου αποτελούν οικισμό, η εξέλιξη

Διαβάστε περισσότερα

Η γεωθερμική ενέργεια είναι η ενέργεια που προέρχεται από το εσωτερικό της Γης. Η θερμότητα αυτή προέρχεται από δύο πηγές: από την θερμότητα του

Η γεωθερμική ενέργεια είναι η ενέργεια που προέρχεται από το εσωτερικό της Γης. Η θερμότητα αυτή προέρχεται από δύο πηγές: από την θερμότητα του Η γεωθερμική ενέργεια είναι η ενέργεια που προέρχεται από το εσωτερικό της Γης. Η θερμότητα αυτή προέρχεται από δύο πηγές: από την θερμότητα του αρχικού σχηματισμού της Γης και από την ραδιενεργό διάσπαση

Διαβάστε περισσότερα

Είναι αυτή η πρώτη πόλη της υτικής Ευρώπης;

Είναι αυτή η πρώτη πόλη της υτικής Ευρώπης; Είναι αυτή η πρώτη πόλη της υτικής Ευρώπης; Μέρος της οχύρωσης Οι αρχαιολογικές ανασκαφές που διενεργούνται στην περιοχή της La Bastida (Totana, Murcia στην Ισπανία) έχουν αποκαλύψει ένα επιβλητικό οχυρωματικό

Διαβάστε περισσότερα

Παραδείγματα της επίδρασης επεμβάσεων. Φ. Β. Καραντώνη Δρ Πολιτικός Μηχανικός Λέκτορας Πανεπιστημίου Πατρών karmar@upatras.gr

Παραδείγματα της επίδρασης επεμβάσεων. Φ. Β. Καραντώνη Δρ Πολιτικός Μηχανικός Λέκτορας Πανεπιστημίου Πατρών karmar@upatras.gr Παραδείγματα της επίδρασης επεμβάσεων σε παραδοσιακές και ιστορικές κατασκευές Φ. Β. Καραντώνη Δρ Πολιτικός Μηχανικός Λέκτορας Πανεπιστημίου Πατρών karmar@upatras.gr ΑΙΓΙΟ - ΕΡΑΤΕΙΝΗ 1995 26 άνθρωποι σκοτώθηκαν

Διαβάστε περισσότερα

ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΑΚΙΝΗΤΩΝ

ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΑΚΙΝΗΤΩΝ ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΑΚΙΝΗΤΩΝ Ακίνητο κατά το άρθρο 948 Α.Κ. είναι το έδαφος και τα συστατικά του μέρη. Κινητό είναι ότι δεν είναι ακίνητο. Ως έδαφος νοείται ορισμένο τμήμα της επιφάνειας της γης που πληρεί

Διαβάστε περισσότερα

Α Ρ Χ Ι Τ Ε Κ Τ Ο Ν Ι Κ Η Α Ν Α Λ Υ Σ Η Π Α Ρ Α Δ Ο Σ Ι Α Κ Ω Ν Κ Τ Ι Ρ Ι Ω Ν - Σ Υ Ν Ο Λ Ω Ν

Α Ρ Χ Ι Τ Ε Κ Τ Ο Ν Ι Κ Η Α Ν Α Λ Υ Σ Η Π Α Ρ Α Δ Ο Σ Ι Α Κ Ω Ν Κ Τ Ι Ρ Ι Ω Ν - Σ Υ Ν Ο Λ Ω Ν 1 Α Ρ Χ Ι Τ Ε Κ Τ Ο Ν Ι Κ Η Α Ν Α Λ Υ Σ Η Π Α Ρ Α Δ Ο Σ Ι Α Κ Ω Ν Κ Τ Ι Ρ Ι Ω Ν - Σ Υ Ν Ο Λ Ω Ν Έλενα Κωνσταντινίδου, Επ. Καθηγήτρια ΕΜΠ Σας καλοσωρίζουμε στο μάθημα της «Αρχιτεκτονικής ανάλυσης παραδοσιακού

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΑΠΟΤΥΠΩΣΗ ΑΡΧΑΙΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ «ΠΛΑΤΙΑΝΑΣ» 1 Μ Α Ρ Ι Α Μ Α Γ Ν Η Σ Α Λ Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ Ε.Μ.Π. MSc Ε.Μ.Π.

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΑΠΟΤΥΠΩΣΗ ΑΡΧΑΙΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ «ΠΛΑΤΙΑΝΑΣ» 1 Μ Α Ρ Ι Α Μ Α Γ Ν Η Σ Α Λ Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ Ε.Μ.Π. MSc Ε.Μ.Π. Το αρχαίο θέατρο, το επωνοµαζόµενο χάριν συντοµίας «θέατρο της Πλατιάνας», βρίσκεται εντός των τειχών της αρχαίας Ακρόπολης στην κορυφή του όρους Λαπίθα. Η αρχαία ονοµασία της πόλης στην οποία ανήκε θεωρείται

Διαβάστε περισσότερα

κατεύθυνση της εξάλειψης εθνοκεντρικών και άλλων αρνητικών στοιχείων που υπάρχουν στην ελληνική εκπαίδευση έτσι ώστε η εκπαίδευση να λαμβάνει υπόψη

κατεύθυνση της εξάλειψης εθνοκεντρικών και άλλων αρνητικών στοιχείων που υπάρχουν στην ελληνική εκπαίδευση έτσι ώστε η εκπαίδευση να λαμβάνει υπόψη ΕΙΣΑΓΩΓΗ Είναι γνωστό ότι, παραδοσιακά, όπως άλλα εκπαιδευτικά συστήματα έτσι και το ελληνικό στόχευαν στην καλλιέργεια και ενδυνάμωση της εθνοπολιτιστικής ταυτότητας. Αυτό κρίνεται θετικό, στο βαθμό που

Διαβάστε περισσότερα

ΟΙ ΥΔΡΙΤΕΣ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥΣ ΩΣ ΚΑΥΣΙΜΗ ΥΛΗ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ. ΤΟ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ANAXIMANDER. Από Δρ. Κωνσταντίνο Περισοράτη

ΟΙ ΥΔΡΙΤΕΣ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥΣ ΩΣ ΚΑΥΣΙΜΗ ΥΛΗ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ. ΤΟ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ANAXIMANDER. Από Δρ. Κωνσταντίνο Περισοράτη ΟΙ ΥΔΡΙΤΕΣ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥΣ ΩΣ ΚΑΥΣΙΜΗ ΥΛΗ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ. ΤΟ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ANAXIMANDER Από Δρ. Κωνσταντίνο Περισοράτη Οι υδρίτες (εικ. 1) είναι χημικές ενώσεις που ανήκουν στους κλειθρίτες, δηλαδή

Διαβάστε περισσότερα

1. Επεμβάσεις συντήρησης

1. Επεμβάσεις συντήρησης Έκθεση εργασιών συντήρησης αρχιτεκτονικών καταλοίπων στον αρχαιολογικό του Αζοριά κατά την ανασκαφική περίοδο του 2018 της Σ. Χλουβεράκη, Επιστημονική Συνεργάτιδα, ΙΝΣΤΑΠ Κέντρο Μελέτης Αν Κρήτης Αρ. Άδ.:

Διαβάστε περισσότερα

ΣΗΡΑΓΓΑ ΑΝΗΛΙΟΥ ΑΣΤΟΧΙΑ ΠΡΑΝΟΥΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΟΥ ΜΕΤΩΠΟΥ

ΣΗΡΑΓΓΑ ΑΝΗΛΙΟΥ ΑΣΤΟΧΙΑ ΠΡΑΝΟΥΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΟΥ ΜΕΤΩΠΟΥ ΣΗΡΑΓΓΑ ΑΝΗΛΙΟΥ ΑΣΤΟΧΙΑ ΠΡΑΝΟΥΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΟΥ ΜΕΤΩΠΟΥ Η.Σωτηρόπουλος Δρ.Ν.Μουρτζάς 1. Εισαγωγή Ο όρος «αστοχία» χρησιμοποιείται εδώ με την έννοια μιάς μή «αποδεκτής απόκλισης» ανάμεσα στην πρόβλεψη και τη

Διαβάστε περισσότερα

ΥΓΡΟΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΤΙΡΙΩΝ

ΥΓΡΟΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΤΙΡΙΩΝ ΥΓΡΟΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΤΙΡΙΩΝ ? ΤΡΙΧΟΕΙΔΗ ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ Υδροαπορρόφηση ονομάζουμε την αποθήκευση μορίων νερού μέσα σε ένα υλικό. Η ικανότητα ενός υλικού να αποθηκεύει νερό καθορίζεται κύρια από τη γεωμετρία των πόρων

Διαβάστε περισσότερα

Ο αρχαιολογικός χώρος του Καλαμωτού βρίσκεται 2 χλμ. νότια του χωριού και είναι γνωστός στους κατοίκους του με την ονομασία Τούμπες ή Καστέλλια.

Ο αρχαιολογικός χώρος του Καλαμωτού βρίσκεται 2 χλμ. νότια του χωριού και είναι γνωστός στους κατοίκους του με την ονομασία Τούμπες ή Καστέλλια. ΑΡΧΑΙΑ ΚΑΛΙΝΔΟΙΑ ΣΥΝΟΨΗ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ ΕΥΡΗΜΑΤΩΝ ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΠΟΛΗΣ: Ο αρχαιολογικός χώρος του Καλαμωτού βρίσκεται 2 χλμ. νότια του χωριού και είναι γνωστός στους κατοίκους του με την ονομασία Τούμπες

Διαβάστε περισσότερα

Θέρμανση θερμοκηπίων με τη χρήση αβαθούς γεωθερμίας γεωθερμικές αντλίες θερμότητας

Θέρμανση θερμοκηπίων με τη χρήση αβαθούς γεωθερμίας γεωθερμικές αντλίες θερμότητας Θέρμανση θερμοκηπίων με τη χρήση αβαθούς γεωθερμίας γεωθερμικές αντλίες θερμότητας Η θερμοκρασία του εδάφους είναι ψηλότερη από την ατμοσφαιρική κατά τη χειμερινή περίοδο, χαμηλότερη κατά την καλοκαιρινή

Διαβάστε περισσότερα

Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΛΠ42 / Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο

Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΛΠ42 / Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΛΠ42 / Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο Σχολή ΣΑΚΕ Σχολή Ανθρωπιστικών και Κοινωνικών Επιστημών Πρόγραμμα Σπουδών ΕΛΠΟΛ Σπουδές στον Ελληνικό Πολιτισμό Θεματική Ενότητα ΕΛΠ42

Διαβάστε περισσότερα

Παλαιολιθική και Μεσολιθική εποχή στην Ελλάδα

Παλαιολιθική και Μεσολιθική εποχή στην Ελλάδα Προϊστορικές Κοινωνίες Παλαιολιθική και Μεσολιθική εποχή στην Ελλάδα Ντούσκα Ούρεμ-Κώτσου durem@hist.auth.gr Οι περίοδοι της Προϊστορίας στην Ελλάδα: Παλαιολιθική εποχή (800.000-10.500 ΠΣ) Μεσολιθική εποχή

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 3: ΓΕΩΛΟΓΙΚΟΙ ΧΑΡΤΕΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 3: ΓΕΩΛΟΓΙΚΟΙ ΧΑΡΤΕΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 3: ΓΕΩΛΟΓΙΚΟΙ ΧΑΡΤΕΣ ΔΙΔΑΣΚΩΝ : Ι. ΖΑΧΑΡΙΑΣ ΑΓΡΙΝΙΟ, 2016 ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 3:

Διαβάστε περισσότερα

Αναρτήθηκε από τον/την Δρομπόνης Σωτήριος Πέμπτη, 18 Απρίλιος :48 - Τελευταία Ενημέρωση Πέμπτη, 18 Απρίλιος :49

Αναρτήθηκε από τον/την Δρομπόνης Σωτήριος Πέμπτη, 18 Απρίλιος :48 - Τελευταία Ενημέρωση Πέμπτη, 18 Απρίλιος :49 Στις 17 Απριλίου 2013 επισκεφθήκαμε το Αρχαιολογικό Μουσείο Μεγάρων. Η αρχαιολόγος κα Τσάλκου (την οποία θερμά ευχαριστούμε) μας παρουσίασε τα πολύ εντυπωσιακά ευρήματα της περιοχής μας δίνοντάς μας αναλυτικές

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΑΓΡΟΝΟΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟΠΟΓΡΑΦΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ. Σπύρος Τσιπίδης. Περίληψη διατριβής

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΑΓΡΟΝΟΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟΠΟΓΡΑΦΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ. Σπύρος Τσιπίδης. Περίληψη διατριβής ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΑΓΡΟΝΟΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟΠΟΓΡΑΦΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ Σπύρος Τσιπίδης Γεω - οπτικοποίηση χωρωχρονικών αρχαιολογικών δεδομένων Περίληψη διατριβής H παρούσα εργασία

Διαβάστε περισσότερα

1 η ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΗ ΑΣΚΗΣΗ

1 η ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΗ ΑΣΚΗΣΗ ΑΕΙ ΠΕΙΡΑΙΑ ΤΤ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΟΛΟΓΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ Τ.Ε. ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΤΩΝ ΡΕΥΣΤΩΝ Σκοπός της άσκησης 1 η ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΗ ΑΣΚΗΣΗ Σκοπός αυτής της άσκησης είναι η εξοικείωση των σπουδαστών με τα σφάλματα που

Διαβάστε περισσότερα

Ι. ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β': Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ ( π.Χ.) 3. Ο ΜΙΝΩΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ. - Η Κρήτη κατοικήθηκε για πρώτη φορά τη... εποχή.

Ι. ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β': Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ ( π.Χ.) 3. Ο ΜΙΝΩΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ. - Η Κρήτη κατοικήθηκε για πρώτη φορά τη... εποχή. Ι. ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β': Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ (3000-1100π.Χ.) 3. Ο ΜΙΝΩΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ - Η Κρήτη κατοικήθηκε για πρώτη φορά τη... εποχή. - Ο σημαντικότερος οικισμός ήταν η... - Κατά τη 2 η και 3 η χιλιετία

Διαβάστε περισσότερα

ΤΙΤΛΟΣ: ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΕΝ ΓΕΝΕΙ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ

ΤΙΤΛΟΣ: ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΕΝ ΓΕΝΕΙ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΝΟΜΟΣ: 3028/2002 ΦΕΚ: Α 153/28.06.2002 ΤΙΤΛΟΣ: ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΕΝ ΓΕΝΕΙ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ: ΒΑΣΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΡΘΡΟ 1: ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ 1. Στην προστασία που παρέχεται

Διαβάστε περισσότερα

ΒΛΑΒΕΣ ΣΕ ΚΟΜΒΟΥΣ ΟΠΛΙΣΜΕΝΟΥ ΣΚΥΡΟΔΕΜΑΤΟΣ, ΑΙΤΙΑ ΕΜΦΑΝΙΣΗΣ ΑΥΤΩΝ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΚΑΙ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ ΤΩΝ ΑΝΤΟΧΩΝ ΤΟΥΣ

ΒΛΑΒΕΣ ΣΕ ΚΟΜΒΟΥΣ ΟΠΛΙΣΜΕΝΟΥ ΣΚΥΡΟΔΕΜΑΤΟΣ, ΑΙΤΙΑ ΕΜΦΑΝΙΣΗΣ ΑΥΤΩΝ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΚΑΙ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ ΤΩΝ ΑΝΤΟΧΩΝ ΤΟΥΣ Εργασία Νο 18 ΒΛΑΒΕΣ ΣΕ ΚΟΜΒΟΥΣ ΟΠΛΙΣΜΕΝΟΥ ΣΚΥΡΟΔΕΜΑΤΟΣ, ΑΙΤΙΑ ΕΜΦΑΝΙΣΗΣ ΑΥΤΩΝ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΚΑΙ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ ΤΩΝ ΑΝΤΟΧΩΝ ΤΟΥΣ ΓΑΡΥΦΑΛΗΣ ΑΓΓΕΛΟΣ Περίληψη Στην παρούσα εργασία θα γίνει αναφορά

Διαβάστε περισσότερα

Υπόγειο δίκτυο πρόσβασης Ένα νέο έδαφος

Υπόγειο δίκτυο πρόσβασης Ένα νέο έδαφος Ένα νέο έδαφος Το ελληνικό τοπίο υπομένει για περισσότερα από 40 χρόνια μια παρατεταμένη διαδικασία «προ-αστικοποίησης». Στην ανάπτυξη των παραθεριστικών οικισμών κυριαρχούν τα γνώριμα μοντέλα της πανταχόθεν

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ο Κεφάλαιο: Στατιστική ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ ΣΤΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ Πληθυσμός: Λέγεται ένα σύνολο στοιχείων που θέλουμε να εξετάσουμε με ένα ή περισσότερα χαρακτηριστικά. Μεταβλητές X: Ονομάζονται

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος [IA11] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Α Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων (1100-480 π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος Πρώιμοι και Γεωμετρικοί χρόνοι (1100-700 π.χ.) Οι περίοδοι της αρχαίας ελληνικής τέχνης:

Διαβάστε περισσότερα

ΘΕΜΑ: «Διαπιστώσεις επιτόπιων ελέγχων στη νήσο Μακρόνησο»

ΘΕΜΑ: «Διαπιστώσεις επιτόπιων ελέγχων στη νήσο Μακρόνησο» ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ & ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΣΩΜΑ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΔΟΜΗΣΗΣ, ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΛΛΕΙΩΝ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΝΟΤΙΟΥ ΕΛΛΑΔΟΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗΣ ΔΟΜΗΣΗΣ & ΚΑΤΕΔΑΦΙΣΕΩΝ Χρόνος Διατήρησης

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ

ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ Αρ. πρωτ. 1395/2-5-2017 - Το τεχνικό αντικείμενο αφορά την έκδοση των οικοδομικών αδειών που απαιτούνται για την συντήρηση-ανακαίνιση των υφισταμένων κτιρίων, την ανέγερση νέων σύγχρονων

Διαβάστε περισσότερα

Σχήμα 8(α) Σχήμα 8(β) Εργασία : Σχήμα 9

Σχήμα 8(α) Σχήμα 8(β) Εργασία : Σχήμα 9 3. Ας περιγράψουμε σχηματικά τις αρχές επί των οποίων βασίζονται οι καινοτόμοι σχεδιασμοί κτηρίων λόγω των απαιτήσεων για εξοικονόμηση ενέργειας και ευαισθησία του χώρου και του περιβάλλοντος ; 1. Τέτοιες

Διαβάστε περισσότερα

ΞΑΠΛΩΝΟΝΤΑΣ ΣΤΟ ΕΔΑΦΟΣ. Στρατηγική Συν-Κατοίκησης

ΞΑΠΛΩΝΟΝΤΑΣ ΣΤΟ ΕΔΑΦΟΣ. Στρατηγική Συν-Κατοίκησης ΞΑΠΛΩΝΟΝΤΑΣ ΣΤΟ ΕΔΑΦΟΣ Στρατηγική Συν-Κατοίκησης Η πρόταση μας εισάγει μια νέα τυπολογία κατοικίας, αυτήν της οριζόντιας πολυκατοικίας. Η αναφορά στην ελληνική αστική πολυκατοικία είναι σκόπιμη αφού η

Διαβάστε περισσότερα

ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΟ ΠΡΟΣΚΗΝΙΟ ΤΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΑΣ ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗ-ΣΧΕΔΙΑΣΤΙΚΗ ΑΝΑΣΥΝΘΕΣΗ ΠΡΟΤΑΣΗ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΕΝΟΣ ΜΕΤΑΚΙΟΝΙΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ

ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΟ ΠΡΟΣΚΗΝΙΟ ΤΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΑΣ ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗ-ΣΧΕΔΙΑΣΤΙΚΗ ΑΝΑΣΥΝΘΕΣΗ ΠΡΟΤΑΣΗ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΕΝΟΣ ΜΕΤΑΚΙΟΝΙΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΟ ΠΡΟΣΚΗΝΙΟ ΤΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΑΣ ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗ-ΣΧΕΔΙΑΣΤΙΚΗ ΑΝΑΣΥΝΘΕΣΗ ΠΡΟΤΑΣΗ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΕΝΟΣ ΜΕΤΑΚΙΟΝΙΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ Αρχιτεκτονική μελέτη: Βασιλεία Μανιδάκη αρχιτέκτων ΥΠΠΟΤ-ΥΣΜΑ Δεκέμβριος

Διαβάστε περισσότερα

Προϊστορικό Σπήλαιο Θεόπετρας

Προϊστορικό Σπήλαιο Θεόπετρας Προϊστορικό Σπήλαιο Θεόπετρας Στα δυτικά της εθνικής οδού Τρικάλων - Ιωαννίνων, 3χλμ πριν από τα Μετέωρα, ορθώνεται πάνω από το χωριό Θεόπετρα ένας βραχώδης ασβεστολιθικός όγκος, στη βορειοανατολική πλευρά

Διαβάστε περισσότερα

Κτίρια με εμφανή ξύλινο σκελετό στην κεντρική και βόρεια Ευρώπη

Κτίρια με εμφανή ξύλινο σκελετό στην κεντρική και βόρεια Ευρώπη ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΤΜΗΜΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ 2009-2010, ΕΞΑΜΗΝΟ 1 Ο ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΕΣ ΚΑΘΗΓΗΤΕΣ: Ι. ΡΗΓΟΣ, Μ. ΜΑΝΔΑΛΑΚΗ, Μ. ΛΙΑΠΗ ΟΜΑΔΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ: ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗΣ, ΜΑΡΑΓΚΟΥ ΑΝΝΑ, ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗ

Διαβάστε περισσότερα