Εισαγωγή - Έννοια της Επένδυσης... 1.1 Κριτήριο της Περιόδου Επανείσπραξης... 1.2 Κριτήριο του Μέσου Βαθµού Απόδοσης ή Μέση Ετήσια Αποδοτικότητα.



Σχετικά έγγραφα
4. ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ I

ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ & ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ Ε.ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ - 1 ΤΟΜΟΣ Β ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ & ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ

2.1 ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΕΝΔΥΣΗΣ Γενικά

Δρ. Α.Α.Δράκος,Αναπλ.Καθηγητής Χρηµατοδοτικής Διοίκησης Δρ. Β. Γ. Μπαµπαλός, ΠΔ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΩΝ ΣΤΗ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ 1

ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΑΜΕΙΑΚΩΝ ΡΟΩΝ

Τι ενδιαφέρει τον ιδιώτη

Μέθοδοι Αξιολόγησης Επενδύσεων:

Αξιολόγηση Επενδυτικών Σχεδίων

Αποτίμηση Επιχειρήσεων

Η τεχνική της Καθαρής Παρούσας Αξίας ( Net Present Value)

Θαλάσσιες Κατασκευές: Χρηματοδότηση

Αξιολόγηση Επενδύσεων Διάλεξη 1 η. Ανάλυση Αναπτυξιακών Έργων Επενδυτικά Κριτήρια

Στοιχεία Επιχειρηματικότητας ΙΙ

Έτος 1 Έτος 2 Έτος 3 Έτος 4 Έτος 5 Εισπράξεις

Άρα, ο χρόνος απλής επανείσπραξης της επένδυσης Α, είναι τα 3 έτη.

Είδη δαπανών. Μιχάλης Δούμπος, Αναπλ. Καθηγητής Πολυτεχνείο Κρήτης, Σχολή Μηχανικών Παραγωγής & Διοίκησης mdoumpos@dpem.tuc.

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ. Α.Α.Δράκος


Αποτίμηση Επιχειρήσεων

Χρηματοοικονομική Διοίκηση

1 Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ- ΣΧΕΔΙΟ ΕΠΕΝΔΥΣΗΣ. 1.1 Τι είναι το σχέδιο επένδυσης;

( p) (1) (2) ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ. Α.Α.Δράκος

ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑ. ΚΥΡΙΑΚΗ ΚΟΣΜΙΔΟΥ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΡΙΑ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ

Κριτήρια αξιολόγησης επενδύσεων

Αξιολόγηση Επενδυτικών Σχεδίων

Χρηματοοικονομική Διοίκηση

Ενότητα 4 η : Αξιολόγηση Επενδυτικών Αποφάσεων Εισαγωγή

Επενδυτικός κίνδυνος

Α. Συντελεστής Ανάκτησης Κεφαλαίου ΣΑΚ = Β. Συντελεστής Συσσώρευσης Κεφαλαίου ΣΣΚ =

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6ο ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ

Α) ΒΑΣΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΙΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ

Slide 8.1. ΤΕΙ Πειραιά Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Λογιστική και Χρηματοοικονομική. Δευτέρα 27 Ιανουαρίου & Τετάρτη 29 Ιανουαρίου

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ 4 η ΑΣΚΗΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑΣ Εισαγωγή Άσκησης

2 η ΕΝΟΤΗΤΑ. Αξιολόγηση Επενδύσεων

ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΩΣΗ ΘΕΣΕΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΣΙΟΥ TOMEΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΠΕ ΕΞΕΤΑΣΗ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ: «OIKONOMIKH»

ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ & ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑ

Αξιολόγηση Επενδυτικών Σχεδίων

Αξιολόγηση Επενδύσεων. Διάλεξη 3 Μέθοδοι Αξιολόγησης Επενδύσεων Δράκος και Καραθανάσης, Κεφ 3 και Κεφ 4

ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ. Κωδικός: Δ2-02-Ε-03

ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑΣ Εισαγωγή

ΥΠΟΣΤΗΡΙΚΤΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΕΑΠ ΔΕΟ 31 ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΔΕΟ 31 ΤΟΜΟΣ Β ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ

Δρ. Α.Α.Δράκος,Αναπλ.Καθηγητής Χρηµατοδοτικής Διοίκησης Δρ. Β. Γ. Μπαµπαλός, ΠΔ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΩΝ ΣΤΗ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ 1

Μελέτες Περιπτώσεων. Επιχειρησιακή Στρατηγική. Αριστοµένης Μακρής

James Tobin, National Economic Policy

ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΙΟΙΚΗΣΗ [1]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 Ο : ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ ΑΞΙΑ ΧΡΗΜΑΤΟΣ Δ.Α.Π-Ν.Δ.Φ.Κ ΠΡΩΤΗ ΚΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ

Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Σπουδών του Παν. Πειραιώς ΕΝΕΡΓΕΙΑ: Στρατηγική, Δίκαιο & Οικονομία

Χρηματοοικονομική Διοίκηση

Βασικές έννοιες για αξία χρήματος και επενδύσεις. Δρ. Αθανάσιος Δαγούμας, Λέκτορας Οικονομικής της Ενέργειας & των Φυσικών Πόρων, Παν.

Ο Ι ΚΟ Ν Ο Μ Ι Κ Α / Σ ΤΑΤ Ι Σ Τ Ι Κ Η

Γραπτή Εργασία 1 Χρηματοδοτική Διοίκηση. Γενικές οδηγίες

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΜΕΘΟΔΩΝ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗΣ ΑΚΙΝΗΤΩΝ

Εσωτερικός βαθμός απόδοσης

Μακροοικονομική. Ενότητα 5: Η επένδυση και οι παράγοντες που επηρεάζουν το μέγεθός της. Σόρμας Αστέριος Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων (Κοζάνη)

ΑΡΘΡΟ: Επισκεφθείτε το Management Portal της Specisoft:

ΕΝΟΤΗΤΑ III ΒΑΣΙΚΕΣ ΜΕΘΟ ΟΙ ΑΝΑΛΥΣΗΣ

Διοίκηση Έργου. Ενότητα 2: Επιλογή Έργων. Σαμαρά Ελπίδα Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων (Κοζάνη)

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΛΥΣΕΙΣ

Ασκήσεις - Εφαρμογές. Διάλεξη 1 η. Χρήση Επενδυτικών Κριτηρίων

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ

Τεχνοοικονομική Μελέτη

Αξιολόγηση Επενδυτικών Σχεδίων

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ

Πολιτική Οικονομία Ενότητα

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΩΝ ΣΧΕΔΙΩΝ»

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

ΜΕΡΟΣ Α: ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΚΙΝ ΥΝΟΥ ΚΑΙ ΕΠΕΝ ΥΣΕΩΝ

Εφαρμογές με Ράντες. 1 Εισαγωγή. 2 Απόσβεση στοιχείων. Σύνοψη Οι βασικές έννοιες αυτού του κεφαλαίου είναι. - Απόσβεση

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ 7 η ΕΝΟΤΗΤΑ ΜΕΛΕΤΗ ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ΧΡΟΝΙΚΗ ΑΞΙΑ ΤΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΣ

Μέθοδοι εκτίμησης της αξίας των κεφαλαιουχικών αγαθών της γεωργικής επιχείρησης (1)

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

ΚΤΡ Π.ΚΤΡ Κ.Π.Α

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ. Μάθηµα 4ο: α. To Περιβάλλον της Επιχείρησης β. Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη

Πραγματοποιείται με την κατάταξη των στοιχείων κατά κατηγορίες για μια σειρά ετών. Η σύγκριση των στοιχείων με παρελθόντα στοιχεία αυξάνει την

Επιλογή επενδύσεων κάτω από αβεβαιότητα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΠΕΝ ΥΣΕΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥ ΩΝ ΜΑΘΗΜΑ: ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Αριθμητικά Μοντέλα Επιλογής Έργων

Οδηγός Οικονοµικής Ανάλυσης: Οικονοµική Αξιολόγηση των Επιλογών Καθαρότερης Παραγωγής

Κοινωνικοοικονομική Αξιολόγηση Επενδύσεων Διάλεξη 6 η. Ανάλυση Κινδύνου και Κοινωνικό Προεξοφλητικό Επιτόκιο

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΛΥΣΕΙΣ

ΦΟΡΟΛΟΓΗΤΕΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑ ΦΟΡΟΣ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ

Μάθημα: Χρηματοοικονομική Λογιστική ΙΙ

ΣΧΟΛΗ ΧΗΜΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ - ΤΟΜΕΑΣ ΙΙ ΜΑΘΗΜΑ: Οικονομική Ανάλυση Βιομηχανικών Αποφάσεων

ΔΙΕΚ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ ΤΕΧΝΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΟΥ ΛΟΓΙΣΤΗΡΙΟΥ Γ ΕΞΑΜΗΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΚΟΣΤΟΥΣ Ι ΜΑΘΗΜΑ 3 ο

Σχολή Ηλεκτρολόγων Μηχανικών & Μηχανικών Υπολογιστών ιαχείριση Ενέργειας και Περιβαλλοντική Πολιτική

Κοινωνικοοικονομική Αξιολόγηση Επενδύσεων Διάλεξη 9 η. Χρηματοοικονομική Ανάλυση

Τα επιµέρους τµήµατα ενός επενδυτικού σχεδίου

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΝΩΤΕΡΗΣ ΚΑΙ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΠΑΓΚΥΠΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 2009 ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΛΥΣΕΙΣ

Μέθοδοι εκτίμησης των κεφαλαιουχικών αγαθών της γεωργικής επιχείρησης (1)

Διαχείριση Εφοδιαστικής Αλυσίδας Μέρος 5 Αξιολόγηση Εναλλακτικών Σεναρίων ΔΡ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΟΜΠΟΓΙΑΝΝΑΚΗΣ

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ. Μάθηµα 2ο: Επιχείρηση και Περιβάλλον

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΙΟΙΚΗΣΗ ΤΗΣ ΥΓΕΙΑΣ ΠΟΥΛΑΚΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΠΕΝ ΥΤΙΚΟΥ ΣΧΕ ΙΟΥ ΜΙΑΣ ΝΕΑΣ ΓΥΝΑΙΚΟΛΟΓΙΚΗΣ Μ.Χ.Θ..

Χρηματοοικονομική των Επιχειρήσεων

ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΩΝ ΕΤΟΥΣ Σάββατο Proslipsis.gr ΚΛΑ ΟΣ ΠΕ 18 ΠΤΥΧΙΟΥΧΩΝ ΛΟΙΠΩΝ ΤΜΗΜΑΤΩΝ ΤΕΙ

Case 05: Επιλογή Επενδύσεων (πολυσταδιακό πρόβλημα) ΣΕΝΑΡΙΟ

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ


Αξιολόγηση Επενδύσεων ιαχρονική Αξία Χρήµατος

Transcript:

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Περίληψη Εισαγωγή - Έννοια της Επένδυσης... 2 Ενότητα 1 1. Τα συνήθη κριτήρια αξιολόγησης των επενδύσεων 1.1 Κριτήριο της Περιόδου Επανείσπραξης... 1.2 Κριτήριο του Μέσου Βαθµού Απόδοσης ή Μέση Ετήσια Αποδοτικότητα. 1.3 Κριτήριο της Καθαρής Παρούσας Αξίας... 1.3.1 Λογιστικά Στοιχεία Υπολογισµού ΚΠΑ... 1.3.2 Υπολογισµός ΚΠΑ... 1.4 Κριτήριο του Εσωτερικού Συντελεστή Απόδοσης (ΕΣΑ). 1.4.1 Σύγκριση των Κριτηρίων της Καθαρής Παρούσας Αξίας (ΚΠΑ) και του Εσωτερικού Συντελεστή Απόδοσης (ΕΣΑ)... 1.5 Κριτήριο του είκτη Αποδοτικότητας Ωφελειών - Κόστους ( Α).. 1.6 Κριτήριο του Οµοιόµορφου Ετήσιου Ποσού (ΟΕΠ). 5 9 10 11 12 15 17 18 20 Ενότητα 2 ΑΛΛΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΕΠΕΝ ΥΣΕΩΝ 2.1 Κριτήριο «Επιτακτικότητας» ή «Βαθµός Αναγκαιότητας»... 2.2 Κριτήριο της Επανεπένδυσης.. 2.3 Κριτήριο της Πρόσθετης ή Αυξανόµενης Απόδοσης. 2.4 Κριτήριο του Καθαρού Κόστους. 2.5 Ετήσιος είκτης Ωφελειών Κόστους... 2.6 Η Καθαρή Τελική Αξία ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. 22 23 23 24 25 25 26 27

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Οι επενδύσεις αποτελούν έναν από τους κυριότερους παράγοντες της ανάπτυξης των επιχειρήσεων και κατά επέκταση της εθνικής οικονοµίας, διότι διευρύνεται η παραγωγική δυναµικότητα της οικονοµίας και προωθείται η αύξηση της παραγωγής αγαθών και υπηρεσιών. Ο φορέας ενός σχεδίου επένδυσης µπορεί να είναι ιδιωτικός όπου στοχεύει στην αύξηση των κερδών ή µπορεί να είναι δηµόσιος όπου στοχεύει στην ωφέλεια του κοινωνικού συνόλου. Στην παρούσα εργασία παρουσιάζουµε τα συνήθη κριτήρια αξιολόγησης των επενδύσεων, που αναλύονται στο πρώτο κεφάλαιο και είναι τα εξής: α) το κριτήριο της Περιόδου Επανείσπραξης, β) το κριτήριο του Μέσου βαθµού απόδοσης ή Μέση Ετήσια Αποδοτικότητα, γ) το κριτήριο της Καθαρής Παρούσας Αξίας, δ) το κριτήριο του Εσωτερικού Συντελεστή Απόδοσης, ε) το κριτήριο του είκτη Αποδοτικότητας ή Ωφελειών Κόστους, στ) το κριτήριο του Οµοιόµορφου Ετήσιου Ποσού. Στα παραπάνω κριτήρια αναφέρονται οι τρόποι υπολογισµού καθώς και τα πλεονεκτήµατα και µειονεκτήµατά τους. Εκτός από τα προαναφερθέντα υπάρχουν και άλλα κριτήρια αξιολόγησης των επενδύσεων τα οποία χρησιµοποιούνται λιγότερο συχνά, διότι δρουν ανασταλτικά αν υπάρχει µόνιµη χρήση τους µε κίνδυνο οι επιχειρήσεις να µένουν στάσιµες και είναι τα παρακάτω: α) το κριτήριο Επιτακτικότητα ή Βαθµός Αναγκαιότητας, β) το κριτήριο της Επανεπένδυσης, γ) το κριτήριο της Πρόσθετης ή Αυξανόµενης Απόδοσης, δ) το κριτήριο του Καθαρού Κόστους, ε) το κριτήριο του Ετήσιου είκτη Ωφελειών Κόστους, και στ) το κριτήριο της Καθαρής Τελικής Αξίας. 1

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΕΠΕΝ ΥΣΗΣ Οι επενδύσεις αποτελούν ένα από τους κυριότερους παράγοντες της ανάπτυξης των επιχειρήσεων και της εθνικής οικονοµίας, γιατί µέσω των επενδύσεων κινητοποιούνται, συνδυάζονται και αξιοποιούνται όλοι οι συντελεστές της παραγωγής και της προόδου : το έδαφος, το ανθρώπινο δυναµικό, τα κεφάλαια, η τεχνογνωσία, η επιχειρηµατικότητα. Η πραγµατοποίηση όµως αποδοτικών επενδύσεων προϋποθέτει την παρουσίαση και αξιολόγηση άρτιων από κάθε άποψη επενδυτικών σχεδίων. Το σχέδιο επένδυσης είναι µια πολυδιάστατη δραστηριότητα, που αναλαµβάνει κάποιος φορέας (ιδιωτικός ή κρατικός), και απαιτεί µια σειρά από καλά σχεδιασµένες δραστηριότητες για την δηµιουργία µιας νέας ή επέκταση υφιστάµενης µονάδας σε ορισµένο τόπο (θέση εγκατάστασης του σχεδίου επένδυσης) και για ορισµένο χρόνο (περίοδος παραγωγικής λειτουργίας του σχεδίου επένδυσης), η οποία θα παράγει αγαθά ή υπηρεσίες (τα οφέλη ή τα έσοδα του σχεδίου επένδυσης) που διατίθενται στο κοινό µε ποικίλους τρόπους για κάλυψη αγαθών ή επιθυµιών, µε διάθεση πόρων όπως εδαφικών εκτάσεων, κεφαλαίων, ειδικευµένων εργατών, διευθυντικών στελεχών κλπ. ( που αποτελούν το κόστος του σχεδίου επένδυσης). ύο από τα κυριότερα στοιχεία που συνθέτουν το σχέδιο επένδυσης όπως προαναφέραµε είναι : α) το κόστος του, όπου είναι άµεσο και έµµεσο, και β) οι ωφέλειες του σχεδίου επένδυσης όπου είναι επίσης άµεσες και έµµεσες. Άµεσο κόστος είναι η δαπάνη οικονοµικών πόρων για τη δηµιουργία του σχεδίου επένδυσης και την παραγωγική λειτουργία του και έµµεσο κόστος είναι µια σειρά από αρνητικές έµµεσες επιπτώσεις που προκύπτουν από το σχέδιο επένδυσης. Οι άµεσες ωφέλειες περιλαµβάνουν όλα τα έσοδα από την πώληση των αγαθών και υπηρεσιών που παράγει το σχέδιο επένδυσης και οι έµµεσες ωφέλειες περιλαµβάνουν όλες τις θετικές παράγωγες αναπτυξιακές επιπτώσεις όπως είναι π.χ. η χρησιµοποίηση των παραγόµενων αγαθών και υπηρεσιών για την ανάπτυξη άλλων δραστηριοτήτων κλπ. Συνεπώς το κόστος και οι ωφέλειες του σχεδίου επένδυσης αποτελούν τα βασικά στοιχεία πάνω στα οποία στηρίζεται η ανάλυση και η αξιολόγησή του. 2

Όπως προαναφέραµε παραπάνω ο επιχειρηµατικός φορέας ενός σχεδίου επένδυσης, µπορεί να είναι είτε ιδιωτικός είτε δηµόσιος. Ο συνήθης λόγος όπου ένας ιδιωτικός φορέας κάνει επενδύσεις είναι η πραγµατοποίηση των κερδών. Ενώ το δηµόσιο κάνει επενδύσεις για την ωφέλεια του κοινωνικού συνόλου, διότι κάποιες κατηγορίες επενδύσεων δεν µπορούν να πραγµατοποιηθούν από ιδιώτες επιχειρηµατίες. Με τις επενδύσεις διευρύνεται η παραγωγική δυναµικότητα της οικονοµίας και προωθείται στην πράξη η αύξηση της παραγωγής αγαθών και υπηρεσιών. Οι επενδύσεις έχουν πολύπλευρες και πολλαπλές επιπτώσεις στην οικονοµική και κοινωνική ζωή µιας χώρας για τους εξής λόγους : Προσφέρουν νέες ευκαιρίες απασχόλησης και περιορίζουν έτσι την ανεργία, που αποτελεί τη σοβαρότερη ασθένεια στην οικονοµία Αξιοποιούν συνήθως τους αδρανείς πλουτοπαραγωγικούς πόρους Επιταχύνουν τη διαδικασία οικονοµικής ανάπτυξης Βοηθούν στην καταπολέµηση του πληθωρισµού, γιατί ενισχύουν την προσφορά αγαθών και υπηρεσιών για την παραγωγικότητα Προκαλούν προωθητικές επιδράσεις στον παραγωγικό µηχανισµό της οικονοµίας Έχουν σοβαρές αναδιανεµητικές επιπτώσεις στις παραγωγικές τάξεις και τις διάφορες περιοχές Ενισχύουν συνήθως την εξωτερική οικονοµική θέση της χώρας, γιατί διευρύνουν τις εξαγωγές ή και υποκαθιστούν τις εισαγωγές Επεκτείνουν τον κύκλο εργασιών της οικονοµικής δραστηριότητας και έτσι δηµιουργούν δυνητικές πηγές αύξησης των δηµοσίων εσόδων Ενισχύουν την οικονοµική σταθερότητα σε περιόδους ύφεσης Εδραιώνουν µε την καλλιέργεια του κλίµατος επιχειρηµατικής δραστηριότητας την εµπιστοσύνη στο µέλλον της χώρας Αποτελούν τον ασφαλέστερο αγωγό για την παραγωγή της τεχνολογικής προόδου, δεδοµένου ότι µε τις επενδύσεις ενσωµατώνεται στην παραγωγική διαδικασία η προχωρηµένη τεχνολογία Αντανακλούν φανερά το δείκτη της οικονοµικής δηµιουργικότητας µιας χώρας Προβάλλουν το γόητρο της χώρας διεθνώς, γιατί αποτελούν το ισχυρότερο µέσο ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητάς της. 3

Είναι σηµαντικό, ότι η συνολική οικονοµική επίδοση µιας χώρας εξαρτάται από την ποσοτική και ποιοτική στάθµη των επενδύσεων που πραγµατοποιούνται. Οι βασικοί παράγοντες που επηρεάζουν την απόφαση των επιχειρηµατιών να πραγµατοποιήσουν ή όχι µια επένδυση είναι: 1. Το κόστος της επένδυσης 2. Τα µελλοντικά έσοδα που θα αποφέρει το επενδυτικό σχέδιο 3. Το επιτόκιο Αν αυξηθεί το επιτόκιο, η παρούσα αξία µιας συγκεκριµένης ροής αποδόσεων θα µειωθεί, οπότε ορισµένες οριακές επενδύσεις δεν θα συµφέρει να πραγµατοποιηθούν. Αντίθετα, αν µειωθεί το επιτόκιο, η παρούσα αξία των αποδόσεων των επενδύσεων θα αυξηθεί και ορισµένες επενδύσεις που είχαν απορριφθεί θα συµφέρει να πραγµατοποιηθούν. Εποµένως µια αύξηση ή µείωση των αποδόσεων έχει ως αποτέλεσµα την αύξηση ή την µείωση του αθροίσµατος της παρούσας αξίας των µελλοντικών αποδόσεων της επένδυσης και τη µεταβολή του µεγέθους των επενδύσεων που συµφέρει να αναληφθούν. Εκτός από το κόστος της επένδυσης, τις αναµενόµενες αποδόσεις του σχεδίου επένδυσης και το επιτόκιο οι παράγοντες που επηρεάζουν την απόφαση ενός επιχειρηµατία είναι το ύψος του επιτοκίου, το κόστος των κεφαλαιουχικών αγαθών, το κόστος της εργασίας, το απόθεµα των κεφαλαιουχικών αγαθών, οι φόροι στα επιχειρηµατικά κέρδη, τα κρατικά κίνητρα για την ενθάρρυνση των επενδύσεων, οι τεχνολογικές εξελίξεις και καινοτοµίες, το επίπεδο του εισοδήµατος και του προϊόντος της οικονοµίας και τέλος οι µεταβολές του εισοδήµατος και του προϊόντος. 4

ΕΝΟΤΗΤΑ 1 1. ΤΑ ΣΥΝΗΘΗ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΩΝ ΕΠΕΝ ΥΣΕΩΝ Ο επιχειρηµατίας επενδυτής για να φτάσει στην τελική του απόφαση θα πρέπει να χρησιµοποιήσει τα παρακάτω κριτήρια, τα συνήθη και λιγότερο συνήθη κριτήρια αξιολόγησης των επενδύσεων. Τα συνήθη κριτήρια αξιολόγησης των επενδύσεων είναι οι εξής: 1. Κριτήριο της Περιόδου Επανείσπραξης (ΠΕ) 2. Κριτήριο του Μέσου Βαθµού Απόδοσης ή Μέση Ετήσια Αποδοτικότητα (ΜΕΑ) 3. Κριτήριο της Καθαρής Παρούσας Αξίας (ΚΠΑ) 4. Κριτήριο του Εσωτερικού Συντελεστή Απόδοσης (ΕΣΑ) 5. Κριτήριο του είκτη Αποδοτικότητας ή Ωφελειών - Κόστους ( Α) 6. Κριτήριο του Οµοιόµορφου Ετήσιου Ποσού (ΟΕΠ) 7. Κριτήριο Επιτακτικότητας ή Βαθµός Αναγκαιότητας 8. Κριτήριο της Επανεπένδυσης 9. Κριτήριο της Πρόσθετης ή Αυξανόµενης Απόδοσης 10. Κριτήριο του Καθαρού Κόστους 11. Ετήσιος είκτης Ωφελειών Κόστους 12. Καθαρή Τελική Αξία (ΚΤΑ) Ας περιγράψουµε τα παραπάνω κριτήρια αναλυτικότερα και να αναφέρουµε τα µειονεκτήµατα και πλεονεκτήµατά τους. 1.1 Κριτήριο της Περιόδου Επανείσπραξης Έννοια Περιγραφή Το κριτήριο αυτό προσδιορίζει τον αριθµό των ετών που απαιτείται ούτως ώστε η επιχείρηση να επανακτήσει το κεφάλαιο της αρχικής δαπάνης της επένδυσης. Το κριτήριο αυτό µπορεί να προσαρµοστεί ώστε να περιλάβει διάφορα στοιχεία, όπως το αρχικό κόστος επένδυσης ή το κόστος συν ένα αποδεκτό περιθώριο κέρδους. 5

Οι τρόποι καθορισµού της αποδοτικότητας των επενδύσεων µε βάση το κριτήριο της περιόδου επανείσπραξης είναι δυο: Α) Για παράδειγµα, η διοίκηση µιας επιχείρησης έχει προκαθορίσει ένα ελάχιστο χρόνο επανείσπραξης που θα πρέπει να ικανοποιούν οι υπό εξέταση επενδύσεις, ώστε να περιληφθούν στον προϋπολογισµό επενδύσεων παγίου κεφαλαίου. Για τον υπολογισµό του χρόνου επανείσπραξης θα πρέπει να αναφέρουµε τα ακόλουθα: Αν οι εισροές δεν αποτελούν οµοιόµορφη σειρά, τότε ο χρόνος επανείσπραξης υπολογίζεται µε τη συνεχή πρόσθεση των εισροών, µέχρι το άθροισµα να γίνει ίσο µε το ποσό που απαιτεί η πραγµατοποίηση της επένδυσης. Αν οι εισροές αποτελούν οµοιόµορφη σειρά, τότε ο χρόνος επανείσπραξης υπολογίζεται µε την διαίρεση της εκροής µε το ύψος της εισροής. Αν οι υπό εξέταση επενδύσεις είναι οικονοµικά ανεξάρτητες, τότε θα συµπεριληφθούν στον προϋπολογισµό, µόνο όταν ο χρόνος επανείσπραξής τους είναι µικρότερος του προκαθορισµένου. Αν οι υπό εξέταση επενδύσεις είναι αµοιβαία αποκλειόµενες, τότε θα συµπεριληφθεί στον προϋπολογισµό επενδύσεων, εκείνη που έχει το µικρότερο χρόνο επανείσπραξης, µε την προυπόθεση ότι ο χρόνος επανείσπραξης της επένδυσης που επιλέχθηκε είναι µικρότερος του προκαθορισµένου. Β) Όταν η διοίκηση µιας επιχείρησης δεν έχει καθορισµένο χρόνο επανείσπραξης. Ο χρόνος επανείσπραξης των υπό εξέταση επενδύσεων σε αυτή την περίπτωση υπολογίζεται όπως και στην παραπάνω. Αν οι υπό εξέταση επενδύσεις είναι οικονοµικά ανεξάρτητες, τότε θα συµπεριληφθούν στον προϋπολογισµό, µόνο όταν ο χρόνος επανείσπραξής τους είναι αρκετά µικρότερος από την διάρκεια ωφέλιµης ζωής της επένδυσης. Αντίθετα όταν ο χρόνος επανείσπραξης είναι ίσος ή λίγο µικρότερος της διάρκειας ωφέλιµης ζωής της επένδυσης, τότε οι επενδύσεις θα πρέπει να απορριφθούν. Αν οι επενδύσεις είναι αµοιβαία αποκλειόµενες, τότε θα πρέπει να συµπεριληφθεί στον προϋπολογισµό επενδύσεων, εκείνη µε τον µικρότερο χρόνο επανείσπραξης, µε την προϋπόθεση ότι αυτός είναι αρκετά µικρότερος από την διάρκεια ωφέλιµης ζωής της επένδυσης. 6

Το κριτήριο του χρόνου επανείσπραξης για την επιλογή ανάµεσα στις εναλλακτικές προτάσεις είναι πολύ δηµοφιλής στις τάξεις των στελεχών των επιχειρήσεων και έχει οδηγήσει σε εξονυχιστική εξέταση και κριτική των µειονεκτηµάτων της, αφού έχει προκαλέσει ζωηρές επιθέσεις αλλά και υπερασπίσεις. Παράλληλα έχουν γίνει σοβαρές προσπάθειες να εναρµονιστεί έστω και κατά προσέγγιση µε άλλα πιο ακριβή κριτήρια επιλογής των επενδύσεων. ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ: 1. Το κριτήριο της µεθόδου επανείσπραξης είναι ευκολονόητο και µπορεί εύκολα να υπολογιστεί και να µεταδοθεί σε άλλους. 2. Χρησιµοποιείται µόνο ως µια µέθοδος προσεγγίσεως στην αρχική εξέταση των επενδυτικών αποφάσεων. 3. Αποτελεί επαρκές µέτρο για εταιρείες µε πολλές κερδοφόρες ενδογενείς επενδυτικές ευκαιρίες, των οποίων οι πηγές κεφαλαίων προσδιορίζονται από χαµηλή εσωτερική προσφορά και υψηλό εξωτερικό κόστος. 4. Είναι χρήσιµο στην εκτίµηση της αξίας επισφαλών επενδύσεων των οποίων είναι δύσκολο να προβλέψουµε τον ρυθµό εξάντλησης των κεφαλαίων. Αφού η µέθοδος δίνει πρόσθετο βάρος στις σύντοµες αποδόσεις και αγνοεί τις απώτερες. 5. Όταν ο απαιτούµενος χρόνος επανείσπραξης προσδιορίζεται σ έναν υψηλό αριθµό ετών και οι εισοδηµατικές ροές είναι οµοιόµορφες για κάθε χρόνο, το κριτήριο επανείσπραξης είναι µία καλή προσέγγιση του αντίστροφου µεγέθους από τον Ε.Σ.Α. 6. είχνει για πόσο χρόνο βρίσκονται τα χρήµατα της εταιρείας σε κίνδυνο. 7. Είναι χρήσιµο για της εταιρείες που αντιµετωπίζουν προβλήµατα ρευστότητας και επιθυµούν γρήγορη επανείσπραξη των χρηµάτων τους. 8. Σε περιόδους µεγάλης αβεβαιότητας για την οικονοµική συγκυρία ή περιόδους ταχείας τεχνολογικής προόδου που δηµιουργούνται ανάγκες για ταχεία αντικατάσταση του µηχανολογικού εξοπλισµού είναι χρήσιµο κριτήριο αξιολόγησης. ΜΕΙΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ: 7

1. Μπορεί το κριτήριο επανείσπραξης να χρησιµοποιείται σε ειδικές περιπτώσεις, αλλά οι περιπτώσεις αυτές αποτελούν µειοψηφία και έτσι αµφισβητείτε η γενικότητα του κριτηρίου. 2. Υπερβάλλει τη σηµασία της ρευστότητας σαν στόχο της επενδυτικής απόφασης, υπάρχουν πιο άµεσοι και πιο φθηνοί τρόποι διαφύλαξης των επιπέδων ρευστότητας. 3. ίνει υπερβολική έµφαση στην αξία των ροών µέσα στην περίοδο αυτή, καθώς δίνει έµµεσα την ίδια σηµασία στις ταµειακές ροές του τέλους του πρώτου έτους µε αυτές του τελευταίου έτους. 4. Επειδή στο κριτήριο αυτό εξετάζεται µόνο ο χρόνος επανείσπραξης της επένδυσης αγνοούνται οι ταµειακές ροές µετά το χρόνο αυτό. 5. Αγνοείται το µέγεθος και ο χρόνος πραγµατοποίησης των ταµειακών ροών κατά τη διάρκεια του χρόνου επανείσπραξης, διότι το κριτήριο αυτό δεν λαµβάνει υπόψη του τη διαχρονική αξία του χρήµατος. 6. Αγνοείται η αποδοτικότητα της επένδυσης σε σχέση µε την αρχική δαπάνη. 7. Ο χρόνος επανείσπραξης αποτελεί µια πρόχειρη και ηµιτελή µέτρηση του κινδύνου από την επένδυση, χωρίς να λαµβάνει υπόψη τις διακυµάνσεις των εισροών µετρητών. 8. ίνει έµφαση συνήθως σε επενδυτικά σχέδια µικρής χρονικής διάρκειας και µικρής πνοής. 9. Στρέφει το επενδυτικό ενδιαφέρον στο σίγουρο και γρήγορο κέρδος. 10. Η µέθοδος αυτή δεν εκτιµά την αποδοτικότητα του επενδυόµενου κεφαλαίου, αλλά την ικανότητα αποπληρωµής σε µετρητά. Εποµένως η καθολικότητα του κριτηρίου του Χρόνου Επανείσπραξης ως αξιόπιστου δείκτη αποδοτικότητας των επενδύσεων είναι αµφισβητήσιµη, διότι παραβαίνει της δυο βασικές αρχές της ορθολογικής επενδυτικής συµπεριφοράς. Πρώτον, ότι οι επενδύσεις που έχουν µεγαλύτερες αποδόσεις είναι προτιµότερες από αυτές που έχουν µικρότερες. εύτερον, ότι οι επενδύσεις που έχουν συντοµότερες αποδόσεις είναι προτιµότερες από αυτές που έχουν οι µεταγενέστερες, διότι αναθέτει πιθανότητα ίση µε 100% σε εισροές µέσα στο χρόνο επανείσπραξης και πιθανότητα ίση µε µηδέν σε εισροές µετά το τέλος του χρόνου αυτού. 8

1.2 Κριτήριο του Μέσου Βαθµού Απόδοσης ή Μέση Ετήσια Αποδοτικότητα Έννοια Περιγραφή Το κριτήριο αυτό χρησιµοποιείται για την επιλογή µιας επένδυσης από δυο ή περισσότερες επενδύσεις, που προσφέρονται εναλλακτικά στη διοίκηση µιας επιχείρησης. Το µέσο ποσοστό απόδοσης ορίζεται σαν τον λόγο του µέσου καθαρού κέρδους προς την µέση επένδυση και ο τύπος έχει ως εξής: Μέσο Ποσοστό Απόδοσης= Μέσο Καθαρό Κέρδος/Μέση Επένδυση Το µέσο ποσοστό απόδοσης καλείται και λογιστικό ποσοστό απόδοσης γιατί χρησιµοποιεί την έννοια του κέρδους και όχι την εισροή µετρητών που χρησιµοποιούν τα άλλα κριτήρια. Σχετικά µε την επιλογή των επενδύσεων που πληρούν το κριτήριο αυτό θα πρέπει να σηµειώσουµε τα ακόλουθα: Α) Αν οι υπό εξέταση επενδύσεις είναι οικονοµικά ανεξάρτητες, τότε επιλέξιµες επενδύσεις είναι αυτές που έχουν µεγαλύτερο ποσοστό απόδοσης από το ελάχιστο απαιτούµενο από την διοίκηση της επιχείρησης. Β) Αν οι υπό εξέταση επενδύσεις είναι αµοιβαία αποκλειόµενες, τότε η επένδυση που θα επιλεγεί είναι αυτή που έχει µεγαλύτερο ποσοστό απόδοσης, µε την προυπόθεση ότι το ποσοστό αυτό είναι µεγαλύτερο από το ελάχιστο απαιτούµενο ποσοστό απόδοσης. Το κριτήριο του µέσου βαθµού απόδοσης (όπως και το κριτήριο επανείσπραξης) µας δίνει καλά αποτελέσµατα, όταν η διάρκεια ζωής της επένδυσης είναι µεγάλη και όταν η ετήσια εισροή εισοδήµατος είναι σχετικά σταθερή. Όταν όµως δεν συµβαίνει αυτό, τότε το κριτήριο του µέσου βαθµού απόδοσης παρουσιάζει προβλήµατα. ηλαδή το µέσο καθαρό κέρδος δεν λαµβάνει υπόψη την αξία του χρήµατος στον χρόνο και χρησιµοποιεί ένα απλό µέσο κέρδος και η µέση επένδυση αγνοεί την πραγµατική ροή µετρητών και την αξία του χρήµατος στις διάφορες χρονικές περιόδους. Επίσης για να είναι το ποσοστό µέσης απόδοσης ακριβές και αξιόπιστο θα πρέπει να χρησιµοποιούνται οι ίδιες υποθέσεις και το ίδιο κριτήριο υπολογισµού 9

των αποσβέσεων, για τον υπολογισµό του µέσου καθαρού κέρδους και για τον υπολογισµό της µέσης επένδυσης. 1.3 Κριτήριο της Καθαρής Παρούσας Αξίας Έννοια Περιγραφή Το κριτήριο της καθαρής παρούσας αξίας είναι το πιο συνηθισµένο κριτήριο αποδοτικότητας των επενδύσεων, γνωστή µε τα αρχικά ΚΠΑ. Είναι η αξία που προκύπτει αν προεξοφλήσουµε την παρούσα αξία, για κάθε έτος χωριστά, τη διαφορά µεταξύ όλων των µελλοντικών χρηµατικών εισροών και εκροών για ολόκληρο το χρόνο ζωής της επένδυσης, µε βάση ένα συντελεστή προεξόφλησης. ΚΠΑ Α1 (Ι + ι) Α2 + ( Ι + ι) Αn +... + (I + ι) = 1 2 n όπου: Α1, Α2,., Αn = Οι ετήσιες ταµειακές ροές οι οποίες µπορεί να είναι ίσες ή όχι, θετικές ή αρνητικές. Η= Η αρχική δαπάνη της επένδυσης στο έτος 0. ι = Το επιτόκιο προεξόφλησης n = Η ωφέλιµη ζωή του έργου. Η έννοια της παρούσας αξίας έχει ιδιαίτερη σηµασία, γιατί αντιπροσωπεύει και εκφράζει όλες τις ροές της επένδυσης στην αξία που έχουν σήµερα, δηλαδή τη στιγµή που παίρνει απόφαση ο επενδυτής. Σύµφωνα µε την θεωρία, όταν µια επένδυση έχει θετική καθαρά παρούσα αξία τότε είναι αποδεκτή γιατί θα αυξηθεί το ενεργητικό της επιχείρησης. Όταν µια επένδυση έχει αρνητική καθαρά παρούσα αξία, τότε απορρίπτεται γιατί όχι µόνο δεν επιφέρει κέρδος αλλά µειώνει την αξία της επιχείρησης. Όταν µια επένδυση έχει καθαρά παρούσα αξία ίση µε µηδέν, γίνεται αποδεκτή µόνο όταν δεν υπάρχει καλύτερη εναλλακτική επένδυση, γιατί δεν επιφέρει κέρδος. Η 10

1.3.1 Λογιστικά στοιχεία υπολογισµού ΚΠΑ Τα λογιστικά στοιχεία που χρησιµοποιούνται για τον υπολογισµό της ΚΠΑ είναι οι εξής: Α) Οι ταµειακές εισροές, περιλαµβάνουν τα έσοδα πωλήσεων και τους χρηµατοδοτικούς πόρους. Στο σηµείο αυτό περιλαµβάνονται όλες οι εισροές µετρητών που προέρχονται από δάνεια, πιστώσεις προµηθευτών, τρέχουσες απαιτήσεις, διάφορες επιχορηγήσεις, το µετοχικό κεφάλαιο, είτε από τις εισπράξεις των πωλήσεων της µονάδας που αρχίζουν µετά την ολοκλήρωση του έργου και καθ όλη τη διάρκεια της ζωής του. Β) Οι ταµειακές εκροές που περιλαµβάνουν: 1. Το συνολικό κόστος της επένδυσης το οποίο αποτελείται από το κόστος παγίων επενδύσεων, που περιλαµβάνει το αρχικό κόστος της επένδυσης και το κόστος αντικατάστασης. Επίσης, αποτελείται από το κόστος ίδρυσης και οργάνωσης, το καθαρό κεφάλαιο κίνησης και τέλος, τα απρόβλεπτα. 2. Το λειτουργικό κόστος το οποίο αποτελείται από τα Γενικά έξοδα ιοίκησης και τα έξοδα πωλήσεων και διανοµής της παραγωγικής µονάδας. Αν στο λειτουργικό κόστος συµπεριληφθεί το χρηµατοδοτικό κόστος και οι αποσβέσεις τότε προκύπτει το συνολικό κόστος παραγωγής. 3. Οι φόροι (συµπεριλαµβανοµένου των φορολογικών απαλλαγών) ή Λογαριασµός Εκµετάλλευσης. Ο λογαριασµός εκµετάλλευσης είναι πολύ σηµαντικός για την χρηµατική ανάλυση ενός σχεδίου επένδυσης, γιατί µας δείχνει αν το σχέδιο επένδυσης ή η επιχείρηση σηµειώνει κέρδη ή ζηµίες. Ο λογαριασµός εκµετάλλευσης δείχνει τη δραστηριότητα της επιχείρησης για µια χρήση (όπου είναι συνήθως ένα έτος), παρουσιάζοντας τα έσοδα και τα έξοδα της παραγωγικής µονάδας, καθώς και το οικονοµικό αποτέλεσµά της. ηλαδή: Έσοδα Πωλήσεων Κόστος Παραγωγής = Ακαθάριστο Κέρδος Ακαθάριστο Κέρδος Φόροι = Καθαρό Κέρδος Από το λογαριασµό εκµετάλλευσης µπορούν να διαπιστωθούν τα περιθώρια που υπάρχουν για την αποπληρωµή των δανείων, τα µερίσµατα που θα καταβληθούν στους µετόχους και τα κέρδη τα οποία θα µπορούν να επαναεπενδυθούν στην επιχείρηση. Ο λογαριασµός εκµετάλλευσης καταρτίζεται µε βάση την εκτίµηση των 11

εσόδων πωλήσεων, την κλίµακα του κόστους παραγωγής, τις ισχύουσες διατάξεις για την φορολογία και τέλος, την πολιτική του φορέα για τα κέρδη και τα µερίσµατα συναρτήσει της ισχύουσας νοµοθεσίας. Γ) Η καθαρή ταµειακή ροή προκύπτει αν αφαιρεθούν οι πραγµατικές ταµειακές εκροές από τις πραγµατικές ταµειακές εισροές και τοποθετηθεί το κατάλληλο πρόσηµο (+) ή (-). εν υπολογίζονται ως εκροές οι αποσβέσεις και οι τόκοι, ενώ υπολογίζονται τα τοκοχρεωλύσια. Το υπόλοιπο των δύο αυτών ροών δίνει το ταµειακό αποτέλεσµα. ηλαδή αν είναι θετικό τότε υπάρχει πλεόνασµα και αν είναι αρνητικό τότε υπάρχει έλλειµµα. ) Ο συντελεστής προεξόφλησης είναι ένα εσωτερικό επιτόκιο το οποίο µηδενίζει την ΚΠΑ. Ε) Η ΚΠΑ προκύπτει αν πολλαπλασιάσουµε την καθαρή ταµειακή ροή µε το συντελεστή προεξόφλησης. 1.3.2 Υπολογισµός ΚΠΑ Τα στάδια υπολογισµού της Καθαρής Παρούσας Αξίας είναι τα: Α) Καταγράφονται τα αρχικά µεγέθη των ταµειακών ροών και υπολογίζεται η Καθαρή Ταµειακή Ροή, δηλαδή η διαφορά µεταξύ εισροών και εκροών, ώστε να γίνει ο καθορισµός του κόστους της επένδυσης ή τα έξοδα που θα απαιτηθούν στο µέλλον για την επένδυση. Β) Επιλέγεται το κατάλληλο επιτόκιο προεξόφλησης σύµφωνα µε τις τρέχουσες τραπεζικές συνθήκες. Γ) Με βάση τα παραπάνω υπολογίζεται η παρούσα αξία των ταµειακών εισροών και η παρούσα αξία των ταµειακών εκροών για όλη την περίοδο ζωής του επενδυτικού προγράµµατος ή σχεδίου επένδυσης. Η Καθαρή Παρούσα Αξία είναι η παρούσα αξία των εισροών µείον την παρούσα αξία των εκροών και ονοµάζεται και προεξοφληµένη ταµειακή ροή. Η Καθαρή Παρούσα Αξία είναι από τα πιο πλεονεκτικά κριτήρια αξιολόγησης γιατί µετατρέπει τις µελλοντικές ροές αξιών του σχεδίου επένδυσης σε παρούσες αξίες. 12

Στην εφαρµογή του κριτηρίου αυτού πρέπει να προσέχουµε τα εξής: Οι εκροές κόστος (έξοδα) και οι εισροές ωφέλειες (έσοδα) υπολογίζονται στο χρόνο που πραγµατοποιούνται. Οι αποσβέσεις, αν και εµφανίζονται στο λογαριασµό εκµετάλλευσης, δεν είναι πραγµατική εκροή και γι αυτό δεν συµπεριλαµβάνονται στις ταµειακές εκροές. Η αποπληρωµή των δανείων χωρίς τους τόκους αλλά µε τα τοκοχρεολύσια υπολογίζεται στις εκταµιεύσεις γιατί αποτελεί ταµειακή εκροή. Ο χρόνος προεξόφλησης των ροών πρέπει να αναφέρεται σε ολόκληρη τη ζωή του σχεδίου επένδυσης (φάση κατασκευής λειτουργίας) και να εφαρµόζεται σε ορισµένη χρονική βάση για όλες τις ροές. Κατά την επιλογή του επιτοκίου προεξόφλησης λαµβάνεται υπόψη το επιτόκιο που επικρατεί στην κεφαλαιαγορά (ως το ελάχιστο επιτρεπτό), εφόσον αυτή λειτουργεί σχετικά οµαλά και αντανακλά τις πραγµατικές συνθήκες προσφοράς και ζήτησης κεφαλαίων. Η υπολειµµατική αξία του σχεδίου επένδυσης υπολογίζεται ως θετική εισροή. ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ : Το κριτήριο της Καθαρής Παρούσας Αξίας έχει τα εξής χαρακτηριστικά: 1. Λαµβάνει υπόψη της την αξία του χρήµατος στον χρόνο. 2. Το παρόν θεωρείται σαν χρόνος αναφοράς και υπολογισµός της παρούσας αξίας. 3. Το κριτήριο αυτό υποθέτει την επανεπένδυση στο κόστος κεφαλαίου. 4. Η απόφαση που λαµβάνεται δεν επηρεάζεται από το ποσό της επένδυσης ή την διάρκεια του χρόνου. 5. Προεξοφλεί τις ταµειακές ροές ενός έργου µε το κόστος κεφαλαίων, αναγνωρίζοντας έτσι ανοικτά τόσο το κόστος χρηµατοδότησης όσο και την ελάχιστη απόδοση που απαιτούν οι µέτοχοι. 6. ίνει αποτελέσµατα σε χρηµατικές µονάδες, π.χ. σε ευρώ, και συνεπώς διευκολύνει τη σύγκριση µε τις χρηµατικές συνεισφορές από τον προϋπολογισµό επενδύσεων. 13

7. Μπορεί εύκολα να προσαρµοστεί ώστε να αποδώσει τον οικονοµικό κίνδυνο της επένδυσης. ΜΕΙΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ : Τα µειονεκτήµατα του κριτηρίου της ΚΠΑ είναι τα εξής: 1. Με το κριτήριο αυτό είναι δύσκολο να εκτιµήσουµε µε αντικειµενικό τρόπο πολλά έργα µαζί, να τα ταξινοµήσουµε ανάλογα µε την αξία τους και να τα κατατάξουµε ανάλογα µε την πραγµατική προτεραιότητά τους. 2. Η ακρίβεια του κριτηρίου αυτού εξαρτάται άµεσα από την ακρίβεια της εκτίµησης του κόστους κεφαλαίου. Το κόστος του κεφαλαίου είναι πολύ δύσκολο να υπολογιστεί µε ακρίβεια παρά µόνο κατά προσέγγιση, µε αποτέλεσµα πολύ λίγες επιχειρήσεις να είναι σε θέση να γνωρίζουν το πραγµατικό κόστος του κεφαλαίου τους. 3. Προϋποθέτει ότι το κόστος κεφαλαίου µένει αναλλοίωτο σε όλη τη διάρκεια της ζωής του έργου, υποτιµώντας έτσι την ΚΠΑ, όταν αυτό µειωθεί στο µεταξύ και υπερτιµώντας την όταν αυξηθεί. 4. Είναι δυνατόν να δηµιουργήσει παρανοήσεις, στην περίπτωση όπου η ΚΠΑ είναι ίση µε µηδέν, όπου πιθανόν να θεωρηθεί ότι το έργο έχει µηδενική απόδοση. Τέλος, βασικότερα σηµεία του κριτηρίου είναι: Α) ότι η ΚΠΑ χρησιµοποιεί το κόστος κεφαλαίων ως συντελεστή προεξόφλησης, µε την προϋπόθεση ότι η διοίκηση γνωρίζει τον πραγµατικό συντελεστή απόδοσης που απαιτείται για την αγορά και είναι γνωστός ως εσωτερικός συντελεστής απόδοσης (ΕΣΑ). Β) οι υπολογισµοί βασίζονται στην παραδοχή ότι όλες οι ενδιάµεσες ταµειακές ροές επανεπενδύονται µε τον ίδιο συντελεστή όπως οι αρχικές ροές, δηλαδή το κόστος κεφαλαίου της επιχείρησης. Επίσης το κριτήριο της ΚΠΑ µπορεί να εφαρµοστεί µε επιτυχία, Α) για την µεγιστοποίηση της ΚΠΑ µιας σειράς µελλοντικών φορολογηµένων ταµειακών ροών ενός συγκεκριµένου έργου, όπου θα µεγιστοποιήσει την αξία της επιχείρησης. Β) για την µεγιστοποίηση της ΚΠΑ ενός συνδυασµού συµπληρωµατικών ή και ανεξάρτητων προτάσεων, όπου έµφαση δίνεται στη µεγιστοποίηση του πλούτου της επιχείρησης µε τον κατάλληλο συνδυασµό έργων και όχι µε την επιλογή του έργου που έχει την µεγαλύτερη ΚΠΑ. 14

1.4 Κριτήριο του Εσωτερικού Συντελεστή Απόδοσης (ΕΣΑ) Έννοια Περιγραφή Ο εσωτερικός συντελεστής απόδοσης (ΕΣΑ) είναι το υπολογιζόµενο επιτόκιο (δηλ. η εσωτερική αποδοτικότητα),όπου η παρούσα αξία των ταµειακών εισροών είναι ίση µε την παρούσα αξία των ταµειακών εκροών. Με άλλα λόγια είναι ο συντελεστής που εξισώνει την συνολική παρούσα αξία των εισροών µε την παρούσα αξία των εκροών του σχεδίου επένδυσης. ηλαδή είναι ένα µοναδικό <<εσωτερικό επιτόκιο>>, που κάνει την ΚΠΑ να είναι ίση µε µηδέν. ΕΣΑ = n (ταµειακές εισροές - ταµειακές t= 0 (Ι + τ κ) εκροές) ηλαδή ο ΕΣΑ (κ) είναι το εκτιµώµενο επιτόκιο, που µηδενίζει το άθροισµα των παραπάνω προεξοφλούµενων ροών. Η διαδικασία και η τεχνική υπολογισµού του κριτηρίου αυτού είναι περίπου ίδια µε αυτή της ΚΠΑ: 1. Υπολογίζονται οι σχετικές ταµειακές ροές από τα τεχνικά και οικονοµικά στοιχεία του σχεδίου επένδυσης. 2. Καθορίζεται το ποσό που απαιτείται για την επένδυση 3. Καθορίζεται το ποσοστό κόστους του κεφαλαίου 4. Γίνεται προεξόφληση της ΚΠΑ όχι όµως µε ένα δεδοµένο επιτόκιο της κεφαλαιαγοράς (όπως γίνεται για την εκτίµηση της ΚΠΑ), αλλά µε εναλλακτικά επιτόκια ( στην περίπτωση αυτή συνήθως έχουµε τρία επιτόκια, ένα χαµηλό, ένα µέσο και ένα υψηλό). 5. Αν η προεξόφληση µε το χαµηλό επιτόκιο ( έστω κ1) δίνει ΚΠΑ >0, τότε δοκιµάζουµε ένα µεγαλύτερο επιτόκιο (έστω κ2). Αν στο επιτόκιο αυτό η ΚΠΑ <0, τότε ο ακριβής εσωτερικός συντελεστής βρίσκεται ανάµεσα στα δύο επιτόκια (κ1, κ2) µε τον τύπο της γραµµικής παρεµβολής. κ2 - κ1 κ = κ1+ ΚΠΑ1 ΚΠΑ1- ΚΠΑ2 6. Σύγκριση του εσωτερικού συντελεστή απόδοσης (ΕΣΑ) µε το κόστος κεφαλαίου. Αν ο ΕΣΑ είναι µεγαλύτερος από το κόστος κεφαλαίου, τότε η επένδυση εγκρίνεται. Αν ο ΕΣΑ είναι µικρότερος από το κόστος κεφαλαίου, 15

τότε η επένδυση απορρίπτεται και τέλος, αν ο ΕΣΑ είναι ίσος µε το κόστος κεφαλαίου, η επένδυση µας είναι αδιάφορη. ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ: Το κριτήριο του εσωτερικού συντελεστή απόδοσης πλεονεκτεί στα εξής: 1. Βρίσκει την πραγµατική απόδοση ενός έργου. 2. Εκφράζει την έννοια της διαχρονικής αξίας του χρήµατος. 3. εν προεξοφλεί τις ταµειακές ροές µε το κόστος κεφαλαίου αλλά αναζητεί τον πραγµατικό δείκτη απόδοσης ενός συγκεκριµένου έργου. Ο δείκτης αυτός µπορεί µετά να συγκριθεί µε το κόστος κεφαλαίων της εταιρείας, ώστε να ληφθούν οι ανάλογες αποφάσεις. 4. Μπορεί να προσαρµοστεί ώστε να εκφράζει την παρουσία οικονοµικού κινδύνου σε κάποιο έργο. ΜΕΙΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ : Το κριτήριο αυτό δέχεται κριτική στα εξής: 1. Ο ΕΣΑ προϋποθέτει ότι οι ενδιάµεσες ταµειακές ροές επανεπενδύονται µε το επιτόκιο του εσωτερικού συντελεστή απόδοσης. 2. Η µέθοδος υπολογισµού είναι αρκετά επίµονη. 3. εν εκφράζει το απόλυτο χρηµατικό µέγεθος της επένδυσης. 4. Όταν υπάρχούν ταµειακές ροές υπάρχουν περισσότεροι από ένας ΕΣΑ. 5. Επειδή ο ΕΣΑ είναι ένα ποσοστό, δεν λαµβάνεται υπόψη το µέγεθος της επένδυσης. Ο εσωτερικός συντελεστής απόδοσης είναι ένα υπολογιζόµενο επιτόκιο, το οποίο αντανακλά το µεγαλύτερο επιτόκιο που θα µπορούσε να πληρώσει ο επενδυτικός φορέας ή επιχειρηµατίας, χωρίς να χάσει όλα τα χρήµατα που διέθεσε στην επένδυση και στην περίπτωση ακόµα, που όλα τα χρήµατα για την χρηµατοδότηση της επένδυσης προέρχονται από δανεισµό. Ο ΕΣΑ µιας συµβατικής επένδυσης, δείχνει την πραγµατική αποδοτικότητα της συνολικής επένδυσης και µπορεί έτσι να προσδιορίσει αµέσως τους όρους δανεισµού του σχεδίου επένδυσης, δεδοµένου ότι 16

καθορίζει το µέγιστο επιτόκιο που θα µπορούσε να πληρωθεί από τον επενδυτή, χωρίς να κινδυνεύει να χάσει τα κεφάλαια. Τέλος, µια επένδυση µε την µέθοδο αυτή µπορεί να γίνει δεκτή, όταν ο ΕΣΑ είναι µεγαλύτερος από το επιτόκιο που ισχύει στον συγκεκριµένο κλάδο του σχεδίου επένδυσης. Αν υπάρχουν διάφορες εναλλακτικές επενδύσεις, τότε επιλέγεται αυτή που παρουσιάζει µεγαλύτερο ΕΣΑ, εφόσον υπερβαίνει το κατώτερο αποδεκτό επιτόκιο. Σε περίπτωση που µία επένδυση έχει χαρακτηριστικά τύπου δανείου, όσο µικρότερος είναι ο ΕΣΑ τόσο το καλύτερο. 1.4.1 Σύγκριση των κριτηρίων της Καθαρής Παρούσας Αξίας (ΚΠΑ) και του Εσωτερικού Συντελεστή Απόδοσης (ΕΣΑ) Το κριτήριο της ΚΠΑ συνιστά στο υπεύθυνο στέλεχος την αποδοχή των προτάσεων µε θετική ΚΠΑ, χρησιµοποιώντας το ισχύον επιτόκιο ή το κόστος κεφαλαίου ως συντελεστή προεξόφλησης. Το κριτήριο του ΕΣΑ συνιστά την αποδοχή όλων των προτάσεων των οποίων ο εσωτερικός συντελεστής απόδοσης είναι µεγαλύτερος του κόστους κεφαλαίου. Το τελευταίο αυτό κριτήριο αναζητεί το επιτόκιο που µηδενίζει την ΚΠΑ (ΚΠΑ=0) ενός έργου. Επιπλέον και τα δύο κριτήρια βασίζονται στις ακόλουθες παραδοχές: 1. Τη γνώση του κόστους του κεφαλαίου µιας επιχείρησης που θα χρησιµοποιηθεί στην προεξόφληση των ταµειακών ροών των διαφόρων επενδυτικών σχεδίων. 2. Τη βεβαιότητα σχετικά µε το µέγεθος των ταµειακών ροών κάθε πρότασης. 3. Την ανεξαρτησία των ταµειακών ροών που προκύπτουν από κάθε εξεταζόµενο έργο. Τα δύο κριτήρια συνήθως συµφωνούν στο θέµα της αποδοχής ή απόρριψης µιας επενδυτικής πρότασης. 17

1.5 Κριτήριο του είκτη Αποδοτικότητας Ωφελειών - Κόστους ( Α) Έννοια Περιγραφή Το κριτήριο του δείκτη αποδοτικότητας χρησιµοποιείται κυρίως σε περιπτώσεις όπου πρόκειται να αξιολογήσουµε πολλά επενδυτικά σχέδια (τα οποία δεν αποκλείεται να είναι όλα αποδοτικά), αλλά είναι αµοιβαίως αποκλειώµενα και γι αυτό πρέπει να επιλέξουµε ένα επενδυτικό σχέδιο. Ο δείκτης αποδοτικότητας ορίζεται σαν το λόγο της παρούσας αξίας (ΠΑ) των αναµενώµενων καθαρών εισπράξεων µετά από φόρους (η οποία υπολογίζεται στο κόστος κεφαλαίου) προς την παρούσα αξία της εκροής µετρητών (του κόστους επένδυσης υπολογιζόµενης πάλι στο κόστος κεφαλαίου). Α = ΠΑ εισροών ΠΑ εκροών Πρέπει να σηµειωθεί ότι, όταν η καθαρή παρούσα αξία είναι ίση µε µηδέν (ΚΠΑ=0), τότε ο δείκτης αποδοτικότητας είναι ίσος µε την µονάδα ( Α=1). Όταν η καθαρή παρούσα αξία είναι θετική (ΚΠΑ>0), τότε ο δείκτης αποδοτικότητας είναι µεγαλύτερος από την µονάδα ( Α>1) και το σχέδιο επένδυσης είναι αποδοτικό και εποµένως αποδεκτό. Όταν η καθαρή παρούσα αξία είναι αρνητική (ΚΠΑ<0), τότε ο δείκτης αποδοτικότητας είναι µικρότερος από την µονάδα ( Α<Ι) και το σχέδιο επένδυσης δεν είναι αποδεκτό και γι αυτό απορρίπτεται. Σύµφωνα µε τον τρόπο που χρησιµοποιούµε το κριτήριο αυτό, για την επιλογή των επενδύσεων, θα πρέπει να σηµειωθεί ότι, αν οι υπό εξέταση επενδύσεις είναι οικονοµικά ανεξάρτητες τότε θα επιλεγούν εκείνες που έχουν δείκτη αποδοτικότητας µεγαλύτερο από τη µονάδα ( Α>1), και αν ο δείκτης αποδοτικότητας είναι ίσος µε την µονάδα ( Α=1), οι επενδύσεις αυτές χαρακτηρίζονται ως οριακές. Πρέπει να σηµειώσουµε, ότι ο δείκτης αποδοτικότητας έχει φθίνουσα εξελιξη σε σχέση µε το συντελεστή προεξόφλησης, δηλαδή ο Α µειώνεται καθώς αυξάνεται ο συντελεστής προεξόφλησης που χρησιµοποιούµε στη αναγωγή των µεγεθών σε παρούσες αξίες. Ο δείκτης αποδοτικότητας είναι ένα είδος ανάλυσης κόστους ωφελειών και είναι πολύ χρήσιµος για την αξιολόγηση των επενδύσεων. Για τον υπολογισµό του Α απαιτούνται τα ίδια στοιχεία µε το κριτήριο της ΚΠΑ, µε τη µόνη διαφορά στο 18

κριτήριο της ΚΠΑ παίρνουµε τη διαφορά ΠΑ εισροών και των εκροών µετρητών, ενώ στο Α σχηµατίζουµε τον λόγο των ΠΑ των ροών αυτών (εισροών εκροών). Ο λόγος αυτός είναι ανεξάρτητος από την νοµισµατική µονάδα και µπορεί να εκφραστεί και σαν ποσοστό. ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ : Τα πλεονεκτήµατα του κριτηρίου αυτού µπορούν να συνοψιστούν ως εξής: 1. Ο Α ενσωµατώνει την διαχρονική αξία του χρήµατος όπως η ΚΠΑ και ο ΕΣΑ. 2. Προεξοφλεί τις φορολογηµένες ταµειακές ροές ενός έργου µε το κόστος κεφαλαίων. 3. Ο Α µπορεί να προσαρµοστεί και να περιλάβει τον οικονοµικό κίνδυνο του έργου όπως και η ΚΠΑ. ΜΕΙΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ : Τα µειονεκτήµατα του κριτηρίου αυτού είναι τα εξής: 1. Ο Α προϋποθέτει ότι οι ενδιάµεσες ταµειακές ροές επενδύονται µε συντελεστή απόδοσης το κόστος κεφαλαίων της εταιρείας. 2. Προϋποθέτει ότι το κόστος κεφαλαίων παραµένει σταθερό στη διάρκεια της οικονοµικής ζωής του έργου. 3. εν εκφράζει το απόλυτο µέγεθος της προσδοκόµενης οικονοµικής συνεισφοράς του έργου. 4. Μπορεί να προκαλέσει σύγχυση στην περίπτωση που Α=1. 19