ΚΛΗΜΗΣ ΑΣΛΑΝΙΔΗΣ Εισαγωγή στην παραδοσιακή αρχιτεκτονική των Βαλκανίων και της Μικράς Ασίας Το μάθημα περιλαμβάνει τη μελέτη της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής των Βαλκανικών χωρών, συμπεριλαμβανομένης και της Τουρκίας (Μ. Ασία). Η παραδοσιακή αρχιτεκτονική του γεωγραφικού αυτού χώρου, παρά τις τοπικές ιδιαιτερότητες που παρατηρούνται, δεν έχει χαρακτήρα εθνικό. Είναι το δημιούργημα πολλών εθνών και θρησκευτικών κοινοτήτων, που συνυπήρξαν για πολλούς αιώνες πριν από τη δημιουργία των σημερινών εθνικών κρατών, τα οποία δημιουργήθηκαν στο 19 ο και τον 20 ο αιώνα. Οι κοινότητες αυτές για αιώνες διαχωρίζονταν κυρίως με βάση το θρήσκευμα (χριστιανοί-ορθόδοξοι, καθολικοί, αρμένιοι- μουσουλμάνοι, εβραίοι) και δευτερευόντως με βάση τη γλώσσα (ελληνικά, τουρκικά, βλάχικα, αλβανικά, εβραϊκά, βουλγάρικα, άλλες σλαβικές γλώσσες) και έζησαν για πολλούς αιώνες σε συχνή καθημερινή επαφή. Καθοριστικός παράγοντας στην επικοινωνία και τη διαπολιτισμική ανταλλαγή ιδεών και καλλιτεχνικών προτύπων υπήρξε το εμπόριο και η ναυτιλία. Σημαντικότερο οικονομικό και πολιτισμικό κέντρο για πολλούς αιώνες ήταν η Κωνσταντινούπολη. Πρωτεύουσα της Βυζαντινής αυτοκρατορίας (330-1204, 1262-1453) και στη συνέχεια της Οθωμανικής (1453-1919), υπήρξε η σημαντικότερη πόλη της ανατολικής Μεσογείου, έδρα αυτοκρατόρων, σουλτάνων και του ορθοδόξου Οικουμενικού Πατριαρχείου. Σημαντικό κέντρο που επηρέασε καλλιτεχνικά την ανατολική Μεσόγειο ήταν επίσης η Βενετία, ή οποία για πολλούς αιώνες διατήρησε κτήσεις στην Αδριατική, το Ιόνιο και το Αιγαίο. Άλλες πόλεις που άσκησαν καλλιτεχνική επιρροή είναι αυτές της κεντρικής Ευρώπης (π.χ. Βιέννη), με τις οποίες υπήρχαν στενοί εμπορικοί δεσμοί. Από το 1830, το νέο ελληνικό κράτος, με πρωτεύουσα την Αθήνα (από το 1834) αποτελεί ένα νέο ισχυρό πόλο που επηρεάζει την αρχιτεκτονική της περιοχής, η οποία και αποκτά διαφορετικό χαρακτήρα με την επικράτηση του κλασικισμού. Το νέο Ελληνικό κράτος επεκτείνεται με διαδοχικούς πολέμους, ενσωματώνοντας σταδιακά τη Θεσσαλία, την Ήπειρο, τα Επτάνησα, τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, την Κρήτη, τη Μακεδονία, τη Δυτική Θράκη και τα Δωδεκάνησα. Λέγοντας παραδοσιακή αρχιτεκτονική, σύμφωνα με τον ορισμό του Δ. Φιλιππίδη, εννοούμε «το διεθνές φαινόμενο το οποίο σχετίζεται με παραγωγή αρχιτεκτονικής άριστα προσαρμοσμένης στις τοπικές γεωγραφικές και πολιτιστικές συνθήκες σε προβιομηχανικές κοινωνίες, με βάση τον χειρωνακτικό τρόπο κατασκευής από τεχνίτες χωρίς ακαδημαϊκή μόρφωση και με τη χρήση τοπικών υλικών οι μορφές, οι διατάξεις χώρων και οι τεχνικές δόμησης ακολουθούν τη διαδικασία προτύπου και παραλλαγές, με βάση προφορικά μεταδόσιμα πρότυπα, κοινά μεταξύ των μελών της κοινότητας σε μια τέτοια αρχιτεκτονική υπάρχει πάντα η δυνατότητα προσαρμογής σε νέες συνθήκες και σε εξωτερικές επιδράσεις, χωρίς να διακόπτεται η συνέχεια με το παρελθόν» (Δημήτρης Φιλιππίδης, Αρχιτεκτονική, Αθήνα 2013 (εκδ. Μέλισσα)). Παρόμοια, αλλά πιο περιορισμένη, είναι και η έννοια της λαϊκής ή ανώνυμης αρχιτεκτονικής. 1
Σε αντιδιαστολή με την παραδοσιακή αρχιτεκτονική συνήθως αναφέρεται η λόγια, επίσημη ή μνημειακή αρχιτεκτονική. Το μεγαλύτερο μέρος της λεγόμενης παραδοσιακής αρχιτεκτονικής αφορά στις κατοικίες. Οι βασικοί παράγοντες που καθορίζουν τα χαρακτηριστικά της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής είναι: 1. Το κλίμα. 2. Τα διαθέσιμα υλικά. 3. Οι συνθήκες της οικονομίας. 4. Οι συνήθειες και τα ήθη της κοινωνίας. 5. Τα πρότυπα. Ο τελευταίος παράγων, που είναι αμιγώς πολιτισμικός, είναι και καθοριστικός. Η παραδοσιακή αρχιτεκτονική του γεωγραφικού χώρου που μελετάται επηρεάζεται από ποικίλα πρότυπα, όπως: 1. Η οθωμανική αρχιτεκτονική των επίσημων κτηρίων του Σουλτάνου και των κατοικιών των Τούρκων αρχόντων. 2. Η αρχιτεκτονική της λατινικής Δύσης, ως αποτέλεσμα της παρουσίας των Λατίνων ηγεμόνων σε πολλές περιοχές, κυρίως του παράκτιου χώρου. Η επιρροή αυτή ξεκινά από την γοτθική αρχιτεκτονική (13 ος 15 ος αι.) και φτάνει μέχρι την Αναγέννηση και το Μπαρόκ (15 ος 18 ος αι.). 3. Η αρχιτεκτονική και η τέχνη της κεντρικής Ευρώπης στο 18 ο αιώνα, ως αποτέλεσμα των εμπορικών σχέσεων στους τελευταίους κυρίως αιώνες της Οθωμανικής κυριαρχίας. Η επιρροή είναι είτε άμεση (μέσω των εμπόρων στην κεντρική Ευρώπη) είτε έμμεση (μέσω Κωνσταντινούπολης, δια του Οθωμανικού μπαρόκ) 4. Η αρχιτεκτονική του κλασικισμού του 19 ου αιώνα. Η επιρροή έχει ποικίλες οδούς (π.χ. Βαυαροί αρχιτέκτονες και αθηναϊκός κλασικισμός, κλασικισμός στην Οθωμανική αυτοκρατορία, κλασικισμός στα αγγλοκρατούμενα Επτάνησα). 5. Η λαϊκή αρχιτεκτονική των χωρών της κεντρικής Ευρώπης (στις Δειναρικές Άλπεις, Σλοβενία, Κροατία, Βοσνία). Η σημασία της επιρροής της Βυζαντινής αρχιτεκτονικής στην παραδοσιακή αρχιτεκτονική δεν έχει αποτιμηθεί σε βάθος. Η επιρροή από τα παραπάνω πρότυπα αφορά σε τύπους, μορφές και κατασκευαστικά χαρακτηριστικά. Στον τομέα της τυπολογίας, διαπιστώνεται ότι: 1. πυρήνας της κατοικίας που απλώνεται στο μεγαλύτερο μέρος της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και αφορά στην κεντρική και βόρεια Ελλάδα (και εν μέρει στην Πελοπόννησο), τη Θράκη, τα νησιά 2
του Ανατολικού Αιγαίου (κυρίως Λέσβο και Σάμο), τη Βουλγαρία, την Π.Γ.Δ.Μ., την Αλβανία, το Κοσσυφοπέδιο, μεγάλο μέρος της Σερβίας και μεγάλο μέρος της Μικράς Ασίας είναι ο οντάς, ένα δωμάτιο δηλαδή με κάτοψη που προσεγγίζει το τετράγωνο και διακρίνεται από συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, που επαναλαμβάνονται, με μικρές παραλλαγές. Η είσοδος του οντά βρίσκεται συνήθως στη γωνία. Ο χώρος διαιρείται σε δύο ζώνες. Η πρώτη είναι ένα διάδρομος μπροστά από την είσοδο (ρούγα), όπου βρίσκεται και η μουσάντρα, ενώ η δεύτερη (σοφάς), ελαφρώς υπερυψωμένη, είναι ο χώρος όπου βρίσκεται το τζάκι διατεταγμένο στον άξονα του δωματίου. Εκατέρωθεν του τζακιού βρίσκονται μεντέρια και συμμετρικώς διατεταγμένα παράθυρα, ερμάρια ή κόγχες. Το σπίτι μπορεί να είναι μονόχωρο, να αποτελείται δηλαδή από έναν μόνο οντά ή να περιλαμβάνει περισσότερους οντάδες, σε παράταξη, με ξεχωριστή είσοδο. Η εξελιγμένη κατοικία της οθωμανικής περιόδου αναπτύσσεται σε πολυώροφα κτήρια, στα οποία το κυρίως σπίτι βρίσκεται στον τελευταίο όροφο. Η κλίμακα, εσωτερική ή εξωτερική, καταλήγει σε έναν χώρο που στα παλιότερα σπίτια είναι ημιυπαίθριος (χαγιάτι) και βρίσκεται στην πρόσοψη, από το οποίο γίνεται η πρόσβαση στους οντάδες. Ο χώρος αυτός μπορεί να είναι και κλειστός (σοφάς, δοξάτο) και να διατάσσεται είτε στην πρόσοψη, είτε στο κέντρο του σπιτιού. Οι κλειστές διατάξεις προτιμώνται σε μεταγενέστερες κατοικίες. Μεταξύ των οντάδων μπορούν να παρεμβάλλονται χώροι ανοικτοί προς το χαγιάτι/σοφά/δοξάτο (κρεββάτες ή eyvan), όπου σε ελαφρώς υπερυψωμένα επίπεδα διαμορφώνονται καθιστικά. Σε άλλες θέσεις του ίδιου χώρου μπορούν να προσαρτώνται, με τη μεσολάβηση λεπτών ξύλινων υποστυλωμάτων, και πάλι υπερυψωμένα επίπεδα, ανοικτά προς τη θέα (κιόσκια). Η σύνθεση των οικιών παρουσιάζει διαφοροποιήσεις, ανάλογα με το μέγεθός τους και -δευτερευόντως- ανάλογα με τον τόπο. 2. ο πυρήνας της κατοικίας σε περιοχές που ενσωματώθηκαν λιγότερο -ή και καθόλου- στην οθωμανική αυτοκρατορία, δεχόμενες ισχυρότερη επιρροή από τη Δύση ή διατηρώντας ισχυρότερες παλαιές παραδόσεις, είναι η μακρόστενη αίθουσα (σάλα), που στην απλούστερη μορφή της αποτελεί και το μοναδικό δωμάτιο της κατοικίας. Στα νησιά του Αιγαίου (π.χ. Δωδεκάνησα, Σκύρο), στο μονόχωρο αυτό σπίτι, ο χώρος του ύπνου υπερυψώνεται σε ξύλινη κατασκευή, καταλαμβάνοντας το ένα άκρο του χώρου (σοφάς), ενώ από κάτω του δημιουργείται αποθηκευτικός χώρος. Παραλλαγή του μονόχωρου σπιτιού είναι αυτή στην οποία στο εσωτερικό της σάλας ένα τόξο διατεταγμένο κατά τον άξονα του χώρου στηρίζει τις ξύλινες δοκούς της στέγης ή του δώματος (καμαρόσπιτο). Συνηθίζεται στα νησιά του Αιγαίου, την Κρήτη, την Κύπρο και την Αττική. Σε συνθετότερες κατόψεις στη σάλα προστίθεται μία (ή και περισσότερες) κάμαρα(ες) (υπνοδωμάτια). Η είσοδος του σπιτιού εξακολουθεί να βρίσκεται στη σάλα. 3. διαδεδομένος τύπος κατοικίας σε έναν πολύ ευρύ γεωγραφικό χώρο είναι αυτός της οχυρωμένης κατοικίας (πυργόσπιτο). Οι κατοικίες αυτού του τύπου, με τρείς ή περισσότερους ορόφους, ανήκαν σε πλούσιους γαιοκτήμονες ή άλλα σημαίνοντα πρόσωπα. Σπίτια του τύπου αυτού υπήρχαν ήδη από τη ύστερη βυζαντινή περίοδο. Στις περιοχές όπου επικρατεί ο εξελιγμένος 3
τύπος κατοικίας της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, ο τελευταίος όροφος των πυργόσπιτων διαμορφώνεται ως κανονική κατοικία, με ξύλινα χαγιάτια και σαχνισιά. 4. σπίτια επηρεασμένα από την αρχιτεκτονική της δυτικής Ευρώπης είναι διαμορφωμένα με βάση την ιδέα της συμμετρικής διάταξης δωματίων εκατέρωθεν κεντρικής αίθουσας, στην οποία γίνεται και η είσοδος. Η διάταξη αυτή αφορά τόσο σε σπίτια που κτίστηκαν στις Βενετοκρατούμενες περιοχές (π.χ. Κρήτη, Επτάνησα) όσο και σε σπίτια επηρεασμένα από τον κλασικισμό. Ο κλασικισμός κατά το δεύτερο μισό του 19 ου αιώνα επηρεάζει και κατοικίες που κατ ουσίαν ανήκουν στις δύο πρώτες περιπτώσεις. Στον τομέα της κατασκευής, διαπιστώνεται ότι: 1. οι κατοικίες που ανήκουν στις περιοχές όπου επικράτησαν οι τύποι της πρώτης περίπτωσης που περιγράφηκε παραπάνω επικρατεί η μικτή κατασκευή, με λιθόκστιστους τους κάτω ορόφους και ξυλόπηκτο τον άνω όροφο. Η ξύλινη κατασκευή του τελευταίου ορόφου δίνει τη δυνατότητα κατασκευής μεγάλων φωτιστικών ανοιγμάτων και επέκτασης του ορόφου, ώστε να δημιουργηθεί ευρύχωρο εσωτερικό και να αποκτήσουν οι χώροι το απαιτούμενο ορθογώνιο σχήμα, ανεξάρτητα από το τυχόν παράγωνο σχήμα του ισογείου. Η λίθινη κατασκευή ενισχύεται κατά κανόνα με ξυλοδεσιές. Ωστόσο, υπάρχουν και εξ ολοκλήρου λίθινα κτήρια (π.χ. Ήπειρος, Καππαδοκία) αλλά και κτήρια εξ ολοκλήρου ξύλινα (π.χ. Κωνσταντινούπολη, Θράκη). 2. στις υπόλοιπες περιοχές επικρατούν οι κοινές αργολιθοδομές σε όλους τους ορόφους των κτηρίων. Στα νησιά του Αιγαίου, την Κρήτη και εν μέρει την Αττική και τα νησιά του Σαρωνικού κυριαρχεί η κάλυψη με επίπεδο δώμα. Οι ξύλινες κατασκευές είναι συνήθως απλούστερες. 3. στις ορεινές ζώνες της βόρειας Βαλκανικής επικρατεί η ξύλινη κατασκευή, ορισμένες φορές με λίθινο ισόγειο. Στον τομέα της μορφολογίας, διαπιστώνεται ότι: 1. η επιρροή της Οθωμανικής αρχιτεκτονικής είναι καθοριστική για μεγάλο μέρος της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής. Η διάταξη των ανοιγμάτων σε δύο καθ ύψος ζώνες με παράθυρα και φεγγίτες, η μορφή των τόξων, ο ξύλινος διάκοσμος του εσωτερικού (μουσάντρες, ερμάρια, κιγκλιδώματα), τα τζάκια, οι οροφές, η ζωγραφική των εσωτερικών ή και των εξωτερικών επιφανειών και οι γύψινοι φεγγίτες είναι μερικά από τα στοιχεία στα οποία είναι εμφανής η καταλυτική επίδραση της Οθωμανικής τέχνης. Τα στοιχεία αυτά αναμιγνύονται συχνά με στοιχεία του κεντροευρωπαϊκού Μπαρόκ και Ροκοκό. 2. η επιρροή της τέχνης της Αναγέννησης και του Μπαρόκ στις περιοχές που αμέσως ή εμμέσως σχετίζονται με τις Ιταλικές πόλεις, με προεξάρχουσα τη Βενετία, είναι επίσης καταλυτική. Στοιχεία όπου είναι εμφανής η επίδραση αυτή είναι η διάταξη των ανοιγμάτων σε συμμετρικές συνθέσεις, τα πλαίσια των θυρών και των παραθύρων, τα κλιμακοστάσια, οι 4
εξώστες, τα υπόστεγα κ.ο.κ. Στις ταπεινότερες κατοικίες είναι εμφανής η επικράτηση λαϊκών τρόπων, με συχνή παρερμηνεία των προτύπων. 3. η επιρροή του κλασικισμού είναι καταλυτική μετά τα μέσα του 19 ου αιώνα. Στις περιοχές που βρίσκονται υπό Οθωμανική κυριαρχία, η επιρροή είναι πιο χαλαρή και οδηγεί σε ένα μικτό στυλ, με συνδυασμό τοπικών και νεωτερικών στοιχείων. Μάιος 2018 Βιβλιογραφία Το ελληνικό λαϊκό σπίτι, Αθήνα 1960. Ι. Δημακόπουλος, Ανθολογία ελληνικής αρχιτεκτονικής. Η κατοικία στην Ελλάδα από το 15 στον 20 αιώνα, Αθήνα 1981. Επώνυμα Αρχοντικά των χρόνων της Τουρκοκρατίας, ΕΜΠ, Αθήνα 1986. S. H. Eldem, Türk Evi, Osmanlı Dönemi (Turkish Houses, Ottoman Period), τ. 1-3, Istanbul 1984-87. Ελληνική παραδοσιακή αρχιτεκτονική, Εκδόσεις Μέλισσα, τομ. 1-8, Αθήνα 1982-1991. Ε. Χατζητρύφωνος, S. Ćurčić (επιμ.), Κοσμική Μεσαιωνική Αρχιτεκτονική στα Βαλκάνια και η διατήρησή της 1300-1500, Θεσσαλονίκη 1992. Βαλκανική παραδοσιακή αρχιτεκτονική, Εκδόσεις Μέλισσα, Αθήνα 1993. Ν. Μουτσόπουλος, Τα αρχοντικά της Μακεδονίας. 15ος-19ος αιώνας, Θεσσαλονίκη 1993. Γ. Κίζης, Πηλιορείτικη οικοδομία, Αθήνα 1994. G. Reha, Tradition of the Turkish House and Safranbolu Houses, Istanbul 1998. Β. Τουρπτσόγλου-Στεφανίδου (επιμ.), Βαλκανική Παραδοσιακή Αρχιτεκτονική, Πρακτικά διεθνούς συνεδρίου Θεσσαλονίκη 7-10 Νοεμβρίου 1997, Θεσσαλονίκη 1999. Κ. Παπαϊωάννου, Το Ελληνικό Παραδοσιακό Σπίτι. Η Γενική Διάρθρωση της Αρχιτεκτονικής του και η Τυπολογία της, Αθήνα 2003. Κ. Οικονόμου, Αστική και λαϊκή κατοικία στην ελληνική παράδοση, Θεσσαλονίκη 2003. Α. Οικονόμου, Συγκριτική διερεύνηση της αρχιτεκτονικής συγκρότησης και της περιβαλλοντικής συμπεριφοράς των παραδοσιακών κατοικιών του 19 ου αιώνα στη Φλώρινα, αδημοσίευτη διδακτορική διατριβή, ΕΜΠ 2007. 5