Δέσποινα Τσακίρη, Επίκουρη Καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου



Σχετικά έγγραφα
Σαφής διάκριση της διαμορφωτικής από τη συγκριτική / τελική αξιολόγηση

Επιμέλεια: Ελισάβετ Λαζαράκου Σχολική Σύμβουλος, 28 η Περιφέρεια Δημοτικής Εκπαίδευσης Αττικής

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ. Δρ. Γιώργος Μαγγόπουλος

Αξιολόγηση του Εκπαιδευτικού Έργου στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Διαδικασία Αυτοαξιολόγησης στη Σχολική Μονάδα

14 Δυσκολίες μάθησης για την ανάπτυξη των παιδιών, αλλά και της εκπαιδευτικής πραγματικότητας. Έχουν προταθεί διάφορες θεωρίες και αιτιολογίες για τις

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΚΕΝΤΡΟ ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗΣ (Κ.Ε.ΔΙ.ΒΙ.Μ.) «Εκπαιδευτική Ηγεσία και Διοίκηση»

Η ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ ΣΤΗ ΣΧΟΛΙΚΗ ΜΟΝΑΔΑ. Χρήστος Ν. Σιγάλας

Περιγραφική αξιολόγηση Φιλοσοφία αρχές - μέθοδοι

Οι περιοχές που διερευνήθηκαν συστηματικά από τα σχολεία ήσαν οι ακόλουθες: Σχέσεις μεταξύ εκπαιδευτικών-μαθητών και μεταξύ μαθητών

Δ.Ε.Π.Π.Σ. Α.Π.Σ. & ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ. Δρ Δημήτριος Γκότζος

Σπύρος Φερεντίνος, Σχολικός Σύμβουλος Μαθηματικών Γ Αθήνας Κατερίνα Κασιμάτη, Επίκουρος Καθηγήτρια ΑΣΠΑΙΤΕ

Ο Ρόλος του Κριτικού Στοχασμού στη Μάθηση και Εκπαίδευση Ενηλίκων

Σχέδιο Έκθεσης Γενικής Εκτίμησης της Εικόνας του Σχολείου

Υ.Α Γ2/6646/ Επιµόρφωση καθηγητών στο ΣΕΠ και τη Επαγγελµατική Συµβουλευτική

ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ

Θεματικό Πλαίσιο του Σχεδίου Δράσης

Η αξιολόγηση του μαθητή: προβλήματα και σύγχρονες τάσεις. Νίκος Χανιωτάκης Επίκουρος Καθηγητής Π.Τ.Δ.Ε. - Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

Κίνητρο και εμψύχωση στη διδασκαλία: Η περίπτωση των αλλόγλωσσων μαθητών/τριών

Αξιολόγηση του διδακτικού έργου και του μαθητή: πρακτική προσέγγιση από την μεριά του επαγγελματία εκπαιδευτικού

Αξιολόγηση του Εκπαιδευτικού Έργου στην Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση. Διαδικασία Αυτοαξιολόγησης στη Σχολική Μονάδα

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΔΟΣΗΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ

«Αναμόρφωση Προπτυχιακού Προγράμματος Σπουδών του τμήματος ΤΕΠΑΕΣ του Πανεπιστημίου Αιγαίου»

Τάσεις, χαρακτηριστικά, προοπτικές και υποδοχή από την εκπαιδευτική κοινότητα ΣΤΡΟΓΓΥΛΗ ΤΡΑΠΕΖΑ 5 ο Συνέδριο EduPolicies Αθήνα, Σεπτέμβριος 2014

Η πολιτική του σχολείου για βελτίωση της διδασκαλίας και της μάθησης: Δύο περιπτώσεις προγραμμάτων σχολικής αποτελεσματικότητας και σχολικής βελτίωσης

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΔΟΣΗΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11: Κριτική αποτίμηση των διαδικασιών αξιολόγησης στο ελληνικό δημοτικό σχολείο

ΦΟΡΜΑ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΟΜΙΛΟΥ ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ. Βαρβάρα Δερνελή ΕΚΠ/ΚΟΥ. Β Τάξη Λυκείου

ΦΥΣΙΚΑ Ε & Στ ΣΤΕΛΙΟΣ ΚΡΑΣΣΑΣ ΣΧΟΛΙΚΟΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ

Η διάρκεια πραγματοποίησης της ανοιχτής εκπαιδευτικής πρακτικής ήταν 2 διδακτικές ώρες

«Η παιδαγωγική αξία της αξιολόγησης του μαθητή» Δρ. Χριστίνα Παπαζήση Σχολική Σύμβουλος Φυσικών Επιστημών

H ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΗΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ. Διδάσκουσα Φένια Χατζοπούλου

Συστηματική Διερεύνηση (προαιρετική) Επιλογή και Διαμόρφωση Σχεδίου Δράσης (υποχρεωτική) Σύνταξη Ετήσιας Έκθεσης του σχολείου(υποχρεωτική)

Δείκτης Αξιολόγησης 5.2: Ανάπτυξη και εφαρμογή σχεδίων δράσης για τη βελτίωση του εκπαιδευτικού έργου

ΠΑΙ ΑΓΩΓΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΙΑ ΤΗ ΜΟΡΦΩΤΙΚΗ ΑΥΤΟΤΕΛΕΙΑ ΤΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ

Αποτελεσματική Διαχείριση Προβλημάτων Συμπεριφοράς στο Σχολείο

Εισαγωγή. ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: Κουλτούρα και Διδασκαλία

Παιδί και Ιστορικά Αρχεία: Προβληματισμοί, Μεθοδολογία, Μελέτη περίπτωσης. Λεωνίδας Κ. Πλατανιώτης Εκπαιδευτικός ΠΕ 02 (Φιλόλογος)

Η ΧΡΗΣΗ ΤΗΣ ΔΥΝΑΜΙΚΗΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΣ ΓΙΑ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ: ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

Αυθεντικό πλαίσιο μάθησης και διδασκαλίας για ένα σχολείο που μαθαίνει. Κατερίνα Κασιμάτη Επικ. Καθηγήτρια Παιδαγωγικού Τμήματος ΑΣΠΑΙΤΕ

Γεωργική Εκπαίδευση Ενότητα 12

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΔΟΣΗΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4: Παιδαγωγική και κοινωνική υπόσταση της αξιολόγησης

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ. Γεώργιος Ν. Πριµεράκης Σχ. Σύµβουλος ΠΕ03

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ ΚΑΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΧΟΛΕΙΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5: Κριτήρια (εσωτερικά - εξωτερικά) αξιολόγησης των σχολικών μονάδων

Δείκτης Αξιολόγησης 7.1: Επίτευξη των στόχων του σχολείου

Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΠΑ66Κ / Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση

International Conference Quality and Equity in Education: Theories, Applications and Potentials

Κατανομή ηγεσίας: Πραγματικότητα ή σύνθημα; Δρ Ανδρέας Κυθραιώτης, ΕΔΕ, ΥΠΠ


«Π.Α.Ι.Δ.Ε.Ι.Α. ΑΡΙΣΤΕΙΑΣ»

Αξιολόγηση: Μέσο και διαδικασία

Στυλιανός Βγαγκές - Βάλια Καλογρίδη. «Καθολικός Σχεδιασμός και Ανάπτυξη Προσβάσιμου Ψηφιακού Εκπαιδευτικού Υλικού» -Οριζόντια Πράξη με MIS

Η παιδαγωγική σχέση: αλληλεπίδραση και επικοινωνία μεταξύ εκπαιδευτικού και μαθητή

Παράρτημα Βόλου ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ. Δρ. Γιώργος Μαγγόπουλος

Τα σχέδια μαθήματος 1 Εισαγωγή

ΑΥΘΕΝΤΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ. Κατερίνα Κασιμάτη Επίκ. Καθηγήτρια, Γενικό Τμήμα Παιδαγωγικών Μαθημάτων Α.Σ.ΠΑΙ.Τ.Ε.

α. η παροχή γενικής παιδείας, β. η καλλιέργεια των δεξιοτήτων του μαθητή και η ανάδειξη των

ΜΑΘΗΤΗ ΣΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ: ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΒΕΛΤΙΩΣΗ»

ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ. ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ (συντελεστής βαρύτητας 60%)

Διδακτική της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης

Εκπαιδευτική Ημερίδα: «Αξιολόγηση Μαθητή. Σύγχρονες Τάσεις Πρακτικές Εφαρμογές» 4 Απριλίου 2015 και 25 Απριλίου 2015

Η Ενέργεια περιλαμβάνει ενδεικτικά τις ακόλουθες κατηγορίες Πράξεων:

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ. Χαράλαμπος Μπαμπαρούτσης Δρ. Πανεπιστημίου Αθηνών

Αξιολόγηση Προγράμματος Αλφαβητισμού στο Γυμνάσιο Πρώτο Έτος Αξιολόγησης (Ιούλιος 2009)


ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ ΚΑΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΧΟΛΕΙΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3: Παράγοντες χαρακτηριστικά αποτελεσματικού σχολείου

ΜΑΘΗΜΑ:EDG 613 Διδάσκων Κουτούζης Μανώλης ΛΕΜΟΝΙΑ ΜΠΟΥΤΣΚΟΥ F

Η υποστήριξη της επαγγελματικής μάθησης στη σχολική μονάδα: Ο ρόλος του ηγέτη

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας και Αξιολόγησης

ΑΝΑΛΥΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ. Κατερίνα Κασιμάτη, Επίκ. Καθηγήτρια Παιδαγωγικoύ Τμήματος, Α.Σ.ΠΑΙ.Τ.Ε.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΜΑΘΗΣΗΣ ΜΕΣΩ ΕΡΕΥΝΑΣ - ΔΡΑΣΗΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ

Εξ αποστάσεως υποστήριξη του έργου των Εκπαιδευτικών μέσω των δικτύων και εργαλείων της Πληροφορικής

ΕΠΙΜΟΡΦΩΤΙΚΗ ΗΜΕΡΙΔΑ «Η ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ ΜΑΘΗΤΗ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΑ ΝΕΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΣΠΟΥΔΩΝ»

ΣΧΈΔΙΟ RELEASE για τη δια βίου μάθηση και την ενδοϋπηρεσιακή επιμόρφωση των εκπαιδευτικών στην Κύπρο

Η ανάπτυξη της κουλτούρας και του κλίματος του σχολείου

Πότε ένας δάσκαλος θα κρίνεται ελλιπής και πότε εξαιρετικός

Πρότυπα-πειραματικά σχολεία

Αξιολόγηση της Πιλοτικής Εφαρμογής της Επαγγελματικής Μάθησης (Mάιος 2016)

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ ΚΑΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΧΟΛΕΙΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4: Η αξιολόγηση των σχολικών μονάδων: έννοια, πλαίσιο, διαδικασία

3 ο Πανελλήνιο Συνέδριο με Διεθνή Συμμετοχή για το Εκπαιδευτικό Υλικό στα Μαθηματικά και τις Φυσικές Επιστήμες

(Nοέμβριος 2015) 1. Ταυτότητα της έρευνας

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΜΕ ΣΤΟΧΟ ΤΗΝ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΑΝΑΛΥΤΙΚΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΤΩΝ Π.Π.Σ.

Συνεχής επαγγελματική ανάπτυξη του εκπαιδευτικού στο σχολείο: η περίπτωση των ΝΑΠ

Διδακτική της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης

Ο Ρόλος του Κριτικού Στοχασμού στη Μάθηση και Εκπαίδευση Ενηλίκων

Παιδαγωγικές δραστηριότητες μοντελοποίησης με χρήση ανοικτών υπολογιστικών περιβαλλόντων

Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Αθήνας

Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΩΝ ΓΟΝΕΩΝ ΣΤΗΝ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΤΗΣ ΜΑΘΗΣΗΣ: ΠΟΡΙΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Πρόλογος: Κογκίδου ήµητρα. Εκπαιδευτική Ηγεσία και Φύλο. Στο: αράκη Ελένη (2007) Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο.

ΘΕΜΑ: «Αξιολόγηση του Εκπαιδευτικού Έργου της Σχολικής Μονάδας Διαδικασία Αυτοαξιολόγησης»

«Υποστήριξη Επαγγελματικής Μάθησης: από την επιμόρφωση στη δράση και στη μάθηση εντός του σχολείου»

Ο πολλαπλός ρόλος του Διευθυντή στο νέο σχολείο 1. Εισαγωγή 2. Τα καθήκοντα του Διευθυντή της σχολικής μονάδας.

ΕΕκαιαξιολόγησητουμαθητή μετηχρήσητουportofolio (Φάκελοςτουμαθητή) Ελένη Κατσαρού Πανεπιστήμιο Κρήτης

ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ. Γεράσιμος Παπαναστασάτος, Ph.D. Αθήνα, Σεπτέμβριος 2016

ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

Αξιολόγηση. Χαρίκλεια Τσαλαπάτα 3/10/2016

Δημοτικό Σχολείο Σωτήρας Β Η δική μας πρόταση- εμπειρία

Περιγραφική αξιολόγηση. Βασικά χαρακτηριστικά πλεονεκτήματα- προβλήματα στην εφαρμογή Δρ Δημήτριος Γκότζος

. Ο Likert κατηγοριοποίησε τη διοίκηση σε τέσσερις βασικές κατηγορίες (Likert 2006) :

1 ο Διεθνές Συνέδριο... για να ξαναφανταστούμε το σχολείο...

- 1 - Κ.Δ.Π.../2006 Αριθμός. Οι περί Εκπαιδευτικών Λειτουργών ( Προγράμματα Κατάρτισης Υποψηφίων για Προαγωγή) Κανονισμοί του 2006.

Transcript:

Η ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ: ΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΣΥΝΘΕΤΟΤΗΤΑ ΝΕΩΝ ΑΙΤΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΠΡΑΞΗ - ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΕΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ Δέσποινα Τσακίρη, Επίκουρη Καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου Η αξιολόγηση αποτελεί ένα επιστημονικό αντικείμενο μέσω του οποίου μπορούμε να αναπτύξουμε προβληματισμό για το Εκπαιδευτικό σύστημα, το Σχολείο, τη λειτουργία της τάξης και της ομάδας-τάξης, για τις στάσεις και συμπεριφορές των υποκειμένων της παιδαγωγικής πράξης. Με άλλα λόγια μέσω της αξιολόγησης μπορούμε να μιλήσουμε για το Σύστημα, για τις Διαδικασίες, για τον Άνθρωπο. Η αξιολόγηση, ως εκπαιδευτική πρακτική περιλαμβάνει διάφορες καταστάσεις αλληλόδρασης μέσω των οποίων ξεδιπλώνονται θεσμικές και ψυχικές πτυχές της ανθρώπινης σχέσης στο εκπαιδευτικό γίγνεσθαι. Η περιεκτική βιβλιογραφική καταγραφή των εργασιών των σχετικών με την αξιολόγηση που έγινε από τους J-J. Bonniol και M. Vial, μας οδηγεί στη διαπίστωση ότι η διερεύνηση της αξιολόγησης ως μιας εξελικτικής διαδικασίας (processsus) στην οποίαν προσδίδουν ένα νόημα τα υποκείμενα (αξιολογητής, αξιολογούμενοι), δεν αποτέλεσε πραγματικά ένα ιδιαίτερο αντικείμενο έρευνας (Bonniol & Vial, 1997). Βεβαίως, υπάρχουν εργασίες που προσεγγίζουν ορισμένες συμπεριφορές των αξιολογητών, οι οποίες παρεμβαίνουν στον καθορισμό των δεικτών και των κριτηρίων των αξιολογούμενων αντικειμένων (Noizet & Caverni, 1978). Ωστόσο, σε αναλογία με τον αριθμόν τους, οι εργασίες αυτές προσανατολίστηκαν στη διερεύνηση τεχνικών μέτρησης του αξιολογούμενου αντικειμένου επισκιάζοντας έτσι τις διάφορες πτυχές του τρόπου εμπλοκής των υποκειμένων μέσα σε μια κατάσταση αξιολόγησης ή ελέγχου. Παράλληλα, η διερεύνηση της αξιολόγησης στον εκπαιδευτικό θεσμό, τόσο σε μακρο-επίπεδο μελέτης (εκπαιδευτικό σύστημα) όσο και σε μικρο-επίπεδο (σχολική τάξη) δείχνει ότι ο εκπαιδευτικός βρίσκεται αντιμέτωπος με αιτήματα (οργανωτικά, διοικητικά, παιδαγωγικά) που επιζητούν την ενεργή δράση του σε θεσμοθετημένες διαδικασίες. Οι διαδικασίες αυτές αφορούν τόσο στη συμμετοχή του στη λήψη αποφάσεων για τη διαχείριση και αξιολόγηση της σχολικής μονάδας, όσο και στον έλεγχο και τη βαθμολογία των γνώσεων των μαθητών μέσω των οποίων ο εκπαιδευτικός συμβάλλει στη συγκρότηση της μαθησιακής ταυτότητάς τους. Αυτές οι διαδικασίες, οδηγούν τον εκπαιδευτικό αντιμέτωπο με καταστάσεις ιδιαίτερες και σύνθετες, οι οποίες όμως, σπάνια αποτελούν αντικείμενο διερεύνησης, ανάλυσης και ερμηνείας. Στην παρούσα εισήγηση θα επιχειρήσουμε να σκιαγραφήσουμε την ποικιλότητα και συνθετότητα αιτημάτων και καταστάσεων που επέβαλε η ανάπτυξη της αξιολόγησης στον εκπαιδευτικό θεσμό. Το εγχείρημά μας αυτό θα στηριχθεί σε βιβλιογραφικές αναφορές όπως επίσης και σε δεδομένα που προέκυψαν από δύο ερευνητικές εργασίες μας, που διερευνούν την αξιολόγηση σε δυο διαφορετικά επίπεδα : σε μακρό-επίπεδο μελέτης (εκπαιδευτικό σύστημα) και σε μικρό-επίπεδο (σχολική τάξη). Η μία ερευνητική εργασία είναι μια συγκριτική μελέτη των συστημάτων αξιολόγησης στην εκπαίδευση στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) 190 190 Η εν λόγω έρευνα υλοποιήθηκε στο Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας με επιστημονικό υπεύθυνο τη Δέσποινα Τσακίρη και με τη συνεργασία της Χριστίνας Μικρογιαννάκη. ISSN: 1790-8574 372

Πρόκειται για μια έρευνα τεκμηρίωσης που βασίσθηκε σε εθνικές εκθέσεις οι οποίες συλλέχθηκαν από το δίκτυο πληροφόρησης «Ευρυδίκη» 191. Η εν λόγω έρευνα τοποθετείται σε μια συστημική προοπτική και εγγράφεται σε μια περιγραφική λογική. Η άλλη ερευνητική εργασία αποσκοπεί στη διασάφηση της σχέσης των διδασκόντων με τη σχολική εξέταση και τη βαθμολόγηση των μαθητών, καθώς επίσης και στη διασάφηση των στάσεών τους. 192 Πρόκειται για μια εμπειρική έρευνα, η οποία βασίστηκε στην ποιοτική ανάλυση που εφαρμόστηκε σε συνεντεύξεις με δασκάλους όλων των τάξεων δυο Δημοτικών σχολείων του Παρισιού. Ο ίδιος τύπος ανάλυσης υιοθετήθηκε και για το υλικό που συλλέχθηκε από συστηματικές παρατηρήσεις, που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια μιας σχολικής χρονιάς. Η έρευνα αυτή υιοθετεί μια επιστημολογική προσέγγιση που αποβλέπει στην κατανόηση της συνθετότητας των καταστάσεων εντός των οποίων τα υποκείμενα (διδάσκοντες και διδασκόμενοι) βρίσκονται αντιμέτωπα με τη σχολική εξέταση. Η κάθε μια από αυτές τις έρευνες υιοθετεί μια διαφορετική επιστημολογική προσέγγιση, αναδεικνύει διαφορετικά αιτήματα και καταστάσεις με τα οποία ο εκπαιδευτικός βρίσκεται αντιμέτωπος και τα οποία τον εμπλέκουν ταυτοχρόνως ως κοινωνικό και ως ψυχικό υποκείμενο. Το ενδιαφέρον μας, εδώ, εστιάζεται στο να φωτίσουμε τη σχέση ανάμεσα στις θεσπιζόμενες διαδικασίες αξιολόγησης (αξιολόγηση σχολικής μονάδας ως άξονας αξιολόγησης του εκπαιδευτικού συστήματος) και στις θεσπισμένες διαδικασίες αξιολόγησης (εξέταση και βαθμολογία των γνώσεων των μαθητών ως καθημερινή σχολική πρακτική). Η αντιπαράσταση των δυο αυτών επιπέδων μελέτης μας επιτρέπει να αναπτύξουμε έναν προβληματισμό σχετικό με τη συμβατότητα ή μη, ανάμεσα στο κανονιστικό θεσμικό πλαίσιο αξιολόγησης του εκπαιδευτικού συστήματος που νομιμοποιεί νέες λειτουργίες, διαδικασίες και όργανα στα οποία συμμετέχουν εκπαιδευτικοί και μαθητές και στη θεσπισμένη διαδικασία αξιολόγησης των γνώσεων των μαθητών που εδράζεται σε μια δεδομένη εκπαιδευτική σχέση στην οποίαν ο εκπαιδευτικός «κατέχει την εξουσία» να αξιολογεί. Με άλλα λόγια, μας επιτρέπει να διαπιστώσουμε τη συμβατότητα ή μη των αιτημάτων που εγγράφονται σε μια διαχειριστική λογική και αυτών που εγγράφονται σε μια κατακυρωτική λογική. Υπό αυτήν την έννοια, ευελπιστούμε, με βάση τα στοιχεία που έχουμε στη διάθεσή μας, να αναπτύξουμε μερικούς προβληματισμούς, σχετικά με τι ο θεσμός της αξιολόγησης της σχολικής μονάδας από εκπαιδευτικούς και μαθητές, τροποποίησε το υπάρχον πλαίσιο της εκπαιδευτικής σχέσης. Εν κατακλείδι, θα προσπαθήσουμε να υποστηρίξουμε ένα πλαίσιο μέσα στο οποίο ο εκπαιδευτικός μπορεί να προσεγγίσει τη συνθετότητα των αιτημάτων και καταστάσεων με τα οποία βρίσκεται αντιμέτωπος και να συλλογισθεί. Πιο συγκεκριμένα, θα υποστηρίξουμε ένα πλαίσιο επι-μόρφωσης που λαμβάνει υπόψη την πραγματικότητα της σχολικής μονάδας, αναλύει τις μοναδικές καταστάσεις και τις πρακτικές και διασαφηνίζει τις κοινωνικές σημασίες τους. 191 Το δίκτυο «Ευρυδίκη» δημιουργήθηκε το 1980 με σκοπό να παράσχει «αξιόπιστα» και «συγκριτικά» στοιχεία για τα εθνικά εκπαιδευτικά συστήματα των χωρών της Ε.Ε. Αποτελεί «παρατηρητήριο» μέσω του οποίου κάθε κράτος μέλος ενημερώνει ετησίως, για τις αλλαγές στο εκπαιδευτικό του σύστημα. Οι πληροφορίες αυτές συλλέγονται στη βάση δεδομένων ( Eurybase ). 192 Πρόκειται για μια ανακατασκευή ενός μέρους από τα συμπεράσματα της διδακτορικής διατριβής που υποστηρίχθηκε το 1994 στο Πανεπιστήμιο Paris 8 : Δέσποινα Τσακίρη, «Εξέταση και βαθμολογία των γνώσεων των μαθητών του Δημοτικού σχολείου : η φαντασιακή διάσταση ενός αναγκαίου κακού». 373

Η καθιέρωση της αξιολόγησης της σχολικής μονάδας: νέα αιτήματα, διαδικασίες και καταστάσεις Είναι γεγονός ότι η πιο οικεία διαδικασία εφαρμογής της αξιολόγησης ήταν αυτή που αφορούσε στις γνώσεις των μαθητών. Οι εκπαιδευτικοί καθ όλην τη διάρκεια του σχολικού έτους αξιολογούσαν τους μαθητές τους, οι οποίοι στο τέλος της χρονιάς εξεταζόντουσαν σε προαγωγικές ή απολυτήριες εξετάσεις. Μέσα από αυτές τις εξετάσεις αναμφισβήτητα αξιολογούνταν οι μαθητές, όμως εκτός από τους μαθητές αξιολογούνταν έμμεσα οι εκπαιδευτικοί αλλά και το εκπαιδευτικό σύστημα γενικότερα (Thélot,1993). Η πίεση όμως της κοινής γνώμης για ίσες ευκαιρίες πρόσβασης και ανέλιξης στις διάφορες βαθμίδες της εκπαίδευσης και για αναβάθμιση της ποιότητας της εκπαίδευσης κατέστησε επιτακτική την αποτίμηση των αποτελεσμάτων, όχι μόνον της απόδοσης των μαθητών, αλλά της όλης εκπαιδευτικής πολιτικής και της σχολικής κατάστασης γενικότερα. Αναδείχθηκε έτσι μια νέα προσέγγιση σύμφωνα με την οποίαν το εκπαιδευτικό σύστημα εκλαμβάνεται και αξιολογείται ως ολότητα. Αυτό σημαίνει ότι αξιολογούνται όλοι οι παράγοντες που διαμορφώνουν την εκπαιδευτική κατάσταση : οι εκπαιδευτικές πολιτικές (παλαιές και νέες), οι τρόποι λειτουργίας και οργάνωσης των θεσμών, οι συμπεριφορές των κοινωνικών υποκειμένων (εκπαιδευτικών, μαθητών, συλλόγων γονέων κλπ). Σύμφωνα λοιπόν με αυτήν την προσέγγιση, η αξιολόγηση είναι άρρηκτα δεμένη τόσο με την εξασφάλιση της ποιότητας και της αποτελεσματικότητας του εκπαιδευτικού θεσμού, όσο και με την καθιέρωση τέτοιων δημοκρατικών διαδικασιών, που να επιτρέπουν την πρόσβαση στην πληροφόρηση και τη συμμετοχή στη λήψη αποφάσεων όλων όσοι εμπλέκονται στο εκπαιδευτικό γίγνεσθαι. Ήδη από τη δεκαετία του 70 είχε αρχίσει προοδευτικά να εκδηλώνεται στις περισσότερες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης το ενδιαφέρον για την αξιολόγηση του «Σχολείου», τόσο σε σχέση με την αποτελεσματικότητα (κόστος-αποτελέσματα), όσο και σε σχέση με την ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης. Το ίδιο το Κράτος (κρατικός μηχανισμός και κυβερνητική πολιτική), διερευνώντας την αποτελεσματικότητα των ενεργειών του στον εκπαιδευτικό χώρο, άρχισε να θεσμοθετεί διαδικασίες αξιολόγησης με στόχο αφ ενός μεν την διαπίστωση της παρούσας κατάστασης, αφ ετέρου δε την καλύτερη οργάνωση και βελτίωσή της. Η θεσμοθέτηση της αξιολόγησης του εκπαιδευτικού συστήματος στις χώρες της Ε.Ε, δίνει το στίγμα μιας νέας εποχής στη λειτουργία του εκπαιδευτικού θεσμού που τη χαρακτηρίζει : η αναδιάρθρωση του διοικητικού μηχανισμού, οι αποκεντρωμένες διαδικασίες στη λήψη των αποφάσεων, η ενεργός συμμετοχή των τοπικών κοινοτήτων στη διαχείριση της σχολικής μονάδας, η αυτοαξιολόγηση της σχολικής μονάδας, η προβολή νέων απαιτήσεων για σχεδιασμό της εκπαιδευτικής πολιτικής (Tsakiris, 2001). Ο επαναπροσδιορισμός της εκπαιδευτικής πολιτικής σε σχέση με τα αποτελέσματα του σχολείου είχε ως αποτέλεσμα να θεσπισθεί εδώ και μερικά χρόνια η αξιολόγηση της σχολικής μονάδας. Η σχολική μονάδα αποτελεί σήμερα μια οντότητα που συζευγνύει ταυτόχρονα την μετάδοση γνώσης με ένα τρόπο διαχείρισης, που στοχεύει στο να προωθήσει τον εκδημοκρατισμό στην εκπαίδευση και να πλήξει την σχολική αποτυχία. 374

Η εφαρμογή της αξιολόγησης της σχολικής μονάδας ως συνόλου κατέδειξε αφ ενός μεν ότι η σχολική μονάδα έχει μια υπόσταση ξεχωριστή από εκείνη της τάξης και αφ ετέρου δε ότι αυτή η υπόσταση είναι χρήσιμο να αξιολογηθεί και να αποτιμηθούν τα αποτελέσματά της σε σχέση με την ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης. Μέσα στη σχολική μονάδα υπάρχουν θεσμικά όργανα ατομικά και συλλογικά όπως: Ο Διευθυντής του σχολείου, το Σχολικό συμβούλιο, το Συμβούλιο Καθηγητών ο Σύλλογος γονέων, το Μαθητικό συμβούλιο ή άλλα ( Συμβούλιο τάξης, διαταξικό κ.ά.) 193, τα οποία συμμετέχουν στην αξιολόγηση της σχολικής μονάδας. Στις περισσότερες χώρες της Ε.Ε η αξιολόγηση της σχολικής μονάδας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την αξιολόγηση του Σχεδίου δράσης της σχολικής μονάδας. 194 Μπορούμε να διακρίνουμε τρεις βασικούς τομείς στους οποίους αναπτύσσεται το Σχέδιο δράσης : Στην οργάνωση και στις διαδικασίες διαχείρισης της σχολικής μονάδας Στις παιδαγωγικές και διδακτικές της δραστηριότητες Στην επίδοση των μαθητών Το Σχέδιο Δράσης του σχολείου, καταρτίζεται είτε αποκλειστικά από τα μέλη της σχολικής μονάδας (Διευθυντής, καθηγητές, γονείς, μαθητές ) είτε από κάποιο εξωτερικό θεσμικό όργανο (Κεντρική υπηρεσία, Επιθεώρηση, Δημοτική αρχή, Ερευνητικό κέντρο) και στη συνέχεια αυτό το Σχέδιο Δράσης αξιολογείται ανάλογα με τα αποτελέσματα των τομέων δράσης που περιλαμβάνει. Σπάνια το Σχέδιο δράσης επιβάλλεται από μια τέτοια εξωτερική Αρχή, η οποία κάνει και την τελική του αξιολόγηση. Σημειώνουμε, ωστόσο, ότι ο Διευθυντής παίζει σημαντικό ρόλο τόσο στη διαδικασία αυτή, όσο και στην σύνταξη της τελικής έκθεσης 195. Η κατάρτιση και αξιολόγηση του Σχεδίου δράσης μπορεί να είναι αποκλειστικά αρμοδιότητα του Διευθυντή ή μπορεί ο Διευθυντής να συμμετέχει ως μέλος ενός συλλογικού σχολικού οργάνου. Διαπιστώνουμε επομένως ότι η ανάπτυξη και εφαρμογής της αξιολόγησης του εκπαιδευτικού συστήματος είναι συνυφασμένη με μια σειρά από θεσμικές και κοινωνικές αλλαγές που επηρεάζουν τη λειτουργία των εκπαιδευτικών συστημάτων της Ε.Ε. Αυτές οι αλλαγές αφορούν κυρίως α) στη διαχείριση οργανωτικών θεμάτων (αποκεντρωμένες διαδικασίες στη λήψη αποφάσεων, αυτονομία σχολικών μονάδων, συμμετοχή εκπαιδευτικών, μαθητών και κοινωνικών εταίρων), β) στην επαγγελματικότητα των συντελεστών της εκπαίδευσης και κυρίως των εκπαιδευτικών και των Διευθυντών του σχολείου. Η καθιέρωση της αξιολόγησης ως θεσπισμένης δράσης στον χώρο της εκπαίδευσης, επιβάλλει, σύμφωνα με τον C. Thélot, την ανάπτυξη μιας «κουλτούρας» της αξιολόγησης, η οποία αποβλέπει στην καλλιέργεια νέων δεξιοτήτων και συνηθειών. 196 Η πρόσκτηση αυτών των νέων δεξιοτήτων και 193 Τα όργανα όμως διαφοροποιούνται από χώρα σε χώρα ως προς τη σύνθεση, το ρόλο και το βαθμό αντιπροσώπευσής τους, τόσο μέσα στη σχολική μονάδα όσο και σε σχέση με άλλα ανώτερα θεσμικά όργανα εκτός σχολικής μονάδας. 194 Βέλγιο, Γαλλία, Δανία, Ιρλανδία, Ισπανία, Ιταλία, Μεγάλη Βρετανία, Σουηδία, Ολλανδία, Φιλανδία. 195 Οι διαχειριστικές αρμοδιότητες του Διευθυντή της σχολικής μονάδας στις περισσότερες χώρες εμφανίζονται επαυξημένες στην Β/βάθμια εκπαίδευση. Για το λόγο αυτόν ο Διευθυντής συνήθως δεν ασκεί διδακτικά καθήκοντα. 196 Ο C. Thélot υπήρξε Διευθυντής για πολλά χρόνια στην Διεύθυνση Αξιολόγησης και Προγραμματισμού του Υπουργείου Παιδείας της Γαλλίας και είναι ειδικός σε θέματα αξιολόγησης. Η 375

συνηθειών θα συμβάλλει, σύμφωνα με τον C. Thélot, στο να μπορέσουν οι εκπαιδευτικοί αφ ενός να «εργαλειοποιήσουν» τη δράση τους προκειμένου να περιγράψουν και να μετρήσουν τις υπό αξιολόγηση καταστάσεις. Αφ ετέρου στο να συνειδητοποιήσουν τα κοινωνικά αποτελέσματα των ενεργειών τους και πιο συγκεκριμένα της λήψης αποφάσεων σε ζητήματα που αφορούν στη σχολική μονάδα ή της ευρύτερης δράσης γενικότερα. Ωστόσο, όπως γράφει η L. Demailly, αυτή η διαδικαστική νομιμότητα που η ανάπτυξη μιας κουλτούρας αξιολόγησης προεικάζει, φαίνεται ότι «προωθεί μια ορθολογιστική τεχνική της οργανωμένης δράσης ανεξάρτητα από τη δημόσια συζήτηση πάνω στις βλέψεις και τις αξίες αυτής εδώ της δράσης» (Demailly, 2001). Από την άλλη πλευρά, η εφαρμογή της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών συστημάτων επέφερε μια νέα συστημική ρύθμιση σε διάφορα επίπεδα του εκπαιδευτικού συστήματος. Παρατηρούνται διάφορες ανακατατάξεις στα καθήκοντα και στις αποστολές των συντελεστών της εκπαίδευσης και κυρίως αυτές των εκπαιδευτικών. Καθιερώνονται συμμετοχικές διαδικασίες στη διοίκηση της σχολικής μονάδας και δημιουργούνται νέα όργανα στα οποία ο εκπαιδευτικός επωμίζεται νέα καθήκοντα και υπευθυνότητες. Με το νέο θεσμικό πλαίσιο διοίκησης του σχολείου, ο εκπαιδευτικός καλείται να διαχειρισθεί συλλογικές δυναμικές που τον φέρνουν αντιμέτωπο με νέες καταστάσεις και σχέσεις με τους γονείς, τους άλλους κοινωνικούς εταίρους αλλά κυρίως με τους μαθητές. Έτσι οι εκπαιδευτικοί οδηγούνται να ασκήσουν ένα επάγγελμα πιο πολυδύναμο «polyvalent», περισσότερο συλλογικό και να διαπραγματευθούν νέες μορφές εξουσίας ενήλικα/παιδιού (Demailly, 2001). Με την θέσπιση νέων συμμετοχικών διαδικασιών στην κατάρτιση και αξιολόγηση ενός σχεδίου δράσης αναπτύσσεται στο σχολικό περιβάλλον μια νέα συλλογική δυναμική που προεικάζει ένα νέο τύπο εκπαιδευτικής σχέσης, στα πλαίσια του οποίου ο εκπαιδευτικός και ο μαθητής λειτουργούν ως εταίροι. Ωστόσο, στο νέο αυτόν τύπο εκπαιδευτικής σχέσης, οι ρόλοι τόσο του εκπαιδευτικού όσο και του εκπαιδευόμενου, δεν φαίνεται να είναι προσδιορισμένοι. Κατά συνέπεια τίθεται το εξής ερώτημα : Με ποιον τρόπο μπορεί να οδηγηθούν εκπαιδευτικοί και εκπαιδευόμενοι σε μια «εταιρική» σχέση αμοιβαίας αναγνώρισης, δηλαδή σε μια σχέση όπου ο ένας να αναγνωρίζει τον άλλον ως εταίρο. Το ερώτημα αυτό με τη σειρά του οδηγεί σε ένα άλλο : Ποιες δυσκολίες ενέχει το εγχείρημα της καθιέρωσης μιας «εταιρικής σχέσης» ανάμεσα στον εκπαιδευτικό και στον εκπαιδευόμενο, τη στιγμή που φαίνεται να διατηρείται μια «ελεγκτική σχέση», έτσι όπως αυτή προκύπτει από τη διαδικασία αξιολόγησης των γνώσεων των μαθητών. Το παρακάτω κείμενο αποσκοπεί ουσιαστικά να αναδείξει τις δυσκολίες του εκπαιδευτικού να αποδραματοποιήσει το σχολικόν έλεγχο και κατά συνέπεια την ελεγκτική σχέση που αναπτύσσεται στο πλαίσιο της εξέτασης και βαθμολογίας των γνώσεων των μαθητών. Η αξιολόγηση των γνώσεων των μαθητών : υποκειμενική πρακτική ή πρακτική του υποκειμένου στη κατάσταση της αξιολόγησης Πριν παρουσιάσουμε συμπεράσματα από τη διερεύνηση της αξιολόγησης ως μιας εξελικτικής διαδικασίας (processsus) στην οποίαν τα υποκείμενα προσδίδουν ένα νόημα (Tsakiris, 1994), θα θέλαμε να δώσουμε ορισμένα στοιχεία που επιτρέπουν να σκιαγραφήσουμε τον τρόπον προσέγγισης του ζητήματος της αξιολόγησης των γνώσεων των μαθητών. Γαλλία και η Αγγλία είναι από τις χώρες της Ε.Ε όπου η αξιολόγηση αναπτύχθηκε περισσότερο και υπό αυτήν τη έννοια οι εμπειρίες τους συνιστούν ένα προσοδοφόρο πεδίο παρατήρησης. 376

Στο πλαίσιο αυτής της έρευνας οι μετέχοντες εκπαιδευτικοί αναγνωρίζονται ως υποκείμενα με τη ψυχαναλυτική έννοια του όρου, δηλαδή ως όντα που οι συμπεριφορές τους καθορίζονται από τον ψυχισμό τους, τις παραστάσεις τους και τις φαντασιακές σημασίες που ενεργοποιούνται μέσα και από τη συγκεκριμένη κατάσταση της αξιολόγησης. Σ αυτήν την ανθρωπολογική προσέγγιση, η αξιολόγηση των μαθητών εκλαμβάνεται ως μια πρακτική που οδηγεί τα υποκείμενα (τον διδάσκοντα και τους διδασκόμενους) σε μια διαδικασία αναζήτησης και απόδοσης ταυτοτικών σημείων αναφοράς. Μέσα από την κρίση του διδάσκοντος, ο μαθητής αναζητά να συγκροτήσει την ταυτότητά του για να ορίσει τον εαυτόν του και για να ορισθεί σε σχέση με τους άλλους. Κατά τον ίδιον τρόπο η πρόοδος του μαθητή, η εξέλιξή του, η επιτυχία του αντανακλούν στον εκπαιδευτικό μια επαγγελματική εικόνα του εαυτού του και μια ταυτότητα συνδεδεμένη με την άσκηση της λειτουργίας του. Με βάση τα παραπάνω μπορούμε να αναγνωρίσουμε τον σχολικό έλεγχο και την βαθμολογία σαν μια κατάσταση καθρέπτη (situation de miroir) εξ αιτίας του γεγονότος ότι η μέτρηση του άλλου καταλήγει να είναι και μέτρηση του ίδιου του εαυτού. Μέσα και από το μεταφορικό αυτόν καθρέπτη πραγματοποιείται η αναζήτηση και η απόδοση ταυτοτικών σημείων αναφοράς. Η ιδιαιτερότητα της συγκεκριμένης αναζήτησης και απόδοσης ταυτοτικών σημείων αναφοράς συνδέεται με το γεγονός ότι ο εκπαιδευτικός μέσα από τη θεσμική του λειτουργία συμβάλλει στη συγκρότηση της ταυτότητας του μαθητή και αυτό γιατί είναι υποχρεωμένος να τον κρίνει, να πιστοποιήσει τις γνώσεις του και να τις επικυρώσει. Αυτό φυσικά προϋποθέτει : Από τη μια μεριά, ο εκπαιδευτικός να προσδιορίζεται και να αυτοπροσδιορίζεται με τρόπο συμβατό ως προς την κοινωνική του λειτουργία. Δηλαδή, ο εκπαιδευτικός να μην εξαντλείται σε διλήμματα του τύπου: «Είμαι δάσκαλος ή κριτής» ή ακόμα «διδάσκω ή κρίνω». Από την άλλη μεριά, ο εκπαιδευτικός να έχει σταθερά ταυτοτικά σημεία αναφοράς ως επαγγελματίας παιδαγωγός. Ωστόσο, αυτό δεν είναι αυτονόητο γιατί ακριβώς αυτά τα ταυτοτικά σημεία αναφοράς του εκπαιδευτικού εξαρτώνται από τη σχολική ταυτότητα του μαθητή, ταυτότητα που διακυμαίνεται σύμφωνα με ρυθμούς και τρόπους μάθησης και επίδοσης του μαθητή πάνω στους οποίους ο εκπαιδευτικός δεν έχει άμεσα επιρροή και οι οποίοι διασπούν κάθε φορά τη δική του ταυτοτική ενότητα. Η ανάλυση των εμπειρικών δεδομένων της έρευνας δείχνει ότι στο φαντασιακό των εκπαιδευτικών υπάρχει μια σύγκρουση. Η σύγκρουση έγκειται μεταξύ της εξουσιοδότησης και της απαγόρευσης της κρίσης και του ρόλου του κριτή. Ερμηνεύοντας τον λόγο των εκπαιδευτικών μέσα από τις συνεντεύξεις τους διαπιστώνουμε ότι οι εκπαιδευτικοί αισθάνονται εξουσιοδοτημένοι να κρίνουν στα πλαίσια της ελεγκτικής ή βαθμολογικής τους λειτουργίας, ενώ ταυτοχρόνως εκλαμβάνουν στο φαντασιακό τους την κρίση και την πράξη της κρίσης ως απαγόρευση. Είναι ως εάν οι εκπαιδευτικοί επιθυμούν και φοβούνται το ίδιο πράγμα. Από τη μια μεριά επιθυμούν να ενσαρκώνουν μια μορφή που εκφράζει την παντοδυναμία της κρίσης, ενεργοποιώντας ορισμένους τρόπους συμπεριφοράς που εκδηλώνονται τόσο μέσω των χειρονομιών, της σωματικής οικειοποίησης του χώρου, του «δικαστικού» βλέμματος όσο και μέσω του λόγου. Από την άλλη, φοβούνται την πράξη της κρίσης, η οποία εκλαμβάνεται στο φαντασιακό και βιώνεται σαν ταύτιση με τον παντοδύναμο κριτή, που είναι ταυτοχρόνως ο Θεός και ο εξιδανικευμένος Πατέρας. 377

Έτσι, για να μην εκτεθεί ο ίδιος στο ρόλο του κριτή και για να μην επωμισθεί την κρίση, ο εκπαιδευτικός καταφεύγει σε ορισμένα τεχνάσματα αυτοπροστασίας όπως αποκαλύπτονται μέσω του λόγου του : «Όταν διορθώνω το γραπτό δεν βλέπω το όνομα», «όταν έρχονται στο γραφείο για διόρθωση δεν σηκώνω τα μάτια για να δω το παιδί». Είτε ακόμα όταν υποστηρίζει ότι : «Από τη στιγμή που έχω μια εσχάρα αξιολόγησης δεν υπεισέρχεται η υποκειμενικότητά μου». Μέσα από αυτήν τη διατύπωση παρατηρούμε ότι το εργαλείο αξιολόγησης τίθεται ως αντικειμενοποιός αλήθεια και αποκολλάται από το υποκείμενο που το κατασκεύασε. Παρά τις διαβεβαιώσεις των εκπαιδευτικών ότι αποδραματοποιούν τον σχολικό έλεγχο, οι στάσεις τους δείχνουν ότι τελικά τον φενακίζουν (mystifier). Αυτή η δυσκολία αποδραματοποίησης, αποφενάκισης (démystification) του ελέγχου εκφράζει την αμφιθυμία του εκπαιδευτικού απέναντι στον έλεγχο. Η αμφιθυμία αυτή είναι συνδεδεμένη με την επιθυμία του εκπαιδευτικού να ενεργεί ως μορφή δύναμης και με την ενοχή που απορρέει από αυτήν την επιθυμία. Επίσης, αυτή η δυσκολία αποφενάκισης του ελέγχου στα μάτια των μαθητών, οφείλεται στο ότι υπάρχει στον εκπαιδευτικό ένα απωθημένο ελέγχου που επανενεργοποιείται όταν έρχεται αντιμέτωπος με το παιδί που ελέγχεται. Τέλος, αυτή η δυσκολία οφείλεται στο γεγονός ότι ο κακός βαθμός ή ο κακός έλεγχος ενός παιδιού προκαλούν στον εκπαιδευτικό το φόβο ότι στα μάτια αυτού του παιδιού θα δει μια αρνητική εικόνα του εαυτού του. Έτσι, μια σχολική εργασία ή ένα διαγώνισμα που δεν πάει καλά δημιουργεί στον εκπαιδευτικό ενοχές και τον αποσταθεροποιεί. Ναρκισσιστικά πληγωμένος, καταβάλλεται από το δυσάρεστο συναίσθημα της αδυναμίας να εμφυσήσει στο μαθητή την επιθυμία για γνώση και για μάθηση. Αντιμέτωπος με το πρόγραμμα, βρίσκεται ουσιαστικά αντιμέτωπος με ένα φαντασιακό καθρέπτη που θέτει την πραγματοποίηση του προγράμματος με τους μαθητές ως τη πραγμάτωση και αναγνώριση του εκπαιδευτικού. Συμπερασματικά στοιχεία Τα στοιχεία που προέκυψαν από τη μελέτη της αξιολόγησης μέσα από τις δύο έρευνες που παρουσιάσαμε μας οδηγούν στη διαπίστωση ότι η πρακτική αξιολόγησης του εκπαιδευτικού αναδεικνύει σχεσιακές καταστάσεις στις οποίες η απόδοση του νοήματος των δεν καθίσταται εφικτή μέσα από διαχειριστικές ή εργαλειακές προσεγγίσεις. Αντίθετα, η αναγωγή αυτών των σύνθετων σχεσιακών καταστάσεων σε μία απλουστευμένη διαχειριστική λογική φαίνεται να συρρικνώνει το έργο του εκπαιδευτικού σε «ένα σύνολο από τεχνικές χωρίς να μπορούν να δεθούν με το αντικείμενο της γενικής του αποστολής» (Demailly, 2001). Με αυτήν την προοπτική θα υποστηρίξουμε τη σημασία οργάνωσης μιας μορφωτικής/επι-μορφωτικής διαδικασίας που να αποβλέπει όχι μόνο στη γνώση του διδακτικού αντικειμένου -όπως συνήθως συμβαίνει- αλλά και στη γνώση του εαυτού. Δηλαδή, σε μια γνώση που θα επιτρέψει στον εκπαιδευτικό να κατανοήσει και να διασαφηνίσει τον τρόπο με τον οποίο επενδύει στην αξιολογική πράξη αλλά και τον τρόπο με τον οποίο βιώνει την παιδαγωγική σχέση που αναπτύσσεται στο πλαίσιο μιας αξιολογικής πρακτικής. Υπό αυτό το πρίσμα, η ανάλυση των κοινωνικών φαντασιακών σημασιών που διέπουν την πρακτική της αξιολόγησης θα επιτρέψει στον εκπαιδευτικό την συνειδητοποίηση τρόπων του παιδαγωγικού πράττειν, που τίθενται ως αυτονόητοι «allant de soi». Πότε όμως αυτή η ανάλυση γίνεται εφικτή; Η ανάλυση αυτή γίνεται εφικτή όταν το υποκείμενο θέσει ως στόχο την γνώση του εαυτού. Επίσης γίνεται εφικτή εάν το επάγγελμα του εκπαιδευτικού καταγραφεί ή θεωρηθεί ως ένα ανθρωπιστικό επάγγελμα, και η παιδαγωγική σαν μια πρακτική της 378

ανθρώπινης σχέσης. Τέλος, η ανάλυση γίνεται εφικτή όταν υπάρχει ένα πλαίσιο μόρφωσης/επι-μόρφωσης που βοηθάει στη συνειδητοποίηση της υποκειμενικής εμπλοκής των εκπαιδευτικών στις διάφορες σχολικές πρακτικές και πιο συγκεκριμένα στον έλεγχο και στη βαθμολογία των μαθητών. Κατά τον τρόπον αυτόν, ο εκπαιδευτικός θα μπορούσε να αξιολογήσει τη σημασία του ελέγχου όχι μόνο για να ανεχθεί, να αντέξει καλύτερα τη θέση του αξιολογητή αλλά και για να μην επαναλαμβάνει τα βιώματά του και τελικά για να μην οδηγήσει τους μαθητές του να βιώσουν τη δική του επανάληψη των βιωμάτων. Διαπιστώνουμε ότι οι νέες υποχρεώσεις του εκπαιδευτικού τον οδηγούν να συμμετέχει σε συλλογικές δυναμικές με τις οποίες ενεργοποιείται η υποκειμενικότητα στον τρόπο με τον οποίον αντιμετωπίζει τις καταστάσεις που αναδύονται από τη διαχείριση και αξιολόγηση ενός συλλογικού σχεδίου δράσης. Επομένως, η συμμετοχή του σε συλλογικές δυναμικές προϋποθέτει να υπερκεράσει την κοινωνική παράσταση της επαγγελματικής δεξιότητας σαν μιας απλά και μόνο, χρηστικής γνώσης και να την προσεγγίσει ως αναστοχαστική δράση. Ο εκπαιδευτικός θα μπορούσε να νοηματοδοτήσει την αξιολογική του πρακτική και να δει τον Άλλον, τον μαθητή, όχι σαν έναν Άλλον ίδιον με τον εαυτόν του, αλλά σαν έναν Άλλον που έχει τη δική του λιμπιντική δύναμη δημιουργίας. Υπό αυτήν την έννοια, πιστεύουμε ότι είναι δυνατό να δημιουργηθούν οι όροι για να υπάρξει μια σχέση αμοιβαιότητας όπου ο Άλλος (εκπαιδευτικός-εκπαιδευόμενος) να αντιμετωπισθεί ως εταίρος ενός σχεδίου δράσης αλλά προπάντων ως εταίρος της εξελικτικής διαδικασίας του διδάσκω - μαθαίνω. Ενδεικτική βιβλιογραφία Ardoino, J. (1993). Evaluer, Contrôler, Se former+pratiques et apprentissages de l Education, 28 :1-7 Ardoino,J & Berger, G. (1986). L évaluation comme interprétation, Pour, 107:120-127 Bonniol, J-J & Vial, M. (1997). Les modèles de l évaluation, Bruxelles : De Boeck Université Bourdon, J & Thélot, C. (2001). Education et Formation. L apport de la recherche aux politiques éducatives, Paris : CNRS Editions Demailly, L. & ali. (1998). Evaluer les établissements scolaires : enjeux, expériences, débats, Paris : L Harmattan Demailly, L (Éd). (2001). Evaluer les politiques éducatives-sens, enjeux, pratiques, Bruxelles : De Boeck Université Noizet, G & Caverni, J-P. (1978). Psychologie de l évaluation scolaire, Paris : PUF Thélot, C. (1993). L évaluation du système éducatif, Tours : éd. Nathan Tsakiris, D. (2001). Evaluation et systèmes éducatifs dans les pays de l Union Européenne, Les dossiers des Sciences de l Education, 6 :105-119 Tsakiris, D. (1994). Contrôle et notation des connaissances des élèves de l Ecole primaire : la dimension imaginaire d un mal nécessaire, Paris : Université de Paris VIII Τσακίρη, Δ & Μικρογιαννάκη, Χ. (2000) (αδημοσίευτη έρευνα). Αξιολόγηση και εκπαιδευτικά συστήματα στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Συγκριτική μελέτη των συστημάτων αξιολόγησης της εκπαίδευσης, Αθήνα: Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας 379