«Τα προγράμματα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης και η ενσωμάτωση των αρχών της Εκπαίδευσης για την Αειφορία στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση» Δρ. Ευσταθία Χριστοπούλου Σχολική Σύμβουλος Α/ θμιας Εκπαίδευσης hristopef@yahoo.gr Δεν κληρονομούμε τη Γη από τους προγόνους μας, αλλά τη δανειζόμαστε από τα παιδιά μας» Lakota Η έννοια της Αειφόρου Ανάπτυξης δεν είναι καινούρια. Συζητήθηκε στη συνάντηση κορυφής για τη Γη που πραγματοποιήθηκε στο Ρίο Ντε Τζανέιρο το 1992. Εκεί ορίστηκε ως αειφόρος η ανάπτυξη εκείνη «που καλύπτει τις ανάγκες του παρόντος χωρίς να διακυβεύεται η ικανότητα των μελλοντικών γενεών να καλύψουν τις δικές τους ανάγκες», (Ρίο Ντε Τζανέιρο, 1992). Σήμερα όχι μόνο η Ευρώπη, στην οποία ανήκουμε, αλλά και ολόκληρος ο κόσμος αντιμετωπίζουν μια σειρά προκλήσεων όπως είναι η κλιματική αλλαγή και η καθαρή ενέργεια, οι αειφόρες μεταφορές, η αειφόρος παραγωγή και κατανάλωση, η διατήρηση και η διαχείριση των φυσικών πόρων, η δημόσια υγεία, η κοινωνική ένταξη, η δημογραφία, η μετανάστευση και η παγκόσμια φτώχεια. Αυτές τις προκλήσεις καλούμαστε να διαχειριστούν όχι με τους συνήθεις οικονομικούς όρους αλλά στο πλαίσιο των αρχών της αειφορίας. Σε αυτό το πλαίσιο οι στόχοι που τίθενται μπορούν να επιτευχθούν μέσα από τους τομείς της εκπαίδευσης και της κατάρτισης, της έρευνας και της ανάπτυξης, της οικονομίας και της επικοινωνίας. Χρειάζεται όμως να υπάρχει διαρκής και συστηματικός έλεγχος της επίτευξης αυτών των στόχων, έτσι ώστε να πιστοποιείται ανά πάσα στιγμή ότι τα λόγια γίνονται πράξη. Στην επίτευξη των στόχων της αειφορίας εμπλέκονται πολλά επιστημονικά πεδία. Για μας, τους εκπαιδευτικούς, το πεδίο δράσης είναι η εκπαίδευση και η κατάρτιση των αυριανών πολιτών. Μιλώντας λοιπόν για Εκπαίδευση για την Αειφορία ή για την Αειφόρο Ανάπτυξη θα πρέπει να ορίσουμε κάποια βασικά χαρακτηριστικά της: πρόκειται για μια εκπαίδευση πολιτών, με έμφαση στη συλλογικότητα και την ανταλλαγή γνώσεων, η οποία στοχεύει στη μείωση των όποιων ανισοτήτων (πολιτισμικών, κοινωνικών, διαφυλικών και οικονομικών) και διαρκεί ισόβια (δια βίου εκπαίδευση). Είναι πολιτική εκπαίδευση με την ουσιαστική/ ετυμολογική έννοια του όρου (Μείζον Ελληνικό Λεξικό, σελ.938-939). Στην Πρώτη Βαθμίδα Εκπαίδευσης (Νηπιαγωγείο και Δημοτικό), η Εκπαίδευση για την Αειφορία σκοπό έχει να προετοιμάσει τους μαθητές μας, σύμφωνα με τις αρχές της αειφορίας,
για το ρόλο τους ως πολίτες τόσο ως ενεργά μέλη των οικογενειών και της κοινότητας όπου ζουν όσο και του χώρου εργασίας τους και του ευρύτερου κοινωνικού πλαισίου (εθνικού, ευρωπαϊκού, παγκόσμιου). Βασικό στοιχείο αυτής της εκπαίδευσης είναι η συνεργασία. Για να επιτύχουμε αυτό το σκοπό είναι ανάγκη να προβούμε σε δραστικές αλλαγές σε όλα τα επίπεδα: (α) στο παιδαγωγικό, (β) στο οργανωτικό, (γ) στο οικονομικό (Λιαράκου & Φλογαΐτη, 2007) και (δ) στο θεσμικό. Οι αλλαγές στο παιδαγωγικό επίπεδο αφορούν στο αναλυτικό πρόγραμμα (που θα πρέπει να είναι ολιστικό, διεπιστημονικό, διαθεματικό, ανοιχτό και κεντρική θέση θα κατέχουν προγράμματα σπουδών όπως είναι η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση και η Εκπαίδευση του Πολίτη) και στη διδακτική μεθοδολογία/ στρατηγικές μάθησης (που θα πρέπει να είναι βιωματικές, ανακαλυπτικές, να οδηγούν στην ανάπτυξη κριτικής σκέψης, στην ικανότητα και στην πρόθεση ανάληψης δράσης). Οι αλλαγές στο οργανωτικό επίπεδο αναφέρονται στη σχολική τάξη (ανάπτυξη κουλτούρας επικοινωνίας, συνεργασίας, ενθάρρυνσης για ενεργό συμμετοχή, σεβασμού, συμμετοχή σε δημοκρατικούς τρόπους λήψης αποφάσεων), στη σχολική μονάδα (με την εμπλοκή όλων στη λήψη αποφάσεων, τη συνεργασία με φορείς, την επαγγελματική και προσωπική ανάπτυξη των εκπαιδευτικών, τη συνεργατική διοίκηση, τη θέαση του σχολείου ως οργανισμού μάθησης για όλη την κοινότητα) και στην κοινότητα (η κοινότητα ως πηγή γνώσης, πεδίο δράσης, το σχολείο ως κέντρο της κοινότητας). Σχετικά με την υλικοτεχνική υποδομή και τους οικονομικούς πόρους χρειάζονται αλλαγές στη δόμηση των σχολικών κτιρίων, στη διαμόρφωση και δυνατότητα εναλλακτικής χρήσης των χώρων ανάλογα με τις ανάγκες της κοινότητας, στην χρήση οικολογικών πηγών ενέργειας (πράσινες στέγες, φωτοβολταϊκά κλπ.). Τέλος, οι αλλαγές σε θεσμικό επίπεδο προϋποθέτουν συνεργασία και «συμμετοχικό σχεδιασμό», καθαρό πλαίσιο ρόλων και υπευθυνοτήτων και, βέβαια, υποστηρικτική πολιτική τόσο σε επίπεδο λήψης αποφάσεων όσο και στη διάθεση των απαιτούμενων οικονομικών πόρων. Οι περισσότερες από τις παραπάνω αλλαγές δεν είναι εφικτό να συμβούν αν δεν υπάρξει η κατάλληλη επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, των κύριων υποκειμένων της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Αλλά και αυτή η επιμόρφωση, για να είναι αποτελεσματική, πρέπει να σχεδιαστεί και να υλοποιηθεί σύμφωνα με τις αρχές και τις αξίες της Αειφορίας. Σκοπός της επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών θα πρέπει να είναι (α) η ενημέρωση/ γνώση των αρχών και του πλαισίου της Εκπαίδευσης για την Αειφορία, (β) η εκπαίδευση/ εξοικείωση με κατάλληλες διδακτικές μεθόδους και στρατηγικές μάθησης, (γ) η ανάδειξη καινοτόμων ιδεών και καλών πρακτικών και (δ) η δυνατότητα επανάληψης (μια δια βίου διαδικασία). Ο σχεδιασμός της καλό είναι να γίνει με βάση τις ανάγκες των εκπαιδευτικών (από κάτω προς τα πάνω), να αναπτυχθεί είτε ενδοσχολικά είτε με τη μορφή εξ αποστάσεως εκπαίδευσης και να είναι συμβατή με τις αρχές και τις μεθόδους της Εκπαίδευσης των Ενηλίκων. Φορείς υλοποίησης μπορούν να είναι τα Α.Ε.Ι., το ΥΠΔΒΜΘ, Στελέχη της Εκπαίδευσης, εκπρόσωποι ΜηΚυΟ. Σήμερα βρισκόμαστε σε ένα μεταβατικό στάδιο. Ήρθε πλέον ο καιρός να περάσουμε από την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση στην Εκπαίδευση για την Αειφορία. Η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση, έτσι όπως υλοποιήθηκε τα τελευταία 20 χρόνια, ήταν μια
εκπαίδευση light (Φλογαΐτη, 2006), που εφαρμόστηκε με κατακερματισμένο τρόπο, χωρίς έμφαση στη συνεργασία και χωρίς ιδιαίτερη σύνδεση με την κοινωνία και τα πραγματικά προβλήματά της. Υπήρξε μια εμμονή στο φυσικό περιβάλλον, το οποίο πολλές φορές το προσεγγίζαμε αποκομμένο από το ευρύτερο κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο. Και θα συμφωνήσω πως έτσι έπρεπε να είναι! Έπρεπε να «πρασινίσουν» οι συνειδήσεις μια κοινωνίας που θεωρούσε δεδομένη την εκμετάλλευση της φύσης για χρησιμοθηρικούς/ βιοποριστικούς λόγους προτού να εμπλακούμε στη διαπραγμάτευση και άλλων ζητημάτων. Θεωρώ όμως πως εκείνη η περίοδος έκανε τον κύκλο της. Δεν μπορούμε πλέον να εμμένουμε σε μια Περιβαλλοντική Εκπαίδευση άλλοθι. Σήμερα που το περιβάλλον έγινε μόδα και η πράσινη ανάπτυξη πολυχρησιμοποιημένο πολιτικό σλόγκαν (και όχι πάντα από προοδευτικές πολιτικές ιδεολογίες!) είναι για μας, τους εκπαιδευτικούς, η ευκαιρία να στηρίξουμε την εφαρμογή μιας νέας καινοτομίας, της Εκπαίδευσης των Αξιών της Αειφορίας. Η Εκπαίδευση για την Αειφορία είναι εκπαίδευση πολιτική, κοινωνική, οικονομική, περιβαλλοντική, παρεμβατική. Είναι μια εκπαίδευση πολιτών που σκέπτονται, κρίνουν και αποφασίζουν για το μέλλον τους, μη διστάζοντας να παρέμβουν δυναμικά εκεί που θεωρούν ότι είτε οι ίδιοι είτε οι άλλοι αδικούνται. Βασίζεται και εκπαιδεύει σε αξίες όπως η δημοκρατία, η αλληλεγγύη, ο σεβασμός και η αποδοχή της διαφορετικότητας. Και πώς από τα λόγια θα περάσουμε στα έργα; Η λέξη κλειδί είναι η συνεργασία, η πρόθεση είναι συν-: Να συνεργαζόμαστε ως φορείς και στελέχη. Να συν- σχεδιάζουμε μαζί με τους εκπαιδευτικούς, τους μαθητές και την κοινωνία τα προγράμματά μας και να παρεμβαίνουμε. Να συν αποβάλλουμε τη λογική (και την πλασματική ευφορία της νίκης!) μιας Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης που εφαρμόζεται ως μια ώρα στο πρόγραμμα της Δ τάξης του Δημοτικού ή ως ένα (βραχύβιο) πρόγραμμα από μια τάξη ενός σχολείου με αποτέλεσμα μια γιορτή στο τέλος της χρονιάς. Να συνεργαστούν και να ανοίξουν τα ΚΠΕ στην τοπική κοινωνία και στα προβλήματά της. Νομίζω πως είναι η κατάλληλη στιγμή να αλλάξουμε το παλιό μας ρούχο, όχι πετώντας το σε κάποιον κάδο σκουπιδιών αλλά ανακυκλώνοντάς το για να επαναχρησιμοποιηθεί για πολλά χρόνια ακόμη. Χρειαζόμαστε όμως βοήθεια και υποστήριξη: χωρίς βούληση, χωρίς υποστηρικτικό πολιτικό πλαίσιο, χωρίς οικονομικούς πόρους, χωρίς επιμορφωμένους εκπαιδευτικούς και υλικοτεχνική υποδομή και αυτή η καινοτομία θα παραμείνει ένα «δημιουργικό» ταξίδι κάποιων εμπλεκόμενων σχολείων. Και όσο όμορφη και αν είναι η λέξη δημιουργικότητα, από μόνη της όμως δεν αρκεί για την ανανέωση και αλλαγή του εκπαιδευτικού μας συστήματος που παραμένει «πένθιμο» και «γκρίζο», για να θυμηθούμε και τα λόγια του ποιητή Ν. Καββαδία. Είναι καιρός να ξεφύγουμε από τη λογική των «διεκπεραιωτικών» προγραμμάτων στο πλαίσιο της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης που αφορούν μόνο σε συλλογή δεδομένων για τη ρύπανση των θαλασσών, σε (αμφιλεγόμενες) δράσεις ανακύκλωσης, καθαρισμού ή
αναδάσωσης. Είναι καιρός να συνειδητοποιήσουμε το χρέος και τη δύναμή μας, ως εκπαιδευτικοί και ενεργοί πολίτες, αν βέβαια συν- μοιραζόμαστε το ίδιο όραμα. Τα σχολεία μας πρέπει να γίνουν κοινότητες μάθησης, ανταλλαγής γνώσεων και ιδεών, φορείς ενημέρωσης και αλλαγής σε μια κοινωνία που, πιθανόν, η οικονομική κρίση να είναι το λιγότερο κακό που θα μπορούσε να της συμβεί. Βιβλιογραφία SUPPORT, Partnership and Participation for a Sustainable Tomorrow. http://www.supportedu-org. Unesco, (2002), Teacher Education Guideleness: Using Open and Distance Learning Technology, Curriculum Cost Evaluation. http://unescodoc.unesco.org Unesco, (2008), Education for Sustainable Development. http://portal.unesco.org/education. Ε.Ε., (2008), Ένα Αειφόρο Μέλλον στα Χέρια μας. Λουξεμβούργο: Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Δασκολιά, Μ., (2004), Θεωρία και πράξη στην Περιβαλλοντική Εκπαίδευση. Οι προσωπικές θεωρίες των εκπαιδευτικών. Αθήνα: Μεταίχμιο. Λιαράκου, Γ. & Φλογαΐτη, Ε., (2007), Από την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση στην Εκπαίδευση για την Αειφόρο Ανάπτυξη. Προβληματισμοί Τάσεις Προτάσεις. Αθήνα: Νήσος. Μείζον Ελληνικό Λεξικό. Αθήνα: Τερζόπουλος Φυτράκης. Φλογαΐτη, Ε., (2006), Εκπαίδευση για το Περιβάλλον και την Αειφορία. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.