ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ ΤΟΜΕΑΣ ΑΓΩΝΙΣΤΗΚΩΝ ΑΘΛΗΜΑΤΩΝ ΟΙ ΤΡΑΥΜΑΤΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΩΜΙΚΗΣ ΖΩΝΗΣ

Σχετικά έγγραφα
Ρήξη του Τενοντίου Πετάλου του Ώμου: Γενικές Πληροφορίες

Ρήξη του Επιχείλιου Χόνδρου του Ώμου και Βλάβες SLAP

Βλάβες του Ανώτερου Τμήματος του Επιχείλιου Χόνδρου (Βλάβες SLAP)

Μυϊκές θλάσεις και αποκατάσταση ΠΗΔΟΥΛΑΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΤΕΦΑΑ ΚΟΜΟΤΙΝΗΣ

Ακτινογραφική απεικόνιση ωμικής ζώνης. Περικλής Παπαβασιλείου,PhD Τεχνολόγος Ακτινολόγος

Τι είναι η ρήξη του έσω μηνίσκου ;

Οι Μηνίσκοι του Γόνατος και η Αρθροσκοπική Mηνισκεκτομή

Συνήθεις τραυματισμοί σε τριαθλητές και βασικά στοιχεία για την αποκατάστασή τους. Χοντολίδης Πάνος Φυσικοθεραπευτής MSc PT

Ο Πρόσθιος Χιαστός Σύνδεσμος του Γόνατος και η Συνδεσμοπλαστική

5 ΛΥΚΕΙΟ ΧΑΛΑΝΔΡΙΟΥ ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΗ ΒΙΟΛΟΓΙΑ. H άρθρωση του ώμου

Ποιός είναι ο ρόλος του Πρόσθιου Χιαστού Συνδέσμου

- Η σπονδυλοδεσία γίνεται σε πέντε στάδια αποκατάστασης:

Τενοντίτιδα ώμου ή Τενοντίτιδα υπερακανθίου - Σύνδρομο υπακρωμιακής πρόσκρουσης ή προστριβής ώμου (shoulder impingement syndrome)

Εξαρθρήματα της Ακρωμιοκλειδικής Άρθρωσης. Συντηρητική και Χειρουργική Θεραπεία. Χρήστος Κ. Γιαννακόπουλος Ορθοπαιδικός Χειρουργός Αθήνα

Πόνος στην περιοχή του ώμου συνηθισμένες αιτίες

ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΥΠΑΚΡΩΜΙΑΚΗΣ ΠΡΟΣΤΡΙΒΗΣ. Σ.Υ.Π. σαν Κλινική Οντότητα. Ιστορική Αναδρομή. Σημείο Πρόσκρουσης. Σ.Υ.Π. σαν Κλινική Οντότητα 2/8/2013 Ν.Π.

ΠΕΡΙΦΕΡΙΚΗ ΡΗΞΗ ΔΙΚΕΦΑΛΟΥ ΤΕΝΟΝΤΑ ΑΓΚΩΝΑ ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ Δρ Λ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Χειρούργος ορθοπαιδικός Αρεταίειο νοσοκομείο, Κύπρος

Γ.Ν «ΑΓ.ΠΑΥΛΟΣ» ΟΡΘΟΠΑΙΔΙΚΗ ΚΛΙΝΙΚΗ

Παθήσεις του Τενοντίου Πετάλου του Ώµου

Προπόνηση των άλλων φυσικών ικανοτήτων

Σύνδροµο Μηροκοτυλιαίας Πρόσκρουσης Femoroacetabular Impingement Syndrome (FAI)

ΕΙΔΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΩΜΟΥ ΣΤΟΥΣ ΚΟΛΥΜΒΗΤΕΣ

ΚΑΚΩΣΕΙΣ ΣΥΝΔΕΣΜΩΝ ΑΚΡΟΥ ΠΟΔΑ - ΑΜΕΣΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ - ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΔΡ. ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ Χ. ΤΥΦΛΙΔΗΣ Ε.Φ.Α. ΦΥΣ/ΤΗΣ

Μυϊκή αντοχή. Η σχέση των τριών κύριων µορφών της δύναµης (Weineck, 1990) ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η ανάκτηση του εύρους κίνησης της άρθρωσης Η βελτίωσης της μυϊκής απόδοσης Η βελτίωσης της νευρομυϊκής λειτουργίας-ιδιοδεκτικότητας Η λειτουργική

Είναι γνωστό πόσο μεγάλο ρόλο παίζει το ισοκινητικό δυναμόμετρο στην φάση της

ΕΠΕΑΕΚ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΥ Τ.Ε.Φ.Α.Α. ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ - ΑΥΤΕΠΙΣΤΑΣΙΑ

Η μυϊκή ομάδα η οποία βρίσκεται στην οπίσθια επιφάνεια του μηρού (οπίσθιοι μηριαίοι μύες) αποτελείται από τρεις μύες (εικόνα):

«διάστρεμμα» - «Ro ΠΔΚ F+Pr» ΕΠΩΔΥΝΗ ΠΟΔΟΚΝΗΜΙΚΗ ΣΤΟΝ ΑΘΛΗΤΗ ΔΙΑΣΤΡΕΜΜΑ 30/11/2013 6/52

ΑΝΩ ΑΚΡΟ. αντιβράχιο αγκώνας - βραχιόνιο Α. ΓΑΛΑΝΟΠΟΥΛΟΥ

ΑΡΘΡΟΣΚΟΠΗΣΗ ΓΟΝΑΤΟΣ ΜΙΑ ΑΝΩ ΥΝΗ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΗΣ ΜΕΘΟ ΟΣ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ

ΤΡΑΥΜΑΤΟΛΟΓΊΑ ΚΑΙ ΑΠΟΚΑΤΆΣΤΑΣΗ

Τραυματισμοί στο Ποδόσφαιρο

Χειρουργική Θεραπεία των Οστεοπορωτικών Καταγμάτων

Εκπαιδευτικό Πρόγραμμα Ελληνικής Ακτινολογικής Εταιρείας ΕΛΕΝΗ Σ. ΑΝΤΥΠΑ Γενικό Νοσοκομείο Αθηνών «Γ. Γεννηματάς»

Ημιολική ΑΡΘΡΟΠΛΑΣΤΙΚΗ ΩΜΟΥ - Χειρουργική Τεχνική

Γράφει: Τερζίδης Ιωάννης, Ορθοπαιδικός Χειρουργός,

Μιχάλης Η. Χαντές. Αθλητικές κακώσεις: Κακώσεις μυών οστών Θεραπευτικές δυνατότητες Προστατευτικός εξοπλισμός.

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

YΠΟΤΡΟΧΑΝΤΗΡΙΑ ΚΑΤΑΓΜΑΤΑ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ. Από τον ελάσσονα τροχαντήρα έως το όριο άνω προς μέσο τριτημόριο του μηριαίου

ΜΥΪΚΕΣ ΑΝΙΣΟΡΡΟΠΙΕΣ ΠΗΔΟΥΛΑΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

Ακτινογραφικός έλεγχος άνω άκρου. Περικλής Παπαβασιλείου, PhD Τεχνολόγος-Ακτινολόγος

Αιτιολογία Τραυματισμών σε Ποδοσφαιριστές

ΑΘΛΗΤΙΚΕΣ ΚΑΚΩΣΕΙΣ ΚΑΚΩΣΕΙΣ ΠΔΚ ΠΔΚ ΑΡΘΡΩΣΗ ΣΥΝΔΕΣΜΙΚΕΣ ΚΑΚΩΣΕΙΣ ΥΠΑΣΤΡΑΓΑΛΙΚΗ ΑΡΘΡΩΣΗ ΣΥΧΝΕΣ ΚΑΚΩΣΕΙΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑ ΕΣΩ ΣΥΝΔΕΣΜΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΣΥΣΤΗΜΑ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. ΚΑΚΩΣΕΙΣ ΜΑΛΑΚΩΝ ΜΟΡΙΩΝ & ΣΚΕΛΕΤΟΥ

ΕΠΕΑΕΚ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΥ Τ.Ε.Φ.Α.Α. ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ - ΑΥΤΕΠΙΣΤΑΣΙΑ

Συνέντευξη με τον κ. Διονύσιο Χίσσα, Χειρουργός - Ορθοπαιδικός, Τραυματιολόγος

Η Αρθροσκόπηση της Ποδοκνημικής Άρθρωσης

Άνω Άκρο. Ι. Ώµική Ζώνη. Α. Οστά

Άνω και κάτω στόμιο θώρακα Το κάτω στόμιο αφορίζεται από το πλευρικό τόξο και την ξιφοειδή απόφυση. Το άνω από τις 2 πρώτες πλευρές

ΑΣΚΗΣΙΟΛΟΓΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΙΣΧΙΟΚΝΗΜΙΑΙΩΝ, ΓΛΟΥΤΩΝ, ΠΡΟΣΑΓΩΓΩΝ ΑΠΑΓΩΓΩΝ

«ΣΥΝ ΡΟΜΑ ΥΠΕΡΧΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΩΜΟΥ»

ΙΑΦΥΓΟΝΤΑ ΚΑΤΑΓΜΑΤΑ ΑΣΤΡΑΓΑΛΟΥ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΜΙΚΡΗΣ ΒΙΑΣ ΣΤΡΟΦΙΚΕΣ ΚΑΚΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΟ ΟΚΝΗΜΙΚΗΣ.

ΣΥΧΝΕΣ ΠΑΘΟΛΟΓΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΤΡΙΤΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ. Άσκηση και τρίτη ηλικία Μάθημα Επιλογής Κωδικός: 005 Εαρινό εξάμηνο 2015

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

Ρήξη του Επιχείλιου Χόνδρου του Ισχίου Labral Tear

Η ΔΥΝΑΜΗ ΣΤΟ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ. ΜΙΑ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ. ΠΡΑΚΤΙΚΗ & ΕΦΑΡΜΟΓΗ.

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΤΑΓΜΑΤΩΝ ΕΠΔΕΣΜΟΛΟΓΙΑ

Διαγνωστική και Χειρουργική Αρθροσκόπηση του Ώμου

ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ

Τι είναι η αρθροσκόπηση του ώμου;

ΟΛΙΚΗ ΑΡΘΡΟΠΛΑΣΤΙΚΗ ΙΣΧΊΟΥ ΤΥΠΟΥ ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΣ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΣ ΜΙΑ ΝΕΑ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΣΤΗΝ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΑΡΘΡΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΙΣΧΙΟΥ

Περιεχόμενα. Λεξιλόγιο

ΟΣΤΕΟΑΡΘΡΙΤΙΔΑ / ΑΡΘΡΟΠΛΑΣΤΙΚΗ ΩΜΟΥ (Osteoarthritis of the shoulder)

Χειρουργική Θεραπεία της Οστεοαρθρίτιδας

ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΥΠΑΚΡΩΜΙΑΚΗΣ ΠΡΟΣΤΡΙΒΗΣ (2001)

Κακώσεις στον ώμοβραχιόνιο-αγκώνα. Σωκράτης Ε. Βαρυτιμίδης Καθηγητής

Aξιολόγηση κινητικότητας αρθρώσεων

(1) <=2 ΕΒΔΟΜΑΔΕΣ 22/09/ :01 CTEAM (2) 3-6 ΕΒΔΟΜΑΔΕΣ 26/09/ :07 (3) 7-12 ΕΒΔΟΜΑΔΕΣ 21/09/ :10

Μηχανική και Παθομηχανική της Μυϊκής Δραστηριότητας στον Αγκώνα

Συνδρομα Επωδυνων Ακρων

Πλατυποδία σε Παιδιά και Ενήλικες

Ανατομική του Γόνατος Παθολογία και Χειρουργική των Συνδέσμων. Δρ. Χρήστος Κ. Γιαννακόπουλος Ορθοπαιδικός Χειρουργός

2 Κινηματικές έννοιες για την ανάλυση της ανθρώπινης κίνησης 25

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΔΙΔΥΜΟΤΕΙΧΟΥ ΥΠΕΥΘΥΝΗ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ ΘΕΟΔΩΡΙΔΟΥ ΘΕΟΔΩΡΑ

Παράρτημα I. Επιστημονικά πορίσματα και λόγοι για την τροποποίηση των όρων άδειας(-ών) κυκλοφορίας

US Αγκώνα: Πότε και γιατί πραγματοποιείται. Αθηνά Π. Πλάγου Ακτινοδιαγνώστρια

ΚΛΙΝΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ ΓΟΝΑΤΟΣ

Μυολογία ΙΙ. Ioannis Lazarettos. MD PhD Orthopaedic Surgeon

Οδηγίες Τοποθέτησης και Χρήσης του Νάρθηκα Απαγωγής του Ώμου μετά από Αρθροσκοπική Θεραπεία Ρήξεων του Τενοντίου Πετάλου

B Μέρος (από 2) Οστά των Ακρων

ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΠΡΟΠΟΝΗΣΗΣ. Εκπαιδευτική ομάδα ΕΠΟ

Οι Κανόνες. Της Χειροσφαίρισης

ΕΡΓΟΜΕΤΡΙΑ. Τί είναι η εργομετρία;

ΑΡΘΡΟΣΚΟΠΙΚΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΗΣ ΜΗΡΟΚΟΤΥΛΙΑΙΑΣ ΠΡΟΣΚΡΟΥΣΗΣ ΣΕ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΜΕ ΧΡΟΝΙΟ ΠΟΝΟ ΣΤΟ ΙΣΧΙΟ.

Κανόνες διεξαγωγής ερασιτεχνικών αγώνων ποδοσφαίρου αναπτυξιακών ηλικιών

Θεραπευτικές ασκήσεις μετά από λεμφαδενικό καθαρισμό ή μαστεκτομή

ΤΜΗΜΑ ΑΑ ΛΙΣΤΑΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΗΜ/ΝΙΑ ΗΜ.ΕΙΣΟ ΟΥ ΠΙΘΑΝΗ ΕΙ ΟΣ ΧΕΙΡΟΥΡΓ.ΕΠΕΜΒΑΣΗΣ (ΜΟΝ.ΑΡΙΘΜ.) ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΣΤΗ ΛΙΣΤΑ ΗΜ.ΧΕΙΡ/ΓΕΙΟΥ Χ

ΤΜΗΜΑ ΑΑ ΛΙΣΤΑΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΗΜ/ΝΙΑ ΗΜ.ΕΙΣΟ ΟΥ ΠΙΘΑΝΗ ΕΙ ΟΣ ΧΕΙΡΟΥΡΓ.ΕΠΕΜΒΑΣΗΣ (ΜΟΝ.ΑΡΙΘΜ.) ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΣΤΗ ΛΙΣΤΑ ΗΜ.ΧΕΙΡ/ΓΕΙΟΥ Χ

Περιεχόμενα. 1 Τι είναι εμβιομηχανική; 1. 2 Κινηματικές έννοιες για την ανάλυση της ανθρώπινης κίνησης 25

ΙΑΤΡΟΓΕΝΗΣ ΠΑΡΕΣΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΟΥ ΝΕΥΡΟΥ ΣΕ ΑΝΔΡΑ 58 ΕΤΩΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟΥ

Γράφει: Ιωάννης Κοντολάτης, Ορθοπαιδικός Χειρουργός Τραυματιολόγος

Είναι η σύνδεση δύο ή περισσότερων οστών με τη συμμετοχή ενός μαλακότερου ιστού

ΤΜΗΜΑ ΑΑ ΛΙΣΤΑΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΗΜ/ΝΙΑ ΗΜ.ΕΙΣΟ ΟΥ ΠΙΘΑΝΗ ΕΙ ΟΣ ΧΕΙΡΟΥΡΓ.ΕΠΕΜΒΑΣΗΣ (ΜΟΝ.ΑΡΙΘΜ.) ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΣΤΗ ΛΙΣΤΑ ΗΜ.ΧΕΙΡ/ΓΕΙΟΥ Χ

Τραυματισμοί στο Σκι Επιδημιολογικά Στοιχεία- Πρόληψη. Χρόνης Δρούγιας

ΜΑΘΗΜΑ ΠΑΘΗΣΕΙΣ & ΚΑΚΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΩΜΟΥ

(1) <=2 ΕΒΔΟΜΑΔΕΣ 22/09/ :01 CTEAM (2) 3-6 ΕΒΔΟΜΑΔΕΣ 26/09/ :07 (3) 7-12 ΕΒΔΟΜΑΔΕΣ 21/09/ :10

ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟΥ ΙΑΤΡΟΓΕΝΗΣ ΠΑΡΕΣΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΟΥ ΝΕΥΡΟΥ ΣΕ ΑΝΔΡΑ 58 ΕΤΩΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟΥ. Δ. Τσίντζας, Γ. Γερνάς, Π.

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ ΤΟΜΕΑΣ ΑΓΩΝΙΣΤΗΚΩΝ ΑΘΛΗΜΑΤΩΝ ΟΙ ΤΡΑΥΜΑΤΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΩΜΙΚΗΣ ΖΩΝΗΣ ΣΤΟ ΑΘΛΗΜΑ ΤΗΣ ΧΕΙΡΟΣΦΑΙΡΗΣΗΣ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΩΥΣΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Α.Ε.Μ 14606 ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΣΚΟΥΦΑΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2015 1

Περιεχόμενα Περίληψη σελ.3 Εισαγωγή 4 Το άθλημα της χειροσφαίρησης (Handball) 4 Οι τραυματισμοί στη χειροσφαίριση 5 Ο σκοπός της έρευνας 6 Μεθοδολογία 7 Επιδημιολογία 8 Η ανατομία της ωμικής ζώνης 14 Οι τραυματισμοί της ωμικής ζώνης στη χειροσφαίρηση 16 Κακώσεις της ωμικής ζώνης 20 Κακώσεις από υπερχρησία 20 Σύνδρομο υπακρωμιακής προστριβής (Impingement syndrome) 21 Ρήξη μυοτενοντίου πετάλου (Rotator cuff rupture) 24 Τενοντίτιδα υπερακανθίου ( Supraspinatus tendinitis) 25 Τραυματικές κακώσεις (Traumatic injuries) 27 Μυικές κακώσεις και διαστρέμματα (Μuscle injuries and sprains) 27 Ρήξη επιχειλίου χόνδρου (Glenoid labrum tear) 28 Εξάρθρημα του ώμου ( Shoulder dislocation) 30 Αστάθεια του ώμου (Shoulder instability) 33 Μέθοδοι αποκατάστασεις των τραυματισμών του ώμου 35 Συντηρητική θεραπεία 35 Φυσιοθεραπεία 36 Χειρουργική Αντιμετώπιση 36 Συμπεράσματα 39 Βιβλιογραφία 40 2

1)Περίληψη Οι κακώσεις του ώμου είναι συχνές στο άθλημα της χειροσφαίρησης, εμφανίζονται σε μεγαλύτερο βαθμό από υπέρχρηση της άρθρωσης με επαναλαμβανόμενες κινήσεις του άνω άκρου πάνω από το ύψος του ώμου όπως πάσες και ρίψεις (σουτ), αλλά και τραυματικά μετά από βίαια μαρκαρίσματα πάνω στην άρθρωση και στο άνω άκρο ή και πτώσεις στο έδαφος. Η παρούσα εργασία παρουσιάζει και αναλύει τις πιο συχνές κακώσεις του ώμου ( σύνδρομο υπακρωμιακής προστριβής, τενοντίτιδα υπερακάνθιου, εξάρθρημα ώμου, αστάθεια ώμου) την συχνότητα εμφάνησης τους, καθώς και τους μηχανισμούς και παράγοντες που παίζουν ρόλο στην εμφάνιση τους μέσα από δημοσιευμένα άρθρα, ερεύνες και μελέτες. Επίσης αναφέρονται οι μέθοδοι αντιμετόπισης και θεραπείας των κακώσεων αυτών. 3

2) Εισαγωγή 2.1) Το άθλημα της χειροσφαίρησης (Handball) Το άθλημα της χειροσφαίρησης είναι γρήγορο, δυναμικό και εντυπωσιακό. Παίζεται από δύο ομάδες των 7 παικτών ( 1 τερματοφύλακας και 6 παίκτες γηπέδου) σε γήπεδο διαστάσεων 40X20 μέτρων και σκοπός κάθε ομάδας είναι να σκοράρει όσα περισσότερα γκολ στην αντίπαλη εστία και να δεχτεί λιγότερα σε 2 τριαντάλεπτα ημίχρονα, η επαφή της μπάλας με τα πόδια απαγορεύεται ενώ οι αλλαγές των παικτών είναι απεριόριστες. Ο πατέρας του αθλήματος στη σύγχρονη του μορφή θεωρείται ο Δανός γυμναστής Holger Nielsen, που επινόησε το "Haanbold-Spiel" (παιχνίδι χάντμπολ) το 1848 και έθεσε τους κανόνες και τον τρόπο με τον οποίο θα παιζόταν το παιχνίδι. Οι Δανοί ανέπτυξαν το άθλημα και τελικά διαμόρφωσαν τους κανόνες το 1897, στους οποίους βασίζεται ο σημερινός τύπος της Ολυμπιακής χειροσφαίρισης. Ήταν ένα παιχνίδι, το οποίο παιζόταν σε ένα γήπεδο ελαφρώς μεγαλύτερο από αυτό της καλαθοσφαίρισης, με τέρματα παρόμοια αυτών του ποδοσφαίρου, αλλά πιο μικρά σε μέγεθος (2.5x2 μέτρα). Γύρω στα 1890, ο Γερμανός καθηγητής Φυσικής Αγωγής (Φ.Α.), ο Konrad Koch εισάγει ένα παιχνίδι χάντμπολ, το «Raffballspiel» ένα είδος παιχνιδιού αρπαγής ("snatch") της μπάλας, το οποίο όμως δεν εξαπλώθηκε. Στην Τσεχοσλοβακία, το 1892, καθηγητές Φ.Α. από τους οποίους ξεχώρισε το όνομα του Kristof, εισάγουν ένα παιχνίδι με την ονομασία «Ceska hazena» (σουτ με το χέρι). Στην Σουηδία, το 1910, ο Wallstrom ήταν αυτός που εισήγαγε το λεγόμενο μέχρι τις μέρες μας "Handball" (Χάντμπολ). Μέχρι το 1952, είχε επικρατήσει το άθλημα της χειροσφαίρισης να πραγματοποιείται σε ανοιχτούς χώρους. Η χειροσφαίριση σε κλειστό γήπεδο περιορίστηκε, κυρίως, στις βόρειες ευρωπαϊκές χώρες. Ωστόσο, εξαιτίας των κλιματολογικών συνθηκών, της έλλειψης μεγάλων ανοικτών γηπέδων (στα οποία είχαν προτεραιότητα το ράγκμπι και το ποδόσφαιρο) και εξαιτίας της αναγνώρισης του γεγονότος ότι, η χειροσφαίριση είναι το πιο γρήγορο ομαδικό παιχνίδι μετά το χόκεϊ επί πάγου, η χειροσφαίριση σε κλειστό χώρο (γήπεδο) γινόταν ολοένα και πιο γνωστή στον κόσμο. Το 1960, η χειροσφαίριση σε ανοιχτούς χώρους έχασε γρήγορα την δημοτικότητά της και το τελευταίο παγκόσμιο πρωτάθλημα έγινε το 1966. Η χειροσφαίριση ήταν πάντα ένα άθλημα, το οποίο επικρατούσε στα ευρωπαϊκά κράτη και δεν εμφανιζόταν σε άλλες χώρες εκτός Ευρώπης. Το παιχνίδι σε κλειστό γήπεδο είναι τώρα ο μόνος γνωστός τύπος της χειροσφαίρισης. Σήμερα, η χειροσφαίριση είναι ένα διαδεδομένο άθλημα, το οποίο συνεχώς αναπτύσσεται σε όλο τον κόσμο και ανήκει στην οικογένεια των 4

Ολυμπιακών αθλημάτων, (συμπεριλήφθηκε στο Ολυμπιακό πρόγραμμα από τους αγώνες του Μονάχου, το 1972). Στην Ελλάδα πρωτοπαίχτηκε το 1922 στο ποδοσφαιρικό γήπεδο του Πανελληνίου Γ.Σ. με 11 παίκτες ενώ στις 13 Φεβρουαρίου του 1977 στο Αμύνταιο Φλώρινας, γίνεται η πρώτη επίσημη αγωνιστική εκδήλωση του χάντμπολ στην Ελλάδα με συμμετοχή 4 ομάδων ανδρών και 2 γυναικών. Η πρώτη Πανελλήνια διοργάνωση έγινε το Σεπτέμβριο του 1977 στην Αθήνα με συμμετοχή 12 ομάδων. Από τότε μέχρι σήμερα το χάντμπολ γνώρισε μια αλματώδη ανάπτυξη στην Ελλάδα. Την στιγμή αυτή το χάντμπολ καλλιεργείται σε περισσότερα από 140 σωματεία σε όλη την Ελλάδα και έχει εγγεγραμμένους περισσότερους από 25.000 αθλητές και αθλήτριες όλων των ηλικιών. Στο εξωτερικό και κυριώς στην βόρεια Ευρώπη η δημοτικότητα του χάντμπολ είναι ακόμα μεγαλύτερη. Σε χώρες όπως η Γερμανία, η Γαλλία, η Ισπανία, όλες οι Σκαβιναδικές χώρες, οι χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης και της πρώην Γιουκοσλαβίας είναι πολύ δημοφιλές και στις περισσότερες έρχεται δεύτερο πίσω απο το ποδόσφαιρο προσπερνώντας το μπάσκετ και το βόλευ. Αρκετά δημοφιλές είναι και στις χώρες της βορείου Αφρικής με την Αίγυπτο, την Τυνισία και την Αλγερία να έχουν σημαντικές επιτυχίες με τις εθνικές τους ομάδες. Νότιος Αμερική και Ασία τα τελευτέα χρόνια με ομάδες όπως η Αργεντινή, η Βραζιλία και η Νότιος Κορέα δείχνουν ότι το χάντμπολ είναι ενα άθλημα που εξαπλώνεται παγκοσμίος. Είναι χαρακτηριστικό ότι η παγκόσμια ομοσπονδία αριθμεί πάνω από 180 χώρες-μέλη. 2.2) Οι τραυματισμοί στη χειροσφαίριση Σε πολλά αθλήματα υπάρχει άμεση επαφή με τον αντίπαλο και σε άλλα αναπτύσσονται υψηλές ταχύτητες. Έτσι, η χειροσφαίριση, ως ένα ομαδικό άθλημα, που απαιτεί πολλές φυσικές ικανότητες και δεξιότητες (δύναμη, ταχύτητα) από τους συμμετέχοντες, παράλληλα με τις ιδιαιτερότητες που έχει (π.χ. συχνές και έντονες επαφές με τον αντίπαλο παίκτη), οδηγεί συχνά σε κακώσεις. Γενικά, στη χειροσφαίριση, οι παίκτες δέχονται μεγάλες επιβαρύνσεις. Οι επιβαρύνσεις αυτές αφορούν, κυρίως, τα κάτω άκρα, λόγω των συχνών μετακινήσεων μέσα στον αγωνιστικό χώρο, των αλμάτων και των ταχυτήτων, που περιλαμβάνονται στην προπόνηση και τον αγώνα. Επίσης, επιβαρύνσεις δέχονται τόσο ο κορμός, όσο και τα άνω άκρα. Πολλές φορές αυτές οι επιβαρύνσεις έχουν ως αποτέλεσμα οι χειροσφαιριστές να αντιμετωπίζουν κακώσεις, κυρίως, στα προαναφερθέντα μέρη του σώματος. Η χειροσφαίριση είναι άθλημα σωματικής επαφής που η ανακοπή του αντιπάλου με σκληρά φάουλ είναι ο σκοπός, η ταχύτητα, οι 5

απότομες αλαγές κατεύθυνσης χωρίς καμία αμφιβολία το κάνουν να είναι εξαιρετικά επικύνδινο και με πολλούς τραυματισμούς και αναμένεται να γίνει ακόμα περισσότερο όσο αυξάνεται η δύναμη, η ταχύτητα, και ο ρυθμός του παιχνιδιού. Πολλοί τραυματισμοί που συμβαίνουν κατά τη διάρκεια της διαδικασίας της προπόνησης και των αγώνων δεν διαφέρουν σημαντικά σε σχέση με την ηλικία και το φύλο(vlak & Pivalica, 2004). 3) Ο σκοπός της έρευνας Ο σκοπός της ανασκοπικής μελέτης που ακολουθεί είναι η ανάλυση των τραυματισμών στην ωμική ζώνη και στους μύες του στροφικού πετάλου καθώς και ερευνών που έχουν γίνει πάνω στους τραυματισμούς στο άθλημα της χειροσφαίρισης. Αναλύoνται τρεις κακώσεις από υπερχρησία και τέσσερεις τραυματικές κακώσεις. 6

4) Μεθοδολογία Στην εργασία που ακολουθεί χρησιμοποιήθηκαν δημοσιευμένα άρθρα απο την βάση δεδομένων PubMed καθώς και από την μηχανή αναζήτησης Google. Για την εύρεση των σχετικών άρθρων χρησιμοποιήθηκαν όροι και λέξεις κλειδιά όπως: shoulder injuries, handball injuries, impingement syndrome, shoulder dislocation, shoulder instability, Από τον συνολικό αριθμό άρθρων που απέδωσε η αναζήτηση επιλέχτηκαν μόνο όσα είχαν άμεση σχέση με το άθλημα της χειροσφαίρισης και ερευνησάν αθλητές του ή είχαν άμεση αναφορά σε αυτό. Το υλικό της παρούσης εργασίας αποτελείται από ερευνητικά άρθρα πάνω σε ενήλικες και ανήλικους που αναλύουν τη συχνότητα των τραυματισμών στην προπόνηση και τoν αγώνα στη χειροσφαίρηση ξεχωριστά αλλά και σε σχέση με άλλα δημοφιλή αθλήματα, παρουσιάζονται επίσης ερευνητικά άρθρα που επικεντρώνονται στην άρθρωση του ώμου αναλύοντας τους πιο συχνούς τραυματισμούς του στροφικού πετάλου αλλά και περιπτώσεις τραυματισμών στο άθλημα της χειροσφαίρησης πάνω στην ώμικη ζώνη. 7

5) Επιδημιολογία Κατά τον Grethe Myklebust η χειροσφαίριση είναι ένα άθλημα υψηλής έντασης με συχνή σωματική επαφή μεταξύ των παικτών. Οι σωματικές απαιτήσεις χαρακτηρίζονται από διαλειματικά σπριντ. Το παιχνίδι περιλαμβάνει μεγάλη ταχύτητα, κινήσεις προς τα εμπρός, πίσω καθώς και στο πλάι, ίσιες και κοφτές, άλματα, προσγειώσεις, στροφές, και επιταχυνώμενες ή επιβραδυνώμενες επαναλαμβανόμενες κινήσεις. Το μεγαλύτερο μέρος του παιχνιδιού περιλαμβάνει την εξισορρόπηση στο ένα ή στα δύο πόδια, ενώ ταυτόχρονα οι παίκτες πιάνουν ντρίμπλαρουν ή σουτάρουν τη μπάλα με το ένα χέρι. Με σκληρά μαρκαρίσματα και συχνές επαφές του σώματος, είναι προφανής ο κίνδυνος τραυματισμών στη χειροσφαίριση. Όσον αφορά τους οξείς τραυματισμούς οι κύριες αιτίες είναι το σκλήρο παιχνίδι, που τις περισσότερες φορές κάνει τους καρπούς και τους ώμους να υποφέρουν, όπως και το σύνδρομο υπέρχρησης, δηλαδή η μεγάλη συχνότητα επανάληψης ορισμένων κινήσεων και η μεγάλη πίεση που δέχονται οι σύνδεσμοι, οι τένοντες και οι αρθρώσεις, η οποία πιο συχνά εκδηλώνεται στον ώμο και το γόνατο (Vlak & Pivalica, 2004). Οι De Loes & Goldie (1988), αναφέρουν ότι τα ομαδικά αθλήματα επαφής, όπως η χειροσφαίριση, έχουν το μεγαλύτερο βαθμό επικινδυνότητας. Η χειροσφαίριση μαζί με το χόκεϊ επί πάγου, διαπιστώθηκε ότι παρουσιάζουν την μεγαλύτερη πιθανότητα κινδύνου για κάκωση. Οι Leidinger, Gast, & Pforringer (1990), υποστηρίζουν ότι οι κακώσεις στη χειροσφαίριση αποτελούν ένα σημαντικό πρόβλημα, εξαιτίας του αυξανόμενου αριθμού τους. Ωστόσο, ο αριθμός των ερευνών, που αφορούν τις κακώσεις στη χειροσφαίριση, δηλαδή, την ύπαρξη της σχέσης μεταξύ χειροσφαιριστών και κακώσεων, είναι περιορισμένος. Σε σχέση με τη συχνότητα των κακώσεων στη χειροσφαίριση, οι Bak & Koch (1991), αναφέρουν ότι η χειροσφαίριση, που είναι δημοφιλής στη Δανία και γενικά σε όλες τις Σκανδιναβικές χώρες, είναι το άθλημα με την υψηλότερη συχνότητα κακώσεων. Μια μελέτη που έγινε σε 124.321 άτομα φάνηκε, ότι κάθε χρόνο στα 10.000 άτομα γινόταν 46 τραυματισμοί. Επίσης, παρατήρησαν ότι οι γυναίκες είχαν περισσότερους τραυματισμούς από τους άνδρες (Lindblad, Hoy, Terkelsen, Helleland & Terkelsen, 1992). Η ταχυδυναμική εκτέλεση των κινήσεων που την χαρακτηρίζουν, αποτελούν έναν σημαντικό παράγοντα πρόκλησης κακώσεων 8

(Engebretsen, Gruntvedt & Bredland, 1993). Σε παρόμοιο συμπέρασμα καταλήγει και ο Andren-Sandberg (1994) αναφέροντας ότι η χειροσφαίριση είναι ένα άθλημα που περιλαμβάνει πολλές κινήσεις, οι οποίες μπορούν να προκαλέσουν κακώσεις. Οι Tyrdal & Bahr (1996), αναφέρουν ότι η χειροσφαίριση είναι ένα άθλημα επαφής, γεγονός που αυξάνει το ενδεχόμενο κακώσεων. Κάκωση σε ένα άθλημα επαφής, μπορεί να προκληθεί από τη σύγκρουση ανάμεσα σε παίκτες. Επίσης, από την ταχύτητα της μπάλας, από την έλλειψη ελαστικότητας του δαπέδου και από την μεγάλη τριβή, που παρατηρείται μεταξύ των υποδημάτων και της επιφάνειας του δαπέδου. Οι Asembo & Wekesa (1998), υποστηρίζουν ότι ο κίνδυνος κάκωσης είναι αναπόφευκτος στη χειροσφαίριση, γιατί είναι ένα γρήγορο και εκρηκτικό άθλημα. Οι ίδιοι ερευνητές αναφέρουν ότι είναι απαραίτητο να καθοριστούν οι παράγοντες κινδύνου για μια κάκωση, ώστε να ληφθούν μέτρα πρόληψης, θεραπείας και αποκατάστασης. Ο Steinbruck (1999), παρατήρησε ότι η υψηλότερη συχνότητα τραυματισμού παρατηρείται στο ποδόσφαιρο με 10.493 (34.3%), ακολουθεί η χιονοδρομία (σκι) με 3.632 (11.9%), η χειροσφαίριση με 2.307 (7.5%), το τένις με 1.643 (5.4%) και το βόλεϊ με 1.550 (5.1%). Επίσης, οι Engebretsen, Benum, Fasting, Molster & Strand (1990), τοποθετούν τη χειροσφαίριση μαζί με την χιονοδρομία (σκι) και το ποδόσφαιρο, στα πιο επικίνδυνα αθλήματα, τα οποία προκαλούν κακώσεις, με συχνότερη περίπτωση κάκωσης και στα τρία αθλήματα, τη ρήξη του πρόσθιου χιαστού συνδέσμου. Στα ίδια συμπεράσματα κατέληξαν και οι Scavenius, Bak, Hansen, Norring & Jorgensen (1999), οι οποίοι υποστήριξαν ότι η χειροσφαίριση συγκαταλέγεται ανάμεσα στα τρία πρώτα αθλήματα με την υψηλότερη συχνότητα κάκωσης. Επίσης ο Steinbruck (1999), στην έρευνα του, αναφέρει ότι το 66% (123) των παικτών είχαν περίπου 183 συμπτώματα υπέρχρησης. Για παράδειγμα, ένα συχνό σύμπτωμα στους παίκτες είναι ο χρόνιος πόνος στον ώμο. Οι Werner & Plancher (1998), παρατήρησαν ότι η χειροσφαίριση είναι ένα άθλημα στο οποίο, εκτός των άλλων, εμφανίζονται και κακώσεις υπέρχρησης κατά τη διάρκεια συνεχόμενων ρίψεων, λόγω των επαναλαμβανόμενων εκτάσεων και κάμψεων του καρπού, αλλά και των κερκιδικών και ωλένιων εκτροπών. Στην ίδια εργασία, ο Steinbruck (1999), αναφέρει ότι το 66% (123) των παικτών είχαν περίπου 183 συμπτώματα υπέρχρησης. Για παράδειγμα, ένα συχνό σύμπτωμα στους παίκτες είναι ο χρόνιος πόνος στον ώμο. Οι Werner & Plancher (1998), παρατήρησαν ότι η χειροσφαίριση είναι ένα άθλημα στο οποίο, εκτός των άλλων, εμφανίζονται και κακώσεις υπέρχρησης κατά τη διάρκεια συνεχόμενων ρίψεων, λόγω των επαναλαμβανόμενων εκτάσεων 9

και κάμψεων του καρπού, αλλά και των κερκιδικών και ωλένιων εκτροπών. Οι Reckling, Zantop και Petersen (2003), προσθέτοντας μια άλλη, αλλά σημαντική τοποθέτηση σχετικά με τα αθλήματα επαφής, αναφέρουν ότι η μεγάλη συχνότητα των τραυματισμών λόγω επαφής, τονίζει τη σημασία του fair play. Επίσης παρατήρησαν ότι το 53% από τους τραυματισμούς, κατά την διάρκεια αγώνα, προκλήθηκαν από αντίπαλο και το 3% από συμπαίκτη. Έρευνα του U. Jørgensen (1984) σε 288 αθλητές χειροσφαίρισης έδοσε ως αποτέλεσμα 8,3 τραυματισμούς ανά 1000 ώρες παιχνιδιού. Οι τραυματισμοί ήταν ομοιόμορφα κατανεμημένοι στα άνω και κάτω άκρα και αντιστιχούσαν σε 0,71 ανά αθλητή. Η συχνότητα των τραυματισμών παρακολουθήθηκε και μελετήθηκε από τους Nielsen και Yde (1988) σε επιδημιολογική και τραυματολογική μελέτη στους τραυματισμούς σε αθλητές χειροσφαίρισης και προσδιορίστηκε να είναι 4,6 ανά 1000 ώρες προπόνησης και 11,4 ανά 1000 ώρες παιχνιδιού. Τα άνω άκρα συμμετείχαν στο 41% των τραυματισμών με το 21% να είναι στα δάχτυλα των χεριών. Στα κάτω άκρα το διάστρεμα της ποδοκνημικής ήταν ο πιο σύχνός τραυματισμός με 33% ενώ το σύνδρομο της υπέρχρησης έφτασε στο 18%. Οι Seil R., Rupp S., Tempelhof S. και Kohn D. (1997) αξιολόγησαν τους τραυματισμούς στη χειροσφαίριση ρωτώντας αναδρομικά στο τέλος της σεζόν 186 αθλητών από 16 ομάδες. Τα αποτελέσματα τους ήταν 0,8 τραυματισμοί ανά 1000 ώρες προπόνησης και 13,5 τραυματισμοί ανά 1000 ώρες παιχνιδιού. Το 1998 οι ίδιοι ερευνητές σε μια μελέτη ενός χρόνου κατέγραψαν την συχνότητα τραυματισμών σε αγώνες και προπονήσεις σε 186 αθλητών από 16 ομάδες δύο ανρδικών εθνικών κατηγοριών χειροσφαίρισης παρατηρώντας τους αναδρομικά για μία σεζόν. Καταγράφηκαν 91 τραυματισμοί. Η συχνότητα των τραυματισμών εκτιμήθηκε σε 2,5 τραυματισμούς ανά 1.000 ώρες προπόνησης και αγώνων, με σημαντικά υψηλότερη συχνότητα σε τραυματισμούς στον αγώνα (14,3 τραυματισμοι ανά 1000 ώρες αγώνα) σε σύγκριση με τους τραυματισμούς στη προπόνηση (0,6 τραυματισμοί ανά 1.000 ώρες προπόνησης). Τα περιστατικά τραυματισμών στη προπόνηση ήταν υψηλότερα στην ομάδα κατώτερου επιπέδου απόδοσης, και τα περιστατικά τραυματισμών στον αγώνα ήταν υψηλότερα στην ομάδα υψηλού επιπέδου. Το άνω άκρο συμμετείχε σε 37% των τραυματισμών, και το κάτω άκρο σε 54%. Το γόνατο ήταν η πιο συχνά τραυματισμένη άρθρωση, ακολουθούμενο από τα δάχτυλα των χεριών, την ποδοκνημική και τον ώμο. Οι τραυματισμοί 10

στο γόνατο ήταν οι πιο σοβαροί τραυματισμοί, και ήταν πιο συχνοί σε παίκτες υψηλού επιπέδου. Υπήρχε μία αύξηση στην σοβαρότητα του τραυματισμού σε σχέση με το επίπεδο της απόδοσης. Ο μηχανισμός των τραυματισμών αποκάλυψε μεγάλο αριθμό τραυματισμών στην επίθεση, με το ένα τρίτο από αυτούς να συμβένουν κατά τη διάρκεια της αντεπίθεσης. Το μοτίβο των τραυματισμών παρουσίασαν ορισμένες διαφορές σε σχέση με την θέση του παίκτη και το επίπεδο απόδοσης. Οι Seil et al (1998) αναφέρουν επίσης τρεις κύριους λόγους για την συχνότητα τραυματισμών στα κάτω άκρα: Η έλλειψη συντονισμού, με την αύξηση της κόπωσης και τον αυξανόμενο αριθμό αγώνων και προπονήσεων. Η συνύπαρξη αντιπάλων και μικρής περιοχής παιχνιδιού. Το έδαφος και οι σόλες των παπουτσιών. Όσον αφορά στις κακώσεις σε σχέση με την αγωνιστική θέση των παικτών, βρέθηκε ότι οι περιφερειακοί παίκτες (ίντερ) αντιμετώπισαν τους περισσότερους τραυματισμούς (29,0%), ακολούθησαν οι παίκτες γραμμής (πίβοτ, εξτρέμ) (27,5%) και τέλος οι τερματοφύλακες (17,0%) (Reckling et al, 2003). Ο Jorgensen (1984), παρατήρησε ότι σοβαρό και σκληρό τραυματισμό αντιμετωπίζουν πρώτα οι εξτρέμ, ακολουθούν οι περιφερειακοί και τέλος, οι τερματοφύλακες και οι πίβοτ. Οι Seil et al (1998), παρατήρησαν ότι στους εξτρέμ και στους περιφερειακούς παρατηρήθηκε ένα μεγάλο ποσοστό κάκωσης στα άνω άκρα (στον ώμο ή στον βραχίονα) και οι 31 από τους 35 παίκτες (89%) είχαν συμπτώματα υπέρχρησης του ώμου. Οι παραπάνω συγγραφείς, παρατήρησαν ότι οι 2 στους 4 τραυματισμούς των τερματοφυλάκων ήταν στο κεφάλι (1 στη μύτη και μία εγκεφαλική διάσειση, όπου και ήταν αναγκαία η νοσοκομειακή περίθαλψη) και 1 στους 3 τερματοφύλακες υποφέρει από σύμπτωμα υπέρχρησης του αγκώνα. Η χειροσφαίριση είναι ένα άθλημα που συνδυάζει βασικές κινητικές δεξιότητες όπως το τρέξιμο, οι αλλαγές κατευθήσεων, το άλμα και τη ρίψη. Για αυτό το λόγο είναι ιδιαίτερα δημοφιλές στις μικρές ηλικίες και τον σχολικό αθλητισμό. Αυτό όμως δυστηχώς συνεπάγεται και με τραυματισμούς σε ανήλικους και μικρά παιδιά. Χάρακτηριστικές είναι οι μελέτες που έγιναν και μας δείχνουν ότι η χειροσφαίριση είναι εξίσου επικίνδυνη ως προς τους τραυματισμούς και για τους ανήλικους. Οι Sorensen et al (1996), τονίζουν το πόσο σημαντικό είναι το ζήτημα των κακώσεων, κυρίως, για τα νεαρά άτομα, αφού διαπίστωσαν ότι η χειροσφαίριση είναι το τρίτο και το πρώτο κατά σειρά άθλημα, που 11

οδήγησε αγόρια και κορίτσια σχολικής ηλικίας σε νοσοκομείο, αντίστοιχα. Οι Reckling et al (2003), παρατήρησαν ότι σε 73 από τους 100 νεαρούς χειροσφαιριστές (8 έως 21 ετών) καταγράφηκαν 130 τραυματισμοί και οι περισσότεροι από αυτούς (73,1%) αφορούσαν άτομα ηλικίας από 15 18 χρονών. Επίσης, κατέληξαν ότι υπάρχει φανερή διαφορά στη μυϊκή δύναμη και τον μυϊκό συντονισμό των νέων χειροσφαιριστών, ιδιαίτερα στις ηλικίες 15 18 χρονών. Οι Seil et al (1998), παρατήρησαν 91 τραυματισμούς σε 186 νεαρούς παίκτες χειροσφαίρισης. Η συχνότητα τραυματισμού υπολογίστηκε σε 2,5 τραυματισμούς ανά 1000 ώρες παιχνιδιού, με σημαντικά υψηλή συχνότητα τραυματισμών κατά τον αγώνα (14,3 τραυματισμοί ανά 1000 ώρες αγώνα) από ότι κατά την προπόνηση (0,6 τραυματισμοί ανά 1000 ώρες προπόνησης). Επίσης, παρατήρησαν ότι το 37% των τραυματισμών αφορούσε τα άνω άκρα και το 54% τα κάτω άκρα. Επίσης, παρατήρησαν ότι οι πιο συχνές κακώσεις έγιναν στο γόνατο. Οι Yde J. και Νielsen AB. (1990) σε έρευνα τους στα τρία δημοφιλή ομαδικά αθλήματα με μπάλα (ποδόσφαιρο, χειροσφαίριση και μπάσκετ) υπολόγισαν τις επιπτώσεις, τις συνθήκες και τους μηχανισμούς κάτω από τους οποίους συμβαίνουν οι τραυματησμοί σε παιδιά από 6 έως 18 χρονών. Σε ένα σύνολο 302 παιδιών ( 152 αγόρια στο ποδόσφαιρο, 40 αγόρια και 52 κορίτσια στη χειροσφαίριση, και 27 αγόρια και 29 κορίτσια στο μπάσκετ) συμειώθηκαν 119 τραυματισμοί. Σε 1000 ώρες παιχνιδού το ποδόσφαιρο είχε 5,6 τραυματισμούς, η χειροσφαίριση 4,1 και το μπάσκετ 3,0. Τα νούμερα αυτά είνα λίγο μικρότερα από αυτά που έχουν καταγραφεί στους ενίληκες. Οι Susanne Habelt, Carol Claudius Hasler, Klaus Steinbruck και Martin Majewski (2011) σε μια περίοδο 10 ετών κατέγραψαν σε ένα ειδικά σχεδιασμένο πρόγραμμα υπολογιστή ασθενείς με αθλητικές κακώσεις που περιθάλφθηκαν σε αθλητική κλινική. Σε 17397 ασθενείς καταγράφτηκαν 19530 τραυματισμοί από τους οποίους οι 4468 δηλαδή το 25,68% αφορούσαν σε ασθενείς ηλικίας μεταξύ 10 και 19 ετών. Το 66,97% των ασθενών ήταν άνδρες και το 32,88% ήταν γυναίκες. Οι πιο συχνές αθλητικές κακώσεις ήταν στο ποδόσφαιρο (31,13%), ακολουθούσε η χειροσφαίριση (8,89%) και ο αθλητισμός κατά τη διάρκεια του σχολείου (8,77%). Τα κάτω άκρα συμμετείχαν σε 68,71% των περιπτώσεων. Προβλήματα στο γόνατο παρατηρήθηκαν σε 29,79% των ασθενών 2,57% στη σπονδυλικής στήλη και 1,99% στο κεφάλι. 12

Ότι ο κίνδυνος τραυματισμού στη χειροσφαίριση είναι σημαντικά υψηλός επιβεβαιώθηκε μέσω της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής (ΔΟΕ) με μια μελέτη επιτήρησης των τραυματισμών από τους πιο πρόσφατους Ολυμπιακούν Αγώνες. Σε αυτή τη μελέτη από τον Engebretsen et al (2013) ανέφεραν ότι το 22% των παικτών χειροσφαίρισης υπέφερε από έναν τραυματισμό κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων του Λονδίνου το 2012. Σε σύγκριση με άλλα Ολυμπιακά ομαδικά αθλήματα, ο κίνδυνος τραυματισμού φαίνεται να είναι σημαντικά χαμηλότερος από το ποδόσφαιρο (35% των παικτών που τραυματίστηκαν κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών αγώνων), αλλά αισθητά υψηλότερος από το μπάσκετ (11%) και το βόλεϊ (6,9%). 13

6) Η ανατομία της ωμικής ζώνης Πριν προχωρήσουμε στους τραυματισμούς της άρθρωση του ώμου καλό θα ήταν να δούμε και τα ανατομικά του στοιχεία. Η ωμική ζώνη αποτελείται από τρία οστά, την ωμοπλάτη (Scapula), το βραχιόνιο (Humerus) και την κλείδα (Clavicle) (Εικόνα 1). Εικόνα 1: Οστά της άρθρωσης του ώμου χωρίς και με τους μύες του πετάλου των στροφέων http://www.eorthopod.com/content/shoulderanatomy Τα οστά αυτά ενώνονται σχηματίζοντας δύο κυρίως αρθρώσεις (διαρθρώσεις), την γληνοβραχιόνιο μεταξύ βραχιονίου και ωμοπλάτης-η κυρίως άρθρωση του ώμου και την ακρωμιοκλειδική μεταξύ του έξω άκρου της κλειδός και της ωμοπλάτης. Οι σταθερότητα των αρθρώσεων αυτών εξασφαλίζεται στατικά από τους συνδέσμους της κάθε άρθρωσης (Εικόνα 2). Ιδιαίτερα για την γληνοβραχιόνιο άρθρωση η σταθερότητά της αυξάνεται από την ενέργεια του μυοτενοντίου πετάλου των στροφέων, οι οποίοι την καλύπτου από μπροστά, επάνω και πίσω. 14

Εικόνα 2: Από: SobottaJ. Άτλας Ανατομικής του Ανθρώπου. 3 η Ελληνική έκδοση. Αθήνα. Γ.Παριζιάνος. VolI, 1990:195 Το μυοτενόντιο πέταλο (RotatorCuff) αποτελείται από μπροστά από τον υποπλάτιο (Subscapularis), από πάνω από τον υπερακάνθιο (Supraspinatus) και πίσω από τον υπακάνθιο (Infraspinatus) και τον ελάσσονα στρογγύλο (Terresminor) (Εικόνα 1). 15

7) Οι τραυματισμοί της ωμικής ζώνης στη χειροσφαίρηση Ο ώμος είναι η πιο ευέλικτη άρθρωση του ανθρώπινου σώματος. Έχει το μεγαλύτερο εύρος της κίνησης και η ανατομία του είναι πολύ περίπλοκη. Έτσι είναι ένα πολύ ευάλωτο σημείο του σώματος στον αθλητισμό. Η περιοχή του ώμου / βραχίονα είναι η δεύτερη πλέον προσβεβλημένη περιοχή στον αθλητισμό (21,7%). Περίπου το 7% του συνόλου αυτών των τραυματισμών είναι απομονωμένες κακώσεις του ώμου. Υπάρχουν πολλά αθλήματα στα οποία συμβαίνουν αυτές οι κακώσεις, αυτά συνήθως είναι αθλήματα επαφής η αθλήματα που χρησιμοποιήται η άρθρωση του ώμου σε μεγάλο βαθμό π.χ. μπέιζμπολ, το ποδόσφαιρο και στη χειροσφαίρηση. Οστικές αλλοιώσεις όπως κατάγματα της κλείδας ή της κεφαλής του βραχιόνιου οστού μπορούν να συμβούν. Πιο χαρακτηριστικές είναι οι βλάβες των σταθεροποιητικών δομών όπως των αρθρικών θυλάκων και των σταθεροποιητικών συνδέσμων. Ο επιχείλιος χόνδρος μπορεί να σκιστεί και να προκύψει αστάθεια στον ώμο. Αυτές οι βλάβες πολλές φορές είναι ασυμπτωματικές και μπορεί να αγνοούνται για μεγάλο χρονικό διάστημα. Ακόμη και με ακτινογραφία, υπέρηχο, MRI ή CT αυτές οι βλάβες δεν είναι πάντα ανιχνεύσιμες. Μέχρι στιγμής, τα πιο συχνά προβλήματα στον ώμο συμβαίνουν λόγω φθοράς ή κακής τεχνικής. Θλάσεις των μυών του ώμου συμβαίνουν τις περισσότερες φορές. Σε σύγκριση με άλλες αρθρώσεις του ανθρώπινου σώματος, αυτές οι θλάσεις στον ώμο διαρκούν πολύ περισσότερο. Οι Greenan, Zlatkin, Dalinka & Esterhai (1993), υποστηρίζουν ότι ο ώμος και γενικότερα, η άρθρωση του ώμου είναι πιο ευάλωτη σε κακώσεις στα αθλήματα επαφής, όπως είναι η χειροσφαίριση. Η άρθρωση του ώμου είναι ιδιαίτερα ευκίνητη και έτσι είναι πιο ευπαθής σε αθλήματα που πρωταγωνιστούν τα χέρια. Σε ίδια συμπεράσματα οδηγήθηκαν και οι Read & Wade (1988), που υποστηρίζουν ότι οι χειροσφαιριστές είναι περισσότερο ευάλωτοι σε κακώσεις του ώμου εξαιτίας των συνεχόμενων ρίψεων. Το χάντμπολ είναι ένα σκληρό άθλημα επαφής με πολλές συγκρούσεις μεταξύ αντιπάλων (Vlak & Pivalica, 2004). η υψηλή 16

ταχύτητα σε συνδυασμό με τις γρήγορες αλλαγές κατεύθυνσης τις κοφτές κινήσεις και τα συχνά άλματα έχουν σαν αποτέλεσμα τα κάτω άκρα να δέχονται υψηλά φορτία. Επιπλέον, ο μεγάλος αριθμός των σουτ και πασών καθώς και τα σκληρά φάουλ στο σώμα, σε πολλές περιπτώσεις απευθείας στον ώμο, κάνουν την περιοχή του ώμου ευάλωτη σε οξείς τραυματισμούς και σε σύνδρομο υπέρχρησης (Wilk et al, 2002?.. Kelly et al, 2004? Vlak & Pivalica,2004). Συμβαίνουν περίπου 2,5 τραυματισμοί στον ώμο ανά 1000 ώρες παιχνιδιού χάντμπολ. Αυτοί που κινδυνεύουν περισσότερο είναι ερασιτέχνες αθλητές. Σε επαγγελματίες παίκτες οι βλάβες στον ώμο συμβαίνουν σε μεγαλύτερο βαθμό στα παιχνίδια. Στατιστικά περίπου το 40% όλων των αθλητών χειροσφαίρισης είχαν πόνο στον ώμο, κατά τους τελευταίους έξι μήνες. Όσο υψηλότερη είναι η κατηγορία τόσο πιο σοβαροί είναι οι τραυματισμοί του ώμου. Τα 2/3 του συνόλου των τραυματισμών του ώμου συμβαίνουν κατά τη διάρκεια της επίθεσης και περίπου το 1/3 κατά την διάρκεια της άμυνας. Οι αθλητές που σουτάρουν περισσότερο υποφέρουν από τα περισσότερα προβλήματα του ώμου και των τραυματισμών του. Σε αθληματά που το άνω άκρο συμμετέχει μονομερός κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης μπορεί να οδηγήθει σε προσαρμογές των μαλακών ιστών και των οστών. Το 1998 ο Pieper HG. μελέτησε 51 άνδρες επαγγελματίες παίκτες χάντμπολ μεταξύ 18 και 39 ετών (μέσος όρος 27 έτη), 39 δεξιόχειρες και 12 αριστερόχειρες. Τριάντα-οκτώ παίκτες δεν είχαν κανένα πρόβλημα στον ώμο, και 13 είχαν χρόνιο πόνο στον ώμο. Οι διαφορές των άκρων που συμεμμετέχουν στη ρίψη και των ετερόπλευρων τους σύγκριθηκαν με αυτά 37 ατόμων ελέγχου που δεν είχαν ιστορικό είτε μέσω του αθλητισμού ή του επαγγέλματος τους. Η γωνία στροφής του βραχιονίου των επαγγελματιών χάντμπολ ήταν κατά μέσο όρο 9,4 βαθμούς μεγαλήτερη στο άκρο με το οποίο εκτελούν τα σουτ σε σχέση με το αλλό άκρο τους, με μια διαφορά από πλευρά σε πλευρά έως 29 βαθμούς. Στην ομάδα ελέγχου, δεν υπήρχε στατιστικά σημαντική διαφορά. Στην ομάδα χωρίς χρόνιο πόνο στον ώμο, η διαφορά από πλευρά σε πλευρά σε είχε μέσο όρο 14,4 βαθμούς περισσότερο στο άκρο ρίψης από την άλλη πλευρά. Παίκτες με χρόνιο πόνο στον ώμο δεν παρουσιάζουν αυτή την αύξηση, ακόμα δείχνουν να έχουν κατά μέσο όρο μείωση 5,2 βαθμών στη στοφή του βραχιόνιου στο άκρο ρίψης. Η αύξηση στροφής του βραχιόνιου μπορεί να εξηγηθεί επίσης σαν προσαρμογή στην εκτεταμένη εξωτερική περιστροφή στην πράξη της ρίψης κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης. Οι αθλητές που δεν προσαρμόζονται με αυτόν τον τρόπο φαίνεται να έχουν μεγαλύτερη πίεση στους πρόσθιους μαλακούς ιστούς τους και λιγότερη στην 17

εξωτερική περιστροφή και αναπτύσουν χρόνιο πόνο στον ώμο λόγω της πρόσθιας αστάθειας. Η κλινική εμπειρία δείχνει ότι ένας σημαντικός αριθμός παικτών χάντμπολ μπορεί να υποφέρουν από πόνους στον ώμο, αλλά συνεχίζουν να παίζουν και να αγνοούν αυτά τα συμπώματα. Οι G. Myklebust, L. Hasslan, R. Bahr και K. Steffen σε μελέτη τους αξιολογήσαν τις συνέπειες των προβλημάτων πόνoυ στον ώμο μεταξύ Νορβηγίδων αθλητριών χάντμπολ. Στη preseason της σεζόν 2007-2008, 179 αθλήτριες από 12 ομάδες της 1 ης Νορβηγικής κατηγορίας πέρασαν από τεστ όπως το εσωτερικό και εξωτερικό εύρος κίνησης των ώμων, η ταχύτητα στο σουτ και συμπλήρωσαν ερωτηματολόγια. Εξήντα πέντε αθλήτριες δηλαδή το 36% ανέφεραν πόνο στους ώμους κατά την ημέρα δοκιμής και σαράντα δηλαδή το 22% ανέφεραν παλαιότερους πόνους στον ώμο. Τα δύο τρίτα των αθλητριών με τον πόνο ανέφεραν σταδιακή εμφάνιση των συπτωμάτων. Από τις αθλήτριες που παρουσίασαν τωρινούς πόνους 22 (36%) έλειψαν από ένα παιχνίδι ενώ από αυτές με παλαιότερους πόνους 14 (36%). Αντίστοιχα 43 (68%) και 28 (76%) ανέφεραν ότι αλλάξαν τις συνήθειες τους στη προπόνηση. Εν κατακλείδι, ένα υψηλό ποσοστό των επαγγελματιών γυναικών παικτών χάντμπολ έχουν πόνους και αστάθεια στην άρθρωση του ώμου. Το 2013 οι Marília S. Andrade, Rodrigo L. Vancini, Claudio A. B. de Lira, Naryana C. Mascarin,Rafael J. F. G. Fachina and Antonio C. da Silva. δημοσίευσαν μια έρευνα για το ισοκινητικό προφίλ της άρθρωσης του ώμου στους αθλητές της Εθνικής ομάδας της Βραζιλίας σε σχέση με μη αθλητές. Ο σκοπός αυτής της μελέτης ήταν να συγκρίνει, την κυρίαρχη και μη-κυρίαρχο πλευρά, το ισοκινητικό προφίλ του πετάλου του ώμου, της μυϊκής δύναμης μεταξύ ανδρών παικτών χάντμπολ και ασυμπτωματικών μη αθλητών. Στην ομάδα των αθλητών,το κυρίαρχο άκρο ήταν ισχυρότερο σε ομόκεντρη δράση για την εξωτερική περιστροφή. Η συμβατική αναλογία ισορροπίας για την κυρίαρχη πλευρά ήταν σημαντικά χαμηλότερη για την ομάδα των αθλητών σχέση με τους μη αθλητές. Η λειτουργική αναλογία για την κυρίαρχη πλευρά ήταν σημαντικά χαμηλότερη για τους αθλητές σε σχέση με τους μη αθλητές. Τα συμπεράσματα της έρευνας ήταν ότι σε σύγκριση με ασυμπτωματικούς μη-αθλητές,οι αθλητές χάντμπολ παρουσίασαν σημαντική μυϊκή ανισορροπία που προκύπτει από την καθημερινή προπόνηση, ένα γνωστό παράγοντα κινδύνου για τους τραυματισμούς στον ώμο. 18

Το 2014 παρουσιάστηκε στο παγκόσμιο συνέδριο για την πρόληψη των τραυματισμών και ασθενειών στον αθλητισμό στο Μονακό μια έρευνα των B Clarsen, R Bahr, S Andersson, RM Kristensen και G Myklebust που ως σκοπό είχε να προσδιορίσει αν η αντοχή του στροφικού πετάλου, το εύρος κίνησης της γληνοβραχιόνιας άρθρωσης και η σταθερότητα της ωμοπλάτης σχετίζονται με την παρουσία προβλημάτων υπέρχρησης του ώμου μεταξύ ελίτ ανδρών παικτών χάντμπολ. Συμμετείχαν συνολικά 206 επαγγελματίες αθλητές από το νορβηγικό επαγγελματικό πρωτάθλημα χάντμπολ ανδρών (Postenliga) και δοκιμάστηκαν πριν από την περίοδο 2011-12 και παρακολουθήθηκαν προοπτικά κατά τη διάρκεια της σεζόν (30 εβδομάδες). Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, τα προβλήματα ώμο καταγράφηκαν δύο φορές εβδομάδιαιος με τη χρήση του ερωτηματολογίου τραυματισμών υπέρχρησης του Oslo Sports Trauma Research Center. Συλλέχθηκαν επαρκή δεδομένα από 162 αθλητές που ήταν σε θέση να συμπεριληφθούν στην ανάλυση των παραγόντων κινδύνου. Οι παράγοντες κινδύνου για την εκτίμηση της επικινδυνότητας που περιλήφθηκαν είναι: το εύρος εσωτερικής και εξωτερικής περιστροφής της γληνοβραχιόνιας άρθρωσης χρησιμοποιώντας ένα ψηφιακό αποκλισιομέτρο, η ισομετρική έσω στροφή,η εξωτερική περιστροφή και η δύναμη απαγωγής χρησιμοποιώντας ένα φορητό δυναμόμετρο, και την αξιολόγηση του ελέγχου της ωμοπλάτης, με τη χρήση ενός επικυρωμένου υποκειμενικού πρωτοκόλλου. Τα αποτελέσματα έδειξαν μια μέση συχνότητα των προβλημάτων στον ώμο να φτάνουν στο 28% σε όλη τη σεζόν. Μια σημαντική στατιστική συσχέτιση βρέθηκε μεταξύ της προφανής δυσκινησίας της ωμοπλάτης και τα προβλήματα στον ώμο Οι παίκτες με προβλήματα στον ώμο, είχαν επίσης μειωμένη συνολική περιστροφική κίνηση (μέση διαφορά 9, P <0,05). Δεν εντοπίστηκαν σημαντικές συσχετίσεις μεταξύ της ισομετρικής δύναμης και των προβλημάτων στον ώμο. 19

8) Κακώσεις της ωμικής ζώνης Κατά τους Ticker et al. (1995) οι κακώσεις της ωμικής ζώνης οφείλονται κυρίως σε υπερχρησία και σπανιότερα σε τραυματικά αίτια. Στις κακώσεις από υπερχρησία περιλαμβάνονται το σύνδρομο της υπακρωμιακής προστριβής, η τενοντίτιδα του υπερακανθίου, η τενοντίτιδα και η αστάθεια του τένοντα της μακράς κεφαλής του δικεφάλου βραχιόνιου, η ορογονοθυλακίτιδα του υπακρωμιακού (υποδελτοειδούς) ορογόνου θυλάκου, η οστεοαρθρίτιδα της ακρωμιοκλειδικής και η παγίδευση του υπερπλατίου νεύρου. Στις τραυματικές κακώσεις περιλαμβάνονται οι μυικές θλάσεις, τα διαστρέμματα, η ρήξη του μυοτενοντίου πετάλου του ώμου, η ρήξη του τένοντα της μακράς κεφαλής του δικεφάλου βραχιονίου, το τραυματικό εξάρθρημα του ώμου, τα κατάγματα του άνω άκρου του βραχιονίου, της ωμοπλάτης και της κλείδας και οι κακώσεις της ακρωμιοκλειδικής. 8.1) Κακώσεις από υπερχρησία Οι κακώσεις του ώμου από υπερχρησία είναι συχνές στους αθλητές της χειροσφαίρισης και οφείλονται συνήθως σε υπερπροπόνηση, ανεπαρκή προθέρμανση, χαμηλό επίπεδο τεχνικής και πρόωρη επάνδο στην προηγούμενη αθλητική δραστηριότητα μετά από κάκωση (20). Κατά τους Ticker et al. (1995), οι αθλητές που εμφανίζουν πόνο στον ώμο είναι δυνατό να χωριστούν σε 4 ομάδες : 1 η : Με πρωτοπαθές σύνδρομο υπακρωμιακής προστριβής, 2 η : Με πρωτοπαθή αστάθεια, λόγω συνδεσμικής κάκωσης ή κάκωσης του επιχειλίου χόνδρου και δευτεροπαθές σύδρομο υπακρωμιακής προστριβής, 3η: Με πρωτοπαθή αστάθεια, λόγω υπερελαστικότητας του αρθρικού θυλάκου και των συνδέσμων και δευτεροπαθές σύνδρομο υπακρωμιακής προστριβής, 4 η : Με πρωτοπαθή αστάθεια, χωρίς σύνδρομο υπακρωμιακής προστριβής. Οι κακώσεις από υπερχρησία που θα αναλύσουμε σ αυτήν την ανασκοπική εργασία είναι : α) το σύνδρομο υπακρωμιακής προστριβής, β) η ρήξη του μυοτενόντιου πετάλου και γ) η τενοντίτιδα του υπερακανθίου. 20

8.1.1)Σύνδρομο υπακρωμιακής προστριβής (Impingement syndrome) Το σύνδρομο περιλαμβάνει τα συμπτώματα και τα κλινικά σημεία, που οφείλονται στην προστριβή του μυοτενοντίου πετάλου των στροφέων του ώμου ( ιδιαίτερα του τένοντα του υπερακανθίου) και του υπακρωμιακού ορογόνου θυλάκου, μεταξύ της κεφαλής του βραχιονίου (μείζονος βραχιονίου ογκώματος) και του ακρωμιακορακοειδούς τόξου. Ιδιαίτερη κλινική οντότητα αποτελούν οι μεμονωμένες ρήξεις του υποπλάτιου, που οφείλονται στην προστριβή του στην κορακοειδή απόφυση. Το μυοτενόντιο πέταλο του ώμου σχηματίζεται από τη συνένωση των καταφυτικών τενόντων του υπερακανθίου, υπακανθίου, ελάσσονος στογγύλου και υποπλατίου μυός. Οι τένοντες αυτοί, μαζί με τον τένοντα της μακράς κεφαλής του δικεφάλου βραχιόνιου, σταθεροποιούν την κεφαλή του βραχιονίου στην ωμογληνή ( Warner et al. 1994). Τα αίτια του συνδρόμου υπακρωμιακής προστριβής συνοψίζονται στα εξής : α) Πάχυνση του υπακρωμιακού ορογόνου θυλάκου, λόγω κάκωσης ή φλεγμονής. β) Τραυματική κάκωση ή από υπερχρησία (καταπόνηση). γ) Φλεγμονή του μυοτενοντίου πετάλου του ώμου ( ιδίως του τένοντα του υπερακανθίου). δ) Μετατραυματική ή μη οστεοαρθρίτιδα της ακρωμιοκλειδικής. ε) Ατελώς ή σε παρεκτόπιση πωρωθέντα κατάγματα του ακρωμίου, του μείζονος βραχιονίου ογώματος και υποκεφαλικά του βραχιονίου. στ) Απώλεια του μηχανισμού συγκράτησης της προς τα άνω κίνησης της κεφαλής του βραχιονίου. ζ) Αστάθεια του ώμου. Κατά τον Neer (1983) διακρίνονται τρία στάδια του συνδρόμου υπακρωμιακής προστριβής. Στάδιο Ι: Χαρακτηρίζεται από οίδημα και αιμάτωμα στον καταφυτικό τένοντα του υπερακανθίου και φλεγμονώδη αντίδραση του υπακρωμιακού ορογόνου θυλάκου. Τα φαινόμενα αυτά είναι αναστρέψιμα και υποχωρούν έπειτα από ανάπαυση και χορήγηση αντιφλεγμονωδών φαρμάκων. Για την πρόκληση φλεγμόνης σταδίου Ι, ευθύνονται η καταπόνηση του μυοτενοντίου πετάλου, η μυική αδυναμία και η ανεπαρκής γνώση της τεχνικής του αθλήματος. Στάδιο ΙΙ: Χαρακτηρίζεται από τενοντίτιδα του μυοτενοντίου πετάλου, διάχυση του αιματώματος του καταφυτικού τένοντα ( κυρίως του υπερακανθίου) προς την άρθρωση και οργάνωση του αιματώματος του θπακρωμιακού ορογόνου θυλάκου. 21

Στάδιο ΙΙΙ: Χαρακτηρίζεται από μερική ή πλήρη ρήξη του μυοτενοντίου πετάλου, επέκταση της ρήξης προς τον υπακρωμιακό ορογόνο θύλακο και οστεοαρθριτικές αλλοιώσεις, με σχηματισμό οστεοφύτων. Κλινική εικόνα Τα συπτώματα συνίστανται σε ήπιο πόνο στην περιοχή του ακρωμίου και την υποδελτοειδή χώρα, μέχρι την κατάφυση του δελτοειδούς, ιδιώς μετά την άσκηση, επώδυνο περιορισμό της κινητικότητας του ώμου σε όλα τα επίπεδα και αίσθημα εμπλοκής κατά την απαγωγή και κάμψη, με το άνω άκρο σε έσω στροφή. Εικόνα:http://sportsdancemedicine.gr/arthroskopiki-apokatastasiomou.php Αντιμετώπιση Η θεραπεία είναι αρχικά συντηρητική και συνίσταται σε ανάρτηση του μέλους, ακινητοποίση του ώμου, χορήγηση αντιφλεγμονωδών φαρμάκων, ψυχρά επιθέματα και φυσιοθεραπεία, για διάστημα 2 ως 3 εβδομάδων. Η φυσιοθεραπεία αρχίζει αμέσως μετά την υποχώρηση των φλεγμονωδών φαινομένων και περιλαμβάνει την εφαρμογή φυσιοθεραπευτικών μεθόδων και κινησιοθεραπεία. Εαν δεν υπάρξει αισθητή υποχώρηση των συμπτωμάτων γίνονται μία ως δύο τοπικές εγχύσεις μείγματος κορτικοστεροειδούς βραδείας απορρόφησης και ξυλοκαίνης 2%, ενώ μετά την ύφεση των ενοχλημάτων εφαρμόζεται φυσιοθεραπεία. Περισσότερες εγχύσεις δεν συνίστώνται, λόγω του κινδύνου ρήξης του τένοντα. 22

Ιδιαίτερη βαρύτητα δίνεται στη νευρομυική προσαρμογή, η όποια επιτυγχάνεται με πλειομετρικές ασκήσεις και αναπαραγωγή των κινήσεων του αθλήματος (Paine & Wilk 1994). Η χειρουργική θεραπεία εφαρμόζεται μετά την αποτυχία της συντηρητικής αγωγής και συνίσταται σε ανοικτή ή αρθροσκοπική εκτομή του προσθίου-κάτω τμήματος του ακρωμίου ( ακρωπλαστική), ώστε να διευρυνθεί ο χώρος κίνησης του υπερακανθίου μυός (Burns & Turba1992, Hurley & Bronstein 1993, Kolowich 1994). Με την επιλογή του κατάλληλου χρόνου επανόδου σε αθλητική δραστηριότητα, περιορίζεται ο κίνδυνός πρόκλησης νέων κακώσεων, παράλληλα όμως θεωρείται απαραίτητη η βελτίωση της τεχνικής του αθλητή και η αποφυγή συναγωνισμού, μέχρι την πλήρη αποκατάσταση (Green 1995, Peterson & Altchek 1996). Μια υπακρωμιακή προστριβή του στροφικού πετάλου μπορεί να προκαλείται από τη χρόνια πρόσθια αστάθεια της άρθρωσης του ώμου. Οι Pieper HG, Quack G, Krahl H. (1993) βρήκαν ότι η συγκεκριμένη κάκωση συναντάται συχνά σε αθλητές που ασχολούνται με την εναέρια κίνηση στην απαγωγή / έξω στροφή του βραχίονα, όπως σε αθλήματα με μπάλα όπως το βόλεϊ ή το χάντμπολ, αθλήματα ρακέτας όπως το τένις και μπάντμιντον, ή το κολύμπι. Για εκείνους τους ασθενείς που δεν μπορούν να θεραπευτούν με συντηρητική θεραπεία, όπως η μυϊκή σταθεροποίηση, η χειρουργική θεραπεία ενδείκνυται: πρόσθια ανακατασκευή της κάψουλας και του επιχειλίου χόνδρου, και επιπλέον εάν είναι απαραίτητο υπακρωμιακής αποσυμπίεσης και αναθεώρησης του στροφικού πετάλου. Από τον Οκτώβριο του 1988 εώς και τον Απρίλιο του 1992, θα ενγχειρήσαν 66 ώμους σε 64 κορυφαίους αθλητές που επάσχαν από χρόνια πρόσθια ή πολλαπλών κατευθύνσεων αστάθεια της άρθρωσης του ώμου και είχε προκαλέσει σύνδρομο προστριβής του στροφικού πετάλου. Σε όλες τις περιπτώσεις, ο αθλητής δεν γνώριζε την αστάθεια. Η συντηρητική θεραπεία είχε αποτύχει. Η χειρουργική θεραπεία ήταν επιτυχής σε σχεδόν το 90% των αθλητών. 23

8.1.2)Ρήξη μυοτενοντίου πετάλου (Rotator cuff rupture) Η ρήξη του μυοτενοντίου πετάλου του ώμου αφορά κυρίως τον υπερακάνθιο και εντοπίζεται σε απόσταση 1cm ως 2 cm από την κατάφυση του στο μείζον βραχιόνιο όγκωμα. Η κάκωση οφείλεται, κατά πρώτο λόγο, σε υπακρωμιακή προστριβή (95%) και δευτερευόντως σε οξεία κάκωση, εκφύλιση ή τοπική ισχαιμία. Οι βλάβες διακρίνονται σε οξείες ή χρόνιες και είναι δυνατό να εντοπίζονται σε τμήμα ή σε ολόκληρο το πάχος του μυοτενοντίου πετάλου (Breazeale & Craig 1997). Η κάκωση παρατηρείται σε αθλητές, που εκτεκούν επανειλημμένες κινήσεις του άνω άκρου, επάνω από το επίπεδο του ώμου και ιδαίτερα κατά την προσπάθεια βίαιης απαγωγής και κάμψης του άνω άκρου. Κλινική εικόνα. Τα συμπτώματα συνίστανται σε πόνο στην πρόσθια επιφάνεια του ώμου και δυσχέρεια ή αδυναμία απαγωγής ή κάμψης του άνω άκρου. Από την κλινική εξέταση διαπιστώνεται ευαισθησία κατά την πίεση του μείζονος βραχιονίου ογκώματος και της αύλακας του δικεφάλου. Χαρακτηριστίκο κλινικό σημείο της ρήξης του μυοτενοντίου πετάλου είναι η δυσχέρεια ενεργητικής απαγωγής του άνω άκρου από 45 ως 120 μοίρες, παρά το ότι ο δελτοειδής λειτουργεί φυσιολογικά, επειδή η κεφαλή του βραχιονίου δεν σταθεροποιείται στην ωμογληνή, λόγω απωλείας της σταθεροποιητικής δράσης του μυοτενοντίου πετάλου. Εικόνα:http://sportsdancemedicine.gr/arthroskopiki-apokatastasiomou.php 24

Αντιμετώπιση Στις μερικού πάχους ρήξεις εφαρμόζεται συντηρητική θεραπεία, που συνίσταται σε ανάρτηση του άνω άκρου, χορήγηση αντιφλεγμονωδών φαρμάκων και φυσιοθεραπεία. Στις ολικού πάχους ρήξεις εφαρμόζεται χειρουργική θεραπεία. Η επάνοδος σε αθλητική δραστηριότητα επιτρέπεται 2 μήνες, μετά την έναρξη της συντηρητικής θεραπείας και3 μήνες περίπου, μετά τη χειρουργική επέμβαση. 8.1.3) Τενοντίτιδα υπερακανθίου ( Supraspinatus tendinitis) Πρόκειται για οξεία, υποξεία ή χρόνια φλεγμονή του καταφυτικούτένοντα του υπερακανθίου, που είναι δυνατό να συνοδεύεται από εναπόθεση αλάτων ασβεστίου και οφείλεται σε υπερχρησία ( υπακρωμιακή προστριβή) ή σε ασήμαντη τραυματική κάκωση ( περιορισμένη ρήξη του τένοντα και αιμάτωμα). Η πάθηση παρατηρείται σε αθλητές, που είναι υποχρεωμένοι να εκτελούν επαναλαμβανόμενες κινήσεις του άνω άκρου επάνω από το επίπεδο του ώμου και κυρίως έξω στροφή, όπως συμβαίνει στις ρίψεις, στην άρση βαρών, στην ενόργανη γυμναστική στην κολύμβηση, στην υδατοσφαίρηση και φυσικά στη χειροσφαίρηση. Προδιαθετικό παράγοντα για την εμφάνιση της φλεγμονής αποτελεί η ατελής επούλωση της ρήξης του τένοντα. Η τενοντίτιδα εντοπίζεται με διπλάσια συχνότητα στον δεξιό ώμο, από ότι στον αριστερό. Φυσιοπαθολογικές μεταβολές Η αρχική βλάβη είναι μικρής έκτασης και εντοπίζεται 1cm ως 2 cm πριν από την κατάφυση του τένοντα του υπερακανθίου στο μείζον βραχιόνιο όγκωμα, περιοχή στην οποία η αιμάτωση είναι πτώχη. Ακολουθεί έντονη τοπική φλεγμονώδης αντίδραση, που χαρακτηρίζεται από οίδημα και αύξηση της ενδοτενοντίου πίεσης, ενώ συχνά παρατηρείται εναπόθεση αλάτων ασβεστίου. Η φλεγμονή υποχωρεί σταδιακά σε διάστημα 2 ως 3 εβδομάδων, ενώ παράλληλα μειώνεται η ποσότητα του εναποτεθέντος ασβεστίου. Εάν συμβεί διάχυση των αλάτων ασβεστίου προς τον υπακρωμιακό ορογόνο θύλακο, παρατηρείται εντυπωσιακή ύφεση των συμπτωμάτων. 25

Κλινική εικόνα Στην οξεία τενοντίτιδα τα συμπτώματα συνίστανται σε έντονο πόνο αντίστοιχα προς την κατάφυση του υπερακανθίου, ο οποίος ορισμένες φορές εμποδίζει ακόμα και τις μικρότερες κινήσεις του ώμου και υποχρεώνει τον ασθενή να κρατά το άνω άκρο καθηλωμένο στον θώρακα. Ο πόνος επιτείνεται κατά την προσπάθεια απαγωγής του άνω άκρου. Από την κλινική εξέταση διαπιστώνεται έντονή ευαισθησία κατά την πίεση της κατάφυσης του υπερακανθίου και εππώδυνη κινητικότητα της άρθρωσης, ιδίως κατά την απαγωγή του άνω άκρου μεταξύ 60 και 120 μοιρών (επώδυνο τόξο). Στην υποξεία ή χρόνια τενοντίτιδα τα συμπτώματα είναι ανάλογα, εμφανίζονται όμως με ηπιότερη μορφή. Αντιμετώπιση Η θεραπεία είναι συντηρητική και συνίσταται σε ανάρτηση και ακινητοποίηση του άνω άκρου στον θώρακα, χορήγηση αναλγτικών και έγχυση μείγματος τοπικού αναισθητικού και κορτικοστεροειδούς βραδείας απορρόφησης, στο σημείο της μέγιστης ευαισθησίας. Εάν η βελόνη εισέλθει στον τόφο ασβεστίου, είναι δυνατό να αναρροφηθεί ποσότητα αλάτων τα οποία προσδίδουν γλακτόχρωμη χροιά στο περιεχόμενο της σύριγγας. Συνολικά επιτρέπεται η διενέργεια μέχρι τριών εγχύσεων, μία ανά εβδομάδα. Συνήθως παρατηρείται βελτίωση ήδη από την πρώτη εγχύση, ενώ μετά την υποχώρηση των συμπτωμάτων έπειτα από 1 ως 3 εβδομάδες, αποκαθίσταται πλήρως η λειτουργικότητα του ώμου. Σε σπάνιες περιπτώσεις, στις οποίες το αποτέλεσμα της συντηρητικής αγωγής δεν είναι ικανοποιητικό συνιστάται η ανοικτή ή αρθροσκοπική αφαίρεση του τόφου ασβεστίου. 26

8.2) Τραυματικές κακώσεις (Traumatic injuries) Οι μυικές θλάσεις (ρήξεις) και τα διαστρέμματα αποτελούν τις συχνότερες τραυματικές κακώσεις του ώμου και ακολουθεί το εξάρθρημα του ώμου, ενώ τα κατάγματα της κλείδας και του άνω άκρου του βραχιονίου είναι σπανιότερα. Οι κακώσεις οφείλονται συνήθως σε σωματική κόπωση, περιορισμένη συγκέντρωση, ελλειπή τήρηση των κανόνων ασφαλείας και ανεπαρκή τεχνική. Οι τραυματικές κακώσεις που θα αναλύσουμε σ αυτήν την ανασκοπική εργασία είναι : α) οι μυικές κακώσεις και διαστρέμματα, β) η ρήξη του επιχείλιου χόνδρου, γ) το εξάρθρημα του ώμου, δ) η αστάθεια του ώμου. 8.2.1) Μυικές κακώσεις και διαστρέμματα (Μuscle injuries and sprains) Οι μυικές κακώσεις έχουν άμεση σχέση με την υπερπροπόνηση, που φθάνει συχνά μέχρις εξάντλησης του αθλητή την ανεπαρκή προθέρμανση, το χαμηλό επίπεδο τεχνικής και την πρόωρη επάνοδο σε αθλητική δραστηριότητα, μετά από κάκωση. Η αντιμετώπιση των κακώσεων Ι και ΙΙ βαθμού είναι συντηρητική και περιλαμβάνει ανάπαυση, ψυχρά επιθέματα και χορήγηση αναλγητικών και αντιφλεγμονώδων φαρμάκων. Στις κακώσεις ΙΙΙ βαθμού, που χαρακτηρίζονται από πλήρη ρήξη του μυός, ενδείκνυται η χειρουργική αποκατάσταση. Η παθητική κινησιοθεραπεία του μέλους αρχίζει το ταχύτερο δυνατό και ακολουθείται από ενεργητική κινησιοθεραπεία. Μετά την αποκατάσταση πλήρους κινητικότητας της άρθρωσης, εφαρμόζεται πρόγραμμα είσχυσης των μυών της ωμικής ζώνης. Με την κινητοποίηση του ώμου επιτυγχαάνεται ταχύτερα και ασφαλέστερα η επάνοδος σε αθλητική δραστηριότητα. Η πρόκληση νέων κακώσεων αποφεύγεται με την αποκατάσταση της κινητικότητα της άρθρωσης και τιης ισχύος των μυών του ώμου, με παράλληλη βελτίωση της τεχνικής, μέσω ενός καταλλήλου προπονητικού προγράμματος. Τα διαστρέμματα οφείλονται σε υπερελαστικότητα της άρθρωσης του ώμου, σε ανεπαρκή τεχνική και αντιμετωπίζονται συντηρητικά. 27

8.2.2) Ρήξη επιχειλίου χόνδρου (Glenoid labrum tear) Η κάκωση οφείλεται σε βίαιη σύσπαση του δικεφάλου βραχιονίου, μετά από μία ρίψη, η οποία προκαλεί απόσπαση ή ρήξη του επιχειλίου χόνδρου, αντίστοιχα προς το υπεργλήνιο φύμα, όπου καταφύεται ο τένοντας της μακράς κεφαλής του δικεφάλου. Κατά τον Snyder (1994), οι ρήξεις του επιχειλίου χόνδρου διακρίνονται σε 4 τύπους : Τύπος Ι: Περιορισμένη ρήξη της άνω μοίρας του επιχειλίου χόνδρου, χώρις βλάβη του τένοντα της μακράς κεφαλής του δικεφάλου βραχιονίου. Τύπος ΙΙ: Περιορισμένη ρήξη του επιχειλίου χόνδρου και μικρού βαθμού αποκόλληση της πρόσφυσης του τένοντα της μαρκάς κεφαλής του δικεφάλου βραχιονίο. Τύπος ΙΙΙ: Ρήξη δικην λαβής κάδου, στην άνω μοίρα του επιχειλίου χόνδρου, ανάλογη με εκείνη του μηνίσκου, χώρις βλάβη του τένοντα της μακράς κεφαλής του δικεφάλου βραχιονίου. Η αναδόπλωση του ραγέντος τμήματος του επεχειλίου χόνδρου και η παρεμβολή του μεταξύ της ωμογληνής και της κεφαλής του βραχιονίου, είναι δυνατό να προκαλέσει εμπλοκή του ώμου (Locking). Tύπος ΙV: Ρήξη δικην λαβής κάδου, στην άνω μοίρα του επιχειλίου χόνδρουκαι μερική ρήξη του τένοντα της μακράς κεφαλής του δικεφάλου βραχιονίου. Τα τμήματα του επιχειλίου χόνδρου και του τένοντα που έχουν υποστεί ρήξη, παρεμβάλλονται μεταξύ της ωμογληνής και της κεφαλής του βραχιονίου και είναι δυνατό να προκαλέσουν εμπλοκή του ώμου. Το εναπομένον τμήμα του τένοντα διατηρεί συνήθως τη στερεή σύμφυση του με το υπεργλήνιο φύμα, σε ορισμένες όμως περιπτώσεις διαπιστώνεται μερική απόσπαση και της πρόσφυσής του. Κλινική εικόνα Τα συμπτώματα συνίστανται σε εμπλοκή του ώμου, αναπήδηση της κεφαλής του βραχιονίου και αίσθημα αστάθειας του ώμου. Για τη διάγνωση της ρήξης χρησιμοποιείται κλινική δοκιμασία, ανάλογη της δοκιμασίας Mc Murray που εφαρμόζεται για τη διάγνωση μηνισκικών ρήξεων. Με τον αθλητή σε ύπτια θέση ο εξεταστής υποστηρίζει τον ώμο με το ένα χέρι, ένω με το άλλο ανυψώνει τον βραχιίονα, μέχρι τις 180 μοίρες, προκαλώντας συχρόνως έσω και έξω στροφή του βραχιονίου. η δοκιμασία είναι θετική, όταν διαπιστώνεται αναπήδηση της κεφαλής του βραχιονίου επί του επιχειλίου χόνδρου, η οποία είναι δυνατονα συνοδεύται από ήχο click πόνο ή αίσθημα αστάθειας του ώμου. 28

Αντιμετώπιση Η θεραπεία εξαρτάται από τον τύπο της ρήξης (Andrews et al 1995) : Τύπος Ι: Συντηρητική αντιμετώπιση, με ακινητοποίηση του ώμου σε κάμψη και έσω στροφή ή αρθροσκοπική αφαίρεση των ρακών του ραγέντος τμήματος του επιχειλίου χόνδρου. Τύπος ΙΙ: Συντηρητική αντιμετώπιση ή καθήλωση του τένοντα της μακράς κεφαλής του δικεφάλου βραχιονίου στο υπεργλήνιο φύμα. Τύπος ΙΙΙ: Χειρουργική θεραπεία, με αφαίρεση του ρεγέντος τμήματος του επιχειλίου χόνδρου, κατά τρόπο ανάλογο με την αφαίρεση του κεντρικού τμήματος σε ρήξη μηνίσκου δίκην λαβής κάδου. Τύπος ΙV: Χειρουργική θεραπεία, με αφαίρεση του ρεγέντος τμήματος του επιχειλίου χόνδρου και του προσπεφυμένου τμήματος του τένοντα, εάν η ρήξη του τένοντα της μακράς κεφαλής του δικεφάλου βραχιονίου αφορά τμήμα μικρότερο του 50%. Σε μεγαλύτερης έκτασης βλάβη, ο τένοντας συρράπτεται με τον επιχειλίο χόνδρο. Μετεγχειρητικά εφαρμόζεται πρόγραμμα φυσιοθεραπείας, το οποίο περιλαμβάνει (Karzel & Snyder 1995): 1) Παθητική κινισιοθεραπεία του ώμου από την πρώτη μετεγχειρητική ημέρα, που ακολουθείται από ενργητική, εάν προηγήθηκε απλή αφαίρεση ων ρακών του ραγέντος τμήματος του επιχειλίου χόνδρου. 2) Ενεργητική κινισιοθεραπεία, που αρχίζει μετά τη δευτερή μετεγχειρητική ημέρα, εάν προηγήθηκε συρραφή του τένοντα ή καθήλωση του στο υπεργλήνιο φύμα. Η επάνοδος σε αθλητική δραστηριότητα επιτρέπεται 4 ως 5 εβδομάδες μετά από απλή αρθροσκοπική αφαίρεση των ρακών του ραγέντος τμήματος του επιχειλίου χόνδρου και 2 ως 3 μήνες μετά από συρραφή του τένοντα της μακράς κεφαλής του δικεφάλου βραχιονίου ή καθήλωση του στο υπεργλήνιο φύμα (Rames & Krazel 1993). 29

8.2.3) Εξάρθρημα του ώμου ( Shoulder dislocation) Το εξάρθρημα του ώμου είναι το συχνότερο τραυματικό εξάρθρημα στον άνθρωπο. Ανάλογα με τη σχέση της βραχιονίου κεφαλής με την ωμογληνή ταξινομείται σε δύο βασικές κατηγορίες, σε πρόσθιο και σε οπίσθιο εξάρθρημα. Α) Πρόσθια εξαρθρήματα του ώμου ( Anterior shoulder dislocations). Είναι τα πιο συχνά εξαρθρήματα του ώμου. Η κεφαλή του βραχιόνιου παρεκτοπίζεται προς τα εμπρός και ανάλογα με τη θέση της το εξάρθρημα χαρακτηρίζεται ως υποκλείδιο (Subclavicular), υποκορακοειδές (Subcoracoid) ή υπογλήνιο (Subglenoid). Μηχανισμός κάκωσης, πτώση με την άκρα χείρα και τον αγκώνα σε έκταση και απαγωγή. Σε γενικό πλυθησμό σπάνια προκαλείται από την άσκειση άμεσης βίας επί του ώμου, στο Χαντμπολ όμως είναι η πρωτη αιτία. Β) Οπίσθια εξαρθρήματα του ώμου (Posterior shoulder dislocations). H κάκωση προκαλείται από πτώση στο έδαφος με το άνω άκρο σε εσωτερική στροφή και προσαγωγή. Τα εξαρθρήματα του ώμου μπορούν να συνυπάρχουν και με άλλες κακώσεις ή κατάγματα στη περιοχή, όπως με κάταγμα του μείζονος βραχιόνιου ογκώματος, με υποκεφαλικό κάταγμα του βραχιόνιου, με ρήξη του καταφυτικού τένοντα του υπερακάνθιου μυός. Κλινική εικόνα Ο αθλητής κρατά το άνω άκρο με το αντίθετο, σε ελαφρά απαγωγή, με το αγκώνα σε κάμψη και το αντιβράχιο σε πρηνισμό. Χαρακτηριστικό κλινικό σημείο αποτελεί η εξάλειψη της στρογγυλότητας του ώμου, που οφείλεται στη μετακίνηση της κεφαλής του βραχιονίου εμπρός ή πίσω από την ωμογληνή. Ο ακτινολογικός έλεγχος είναι απαραίτητος πριν από την ανάταξη του εξαρθρήματος, ώστε να αποκλειστεί η συνύπαρξη κατάγματος της κεφαλής του βραχιονίου. Κατάγματα του μείζονος βραχιονίου ογκώματος παρατηρούνται στο 15% των περιπτώσεων προσθίου εξαρθρήματος του ώμου. Αντιμετώπιση Αρχικά επιχειρείται ανάταξη του εξαρθρήματος χωρίς νάρκωση, εάν όμως η πρώτη προσπάθεια αποτύχει, επιβάλλεται η χορήγηση γενικής νάρκωσης. Έχουν περιγραφεί διάφορες μέθοδοι ανάταξης, μεταξύ των οποίων: 30