Industry Outlook ΠΑΡΑΓΩΓΗ & ΧΟΝΔΡΙΚΟ ΕΜΠΟΡΙΟ ΑΛΚΟΟΛΟΥΧΩΝ ΠΟΤΩΝ ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2014. Λ. Βουλιαγμένης 18, 16675 Γλυφάδα. Όροι Χρήσης στην τελευταία σελίδα



Σχετικά έγγραφα
ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 2 Βασικά στοιχεία συνεισφοράς του Κλάδου Ποτοποιίας στη Βιομηχανία Τροφίμων και Ποτών

Το τσίπουρο /τσικουδιά των διημέρων αποσταγματοποιών σε αριθμούς :

Ν. Καλογιάννης ΙΟΥΝΙΟΣ 2015

Η Συνεισφορά και οι Προοπτικές του Κλάδου Αλκοολούχων Ποτών στην Ελλάδα

Ελληνική Ποτοποιία- Αποσταγματοποιία Προκλήσεις & Προοπτικές. κ. Χάρης Μαυράκης

ΠΟΙΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΕΔΡΑ

Δελτίο Τύπου ΑΛΚΟΟΛΟΥΧΑ ΠΟΤΑ

Πολιτική Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης Οινοπνευματωδών Ποτών (ΕΦΚΟΠ)

κ. Κώστας Ράπτης (Σ.& Η.& Α. ΜΕΤΑΞΑ ΑΒΕ ) κ. Χάρης Μαυράκης (Χ.Β.ΜΑΥΡΑΚΗΣ & ΣΙΑ Ο.Ε.) κ. Λάμπρος Πάσχος (PERNOD RICARD HELLAS ABE)

«Τσίπο π υρο υρ το τ αμα μ ρτ ρ ω τ λ ω ό λ» Δευτέρα 22/6/2015 1

Ειδικό Παράρτημα. Α Χρηματοοικονομικοί δείκτες: Ανάλυση κατά κλάδο και τομέα

Ειδικό Παράρτημα Χρηματοοικονομικοί δείκτες: Ανάλυση κατά κλάδο και τομέα

Ο Κλάδος των Αλκοολούχων Ποτών στην Ελλάδα. - Περίληψη -

17, rue Auguste Vacquerie, Paris - Τηλέφωνο: Φαξ: Ε-mail: ecocom-paris@mfa.gr - ambcomgr@yahoo.

Ειδικό Παράρτημα Α. Χρηματοοικονομικοί δείκτες: Ανάλυση κατά κλάδο και τομέα

«Λα «θρ θ ε ρ μπό π ρι ρ ο & & Φορο ρ λ ο ο λ γί γ α κα κ τα τ σ α τρ τ έ ρ φ έ ουν την υν τη ελληνι λη κή κ π ή ο π το τ πο π ιία» Δευτέρα 22/6/2015

Η ΣΥΝΕΙΣΦΟΡΑ ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΤΟΥ ΚΛΑΔΟΥ ΑΛΚΟΟΛΟΥΧΩΝ ΠΟΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

Ειδικό Παράρτημα Α. Χρηματοοικονομικοί δείκτες: Ανάλυση κατά κλάδο και τομέα

Η ελληνική οικονομία έχει εισέλθει σε ύφεση, ήδη από το 2008, μετρώντας 9 έτη υποχώρησης του ΑΕΠ. Ριζική αλλαγή τοπίου μέσα στο οποίο

Η αγορά μπύρας στην Αλβανία

Ειδικό Παράρτημα B. Χρηματοοικονομικοί δείκτες: Ανάλυση ανά περιφέρεια

κ. Θεόδ.Γεωργόπουλος Νομικός σύμβουλος ΣΕΑΟΠ κ. Κώστας Τσιλιλής (Κ.ΤΣΙΛΙΛΗΣ Α.Ε)

Ειδικό Παράρτημα Χρηματοοικονομικοί δείκτες: Ανάλυση κατά κλάδο και τομέα

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΩΝ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ «Η

Ο Κλάδος των Αλκοολούχων Ποτών στην Ελλάδα

Οικονομικές επιπτώσεις από την αύξηση των συντελεστών ΕΦΚ στα προϊόντα καπνού και πετρελαίου

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

Οδηγίες για τον έλεγχο νομιμότητας των αλκοολούχων ποτών από τις επιχειρήσεις διακίνησης ή/και διάθεσης στον τελικό καταναλωτή.

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

2 Η απασχόληση στο εμπόριο: Διάρθρωση και εξελίξεις

«Τ «σ Τ ίπ σ ου ο ρ υ ο ο Ανάπ ά τυ τ ξη υ ξη ή ή κατ κα α τ σ α τ σ ρ τ οφ ο ή φ» ή 13 ΙΟΥΝΙΟΥ 2016

Ο Κλάδος των Αλκοολούχων Ποτών στην Ελλάδα

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

Η αγορά οινοπνευματωδών της Γερμανίας

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ ΑΓΟΡΑΣ ΤΥΡΟΚΟΜΙΚΩΝ ΣΤΗ ΓΑΛΛΙΑ...3. Εισαγωγή...3. Εγχώρια παραγωγή τυροκομικών...3. Καταναλωτικές προτιμήσεις...4. Δίκτυα διανομής...

Στρεβλώσεις στην αγορά τσίπουρου /τσικουδιάς από τη διάθεση & παραγωγή χύμα αποσταγμάτων μικρών αποσταγματοποιών

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Ειδικό Παράρτημα Χρηματοοικονομικοί δείκτες: Ανάλυση ανά περιφέρεια

ICAP: ΕΞΕΛΙΞΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΜΕΓΕΘΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΣΑΡΑΝΤΗΣ Α.Β.Ε.Ε. ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ Α ΤΡΙΜΗΝΟΥ 2005

Παραγωγή Αποθήκευση & Διάθεση Τσικουδιάς & Ρακόμελου

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ 1η Μελέτη «Εξελίξεις και Τάσεις της Αγοράς»

Συγχωνεύσεις & Εξαγορές Αλυσίδων S/M

ΚΕΝΤΡΟ ΣΤΗΡΙΞΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΔΗΜΟΥ ΑΘΗΝΑΙΩΝ

ΕΡΕΥΝΑ ΑΓΟΡΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΛΑΙΟΛΑΔΟ ΣΤΗ ΣΟΥΗΔΙΑ

Ειδικό Παράρτημα B. Χρηματοοικονομικοί δείκτες: Ανάλυση ανά περιφέρεια

«Χύμα τσίπουρο και δημόσια υγεία»

Προτάσεις του Συμβουλίου Παραγωγών & Εταιρειών Διακίνησης Αλκοολούχων Ποτών Σ.Π.Ε.Δ.Α.Π.)1 για το Επιχειρησιακό Σχέδιο της Α.Α.Δ.Ε.

«Αγορές Target για τις Ελληνικές Εξαγωγές» Αντιγόνη Αμπελακιώτη CustomerSupport Manager Infobank Hellastat Α.Ε.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Αθήνα, 27/7/2012 ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ & ΤΡΟΦΙΜΩΝ

Η ΑΓΟΡΑ ΕΛΑΙΟΛΑ ΟΥ & ΕΛΙΩΝ ΣΤΗΝ ΤΥΝΗΣΙΑ

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΕΔΡΑ

Εισαγωγικό Σηµείωµα. Η Ελλάδα σε Αριθµούς περιλαµβάνονται στην τρέχουσα έκδοση του τόµου «Η Ελλάδα σε Αριθµούς».

χώρας το δεκάμηνο του 2014 ξεπέρασαν το σύνολο των διανυκτερεύσεων ολόκληρου του έτους 2013.

Η αγορά ελαιολάδου στο Ισραήλ.

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

«ΚΕΝΤΡΟ ΣΤΗΡΙΞΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΑΘΗΝΑΙΩΝ»

«ΚΕΝΤΡΟ ΣΤΗΡΙΞΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΑΘΗΝΑΙΩΝ»

ΕΡΕΥΝΑ ΑΓΟΡΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΛΑΙΟΛΑΔΟ ΣΤΗ ΣΟΥΗΔΙΑ

Η εγχώρια κατανάλωση οίνου διαμορφώθηκε σε χιλ. hl το 2008, βαίνοντας φθίνουσα την τελευταία τριετία.

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. Αποτελέσματα Γ Τριμήνου / Εννεαμήνου 2016

ΕΚΘΕΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΕΛΙΞΗ & ΔΙΑΚΥΜΑΝΣΗ ΤΩΝ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΣΟΔΩΝ. Αύγουστος 2017

ETHΣΙΑ ΕΚΘΕΣΗ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ME MIA MATIA ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΥΝΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΕΜΠΟΡΙΟΥ&ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

ΕΚΘΕΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΕΛΙΞΗ & ΔΙΑΚΥΜΑΝΣΗ ΤΩΝ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΣΟΔΩΝ. Ιούλιος 2017

Τα οικονομικά αποτελέσματα της Βιομηχανίας Θεσσαλίας & Στερεάς Ελλάδος (Ισολογισμοί 2011)

Παπουτσάνης: Οικονομικά Αποτελέσματα Χρήσης 2018 Διαρκής ανάπτυξη πωλήσεων και βελτίωση κερδοφορίας

Σταύρος Σάμιος ΓΧΚ Δ/νση ΑΛΚΟΟΛΗΣ & ΤΡΟΦΙΜΩΝ

Εμπορικό & Βιομηχανικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης ΒΑΡΟΜΕΤΡΟ ΕΒΕΘ. Palmos Analysis Ltd.

ΚΕΝΤΡΟ ΣΤΗΡΙΞΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΔΗΜΟΥ ΑΘΗΝΑΙΩΝ

pet shop,, grocery super market ), pet shop ,

ΙΔΡΥΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ FOUNDATION FOR ECONOMIC & INDUSTRIAL RESEARCH ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ ΣΤΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ

«Μειωμένο το κόστος του χριστουγεννιάτικου τραπεζιού με ταυτόχρονη συρρίκνωση του εορταστικού τζίρου, εκτιμά η ΕΣΕΕ»

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ «ΜΕΤΡΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΚΤΙΜΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΣΕΕ ΓΙΑ ΤΙΜΕΣ ΚΑΙ ΤΖΙΡΟ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ 2015»

Συνέντευξη Τύπου του Διεθνούς Οργανισμού Αμπέλου και Οίνου, Παρίσι,

ΟΜΙΛΙΑ ΠΡΟΕΔΡΟΥ Ο.Κ.Ε. κ. ΧΡΗΣΤΟΥ ΠΟΛΥΖΩΓΟΠΟΥΛΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ Ο.Κ.Ε. ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΤΟ ΛΙΑΝΙΚΟ ΕΜΠΟΡΙΟ

Έκθεση Ανάλυσης Φορολογικών Δαπανών

ΠΡΕΣΒΕΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. Αποτελέσματα Γ Τριμήνου / Εννεαμήνου 2013

ΕΤΑΙΡΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΜΑΪΟΣ 2011

ΠΡΕΣΒΕΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΛΙΣΣΑΒΩΝΑ ΓΡΑΦΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΚΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΕΛΑΙΟΛΑΔΟΥ.

Αποτελέσματα Α' Τριμήνου 2011

Εξετάσεις Θεωρίας και Πολιτικής Διεθνούς Εμπορίου Ιούλιος Όνομα: Επώνυμο: Επιθυμώ να μην περάσω το μάθημα εάν η βαθμολογία μου είναι του

Ετήσια Έκθεση Ελληνικού Εμπορίου 2010

Αποτελέσματα B Τριμήνου 2009

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

Εισαγωγή: Με χαμηλούς ρυθμούς αναπτύσσεται τα τελευταία χρόνια ο κλάδος Κάμψη της τάξης του -2% έως -4% αναμένεται για το 2009

INCOFRUIT - (HELLAS)

ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ ΕΛΑΙΟΛΑΔΟΥ Μελέτη σκοπιμότητας και διερεύνησης των βασικών παραγόντων. Παρουσίαση στην ΕΧΑΕ 18 Νοεμβρίου 2013

ΟΜΙΛΟΣ MARFIN POPULAR BANK ΕΠΕΞΗΓΗΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΕΤΟΣ ΠΟΥ ΕΛΗΞΕ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΚΡΗΤΗΣ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΤΙΤΛΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Οικονομικά Αποτελέσματα Α Εξαμήνου 2015

Η αγορά οίνου της Γερμανίας

Πρεσβεία της Ελλάδος στο Βέλγιο Γραφείο Οικονομικών & Εμπορικών Υποθέσεων Η ΑΓΟΡΑ ΕΛΑΙΟΛΑΔΟΥ ΣΤΟ ΒΕΛΓΙΟ

Transcript:

Industry Outlook ΠΑΡΑΓΩΓΗ & ΧΟΝΔΡΙΚΟ ΕΜΠΟΡΙΟ ΑΛΚΟΟΛΟΥΧΩΝ ΠΟΤΩΝ ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2014 Λ. Βουλιαγμένης 18, 16675 Γλυφάδα Όροι Χρήσης στην τελευταία σελίδα t: +30210 8939000 2014InfobankHellastat A.E. Με επιφύλαξη παντός δικαιώματος. 2014 Infobank Industry Hellastat. Outlook: Με Παραγωγή επιφύλαξη & παντός χονδρικό δικαιώματος 1 f: +30210 8939098-099

Τμήμα Οικονομικής Ανάλυσης Αλέξης Νικολαΐδης, Senior Analyst τηλ. 210 8939026 e-mail: anikolaidis@hellastat.eu 2

Περιεχόμενα Πληροφορίες για την έκδοση 4 Στρατηγική Επισκόπηση του Κλάδου 5 Δομή και χαρακτηριστικά του κλάδου 5 Πορεία αγοράς ζήτηση 13 Εγχώρια ποτοποιία: κατανάλωση παραγωγή - εξαγωγές 17 Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης 23 Έρευνα Οικογενειακών Προϋπολογισμών 27 Προβλήματα μειονεκτήματα 29 Προοπτικές 32 Ανάλυση Κινδύνου 34 Στρατηγική Ανάλυση SWOT 37 Προφίλ Εταιρειών του Κλάδου 39 Χρηματοοικονομική Ανάλυση Παραγωγή αλκοολούχων ποτών 49 Ανάλυση αποτελεσμάτων & κερδοφορίας 49 Ανάλυση ρευστότητας& εμπορικού κύκλου 57 Ανάλυση κεφαλαιακής διάρθρωσης 60 Ανάλυση αποδοτικότητας 62 Αριθμοδείκτες Κλάδου Παραγωγή αλκοολούχων ποτών 65 Κλαδικός Ισολογισμός Παραγωγή αλκοολούχων ποτών 67 Χρηματοοικονομική Ανάλυση Χονδρικό 68 Ανάλυση αποτελεσμάτων & κερδοφορίας 68 Ανάλυση ρευστότητας& εμπορικού κύκλου 76 Ανάλυση κεφαλαιακής διάρθρωσης 79 Ανάλυση αποδοτικότητας 81 Αριθμοδείκτες Κλάδου Χονδρικό 84 Κλαδικός Ισολογισμός Χονδρικό 86 3

Πληροφορίες για την έκδοση Σκοπός της παρούσας ανάλυσης είναι η παρουσίαση της λειτουργίας του κλάδου της παραγωγής & χονδρικού εμπορίου αλκοολούχων ποτών, ώστε να αξιολογηθούν τα δυνατά και αδύνατα σημεία, να εκτιμηθούν οι ευκαιρίες και οι προοπτικές, αλλά και να αναδειχθούν οι απειλές και οι κίνδυνοι που ενδεχομένως τον χαρακτηρίζουν. Στη χρηματοοικονομική ανάλυση περιλαμβάνονται εταιρείες που δραστηριοποιούνται στους υποκλάδους 159.1 «Παραγωγή αποσταγμένων αλκοολούχων ποτών» και 513.4 «Χονδρικό εμπόριο αλκοολούχων και λοιπών ποτών», βάσει της ΣΤΑΚΟΔ. Όπου γίνεται αναφορά σε μερίδια αγοράς, αυτά είναι ενδεικτικά και προκύπτουν από το δείγμα των υπό εξέταση εταιρειών, οι οποίες δεν είναι κατ ανάγκη μεταξύ τους ανταγωνιστικές, αλλά ενδέχεται να έχουν σχέση μεταξύ μητρικής-θυγατρικής ή/ και προμηθευτή πελάτη. Επισημαίνεται επίσης, ότι το χαρτοφυλάκιο παραγόμενων προϊόντων ή/ και προσφερόμενων υπηρεσιών ενδέχεται να διαφέρει σημαντικά μεταξύ των εταιρειών. Κατά την εργασία μας συγκεντρώνουμε στοιχεία και πληροφορίες από δημόσια διαθέσιμες πηγές, βάσεις δεδομένων που συντηρεί η Infobank Hellastat Α.Ε. και συνεντεύξεις που πραγματοποιούμε με εκπροσώπους επιχειρήσεων, συλλογικών φορέων και δημόσιων οργανισμών. Η εγκυρότητα και η ορθότητα όλων των στοιχείων στα οποία βασίστηκε η παρούσα μελέτη, οικονομικά, εταιρικά και άλλα στοιχεία και πληροφορίες των εταιρειών που δραστηριοποιούνται στον κλάδο είναι αποκλειστική ευθύνη των εταιρειών και των μέσων δημοσίευσης. Η ευθύνη της Infobank Hellastat Α.Ε. συνίσταται στην ακριβή και ορθή καταχώρηση των στοιχείων και πληροφοριών στη βάση δεδομένων της, όπως αυτά δημοσιεύονται ή παρέχονται και η αντικειμενική αξιολόγησή τους με βάση τις αρχές της Επιστήμης και τις επαγγελματικές αρχές και πρακτικές που διέπουν τον κλάδο επιχειρηματικής πληροφόρησης και συμβουλευτικής των επιχειρήσεων. Η ανάλυση και αξιολόγηση κλάδων, ανεξάρτητα από το είδος, την πηγή και τον τρόπο παρουσίασης της πληροφόρησης στην οποία βασίζεται, αποτελεί μια πολύτιμη εργαλειοθήκη αξιολόγησης ευκαιριών και εκτίμησης των κινδύνων. Η διαδικασία αυτή είναι σύνθετη και ενδέχεται να οδηγήσει και σε αντικρουόμενες παρατηρήσεις. Σε κάθε περίπτωση, η εξαγωγή συμπερασμάτων διαμορφώνεται από τις προσωπικές εκτιμήσεις, γνώσεις και εμπειρίες του αναγνώστη, αλλά και από το συνδυασμό της παρεχόμενης στην παρούσα έκδοση πληροφορίας, με άλλα στοιχεία και παραμέτρους. Με αυτά υπόψη η Infobank Hellastat A.E. δεν φέρει καμία ευθύνη για την χρήση ή την αδυναμία χρήσης των αναφερομένων στην παρούσα έκθεση. Η ανατύπωση του συνόλου ή μέρους της έκθεσης αυτής δεν επιτρέπεται χωρίς την έγγραφη άδεια της Infobank Hellastat A.E. ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΗ ΠΡΟΤΥΠΑ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ (ΔΠΧΠ) Στους πίνακες και τις αναλύσεις της παρούσας έκθεσης έχουν ληφθεί υπόψη και οικονομικές καταστάσεις οι οποίες συντάχθηκαν βάσει των ΔΠΧΠ, για την περίοδο 2013-2007. Οι διαφορές μεταξύ των ΔΠΧΠ και των ΕΛΠ είναι σημαντικές, με συνέπεια τα στοιχεία ενδεχομένως να μην είναι συγκρίσιμα μεταξύ των εταιρειών που συντάσσουν τις οικονομικές τους καταστάσεις με διαφορετικά λογιστικά πρότυπα. Αντίστοιχα, τα στοιχεία μιας εταιρείας που έχει πλέον υιοθετήσει τα ΔΠΧΠ ενδέχεται να μην είναι συγκρίσιμα με τα στοιχεία προηγούμενων οικονομικών χρήσεων που είχαν συνταχθεί βάσει ΕΛΠ. Υπογραμμίζεται επίσης, ότι η παντελής έλλειψη οικονομικών στοιχείων για προσωπικές επιχειρήσεις(ο.ε. και Ε.Ε.), αλλά και ορισμένων Ε.Π.Ε. που δε δημοσιεύουν οικονομικές καταστάσεις, ενδέχεται να περιορίζει το εύρος της χρηματοοικονομικής ανάλυσης. 4

Στρατηγική Επισκόπηση του Κλάδου Δομή και χαρακτηριστικά του κλάδου Παραγωγή αλκοολούχων ποτών Στον κλάδο παραγωγής οινοπνευματωδών ποτών δραστηριοποιούνται -με βάση στοιχεία του Γενικού Χημείου του Κράτους(Γ.Χ.Κ.)- περίπου 240 ποτοποιεία. Από αυτές τις εταιρείες, μόνοοι60ήτανα.ε.καιε.π.ε.,ενώοιυπόλοιπεςήτανβιοτεχνίεςμενομικήμορφήο.ε.,ε.ε. ή ατομικής επιχείρησης, καθώς και συνεταιρισμοί. Βασικό χαρακτηριστικό των εγχώριων ποτοποιείων αποτελεί ο οικογενειακός χαρακτήρας αυτών, ακόμα και των μεγαλύτερων. Υψηλή συγκέντρωση παρατηρείται στους Νομούς Αττικής (27 ποτοποιεία, τα περισσότερα σε επίπεδο Νομών), Αχαΐας (22), Λέσβου, όπου παράγεται κυρίως ούζο (17), Έβρου (11), Λάρισας, όπου παράγεται κυρίως τσίπουρο(11) και Σερρών(11). Τα κυριότερα ποτά που παράγονται εγχώρια είναι το ούζο, το τσίπουρο, το μπράντι και το λικέρ. Επιπλέον, παράγονται μικρές ποσότητες «σκληρών» οινοπνευματωδών ποτών (π.χ. ουίσκι, βότκα, τζιν), οι οποίες ωστόσο είναι αμελητέες στο σύνολο της εγχώριας κατανάλωσης, η οποία καλύπτεται από εισαγωγές. Στην Ελλάδα παράγονται συνολικά 3.114 εμπορικά σήματα. Από αυτά, περίπου 1.500 είναι λικέρ, 650 ούζο και 270 τσίπουρο. Οι μεγαλύτερες ποτοποιίες του κλάδου διαθέτουν αυτοματοποιημένη παραγωγική διαδικασία και χρησιμοποιούν τα εκτεταμένα δίκτυα διανομής των χονδρεμπόρων. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις κυρίως βιοτεχνικού χαρακτήρα- διανέμουν τα προϊόντα τους σε τοπικό κυρίως επίπεδο, εκμεταλλευόμενες τη φήμη, αλλά και τις προσωπικές σχέσεις. Το κυριότερο μέρος της παραγωγής τους συνήθως αφορά στο ούζο. Οι περισσότερες εταιρείες του κλάδου δεν εξειδικεύονται στην παραγωγή ενός μόνο ποτού, αλλά επιδεικνύουν πολλαπλή δραστηριότητα, ενώ αρκετές από αυτές ασχολούνται και με την παραγωγή κρασιού(π.χ. ARGO WINE ΑΠΟΣΤΟΛΑΚΗΣ Α.Ε., ΕΒΡΙΤΙΚΑ ΚΕΛΛΑΡΙΑ Α.Ε.). 5

Στρατηγική Επισκόπηση του Κλάδου Παράλληλα, παρατηρείται και η αντίστροφη πρακτική, δηλαδή εταιρείες με κύρια δραστηριότητα στην οινοποιία να παράγουν και τσίπουρο ή ούζο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΤΣΑΝΤΑΛΗΣ Α.Ε., η οποία κατέχει σημαντικά μερίδια αγοράς στα παραδοσιακά οινοπνευματώδη ποτά, πλέον του κρασιού. Κύριο χαρακτηριστικό του κλάδου αποτελεί η απόσταξη για προσωπική κατανάλωση, καθώς και η παραγωγή οινοπνευματωδών ποτών χωρίς ετικέτα, φαινόμενο το οποίο αφορά κυρίως στο τσίπουρο και το ούζο. Μέρος αυτής της παραγωγής διατίθεται σε καταναλωτές είτε ως δώρο (π.χ. σε συγγενείς και φίλους), είτε σε χώρους εστίασης και λιανικής κυρίως στην επαρχία (σε καφενεία, εστιατόρια, μπακάλικα). Σε αυτές τις περιπτώσεις οι οργανωμένες επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν αθέμιτο ανταγωνισμό, ενώ υπάρχει και απώλεια κρατικών εσόδων εφόσον δεν αποδίδεται ο Ε.Φ.Κ. Στον τομέα του ούζου εκτιμάται ότι δραστηριοποιούνται περίπου 200 ποτοποιίες, από τις οποίες μόνο οι 40 έχουν νομική μορφή Α.Ε. και Ε.Π.Ε. Κάθε ποτοποιία παράγει πλέον της μιας ετικέτας, με αποτέλεσμα στην εγχώρια αγορά να διακινούνται 350 περίπου διαφορετικές ετικέτες. Το ούζο διακρίνεται σε δυο κατηγορίες: α) ούζο ανάμιξης 20%(επονομαζόμενο ψυχρό ούζο), για την παραγωγή του οποίου σύμφωνα με το νομικό πλαίσιο η αλκοόλη που έχει αρωματισθεί με απόσταξη πρέπει να αντιπροσωπεύει τουλάχιστον το 20% του αλκοολικού τίτλου του προϊόντος και β) ούζο 100% απόσταξης. Οι μεγαλύτερες εταιρείες παραγωγής ψυχρού ούζου είναι οι ΑΡΒΑΝΙΤΗΣ Ι. ΠΛΩΜΑΡΙΟΥ Α.Ε. (με το ομώνυμο ούζο), PERNOD RICARD HELLAS Α.Β.Ε.Ε. (ούζο Μίνι, Φήμη, Λέσβος) και ΚΑΛΟΓΙΑΝΝΗΣ-ΚΟΥΤΣΙΚΟΣ ΠΟΤΟΠΟΙΪΑ Α.Ε.Β.Ε. (ούζο 12), ενώ σημαντική παραγωγή έχει και η οινοποιία ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΤΣΑΝΤΑΛΗΣ Α.Ε. (ούζο Τσάνταλη). Σχετικά με το ούζο 100% απόσταξης, του οποίου το κόστος παραγωγής είναι υψηλότερο, δραστηριοποιείται μικρότερος αριθμός ποτοποιών, με τη ΒΑΡΒΑΓΙΑΝΝΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ε.Π.Ε. να καταλαμβάνει το μεγαλύτερο μερίδιο. 6

Στρατηγική Επισκόπηση του Κλάδου Οι μεγαλύτεροι παραγωγοί ούζου συνεργάζονται με τις μεγάλες εταιρείες διανομής αλκοολούχων ποτών για την προώθηση των προϊόντων τους (π.χ. Ούζο 12 - ΑΜΒΥΞ Α.Ε., ούζο Αρβανίτης Ι. Πλωμαρίου - ΚΑΡΟΥΛΙΑΣ Β. Σ. Α.Β.Ε.Ε.). Οι υπόλοιπες εταιρείες προωθούν τα προϊόντα τους μέσω μικρότερων χονδρεμπόρων και super market, ενώ οι μικρότερες τα διακινούν κυρίως στην τοπική αγορά όπου διαθέτουν αναγνωρισιμότητα. Οι παραγωγοί ούζου πραγματοποιούν υψηλές εξαγωγές (1η θέση μεταξύ των εξαγόμενων οινοπνευματωδών ποτών της χώρας), καθότι το προϊόν προστατεύεται από την κοινοτική νομοθεσία και θεωρείται αποκλειστικά ελληνικό, ενώ είναι ιδιαίτερα δημοφιλές στο εξωτερικό, τόσο σε προορισμούς που συνδέονται με την ομογένεια, όσο και αλλού. Η παραγωγή του ούζου είναι δυνατή καθ όλη τη διάρκεια του έτους, σε αντίθεση με το κρασί ή το τσίπουρο, προσδίδοντας έτσι συγκριτικό πλεονέκτημα στους ποτοποιούς του συγκεκριμένου τομέα. Σχετικά με τις πρώτες ύλες, η αιθυλική αλκοόλη κυρίως εισάγεται, καθότι η εγχώρια παραγωγή περιορίζεται στη λειτουργία της ΣΠΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ Β. Γ. Α.Β.Ε.Ε. Οι πρώτες ύλες καλύπτουν περίπου το 45% του κόστους παραγωγής, η συσκευασία και εμφιάλωση το 30% καιταεργατικάτο10%. Η παραγωγή εμφιαλωμένου τσίπουρου πραγματοποιείται κυρίως από μικρές ποτοποιίες, οι οποίες διακινούν το προϊόν τους στις τοπικές αγορές. Στον κλάδο λειτουργούν 85 επίσημοι αποσταγματοποιοί, από τους οποίους σε μόνιμη βάση λειτουργούν οι 67. Η εμφιάλωση τσίπουρου υποχρεωτικά σε γυάλινη φιάλη- έχει αναπτυχθεί σχετικά πρόσφατα και το γεγονός αυτό συνέβαλε στους υψηλούς ρυθμούς της εγχώριας κατανάλωσης, αλλά και στην προώθησή του στο εξωτερικό (πιο εύκολη διακίνηση σε μεγάλες ποσότητες, υιοθέτηση στρατηγικών marketing, ανάπτυξη ενεργειών προβολής και προώθησης, βραβεύσεις κ.λπ.). 7

Στρατηγική Επισκόπηση του Κλάδου Επιπλέον, δραστηριότητα εμφανίζουν και πολυάριθμοι διήμεροι αποσταγματοποιοί (ο αριθμός των αδειών κάθε χρόνο ανέρχεται σε 30.000, ενώ ο αριθμός των αμβύκων σε 5.000-6.000), οι οποίοι παράγουν χύμα, μη τυποποιημένο τσίπουρο, καθώς αποτελεί στοιχείο παράδοσης σε αρκετές περιοχές. Οι τελευταίοι είναι παραγωγοί μικρού μεγέθους, καθώς οι άμβυκές τους δεν ξεπερνούν τα 130 λίτρα και δεν ελέγχονται από το Γ.Χ.Κ., ενώ υπόκεινται σε ειδικό φορολογικό καθεστώς ( 0,59 / κιλό), συνήθως εικονικό. Οι ποσότητες που παράγουν αποτελούν είτε αντικείμενο ιδίας κατανάλωσης, είτε διοχετεύονται σε δίκτυα διανομής. Η ετήσια αδήλωτη παραγωγή των αμπελουργών ή διημερών παραγωγών εκτιμάται σε 11 εκ. λίτρα έτοιμου προϊόντος. Επίσης, η αγορά πλήττεται και από εισαγωγές αφορολόγητων χύμα ποσοτήτων από γειτονικές χώρες, που υπολογίζονται σε 30 εκ. λίτρα το χρόνο. H πρώτη ύλη για το τσίπουρο είναι τα στέμφυλα των σταφυλιών που προκύπτουν κατά τη διαδικασία της παραγωγής κρασιού. Έτσι, πολλές οινοποιίες παράγουν ταυτόχρονα και τσίπουρο, αξιοποιώντας τα υπολείμματα της πρώτης ύλης, εκμεταλλευόμενες την εμπορική επωνυμία που έχουν ήδη αποκτήσει στο κρασί και χρησιμοποιώντας κοινά δίκτυα διανομής. Οι κυριότερες εταιρείες παραγωγής τσίπουρου είναι οι ΤΣΙΛΙΛΗΣ Κ. Α.Ε., ΒΡΥΣΣΑΣ Α.Ε., ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΤΣΑΝΤΑΛΗΣ Α.Ε., καθώς και οι ΑΓΡΟΤΙΚΟΣ ΟΙΝΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΟΣ ΤΥΡΝΑΒΟΥ και ΑΓΡΟΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΣ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΟΣ ΑΓΧΙΑΛΟΥ. Το μεγαλύτερο τμήμα των πωλήσεων πραγματοποιείται στην κρύα αγορά (κυρίως τσιπουράδικα και μεζεδοπωλεία), ενώ η διακίνηση μέσω super market είναι περιορισμένη. Το τσίπουρο, όπως και το ούζο, αποτελεί προϊόν προστασίας γεωγραφικής προέλευσης, γεγονός το οποίο προσδίδει στις εταιρείες που το παράγουν εμφιαλωμένο υψηλό κίνητρο για ανάπτυξη εξαγωγικής δραστηριότητας, η οποία μέχρι στιγμής είναι μηδαμινή. 8

Στρατηγική Επισκόπηση του Κλάδου Η εγχώρια παραγωγή μπράντι κυριαρχείται από το ποτό Metaxa, το οποίο παράγεται από την OPTIMAL SUPPLY CHAIN A.E. για λογαριασμό της ΜΕΤΑΞΑ Α.Ε. Το συγκεκριμένο εμπορικό σήμα έχει υψηλή αναγνωρισιμότητα στο εξωτερικό, καθώς το 60% περίπου της παραγωγής του εξάγεται σε περισσότερες από 100 χώρες. Άλλες εγχώριες εταιρείες που παράγουν μπράντι, σε συνδυασμό με άλλα αλκοολούχα ποτά, είναι οι ΠΙΛΑΒΑΣ ΠΟΤΟΠΟΙΙΑ Α.Β.Ε.Ε., ΚΑΛΛΙΚΟΥΝΗΣ Γ. Ν. Α.Β.Ε., ΠΑΥΛΙΔΗ Χ. ΑΦΟΙ Α.Ε. κ.ά. Συνολικά, η εγχώρια παραγωγή εκτιμάται σε 900.000 κιβώτια(2η θέση μετά το ούζο). Τα ηδύποτα λικέρ, όπως η μαστίχα Χίου, το κίτρο Νάξου, το κουμ κουάτ Κέρκυρας και η τεντούρα έχουν αποκτήσει προστασία γεωγραφικής προέλευσης. Τα ποτά αυτά αποτελούν σημαντικό μέρος της παράδοσης των εν λόγω περιοχών, επομένως οι μικρές ποτοποιίες που λειτουργούν (με νομική μορφή Ο.Ε., Ε.Ε. και ατομικές επιχειρήσεις) είναι πολυάριθμες. Τα ποτά αυτά διατίθενται κυρίως στις τοπικές αγορές, όπου είναι αναγνωρίσιμα. Η παραγωγή τους βαίνει αύξουσα, αποτυπώνοντας τη στροφή μερίδας καταναλωτών στα εγχωρίως παραγόμενα παραδοσιακά προϊόντα, αν και το μερίδιό τους στη συνολική παραγωγή είναι ακόμα αμελητέο. Η εγχώρια παραγωγή λοιπών οινοπνευματωδών ποτών (κυρίως βότκα, ουίσκι και τζιν) κυμαίνεται σε χαμηλά επίπεδα, καθώς η εγχώρια κατανάλωση καλύπτεται από εισαγόμενα εμπορικά σήματα. Ενδεικτικά, αναφέρονται οι παραγωγικές επιχειρήσεις ALEXANDRION GROUP HELLAS Α.Ε., ΚΑΛΛΙΚΟΥΝΗΣ Γ. Ν. Α.Β.Ε. και ΤΣΙΛΙΓΚΑΡΙΔΗΣ Α.Β.Ε.Ε. 9

Στρατηγική Επισκόπηση του Κλάδου Χονδρική εμπορία αλκοολούχων ποτών Ο κλάδος της χονδρικής εμπορίας αλκοολούχων ποτών απαρτίζεται από δύο κατηγορίες εταιρειών: α) τις επιχειρήσεις εισαγωγής και διανομής και β) τους χονδρέμπορους. Οι περισσότερες από αυτές τις εταιρείες διακινούν όλες τις κατηγορίες αλκοολούχων ποτών, ενώ συχνά δραστηριοποιούνται και στο εμπόριο μη αλκοολούχων προϊόντων. Εταιρείες εισαγωγής και διανομής: διακινούν αλκοολούχα ποτά στην εγχώρια αγορά που είτε έχουν εισαχθεί από τις ίδιες, είτε έχουν παραχθεί εγχωρίως. Η αγορά κυριαρχείται από την παρουσία 5 εταιρειών (DIAGEO ΕΛΛΑΣ Α.Ε., ΚΑΡΟΥΛΙΑΣ Α.Β.Ε.Ε., PERNOD RICARD HELLAS Α.Β.Ε.Ε., ΑΜΒΥΞ Α.Ε. και BACARDI ΕΛΛΑΣ Ε.Π.Ε.), οι οποίες ελέγχουν τη συντριπτική πλειοψηφία του όγκου των αλκοολούχων ποτών που καταναλώνονται, καθώς διαθέτουν στα χαρτοφυλάκιά τους τα πιο δημοφιλή επώνυμα ποτά. Παράλληλα, δραστηριοποιούνται και μικρότερες εμπορικές εταιρείες, οι οποίες εισάγουν και διανέμουν λιγότερο γνωστά εμπορικά σήματα ή/και εμπορεύονται προϊόντα των 5 μεγάλων εισαγωγέων. Οι πελάτες των εταιρειών εισαγωγής και διανομής διακρίνονται σε δυο κατηγορίες: α) τα super market (key off-trade accounts), στα οποία πραγματοποιούνται απευθείας πωλήσεις και β) τους χονδρέμπορους. Χονδρέμποροι: προωθούν στην αλυσίδα διανομής τα ποτά που έχουν προμηθευτεί είτε από τις εταιρείες εισαγωγής και διανομής, είτε απευθείας από τους παραγωγούς. Παράλληλα, διακινούν και μη αλκοολούχα ποτά (π.χ. αναψυκτικά, εμφιαλωμένα νερά και χυμούς). Σημειώνεται ότι οι μεγαλύτερες εταιρείες της κατηγορίας πραγματοποιούν, ταυτόχρονα, μικρό μέρος απευθείας εισαγωγών αλκοολούχων ποτών. Επίσης, αρκετοί χονδρέμποροι διακινούν και άλλα προϊόντα, κυρίως τρόφιμα, ενώ άλλες εταιρείες είναι εξειδικευμένες σε συγκεκριμένες κατηγορίες ποτών, όπως οι ΧΑΛΑΡΗ ΑΦΟΙ Α.E., ΑΝΘΙΔΗΣ Α.Ε., ΔΗΜΗΤΕΡ Α.Ε.Ε. ΟΙΝΩΝ κ.ά., οι οποίες διακινούν κυρίως κρασί. Οι χονδρέμποροι προωθούν τα προϊόντα του κλάδου είτε σε μικρότερες χονδρεμπορικές εταιρείες, είτε σε νυχτερινά κέντρα διασκέδασης και χώρους εστίασης, που απαρτίζουν την on-trade (επιτόπια) κατανάλωση. Οι μικρότεροι χονδρέμποροι τροφοδοτούν συνήθως τις κάβες και τα μπακάλικα. 10

Στρατηγική Επισκόπηση του Κλάδου Ο ανταγωνισμός μεταξύ των εταιρειών της πρώτης κατηγορίας είναι ιδιαίτερα έντονος και επικεντρώνεται: α) στην απόκτηση των πιο εμπορικών σε πωλήσεις σημάτων, προκειμένου να μεγιστοποιηθεί το μερίδιο αγοράς τους και β) σε συμφωνίες με τα super market που αφορούν στην απόκτηση καλύτερης θέσης στο «ράφι», καθώς και στην υπενοικίαση χώρου για πραγματοποίηση προωθητικών ενεργειών εντός των καταστημάτων. Καθότι οι 5 μεγαλύτερες εταιρείες της κατηγορίας αποτελούν θυγατρικές πολυεθνικών ομίλων ή συνεργάζονται με ξένους οίκους εμπορίας ποτών, το χαρτοφυλάκιό τους καθορίζεται σε σημαντικό βαθμό από τις διεθνείς εξελίξεις στον κλάδο των αλκοολούχων ποτών. Τα εμπόδια εισόδου στον κλάδο είναι ιδιαίτερα υψηλά και συνίστανται στη δυσκολία απόκτησης εμπορικών σημάτων, καθώς αφενός ελάχιστα παραμένουν χωρίς επίσημο αντιπρόσωπο διεθνώς και αφετέρου απαιτούνται υψηλά κεφάλαια προκειμένου να αποκτηθεί το δικαίωμα διανομής ενός αλκοολούχου ποτού που ανήκει στο χαρτοφυλάκιο άλλων εταιρειών. Οι εταιρείες εισαγωγής και διανομής συναλλάσσονται απευθείας με τις μεγάλες αλυσίδες super market, προσφέροντας όρους που οι υπόλοιπες εμπορικές επιχειρήσεις είναι δύσκολο να ακολουθήσουν. Επίσης, δαπανούν σημαντικά κονδύλια για να επιτύχουν τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα στην προώθηση των προϊόντων που διακινούν, γεγονός που αποτυπώνεται στα υψηλά έξοδα διάθεσης που παρουσιάζουν. Αντίστοιχες συνθήκες επικρατούν και στην κατηγορία της νυχτερινής διασκέδασης, όπου οι 5 μεγάλες εταιρείες ανταγωνίζονται μεταξύ τους για τους όρους συνεργασίας με τα πιο δημοφιλή κέντρα. Είναι χαρακτηριστικό ότι πλέον και στα κέντρα διασκέδασης υπάρχει το αντίστοιχο φαινόμενο της τοποθέτησης στο«ράφι» που παρατηρείται στα super market. 11

Στρατηγική Επισκόπηση του Κλάδου Όσον αφορά στα βασικά χαρακτηριστικά των χονδρεμπορικών επιχειρήσεων, αναφέρεται ότι υπάρχουν υψηλές απαιτήσεις σε πάγιο εξοπλισμό, κυρίως σε εγκαταστάσεις και αποθήκες και δευτερευόντως σε μεταφορικά μέσα. Οι μεγάλες χονδρεμπορικές εταιρείες συνεργάζονται με super market και κέντρα νυχτερινής διασκέδασης που δεν αποτελούν «στόχο» για τις εταιρείες εισαγωγής και διανομής, ενώ ταυτόχρονα προμηθεύουν μικρότερους χονδρέμπορους για να τροφοδοτήσουν με τη σειρά τους την υπόλοιπη αλυσίδα διανομής ποτών. Οι χονδρεμπορικές επιχειρήσεις οφείλουν να έχουν αποτελεσματική διαχείριση των αποθεμάτων τους, ώστε αφενός να είναι σε θέση να ανταπεξέλθουν σε οποιαδήποτε παραγγελία προκύψει και αφετέρου να μην έχουν υψηλά αποθέματα ποτών που δεν καταναλώνονται. Τόσο οι εταιρείες εισαγωγής και διανομής, όσο και οι χονδρέμποροι απαιτείται να διαθέτουν υψηλά κεφάλαια κίνησης, καθώς αποδίδουν τον Ε.Φ.Κ. ταχύτερα από την είσπραξη των απαιτήσεών τους(25 ημέρες έναντι διαστήματος έως και 12 μηνών). Τα αλκοολούχα ποτά διοχετεύονται στην «κρύα αγορά» (εστιατόρια, ταβέρνες, μπαρ, καφετέριες κ.λπ.) και στη «ζεστή αγορά» (super market, mini market, περίπτερα κ.λπ.). Το μεγαλύτερο μέρος της κατανάλωσης προέρχεται από την πρώτη κατηγορία, ποσοστό όμως που τα τελευταία χρόνια υποχωρεί λόγω της ύφεσης. Αντιθέτως, τα super market διευρύνουν το αντίστοιχο μερίδιό τους. 12

Στρατηγική Επισκόπηση του Κλάδου Πορεία αγοράς - ζήτηση Η κατανάλωση οινοπνευματωδών ποτών επηρεάζεται από παράγοντες όπως το εισόδημα των καταναλωτών, η τιμή των προϊόντων, η τουριστική κίνηση κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, οι διατροφικές συνήθειες, οι καταναλωτικές προτιμήσεις και η ηλικιακή διάρθρωση του πληθυσμού. Τα αλκοολούχα ποτά δεν αποτελούν αγαθά πρώτης ανάγκης, επομένως η ζήτησή τους μειώνεται σε περιόδους οικονομικής στενότητας και συρρίκνωσης του διαθέσιμου εισοδήματος. Επομένως, η ύφεση που διέπει την ελληνική οικονομία από τα τέλη του 2008 έχει μειώσει την κατανάλωση των προϊόντων του κλάδου σε αρκετά χαμηλά επίπεδα, ιδιαίτερα στην εκτός σπιτιού διασκέδαση (εστιατόρια, μπαρ), καθώς και την κατανάλωση ποτών ανά έξοδο. Αρνητικά στην κατανάλωση έχουν επιδράσει και οι σημαντικές αυξήσεις στις λιανικές τιμές των οινοπνευματωδών ποτών λόγω των διαδοχικών αυξήσεων στη φορολογία. Ο Ε.Φ.Κ. από τις αρχές του 2009 έχει αυξηθεί κατά 125% και πλέον διαμορφώνεται σε 25,50 ανά λίτρο άνυδρου (Λ.Α.) αλκοόλης. Στα τοπικά αποστάγματα, όπως το ούζο και το τσίπουρο, ο Ε.Φ.Κ. υπολογίζεται στο ήμισυ του φόρου των εισαγόμενων αλκοολούχων (δηλαδή 12,75 ανά Λ.Α.). Σύμφωνα εκτιμήσεις εκπροσώπων του κλάδου, οι αυξήσεις στον Ε.Φ.Κ. προκάλεσαν μείωση των εσόδων των εμπορικών επιχειρήσεων κατά 25%. Επίσης, ο Φ.Π.Α. αυξήθηκε κατά 4 ποσοστιαίες μονάδες, από 19% σε 23% τον Ιούλιο του 2010. Βάσει εκτιμήσεων της αγοράς, η συνολική κατανάλωση αλκοολούχων ποτών το 2013 διαμορφώθηκε σε επίπεδο χαμηλότερο των 120.000 εκατόλιτρων, από 226.000 εκατόλιτρα το 2008, σημειώνοντας έτσι υποχώρηση μεγαλύτερη από 45% κατά την περίοδο αυτή. Πάντως, η κάμψη της τελευταίας χρονιάς ήταν αρκετά μικρότερη σε σχέση με τους ρυθμούς πτώσης των προηγούμενων ετών. Οι μεγαλύτερες απώλειες εντοπίστηκαν στο ουίσκι, το οποίο καταλαμβάνει πάνω από το 30% του συνολικού όγκου, και ακολούθως στο ούζο. 13

Στρατηγική Επισκόπηση του Κλάδου 140.000 Κατανάλωσης αλκοολούχων ποτών (σε εκατόλιτρα): Α εξ. 2009 -Α εξ. 2013 120.000 100.000 107.674 118.638 84.925 80.000 77.459 70.258 72.091 64.847 60.000 55.990 55.546 40.000 20.000 - Α εξ. 2009 Β εξ. 2009 Α εξ. 2010 Β εξ. 2010 Α εξ. 2011 Β εξ. 2011 Α εξ. 2012 Β εξ. 2012 Α εξ. 2013 Πηγή: ΣΕΑΟΠ Οι τιμές πολλών προϊόντων στα ράφια αυξήθηκαν έως και 50%, παρά το γεγονός ότι οι εταιρείες του κλάδου την τελευταία τριετία διατήρησαν σταθερές τις τιμές τους. Ενδεικτικά, οι τιμές παραδοσιακών προϊόντων όπως το ούζο και το τσίπουρο αυξήθηκαν σε τουλάχιστον 8 ανά φιάλη 700 γραμμαρίων, ενώ η εισαγόμενη φιάλη ουίσκι τιμολογείται σε επίπεδα μεγαλύτερα ακόμα και των 18. Το περιορισμένο εισόδημα και οι υψηλές τιμές διαφοροποίησαν την καταναλωτική συμπεριφορά, η οποία αποτυπώθηκε στη στροφή από τα ακριβότερα «ισχυρά» οινοπνευματώδη ποτά όπως το ουίσκι σε επιλογές χαμηλότερου κόστους, με μικρότερους ή μηδενικούς Ε.Φ.Κ., όπως η μπύρα και το κρασί αντίστοιχα, αλλά και σε ελληνικά παραδοσιακά προϊόντα(π.χ. τσίπουρο και ούζο). Ωστόσο οι εγχώριες ποτοποιίες και οι εταιρείες χονδρικής εμπορίας που δραστηριοποιούνται στην παραγωγή και διακίνηση αντίστοιχα ελληνικών επωνύμων προϊόντων, δεν μπόρεσαν να εκμεταλλευθούν πλήρως αυτή την αλλαγή, καθώς οι Έλληνες καταναλωτές στράφηκαν κυρίως στις χύμα, φθηνότερες ποσότητες(π.χ. τσίπουρο). 14

Στρατηγική Επισκόπηση του Κλάδου Η αύξηση της φορολογίας οδήγησε σε ραγδαία άνοδο του λαθρεμπορίου και της νοθείας, γεγονός που ενέχει κινδύνους για την υγεία των καταναλωτών, ενώ προκαλεί αθέμιτο ανταγωνισμό και υψηλά διαφυγόντα έσοδα από τα κρατικά ταμεία. Παράλληλα, ενθαρρύνονται οι διασυνορικές αγορές από χώρες με χαμηλότερους συντελεστές. Οι παράνομες πρακτικές ευνοούνται ιδιαίτερα στον τομέα του τσίπουρου λόγω της ξεπερασμένης νομοθεσίας, η οποία επιτρέπει την ανεξέλεγκτη απόσταξη από χιλιάδες αμπελουργούς (διήμερους παραγωγούς). Στη συγκεκριμένη αγορά επιτρέπεται η παραγωγή συγκεκριμένης ποσότητας ανά παραγωγό, η οποία προορίζεται για οικιακή κατανάλωση ή εμπορία, με φόρο 0,59 το κιλό. Ωστόσο οι αμπελουργοί στην πραγματικότητα διοχετεύουν στα κανάλια εμπορίας πολύ μεγαλύτερες χύμα ποσότητες, καθώς δεν ελέγχονται για τις ποσότητες που παράγουν και διακινούν, παρά μόνο δηλώνουν τον όγκο που θα παράξουν. Επίσης, οι άδειες που εξασφαλίζουν χωρίς έλεγχο μεταβιβάζονται συνήθως σε λαθρεμπόρους που διενεργούν τις εισαγωγές αφορολόγητου χύμα αποστάγματος, το οποίο προωθείται στην εγχώρια αγορά ως ελληνικό. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της αγοράς, η ποσότητα τσίπουρου που διακινείται παράνομα ανέρχεται σε 11 εκ. λίτρα το χρόνο, επίπεδο πολύ μεγαλύτερο σε σχέση με τις οργανωμένες μονάδες που φορολογούνται κανονικά. Επίσης, χαρακτηριστικό είναι ότι μια φιάλη 0,7 λίτρου επώνυμου τυποποιημένου τσίπουρου τιμολογείται από 7,5 έως 11,5 ανάλογα με τον αλκοολικό βαθμό, ενώ ένα αντίστοιχο χύμα προϊόν τιμολογείται από 2,5 έως 8. 15

Στρατηγική Επισκόπηση του Κλάδου Αναφορικά με το θεσμικό πλαίσιο του κλάδου, σημειώνεται ότι δόθηκε παράταση ενός επιπλέον χρόνου (μέχρι τις 31 Ιουλίου 2015) στους ιδιοκτήτες των αποσταγματοποιείων και ποτοποιείων προκειμένου να προχωρήσουν στις απαραίτητες ενέργειες συμμόρφωσης προς την ισχύουσα νομοθεσία για τις εγκαταστάσεις (χώροι, δοχεία, μηχανολογικός εξοπλισμός κ.λπ.). Η προηγούμενη προθεσμία έληξε στις 31 Ιουλίου 2014 και η παράτασή της κρίθηκε απαραίτητη, καθώς -παρά τις τροποποιήσεις από αρκετές μονάδες- εξακολούθησαν να παρατηρούνται περιπτώσεις αποκλίσεων, τόσο ως προς τις εγκαταστάσεις όσο και αναφορικά με τη συστέγαση συλλειτουργία των εγκαταστάσεων αυτών με οινοποιεία. Επίσης, το ζήτημα της επανογκομέτρησης των δοχείων συλλογής και των δεξαμενών αποθήκευσης (λόγω παρέλευσης δεκαετίας από την αρχική ογκομέτρηση) θα διευθετηθεί με σχετικές ρυθμίσεις. 16

Στρατηγική Επισκόπηση του Κλάδου Εγχώρια ποτοποιία: κατανάλωση παραγωγή - εξαγωγές Η κατανάλωση των εγχωρίως παραγόμενων οινοπνευματωδών ποτών στην ελληνική αγορά ακολουθεί την πτωτική πορεία που χαρακτηρίζει και τον τομέα των εισαγόμενων προϊόντων. Σύμφωνα με το Γενικό Χημείο του Κράτους, το 2013 καταναλώθηκαν συνολικά 57.371 εκατόλιτρα καθαρής αλκοόλης, ποσότητα χαμηλότερη κατά 7,1% (ή κατά 4.400 τόνους περίπου) σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Εξέλιξη κατανάλωσης εγχώριων αλκοολούχων ποτών (σε εκατόλιτρα): 2010-2013 2010 2011 2012 2013 % 13/12 Ούζο 46.435 47.961 34.854 33.283-4,5% Τσίπουρο 12.960 11.221 9.413 9.673 2,8% Λικέρ 3.054 2.765 2.584 3.063 18,5% Λοιπά αλκοολούχα 33.296 5.375 14.936 11.352-24,0% Σύνολο 95.745 67.322 61.787 57.371-7,1% Πηγή: ΓΧΚ Η κατανάλωση ούζου υποχώρησε περαιτέρω κατά 4,5%, στα 33.283 εκατόλιτρα, σημειώνοντας πάντως επιβράδυνση μετά την απότομη πτώση του 2012(-27%). Αντιθέτως, η αναλωθείσα ποσότητα τσίπουρου εμφάνισε άνοδο της τάξης του 2,8%, στα 6.673 εκατόλιτρα, μετά την πτωτική τάση των προηγούμενων ετών. Επίσης, στον τομέα του λικέρ σημειώθηκε αύξηση 18,5%, στα 3.063 εκατόλιτρα, ενώ τα υπόλοιπα αλκοολούχα ποτά(μπράντυ κ.λπ.) υπέστησαν τη μεγαλύτερη υποχώρηση με 24%, στα 11.352 εκατόλιτρα, τομεας από τον οποίο προήλθε εξάλλου κυρίως η μείωση της συνολικής αναλωθείας ποσότητας. 17

Στρατηγική Επισκόπηση του Κλάδου Βάσει των παραπάνω μεταβολών, το ούζο το 2013 αποτέλεσε το μεγαλύτερο μέρος της κατανάλωσης με 58% του συνόλου, έναντι 48,5% πριν από 3 χρόνια. Ακολούθως, το τσίπουροκατέλαβετο17%,τολικέρτο5,3%καιταυπόλοιπα ποτάτο20%τουόγκου. Ο όγκος κατανάλωσης σε σχέση με το 2010 εμφανίζει απώλειες 38.400 τόνων, ή κατά 40%. Η σημαντική αυτή υποχώρηση αποδίδεται στα διάφορα αλκοολούχα ποτά, τα οποία κατά την εξεταζόμενη περίοδο απώλεσαν τα 2/3 της κατανάλωσής τους. Στο ούζο και το τσίπουρο κατεγράφη μείωση 28,3% και 25,4% αντίστοιχα, ενώ η κατανάλωση λικέρ δεν εμφάνισε σημαντική διαφοροποίηση διαχρονικά. Εξέλιξη εγχώριας παραγωγής αλκοολούχων ποτών (σε εκατόλιτρα): 2010-2013 2010 2011 2012 2013 % 13/12 Ούζο 115.690 112.070 104.400 110.940 6,3% Τσίπουρο 14.260 11.220 9.840 9.740-1,0% Λικέρ, λοιπά αλκοολούζα (μπράντυ κ.ά.) 56.240 51.650 52.000 47.180-9,3% Σύνολο 186.190 174.940 166.240 167.860 1,0% Πηγή: ΓΧΚ Η δραστηριότητα της εγχώριας ποτοποιίας το 2013 εμφάνισε σημάδια σταθεροποίησης μετά την απότομη κάμψη των προηγούμενων ετών, με τη συνολική παραγωγή να αυξάνεται οριακά κατά 1% στα 167.860 εκατόλιτρα, υπό την ευνοϊκή επίδραση των εξαγωγών (εξάλλου, το μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής παραγωγής εξάγεται). Επομένως, οι εταιρείες του κλάδου -και κυρίως αυτές που παράγουν ούζο- μπόρεσαν να προστατευθούν το τελευταίο έτος από τη φθίνουσα εγχώρια κατανάλωση, επωφελούμενες από τη ζήτηση από το εξωτερικό. 18

Στρατηγική Επισκόπηση του Κλάδου Αναλυτικά, το τελευταίο έτος παρήχθησαν 110.940 εκατόλιτρα ούζου, ποσότητα αυξημένη κατά 6,3% από το 2012. Η άνοδος αυτή αντιστοιχούσε σε επιπλέον 6.540 εκατόλιτρα κατά τη διάρκεια της χρονιάς. Αντιθέτως, η παραγωγική δραστηριότητα στους άλλους τομείς της αγοράς υποχώρησε: ο όγκος παραγωγής τσίπουρου διαμορφώθηκε στα 9.740 εκατόλιτρα, έχοντας μειωθεί κατά 1%, ενώ στο λικέρ και τα υπόλοιπα αλκοολούχα ποτά η μείωση έφτασε το 9,3%, στα 47.180 εκατόλιτρα. Συγκρίνοντας όμως τη δραστηριότητα του τελευταίου έτους με το 2010, προκύπτει σωρευτική κάμψη 18.330 εκατόλιτρων, ποσότητα που μεταφράζεται σε πτώση της τάξης του 9,8%. Η μείωση αυτή προκλήθηκε σε μεγάλο βαθμό από τον τομέα του λικέρ και των λοιπών ποτών (απώλεια 9.000 εκατόλιτρων, ή -16%) και ακολούθως από το ούζο και το τσίπουρο(μείωση 4.750 και 4.520 εκατόλιτρων αντίστοιχα). Βάσει των ανωτέρω μεταβολών στους όγκους παραγωγής, το ούζο το τελευταίο έτος έφτασε να καταλαμβάνει το 66% του συνολικού όγκου της ελληνικής ποτοποιίας, ενισχύοντας το μερίδιό του από το 2010 (62%). Το τσίπουρο αποτέλεσε το 5,8%, «χάνοντας» δύο ποσοστιαίες μονάδες λόγω της σημαντικής υποχώρησής του, ενώ ισόποση κάμψη σημείωσε και το αντίστοιχο μερίδιο του λικέρ και άλλων ποτών(στο 28%). 19

Στρατηγική Επισκόπηση του Κλάδου Η μικρή τόνωση της παραγωγής το 2013 επιβεβαιώνεται και από το σχετικό δέίκτη βιομηχανικής παραγωγής που καταρτίζει η ΕΛΣΤΑΤ. Βάσει αυτού, το τελευταίο έτος σημειώθηκεήπιαάνοδος2,1%,ενώσεσχέσημετο2008,ότανκαιεκδηλώθηκεηύφεσητης οικονομίας, διαπιστώνεται σωρευτική υποχώρηση 18,3%. Έτσι, κατά τη διάρκεια της περιόδου 2008-2013 ο δείκτης εμφάνισε μέση υποχώρηση της τάξης του 4% το έτος. Επιπλέον, τη φετινή χρονιά φαίνεται να εντείνεται η τάση ανάκαμψης της αγοράς, καθώς το πρώτο 7μηνο του έτους σημειώθηκε περαιτέρω αύξηση 5,9% έναντι του αντίστοιχου διαστήματος του 2013. Εξέλιξη δείκτη βιομηχανικής παραγωγής: 2008-2013 και Ιαν.-Ιούλ. 2014 (έτος βάσης: 2010) Παραγωγή αλκοολούχων ποτών Μεταποίηση Μέση τιμή έτους Ετήσια μετ. (%) Μέση τιμή έτους Ετήσια μετ. (%) 2008 119,2 118,6 2009 100,5-15,7% 105,3-11,2% 2010 100,0-0,5% 100,0-5,0% 2011 96,7-3,3% 90,9-9,1% 2012 95,4-1,3% 87,7-3,5% 2013 97,4 2,1% 86,8-1,0% % 13/08-18,3% -26,8% ΜΕΡΜ -4,0% -6,1% Ιαν.-Ιούλ. 2013 98,1 88,4 Ιαν.-Ιούλ. 2014 103,9 5,9% 88,4 0,0% Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ 20

Στρατηγική Επισκόπηση του Κλάδου Οι εξαγωγές των ελληνικών οινοπνευματωδών ποτών το 2013 αυξήθηκαν κατά 4,7% στα 109.190 εκατόλιτρα, τροφοδοτώντας τη μικρή ανάκαμψη της παραγωγής. Η άνοδος αυτή προήλθε σε μεγάλο βαθμό από τον τομέα του ούζου, οι εξαγωγές του οποίου σημείωσαν αύξηση περίπου 4.500 εκατόλιτρων(+6,3%), στο ύψος των 75.942 εκατόλιτρων. Εξέλιξη εξαγωγών εγχώριων αλκοολούχων ποτών (σε εκατόλιτρα): 2010-2013 2010 2011 2012 2013 % 13/12 Ούζο 65.544 64.755 71.445 75.942 6,3% Τσίπουρο 250 339 254 437 72,0% Λικέρ 973 1.149 1.493 867-41,9% Λοιπά αλκοολούχα 10.278 40.913 31.135 31.944 2,6% Σύνολο 77.045 107.156 104.327 109.190 4,7% Πηγή: ΓΧΚ Ακολούθως, η εξαγωγική επίδοση των διαφόρων ποτών σχηματίστηκε στα 31.944 εκατόλιτρα, έχοντας ενισχυθεί κατά 2,6% από το 2012, ενώ οι εξαγωγές λικέρ και τσίπουρου διαμορφώθηκαν σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα(867 και 437 εκατόλιτρα αντίστοιχα). Οι εξαγωγές των ελληνικών ποτών την τελευταία τετραετία εμφάνισαν διακυμάνσεις: το 2011 σημείωσαν απότομη άνοδο λόγω των λοιπών προϊόντων, ξεπερνώντας τα 107.000 εκατόλιτρα και έκτοτε παρέμειναν σε αυτά τα επίπεδα με μικρές αυξομειώσεις. Έτσι, σε σχέση με το 2010 το τελευταίο έτος οι εξαγωγές ήταν υψηλότερες κατά 41,7% (ή κατά 32.145 εκατόλιτρα), με τον εξαγώμενο όγκο των λοιπών ποτών και του ούζου να αυξάνεται κατά 21.666 και 10.400 εκατόλιτρα αντίστοιχα. 21

Στρατηγική Επισκόπηση του Κλάδου Το ούζο αποτελεί διαχρονικά το κυριότερο εξαγόμενο προϊόν της ελληνικής ποτοποιίας, καταλαμβάνοντας το τελευταίο έτος σχεδόν το 70% του συνόλου. Το μερίδιό του σε σχέση με το 2010 κατέγραψε σημαντική υποχώρηση περίπου 15 εκατοστιαίων μονάδων λόγω της ανόδου της συμμετοχής των λοιπών ποτών από 13,3% σε 29,3% κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Το 65% του όγκου παραγωγής της ελληνικής ποτοποιίας εξάγεται σε αγορές του εξωτερικού. Το ποσοστό αυτό εμφανίζει σημαντική αύξηση σε σχέση με το 2010 (41,4%), λόγω της ανόδου των εξαγωγών στα λοιπά οινοπνευματώδη ποτά. Επιπλέον, το αντίστοιχο ποσοστό του ούζου το 2013 διαμορφώθηκε σε 68,5%, έναντι 56,7% πριν από 4 χρόνια,ενώ σε άλλες κατηγορίες οι επιδόσεις αυτές είναι αρκετά χαμηλότερες (π.χ. μόνο το 4,5% της παραγωγής τσίπουρου εξήχθη το τελευταίο έτος). Ποσοστό εξαγωγών ως προς την παραγωγή: 2010-2013 2010 2011 2012 2013 Ούζο 56,7% 57,8% 68,4% 68,5% Σύνολο 41,4% 61,3% 62,8% 65,0% Πηγή: ΓΧΚ Επεξεργασία στοιχείων: Infobank Hellastat 22

Στρατηγική Επισκόπηση του Κλάδου Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης Στα πλαίσια της δημοσιονομικής προσαρμογής της χώρας, ο Ε.Φ.Κ. που επιβάλλεται στα αλκοολούχα ποτά αυξήθηκε 4 φορές από το Φεβρουάριο του 2009 έως και το Μάιο του 2010, με στόχο την ενίσχυση των δημοσίων εσόδων. Έτσι, αναφορικά με τα εισαγόμενα ποτά, από τα 11,35 ανά λίτρο άνυδρου αλκοόλης αυξήθηκε συνολικά κατά 125%, έως τα 25,50, προκαλώντας σημαντικές αυξήσεις στις λιανικές τιμές όλων των κατηγοριών ποτών. Επιπλέον, ο Ε.Φ.Κ. στα ελληνικής παραγωγής αποστάγματα(ούζο, τσίπουρο κ.ά.) αντιστοιχεί στο ήμισυ του παραπάνω φόρου. Έτσι, πλέον διαμορφώνεται στα 12,75 ανά λίτρο, έναντι 5,67 ανά λίτρο πριν τις διαδοχικές αυξήσεις. Στο σημείο αυτό τα«βαριά» αλκοολούχα ποτά υστερούν της μπύρας, η οποία επιβαρύνεται με το ¼ του Ε.Φ.Κ. των αλκοολούχων( 6,5 ανά λίτρο), αλλά και του κρασιού, το οποίο δεν υπόκειται σε Ε.Φ.Κ. Ε.Φ.Κ. οινοπνευματωδών ποτών ( / λίτρο) Κατηγορία ποτού Ε.Φ.Κ. Αλκοολούχα (καθ. αλκοόλη) 25,50 Αλκοολούχα (40% vol) 10,20 Ούζο, τσίπουρο, τσικουδιά (καθ. αλκοόλη) 12,75 Ούζο, τσίπουρο, τσικουδιά (40% vol) 5,10 Τσίπουρο, τσικουδιά διήμερων (καθ. αλκοόλη) 1,33 Τσίπουρο, τσικουδιά διήμερων (40% vol) 0,59 Μπύρα (καθ. αλκοόλη) 6,50 Μπύρα (5% vol) 0,33 Οίνος 0,00 23

Στρατηγική Επισκόπηση του Κλάδου Επιπλέον, ο αντίστοιχος φόρος που επιβάλλεται στους διήμερους αποσταγματοποιούς έχει διατηρηθεί σταθερός σε πολύ χαμηλότερο επίπεδο(μόλις 1,33 το λίτρο). Μετά τις μεταβολές αυτές, οι φόροι έφτασαν να αποτελούν το 60-70% της λιανικής τιμής των οινοπνευματωδών ποτών, έναντι μόλις 45% το 2008. Η επίδραση της κλιμάκωσης της φορολογίας στα οινοπνευματώδη ποτά φαίνεται και από την απότομη αύξηση του αντίστοιχου δείκτη τιμών καταναλωτή, όταν και το Δεκέμβριο του 2010 σημειώθηκε άνοδος 30,23% σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του προηγούμενου έτους, ενώ έκτοτε προέκυψαν μικρές μειώσεις κάθε χρόνο. Έτσι, αν και τα προϊόντα του κλάδου αποτελούν μόνο το 20% περίπου της συνολικής κατανάλωσης (πάνω από το 50% καταλαμβάνεται από το κρασί), ποσοστό με φθίνουσα πορεία λόγω της υψηλής φορολόγησης, εν τούτοις έχουν φτάσει να αποφέρουν σχεδόν τα 3/4 των δημοσίων εσόδων από τον Ε.Φ.Κ.(το υπόλοιπο προέρχεται από τη μπύρα). Πλέον, η Ελλάδα αποτελεί μια από τις ακριβότερες χώρες αναφορικά με τα αλκοολούχα ποτά στην Ε.Ε., καθώς διαθέτει τον 5 ο υψηλότερο Ε.Φ.Κ. μεταξύ των 27 κρατών-μελών. Η χώρα μας υπερέχει αρκετά του ευρωπαϊκού μέσου όρου των 1.810 ανά εκατόλιτρο κατά 740, υπολειπόμενη μόνο από Σουηδία, Φινλανδία, Ιρλανδία και Ηνωμένο Βασίλειο. 24

Στρατηγική Επισκόπηση του Κλάδου Σημειώνεται ότι η χώρα μας κατέχει μετά την Τουρκία ( 4.334 ανά λίτρο)- τον υψηλότερο φόρο σε σχέση με ανταγωνίστριες τουριστικές χώρες της Μεσογείου: ο Ε.Φ.Κ. στη Γαλλία διαμορφώνεται σε 1.719 ανά λίτρο, στη Μάλτα σε 1.350, στην Πορτογαλία σε 1.252, στην Κύπρο σε 957, στην Ιταλία σε 942, στην Ισπανία σε 913, ενώ στη Βουλγαρία σε μόλις 562 (δηλαδή στο 22% του ελληνικού Ε.Φ.Κ.). Οι αποκλίσεις αυτές υποβαθμιζουν την ανταγωνιστικότητα του ελληνικού τουρισμού στο χώρο της Ανατολικής Μεσογείου, ενώ οδηγούν σε διασυνοριακό εμπόριο με τη Βουλγαρία λόγω του πολύ χαμηλότερου Ε.Φ.Κ. στη χώρα αυτή. 25

Στρατηγική Επισκόπηση του Κλάδου Η άνοδος των φορολογικών συντελεστών εν τέλει επέφερε το αντίθετο από το επιδειωκόμενο αποτέλεσμα, μειώνοντας τη συμμετοχή του κλάδου στα δημόσια έσοδα. Το 2011 τα έσοδα του κράτους από τον ΕΦΚ στα αλκοολούχα ποτά διαμορφώθηκαν σε 349 εκ., μειωμένα οριακά από το προηγούμενο έτος, ενώ το 2012 η πτώση εντάθηκε σε 15,2%, στα 296 εκ. 26

Στρατηγική Επισκόπηση του Κλάδου Έρευνα Οικογενειακών Προϋπολογισμών Οι Έρευνες Οικογενειακών Προϋπολογισμών της ΕΛΣΤΑΤ παρέχουν μια ένδειξη της μετατόπισης των καταναλωτικών προτιμήσεων από τα αποστάγματα στο κρασί και τη μπύρα. Σύμφωνα με την τελευταία Έρευνα για το 2013, η συνολική μέση μηνιαία δαπάνη για το ελληνικό νοικοκυριό για αγορά οινοπνευματωδών ποτών διαμορφώθηκε σε 17,55, μειωμένηκατά3,4% σεσχέσημετο2012. Μέση μηνιαία δαπάνη για αγορά οινοπνευματωδών ποτών (σε ): 2010-2013 2010 2011 2012 2013 % 13/12 %13/10 Αποστάγματα 7,38 8,20 8,00 6,97-12,9% -5,6% Ουίσκι 3,37 3,64 3,61 2,94-18,6% -12,8% Ούζο 1,08 1,11 1,08 0,90-16,7% -16,7% Λοιπά οινοπνευματώδη ποτά 2,93 3,45 3,31 3,13-5,4% 6,8% Κρασί 4,99 5,35 5,97 6,34 6,2% 27,1% Μπύρα 3,93 4,29 4,20 4,24 1,0% 7,9% Μέση δαπάνη 16,30 17,84 18,17 17,55-3,4% 7,7% Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ Η επιμέρους δαπάνη για τον τομέα των αποσταγμάτων ήταν 6,97, έχοντας υποχωρήσει κατά 13% από το προηγούμενο έτος. Τα έξοδα για τις επιμέρους κατηγορίες ποτών σχηματίστηκαν σε 2,94 για το ουίσκι (-18,6%), 0,90 για το ούζο (-16,7%) και 3,13 για τα υπόλοιπα αποστάγματα(-5,4%). Αντιθέτως, το τελευταίο έτος η δαπάνη για κρασί αυξήθηκε κατά 6,2%, στα 6,34, ενώ για μπύρα κατά 1%, στα 4,24. Διαχρονικά, παρατηρείται υποχώρηση της μέσης μηνιαίας δαπάνης για αποστάγματα (από 7,38 το 2010 σε 6,97 το 2013, μείωση 5,6%), ενώ στο κρασί παρατηρείται σημαντική αύξηση 27% κατά την εν λόγω περίοδο, ενώ στην μπύρα η άνοδος ήταν περίπου 8%. Όπως προαναφέρθηκε, οι δύο τελευταίες κατηγορίες επωφελήθηκαν από την κλιμάκωση της φορολόγησης στα«βαριά» αλκοολούχα ποτά. Επομένως, το τελευταίο έτος οι δαπάνες για την κατανάλωση αποσταγμάτων αποτέλεσαν το 39,7% του συνόλου των εξόδων, έναντι 45,3% το 2010. Αντιθέτως, το αντίστοιχο μερίδιο του κρασιού ενισχύθηκε από 30,6% σε 36%, ενώ της μπύρας παρέμεινε σταθερό στο 24,2%. 27

Στρατηγική Επισκόπηση του Κλάδου Επίσης, η δαπάνη ήταν μεγαλύτερη στα αστικά κέντρα, καθώς το 2013 διατέθηκαν κάθε μήνα 18,68, έναντι 13,31 στις αγροτικές περιοχές της χώρας. Το ούζο αποτέλεσε τη μοναδική κατηγορία στην οποία η δαπάνη ήταν υψηλότερη στις αγροτικές σε σχέση με τις αστικές περιοχές. Διάρθρωση μέσης μηνιαίας δαπάνης για ανορά οινοπνευματωδών ποτών ανά κατηγορία: 2010 και 2013 Μερίδιο 2013 Μερίδιο 2013 Αποστάγματα 45,3% 39,7% Ουίσκι 20,7% 16,8% Ούζο 6,6% 5,1% Λοιπά οινοπνευματώδη ποτά 18,0% 17,8% Κρασί 30,6% 36,1% Μπύρα 24,1% 24,2% Μέση δαπάνη 100,0% 100,0% Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ Μέση μηνιαία δαπάνη για αγορά οινοπνευματωδών ποτών κατά αστικές και αγροτικές περιοχές (σε ): 2013 Όλες οι περιοχές Αστικές περιοχές Αγροτικές περιοχές Αποστάγματα 6,97 7,33 5,63 Ουίσκι 2,94 3,18 2,03 Ούζο 0,90 0,80 1,29 Λοιπά οινοπνευματώδη ποτά 3,13 3,35 2,31 Κρασί 6,34 6,86 4,38 Μπύρα 4,24 4,49 3,30 Μέση δαπάνη 17,55 18,68 13,31 Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ 28

Στρατηγική Επισκόπηση του Κλάδου Προβλήματα -μειονεκτήματα Η οικονομική ύφεση και ο περιορισμός του διαθέσιμου εισοδήματος των καταναλωτών έχουν μειώσει σημαντικά την κατανάλωση των περισσότερων αλκοολούχων ποτών, τόσο των εγχωρίως παραγόμενων όσο και των εισαγόμενων, εφόσον δεν θεωρούνται αγαθά πρώτης ανάγκης. Άμεση συνέπεια αποτέλεσε η σημαντική υποχώρηση της παραγωγικής δραστηριότητας της ελληνικής ποτοποιίας έως και το 2012, ενώ το 2013 σημειώθηκε οριακή ανάκαμψη. Η πτώση της αγοράς εντάθηκε και από τις ανοδικές τιμές των προϊόντων λόγω των διαδοχικών αυξήσεων στον Ε.Φ.Κ. που επιβάλλεται στα αλκοολούχα ποτά, γεγονός που δημιουργεί στρεβλώσεις, μειώνει την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής παραγωγής και οδηγεί σε διασυνοριακές εισαγωγές ποτών από χώρες με χαμηλότερους φορολογικούς συντελεστές, είτε νόμιμες είτε παράνομες. Πλέον, η Ελλάδα διαθέτει έναν από τους υψηλότερους Ε.Φ.Κ. σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Αρνητική επίπτωση της υπερφορολόγησης αποτελεί η κλιμάκωση του λαθρεμπορίου και της νοθείας, πρακτικές που ενθαρρύνονται από τους ανεπαρκείς τελωνειακούς ελέγχους, καθώς και η φοροδιαφυγή. Έτσι, το κράτος υπόκειται σε απώλεια εσόδων 300 εκ. ετησίως. Διαφυγόντα έσοδα προκύπτουν και από τη μη καταβολή του Φ.Π.Α. από μεγάλο τμήμα της αγοράς. Η νοθεία αφορά κυρίως στην επιτόπια κατανάλωση ποτών σε χώρους διασκέδασης, όπου επιδιώκεται η μείωση των εξόδων, καθώς τόσο τα νοθευμένα, όσο και τα εισαγόμενα ποτά χαμηλής ποιότητας έχουν αισθητά χαμηλότερο κόστος απόκτησης. Οι παραπάνω συνθήκες έχουν μειώσει διαχρονικά το μερίδιο των αλκοολούχων ποτών στο γενικότερο σύνολο των οινοπνευματωδών ποτών εις βάρος φθηνότερων επιλογών, όπως η μπύρα, στην οποία επιβάλλεται χαμηλότερος Ε.Φ.Κ., και το κρασί, όπου δεν επιβάλλεται Ε.Φ.Κ. 29

Στρατηγική Επισκόπηση του Κλάδου Η περαιτέρω υποχώρηση της αγοράς και η διατήρηση των φορολογικών συντελεστών σε υψηλό επίπεδο θα οδηγήσουν σε κλείσιμο πολλών επιχειρήσεων της ευρύτερης αγοράς των αλκοολούχων ποτών (παραγωγοί, εισαγωγείς, χονδρέμποροι), απώλεια χιλιάδων θέσεων εργασίας και περαιτέρω απώλεια κρατικών εσόδων. Σε ορισμένους παραγωγικούς τομείς, όπως στο τσίπουρο και στην τσικουδιά, παρατηρείται το φαινόμενο διακίνησης μεγάλων χύμα αφορολόγητων ποσοτήτων(πέραν των δηλωθεισών ποσοτήτων) από ιδιώτες διήμερους- παραγωγούς. Μάλιστα, η παραγωγή των τελευταίων ανέρχεται σε υπερδιπλάσια επίπεδα σε σχέση με την αντίστοιχη ποσότητα των οργανωμένων αποσταγματοποιείων. Η παραγωγική διαδικασία των χύμα προϊόντων δεν ελέγχεται λόγω του μεγάλου πλήθους των παραγωγών και του δυσπρόσιτου των περιοχών. Το γεγονός αυτό συνεπάγεται αθέμιτο ανταγωνισμό για τα εμφιαλωμένα προϊόντα, απώλεια κρατικών εσόδων και πιθανές επικίνδυνες συνέπειες για την υγεία των καταναλωτών. Παράλληλα, το διαφορετικό καθεστώς φορολόγησής τους γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης και αθέμιτου ανταγωνισμού, καθώς αποκομίζουν σημαντικά κέρδη λόγω της διαφοράς του φόρου κατανάλωσης (ο Ε.Φ.Κ. είναι 25,50 ευρώ ανά λίτρο και μόλις 0,59 ανά λίτρο για τους διήμερους). Η υποχρέωση απόδοσης υψηλού Ε.Φ.Κ. στα αλκοολούχα ποτά δημιουργεί δυσκολίες βέλτιστης διαχείρισης ταμειακών ροών. Εξάλλου, η είσπραξη των απαιτήσεων είναι πολύ πιο βραδεία από την απόδοση του Ε.Φ.Κ. Από το 2009 και έπειτα, οπότε και εντάθηκε η οικονομική κρίση, πολλές εμπορικές εταιρείες αντιμετωπίζουν προβλήματα ρευστότητας και καθυστερούν την εξόφληση των προμηθευτών τους(ποτοποιών και των εισαγωγέων) έως και ένα έτος. Οι εξαγωγές ούζου πραγματοποιούνται σε χαμηλές τιμές, με συνέπεια να προκαλείται αρνητική εικόνα καθώς είναι εύλογο το ελληνικό προϊόν να ταυτιστεί, εσφαλμένα, με χαμηλή ποιότητα. 30

Στρατηγική Επισκόπηση του Κλάδου Η κατανάλωση ούζου παρουσιάζει εποχικότητα κατά την περίοδο από Απρίλιο έως Οκτώβριο οπότε πραγματοποιούνται οι υψηλότερες πωλήσεις. Το χαρακτηριστικό αυτό συνεπάγεται επιπλέον απαιτήσεις ρευστότητας για τις παραγωγικές εταιρείες του κλάδου. Ο κλάδος χαρακτηρίζεται από έλλειψη επιχειρηματικών γνώσεων, καθώς η πλειοψηφία των παραγωγικών επιχειρήσεων είναι οικογενειακές μονάδες. Εξάλλου η τεχνολογική διείσδυση στις μικρομεσαίες εταιρείες είναι ιδιαίτερα περιορισμένη, καθώς η παραγωγή διενεργείται κατά κόρον με παραδοσιακές μεθόδους. Υπάρχουν ωστόσο σημαντικά περιθώρια εισαγωγής τεχνολογίας όσον αφορά τη συσκευασία, τη διαχείριση αποθεμάτων και γενικότερα την εφοδιαστική αλυσίδα. Πολλές παραγωγικές εταιρείες οινοπνευματωδών ποτών εδρεύουν σε απομακρυσμένες (κυρίως νησιωτικές) περιοχές της χώρας, αντιμετωπίζοντας έτσι επιπλέον κόστη που συνδέονται τόσο με τη μεταφορά των εμπορευμάτων τους, όσο και με αστάθμητους παράγοντες, όπως κακές καιρικές συνθήκες και απαγόρευση απόπλου, με συνέπεια να δυσχεραίνεται η λειτουργία τους. 31

Στρατηγική Επισκόπηση του Κλάδου Προοπτικές Ο κλάδος τίθεται υπέρ της σταδιακής μείωσης του Ε.Φ.Κ. στα οινοπνευματώδη ποτά, καθώς η υψηλή φορολόγηση έχει περιορίσει σημαντικά η κατανάλωση. Ο περιορισμός της φορολόγησης αναμένεται να ακολουθηθεί από υποχώρηση των τιμών στην «κρύα» και στη «ζεστή» αγορά, με αποτέλεσμα να αναχαιτιστεί η κάμψη των πωλήσεων του κλάδου. Παράλληλα, προσδοκάται ότι οι προοπτικές βιωσιμότητας πολλών παραγωγικών και εμπορικών επιχειρήσεων θα βελτιωθούν, ενώ τα δημόσια έσοδα θα ενισχυθούν σε σύγκριση με τη διατήρηση του Ε.Φ.Κ. στο τωρινό επίπεδο. Ακόμα, ζητείται η εντατικοποίηση των ελέγχων στα σύνορα και στην εγχώρια αγορά και ο συντονισμός ελεγκτικών μηχανισμών που υπολειτουργούν λόγω της γραφειοκρατίας, ώστε να περιοριστεί το μέγεθος του λαθρεμπορίου και της νοθείας που πλήττει τον κλάδο, αλλά και η παράνομη εμπορία τσίπουρου από τους διήμερους παραγωγούς. Για το τσίπουρο υφίσταται συζήτηση σχετικά με την ανάγκη εκσυγχρονισμού του νομικού πλαισίου, το οποίο επιτρέπει την ανεξέλεγκτη διακίνηση αφορολόγητων ποσοτήτων, ενώ είναι περιοριστικό ως προς τους όρους παραγωγής. Αναλυτικά, προκειμένου να αποφευχθούν τα προβλήματα που προκαλούνται από τη διακίνηση χύμα ποσοτήτων από διήμερους παραγωγούς, ο ΣΕΑΟΠ προτείνει: τη νομοθετική θέσπιση παραγωγής τσίπουρου μόνο από αμπελουργούς, την πλήρη απαγόρευση της δυνατότητας διάθεσης χύμα αποσταγμάτων και την υποχρεωτική εμφιάλωση των ποτών στις επιτρεπόμενες γυάλινες προσυσκευασίες ώστε να είναι δυνατή η ιχνηλασιμότητα, εφαρμογή χαμηλού συντελεστή Ε.Φ.Κ. στο 50% του εθνικού γενικού συντελεστή, ποσοτικό περιορισμό της παραγωγής έως 10 εκατόλιτρα αιθυλικής αλκοόλης, δυνατότητα περιορισμένης απόσταξης αποκλειστικά για οικογενειακή κατανάλωση και απαγόρευση εμπορίας των προϊόντων των διήμερων σε καταστήματα και στην επιτόπια κατανάλωση. Σε αντίθετη περίπτωση, ο παραγωγός θα πρέπει να πληροί τις νόμιμες προϋποθέσεις, όπως κατοχή άδειας ποτοποιού - αποσταγματοποιού και έναρξη ασκήσεως επαγγέλματος στην εφορία. 32

Στρατηγική Επισκόπηση του Κλάδου Θετικές προοπτικές προκύπτουν από τη στροφή μερίδας των καταναλωτών στα εγχώρια παραδοσιακά ποτά, όπως το τσίπουρο, η τυποποίηση του οποίου ενισχύεται, και τα ηδύποτα λικέρ(μαστίχα Χίου, κίτρο Νάξου κ.ά.). Τα τελευταία βρίσκονται σε αρχικό στάδιο και προσφάτως έχουν ξεκινήσει να παράγονται και να καταναλώνονται πιο εντατικά. Τα μερίδιά τους στη συνολική αγορά είναι προς το παρόν αμελητέα, αλλά εκτιμάται ότι θα ενισχυθούν σημαντικά στα επόμενα έτη, αποσπώντας μερίδια από άλλα ποτά. Ακόμα, απαιτείται υιοθέτηση οργανωμένης ενιαίας στρατηγικής προβολής των ελληνικών παραδοσιακών προϊόντων στο εξωτερικό, προκειμένου να βελτιωθεί η εικόνα τους και η διείσδυσή τους. Άμεσο όφελος, εκτός από τους παραγωγούς, θα έχουν και οι χονδρέμποροι που θα αναλάβουν την εξαγωγή της ελληνικής παραγωγής(κυρίως στον τομέα του ούζου). Σύμφωνα με εκτιμήσεις της αγοράς, τα τελευταία έτη έχει ενισχυθεί το φαινόμενο του παράλληλου εμπορίου, δηλαδή της εισαγωγής από χονδρεμπόρους οινοπνευματωδών ποτών με στόχο την εκμετάλλευση των χαμηλότερων τιμών που ενδεχομένως υφίστανται στις ξένες αγορές, παρακάμπτοντας τις μεγάλες εταιρείες διανομής. Επισημαίνεται ότι η συγκεκριμένη πρακτική δεν απαγορεύεται στην Ε.Ε., καθότι ισχύει η «αρχή της ανάλωσης των δικαιωμάτων με την πρώτη εθελούσια πώληση του προϊόντος μέσα στην Ε.Ε.». Ο κλάδος έχει ανάγκη από ενέργειες αναδιάρθρωσης και εκσυγχρονισμού των επιχειρηματικών πρακτικών και των υποδομών παραγωγής, καθώς οι περισσότερες επιχειρήσεις εμφανίζουν τεχνολογική υστέρηση και συνεπώς περιορισμένους όγκους παραγωγής. 33

Ανάλυση Κινδύνου 1. Επίπεδο Κινδύνου O κλάδος της παραγωγής & χονδρικής εμπορίας αλκοολούχων ποτών χαρακτηρίζεται ως κλάδος Υψηλού Πιστωτικού Κινδύνου, με τον κίνδυνο να είναι σταθερός σε σχέση με το 2013. Με βάση την κλίμακα κινδύνου, ο κλάδος βρίσκεται σε καλύτερη θέση συγκριτικά με το σύνολο των επιχειρήσεων καθώς τοποθετείται λίγο πάνω από το μέσο της κατηγορίας Υψηλού Κινδύνου (πορτοκαλί περιοχή), ενώ αντίθετα το σύνολο των επιχειρήσεων βρίσκονται στο κάτω άκρο του Πολύ Υψηλού Κινδύνου (κόκκινη περιοχή). 2. Μεταβολή Αξιολογήσεων(2013 vs. 2014) Σταθερές Αξιολογήσεις: Αναβαθμίσεις: Υποβαθμίσεις: Αναλογία Αναβαθμίσεων / Υποβαθμίσεων: Παραγωγή & χονδρικό εμπόριο αλκοολούχων ποτών 71,33% 19,33% 9,33% 2,07 Σύνολο Επιχειρήσεων 69,85% 18,20% 11,95% 1,52 Από το σύνολο των εταιρειών που αξιολογήθηκαν παρατηρούμε ότι, σε σχέση με το προηγούμενο έτος, το 71,3% των εταιρειών του κλάδου παρέμειναν στην ίδια κατηγορία κινδύνου, ενώ το 19,3% βελτίωσε την αξιολόγησή του παρουσιάζοντας χαμηλότερο πιστωτικό κίνδυνο. Τα αντίστοιχα ποσοστά για το σύνολο των επιχειρήσεων είναι 69,9% και 18,2%. Το 9,3% των εταιρειών του κλάδου υποβαθμίστηκε (μετακινήθηκε σε μεγαλύτερη κατηγορία πιστωτικού κινδύνου), διαμορφώνοντας την αναλογία Αναβαθμίσεων / Υποβαθμίσεων στο 2,1, δείκτης υψηλότερος σε σχέση με το σύνολο των επιχειρήσεων(1,5). 34

Ανάλυση Κινδύνου 3. Κατηγορίες Κινδύνου Κατηγορίες Κινδύνου 25% 40% 30% 5% 2% 5% Παραγωγή & χονδρικό Σύνολο Επιχειρήσεων 39% 33% 21% 5. Πολύ υψηλός Κίνδυνος 4. Υψηλός Κίνδυνος 3. Μέσος Κίνδυνος 2. Χαμηλός Κίνδυνος 1. Πολύ χαμηλός Κίνδυνος Στο παραπάνω γράφημα παρουσιάζεται η κατανομή των επιχειρήσεων του κλάδου αλλά και του συνόλου των επιχειρήσεων στις 5 κατηγορίες κινδύνου. Από την κατανομή συμπεραίνουμε ότι ο κλάδος έχει μικρότερο ποσοστό επιχειρήσεων που βρίσκονται στην κατηγορία Πολύ Υψηλού Κινδύνου σε σχέση με το σύνολο(25% έναντι 39%). Αντιθέτως, εμφανίζει μεγαλύτερα ποσοστά στις κατηγορίες Υψηλού και Μέσου Κινδύνου έναντι του συνόλου (αθροιστικά 70% έναντι 54%). Κατηγορίες Κινδύνου ανά Περιοχή 23% 26% 5. Πολύ υψηλός Κίνδυνος 51% 23% 2% Αττική 35% 33% 7% Υπόλοιπη Ελλάδα 4. Υψηλός Κίνδυνος 3. Μέσος Κίνδυνος 2. Χαμηλός Κίνδυνος 1. Πολύ χαμηλός Κίνδυνος Οι επιχειρήσεις Υψηλού Κινδύνου αποτελούν την πλειοψηφία των εταιρειών του κλάδου τόσο στην Αττική (51% του συνόλου), όσο και στις υπόλοιπες περιοχές της χώρας (35%, οριακά υψηλότερο ποσοστό), όπου εδρεύουν και οι περισσότερες από αυτές. 35

Ανάλυση Κινδύνου 4. Πίνακες Μετακίνησης Πίνακας Μετακίνησης - Παραγωγή & χονδρικό Υφιστάμενο Επίπεδο Κινδύνου (2014) Προηγούμενο Επίπεδο Κινδύνου 1. Πολύ χαμηλός 2. Χαμηλός 3. Μέσο 4. Υψηλός 5. Πολύ Υψηλός (2013) κίνδυνος Κίνδυνος Επίπεδο Κινδύνος Κίνδυνος 1. Πολύ χαμηλός κίνδυνος 0,00% 0,00% 0,00% 0,00% 0,00% 2. Χαμηλός Κίνδυνος 0,00% 66,67% 22,22% 11,11% 0,00% 3. Μέσο Επίπεδο 0,00% 5,71% 71,43% 22,86% 0,00% 4. Υψηλός Κινδύνος 0,00% 0,00% 27,87% 67,21% 4,92% 5. Πολύ Υψηλός Κίνδυνος 0,00% 0,00% 2,22% 20,00% 77,78% Πίνακας Μετακίνησης -Σύνολο Επιχειρήσεων Υφιστάμενο Επίπεδο Κινδύνου (2014) Προηγούμενο Επίπεδο Κινδύνου 1. Πολύ χαμηλός 2. Χαμηλός 3. Μέσο 4. Υψηλός 5. Πολύ Υψηλός (2013) κίνδυνος Κίνδυνος Επίπεδο Κινδύνος Κίνδυνος 1. Πολύ χαμηλός κίνδυνος 61,08% 28,65% 7,03% 3,24% 0,00% 2. Χαμηλός Κίνδυνος 13,48% 48,90% 31,19% 6,11% 0,31% 3. Μέσο Επίπεδο 1,11% 11,66% 62,21% 22,23% 2,78% 4. Υψηλός Κινδύνος 0,13% 0,99% 19,87% 63,91% 15,10% 5. Πολύ Υψηλός Κίνδυνος 0,00% 0,08% 2,12% 17,26% 80,54% Στους παραπάνω πίνακες παρουσιάζονται οι μετακινήσεις των επιχειρήσεων στις κατηγορίες κινδύνου συγκριτικά με το 2013. Τα στατιστικά της ενότητας 2(Μεταβολή Αξιολογήσεων 2013 vs. 2014) υπολογίζονται από τους παραπάνω πίνακες. Στη διαγώνιο εμφανίζονται τα ποσοστά των επιχειρήσεων που παρέμειναν στην ίδια κατηγορία. Οι υποβαθμίσεις είναι πάνω από τη διαγώνιο (κόκκινη περιοχή) και οι αναβαθμίσεις κάτω από τη διαγώνιο (πράσινη περιοχή). Ενδεικτικά αναφέρεται πως για τον κλάδο του παραγωγής και χονδρικής εμπορίας αλκοολούχων ποτών το 67,2% των εταιρειών με Υψηλό Κίνδυνο το 2013 παρέμειναν στην ίδια κατηγορία το 2014, το 4,9% υποβαθμίστηκε και χαρακτηρίζεται πλέον ως Πολύ Υψηλού Κινδύνου και το 27,9% αναβαθμίστηκε σε χαμηλότερη κατηγορία(μέσος Κίνδυνος). 36