ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ



Σχετικά έγγραφα
Σύνθεση: Δραστική ουσία: Μethylprednisolone

1.2. Σύνθεση Δραστικά συστατικά: Dexamethasone sodium phosphate Έκδοχα : Propylene glycol


Φύλλο οδηγιών χρήσης: Πληροφορίες για τον χρήστη. Solu-Cortef 500 mg/φιαλίδιο, κόνις και διαλύτης για ενέσιμο διάλυμα. Nατριοηλεκτρική υδροκορτιζόνη

Version 7.2, 10/2006 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ

Έκδοχα: Lactose monohydrate, Starch maize, Talc (purified), Magnesium stearate

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ

Φύλλο οδηγιών χρήσης: Πληροφορίες για τον χρήστη Budecol 2,3 mg/single dose δισκίο και διαλύτης για παρασκευή εναιωρήματος από του ορθού.

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΙΟΝΤΟΣ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ ΝΑΤΡΙΟ ΑΝΘΡΑΚΙΚΟ ΟΞΙΝΟ/DEMO Ενέσιμο διάλυμα 4% και 8%

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ (SPC)

ΠΑΡΕΝΤΕΡΙΚΑ ΕΝΤΕΡΙΚΗ ΔΙΑΤΡΟΦΗ / ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΑ

Written by Δρ Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος, Wednesday, 19 December :05 -

Written by Δρ Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος, Friday, 21 December :27 -

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ ERRKES. Οφθαλμικές σταγόνες, διάλυμα

Παράρτημα III. Τροποποιήσεις των σχετικών παραγράφων της περίληψης των χαρακτηριστικών του προϊόντος και των φύλλων οδηγιών χρήσης

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ

1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΚΤΗΝΙΑΤΡΙΚΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ. Metacam 5 mg/ml ενέσιμο διάλυμα για βοοειδή και χοίρους 2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ

Φύλλο οδηγιών χρήσης: Πληροφορίες για τον χρήστη. Solu-Medrol 1000 mg/φιαλίδιο, κόνις και διαλύτης για ενέσιμο διάλυμα

Φύλλο οδηγιών χρήσης: Πληροφορίες για τον χρήστη Budecol 3 mg καψάκιο ελεγχόμενης αποδέσμευσης, σκληρό. Βουδεσονίδη

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΙΟΝΤΟΣ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ

Φύλλο οδηγιών χρήσης: Πληροφορίες για τον χρήστη

Ενήλικοι και παιδιά άνω των 12 ετών για την προφύλαξη και θεραπεία της εποχιακής αλλεργικής ρινίτιδας.

1. ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ: 2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ ΣΕ ΔΡΑΣΤΙΚΑ ΣΥΣΤΑΤΙΚΑ:

ROIPLON Ενέσιμο διάλυμα 1g/2ml vial (Etofenamate)

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ ( SPC ) 1. ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ μg 99μg

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ

Παράρτημα III. Τροποποιήσεις των σχετικών παραγράφων της περίληψης των χαρακτηριστικών του προϊόντος και των φύλλων οδηγιών χρήσης

ΦΥΛΛΟ ΟΔΗΓΙΩΝ ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΡΗΣΤΗ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΙΟΝΤΟΣ EVATON Β 12 Επικαλυμένα με λεπτό υμένιο δισκία ( ) mg

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ 1. ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ DYNAPEN 3

Από: Ελληνικό Ίδρυμα Ρευματολογικών Ερευνών

1.ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΚΤΗΝΙΑΤΡΙΚΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΙΟΝΤΟΣ

O S T E O V I L E (Alfacalcidol)

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ. Λιδοκαΐνη Υδροχλωρική Μονοϋδρική 2%+ επινεφρίνη 1:80000Τοπικό αναισθητικό + επινεφρίνη ή νορεπινεφρίνη

Παράρτημα ΙΙΙ. Τροποποιήσεις στις σχετικές παραγράφους της Περίληψης των Χαρακτηριστικών του Προϊόντος και τα Φύλλα Οδηγιών Χρήσης

Ανακούφιση των συμπτωμάτων ήπιας έως μέτριας οστεοαρθρίτιδας των γονάτων.

ΦΥΛΛΟ ΟΔΗΓΙΩΝ ΧΡΗΣΗΣ

Γάτες: Μείωση του μετεγχειρητικού πόνου μετά από ωοθηκυστερεκτομή και δευτερεύουσες επεμβάσεις στους μαλακούς ιστούς.

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ (SPC)

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ

AMINOPLASMAL HEPA-10%

Φύλλο οδηγιών χρήσης: Πληροφορίες για τον χρήστη

ROIPLON (Etofenamate)

ΦΥΛΛΟ ΟΔΗΓΙΩΝ ΧΡΗΣΗΣ: ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΧΡΗΣΤΗ. Panadol 250 mg υπόθετα Παρακεταμόλη

8 mg λορνοξικάμης. Για την παρασκευή του διαλύματος, η σκόνη που περιέχεται σε

Κανένα για αυτήν την παρουσίαση. Εκπαιδευτικές-ερευνητικές-συμβουλευτικές επιχορηγήσεις την τελευταία διετία: Abbvie,Novartis, MSD, Angelini,

Written by Δρ Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος, -

ΦΥΛΛΟ ΟΔΗΓΙΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΧΡΗΣΤΗ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ

B. ΦΥΛΛΟ ΟΔΗΓΙΩΝ ΧΡΗΣΗΣ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ 1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΚΤΗΝΙΑΤΡΙΚΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ

Παράρτημα II. Επιστημονικά πορίσματα

Budesonide/Norma ΦΥΛΛΟ ΟΔΗΓΙΩΝ ΧΡΗΣΕΩΣ

ΦΥΛΛΟ ΟΔΗΓΙΩΝ ΧΡΗΣΗΣ: ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΡΗΣΤΗ. Panadol 120 mg/5 ml πόσιμο εναιώρημα Παρακεταμόλη

1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΚΤΗΝΙΑΤΡΙΚΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ Dexadreson 2 mg/ml, ενέσιμο διάλυμα

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΙΟΝΤΟΣ

1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΚΤΗΝΙΑΤΡΙΚΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ

Καταπράυνση της φλεγμονής και του πόνου τόσο στις οξείες όσο και στις χρόνιες μυοσκελετικές διαταραχές σε σκύλους.

(προγεμισμένος περιέκτηςτων 10 ml σε σχήμα κουταλιού) περιέχει Carbocysteine Lysine M onohydrate που αντιστοιχεί σε

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ EVATON-B. Ενέσιμο διάλυμα.

Written by Δρ Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος, -

Καταπράυνση της φλεγμονής και του πόνου τόσο στις οξείες όσο και στις χρόνιες μυοσκελετικές διαταραχές σε σκύλους.

Παράρτημα I Επιστημονικά πορίσματα και λόγοι για την τροποποίηση των όρων άδειας(-ών) κυκλοφορίας

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΙΟΝΤΟΣ ΑΜΙΝΟΦΥΛΛΙΝΗ ΕΝΕΣΙΜΟ ΔΙΑΛΥΜΑ / DEMO 250mg/10ml AMP

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ (SPC) MEGACE. Οξική Μεγεστρόλη (Megestrol Acetate) 1. ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ:

NeuroBloc Αλλαντική τοξίνη τύπου Β ενέσιμο διάλυμα U/ml

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1: ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ

Καταπράυνση της φλεγμονής και ανακούφιση του πόνου, τόσο σε οξείες, όσο και σε χρόνιες μυοσκελετικές διαταραχές σε άλογα.

Φύλλο Οδηγιών χρήσης. Διαβάστε προσεκτικά ολόκληρο το φύλλο οδηγιών χρήσης προτού αρχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτό το φάρμακο.

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ SUPERAMIN

AΣΘΜΑ ΚΑΙ ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗ ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΑΣΘΜΑΤΟΣ & ΚΥΗΣΗΣ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩN ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ

Φλεγμονωδης πολυσυστηματικη αυτόάνοση νοσος που αφορα συχνοτερα νεες γυναικες αναπαραγωγικης ηλικιας.

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ. Accusol 35. Accusol 35

ΦΥΛΛΟ ΟΔΗΓΙΩΝ ΧΡΗΣΗΣ: ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΡΗΣΤΗ. Οδηγίες για τον ασθενή - παρακαλούμε διαβάστε προσεκτικά πριν πάρετε αυτό το φάρμακο!

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ INFLABION. ( ιακετυλρεΐνη)

ΦΥΛΛΟ ΟΔΗΓΙΩΝ ΧΡΗΣΗΣ: ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΡΗΣΤΗ. Οδηγίες για τον ασθενή - παρακαλούμε διαβάστε προσεκτικά πριν πάρετε αυτό το φάρμακο!

Written by Δρ Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος, -

Mometasone/Target Mometasone furoate

Simponi (γολιμουμάμπη)

1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΚΤΗΝΙΑΤΡΙΚΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ. CANIGEN DHPPi λυοφιλοποιημένο υλικό και διαλύτης για παρασκευή ενέσιμου εναιωρήματος για σκύλους

ΦΥΛΛΟ ΟΔΗΓΙΩΝ ΧΡΗΣΗΣ

2.2 Ποσοτική σύνθεση 100ml διαλύματος περιέχουν 25g πρωτεΐνης πλάσματος με τουλάχιστον το 95% ανθρώπινη λευκωματίνη.

Εγκεκριμένο ΦΟΧ Εγκριση EOΦ 3453/

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ

Φύλλο οδηγιών χρήσης: Πληροφορίες για τον χρήστη

ΦΥΛΛΟ ΟΔΗΓΙΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΧΡΗΣΤΗ. Hiberix, Κόνις και διαλυτικό μέσο για ενέσιμο διάλυμα Εμβόλιο έναντι του αιμόφιλου της ινφλουέντζας τύπου β (Hib)

ΦΥΛΛΟ ΟΔΗΓΙΩΝ ΧΡΗΣΗΣ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΕΣ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΙ ΤΗΣ ΠΕΡΙΛΗΨΗΣ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΦΥΛΛΟΥ ΟΔΗΓΙΩΝ ΧΡΗΣΗΣ

Φύλλο οδηγιών για το χρήστη Οδηγίες για τον ασθενή - παρακαλούμε διαβάστε προσεκτικά πριν πάρετε αυτό το φάρμακο!

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ (SPC)

1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΚΤΗΝΙΑΤΡΙΚΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΙΟΝΤΟΣ Versifel FeLV ενέσιμο εναιώρημα για γάτες

ΦΥΛΛΟ ΟΔΗΓΙΩΝ ΧΡΗΣΗΣ: ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΡΗΣΤΗ. Οδηγίες για τον ασθενή - παρακαλούμε διαβάστε προσεκτικά πριν πάρετε αυτό το φάρμακο!

Transcript:

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ 1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ SOLU-MEDROL 2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ 1000mg/φιαλίδιο (16ml), κόνις και διαλύτης για ενέσιμο διάλυμα: Κάθε φιαλίδιο περιέχει methylprednisolone sodium succinate που ισοδυναμεί (μετά την ανασύσταση) με 1000mg methylprednisolone. 500mg/φιαλίδιο (8ml), κόνις και διαλύτης για ενέσιμο διάλυμα: Kάθε φιαλίδιο περιέχει methylprednisolone sodium succinate που ισοδυναμεί (μετά την ανασύσταση) με 500mg methylprednisolone. 125mg/φιαλίδιο (2ml), κόνις και διαλύτης για ενέσιμο διάλυμα: Kάθε φιαλίδιο περιέχει methylprednisolone sodium succinate που ισοδυναμεί (μετά την ανασύσταση) με 125mg methylprednisolone. 40mg/φιαλίδιο (1ml), κόνις και διαλύτης για ενέσιμο διάλυμα: Kάθε φιαλίδιο περιέχει methylprednisolone sodium succinate που ισοδυναμεί (μετά την ανασύσταση) με 40mg methylprednisolone. Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων, βλέπε παράγραφο 6.1. 3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ Κόνις και διαλύτης για ενέσιμο διάλυμα 4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ 4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις To Solu-Medrol ενδείκνυται για τη θεραπεία κάθε παθολογικής κατάστασης, στην οποία απαιτείται γρήγορη και ισχυρή δράση κορτικοστεροειδούς, και όταν η από του στόματος θεραπεία δεν είναι εφικτή, η δε περιεκτικότητα, δοσολογική μορφή και οδός χορήγησης του φαρμάκου αξιολογούνται ως βάσιμοι λόγοι για τη χρησιμοποίηση της παραπάνω μορφής στη θεραπεία της κατάστασης. Το Solu-Medrol ενδείκνυται για ενδοφλέβια ή ενδομυική χρήση στις ακόλουθες καταστάσεις: Πρωτοπαθής και δευτεροπαθής φλοιοεπινεφριδική ανεπάρκεια Η υδροκορτιζόνη ή η κορτιζόνη είναι το φάρμακο εκλογής. Συνθετικά ανάλογα μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε συνδυασμό με αλατο-κορτικοστεροειδή, όπου αυτό ενδείκνυται. Στην παιδική ηλικία, η συμπληρωματική θεραπεία με αλατο-κορτικοστεροειδή είναι ιδιαίτερης σημασίας. Οξεία φλοιοεπινεφριδική ανεπάρκεια Η υδροκορτιζόνη ή η κορτιζόνη είναι το φάρμακο εκλογής. Η συμπληρωματική θεραπεία με αλατοκορτικοστεροειδή μπορεί να είναι απαραίτητη, ιδιαίτερα όταν χρησιμοποιούνται συνθετικά ανάλογα με ασθενή αλατοκορτικοειδή δράση. 1

Προεγχειρητικά και στην περίπτωση σοβαρού τραύματος ή νόσου, σε ασθενείς με γνωστή επινεφριδική ανεπάρκεια ή όταν η φλοιοεπινεφριδική εφεδρεία είναι αμφίβολη. Καταπληξία μη ανταποκρινόμενη στη συμβατική θεραπεία, εάν υφίσταται ή υπάρχει υποψία φλοιοεπινεφριδικής ανεπάρκειας Υπερασβεστιαιμία σχετιζόμενη με αιματολογική κακοήθεια Υποξεία θυρεοειδίτιδα (de Quervain) Σοβαρή θυρεοειδική οφθαλμοπάθεια Ρευματολογικές Διαταραχές Ως συμπληρωματική θεραπεία για μικρό χρονικό διάστημα χορήγησης (για τη βοήθεια του ασθενούς σε ένα οξύ επεισόδιο ή σε έξαρση) σε: Μετατραυματική οστεοαρθρίτιδα Υμενίτιδα σε ασθενή με οστεοαρθρίτιδα Ρευματοειδής αρθρίτιδα, συμπεριλαμβανομένης της νεανικής ρευματοειδούς αρθρίτιδας Οξεία και υποξεία θυλακίτιδα Επικονδυλίτιδα Οξεία μη ειδική τενοντοθηκίτιδα Οξεία ουρική αρθρίτιδα Ψωριασική αρθρίτιδα Αγκυλοποιητική σπονδυλίτιδα Παθήσεις κολλαγόνου Κατά τη διάρκεια έξαρσης ή ως θεραπεία συντήρησης σε επιλεγμένες περιπτώσεις: Συστηματικού ερυθηματώδη λύκου Συστηματικής δερματομυοσίτιδας (πολυμυοσίτιδας) Οξείας ρευματικής καρδίτιδας Παθήσεις δέρματος Πέμφιγα Σοβαρό πολύμορφο ερύθημα (σύνδρομο Stevens-Johnson) Αποφολιδωτική δερματίτιδα Πομφολυγώδης ερπητοειδής δερματίτιδα Σοβαρή σμηγματορροϊκή δερματίτιδα Σοβαρή ψωρίαση Σπογγοειδής μυκητίαση Αλλεργικές καταστάσεις Έλεγχος αλλεργικών καταστάσεων, οι οποίες είναι σοβαρές ή καθιστούν δύσκολη τη θεραπεία σε επαρκείς προσπάθειες με συμβατική θεραπευτική αγωγή, όπως: Οξύ μη λοιμώδες οίδημα λάρυγγα (η αδρεναλίνη είναι το φάρμακο πρώτης εκλογής) Βρογχικό άσθμα Δερματίτιδα εξ επαφής Ατοπική δερματίτιδα Ορονοσία 2

Εποχική ή χρόνια αλλεργική ρινίτιδα Φαρμακευτικές αντιδράσεις υπερευαισθησίας Κνιδωτικές αντιδράσεις κατά τη μετάγγιση Παθήσεις οφθαλμών Σοβαρές οξείες και χρόνιες αλλεργικές και φλεγμονώδεις διαταραχές, οι οποίες προσβάλλουν τους οφθαλμούς, όπως: Οφθαλμικός έρπης ζωστήρας Ιρίτιδα, ιριδοκυκλίτιδα Χοριοαμφιβληστροειδίτιδα Διάχυτη οπίσθια ραγοειδίτιδα και χοριοειδίτιδα Οπτική νευρίτιδα Συμπαθητική οφθαλμία Φλεγμονή του προσθίου τμήματος του βολβού του οφθαλμού Αλλεργική επιπεφυκίτιδα Αλλεργικά έλκη του σκληροκερατοειδούς ορίου Κερατίτιδα Παθήσεις γαστρεντερικού συστήματος Για τη βοήθεια του ασθενούς σε μία κρίσιμη περίοδο της πάθησης σε: Ελκώδη κολίτιδα Τοπική εντερίτιδα Παθήσεις αναπνευστικού συστήματος Συμπτωματική σαρκοείδωση Βηρυλλίωση Κεραυνοβόλος ή γενικευμένη πνευμονική φυματίωση (όταν χρησιμοποιείται ταυτόχρονα με την κατάλληλη αντιφυματική χημειοθεραπεία) Σύνδρομο Loeffler (το οποίο δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με άλλα μέσα) Πνευμονίτιδα από εισρόφηση Αιματολογικές διαταραχές Επίκτητη (αυτοάνοση) αιμολυτική αναιμία Ιδιοπαθής θρομβοπενική πορφύρα ενηλίκων (μόνο ενδοφλέβια χρήση, η ενδομυική αντενδείκνυται) Δευτερογενής θρομβοπενία ενηλίκων Ερυθροβλαστοπενία (RBC αναιμία) Συγγενής (ερυθροειδής) υποπλαστική αναιμία Νεοπλασματικές παθήσεις Για την παρηγορητική θεραπεία των: Λευχαιμιών και λεμφωμάτων στους ενήλικες Οξεία λευχαιμία σε παιδιά Οιδηματώδεις καταστάσεις 3

Νεφρωσικό σύνδρομο, χωρίς ουραιμία, ιδιοπαθές ή λόγω ερυθηματώδους λύκου Νευρικό σύστημα Οξείες εξάρσεις της σκλήρυνσης κατά πλάκας Διάφορες άλλες καταστάσεις Φυματιώδης μηνιγγίτιδα με υπαραχνοειδή αποκλεισμό ή επικείμενο αποκλεισμό όταν χρησιμοποιείται ταυτόχρονα με την κατάλληλη αντιφυματική χημειοθεραπεία. Τριχίνωση με νευρολογική ή μυοκαρδιακή συμμετοχή 4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης Το Solu-Medrol μπορεί να χορηγηθεί με ενδοφλέβια ή ενδομυϊκή ένεση ή με ενδοφλέβια έγχυση. Η προτιμώμενη μέθοδος για αρχική επείγουσα χορήγηση είναι η ενδοφλέβια ένεση. Για να αποφευχθούν προβλήματα ασυμβατότητας και σταθερότητας με άλλες φαρμακευτικές ουσίες συνιστάται να χορηγείται το Solu-Medrol μόνο του, όπου αυτό είναι εφικτό. Οι ανεπιθύμητες ενέργειες μπορούν να ελαχιστοποιηθούν με τη χορήγηση της ελάχιστης αποτελεσματικής δόσης για το μικρότερο χρονικό διάστημα. Όταν απαιτείται η χορήγηση υψηλών δόσεων όπως σε σοβαρές, απειλητικές για τη ζωή περιπτώσεις, η συνιστώμενη δόση μεθυλπρεδνιζολόνης είναι 30 mg/kg χορηγούμενη ενδοφλεβίως σε διάστημα τουλάχιστον 30 λεπτών. Η δόση αυτή μπορεί να επαναλαμβάνεται κάθε 4 με 6 ώρες για 48 ώρες. Γενικά, η θεραπεία με υψηλές δόσεις κορτικοστεροειδών πρέπει να συνεχίζεται εκτός εάν η κατάσταση του ασθενούς έχει σταθεροποιηθεί, συνήθως μεταξύ 48 και 72 ωρών. Διαδοχικές δόσεις μπορούν να χορηγούνται ενδοφλεβίως ή ενδομυϊκώς κατά διαστήματα τα οποία υπαγορεύονται από την ανταπόκριση του ασθενούς και την κλινική του κατάσταση. Η θεραπεία με κορτικοστεροειδή είναι συμπληρωματική και δεν υποκαθιστά τη συμβατική θεραπεία. Η δοσολογία πρέπει να μειωθεί ή να διακοπεί σταδιακά όταν το φάρμακο έχει χορηγηθεί για περισσότερες ημέρες. Σε χρόνιες καταστάσεις, εάν επέλθει μια περίοδος ύφεσης, η θεραπεία θα πρέπει να διακοπεί. ΠΑΙΔΙΑ: Η δοσολογία μπορεί να μειωθεί σε βρέφη και παιδιά αλλά θα πρέπει να καθορίζεται με βάση τη σοβαρότητα της κατάστασης και την ανταπόκριση του ασθενούς παρά από την ηλικία ή το βάρος του ασθενούς. Η παιδιατρική δοσολογία δε θα πρέπει να είναι μικρότερη από 0.5 mg ανά kg βάρους σώματος κάθε 24 ώρες. Ένδειξη Συμπληρωματική θεραπεία σε απειλητικές για τη ζωή καταστάσεις Ρευματολογικές διαταραχές μη ανταποκρινόμενες στη συνήθη θεραπεία (ή κατά τη διάρκεια εξάρσεων) Δοσολογία Χορήγηση 30 mg/kg IV σε διάστημα τουλάχιστον 30 λεπτών. Η δόση μπορεί να επαναλαμβάνεται κάθε 4 με 6 ώρες για διάστημα έως 48 ώρες. Χορήγηση οποιουδήποτε εκ των δύο σχημάτων ως IV δόση ώσης σε διάστημα τουλάχιστον 30 λεπτών. Το σχήμα μπορεί να επαναληφθεί αν δεν έχει σημειωθεί βελτίωση εντός μίας εβδομάδας μετά τη θεραπεία ή ανάλογα με την κατάσταση του ασθενούς. 1 g/ημέρα για 1 έως 4 ημέρες ή 4

1 g/μήνα για 6 μήνες. Συστηματικός ερυθηματώδης λύκος μη ανταποκρινόμενος στη συνήθη θεραπεία (ή κατά τη διάρκεια εξάρσεων) Σκλήρυνση κατά πλάκας μη ανταποκρινόμενη στη συνήθη θεραπεία (ή κατά τη διάρκεια εξάρσεων) Οιδηματώδεις καταστάσεις, όπως σπειραματονεφρίτιδα ή νεφρίτιδα του λύκου, μη ανταποκρινόμενες στη συνήθη θεραπεία (ή κατά τη διάρκεια εξάρσεων) Χορήγηση 1 g/ημέρα για 3 ημέρες ως IV δόση ώσης σε διάστημα τουλάχιστον 30 λεπτών. Η αγωγή μπορεί να επαναληφθεί αν δεν έχει σημειωθεί βελτίωση εντός μίας εβδομάδας μετά τη θεραπεία ή ανάλογα με την κατάσταση του ασθενούς. Χορήγηση 1 g/ημέρα για 3 ή 5 ημέρες ως IV δόση ώσης σε διάστημα τουλάχιστον 30 λεπτών. Η αγωγή μπορεί να επαναληφθεί αν δεν έχει σημειωθεί βελτίωση εντός μίας εβδομάδας μετά τη θεραπεία ή ανάλογα με την κατάσταση του ασθενούς. Χορήγηση οποιουδήποτε εκ των δύο σχημάτων ως IV δόση ώσης σε διάστημα τουλάχιστον 30 λεπτών. Το σχήμα μπορεί να επαναληφθεί αν δεν έχει σημειωθεί βελτίωση εντός μίας εβδομάδας μετά τη θεραπεία ή ανάλογα με την κατάσταση του ασθενούς. 30 mg/kg κάθε δεύτερη ημέρα για 4 ημέρες ή 1 g/ημέρα για 3, 5 ή 7 ημέρες. Πρόληψη της ναυτίας και του εμέτου που σχετίζονται με την αντικαρκινική χημειοθεραπεία Ως συμπληρωματική θεραπεία σε άλλες ενδείξεις Για ήπια έως μετρίως εμετογόνο χημειοθεραπεία: Χορήγηση 250 mg IV σε διάστημα τουλάχιστον 5 λεπτών 1 ώρα πριν από την έναρξη της χημειοθεραπείας. Επανάληψη της δόσης της μεθυλπρεδνιζολόνης κατά την έναρξη της χημειοθεραπείας και κατά την έξοδο του ασθενούς από το νοσοκομείο. Με την πρώτη δόση μεθυλπρεδνιζολόνης, μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί μία χλωριωμένη φαινοθειαζίνη για ενίσχυση του αποτελέσματος. Για έντονα εμετογόνο χημειοθεραπεία: Χορήγηση 250 mg IV σε διάστημα τουλάχιστον 5 λεπτών με κατάλληλες δόσεις μετοκλοπραμίδης ή μίας βουτυροφαινόνης 1 ώρα πριν από την έναρξη της χημειοθεραπείας. Επανάληψη της δόσης μεθυλπρεδνιζολόνης κατά την έναρξη της χημειοθεραπείας και κατά την έξοδο του ασθενούς από το νοσοκομείο. Η αρχική δόση θα κυμαίνεται από 10 έως 500 mg IV, ανάλογα με την κλινική κατάσταση. Μπορεί να απαιτηθούν μεγαλύτερες δόσεις για τη βραχυχρόνια αντιμετώπιση σοβαρών, οξέων καταστάσεων. Αρχικές δόσεις έως 250 mg θα πρέπει να χορηγούνται ενδοφλεβίως σε διάστημα τουλάχιστον 5 λεπτών, ενώ μεγαλύτερες δόσεις θα πρέπει να χορηγούνται σε διάστημα τουλάχιστον 30 λεπτών. Διαδοχικές δόσεις μπορούν να χορηγούνται ενδοφλεβίως ή ενδομυϊκώς κατά διαστήματα τα οποία υπαγορεύονται από την ανταπόκριση του ασθενούς και την κλινική κατάσταση. 4.3 Αντενδείξεις Υπερευαισθησία στα συστατικά του φαρμάκου. Συστηματικές μολύνσεις (εκτός αν χορηγείται ειδική θεραπεία), εγκεφαλικό οίδημα σε ελονοσία. 5

4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση Ασθενείς που υποβάλλονται σε θεραπεία με κορτικοστεροειδή και βρίσκονται σε ασυνήθιστες καταστάσεις stress, απαιτούν αυξημένη δόση ταχέως δρώντων κορτικοστεροειδών, πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την πάροδο του stress. Η χορήγηση κορτικοστεροειδών μπορεί να συγκαλύψει ορισμένα κλινικά σημεία λοιμώξεων και νέες λοιμώξεις μπορεί να παρουσιαστούν κατά τη διάρκεια της χρήσης τους. Πιθανόν να παρουσιαστεί μειωμένη αντίσταση κατά των λοιμώξεων και ανικανότητα του οργανισμού να περιορίσει τις λοιμώξεις όταν χρησιμοποιούνται κορτικοστεροειδή. Το Solu-Medrol δε θα πρέπει να χορηγείται ως συνήθης θεραπεία κακώσεων της κεφαλής σύμφωνα με τα αποτελέσματα μίας πολυκεντρικής μελέτης. Τα αποτελέσματα αυτά έδειξαν ότι, ασθενείς στους οποίους χορηγήθηκε methylprednisolone sodium succinate παρουσίασαν αυξημένη θνησιμότητα μέσα στις δύο εβδομάδες μετά τον τραυματισμό τους σε σχέση με ασθενείς στους οποίους χορηγήθηκε εικονικό φάρμακο (σχετικός κίνδυνος 1.18). Αιτιολογική συσχέτιση των συμπτωμάτων με τη θεραπεία με methylprednisolone sodium succinate δεν έχει θεμελιωθεί. Τα κορτικοστεροειδή μπορεί να επιδεινώσουν τις συστηματικές μυκητιασικές λοιμώξεις και γι αυτόν τον λόγο δεν θα πρέπει να χορηγούνται κατά την εμφάνιση τέτοιων λοιμώξεων, εκτός και αν χρειάζονται για τον έλεγχο φαρμακευτικών αντιδράσεων που οφείλονται στην αμφοτερικίνη Β. Επιπλέον, έχουν αναφερθεί περιπτώσεις όπου η ταυτόχρονη χορήγηση αμφοτερικίνης Β και υδροκορτιζόνης επέφερε καρδιακή διόγκωση και συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια. Η παρατεταμένη χρήση των κορτικοστεροειδών μπορεί να προκαλέσει οπίσθιο υποκαψικό καταρράκτη, γλαύκωμα και πιθανή βλάβη του οπτικού νεύρου και μπορεί να υποβοηθήσει την εγκατάσταση δευτερογενούς οφθαλμικής λοίμωξης που οφείλεται σε μύκητες ή ιούς. Έχουν αναφερθεί σπάνιες περιπτώσεις αναφυλακτικών αντιδράσεων ή αντιδράσεων υπερευαισθησίας, σε παρεντερική κυρίως χορήγηση κορτικοστεροειδών. Σε χορήγηση κορτικοστεροειδών πρέπει να λαμβάνονται προληπτικά μέτρα, ιδίως αν ο ασθενής έχει ιστορικό αλλεργικών αντιδράσεων σε φάρμακα. Αναφορές στη βιβλιογραφία παρουσιάζουν μια προφανή σχέση μεταξύ της χρήσης κορτικοστεροειδών και ρήξης τοιχώματος της αριστερής κοιλίας, μετά από πρόσφατο έμφραγμα του μυοκαρδίου. Γι αυτόν τον λόγο η θεραπεία με κορτικοστεροειδή θα πρέπει να γίνεται με μεγάλη προσοχή σε τέτοιους ασθενείς. Μέτριες ή μεγάλες δόσεις υδροκορτιζόνης ή κορτιζόνης, μπορεί να προκαλέσουν αύξηση της αρτηριακής πίεσης, κατακράτηση χλωριούχου νατρίου και ύδατος και αυξημένη αποβολή καλίου. Υπάρχει μικρότερη πιθανότητα να συμβούν τα φαινόμενα αυτά με τα συνθετικά ανάλογα, εκτός αν χορηγούνται αυτά σε υψηλές δόσεις. Μπορεί να απαιτηθεί περιορισμός της χρήσης του άλατος στις τροφές και χορήγηση καλίου. Όλα τα κορτικοστεροειδή αυξάνουν την απέκκριση του ασβεστίου. Τα κορτικοστεροειδή μπορεί να ενεργοποιήσουν λανθάνουσα αμοιβάδωση. Γι αυτό συνιστάται να αποκλειστεί η λανθάνουσα ή η εν ενεργεία αμοιβαδική λοίμωξη πριν αρχίσει η θεραπεία με κορτικοστεροειδή, σε κάθε ασθενή με ανεξήγητη διάρροια. Η χρήση του κορτικοστεροειδούς σε ενεργό φυματίωση πρέπει να περιορίζεται μόνο στις περιπτώσεις κεραυνοβόλου ή κεχροειδούς φυματίωσης, στις οποίες τα κορτικοστεροειδή χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση της νόσου σε συνδυασμό με την κατάλληλη αντιφυματική θεραπεία. Αν θεωρηθεί ότι ενδείκνυται χρήση κορτικοστεροειδών σε ασθενείς με λανθάνουσα φυματίωση ή θετική δοκιμασία με φυματίνη, απαιτείται στενή παρακολούθηση των ασθενών γιατί μπορεί να 6

υπάρξει επανεργοποίηση της νόσου. Κατά τη διάρκεια παρατεταμένης θεραπείας, οι ασθενείς αυτοί πρέπει να υποβάλλονται σε χημειοπροφύλαξη. Tα κορτικοστεροειδή θα πρέπει να χρησιμοποιούνται με προσοχή σε σημαντικό αριθμό νοσημάτων και παθολογικών καταστάσεων. Θα πρέπει όμως πάντα να σταθμίζεται ο δυνητικός κίνδυνος σε σχέση με το προσδοκώμενο ευεργετικό θεραπευτικό αποτέλεσμα. Οι σημαντικότερες από αυτές είναι: γαστροδωδεκαδακτυλικό έλκος, απλός οφθαλμικός έρπητας, γλαύκωμα, οστεοπόρωση, σακχαρώδης διαβήτης, ψυχώσεις, αμέσως πριν και μετά από προφυλακτικό εμβολιασμό, καρδιοπάθεια ή υπέρταση με συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια, συστηματική μυκητίαση. Παιδιά που βρίσκονται υπό θεραπεία με ανοσοκατασταλτικά φάρμακα είναι περισσότερο επιρρεπή σε λοιμώξεις σε σχέση με υγιή παιδιά. Η ανεμοβλογιά και η ιλαρά, για παράδειγμα, μπορεί να έχουν βαρύτερη ή ακόμη και θανατηφόρα πορεία σε παιδιά υπό θεραπεία με ανοσοκατασταλτικά κορτικοστεροειδή. Παιδιά ή ενήλικες που δεν έχουν προσβληθεί από τα ανωτέρω νοσήματα, αλλά βρίσκονται υπό θεραπεία με ανοσοκατασταλτικές δόσεις κορτικοστεροειδών, πρέπει να προειδοποιούνται να αποφεύγουν να εκτίθενται σε ανεμοβλογιά και ιλαρά, και αν τυχόν εκτεθούν σε αυτά τα νοσήματα, να συμβουλεύονται ιατρό. Σε περίπτωση έκθεσης στα νοσήματα αυτά, πιθανόν να ενδείκνυται η θεραπεία με ανοσοσφαιρίνη εναντίον του ιού ανεμοβλογιάς-ζωστήρος (VZIG) ή με έτοιμη προς χρήση ενδοφλέβια ανοσοσφαιρίνη (IVIG), ανάλογα με την περίπτωση. Αν εμφανιστεί ανεμοβλογιά πρέπει να εξετάζεται το ενδεχόμενο θεραπείας με αντιικά φάρμακα. Ηλικιωμένοι: Οι συνήθεις ανεπιθύμητες ενέργειες των κορτικοστεροειδών και ειδικά οστεοπόρωση, υπέρταση, υποκαλιαιμία, διαβήτης, τάση ανάπτυξης φλεγμονών και λέπτυνση του δέρματος, μπορεί να έχουν περισσότερο σοβαρές συνέπειες στους ηλικιωμένους κυρίως κατά τη μακροχρόνια χορήγηση. Σε τέτοιες περιπτώσεις απαιτείται στενή παρακολούθηση του ασθενούς. Κατά τη διάρκεια παρατεταμένης θεραπείας. Οι συνήθεις εργαστηριακές εξετάσεις, όπως η ανάλυση ούρων, τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα δύο ώρες μετά τη λήψη γεύματος, ο καθορισμός της πίεσης του αίματος και του βάρους του σώματος καθώς και η ακτινογραφία θώρακος πρέπει να πραγματοποιούνται σε κανονικά χρονικά διαστήματα. Σε ασθενείς με ιστορικό έλκους ή σοβαρή δυσπεψία είναι επιθυμητή η ακτινογραφία του ανώτερου γαστρεντερικού συστήματος. Προφύλαξη Η προκαλούμενη από το φάρμακο δευτεροπαθής φλοιοεπινεφριδική ανεπάρκεια μπορεί να μειωθεί με βαθμιαία μείωση των δόσεων. Αυτός ο τύπος ανεπάρκειας μπορεί να διατηρηθεί για μήνες μετά τη διακοπή της θεραπείας. Ως εκ τούτου σε οιαδήποτε κατάσταση stress, που θα προκύψει στην περίοδο αυτή, πρέπει να αρχίζει εκ νέου χορήγηση κορτιζόνης. Δεδομένου ότι μπορεί να επηρεαστεί η έκκριση των αλατοκορτικοστεροειδών, πρέπει να χορηγούνται ταυτόχρονα χλωριούχο νάτριο και/ή αλατοκορτικοστεροειδή. Πρέπει να χρησιμοποιούνται οι μικρότερες δυνατές δόσεις των κορτικοστεροειδών, για τη ρύθμιση της υπό θεραπεία παθολογικής κατάστασης και όταν είναι δυνατή η μείωση της δόσης, αυτή πρέπει να γίνεται βαθμιαία. Σε σημαντικό αριθμό νοσημάτων θα πρέπει να σταθμίζεται ο δυνητικός κίνδυνος σε σχέση με το προσδοκώμενο θεραπευτικό αποτέλεσμα. Υπάρχει ενίσχυση της δράσης των κορτικοστεροειδών σε ασθενείς με υποθυρεοειδισμό, ηπατική ανεπάρκεια ή κίρρωση του ήπατος. Tα κορτικοστεροειδή πρέπει να χρησιμοποιούνται με προσοχή σε ασθενείς με απλό οφθαλμικό έρπητα λόγω κινδύνου πιθανής διάτρησης, και γλαυκώματος. 7

Μπορεί να παρουσιαστεί ψυχική απορρύθμιση κατά τη διάρκεια της θεραπείας με κορτικοστεροειδή που κυμαίνεται από ευφορία, αϋπνία, αλλαγή της ψυχικής διάθεσης, διαταραχές της προσωπικότητας και βαριά κατάθλιψη, μέχρι εμφανή ψυχωσικά συμπτώματα. Επίσης, προϋπάρχουσα συγκινησιακή αστάθεια ή τάση προς ψύχωση μπορεί να επιδεινωθούν με τη χορήγηση κορτικοστεροειδών. Tα κορτικοστεροειδή πρέπει να χρησιμοποιούνται με προσοχή σε μη ειδική ελκώδη κολίτιδα εφ' όσον υπάρχει πιθανότητα επαπειλούμενης διάτρησης, απόστημα ή άλλη πυογόνος λοίμωξη, εκκολπωματίτιδα, πρόσφατη εντερική αναστόμωση ενεργού ή λανθάνοντος πεπτικού έλκους, νεφρική ανεπάρκεια. Τα συμπτώματα περιτοναϊκού ερεθισμού που ακολουθούν γαστρεντερική διάτρηση σε ασθενείς που παίρνουν μεγάλες δόσεις κορτικοστεροειδών, μπορεί να είναι ελάχιστα ή να μην υπάρχουν. Λιπώδης εμβολή έχει αναφερθεί σαν πιθανή επιπλοκή του υπερκορτιζονισμού. Πρέπει να χρησιμοποιούνται με προσοχή σε καρδιοπάθεια, υπέρταση με συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια, οστεοπόρωση, σακχαρώδη διαβήτη και μυασθένεια. Τα κορτικοειδή προκαλούν επιβράδυνση της ανάπτυξης των νηπίων, παιδιών και εφήβων. Η σωματική ανάπτυξη των νηπίων και των παιδιών που ακολουθούν παρατεταμένη θεραπεία με κορτικοστεροειδή,πρέπει να παρακολουθείται με προσοχή. Σε σπάνιες περιπτώσεις μείωση ή διακοπή των από του στόματος χορηγουμένων κορτικοστεροειδών μπορεί να αποκαλύψει υποκείμενες παθήσεις που συνοδεύονται από ηωσινοφιλία (π.χ. σύνδρομο Churg Strauss) σε ασθενείς με άσθμα. Προσοχή στη χορήγηση Η μακροχρόνια χορήγηση γλυκοκορτικοειδών οδηγεί σε καταστολή του άξονα Υποθάλαμος- Υπόφυση-Επινεφρίδια (ΥΥΕ), δηλαδή σε αναστολή της φλοιοεπινεφριδικής λειτουργίας. Ο βαθμός της αναστολής αυτής εξαρτάται από τη δόση, την ισχύ του χορηγούμενου κορτικοστεροειδούς, τη συχνότητα και το χρόνο χορήγησής του στη διάρκεια του 24ώρου, την ημιπερίοδο ζωής του στους ιστούς και τη συνολική χρονική διάρκεια της θεραπείας. Σημειώνεται ότι η κατασταλτική ενέργεια των γλυκοκορτικοειδών στον άξονα ΥΥΕ είναι εντονότερη και πιο παρατεταμένη, όταν χορηγούνται τις νυκτερινές ώρες. Σε φυσιολογικά άτομα, 1 mg δεξαμεθαζόνης χορηγούμενης τη νύχτα αναστέλλει την έκκριση της φλοιοεπινεφριδιοτρόπου ορμόνης της υπόφυσης για 24 ώρες. Αιφνίδια ή απότομη μείωση της δόσης των γλυκοκορτικοειδών ενδέχεται να προκαλέσει "σύνδρομο στέρησης" που χαρακτηρίζεται από οξεία φλοιοεπινεφριδική ανεπάρκεια με μυϊκή αδυναμία, υπόταση, υπογλυκαιμία, ναυτία, εμέτους, ανησυχία, μυαλγίες, αρθραλγίες ή υποτροπή των συμπτωμάτων της θεραπευόμενης νόσου. Ιδιαίτερες προειδοποιήσεις για τα περιεχόμενα έκδοχα Ο διαλύτης που συνοδεύει τις συσκευασίες (1, 2, 5 και 8, βλέπε παράγραφο 6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη - Μεγέθη συσκευασιών) Solu-Medrol περιέχει βενζυλική αλκοόλη (9mg βενζυλικής αλκοόλης/ml). Η βενζυλική αλκοόλη έχει αναφερθεί ότι σχετίζεται με θανατηφόρο σύνδρομο Gasping σε πρόωρα βρέφη. Οι συσκευασίες αυτές δε θα πρέπει να χρησιμοποιούνται σε βρέφη και παιδιά μικρότερα των 3 ετών. 4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες μορφές αλληλεπίδρασης Επαγωγείς των μικροσωμιακών ηπατικών ενζύμων: Φάρμακα, όπως τα βαρβιτουρικά, η φαινυτοΐνη και η ριφαμπικίνη, τα οποία επάγουν τα ηπατικά ένζυμα μπορεί να αυξήσουν το μεταβολισμό των γλυκοκορτικοστεροειδών και ως εκ τούτου, σε ασθενείς που υποβάλλονται σε θεραπεία με σταθερές δόσεις γλυκοκορτικοστεροειδών, μπορεί να απαιτηθεί προσαρμογή της δόσης επί προσθήκης ή διακοπής της χορήγησης των φαρμάκων αυτών. 8

Οιστρογόνα: Τα οιστρογόνα μπορεί να επηρεάσουν τα επίπεδα της υδροκορτιζόνης πιθανώς λόγω αύξησης των πυκνοτήτων της transcortin. Η δράση άλλων γλυκοκορτικοστεροειδών που δεσμεύονται από την transcortin θα μπορούσε να επιταθεί με τον ίδιο τρόπο και ως εκ τούτου μπορεί να απαιτηθεί να ρυθμιστούν οι δόσεις τους, αν προστεθούν ή διακοπούν οιστρογόνα σε ένα εφαρμοζόμενο σταθερό θεραπευτικό σχήμα γλυκοκορτικοστεροειδών. Μη στεροειδείς αντιφλεγμονώδεις παράγοντες: Η ταυτόχρονη χορήγηση ελκογόνων φαρμάκων, όπως η ινδομεθακίνη, με κορτικοστεροειδή μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο πρόκλησης γαστρεντερικού έλκους. To ακετυλοσαλικυλικό οξύ πρέπει να χορηγείται με προσοχή σε συνδυασμό με γλυκοκορτικοστεροειδή, σε ασθενείς που παρουσιάζουν υποπροθρομβιναιμία. Παρ' ότι η ταυτόχρονη θεραπεία με σαλικυλικά και κορτικοστεροειδή δεν φαίνεται να αυξάνει τη συχνότητα εμφάνισης ή τη βαρύτητα του γαστρεντερικού έλκους, πρέπει να λαμβάνεται υπ' όψιν η δυνατότητα εμφάνισης της εν λόγω ανεπιθύμητης ενέργειας. Η συγκέντρωση των σαλικυλικών στο αίμα μπορεί να μειωθεί όταν χορηγούνται ταυτοχρόνως με κορτικοστεροειδή. Παρομοίως, όταν διακόπτεται η θεραπεία με κορτικοστεροειδή σε ασθενείς που λαμβάνουν σαλικυλικά, η συγκέντρωση των σαλικυλικών στο πλάσμα μπορεί να αυξηθεί, ενώ έχει αναφερθεί σπανίως και δηλητηρίαση δια σαλικυλικών. Η ταυτόχρονη χρήση σαλικυλικών και κορτικοστεροεριδών πρέπει να γίνεται με προσοχή. Οι ασθενείς που λαμβάνουν ταυτόχρονα και τα δύο φάρμακα πρέπει να παρακολουθούνται με προσοχή για ανεπιθύμητες ενέργειες οφειλόμενες σε οιοδήποτε εκ των φαρμάκων αυτών. Φάρμακα προκαλούντα ένδεια καλίου: Τα προκαλούντα απώλεια καλίου διουρητικά (π.χ. θειαζίδες, φουροσεμίδη, εθακρινικό οξύ), καθώς και άλλα φάρμακα που προκαλούν ένδεια καλίου, όπως η αμφοτερικίνη-β, μπορεί να ενισχύσουν την απώλεια καλίου που προκαλείται από τα γλυκοκορτικοστεροειδή σε μεγάλες δόσεις, ενώ σε ταυτόχρονη χορήγηση με δακτυλίτιδα υπάρχει κίνδυνος τοξικού δακτυλιδισμού (από καλιοπενία). Tο κάλιο του ορού του αίματος πρέπει να ελέγχεται συχνά σε ασθενείς που λαμβάνουν γλυκοκορτικοστεροειδή και φάρμακα προκαλούντα ένδεια καλίου. Αναστολείς του κυτοχρώματος CYP3A4 (όπως μακρολίδες, τριαζολικά αντιμυκητιασικά) μπορεί να αναστείλουν τον μεταβολισμό της μεθυλπρεδνιζολόνης. Αντιχολινεστερασικοί παράγοντες: Αλληλεπίδραση μεταξύ γλυκοκορτικοστεροειδών και αντιχολινεστερασικών παραγόντων, όπως οι ambenonium, neostigmine ή pyridostigmine (και προφανώς τα οργανοφωσφορικά αντιχολινεστερασικά φυτοφάρμακα) μπορεί να προκαλέσουν έντονη αδυναμία σε ασθενείς με μυασθένια gravis. Εφ' όσον είναι δυνατόν, τα αντιχολινεστερασικά φάρμακα πρέπει να διακόπτονται τουλάχιστον 24 ώρες πριν την έναρξη της θεραπείας με γλυκοκορτικοστεροειδή. Εμβόλια και ανατοξίνες: Λόγω του ότι τα κορτικοστεροειδή αναστέλλουν την ανοσολογική αντίδραση, το φάρμακο μπορεί να προκαλέσει μειωμένη ανταπόκριση στις ανατοξίνες και στα εμβόλια, που περιέχουν ζωντανούς ή αδρανοποιημένους μικροοργανισμούς. Επιπρόσθετα, τα κορτικοστεροειδή μπορεί να προκαλέσουν πολλαπλασιασμό ορισμένων ζωντανών μικροοργανισμών που περιέχονται σε αραιωμένα εμβόλια, ενώ δόσεις μεγαλύτερες των φυσιολογικών μπορεί να επιδεινώσουν νευρολογικές αντιδράσεις προκαλούμενες από ορισμένα εμβόλια. Κατά τη διάρκεια θεραπείας με κορτικοστεροειδή οι ασθενείς δεν πρέπει να εμβολιάζονται κατά της ευλογιάς. Η συνήθης χρήση εμβολίων ή ανατοξινών πρέπει γενικά να αναβάλλεται μέχρι να διακοπεί η χορήγηση των κορτικοστεροειδών. Εφ' όσον είναι απαραίτητος ο εμβολιασμός σε ασθενή που υποβάλλεται σε θεραπεία με κορτικοστεροειδή, μπορεί να χρειαστεί η εκτέλεση ορολογικών δοκιμασιών προς επιβεβαίωση επαρκούς ανοσολογικής ανταπόκρισης, καθώς και η επιπρόσθετη χορήγηση δόσεων των εμβολίων ή ανατοξινών. Αντιπηκτικά από του στόματος: Σπανίως έχει αναφερθεί ότι η κορτιζόνη αυξάνει την πηκτικότητα του αίματος και ως εκ τούτου αυξάνει και την απαιτούμενη δόση αντιπηκτικών σε ασθενείς που λαμβάνουν σταθερή δόση των φαρμάκων αυτών από το στόμα. Τα γλυκοκορτικοστεροειδή μειώνουν ή ενισχύουν τη δράση των κουμαρινικών αντιπηκτικών. 9

Άλλες αλληλεπιδράσεις: Με εφεδρίνη μειώνεται η δραστικότητα των γλυκοκορτικοστεροειδών, με το οινόπνευμα ενισχύεται η ελκογόνος δράση τους, ενώ με την ινσουλίνη ή αντιδιαβητικά από του στόματος απαιτείται αύξηση των δόσεών τους, διότι τα κορτικοστεροειδή προκαλούν υπεργλυκαιμία και απορρυθμίζουν τον σακχαρώδη διαβήτη. 4.6 Κύηση και γαλουχία Κύηση Η μεθυλπρεδνιζολόνη διαπερνά το φραγμό του πλακούντα. Να αποφεύγεται η χορήγηση κορτικοστεροειδών κατά την κύηση ή σε γυναίκες σε αναπαραγωγική ηλικία. Να χορηγούνται μόνον όταν τα πιθανά οφέλη υπεραντισταθμίζουν τις πιθανές βλαπτικές επιδράσεις στο έμβρυο ή στο νεογέννητο. Αν η μητέρα λαμβάνει θεραπευτικές δόσεις κορτικοστεροειδών κατά την κύηση υπάρχει κίνδυνος αναστολής της σωματικής ανάπτυξης του εμβρύου. Νεογνά των οποίων οι μητέρες έχουν λάβει κορτικοστεροειδή κατά την κύηση πρέπει μετά την γέννηση να παρακολουθούνται για σημεία φλοιοεπινεφριδικής ανεπάρκειας. Γαλουχία Τα κορτικοστεροειδή ανιχνεύονται στο μητρικό γάλα. Μπορεί να προκαλέσουν αναστολή της ανάπτυξης του θηλάζοντος βρέφους. 4.7 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών Η επίδραση της μεθυλπρεδνιζολόνης στην ικανότητα οδήγησης ή χειρισμού μηχανημάτων δεν έχει αξιολογηθεί. Παρόλο που οι οπτικές διαταραχές ανήκουν στις σπάνιες ανεπιθύμητες ενέργειες, συνιστάται προσοχή στους ασθενείς που οδηγούν ή χειρίζονται μηχανήματα. 4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες Διαταραχές ηλεκτρολυτών και ύδατος Κατακράτηση νατρίου Κατακράτηση υγρών Συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια σε επιρρεπή άτομα Απώλεια καλίου Υποκαλιαιμική αλκάλωση Υπέρταση Μυοσκελετικές Μυϊκή αδυναμία Μυοπάθεια από στεροειδή Μείωση της μυϊκής μάζας Οστεοπόρωση Συμπιεστικά κατάγματα των σπονδύλων Άσηπτη νέκρωση των κεφαλών του μηριαίου και του βραχιονίου Παθολογικά κατάγματα των μακρών οστών Γαστρεντερικές Πεπτικό έλκος με πιθανή διάτρηση και αιμορραγία Παγκρεατίτιδα Διάταση της κοιλίας Ελκώδης οισοφαγίτιδα Δερματολογικές Ελαφρός δασυτριχισμός Επιβράδυνση επουλώσεως τραυμάτων 10

Λέπτυνση και αύξηση της ευθραυστότητας του δέρματος Πετέχειες και εκχυμώσεις Ερύθημα του προσώπου Αύξηση εφιδρώσεως Πιθανή καταστολή δερμοαντιδράσεων Νευρολογικές Σπασμοί Αύξηση ενδοκρανιακής πίεσης με οίδημα της οπτικής θηλής (εικόνα ψευδοόγκου εγκεφάλου) συνήθως μετά τη θεραπεία Ίλιγγοι Κεφαλαλγία Ψυχωσικές εκδηλώσεις Ενδοκρινολογικές Διαταραχές της περιόδου Ανάπτυξη κλινικής εικόνας συνδρόμου του Cushing Επιβράδυνση της ανάπτυξης στα παιδιά Δευτεροπαθής φλοιοεπινεφριδική και υποφυσιακή έλλειψη ανταπόκρισης κυρίως σε περίοδο stress ως επί τραύματος, χειρουργικών επεμβάσεων ή άλλων νοσημάτων Μείωση της ανοχής των υδατανθράκων Κλινική εκδήλωση λανθάνοντος σακχαρώδους διαβήτη Αύξηση των απαιτήσεων σε ινσουλίνη ή των από του στόματος υπογλυκαιμικών φαρμάκων σε διαβητικούς ασθενείς Οφθαλμικές Οπίσθιος υποκαψικός καταρράκτης Αύξηση ενδοφθαλμίου πίεσης Γλαύκωμα Εξώφθαλμος Καρδιαγγειακές Ρήξη μυοκαρδίου επακόλουθη πρόσφατου εμφράγματος του μυοκαρδίου (βλέπε παράγραφο 4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη χρήση) Μεταβολικές Αρνητικό ισοζύγιο αζώτου οφειλόμενο σε καταβολισμό των πρωτεϊνών και αρνητικό ισοζύγιο του ασβεστίου Διάφορες άλλες ανεπιθύμητες ενέργειες Ευαισθησία στις λοιμώξεις και εξάπλωση μικροβιακών φλεγμονών Συγκάλυψη οξείας χειρουργικής κοιλίας (αθόρυβη περιτονίτιδα σε περιπτώσεις διάτρησης) Αναφυλακτικές αντιδράσεις ή αντιδράσεις υπερευαισθησίας Θρομβοεμβολή Αύξηση βάρους Αυξημένη όρεξη Ναυτία Κακουχία Λόξυγγας Οι ακόλουθες επιπλέον ανεπιθύμητες ενέργειες σχετίζονται με την παρεντερική θεραπεία με κορτικοστεροειδή : Σπάνιες περιπτώσεις τύφλωσης μετά από τοπική έγχυση σε βλάβη στην περιοχή του προσώπου και της κεφαλής. Αύξηση ή ελάττωση της χρωστικής του δέρματος 11

Υποδερματική ή δερματική ατροφία Στείρο απόστημα Έξαρση μετά την ένεση (μετά από ενδοαρθρική χρήση) 4.9 Υπερδοσολογία Δεν υπάρχουν διαθέσιμες πληροφορίες για περιπτώσεις υπερδοσολογίας. Δεν υπάρχει κλινικό σύνδρομο με οξεία υπερδοσολογία από Solu-Medrol. Η μεθυλπρεδνιζολόνη αποβάλλεται με την αιμοκάθαρση. Μετά από χρόνια υπερδοσολογία θα πρέπει η προφύλαξη από την πιθανότητα καταστολής της επινεφριδιακής λειτουργίας να γίνεται με σταδιακή μείωση της δοσολογίας για κάποιο χρονικό διάστημα. Σε αυτή την περίπτωση μπορεί να απαιτηθεί η υποστήριξη των ασθενών μετά από κάποιο στρεσογόνο επεισόδιο. 5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ 5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Κορτικοστεροειδή για συστηματική χρήση, αμιγή, Κωδικός ATC: H02A B 04 Tα φυσικά γλυκοκορτικοστεροειδή (κορτιζόνη και υδροκορτιζόνη), τα οποία έχουν και αλατικορτικοειδή δράση, χρησιμοποιούνται ως θεραπεία υποκατάστασης σε καταστάσεις έλλειψης ή ανεπάρκειας τους, είτε σε ποικίλες παθολογικές καταστάσεις. Όλα τα συνθετικά παράγωγα έχουν τις ίδιες βιολογικές ιδιότητες και διαφέρουν μόνο ποσοτικώς ως προς την απόλυτη δοσολογία. Με βάση τη δόση είναι περισσότερο ισχυροί αντιφλεγμονώδεις παράγοντες σε σύγκριση με τα φυσικά κορτικοστεροειδή. Η μεθυλπρεδνιζολόνη είναι ένα ισχυρό στεροειδές αντιφλεγμονώδες με μεγαλύτερη αντιφλεγμονώδη ισχύ συγκριτικά με τη πρεδνιζολόνη και με μικρότερη τάση πρόκλησης κατακράτησης νατρίου και ύδατος. Η νατριοηλεκτρική μεθυλπρεδνιζολόνη έχει τις ίδιες μεταβολικές και αντιφλεγμονώδεις δράσεις με τη μεθυλπρεδνιζολόνη. Οι δύο ουσίες έχουν την ίδια βιολογική δραστικότητα, όταν χορηγούνται παρεντερικά και σε ισογραμμοριακές ποσότητες. Ο λόγος της δραστικότητας του Solu-Medrol και της νατριοηλεκτρικής υδροκορτιζόνης, όπως υποδεικνύεται από τον αριθμό των ηωσινόφιλων, είναι τουλάχιστον 4:1. Αυτό συμφωνεί με τη σχετική δραστικότητα της μεθυλπρεδνιζολόνης και της υδροκορτιζόνης σε δια στόματος χορήγηση. 5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες Η μεθυλπρεδνιζολόνη συνδέεται εκτεταμένα με τις πρωτεΐνες του πλάσματος, κυρίως με τη σφαιρίνη και λιγότερο με την αλβουμίνη. Μόνο το ελεύθερο κλάσμα των κορτικοστεροειδών είναι φαρμακολογικά ενεργό ή μεταβολίζεται. Ο μεταβολισμός πραγματοποιείται κατά κύριο λόγο στο ήπαρ και σε μικρότερη έκταση στα νεφρά. Οι μεταβολίτες απεκκρίνονται στα ούρα. Μέγιστα επίπεδα της μεθυλπρεδνιζολόνης στο πλάσμα της τάξεως των 33.67 μg/100ml επιτεύχθηκαν 2 ώρες μετά από εφάπαξ ενδομυϊκή χορήγηση 40mg σε 22 ενήλικες άνδρες εθελοντές. Οι συγκεντρώσεις της μεθυλπρεδνιζολόνης στο πλάσμα μετρήθηκαν με ανάλυση ΗPLC. Μετά από ενδομυϊκή χορήγηση 40 mg methylprednisolone sodium succinate σε 14 υγιείς ενήλικες άνδρες εθελοντές, η μέση μέγιστη συγκέντρωση ήταν 454 ng/ml μέσα σε 1 ώρα. Στις 12 ώρες, η συγκέντρωση της μεθυλπρεδνιζολόνης στο πλάσμα μειώθηκε σε 31.9 ng/ml. Μετά από 18 ώρες από τη χορήγηση δεν ανιχνεύτηκε καθόλου μεθυλπρεδνιζολόνη. Η ενδομυϊκή δόση methylprednisolone sodium succinate, με βάση την περιοχή κάτω από την καμπύλη χρόνου-συγκεντρώσεως (που αποτελεί ένδειξη του ολικά απορροφούμενου φαρμάκου) βρέθηκε ισοδύναμη με την ενδοφλέβια δόση του φαρμάκου. 12

Σύμφωνα με μία μελέτη ο methylprednisolone sodium succinate ester μετατρέπεται ταχύτατα και εκτεταμένα σε ενεργή μεθυλπρεδνιζολόνη ανεξάρτητα από την οδό χορήγησης. Η απορρόφηση της ελεύθερης μεθυλπρεδνιζολόνης έπειτα από ενδομυϊκή και ενδοφλέβια χορήγηση βρέθηκε να είναι η ίδια, ενώ σε σχέση με τη χορήγηση του πόσιμου διαλύματος και των δισκίων μεθυλπρεδνιζολόνης βρέθηκε σημαντικά υψηλότερη. Ο μέσος χρόνος ημίσειας ζωής κάθαρσης ποικίλει από 2.4 έως 3.5 ώρες σε υγιείς ενήλικες εθελοντές και φαίνεται να είναι ανεξάρτητος από την οδό χορήγησης. Η ολική σωματική κάθαρση της μεθυλπρεδνιζολόνης μετά από ενδοφλέβια ή ενδομυϊκή χορήγηση σε υγιείς ενήλικες εθελοντές είναι περίπου 15-16 L/ώρα. 5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια Δεν υπάρχουν διαθέσιμα προκλινικά στοιχεία για την ασφάλεια. 6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ 6.1 Κατάλογος εκδόχων 1000mg/φιαλίδιο (16ml), κόνις και διαλύτης για ενέσιμο διάλυμα: Κόνις: νάτριο φωσφορικό δισόξινο μονοϋδρικό, νάτριο φωσφορικό μονόξινο άνυδρο, υδροξείδιο του νατρίου Διαλύτης: βενζυλική αλκοόλη, ενέσιμο ύδωρ 500mg/φιαλίδιο (8ml), κόνις και διαλύτης για ενέσιμο διάλυμα: Κόνις: νάτριο φωσφορικό δισόξινο άνυδρο, νάτριο φωσφορικό μονόξινο άνυδρο Διαλύτης: βενζυλική αλκοόλη, ενέσιμο ύδωρ 125mg/φιαλίδιο (2ml), κόνις και διαλύτης για ενέσιμο διάλυμα: Κόνις: νάτριο φωσφορικό δισόξινο, νάτριο φωσφορικό μονόξινο Διαλύτης: ενέσιμο ύδωρ Διαλύτης (συσκευασία ACT-O-VIAL): βενζυλική αλκοόλη, ενέσιμο ύδωρ 40mg/φιαλίδιο (1ml), κόνις και διαλύτης για ενέσιμο διάλυμα: Κόνις: νάτριο φωσφορικό δισόξινο, νάτριο φωσφορικό μονόξινο, λακτόζη μονοϋδρική Διαλύτης: ενέσιμο ύδωρ Διαλύτης (συσκευασία ACT-O-VIAL): βενζυλική αλκοόλη, ενέσιμο ύδωρ 6.2 Ασυμβατότητες Στις περιπτώσεις ενδοφλέβιας χορήγησης, η συμβατότητα και η σταθερότητα των μιγμάτων διαλυμάτων methylprednisolone sodium succinate με άλλα φάρμακα εξαρτάται από το ph του μίγματος, τη συγκέντρωση, το χρόνο, τη θερμοκρασία και την ικανότητα της μεθυλπρεδνιζολόνης να διαλυτοποιηθεί. Για να αποφευχθούν προβλήματα ασυμβατότητας και σταθερότητας με άλλες φαρμακευτικές ουσίες συνιστάται η μεθυλπρεδνιζολόνη να χορηγείται μόνη της, όπου αυτό είναι εφικτό. 6.3 Διάρκεια ζωής 1000mg/φιαλίδιο (16ml), κόνις και διαλύτης για ενέσιμο διάλυμα: 3 χρόνια για το προϊόν 48 ώρες μετά την ανασύσταση 500mg/φιαλίδιο (8ml), κόνις και διαλύτης για ενέσιμο διάλυμα: 3 χρόνια για το προϊόν 48 ώρες μετά την ανασύσταση 13

125mg/φιαλίδιο (2ml), κόνις και διαλύτης για ενέσιμο διάλυμα: 3 χρόνια για το προϊόν (για τις συσκευασίες 4 και 6, βλέπε παράγραφο 6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη - Μεγέθη συσκευασιών) Να χρησιμοποιείται αμέσως μετά την ανασύσταση με 2 ml ενέσιμου ύδατος (για τις συσκευασίες 4 και 6, βλέπε παράγραφο 6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη - Μεγέθη συσκευασιών). 2 χρόνια για το προϊόν (για τη συσκευασία 5 ACT-O-VIAL, βλέπε παράγραφο 6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη - Μεγέθη συσκευασιών) 48 ώρες μετά την ανασύσταση (για τη συσκευασία 5 ACT-O-VIAL, βλέπε παράγραφο 6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη - Μεγέθη συσκευασιών) 40mg/φιαλίδιο (1ml), κόνις και διαλύτης για ενέσιμο διάλυμα: 3 χρόνια για το προϊόν (για τις συσκευασίες 7 και 9, βλέπε παράγραφο 6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη - Μεγέθη συσκευασιών) Να χρησιμοποιείται αμέσως μετά την ανασύσταση με 1ml ενέσιμου ύδατος (για τις συσκευασίες 7 και 9, βλέπε παράγραφο 6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη - Μεγέθη συσκευασιών). 2 χρόνια για το προϊόν (για τη συσκευασία 8 ACT-O-VIAL, βλέπε παράγραφο 6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη - Μεγέθη συσκευασιών) 48 ώρες μετά την ανασύσταση (για τη συσκευασία 8 ACT-O-VIAL, βλέπε παράγραφο 6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη - Μεγέθη συσκευασιών) 6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη φύλαξη του προϊόντος Μη φυλάσσετε το προϊόν πριν την ανασύσταση σε θερμοκρασία μεγαλύτερη των 25 C. Μη φυλάσσετε το ανασυσταμένο διάλυμα σε θερμοκρασία μεγαλύτερη των 25 C. Συσκευασίες 1, 2, 5 και 8 (βλέπε παράγραφο 6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη - Μεγέθη συσκευασιών): Το ανασυσταθέν διάλυμα πρέπει να χρησιμοποιείται μέσα σε 48 ώρες μετά την ανασύσταση. Συσκευασίες 3, 4, 6, 7 και 9 (βλέπε παράγραφο 6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη - Μεγέθη συσκευασιών): Μετά την ανασύσταση και περαιτέρω αραίωση το διάλυμα πρέπει να χρησιμοποιείται αμέσως. 6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη Μεγέθη συσκευασιών: 1. 1 φιαλίδιο που περιέχει 1000mg methylprednisolone sodium succinate και ένα φιαλίδιο διαλύτη με 16 ml βακτηριοστατικού ύδατος. 2. 1 φιαλίδιο που περιέχει 500mg methylprednisolone sodium succinate και ένα φιαλίδιο διαλύτη με 8 ml βακτηριοστατικού ύδατος. 3. 1 φιαλίδιο που περιέχει 500mg methylprednisolone sodium succinate 4. 1 φιαλίδιο που περιέχει 125mg methylprednisolone sodium succinate και μία φύσιγγα που περιέχει 2 ml ενέσιμου ύδατος. 5. 1 ACT-O-VIAL που περιέχει 125mg methylprednisolone sodium succinate και 2 ml βακτηριοστατικού ύδατος. 6. 1 φιαλίδιο που περιέχει 125mg methylprednisolone sodium succinate. 7. 1 φιαλίδιο που περιέχει 40mg methylprednisolone sodium succinate και μία φύσιγγα που περιέχει 1 ml ενέσιμου ύδατος. 8. 1 ACT-O-VIAL που περιέχει 40mg methylprednisolone sodium succinate και 1 ml βακτηριοστατικού ύδατος. 9. 1 φιαλίδιο που περιέχει 40mg methylprednisolone sodium succinate. 14

Μπορεί να μην κυκλοφορούν όλες οι συσκευασίες. 1000mg/φιαλίδιο (16ml) και 500 mg/φιαλίδιο (8ml), κόνις και διαλύτης για ενέσιμο διάλυμα: Συσκευασίες 1, 2 και 3: Γυάλινο φιαλίδιο με ελαστικό πώμα και μεταλλικό δακτύλιο σφραγισμένο με πλαστικό κάλυμμα που περιέχει λυοφιλοποιημένη κόνι. Συσκευασίες 1 και 2: Στη συσκευασία περιλαμβάνεται γυάλινο φιαλίδιο διαλύτη με ελαστικό πώμα και μεταλλικό δακτύλιο, σφραγισμένο με πλαστικό κάλυμμα που περιέχει 16 ml (για τα 1000 mg) και 8 ml (για τα 500 mg) στείρου βακτηριοστατικού ύδατος για ενέσιμο διάλυμα (περιέχει βενζυλική αλκοόλη). 125 mg/φιαλίδιο (2ml) και 40mg/φιαλίδιο (1ml), κόνις και διαλύτης για ενέσιμο διάλυμα: Συσκευασίες 4, 6, 7 και 9: Γυάλινο φιαλίδιο με ελαστικό πώμα και μεταλλικό δακτύλιο σφραγισμένα με πλαστικό κάλυμμα που περιέχει λυοφιλοποιημένη κόνι. Συσκευασίες 4 και 7: Στη συσκευασία περιλαμβάνεται γυάλινη φύσιγγα διαλύτη που περιέχει 2 ml (τα 125 mg) ή 1 ml (τα 40 mg) ενέσιμου ύδατος. Συσκευασίες 5 και 8: Γυάλινο φιαλίδιο δύο διαμερισμάτων. Το κατώτερο διαμέρισμα περιέχει τη λυοφιλοποιημένη κόνι και χωρίζεται με ένα κεντρικό ελαστικό πώμα από το άνω διαμέρισμα που περιέχει 2 ml (125 mg) ή 1 ml (40 mg) στείρου βακτηριοστατικού ύδατος για ενέσιμο διάλυμα. 6.6 Οδηγίες χρήσης και χειρισμού Για να προετοιμασθούν τα διαλύματα για ενδοφλέβια (ή ενδομυϊκή) ένεση πρέπει πρώτα να ανασυσταθεί η methylprednisolone sodium succinate σύμφωνα με τις οδηγίες. Δε συνιστάται η χρησιμοποίηση άλλων διαλυτών εκτός αυτών που περιλαμβάνονται στη συσκευασία. Τα διαλύματα που προκύπτουν μετά την επανασύσταση με βακτηριοστατικό ύδωρ είναι φυσικώς και χημικώς σταθερά για 48 ώρες (1, 2, 5 και 8, βλέπε βλέπε παράγραφο 6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη - Μεγέθη συσκευασιών). Χρησιμοποιείστε αμέσως το ανασυσταμένο διάλυμα με ενέσιμο ύδωρ και απορρίψτε τυχόν αχρησιμοποίητη ποσότητα. Εάν είναι επιθυμητό, η φαρμακευτική αγωγή μπορεί να χορηγηθεί με τη μορφή αραιωμένων διαλυμάτων, αναμιγνύοντας το ανασυσταμένο διάλυμα με υδατικό διάλυμα δεξτρόζης 5%, με διάλυμα φυσιολογικού ορού ή με διάλυμα χλωριούχου νατρίου 0.45% ή 0.9% σε δεξτρόζη 5%. Τα διαλύματα που προορίζονται για παρεντερική χρήση πρέπει να ελέγχονται οπτικά για την παρουσία σωματιδίων και για αποχρωματισμό του διαλύματος πριν από τη χορήγησή τους. Οδηγίες χρήσης για τις συσκευασίες 1, 2, 3, 4, 6, 7 και 9 (βλέπε παράγραφο 6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη - Μεγέθη συσκευασιών): 1. Συνιστάται η χρήση βελόνας 21Gή μικρότερης διαμέτρου. Αναρροφήστε με τη σύριγγα το διαλύτη και προσθέστε το διαλύτη στο φιαλίδιο με την κόνι. 2. Ανακινείστε απαλά για να ανασυσταθεί το διάλυμα. 3. Αναρροφήστε με τη σύριγγα τη δόση από το φιαλίδιο. Οδηγίες χρήσης για τις συσκευασίες ACT-O-VIAL φιαλιδίου δύο διαμερισμάτων, συσκευασίες 5 και 8 (βλέπε παράγραφο 6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη - Μεγέθη συσκευασιών): 1. Πιέστε προς τα κάτω το ελαστικό έμβολο-πώμα για να περάσει ο διαλύτης στο κατώτερο διαμέρισμα. 2. Ανακινείστε απαλά για να ανασυσταθεί το διάλυμα. Χρησιμοποιείστε το ανασυσταμένο διάλυμα μέσα σε 48 ώρες. 3. Αφαιρέστε το προστατευτικό κάλυμμα. 4. Αποστειρώστε την επιφάνεια του ελαστικού πώματος με κατάλληλο μικροβιοκτόνο διάλυμα. 15

5. Συνιστάται η χρήση βελόνας 21G ή μικρότερης διαμέτρου. Εισάγετε τη βελόνα κάθετα στο κέντρο του πώματος μέχρι να είναι μόλις εμφανής η κορυφή της. Αναποδογυρίστε το φιαλίδιο και αναρροφήστε με τη σύριγγα τη δόση. Σχήμα 1. ACT-O-VIAL σύστημα 7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ Pfizer Hellas AE., Λ. Μεσογείων 243, 154 51 Ν. Ψυχικό Τηλ.: 210 6785800 8. ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ 40 mg: 40865/41158/10/15-2-2012 125 mg: 41159/10/15-2-2012 500 mg: 41163/10/15-2-2012 1000 mg: 41165/10/15-2-2012 9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ/ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΑΔΕΙΑΣ Ημερομηνία πρώτης έγκρισης 40 mg: 04 Φεβρουαρίου 1970 125 mg: 08 Ιανουαρίου 1973 500 mg, 1000 mg: 27 Σεπτεμβρίου 1976 Ημερομηνία τελευταίας ανανέωσης: 15 Φεβρουαρίου 2012 10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ 15 Φεβρουαρίου 2012 16