ΕΥΕΛΙΚΤΗ ΕΞΕΙ ΙΚΕΥΣΗ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ: Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΤΕOΚΑΡ ΣΤΟ ΒΟΛΟ. Παντελής. Σκάγιαννης Πανεπιστήµιο Θεσσαλίας, ΤΜΧΠΠΑ ΣΥΝΤΟΜΗ ΠΕΡΙΛΗΨΗ



Σχετικά έγγραφα
13/1/2010. Οικονομική της Τεχνολογίας. Ερωτήματα προς συζήτηση ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑ- ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ κ. ΦΟΥΤΑΚΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΕ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑΣ &ΓΕΩΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΤΕ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ, ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

Βιοµηχανική ιδιοκτησία & παραγωγή καινοτοµίας Ο ρόλος του µηχανικού

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ. Ενότητα # 6: ΟΡΓΑΝΩΣΙΑΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ

2.2 Οργάνωση και ιοίκηση (Μάνατζµεντ -Management) Βασικές έννοιες Ιστορική εξέλιξη τον µάνατζµεντ.

a) Frederick Taylor b) Henri Fayol c) Max Weber d) Gantt

ΒΑΣΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑ «ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΗΣ ΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΗΜΟΣΙΑΣ ΙΟΙΚΗΣΗΣ»

Ταμείου Αγροτικής Επιχειρηματικότητας,

Ανταγωνιστικότητα, Δίκτυα Διανομής και Εμπορία Βιολογικής Αιγοπροβατοτροφίας Δρ. Ηλίας Βλάχος Λέκτορας Διοίκηση Επιχειρήσεων

Πολυεθνικές Επιχειρήσεις και Άμεσες Ξένες Επενδύσεις

9. Κάθε στρατηγική επιχειρηματική μονάδα αποφασίζει για την εταιρική στρατηγική που θα εφαρμόσει. α. Λάθος. β. Σωστό.

Εργασιακά: Προκλήσεις και μεταρρυθμίσεις για ευελιξία και παραγωγικότητα

Αγροτική Κοινωνιολογία

Ηµερίδα του ΚΕΠΕΑ της ΓΣΕΕ µε θέµα: «Πολιτικές ενίσχυσης της Απασχόλησης»

ΤΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ (BUSINESS PLAN)

Αντιφάσεις στην αξιοποίηση του τεχνικού επιστηµονικού δυναµικού στην ελληνική βιοµηχανία

Ευρώπη 2020 Αναπτυξιακός προγραμματισμός περιόδου ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2012

Διοίκηση Ανθρώπινου Δυναμικού. Παίγνια Αποφάσεων 9 ο Εξάμηνο

Δείκτης Ψηφιακής Ωριμότητας

Αρχές Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων και Υπηρεσιών ΝΙΚΟΛΑΟΣ Χ. ΤΖΟΥΜΑΚΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΣ ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑΤΩΝ 2.

ΤΕΙ ΙΟΝΙΩΝ ΝΗΣΩΝ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΔΙΔΑΣΚΟΥΣΑ: ΑΡΙΣΤΕΑ ΓΚΑΓΚΑ, Ι ΑΚΤΩΡ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΣΥΣΤΗΜΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΣΥΣΤΗΜΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΛΕΙΣΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΠΑΝΕΛΛΑ ΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

«καθορισμός μακροχρόνιων στόχων και σκοπών μιας επιχείρησης και ο. «διαμόρφωση αποστολής, στόχων, σκοπών και πολιτικών»

Θεοδόσιος Παλάσκας, Πάντειο Πανεπιστήμιο Μαρία Τσάμπρα, Πανεπιστήμιο Δυτικής Ελλάδας Χρυσόστομος Στοφόρος, Πάντειο Πανεπιστήμιο

The energy market in Europe-«The role of the Greek DSO- HEDNO» Nikolaos Chatziargyriou, President and CEO of HEDNO

ΕΦΗΜΕΡΙ ΑΣ «ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ» ΚΕΝΤΡΙΚΟΣ ΧΟΡΗΓΟΣ : ΕΗ

Τεχνολογία, καινοτομία και επιχειρηματικότητα

Περιφερειακή ανάπτυξη- Περιφερειακές ανισότητες. Εισαγωγικές έννοιες. Συσσώρευση Κεφαλαίου, Χωρικός Καταμερισμός Εργασίας

Επιχειρησιακός Σχεδιασμός & Επιχειρηματικότητα

G. Johnson, R.Whittington, K. Scholes, D. Angwin, P. Regnér. Βασικές αρχές στρατηγικής των επιχειρήσεων. 2 η έκδοση. Chapter 1

Ένα σηµαντικό χαρακτηριστικό γνώρισµα των τελευταίων ετών αλλά και αυτών που ακολουθούν είναι οι αλλαγές που σηµειώνονται στο χώρο των επιχειρήσεων.

Αρχές Διοίκησης και Οργάνωση Παραγωγής

ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΔΙΕΘΝΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

ΘΕΩΡΗΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΕΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ

ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ ΤΗΣ ΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗΣ ΠΟΥ ΥΠΟΣΤΗΡΙΖΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΠΕ

Management. Νικόλαος Μυλωνίδης Μάθημα /2/2010

Ηλεκτρονικό Εμπόριο. Ενότητα 7: Διαχείριση Εφοδιαστικής Αλυσίδας Σαπρίκης Ευάγγελος Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων (Γρεβενά)

Αρχές Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων και Υπηρεσιών ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΝΙΚΟΛΑΟΣ Χ. ΤΖΟΥΜΑΚΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΣ

Η θεωρία Weber Προσέγγιση του ελάχιστου κόστους

ΔΙΕΘΝΟΠΟΙΗΣΗ ΕΙΝΑΙ Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ ; ΠΛΑΤΩΝ ΜΑΡΛΑΦΕΚΑΣ ΛΟΥΞ ΑΒΕΕ

η ενημέρωση για τις δράσεις που τυχόν υιοθετήθηκαν μέχρι σήμερα και τα αποτελέσματα που προέκυψαν από αυτές.

Η Πρόκληση της Ανταγωνιστικότητας Η Εκθεση για την Παγκόσµια Ανταγωνιστικότητα,

Αγροτική Κοινωνιολογία

«ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΩΝ ΔΕΞΙΟΤΗΤΩΝ ΣΤΕΛΕΧΟΥΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ- ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΕΞΥΠΗΡΕΤΗΣΗ ΠΕΛΑΤΩΝ»

Ο ΤΟΠΟΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

2018 / 19 ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΩΝ & ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ

Η Βιομηχανική Επανάσταση δεν ήταν ένα επεισόδιο με αρχή και τέλος ακόμη βρίσκεται σε εξέλιξη.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΙΟΙΚΗΣΗΣ. Στόχοι

Μάθημα 2 ο : Επιχειρηματικό Σχέδιο

Η Θεωρία του Διεθνούς Εμπορίου

This project is co-financed by the ERDF and made possible by the MED Programme

Χαιρετισµός του Γενικού ιευθυντή του ΣΕΒ κ. ιονύση Νικολάου. Στο 1 ο Συνέδριο του ΙΕΠΑΣ µε θέµα : «ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΚΑΙ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΟΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΣ»

Η Κοινωνική ιάρθρωση: ιαστρωµάτωση, Κινητικότητα, Μετάταξη

Σχεδιαστικά Προγράμματα Επίπλου

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ

ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ - BOOK PRESENTATIONS

Κοινωνική Περιβαλλοντική ευθύνη και απασχόληση. ρ Χριστίνα Θεοχάρη

συναντήσεις εργασίας εκτέλεση ρόλου διευθυντή σεμινάρια σύνταξη γραπτής εργασίας τελικό σεμινάριο έκθεση αξιολόγηση

Οικονομικά της Τεχνολογίας

ΔΙΕΚ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ ΤΕΧΝΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΟΥ ΛΟΓΙΣΤΗΡΙΟΥ Γ ΕΞΑΜΗΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΚΟΣΤΟΥΣ Ι ΜΑΘΗΜΑ 2 ο

9. Η εξάρτηση µεταξύ των επιχειρησιακών λειτουργιών είναι µεγάλη και αυτή καθορίζει την καλή πορεία και τελικά την ύπαρξη της επιχείρησης.

ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ III ΤΥΠΟΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ 23

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Η θέση της «κυκλοφορίας» στην αναπαραγωγή του οικονομικού συστήματος... Γιώργος Σταμάτης

Access to to Knowledge

Πανεπιστημιακή - Επιχειρηματική Συνεργασία

1 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Ο 1.2 Η Επιχείρηση

ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΜΟΝΤΕΛΩΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ. «Μεικτά» Συστήματα Καπιταλισμού και η Θέση της Ελλάδας

ΦΥΛΟ, ΘΕΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΚΑΙ ΝΕΕΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ

ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ

ιοίκηση Παραγωγής και Υπηρεσιών

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 (Η ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ)

[ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΜΑΡΙΝΟΣ - ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΣ] ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΟ ΤΕΣΤ ΣΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΑΡΧΕΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ & ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΟΜΑΔΑ Α

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ & ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Προώθηση Ασφαλιστικών Προϊόντων στις νέες γενιές Πελατών

ΓΕΩΓΡΑΦΟΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΓΟΡΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ: ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ

Οι ΜμΕ στην Ελλάδα και ο διεθνής ανταγωνισμός

«Συνεχιζόµενη επαγγελµατική κατάρτιση Εκπαίδευση και αρχική κατάρτιση»

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ. Μάθηµα 5ο: Θεµελιώδεις Αρχές της Οργάνωσης και Οργανωτικός Σχεδιασµός. Ερωτήσεις Μελέτης Στόχοι Μαθήµατος 6

ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΣ ΣΤΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ, ΣΤΙΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΚΑΙ ΣΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ. Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ. Μάθηµα 6ο: Θεµελιώδεις Αρχές της Οργάνωσης και Οργανωτικός Σχεδιασµός

U T C C R E A T I V E L A B. Σύμβουλοι Καινοτομικής Επιχειρηματικότητας

Υπέρτιτλος. Ονομα. ιδιότητα Αθήνα, Ημ/νια

ΟΔΗΓΟΣ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΚΟΤΗΤΑΣ ΕΝΟΣ BUSINESS PLAN

Εκπαίδευση για Δημιουργικότητα και Ανάπτυξη στη Σύγχρονη Ελληνική Κοινωνία (ΤΕΑΠΗ)

Η οικονομία της γνώσης και η απόδοση της καινοτομίας στην Ελλάδα

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΣΤΗ ΙΟΙΚΗΣΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΠΟΡΩΝ Η ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΕΙ ΜΕ ΤΕΤΟΙΟ ΤΡΟΠΟ ΤΟΥΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ

Πίνακας Περιεχοµένων. Οδηγός Υποψηφίων- Πρόγραμμα Impact 2017 της Ashoka 1

Η ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΚΟΥΚΟΥΛΟΠΟΥΛΟΣ Πάρης. Πρόεδρος της Κεντρικής Ενωσης ήµων και Κοινοτήτων Ελλάδος (Κ.Ε..Κ.Ε.)

Το παγκόσμιο εξωτερικό περιβάλλον. Γεωργία Ζάχου, HR, ICBS


Αγροτική Κοινωνιολογία

Περίληψη Διδακτορικής Διατριβής ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΤΜΗΜΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πανεπιστήμιο Αιγαίου. Τμήμα Περιβάλλοντος. Ευστράτιος Γιαννούλης

Το νέο τοπίο στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και ο ρόλος του Διαχειριστή Δικτύου Διανομής (ΔΕΔΔΗΕ)

Πριν όµως περάσω στο θέµα που µας απασχολεί, θα ήθελα µε λίγα λόγια να σας µιλήσω για το ρόλο του Επιµελητηρίου Μεσσηνίας.

Transcript:

ΕΥΕΛΙΚΤΗ ΕΞΕΙ ΙΚΕΥΣΗ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ: Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΤΕOΚΑΡ ΣΤΟ ΒΟΛΟ, ΤΜΧΠΠΑ ΣΥΝΤΟΜΗ ΠΕΡΙΛΗΨΗ Είναι γεγονός ότι για µια σηµαντική µερίδα ειδικών, κατά τα τελευταία µάλιστα χρόνια, η περιφερειακή ανάπτυξη έχει στενά συνδεθεί µε εξελίξεις στον τοµέα των νέων τεχνολογιών και του περάσµατος από τα φορντικά στα µεταφορντικά µοντέλα συσσώρευσης και τεχνικοοικονοµικά Παραδείγµατα. Ανάµεσα στις διάφορες αλλαγές που σηµατοδοτούν το πέρασµα αυτό, είναι και η νέα χωρική αναδιάρθρωση είτε µε τους νέους πόλους ανάπτυξης και συσσώρευσης τύπου Silicon Valley, είτε µε τα χωρικά συµπλέγµατα και περιοχές του τύπου της Τρίτης Ιταλίας. Σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις, οι εξελίξεις έχουν συνδεθεί µε αυτό που έχει γενικά ονοµαστεί "ευέλικτη εξειδίκευση". Στο πλαίσιο αυτό διερευνάται η αυτοκινητοβιοµηχανία ΤΕΟΚΑΡ στο Βόλο (σε µια ελληνική περιφέρεια µε βιοµηχανική παράδοση). Η βιοµηχανία αυτή βασίζεται σε υψηλή τεχνολογία (χρησιµοποιείται και ροµποτική) και διοίκηση-διαχείριση σύµφωνα µε το ιαπωνικό µοντέλοπρότυπο για τις εξελίξεις αυτού του είδους. Η διερεύνηση της περίπτωσης της ΤΕΟΚΑΡ έχει στόχο να εντοπίσει τα χαρακτηριστικά εκείνα που θα µπορούσαν να συνηγορήσουν στην κατάταξη της ΤΕΟΚΡ σε µια φορντικού ή µεταφορντικού τύπου βιοµηχανία, και κατ' επέκταση να εκτιµήσει τη συνεισφορά της στην περιφερειακή ανάπτυξη. Σηµειώνεται ότι η ΤΕΟΚΑΡ είναι η µοναδική µεγάλη και σύγχρονη αυτοκινητοβιοµηχανία επιβατηγών αυτοκινήτων στην Ελλάδα µε σηµασία που ξεπερνά τα όρια της Θεσσαλίας και εν δυνάµει ακόµη και τα ελληνικά όρια, καθιστάµενη µια από τις σηµαντικότερες βιοµηχανίες του είδους στα Βαλκάνια. Η ερευνητική προσπάθεια στην ΤΕΟΚΑΡ, έγινε στην κατεύθυνση πέντε αξόνων: α) της τεχνολογίας και των τεχνικών µεθόδων παραγωγής, β) της εσωτερικής δοµής και του εργασιακού καθεστώτος, γ) των ιεραρχικών σχέσεων µε τη ΝΙΣΣΑΝ, δ) του συστήµατος προµηθειών και πλέγµατος υπεργολαβιών, ε) της διακίνησης και του προορισµού των προϊόντων. Από την έρευνα, βγαίνουν τα συµπεράσµατα για τα ερωτήµατα που αρχικά τέθηκαν και εκτιµάται ο ρόλος της ΤΕΟΚΑΡ σε περιφερειακό και εθνικό επίπεδο. Βιβλιογραφική αναφορά Σκάγιαννης, Π. (1995) Ευέλικτη Εξειδίκευση και Περιφερειακή Ανάπτυξη: η περίπτωση της ΤΕΟΚΑΡ στο Βόλο. Στο Κουτσόπουλος,Κ. (επιµ.) ιεπιστηµονικές Προσεγγίσεις στον Περιφερειακό Σχεδιασµό. σελ. 133-153. Αθήνα: Ελληνικό Τµήµα Ευρωπαϊκής Εταιρείας Περιφερειακής Επιστήµης/ΕΜΠ.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ: ΚΑΘΕΣΤΩΤΑ ΣΥΣΣΩΡΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΠΟΙ ΡΥΘΜΙΣΗΣ H µεταλλαγή των καθεστώτων συσσώρευσης και πιο ειδικά η πολυσυζητηµένη µετάβαση από το φορντισµό στην ευελιξία, είναι ζητήµατα που κατ' εξοχήν αφορούν στη βιοµηχανική αναδιάρθρωση. Η βιοµηχανία, και ειδικότερα η µεταποιητική παραγωγή, χαρακτηρίζει ένα ευρύτερο πλαίσιο συγκεκριµένων τύπων ανάπτυξης που αποτελούνται από τις τεχνολογικές και οικονοµικές οργανωτικές αρχές της καπιταλιστικής παραγωγής (τα τεχνικο-οικονοµικά Υποδείγµατα ή Παραδείγµατα), και από τα συγκεκριµένα µακροοικονοµικά µοντέλα ή πρότυπα, στα πλαίσια των οποίων αναπτύσσονται ορισµένοι κανόνες για τη διαχείριση της παραγωγής (καθεστώτα συσσώρευσης). Στα καπιταλιστικά καθεστώτα συσσώρευσης λειτουργούν επίσης ευρέα νοµικο-θεσµικά πλαίσια - πάνω από όλα η διαχείριση της µισθιακής σχέσης - που είναι υπεύθυνα για τη ρύθµιση του συστήµατος στο εθνικό και διεθνές επίπεδο (τρόποι ρύθµισης) (R.Boyer, 1988a; 1988b; M.Dunford, 1988; 1989; A.Lipietz, 1986; D.Leborgne and A.Lipietz, 1987). Ενώ τα γενικά χαρακτηριστικά του καπιταλισµού (π.χ. η εξαγωγή υπεραξίας από τη µισθιακή σχέση εργασίας) δεν αλλάζουν, οι µηχανισµοί που επιστρατεύει ο καπιταλισµός και που µπορούν να συνοψισθούν στα τεχνικο-οικονοµικά ή βιοµηχανικά Παραδείγµατα, στα καθεστώτα συσσώρευσης, στους τρόπους ρύθµισης και γενικότερα στα αναπτυξιακά µοντέλα διαφέρουν σηµαντικά µεταξύ εποχών και χωρών. Στο πλαίσιο αυτό έχει παρατηρηθεί ότι µετά την κρίση του 1974 και ιδιαίτερα µετά την κρίση του 1980 έχουν αρχίσει να συµβαίνουν σηµαντικές αλλαγές στην οργάνωση της παραγωγής, κυρίως στους τοµείς αιχµής, µε συνέπεια να συζητείται η εµφάνιση νέων Παραδειγµάτων και τρόπων ρύθµισης. Οι αλλαγές αυτές αφορούν στο πέρασµα από το φορντισµό σε ένα νεότερο Παράδειγµα που πήρε διάφορα ονόµατα ανάλογα µε την έµφαση και τη θεωρητική προσέγγιση που το έχει προτείνει στην ακαδηµαϊκή συζήτηση. Ονοµάστηκε µεταφορντισµός, ευέλικτη συσσώρευση, ευέλικτη εξειδίκευση, κλπ. Όπως ο ίδιος ο φορντισµός καθιερώθηκε στα εργοστάσια της Φόρντ, έτσι και κάποια από τα µεταφορντιστικά πρότυπα καθιερώθηκαν σε αυτοκινητοβιοµηχανίες, ειδικότερα δε στις ιαπωνικές. Οι αυτοκινητοβιοµηχανίες εν γένει συµπυκνώνουν όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που είναι σχετικά µε τα τεχνικοοικονοµικά Παραδείγµατα, ενώ ταυτόχρονα, όντας µεγάλες µονάδες µε µεγάλο αριθµό προσωπικού και διεπιχειρησιακών σχέσεων, επηρεάζουν χώρους και τοπικές αγορές µε τη µεγάλη έκταση των εισροών που χρειάζονται. Στο άρθρο αυτό θα δούµε εν συντοµία τις µεταλλαγές που διάφοροι ερευνητές έχουν εντοπίσει στην εξέλιξη του φορντισµού, του τρόπου ανάπτυξης, του καθεστώτος συσσώρευσης, και του βιοµηχανικού Παραδείγµατος που έγινε ποιοτικά κυρίαρχο για το µεγαλύτερο µέρος του αιώνα µας στις βιοµηχανικές χώρες της ύσης, µε ταυτόχρονη αναφορά στην εµπειρία της ΤΕΟΚΑΡ, της µεγαλύτερης σύγχρονης ελληνικής βιοµηχανίας αυτοκινήτων. Το εργοστάσιο της ΤΕΟΚΑΡ (στο Βόλο), που ανήκει στον επιχειρηµατικό Όµιλο Θεοχαράκη, είναι χωροθετηµένο στη ΒΙΠΕ Βόλου και παράγει αυτοκίνητα NISSAN, ειδικότερα δε τα SUNNY και τα αγροτικά ηµιφορτηγά (pick-ups) που κυρίως απευθύνονται στην εσωτερική αγορά. Το εργοστάσιο είναι του τύπου Complete Knocked Down (CKD) και λειτουργεί µε δικαίωµα χρήσης (licence) από τη NISSAN, στην οποία πληρώνει δικαιώµατα (royalties). Έχει δυνατότητα παραγωγής 36000 1

αυτοκινήτων το χρόνο. Σήµερα, λόγω του περιορισµένου της αγοράς, παράγει 15000 αυτοκίνητα το χρόνο, και καλύπτει το 7% της ελληνικής αγοράς. ΦΟΡΝΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΝΤΙΣΜΟΣ: Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΤΕΟΚΑΡ Ο φορντισµός, αλλά και άλλα τεχνικο-οικονοµικά Παραδείγµατα ή και καθεστώτα συσσώρευσης, από αναλυτική άποψη µπορούν να διαχωρισθούν σε διάφορα επίπεδα τα οποία βέβαια είναι αλληλοσυσχετισµένα. Οι περισσότεροι µελετητές, χωρίς υποχρεωτικά να ακολουθούν τις ίδιες προσεγγίσεις, υποστηρίζουν ότι ο φορντισµός διέρχεται µια περίοδο µετασχηµατισµού που προκύπτει από τη µεταλλαγή των σηµαντικότερων χαρακτηριστικών του, τα οποία µπορούν να καταταγούν σε διάφορα επίπεδα που θα αναφερθούν αµέσως παρακάτω. Στη βάση των επιπέδων αυτών θα επιχειρήσω να αναφερθώ εν συντοµία στις συµβαίνουσες µεταλλαγές και στις σχετικές απόψεις, διερευνώντας το βαθµό που οι αλλαγές αυτές έχουν εισχωρήσει στην ΤΕΟΚΑΡ. Το πρώτο επίπεδο αφορά στην ίδια την τεχνολογική οργάνωση της παραγωγής, από την σκοπιά της τεχνολογίας των µηχανών που εµπλέκονται (ψηφιακά µηχανήµατα, robots, κ.ά. µηχανήµατα πολλαπλών σκοπών, αντί για µηχανήµατα ενός σκοπού), από το κατά πόσον η γραµµή της παραγωγής η συναρµολόγησης είναι ηµιαυτόµατη (φορντισµός) ή αυτόµατη (µεταφορντικά συστήµατα), από τον τρόπο που επιτελείται η ανθρώπινη εργασία γύρω από τη γραµµή αυτή (οµάδες εργατών ανά σύνολο εργασιών ή οµάδες εργατών ανά αντικείµενο) (B.Coriat,1980), και από την σκοπιά της τεχνικής οργάνωσης της εργασίας µέσα στην ίδια τη µονάδα παραγωγής, ζήτηµα που σχετίζεται στενά µε τις δεξιότητες του εργατικού δυναµικού. Συνυφασµένα µε τα ζητήµατα αυτά είναι η εκπαίδευση όλων των στελεχών (από τη ιοίκηση µέχρι τους εργάτες), ο δραστικός περιορισµός των διαδικασιών επίβλεψης, η εγκαθίδρυση µεθόδων ελέγχου ποιότητας, και τέλος η πρωτοβουλία και η διευκόλυνση των προσπαθειών για καινοτοµίες. Ιδιαίτερη έµφαση στις αλλαγές αυτές έχει δώσει η σχολή της ρύθµισης που υποστηρίζει ότι οι µετασχηµατισµοί που συµβαίνουν πρέπει να θεωρούνται σαν ένας εκσυγχρονισµός του φορντισµού στην εξέλιξη της τεχνολογίας, καθώς ο τελευταίος έχει γίνει πια αντιπαραγωγικός (R.Boyer, 1988a:86). Έτσι, υιοθετούν τον όρο "νεοφορντισµός" που υποδηλώνει την απόλυτη αυτοµατοποίηση της γραµµής παραγωγής. Παράλληλα, χρησιµοποιείται ο τεχνικός όρος "ευέλικτη αυτοµατοποίηση", που σχετίζεται µε την πολυπλοκοποίηση της ηµιαυτόµατης γραµµής παραγωγής και οδηγεί στην "ευέλικτη συσσώρευση". Ενώ υποστηρίζεται ότι το αποτέλεσµα των τρεχόντων µετασχηµατισµών δεν έχει µπει ακόµα ευρέως σε χρήση, η ευέλικτη συσσώρευση προκρίνεται ως στρατηγική διότι πιστεύεται ότι µπορεί να εισάγει µόνιµη και σωρευτική βελτίωση στην αποδοτικότητα της παραγωγής (R.Boyer and B.Coriat, 1986:passim; 51-2). Το εργοστάσιο της ΤΕΟΚΑΡ είναι οργανωµένο γύρω από µια κεντρική ηµιαυτόµατη γραµµή συναρµολόγησης, και ακολουθεί την αρχή της οργάνωσης εργασίας κατά µικρές οµάδες, µε καθορισµένο αντικείµενο και ακριβείς προδιαγραφές. Η γραµµή παραγωγής χωρίζεται σε πέντε βασικά µέρη που είναι: α) η συναρµολόγηση του αµαξώµατος, β) η βαφή, γ) οι διακοσµητικές εργασίες, δ) η τελική συναρµολόγηση (εργασίες σασί), και ε) ο τελικός έλεγχος. Ανάµεσα στα µέρη αυτά υπάρχουν buffers µε αυτοκίνητα σε αναµονή, ώστε αν για κάποιο λόγο σταµατήσει η κίνηση της γραµµής τα επόµενα σηµεία της κινούνται µε βάση τα buffers και να µη σταµατήσει η εργασία. Στην πρώτη φάση, της συναρµολόγησης του αµαξώµατος, είναι 2

εγκατεστηµένα 8 robots (κατασκευής GMF, FANUKO και NACHI), και διάφορες ιδιοσυσκευές συναρµολόγησης (καλίµπρες). Οι καλίµπρες είναι σχεδιασµένες από τους Ιάπωνες και κατασκευασµένες από την ΤΕΟΚΑΡ, και µπορούν να χρησιµοποιηθούν για τη συναρµολόγηση περισσοτέρων του ενός κοµµατιών (δεν είναι δηλαδή dedicated). 1 Εποµένως, στο επίπεδο αυτό τα ποσοστά ευελιξίας υπάρχουν µεν αλλά περιορίζονται στα robots και εν µέρει στις καλίµπρες. Στις υπόλοιπες φάσεις της παραγωγής δεν υπάρχουν περισσότερα περιθώρια µηχανικής ευελιξίας, παρ' όλο που χρησιµοποιείται υψηλή τεχνολογία, όπως για παράδειγµα το layout machine (µηχάνηµα υψηλής ακρίβειας για µετρήσεις) µε το οποίο γίνονται δειγµατοληπτικοί έλεγχοι. Με τις διατάξεις αυτές επιτυγχάνεται παραγωγικότητα της τάξεως των 57 µικτών και 37 αµέσων εργατοωρών ανά αυτοκίνητο. Η εκτέλεση της εργασίας σηµαίνει εφαρµογή αυστηρής µεθοδολογίας που αναλύεται στα φύλλα ανάλυσης εργασιών για την παραγωγή του προδιαγεγραµµένου αριθµού αυτοκινήτων ανά ηµέρα, άσκηση ελέγχου στα εξαρτήµατα από πλευράς προδιαγραφών των υλικών, εκτέλεση πρωτογενούς συντήρησης του εξοπλισµού, και καθαριότητα του χώρου εργασίας. Το δεύτερο επίπεδο αφορά στο παραγόµενο προϊόν, δηλαδή στο κατά πόσο είναι παρηγµένο σε µαζική κλίµακα ως σταθεροτυποποιηµένο προϊόν (φορντισµός) ή, χρησιµοποιώντας τις δυνατότητες των ψηφιακών µηχανών πολλαπλών χρήσεων και άλλες καινοτοµίες στην παραγωγή που εδράζονται στην οξυµένη επιχειρηµατική πρωτοβουλία και στην κατάργηση των άκαµπτων ιεραρχιών που δίνουν τη δυνατότητα τεχνικής συµµετοχής σε όλα τα εργασιακά επίπεδα, το προϊόν παράγεται τελικά σε µικρές διαφοροποιηµένες ποσότητες προοριζόµενες για διαφορετικούς θύλακες κατανάλωσης στην αγορά, παραγόµενο είτε ad hoc είτε κατά παραγγελία (οπότε και υπάρχει µεγαλύτερη ένταση στο σχεδιασµό του προϊόντος - µεταφορντικά συστήµατα). Παράλληλα, σχετικό µε το ζήτηµα αυτό είναι το θέµα της συµµετοχής των εργαζόµενων στη διαδικασία της δηµιουργίας καινοτοµιών, θέµα συνυφασµένο µε τον τεχνικό τρόπο οργάνωσης της εργασίας (αλλά και µε θεσµικά ζητήµατα, βλ. παρακάτω). Ιδιαίτερη έµφαση στο ζήτηµα αυτό έχει δώσει η προσέγγιση της αλλαγής του τεχνικοοικονοµικού Παραδείγµατος, που αναπτύχθηκε στο SPRU. 2 H προσέγγιση αυτή βασίζεται στην Σουµπερτεριανή έννοια της "δηµιουργικής καταστροφής" λόγω των κυµάτων καινοτοµίας στην σφαίρα της παραγωγής, και σε µια ολιστική ερµηνεία των µακρών κυµάτων του Kondratieff. Η προσέγγιση αυτή φιλοδοξεί να ερµηνεύσει ολόκληρο το κοινωνικοοικονοµικό και θεσµικό σύστηµα στα εθνικά και διεθνή επίπεδα (C.Perez, 1983). Όπως συµπυκνώνεται από τον Freeman, η προσέγγιση αυτή προτείνει ότι λόγω ριζοσπαστικών καινοτοµιών στις τεχνολογίες και στα υλικά παραγωγής, (σε αντίθεση µε τις αποσπασµατικές καινοτοµίες), το τεχνικοοικονοµικό Παράδειγµα αλλάζει περνώντας από το στάδιο των "αστερισµών των ριζοσπαστικών και σταδιακά προστιθέµενων αποσπασµατικών καινοτοµιών" προς µια κατεύθυνση 1 Σηµειώνεται ότι η κατασκευή των καλιµπρών είναι εργασία που θεωρείται υψηλής τεχνολογίας. Οι νεότερες καλίµπρες που κατασκευάζονται στην Ιαπωνία απαγορεύεται σήµερα να εξαχθούν. Έτσι η ΤΕΟΚΑΡ είναι σήµερα υποχρεωµένη να σχεδιάσει τις δικές της. 2 SPRU: Science Policy Research Unit, University of Sussex. 3

εντατική της πληροφορίας που χαρακτηρίζει µια νέα εποχή βιοµηχανικής οργάνωσης, ένα "νέο τεχνολογικό καθεστώς" (C.Freeman, 1987:56). Στην περίπτωση της ΤΕΟΚΑΡ, το προϊόν που παράγεται συνδυάζει τη σταθεροτυποποίηση µε την ευελιξία, υπό την έννοια ότι υπάρχουν διάφορα µεν εναλλακτικά µοντέλα που απευθύνονται σε σχετικά διαφοροποιηµένες αγορές, αλλά τα µοντέλα αυτά βασίζονται σε λίγα σταθεροτυποποιηµένα πρότυπα, αλλά µεταξύ τους έχουν αρκετές διαφορές (τρίθυρο, τετράθυρο, πεντάθυρο, κουπέ, "αγροτικό"). Η συναρµολόγηση των διαφορετικών αυτών µοντέλων µπορεί να αλλάζει ακόµα και µέσα στη βάρδια εργασίας. Κατά τη διαδικασία αυτή, και λόγω του τρόπου οργάνωσης της εργασίας, το προσωπικό προτείνει πολλές βελτιώσεις στον τρόπο παραγωγής, οι οποίες συγκεντρώνονται και άλλες εφαρµόζονται, οι πιο σύνθετες δε στέλνονται σε ειδικά τµήµατα της εταιρείας για επεξεργασία ή ακόµα και στην Ιαπωνία, συχνά δε αποκτούνται και διπλώµατα ευρεσιτεχνίας. Η διαδικασία αυτή γίνεται κάτω από τη λογική που εφαρµόζει η εταιρεία για δυνατότητα αυξηµένης συµµετοχής στα διάφορα επίπεδα, λογική που προέρχεται από την ιαπωνικού τύπου διαχείριση και εκφράζεται από την πυραµίδα που αποτελείται από τα εύπλαστα κυψελοειδή κύτταρα που µπορούν το ένα να καταλαµβάνει τµήµατα του χώρου του άλλου. Πέρα από τη δυνατότητα αυτή, η αρχή της εναλλαγής σε διάφορες θέσεις εργασίας (υποχρεωτικά κάθε 6 µήνες) και η εφαρµογή των κύκλων ποιότητας καθιστούν τους εργαζόµενους υπεύθυνους και παροτρύνουν προς την κατεύθυνση της λήψης πρωτοβουλιών που είναι δυνατό να οδηγήσουν σε καινοτοµικές λύσεις. Παράλληλα µε τον συνεχή έλεγχο της ποιότητας που αποτελεί το σύνθηµα του εργοστασίου, υπάρχει και ειδικό τµήµα που ελέγχει την ποιότητα και αναφέρεται απευθείας στη ιοίκηση (προφανώς για να αποφεύγονται πιέσεις). Η πρωτοβουλία και το αυξηµένο ενδιαφέρον έχουν ως αποτέλεσµα την παροχή προαγωγών (µόνο όµως µετά από τα 5 πρώτα χρόνια στην επιχείρηση) ή και bonus, που αποτελεί παραπέρα παρότρυνση για τους εργαζόµενους, ενώ αποτελεί πολιτική της εταιρείας η επιβράβευση των συλλογικών προσπαθειών. Το τρίτο επίπεδο αφορά στις εργασιακές σχέσεις µέσα στην παραγωγική µονάδα, δηλαδή στο κατά πόσο τα συµβόλαια εργασίας είναι σταθερά, µακροχρόνια, και προϊόντα συλλογικών διαπραγµατεύσεων µε συνδικάτα (φορντισµός, αλλά και ιαπωνικό µεταφορντικό πρότυπο), ή είναι εξατοµικευµένα, επαναδιαπραγµατευόµενα, ευέλικτα και βραχυπρόθεσµα (µεταφορντικά συστήµατα). Αφορά επίσης στη σχέση της αύξησης του πραγµατικού µισθού µε την αύξηση της παραγωγικότητας που αποτέλεσε χαρακτηριστικό του φορντιστικού προτύπου. Ιδιαίτερη έµφαση σ αυτό έχει δώσει η σχολή της ρύθµισης, και πιο συγκεκριµένα η αριστερή της εκδοχή (D.Leborgne and A.Lipietz, 1987), οι τελευταίες αναλύσεις της οποίας θεωρούν το επίπεδο αυτό ως το αφετηριακό τους σηµείο για τον καθορισµό των Παραδειγµάτων και των συνεπαγόµενων µοντέλων. Η ιοίκηση της ΤΕΟΚΑΡ στην προκειµένη περίπτωση ακολουθεί τη λογική των σταθερών συµβολαίων εργασίας, και µάλιστα του ιαπωνικού Παραδείγµατος που θέλει τα συµβόλαια και η δέσµευση του εργαζόµενου να είναι συµβόλαιο ζωής, ενώ όπως είδαµε προηγουµένως έχει στην πολιτική της την παροχή bonus και προαγωγών. Σε περίπτωση αύξησης της παραγωγικότητας, το 1/3 της επί πλέον αύξησης του κέρδους µοιράζεται ως πριµ στους εργαζόµενους. Παρ' όλ' αυτά, οι βασικοί µισθοί καθορίζονται από αλγόριθµους και δεν είναι διαπραγµατεύσιµοι. Οι προαγωγές γίνονται βάσει ατοµικής αξιολόγησης (και πάντως µετά τα 5 πρώτα χρόνια), ενώ λαµβάνονται υπ' όψη η ικανότητα συνεργασίας, η συµµετοχή σε συλλογικές 4

διαδικασίες, η πρωτοβουλία, η ικανότητα, η αρχαιότητα, κλπ. Σηµαντικό ζήτηµα για την εταιρεία είναι η πολιτική προσλήψεων εν σχέσει µε την ειδικότητα. Η πολιτική αυτή ζητά νέους κάτω των 30, ανειδίκευτους και χωρίς προϋπηρεσία εργάτες, οπωσδήποτε σήµερα αποφοίτους Γυµνασίου (σήµερα 73.5% έναντι Γυµνασίου 14%, και ηµοτικού 6.5% αποτελέσµατα αρχικών προσλήψεων), κυρίως άντρες (σήµερα 95% µε τάσεις αύξησης), κάτοικους της γύρω περιοχής, που θα ειδικευτούν µέσα από τα εκπαιδευτικά προγράµµατα της εταιρείας. Τα ανώτερα στελέχη είναι πτυχιούχοι (σήµερα 3.5% ΑΕΙ και 2.5% ΤΕΙ). Η εκπαίδευση πραγµατοποιείται για όλους και παίρνει ιδιαίτερη ένταση όταν επιβάλλεται κάµψη της παραγωγής λόγω κάµψης της ζήτησης, όπως και αντίστροφα, όταν υπάρχει ένταση της ζήτησης γίνονται και υποχρεωτικές υπερωρίες. Ο τρόπος επιβράβευσης, οι διαδικασίες προαγωγών, τα συµβόλαια εργασίας, οι παροχές (άτοκα δάνεια, κλπ), η εκπαίδευση, κλπ συνιστούν µια πολιτική που κατατείνει στην ενσωµάτωση του εργαζόµενου στη λογική της εταιρείας, στην ταύτισή του µαζί της. Κατά τον Wickens ( ιευθυντή του εργοστάσιου της NISSAN στη Βρετανία), η στρατηγική αυτή (καθώς και οι άλλες συνιστώσες του ιαπωνικού τρόπου διαχείρισης) συντελεί στην αύξηση της παραγωγικότητας (P.Wickens, 1987). Τέλος, όλοι οι εργαζόµενοι ανήκουν σε ένα σωµατείο, είτε πρόκειται για τα διευθυντικά στελέχη είτε για τους εργάτες. Το γεγονός αυτό. Η πολιτική του ενός συνδικάτου αποτελεί βασική αρχή της NISSAN από το 1953 οπότε η εταιρεία, στην Ιαπωνία, επέβαλε τη µορφή αυτή οργάνωσης στους εργαζόµενούς της µετά από συγκρούσεις πάνω στο θέµα, καθώς οι εργαζόµενοι διεκδικούσαν να συνεχίσουν να ανήκουν σε ανεξάρτητα συνδικάτα (Ph.Garrahan, 1986:8). Η εργασιακή τακτική της ΤΕΟΚΑΡ, ακολουθώντας το πρότυπο αυτό, επιτυγχάνει να ενσωµατώσει τους εργαζόµενους στη λογική της εταιρείας η οποία πια από όλες τις απόψεις προβάλλει ως µια "οικογένεια". Η τιµή που πληρώνει για την ενσωµάτωση αυτή είναι η ασφάλεια που η εταιρεία παρέχει στους εργαζόµενους. Η ασφάλεια που παρέχεται, δίνει τη δυνατότητα στις δύο πλευρές (εργοδοσία-εργασία) να λύνουν σηµαντικά προβλήµατα σε πλαίσιο συνεργασίας. Για παράδειγµα, η πρόσφατη κρίση στην αγορά αυτοκινήτων στην Ελλάδα (µετά τις αποσύρσεις) δεν είχε ως επακόλουθο τις µαζικές απολύσεις (όπως θα συνέβαινε σε ένα κλασσικό φορντιστικό συγκρότηµα), αλλά τη συναίνεση για τη διαθεσιµότητα των εργαζόµενων για ένα χρονικό διάστηµα (όπου έπαιρναν το 50% του µισθού τους από την εταιρεία και 10% από τον ΟΑΕ, ενώ κατά το διάστηµα αυτό είχαν δικαίωµα να εργασθούν αλλού. Στο κλίµα ενσωµάτωσης στην εταιρεία ανήκουν µια σειρά κοινωνικές και οικονοµικές παροχές που δίνει η εταιρεία (µετά από δύο χρόνια προϋπηρεσίας), ενώ όµως επιδιώκει - χωρίς να µπορεί να το επιβάλει - οι εργαζόµενοί της να έχουν αυτοκίνητο NISSAN. Το τέταρτο επίπεδο αφορά στον τύπο των σχέσεων µιας µονάδας µε τους προµηθευτές της, δηλαδή στη σχέση εργολάβου-υπεργολάβου της µονάδας και συνεπώς στο βαθµό αποκέντρωσης της παραγωγικής διαδικασίας ο οποίος µπορεί να είναι συγκεντρωτικός ή πυραµιδοειδής (φορντισµός),ή αποκεντρωτικός σε διάφορους βαθµούς (τµήµατα παραγωγής σε υπεργολάβους ή εργασία στο σπίτι και τηλεεργασία) µέχρι απόλυτα αποκεντρωτικός στην περίπτωση των επιχειρήσεων φαντάσµατα που είναι απλώς συντονιστές µιας παραγωγικής διαδικασίας που εκτελείται από πολυποίκιλες άλλες (µεταφορντικά συστήµατα). Εδώ περιλαµβάνεται και η άποψη για τη νέα διαίρεση εργασίας που προκύπτει ως αποτέλεσµα της δράσης των ελεύθερων και τεχνολογικά και ποιοτικά αναβαθµισµένων µικροπαραγωγών µε 5

βάση τους οποίους προκύπτει µια νέου τύπου παραγωγική αναδιάρθρωση που στηρίζεται στο συνδυασµό αυτονοµίας και ενσωµάτωσής τους στις µεγάλες επιχειρήσεις. Στη µεταφορντική προβληµατική διαπιστώνεται: α) για τις µεγάλες επιχειρήσεις ότι διέπονται από την τάση της παραγωγικής αποκέντρωσης προς υπεργολάβους ή και προς αυτονοµηµένα τµήµατά τους που δηµιουργούνται ως ιδιαίτερες πια επιχειρήσεις (εξακολουθώντας να ανήκουν στις περισσότερες περιπτώσεις στους ίδιους οµίλους). Ταυτόχρονα, µέσω των τηλεµατικών δικτύων τους δίνεται η δυνατότητα να διατηρούν ένα έλεγχο οργανωτικής και διοικητικής φύσης. β) για τις ΜΜΕ ότι συγκροτούν τα γνωστά οριζόντια δίκτυα διασυνδεδεµένων επιχειρήσεων (βλ. Α.Λυµπεράκη, 1992). Με το επίπεδο αυτό είναι επίσης συσχετισµένο και το πολύ σηµαντικό ζήτηµα της ροής των ενδιαµέσων εισροών και του τελικού προϊόντος. Η φορντική σύλληψη θέλει τις παραγωγικές µονάδες να διαθέτουν µεγάλες ποσότητες από πρώτες ύλες στις αποθήκες τους ώστε να µη διακόπτεται η γραµµή της παραγωγής, αλλά και µεγάλες ποσότητες τελικού προϊόντος ώστε να µπορεί να καλυφθεί η διακύµανση της ζήτησης, µε αποτέλεσµα συχνά να συσσωρεύονται στοκ ανεκµετάλλευτα για µεγάλα χρονικά διαστήµατα. Αντίθετα, τα µεταφορντικά πρότυπα, έχοντας κατά κύριο λόγο δανεισθεί τη Γιαπωνέζικη εµπειρία, βασίζονται στη λογική του "just-in-time", που προϋποθέτει ότι η πρώτη ύλη έρχεται (συνήθως από τον υπεργολάβο προµηθευτή) ακριβώς τη στιγµή που είναι αναγκαία. Έτσι, ο ρόλος των υπεργολάβων, οι σχέσεις δικτύου που αναπτύσσονται µεταξύ τους και µε την κεντρική επιχείρηση αναδεικνύονται σε πολύ σηµαντικό παράγοντα. Ως αποτέλεσµα, η κρίσιµη κλίµακα των επιχειρήσεων µειώνεται, και οι ΜΜΕ ανακτούν το χαµένο έδαφος. Σε πολλές, αλλά όχι σε όλες τις περιπτώσεις, παρατηρείται γεωγραφική συγκέντρωση του αστερισµού των ΜΜΕ είτε αυτές έχουν το χαρακτήρα της πρόσδεσής τους σε µια ή περισσότερες µεγάλες, είτε αποτελούν δίκτυο οριζόντια διασυνδεδεµένο (π.χ. Τρίτη Ιταλία). Το επίπεδο αυτό έχει απασχολήσει όλες τις σχολές σε διάφορους βαθµούς, αλλά ιδιαίτερα την αριστερή ρεφορµιστική προσέγγιση της ευέλικτης εξειδίκευσης που προτάθηκε από τους Piore και Sabel (1984) και ακολουθήθηκε από πολλούς, ανάµεσα στους οποίους και οι Zeitlin, Toliday, Cyprus Industrial Strategy (1987) για να αναφέρουµε µόνο µερικούς. Η προσέγγιση υποστηρίζει ότι η έξοδος από την κρίση είναι ένα ζήτηµα πολιτικής και οικονοµικής απόφασης πάνω στη δεύτερη βιοµηχανική διαίρεση (ανάµεσα στην µαζική παραγωγή και στην ευέλικτη εξειδίκευση). Λαµβάνοντας υπ όψη την κατάτµηση των µαζικών αγορών, η στρατηγική της ευέλικτης εξειδίκευσης βασίζεται στην υιοθέτηση και προσαρµογή της χειροτεχνίας και των µικρών µονάδων παραγωγής. Αυτές θα µπορέσουν να παράγουν µικρές σειρές διαφοροποιηµένων προϊόντων που θα βασίζονται σε µηχανές πολλαπλής χρήσης και στην τελευταία λέξη της τεχνολογίας της πληροφορικής. Τέλος, η στρατηγική αυτή προτιµάται από αυτούς που την υποστηρίζουν ως επιλογή, από την επιλογή της αναζωογόνησης του διεθνούς κεϋνσιανισµού. Η ΤΕΟΚΑΡ στο ζήτηµα των προµηθειών-υπεργολαβιών ακολουθεί το πρότυπο των ιαπωνικών εταιρειών: έχει σε σηµαντικό βαθµό αποκεντρώσει τις προµήθειες, ακολουθώντας τη λογική του global sourcing, δηλ. να έχει (για όσα δεν προµηθεύεται από τη NISSAN Ιαπωνίας),τουλάχιστον 2 προµηθευτές ανά αντικείµενο και από διάφορα µέρη ώστε να µη δηµιουργείται µονοπωλιακή κατάσταση και να περιορίζονται οι κίνδυνοι. Συνολικά οι προµηθευτές της ανέρχονται σε 171, οι οποίοι γεωγραφικά βρίσκονται στην Ευρώπη, Ελλάδα, και Ιαπωνία. Ανάµεσα στους 6

προµηθευτές της είναι και δύο εταιρείες του οµίλου Θεοχαράκη (η Kuhler Hellas SA που κατασκευάζει ψυγεία αυτοκινήτου και έχει 20 εργαζόµενους, και η TEKOM ABETE που κατασκευάζει καθίσµατα και καρότσες για pick up οχήµατα και έχει 60 εργαζόµενους). Αµφότερες είναι εγκατεστηµένες στη ΒΙΠΕ Βόλου, κοντά στην ΤΕΟΚΑΡ η οποία απορροφά το 80% της παραγωγής τους. Άλλες σηµαντικές ελληνικές µονάδες που προµηθεύουν την ΤΕΟΚΑΡ είναι η ΠΕΠΣΑ (Θεσ/νίκη) για εξατµίσεις, η IRDA (ΒΙΠΕ Βόλου) για παρ-µπριζ, και η ΠΑΚ (Αθήνα) για µπαταρίες. Συνολικά οι προµηθευτές συνεισφέρουν το 16.5% της προστιθέµενης αξίας του τελικού προϊόντος. Καθαρόαιµο just-in-time στην παραγωγή εφαρµόζεται µόνο µε τις δύο θυγατρικές του οµίλου που υπάρχει άµεση επαφή, ενώ υπάρχει ανάγκη για δηµιουργία κάποιων στοκ από τη ΝΙSSAN λόγω απόστασης (το πλοίο από την Ιαπωνία έρχεται µια φορά το µήνα), και για άλλες προµήθειες λόγω αµφιλεγόµενης αξιοπιστίας εταιρειών ή απόστασης. Η σχέση µε τους περισσότερους προµηθευτές περνά µέσα από στενό έλεγχο της εταιρείας και της NISSAN σχετικά µε προδιαγραφές και διαδικασίες παραγωγής, ιδιαίτερα όσο αφορά στις ελληνικές εταιρείες, ενώ οι διεθνείς προµηθευτές απολαµβάνουν περισσότερης εµπιστοσύνης (π.χ Sikkens, Goodyear). Το πέµπτο επίπεδο αφορά στη θέση της µονάδας µέσα στην ιεραρχία του συγκεκριµένου κλάδου παραγωγής από την πλευρά του ελέγχου της παραγωγικής διαδικασίας και του κεφάλαιου στον συγκεκριµένο κλάδο, ή έστω και σε οµάδες επιχειρήσεων. Ενώ σε µεταφορντικά συστήµατα µπορεί κανείς να πει ότι διαπιστώνουµε την ύπαρξη πολλών "ανεξάρτητων" παραγωγικών µονάδων, παραµένει ανοιχτό το ερώτηµα κατά πόσον οι επιχειρήσεις αυτές είναι τελικά ανεξάρτητες (πράγµα που θα δικαίωνε τους υποστηρικτές της άποψης για τη δυνατότητα της βιωσιµότητας τέτοιων επιχειρήσεων) η όλο και περισσότερο τείνουν να αποτελούν ανεξαρτητοποιηµένα µεν αλλά οργανικά δε τµήµατα µεγαλύτερων επιχειρηµατικών συµπλεγµάτων, η τουλάχιστον έναν αστερισµό επιχειρήσεων που τελικά θα εµφανισθεί δεµένος πισθάγκωνα από το τραπεζιτικό-χρηµατιστικό κεφάλαιο. Στο σηµείο αυτό τονίζεται η διαφοροποίηση ανάµεσα στη δυνατότητα για αποκέντρωση των παραγωγικών διαδικασιών και για συγκέντρωση των διοικητικών, που έρχεται ως αποτέλεσµα των γενικότερων διεθνών οικονοµικών εξελίξεων, αλλά και των δυνατοτήτων που προσφέρουν τα σύγχρονα τηλεµατικά δίκτυα (βλ. Α.Λυµπεράκη, 1992). Η ΤΕΟΚΑΡ, µε την έννοια αυτή, αποτελεί σηµείο τοµής δύο πηγών συµφερόντων: από τη µια του οµίλου Θεοχαράκη (ΟΘ), και από την άλλη της NISSAN, οπότε και στις δύο περιπτώσεις αποτελεί τµήµα µιας ιεραρχηµένης δοµής. Ο αποκλειστικός πελάτης της είναι ο ΟΘ µέσω άλλων εταιρειών του οποίου οργανώνεται η διανοµή του προϊόντος στην αγορά. Οπωσδήποτε, στην ιεραρχία του ΟΘ η ΤΕΟΚΑΡ κατέχει την κορυφαία θέση. Σε σχέση µε τη NISSAN, η ΤΕΟΚΑΡ δεν είναι τίποτε άλλο από µια εταιρεία που πληρώνει royalties για να έχει το licence να κατασκευάζει αυτοκίνητα µε το σύστηµα CKD. Παρ ολ αυτά είναι σηµαντικός πελάτης της NISSAN, αφού το 50% της αξίας του προϊόντος είναι ενσωµατωµένο στα µέρη που έρχονται από τη NISSAN, ενώ η εταιρεία υποστηρίζεται από το ευρωπαϊκό κέντρο ανταλλακτικών της NISSAN στο Άµστερνταµ, και από το πανευρωπαϊκό σύστηµα εξυπηρέτησης. Στον τοµέα της παραγωγής, η ίδια η ΤΕΟΚΑΡ προσθέτει τα 2/3 του υπολοίπου 50% (το τελευταίο 1/3 του 50% αναλογεί στους τρίτους προµηθευτές). Η σχέση NISSAN ΤΕΟΚΑΡ είναι όµως επίσης και ανταγωνιστική. Παρ' όλο που στην ΤΕΟΚΑΡ δεν απαγορεύεται από τη σύµβασή της να εξάγει τελικά προϊόντα από την Ελλάδα, η εταιρεία θεωρεί ότι µια τέτοια προσπάθεια θα συναντούσε το σκληρό 7

ανταγωνισµό από τη NISSAN που έχει τη δυνατότητα λόγω του µεγέθους της να εφαρµόζει και πολιτικές dumping, και συνεπώς δεν θα είχε καλές προοπτικές. Η µέχρι τώρα περιγραφή των σχέσεων δείχνει κάποιας µορφής τεχνολογική καθετότητα, µέσα στα πλαίσια της οποίας υπάρχει κάποιας µορφής επιχειρηµατική αυτονοµία. Τελευταία η ΤΕΟΚΑΡ ενισχύει τις οριζόντιες διασυνδέσεις της µε άλλες εταιρείες στην Ευρώπη που επίσης συνεργάζονται µε τη NISSAN, µε στόχο ζητήµατα τεχνολογικής έρευνας και ανάπτυξης, και παραγωγής για όλη την Ευρώπη ενός νέου µοντέλου αυτοκινήτου, ενώ προχωρά στη σχεδίαση και παραγωγή διαφορετικών προϊόντων (π.χ. συστηµάτων αυτόµατης στάθµευσης και φωτεινών πινακίδων - βλ. παρακάτω). Το γεγονός αυτό εµπίπτει µεν σε µια γενικότερη στρατηγική του ΟΘ (που περιλαµβάνει και άλλες βιοµηχανίες) αλλά δεν αποτελεί ένδειξη ευελιξίας της ίδιας της γραµµής παραγωγής αυτοκινήτων που θα έδινε τη δυνατότητα για σηµαντικές διαφοροποιήσεις στα παραγόµενα µοντέλα και ίσως και την παραγωγή µερικών διαφορετικών µοντέλων. Στο ελληνικό πεδίο, η διοικητική οργανωτική σύλληψη του ΟΘ τοποθετεί την ΤΕΟΚΑΡ ως αποκλειστικό πελάτη της ALENDER, που αποτελεί το interface της ΤΕΟΚΑΡ µε τους διάφορους dealers. H ALENDER παραγγέλνει για λογαριασµό του πελάτη, παραλαµβάνει, ελέγχει και παραδίδει. Το έκτο επίπεδο αφορά στον τρόπο αναµενόµενης κατανάλωσης των προϊόντων, στο κατά πόσο δηλαδή είναι µαζική και στοχεύει και στο µέσο εργαζόµενο ώστε να δηµιουργεί τις προϋποθέσεις για την αναπαραγωγή της εργατικής δύναµης (φορντισµός) ή εξειδικευµένη (µεταφορντικά συστήµατα), πράγµα που συσχετίζεται µε την ίδια την πολιτική της παραγωγής αλλά και από την πολιτική τιµολόγησης. Ερωτήµατα δηλαδή εδώ αποτελούν, το που στοχεύει η παραγωγή, αλλά ακόµη και το πως το τελικό προϊόν διανέµεται στην αγορά, και ποιος είναι ο βαθµός ενσωµάτωσης στην όλη διαδικασία, των λειτουργιών µετά από τις πωλήσεις (after sales). Η παραγωγή στοχεύει στο µέσο καταναλωτή και ακολουθεί τη λογική των dealers και των πλήρων σηµείων πώλησης (τουλάχιστον για τους καινούργιους). Παρέχεται service και εγγύηση, ενώ υπάρχουν 156 dealers, δηλαδή πρακτικά σε κάθε πόλη της χώρας. Το marketing σχεδιάζεται από τον ΟΘ, ενώ η διαφήµιση τόσο από το εργοστάσιο όσο και από τη NISSAN (σε προαιρετική όµως βάση). Η λογική που επικρατεί, κατά τα φαινόµενα, είναι αυτή της κάθετης ολοκλήρωσης σε επίπεδο οµίλου, µέχρις ενός σηµείου, αλλά ως προς την ίδια την ΤΕΟΚΑΡ η διαδικασία παραµένει αποκαθετοποιηµένη. Το έβδοµο και όγδοο επίπεδο αναφέρονται στο γενικότερο πλαίσιο της κοινωνικής συγκρότησης, στο βαθµό που αυτή καθορίζεται από τις εξελίξεις αυτές στην παραγωγή. Κατά συνέπεια για τα επίπεδα αυτά δεν υπάρχει η αντιστοιχία της εµπειρικής περίπτωσης της ΤΕΟΚΑΡ, αλλά θα αναφερθούν για την πληρότητα του ζητήµατος. Το έβδοµο επίπεδο αφορά στο γενικότερο ζήτηµα της οργάνωσης της κοινωνίας µε βάση τα παρεπόµενα των προηγουµένων επιπέδων: στο βαθµό που µιλάµε για βιοµηχανικές κοινωνίες, η οργάνωση της παραγωγής σύµφωνα µε τα επίπεδα που αναφέρθηκαν επηρεάζει σε σηµαντικό βαθµό την οργάνωση της ίδιας της κοινωνίας. Ο φορντισµός συνεπάγεται την ολοκληρωµένα ανεπτυγµένη µισθιακή σχέση όπου οι παραγωγοί ενσωµατώνονται στο καπιταλιστικό σύστηµα µέσω της παραγωγής αλλά και της κατανάλωσης. Η ικανότητα της εργατικής δύναµης να αναδειχθεί σε µαζικό καταναλωτή προκύπτει από τη σχέση της αύξησης του πραγµατικού µισθού µε την 8

αύξηση της παραγωγικότητας. Αυτός ο προνοµιακός συµβιβασµός γίνεται επίσης ο ακρογωνιαίος λίθος της κοινωνικής συναίνεσης (M.De Vroey, 1984:52-3, 56). Για την Ελλάδα, δεν θα µπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι η βιοµηχανία της χώρας έχει δοµηθεί σύµφωνα µε τα φορντιστικά πρότυπα. Η χώρα, από τους ειδικούς κατατάσσεται σε µια ιδιότυπη κατηγορία του περιφερειακού φορντισµού µε έντονα τα στοιχεία της ένταξής της στην παλαιά διαίρεση εργασίας (βλ. A.Lipietz, 1987, και Π.Σκάγιαννης, 1993). Το όγδοο επίπεδο ξεφεύγει από τη στενή σφαίρα της οικονοµίας και περνά στη σφαίρα της κοινωνίας και του πολιτισµού. Το πρότυπο της παραγωγής, δηµιουργεί οµαδικούς και προσωπικούς τρόπους ζωής, πρότυπα κατανάλωσης, αισθητικής, κλπ, ακόµα και τρόπους πολιτικής οργάνωσης, και έχει κυρίως απασχολήσει τόσο αυτούς που δίνουν περισσότερο κοινωνιολογική κατεύθυνση στο ερευνητικό τους αντικείµενο, όπως τους Lash και Urry (1987) υποστηρικτές της άποψης του "αποδιοργανωµένου καπιταλισµού", όσο και αυτούς που διαπιστώνοντας τις συµβαίνουσες αλλαγές επιχειρούν να δουν την κοινωνία συνολικότερα από τους στενούς µελετητές των Παραδειγµάτων. Μια τέτοια προσέγγιση που θα µπορούσε να πάρει την ονοµασία "θέση του µετα-φορντισµού" έχει ακολουθήσει η Roobeek που υποστηρίζει ότι µε τους επισυµβαίνοντες µετασχηµατισµούς αλλάζει επίσης ο τρόπος ζωής ακόµα και µε πολιτισµικούς και ψυχολογικούς όρους. εν εξαιρεί ούτε το κράτος και τις διάφορες θεσµικές δοµές, τα οποία αναλαµβάνουν διαφορετικούς ρόλους. Συνεπώς το φαινόµενο προσλαµβάνει επίσης πολιτικές διαστάσεις (A.Roobeek, 1987). Το σηµείο τοµής όλων αυτών των σχολών αλλά και των πολυποίκιλων τοποθετήσεων πάνω στις εξελίξεις είναι η διαπίστωση ότι συµβαίνουν αλλαγές που µας αποµακρύνουν από το κλασσικό φορντιστικό Παράδειγµα. Οι διάφοροι θεωρητικοί της σχολής της ρύθµισης δέχονται ότι υπάρχει κρίση στο καθεστώς της εντατικής συσσώρευσης που συµπυκνώνεται στην διαταραχή της αντιστοιχίας µεταξύ της λειτουργίας της ρύθµισης και του κοινωνικοθεσµικού της πλαισίου (R.Boyer, 1988a:76). Η κρίση αυτή καλείται είτε µεταλλακτική κρίση (J.Mazier, 1982) είτε δοµική κρίση (M.De Vroey, 1984; R.Boyer, 1988a) του καπιταλισµού. Παρ όλ αυτά δεν συµφωνούν πάντα στο τι προδικάζεται ως αποτέλεσµα των µετασχηµατισµών αυτών. Για παράδειγµα, η Αριστερά της σχολής της ρύθµισης (M.Dunford, 1988; D.Leborgne and A.Lipietz, 1987) δέχεται ότι το φορντιστικό µοντέλο συσσώρευσης είναι σε κρίση και ότι το τεχνικοοικονοµικό Παράδειγµα υπόκειται σε σηµαντικούς µετασχηµατισµούς, αλλά είναι περισσότερο διστακτική να προδικάσει το αποτέλεσµα. Αντίστοιχα, η προσέγγιση των Freeman-Perez, που δίνει έµφαση στις καινοτοµίες και την επιχειρηµατικότητα και προδικάζει ένα νέο Παράδειγµα βρίσκει σηµεία τοµής µε την σχολή της ρύθµισης χωρίς να δίνει απαραίτητα τις ίδιες εµφάσεις. Συνδυάζοντας στην ουσία τα συµπεράσµατα των δύο προηγουµένων προσεγγίσεων η Roobeek υποστηρίζει µια ευρύτερη άποψη που κατανοεί την οικονοµία ως σύνολο. Θα µπορούσαµε να ονοµάσουµε την άποψη αυτή, "θέση του µετα-φορντισµού". Η θέση αυτή υποστηρίζει ότι ο φορντισµός διαταράσσεται σηµαντικά µε τις νέες τεχνολογίες αιχµής και οδηγείται σταδιακά σε ένα νέο κοινωνικοοικονοµικό πλαίσιο (A.Roobeek, 1987:130). Πέρα από την ανάλυση της οικονοµικής σφαίρας του µετα-φορντισµού το αποτέλεσµα της οποίας είναι αυτό που θα µπορούσε να ονοµασθεί ευέλικτη συσσώρευση, η θέση του µετα-φορντισµού προσδίδει ενδιαφέρουσες κοινωνικές, πολιτικές και χωρικές διαστάσεις στους πραγµατοποιούµενους µετασχηµατισµούς της 9

παραγωγικής διαδικασίας και δεν περιλαµβάνει µόνο την παραγωγή αλλά όλα τα συµφυή προβλήµατα ελέγχου του φορντισµού στα πεδία της κατανάλωσης, ανταλλαγής και διανοµής που διέρχονται µετασχηµατισµό. Υποστηρίζεται έτσι (ίσως λίγο υπερβολικά) από την ευρύτερη θέση του µεταφορντισµού ότι ένας νέος τύπος εθνικής και διεθνούς ρύθµισης θα αντικαταστήσει σταδιακά τις υπάρχουσες ρυθµίσεις, καθώς οι πρόσφατες αλλαγές που χτυπούν τις ρίζες του φορντισµού αποτελούν µια ανεπίστρεπτη ιστορική τάση (Α.Roobeek, 1987). Ειδικότερα, η προσέγγιση του Murray που επίσης θα µπορούσε να ενταχθεί στο πλαίσιο αυτό, φτάνει να προτείνει µια στρατηγική ευελικτοποίησης και ανταγωνισµού µέσα στον ίδιο τον δηµόσιο τοµέα του καπιταλιστικού κράτους που θα µπορούσε να εγγυηθεί συγκεκριµένους τύπους δηµοσίου ελέγχου και συµµετοχής (R.Murray, 1986:31-3). Στην αριστερή της εκδοχή, η θέση του µετα-φορντισµού µοιραζόµενη τις ανησυχίες της σχολής της ρύθµισης, υποστηρίζει ότι η εργασία δεν µπορεί να γίνει παρατηρητής αυτών των εξελίξεων, αλλά θα πρέπει να τις εκµεταλλευθεί όσο περισσότερο µπορεί. Όπως υποστηρίζουν οι Boyer και Coriat, η ίδια τεχνολογία µπορεί να έχει θετικά αποτελέσµατα στη δηµιουργία θέσεων εργασίας και στην οικονοµική σταθερότητα (R.Boyer and B.Coriat, 1986:52). Για το λόγο αυτό, συχνά δίνεται έµφαση στην πολιτικοποίηση, τη συµµετοχή, την επιτυχία ευνοϊκών εργασιακών συµφωνιών, τις συµµαχικές στρατηγικές και τα δίκτυα κοινωνικών εργασιακών θεσµών ως στοιχεία µιας ανάπτυξης που αντισταθµίζει την εξατοµίκευση, τον κατακερµατισµό, και ορισµένες µορφές της εκµετάλλευσης της εργασίας (πρβλ. R.Murray, 1986; 1988:13; B.Janssen and P.Hoogstraten, 1987; A.Roobeek, 1987; D.Leborgne and A.Lipietz, 1987). Η άποψη ότι ο σύγχρονος κόσµος εγκαταλείπει την εποχή του φορντισµού αντικρούεται µε κάποιο σκεπτικισµό από συγγραφείς που κάνοντας ιστορικούς αναστοχασµούς καταλήγουν µέχρι και να αµφισβητήσουν το κατά πόσο ο κόσµος ήταν ποτέ φορντιστικός ή αν ο φορντισµός είναι µια κατάλληλη έννοια (Α.Pollert, 1988:57; K.Williams κ.α.; 1987:423; A.Sayer, 1988; B.Fine, 1988). Ο Williams αντιπαρατέθηκε στις περισσότερες θέσεις των Piore και Sabel και σωστά υποστήριξε ότι η προσέγγισή τους περιλαµβάνει έναν ακατέργαστο δυϊσµό ανάµεσα στη µαζική παραγωγή και στην ευέλικτη εξειδίκευση, καθώς και µια έλλειψη εµπειρικής τεκµηρίωσης. Παρ όλο που ο Williams δεν αρνείται την σηµασία των νέων τεχνολογιών, επιµένει ότι τα ευέλικτα µηχανικά συστήµατα και οι περισσότεροι τύποι προηγµένης αυτοµατοποίησης θα παραµείνουν ένα προνόµιο των µεγάλων επιχειρήσεων που έχουν την οικονοµική δύναµη να τα αγοράσουν και να τα λειτουργήσουν (K.Williams κ.α. 1987:429-34). Οι επικριτές της τάσης του µεταφοντισµού, εκτός από τον Williams που κάνει µια άµεση κριτική στους Piore και Sabel, τείνουν να αποµονώνουν τον όρο φορντισµό στην στενή του εκδοχή που σχετίζεται µε την γραµµή παραγωγής στα εργοστάσια µαζικής παραγωγής, παραµερίζοντας τις πολιτικές, κοινωνικές και πολιτισµικές διαστάσεις του. Ένα σηµαντικό πρόβληµα είναι ότι οµαδοποιούν όλες τις τάσεις µαζί, και εξαπολύουν µια αδιαφοροποίητη επίθεση εναντίον όλων. Υποστηρίζουν ότι ό,τι συµβαίνει, συµβαίνει σε µια µικρή µειοψηφία βιοµηχανιών και ότι δεν αποτελεί την κυρίαρχη τάση, αν και είναι γνωστό ότι οι περισσότεροι συγγραφείς της άλλης πλευράς µιλούν για τάσεις, συχνά ποιοτικές, που µόλις γεννιούνται. Πιο σηµαντικά, φαίνεται να υπάρχει µια αµηχανία απέναντι στην σύνθετη πραγµατικότητα που αποκαλύπτεται από την εµπειρική έρευνα, ενώ επέρχεται σύγχυση λόγω της µερικής, φορµαλιστικής και επιφανειακής οµοιότητας κάποιων από τα θεωρητικά διαγραφόµενα µεταφορντιστικά 10

πρότυπα ή νέες δυνατότητες µε κατάλοιπα προηγούµενων οργανωτικών αρχών της παραγωγής (πρβλ. A.Pollert, 1988). ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Με βάση την παραπάνω ανάλυση, η ΤΕΟΚΑΡ θα µπορούσε να χαρακτηριστεί ως µια βιοµηχανία που εµπίπτει στο ιαπωνικό, πρότυπο διοίκησης και διαχείρισης αυτοκινητοβιοµηχανιών, µε τους περιορισµούς όµως που επιβάλλονται εκ των πραγµάτων σε µια χώρα που στην πραγµατικότητα δεν έχει παράδοση στην αυτοκινητοβιοµηχανία, αλλά ούτε και στην υψηλή τεχνολογία. Οι περιορισµοί αυτοί σε πολλούς τοµείς είναι θεµελιακού χαρακτήρα. Για παράδειγµα µόνο και µόνο το γεγονός ότι το εργοστάσιο δουλεύει µε το CKD σύστηµα είναι ενδεικτικό. Αυτό αµέσως συνεπάγεται ότι δεν γίνεται Ε&Α σε ποιο προχωρηµένους τεχνολογικά τοµείς, όπως στις µηχανές και στα κιβώτια ταχυτήτων. Στο βαθµό αυτό, είναι περιορισµένος και ο βαθµός της ανεξαρτησίας που προκύπτει από τη συµφωνία licence µεταξύ των δύο εταιρειών. Ως προς τις διάφορες παραµέτρους, δείχθηκε από την εµπειρική έρευνα, ότι στα µεν διοικητικά πρότυπα εφαρµόζονται οι βασικές αρχές που χαρακτηρίζουν τα ιαπωνικά αυτοκινητοβιοµηχανικά συγκροτήµατα. Οι αρχές αυτές προσδιορίζονται από τις έννοιες της ευελιξίας, ποιότητας και οµαδικής εργασίας (βλ. και P.Wickens, 1987). Στη βάση αυτή η Ν. έχει δώσει το βάρος της στη διοικητική και διαχειριστική ευελιξία, σε ένα υβριδικό - λόγω των ελληνικών συνθηκών - σύστηµα just-in-time, και στον έλεγχο ποιότητας, δεν έχει όµως προχωρήσει στην υιοθέτηση τεχνολογικής ευελιξίας και περισσότερων αυτοµατισµών. Τελικά παρά τη νοµική της αυτονοµία από τη ΝISSAN η ΤΕΟΚΑΡ, και την επιχειρηµατική της υπαγωγή στον Ο.Θ. παραµένει µέσα στο ευρύτερο πλέγµα των ανά τον κόσµο επιχειρήσεων των συµφερόντων ΝISSAN, και στοιχείο της στρατηγικής της για είσοδο στις παγκόσµιες αγορές. Τρία πράγµατα συνηγορούν για τη µεγάλη σηµασία της ΤΕΟΚΑΡ. Πρώτον, η ΤΕΟΚΑΡ είναι για τα ελληνικά δεδοµένα µια µεγάλη επιχείρηση, και η µόνη σηµαντική µαζί µε τη Steyer (που όµως δεν παράγει ιδιωτικά αυτοκίνητα) αυτοκινητοβιοµηχανία στην Ελλάδα, που έχει καταφέρει να επιβιώσει. Η µονάδα αυτή απασχολεί πάνω από 600 εργαζόµενους, και αποτελεί µια από τις µεγαλύτερες στην περιοχή της παίζοντας ρόλο στην τοπική αγορά εργασίας. εύτερον, ούτως ή άλλως, ακόµα και στην περίπτωση ενός CKD εργοστασίου, η συναρµολόγηση αυτοκινήτων είναι µια πολύ σοβαρή βιοµηχανική εργασία που προϋποθέτει σηµαντική τεχνική και διοικητική τεχνογνωσία, και αξιοποιεί πλήθος άλλες µικρότερες παραγωγικές µονάδες. Παρ' όλ' αυτά, το γεγονός ότι η κυρίως έρευνα και ο σχεδιασµός γίνεται στην Ιαπωνία, αποστερεί την ΤΕΟΚΑΡ και την Ελλάδα από τα spin-offs που θα ήταν αναµενόµενα στην αντίθετη περίπτωση και θα είχαν ακόµη θετικότερη επίπτωση στην τοπική οικονοµική δραστηριότητα και αγορά εργασίας. Τρίτον µέσα στην κρίση που περνούν τα Βαλκάνια, ο ρόλος της ΤΕΟΚΑΡ έναντι άλλων Βαλκανικών αυτοκινητοβιοµηχανιών (π.χ. της DACIA, ZASTAVA-YUGO) αντικειµενικά ισχυροποιείται. Ίσως γι αυτό έχει σηµασία η στάση της βιοµηχανίας αυτής απέναντι στην κρίση, και ο ρόλος της στην ευρύτερη περιοχή άµεσης επιρροής της Ελλάδας. Όµως η στάση της ΤΕΟΚΑΡ απέναντι στην κρίση (µη απόλυση εργαζοµένων) ήταν σχετικά αµυντική, όσον αφορά στο ζήτηµα των αυτοκινήτων. Οι συνθήκες οικονοµικής υστέρησης που επικρατούν στις υπόλοιπες χώρες της Βαλκανικής δεν αναδεικνύουν µια αγορά αυτοκινήτων που εν δυνάµει υπάρχει στις χώρες αυτές. Αλλά και ο ανταγωνισµός από την ίδια τη ΝISSAN πάλι δεν επιτρέπει εύκολα το εγχείρηµα των 11

εξαγωγών, µε συνέπεια να µην έχει η ΤΕΟΚΡ αναπτύξει σε σηµαντικό βαθµό και τη σχετική τεχνογνωσία γι αυτές. Εποµένως, η κρίση της αγοράς αυτοκινήτου στην Ελλάδα (µετά την απόσυρση) δεν επέτρεψε στην ΤΕΟΚΑΡ να υιοθετήσει µια επιθετική πολιτική στροφής προς εξαγωγές. Η επιθετικότερη απάντηση όµως στην κρίση από την πλευρά της ΤΕΟΚΑΡ, ήρθε από την πλευρά της ως εργοστάσιο γενικά και όχι ως αυτοκινητοβιοµηχανία ειδικά. Η επιχείρηση επιχειρεί σήµερα τη στροφή προς διαφορετικά προϊόντα, επικεντρωνόµενη στην κατασκευή, µέσα στο υπάρχον εργοστάσιο, αυτοµάτων µηχανικών συστηµάτων στάθµευσης (επτά διαφορετικά συστήµατα), συστηµάτων στάθµευσης τύπου ράµπας και πλατφόρµας, και αυτοµάτων φωτεινών διαφηµιστικών πινακίδων, ενώ διεξάγονται ήδη διαπραγµατεύσεις µε τη ΝΙΤΚΟ (εµπορική εταιρεία της NISSAΝ) για προώθηση των προϊόντων αυτών παγκοσµίως. Παράλληλα, το εργοστάσιο ετοιµάζεται να προχωρήσει στην παραγωγή ψυκτικών θαλάµων που να προσαρµόζονται σε οποιοδήποτε φορτηγό. Ταυτόχρονα, µια συµφωνία µε τη NISSAN αναγορεύει την ΤΕΟΚΑΡ σε κέντρο ελέγχου και διαµετακόµισης των αυτοκινήτων NISSAN (ιαπωνικής προέλευσης) που διακινούνται προς τις ανατολικές χώρες και τα Βαλκάνια. Η επιθετική αυτή πολιτική συνιστά µια κλασσική περίπτωση αντίδρασης στην κρίση µε την παραγωγή διαφοροποιηµένων προϊόντων. Το ζήτηµα είναι ότι η διαφοροποίηση αυτή είναι δυνατή για την ΤΕΟΚΑΡ για δύο λόγους: πρώτον διότι λόγω της γενικότερης επιδιωκόµενης ευελιξίας, είναι τεχνικά δυνατή, και δεύτερον διότι λόγω του τρόπου διοίκησης και διαχείρισης είναι εφικτή. Έτσι σήµερα η ΤΕΟΚΑΡ παρουσιάζεται ως µια βιοµηχανία που ενώ µέσα σε µια χρονιά παρήγε το µισό προϊόν από την προηγούµενη, δεν προέβη σε εξορθολογισµό (απολύσεις), αλλά κατέφυγε σε µια πιο σύγχρονη στρατηγική, της διαφοροποίησης και µάλιστα µέσω καινοτοµικών πρωτοβουλιών, που τα αποτελέσµατά της ίσως γίνουν πιο φανερά σε µεσοπρόθεσµο επίπεδο. 12

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Aglietta,M. (1979): A Theory of Capitalist Regulation. London: New Left Books. Boyer,R. (1988a): "Technical Change and the Theory of Regulation". Στο Doci,G., Freeman,C., Nelson,R., Silverberg,G., Soete,L. (επιµ.) Technical Change and Economic Theory, σελ.67-94. London: Pinter Publ. Boyer,R. (1988b): Η Θεωρία της Ρύθµισης. Αθήνα: Εξάντας. Boyer,R. and Coriat,B. (1986): "Technical Flexibility and Macro Stabilisation: preliminary insights". Ανακοίνωση στο συνέδριο µε θέµα Innovation Diffusion. Venice, 17-21 Μαρτίου. Cohen,S. and Zysman,J. (1987): Manufacturing Matters: the myth of the postindustrial economy. New York: Basic Books. Coriat,B. (1980): "The Restructuring of the Assembly Line: a new economy of time and control". Capital and Class, vol.11, pp.34-43. Cyprus Industrial Strategy (1987): Report of UNDP/UNIDO Mission (2 τόµοι). IDS, University of Sussex. Γεωργαντά,Ζ. και Ροµπόλης,Σ. (1986): Η Αυτοκινητοβιοµηχανία στην Ελλάδα (Θέµατα προγραµµατισµού 1: διερεύνηση αναπτυξιακών δυνατοτήτων). Αθήνα: ΚΕΠΕ. Dunford,M. (1988): Capital, the State and Regional Development. London: Pion. Dunford,M. (1990): "Theories of Regulation". Environment and Planning D. Society and Space. Freeman,C. (1987): "Information Technology and Change in Techno-Economic Paradigm". Στο Freeman,C. and Soete,L. (επιµ.) Technical Change and Full Employment, σελ.49-69. Oxford: B.Blackwell. Freeman,C. and Soete,L. (επιµ.)(1987): Technical Change and Full Employment. Oxford: B.Blackwell. Garrahan,Ph. (1986): "Nissan in the North of England". Capital and Class, vol. 27, pp.5-14. London: CSE. Gramsci,A. (εκδ.1971): Selection from Prison Notebooks. London: Lawrence and Wishart. Harvey,D. (1982): The Limits to Capital. Oxford: B.Blackwell. Harvey,D. (1989): The Urban Experience. Oxford: B.Blackwell. Lash,S. and Urry,J. (1987): The End of Organised Capitalism. London: Polity Press. Leborgne,D. and Lipietz,A. (1987): "New Technologies, New Modes of Regulation: some spatial implications". Ανακοίνωση στο διεθνές συµπόσιο της Σάµου, µε θέµα Changing Labour Processes and New Forms of Urbanisation. 31 Αυγούστου - 5 Σεπτεµβρίου, Σάµος. Lipietz,A. (1985): "A Marxist Approach to urban Ground Rent: the case of France". Στο Ball,M., Bentivegna,V., Edwards,M. and Folin,M. (επιµ.) Land Rent, Housing and Urban Planning: a European perspective, σελ. 129-55. London: Croom Helm. 13

Lipietz,A. (1986): "New Tendencies in the International Division of Labour: regimes of accumulation and modes regulation". Στο Scott,A. and Storper,M. (επιµ.) Production, Work, Territory. London: Allen and Unwin. Lipietz,A. (1987): Mirages and Miracles: the crises of global fordism. London: Verso. Λαµπριανίδης,Λ. (1992): Η Γεωγραφική ιάσταση των Υπεργολαβικών Σχέσεων Παραγωγής στη Βιοµηχανία: η περίπτωση της κραεατοπαραγωγής ορνιθίων. Θεσσαλονίκη: Παρατηρητής. Λυµπεράκη,Α. (1992): Η Πρόκληση της Ανάπτυξης σε Μικρή Κλίµακα: οικονοµική ευελιξία και κοινωνικές δυσκαµψίες. Αθήνα: Παπαζήσης (βιβλιοθήκη των επιχειρήσεων). Lyberaki,A. (1988): "Small Firms and Flexible Specialisation in Greek Industry". D.Phil. University of Sussex. Mazier,J. (1982): "`Growth and Crisis': a marxist interpretation". Στο Boltho,A. (επιµ.) The European Economy, σελ.38-71. New York: Oxford University Press. Morgan,K. and Sayer,A. (1988): Microcircuits of Capital: `sunrise' industry and uneven development. Cambridge: Polity Press. Mulgen,G. (1988): "The Power of the Weak". Marxism Today, εκέµβριος, σελ.24-31. London. Murray,R. (1986): "Public Sector Possibilities". Marxism Today, Ιούλιος, σελ.28-32. London. Perez,C. (1983): "Structural Change and Assimilation of New Technologies in the Economic and Social Systems". Futures, σελ.357-75, Οκτώβριος. Butterworth & Co. Piore,M. and Sabel,C. (1984): The Second Industrial Divide: possibilities for prosperity. New York: Basic Books. Pollert,A. (1988): "Dismantling Flexibility". Capital and Class, τοµ.34:42-75. London:CSE. Roobeek,A (1987): "The Crisis in Fordism and a New Technological Paradigm". Futures, τοµ.19/2:129-53. Butterworth &Co. Schamp,E. (1991): "Towards a Spatial Reorganisation of the German Car Industry? The implications of new production concepts". In Benko,G and M.Dunford (eds) Industrial Change and Regional Development, pp.159-70. London: Belhaven Press. Scott,A. and Storper,M. (1987): "High Technology Industry and Regional Development: a theoretical critique and reconstruction". International Social Science Journal, τοµ.39(2): 215-32. Oxford:B.Blackwell/UNESCO. Skayannis,P. (1990): "Infrastructure and the General Conditions of Production: the case of post civil-war Greece". D.Phil., University of Sussex. Σκάγιαννης,Π. (1993): "Ο Pόλος των Yποδοµών στα Kαθεστώτα Συσσώρευσης των Πρώτων µεταπολεµικών Περιόδων στην Ελλάδα". ' Συνέδριο Σάκη Καράγιωργα, µε θέµα: Η Ελληνική Κοινωνία και κατά την Πρώτη Μεταπολεµική Περίοδο (1945-1967). 14

Σκάγιαννης,Π. (1992): "Καθεστώτα Συσσώρευσης και Μεταβολή των Γενικών Συνθηκών Παραγωγής και των Υποδοµών: χωρικές διαστάσεις". ΤΟΠΟΣ, τ.4, σελ. 45-75. Αθήνα: ΑΠΑΠ. Storper,M. and Scott,A. (1988): "The Geographical Foundations and Social Regulation of Flexible Production Complexes" (αδηµοσίευτο). Tolliday,S. and Zeitlin,J. (1986): "Between Fordism and Flexibility: the automobile industry and its workers - past present and future". Dicussion Paper series, no.131, August, Centre for Economic Policy Research. London. Vroey,M.de (1984): "A Regulation Approach Interpretation of the Contemporary Crisis". Capital and Class, τοµ.23:45-66. London: CSE. Wickens,P. (1987): The Road to Nissan: flexibility, quality, teamwork. London: MacMillan. Williams,K., Cutler,T., Williams,J. and Haslam,C. (1987): "The End of Mass Production?" Economy and Society, τοµ.16/3:405-39. Zeitin,J. (1987): "The Third Italy: inter-firm co-operation and technological innovation" Ανακοίνωση στο Συνέδριο του South East Economic Development Strategy (SEEDS), Brighton, Μάρτιος. 15