ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΚΛΙΜΑΚΙΟ ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΔΑΠΑΝΩΝ ΣΤΟ Ι ΤΜΗΜΑ ΠΡΑΞΗ 104/2018 Αποτελούμενο από την Πρόεδρο του Κλιμακίου, Μαρία Αθανασοπούλου, Σύμβουλο, και τα μέλη Χρυσούλα Μιχαλάκη και Γεωργία Κάνδυλα, Παρέδρους. Συνήλθε στην αίθουσα διασκέψεων του Καταστήματός του, που βρίσκεται στην Αθήνα, στις 8 Μαΐου 2018, με την παρουσία της Γραμματέως του Πελαγίας Κρητικού. Για να αποφανθεί, ύστερα από σχετική διαφωνία που ανέκυψε μεταξύ της Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στο Νομό ΧΧΧ και του Δήμου ΧΧΧ, σχετικά με τη θεώρηση ή μη του 481, οικονομικού έτους 2017, χρηματικού εντάλματος πληρωμής του ανωτέρω Δήμου. Άκουσε την εισήγηση της Παρέδρου Γεωργίας Κάνδυλα Μελέτησε τα σχετικά έγγραφα Και Σκέφθηκε κατά το Νόμο Ι. H Επίτροπος του Ελεγκτικού Συνεδρίου στο Νομό ΧΧΧ αρνήθηκε, με τη 49/14.9.2015 πράξη επιστροφής, να θεωρήσει το 296, οικονομικού έτους 2015, χρηματικό ένταλμα πληρωμής του Δήμου ΧΧΧ, ποσού 6.107,26 ευρώ, το οποίο αφορούσε στην καταβολή του εφάπαξ βοηθήματος του ν. 103/1975 (ΦΕΚ Α 167) στους φερόμενους ως δικαιούχους ΧΧΧ, ΧΧΧ και ΧΧΧ, τέκνα της θανούσης ΧΧΧ, δημοτικής υπαλλήλου, με την αιτιολογία ότι η εντελλόμενη δαπάνη είναι μη νόμιμη, καθόσον δεν συντρέχουν, εν προκειμένω, οι προϋποθέσεις του άρθρου 1 παρ. 2 του ν. 103/1975 για την καταβολή αυτού στους ως άνω κληρονόμους, δοθέντος ότι βάσει της 22044/2012 πράξης του Διευθυντή της 43ης Διεύθυνσης του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους (Γ.Λ.Κ.) αυτοί δεν δικαιούνται να λάβουν σύνταξη λόγω θανάτου της μητέρας τους, ενώ από τα δικαιολογητικά του χρηματικού εντάλματος δεν προκύπτει ότι η δικαιοπάροχός τους είχε θεμελιώσει κατά την ημέρα του θανάτου της συνταξιοδοτικό δικαίωμα. Ο Δήμος ΧΧΧ, αντικατέστησε το ως άνω χρηματικό ένταλμα πληρωμής με το 481, οικονομικού έτους 2017 ισόποσο όμοιο, το οποίο επανέφερε για θεώρηση με το από 6.11.2017 έγγραφο της Προϊσταμένης της Διεύθυνσης Διοικητικών Υπηρεσιών, στο οποίο επισυνάπτεται και η 8561/2014 απόφαση του Διευθυντή Εφάπαξ Παροχών του Ταμείου Προνοίας Δημοσίων Υπαλλήλων (Τ.Π.Δ.Υ.). Η Επίτροπος, όμως, ενέμεινε στην άρνησή της να το
θεωρήσει, με αποτέλεσμα να ανακύψει διαφωνία, για την άρση της οποίας νομίμως απευθύνεται, με την από 1.12.2017 έκθεσή της, στο παρόν Κλιμάκιο. ΙI. Α.1. Επειδή, στο άρθρο 1 του β.δ. της 3/13.7.1936 «Περί Οργανισμού του Ταμείου Προνοίας Δημοσίων Υπαλλήλων» (ΦΕΚ Α 285) ορίζονται τα εξής: «1. Ιδρύεται Ταμείον Προνοίας Δημοσίων Υπαλλήλων με έδραν τας Αθήνας. 2. Σκοπός του Ταμείου τούτου είναι η, συμφώνως προς τας επομένας διατάξεις, χορήγησις εφ άπαξ χρηματικού βοηθήματος εις τον εκ της δημοσίας υπηρεσίας απολυόμενον ή αποχωρούντα ησφαλισμένον, ή εν περιπτώσει θανάτου τούτου, εις τα μέλη της οικογενείας του ( )». Μετά την ένταξη (από 1.8.2008, με το άρθρο 115 του ν. 3655/2008, ΦΕΚ Α 58) στο Τ.Π.Δ.Υ. άλλων ταμείων ή κλάδων πρόνοιας ως τομέων αυτού συστάθηκε στο ίδιο Ταμείο (με το άρθρο 20 παρ. 3α του ν. 3846/2010, ΦΕΚ Α 66/11.5.2010) τομέας με πλήρη λογιστική και οικονομική αυτοτέλεια με την ονομασία «Τομέας Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων», ο οποίος αποτελεί συνέχεια του μέχρι 31.7.2008 υφισταμένου Ταμείου. Περαιτέρω, στο άρθρο 5 παρ. 1 του Οργανισμού του Τ.Π.Δ.Υ., όπως η παράγραφος αυτή τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 του π.δ. 666/1978, ορίζονται τα εξής: «Δικαίωμα λήψεως εφ άπαξ βοηθήματος εκ του Ταμείου Προνοίας Δημοσίων Υπαλλήλων έχουν οι παρ αυτώ ησφαλισμένοι υπό τινά των εν άρθρω 4 παρ. 1 του Οργανισμού ιδιοτήτων και προϋποθέσεων οι δικαιωθέντες συντάξεως εκ του Δημοσίου Ταμείου, εφ όσον συνεπλήρωσαν χρόνον ασφαλίσεως: α) ( )». Ακολούθως, στο άρθρο 6 του ίδιου Οργανισμού, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 2 της 56952/15.11.1952 αποφάσεως του Υπουργού Εργασίας (ΦΕΚ Β 238), ορίζονται τα εξής: «Δικαίωμα εφ άπαξ βοηθήματος εκ του Ταμείου Προνοίας Δημοσίων Υπαλλήλων έχουσι και οι μη δικαιούμενοι συντάξεως εκ του Δημοσίου Ταμείου, εφ όσον συνεπλήρωσαν χρόνον ασφαλίσεως: α)( )». Επιπλέον, στην παράγραφο 1 του άρθρου 56 του ν. 2084/1992 «Αναμόρφωση κοινωνικής ασφάλισης και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α 165), όπως αυτή ισχύει μετά την προσθήκη σε αυτήν τρίτου εδαφίου με το άρθρο 16 παρ. 5 περ. β του ν. 2556/1997 (ΦΕΚ Α 270), ορίζεται ότι: «Στον ασφαλισμένο σε κάθε φορέα ασφάλισης πρόνοιας απονέμεται εφάπαξ βοήθημα, εφόσον έτυχε κύριας σύνταξης λόγω γήρατος ή οριστικής αναπηρίας από οποιονδήποτε φορέα και πληροί τις λοιπές προϋποθέσεις του οικείου ταμείου. Εφάπαξ βοήθημα χορηγείται στους κατά τις διατάξεις κάθε φορέα ασφάλισης πρόνοιας δικαιούχους θανόντος ασφαλισμένου, εφόσον συντρέχουν οι χρονικές προϋποθέσεις συνταξιοδοτήσεως λόγω θανάτου που ισχύουν στο φορέα κύριας ασφάλισης. Στην περίπτωση κατά την οποία, σύμφωνα με το παραπάνω εδάφιο, δεν υπάρχουν πρόσωπα που δικαιούνται σύνταξη εξαιτίας του θανάτου του ασφαλισμένου, το εφάπαξ βοήθημα χορηγείται στον επιζώντα σύζυγο και στα τέκνα αυτού ανάλογα με το κληρονομικό τους δικαίωμα». Περαιτέρω, στο άρθρο 58 του ίδιου νόμου 2084/1992, ορίζονται τα εξής: «1. Οι διατάξεις των άρθρων 44 έως 58 του παρόντος νόμου έχουν εφαρμογή για τους μέχρι 31.12.1992
ασφαλισμένους σε οποιονδήποτε φορέα κύριας ασφάλισης, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις. 2. Για τα ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά θέματα, που δεν ρυθμίζονται από τις διατάξεις του τέταρτου μέρους του παρόντος νόμου (άρθρα 44 έως 58), εξακολουθούν να ισχύουν οι υφιστάμενες γενικές ή ειδικές διατάξεις των φορέων». Τέλος, στο άρθρο 1710 του Αστικού Κώδικα (π.δ. 456/1980, ΦΕΚ Α 164) ορίζεται ότι: «Κατά το θάνατο του προσώπου η περιουσία του ως σύνολο (κληρονομία) περιέρχεται από το νόμο ή από διαθήκη σε ένα ή περισσότερα πρόσωπα (κληρονόμοι). Η κληρονομική διαδοχή από το νόμο επέρχεται όταν δεν υπάρχει διαθήκη, ή όταν η διαδοχή από διαθήκη ματαιωθεί ολικά ή μερικά» και στο άρθρο 1813 ότι: «Ως κληρονόμοι εξ αδιαθέτου στην πρώτη τάξη καλούνται οι κατιόντες του κληρονομουμένου.( ) Τα τέκνα κληρονομούν κατ ισομοιρία». 1.1. Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι απαραίτητη προϋπόθεση για τη θεμελίωση δικαιώματος ασφαλισμένου του Τ.Π.Δ.Υ. για απόληψη εφάπαξ βοηθήματος από το Ταμείο αυτό είναι η προηγούμενη απονομή σε αυτόν συντάξεως, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων (ΣτΕ 3484/2011, 121,1092/2012, 2914/2013 κ.ά.). Η προϋπόθεση αυτή προβλέπεται, τόσο στη διάταξη του άρθρου 5 παρ. 1 του Οργανισμού του ως άνω Ταμείου, όσο και στη νεότερη διάταξη του άρθρου 56 παρ. 1 εδ. πρώτο του ν. 2084/1992. Εκ τούτων παρέπεται ότι, αν δεν πληρούται η εν λόγω ουσιαστική προϋπόθεση, δεν υφίσταται νόμιμη προσδοκία χορηγήσεως εφάπαξ παροχής. Εξάλλου, πρόσωπα, τα οποία κληρονομούν εξ αδιαθέτου ή εκ διαθήκης ασφαλισμένο του Τ.Π.Δ.Υ., που λόγω μη προηγουμένης συνταξιοδοτήσεώς του από το Δημόσιο δεν έχει αποκτήσει, κατά τον χρόνο του θανάτου του, δικαίωμα για απόληψη εφάπαξ βοηθήματος (δηλαδή αποβιώσαντα, είτε κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του, είτε μετά την έξοδό του από την υπηρεσία και πριν από τη συνταξιοδότησή του από το Δημόσιο και -σε αμφότερες τις περιπτώσεις- πριν από τη χορήγηση σε αυτόν του εφάπαξ βοηθήματος που θα εδικαιούτο να λάβει από το Τ.Π.Δ.Υ. όταν θα συνταξιοδοτείτο από το Δημόσιο Ταμείο), χωρίς να έχουν κατά νόμο δικαίωμα να λάβουν από το Δημόσιο Ταμείο σύνταξη, λόγω του θανάτου του ή εμπίπτουν μεν στον κύκλο των μελών της οικογενείας του θανόντος εν υπηρεσία υπαλλήλου-ασφαλισμένου του Ταμείου, τα οποία δικαιούνται κατά νόμο συντάξεως από το Δημόσιο Ταμείο, όμως, δεν συντρέχουν στη συγκεκριμένη περίπτωση οι απαιτούμενες από τις οικείες συνταξιοδοτικές διατάξεις προϋποθέσεις και για αυτό τον λόγο δεν δικαιώθηκαν συντάξεως από το Δημόσιο Ταμείο, δεν έχουν δικαίωμα λήψεως εφάπαξ βοηθήματος από το εν λόγω Ταμείο, αφού δεν αποκτούν τέτοιο δικαίωμα, ούτε ως εκ της ιδιότητάς τους ως κληρονόμων, ούτε ως πρόσωπα δικαιούμενα σύνταξη από το Δημόσιο, λόγω του θανάτου του ασφαλισμένου. Από τα ως άνω πρόσωπα εξαιρούνται ο επιζών σύζυγος και τα τέκνα του ασφαλισμένου του Τ.Π.Δ.Υ., εφόσον δεν δικαιώθηκαν συντάξεως από το Δημόσιο Ταμείο λόγω του θανάτου του και δεν υπάρχουν άλλα πρόσωπα δικαιούμενα σύνταξη από το Δημόσιο
εξαιτίας του θανάτου του. Στην ειδική αυτή περίπτωση, ο επιζών σύζυγος, καθώς και τα τέκνα του ασφαλισμένου έχουν δικαίωμα λήψεως του εφάπαξ βοηθήματος του θανόντος ασφαλισμένου κατά το ποσοστό του κληρονομικού τους δικαιώματος (ΔΠρωτΑθ απόφ. 20294/2017, πρβλ. ΣτΕ 1250/2015, 910/2016, 2001/2014). Β.1. Με το άρθρο 21 του ν. 3232/2004 (ΦΕΚ Α 48), όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 57 του ν. 3518/2006 (ΦΕΚ Α 272), ορίζονται τα εξής: «1. Στο Ταμείο Προνοίας Δημοσίων Υπαλλήλων συνιστάται κλάδος με την ονομασία "Κλάδος Πρόνοιας Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ.", στον οποίο υπάγεται υποχρεωτικά το μόνιμο προσωπικό των Ν.Π.Δ.Δ., που δεν υπάγεται σε άλλο φορέα πρόνοιας ούτε στον Α.Ν. 513/1968 (ΦΕΚ 186 Α ) για τη λήψη εφάπαξ βοηθήματος. Ο κλάδος έχει πλήρη οικονομική και λογιστική αυτοτέλεια. Στο συνιστώμενο κλάδο υπάγονται υποχρεωτικά και όσοι υπάλληλοι είναι ασφαλισμένοι στο καθεστώς του Ν. 103/1975 (ΦΕΚ 167 Α ) μέχρι την 31.12.2005. Σκοπός του κλάδου αυτού είναι η καταβολή εφάπαξ βοηθήματος στους ασφαλισμένους που αποχωρούν από την υπηρεσία τους και συνταξιοδοτούνται λόγω γήρατος ή οριστικής αναπηρίας. ( ) Χρόνος ασφάλισης είναι ο διανυόμενος από το χρόνο έναρξης λειτουργίας του κλάδου χρόνος υπηρεσίας των υπαλλήλων στα οικεία Ν.Π.Δ.Δ. ή σε οποιαδήποτε υπηρεσία υπηρετούν για την οποία είναι ασφαλισμένοι μέχρι 31.12.2005 στο καθεστώς του Ν. 103/1975 (ΦΕΚ 167 Α ). Οι προϋποθέσεις χορήγησης εφάπαξ βοηθήματος στους ασφαλισμένους και στα μέλη οικογενείας τους σε περίπτωση θανάτου, οι υποκείμενες σε εισφορά αποδοχές, ο καθορισμός του βοηθήματος, η άσκηση του δικαιώματος για λήψη εφάπαξ βοηθήματος, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των επαναδιοριζομένων, η παραγραφή, το ανεκχώρητο και ακατάσχετο των βοηθημάτων και εισφορών, καθώς και κάθε άλλη ρύθμιση διέπονται από τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις της νομοθεσίας που διέπει το Ταμείο Προνοίας Δημοσίων Υπαλλήλων. ( ) Το εφάπαξ βοήθημα το οποίο δικαιούνται οι αποχωρούντες ασφαλισμένοι υπολογίζεται για όλο το χρόνο υπηρεσίας τους που έχει διανυθεί από 1.10.1975 και εφεξής και καταβάλλεται κατ αναλογία από το Τ.Π.Δ.Υ. για το χρόνο ασφάλισης που πραγματοποιήθηκε σε αυτό και για το οποίο καταβλήθηκαν ασφαλιστικές εισφορές και το υπόλοιπο ποσό από το νομικό πρόσωπο στο οποίο ετηρείτο ο λογαριασμός του Ν. 103/1975 (ΦΕΚ 167 Α ) και στον οποίο ήταν ασφαλισμένος ο υπάλληλος μέχρι την 31.12.2005. ( ) Σε περίπτωση μετατροπής, κατάργησης ή συγχώνευσης του Ν.Π.Δ.Δ., η επιβάρυνση για την κάλυψη του ανωτέρω ποσού καλύπτεται από τον προϋπολογισμό του διαδόχου εργασιακού φορέα ( ) Η λειτουργία του Κλάδου αρχίζει από 1.1.2006». 1.1. Με τις ανωτέρω διατάξεις επιδιώχθηκε η σταδιακή εξομοίωση των υπαλλήλων των ν.π.δ.δ. που δικαιούνται του εφάπαξ βοηθήματος του ν.103/1975 με τους δημοσίους υπαλλήλους και προβλέφθηκε η χορήγηση του εν λόγω βοηθήματος, κατά τον προβλεπόμενο εκάστοτε τρόπο υπολογισμού του, σύμφωνα με τις διατάξεις του Οργανισμού του Ταμείου Προνοίας Δημοσίων Υπαλλήλων (βλ. και την αιτιολογική
έκθεση των ερμηνευόμενων διατάξεων). Η βούληση αυτή του νομοθέτη εκφράστηκε και με την δημιουργία του αυτοτελούς κλάδου προνοίας υπαλλήλων ν.π.δ.δ. εντός του Τ.Π.Δ.Υ., προκειμένου η ως άνω κατηγορία υπαλλήλων να τύχει της απαιτούμενης ασφαλιστικής προστασίας για τη λήψη εφάπαξ βοηθήματος. Ωστόσο, οι ειδικότερες προϋποθέσεις για τη χορήγηση του εν λόγω βοηθήματος καθορίζονται στον Οργανισμό του Τ.Π.Δ.Υ., στις διατάξεις του οποίου ρητώς παραπέμπει το άρθρο 21 του ν. 3232/2004 και κατά το οποίο τούτο υπολογίζεται για όλο το χρόνο υπηρεσίας των εν λόγω υπαλλήλων, που έχει διανυθεί από 1.10.1975 και εφεξής και καταβάλλεται κατ αναλογία από το Τ.Π.Δ.Υ. για το χρόνο ασφάλισης που πραγματοποιήθηκε σε αυτό και για το οποίο καταβλήθηκαν ασφαλιστικές εισφορές, το δε υπόλοιπο από το νομικό πρόσωπο, στο οποίο ετηρείτο ο λογαριασμός του ν. 103/1975 και στο οποίο ήταν ασφαλισμένος ο υπάλληλος έως τις 31.12.2005 σε περίπτωση δε κατάργησης ή συγχώνευσης αυτού υπόχρεος για την καταβολή του βοηθήματος είναι ο διάδοχος εργασιακός φορέας (πρβλ. Τριμ. ΔΕφ Θεσ/κης 829/2016). ΙΙΙ. Στην κρινόμενη περίπτωση, από τα δικαιολογητικά που συνοδεύουν τα ελεγχόμενα χρηματικά εντάλματα πληρωμής προκύπτουν τα ακόλουθα: Α. Η ΧΧΧ, τέως ασφαλισμένη στο Ταμείο Ασφαλίσεως Εμπόρων (Τ.Α.Ε.), από 1.1.1989 έως 31.12.1993, διορίστηκε σε κενή οργανική θέση μονίμου υπαλλήλου κατηγορίας ΥΕ και ειδικότητας βοηθητικού προσωπικού Μαγειρείου του Α Κρατικού Βρεφονηπιακού Σταθμού ΧΧΧ (ν.π.δ.δ.), δυνάμει της 23/20.12.1995 απόφασης του διοικητικού συμβουλίου αυτού, η οποία, αφού εγκρίθηκε με την 711/11.1.1996 απόφαση του Περιφερειακού Διευθυντή ΧΧΧ, δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (ΦΕΚ τ. Ν.Π.Δ.Δ. 14/22.1.1996) και ανακοινώθηκε σ αυτήν, στις 26.1.1996. Με την 5/17.9.2001 πράξη του Προέδρου του διοικητικού συμβουλίου του Α Κρατικού Βρεφονηπιακού Σταθμού του Δήμου ΧΧΧ (ΦΕΚ τ. Ν.Π.Δ.Δ. 249/18.10.2001 διαπιστώθηκε η αυτοδίκαιη μετάταξή της σε προσωποπαγή θέση του δημοτικού νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου του Α Βρεφονηπιακού Σταθμού του Δήμου ΧΧΧ. Μετά τη συγχώνευση όλων των νομικών προσώπων, παιδικών και βρεφονηπιακών σταθμών του Δήμου ΧΧΧ σε ένα νομικό πρόσωπο, με την επωνυμία «Παιδικοί και Βρεφονηπιακοί Σταθμοί Δήμου ΧΧΧ» [βλ. τη 278/2001 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου ΧΧΧ (ΦΕΚ Β ΧΧΧ)] και την εν συνεχεία κατάργηση, δυνάμει της 167/8/19.4.2011 απόφασης του δημοτικού συμβουλίου ΧΧΧ, η οποία εγκρίθηκε με την ΧΧΧ απόφαση της Γεν. Γραμματέως Αποκεντρωμένης Διοίκησης ΧΧΧ (ΦΕΚ Β ΧΧΧ), των αναφερόμενων σε αυτή δημοτικών νομικών προσώπων, μεταξύ δε αυτών και του νομικού προσώπου «Παιδικοί και Βρεφονηπιακοί Σταθμοί Δήμου ΧΧΧ», το προσωπικό αυτών κατέστη αυτοδικαίως προσωπικό του Δήμου ΧΧΧ και τοποθετήθηκε σε προσωποπαγείς θέσεις που προβλέφθηκαν στο νέο Οργανισμό Εσωτερικής Υπηρεσίας του Δήμου.
Στην τελευταία αυτή απόφαση αναφέρεται ότι από τη δημοσίευση αυτής στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ο Δήμος ΧΧΧ υποκαθιστά αυτοδικαίως τα νομικά πρόσωπα που καταργούνται σε όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους, εξομοιούμενος με καθολικό διάδοχο. Από τα παραπάνω προκύπτει ότι η ΧΧΧ υπηρέτησε, από την ημερομηνία διορισμού της έως τις 15.6.2011, σε δημοτικό νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, από δε τις 16.6.2011 έως τις 3.12.2011, ημερομηνία κατά την οποία απεβίωσε (βλ. αντίγραφο του από 23.1.2012 αποσπάσματος της 382/2011 ληξιαρχικής πράξης θανάτου του ληξίαρχου ΧΧΧ), υπηρέτησε σε προσωποπαγή θέση στο Δήμο ΧΧΧ. Επιπλέον, από τις 1966 και 1967/30.1.1012 βεβαιώσεις της Προϊσταμένης της Διεύθυνσης Παιδικών και Βρεφονηπιακών Σταθμών του Δήμου ΧΧΧ προκύπτει ότι πραγματοποιήθηκαν οι νόμιμες κρατήσεις για την υπάλληλο αυτή υπέρ του λογαριασμού του ν. 103/1975, από τις 29.1.1996 έως τις 31.12.2005, καθώς και οι αντίστοιχες κρατήσεις υπέρ του Κλάδου Πρόνοιας Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. για το εντεύθεν χρονικό διάστημα έως τις 3.12.2011, ήτοι την ημερομηνία εξόδου αυτής από την υπηρεσία λόγω θανάτου. Κατόπιν αυτού, τα τέκνα αυτής, μοναδικοί πλησιέστεροι συγγενείς της θανούσης (βλ. και το 17931/7.9.2015 πιστοποιητικό του Δημάρχου ΧΧΧ) και ήδη φερόμενοι ως δικαιούχοι του χρηματικού εντάλματος πληρωμής, υπέβαλαν ενώπιον του Γ.Λ.Κ. αίτηση για τον κανονισμό σε αυτούς σύνταξης λόγω θανάτου της μητέρας τους, ενώπιον δε του Δήμου ΧΧΧ τις 10854 6/21.5.2015 αιτήσεις για την καταβολή σε αυτούς του εφάπαξ βοηθήματος του ν. 103/1975. Επί των ως άνω αιτήσεων εκδόθηκε η 22044/2012 πράξη του Διευθυντή της 43ης Διεύθυνσης του Γ.Λ.Κ., με την οποία απορρίφθηκε η αίτησή τους για τον κανονισμό συντάξεως, διότι αυτοί ήταν ενήλικα και έγγαμα τέκνα της θανούσης και, επομένως, δεν συνέτρεχαν στο πρόσωπό τους οι προϋποθέσεις του άρθρου 5 παρ. 1 περίπτ. β και δ του π.δ/τος 169/2007. Επί των λοιπών αιτήσεών τους εκδόθηκε η 12406/29.5.2015 απόφαση του Δημάρχου ΧΧΧ, με την οποία αυτές έγιναν δεκτές και εγκρίθηκε η καταβολή σε αυτούς από το Δήμο του εφάπαξ βοηθήματος του ν. 103/1975, ποσού 6.107,26 ευρώ, υπολογιζόμενο σύμφωνα με τα ειδικώς οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 21 του ν. 3232/2004, για το χρονικό διάστημα από 29.1.1996 έως 31.12.2005 (βλ. συνημμένο φύλλο υπολογισμού). Ήδη, με το έγγραφο επανυποβολής του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος προσκομίζεται η 8561/25.2.2014 απόφαση του Διευθυντή εφάπαξ παροχών του Τ.Π.Δ.Υ. (Τομέας Πρόνοιας Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ.), η οποία εκδόθηκε επί της 795/2012 αιτήσεως της ΧΧΧ, με την οποία της χορηγείται ασφαλιστική παροχή ποσού 3.665,92 ευρώ. Ακολούθησε η 301/11.6.2015 απόφαση του δημοτικού συμβουλίου ΧΧΧ, η οποία ενέκρινε την πραγματοποίηση της δαπάνης σύμφωνα με τη 12406/29.5.2015 απόφαση του Δημάρχου και, τέλος, η 235/2015 απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής, με την οποία διατέθηκε πίστωση ποσού 6.107,26 ευρώ σε βάρος του Κωδικού Αριθμού Εξόδων 70.05-6013.0001 του προϋπολογισμού του Δήμου, οικονομικού έτους 2015. Συναφώς, για την καταβολή της δαπάνης εκδόθηκε
αρχικά το 296, οικονομικού έτους 2015, χρηματικό ένταλμα πληρωμής, το οποίο αντικαταστάθηκε, στη συνέχεια, από το ελεγχόμενο ισόποσο όμοιο. Β. Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα ειδικότερα έγιναν ερμηνευτικά δεκτά στη νομική σκέψη της παρούσας (υπό στοιχ ΙΙ.Α και Β), το Κλιμάκιο κρίνει ότι η υπό κρίση δαπάνη παρίσταται, εν προκειμένω, νόμιμη. Και τούτο, διότι, λαμβάνοντας υπόψη ότι με το άρθρο 56 παρ. 1 του ν. 2084/1992 εισήχθη, καταρχήν, για τους μέχρι 31.12.1992 ασφαλισμένους σε οποιοδήποτε φορέα κύριας ασφάλισης, όπως η ΧΧΧ, η οποία κατά το χρονικό αυτό σημείο ήταν ασφαλισμένη στο Τ.Α.Ε., ευνοϊκή ρύθμιση για τα τέκνα θανόντος ασφαλισμένου που κληρονομούν εξ αδιαθέτου, οι φερόμενοι ως δικαιούχοι του χρηματικού εντάλματος πληρωμής, τέκνα της προαναφερόμενης δημοτικής υπαλλήλου, δικαιούνται σε κάθε περίπτωση να λάβουν το εφάπαξ βοήθημα, κατά το λόγο της κληρονομικής τους μερίδας, ελλείψει άλλων δικαιούχων προσώπων, ήτοι κατά το ένα τρίτο έκαστος, μολονότι η δικαιοπάροχός τους δεν είχε κατά το χρόνο του θανάτου της αποκτήσει δικαίωμα για τη λήψη αυτού και ανεξαρτήτως του ότι οι ίδιοι δεν δικαιούνται να λάβουν σύνταξη από το Δημόσιο ταμείο λόγω του θανάτου της μητέρας τους. Ως εκ τούτου, ο προβαλλόμενος λόγος διαφωνίας τυγχάνει απορριπτέος ως αβάσιμος, καθόσον εφαρμοστέες, εν προκειμένω, δεν είναι οι διατάξεις του ν. 103/1975 αλλά οι καταστατικές διατάξεις του Τ.Π.Δ.Υ., βάσει των οποίων ρυθμίζεται το ζήτημα της λήψης του εν λόγω βοηθήματος από τα μέλη της οικογένειας θανόντος ασφαλισμένου, τούτο δε κατά ρητή πρόβλεψη του άρθρου 21 του ν. 3232/2004. ΙV. Κατ ακολουθίαν των ανωτέρω, η εντελλόμενη δαπάνη είναι νόμιμη, ωστόσο το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής δεν πρέπει να θεωρηθεί λόγω λήξης του οικονομικού έτους 2017, τις πιστώσεις του οποίου βαρύνει. Για τους λόγους αυτούς Αποφαίνεται ότι το 481 χρηματικό ένταλμα πληρωμής, οικονομικού έτους 2017, του Δήμου ΧΧΧ, ποσού 6.107,26 ευρώ, το οποίο θα έπρεπε να θεωρηθεί, δεν μπορεί να θεωρηθεί λόγω λήξης του οικονομικού έτους 2017.