Δομώ - Οικοδομώ - Αναδομώ Χριστίνα Τσακαρδάνου Εκπαιδευτικός
Πανθομολογείται πως η ανάπτυξη του παιδιού ορίζεται τόσο από τα γενετικά χαρακτηριστικά του, όσο και από το πλήθος των ερεθισμάτων που δέχεται από το κοινωνικό και πολιτιστικό πλαίσιο με το οποίο αλληλεπιδρά.η πλειονότητα των επιστημόνων ενστερνίζεται πως η εξέλιξη είναι το προϊόν της αλληλεπίδρασης του οργανισμού με το περιβάλλον. Είναι ευκόλως κατανοητό, λοιπόν, πως ένα αποστερημένο από εξωτερικά ερεθίσματα περιβάλλον οδηγεί σε πλημμελή ανάπτυξη ενός γενετικά προικισμένου παιδιού, καθώς δε δίνει τη δυνατότητα ανάπτυξης ικανοτήτων. Αντιθέτως, ένα περιβάλλον που προσφέρει πληθώρα ερεθισμάτων μπορεί να ενισχύσει ένα παιδί ακόμη και με μικρότερη βιολογική προδιάθεση να βελτιστοποιήσει τις δυνατότητές του. Πρωταρχικό ρόλο στη διαμόρφωση και την ανάπτυξη του παιδιού έχει η οικογένεια, η οποία αποτελεί το πρωταρχικό κύτταρο από το οποίο το παιδί λαμβάνει τα αρχικά ερεθίσματα. Έρευνες αποδεικνύουν πως η έκθεση του παιδιού σε γνωσιακά ερεθίσματα έως την ηλικία των 4 ετών αποτελεί βασικό παράγοντα για την ανάπτυξη ορισμένων σημείων του φλοιού του εγκεφάλου ακόμα και 15 χρόνια μετά. Επομένως, η οικογένεια οφείλει να δημιουργήσει ένα περιβάλλον που ευνοεί τη γνωστική ανάπτυξη ως διαδικασία κατά την οποία το παιδί ως ενεργούν υποκείμενο αντιπαρατίθεται με την εμπειρία και οικοδομεί τη γνώση. Η δόμηση και αναδόμηση των γνωστικών δομών του παιδιού επιτυγχάνεται μέσω της ενασχόλησής του με δημιουργικές δραστηριότητες εκπαιδευτικού περιεχομένου, που του προσφέρουν θεμελιώδεις γνώσεις και αντιλήψεις για την κατανόηση του περιβάλλοντος και του εαυτού του. Οι γονείς οφείλουν να αντιλαμβάνονται τις ξεχωριστές ανάγκες του παιδιού και να δημιουργούν τη μοναδική για κάθε παιδί πόρτα εισόδου στον κόσμο της αναζήτησης, κατανόησης και τελικά της οικοδόμησης μιας υγιούς
προσωπικότητας. Αξιοποιώντας τις κλίσεις και τα ταλέντα, η οικογένεια γίνεται ο καταλυτικός εμπνευστής της εξελικτικής του πορείας. Η άνοδος του μορφωτικού και πολιτισμικού επιπέδου έχει ανατρέψει την άποψη πως το παιδί στα πρώτα χρόνια της ζωής του δεν είναι σε θέση να καταλάβει πολλά πράγματα. Αυτό αποδεικνύεται από την έκρηξη παραγωγής εκπαιδευτικών παιχνιδιών που αναπτύσσουν γνωστικές, κινητικές και συναισθηματικές δεξιότητες. Οι γονείς ως αποκλειστικοί παιδαγωγοί του παιδιού, τα πρώτα τουλάχιστον χρόνια, φαίνεται να έχουν συνειδητοποιήσει πως η δημιουργική ενασχόληση μαζί του είναι καθοριστικής σημασίας. Η ανάγνωση βιβλίων, που θα μεταφέρουν στο παιδί γνώσεις για τον κόσμο, η συμμετοχή του σε διάφορες δραστηριότητες, όπως μουσική, ζωγραφική, θεατρικά εργαστήρια, επισκέψεις σε μουσεία και σε άλλους χώρους επιμόρφωσης, εκπαιδευτικές εκδρομές και εκδηλώσεις είναι μερικοί από τους τρόπους που χρησιμοποιούν οι γονείς, για να δώσουν στο παιδί τα κατάλληλα ερεθίσματα να βιώσει τη μάθηση όχι μέσω παθητικής συμμετοχής, αλλά ενεργητικής εσωτερίκευσης. Με το πέρασμα των χρόνων και αφού το παιδί φτάσει σε ένα ηλικιακό στάδιο, σύμμαχος της οικογένειας στην προσπάθεια διαμόρφωσής του είναι το σχολείο, το πρώτο οργανωμένο μαθησιακό πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται το παιδί. Είναι ο χώρος, είναι οι άνθρωποι που αναλαμβάνουν την κοινωνική, γνωστική και συναισθηματική του ανάπτυξη μέσω μιας σκόπιμης διδασκαλίας, η οποία παρέχει τις εξειδικευμένες γνώσεις και δεξιότητες που χρειάζεται για τη ζωή του. Η διδασκαλία αυτή οφείλει να γίνεται με τρόπο που ευνοεί την άμεση συμμετοχή του παιδιού στη διαδικασία οικοδόμησης της γνώσης, ώστε να αναπτυχθούν οι μεθοδολογικές ικανότητες, οι δεξιότητες μάθησης, η σκέψη και η αντίληψη του μαθητή. Σε έναν κόσμο που συνεχώς μεταβάλλεται, η στείρα απομνημόνευση γνώσεων δεν ευνοεί σε καμία περίπτωση την ομαλή προσαρμογή του παιδιού σε νέες συνθήκες. Αντίθετα, η δημιουργία προϋποθέσεων που κάνουν το δάσκαλο διαμεσολαβητή της γνώσης και το παιδί ουσιαστικό κοινωνό της μάθησής του είναι το επιθυμητό περιβάλλον για την εποικοδομητική ανάπτυξη του παιδιού. Υπάρχει πλήθος διδακτικών πρακτικών με τις οποίες ο δάσκαλος μπορεί να εξασφαλίσει την ενεργό συμμετοχή του παιδιού στην εκπαιδευτική διαδικασία. Η
διαθεματική προσέγγιση της γνώσης, τα σχέδια εργασίας, η ομαδοσυνεργατική διδασκαλία είναι μέθοδοι που εξασφαλίζουν την αλληλεπίδραση του μαθητή με τη γνώση προσφέροντας με το σωστό τρόπο τα κατάλληλα ερεθίσματα. Η ερευνητική συμμετοχή του παιδιού στην απόκτηση της γνώσης, η διατύπωση απόψεων, η πραγματοποίηση συλλογισμών και η διαδραστική διδασκαλία αποκλείουν την απλή «συσσώρευση» γνώσης και ενισχύουν την ουσιαστική μάθηση. Επίσης, σημαντικό είναι και το περιεχόμενο της γνώσης που προσφέρεται στο μαθητή, καθώς δεν πρέπει να είναι αποκομμένο από την καθημερινή ζωή και εμπειρία. Βασική υποχρέωση του δασκάλου είναι να αναγνωρίζει τη διαφορετικότητα του παιδιού τόσο ως προς την επιθυμία του να εξερευνήσει διαφορετικά αντικείμενα όσο και ως προς την ιδιαιτερότητά του στον τρόπο μάθησης και κατανόησης του αντικειμένου. Η ξεχωριστή συμβολή της σχολικής εκπαίδευσης στη γνωστική ανάπτυξη είναι εμφανής όταν συγκριθεί ένα παιδί που έχει πάει σχολείο με κάποιο που δεν έχει πάει. Συνοψίζοντας, το σύνολο των φορέων που αναλαμβάνουν τη γνωστική, κοινωνική και συναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού είναι αναγκαίο να μην το αντιμετωπίζουν ως «αποθήκη γνώσης» που πρέπει συνεχώς και με στείρο τρόπο να γεμίζουν με πληροφορίες. Σεβόμενοι πάνω απ όλα το παιδί ως ξεχωριστή προσωπικότητα οφείλουν να συνδέουν την απόκτηση γνώσεων και δεξιοτήτων με την κοινωνική μάθηση προσφέροντας πληθώρα ερεθισμάτων, έτσι ώστε να κατανοήσει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τον εαυτό του και τον περιβάλλοντα κόσμο. Κανείς από τους ανθρώπους που ασχολούνται με τη διαπαιδαγώγηση ενός παιδιού δεν πρέπει να ξεχνά τη διαφορετικότητα, τη μοναδικότητα και την ξεχωριστή προσφορά του παιδιού στο κοινωνικό σύνολο.
Έτος Ιδρύσεως 1957 Παιδικός Σταθμός Νηπιαγωγείο Δημοτικό Γυμνάσιο - Λύκειο