ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ 1 ου ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΘΕΜΑ 1 ο A. Ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής 1. β 2. γ 3. β 4. γ 5. δ B. Ερωτήσεις σωστού - λάθους 1. Σωστό 2. Σωστό 3. Λάθος 4. Λάθος 5. Σωστό ΘΕΜΑ 2 ο 1. Τέσσερις ασθένειες που οφείλονται σε βακτήρια είναι η χολέρα, η σύφιλη, η γονοκοκκική ουρηθρίτιδα (ή γονόρροια) και η λοίμωξη από χλαμύδια. 2. α. Η ιστολυτική αμοιβάδα μεταδίδεται με το μολυσμένο νερό ή τα μολυσμένα τρόφιμα. Επομένως, οι κανόνες τις ατομικής ή δημόσιας υγιεινής που πρέπει να τηρούνται για την αποφυγή της μόλυνσης από το μικρόβιο αυτό είναι: τρόφιμα, όπως τα λαχανικά, θα πρέπει να πλένονται καλά, ενώ άλλα, όπως το γάλα, θα πρέπει να παστεριώνονται. Με την παστερίωση το γάλα θερμαίνεται στους 62 o C για μισή ώρα, οπότε καταστρέφονται όλα τα παθογόνα
αλλά και τα περισσότερα μη παθογόνα μικρόβια, ενώ συγχρόνως διατηρείται η γεύση του. Το νερό θα πρέπει να χλωριώνεται και η χλωρίωσή του να ελέγχεται συνεχώς, έτσι ώστε να μην υπάρχει η δυνατότητα ανάπτυξης παθογόνων μικροοργανισμών. β. Οι μηχανισμοί μη ειδικής άμυνας που διαθέτει ο ανθρώπινος οργανισμός στους βλεννογόνους του για να εμποδίσει τη μόλυνση από την ιστολυτική αμοιβάδα είναι: Με τη βλέννα που εκκρίνουν παγιδεύουν τους μικροοργανισμούς και δεν επιτρέπουν την είσοδό τους στον οργανισμό. Στο βλεννογόνο του στομάχου εκκρίνεται το υδροχλωρικό οξύ, το οποίο καταστρέφει τα περισσότερα μικρόβια που εισέρχονται με την τροφή στο στόμαχο. 3. Σε ορισμένες παθολογικές καταστάσεις, που ονομάζονται αυτοάνοσα νοσήματα, ο οργανισμός στρέφεται εναντίον των δικών του συστατικών, είτε παράγοντας αντισώματα (αυτοαντισώματα) που αναγνωρίζουν σαν ξένα και καταστρέφουν τα δικά του κύτταρα είτε ενεργοποιώντας κύτταρα που κατευθύνονται εναντίον των κυττάρων του οργανισμού. Αυτοάνοσα νοσήματα είναι η ρευματοειδής αρθρίτιδα, ο συστηματικός ερυθηματώδης λύκος κ.ά. 4. Η νικοτίνη είναι μια δραστική ουσία που περιέχεται στον καπνό των τσιγάρων και είναι το ίδιο εθιστική όσο και η κοκαΐνη. Στην επιβλαβή για τον οργανισμό δράση της νικοτίνης περιλαμβάνονται η έντονη σύσπαση των αγγείων, λόγω έκκρισης αδρεναλίνης, η επακόλουθη αύξηση της αρτηριακής πίεσης και η αύξηση της κινητικότητας του γαστρεντερικού σωλήνα. Οι καπνιστές, εκτός από τους κινδύνους στους οποίους εκτίθενται λόγω της νικοτίνης (αυξημένες πιθανότητες για καρδιαγγειακά νοσήματα και παθήσεις του στομάχου), υπόκεινται στις καταστρεπτικές συνέπειες της πίσσας, ενός από τα πολλά επικίνδυνα προϊόντα που παράγονται κατά την καύση του τσιγάρου. Αποδεδειγμένα πλέον η πίσσα ευθύνεται για την εμφάνιση καρκίνου του πνεύμονα.
ΘΕΜΑ 3 ο 1. Ο ιδρώτας συμβάλλει στη διατήρηση της ομοιόστασης του ανθρώπινου οργανισμού με δύο τρόπους: α. συμβάλλει στη διατήρηση της θερμοκρασίας του σώματος, όταν βρεθούμε σε περιβάλλον με θερμοκρασία υψηλότερη από τους 36,6 ο C. Στην περίπτωση αυτή το ειδικό κέντρο ρύθμισης της θερμοκρασίας του εγκεφάλου, με μηνύματα που αποστέλλει στους ιδρωτοποιούς αδένες και στα αγγεία της επιφάνειας του δέρματος, προκαλεί έκκριση ιδρώτα και διαστολή των αγγείων αντίστοιχα. Ο συνδυασμός αυτών των δύο αντιδράσεων συμβάλλει στη διατήρηση της θερμοκρασίας του σώματός μας με τον εξής τρόπο: τα αγγεία που έχουν διασταλεί φέρουν μεγάλες ποσότητες αίματος προς την επιφάνεια του δέρματος, η οποία όμως έχει ψυχθεί λόγω της εξάτμισης του ιδρώτα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα το αίμα που φθάνει στα αιμοφόρα αγγεία του δέρματος να ψύχεται και επιστρέφοντας με την κυκλοφορία στο εσωτερικό του οργανισμού μας να αποτρέπει την αύξηση της θερμοκρασίας του. β. ως αμυντικός μηχανισμός που παρεμποδίζει την είσοδο των μικροοργανισμών στον οργανισμό μας μέσω του δέρματος καταπολεμά τα μικρόβια που μπορεί να προκαλέσουν διαταραχή της ομοιόστασης. Πιο συγκεκριμένα, το γαλακτικό οξύ και η λυσοζύμη (ένζυμο που διασπά το κυτταρικό τοίχωμα των βακτηρίων), τα οποία περιέχονται στον ιδρώτα, και τα λιπαρά οξέα, τα οποία περιέχονται στο σμήγμα, δημιουργούν δυσμενές χημικό περιβάλλον για τα μικρόβια. 2. Τα φαγοκύτταρα συμμετέχουν στη μη ειδική άμυνα του οργανισμού με τρεις τρόπους: Φαγοκυττάρωση: Τα φαγοκύτταρα αποτελούν μια κατηγορία λευκών αιμοσφαιρίων και διακρίνονται στα ουδετερόφιλα και στα μονοκύτταρα. Τα τελευταία, αφού διαφοροποιηθούν σε μακροφάγα, εγκαθίστανται στους ιστούς. Τα φαγοκύτταρα ενεργοποιούνται μετά την εμφάνιση ενός παθογόνου μικροοργανισμού στο εσωτερικό του οργανισμού μας. Με φαγοκυττάρωση αντιμετωπίζονται και ορισμένοι ιοί.
Στη φλεγμονή, το πλάσμα περιέχει αντιμικροβιακές ουσίες, οι οποίες καταστρέφουν τους μικροοργανισμούς ή ενεργοποιούν τη διαδικασία της φαγοκυττάρωσης. Επιπλέον χημικές ουσίες, που απελευθερώνονται είτε από τα τραυματισμένα κύτταρα είτε από τους μικροοργανισμούς, προσελκύουν φαγοκύτταρα, τα οποία φτάνουν με την κυκλοφορία του αίματος στο σημείο της φλεγμονής όπου δρουν καταστρέφοντας τους παθογόνους μικροοργανισμούς. Στο «πεδίο της μάχης» που διεξάγεται μεταξύ των μικροβίων και των κυττάρων τα οποία υπερασπίζονται την υγεία μας υπάρχουν φυσικά απώλειες και από τα δύο «στρατόπεδα»: νεκρά φαγοκύτταρα και νεκροί μικροοργανισμοί σχηματίζουν ένα παχύρρευστο κιτρινωπό υ- γρό, το πύον. Ο πυρετός ενισχύει τη δράση των φαγοκυττάρων. 3. Δύο ιοί που μολύνουν νευρικά κύτταρα είναι ο ιός HIV και ο ιός της πολιομυελίτιδας (μολύνει τα νευρικά κύτταρα του νωτιαίου μυελού). 4. Περιπτώσεις κατά τις οποίες ένας άνθρωπος αποτελεί ξενιστή για έναν παθογόνο μικροοργανισμό, χωρίς να εκδηλώνει τα συμπτώματα της ασθένειας είναι: όταν γίνει μόλυνση αλλά όχι λοίμωξη επειδή ο μικροοργανισμός αντιμετωπίστηκε από τους μηχανισμούς μη ειδικής άμυνας του οργανισμού, όταν αμέσως μετά τη μόλυνση χορηγηθεί ορός, τα έτοιμα αντισώματα του οποίου θα αντιμετωπίσουν άμεσα τον μικροοργανισμό, όταν μολυνθεί με εξασθενημένο μικροοργανισμό μέσω εμβολίου, όταν φέρει έναν ιό σε λανθάνουσα κατάσταση, όταν μολυνθεί για δεύτερη ή επόμενη φορά από τον ίδιο παθογόνο μικροοργανισμό, οπότε θα τον καταπολεμήσει άμεσα πραγματοποιώντας δευτερογενή ανοσοβιολογική απόκριση χωρίς να νοσήσει. 5. Αντιμικροβιακές ουσίες που δεν μπορούν να καταπολεμήσουν έναν παθογόνο μύκητα είναι: αντιβιοτικά, όπως η πενικιλίνη, που παρεμποδίζουν τη σύνθεση του κυτταρικού τοιχώματος των βακτηρίων, η λυσοζύμη, που διασπά το κυτταρικό τοίχωμα των βακτηρίων,
οι ιντερφερόνες που καταπολεμούν μόνο τους ιούς, τα φάρμακα AZT και DCC που καταπολεμούν τον ιό HIV. ΘΕΜΑ 4 ο 1. Η είσοδος ενός παθογόνου μικροοργανισμού στον οργανισμό του ανθρώπου ονομάζεται μόλυνση, ενώ η εγκατάσταση και ο πολλαπλασιασμός του ονομάζεται λοίμωξη. Από το διάγραμμα παρατηρούμε ότι αμέσως μετά τη μόλυνση αρχίζει να αυξάνεται η καμπύλη Β, επομένως αυτή αντιστοιχεί στον μικροοργανισμό που μόλυνε για δεύτερη φορά τον οργανισμό. Επίσης, η ξένη ουσία που προκαλεί την ανοσοβιολογική απόκριση ονομάζεται αντιγόνο. Η αντίδραση του ανοσοβιολογικού μας συστήματος στην είσοδο κάθε αντιγόνου συνιστά την ανοσοβιολογική απόκριση, η οποία έχει ως αποτέλεσμα την παραγωγή των αντισωμάτων. Άρα, χρονικά, πρώτα αυξάνεται η καμπύλη των αντιγόνων στον οργανισμό και στη συνέχεια η καμπύλη των αντισωμάτων. Από το διάγραμμα παρατηρούμε ότι πρώτα αυξάνει η καμπύλη Β και στη συνέχεια η καμπύλη Γ. Τέλος, τα αντισώματα που παράγονται με την ανοσοβιολογική απόκριση συνδέονται, μέσω της μεταβλητής τους περιοχής, με τα αντιγόνα που προκάλεσαν την παραγωγή τους με αποτέλεσμα να τα εξουδετερώσουν. Από το διάγραμμα παρατηρούμε ότι όταν αρχίζει να αυξάνεται η καμπύλη Γ, η καμπύλη Β αρχίζει να μειώνεται. Για όλους τους παραπάνω λόγους καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η καμπύλη Β αντιστοιχεί στα αντιγόνα, δηλαδή στα βακτήρια που μόλυναν για δεύτερη φορά τον οργανισμό, ενώ η καμπύλη Γ στα αντισώματα που παρήγαγε ο οργανισμός για να τον εξουδετερώσει. Η αντίδραση του ανοσοβιολογικού μας συστήματος στην είσοδο κάθε αντιγόνου συνιστά την ανοσοβιολογική απόκριση, η οποία διακρίνεται σε πρωτογενή και δευτερογενή. Η πρωτογενής ανοσοβιολογική απόκριση ενεργοποιείται κατά την πρώτη επαφή του οργανισμού με ένα αντιγόνο, ενώ η δευτερογενής ενεργοποιείται κατά την επαφή του οργανισμού με το ίδιο αντιγόνο για δεύτερη (ή επόμενη) φορά. Στη δευτερογενή ανοσοβιολογική απόκριση ενεργοποιούνται τα κύτταρα μνήμης και ξεκινά αμέσως η έκκριση α- ντισωμάτων, ενώ αντίθετα στην περίπτωση της πρωτογενούς απόκρισης η
παραγωγή των αντισωμάτων καθυστερεί. Από το διάγραμμα φαίνεται ότι η παραγωγή των αντισωμάτων που αντιπροσωπεύει η καμπύλη Γ αρχίζει να ενεργοποιείται περίπου 7 ημέρες μετά τη μόλυνση. Επομένως, η καμπύλη Γ παριστάνει μία πρωτογενή ανοσοβιολογική απόκριση. Επειδή μετά τη δεύτερη μόλυνση του οργανισμού με το ίδιο βακτήριο πραγματοποιήθηκε πρωτογενής ανοσοβιολογική απόκριση, αυτό σημαίνει ότι μετά την πρώτη μόλυνση του οργανισμού από το βακτήριο δεν πραγματοποιήθηκε ανοσοβιολογική απόκριση. Για να μπορεί να συμβεί αυτό θα πρέπει η καμπύλη Α να αντιπροσωπεύει αντισώματα που έχουν χορηγηθεί από ορό. Αυτό ενισχύεται κι από το γεγονός ότι από το διάγραμμα φαίνεται ότι μετά την πρώτη μόλυνση εμφανίζεται ακαριαία στον οργανισμό μια μεγάλη ποσότητα αντισωμάτων. Ένας ορός περιέχει έτοιμα αντισώματα τα οποία έχουν παραχθεί σε κάποιο άλλο άτομο ή ζώο. Η δράση της παθητικής ανοσίας είναι άμεση αλλά η διάρκειά της είναι παροδική. Συνοψίζοντας λοιπόν έχουμε: Καμπύλη Α: αντισώματα που χορηγήθηκαν με ορό. Καμπύλη Β: αντιγόνα (βακτήρια) που μόλυναν για δεύτερη φορά τον οργανισμό. Καμπύλη Γ: αντισώματα που παρήχθησαν με πρωτογενή ανοσοβιολογική απόκριση. 2. Κατά τη διάρκεια της πρώτης μόλυνσης του οργανισμού τα βακτήρια αντιμετωπίστηκαν με ορό. Η σύνδεση των αντισωμάτων του ορού με το αντιγόνο έχει ως αποτέλεσμα: 1. την ενεργοποίηση του συμπληρώματος, 2. την αδρανοποίηση των παραγόμενων τοξινών, 3. την αναγνώριση του μικροοργανισμού από τα μακροφάγα με σκοπό την ολοκληρωτική του καταστροφή. 3. Κατά τη διάρκεια της δεύτερης μόλυνσης του οργανισμού τα βακτήρια αντιμετωπίστηκαν με πρωτογενή ανοσοβιολογική απόκριση. Έτσι οι κατηγορίες των Τ-λεμφοκυττάρων που ενεργοποιήθηκαν ήταν τα βοηθητικά Τ-λεμφο-
κύτταρα και τα κατασταλτικά Τ-λεμφοκύτταρα. Τα βοηθητικά Τ-λεμφοκύτταρα ενεργοποιούνται στο πρώτο στάδιο της πρωτογενούς ανοσοβιολογικής απόκρισης από τα αντιγονοπαρουσιαστικά κύτταρα, ενώ τα κατασταλτικά Τ-λεμφοκύτταρα ενεργοποιούνται στο τρίτο στάδιο με αποτέλεσμα να ολοκληρώνουν την πρωτογενή ανοσοβιολογική απόκριση. Αντίθετα, δεν ε- νεργοποιήθηκαν τα κυτταροτοξικά Τ-λεμφοκύτταρα, καθώς αυτά ενεργοποιούνται μόνο όταν το αντιγόνο είναι καρκινικό κύτταρο, κύτταρο μεταμοσχευμένου ιστού και κύτταρο μολυσμένο από ιό. Τέλος, δεν ενεργοποιήθηκαν τα Τ-λεμφοκύτταρα μνήμης (τόσο τα βοηθητικά όσο και τα κυτταροτοξικά), ε- πειδή αυτά ενεργοποιούνται κατά τη δευτερογενή ανοσοβιολογική απόκριση και στην περίπτωση της άσκησης έχουμε πρωτογενή.