Τεχνολογία, Χρόνος, Θάνατος Κωνσταντίνος Ράπτης Υπ. Διδάκτωρ Τμήμα Μεθοδολογίας, Ιστορίας και Θεωρίας των Επιστημών e-mail: k.raptis@phs.uoa.gr Σκοπός της διδακτορικής μου διατριβής είναι η μελέτη της σχέσης της ιστορίας της πληροφορικής με τις ιατρικές τεχνολογίες, την ενσωμάτωση δηλαδή των ηλεκτρονικών υπολογιστών στις εφαρμογές που έχουν να κάνουν απευθείας με την φροντίδα του σώματος και την υγεία και ο ρόλος τους στην διαμόρφωση της έννοιας και του βιώματος του θανάτου. Σε αυτή τη μελέτη μου έχουν τεθεί αρχικά κάποια ερωτήματα. Γενικά, όταν προσπαθούμε να γράψουμε και να μελετήσουμε (πολιτική, κοινωνική) ιστορία ξεκινάμε από μια δεδομένη τάξη του χρόνου, από μια συγκεκριμένη, ιστοριογραφικά προσδιορισμένη, περιοδολόγηση, προσδιορισμένη ανάλογη με τους σκοπούς και τα κριτήρια μας. Από την σκοπιά μιας κοινωνικής ιστορίας της τεχνολογίας αυτό δεν μπορεί να γίνει ή τέλος πάντων δεν μπορεί να είναι το ίδιο απλό. Και αυτό για 2 λόγους: 1) Επειδή έχουμε κατανοήσει πια σε βάθος πως με ποιους τρόπους η έννοια του χρόνου διαμορφώνεται κοινωνικά. Σε αυτή την κατανόηση έχουν συνεισφέρει η φιλοσοφία της επιστήμης από τη μια μεριά, αποφυσικοποιώντας την έννοια του χρόνου. Από την άλλη μεριά, η κοινωνική, πολιτισμική και εργατική ιστορία μας έχουν φανερώσει πιο ειδικούς τρόπους με τους οποίους ο χρόνος «κατασκευάζεται» κοινωνικά και είναι έκφραση συγκεκριμένων κοινωνικών σχέσεων. 2) Επειδή σήμερα βιώνουμε έναν κόσμο που η χρήση τεχνολογιών διαμεσολαβεί σχεδόν κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα και η σχέση αυτών με την διαμόρφωση του χρόνου είναι καθοριστικής σημασίας. Έτσι, ο τεχνολογικός χρόνος είναι πάντα αντικείμενο της ιστορίας της τεχνολογίας. 1
Έτσι το ερώτημα που πρέπει να απαντάμε κάθε φορά με σαφήνεια είναι με ποιο τρόπο θα γράφουμε και θα μελετάμε την ιστορία μη δεχόμενοι τον χρόνο ως σταθερά αλλά βλέποντας ταυτόχρονα την κίνηση μέσα στο χρόνο αλλά και τον τρόπο που ο χρόνος διαμορφώνεται μέσα σε αυτήν. Πιο ειδικά, να μπορούμε για παράδειγμα να μελετήσουμε την ιστορία των υπολογιστών στις ιατρικές εφαρμογές αλλά και πως αυτή η κίνηση μετασχηματίζει τον τρόπο που οι δρώντες βιώνουν τον χρόνο. Ο χρόνος να μην είναι μια σταθερά της ιστορίας, ένα σημείο αναφοράς της αλλά πεδίο διερεύνησής της. Να προσθέσω σε αυτόν τον συλλογισμό και τη σημασία που αποκτά η έννοια του θανάτου η οποία διαμορφώνεται κάθε φορά σε άμεση εξάρτηση με την αντίληψη και το βίωμα του χρόνου. Σημασία όχι απλά ως αντικείμενο μελέτης αλλά από μεθοδολογικής και ιστοριογραφικής άποψης ακριβώς εξαιτίας της άμεσης συσχέτισής της με τον χρόνο. Έτσι αυτή η παρουσίαση είναι και ας γίνει αντιληπτή ως τέτοια μια προσπάθεια τοποθέτησης ενός ερωτήματος. Ενός ερωτήματος που μπορεί να είναι λάθος ή σωστό, χρήσιμο για κάποιους σκοπούς και άχρηστο για άλλους. Θα μιλήσω αρχικά για την έννοια του χρόνου στο πέρασμα στον καπιταλισμό και ειδικά στην επανάσταση στην παραγωγή με τον τεϊλορισμό και τον φορντισμό. Ύστερα, θα αναφερθώ στην έννοια του θανάτου στη δύση και τον τρόπο που σχετίζεται με τον χρόνο. Θα εξερευνήσω επιγραμματικά την περίπτωση ενός νέου θανάτου στον 20 ο αιώνα, τον λεγόμενο εγκεφαλικό θάνατο. Θα ολοκληρώσω διατυπώνοντας ένα πρώτο μεθοδολογικό συμπέρασμα και θέτοντας το σε διερώτηση. Ο χρόνος ως κοινωνική σχέση Σε προ-καπιταλιστικές, αγροτικές κατά βάση κοινωνίες «η μέτρηση του χρόνου συνδέεται συνήθως με τις γνώριμες διαδικασίες του κύκλου της εργασίας ή με τα οικιακά καθήκοντα». 1 Η εργασία, είτε είναι άμεσα συναρτημένη με τη φύση, είτε όχι καθορίζει την ανθρώπινη δραστηριότητα, την συγχρονίζει με αυτήν, την αναγκάζει σε κάποιου είδους προγραμματισμό. Σε αυτό το στάδιο είναι φανερό πως ο χρόνος δεν είναι μια ανεξάρτητη μεταβλητή, μια ουσία που υπάρχει εκεί έξω αλλά μια πρακτική που δομεί την κοινωνική κίνηση. Για παράδειγμα, η καλλιέργεια κρόκου στην 1 Ε.Π. Τομσον, 1983, «Χρόνος, εργασιακή πειθαρχία και βιομηχανικός καπιταλισμός», μτφρ. Β. Τομανάς, ΝΗΣΙΔΕΣ, σ. 8 2
Κοζάνη αναγκάζει τους παραγωγούς να συντονίσουν όλη την κοινωνική και ατομική τους ζωή σε άμεση σχέση με την εποχή που ο κρόκος πρέπει να συλλεχθεί (συνήθως τον μήνα Οκτώβριο). Οι παραγωγοί υπόκεινται σε έναν «καταναγκασμό που επιβάλλεται από την ίδια τη φύση». 2 Ή καλύτερα από την ανάγκη τους για αναπαραγωγή. Σε αυτή την κατάσταση δεν είναι ιδιαίτερα έντονος ο διαχωρισμός μεταξύ «εργασίας» και «ζωής». Όταν οι άνθρωποι είναι «κύριοι της δραστηριότητας τους, οργανώνουν το χρόνο τους ως εναλλαγή σκληρής δουλειάς και απραξίας». 3 Αυτό σήμερα μπορεί να γίνει φανερό μόνο σε ορισμένα επαγγέλματα που οι εργαζόμενοι είναι ανεξάρτητοι ή στους καλλιτέχνες και ακόμα στους φοιτητές. Υποστηρίζεται ευρέως πως το πέρασμα στην καπιταλιστική οικονομία δεν θα γινόταν αν δεν είχε εφευρεθεί το μηχανικό ρολόι. Αυτή είναι μια αφελής άποψη αλλά έχει μια δόση αλήθειας. Καλύτερα να πούμε πως είναι ακριβώς η ανάγκη για μέτρηση της εργασίας που ωθεί στην εφεύρεση αλλά κυρίως στην ευρεία χρήση του μηχανικού ρολογιού. Από τη στιγμή που ο καπιταλιστής εργοδότης αποσπά υπεραξία από την εργασία του εργάτη και όχι απλά ένα ποσοστό από το προϊόν του τον αφορά άμεσα η διαδικασία της παραγωγής και γι αυτό παρεμβαίνει σε αυτήν. Έτσι ο χρόνος μετατρέπεται σε χρήμα. Η εργασία πρέπει να συστηματοποιηθεί, να βρεθεί εκείνος ο τρόπος που θα παράγει το μεγαλύτερο κέρδος. Ο τεχνολογικά μετρήσιμος χρόνος γίνεται ένα μέσο εκμετάλλευσης του εργάτη. Αυτό όμως δεν γίνεται μόνο με την εισαγωγή του μηχανικού ρολογιού στο εργοστάσιο αλλά με την εισαγωγή των μηχανών γενικά ακριβώς γιατί η μηχανή ρυθμίζει την παραγωγή. Αυτή η διαδικασία συνεχίστηκε για αιώνες έως ότου μια πραγματική επανάσταση έλαβε χώρα στον κόσμο της παραγωγής με την Τεϊλοριανή Επιστημονική Οργάνωση της Εργασίας και την αλυσίδα παραγωγής του Φορντ. Ο εχθρός του Taylor είναι το λεγόμενο «χασομέρι» των εργατών. Άρα και ο μη αυστηρός διαχωρισμός ανάμεσα σε «εργασία» και «ζωή». Ο χρόνος είναι ο βασικός κριτής στην επίτευξη αυτού του διαχωρισμού. Ταυτόχρονα με την επιστημονική οργάνωση της εργασίας επιχειρείται η απόσπαση του μονοπωλίου της γνώσης των εργατών πάνω στην τέχνη τους. Η αλυσίδα παραγωγής του Φορντ από την άλλη, αυτή «η υπολογισμένη βία που εφαρμόζεται συστηματικά ενάντια στην ανθρώπινη εργασία» 4, λειτουργεί ακριβώς ως ένας εξωτερικός χρόνος, ένας εξωτερικός μετρητής (πέρα από το ρολόι) και καθιστά 2 Ο.π., σ. 11 3 Ό.π., σ. 29 4 Μ. Κοριά, 1985, «Ο εργάτης και το χρονόμετρο: Τεϊλορισμός Φορντισμός και μαζική παραγωγή», Εναλλακτικές Εκδόσεις, σ. 65 3
τον εργάτη εξάρτημα της παραγωγικής διαδικασίας, αδυνατώντας πλέον να ελέγξει τον ρυθμό της εργασίας του και χάνοντας τις ειδικές γνώσεις που χρειαζόταν με την προηγούμενη εξειδίκευση. Η ανειδίκευτη μαζική εργασία μόλις είχε γεννηθεί. Η ενσωμάτωση της ζωντανής εργασίας στη νεκρή, δηλαδή, στο κεφάλαιο, η σταδιακή αφαίρεση της γνώσης και άρα της δύναμης από τους άμεσους παραγωγούς και η «μεταφορά» της στην επιστήμη και την τεχνολογία είναι μια θεμελιώδης διαδικασία που στον 20 ο αιώνα βγήκε τελικά και από το εργοστάσιο το ίδιο και μετασχημάτισε ριζικά τις δυτικές κοινωνίες. Ο χρόνος πρέπει να γίνει συνεχής, να ορίζεται με ακρίβεια για να μπορεί να ορίζει με ακρίβεια, να μην υπάρχουν κενά ή αλλιώς να μην υπάρχουν πτυχές της ανθρώπινης δραστηριότητας που δεν μπορεί να αξιοποιηθεί από το κεφάλαιο. «Ο ρυθμός εργασίας πρέπει να κανονίζεται μηχανικά με τρόπο ολότελα εξωτερικό προς τον εργάτη». 5 (Το εμπόρευμα πρέπει να κινείται αδιάκοπα, όλη η κοινωνική ζωή πρέπει να υποβιβασθεί σε παραγωγή και κατανάλωση. Η αύξηση και εντατικοποίηση της παραγωγικότητας, δηλαδή, η αύξηση του κέρδους είναι για το καπιταλιστικό σύστημα το καθοριστικό κριτήριο για κάθε απόφαση). Ο χρόνος είναι ακριβώς αυτή η πρακτική που «αναλαμβάνει» να συντονίσει, να συγχρονίσει τις παραγωγικές δυνάμεις με το βέλτιστο δυνατό τρόπο για το κεφάλαιο. Ο χρόνος ως κοινωνική σχέση αντικειμενοποιήθηκε και γι αυτό πλέον «δεν περνάει αλλά ξοδεύεται». 6 Ο χρόνος βρίσκεται εκεί και οι άνθρωποι πρέπει να μην τον σπαταλάνε. Το υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ σε συνεργασία με διάφορα πανεπιστήμια μελετάνε τα τελευταία χρόνια ένα είδος αποδημητικών πουλιών τα οποία έχουν την ικανότητα να παραμένουν ξύπνια επτά ημέρες, με σκοπό να κατανοήσουν τον μηχανισμό και να μπορούν να δημιουργήσουν στρατιώτες που θα ελαχιστοποιήσουν ή θα εξαλείψουν(?) την ανάγκη τους για ύπνο. «Ο άυπνος στρατιώτης θα είναι ο προπομπός του άυπνου εργαζόμενου». 7 Έχει δημιουργηθεί μια αντινομία ανάμεσα στον χρόνο που υπάρχει εκεί έξω, που δεν είναι πια κοινωνικός και που ουσιαστικά φυσικοποιεί την αέναη κίνηση του κεφαλαίου και σε έναν χρόνο της ανθρώπινης και κοινωνικής ζωής ο οποίος είναι ασυνεχής και καθορίζεται από τις δραστηριότητες της. Ο χρόνος έχει γίνει ένας κόσμος στον οποίο οι κοινωνίες μας οφείλουν να αναφέρονται συνεχώς. 5 Ό.π., σ. 69 6 Ε.Π. Τομσον, 1983, «Χρόνος, εργασιακή πειθαρχία και βιομηχανικός καπιταλισμός», μτφρ. Β. Τομανάς, ΝΗΣΙΔΕΣ, σ. 14 7 J. Crary, 2013, «24/7 O Ύστερος καπιταλισμός και το τέλος του ύπνου», μτφρ. Α. Φιλιππάτος, Εκδ. Λιβάνη, σ. 14 4
Θάνατος Στον 20 ο αιώνα σημειώθηκε μια μετάβαση στον δυτικό κόσμο στις αιτίες θανάτου. Ενώ πιο παλιά οι μολυσματικές ασθένειες είχαν σημαντικό ρόλο, στον 20 ο αυτό άλλαξε και έγινε μια μετάβαση στις εκφυλιστικές ασθένειες (τα accidents έχουν σημαντικά υψηλή θέση στην διεθνή κατάταξη αιτιών του θανάτου). 8 Οι μολυσματικές ασθένειες βέβαια παραμένουν σε υψηλότατα επίπεδα σε αυτόν που θα λέγαμε μη δυτικό κόσμο. Πέρα από τον τρόπο του θανάτου άλλαξε και ο τόπος. Σήμερα είναι πλέον το νοσοκομείο ο τόπος του θανάτου, εκεί όπου πραγματοποιείται και κυριότερα εκεί που πιστοποιείται ως τέτοιος. Η ιατρικοποίηση, κάθε σχεδόν πλευράς της ανθρώπινης ζωής από τη γέννηση ως τη σεξουαλική συνεύρεση και από την γήρανση ως την κοινωνική συμπεριφορά έχει αλλάξει ριζικά το θάνατο στη δύση. Ο άρρωστος «έχει γίνει μια περίπτωση, ένα αντικείμενο, στερημένο από κάθε αυτονομία και από το δικαίωμά του να ζήσει τον θάνατό του». 9 Ο θάνατος έχει και αυτός αποσπαστεί από την ανθρώπινη ζωή, έχει εξοριστεί σε έναν τόπο εκτός κοινωνίας και γι αυτήν την εξορία τον λόγο έχει το σύμπλεγμα ιατρικής επιστήμης και νόμων του κράτους. Ταυτόχρονα, η ιατρικοποίηση έχει ανάγει τον θάνατο σε κάποιου είδους ασθένεια η οποία πρέπει να θεραπευτεί ή αφού αυτό δεν είναι δυνατόν να παραταθεί η έλευσή του. «Η μάχη ενάντια στον θάνατο» είναι μια έκφραση που ακούμε συνέχεια όταν αντιμετωπίζεται μια ασθένεια και το να πεθάνεις ισοδυναμεί με ήττα. 10 Σε αυτή την μάχη ενάντια στον θάνατο, η επιστήμη βρίσκεται στην πρώτη γραμμή και η επιτυχία της αποτυπώνεται στα δημογραφικά στοιχεία του προσδόκιμου ζωής. Η αύξηση του προσδόκιμου ζωής έχει αναχθεί σε κριτήριο για την ευημερία μιας κοινωνίας, ως μια αυταπόδεικτη αξία για την ίδια τη ζωή και ταυτόχρονα έναν θρίαμβο για την πρόοδο της επιστήμης. Έτσι, η ζωή από ποιότητα ( essence) ανάγεται σε ποσότητα (εφόσον μπορεί να μετρηθεί). Αυτή η μετάβαση δεν θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί χωρίς την μέτρηση. Πλέον η ζωή μετριέται σε χρόνια. Εντάσσεται ή καλύτερα κρίνεται έχοντας ως μέτρο και σημείο αναφοράς αυτόν τον αυτόνομο κόσμο του χρόνου που 8 Μ. Βοβέλ, 2000, «Ο Θάνατος και η Δύση: από το 1300 ως τις μέρες μας», μτφρ. Κ. Κουρεμένος, ΝΕΦΕΛΗ, τόμος Β, σ. 361 9 Ό.π., σ. 389 10 Δ. Μακρυνιώτη (επιμ.), 2008, «Περί θανάτου: η πολιτική διαχείριση της θνητότητας», Νήσος, σ. 140 5
αναφέρω πιο πάνω και όσο πιο πολύ μπορεί να τον προσεγγίσει στην ποσότητά του τόσο το καλύτερο. Σε αυτόν τον χρόνο που ξοδεύεται, ο θάνατος είναι το αναπόφευκτο τέλος που θα ευχόμασταν να μην έρθει (οι φαντασιώσεις περί αθανασίας από την αρχαιότητα ως σήμερα έχουν ενδιαφέρον). Είναι αυτός που θέτει τέλος στην ανταλλακτική αξία του χρόνου. Άρα είναι ένας θάνατος που πρέπει είτε να παραταθεί, είτε να προβλεφθεί εγκαίρως, είτε με κάποιον τρόπο να μην παρακωλύσει την αέναη κίνηση του κεφαλαίου εάν δεν μπορεί να την ενισχύσει όπως γίνεται συστηματικά και οργανωμένα στην περίπτωση του πολέμου και όλης της βιομηχανίας που έχει στηθεί γύρω από την εμπορευματοποίηση του θανάτου. H εφεύρεση ενός νέου θανάτου Ο θάνατος θεωρείται αποτέλεσμα ανεπάρκειας, ατέλειας και φθοράς. Η ιατρικοποίηση και ο ανεξάρτητος από κάθε κοινωνικότητα χρόνος διαμορφώνουν σε συνδυασμό αυτή την έννοια του θανάτου. Το 1967 έγινε η πρώτη μεταμόσχευση καρδιάς στον κόσμο στη Νότια Αφρική και ένα χρόνο μετά μια επιτροπή της Ιατρικής Σχολής του Harvard «ανακήρυξαν μονομερώς ότι άτομα σε κατάσταση μη αντιστρεπτού κώματος και με διάγνωση συνδρόμου εγκεφαλικού θανάτου μπορούσαν να κηρυχτούν νεκρά». 11 Πριν από αυτή την ανακήρυξη, η οποία βέβαια θεσπίστηκε και επίσημα με νόμο το 1981 στις ΗΠΑ, η τυπικά αποδεκτή αντίληψη για την ιατρική διαπίστωση του θανάτου ήταν η στιγμή που η καρδιά θα σταματούσε να χτυπάει. Μια τεχνολογία, που από τα μέσα του 20 ου αιώνα χρησιμοποιείται ευρέως, ο τεχνητός αναπνευστήρας διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στην ανακατασκευή του νέου αυτού θανάτου και στις μεταμοσχεύσεις. Με τον τεχνητό αναπνευστήρα είναι δυνατό να κρατηθεί ένα σώμα ζωντανό ακόμα κι αν ο εγκέφαλος είναι νεκρός. Αυτή είναι μια επίσημη διατύπωση. Θα μπορούσαμε να πούμε πως με αυτή τη τεχνολογία γίνεται δυνατή η επιστροφή ή η επιβεβαίωση ενός (καρτεσιανού) δυισμού ανάμεσα σε νου και σώμα, όπου τα δύο μπορούν να λειτουργούν ανεξάρτητα. Έτσι, η ύπαρξη ταυτίζεται με την λειτουργία του νου. 12 Ο αναπνευστήρας συντηρεί βιολογικά έναν οργανισμό που μπορεί να είναι εγκεφαλικά νεκρός, να έχει απώλεια συνείδησης και 11 Ό.π., σ. 214 12 M. Lock & V.K. Nguyen, 2010, «An Anthropology of Biomedicine», Wiley Blackwell, σ. 255 6
άρα να είναι και κοινωνικά νεκρός. Χωρίς την ύπαρξη του τεχνητού αναπνευστήρα δεν θα ήταν δυνατή η εφεύρεση αυτού του νέου θανάτου. Τα επιχειρήματα αυτής της επιτροπής υπέρ ενός αυστηρού ορισμού του θανάτου ήταν τα εξής δύο: 1) «ότι οι βελτιώσεις στα μέτρα ανάνηψης και υποστήριξης δημιουργούσαν αυξημένα βάρη σε ασθενείς, οικογένειες και νοσοκομειακούς πόρους και 2) ότι τα απαρχαιωμένα κριτήρια για τον ορισμό του θανάτου ενδέχεται να οδηγήσουν σε διαμάχη ως προς την αφαίρεση οργάνων για μεταμόσχευση. 13 Από τη μια μεριά, οι βελτιώσεις (που στην ουσία κάνουν δυνατή τη ζωή ή/και αποτρέπουν τον θάνατο) δημιουργούν οικονομικά προβλήματα και από την άλλη το ζήτημα των μεταμοσχεύσεων. Και τα δύο άμεσα συνδεδεμένα με την εμπορευματοποίηση της υγείας. Ειδικά το θέμα των μεταμοσχεύσεων συνοδεύεται από τη μια με μεγάλο κόστος και άρα μεγάλο κέρδος και από την άλλη με ένα διεθνές δίκτυο παράνομου εμπορίου οργάνων το οποίο φυσικά εκμεταλλεύεται τις φτωχότερες τάξεις ανά τον κόσμο. Η μεταμόσχευση των οργάνων προϋποθέτει πρώτα την απεικόνισή τους, την αφαίρεσή τους από το σώμα και μετά την επανανοηματοδότησή τους ώστε να καταστούν εμπορεύσιμα. Είναι μια ολόκληρη τεχνική, επιστημονική και νομική διαδικασία που την καθιστά δυνατή. Ανακεφαλαίωση Αυτός ο νέος θάνατος, ο εγκεφαλικός θάνατος πρέπει κατά τη γνώμη μου να μελετηθεί έχοντας υπόψη όλα τα προηγούμενα. Ας τα συνοψίσω. 1) Ο τεχνολογικά δημιουργημένος και γι αυτό το λόγο μετρήσιμος χρόνος δεν είναι ένα σημείο αναφοράς για τη μελέτη της ιστορίας αλλά ένα ανοιχτό ερώτημα. Αν υπάρχει ένα σημείο αναφοράς αυτό είναι αρχικά η ταξική πάλη έξω όμως από μια φιλοσοφία γραμμικής ιστορίας. Είναι μια κοινωνική σχέση και ως τέτοια πρέπει να διερευνάται. 2) Ο μοναχικός, ιδιωτικός και τελικά κοινωνικά εξόριστος θάνατος της δύσης είναι ένας θάνατος που βρίσκεται σε μια διαλεκτική σχέση με τον αυτόνομο χρόνο που συνεχώς προσπαθεί το κεφάλαιο να εγκαθιδρύει. 13 Δ. Μακρυνιώτη (επιμ.), 2008, «Περί θανάτου: η πολιτική διαχείριση της θνητότητας», Νήσος, σ. 214 7
Η τεχνολογία εμφανίζεται ιστορικά σαν μια απόσπαση της γνώσης και σαν ένας απαγωγέας του χρόνου (ως κοινωνική σχέση) και άρα του θανάτου. Ο εγκεφαλικός θάνατος είναι η συνάντηση του κεφαλαιακού χρόνου, του εξόριστου θανάτου και της (ψηφιακής )τεχνολογίας. Είναι εκείνος ο θάνατος που πρέπει να μετατραπεί σε στιγμή ώστε να ενταχθεί στον συνεχή χρόνο του κεφαλαίου χωρίς να τον διαταράξει. Και αυτή την αφαίρεση του από το κοινωνικό, όπου ο χρόνος εμφανίζεται μονάχα ως κοινωνική σχέση και πρακτική (και όχι ανεξάρτητος και αφηρημένος) την πραγματοποιεί η τεχνολογική και επιστημονική πρακτική. Ο ορισμός αυτού του θανάτου γίνεται με τον τρόπο που θα επιτρέψει τα όργανα να παραμένουν χρήσιμα. Από τη στιγμή που θα επέλθει ο θάνατος, αυτός ο «τεχνολογικά ενορχηστρωμένος θάνατος» το σώμα παύει να είναι πρόσωπο ιστορικό και κοινωνικό και μετατρέπεται σε ένα σπάνιο πόρο, σε ένα «ορυχείο» πολύτιμων οργάνων, υποκείμενο στην διαχείριση της διεθνούς ιατρικής κοινότητας. Θα γίνει μέρος μιας διεθνούς τράπεζας βιο-διαθεσιμότητας (bioavailability). Αυτός ο θάνατος είναι ριζικά διαφορετικός από ότι ήταν συνηθισμένο, δεδομένου πως το σώμα είναι ακόμα ζεστό, η καρδιά χτυπά κανονικά. Και φυσικά αλλάζει κάθε έννοια ψυχής και αποχώρησής της από το σώμα για όσους έχουν θρησκευτικές πεποιθήσεις. Είναι πολλοί και οι συγγενείς αλλά και εργαζόμενοι στο χώρο της υγείας που δεν θεωρούν ότι ο εγκεφαλικός θάνατος είναι πραγματικά θάνατος. Είναι περισσότερο ξεκάθαρο σε αυτήν την περίπτωση ότι ο θάνατος είναι κοινωνικός και ποιος είναι αυτός κάθε φορά κρίνεται σε αναλογία με τον συσχετισμό δυνάμεων. Αθανασία Σε αυτό το σημείο δύο πράγματα, το ένα από τη λογοτεχνία και το άλλο από τη φιλοσοφία, ίσως έχουν να προσφέρουν στην συζήτηση. Ο Μίλαν Κούντερα σε ένα από τα πιο γνωστά έργα του γράφει: «Το πρόβλημα δεν είναι ο θάνατος: είναι η αθανασία... (η οποία) δεν έχει βέβαια τίποτα να κάνει με την.. αθανασία της ψυχής. Πρόκειται για μιαν άλλη αθανασία, βέβηλη, γι αυτούς που μετά το θάνατό τους παραμένουν στη μνήμη των μεταγενέστερων. Ο καθένας μπορεί να επιδιώξει αυτή την αθανασία.. και ο καθένας την σκέπτεται ήδη από την εφηβεία». Αυτή η σκέψη για την αθανασία στην σκέψη του ανθρώπου θυμίζει τις αλληγορικές μορφές του Κυρίου και του Δούλου στον Hegel, οι οποίες αν γίνουν κατανοητές ως τυποποιήσεις των σχέσεων εξουσίας στην φιλοσοφία του περί αναγνώρισης και όχι 8
ως ιστορικοί ρόλοι έχουν να μας δώσουν πολλά. Ο Κύριος μη φοβούμενος τον θάνατο και έχοντας την επιθυμία για αναγνώριση απελευθερώνεται και ζει για τον εαυτό του. Ο Δούλος δειλιάζει, φοβάται το θάνατο και η επιθυμία του για ζωή τον καθιστά πράγμα του Κυρίου. Τελικά, όμως ο Κύριος δεν μπορεί να αποκτήσει αυτόσυνείδηση χωρίς την αναγνώριση από μια άλλη αυτοσυνείδηση και έτσι εξαρτά την επιβίωσή του από τον Δούλο συνειδητοποιώντας τα δεσμά της ζωής. Ο Δούλος αντίστροφα απελευθερώνεται μέσα από την αγωνία, την γνώση και την εμπειρία των φυσικών περιορισμών και εν τέλει του θανάτου. Ο θάνατος του Άλλου δεν επιτυγχάνεται γιατί έτσι θα καταστραφεί και το Εγώ, αφού δεν θα υπάρχει αναγνώριση. 14 Αυτές οι σκέψεις μας κάνουν να αναρωτηθούμε το εξής: πως η αυτονόμηση του χρόνου και ο εξορισμός του θανάτου δημιουργεί μια κατάσταση όπου ο Κύριος μοιάζει να ζει χωρίς την αναγνώριση και την εξάρτηση από τον Δούλο ή αλλιώς τον κοινωνικό χρόνο και τον φυσικό περιορισμό του θανάτου, επιδιώκοντας μιαν αθανασία, μιαν αιωνιότητα. Αυτό σημαίνει πως τείνει συνεχώς προς τον αφανισμό του Δούλου και γι αυτό και προς τον δικό του αφανισμό. Δοκιμή Από ιστοριογραφικής άποψης και σε άμεση συνάρτηση με το συλλογισμό που αναπτύχθηκε στην παρουσίαση αυτή τι μπορούμε να πούμε για τον εγκεφαλικό θάνατο; Στην τεχνική της εξέτασης (με το εγκεφαλογράφημα και λοιπές εξετάσεις) για τον ορισμό του νέου θανάτου και την τεχνολογία της μεταμόσχευσης μπορούμε να εντοπίσουμε την εξουδετέρωση του Άλλου και ταυτόχρονα την επιδίωξη για Αθανασία. Η εξουδετέρωση είναι η τεχνική και νομική κατασκευή του θανάτου και η επιδίωξη για αθανασία η διατήρηση και μεταμόσχευση των οργάνων σε άλλο σώμα, ημιθανές ως τη στιγμή εκείνη. Μοιάζει σαν ο Κύριος να καταφέρνει προς στιγμήν αυτή την μη εξάρτηση του από τον Δούλο δια του θανάτου του συνεχίζοντας την δική του πορεία του ενάντια στο θάνατο. Το ερώτημα είναι με ποιους τρόπους οι τεχνικές που διαμορφώνουν τον χρόνο του κεφαλαίου ή αλλιώς πως οι τεχνικές του κεφαλαίου που διαμορφώνουν τον χρόνο διαμορφώνουν την έννοια και το βίωμα του θανάτου είτε μιλάμε για ιατρικές τεχνικές όπως παραπάνω, είτε για τεχνικές επικοινωνίας. Πώς αυτό το σχέδιο μας βοηθάει 14 P. Osborne, 1995, Politics of Time: Modernity and avant-garde, Verso, σ.72-74 9
να βγούμε έξω από το νοσοκομείο και να εντοπίζουμε τον πανταχού παρόντα θάνατο στη συγκεκριμένη ιστορική του μορφή όπως διαμορφώνεται από μια συγκεκριμένη τεχνολογία και πώς διαμορφώνει τη ζωή η κάθε έννοια του θανάτου. Ας επαναδιατυπώσω το μεθοδολογικό σχέδιο άλλη μια φορά. Σημείο αναφοράς της έρευνας για τη σχέση τεχνολογίας και θανάτου δεν μπορεί να είναι ο χρόνος. Ο χρόνος τίθεται και αυτός σε διερώτηση. Ως σημείο αναφοράς λειτουργεί πρώτα η ταξική πάλη στην ιστορικότητα της και δευτερευόντως η σχέση ανάμεσα στο θάνατο και την αθανασία. Από αυτά συνάγουμε πως κάθε τεχνολογική πρακτική εγκολπώνει κάποιου είδους χρόνου, δηλαδή, κάποια κοινωνική σχέση και κάθε κοινωνική σχέση καθορίζεται από το πώς η έννοια του θανάτου διαμορφώνει τη ζωή. Για παράδειγμα, η χρήση της τεχνολογίας του smartphone κινητού τηλεφώνου. Ποια η σχέση που πραγματοποιεί; Που «είναι» ο θάνατος και ποια η ζωή; Πως λειτουργεί ο χρόνος; Στο τεϊλορικό εργοστάσιο επιχειρείται μια «υποκατάσταση της εργατικής κυριαρχίας πάνω στους τρόπους χειρισμού από κάτι..» ξένο το οποίο αρχικά εφαρμόζεται τοπικά και στη συνέχεια αποκτά τη θέση ενός «γενικού τυπικού κώδικα άσκησης της εργασίας». Η εφαρμογή αυτού του κώδικα εξασφαλίζει την ένταξη των ανειδίκευτων εργατών. 15 Ο κώδικας λειτουργεί στη τεχνολογία του κινητού ως μια υποκατάσταση του προσωπικού χαρακτήρα και τρόπου της επικοινωνίας (ως σχέση) από κάτι τρίτο, έτσι ώστε να δημιουργεί έναν γενικό και αφηρημένο τρόπο άσκησής της. Ο τρόπος επικοινωνίας χάνει έτσι τον προσωπικό, ενδεχομενικό και αβέβαιο χαρακτήρα του. Γίνεται αφηρημένος και μη αναλογικός. Σε αυτήν την αφαίρεση εντοπίζουμε την απονέκρωση της επικοινωνίας, την απαγωγή της ζωντάνιας από την τεχνική του κώδικα, τελικά τον θάνατο. Ο χρόνος μέσα στον οποίο πραγματοποιείται η επικοινωνία αυτή είναι εκείνος ο ίδιος χρόνος που προσπαθεί να την ρυθμίσει εξωτερικά. Ευτυχώς, το ενδεχόμενο της αντίστασης, το «χασομέρι» του Taylor, δηλαδή η ζωή, παραμένει πάντοτε δυνατό. 15 Μ. Κοριά, 1985, «Ο εργάτης και το χρονόμετρο: Τεϊλορισμός Φορντισμός και μαζική παραγωγή», Εναλλακτικές Εκδόσεις, σ. 59-60 10