ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ Γ. Μπίκας Βεργίνη Κλεοπάτρα Απρίλιος 2017 ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΧΡΗΣΗΣ ΑΛΜΥΡΟΥ ΝΕΡΟΥ ΣΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΩΝ ΦΥΤΩΝ
«Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΧΡΗΣΗΣ ΑΛΜΥΡΟΥ ΝΕΡΟΥ ΣΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΩΝ ΦΥΤΩΝ» Περιεχόμενα 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 2 1.1 Ορισμός Της Υφαλμύρωσης... 2 1.2 Είδη Υφαλμύρωσης... 2 1.3 Άρδρευση... 3 1.4 Υπεράντληση των υπόγειων υδροφορέων... 4 1.5 Αλάτωση... 6 1.6 Ανύψωση του υδροφόρου ορίζοντα... 6 1.7 Υπόθεση... 7 2.ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ... 9 2.1 Περιγραφή Ερευνητικής Μεθόδου... 9 2.2 Μεταβλητές Σταθερές... 10 2.3 Όρια Της Έρευνας Δείγμα Πληθυσμού... 10 2.4 Υλικά... 10 2.5 Εργαλεία και Όργανα Μέτρησης... 10 3.ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ... 11 4.ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ... 14 5. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΠΗΓΕΣ... 15 6. ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ... 16
1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η παρούσα έρευνα διεξάγεται στα πλαίσια του μαθήματος της Τεχνολογίας της Γ Γυμνασίου. Το θέμα της έρευνας είναι η επίδραση του αλατισμένου νερού στις καλλιέργειες. Ο κυριότερος λόγος που μας ώθησε σε αυτή την επιλογή του θέματος είναι η υφαλμύρωση των υπογείων υδάτων. Η υφαλμύρωση είναι ένα σημαντικό πρόβλημα για τη σύγχρονη γεωργία. Με την αύξηση του πληθυσμού και την ανάγκη εντατικής παραγωγής τροφίμων και άλλων προϊόντων που παράγονται σε καλλιέργειες χρειαζόμαστε μεγάλες ποσότητες για την άρδευση αυτών των καλλιεργειών. Η υπερκατανάλωση γλυκού νερού έχει ως αποτέλεσμα την μείωση των υπογείων αποθεμάτων νερού. Στην Ελλάδα αλλά και σε πολλές άλλες χώρες έχουμε φθάσει στα κατωτέρα επίπεδα του υδροφόρου ορίζοντα. Ο σκοπός, λοιπόν, αυτής της έρευνας είναι να επιβεβαιώσουμε κατά ποσόν το γλυφό (υφάλμυρο) νερό αποτελεί πρόβλημα. 1.1 Ορισμός Της Υφαλμύρωσης Ως υφαλμύρωση ορίζουμε την αύξηση της αλατότητας του υπόγειου νερού που μπορεί να οφείλεται στη διείσδυση του θαλασσινού νερού σε έναν υπόγειο υδροφορέα. 1.2 Είδη Υφαλμύρωσης Η φυσική ισορροπία των παράκτιων υδροφόρων μπορεί να ανατραπεί, όταν η ροή του γλυκού νερού μειώνεται εξαιτίας των υπεραντλήσεων ή της μείωσης στην τροφοδοσία (φυσικό εμπλουτισμό) των υδροφόρων. Έτσι η διείσδυση του αλμυρού νερού μπορεί να χαρακτηριστεί παθητική αν με οποιοδήποτε τρόπο αλλάζουν οι ποσότητες νερού που φυσικά τροφοδοτούν τα υπόγεια στρώματα. Οι αλλαγές αυτές επηρεάζουν άμεσα τη θέση της διεπιφάνειας γλυκού-αλμυρού νερού η οποία μετατοπίζεται προς την ενδοχώρα. Πρέπει να σημειωθεί ότι μικρές αλλαγές θέσης της διεπιφάνειας σημειώνονται με τις εποχιακές ή ετήσιες διακυμάνσεις των ατμοσφαιρικών κατακρημνισμάτων, όπως επίσης και μετά από μακροχρόνιες αλλαγές στον κλιματικό τύπο ή στη σχετική θέση του επιπέδου της θάλασσας. Χαρακτηρίζεται όμως και ενεργή όταν προκύπτει μετά από τεχνητή παρέμβαση στις διακινούμενες ποσότητες (περίπτωση υπεραντλήσεων). Αυτό οφείλεται κυρίως στη σημειακή εξαγωγή (άντληση) υπόγειου νερού που δημιουργεί ένα βαθύ κώνο κατάπτωσης. Η ζώνη τότε του ορίου, σε αντίθεση με την περίπτωση της παθητικής διείσδυσης, μετακινείται πολύ γρηγορότερα προς την ενδοχώρα και με
αλλαγή της υδραυλικής κλίσης. Επιπλέον η μετακίνηση αυτή δεν θα σταματήσει παρά μόνο όταν φτάσει στο χαμηλότερο σημείο της υδραυλικής κλίσης στο κέντρο της άντλησης. Δηλαδή οι υπερβολικές αντλήσεις υπόγειων νερών σε παράκτιους υδροφορείς, σε πολλές περιοχές, προκαλούν μια ανάστροφη ροή των υπόγειων νερών με αποτέλεσμα μια αξιοσημείωτη θαλάσσια διείσδυση στην αντλούμενη περιοχή, όταν η στάθμη υποβιβάζεται κάτω από το επίπεδο της υποθαλάσσιας εμφάνισης της αντλούμενης ενότητας ή εάν η μεταβατική ζώνη ανάμεσα στο γλυκό και στο αλμυρό νερό αποτελεί μέρος του κώνου κατάπτωσης. 1.3 Άρδρευση Παγκόσμια, οι αρδευόμενες εκτάσεις αποτελούν το 12% των καλλιεργούμενων εκτάσεων. Οι μεγαλύτερες αρδευόμενες εκτάσεις του κόσμου βρίσκονται στη Ασία (Κίνα, Ινδία, Πακιστάν) και τη Β. Αμερική (ΗΠΑ). Εκτιμάται πως γύρω από το έτος 2000 το ποσοστό του νερού που χρησιμοποιείται για άρδευση παγκόσμια έχει μειωθεί από 63% σε 55%, κάτω από την πίεση των αυξανόμενων απαιτήσεων της βιομηχανίας, αλλά και της μη αειφορικής (μη βιώσιμης) εκμετάλλευσής του, η οποία και αποτελεί την πιο συνηθισμένη κατάσταση σήμερα σε παγκόσμια κλίμακα. Η αγροτική παραγωγή έχει αυξηθεί βέβαια κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες στην Ελλάδα, και αυτό οφείλεται στην προφανή αύξηση της ποσότητας του νερού που χρησιμοποιείται για άρδευση. Πρέπει να σημειωθεί ωστόσο ότι η αναδιάρθρωση (μέσω των ΜΟΠ-Μεσογειακών ολοκληρωμένων Προγραμμάτων) των καλλιεργειών, οδηγεί σε νέα είδη που απαιτούν μεγαλύτερες ποσότητες νερού (Λουλούδης, προσωπική επικοινωνία, 1998). Το 1929 αρδεύονταν 1.78 εκατομμύρια στρέμματα ενώ σήμερα υπολογίζεται η αρδευόμενη έκταση σε 12 εκατομμύρια στρέμματα που αντιστοιχούν στο 32% του συνόλου των καλλιεργούμενων εκτάσεων. Η κατασκευή δικτύων άρδευσης, η εισαγωγή νέων μορφών τεχνολογίας στην άντληση και η έλλειψη συστήματος κοστολόγησης του αρδευτικού νερού έχουν δημιουργήσει την εντύπωση πως το νερό είναι ένας φυσικός πόρος χωρίς τέλος. Αυτή η αντίληψη δυστυχώς υπάρχει ακόμη στο αναπτυξιακό πρότυπο το οποίο ακολουθείται στην Ελλάδα. Τα συστήματα άρδευσης που χρησιμοποιούνται σήμερα στη χώρα μας είναι τα εξής τρία: Επιφανειακή άρδευση. Τεχνητή βροχή (σωλήνες και εκτοξευτήρες νερού).
Μικροάρδευση (στάγδην άρδευση, εκτοξευτήριο χαμηλής πίεσης) η οποία είναι η πιο οικονομική στην κατανάλωση νερού. Τα δημόσια δίκτυα άρδευσης χρησιμοποιούν κυρίως τις δύο πρώτες μεθόδους και ελάχιστα την τρίτη, ενώ τα ιδιωτικά δίκτυα χρησιμοποιούν την τρίτη μέθοδο σε πολύ μεγαλύτερο ποσοστό (περίπου 90%). Αυτή η πρακτική φαίνεται να κερδίζει συνεχώς έδαφος (Κουβέλης et al., 1994). Τα κυριότερα περιβαλλοντικά προβλήματα που συνδέονται με την εντατική χρήση νερού για αρδεύσεις είναι η υπεράντληση των υπόγειων αποθεμάτων (υδροφορείς) και των διαθέσιμων επιφανειακών νερών των ποταμών, η αλατοποίηση του εδάφους, και η υποχώρηση των υπόγειων υδροφόρων οριζόντων (Clarke, 1991). Επίσης το αρδευτικό νερό που στραγγίζει επιφανειακά ή υπόγεια, όταν βέβαια συμβαίνει τέτοια στράγγιση, μπορεί να απειλήσει την ποιότητα του νερού των υγροτόπων, διότι ενδέχεται να μεταφέρει επιζήμια ιζήματα, θρεπτικά στοιχεία και τοξικές ουσίες. Σε ορθώς σχεδιασμένα, επαρκώς συντηρούμενα και διαχειριζόμενα αρδευτικά δίκτυα δεν πρέπει κανονικά να περισσεύει νερό ώστε να στραγγίζει (εκτός από την περίπτωση των ορυζώνων). Επειδή όμως τέτοια μελετημένα δίκτυα δεν υπάρχουν παντού, το πρόβλημα του στραγγίζοντος νερού είναι υπαρκτό. (WWF-IUCN, 1990). 1.4 Υπεράντληση των υπόγειων υδροφορέων Σύμφωνα με υπολογισμούς, οι επιφανειακοί υδατικοί πόροι συνεισφέρουν στο 65% της άρδευσης στην Ελλάδα, ενώ το υπόλοιπο πρόερχεται από υπόγεια νερά. Κάθε χρόνο: η συνολική αρδευόμενη έκταση αυξάνεται και η ζήτηση για νερό γίνεται ολοένα και πιο πιεστική οι νέες μορφές τεχνολογίας επιτρέπουν την άντληση νερού από υδροφόρους ορίζοντες σε μεγάλα βάθη η έλλειψη επιφανειακών υδάτων αυξάνει τη ζήτηση για υπόγεια ύδατα, γεγονός το οποίο συχνά οδηγεί σε υπεράντληση σε πολλές περιοχές της Ελλάδας. Σε πολλές περιπτώσεις οι γεωτρήσεις για νερό είναι παράνομες. Σύμφωνα με εκτιμήσεις των τοπικών υπηρεσιών του υπουργείου Γεωργίας, στη Θεσσαλία υπάρχουν περίπου 20.000 παράνομα πηγάδια (Κουβέλης et al., 1994). Οι ΗΠΑ, η πρώην Σοβιετική Ένωση και η Κίνα μείωσαν τις αρδεύομενες εκτάσεις τους μεταξύ 1980 και 1990. Ιδιαίτερα στην Κίνα η υπεράντληση των υπογείων νερών που βρίσκονται κάτω από τα δύο τεράστια αστικά κέντρα του Πεκίνου και του Τιεν - Τσιν,
για αρδευτικούς, βιομηχανικούς αλλά και υδρευτικούς λόγους, υπολογίζεται πως θα οδηγήσει σε έλλειμμα της τάξης του 6% στο υδατικό ισοζύγιο μέχρι το τέλος του αιώνα. Με άλλα λόγια, οι ανθρώπινες ανάγκες θα υποχρεώσουν σε κατανάλωση 6% παραπάνω ποσότητας νερού απ' αυτήν που θα ξαναγυρίζει στη γη μέσω του υδρολογικού κύκλου. Πραγματικά, ένα από τα πιο εμφανή αποτελέσματα της υπεράντλησης των υπογείων υδροφορέων είναι η καθίζηση που παρατηρείται σε διάφορες περιοχές της γης, όπου τα υπόγεια αποθέματα νερού για μεγάλο χρονικό διάστημα γίνονται αντικείμενο εκμετάλλευσης, με ταχύτητα άντλησης μεγαλύτερη της φυσικής αναπλήρωσής τους. Τέτοια φαινόμενα έχουν αναφερθεί στο Πεκίνο από τους Livernash and Seligman (1992), στην πόλη του Μεξικού από τον Postel (1993), όπου η καθίζηση συμπαρασύρει τον καθεδρικό ναό της πόλης, στο δέλτα του Μισσισιπή, όπου η καθίζηση σε συνδυασμό με την άνοδο της στάθμης της θάλασσας προκαλεί την κατάκλυση πολλών τετραγωνικών χιλιόμετρων ξηράς ετησίως (Jacobson, 1990). Ακόμη και στην Ελλάδα, στο Καλοχώρι Θεσ/νίκης, παρατηρήθηκε καθίζηση 2,5m περίπου. Στην Ελλάδα, σε πολλά σημεία της παράκτιας ζώνης της νότιας Χαλκιδικής έχει διαπιστωθεί ελαφρά υφαλμύρωση των υπογείων νερών, που οφείλεται στη διείσδυση θαλασσινού νερού προς την ενδοχώρα, λόγω της κάμψης του υπογείου υδατικού δυναμικού της περιοχής, ειδικότερα στην παραλιακή ζώνη που εκτείνεται από την Επανωμή μέχρι τα Ν. Μουδανιά και τη χερσόνησο της Κασσάνδρας. Εκτός από την υφαλμύρωση, παρουσιάζεται και το φαινόμενο της ρύπανσης και μόλυνσης των υπογείων νερών από νιτρικά άλατα και παθογόνους μικροοργανισμούς αντιστοίχως. Τα αίτια φαίνεται πως είναι η υπέρμετρη λίπανση των αγρών και οι πολλοί βόθροι, ιδιαίτερα αυτοί των αυθαίρετων οικισμών. Όλ' αυτά συνοδεύονται από μία εξασθένηση του υπόγειου υδατικού δυναμικού της περιοχής (με άλλα λόγια, μείωση της ποσότητας των υπογείων νερών), που εκφράζεται με συνεχή πτώση της στάθμης των υπόγειων νερών, της τάξης του 0.5-1m ετησίως (Παπακωνσταντίνου, 1994). Μία από τις χειρότερες περιπτώσεις αλόγιστης χρήσης υπόγειων υδατικών αποθεμάτων αποτελεί η εκμετάλλευση των λεγόμενων "ορυκτών" υδάτινων στρωμάτων. Αυτά είναι υπόγειες δεξαμενές που συγκρατούν νερό εκατοντάδων ή ακόμη και χιλιάδων ετών, το οποίο δεν ανανεώνεται μέσω των βροχοπτώσεων, λόγω της μη διαπερατότητας των πετρωμάτων που το περιβάλλουν. Το νερό αυτό εννοείται πως πρόκειται να εξαντληθεί με την ίδια μαθηματική βεβαιότητα που θα εξαντληθεί και το πετρέλαιο των πετρελαιοπηγών. Τέτοιο πρόβλημα προβλέπεται πως θα έχουν να
αντιμετωπίσουν η Σαουδική Αραβία και η Λιβύη, τα επόμενα 50 χρόνια (Γεωργόπουλος, 1997). Η υπερπληθώρα υδροληπτικών έργων, με το ήδη υπάρχον καθεστός ανεξέλεγκτης εκμετάλλευσης (Postel, 1993) και τα φαινόμενα συνεχιζόμενης ανομβρίας στον ελλαδικό χώρο, προεξοφλούν τη συνεχή ποιοτική υποβάθμιση και εξάντληση των υπόγειων νερών της χώρας μας. Ο τεχνητός εμπλουτισμός των υπόγειων υδροφορέων, που γίνεται προσπάθεια να εφαρμοστεί, αποτελεί μια διαδικασία που σκοπό έχει να διευκολύνει τη διήθηση μεγαλύτερων ποσοτήτων νερού από την απορροή, προς τροφοδοσία των υπόγειων υδροφορέων, είτε με την αύξηση της επιφάνειας διήθησης, είτε με άλλες μεθόδους. 1.5 Αλάτωση Σε κάθε οικοσύστημα που δεν αρδεύεται, υπάρχει ισορροπία μεταξύ βροχοπτώσεων από τη μία και εξατμισοδιαπνοής, επιφανειακής απορροής και τροφοδότησης του υπόγειου υδροφόρου ορίζοντα από την άλλη. Αυτή η ισορροπία διαταράσσεται σοβαρά εάν προστεθεί στο οικοσύστημα η άρδευση. Ως αποτέλεσμα της φυσικής διάβρωσης ή αποσάθρωσης, υπάρχουν στα εδάφη άλατα κάθε είδους, μεταφερόμενα με τα νερά της βροχής, και η ποσότητα των αλάτων εξαρτάται από τη σύσταση των αρχικών πετρωμάτων από τα οποία προέρχονται. Το πρόβλημα είναι ιδιαίτερα μεγάλο στις ξηρές περιοχές με έντονη εξάτμιση, και όπου οι βροχοπτώσεις δεν είναι αρκετές ώστε να διαλύσουν και να παρασύρουν μεγάλο ποσοστό αλάτων, όπως γίνεται στις υγρότερες περιοχές. Με την άρδευση, συνεχίζουν να προστίθενται και να συσσωρεύοναι άλατα στο αρδευόμενο σύστημα λόγω της αύξησης της εξατμισοδιαπνοής, της ανεπάρκειας της στράγγισης (αποχεύτεσης) του συνήθως άσχημα σχεδιασμένου αρδευτικού συστήματος και της συνεχούς διήθησης του νερού που συντελεί στην ανύψωση του επιπέδου του υπόγειου υδροφόρου ορίζοντα. Τα εδάφη γίνονται τότε τοξικά για τα φυτά, όταν η συγκέντρωση άλατος φτάσει τα 0.5-1%. Σε ξηρές περιοχές το ποσοστό των αλάτων μπορεί να φτάσει έως και 12%. 1.6 Ανύψωση του υδροφόρου ορίζοντα Aνύψωση του υδροφόρου ορίζοντα έχουμε όταν εδάφη που δεν αποστραγγίζονται καλά, δέχονται περισσότερο νερό απ' όσο μπορούν να απορροφήσουν. Σε μερικές περιπτώσεις ο μισός όγκος του νερού άρδευσης χάνεται, μέσω διήθησης προς τα κάτω. Όταν το επίπεδο του υπόγειου υδροφόρου ορίζοντα ανεβαίνοντας φθάσει κοντά στο επίπεδο του εδάφους, το νερό θα κατευθυνθεί προς τα επάνω με την επίδραση των
τριχοειδών φαινομένων και θα εξατμισθεί γρήγορα, ενώ επιπλέον ποσότητες αλάτων θα συσσωρεύονται στην επιφάνεια του εδάφους κατά τη διάρκεια αυτών των διαδικασιών. Κάτω από τέτοιες συνθήκες, μεγάλες περιοχές μπορεί να εμφανισθούν καλυμμένες με μια άσπρη αλατώδη κρούστα (UNESCO-UNEP, 1995). Τα νερά των ποταμών αυξάνουν την αλατότητά τους καθώς διέρχονται από αρδευόμενες εκτάσεις. Οι ποταμοί γενικώς που περνούν από αρδευόμενα εδάφη πολλαπλασιάζουν την αλατότητά τους όσο πλησιάζουν προς τις εκβολές τους. (Γεωργόπουλος, 1997). H αλάτωση και η ανύψωση του υδροφόρου ορίζοντα είναι από τα πιο σοβαρά σημερινά περιβαλλοντικά προβλήματα, με άμεσες επιπτώσεις στην παγκόσμια παραγωγή τροφής και στην ποιότητα του νερού των ποταμών. Περισσότερο από το 50% της παγκόσμια αρδευόμενης γης εγκαταλείπεται κάθε χρόνο εξ αιτίας αυτών των προβλημάτων (UNESCO-UNEP, 1995). Αναμένεται πως μετά το 2000, μεγάλες καλλιεργήσιμες εκτάσεις που τώρα αρδεύονται θα επαναποδοθούν στις ξηρικές καλλιέργειες. Καθώς θα συρρικνώνονται τα διαθέσιμα αποθέματα γλυκού νερού για τη γεωργία, πιθανώς η καλλιέργεια ποικιλιών που θα είναι ανθεκτικότερα στο αλάτι και την ξηρασία θα κρατήσουν την παγκόσμια παραγωγή δημητριακών σταθερή. Στο Ισραήλ ήδη σήμερα, το βαμβάκι, το καλαμπόκι, οι ντομάτες και τα σπαράγγια αρδεύονται με νερό δύο φορές αλμυρότερο από αυτό που καθορίζεται ως πόσιμο στις ΗΠΑ (Postel, 1993). Για ν' αποφευχθεί η αλάτωση των εδαφών, που οφείλεται στo συνεχώς αυξανόμενο αριθμό των αρδευόμενων περιοχών και στη μειωμένη ροή των ποταμών λόγω της κατασκευής υδατοδεξαμενών αποθήκευσης νερού, πρέπει να απομακρύνεται από το έδαφος μια ποσότητα αλάτων ίση με αυτή που προστίθεται με το νερό, κάτι που είναι πολύ δύσκολο να γίνει. Το σπουδαιότερο μέτρο που μπορεί να εφαρμοστεί, είναι η αρκετά γρήγορη αποστράγγιση του πλεονάζοντος νερού. Αυτό το μέτρο ωστόσο, για να επιτύχει το σκοπό του, θα πρέπει να εφαρμοστεί ταυτόχρονα σε όλες τις καλλιεργούμενες περιοχές, επειδή στην αντίθετη περίπτωση η αποστράγγιση στις ανάντι περιοχές θα αύξανε το περιεχόμενο σε άλατα του νερού των κατάντι περιοχών. Έτσι το κόστος για την παγκόσμια εφαρμογή αυτού του μέτρου είναι τεράστιο. Τελικά η άρδευση με το σύστημα στάγδην είναι η καλύτερη μέθοδος για την αποφυγή αυτών των φαινομένων, αλλά και για την εξοικονόμηση νερού (UNESCO-UNEP, 1995). 1.7 Υπόθεση Με βάση τις πληροφορίες που έχουμε συλλέξει και τις προηγούμενες σχετικές έρευνες που έχουμε μελετήσει, διαμορφώσαμε την εξής υπόθεση:
ένας αριθμός φυτών αφενός 3 φυτά της ποικιλίας Πυξάρι, αφετέρου σπόροι φακής - θα αποτελέσουν αντικείμενο παρατήρησής μας και θα ποτίζονται για ένα χρονικό διάστημα με νερό διαφορετικής περιεκτικότητας σε αλάτι κατά περίπτωση. Τα αποτελέσματα που αναμένουμε είναι: i. Το φυτό (πυξάρι 1) που ποτίζεται με γλυκό νερό θα συνεχίσει να αναπτύσσεται ομαλά. ii. Το φυτό (Πυξάρι 2) που ποτίζεται με νερό περιεκτικότητας 1/3 θαλασσινό νερό θα παρουσιάσει προβλήματα στην ανάπτυξή του μετα από κάποιο χρονικό διάστημα ( π.χ. κιτρίνισμα φύλλων). iii. Το φυτό (Πυξάρι 3) που ποτίζεται με νερό περιεκτικότητας 1/6 θαλασσινό νερό θα εμφανίσει επίσης προβλήματα στην ανάπτυξή του αλλα σε ποιο ήπια μορφή και θα χρειαστει μεγαλυτερο χρονικο διάστημα για την εμφανισή τους. Αναλόγως για τις φακές αναμένουμε τα εξής αποτελέσματα: i. Στο δοχείο 1 με φακές που ποτίζεται με γλυκό νερό, οι φακές θα φυτρώσουν και θα αναπτυχθούν φυσιολογικά. ii. Στα δοχεία 2 με φακές που ποτίζεται με νερό περιεκτικότητας 1/6 θαλασσινό νερό και 3 με φακές που ποτίζεται με νερό περιεκτικότητας 1/3 θαλασσινό νερό, οι φακές δεν θα καταφέρουν να φυτρώσουν.
2.ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ 2.1 Περιγραφή Ερευνητικής Μεθόδου Αυτό το πείραμα έχει δυο πτυχές. Η πρώτη είναι η επίδραση της χρήσης του αλμυρού νερού σε φυτά που είναι ήδη αναπτυγμένα σε κάποιο βαθμό. Η δεύτερη είναι η επίδραση της χρήσης του αλμυρού νερού σε σπόρους. ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΥΟ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΧΡΕΙΑΖΟΜΑΣΤΑΝ ΑΛΜΥΡΟ ΝΕΡΟ ΕΤΣΙ ΠΗΓΑΜΕ ΣΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ ΚΑΙ ΕΦΟΔΙΑΣΤΗΚΑΜΕ ΜΕ ΑΡΚΕΤΟ. ΌΤΑΝ ΓΥΡΙΣΑΜΕ ΣΠΙΤΙ ΧΩΡΙΣΑΜΕ ΤΟ ΘΑΛΑΣΣΙΝΟ ΝΕΡΟ ΣΕ ΤΡΕΙΣ ΦΥΑΛΕΣ ΤΟΥ 1,5L έτσι ώστε το πρώτο να έχει μόνο νερό της βρύσης, το δεύτερο να περιέχει 1/3 θαλασσινό νερό και το τρίτο 1/6 θαλασσινό νερό. i. Πυξάρια: Επισκεφτήκαμε το φυτώριο και διαλέξαμε τρία πυξάρια παρομοίου μεγέθους. Τα τοποθετήσαμε το ένα δίπλα στο άλλο σε ένα ηλιόλουστο σημείο στο μπαλκόνι. Τους πρώτους 2 μήνες τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο που έκανε περισσότερο κρύο τα ποτίζαμε με την ίδια ποσότητα νερού 2 φορές την εβδομάδα. Για το πότισμα του πρώτου πυξαριού χρησιμοποιήσαμε μόνο το νερό από την πρώτη μπουκάλα και κάναμε αντίστοιχα το ίδιο με τα άλλα 2 φυτά. Τον επόμενο μήνα που ανέβηκε η θερμοκρασία τα ποτίζαμε 4 φορές την εβδομάδα. Παρακολουθούσαμε την ανάπτυξη τους και κάθε εβδομάδα κάναμε μετρήσεις του ύψους και δυο πλαϊνών κλαριών από κάθε φυτό. Σε κάθε στάδιο βγάλαμε φωτογραφίες. ii. Φακή: Γεμίσαμε 3 κυπελάκια ίδιας περιεκτικότητας με βαμβάκι κι επάνω ρίξαμε σπόρους φακής. Αυτό το πείραμα διήρκεσε μόνο ένα μήνα (το Μάρτιο). Τα ποτίζαμε μέρα πάρα μέρα, παρακολουθώντας την ανάπτυξή τους. Βγάζαμε φωτογραφίες σε κάθε στάδιο. Το πρώτο κυπελάκι το ποτίζαμε από την πρώτη μπουκάλα (γλυκό νερό), το δεύτερο και το τρίτο με θαλασσινό νερό αντίστοιχα με τα πυξάρια.
2.2 Μεταβλητές Σταθερές Μεταβλητές: τα φυτά η θερμοκρασία η ηλιοφάνεια Σταθερές: η περιεκτικότητα του νερού σε αλάτι η ποσότητα νερού που δίνεται στα φυτά 2.3 Όρια Της Έρευνας Δείγμα Πληθυσμού Το δείγμα πληθυσμού της συγκεκριμένης έρευνας είναι 5: 3 γλαστράκια με πυξάρια και 3 κυπελάκια με φακές. 2.4 Υλικά 3 Πυξάρια 3 Κεσεδάκια φακές Μπουκάλια από αναψυκτικό 1,5L Ογκομετρρικο δοχείο Κάμερα Μεζούρα 2.5 Εργαλεία και Όργανα Μέτρησης Μπουκάλια από αναψυκτικά 1,5L Ογκομετρικό δοχείο για το πότισμα
3.ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ
4.ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
5. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΠΗΓΕΣ www.bio.auth.gr/river/river/theory/unit4/chapter3.htm https://naturehumanity.wordpress.com/ «ΥΦΑΛΜΥΡΩΣΗ ΝΕΡΩΝ.pdf» (ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ, ΤΡΟΥΣΣΑ-ΜΑΡΤΗ ΣΟΦΙΑ, ΧΑΝΙΑ 2009 )
6. ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ Θα ήθελα να ευχαριστήσω τον κ. Μπίκα, τον καθηγητή Τεχνολογίας, για την καθοδήγηση του μέσα στην τάξη. Επίσης θα ήθελα να ευχαριστήσω τον πατέρα μου που πήγε στη θάλασσα να μου εξασφαλίσει επαρκή ποσότητα από το θαλασσινό νερό που χρειαζόμουνα, καθώς και τη μητέρα μου που ήρθε μαζί μου στο φυτώριο και με βοήθησε στις δυσκολίες που αντιμετώπισα κατά την διάρκεια των πειραμάτων. Η βοήθειά σας ήταν πολύτιμη. Σας ευχαριστώ μέσα από την καρδιά μου.