ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΒΑΣΙΚΕΣ ΟΜΑΔΕΣ ΦΥΤΩΝ

Σχετικά έγγραφα
Κυτταρικό τοίχωμα. Το φυτικό κύτταρο. Χλωροπλάστης Χυμοτόπιο

Το φυτικό σώμα απαρτίζεται από μεριστωματικούς και μόνιμους ιστούς

3465. ΒΟΤΑΝΙΚΗ (ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΗ - ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΦΥΤΩΝ)

3465. ΒΟΤΑΝΙΚΗ (ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΗ - ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΦΥΤΩΝ)

Οι πληροφορίες που αντλούνται από μια εικόνα μικροσκοπίου είναι διαφορετικές, ανάλογα με το είδος του μικροσκοπίου

Τύποι φυτικών κυττάρων & ιστών

Κεφάλαιο 3. Οι ιστοί συγκροτούν όργανα

Το φύλλο. Λειτουργία. Η ανατομία του, εξαρτάται από περιβαλλοντικούς παράγοντες: νερό, φως, θερμοκρασία, άνεμος

Κυτταρικό τοίχωμα. Το φυτικό κύτταρο. Χλωροπλάστης Χυμοτόπιο

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Μίτωση Μείωση ΔΙΑΙΡΕΣΗ ΤΟΥ ΚΥΤΟΠΛΑΣΜΑΤΟΣ (ΚΥΤΟΚΙΝΗΣΗ)... 48

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΗ ΑΣΚΗΣΗ 6 ΟΙ ΙΣΤΟΙ ΚΑΙ ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΤΩΝ ΣΠΕΡΜΑΤΟΦΥΤΩΝ Ο ΒΛΑΣΤΟΣ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Μίτωση Μείωση ΔΙΑΙΡΕΣΗ ΤΟΥ ΚΥΤΟΠΛΑΣΜΑΤΟΣ (ΚΥΤΟΚΙΝΗΣΗ)... 46

ΒΟΤΑΝΙΚΗ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΦΥΤΟΥ

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΗ ΑΣΚΗΣΗ 7 ΟΙ ΙΣΤΟΙ ΚΑΙ ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΤΩΝ ΣΠΕΡΜΑΤΟΦΥΤΩΝ Η ΡΙΖΑ ΚΑΙ ΤΟ ΦΥΛΛΟ

Κυτταρική διαφοροποίηση, Φυτικοί Ιστοί

6o Eργαστήριο Βιολογία Φυτών Ι. Φύλλο Άνθος - Αναπαραγωγή

Όλα αρχίζουν από το έμβρυο

ΕΚΦΕ ΑΓΙΩΝ ΑΝΑΡΓΥΡΩΝ. Εργαστηριακές Ασκήσεις Βιολογίας

ΣΧΟΛΗ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ, ΥΠΟΔΟΜΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΦΥΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΦΥΤΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Κύτταρα πολυκύτταρων οργανισμών

τα φύκη τα βακτήρια οι µύκητες

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ

ΣΧΟΛΗ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ, ΥΠΟΔΟΜΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΦΥΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΦΥΤΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

Γιατί διαιρούνται τα κύτταρα;

Τύποι φυτικών κυττάρων & ιστών II

Κυτταρική διαίρεση:μίτωση

Ρίζα. νερού και θρεπτικών. Στήριξη και πρόσληψη

Εργασία Στο Μάθημα Της Βιολογίας. Τάξη: Γ 3 Μαθήτρια: Στίνη Αΐντα Θέμα: Κυτταρική Διαίρεση: Μίτωση

Τύποι φυτικών κυττάρων & ιστών II

Μορφολογία & Ανατομία Φυτών. Εργαστηριακός Οδηγός

Κεφάλαιο 2ο ΔΟΜΗ ΤΟΥ ΚΥΤΤΑΡΟΥ

Εργασία Στο Μάθημα Της Βιολογίας. Τάξη: Γ 3. Μαθήτρια: Στίνη Αΐντα. Θέμα: Κυτταρική Διαίρεση: Μίτωση

IX. ΙΣΤΟΙ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΑ ΦΥΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ. Τύποι ιστών Όργανα : ρίζα βλαστός φύλλα

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑΣ ΑΝΑΤΟΜΙΑΣ ΦΥΤΩΝ

Κυτταρική Διαίρεση (Μίτωση και Μείωση) Μέρος Α Μοριακή Βιολογία και Γενετική BIOL 123 Άνοιξη 2015 Δρ. Χαρίτα Χρίστου

Ονοματεπώνυμο μαθητών /μαθητριών

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ Ν. ΜΑΓΝΗΣΙΑΣ ( Ε.Κ.Φ.Ε ) ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ

Η μορφολογία και η ανατομία του βλαστού

ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΟΥΣΙΩΝ ΣΤΑ ΦΥΤΑ

Μίτωση - Μείωση και φυλετικοί βιολογικοί κύκλοι Γ. Παπανικολάου MD, PhD

Το φύλλο. Λειτουργικός ρόλος. 1. φωτοσύνθεση. 2. διαπνοή. 3. προστασία (λέπια οφθαλμών, αγκάθια) 4. στήριξη (έλικες)

ΕΞΕΡΕΥΝΩΝΤΑΣ ΤΑ ΦΥΤΑ ΜΙΚΡΟΣΚΟΠΙΚΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΣΜΑΤΑ

Δευτερογενείς βλαστοί

ΜΙΚΡΟΣΚΟΠΙΑ ΙΙΙ Χαρακτηριστικές δομές φυτικών κυττάρων Παρατήρηση / Ταυτοποίηση ζωντανών πρωτόζωων

Εργασία Βιολογίας - Β Τριμήνου

ΚΥΤΤΑΡΙΚΗ ΙΑΙΡΕΣΗ. αναπαραγωγή. αύξηση αριθµού κυττάρων ανάπτυξη

Οργάνωση του φυτικού σώματος (Φ.Σ.): Τα φυτικά όργανα

Φύλλο. το εξειδικευμένο κύριο φωτοσυνθετικό όργανο

Φύλλο. το εξειδικευμένο κύριο φωτοσυνθετικό όργανο

ΤΟ ΓΕΝΕΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ. Με αναφορά τόσο στους προκαρυωτικούς όσο και στους ευκαρυωτικούς οργανισμούς

ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

ΠΤΡΗΝΑ ΣΟΤ ΚΤΣΣΑΡΟΤ: ΔΟΜΗ, ΛΕΙΣΟΤΡΓΙΑ, ΔΙΑΚΙΝΗΗ ΤΣΑΣΙΚΩΝ ΔΙΑΜΕΟΤ ΣΗ ΠΤΡΗΝΙΚΗ ΜΕΜΒΡΑΝΗ


ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΕΣ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ

ΦΩΤΟΣΥΝΘΕΣΗ. Αυτότροφοι και ετερότροφοι οργανισμοί. Καρβουντζή Ηλιάνα Βιολόγος

Τι είναι η Φυσιολογία;

Τμήμα Γεωπονικής Βιοτεχνολογίας Τομέας Βιολογίας Φυτών. Ασκήσεις Γενικής Βοτανικής. Γ. Αϊβαλάκις, Γ. Καραμπουρνιώτης, Κ. Φασσέας

CAMPBELL REECE, ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΤΟΜΟΣ Ι, ΠΕΚ 2010

ΔΟΜΗ ΞΥΛΟΥ ΔΟΜΗ ΞΥΛΟΥ 9. ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΤΟΥ ΞΥΛΟΥ. Δομή Ξύλου - Θεωρία. Στέργιος Αδαμόπουλος

5o Eργαστήριο Βιολογία Φυτών Ι. Αγωγοί Ιστοί

5o Eργαστήριο Βιολογία Φυτών Ι. Αγωγοί Ιστοί

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. Οργάνωση της ζωής βιολογικά συστήματα

ΒΑΣΙΚΕΣ ΔΟΜΕΣ - ΤΟ ΚΥΤΤΑΡΟ

Το άνθος Λειτουργίες α. παράγονται οι αρσενικοί και θηλυκοί γαμέτες β. συμβαίνει η γονιμοποίηση γ. πραγματοποιείται η ανάπτυξη του εμβρύου

Τι είναι η Φυσιολογία;

υπέργειο στηρικτικό όργανο σύνδεσµος υπέργειων οργάνων µε ρίζα

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑ. 25 Ιανουαρίου 2014 ΛΥΚΕΙΟ:... ΟΜΑΔΑ ΜΑΘΗΤΩΝ: ΜΟΝΑΔΕΣ:

Ρίζα. Διαφορές από βλαστό 1. δεν έχει στόματα 2. δεν φέρει φύλλα 3. δεν έχει γόνατα 4. δεν έχει οφθαλμούς (πλευρικές ρίζες από περικύκλιο)

ΤΟΠΙΚΟΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΕΚΦΕ ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ ΣΤΗ ΒΙΟΛΟΓΙΑ

PROJECT:ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΤΟ ΖΩΝΤΑΝΟ ΚΥΤΤΑΡΟ

Βλαστός. Ο βλαστός αποτελεί το φυσικό σύνδεσμο, τον δίαυλο επικοινωνίας. των υπέργειων και υπόγειων οργάνων του φυτού

Κυτταρικός κύκλος: Μιτωτική και μειωτική διαίρεση του πυρήνα

ΔΠΘ - Τμήμα Δασολογίας & Διαχείρισης Περιβάλλοντος & Φυσικών Πόρων ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ ΦΥΤΩΝ ΠΡΟΣΛΗΨΗ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ ΣΤΑ ΦΥΤΑ

Οι φάσεις που περιλαμβάνει ο κυτταρικός κύκλος είναι:

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΕΝΩΣΗ ΥΠΕΥΘΥΝΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΩΝ ΚΕΝΤΡΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ - «ΠΑΝΕΚΦE» 1ο και 2ο ΕΚΦΕ Ηρακλείου

ΤΟ ΚΥΤΤΑΡΟ. Αρχαία Βακτήρια. Προκαρυωτικό κύτταρο: πυρηνοειδές. Πρώτιστα Μύκητες Φυτά Ζώα. Ευκαρυωτικό κύτταρο: πυρήνας

ΣΧΟΛΗ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ, ΥΠΟΔΟΜΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΦΥΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΦΥΤΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8

ΤΟ ΣΧΟΛΙΚΟ ΒΙΒΛΙΟ ΜΕ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

14η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΛΥΜΠΙΑ Α ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ - EUSO 2016

Έλεγχος κυτταρικού κύκλου Πεφάνη Δάφνη Επίκουρη καθηγήτρια, Ιατρική σχολή ΕΚΠΑ Μιχαλακοπούλου 176, 1 ος όροφος

ΕUSO 2015 ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΣΤΗ ΒΙΟΛΟΓΙΑ. Τοπικό διαγωνισµό ΕΚΦΕ Σύρου. ιάρκεια εξέταση :1h. Μαθητές/τριες: Σχολείο: Ηµ/νία:

Β. ΚΑΜΙΝΕΛΛΗΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑ. Είναι η επιστήμη που μελετά τους ζωντανούς οργανισμούς. (Αποτελούνται από ένα ή περισσότερα κύτταρα).

Βιοποικιλότητα και Οικοφυσιολογία Μεσογειακών Οικοσυστημάτων. Ανατομικές Μορφολογικές προσαρμογές των φυτών στο Μεσογειακό περιβάλλον

ΔΠΘ - Τμήμα Δασολογίας & Διαχείρισης Περιβάλλοντος & Φυσικών Πόρων ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ ΦΥΤΩΝ ΡΥΘΜΙΣΤΕΣ ΤΗΣ ΑΥΞΗΣΗΣ ΤΩΝ ΦΥΤΩΝ

ΤΟΠΙΚΟΣ ΠΡΟΚΡΙΜΑΤΙΚΟΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΟΛΥΜΠΙΑΔΑΣ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ - EUSO 2016

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 16. Ο κυτταρικός κύκλος. Ακαδημαϊκές Εκδόσεις 2011 Το κύτταρο-μια Μοριακή Προσέγγιση 1

Η λειτουργικότητα του νερού στο φυτό

ΚΥΤΤΑΡΙΚΗ ΔΙΑΙΡΕΣΗ ΜΙΤΩΣΗ. Ζαρφτζιάν Μαριλένα Πειραματικό Σχολείο Πανεπιστημίου Μακεδονίας

ΔΟΜΗ ΞΥΛΟΥ ΔΟΜΗ ΞΥΛΟΥ 8. ΥΠΟΔΟΜΗ ΤΟΥ ΞΥΛΟΥ. Δομή Ξύλου - Θεωρία. Στέργιος Αδαμόπουλος

ΤΡΑΠΕΖΑ ΘΕΜΑΤΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ΚΥΤΤΑΡΟ: Η ΘΕΜΕΛΙΩΔΗΣ ΜΟΝΑΔΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΘΕΜΑ Β 1. Η εικόνα απεικονίζει τμήμα μιας δομής του κυττάρου.

Εργαστηριακή άσκηση 7: Ανατομία ρίζας

Kυτταρική Bιολογία. Μείωση & φυλετική αναπαραγωγή ΔIAΛEΞH 21 (16/5/2016) Δρ. Xρήστος Παναγιωτίδης, Τμήμα Φαρμακευτικής Α.Π.Θ.

ΚΥΤΤΑΡΟ. Η θεμελιώδης μονάδα της ζωής

Μέρος Α ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΦΥΤΩΝ Κεφάλαιο 1 ο ΟΡΓΑΝΙΚΑ ΚΑΙ ΑΝΟΡΓΑΝΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΠΟ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΑΠΑΡΤΙΖΟΝΤΑΙ ΤΑ ΦΥΤΑ.

Εργασία στην Βιολογία

Θέματα πριν τις εξετάσεις. Καλό διάβασμα Καλή επιτυχία

Το μονοπάτι της κίνησης του νερού

ΚΥΤΤΑΡΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΚΔΟΧΗ

Γενικοί και Ειδικοί Στόχοι

Ε.Κ.Φ.Ε ΑΓΙΩΝ ΑΝΑΡΓΥΡΩΝ

Transcript:

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Μορφολογία των φυτών: Κλάδος της επιστήμης της Βοτανικής που ασχολείται με τη μελέτη της εξωτερικής διαμόρφωσης των φυτών. Ανατομία των φυτών: Κλάδος της επιστήμης της Βοτανικής που ασχολείται με τη μελέτη της εσωτερικής δομής των φυτικών ιστών και οργάνων σε μικροσκοπικό επίπεδο. ΒΑΣΙΚΕΣ ΟΜΑΔΕΣ ΦΥΤΩΝ Απομορφισμός: Δομικές και λειτουργικές βελτιώσεις οι οποίες είναι απαραίτητες για τη προσαρμογή σε ένα συγκεκριμένο περιβάλλον Προσαρμογή: Κατάλληλες κληρονομήσιμες τροποποιήσεις δομών ή/και λειτουργιών (απομορφισμοί) που εμφανίζονται μέσω της διαδικασίας της φυσικής επιλογής και συμβάλλουν στην επιβίωση του οργανισμού σε ένα συγκεκριμένο περιβάλλον. Καταπόνηση: Η δυσμενής επίδραση ενός παράγοντα του περιβάλλοντος στις λειτουργίες ενός οργανισμού. Σπερματόφυτα: Το σύνολο των φυτικών ειδών που παράγουν σπέρματα. Γυμνόσπερμα: Παράγουν γυμνά σπέρματα τα οποία δεν περιβάλλονται από περιβλήματα που προκύπτουν από την ωοθήκη. Αγγειόσπερμα (σν. ανθόφυτα): Παράγουν σπέρματα τα οποία περιβάλλονται από περιβλήματα που προκύπτουν από τις ωοθήκες (ο όρος αγγειόσπερμο οφείλεται στη λέξη αγγείο με τη σημασία της φιάλης και όχι του σωλήνα. Δόθηκε λόγω του σχήματος της ωοθήκης). Ευδικότυλα: Μία από τις κλάσεις των σπερματοφύτων. Το σπέρμα τους έχει δύο κοτυληδόνες. Μονοκότυλα: Μία από τις κλάσεις των σπερματοφύτων. Το σπέρμα τους έχει μόνο μια κοτυληδόνα. ΤΟ ΦΥΤΙΚΟ ΚΥΤΤΑΡΟ Κυτταρόπλασμα (σν. κυτόπλασμα): το περιεχόμενο του κυττάρου, εκτός από τον πυρήνα, τα οργανίδια και τα χυμοτόπια. Πρωτοπλάστης (σν. πρωτόπλασμα): Το υλικό του κυττάρου που περικλείει η κυτταροπλασματική μεμβράνη, συμπεριλαμβανομένων και όλων των οργανιδίων Κυτταροπλασματική μεμβράνη (σν. κυτοπλασματική μεμβράνη, πλασμάλημμα): Η μεμβράνη που περιβάλλει τον πρωτοπλάστη του κυττάρου Τονοπλάστης: Η μεμβράνη που περιβάλλει το χυμοτόπιο Εκλεκτική περατότητα: Η ιδιότητα των βιολογικών μεμβρανών να ελέγχουν την είσοδο-έξοδο συστατικών. Πρότυπο του ρευστού μωσαϊκού: Υπόθεση για τη δομή και λειτουργία των βιολογικών μεμβρανών, σύμφωνα με την οποία η μεμβράνη αποτελείται από δύο κυρίως συστατικά, φωσφορολιπίδια και πρωτεΐνες. Τα φωσφορολιπίδια συμμετέχουν στη διαμόρφωση της στοιχειώδους δομής της μεμβράνης, ενώ οι πρωτεΐνες αποτελούν το λειτουργικό της μέρος. Πρωτογενές κυτταρικό τοίχωμα: Το λεπτό κυτταρικό τοίχωμα που σχηματίζεται στα αρχικά στάδια ανάπτυξης του φυτικού κυττάρου και έχει τη δυνατότητα διάτασης. Αποτελείται από κυτταρίνη, ημικυτταρίνες και πηκτίνες αλλά δεν περιέχει λιγνίνη. Δευτερογενές κυτταρικό τοίχωμα: Στρώσεις του κυτταρικού τοιχώματος οι οποίες εναποτίθεται μετά την παύση της αύξησης του κυττάρου. Ο σχηματισμός του δευτερογενούς κυτταρικού τοιχώματος περιορίζει πλέον τη μεταβολή των διαστάσεων και παγιώνει το τελικό σχήμα του κυττάρου διότι είναι παχύτερο και περισσότερο άκαμπτο σε σύγκριση με το πρωτογενές κυτταρικό τοίχωμα. Μεσοτοίχιο: Η περιοχή επαφής των κυτταρικών τοιχωμάτων δύο γειτονικών κυττάρων. Αποτελείται κυρίως από πηκτίνες.

Πίεση σπαργής: Η πίεση που ασκείται στο κυτταρικό τοίχωμα από τον πρωτοπλάστη, λόγω της εισόδου νερού στο κύτταρο. Μεριστωματικά κύτταρα: Αδιαφοροποίητα κύτταρα τα οποία διαθέτουν την ικανότητα να διαιρούνται. Έμμονα κύτταρα: Κύτταρα τα οποία έχουν ολοκληρώσει τη διαδικασία διαφοροποίησης. Μεσοκυττάριοι χώροι: Οι κενοί χώροι μεταξύ των κυτταρικών τοιχωμάτων γειτονικών κυττάρων. Περιβάλλονται από αέρα κορεσμένο σε υγρασία και διευκολύνουν την ανταλλαγή αερίων. Βοθρία: Περιοχές μη εναπόθεσης του δευτερογενούς κυτταρικού τοιχώματος στις οποίες συνήθως εντοπίζονται πλασμοδέσμες. Πλασμοδέσμες (σν. πλασμοδεσμοί, πλασμοδέσματα): Υπομικροσκοπικοί δίαυλοι μεταξύ γειτονικών κυττάρων που διατρέχονται από κυτταρόπλασμα και διευκολύνουν τη μεταφορά ουσιών και την επικοινωνία μεταξύ των κυττάρων. Θεωρία της ενδοσυμβίωσης: Θεωρία, σύμφωνα με την οποίαν οι χλωροπλάστες και τα μιτοχόνδρια υπήρξαν κάποτε ανεξάρτητοι προκαρυωτικοί οργανισμοί οι οποίοι κατά το απώτερο γεωλογικό παρελθόν ανέπτυξαν συμβιωτικές σχέσεις με ευκαρυωτικά κύτταρα και ενσωματώθηκαν σε αυτά. Πλαστίδια: Οικογένεια οργανιδίων τα οποία είναι χαρακτηριστικά μόνο των φυτικών κυττάρων και των χλωροφυκών, εντοπίζονται σε όλα τα φυτικά κύτταρα και παίζουν σημαντικό ρόλο στη μετατροπή της ηλιακής ενέργειας σε χημική, αλλά και στη διαχείριση και αποθήκευση της ενέργειας. Προπλαστίδια: Πρόδρομη μορφή πλαστιδίων που συνήθως εντοπίζεται σε μεριστωματικά, αδιαφοροποίητα κύτταρα. Ετιοπλάστες (σν. ωχροπλάστες): Πλαστίδια τα οποία εντοπίζονται σε ιστούς φυτών που βλάστησαν και αναπτύχθηκαν στο σκοτάδι. Χλωροπλάστες: Πλαστίδια τα οποία περιέχουν φωτοσυνθετικές χρωστικές και στα οποία επιτελείται η φωτοσύνθεση. Εντοπίζονται κυρίως στα φύλλα. Χρωμοπλάστες: Πλαστίδια τα οποία συσσωρεύουν μη φωτοσυνθετικές χρωστικές. Εντοπίζονται κυρίως σε πέταλα ανθέων. Λευκοπλάστες: Πλαστίδια από τα οποία απουσιάζουν οι φωτοσυνθετικές χρωστικές. Εντοπίζονται σε κύτταρα με περιορισμένη φωτοσυνθετική ικανότητα ή που δεν φωτοσυνθέτουν, όπως τα επιδερμικά. Ελαιοπλάστες (σν. ελαιοσώματα): Μία μορφή λευκοπλαστών, με υψηλή εξειδίκευση στη βιοσύνθεση και αποθήκευση ελαίων Πρωτεϊνοπλάστες: Μία μορφή λευκοπλαστών, με υψηλή εξειδίκευση στη βιοσύνθεση και αποθήκευση πρωτεϊνών Αμυλοπλάστες: Μία μορφή λευκοπλαστών, στους οποίους τα φυτικά κύτταρα συνθέτουν και αποθηκεύουν άμυλο. Στατόλιθοι: Μια ειδική κατηγορία αμυλοπλαστών που εντοπίζονται στα κύτταρα της καλύπτρας της ρίζας και σε ορισμένους βλαστούς και συμβάλλουν στην αντίληψη του ερεθίσματος της βαρύτητας. Φάκελος: Η διπλή εξωτερική μεμβράνη που περιβάλλει το χλωροπλάστη Στρώμα: Το άμορφο ζελατινώδες υλικό που περικλείει ο φάκελος του χλωροπλάστη Θυλακοειδή του στρώματος: Το δίκτυο μεμβρανών που διατρέχει το στρώμα του χλωροπλάστη Θυλακοειδή των grana: Τα θυλακοειδή που συμμετέχουν στο σχηματισμό των grana Grana (ενικός granum): Σύμπλεγμα επάλληλων σειρών θυλακοειδών Lumen (σν. μικροχώρος): Η κοιλότητα η οποία σχηματίζεται στο εσωτερικό κάθε θυλακοειδούς Μιτοχόνδρια: Κυτταρικά οργανίδια στα οποία επιτελείται η κυτταρική αναπνοή Φάκελος μιτοχονδρίου: Η διπλή μεμβράνη που περιβάλλει το μιτοχόνδριο Ενδομεμβρανικός χώρος: Ο χώρος μεταξύ των δύο μεμβρανών του φακέλου του μιτοχονδρίου Θεμελιώδης ουσία (σν μήτρα, matrix): Ο χώρος ο οποίος περικλείεται από την εσωτερική μεμβράνη του μιτοχονδρίου Cristae: Οι αναδιπλώσεις που δημιουργεί η εσωτερική μεμβράνη του μιτοχονδρίου οι οποίες προεκβάλουν προς το εσωτερικό του οργανιδίου Πυρήνας: Το πλέον ευδιάκριτο οργανίδιο των ευκαρυωτικών κυττάρων. Περιέχει όλες τις

πληροφορίες για τη διαιώνιση του είδους, καθορίζει την κυτταρική διαίρεση και εξειδίκευση και ελέγχει όλες τις μεταβολικές λειτουργίες του κυττάρου. Χρωματίνη: Τα συστατικά του πυρήνα τα οποία είναι εμφανή στο οπτικό μικροσκόπιο μετά από χρώση με ειδικές χρωστικές. Πυρηνόπλασμα: Τα συστατικά που περιβάλλονται από το πυρηνικό φάκελο Πυρηνικός φάκελος (σν. πυρηνική μεμβράνη): Η διπλή μεμβράνη που περιβάλλει το πυρήνα Χρωμοσώματα (σν. χρωματοσώματα): Η περιελιγμένη, συσπειρωμένη, μορφή που παίρνει το γενετικό υλικό του πυρήνα πριν από τη μίτωση Πυρηνίσκοι: Μια ή περισσότερες περιοχές στο εσωτερικό του πυρήνα οι οποίες χρωματίζονται έντονα από κατάλληλες χρωστικές Πυρηνικοί πόροι: Πόροι στο πυρηνικό φάκελο οι οποίοι ελέγχουν την είσοδο-έξοδο συστατικών. Μέσω αυτών το εσωτερικό του πυρήνα επικοινωνεί με το κυτταρόπλασμα Μιτωτική διαίρεση (σν. μίτωση). Η διαδικασία που οδηγεί στην παραγωγή δύο πανομοιότυπων πυρήνων (μιτωτική πυρηνοτομία) και συνήθως ακολουθείται από τη διαίρεση του κυττάρου (κυτοκίνηση). Μειωτική διαίρεση (σν. μείωση): Η διαδικασία που οδηγεί στη παραγωγή γαμετών (στα φυτά είναι οι σπερματίδες και τα ωοκύτταρα) κατά την εγγενή αναπαραγωγή. Ο αριθμός των χρωμοσωμάτων ελαττώνεται κατά το ήμισυ ώστε να εξασφαλιστεί η διατήρηση σταθερού αριθμού χρωμοσωμάτων μετά τη γονιμοποίηση, κατά την οποία συγχωνεύονται ο αρσενικός και ο θηλυκός γαμέτης. Αγενής αναπαραγωγή: Η αναπαραγωγή των φυτών στην οποία δεν μεσολαβούν γαμέτες αλλά σωματικά κύτταρα. Εγγενής αναπαραγωγή: Η αναπαραγωγή μέσω γαμετών. Σωματικά κύτταρα: Τα διπλοειδή κύτταρα που αποτελούν το φυτικό σώμα. Γαμέτες: Τα απλοδειδή κύτταρα που συντήκονται κατά τη γονιμοποίηση στα είδη που αναπαράγονται εγγενώς. Μεσόφαση: Το χρονικό διάστημα μεταξύ δύο διαδοχικών μιτωτικών διαιρέσεων. Περιλαμβάνει τα στάδια G 1, S και G 2 Κυτταρικός κύκλος: Ο χρόνος μεταξύ δύο κυτταρικών διαιρέσεων. Διαχωρίζεται σε τέσσερα διακριτά στάδια, τα Μ, G 1, S, και G 2 Μιτωτική πυρηνοτομία: Η διαίρεση του πυρήνα κατά τη μίτωση. Στις περισσότερες περιπτώσεις ακολουθείται από την κυτοκίνηση, ωστόσο όταν δεν ακολουθείται από την κυτοκίνηση προκύπτουν πολυπύρηνα κύτταρα (συγκύτια). Κυτοκίνηση: Η διαίρεση του κυτταροπλάσματος και η κατανομή των οργανιδίων στα δύο νεοσχηματιζόμενα κύτταρα μετά τη μίτωση Μ: Στάδιο του κυτταρικού κύκλου, που περιλαμβάνει τη μιτωτική διαίρεση του πυρήνα και την κυτοκίνηση G 1: Στάδιο του κυτταρικού κύκλου το οποίο περιλαμβάνει την αύξηση του μεγέθους του κυττάρου και το πολλαπλασιασμό των οργανιδίων S: Στάδιο του κυτταρικού κύκλου που περιλαμβάνει το διπλασιασμό του DNA και τη σύνθεση των πρωτεϊνών που σχετίζονται με το DNA στα ευκαρυωτικά χρωμοσώματα G 2: Στάδιο του κυτταρικού κύκλου κατά το οποίο το κύτταρο προετοιμάζεται για την είσοδό του σε επόμενη κυτταρική διαίρεση. Στο στάδιο αυτό πραγματοποιείται σύνθεση απαραίτητων ενζύμων και πρωτεϊνών. Μιτωτική άτρακτος (σν. πυρηνική άτρακτος): Μια δομή από μικροσωληνίσκους, που δημιουργείται κατά τη διάρκεια της μιτωτικής διαίρεσης, η οποία εξασφαλίζει την μετακίνηση και τη σωστή κατανομή των χρωμοσωμάτων στους θυγατρικούς πυρήνες. Πρόφαση: Η μεγαλύτερη σε διάρκεια φάση της μιτωτικής πυρηνοτομίας κατά την οποία το κύτταρο εισέρχεται στη διαδικασία της μίτωσης. Ο πυρηνικός φάκελλος αποδιοργανώνεται,οι χρωματίδες περιελίσσονται γύρω από τον άξονά τους, αυξάνουν το πάχος, ελατώνουν το μήκος τους και γίνονται πλέον ορατές μετά από χρώση στο οπτικό μικροσκόπιο Μετάφαση: Φάση της της μιτωτικής πυρηνοτομίας κατά την οποία τα ζεύγη των χρωματίδων προσαρτώνται στα ινίδια της ατράκτου στην περιοχή του κεντρομεριδίου. Οι χρωματίδες μετακινούνται προς το κέντρο του κυττάρου ώστε τα κεντρομερίδιά τους να είναι διαταγμένα στο

επίπεδο του ισημερινού του κυττάρου. Ανάφαση: Η συντομότερη σε διάρκεια φάση της μιτωτικής πυρηνοτομίας κατά την οποία τα κεντρομερίδια διαχωρίζονται σε δύο τμήματα και τα ινίδια της ατράκτου τα έλκουν προς τους αντίθετους πόλους του κυττάρου. Οι διαχωρισμένες χρωματίδες αποτελούν πλέον τα χρωμοσώματα τα οποία σύρονται προς τους πόλους ακολουθώντας τα κεντρομερή. Τελόφαση: Φάση της μιτωτικής πυρηνοτομίας κατά την οποία τα χρωμοσώματα φτάνουν στους πόλους του κυττάρου, αποδιπλώνονται, επιμηκύνονται και δεν είναι πλέον ορατά με χρώση. Τα ινίδια της ατράκτου αποδιοργανώνονται, ο πυρηνικός φάκελος σε κάθε πόλο επανασχηματίζεται και περιβάλλει τα χρωμοσώματα. Η τελόφαση συνήθως ακολουθείται από την κυτοκίνηση Χρωματίδα: Το ένα από τα δύο πανομοιότυπα τμήματα των χρωμοσωμάτων πριν από τη μίτωση. Κεντρομερίδιο (σν. κεντρομερές): Το τμήμα του χρωμοσώματος που συνδέει τις δύο χρωματίδες και στο οποίο προσδένονται τα ινίδια της ατράκτου κατά τη μιτωτική πυρηνοτομία. Ινίδια της ατράκτου (σν. μικροσωληνίσκοι τουμπουλίνης): Υπομικροσκοπικές δομές που συμμετέχουν στη μετακίνηση των χρωμοσωμάτων στους πόλους του κυττάρου κατά την ανάφαση. Φραγμοπλάστης: Η περιοχή στην οποία συσσωρεύονται οργανίδια (κυστίδια του συμπλέγματος Golgi, μικροσωληνίσκοι, κ.α.) κατά τη τελόφαση ώστε να σχηματιστεί η κυτταρική πλάκα Κυτταρική πλάκα: Η περιοχή στην οποία σχηματίζεται το πρωτογενές κυτταρικό τοίχωμα των θυγατρικών κυττάρων κατά το τέλος της κυτοκίνησης. Ενδοπλασματικό δίκτυο: Εκτεταμένο εσωτερικό δίκτυο μεμβρανών του κυττάρου με ποικίλες λειτουργίες Δικτυόσωμα (σν. σωμάτιο ή σύμπλοκο ή συσκευή ή οργανίδιο Golgi): Κυτταρικό οργανίδιο που αποτελείται από μια συστοιχία 5-15 πεπλατυσμένων παράλληλα διαταγμένων κυστιδίων (cisternae) που στη περιφέρειά τους παρατηρούνται μικρού μεγέθους κυστίδια. Κύριοι ρόλοι του δικτυοσώματος είναι η επεξεργασία, ο διαχωρισμός και η τροποποίηση πολυπεπτιδίων Κυτταροσκελετός: Ένα δίκτυο υπομικροσκοπικών ινιδίων που συμμετέχει στη κυτταροδιαίρεση και στη τελική διαμόρφωση του κυττάρου, ελέγχοντας το σχηματισμό του κυτταρικού τοιχώματος, την κίνηση των οργανιδίων και γενικότερα στη στήριξη των συστατικών του κυτταροπλάσματος Χυμοτόπιο: Κυτταρικό οργανίδιο που περιβάλλεται από απλή μεμβράνη, τον τονοπλάστη. Περιέχει ένα συντριπτικό ποσοστό του νερού του φυτικού κυττάρου και ως εκ τούτου αποτελεί τον κεντρικό ρυθμιστή των υδατικών του σχέσεων. Παίζει επίσης σημαντικό ρόλο στη στήριξη, στην αποθήκευση συστατικών, στο χρωματισμό οργάνων, κ.ά. Χυμοτοπιακό σύστημα: Το σύνολο των χυμοτοπίων ενός κυττάρου ΦΥΤΙΚΟΙ ΙΣΤΟΙ Iστός: Μια ομάδα παρόμοιων σε μορφή κυττάρων, τα οποία βρίσκονται σε επαφή μεταξύ τους, διαθέτουν ομοειδές περιεχόμενο και επιτελούν συγκεκριμένη λειτουργία ή λειτουργίες. Μεριστωματικοί ιστοί (σν. μεριστώματα): Ιστοί που αποτελούνται από κύτταρα τα οποία διατηρούν την ικανότητα να διαιρούνται μιτωτικά και να παράγουν θυγατρικά κύτταρα τα οποία διαφοροποιούνται και συγκροτούν τους μόνιμους ιστούς. Μόνιμοι ιστοί: Ιστοί που απαρτίζονται από έμμονα κύτταρα, τα οποία υπό κανονικές συνθήκες δεν διαιρούνται, και εκτελούν συγκεκριμένες λειτουργίες. Αποδιαφοροποίηση: Η μετατροπή ενός εξειδικευμένου κυττάρου μόνιμου ιστού σε μεριστωματικό. Ολοδυναμία: Η ικανότητα των φυτικών κυττάρων να εισέρχονται σε διαδικασία αποδιαφοροποίησης, οπότε υπάρχει η δυνατότητα δημιουργίας νέων μόνιμων ιστών. Κλειστός τύπος ανάπτυξης (σν. καθορισμένος ή περιορισμένος): Ο τύπος ανάπτυξης κατά τον οποίο ο οργανισμός μετά από μια καθορισμένη περίοδο ταχείας ανάπτυξης, δημιουργεί απογόνους και στη συνέχεια νεκρώνεται. Η διάρκεια του βιολογικού κύκλου είναι καθορισμένη. Ανοικτός τύπος ανάπτυξης (σν. μη καθορισμένος, απεριόριστος): Ο τύπος ανάπτυξης κατά τον οποίο ο οργανισμός αναπτύσσεται καθ όλη τη διάρκεια της ζωής του. Στα εύκρατα κλίματα η ανάπτυξη και η δημιουργία απογόνων ακολουθεί εποχιακή περιοδικότητα.

Πρωτογενής ανάπτυξη: Ο τύπος ανάπτυξης που σηματοδοτείται με τη βλάστηση του σπέρματος και ολοκληρώνεται όταν το φυτό παύει να αναπτύσσεται, είτε λόγω της ολοκλήρωσης του βιολογικού κύκλου, είτε λόγω της περιοδικότητας της ανάπτυξης. Ευθύνεται για την αύξηση κυρίως του μήκους του βλαστού ή της ρίζας. Δευτερογενής ανάπτυξη: Ανάπυξη η οποία διαδέχεται τη πρωτογενή και οφείλεται στη δραστηριότητα κυρίως δευτερογενών (πλευρικών) μεριστωματικών ιστών. Ευθύνεται κυρίως για την αύξηση της διαμέτρου του βλαστού ή της ρίζας. Κορυφαίο μερίστωμα: Πρωτογενής μεριστωματικός ιστός ο οποίος εντοπίζεται στη κορυφή του βλαστού ή στα ακρορρίζια από τον οποίο παράγονται το πρωτόδερμα, το προκάμβιο και το θεμελιώδες μερίστωμα που με τη σειρά τους δημιουργούν όλους τους μόνιμους ιστούς του φυτικού σώματος κατά τη πρωτογενή ανάπτυξη. Πρωτόδερμα (σν. δερματογόνο): Πρωτογενής μεριστωματικός ιστός που παράγεται από το κορυφαίο μερίστωμα και από τον οποίο προκύπτει η επιδερμίδα. Προκάμβιο: Πρωτογενής μεριστωματικός ιστός που παράγεται από το κορυφαίο μερίστωμα και από τον οποίο προκύπτουν οι αγωγοί ιστοί Θεμελιώδες μερίστωμα: Πρωτογενής μεριστωματικός ιστός που παράγεται από το κορυφαίο μερίστωμα και από τον οποίο προκύπτει το θεμελιώδες παρέγχυμα. Εμβόλιμο μερίστωμα: Πρωτογενής μεριστωματικός ιστός που παρεμβάλλεται μεταξύ μονίμων ιστών μονοκότυλων φυτικών ειδών και από τον οποίο παράγονται νέοι ιστοί, εκτός αυτών που παράγει το κορυφαίο μερίστωμα. Στα πολυετή μονοκότυλα είδη το εμβόλιμο μερίστωμα παραμένει ενεργό καθόλη τη διάρκεια του βιολογικού κύκλου. Πλευρικό μερίστωμα (σν. πλάγιο): Δευτερογενής μεριστωματικός ιστός ο οποίος εντοπίζεται σε πλευρικές περιοχές του βλαστού η της ρίζας από τον οποίο παράγονται το κάμβιο και το φελλοκάμβιο που με τη σειρά τους δημιουργούν μόνιμους ιστούς του φυτικού σώματος κατά τη δευτερογενή ανάπτυξη. Κάμβιο: Δευτερογενής μεριστωματικός ιστός από τον οποίο προκύπτουν οι αγωγοί ιστοί κατά τη δευτερογενή ανάπτυξη. Θεμελιώδες παρέγχυμα (σν. θεμελιώδης ιστός): Μόνιμος ιστός ο οποίος ανάλογα με τη θέση του στα φυτικά όργανα εκτελεί συγκεκριμένες θεμελιώδεις λειτουργίες (φωτοσύνθεση, αποταμίευση, κ.λ.π.). Χλωρέγχυμα (σν. αφομοιωτικό ή χλωροφυλλούχο ή φωτοσυνθετικό παρέγχυμα): Παρεγχυματικός ιστός του οποίου τα κύτταρα διαθέτουν χλωροπλάστες και η κύρια λειτουργία του είναι η φωτοσύνθεση. Εντοπίζεται κυρίως στα φύλλα αλλά και σε άλλα πράσινα όργανα (βλαστούς, ανώριμους καρπούς, κ.ά.). Αποταμιευτικό παρέγχυμα: Παρεγχυματικός ιστός του οποίου τα κύτταρα χρησιμεύουν ως αποθήκες θρεπτικών συστατικών. Εντοπίζεται κυρίως σε αποθηκευτικά όργανα, π.χ. κονδύλους, κοτυληδόνες και ενδοσπέρμια. Εντεριώνη: Παρεγχυματικός ιστός ο οποίος εντοπίζεται στο κέντρο του βλαστού των ευδικότυλων φυτών και εξειδικεύεται κυρίως στην αποθήκευση συστατικών. Αερέγχυμα: Παρεγχυματικός ιστός που αποτελείται από ένα εκτεταμένο δίκτυο μεσοκυττάριων χώρων μέσω των οποίων μεταφέρεται κυρίως οξυγόνο που είναι απαραίτητο για την αναπνοή των ριζών. Απαντάται συνήθως σε υδρόφυτα, όπως είναι ο πάπυρος και το νούφαρο, των οποίων οι βλαστοί και οι ρίζες βρίσκονται συνεχώς βυθισμένα στο νερό. Κολλέγχυμα: Στηρικτικός ιστός ο οποίος παρέχει στήριξη και μηχανική αντοχή σε νεαρά κυρίως φυτά ή όργανα ευδικότυλων φυτών. Αποτελείται από ζωντανά κύτταρα και χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερη πλαστικότητα. Γωνιώδες κολλέγχυμα: Κολλεγχυματικός ιστός του οποίου τα κύτταρα φέρουν χαρακτηριστικές παχύνσεις στις περιοχές που το κυτταρικό τοίχωμα σχηματίζει γωνία. Πλακώδες κολλέγχυμα: Κολλεγχυματικός ιστός του οποίου τα κύτταρα φέρουν κυτταρικό τοίχωμα με χαρακτηριστικές παχύνσεις σε όλο το μήκος των κυτταρικών τοιχωμάτων υπό τη μορφή επάλληλων πλακών. Σκληρέγχυμα: Στηρικτικός ιστός ο οποίος παρέχει μηχανική αντοχή, σκληρότητα και προστασία. Στα ενισχυμένα κυτταρικά του τοιχώματα εναποτίθεται λιγνίνη. Αποτελείται συνήθως από νεκρά

κύτταρα και χαρακτηρίζεται από σχετική ακαμψία. Σκληρεγχυματικές ίνες: Επιμήκη σκληρεγχυματικά κύτταρα που συνήθως σχηματίζουν δεσμίδες. Προσφέρουν μηχανική στήριξη και προστασία. Σκληρεΐδες: Σκληρεγχυματικά κύτταρα ποικίλης μορφής που απαντώνται μεμονωμένα ή σε ομάδες. Κύτταρα συστροφής: Επιδερμικά κύτταρα με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τα οποία διευκολύνουν τη συστροφή των φύλλων σε συνθήκες έλλειψης νερού. Μονόστρωμη επιδερμίδα: Η επιδερμίδα που αποτελείται από μια μόνο στρώση επιδερμικών κυττάρων. Στόματα: Πόροι στην επιδερμίδα του φύλλου οι οποίοι σχηματίζονται μεταξύ δύο εξειδικευμένων κυττάρων, των καταφρακτικών κυττάρων. Καταφρακτικά κύτταρα: Εξειδικευμένα κύτταρα της επιδερμίδας των φύλλων τα οποία περιβάλλουν τον στοματικό πόρο, και τα οποία μέσω της μεταβολής του σχήματός τους ρυθμίζουν το άνοιγμα και κλείσιμο των στομάτων. Εφυμενίδα: Μία λεπτή στρώση υδρόφοβων πολυμερών συστατικών η οποία καλύπτει την εξωτερική επιφάνεια των κυτταρικών τοιχωμάτων των επιδερμικών κυττάρων των υπέργειων οργάνων. Υμενίνη (σν. κουτίνη): Πολυμερές υδρόφοβο συστατικό που απαρτίζει την εσωτερική στρώση της εφυμενίδας. Επιεφυμενιδικοί κηροί: Πολυμερές υδρόφοβο συστατικό που απαρτίζει την εξωτερική στρώση της εφυμενίδας. Φελλίνη (σν. σουβερίνη): Πολυμερές υδρόφοβο συστατικό με δομή παραπλήσσια της υμενίνης Παρακαταφρακτικά κύτταρα: Κύτταρα τα οποία διαφέρουν μορφολογικά και λειτουργικά από τα υπόλοιπα κοινά επιδερμικά κύτταρα και βρίσκονται σε επαφή και συνεργάζονται με τα καταφρακτικά κύτταρα. Στοματικό σύμπλεγμα: Το λειτουργικό σύνολο το οποίο περιλαμβάνει τα καταφρακτικά και παρακαταφρακτικά κύτταρα ενός στόματος. Ξύλο (σν. ξύλωμα): Αγωγός ιστός μέσω του οποίου μεταφέρονται νερό και ανόργανα θρεπτικά συστατικά από τις ρίζες προς το υπέργειο τμήμα του φυτού. Η μεταφορά πραγματοποιείται μέσω απονεκρωμένων κυττάρων και είναι μονόδρομη. Ηθμός (σν. φλοίωμα): Αγωγός ιστός μέσω του οποίου μεταφέρονται φωτοσυνθετικά προϊόντα (κυρίως σάκχαρα σε μορφή υδατικού διαλύματος) από τα σημεία παραγωγής (κυρίως φύλλα) προς τα σημεία κατανάλωσης ή αποθήκευσης (π.χ. βλαστό, ρίζα, καρπούς). Η μεταφορά πραγματοποιείται μέσω ζωντανών κυττάρων και δεν είναι πάντα μονόδρομη. Πρωτογενές ξύλο: Ο αγωγός ιστός που σχηματίζεται κατά τη πρωτογενή ανάπτυξη και αποτελεί προϊόν της μεριστωματικής δραστηριότητας του προκαμβίου. Πρωτοξυλικά στοιχεία: Τα στοιχεία του πρωτογενούς ξύλου τα οποία δημιουργούνται κατά τα πρώιμα στάδια της πρωτογενούς ανάπτυξης και είναι μικρά σε μέγεθος. Εμφανίζουν παχύνσεις από κυτταρίνη. Μεταξυλικά στοιχεία: Τα στοιχεία του πρωτογενούς ξύλου τα οποία δημιουργούνται κατά το τελικό στάδιο της πρωτογενούς ανάπτυξης και είναι μεγαλύτερα σε μέγεθος από τα πρωτοξυλικά. Αποτελούν τα μόνιμα, περισσότερο λειτουργικά στοιχεία του πρωτογενούς ξύλου. Εμφανίζουν παχύνσεις από λιγνίνη. Δευτερογενές ξύλο: Ο αγωγός ιστός που σχηματίζεται κατά τη διάρκεια της δευτερογενούς ανάπτυξης και προκύπτει από τη μεριστωματική δραστηριότητα του καμβίου. Ηθμαγγειώδεις δεσμίδες: Διατάξεις του ηθμού και του ξύλου που περιλαμβάνουν το δεσμικό κάμβιο και σκληρέγχυμα. Στήλη: Το σύνολο των ηθμαγγειωδών δεσμίδων ενός οργάνου. Ανοικτές ηθμαγγειώδεις δεσμίδες: Δεσμίδες που διαθέτουν κάμβιο και συνεπώς είναι δυνατόν να αναπτυχθούν περαιτέρω. Κλειστές ηθμαγγειώδεις δεσμίδες: Δεσμίδες που δεν διαθέτουν κάμβιο και η ανάπτυξή τους περαιώνεται με την εξάντληση του προκαμβίου. Ετερόπλευρες ηθμαγγειώδεις δεσμίδες: Δεσμίδες στις οποίες ο ηθμός εντοπίζεται εξωτερικά (ενώ

το ξύλο εσωτερικά). Αμφίπλευρες ηθμαγγειώδεις δεσμίδες: Δεσμίδες στις οποίες ο ηθμός εντοπίζεται και εσωτερικά και εξωτερικά του ξύλου. Τραχεΐδες: Στοιχεία του ξύλου των γυμνόσπερμων με περιορισμένη παρουσία στα αγγειόσπερμα. Πρόκειται για μεμονωμένα κύτταρα επιμηκυσμένα και λιγνινοποιημένα. Διαθέτουν οξύληκτα άκρα και τα τοιχώματα τους αλληλεπικαλύπτονται με τις γειτονικές τραχεΐδες. Το νερό μεταφέρεται μέσω των βοθρίων τους. Οι ώριμες τραχεΐδες είναι απονεκρωμένες. Αγγεία του ξύλου: Στοιχεία του ξύλου που χαρακτηρίζουν τα αγγειόσπερμα. Πρόκειται για επιμήκεις σωληνοειδείς δομές που σχηματίζονται από την εν σειρά συνένωση πολυάριθμων κυττάρων (των οποίων τα εγκάρσια τοιχώματα αποδομούνται) και στη συνέχεια νεκρώνονται, σχηματίζοντας έτσι ένα συνεχόμενο σωλήνα. Διάτρητες πλάκες: Τα εγκάρσια διάτρητα τοιχώματα των αγγείων του ξύλου που προκύπτουν μέσω μερικής αποδόμησης του αρχικού τοιχώματος. Ξυλώδες παρέγχυμα: Παρεγχυματικός ιστός των στοιχείων του ξύλου που περιβάλλει τα ξυλώδη αγγεία, τις τραχεΐδες και τις περισσότερες ξυλώδεις ίνες. Διευκολύνει τη μεταφορά συστατικών σε μικρές αποστάσεις και αποθηκεύει νερό και θρεπτικά συστατικά. Ξυλώδεις ίνες: Σκληρεγχυματικός ιστός των στοιχείων του ξύλου που παρεμβάλλεται μεταξύ των αγγείων του ξύλου και παρέχει στήριξη και μηχανική αντοχή. Ηθμοσωλήνες: Τα αγωγά στοιχεία του ηθμού των αγγειόσπερμων. Πρόκειται για ζωντανά κύτταρα τα οποία μεταφέρουν υδατοδιαλυτές οργανικές ενώσεις από τα σημεία παραγωγής προς τα σημεία κατανάλωσης ή αποταμίευσης. Ηθμώδη κύτταρα: Τα αγωγά στοιχεία του ηθμού των γυμνόσπερμων με χαρακτηριστικά παρόμοια των ηθμοσωλήνων. Ηθμώδεις πλάκες: Περιοχές των εγκάρσιων κυτταρικών τοιχωμάτων των ηθμοσωλήνων διάτρητες από πόρους μέσω των οποίων διέρχονται πλασμοδέσμες. Μέσω των διάτρητων πλακών οι διαλυμένες ουσίες μετακινούνται από τον ένα ηθμοσωλήνα στον άλλο. Συνοδά κύτταρα: Κύτταρα τα οποία εντοπίζονται στον ηθμό. Υποβοηθούν και ρυθμίζουν τη λειτουργία των ηθμοσωλήνων. Σε κάθε ηθμοσωλήνα αντιστοιχεί ένα τουλάχιστον συνοδό κύτταρο. Κύτταρα μεταφοράς: Εξειδικευμένα κύτταρα των οποίων ο ρόλος είναι η ταχεία διακίνηση ουσιών προς και από τους ηθμοσωλήνες. Απαντώνται κυρίως σε νεαρά όργανα. ΤΑ ΣΤΑΔΙΑ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΟΥ ΦΥΤΙΚΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ Βλαστητικό στάδιο: Το στάδιο ανάπτυξης που ξεκινά με τη βλάστηση του σπέρματος και περιλαμβάνει τη δημιουργία της ρίζας του βλαστού και των φύλλων. Αναπαραγωγικό στάδιο: Το στάδιο ανάπτυξης που ευθύνεται για τη διαιώνιση του είδους και περιλαμβάνει τη δημιουργία ανθέων, σπερμάτων και καρπών. Στάδιο νεανικότητας: Η χρονική περίοδος που απαιτείται προκειμένου το φυτό να εισέλθει στο αναπαραγωγικό στάδιο. ΤΟ ΦΥΛΛΟ ΚΑΙ Η ΦΩΤΟΣΥΝΘΕΣΗ Διαπνοή: Η εξάτμιση νερού με τη μορφή υδρατμών από την επιφάνεια των φύλλων κυρίως μέσω των στομάτων. Σχεδιαστικό πρότυπο: Ο τρόπος με τον οποίο συνδυάζονται οι διαφορετικοί ιστοί ώστε να συγκροτήσουν ένα φυτικό όργανο. Έλασμα: Το πεπλατυσμένο τμήμα ενός φύλλου Μίσχος: Λεπτή κυλινδρική δομή που συνδέει το έλασμα με το βλαστό. Έμμισχα φύλλα: Τα φύλλα που διαθέτουν μίσχο. Άμισχα φύλλα (σν. επιφυή): Φύλλα τα οποία δεν διαθέτουν μίσχο. Δικτυόνευρα φύλλα: Φύλλα συνήθως ευδικότυλων φυτών των οποίων το έλασμα διελαύνεται από ένα πλέγμα διακλαδώσεων του αγγειακού συστήματος που περιλαμβάνει την κεντρική και τις

πλάγιες νευρώσεις (ηθμαγγειώδεις δεσμίδες). Βάση του φύλλου: Η περιοχή σύνδεσης του φύλλου με το βλαστό Παραλληλόνευρα φύλλα: Φύλλα συνήθως μονοκότυλων φυτών των οποίων το έλασμα διελαύνεται από παράλληλες νευρώσεις (ηθμαγγειώδεις δεσμίδες). Προσαξονική επιφάνεια φύλλου (σν. επάνω επιφάνεια): Η επιφάνεια που στρέφεται προς το βλαστό. Αποαξονική επιφάνεια φύλλου (σν. κάτω επιφάνεια): Η επιφάνεια που απομακρύνεται από το βλαστό Απλά φύλλα: Τα φύλλα που διαθέτουν ενιαίο έλασμα. Σύνθετα φύλλα: Τα φύλλα που διαθέτουν έλασμα με βαθιές εγκολπώσεις που φθάνουν ως την κύρια νεύρωση και δημιουργούν τα επί μέρους φυλλίδια Νευρώσεις φύλλου: Το δίκτυο των ηθμαγγειωδών δεσμίδων του φύλλου Μεσόφυλλο: Η περιοχή του φύλλου μεταξύ της προσαξονικής και της αποαξονικής επιδερμίδας. Αποτελείται από τα κύτταρα του φωτοσυνθετικού παρεγχύματος, τις ηθμαγγειώδεις δεσμίδες και τους στηρικτικούς ιστούς. Αμφιστοματικά φύλλα: Φύλλα στα οποία τα στόματα απαντούν και στις δύο επιφάνειες του ελάσματος. Υποστοματικά φύλλα: Φύλλα στα οποία τα στόματα απαντώνται μόνο στην αποαξονική (κάτω) επιφάνεια του ελάσματος. Επιστοματικά φύλλα: Φύλλα στα οποία τα στόματα απαντώνται μόνο στην προσαξονική (άνω) επιφάνεια του ελάσματος. Κρύπτες: Κοιλότητες που σχηματίζει η επιδερμίδα του φύλλου ορισμένων ξηρόφυτων στις οποίες είναι τοποθετημένα κατά ομάδες τα στόματα ώστε να περιορίζονται οι απώλειες νερού. Αλτηροειδή στόματα: Τα στόματα των οποίων τα επιμήκη καταφρακτικά κύτταρα έχουν τη μορφή αλτήρων. Απαντώνται στα παραλληλόνευρα φύλλα των μονοκότυλων και τοποθετούνται σε παράλληλες σειρές Νεφροειδή στόματα: Τα στόματα των οποίων τα καταφρακτικά κύτταρα έχουν τη μορφή ημισελήνου (ή νεφρού). Απαντώνται συνήθως στα δικτυόνευρα φύλλα των δικότυλων φυτών και κατανέμονται άτακτα. Φωτοσυνθετικό παρέγχυμα: Κύτταρα του μεσοφύλλου που διαθέτουν πολυάριθμους χλωροπλάστες και άφθονους μεσοκυττάριους χώρους, ώστε να διευκολύνεται η ανταλλαγή αερίων. Πασσαλώδες παρέγχυμα (σν. δρυφρακτειδές): Κύτταρα φωτοσυνθετικού παρεγχύματος τα οποία έχουν τη μορφή δοκών ή πασσάλων κάθετα προσανατολισμένων στην επιφάνεια του φύλλου. Διατάσσονται σε μία ή περισσότερες επάλληλες στοιβάδες προς την πλευρά της προσαξονικής επιφάνειας. Σπογγώδες παρέγχυμα: Αποτελείται από έλοβα συνήθως, ακανόνιστα κύτταρα φωτοσυνθετικού παρεγχύματος με άφθονους μεσοκυττάριους χώρους που δίδουν την εντύπωση σπόγγου. Εντοπίζεται στη πλευρά της αποαξονικής επιφάνειας του φύλλου. Ετερόπλευρα φύλλα (σν. γαστρονώτια ή φύλλα δύο όψεων) : Φύλλα των οποίων το μεσόφυλλο απαρτίζεται από δύο τύπους φωτοσυνθετικού παρεγχύματος, το δρυφρακτειδές και το σπογγώδες παρέγχυμα. Αμφίπλευρα φύλλα (σν. ισοδιπλευρικά): Φύλλα στα οποία το σπογγώδες παρέγχυμα περιορίζεται στο μέσο του ελάσματος ή απουσιάζει, ενώ το πασσαλώδες παρέγχυμα καταλαμβάνει και τις δύο πλευρές του ελάσματος. Ομοιογενή φύλλα: Φύλλα, κυρίως μονοκότυλων και γυμνόσπερμων φυτών, των οποίων το μεσόφυλλο αποτελείται από έναν μόνο τύπο έλοβων φωτοσυνθετικών κυττάρων. Υποστοματικός θάλαμος: Μια κοιλότητα η οποία σχηματίζεται στο εσωτερικό του φύλλου, κάτω από το στοματικό πόρο, η οποία διευκολύνει τη διάχυση των αερίων προς τα φωτοσυνθετικά κύτταρα δια μέσου του πλέγματος των μεσοκυττάριων χώρων. Δεσμικός κολεός: Στοιβάδα παρεγχυματικών κυττάρων που περιβάλλουν την ηθμαγγειώδη δεσμίδα και βοηθούν κυρίως στη φόρτωση του ηθμού με σάκχαρα. Στη λειτουργική ομάδα των C 4 φυτών τα κύτταρα του δεσμικού κολεού παίζουν καθοριστικό ρόλο στη λειτουργία του ιδιόμορφου

μεταβολισμού των φυτών αυτών Προεκτάσεις δεσμικού κολεού: Κύτταρα σκληρεγχύματος ή κολεγχύματος που συνδέουν το δεσμικό κολέο με την επιδερμίδα. Προσφέρουν μηχανική στήριξη, προμηθεύουν με νερό τα επιδερμικά κύτταρα αλλά και μεταφέρουν φωτεινή ακτινοβολία στα κατώτερα στρώματα του μεσοφύλλου. C 3 φυτά: Λειτουργική ομάδα φυτών (περιλαμβάνει τη συντριπτική πλειοψηφία των σπερματόφυτων) στα οποία η αφομοίωση του CO 2 της ατμόσφαιρας συμβαίνει με μια καρβοξυλίωση, προϊόν της οποίας είναι οργανικό οξύ με τρία άτομα άνθρακα. C 4 φυτά: Λειτουργική ομάδα φυτών (περιλαμβάνει ορισμένα ευδικότυλα και μονοκότυλα φυτά) στα οποία η αφομοίωση του CO 2 της ατμόσφαιρας συμβαίνει σε δύο στάδια. Στο πρώτο στάδιο η καρβοξυλίωση συμβαίνει στα κύτταρα του μεσόφυλλου και παράγει ένα οργανικό οξύ με τέσσερα άτομα άνθρακα, ενώ η δεύτερη συμβαίνει στα κύτταρα του δεσμικού κολεού και είναι ίδια με αυτήν των C 3 φυτών. Ανατομία τύπου Kranz (σν. ανατομία τύπου στεφάνης): Ιδιόμορφη ανατομία του φύλλου των C4 φυτών. Ο δεσμικός κολεός περιλαμβάνει ογκώδη κύτταρα με χλωροπλάστες διαφορετικούς εκείνων του μεσόφυλλου.