Βασικές έννοιες συστημάτων MMedSci,IADAC,CGP,CFT,ECP Κλινικός Ψυχολόγος, Ψυχοθεραπευτής Θεραπευτής Οικογένειας, Σύμβουλος Τοξικοεξαρτήσεων
Γενική Θεωρία Συστημάτων (ΓΘΣ) General Systems Theory (GST) Προτάθηκε από τον βιολόγο Ludwig von Bertalanffy στα τέλη της δεκαετίας του 1920 Είναι μία φιλόδοξη προσπάθεια για ένα ολοκληρωμένο θεωρητικό μοντέλο για τη λειτουργία όλων των ζωντανών συστημάτων Προσφέρει μία πληθώρα εννοιών σχετικά με τη διατήρηση κάθε οργανισμού ως αποτέλεσμα σύμπλοκων αλληλεπιδράσεων μεταξύ των μερών του
Η ΓΘΣ από την πλευρά της βιολογίας και η Κυβερνητική από εκείνη της μηχανικής ήρθαν στο προσκήνιο στη δεκαετία του 1940 και βασίζονται σε αρκετές κοινές έννοιες για τη λειτουργία των αυτορυθμιζόμενων συστημάτων Η θεωρία συστημάτων προέκυψε ως συνθετική των δύο παραπάνω Για τους θεραπευτές οικογένειας οι συστημικές έννοιες έγιναν μια χρήσιμη γλώσσα για την περιγραφή και κατανόηση των σταθερών σχημάτων συνδιαλλαγής στην οικογένεια
Οι μετανεωτερικοί κριτικάρουν τη συστημική θεωρία ως πολύ μηχανιστική, νεωτερική, που πιστεύει ότι μπορεί να ανακαλύψει παγκόσμιες αλήθειες και δημιουργεί στους θεραπευτές την πεποίθηση ότι μπορούν αντικειμενικά να διαγνώσουν προβλήματα στις οικογένειες και να τα επιλύσουν Η φεμινιστική επίσης άποψη υποστηρίζει ότι η συστημική μεταφορά είναι λανθασμένη διότι υποθέτει ότι οι οικογένειες λειτουργούν με συγκεκριμένους κανόνες σε απομόνωση από κοινωνικά ιστορικά, οικονομικά και πολιτικά πλαίσια
Σύστημα (system) Ο L. von Bertalanffy (1968) ορίζει το σύστημα ως «ένα σύμπλεγμα αλληλεπιδρώντων στοιχείων». Οι Hall and Fagan (1956) ορίζουν το σύστημα ως «ένα σύνολο αντικειμένων μαζί με τις σχέσεις μεταξύ των αντικειμένων αυτών και μεταξύ των ιδιοτήτων τους». Το Λεξικό της Ψυχολογίας και Θεραπείας Οικογένειας (1993) λέει ότι σύστημα είναι: «ένα σύνολο αλληλεξαρτώμενων μεταβλητών». «Η οικογένεια είναι ένα σύστημα αλληλεξαρτώμενων ατόμων».
Ένα σύστημα δεν ορίζεται μόνο από το εσωτερικό του. Ένα σύστημα αναγνωρίζεται ως τέτοιο μόνο όταν μπορεί να διαχωριστεί από κάποιο περιβάλλον. Ο παρατηρητής ορίζει τι είναι μέσα και τι έξω. Ο Willke (1993) ορίζει το σύστημα ως εξής: «μια συνολική συνάφεια μερών, των οποίων η σχέση μεταξύ τους είναι ποσοτικά πιο εντατική και ποιοτικά πιο παραγωγική από ότι η σχέση τους με άλλα στοιχεία. Αυτή η διαφορετικότητα των σχέσεων συνιστά τα όρια του συστήματος, τα οποία διαχωρίζουν το σύστημα από το περιβάλλον του.
Ζώντα και μη-ζώντα συστήματα Τα ζώντα συστήματα διακρίνονται για μια ιδιαίτερη δική τους δυναμική, την οποία διατηρούν ενεργητικά. Για τα ζώντα συστήματα ισχύει το ότι όλα μεταβάλλονται εκτός αν κάποιος ή κάτι φροντίσει να παραμένουν ίδια (Simon,1990) Ο Heinz von Foerster προτείνει τις ένοιες των «κοινότοπων και μη-κοινώτοπων μηχανών»
Οργάνωση (organization) Η σχέση μεταξύ των στοιχείων ενός συστήματος που είναι αναγκαία και ικανά για να προσδιορίσουν αυτό το σύστημα. Η οργάνωση μίας οικογένειας ορίζει τη βασική της δομή, και πώς τα διάφορα μέλη και υποσυστήματα διευθετούνται και αλληλεπιδρούν
Ολότητα (wholeness) Η ολότητα έχει να κάνει με το να βλέπει κάποιος σταθερά σχήματα ολόκληρου του συστήματος και όχι των μερών του.
Υποσύστημα (subsystem) Υποσύστημα είναι ένα στοιχείο το οποίο είναι από μόνο του σύστημα αλλά παίζει επίσης έναν συγκεκριμένο ρόλο στη λειτουργία ενός μεγαλύτερου συστήματος. π.χ. το γονεϊκό υποσύστημα. Μετά από έναν βαθμό πολυπλοκότητας τα συστήματα για να διατηρήσουν τη σταθερότητά τους χρειάζεται να σχηματίσουν υποσυστήματα.
Υπερσύστημα (suprasystem) Ένα σύστημα υψηλότερου βαθμού στο οποίο άλλα συστήματα παίζουν το ρόλο υποσυστημάτων. π.χ. Η οικογενειακή θεραπεία είναι υποσύστημα του υπερσυστήματος της ψυχοθεραπείας αλλά και υπερσύστημα σε σχέση με τη Δομική σχολή οικογενειακής θεραπείας.
Κανόνες και Όρια (Rules & boundaries) Οι κανόνες με τους οποίους λειτουργεί ένα σύστημα διαμορφώνονται από τα χαρακτηριστικά σταθερά σχήματα σχέσεων μέσα στο σύστημα. Καθορίζουν το τι επιτρέπεται και τι όχι το πότε το πώς κλπ. Οι κανόνες αυτοί μπορεί να είναι έκδηλοι/ρητοί ή άδηλοι (χρόνος επιστροφής του παιδιού από έξοδο, κλάμα μητέρας-κρίση άσθματος παιδιού)
Όρια είναι οι αόρατες γραμμές μεταξύ ενός συστήματος και του περιβάλλοντός του ή μεταξύ υποσυστημάτων μέσα σ ένα σύστημα και καθορίζουν τι είναι εντός και τι εκτός. Τα καθαρά όρια θεωρούνται ότι είναι υγιή και λειτουργικά. Εκτός απ αυτά μπορεί να υπάρχουν άκαμπτα όρια ή διάχυτα όρια π.χ. Τα όρια μεταξύ του γονεϊκού και παιδικού υποσυστήματος.
Ιεραρχία (hierarchy) Τα συστήματα έχουν διαφορετικά επίπεδα και από τα πιο βασικά συντίθενται τα πιο σύμπλοκα. π.χ. Στα ζωντανά συστήματα υπάρχουν τα παρακάτω επίπεδα: κύτταρο, όργανο, οργανισμός, ομάδα, οργανισμός, κοινωνία, Ο.Η.Ε. Στην οικογένεια: άτομο, γονεϊκό, αδερφικό υποσύστημα, πυρηνική οικογένεια, διαγενεϊκό σύστημα.
«Ανοικτότητα» και «κλειστότητα» στα συστήματα (openness and closedness in systems) Ο βαθμός που ένα σύστημα ανταλλάσει πληροφορία με το περιβάλλον του ορίζει την ανοικτότητά του ή την κλειστότητά του. Όλα τα ζωντανά συστήματα είναι σε κάποιο βαθμό ανοικτά. Η ισορροπία μεταξύ των δύο βοηθά την υγιή λειτουργία ενός συστήματος. Το τι είναι κάθε φορά το επιθυμητό εξαρτάται από το πλαίσιο και τον σκοπό.
Δομή και διεργασία (structure and process) Δομή ενός ζωντανού συστήματος είναι η τακτοποίηση των μερών του στο χώρο σε μια δεδομένη χρονική στιγμή. Η διεργασία αναφέρεται στην αλλαγή διαμέσω του χρόνου και περιλαμβάνει τρέχουσες λειτουργίες και την ιστορία ενός συστήματος. Η οργάνωση που παρατηρείται σε σχέση με τη χωρική διάσταση καλείται δομή. Η οργάνωση σε σχέση με τη χρονική διάσταση καλείται διεργασία.
Μερικές βασικές αρχές των συστημάτων Ο Νόμος της Σύνθεσης The Composition Law. Το όλον είναι περισσότερο από το άθροισμα των μερών του. Κανένα σύστημα δεν μπορεί να κατανοηθεί μόνο από την εξέταση των μερών ή των υποσυστημάτων του. Ο Νόμος της Αποσύνθεσης The Decomposition Law. Το μέρος είναι περισσότερο από ένα κομμάτι του όλου. π.χ. Το άτομο δεν κατανοείται πλήρως όταν ιδωθεί μόνο μέσα σ ένα συγκεκριμένο σύστημα (οικογένεια, σχολείο κλπ.).
Ο Γενικευμένος Νόμος της Συμπληρωματικότητας The Generalized Law of Complementarity. Στο βαθμό που υπάρχει όριο στη σταθερότητα αξιοπιστία των μετρήσεων (που πάντα υπάρχει) ή στο βαθμό που η διεργασία της παρατήρησης επιδρά στον παρατηρούμενο (που πάντα επιδρά) τότε ανάμεσα στα όρια της αξιοπιστίας ή της αλληλεπίδρασης δύο μετρήσεις ή παρατηρήσεις θα είναι συμπληρωματικές, που σημαίνει αλληλοεξαρτώμενες αλλά όχι αναγώγιμες η μία στην άλλη. π.χ. Παρατηρήσεις από δύο θεραπευτές ποτέ δεν είναι ακριβώς ίδιες.
Αρχή του πλεονασμού (Redundancy principle) Eqifinality/Equipotentiality Ένα σύστημα αλληλεπιδρά με επαναλαμβανόμενες αλληλουχίες συμπεριφοράς (patterns). Τα συστήματα τείνουν να επαναλαμβάνουν τα σταθερά σχήματα συμπεριφοράς ανεξαρτήτως περιεχομένου συζήτησης. Αναφερόμαστε σε αυτές τις τελικές αλληλεπιδράσεις συμπεριφοράς με τον όρο Equifinality που είναι, σύμφωνα με τον Bertalanffy,«η τάση προς μία τελική κατάσταση από διαφορετικές αρχικές καταστάσεις» Σε αντίθεση η έννοια equipotentiality δηλώνει ότι διαφορετικές τελικές καταστάσεις μπορεί να προέλθουν από την ίδια αρχική κατάσταση (αιμομιξία και αποτέλεσμα στη σεξουαλική συμπεριφορά του παιδιού). Δεν μπορούμε να κάνουμε αιτιοκρατικές προβλέψεις για εξελικτικές διεργασίες.
Γραμμική αιτιολογία κυκλική αιτιολογία Linear causality circular causality Η Γραμμική αιτιολογία υπονοεί ότι το Α προκαλεί το Β. Η Κυκλική αιτιολογία υπονοεί ότι το Α προκαλεί το Β και το Β το Γ και το Γ το Α. Η πολυδιάστατη αιτιολογία υπονοεί ότι σε κάθε τέτοιο κύκλο επιδρούν ταυτόχρονα πολλοί άλλοι παράγοντες
Ανατροφοδότηση (feedback) Ανατροφοδότηση είναι η διεργασία με την οποία μια εξερχόμενη πληροφορία γυρίζει πίσω στο σύστημα και επιφέρει αλλαγή. Η θετική ανατροφοδότηση (ενισχυτικοί κύκλοι ανατροφοδότησης) κάνει τα πράγματα ν αλλάζουν, επιφέρει αλλαγές. Η αρνητική ανατροφοδότηση (εξασθενημένοι κύκλοι ανατροφοδότησης) βοηθά στη σταθερότητα ενός συστήματος.
Βρόγχοι ανατροφοδότησης (Feedback loops) Βρόγχοι ανατροφοδότησης είναι η σχέση δύο αντικειμένων ή γεγονότων σε μία κυκλική μορφή. π.χ. η σύζυγος λέει στο σύζυγο ότι θέλει να είναι περισσότερο συναισθηματικός μαζί της. Αυτός το κάνει αλλά αυτή νομίζει ότι το κάνει μόνο για να την ευχαριστήσει. Η αντίδρασή της τον απομακρύνει. Εμπλέκονται σε έναν βρόγχο ανατροφοδότησης που τα πράγματα παραμένουν τα ίδια.
Μορφογέννηση (Morphogenesis) Μορφογέννηση είναι η διεργασία με την οποία τα ζωντανά συστήματα αλλάζουν τη βασική τους δομή για να προσαρμοστούν στις περιβαλλοντικές συνθήκες. Είναι συνδεδεμένη με τη θετική ανατροφοδότηση. π.χ. Η οικογένεια που έρχεται σε θεραπεία αναγνωρίζοντας τα προβλήματά της και την ανάγκη για βοήθεια και νέους τρόπους λειτουργίας.
Μορφόσταση (Morphostasis) Μορφόσταση είναι η διεργασία με την οποία ένα σύστημα διατηρεί σταθερότητα μέσω αρνητικής ανατροφοδότησης μπροστά σε περιβαλλοντικές αλλαγές. π.χ. Ένα παιδί παραπέμπεται για θεραπεία αλλά οι γονείς δεν το επιτρέπουν και, αρνούμενοι το πρόβλημα, τα βάζουν με το σχολείο που δεν κάνει καλά τη δουλειά του.
Ομοιόσταση (homeostasis) Η τάση για διατήρηση ενός σχετικά σταθερού εσωτερικού περιβάλλοντος μέσω μιας σειράς αλληλεπιδρώντων φυσιολογικών διεργασιών. Οι θεωρητικοί της οικογένειας χρησιμοποιούν τον όρο για να δηλώσουν τη διατήρηση των ισορροπιών μέσα σε μία οικογένεια για να υπάρχει η εγκαθιδρυμένη ισορροπία και η διαφύλαξη ενός σχετικά σταθερού οικογενειακού περιβάλλοντος. Όταν η ισορροπία αυτή κινδυνεύει γίνονται συστηματικές προσπάθειες να αποκατασταθεί. π.χ. Η σχιζοφρενής κόρη επιχειρεί να φύγει από το σπίτι. Οι γονείς λένε ότι δεν μπορεί να το κάνει εξαιτίας της ασθένειάς της. Η αλληλεγγύη της οικογένειας προστατεύεται από την ασθένειά της.
Σκεδαστικές δομές Ilia Prigogine, νομπελίστας φυσικός και χημικός Σε έρευνες για την αυτοοργάνωση χημικών διαδικασιών ανακάλυψε ότι σε πυκνά δικτυωμένα, δυναμικά συστήματα μπορούν να αναπτυχθούν, κάτω από ορισμένες συνθήκες, με αυθόρμητο τρόπο τάξεις, χωρίς να υπάρχει κάποια έξωθεν κανονιστική αρχή. Αυτές τις νέες μορφές οργάνωσης τις ονόμασε «σκεδαστικές δομές». Τις ονόμασε έτσι για να περιγράψει ένα παράδοξο. Η σκέδαση(διασκόρπιση) μας φέρνει στο νου χάος και διάλυση, η δομή το αντίθετο
Οι σκεδαστικές δομές είναι συστήματα που διατηρούν τη σταθερότητά τους και την ταυτότητά τους, μένοντας απλώς διαρκώς ανοιχτά στα ρεύματα και τις περιβαλλοντικές επιρροές αλλάζοντας συνέχεια. Σε καταστάσεις του συστήματος μακριά από την ισορροπία, μπορεί τυχαία να γίνει υπέρβαση μιας κρίσιμης τιμής, πέρα από την οποία το σύστημα δεν επιστρέφει στην προηγούμενή του κατάσταση, αλλά μεταβαίνει σε μια νέα που δεν είναι όμως προβλέψιμη.
Αυτοποιητικά συστήματα (Maturana & Varela) Αυτοποίηση (αυτοδημιουργία) είναι μια χαρακτηριστική ιδιότητα των ζωντανών συστημάτων. Τα συστήματα αυτά δημιουργούν και καθορίζουν την ίδια τους την οργάνωση μέσω της δράσης τους ως μηχανισμών αναπαραγωγής των ίδιων τους των συστατικών στοιχείων. Η έννοια της σταθερότητας στα συστήματα αυτά έχει να κάνει με τις σχέσεις μεταξύ των διαφόρων συστατικών-μερών και όχι με τα ίδια τα συστατικά (κύτταρο)
Τα συστήματα αυτά έχουν λειτουργική κλειστότητα (operational closure) χωρίς να εμποδίζεται η αλληλεπίδραση με το περιβάλλον. Ανά πάσα στιγμή υπάρχει μια τρέχουσα δομή που είναι το αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης της προϋπάρχουσας με τις έξωθεν επιρροές. Η αλληλεπίδραση αυτή ονομάζεται δομική σύζευξη (structural coupling)
Κεντρική σημασία στη θεωρία έχει η ένοια της «αυτονομίας». Τα ζωντανά συστήματα δεν μπορούμε να τα καθορίσουμε από έξω, τουλάχιστον εποικοδομητικά. Δεν είναι δυνατή η «καθοδηγητική αλληλεπίδραση». Αποτελούμε ο ένας για τον άλλο μόνο ερεθίσματα και διαταράξεις. Ο καθένας τα επεξεργάζεται σύμφωνα με τη δική του οργανωτική δομή.
Εντροπία αρνητική εντροπία /ανωτροπία (entropy negentropy) Εντροπία είναι ο βαθμός αταξίας και τυχαιότητας σ ένα σύστημα. Ο σταθερός υποβιβασμός εκφυλισμός ενός συστήματος σε μία τυχαία κατάσταση λιγότερο οργανωμένη. π.χ. δύο αέρια σ ένα δοχείο. Για την επιβίωση ενός ανοιχτού συστήματος χρειάζεται μια σταθερή κατάσταση αρνητικής εντροπίας (ανωτροπία).
Η αρνητική εντροπία (ανωτροπία) ισορροπεί την εντροπία που είναι μία συνεχής σταθερή διεργασία και πρέπει συνεχώς να ελέγχεται. Ο τρόπος να ισορροπείς την εντροπία είναι να εισάγεις περισσότερη οργάνωση μέσω της εισαγωγής πληροφορίας. Υπάρχει μία γενική τάση στα ανοιχτά συστήματα όσο είναι ζωντανά να αυξάνουν την αναλογία εισερχόμενης ενέργειας σε σχέση με την εξερχόμενη.
Ωστόσο, υπερβολική δομή και πολυπλοκότητα σε κάθε ζωντανό σύστημα τελικά οδηγεί στο θάνατο. Πρέπει να υπάρχει ισορροπία εντροπίας και αρνητικής εντροπίας. Η εντροπία είναι σημαντική έννοια στη θερμοδυναμική και δηλώνει ότι με το πέρασμα του χρόνου υπάρχει μία σταδιακή απώλεια ενέργειας. Επειδή η θερμική ενέργεια δεν μπορεί να μετατραπεί σε ισοδύναμο ποσό κινητικής, για παράδειγμα. Μ αυτή την αλλαγή το σύστημα γίνεται αποδιοργανωμένο, ακόμη και χαοτικό.
Δευτέρου βαθμού κυβερνητική (second order cybernetics) Δεν υπάρχει εξωτερικός ανεξάρτητος παρατηρητής ενός συστήματος διότι οποιοσδήποτε επιχειρεί να παρατηρήσει και να αλλάξει ένα σύστημα είναι εξ ορισμού μέρος του συστήματος που ταυτόχρονα επηρεάζει και επηρεάζεται από αυτό
Στην πρώτη κυβερνητική υποστηρίζεται ότι υπάρχουν δύο συστήματα, του θεραπευτή και της οικογένειας, που για το δεύτερο ο θεραπευτής παραμένει εξωτερικός παρατηρητής, ένας ειδικός που επιχειρεί να αλλάξει το σύστημα με εξωτερικές παρεμβάσεις Αντικειμενικότητα δεν υπάρχει παρά μόνο πολλαπλές προοπτικές και πραγματικότητες των μελών της οικογένειας. Η αλήθεια δεν ανακαλύπτεται αλλά μάλλον συνκατασκευάζεται και ακόμη παραπέρα δεν υπάρχει μία αλήθεια αλλά πολλές