ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Σχετικά έγγραφα
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΙΙΙ. (Προπαρασκευαστικές πράξεις) ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

προς την εφαρμογή, στο κοινοτικό δίκαιο, των θεμελιωδών αρχών της ευρωπαϊκής σύμβασης περί των δικαιωμάτων του ανθρώπου, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Transcript:

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 29.08.2014 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 1831/2008, του Mustafa Irkan, βρετανικής ιθαγένειας, σχετικά με έμμεση διάκριση από τις σουηδικές αρχές Ο αναφέρων, βρετανός υπήκοος τουρκικής καταγωγής, θεωρεί ότι θα συνιστούσε θύμα έμμεσης διάκρισης από τις σουηδικές αρχές αν μετακόμιζε στη Σουηδία δεν θα δικαιούτο καμία παροχή κοινωνικής ασφάλισης. Ο αναφέρων εξέτασε το ενδεχόμενο να μετακομίσει στη Σουηδία στο πλαίσιο της οδηγίας 2004/38/EΚ και ζήτησε πληροφορίες για τις παροχές κοινωνικής ασφάλισης. Σύμφωνα με τον αναφέροντα, ενημερώθηκε ότι δεν δικαιούται παροχές κοινωνικής ασφάλισης εκτός και αν έχει εργαστεί στη Σουηδία. Ο αναφέρων ισχυρίζεται ότι τέτοια αντιμετώπιση συνιστά διάκριση και αντιβαίνει στην κοινοτική νομοθεσία καθώς δεν ισχύει για σουηδούς υπηκόους (σουηδοί υπήκοοι που δεν έχουν εργαστεί ποτέ ή καταβάλει φόρους στη Σουηδία, αλλά σε άλλα κράτη μέλη, θα δικαιούνταν κοινωνικές παροχές στη Σουηδία αν διέμεναν μόνιμα εκεί). Σύμφωνα με τον αναφέροντα, δεν μπορεί να προβλέψει πόσο διάστημα θα χρειαστεί μέχρι να βρει θέση εργασίας στη Σουηδία. Ο ίδιος, συνεπώς, θεωρεί ότι εκείνοι οι πολίτες της ΕΕ που αναζητούν ενεργά εργασία θα πρέπει να απολαύουν τα ίδια κοινωνικά δικαιώματα με τους σουηδούς υπηκόους. Ο αναφέρων ζητεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να διερευνήσει το θέμα. 2. Παραδεκτό Χαρακτηρίσθηκε παραδεκτή στις 8 Απριλίου 2009. Η Επιτροπή κλήθηκε να παράσχει πληροφορίες (άρθρο 202, παράγραφος 6, του Κανονισμού). 3. Απάντηση της Επιτροπής, που ελήφθη στις 26 Οκτωβρίου 2009. Ο αναφέρων, βρετανός υπήκοος τουρκικής καταγωγής, επιθυμούσε να εγκατασταθεί στη Σουηδία με την οικογένειά του. Καταγγέλλει ότι οι σουηδικές αρχές τον ενημέρωσαν πως, σε αντίθεση με σουηδούς υπηκόους που βρίσκονται σε παρόμοια κατάσταση, δεν θα δικαιούτο CM\1034201.doc PE430.498v04-00 Eνωμένη στην πολυμορφία

παροχές ανεργίας και θα υποχρεούτο να επωμιστεί τις ιατρικές δαπάνες του έως ότου ανευρεθεί θέση εργασίας. Καταγγέλλει επίσης το γεγονός ότι ενδέχεται να υποστεί δυσμενή διάκριση λόγω της εθνοτικής καταγωγής του, δεδομένου ότι, παρόλο που το μέσο ποσοστό ανεργίας στη Σουηδία είναι περίπου 5%, για τους πολίτες τουρκικής εθνοτικής προέλευσης ανέρχεται στο 45%. Ισχυρίζεται ότι αυτό το δυσανάλογα υψηλό ποσοστό ανεργίας, σε συνδυασμό με την παντελή έλλειψη κοινωνικής πρόνοιας για τους αιτούντες εργασία, τον απέτρεψε από το να μεταβεί στη Σουηδία. Η Επιτροπή έλαβε επίσης απευθείας την παρούσα καταγγελία και απέστειλε στον αναφέροντα αναλυτική έκθεση επί της υπόθεσής του υπό το πρίσμα του εφαρμοστέου κοινοτικού δικαίου. Σχετικά με την πρόσβαση στις παροχές ανεργίας, το εν λόγω ζήτημα αφορά τον συντονισμό της κοινωνικής ασφάλισης στην επικράτεια της ΕΕ. Η νομοθεσία της ΕΕ στον τομέα της κοινωνικής ασφάλισης προβλέπει τον συντονισμό και όχι την εναρμόνιση των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης. Αυτό σημαίνει ότι κάθε κράτος μέλος δύναται να καθορίζει ελεύθερα τις λεπτομέρειες του οικείου συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, συμπεριλαμβανομένου του είδους των χορηγούμενων παροχών, των προϋποθέσεων επιλεξιμότητας, του τρόπου υπολογισμού αυτών των παροχών και του ύψους των καταβαλλόμενων εισφορών. Εντούτοις, κοινοτικές διατάξεις, και ειδικότερα ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71, θεσπίζουν κοινούς κανόνες και αρχές που πρέπει να τηρούνται από όλες τις εθνικές αρχές κατά την εφαρμογή της εθνικής νομοθεσίας. Οι κανόνες αυτοί διασφαλίζουν ότι κατά την εφαρμογή των διαφόρων εθνικών νομοθεσιών τηρούνται οι βασικές αρχές της ίσης μεταχείρισης και της απαγόρευσης των διακρίσεων. Με τον τρόπο αυτόν, διασφαλίζεται ότι η εφαρμογή των διαφορετικών εθνικών νομοθεσιών δεν έχει δυσμενείς επιπτώσεις στα πρόσωπα που ασκούν το δικαίωμά τους στην ελεύθερη κυκλοφορία εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι κανόνες που συντονίζουν τις παροχές ανεργίας ορίζονται στο κεφάλαιο 6 του κανονισμού αριθ. 1408/71. Καταρχήν, ένας εργαζόμενος δικαιούται να διεκδικήσει παροχές ανεργίας μόνο στο κράτος μέλος της τελευταίας απασχόλησής του. Εάν επιθυμεί να αναζητήσει εργασία σε άλλο κράτος μέλος, ο κανονισμός αριθ. 1408/71 προβλέπει αυτό το ενδεχόμενο, θεσπίζοντας κανόνες σχετικά με την εξαγωγή των παροχών ανεργίας (άρθρο 69). Οι κανόνες αυτοί ορίζουν ότι ο αιτών εργασία που μεταβαίνει σε ένα ή περισσότερα άλλα κράτη μέλη για να αναζητήσει εργασία δύναται να διατηρήσει, επί περιορισμένο χρονικό διάστημα, το δικαίωμά του σε παροχές ανεργίας. Είναι σαφές ότι οι εν λόγω κανόνες ισχύουν αδιακρίτως για όλους τους πολίτες της ΕΕ. Κατά την περίοδο εξαγωγής των παροχών ανεργίας, ο αιτών εργασία υποχρεούται να εγγραφεί στις υπηρεσίες απασχόλησης καθενός των κρατών μελών στα οποία μεταβαίνει και να υποβάλλεται στον έλεγχο που είναι οργανωμένος εκεί. Ο αιτών εργασία θα πρέπει να επικοινωνήσει με την υπηρεσία απασχόλησης στην οποία είναι εγγεγραμμένος προκειμένου να λάβει περισσότερες πληροφορίες. Είναι επίσης σημαντικό να διευκρινιστεί ότι το άρθρο 18 της Συνθήκης ΕΚ ορίζει ότι κάθε PE430.498v04-00 2/8 CM\1034201.doc

πολίτης της Ένωσης έχει το δικαίωμα να κυκλοφορεί και να διαμένει ελεύθερα στο έδαφος των κρατών μελών, υπό την επιφύλαξη των περιορισμών και με τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στην παρούσα Συνθήκη και στις διατάξεις που θεσπίζονται για την εφαρμογή της. Οι συναφείς περιορισμοί και προϋποθέσεις περιλαμβάνονται στην οδηγία 2004/38/ΕΚ 1. Σύμφωνα με τη νομολογία 2 του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, ο αιτών εργασία μπορεί να διαμείνει στο κράτος μέλος υποδοχής για εύλογη χρονική περίοδο, «ικανή να του επιτρέπει να λαμβάνει γνώση των προσφερομένων θέσεων εργασίας και να προβαίνει στις απαραίτητες ενέργειες με σκοπό την πρόσληψή του». Στη συγκεκριμένη υπόθεση, το ΔΕΚ έκρινε ότι έξι μήνες αποτελούν μια τέτοια εύλογη χρονική περίοδο. Μετά την παρέλευση της εν λόγω προθεσμίας, ο αιτών εργασία δεν μπορεί να απελαθεί εάν αποδεικνύει ότι εξακολουθεί να αναζητεί εργασία και ότι έχει όντως πιθανότητες να προσληφθεί. Υπό την επιφύλαξη του ανωτέρω δικαιώματος διαμονής, το άρθρο 24 παράγραφος 2 της οδηγίας δεν υποχρεώνει τα κράτη μέλη να χορηγούν δικαίωμα σε κοινωνικές παροχές σε άτομα που αναζητούν εργασία. Σκοπός της διάταξης αυτής είναι να αποφευχθεί η επιβολή υπέρμετρης επιβάρυνσης στα συστήματα κοινωνικής πρόνοιας του κράτους μέλους υποδοχής. Η εν λόγω διάταξη ισχύει για όλους τους πολίτες της ΕΕ, ανεξαρτήτως της εθνοτικής καταγωγής τους. Ωστόσο, παροχές οικονομικής φύσεως που, ασχέτως του καθεστώτος τους βάσει του εθνικού δικαίου, προορίζονται να διευκολύνουν την πρόσβαση στην αγορά εργασίας δεν είναι δυνατόν να θεωρηθεί ότι συνιστούν «κοινωνικές παροχές» κατά την έννοια του άρθρου 24 παράγραφος 2 της εν λόγω οδηγίας 3. Για την ακρίβεια, η συγκεκριμένη διάταξη δεν ισχύει για τις παροχές που προορίζονται να διευκολύνουν την πρόσβαση στην απασχόληση εντός της αγοράς εργασίας ενός κράτους μέλους, εφόσον υφίσταται πραγματικός δεσμός μεταξύ του αιτούντος εργασία και της αγοράς εργασίας του εν λόγω κράτους. Η ύπαρξη ενός τέτοιου δεσμού μπορεί να εξακριβωθεί, μεταξύ άλλων, αν διαπιστωθεί ότι το εν λόγω πρόσωπο αναζήτησε ενεργώς και πράγματι εργασία στο οικείο κράτος μέλος για εύλογο χρονικό διάστημα 4. 4. Συμπληρωματική απάντηση της Επιτροπής (ΑΝΑΘ.), που ελήφθη στις 10 Ιουνίου 2011 Όσον αφορά την απόφαση των σουηδικών αρχών να μην παράσχουν στεγαστικό επίδομα στον αναφέροντα, η Επιτροπή θα ήθελε να διευκρινίσει τα ακόλουθα. Εάν ο αναφέρων είναι εγγεγραμμένος στη σουηδική υπηρεσία απασχόλησης από τον Ιούνιο του 2009 και αναζητεί από τότε ενεργά εργασία στη Σουηδία, θα μπορούσε να θεωρηθεί αιτών εργασία δυνάμει της νομοθεσίας της ΕΕ. Στην περίπτωση αυτή, το άρθρο 24 παράγραφος 2 της οδηγίας 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 1 Οδηγία 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2004 σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στην επικράτεια των κρατών μελών, ΕΕ L 158 της 30 Απριλίου 2004, σ. 77 2 Απόφαση του Δικαστηρίου της 26ης Φεβρουαρίου 1991 στην υπόθεση C-292/89, Antonissen, Συλλ. 1991, σ. Ι- 00745. 3 Απόφαση του Δικαστηρίου της 4ης Ιουνίου 2009 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-22/08 και C-23/08 Βάτσουρας και Koupatantze. 4 Απόφαση του Δικαστηρίου της 23ης Μαρτίου 2004 στην υπόθεση C-138/02, Collins, Συλλ. 2004, σ. Ι-2703. CM\1034201.doc 3/8 PE430.498v04-00

της 29ης Απριλίου 2004 σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στην επικράτεια των κρατών μελών 1 παρέχει στα κράτη μέλη υποδοχής τη δυνατότητα να μην καταβάλλουν κοινωνικές παροχές στους αιτούντες εργασία. Ως εκ τούτου, το γεγονός ότι οι σουηδικές αρχές αρνήθηκαν να καταβάλουν στεγαστικό επίδομα στον αναφέροντα δεν εγείρει ανησυχίες σε σχέση με τη νομοθεσία της ΕΕ για την ελεύθερη κυκλοφορία. Όσον αφορά τον ισχυρισμό του αναφέροντος ότι οι σουηδικές αρχές ενήργησαν αντιβαίνοντας στην οδηγία 2000/43/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Ιουνίου 2000, περί εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχείρισης προσώπων ασχέτως φυλετικής ή εθνοτικής τους καταγωγής 2, επισημαίνεται ότι η Σουηδία έχει μεταφέρει τις διατάξεις της οδηγίας στον νόμο της περί διακρίσεων (2008:567) και τον νόμο για τον Διαμεσολαβητή για θέματα διακρίσεων (2008:568), που απαγορεύουν τις διακρίσεις λόγω διαφόρων αιτίων, συμπεριλαμβανομένης της εθνοτικής καταγωγής. Κατά συνέπεια, ο αναφέρων θα πρέπει να υποβάλει το αίτημά του σε εθνικό επίπεδο. Όσον αφορά την απόφαση των σουηδικών αρχών για μη εγγραφή του αναφέροντος σύμφωνα με την οδηγία 2004/38/ΕΚ, επισημαίνεται ότι μια τέτοια απόφαση πρέπει να μπορεί να αναιρεθεί. Το άρθρο 15 παράγραφος 1, σε συνάρτηση με το άρθρο 31 παράγραφος 1 της οδηγίας 2004/38/ΕΚ παρέχουν στους πολίτες της Ένωσης και τα μέλη των οικογενειών τους δικαίωμα σε δικαστικές και, ενδεχομένως, διοικητικές διαδικασίες προσφυγών στο κράτος μέλος υποδοχής, προκειμένου να προσβάλλουν απόφαση η οποία έχει ληφθεί δυνάμει της οδηγίας. Στις 13 Νοεμβρίου 2009, ο αναφέρων πληροφορήθηκε ότι καταγγελία είχε υποβληθεί στην Επιτροπή σχετικά με τη μη παροχή από τη Σουηδία διαδικαστικών εγγυήσεων σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 1, σε συνάρτηση με το άρθρο 31 παράγραφος 1 της οδηγίας 2004/38/ΕΚ, η οποία αφορούσε την απόρριψη αίτησης βεβαίωσης εγγραφής. Ο αναφέρων πληροφορήθηκε ότι η Επιτροπή θα ήγειρε το ζήτημα στο πλαίσιο των γενικών συζητήσεών της με τις σουηδικές αρχές σχετικά με τη συμμόρφωση προς την οδηγία 2004/38/ΕΚ. Στις 8 Μαρτίου 2011, ο αναφέρων πληροφορήθηκε ότι οι υπηρεσίες της Επιτροπής είχαν συζητήσει το ζήτημα με τις σουηδικές αρχές. Πληροφορήθηκε επίσης ότι οι σουηδικές αρχές παρείχαν επίσημη γραπτή απάντηση, η οποία βρισκόταν υπό ανάλυση από τις υπηρεσίες της Επιτροπής. Η Επιτροπή εξετάζει επί του παρόντος τα κατάλληλα βήματα που μπορεί να συμπεριλαμβάνουν, αν χρειαστεί, διαδικασίες επί παραβάσει. 5. Συμπληρωματική απάντηση της Επιτροπής, που ελήφθη στις 30 Οκτωβρίου 2013 (II) Ο αναφέρων άσκησε προσφυγή ενώπιον του αρμοδίου διοικητικού δικαστηρίου της Σουηδίας (Förvaltninigsrätten) κατά της απόφασης των σουηδικών αρχών (Försäkringkassan) της 16ης Ιουνίου 2011 να μην του χορηγήσουν επίδομα συντηρήσεως (που καλύπτει μεταξύ άλλων το ενοίκιο), απόφασης η οποία, όπως ισχυρίζεται, προκύπτει από την άρνηση των 1 ΕΕ L 158, 30.4.2004, σ. 77. 2 ΕΕ L 180, 19.7.2000, σ. 22. PE430.498v04-00 4/8 CM\1034201.doc

αρχών αυτών να εγγράψουν τον αναφέροντα και την οικογένειά του σύμφωνα με το άρθρο 8 της οδηγίας 2004/38/ΕΕ («οδηγία για την ελεύθερη κυκλοφορία») 1. Ο αναφέρων άσκησε προσφυγή κατά της απόφασης υποστηρίζοντας ότι τέτοια απόφαση αντιβαίνει, αφενός, προς τους κανόνες της ΕΕ για την ελεύθερη κυκλοφορία, όπως έχουν ερμηνευθεί από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης 2, και συνιστά, αφετέρου, έμμεση διάκριση λόγω εθνότητας, η οποία απαγορεύεται βάσει της οδηγίας του Συμβουλίου 2000/43/ΕΕ («οδηγία περί φυλετικής ισότητας») 3. Η προσφυγή του αναφέροντος απορρίφθηκε στις 22 Μαΐου 2012, λόγω του ότι ο αναφέρων δεν αποδείχθηκε σε θέση να παράσχει επαρκή αποδεικτικά στοιχεία ότι αναζητούσε ενεργά εργασία στη Σουηδία. Ο αναφέρων έχει δηλώσει την πρόθεσή του να ασκήσει οπωσδήποτε επισήμως προσφυγή κατά της απόφασης αυτής ενώπιον του σουηδικού διοικητικού δικαστηρίου. Οι παρατηρήσεις της Επιτροπής Η Επιτροπή υπενθυμίζει για άλλη μια φορά ότι η Σουηδία έχει μεταφέρει τις διατάξεις της οδηγίας 2000/43/ΕΕ στον νόμο της περί διακρίσεων (2008:567) και στον νόμο για τον Διαμεσολαβητή επί θεμάτων διακρίσεων (2008:568), που απαγορεύουν τις διακρίσεις λόγω διαφόρων αιτιών, συμπεριλαμβανομένης της εθνοτικής καταγωγής. Κατά συνέπεια, ο αναφέρων θα πρέπει οπωσδήποτε να υποβάλει το αίτημά του σε εθνικό επίπεδο, μεταξύ άλλων και μέσω του Διαμεσολαβητή σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία. Κατά δεύτερον, όσον αφορά την ουσία της απόφασης του σουηδικού διοικητικού δικαστηρίου, που αμφισβητείται από τον αναφέροντα, η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι, σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης 4, ο αιτών εργασία μπορεί να διαμείνει στο κράτος μέλος υποδοχής για εύλογη χρονική περίοδο, «ικανή να του επιτρέπει να λαμβάνει γνώση των προσφερομένων θέσεων εργασίας και να προβαίνει στις απαραίτητες ενέργειες με σκοπό την πρόσληψή του» Το Δικαστήριο θεώρησε μεν ότι στο πλαίσιο αυτό ένα εξάμηνο πρέπει να θεωρηθεί εύλογη χρονική περίοδος, αλλά το άρθρο 14 παράγραφος 4 στοιχείο β) της οδηγίας για την ελεύθερη κυκλοφορία προβλέπει ότι ακόμη και μετά την παρέλευση της εν λόγω προθεσμίας, ο αιτών εργασία δεν μπορεί να απελαθεί εάν αποδεικνύει ότι εξακολουθεί να αναζητεί εργασία και ότι έχει πραγματικές πιθανότητες να προσληφθεί. Εντούτοις, όπως η Επιτροπή έχει ήδη διευκρινίσει προς τον αναφέροντα, το κράτος μέλος υποδοχής μπορεί, δυνάμει του άρθρου 24 παράγραφος 2 της οδηγίας για την ελεύθερη κυκλοφορία, να μην χορηγεί δικαίωμα σε κοινωνικές παροχές μεταξύ άλλων και σε άτομα που αναζητούν εργασία για την περίοδο κατά την οποία απολαύουν του δικαιώματος διαμονής. Σκοπός της διάταξης αυτής είναι να αποφευχθεί η επιβολή υπέρμετρης επιβάρυνσης στα συστήματα κοινωνικής πρόνοιας του κράτους μέλους υποδοχής. Η εν λόγω διάταξη ισχύει για όλους τους πολίτες της ΕΕ, ανεξαρτήτως της εθνοτικής καταγωγής τους, χωρίς να θίγεται το δικαίωμα διαμονής τους. Ωστόσο, παροχές οικονομικής φύσεως που, ασχέτως του καθεστώτος τους βάσει του εθνικού 1 ΕΕ L 158, 30.4.2004, σ. 77. 2 Ο αναφέρων βασίζεται κυρίως στην απόφαση του Δικαστηρίου της 23ης Μαρτίου 2004 στην υπόθεση C- 138/02, Collins ECR [2004] I-2703. 3 ΕΕ L 180, 19.7.2000, σ. 22. 4 Απόφαση του Δικαστηρίου της 26ης Φεβρουαρίου 1991 στην υπόθεση C-292/89, Antonissen, Συλλογή 1991, σ. Ι-00745. CM\1034201.doc 5/8 PE430.498v04-00

δικαίου, προορίζονται να διευκολύνουν την πρόσβαση στην αγορά εργασίας δεν είναι δυνατόν να θεωρηθεί ότι συνιστούν «κοινωνικές παροχές» κατά την έννοια του άρθρου 24 παράγραφος 2 της εν λόγω οδηγίας 1. Στην ουσία, όπως το Δικαστήριο είχε την ευκαιρία να διευκρινίσει, πολίτες της Ένωσης που αναζητούν εργασία για πρώτη φορά (όπερ σημαίνει ότι δεν έχουν συνάψει ακόμα σχέση εργασίας στο κράτος μέλος υποδοχής όπου διαμένουν και αναζητούν απασχόληση), δεν έχουν μεν δικαίωμα στα ίδια κοινωνικά και φορολογικά πλεονεκτήματα όπως οι υπήκοοι της χώρας (σε αντίθεση προς τους πολίτες της Ένωσης που έχουν ήδη εισέλθει στην αγορά εργασίας στο κράτος μέλος υποδοχής), αλλά επωφελούνται εν τούτοις από την αρχή της ίσης μεταχείρισης ως προς την πρόσβαση στην απασχόληση 2. Από την νομολογία του Δικαστηρίου σχετικά με «παροχές οικονομικής φύσεως που προορίζονται να διευκολύνουν την πρόσβαση στην απασχόληση στην αγορά εργασίας του κράτους μέλους υποδοχής» προκύπτει ότι τα εν λόγω πλεονεκτήματα είναι συγγενή με τα επιδόματα ανεργίας και καταβάλλονται υπό τον όρο ότι ο αιτών είναι διαθέσιμος και αναζητεί ενεργά εργασία 3. Από τις πληροφορίες που η Επιτροπή έχει στη διάθεσή της προκύπτει ότι η εν λόγω παροχή αποτελεί γενική παροχή διαβίωσης, που προβλέπεται να καλύπτει το ενοίκιο, τα έξοδα διαβίωσης και το κόστος καρτών απεριορίστων διαδρομών λεωφορείου για τον αιτούντα και την οικογένειά του. Αυτού του είδους οι παροχές δεν μπορούν, κατά την άποψη της Επιτροπής, να χαρακτηριστούν ως παροχές που έχουν σχεδιαστεί για να διευκολύνουν την πρόσβαση στην απασχόληση στην αγορά εργασίας του κράτους μέλους υποδοχής. Ακόμα και σε περίπτωση που τα εν λόγω επιδόματα διαβίωσης μπορούν πράγματι να θεωρηθούν, όπως ισχυρίζεται ο αναφέρων, ως σχεδιασμένα για να διευκολύνουν την πρόσβαση στην αγορά εργασίας, υπό το φως των επί μέρους τους στοιχείων, και ειδικότερα των στόχων και των όρων υπό τους οποίους χορηγούνται 4, εν τοιαύτη περιπτώσει το κράτος μέλος έχει το δικαίωμα να χορηγεί το σχετικό επίδομα μόνο εφόσον μπορεί να διαπιστωθεί ότι υπάρχει πραγματική σχέση μεταξύ του αιτούντος εργασία και της αγοράς εργασίας του κράτους αυτού 5. Το Δικαστήριο έχει αποφανθεί ότι, όσον αφορά την πτυχή αυτή, η ύπαρξη ενός τέτοιου δεσμού μπορεί να εξακριβωθεί, πιο συγκεκριμένα, εάν διαπιστωθεί ότι το ενδιαφερόμενο άτομο αναζήτησε ενεργώς και πράγματι εργασία στο οικείο κράτος μέλος για εύλογο χρονικό διάστημα 6. Ο αναφέρων είναι μεν εγγεγραμμένος στη σουηδική υπηρεσία απασχόλησης από τον Ιούνιο 1 Απόφαση του Δικαστηρίου της 4ης Ιουνίου 2009 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-22/08 και C-23/08 Βάτσουρας και Koupatantze Συλλογή 2009 σ. I-04585, παράγραφος 45. 2 Απόφαση του Δικαστηρίου της 23ης Μαρτίου 2004 στην προαναφερθείσα υπόθεση C-138/02 Collins, παράγραφος 31, και νομολογία που αναφέρεται σχετικώς. 3 Απόφαση του Δικαστηρίου της 23ης Μαρτίου 2004, στην προαναφερθείσα υπόθεση C-138/02, Collins, παράγραφος 68 Προαναφερθείσες συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-22/08 και C-23/08, Βάτσουρας και Koupatantze, παράγραφος 4 Βλέπε σχετικώς την απόφαση του Δικαστηρίου της 4ης Ιουνίου 2009 στις προαναφερθείσες συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-22/08 και C-23/08 Βάτσουρας και Koupatantze, παράγραφοι 41, 42 και 43. 5 Βλέπε π.χ. την απόφαση του Δικαστηρίου της 4ης Ιουνίου 2009 στις προαναφερθείσες συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-22/08 και C-23/08 Βάτσουρας και Koupatantze, παράγραφος 38 και τη νομολογία που αναφέρεται σχετικώς. 6 Απόφαση του Δικαστηρίου της 23ης Μαρτίου 2004 στην προαναφερθείσα υπόθεση C-138/02 Collins, παράγραφος 70 και απόφαση του Δικαστηρίου της 4ης Ιουνίου 2009 στις προαναφερθείσες συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-22/08 και C-23/08, Βάτσουρας και Koupatantze, παράγραφος 39. PE430.498v04-00 6/8 CM\1034201.doc

του 2009 και ισχυρίζεται ότι μπορεί να αποδείξει ότι έκτοτε αναζητεί ενεργά εργασία στη Σουηδία, αλλά από τις πληροφορίες που παρέχει προκύπτει ότι το σουηδικό διοικητικό δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή του κατά της απόφασης των σουηδικών αρχών να μην του χορηγήσουν το επίδομα επιβίωσης για το λόγο ότι δεν μπόρεσε να παράσχει αποδεικτικά στοιχεία ότι αναζητούσε ενεργά εργασία στη Σουηδία Στο πλαίσιο αυτό πρέπει να σημειωθεί ότι εναπόκειται αποκλειστικά στις αρμόδιες εθνικές αρχές και, κατά περίπτωση, τα εθνικά δικαστήρια, να επαληθεύσουν την περίσταση αυτή 1. Για το λόγο αυτό, εάν ο αναφέρων είναι της άποψης ότι η απόφαση του σουηδικού διοικητικού δικαστηρίου βασίζεται σε λανθασμένη εκτίμηση της κατάστασής του και των αποδεικτικών στοιχείων που υπέβαλε, θα πρέπει να προσφύγει κατά της απόφασης αυτής χρησιμοποιώντας τα ένδικα μέσα που είναι στη διάθεσή του σε εθνικό επίπεδο. Τέλος, όσον αφορά την άρνηση των σουηδικών αρχών να εγγράψουν τον αναφέροντα σύμφωνα με την οδηγία για την ελεύθερη κυκλοφορία, η Επιτροπή έχει ήδη επιστήσει την προσοχή στο γεγονός ότι μια τέτοια απόφαση πρέπει να μπορεί να αναιρεθεί, υπό το φως του άρθρου 15 παράγραφος 1 σε συνδυασμό με το άρθρο 31 παράγραφος 1 της οδηγίας. Ως προς αυτό, ο αναφέρων είχε ήδη πληροφορηθεί το 2009 και το 2011 ότι, ύστερα από καταγγελία που είχε κατατεθεί στην Επιτροπή, το ζήτημα είχε τεθεί επί τάπητος και είχε συζητηθεί με τις σουηδικές αρχές στο πλαίσιο των γενικών συζητήσεων για το κατά πόσο ο σουηδικός νόμος περί μεταφοράς της οδηγίας συμβιβάζεται με την οδηγία για την ελεύθερη κυκλοφορία. Η Επιτροπή έθεσε το ζήτημα στις σουηδικές αρχές το 2012 απευθύνοντάς τους προειδοποιητική επιστολή και, εν συνεχεία, αιτιολογημένη γνώμη. Απαντώντας στην αιτιολογημένη γνώμη, οι σουηδικές αρχές δεσμεύθηκαν να προβούν στις απαραίτητες τροποποιήσεις της νομοθεσίας τους. Ένας νόμος για την τροποποίηση του νόμου περί αλλοδαπών τέθηκε σε ισχύ την 1η Αυγούστου 2013 στο πλαίσιο της τρέχουσας αναθεώρησης της πράξης μεταφοράς της οδηγίας για την ελεύθερη κυκλοφορία στη σουηδική έννομη τάξη. Συμπέρασμα Η Επιτροπή θα αξιολογήσει τις εγκριθείσες τροπολογίες για να ελέγξει κατά πόσο τα προαναφερθέντα σημεία έχουν ληφθεί υπόψη κατά τρόπο ικανοποιητικό και θα αποφασίσει σχετικά με την συνέχεια που θα πρέπει να δοθεί, συνέχεια η οποία ενδέχεται να περιλαμβάνει και διαδικασίες επί παραβάσει ενώπιον του Δικαστηρίου, εφόσον αυτές αποδειχθούν αναγκαίες. 6. Συμπληρωματική απάντηση της Επιτροπής (III), που ελήφθη στις 29 Αυγούστου 2014 Όσον αφορά την άρνηση των σουηδικών αρχών να εγγράψουν τον αναφέροντα στην σουηδική υπηρεσία μετανάστευσης, η Επιτροπή έχει ήδη επιστήσει την προσοχή στο γεγονός ότι μια τέτοια απόφαση πρέπει να μπορεί να αναιρεθεί, υπό το φως του άρθρου 15.1 σε 1 Απόφαση του Δικαστηρίου της 4ης Ιουνίου 2009 στις προαναφερθείσες συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-22/08 και C-23/08 Βάτσουρας και Koupatantze, παράγραφος 41. CM\1034201.doc 7/8 PE430.498v04-00

συνδυασμό με το άρθρο 31.1 της οδηγίας. Κατόπιν ανταλλαγών αλληλογραφίας μεταξύ Επιτροπής και σουηδικών αρχών, και της διαδικασίας επί παραβάσει που κίνησε η Επιτροπή το Νοέμβριο του 2009, η σουηδική κυβέρνηση κατάργησε τη συγκεκριμένη απαίτηση για τους διακινούμενους πολίτες της ΕΕ που επιθυμούν να παραμείνουν περισσότερο από τρεις μήνες στη Σουηδία να εγγράφονται στη σουηδική υπηρεσία μετανάστευσης. Επί πλέον, τώρα πια μπορεί να υποβληθεί στο Δικαστήριο Μετανάστευσης αίτηση αναίρεσης για αποφάσεις της υπηρεσίας μετανάστευσης που αφορούν το δικαίωμα διαμονής των υπηκόων της ΕΕ. Αυτό θα πραγματοποιηθεί στο πλαίσιο της τρέχουσας αναθεώρησης της μεταφοράς της οδηγίας 2004/38/ΕΚ στη σουηδική έννομη τάξη. Ο τροποποιητικός νόμος (2014:198) τέθηκε σε ισχύ την 1η Μαΐου 2014. Συμπέρασμα Το θέμα που έθιξε ο αναφέρων κρίνεται πως λύθηκε με τις προαναφερθείσες νομοθετικές τροποποιήσεις. PE430.498v04-00 8/8 CM\1034201.doc