Τόμος 1 ος : Εισαγωγή στη Δημόσια Διοίκηση Δημόσιο συμφέρον- Κυβέρνηση- Διακυβέρνηση
Η ανάπτυξη του δηµόσιου τοµέα οφείλεται στην πεποίθηση ότι πέραν του ατοµικού συµφέροντος, υπάρχει και δηµόσιο συµφέρον και ότι και τα δύο θα µπορούσαν να ικανοποιηθούν µέσω της δηµιουργίας µιας ορθολογικής γραφειοκρατίας.
Η φράση «δηµόσιο συµφέρον» παρουσιάζει εξαρχής µια εσωτερική σύγκρουση, καθώς αναφέρεται στο «δηµόσιο» που παραπέµπει σε µια συλλογική οντότητα, και στο «συµφέρον» που παραπέµπει περισσότερο σε µια ατοµική επιθυµία ή σε µια επιδίωξη «επιµέρους οµάδας». Η κλασική θεωρία της δηµόσιας διοίκησης είναι αυτή που θεωρεί το δηµόσιο συµφέρον κεντρική έννοια στην κατανόηση και στην πράξη του δηµόσιου τοµέα, ενώ η κριτική προέρχεται από τη σχολή της «δηµόσιας επιλογής» στην οποία έµφαση δίνεται στα ατοµικά κίνητρα των γραφειοκρατών και στην προσπάθεια µεγιστοποίησης του κέρδους τους.
Σύµφωνα µε την κλασική θεωρία της δηµόσιας διοίκησης, το δηµόσιο συµφέρον µπορεί να εξασφαλισθεί µέσα από µια ουδέτερη τάξη δηµόσιων λειτουργών που έχουν ως αποστολή την εφαρµογή των αποφάσεων της κυβέρνησης. Το κλειδί για την κατανόηση του επιχειρήµατος της κλασικής θεωρίας είναι ο ορθολογισµός, δηλαδή η πίστη στην ορθολογική και αµερόληπτη δράση των δηµόσιων λειτουργών µε στόχο την υπεράσπιση του δηµόσιου συµφέροντος.
Η κριτική από τη σχολή της «δηµόσιας επιλογής» του επιχειρήµατος του ορθολογικού δηµόσιου συµφέροντος σχηµατοποιήθηκε τη δεκαετία του '60. Οι βασικές παράµετροι του αντεπιχειρήµατος ήταν ότι τόσο η πράξη όσο και η θεωρία επιδεικνύουν τον ανορθολογισµό ή τουλάχιστον τον «περιορισµένο ορθολογισµό» ("bounded' rationality") των γραφειοκρατιών.
Η δυνατότητα ορθολογικής σκέψης στις οργανώσεις είναι περιορισµένη καθώς δεν είναι δυνατόν για έναν λήπτη αποφάσεων να αναλύσει όλες τις πληροφορίες και πιθανότητες όταν αντιµετωπίζει ένα πρόβληµα. Είναι πιθανό, κάποιες από τις πληροφορίες και επιλογές να απορρίπτονται ακόµα και αυτόµατα λόγω των ατοµικών του πιστεύω, συµφερόντων και αξιών.
Τέλος, έντονα αµφισβητήθηκε η διάκριση µεταξύ ς και γραφειοκρατίας στη βάση του µοντέλου «εντολέα - εντολοδόχου». Σύµφωνα µε το υπόδειγµα αυτό, η σχέση µεταξύ ς και γραφειοκρατίας µπορεί να κατανοηθεί ως ένα συµβόλαιο, όπου ο εντολέας-πολιτικός «αγοράζει» υπηρεσίες από τον εντολοδόχο-γραφειοκρατία σε συνθήκες ελλιπούς πληροφόρησης, και άρα συχνά σε ακριβότερες τιµές.
Η ταύτιση των δύο προκύπτει όταν λόγω των διάφορων επιπέδων εξουσίας, της ελλιπούς πληροφόρησης, των ατοµικών συµφερόντων και της επιθυµίας για αυτονοµία, οι δύο κατηγορίες µέσω των ανταλλαγών αρχίζουν και συγχέονται.
Κυβέρνηση και διακυβέρνηση Στην ενότητα αυτή εισάγονται δύο βασικές έννοιες, η «κυβέρνηση» (government) και η «διακυβέρνηση» (governance ), και η σχέση τους µε δύο άλλες έννοιες, τη διοίκηση και τη γραφειοκρατία. Η κλασική προσέγγιση της δηµόσιας διοίκησης θέλει το κράτος να κυβερνάται µέσω του ιεραρχικού γραφειοκρατικού µοντέλου διοίκησης ακολουθώντας τον ιδεότυπο του Weber. Άρα οι έννοιες κυβέρνηση, διοίκηση και γραφειοκρατία συσχετίζονται µεταξύ τους και αναφέρονται στο ίδιο διοικητικό παράδειγµα.
Βασικά χαρακτηριστικά της ιεραρχικής διοίκησης είναι (Weber, 1991): 1. - η σηµασία των κανόνων δικαίου και των ορίων της νοµιµότητας, 2.- η αυστηρότητα των διοικητικών διαδικασιών, 3.- η διαφάνεια των κανόνων και των διαδικασιών, 4.- η δυνατότητα ελέγχου των πράξεων της διοίκησης, 5.- ο δηµόσιος υπάλληλος ως λειτουργός, και 6.- η σηµασία του δηµόσιου συµφέροντος.
Όταν, λοιπόν, αναφερόµαστε στην κυβέρνηση µέσω της γραφειοκρατίας, ουσιαστικά παραπέµπουµε στην κυβέρνηση και στη διοίκηση όπως κλασικά είχε σχηµατοποιηθεί στις δυτικές δηµοκρατίες. Οι δηµόσιοι υπάλληλοι όφειλαν να επιτελούν το λειτούργηµά τους σύµφωνα µε το δηµόσιο συµφέρον και ανεξάρτητα από µισθολογικά ή άλλα κίνητρα.
Το µοντέλο αυτό της διοίκησης παρουσίασε διάφορες δυσλειτουργίες και αναντιστοιχίες µε τις οικονοµικές και κοινωνικές ανάγκες, µε αποτέλεσµα να αναζητηθούν νέες µορφές οργάνωσης της γραφειοκρατίας και της διακυβέρνησης. Στην έννοια της κυβέρνησης και του αντίστοιχου διοικητικού παραδείγµατος, αντιπαρατάχθηκε η έννοια της διακυβέρνησης και του δηµόσιου µάνατζµεντ.
Η έννοια της διακυβέρνησης έχει χρησιµοποιηθεί µε πολλούς διαφορετικούς τρόπους, µε αποτέλεσµα να είναι αρκετά ευρεία. Ο Cleveland (1972) που είναι ο πρώτος που χρησιµοποίησε την έννοια της διακυβέρνησης είπε χαρακτηριστικά για να τη διακρίνει από την κυβέρνηση: «Αυτό που θέλουν οι άνθρωποι είναι λιγότερη κυβέρνηση και περισσότερη διακυβέρνηση».
Οι βασικές παράµετροι της διακυβέρνησης σύµφωνα µε τον Rhodes είναι: 1. το «Νέο Δηµόσιο Μάνατζµεντ» 2. η «χρηστή διακυβέρνηση» ( αποδοτικότητα, διαφάνεια, αξιοκρατία και ισοτιµία) 3. η διεθνής και η διατµηµατική αλληλεξάρτηση 4. η αύξηση της σηµασίας των µη - κυβερνητικών µορφών διακυβέρνησης, 5. η νέα οικονοµία, που σπρώχνει το κράτος απλώς στο να ρυθµίζει και όχι να παρέχει υπηρεσίες, 6. η ύπαρξη δικτύων ς
Όλες οι παραπάνω παράµετροι παραπέµπουν σε ένα πιο ευέλικτο και αποτελεσµατικό διοικητικό σύστηµα που αποµακρύνεται από τις αγκυλώσεις της κλασικής δηµόσιας διοίκησης. Στην πράξη, µεταρρυθµίσεις προς ένα σύστηµα διακυβέρνησης παρατηρούµε καταρχάς στις Μ. Βρετανία, Ν. Ζηλανδία, Αυστραλία και ΗΠΑ, όπου έµφαση δίνεται στις δηµόσιες αγορές και στον ανταγωνισµό, στη συµµετοχική διοίκηση, στην ευελιξία και στην απορύθµιση