ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI 1 ΣΧΕΣΗ ΜΙΚΡΟΒΙΩΝ ΚΑΙ ΞΕΝΙΣΤΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI ΣΧΕΣΗ ΜΙΚΡΟΒΙΩΝ ΚΑΙ ΞΕΝΙΣΤΗ I ) Γενικές αρχές: Στη φύση υπάρχουν πολλά µικροβιακά είδη, αλλά ορισµένα µόνο είναι παθογόνα αντίστοιχα για τον άνθρωπο, τα ζώα ή τα φυτά. Παθογόνα λέγονται τα µικρόβια που έχουν την ικανότητα να προκαλούν νόσο. Μη παθογόνα ή σαπρόφυτα είναι αυτά που δεν έχουν καµία παθογόνο δράση, ακόµη και αν εισχωρήσουν στον ζώντα οργανισµό. Ο όρος δυνητικά παθογόνα χρησιµοποιείται για µικρόβια που συµπεριφέρονται άλλοτε σαν σαπρόφυτα και άλλοτε σαν παθογόνα, όταν υπάρξει κάποια «πύλη εισόδου». Μια άλλη κατηγορία µικροβίων είναι τα ευκαιριακά µικρόβια που προκαλούν νόσο λόγω έλλειψης αντίστασης του οργανισµού (π.χ. ανoσοκαταστολή). Ορισµένα παθογόνα µικρόβια προκαλούν πάντοτε την ίδια νόσο, δηλαδή είναι το ειδικό αίτιο της νόσου. Έτσι το είδος C diphtariae προκαλεί τη νόσο διφθερίτιδα στον άνθρωπο. Άλλοι µικροοργανισµοί µπορεί να προκαλέσουν διαφορετικά νοσηρά φαινόµενα: Οι Staphylococcus µπορεί να προκαλέσουν οστεοµυελίτιδα, τροφικές δηλητηριάσεις στον άνθρωπο. Η ίδια νόσος παράγεται ενίοτε από διαφορετικά µικρόβια. Η µέση πυώδης ωτίτιδα, επιπεφυκίτιδα, µπορεί να οφείλονται στο ίδιο είδος Staphylococcus. Η λοιµογόνος δύναµη (Virulence) είναι η ικανότητα του µικροβίου να προκαλεί νόσο και θάνατο του µεγαλοοργανισµού. Η µέτρηση της λοιµογόνου δύναµης γίνεται µε πειραµατόζωα. Η µέση θανατηφόρος δόση (= Lethal Dose, LD 50 ) είναι ο αριθµός των µικροβίων που προκαλεί το θάνατο του 50% των πειραµατόζωων σε ορισµένο χρονικό διάστηµα. Η µέση κυτταροπαθογόνος δόση αφορά τους ιούς (D.C.T. 50 = Dose (Cytopathogenic)
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI 2 ΣΧΕΣΗ ΜΙΚΡΟΒΙΩΝ ΚΑΙ ΞΕΝΙΣΤΗ Η µεταδοτικότητα είναι η ικανότητα διαβίβασης του µικροοργανισµού από τον έναν µεγαλοοργανισµό στον άλλο. Η δε διεισδυτικότητα είναι η ικανότητα του µικροοργανισµού να διεισδύει στους ιστούς. Έτσι µικρός αριθµός Pneumococcus προκαλεί το θάνατο σον ποντικό, επειδή έχει λοιµογόνο δύναµη και διεισδυτικότητα, δεν έχει όµως µεταδοτικότητα. Αντιθέτως, ο ιός της ιλαράς είναι διεισδυτικός και µεταδοτικός, αλλά έχει µικρή λοιµογόνο δύναµη. Η µόλυνση είναι η είσδυση ενός µικροβίου στο µεγαλοοργανισµό χωρίς την εµφάνιση νοσηρών διαταραχών. Χρησιµοποιείται κυρίως για τα αντικείµενα, τα τρόφιµα, τα ποτά, ενώ η λοίµωξη αφορά την εγκατάσταση και τον πολλαπλασιασµό ενός µικροβίου στον µεγαλοοργανισµό που έχει σαν αποτέλεσµα την πρόκληση νοσηρών διαταραχών. Η αναµόλυνση αναφέρεται στη νέα µόλυνση (και λοίµωξη) του µεγαλοοργανισµού, ενώ η υπερµόλυνση στην αναµόλυνση µε µεγάλο αριθµό µικροβίων. Ο όρος επιµόλυνση αναφέρεται σε µόλυνση µε άλλο είδος µικροβίου στη διάρκεια της λοίµωξης. Τέλος ο όρος αυτοµόλυνση αφορά τη µόλυνση από σαπρόφυτα των φυσιολογικών χλωρίδων του οργανισµού, µε τοπικές νοσηρές διαταραχές. Η εµφάνιση της λοίµωξης εξαρτάται από 2 παράγοντες: τη λοιµογόνο δύναµη του µικροοργανισµού και το βαθµό ανοσίας του µεγαλοοργανισµού.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI 3 ΣΧΕΣΗ ΜΙΚΡΟΒΙΩΝ ΚΑΙ ΞΕΝΙΣΤΗ ΜΟΛΥΝΣΗ Α ΡΑΣΤΗ ΜΟΛΥΝΣΗ Η ΚΡΥΨΟΜΟΛΥΝΣΗ ΡΑΣΤΙΚΗ ΜΟΛΥΝΣΗ εν γίνονται αντιληπτές νοσηρές διαταραχές Ισχυρή ανοσία α) Ατυπονοσήµατα (µικρονοσήσεις) β) Αλλοιοφανείς νοσήσεις (άτυπες διαταραχές ή συµπτώµατα από ένα όργανο)π.χ. Πολυοµυελίτιδα σαν γαστρεντερικές διαταραχές Μέση ανοσία γ) Εκτρωτικές µορφές Μερικά συµπτώµατα της νόσου, αλλά η διάρκεια τους είναι µικρή και η πορεία τους καλοήθης. εν υπάρχει ανοσία δ) Τυπική νόσηση (όλα τα τυπικά συµπτώµατα) ε) Κεραυνοβόλες µορφές (συµπτώµατα πολύ βαριά και καταλήγουν στο θάνατο) Πίνακας Ι: Σχέση µόλυνσης και ανοσίας
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI 4 ΣΧΕΣΗ ΜΙΚΡΟΒΙΩΝ ΚΑΙ ΞΕΝΙΣΤΗ Το βιολογικό εύρος µιας νόσου είναι το σύνολο των ατυπονοσηµάτων, αλλοιοφανών λοιµώξεων, εκτρωτικών µορφών, τυπικών νοσήσεων και κεραυνοβόλων µορφών. Μεγάλο εύρος εµφανίζουν η πολυοµυελίτιδα, ο κίτρινος πυρετός, η παρωτίτιδα και η χολέρα. Σε αντίθεση µικρό εύρος έχουν η ιλαρά, η ερυθρά και η ευλογιά. Λοιµώδεις νόσοι είναι αυτοί που οφείλονται σε παθογόνα µικρόβια και µεταδοτική είναι η λοίµωξη που µεταδίδεται από άτοµο σε άτοµο. Οι ευκαιριακές νόσοι είναι λοιµώδεις νόσοι που οφείλονται σε σαπρόφυτα της φυσιολογικής µικροβιακής χλωρίδας και εκδηλώνονται σε ανοσοκατεσταλµένα άτοµα. Οι ενδονοσοκοµειακές λοιµώξεις οφείλονται σε µικρόβια που µολύνουν τον πάσχοντα κατά το διάστηµα της θεραπείας στο νοσοκοµείο Το είδος Streptococcus bovis,, µπορεί να προκαλέσει ενδοκαρδίτιδα κατά τη νοσηλεία. Η ιατρογενής λοίµωξη είναι η λοίµωξη που επέρχεται µετά από ιατρικές πράξεις ή επαφή µε ιατρο-νοσηλευτικό προσωπικό. Η ηπατίτιδα που µεταδίδεται µε σύριγγα από γιατρό σε άρρωστο νοσηλευόµενο στο σπίτι του, είναι ιατρογενής λοίµωξη. Αντίθετα, η σαλµονέλωση από ορισµένα τρόφιµα στο νοσοκοµείο, δεν είναι ιατρογενής λοίµωξη. Οι λοιµώξεις εξ εισαγωγής αφορούν τα τροπικά νοσήµατα που εισάγονται σε µια χώρα άλλη από τη χώρα που ενδηµούν. Η επιδηµία είναι µεγάλος αριθµός κρουσµάτων µια λοιµώδους νόσου και όταν αφορά τα ζώα λέγεται επιζωοτία. Η πανδηµία είναι µία επιδηµία που προσβάλλει το µεγαλύτερο µέρος του πληθυσµού και όταν πρόκειται για «πανδηµία επί των ζώων» λέγεται πανζωοτία Η ενδηµία είναι η εµφάνιση µικρού αριθµού κρουσµάτων µιας µεταδοτικής νόσου σ έναν τόπο, ενώ η επιδηµική έξαρση είναι η αύξηση αριθµού κρουσµάτων της ενδηµικής νόσου.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI 5 ΣΧΕΣΗ ΜΙΚΡΟΒΙΩΝ ΚΑΙ ΞΕΝΙΣΤΗ Η σποραδική νόσος ή κρούσµατα σποραδικά είναι αυτά που εµφανίζονται µεµονωµένα στον άνθρωπο, χωρίς να προκαλούν επιδηµίες (λύσσα).
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI 6 ΣΧΕΣΗ ΜΙΚΡΟΒΙΩΝ ΚΑΙ ΞΕΝΙΣΤΗ II ) Μικρόβια ως αιτία νόσου Τρεις παράγοντες είναι υπεύθυνοι για την εξάπλωση µιας νόσου: Αιτιολογικός παράγοντας ή σπόρος Παράγοντας µετάδοσης ή σπορέας Ανοσία του οργανισµού ή έδαφος 1 ) Αιτιολογικός παράγοντας (Σπόρος) α. Αίτηµα Koch Σύµφωνα µε το αίτηµα του Koch, το µικρόβιο θεωρείται ως αιτία νόσου, όταν βρεθεί στους ιστούς, χυµούς του σώµατος των πασχόντων ή των πτωµάτων, αποµονωθεί εκ της εστίας της λοίµωξης και καλλιεργηθεί, προκαλέσει νόσο σε πειραµατόζωο, αποµονωθεί από το πειραµατόζωο και τέλος ανευρεθούν αντισώµατα στο νοσήσαντα. β. Επιθετικός εξοπλισµός µικροβίου Έκαστο µικρόβιο στην επιθετική του προσπάθεια, χρησιµοποιεί ουσίες που παράγει. 1. Τοξίνες. Χαρακτηριστικές ισχυρές τοξικές τοξίνες παράγουν τα Cl. tetani, C diphtariae. 2. Προσβολίνες. Οι ουσίες αυτές διευκολύνουν τη διείσδυση και τον πολλαπλασιασµό των µικροβίων στο µεγαλοοργανισµό. 3. Λευκοκτονίνες. Είναι ουσίες που αδρανοποιούν τα λευκά αιµοσφαίρια. 4. Αιµολυσίνες. Είναι ουσίες που προκαλούν λύση των ερυθρών αιµοσφαιρίων και
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI 7 ΣΧΕΣΗ ΜΙΚΡΟΒΙΩΝ ΚΑΙ ΞΕΝΙΣΤΗ διακρίνονται σε εξωκυττάριες και ενδοκυττάριες. Οι αιµολυσίνες χρησιµοποιούνται στην κατάταξη µικροβίων. Το είδος Streptococcus β-αιµολυτικός παρουσιάζει πλήρη αιµόλυση σε αντίθεση µε το είδος Streptococcus α-αιµολυτικός που παρουσιάζει µερική αιµόλυση. Η αιµόλυση στο αιµατούχο άγαρ οφείλεται στην αιµολυσίνη ή στρεπτολυσίνη S του Streptococcus. Είναι επίσης γνωστό ότι ο Streptococcus παράγει αιµολυσίνη 0, που είναι καλό αντιγόνο και µετά από λοίµωξη αναπτύσσει αντισώµατα, τις αντιστρεπτολυσίνες-0. 5. Κοαγκουλάσες. Είναι ουσίες που προκαλούν πήξη του πλάσµατος. Είδη του γένους Staphylococcus παρουσιάζουν κοαγκουλάσες (πηκτάσες). 6. Ινωδολυσίνες: Είναι ένζυµα που προκαλούν λύση του ινώδους. 7. Υαλουρονιδάση: Είναι ένζυµο που διαλύει το υαλουρονικό οξύ του διάµεσου συνεκτικού ιστού σε δισακχαρίτες και διευκολύνει την επέκταση της λοίµωξης. 8. Ένζυµα. Η λεκιθινάση, η κολλαγενάση, η µουκισινάση και η δεοξυριβονουκλεάση είναι ένζυµο που υπεισέρχονται σε διάφορα στάδια της λοίµωξης. 9. Έλυτρο Το έλυτρο είναι σχηµατισµός που παρακωλύει τη φαγοκυττάρωση και τοιουτοτρόπως επιµηκύνεται ο χρόνος για παραγωγή τοξικών ουσιών από το µικρόβιο. 10. Εξωκυττάριος γλυκοπρωτεΐνη.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI 8 ΣΧΕΣΗ ΜΙΚΡΟΒΙΩΝ ΚΑΙ ΞΕΝΙΣΤΗ Η εξωκυττάριος γλυκοπρωτεΐνη βρίσκεται στην Ρseudomonas, που αποτελεί το τοξικότερο κλάσµα του µικροβίου. 2 ) Παράγων µετάδοσης (= Σπορέας) Α ) Προέλευση των παθογόνων µικροβίων. Οι µικροοργανισµοί που θα προκαλέσουν την λοίµωξη, µπορεί να προέρχονται από µολυσµένο περιβάλλον (αέρα, νερό, έδαφος τρόφιµα), από µολυσµένα αντικείµενα, ζώα, ενδιάµεσους ξενιστές, νοσούντες µεγαλοοργανισµούς, αναρρωνύοντες µεγαλοοργανισµούς και τέλος, υγιείς φορείς µικροβίων Μικροβιοφορείς Οι νοσούντες ή αναρρωνύοντες µεγαλοοργανισµοί και οι υγιείς φορείς µικροβίων αποτελούν τους µικροβιοφορείς. Οι µικροβιοφορείς µπορεί να είναι πρόσκαιροι έως 6 µήνες ή χρόνιοι για περισσότερο από 6 µήνες ή ακόµη και υγιείς µικροβιοφορείς. Οι υγιείς µικροβιοφορείς µπορεί να είναι πρόσκαιροι (στο στάδιο επώασης) ή χρόνιοι. Β ) Τρόποι µόλυνσης και µετάδοσης των παθογόνων µικροβίων Άµεση επαφή Η άµεση επαφή στη µόλυνση επιτυγχάνεται µε τα µολυσµένα χέρια, το φίληµα τη συνουσία (αφροδίσια νοσήµατα), την επαφή του δέρµατος ή τριχών µε δέρµα ή τρίχες ασθενούς (µυκητιάσεις), τέλος τη µηχανική λύση του δέρµατος (τραυµατισµός ή αµυχή). Η µόλυνση είναι ετερογενής αν επέλθει από εξωγενή µικρόβια, ενώ λέγεται αυτοµόλυνση, αν προκληθεί από µικρόβια δέρµατος ή βλεννογόνων του ίδιου του ασθενούς.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI 9 ΣΧΕΣΗ ΜΙΚΡΟΒΙΩΝ ΚΑΙ ΞΕΝΙΣΤΗ Έµµεση επαφή Η έµµεση επαφή προκαλείται µε χρήση των αντικειµένων ατοµικής χρήσης του µεγαλοοργανισµού ή των αντικειµένων κοινής χρήσης του µεγαλοοργανισµού. Αέρας: Οι αερογενείς λοιµώξεις προκαλούνται όταν η µεταφορά των µικροβίων γίνεται µε τα σταγονίδια ή τον κονιορτό, που µεταφέρονται µε τον αέρα. Με τα σταγονίδια οµιλίας µεταδίδεται η ιλαρά και η γρίπη, ενώ µε τον κονιορτό µεταδίδονται τα Mycobacterium tuberculosis και Clostridium Νερό, ποτά, τρόφιµα. Με το νερό, τα τρόφιµα και τα ποτά µεταδίδονται κυρίως οι εντερολοιµώξεις του πεπτικού συστήµατος. Οι τροφικές δηλητηριάσεις, η χολέρα, η δυσεντερία, ο τυφοειδής πυρετός, µεταδίδονται ως ανωτέρω. ιάµεσοι ξενιστές και έντοµα ιάµεσοι ξενιστές και έντοµα µεταδίδουν µερικές επιδηµικές νόσους. Οι οµόλογες νόσοι είναι αυτοί που µεταδίδονται από άνθρωπο σε άνθρωπο µέσω ξενιστού, όπως η περίπτωση της ελονοσίας και της νόσου του ύπνου. Οι ετερόλογες νόσοι µεταδίδονται από το ζώο στον άνθρωπο, όπως η πανώλη, που µεταδίδεται µε τους ποντικούς στον άνθρωπο. Πλακούντας Η µετάδοση νοσηµάτων στο έµβρυο από τη µητέρα γίνεται ορισµένες φορές µε τον πλακούντα. Η σύφιλη και ο ιός της ερυθράς, διαπερνούν τον πλακούντα και µολύνουν το έµβρυο. Μετάγγιση αίµατος Κατά τη µετάγγιση αίµατος µε µολυσµένη σύριγγα µπορεί να µεταδοθούν ιοί όπως ο ιός της Ηπατίτιδας Β, AIDS, C.M.V. (Cytomegalovirus).
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI 10 ΣΧΕΣΗ ΜΙΚΡΟΒΙΩΝ ΚΑΙ ΞΕΝΙΣΤΗ Γ ) Πύλη εισόδου των µικροβίων στον οργανισµό Το καλυπτήριο σύστηµα Το υγιές δέρµα αποτελεί φραγµό. Ορισµένα µικρόβια εµφανίζουν τροπισµό για την πύλη εισόδου, δεν προκαλούν λοίµωξη, αν εισχωρήσουν από άλλη περιοχή. Το Clostridium tetani δεν προκαλεί λοίµωξη αν εισχωρήσει από βλεννογόνο ενώ αντιθέτως προκαλεί αν εισχωρήσει κατόπιν λύσης της συνέχειας του δέρµατος. Σε αντίθεση το είδος Neisseria gonorrhea προκαλεί λοίµωξη µόνον όταν εισέλθει από βλεννογόνο. Βλεννογόνοι Οι διάφοροι βλεννογόνοι του σώµατος µας, επιπεφυκώτας, βλεννογόνος µύτης, φάρυγγα, ανωτέρων αναπνευστικών οργάνων, κυψελίδων, στόµατος, εντέρου, ουρήθρας, γεννητικών οργάνων και απευθυσµένου, µπορεί να αποτελέσουν πύλη εισόδου µικροβίων στον µεγαλοοργανισµό. οργανισµό: ) Η τύχη των παθογόνων µικροβίων µετά την είσοδό τους στον Η τύχη των παθογόνων µικροβίων µετά την είσοδό τους στον µεγαλοοργανισµό είναι ποικίλη. Υπάρχουν µικρόβια που προσβάλλουν µόνο το καλυπτήριο σύστηµα (µύκητες), άλλα δηµιουργούν τοπικά φλεγµονή (πυογόνοι κόκκοι) ενώ ορισµένα µικρόβια φέρονται µε το αίµα (ελονοσία) η τα νεύρα (ιός λύσσας). Τέλος, υπάρχουν µικρόβια που παραµένουν στην πύλη εισόδου αλλά δρουν µε τοξίνες (Cl. tetani) ή άλλα αναπτύσσονται τοπικά και προκαλούν παθολογοανατοµικές βλάβες, όπως στην περίπτωση της χολέρας που προκαλεί δυσεντερία. Άλλα µικρόβια ή παράσιτα κατόπιν δήγµατος αρθρόποδου, µεταφέρονται µε την κυκλοφορία, ενώ άλλα εισχωρούν στους ιστούς όπως στην περίπτωση της N.meningitidis που µεταφέρεται στους µήνιγγες αιµατογενώς.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI 11 ΣΧΕΣΗ ΜΙΚΡΟΒΙΩΝ ΚΑΙ ΞΕΝΙΣΤΗ Κάποια άλλα µικρόβια ακολουθούν τη λεµφική οδό (αδενίτιδες, λεµφαγγειίτιδες). Μερικές φορές η λοίµωξη προχωρεί από τον έναν ιστό ή όργανο σε άλλα γειτονικά. Επέκταση της λοίµωξης µπορεί να προκληθεί από τον κόλπο στη µήτρα τις σάλπιγγες και τις ωοθήκες. Μικροβιαιµία είναι το σύνολο των παθογόνων ή σαπρόφυτων µικροβίων που κυκλοφορούν στο αίµα. Η ταυτόχρονη εµφάνιση τοξικών ή σηπτικών φαινοµένων (πυρετού, ρίγους), χαρακτηρίζεται σαν σηψαιµία. Πυαιµία: Στην κατάσταση αυτή πλην των της σηψαιµίας συµπτωµάτων, εµφανίζονται και τοπικά αποστήµατα στους ιστούς. Ε ) Αποβολή των µικροβίων από τον µεγαλοοργανισµό: Ορισµένα από τα µικρόβια που προκαλούν λοίµωξη καταστρέφονται κατά τη διάρκεια της λοίµωξης ενώ άλλα αποβάλλονται. Η αποβολή από το αναπνευστικό σύστηµα γίνεται µε το βήχα, το φτάρνισµα ή την οµιλία. Στις εντερολοιµώξεις, η αποβολή των µικροοργανισµών γίνεται µε τα κόπρανα. Οδοί εξόδου αποτελούν επίσης τα βιολογικά υγρά όπως τα ούρα, το γάλα, η σίελος, τα δάκρυα, οι τρίχες, το πύον.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI 12 ΣΧΕΣΗ ΜΙΚΡΟΒΙΩΝ ΚΑΙ ΞΕΝΙΣΤΗ 3 ) Ο παράγοντας ανοσίας του οργανισµού (Έδαφος) Ανοσία καλείται η φυσική ή επίκτητος, µόνιµος ή παροδική, µερική ή ολική κατάσταση δυσπάθειας, την οποία αποκτούν οι οργανισµοί έναντι των παθογόνων µικροβίων και των τοξικών τους προϊόντων. Α Ν Ο Σ Ι Α ιαίρεση της ανοσίας Ταξινόµηση 1 η Α. Φυσική α. Ειδών Μορφές Παθητικής Ανοσίας β. Φυλών γ. Ατόµων I. Ενεργητική Αυτόµατος: αυτή αποκτάται (π.χ. ιλαρά, οστρακιά, κίτρινος πυρετός, δεν προσβάλλουν τα ζώα) (π.χ. τα πρόβατα της Αλγερίας, δύσκολα προσβάλλονται από τον άνθρακα. Οι µαύροι αντέχουν στην µόλυνση του κίτρινου πυρετού, ενώ είναι πολύ ευπαθείς στο βάκιλο του Koch). (π.χ. σε καιρό επιδηµίας κάποια άτοµα δεν προσβάλλονται από τη νόσο). 1.α ια κρυψιµολύνσεως 1.β Κατόπιν νόσησης Β. Επίκτητος 2. Τεχνητή: Αποκτάται µε εµβόλια II. Παθητική (επιτυγχάνεται µε ορούς) III. Συγγενής (µεταβιβάζεται στο βρέφος µε τον πλακούντα) IV. Με το γάλα στο βρέφος V. Τοπική Ταξινόµηση 2 η Ανοσία Ταξινόµηση 3 η Ανοσία Αντιµικροβιακή Αντιτοξική Μερική Ολική (στην περίπτωση αυτή ο οργανισµός αντιδρά κατά των µικροβίων) (στην περίπτωση αυτή ο οργανισµός εξουδετερώνει τα τοξικά µικρόβια). (η δυσπάθεια του οργανισµού να υπερνικηθεί από τα µικρόβια) (η δυσπάθεια του οργανισµού είναι πλήρης και απόλυτη έναντι των µικροβίων). Πίνακας: ιαφορές στην ταξινόµηση της ανοσίας