όγκος (ο) (Ουσιαστικό, Ο14 ) (ό-γκος) [αρχ. γκος]



Σχετικά έγγραφα
Το κυνηγί της φώκιας νέο index Το κυνήγι της φώκιας...2 Λεξιλόγιο...2 Ερωτήσεις...4 Κείμενο...5 Το κυνήγι της φώκιας...5

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ Π Ρ Ω Τ Η Σ Ε Ι Ρ Α Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν

Κατανόηση προφορικού λόγου

ΣΥΝΘΕΤΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΕΙΚΟΝΩΝ

Το ένα στα δέκα Ελληνόπουλα είναι παχύσαρκο! Το ένα στα δύο δε συνηθίζει να τρώει πρωινό

Το καράβι της Κερύνειας

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ ΔΕΥΤΕΡΗ ΣΕΙΡΑ Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν 02

Το μεγαλύτερο μέρος της γης αποτελείται από νερό. Το 97,2% του νερού αυτού

Χάρτινη αγκαλιά. Σχολή Ι.Μ.Παναγιωτόπουλου, Β Γυμνασίου

Δουλεύει, τοποθετώντας τούβλα το ένα πάνω στο άλλο.

Διαγνωστικό Δοκίμιο. Όνομα: Ημερομηνία: Η εβδομάδα του κυρίου Νικολάου

Αριστοτέλη "Ηθικά Νικομάχεια" μετάφραση ενοτήτων 1-10 Κυριακή, 09 Δεκέμβριος :23 - Τελευταία Ενημέρωση Δευτέρα, 16 Σεπτέμβριος :21

e-seminars Συνεργάζομαι 1 Προσωπική Βελτίωση Seminars & Consulting, Παναγιώτης Γ. Ρεγκούκος, Σύμβουλος Επιχειρήσεων Εισηγητής Ειδικών Σεμιναρίων

The G C School of Careers

ΤΟ ΚΑΤΑΠΛΗΚΤΙΚΟ ΜΑΣ ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ ΤΩΝ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ ΜΙΑ ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΗ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ

Διάστημα. Βάλε στη σωστή απάντηση (μία κάθε φορά). Για να κάνει η Γη μια πλήρη περιστροφή γύρω από τον Ήλιο, χρειάζεται:

ΕΠΙΠΕΔΟ 3-4 ( )

Τάξη: Γ. Τμήμα: 2ο. Υπεύθυνη τμήματος : ΑΝΕΣΤΗ ΑΣΗΜΙΝΑ. Εκθέσεις μαθητών.. ΜΑΘΗΤΗΣ: ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΟΠΟΥΛΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ.

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

ΤΑΞΗ Γ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ από τη δασκάλα Στέλλα Σάββα Παττίδου

Το αντικείμενο [τα βασικά]

Ρένα Ρώσση-Ζαΐρη: Στόχος μου είναι να πείσω τους αναγνώστες μου να μην σκοτώσουν το μικρό παιδί που έχουν μέσα τους 11 May 2018

Το θέμα με το οποίο επιλέξαμε να ασχοληθούμε κατά τη φετινή χρονιά είναι: «Ενέργεια Τρόποι εξοικονόμησής της».

Χρήστος Μαναριώτης Σχολικός Σύμβουλος 4 ης Περιφέρειας Ν. Αχαϊας Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΣΚΕΦΤΟΜΑΙ ΚΑΙ ΓΡΑΦΩ ΣΤΗΝ Α ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ

ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Α ομάδα. Αφού επιλέξεις τρία από τα παραπάνω αποσπάσματα που σε άγγιξαν περισσότερο, να καταγράψεις τις δικές σου σκέψεις.

Ένα γόνιμο μέλλον. στο παρόν και πνευματικές ιδιότητες που εκδηλώνουν οι Έλληνες όταν κάνουν τα καλά τους έργα

ΔΙΑΤΗΡΗΤΕΕΣ ΟΙΚΟΔΟΜΕΣ: ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΣΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ, ΟΡΑΜΑ ΣΤΟ ΜΕΛΛΟΝ. που γέννησες και ανάθρεψες τους γονείς και τους παππούδες μας.

Παγκύπριο Κίνημα Εδονόπουλων 3

6. '' Καταλαβαίνεις οτι κάτι έχει αξία, όταν το έχεις στερηθεί και το αναζητάς. ''

Συγγραφή: Αλεξίου Θωμαή ΕΠΙΠΕΔΟ: A1 ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ - ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ ΓΡΑΠΤΟΥ ΛΟΓΟΥ. ΑΠΟ:

ΜΑΘΗΤΕΣ Δ1 7 ου Δ.Σ. ΛΑΜΙΑΣ

Kangourou Greek Competition 2014

Aνοίγει η αυλαία. Βρες λέξεις που να ανήκουν στην ίδια οικογένεια με τις λέξεις που βρίσκονται στα αστεράκια.

γεφύρια, τα οποία φέρνουν στην μνήμη από την χώρα καταγωγής τους, βρίσκοντας κοινούς τόπους στην διαπραγμάτευση του θέματος.

Μαθηματικά: Αριθμητική και Άλγεβρα. Μάθημα 11 ο, Τμήμα Α. Γεωμετρία

Διαφέρω αλλά... σε ενδιαφέρω!

Ενδεικτικές δοκιμασίες για την εισαγωγή στα Πρότυπα Γυμνάσια Εισαγωγικό σημείωμα

Εισαγωγή. Παλλήνη, 6 Οκτωβρίου 2014 Οι μαθητές και οι μαθήτριες της Ελληνογερμανικής Αγωγής

Σπίτι μας είναι η γη

Μπορεί να έχετε ακούσει ότι το Φενγκ Σούι αποτελείται από δύο Κινέζικους χαρακτήρες, Feng 風 (Άνεμος) και Shui 水 (Νερό). Τι σημαίνουν λοιπόν;

Σπίτι μου, σπιτάκι μου, κάτσε να σου μετρήσω το οικολογικό σου αποτύπωμα!

Βιωματικό εργαστήριο ασκήσεων επαγγελματικής συμβουλευτικής με τη χρήση των αρχών της Θετικής Ψυχολογίας

ΜΠΑ Μ! Μ Π Α Μ! Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για όλους.

Να διαβάσεις με προσοχή το κείμενο και να κάνεις όλες τις εργασίες που ακολουθούν.

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΜΕΣΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΡΑΤΙΚΑ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΑ ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗΣ

Φωνή: Θανούλη! Φανούλη! Μαριάννα! Φανούλης: Μας φωνάζει η μαμά! Ερχόμαστε!

ναδίρ (το) (Ουσιαστικό, άκλ.) (να-δίρ) [λόγ. < γαλλ. nadir]

ΓΙΑ ΠΑΙΔΙΑ 8-12 ΕΤΩΝ Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Γ Ρ Α Π Τ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ Π Ρ Ω Τ Η Σ Ε Ι Ρ Α

Σε μια εποχή που όλα αλλάζουν, διαφοροποιούνται, αλλοιώνονται μέσα στα πλαίσια της παγκοσμιοποίησης, όπου οι τοπικές κοινωνίες τείνουν να χάσουν τα

ΤΑ ΜΠΑΛΟΝΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ

Eκπαιδευτικό υλικό. Για το βιβλίο της Κατερίνας Ζωντανού. Σημαία στον ορίζοντα

The G C School of Careers

Η ιστορία του χωριού μου μέσα από φωτογραφίες

A READER LIVES A THOUSAND LIVES BEFORE HE DIES.

1 η ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΔΟΚΙΜΑΣΙΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ ΜΑΘΗΤΩΝ ΣΤΑ ΠΡΟΤΥΠΑ ΓΥΜΝΑΣΙΑ 2015 ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ

ΑΓΑΠΩ ΤΟΥΣ ΗΡΩΕΣ Οι 300 του. Λεωνίδα. και οι επτακόσιοι Θεσπιείς. Κείμενα: Αναστασία Δ. Μακρή Εικόνες: Μιχάλης Λουκιανός

ΤΟ ΑΘΗΝΑΪΚΟ ΝΑΥΤΙΚΟ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ 2018 ΤΑΞΗ : Α ΤΜΗΜΑ : 2 ΥΠΕΥΘΥΝΗ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ : ΒΑΣΙΛΙΚΟΥ ΕΛΕΝΗ

Πένυ Παπαδάκη: «Οι άνθρωποι που αγαπούν το βιβλίο δεν επηρεάζονται από την κρίση» ΘΑΝΑΣΗΣ ΞΑΝΘΟΣ 15 ΙΟΥΝΙΟΥ 2017

Οι 3 διαστάσεις της ύπαρξης: εξωτερική ύπαρξη, εσωτερική ύπαρξη και γλώσσα 1: ΤΕΜΑΧΙΟ 2: ΤΕΜΑΧΙΟ 3: ΤΕΜΑΧΙΟ

Άντον Τσέχωφ, Ο Βάνκας

ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΘΕΩΡΙΑΣ

ΜΙΛΩΝΤΑΣ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ. ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΑΒΒΑΔΙΑ Σύμβουλος Ψυχικής Υγείας

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

«Προγραμματίζοντας την Επιτυχία μας εν μέσω κρίσης»

Ο ΘΡΥΛΟΣ ΤΟΥ ΑΧΙΛΛΕΑ, ΒΑΣΙΛΙΑ ΤΩΝ ΜΥΡΜΙΔΟΝΩΝ

Αναπτύσσοντας Υγιείς σχέσεις με τα παιδιά στο οικογενειακό και σχολικό περιβάλλον μέσα από την βελτίωση της επικοινωνίας

2. Μια μοτοσυκλέτα τρέχει με ταχύτητα 108 km/h. α) Σε πόσο χρόνο διανύει τα 120 m; β) Πόσα μέτρα διανύει σε 5 s;

ΝΕΡΟ. Η Σημασία του Υδάτινοι Πόροι Ο πόλεμος του Νερού. Αυγέρη Βασιλική Ανδριώτη Μαρινα Βλάχου Ελίνα

Αναστασία Μπούτρου. Εργασία για το βιβλίο «Παπούτσια με φτερά»

Συνέντευξη του Νικόλα Σμυρνάκη στην Εφημερίδα Ρεπόρτερ και στην Άντρη Κούννου

Μουσικά όργανα. Κουδουνίστρα. Υλικά κατασκευής: Περιγραφή κατασκευής: Λίγα λόγια γι αυτό:

της Αυγερινού Κωνσταντίνας

Τζιορντάνο Μπρούνο

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΜΕΣΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΡΑΤΙΚΑ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΑ ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗΣ ΤΕΛΙΚΕΣ ΕΝΙΑΙΕΣ ΓΡΑΠΤΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΘΕΜΑ: «Αριθμοί στην καθημερινή ζωή»

ΠΕΡΙΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΣ ΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΡΗΤΑ ΚΑΙ ΤΑ ΕΠΙΓΡΑΜΜΑΤΑ

Πώς θα κάνω το παιδί μου να αγαπήσει το σχολείο;

4. Τελειώνει το νερό στον πλανήτη μας;

ΕΡΓΑΣΙΑ ΟΙΚΙΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΘΕΜΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ: ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΜΟΥ ΤΟΥ ΜΑΘΗΤΗ: ΑΣΚΟΡΔΑΛΑΚΗ ΜΑΝΟΥ ΕΤΟΣ

Άρης Ασλανίδης Πρότυπα Πειραματικά Γυμνάσια Οδηγός προετοιμασίας για τα Φυσικά

Το παιδί μου έχει αυτισμό Τώρα τι κάνω

Результаты теста Греческий

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΕΝΟΤΗΤΑΣ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΑ ΚΑΙ Ο ΙΚΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑ

ΟΡΙΣΜΟΣ. Ατομική επιθετική τακτική είναι η επιθετική συμπεριφορά ενός παίκτη στις διάφορες αγωνιστικές φάσεις του αγώνα

Μια μέρα μπήκε η δασκάλα στην τάξη κι είπε ότι θα πήγαιναν ένα μακρινό ταξίδι.

Το ψέμα είναι ένας εύκολος τρόπος να αποφύγεις την πραγματικότητα : συνέντευξη του Άγγελου Αγγέλου και της Έμης Σίνη στο elniplex

Πετσάλης Διομήδης,Θ, Δεκατρία Χρόνια, Αθήνα 1983, σελ

ENOTHTA 1: ΧΑΡΤΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΘΕΩΡΙΑΣ

ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΟΙ ΟΡΟΙ. Η σύνταξη μιας πρότασης

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

«Ο ΥΠΕΡΡΕΑΛΙΣΜΟΣ ΣΤΙΣ ΕΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΤΕΧΝΕΣ & ΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ» ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ Β ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ Υπ. Καθηγήτριες: Ουρανία Φραγκουλίδου & Έλενα Κελεσίδου

Το φυλλάδιο αναφέρεται σε προβλήματα που μπορεί να αντιμετωπίζεις στο χώρο του σχολείου και προτείνει λύσεις που μπορούν να σε βοηθήσουν...

ΦΟΙΤΗΤΡΙΑ: ΠΑΤΣΑΤΖΑΚΗ ΕΛΕΝΗ, ΑΕΜ:3196 ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ : ΥΕ258 ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΩΝ ΓΛΩΣΣΙΚΩΝ ΔΕΞΙΟΤΗΤΩΝ

Συμφράσεις και εκφράσεις

qwφιertyuiopasdfghjklzxερυυξnmηq σwωψerβνtyuςiopasdρfghjklzxcvbn mqwertyuiopasdfghjklzxcvbnφγιmλι qπςπζαwωeτrtνyuτioρνμpκaλsdfghςj

3 ος Παγκύπριος Διαγωνισμός Δεξιοτήτων Σκέψης

Ο "Παραμυθάς" Νίκος Πιλάβιος στα Χανιά

e-seminars Καλές Σχέσεις 1 Προσωπική Βελτίωση Seminars & Consulting, Παναγιώτης Γ. Ρεγκούκος, Σύμβουλος Επιχειρήσεων Εισηγητής Ειδικών Σεμιναρίων

13ο Μάθημα ΠΙΕΣΗ ΠΟΥ ΑΣΚΟΥΝ ΤΑ ΣΤΕΡΕΑ

Επειδή ο μεσημβρινός τέμνει ξανά τον παράλληλο σε αντιδιαμετρικό του σημείο θα θεωρούμε μεσημβρινό το ημικύκλιο και όχι ολόκληρο τον κύκλο.

Transcript:

όγκος (ο) (Ουσιαστικό, Ο14 ) (ό-γκος) [αρχ. γκος] οδηγώ (Ρήμα, Ρ5) (ενεστ. ο-δη-γώ, αόρ. οδήγησα, παθ. αόρ. οδηγήθηκα, παθ. μτχ. οδηγημένος) [αρχ. δηγ < δ ς + γω] οδός (η) (Ουσιαστικό) (ο-δός, γεν. -ού, πληθ. -οί) [αρχ. δ ς] 1. ο χώρος που πιάνει ένα στερεό, υγρό ή αέριο σώμα: Η μονάδα μέτρησης του όγκου είναι το κυβικό μέτρο. 2. (μτφ.) μεγάλο πλήθος, μεγάλη ποσότητα: Οι μαθητές της τελευταίας τάξης έχουν μεγάλο όγκο εργασίας για γράψιμο. 1. (μτβ.) χειρίζομαι και κινώ κάποιο όχημα: Οδηγούσε το λεωφορείο με μεγάλη προσοχή. 2. (μτβ.) δείχνω το δρόμο σε κάποιον, τον κατευθύνω εκεί που πρέπει: Τους οδήγησε στο μοναστήρι μέσα από ένα παλιό μονοπάτι. 1. δρόμος: Μένω στην οδό Σολωμού 44. 2. (μτφ.) μέθοδος, ο τρόπος που ενεργεί κάποιος: Ακολουθεί τη νόμιμη οδό, για να λύσει τα προβλήματά του. Σύνθ.: ογκόλιθος, ογκολόγος, υπέρογκος Οικογ. Λέξ.: ογκίδιο, ογκώδης Προσδιορ.: άμορφος, συμπαγής, γεωμετρικός Συνών: καθοδηγώ (2) Σύνθ.: καθοδηγώ Οικογ. Λέξ.: οδήγημα, οδήγηση, οδηγισμός, (καθ)οδηγητής, οδηγήτρια, οδηγία Σύνθ.: οδοιπόρος, οδοκαθαριστής, άνοδος, είσοδος, έξοδος, πάροδος, πρόοδος, σύνοδος, οδόφραγμα Προσδιορ.: κεντρική, παραλιακή Φράσεις: Καθ οδόν (= κατά τη διάρκεια της πορείας) 143

144 οικογένεια οικογένεια (η) (Ουσιαστικό, Ο20) (οι-κο-γέ-νει-α) [µτγν. ο κογένεια < ο κογεν ς (= δούλος γεννηµένος στο σπίτι)] οικολόγος (ο, η) (Ουσιαστικό, Ο14) (οι-κο-λό-γος) [οικολόγος < πρβλ. αγγλ. ecologist] οικονομία (η) (Ουσιαστικό, Ο19) (οι-κο-νο-μί-α) [αρχ. ο κονοµία < ο κονόµος] οιωνός (ο) (Ουσιαστικό, Ο13) (οι-ω-νός, γεν. -ού, πληθ. -οί) [αρχ. ο ων ς] 1. ομάδα ατόμων που συνδέονται μεταξύ τους με δεσμούς αίματος και συνήθως ζουν στην ίδια κατοικία: Η οικογένειά του αποτελείται από τέσσερα άτομα. 2. ομάδα ανθρώπων, ζώων, φυτών και πραγμάτων με κοινά χαρακτηριστικά: Το λιοντάρι, η τίγρη και ο πάνθηρας ανήκουν στην οικογένεια των αιλουροειδών. αυτός που ενδιαφέρεται για τα προβλήματα του περιβάλλοντος και αγωνίζεται για την επίλυσή τους: Οι οικολόγοι αγωνίζονται για την προστασία της θάλασσας από τη ρύπανση. 1. το σύνολο των δραστηριοτήτων που έχουν σχέση με την παραγωγή και την κατανάλωση των αγαθών: Κάθε χώρα ενδιαφέρεται για την ανάπτυξη της οικονομίας της. 2. το να μην κάνει κανείς πολλά έξοδα: Έκανε πολλές οικονομίες, για να σπουδάσει τα παιδιά του. 1. μαντικό πουλί που από το πέταγμα και τις κραυγές του οι μάντεις στην αρχαία Ελλάδα προέβλεπαν το μέλλον: Το πέταγμα και το κρώξιμο του οιωνού δήλωναν αυτό που θα συνέβαινε στο μέλλον. Σύνθ.: οικογενειάρχης Οικογ. Λέξ.: οικογενειακός Προσδιορ.: αξιότιμη, ένδοξη, ιστορική, πολυμελής Οικογ. Λέξ.: οικολογία, οικολογικός Αντίθ.: σπατάλη (2) Σύνθ.: οικονομολόγος Οικογ. Λέξ.: (εξ)οικονομώ, οικονόμος, οικονομικός Προσδιορ.: αγροτική, ε- θνική, οικιακή, πολιτική, ελεύθερη, αναπτυγμένη, α- ναπτυσσόμενη Συνών: σημάδι, προμήνυμα (2) Σύνθ.: οιωνοσκόπος, οιωνοσκοπία

όλεθρος (ο) (Ουσιαστικό, Ο16) (ό-λε-θρος, γεν. -ου, πληθ. - ) [αρχ. λεθρος < λλυµι (= αφανίζω, καταστρέφω)] όλος, -η, -ο (Επίθετο, Ε2, άψυχα) (ό-λος) [αρχ. λος] ομάδα (η) (Ουσιαστικό, Ο21) (ο-μά-δα) [αρχ. µ ς, -άδος] ομαλός, -ή, -ό (Επίθετο, Ε1, έμψυχα και άψυχα) (ο-μα-λός) [αρχ. µαλ ς < - µ ς] 2. (συνήθ. μτφ.) κάθε σημείο που μας επιτρέπει να κάνουμε πρόβλεψη για το μέλλον: Οι παγκόσμιοι κωπηλατικοί αγώνες ξεκίνησαν με καλούς οιωνούς. η πλήρης καταστροφή, η ολοκληρωτική φθορά: Ο πόλεμος είναι ένας πραγματικός όλεθρος για τους ανθρώπους και το περιβάλλον. 1. ολόκληρος: Μερικές φορές χρειάζεται να ταξιδεύει όλη την ημέρα, για να φτάσει στον προορισμό του. 2. (με άρθρο) ολικός, συνολικός: Η όλη εργασία για την έκδοση του βιβλίου τελειώνει σύντομα. 1. σύνολο προσώπων ή και πραγμάτων με κοινό χαρακτηριστικό: Μια ο- μάδα μαθητών του σχολείου παρουσίασε μία θεατρική παράσταση. 2. σύνολο αθλητών που ασχολούνται με το ίδιο ομαδικό άθλημα και αντιμετωπίζουν άλλες αντίστοιχες ομάδες: Η εθνική ομάδα στίβου πέτυχε σημαντικές νίκες. 1. που είναι επίπεδος και ίσιος, χωρίς εξογκώματα ή εσοχές: Ο δρόμος που βγάζει στο εκκλησάκι είναι ομαλός και χωρίς λακκούβες. 2. (μτφ.) αυτός που είναι φυσιολογικός, κανονικός: Χάρη στις προσπάθειες της ομαλός Αντίθ.: λύτρωση, σωτηρία Συνών: αφανισμός Σύνθ.: πανωλεθρία Προσδιορ.: ανεπανόρθωτος, ολικός Συνών.: πλήρης, ακέραιος Σύνθ.: ολόγιομος, ολόκληρος, ολονυχτία Οικογ. Λέξ.: ολικός, ολότητα Φράσεις: Όλα κι όλα (= δέχομαι τα πάντα εκτός από αυτό) Μέσα σ όλα (= παντού) Σύνθ.: ομαδοποίηση, ομαδάρχης Οικογ. Λέξ.: ομαδικός, ομαδικά (επίρρ.), ομαδικότητα Προσδιορ.: αθλητική, πειθαρχημένη, εθνική (1, 2), θεατρική, κοινοβουλευτική, πολιτική Φράσεις: Ομάδα αίματος (= για καθεμία από τις κατηγορίες αίματος) 145

146 ομογένεια ομογένεια (η) (Ουσιαστικό, Ο20) (ο-μο-γέ-νει-α) [µτγν. µογένεια < µογεν ς] όμοιος, -α, -ο (Επίθετο, Ε4, έμψυχα και άψυχα) (ό-μοι-ος) [αρχ. µοιος < - µ ς] ομόνοια (η) (Ουσιαστικό, Ο20) (ο-μό-νοι-α, γεν. -ας, πληθ. ) [αρχ. µόνοια < µόνους] όμορφος, -η, -ο (Επίθετο, Ε2, έμψυχα και άψυχα) (ό-μορ-φος) [µεσν. µµορφος < αρχ. ε µορφος < ε + µορφ ] Τροχαίας, η κίνηση στους δρόμους εξακολουθεί να είναι ομαλή. 1. η προέλευση από το ίδιο γένος, η κοινή καταγωγή: Η κάθε ομογένεια υποστηρίζει τα δίκαια της χώρας της. 2. το σύνολο των Ελλήνων που ζουν μόνιμα σε χώρα του εξωτερικού: Η ελληνική ομογένεια είναι εγκαταστημένη και στις πέντε ηπείρους. 1. αυτός που έχει τα ίδια γνωρίσματα με άλλον: Στο πρόσωπο είναι όμοιος με τον παππού του. 2. ισάξιος, ισοδύναμος, ισότιμος: Στο άλμα εις μήκος τρεις μαθητές της τάξης έχουν όμοιες επιδόσεις. ειρηνική και αρμονική συμβίωση με άλλους στο ίδιο περιβάλλον: Οι δυο λαοί ζουν με ομόνοια και συνεργασία. 1. αυτός που είναι ωραίος, ελκυστικός: Η Λέσβος είναι ένα όμορφο νησί του Βορείου Αιγαίου. 2. που προκαλεί ευχάριστα συναισθήματα: Τα παιδικά χρόνια συνδέονται Αντίθ.: ανώμαλος, αντικανονικός (2) Σύνθ.: ανώμαλος Οικογ. Λέξ.: ομαλά (επίρρ.), ομαλότητα, (εξ)ομαλύνω, (εξ)ομάλυνση Προσδιοριζ.: κυκλοφορία, σχέσεις (οι), διαδοχή (2) Συνών.: ομοεθνία Οικογ. Λέξ.: ομογενής Αντίθ.: ανόμοιος, διαφορετικός, κατώτερος (2) Συνών.: ίδιος, παρόμοιος, παρεμφερής Σύνθ.: ομοιοκαταληξία, ομοιομορφία, ομοιογενής, ανόμοιος, παρόμοιος Οικογ. Λέξ.: όμοια (επίρρ.), μοιάζω, ομοιότητα, ομοίωμα Προσδιοριζ.: χαρακτήρας, φυσιογνωμία Αντίθ.: διχόνοια Συνών.: ομοψυχία Οικογ. Λέξ.: ομονοώ, μονοιάζω, μόνοιασμα Προσδιορ.: οικογενειακή, εθνική Παροιμ.: Η ομόνοια φτιάχνει σπίτι κι η διχόνοια το χαλάει Σύνθ.: ομορφάνθρωπος, ομορφόπαιδο, πεντάμορφος, πανέμορφος Οικογ. Λέξ.: όμορφα (επίρρ.), ομορφιά, ομορφαίνω Αντίθ.: άσχημος

οξυγόνο όνειρο (το) (Ουσιαστικό, Ο34) (ό-νει-ρο, γεν. -είρου, πληθ. -α, -είρατα) [αρχ. νειρον] όνομα (το) (Ουσιαστικό, Ο40) (ό-νο-μα, γεν. -όματος, πληθ. -όματα) [αρχ. νοµα] οξυγόνο (το) (Ουσιαστικό, Ο32) (ο-ξυ-γό-νο) [λόγ. οξυγόνο < ξ + γόνος] με όμορφες αναμνήσεις. 1. φανταστικά γεγονότα που βλέπουμε, όταν κοιμόμαστε: Είδα ένα παράξενο όνειρο και φοβήθηκα πολύ. 2. έντονη επιθυμία, πόθος: Το όνειρό του ήταν να ταξιδέψει σε ολόκληρο τον κόσμο. 3. καθετί ιδιαίτερα ωραίο: Η χθεσινή βραδιά με την πανσέληνο ήταν ένα όνειρο. 1. το βαπτιστικό όνομα: Η νονά έδωσε στο παιδί μου το όνομα Βασίλης. 2. (γραμμ.) κάθε λέξη που δηλώνει πρόσωπο, ζώο ή πράγμα (όνομα ουσιαστικό) ή τις ιδιότητές τους (όνομα επίθετο): Τα ονόματα, ουσιαστικά και επίθετα, είναι λέξεις που κλίνονται. 1. άχρωμο και άοσμο αέριο που είναι βασικό συστατικό του ατμοσφαιρικού αέρα και του νερού: Το οξυγόνο είναι απαραίτητο για την ύπαρξη ζωής. 2. (μτφ.) ο υγιεινός, ο καθαρός αέρας: Κάθε καλοκαίρι πηγαίνουμε στο χωριό, για να χορτάσουμε οξυγόνο. Προσδιοριζ.: νησί, πίνακας, χρόνια (τα), ζωή, μάτια (τα) (1, 2) Συνών.: ονειροπόλημα (2) Σύνθ.: ονειροπόλος, ονειροκρίτης, ονειροπαρμένος Οικογ. Λέξ.: ονειρεύομαι, ονειρικός Προσδιορ.: ανεξήγητο, ε- φιαλτικό,, απραγματοποίητο (2), ωραίο (1, 2, 3) Σύνθ: ονοματεπώνυμο, ονοματολογία Οικογ. Λέξ: ονομάζω, ονομασία, ονομαστός, ονομαστικός, ονοματίζω Προσδιορ: δοξασμένο, τιμημένο, υποκοριστικό, μεγεθυντικό, προσηγορικό (= όχι τα κύρια) (2) Φράσεις: Για όνομα του Θεού (= για έντονη διαμαρτυρία) Όνομα και μη χωριό (= για πρόσωπα που δε θέλουμε να κατονομάσουμε) Παροιμ.: Κάλλιο να σου βγει το μάτι παρά το όνομα Σύνθ.: οξυγονοκόλληση, οξυγονοθεραπεία Οικογ. Λέξ.: οξυγονούχος, οξυγονώνω, οξυγόνωση 147

όπλο όπλο (το) (Ουσιαστικό, Ο32) (ό-πλο) [αρχ. πλον] όργανο (το) (Ουσιαστικό, Ο34) (όρ-γα-νο, γεν. -άνου, πληθ. -α) [αρχ. ργανον] οργίζομαι (Ρήμα, Ρ4) (ενεστ. ορ-γί-ζο-μαι, παθ. αόρ. οργίστηκα, παθ. μτχ. οργισμένος) [αρχ. ργίζοµαι] 1. καθετί που χρησιμοποιούμε για άμυνα, επίθεση ή κυνήγι: Το ρόπαλο ήταν ένα από τα αρχαιότερα όπλα για την άμυνα του ανθρώπου. 2. (μτφ.) οτιδήποτε χρησιμεύει για την επιτυχία κάποιου σκοπού: Ένα σημαντικό όπλο για την επιτυχία στις εξετάσεις είναι η συστηματική προετοιμασία. 1. εργαλείο που χρησιμοποιεί κάποιος, για να κάνει κάτι: Ο διαβήτης είναι ένα γεωμετρικό όργανο. 2. κάθε μέρος του οργανισμού που επιτελεί μια ορισμένη λειτουργία: Το μάτι είναι το όργανο της όρασης. 3. πρόσωπο που το χρησιμοποιούν οι άλλοι για δικό τους συμφέρον: Χωρίς να το καταλάβει, έγινε όργανο των αντιπάλων του. (αμτβ.) βρίσκομαι σε κατάσταση μεγάλου θυμού ή αγανάκτησης: Οργίζομαι πάρα πολύ, όταν σκέφτομαι πως υπάρχουν άνθρωποι που βασανίζουν τα ζώα. Σύνθ: οπλαρχηγός, οπλοφορία, άοπλος, πάνοπλος Οικογ. Λέξ.: οπλή, οπλίζω, οπλίτης, οπλισμός Προσδιορ.: βιολογικό, κυνηγετικό, πρωτόγονο, πυρηνικό Φράσεις: Καταθέτω τα όπλα (= παραδίνομαι, συνθηκολογώ) Ρίχνω τα όπλα (= τρέπομαι σε φυγή) Σύνθ.: οργανοπαίχτης, ενόργανος, ανόργανος Οικογ. Λέξ.: οργανικός, οργανώνω, οργάνωση, οργανωτής Προσδιορ.: άβουλο, πειθήνιο (3), μουσικό, γεωμετρικό, ευαίσθητο (1, 2) Συνών: θυμώνω, εξοργίζομαι Σύνθ.: εξοργίζομαι Οικογ. Λέξ.: οργή, οργίλος Φράσεις: Οργισμένα νιάτα (= ασυμβίβαστοι νέοι) 148 ορεινός, -ή, -ό (Επίθετο, Ε1, έμψυχα και άψυχα) (ο-ρει-νός) [αρχ. ρειν ς < - ρος] 1. αυτός που σχετίζεται με το βουνό: Πολλές περιοχές της Ελλάδας έχουν ορεινό κλίμα. 2. τόπος που έχει πολλά βουνά: Η Ελλάδα είναι ορεινή χώρα. Αντίθ.: πεδινός, καμπίσιος (2) Συνών.: βουνίσιος, ορεσίβιος Σύνθ.: ημιορεινός Οικογ. Λέξ.: όρος, ορεινά (τα) Προσδιοριζ.: όγκος, χωριό (1, 2)

ορμώ ορθοπεδικός (ο) (Ουσιαστικό, Ο13) (ορ-θο-πε-δι-κός) [λόγ. < γαλλ. orthopédique] ο ειδικευμένος γιατρός που ασχολείται με τις παθήσεις του κινητικού συστήματος, δηλ. των οστών, των αρθρώσεων και των μυών: Ο ορθοπεδικός επισκέφτηκε το σχολείο, για να διαπιστώσει αν υπάρχουν μαθητές με σκολίωση (= πάθηση της σπονδυλικής στήλης). ορίζοντας (ο) (Ουσιαστικό, Ο3) (ο-ρί-ζο-ντας) [λόγ. < αρχ. ρίζων] η νοητή γραμμή όπου ο ουρανός φαίνεται να ακουμπά τη γη ή τη θάλασσα: Ένα μεγάλο πλοίο φάνηκε μακριά στον ορίζοντα. Οικογ. Λέξ.: οριζόντιος, οριζοντιώνω Προσδιορ.: μακρινός, τεχνητός, στενός, ευρύς, νέος, υδροφόρος Φράσεις: Ανοίγω νέους ορίζοντες (= δημιουργώ καινούργιες προοπτικές) Κάτι φαίνεται στον ορίζοντα (= κάτι αρχίζει να γίνεται) ορκωμοσία (η) (Ουσιαστικό, Ο19) (ορ-κω-μο-σί-α ) [αρχ. ρκωµοσία < ρκος + µνυµι] το να ορκίζεται κανείς ενώπιον επίσημης αρχής κατά την ανάληψη καθηκόντων, την ολοκλήρωση των σπουδών του κ.ά.: Η ορκωμοσία των βουλευτών γίνεται ενώπιον του Προέδρου της Δημοκρατίας. Προσδιορ.: επίσημη ορμώ (Ρήμα, Ρ5) (ενεστ. ορ-μώ, αόρ. όρμησα) [αρχ. ρµ < ρµ ] 1. (αμτβ.) κινούμαι βιαστικά προς τα εμπρός: Οι φίλαθλοι όρμησαν στο γήπεδο, για να πανηγυρίσουν τη νίκη της ομάδας τους. 2. (μτβ.) κάνω επίθεση: Ο εχθρός όρμησε εναντίον της φρουράς του κάστρου με όλες τις δυνάμεις που διέθετε. Σύνθ.: εξορμώ, εφορμώ Οικογ. Λέξ.: ορμή, ορμητήριο, ορμητικός, ορμητικότητα 149

όρος όρος (ο) (Ουσιαστικό, Ο14) (ό-ρος) [λόγ. < αρχ. ρος] Προσοχή! όρος (το) = το βουνό ορός (ο) = διάλυµα που χρησιµοποιείται για θεραπευτικούς σκοπούς 1. απαραίτητη προϋπόθεση, για να υπάρξει κάτι άλλο: Θα έρθω μαζί σου διακοπές, υπό τον όρο ότι θα πάμε σε κάποιο νησί. 2. (πληθ.) παράγοντες που επηρεάζουν την εργασία, τη ζωή και τις δραστηριότητες κάποιου: Οι όροι εργασίας των ναυτικών έχουν βελτιωθεί σε σημαντικό βαθμό. 3. η ονομασία ενός πράγματος ή μιας έννοιας στην επιστήμη ή την τέχνη: Η λέξη «οπτική» είναι όρος της Φυσικής. Σύνθ.: ορολογία Προσδιορ.: επιστημονικός, μουσικός, διεθνής, ασαφής Φράσεις: Όροι του κλάσματος (= ο αριθμητής και ο παρονομαστής) Μέσος όρος (= το ενδιάμεσο μεταξύ δύο ακραίων σημείων) Εφ όρου ζωής (= για ολόκληρη τη ζωή) Άνευ όρων (= χωρίς περιορισμούς) ουσία (η) (Ουσιαστικό, Ο19) (ου-σί-α) [αρχ. ο σία < ο σα < ε µ ] 1. κάθε είδος ύλης, φυσικό σώμα: Στο γάλα υπάρχουν πολλές θρεπτικές ουσίες. 2. το πιο σημαντικό στοιχείο, ό,τι είναι σπουδαιότερο και σοβαρότερο σ ένα θέμα, μια υπόθεση κ.λπ.: Ο ανταποκριτής της εφημερίδας προσπάθησε να καταγράψει την ουσία των γεγονότων. Συνών.: νόημα, βάρος, σπουδαιότητα (2) Σύνθ.: απουσία, εξουσία, παρουσία, περιουσία Οικογ. Λέξ.: ουσιώδης, ουσιωδώς (επίρρ.), ουσιαστικός, ουσιαστικό (το), ουσιαστικά (επίρρ.) Προσδιορ.: οργανική, α- νόργανη, δηλητηριώδης, θρεπτική, τοξική, φαρμακευτική Φράσεις: Ξοδεύω φαιά ουσία (= σκέφτομαι) Στην ουσία / κατ ουσία (= στην πραγματικότητα) οφείλω (Ρήμα) (ενεστ. ο-φεί-λω, παρατ. όφειλα) [αρχ. φείλω] 1. (μτβ.) χρωστώ: Αγόρασα σπίτι και οφείλω χρήματα στην Τράπεζα. 2. (μτβ.) είμαι υποχρεωμένος, έχω καθήκον να κάνω κάτι: Οφείλω πολλά στους δασκάλους μου. Συνών.: χρωστώ (1, 2) Οικογ. Λέξ.: όφελος, οφειλή, οφειλέτης 150

όψη (η) (Ουσιαστικό, Ο27) (ό-ψη, γεν. -ης, -εως, πληθ. -εις) [λόγ. < αρχ. ψις < ρ (= βλέπω)] 1. η εξωτερική εμφάνιση: Η μπροστινή όψη του κτιρίου είναι διακοσμημένη με μάρμαρο. 2. η φυσιογνωμία, το πρόσωπο και η έκφραση ενός ατόμου: Από την όψη του φαινόταν ότι δεν ήταν καλά στην υγεία του. όψη Συνών.: θωριά (1, 2) Σύνθ.: άποψη, κάτοψη, πρόσοψη, σύνοψη Προσδιορ.: ευχάριστη, θλιμμένη, ταλαιπωρημένη (1, 2) Φράσεις: Λαμβάνω / έχω υπόψη μου (= δεν ξεχνώ) Η άλλη όψη του νομίσματος (= η αντίθετη πλευρά ενός ζητήματος) Οι δυο όψεις του ίδιου νομίσματος (= για δυο πράγματα που είναι ίδια) 151