«ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΣΤΟΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟ ΚΑΙ ΜΟΡΦΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ»



Σχετικά έγγραφα
ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

Διαφωτισμός και Επανάσταση. 2 ο μάθημα

Κοινωνικές τάξεις στη Μεσοβυζαντινή Κοινωνία. Κουτίδης Σιδέρης

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ. Εξελίξεις στον Ευρωπαϊκό πολιτισμό κατά τον 20 ο αιώνα

Η σύγχρονη εργατική τάξη και το κίνημά της (2) Συντάχθηκε απο τον/την ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ Παρασκευή, 11 Σεπτέμβριος :57

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ 23

Βιομηχανική Επανάσταση. 6η διάλεξη

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ. Γενικά στοιχεία Περιεχόµενα Οδηγός για µελέτη

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΧΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΟΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ Θ.Ε.: ΕΠΟ 11 Κοινωνική και οικονομική ιστορία της Ευρώπης

Η ΡΩΣΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ - I ΡΥΣΗ ΚΑΙ ΕΞEΛΙΞΗ ΤΗΣ ΣΟΒΙΕΤΙΚHΣ EΝΩΣΗΣ

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

Πολιτική, Πόλεμος, Στρατηγική

α. Προς αναζήτηση νέων δρόμων της τουρκικής κατάκτησης που είχε διακόψει την επικοινωνία Ευρώπης Ασίας της έλλειψης πολύτιμων μετάλλων στην Ευρώπη

Κεφάλαιο και κράτος: Από τα Grundrisse στο Κεφάλαιο και πίσω πάλι

ΘΕΩΡΗΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΕΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ

Εξειδικευμένοι Συντελεστές Παραγωγής και Διανομή του Εισοδήματος. Το Υπόδειγμα των Jones και Samuelson

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΤΗΝ ΑΣΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ. Γ. ΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ 20ο ΑΙΩΝΑ

Η κρίση της Αυτοκρατορίας των Αψβούργων Η ιταλική και γερμανική ενοποίηση. Φύλλο Εργασίας

Η Κοινωνική ιάρθρωση: ιαστρωµάτωση, Κινητικότητα, Μετάταξη

Αρχαϊκή εποχή. Πότε; Π.Χ ΔΕΜΟΙΡΑΚΟΥ ΜΑΡΙΑ

ΤΑΞΗ ΣΥΓΚΛΗΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΒΟΥΛΕΥΤΩΝ-Βουλευτές:

Η ΚΡΙΣΗ ΞΕΠΕΡΑΣΤΗΚΕ ΚΑΘΩΣ ΛΕΝΕ;

Παγκόσμια οικονομία. Διεθνές περιβάλλον 1

Πρώτη ενότητα: «Η ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ»

Η εποχή του Διαφωτισμού

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Mea culpa (?) Γιώργος Η. Οικονομάκης

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

Περιεχόμενα. Εικόνες... Χάρτες και πίνακες... Ευχαριστίες... Σημειώσεις και συμβάσεις...

Θεωρία Χωρικού Σχεδιασμού. 4 ο Μάθημα Χωροθέτηση οικονομικών δραστηριοτήτων

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 2ης ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗΣ ΔΥΣΗΣ Ι

ηµόσια ιδιοκτησία και Κοινοκτηµοσύνη

Πολιτική, Πόλεμος, Στρατηγική

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΣ

1)Στην αρχαιότητα δεν υπήρχε διάκριση των κοινωνικών επιστημών από τη φιλοσοφία. Σ Λ

Α.Ο.Θ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΛΕΙΣΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΑΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Αξίες και τιμές παραγωγής. Η σχέση μεταξύ του 1ου και του 3ου τόμου του «Κεφαλαίου» Γιώργος Σταμάτης

Η πόλη και οι λειτουργίες της.

Πολιτική, Πόλεμος, Στρατηγική

Ειδικό Φροντιστήριο Στην Ελληνική Γλώσσα Απαντήσεις

13/1/2010. Οικονομική της Τεχνολογίας. Ερωτήματα προς συζήτηση ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

ΜΕΣΩ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΩΝ όπως Οι µορφές οργάνωσης της εργασίας Έννοιες των επαγγελµάτων Οι βιοµηχανικές ή εργασιακές σχέσεις Η εργασιακή διαδικα

ΘΕΩΡΗΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΕΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ

ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ. 1.Στόχοι της εργασίας. 2. Λέξεις-κλειδιά ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΟΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: ΕΠΟ42

Ενότητα 13 - Κοινωνικές και πολιτικές διαστάσεις της βιομηχανικής επανάστασης

ΕΝΟΤΗΤΑ 4η ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΩΝ

ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΩΤΟΥ ΜΕΡΟΥΣ

Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΩΝ ΠΟΛΕΩΝ. Σελ. 1

Αγροτική Κοινωνιολογία

Οικονοµική κρίση Ιστορική αναδροµή

Σημειώσεις Κοινωνιολογίας Κεφάλαιο 1 1

Η ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

Αγροτική Κοινωνιολογία

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗΣ ΔΥΣΗΣ Ι

2.1 Από την αγροτική κοινωνία στην κοινωνία της πληροφορίας και της γνώσης Αγροτική κοινωνία Αγροτικές ονομάζονται οι κοινωνίες που ζουν από

Η Θεωρία της Νομισματικής Ενοποίησης

Η κοινωνική οργάνωση της αρχαϊκής εποχής

ΔΑΣΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ Ι Οικονομική ανάπτυξη και προγραμματισμός και η θέση της δασικής πολιτικής

Ανάβρυτα Συντελεστές: Αγγελάκης Άγγελος Αδαμάκης Παύλος Τσαντά Ιωάννα Σωτηροπούλου Κωνσταντίνα

ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Η θέση της «κυκλοφορίας» στην αναπαραγωγή του οικονομικού συστήματος... Γιώργος Σταμάτης

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

Η ΕΥΡΩΠΗ ΤΟ 17 ο ΚΑΙ 18 ο ΑΙΩΝΑ

2. Οικονομική Επιστήμη και Οικονομία της Αγοράς (Καπιταλισμός)

Αν. Καθ. Μαρία Καραμεσίνη ΠΑΝΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ. Ημερίδα ΕΙΕΑΔ,«Η αγορά εργασίας σε κρίση», Αθήνα, 9 Ιουλίου 2012

Η άσκηση αναπαράγεται ταυτόχρονα στον πίνακα ανάλογα με όσο έχουν γράψει και αναφέρουν οι φοιτητές.

ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΑ

«ΑΠΟ ΣΗΝ ΑΓΡΟΣΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΗΝ ΑΣΙΚΟΠΟΙΗΗ (19 ος - 20 ος αιώνας)»

ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙ ΕΙΑΣ ΠΕΜΠΤΗ 3 ΙΟΥΝΙΟΥ 2004 ΟΜΑ Α Α

Τειχισμένο, κέντρο διοίκησης. Ο τρόπος άσκησης της εξουσίας και ο βαθμός συμμετοχής των πολιτών. Κώμες & καλλιεργήσιμες εκτάσεις

Καρλ Πολάνυι. Επιμέλεια Παρουσίασης: Άννα Κουμανταράκη

Υπεύθυνη καθηγήτρια: κα. Π. Γιαννακοπούλου Μαθήτριες: Ασσάτωφ Άννα, Μιχαλιού Μαντώ, Αργύρη Μαρία, Τσαουσίδου - Πετρίτση Σοφία Τμήμα: Α3

Κεφάλαιο 4. Η Ελλάδα στον Α' Παγκόσµιο Πόλεµο (σελ )

Μεταφορά - μεταφορικά μέσα

ΘΕΩΡΙΑ ΔΙΑΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ

Πανεπιστήμιο Μακεδονίας Τμήμα: Μάρκετινγκ και Διοίκηση Λειτουργιών

Όνομα: Χρήστος Φιλίππου Τάξη: A2

Μιχάλης Κοκοντίνης. 1 Πειραματικό δημοτικό σχολείο Θεσσαλονίκης Ε'1 τάξη Οι Ρωμαίοι κυβερνούν τους Έλληνες

ΑΡΧΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ (σελ.84-97) Α. Βασιλεία α. Δικαίωμα να ψηφίζουν για ζητήματα της πόλης είχαν όλοι οι πολίτες, ακόμα και οι πιο φτωχοί

Ο ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ TΩN ΤΙΜΩΝ

ΑΡΧΟΝΤΕΣ ΚΑΙ ΠΛΗΒΕΙΟΙ

ΟΜΑ Α Α ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ Γ ΤΑΞΗ

Καθοδηγόντας την ανάπτυξη: αγορές εναντίον ελέγχων. Δύο διαφορετικά συστήματα καθοδήγησης της ανάπτυξης εκ μέρους της αγοράς:

ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΣΑΒΒΑΤΟ 1 ΙΟΥΝΙΟΥ 2002 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ: ΘΕΜΑΤΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΟΜΑ Α Α

Κεφάλαιο 6. Η κρίση στα Βαλκάνια (σελ )

Τρίτη (Κοµµουνιστική) ιεθνής εύτερο Συνέδριο ΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΣΜΟ Κοµµουνιστική Αποχική Φράξια του Ιταλικού Σοσιαλιστικού Κόµµατος

ΠΡΕΣΒΕΙΑ THΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Γραφείο Ο.Ε.Υ. Μαδρίτη Εξωτερικό εμπόριο Ισπανίας για το Γενικά χαρακτηριστικά

ΟΜΟΣΠΟΝ ΙΑ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΩΝ ΦΡΟΝΤΙΣΤΩΝ ΕΛΛΑ ΟΣ (Ο.Ε.Φ.Ε.) ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ 2014

Η Βιομηχανική Επανάσταση δεν ήταν ένα επεισόδιο με αρχή και τέλος ακόμη βρίσκεται σε εξέλιξη.

ΔΙΑΦΟΡΑ ΤΜΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΤΑΞΗΣ

7ος αι ος αι. ΗΡΑΚΛΕΙΟΣ. αποφασιστικοί αγώνες και μεταρρυθμίσεις

Διεθνείς Οικονομικές Σχέσεις

Εισαγωγή στην Πολιτική Οικονομία

Στρατόπεδο Aσηµακοπούλου. Παραλία

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2Ο. Ενότητα Αγροτική κοινωνία. Καζάκου Γεωργία, ΠΕ09 Οικονομολόγος

Η εποχή του Διαφωτισμού

32. Η Θεσσαλονίκη γνωρίζει μεγάλη ακμή

Ι. ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β': Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ ( π.Χ.) 3. Ο ΜΙΝΩΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ. - Η Κρήτη κατοικήθηκε για πρώτη φορά τη... εποχή.

Transcript:

Πανεπιστήμιο Αιγαίου Σχολή Επιστημών της Διοίκησης Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΣΤΟΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟ ΚΑΙ ΜΟΡΦΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ» ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: Κος ΓΙΩΡΓΟΣ Η. ΟΙΚΟΝΟΜΑΚΗΣ ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ: ΣΑΜΨΩΝ ΣΟΦΙΑ (Α.Μ. 21100134) ΧΙΟΣ 2004

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ... 4 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ: ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΦΕΟΥΔΑΡΧΙΑ ΣΤΟΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟ.. 5 1.1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ 5 1.2 ΟΡΙΣΜΟΙ 6 1.2.1 Ορισμός Φεουδαρχίας 6 1.2.2 Ορισμός Φέουδου 7 1.2.3 Ορισμός Καπιταλισμού 7 1.3 ΦΕΟΥΔΑΡΧΙΑ 10 1.3.1 Σύντομη ιστορική αναδρομή έως την φεουδαρχία 10 1.3.2 Η ιδιοκτησία στο Φεουδαρχικό τρόπο παραγωγής 16 1.3.3 Η αρχική πορεία του μετασχηματισμού του φεουδαρχικού 17 συστήματος 1.4 ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΣΤΟΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟ 25 1.4.1 Από τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό- οι δυνάμεις της 25 μετάβασης 1.4.2 Η μετάβαση σε δύο φάσεις 31 1.5 Η ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΤΟΥ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ 36 1.6 ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΑΠΟΨΕΙΣ 43 1.7 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ 50 ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ: ΜΟΡΦΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ 51 2.1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ 51 2.2 ΣΥΝΤΕΧΝΙΕΣ 52 2.2.1 Η βιομηχανία των πόλεων οργανωμένη σε συντεχνίες 52 2.2.2 Συντεχνίες και καταμερισμός εργασίας 53 2.3 ΟΙΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ( ΟΙΚΟΤΕΧΝΙΑ) 54 2

2.3.1 Από τις ανεξάρτητες συντεχνίες στην οικοτεχνική βιομηχανία 54 2.3.2 Σύνδεση οικοτεχνίας γεωργίας 55 2.3.3 Ο ρόλος του προαγοραστή- χονδρέμπορου ως βασικού 56 φορέα του προβιομηχανικού καπιταλισμού 2.4 ΜΑΝΟΥΦΑΚΤΟΥΡΑ 64 2.4.1 Η διπλή προέλευση της μανουφακτούρας 64 2.4.2 Καταμερισμός εργασίας στη μανουφακτούρα 67 2.4.3 Συνεχής η παραγωγή στη μανουφακτούρα 69 2.4.4 Ο κεφαλαιοκρατικός χαρακτήρας της μανουφακτούρας 70 2.5 ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΟ 72 2.5.1 Πρώτα στάδια βιομηχανικής ανάπτυξης 72 2.5.2 Το εργοστάσιο ως καπιταλιστική επιχείρηση 74 2.6 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ 80 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ: Οι διοικητικές, οικονομικές και κοινωνικές 82 λειτουργίες των τουρκικών συντεχνιών ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 92 3

ΠΡΟΛΟΓΟΣ Το θέμα της εργασίας είναι «Μετάβαση στον καπιταλισμό και μορφές επιχειρήσεων». Το ζήτημα της μετάβασης στον καπιταλισμό έχει κατά καιρούς απασχολήσει πολλούς ειδικούς. Πρόκειται για μια μακροχρόνια προσπάθεια που πέρασε από διάφορα στάδια για να καταλήξει στη μορφή που έχει σήμερα ο καπιταλισμός. Διάφορες δυνάμεις επηρέασαν την εξέλιξη της παραγωγής και διάφορες μορφές επιχειρήσεων παρουσιάστηκαν όλα αυτά τα χρόνια. Το πρώτο μέρος της εργασίας αναφέρεται στη διαδικασία μετασχηματισμού των φεουδαρχικών δομών παραγωγής σε καπιταλιστικές μορφές καθώς και τα στάδια στα οποία αυτός ο μετασχηματισμός αναλύεται. Το δεύτερο μέρος ασχολείται με τις διάφορες μορφές επιχειρήσεων που παρουσιάστηκαν. Αυτές οι επιχειρήσεις είτε η μία αντικαθιστούσε την άλλη, είτε συνυπήρχαν και λειτουργούσαν παράλληλα, συνήθως ανταγωνιστικά η μία προς την άλλη. Στον Μεσαίωνα η βιομηχανία των πόλεων οργανώνεται σε συντεχνίες ανεξάρτητων τεχνιτών. Η οικοτεχνική βιομηχανία έρχεται στη συνέχεια να αντικαταστήσει τις συντεχνίες. Γνωρίζει ιδιαίτερα μεγάλη επιτυχία χάρη στα πλεονεκτήματα που παρέχει. Ένα από αυτά,που είναι η ανεξαρτησία των τεχνιτών, χάνεται σταδιακά με την εμφάνιση του προαγοραστή - χονδρέμπορου και στη συνέχεια με τη δημιουργία της μανουφακτούρας. Η τελευταία οργανώνεται με βάση τον καταμερισμό της εργασίας και με ολοκληρωτική απουσία μηχανών. Το εργοστάσιο έρχεται να φέρει την επανάσταση με τη χρήση των μηχανών και της τεχνολογίας η οποία εκτοξεύει στα ύψη τα κέρδη των καπιταλιστών. 4

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΦΕΟΥΔΑΡΧΙΑ ΣΤΟΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟ 1.1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Το πρώτο μέρος της εργασίας αναφέρεται στη μετάβαση από τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό. Αρχικά παρατίθενται οι ορισμοί των εννοιών :φεουδαρχία, φέουδο, καπιταλισμός. Στη συνέχεια παρουσιάζεται αναλυτικά η φεουδαρχία και συγκεκριμένα: μία σύντομη ιστορική αναδρομή που περιγράφει τα στάδια που προηγήθηκαν της φεουδαρχίας, η ιδιοκτησία στον φεουδαρχικό τρόπο παραγωγής καθώς και κάποια στοιχεία για την αρχική πορεία του μετασχηματισμού του φεουδαρχικού συστήματος. Το επόμενο κεφάλαιο αναφέρεται στη μετάβαση από τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό, τις δυνάμεις αυτής της μετάβασης και τις φάσεις που πέρασε. Ακολουθεί το κεφάλαιο για τη συγκρότηση του νεοελληνικού κράτους που μετά την επανάσταση συγκροτήθηκε σε καπιταλιστική βάση. Τέλος, παρουσιάζονται σε ολόκληρο το πρώτο μέρος αλλά και συγκεντρωμένες στο τέλος οι απόψεις μεγάλων οικονομολόγων. 5

1.2 ΟΡΙΣΜΟΙ 1.2.1Φεουδαρχία (Φεουδαλισμός) Κοινωνικό και οικονομικό σύστημα που διαδέχτηκε τη δουλοκτησία των αρχαίων κοινωνιών, το οποίο εμφανίστηκε μετά την κατάρρευση της ρωμαϊκής οικονομίας. Στο φεουδαρχικό κοινωνικό σύστημα διακρίνουμε κυρίως δύο βασικές τάξεις: τους φεουδάρχες και τους δουλοπάροικους αγρότες. Η ιδιομορφία του τρόπου παραγωγής που επικρατούσε στις κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες της φεουδαρχίας βρίσκεται στο γεγονός του κατατεμαχισμού της γης. Ο δουλοπάροικος αγρότης κατείχε ένα μικρό κομμάτι γης, που δεν ήταν ωστόσο αρκετό για να καλύψει τις ανάγκες του αγροτικού νοικοκυριού. Γι αυτό ήταν υποχρεωμένος να δουλεύει παράλληλα και στα χωράφια των συγγενών. Επιπλέον, μέσα από πολιτικοστρατιωτικούς μηχανισμούς βίας και καταναγκασμού, ο χωρικός καλλιεργητής της φεουδαρχίας ήταν υποχρεωμένος να εργάζεται με τη μορφή αγγαρείας στα κτήματα των φεουδαρχών. Η φεουδαρχία ως οικονομικό σύστημα χαρακτηρίζεται από τη φυσική οικονομία, στην οποία βασικός κλάδος ήταν η γεωργία. Ο εξαγροτισμός της ζωής, η απουσία ανεξάρτητων και ισχυρών πόλεων και η οικονομική αυτάρκεια είναι τα κύρια γνωρίσματα της. 1 Σ' ένα ορισμένο στάδιο εξέλιξης οι φεουδαρχικές σχέσεις παραγωγής εμπόδιζαν την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Μέσα στα σπλάχνα του φεουδαρχικού συστήματος δημιουργήθηκαν λίγο - πολύ έτοιμες μορφές του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. Οι αγροτικές εξεγέρσεις υπόσκαψαν τα θεμέλια της φεουδαρχίας. Επικεφαλής της πάλης για την ανατροπή της φεουδαρχίας μπήκε η αστική τάξη. Το σύστημα της φεουδαρχίας αντικαταστάθηκε από τη βιομηχανική κοινωνία μέσα από μία μεγάλη πορεία σταδιακής αποσύνθεσης των φεουδαρχικών δομών. Από το στάδιο του φεουδαρχισμού πέρασαν όλες οι χώρες της Ευρώπης, η 1 Θ. Α. Βασιλείου- Ν. Σταματάκης, Λεξικό Επιστημών του Ανθρώπου, Εκδόσεις Gutenberg, σελ 391 6

φεουδαρχία όμως καταργήθηκε σε διαφορετικές χρονικές περιόδους. Σε μια σειρά χώρες της Ασίας, της Αφρικής και της Λατινικής Αμερικής υπολείμματα φεουδαρχίας διατηρήθηκαν μέχρι σήμερα. 2 1.2.2 Φέουδο Η βασική μονάδα γης που χαρακτηρίζει τη φεουδαρχία της Δυτικής Ευρώπης είναι το φέουδο. Απόλυτος εξουσιαστής πραγμάτων και προσώπων μέσα στο φέουδο είναι ο φεουδαρχικός κύριος. Στην κλασσική της περίοδο, ως το 9ο και 10ο μ.χ. αιώνα, η φεουδαρχική ιδιοκτησία χωρίζεται σε δύο είδη γης. Το πρώτο είναι ο οίκος που καταλαμβάνει και το μεγαλύτερο μέρος των καλλιεργήσιμων εκτάσεων του φέουδου και όπου ασκεί απόλυτη ιδιοκτησία ο φεουδάρχης. Τα κτήματα του οίκου καλλιεργούνται από τους δουλοπάροικους με τη μορφή αγγαρείας και η παραγωγή προορίζεται αποκλειστικά για το φεουδάρχη. Το δεύτερο είδος αποτελείται από μικρά κομμάτια γης που ανήκουν στην ιδιοκτησία των χωρικών καλλιεργητών όπου συνιδιοκτήτης είναι ουσιαστικά ο φεουδάρχης. Από το δεύτερο είδος γης καλύπτονται οι ανάγκες των δουλοπάροικων, που είναι υποχρεωμένοι να δίνουν ένα μέρος της παραγωγής με τη μορφή προσόδου (δεκάτη), σε είδος αρχικά και αργότερα σε χρήμα, στον φεουδάρχη. Το είδος γαιοκτησίας που αντιστοιχεί στον «οίκο» της δυτικής φεουδαρχίας είναι το τσιφλίκι της ανατολικής φεουδαρχίας την περίοδο της τουρκοκρατίας. 3 1.2.3 Καπιταλισμός Κοινωνικό και πολιτικό καθεστώς που διαδέχθηκε την φεουδαρχία. Το καθεστώς αυτό έχει σαν βάση την ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, την εκμετάλλευση των ημερομισθίων εργατών, που δεν έχουν μέσα παραγωγής και άλλους πόρους ζωής και που είναι υποχρεωμένοι να πουλάνε συνεχώς την εργατική τους δύναμη 2 Σύντομο Κοινωνικοπολιτικό Λεξικό, Εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 1984, σελ 253 3 Θ. Α. Βασιλείου- Ν. Σταματάκης, Λεξικό Επιστημών του Ανθρώπου, Εκδόσεις Gutenberg,σελ 392 7

στους καπιταλιστές. Η κινητήρια δύναμη της καπιταλιστικής παραγωγής και το βασικό χαρακτηριστικό της, είναι το κέρδος που προέρχεται από την ιδιοποίηση της υπεραξίας, που την δημιουργούν οι εργάτες. Η βασική αντίφαση του εξελιγμένου καπιταλισμού είναι η αντίθεση ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα της παραγωγής και στην ατομική, στην καπιταλιστική μορφή ιδιοποίησης των προϊόντων της παραγωγής. Η καπιταλιστική οικονομία έχει σαν βασικό γνώρισμα την αναρχία της παραγωγής, γιατί είναι υποταγμένη στους αυθόρμητους νόμους της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Από εδώ πηγάζουν οι περιοδικές οικονομικές κρίσεις, που είναι αναπόφευκτες κάτω από τον καπιταλισμό οι κρίσεις της υπερπαραγωγής που χαρακτηρίζονται από το γεγονός, ότι προσφέρονται περισσότερα εμπορεύματα από αυτά που μπορεί ν' απορροφήσει η αγορά η απορρόφηση καθορίζεται από την αγοραστική δυνατότητα των εργαζομένων. Η οικονομία των καπιταλιστικών χωρών αναπτύσσεται κυκλικά δηλαδή εξ αιτίας των ανταγωνιστικών αντιθέσεων που είναι συμφυείς με τον καπιταλισμό έχουμε αύξηση της παραγωγής που παραχωρεί τη θέση της σε μια ελάττωση, σε μια απότομη πτώση της παραγωγής, στην κρίση. Κατά τη διάρκεια των κρίσεων παρατηρείται μαζική καταστροφή των παραγωγικών δυνάμεων της κοινωνίας, η ανεργία, και η εξαθλίωση της εργατικής τάξης και όλων γενικά των εργαζομένων, μεγαλώνουν σημαντικά και οξύνονται όλες εν γένει οι αντιθέσεις του καπιταλιστικού καθεστώτος Με την ανάπτυξη του καπιταλισμού, δυναμώνει η καπιταλιστική καταπίεση και επιδεινώνεται η απόλυτη και η σχετική εξαθλίωση της εργατικής τάξης και όλων των εργαζομένων. Όσο περισσότερο συγκεντρώνεται ο κοινωνικός πλούτος στα χέρια μιας μικρής ομάδας καπιταλιστών, τόσο περισσότερο προλεταριοποιούνται οι μάζες, τόσο πιο πολύ επεκτείνεται η ανεργία και εξαθλιώνεται η εργατική τάξη. «Να ποιος είναι ο γενικός, ο απόλυτος νόμος, της καπιταλιστικής συσσώρευσης» (Μαρξ: Το Κεφάλαιο). Μια οξεία ταξική πάλη ανάμεσα στην αστική τάξη και στο προλεταριάτο, είναι το ουσιώδες 8

χαρακτηριστικό της καπιταλιστικής κοινωνίας. Στο τέλος του ΙΘ' αιώνα, ο καπιταλισμός μπήκε στο τελευταίο στάδιο της ανάπτυξης του, στα στάδιο του ιμπεριαλισμού, που το χαρακτηρίζει η κυριαρχία μιας δράκας μονοπωλητών, ή λίγων ομάδων μονοπωλητών πάνω στην οικονομία και στην πολιτική των καπιταλιστικών κρατών. Κάτω απ την επίδραση του νόμου της ανισομερής οικονομικής και πολιτικής ανάπτυξης των καπιταλιστικών χωρών στην εποχή τον ιμπεριαλισμού, τα θεμέλια του καπιταλιστικού καθεστώτος κλονίζονται όλο και πιο πολύ και όλο και πιο συχνές γίνονται στις χώρες αυτές οι συρράξεις και οι πόλεμοι. Η ταξική πάλη των εργατών και η πάλη όλων των εργαζομένων, υπό την ηγεσία της εργατικής τάξης, ενάντια στην τάξη των καπιταλιστών, παίρνει μιαν οξύτητα σε ύψιστο βαθμό. Το ιμπεριαλιστικό στάδιο του καπιταλισμού, αποτελεί τις παραμονές της σοσιαλιστικής επανάστασης. Η γενική κρίση του καπιταλισμού άρχισε μετά τον Α' παγκόσμιο πόλεμο και χαρακτηρίζεται από μία ολοένα αυξανόμενη αποσύνθεση του καπιταλιστικού συστήματος σ' ολόκληρο τον κόσμο Η νίκη της Μεγάλης Σοσιαλιστικής Επανάστασης του Οκτώβρη εγκαινιάζει μια νέα εποχή στην εξέλιξη της κοινωνίας. Ο καπιταλισμός έπαψε πια να αποτελεί το μοναδικά και καθολικό σύστημα στην παγκόσμια οικονομία. Η παγκόσμια τώρα οικονομία χωρίζεται σε δυο οικονομικά συστήματα διαμετρικά αντίθετα: το σοσιαλιστικό και το καπιταλιστικό. Η γενική κρίση του καπιταλισμού έχει σαν ιδιαίτερο χαρακτηριστικό γνώρισμα, μια χωρίς προηγούμενο επιδείνωση όλων των αντιθέσεων της καπιταλιστικής κοινωνίας. Οι αντιθέσεις, ανάμεσα στα ιμπεριαλιστικά κράτη και στις αποικίες και εξαρτημένες χώρες, που μπαίνουν πλέον στο δρόμο της εθνικής τους απελευθέρωσης, οξύνονται στο έπακρον, πράγμα που συγκλονίζει από τα θεμέλια τον ιμπεριαλισμό.η αποσύνθεση του καπιταλισμού ολοένα και προχωρεί. Στην περίοδο της γενικής κρίσης του καπιταλισμού παρατηρείται μια χρόνια υποπαραγωγή των επιχειρήσεων, και αύξηση της ανεργίας. Οι οικονομικές κρίσεις γίνονται βαθύτερες και πιο καταστροφικές γιατί 9

τώρα επηρεάζουν όλους τους κλάδους της οικονομίας. Η διάρκεια των κρίσεων γίνεται όλο και μεγαλύτερη, ενώ οι περίοδοι της οικονομικής δραστηριότητας, μικραίνουν και η δραστηριότητα, δεν φτάνει πια σε μια γενική άνοδο της οικονομίας. Στο διάστημα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, ο καπιταλισμός μπήκε στο δεύτερο στάδιο της γενικής του κρίσης. Πολλές χώρες της Ευρώπης και της Ασίας αποσπάσθηκαν από το καπιταλιστικό σύστημα, και, με την εγκαθίδρυση του καθεστώτος της λαϊκής δημοκρατίας, ενίσχυσαν το αντίπαλο, το σοσιαλιστικό σύστημα. Η ιστορική νίκη, εξ άλλου, του κινεζικού λαού έδωσε στον ιμπεριαλισμό ένα νέο συντριπτικό κτύπημα. Οι χώρες της λαϊκής δημοκρατίας μπήκαν στο δρόμο της οικοδόμησης του σοσιαλισμού. Ο κόσμος διαχωρίστηκε σε δύο στρατόπεδα: απ τη μια μεριά, το στρατόπεδο του ιμπεριαλισμού, που το κατευθύνουν οι Η.Π.Α., κι' απ την άλλη, το στρατόπεδο του σοσιαλισμού και της δημοκρατίας που προοδεύει και ισχυροποιείται κάτω από τη διεύθυνση της Ε.Σ.Σ. Δ. και της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας. Το πιο σημαντικό αποτέλεσμα αυτού του πολέμου υπήρξε ο χωρισμός της παγκόσμιας αγοράς (που μέχρι τότε ήταν μία και ενιαία) και ο σχηματισμός δύο παράλληλων αγορών της καπιταλιστικής αγοράς και της σοσιαλιστικής αγοράς, πράγμα που σημαίνει μια νέα επιδείνωση της γενικής κρίσης του καπιταλιστικού συστήματος σ' ολόκληρο τον κόσμο. 4 1.3 ΦΕΟΥΔΑΡΧΙΑ (ΦΕΟΥΔΑΛΙΣΜΟΣ) 1.3.1 Σύντομη ιστορική αναδρομή έως την φεουδαρχία Η πρώτη ανταγωνιστική μορφή της κοινωνικής οργάνωσης, η λεγόμενη πρώιμη ταξική κοινωνία διαμορφώθηκε μεταξύ των 5 και 3 χιλ. ετών πριν από τη χρονολογία μας, όταν άρχισαν οι πρώτοι των γενών και 4 Ρόζενταλ Μ.- Γιούντιν Π., Μικρό Φιλοσοφικό Λεξικό, Μετάφραση Πολ.Στεφάνου, Εκδόσεις Γερ. Αναγνωστίδη, σελ212-213 10

των φυλών να ιδιοποιούνται όλο και μεγαλύτερα τμήματα του υπερπροϊόντος. Ο θεσμός των πρώτων έγινε όλο και πιο σπουδαίος, πρώτα γιατί αυξήθηκε η επιρροή τους με την ιδιοποίηση σημαντικού μέρους του υπερπροϊόντος και δεύτερο γιατί η σημασία του λειτουργήματος τους ανέβηκε στο βαθμό που μεγάλωναν οι οικισμοί και συμπράττανε οι χωριστές κοινότητες χωριών στην κατασκευή μεγάλων αρδευτικών συστημάτων. Με την κληρονομικότητα του αξιώματος που πέτυχαν σιγά σιγά μετατράπηκαν οι πρώτοι σε ευγενείς. Αποτέλεσαν αρχικά μ' επικεφαλής το Ιερατείο τον πυρήνα της κυρίαρχης τάξης στις αρχαίες ανατολικές κοινωνίες, στην οποία προσκολλήθηκαν αργότερα οι ιδιοκτήτες μεγάλων εργαστηρίων και οι μεγαλέμποροι. Τα στελέχη με τη βοήθεια των οποίων ασκούσε η κυρίαρχη τάξη την εξουσία αποτελούσαν οι πολεμιστές, επιστάτες και διαχειριστές διαφόρων βαθμών. Κατά τον τρίτο αιώνα π.χ. σχηματίστηκαν στην πεδιάδα που βρέχεται από τους ποταμούς Ευφράτη και Τίγρη δωδεκάδες κράτη-πόλεις μ' επικεφαλής έναν αρχιερέα το καθένα σαν αρχηγό. Ο πληθυσμός των πόλεων αυτών έφτανε στις 10 με 12 χιλιάδες. Από τότε που παραγόταν σταθερά ένα κάποιο υπερπροϊόν, άξιζε τον κόπο αντί να σκοτώνουν τους αιχμαλώτους πολέμου να τους χρησιμοποιούν σαν σκλάβους (υπηρέτες στην κατασκευή οικοδομών, των αρδευτικών συστημάτων, την αγροτική οικονομία κλπ.). Μ' όλο που ένας νικηφόρος πόλεμος απέδιδε καμιά φορά και ίσαμε 5-6 χιλιάδες σκλάβους δεν έπαιζε η σκλαβιά καθοριστικό ρόλο σ' αυτόν τον τρόπο παραγωγής. Ραχοκοκκαλιά του ήτανε η εργασία των αγροτικών κοινοτήτων στα χωράφια που τους ανήκανε ντε φάκτο (ονομαστικός ιδιοκτήτης ήταν ο πρώτος από τους θεούς της πόλης). Την ίδια περίπου εποχή σχηματίστηκαν, όπως στη Μεσοποταμία, και στις Ινδίες, δίπλα στον Ινδό ποταμό παρόμοιες πόλεις-κράτη που στηρίζονταν στον ίδιο βασικά τρόπο παραγωγής, βασικά χαρακτηριστικά του οποίου θεωρούσε ο Μαρξ τη συντηρητική αλλά σταθερή ένωση της αγροτικής παραγωγής που είχε βάση την κοινή ιδιοκτησία, με την πρωτόγονη βιοτεχνία καθώς και την υπερεργασία για την «ανώτερη κοινότητα». Από την άποψη της κρατικής οργάνωσης αυτών των τρόπων 11

παραγωγής, οι πόλεις-κράτη ήτανε μόνο τα πρώτα σήματα. Αργότερα πήρε τη μορφή μεγάλων αυτοκρατοριών μ' επικεφαλείς αρχιερείς ή βασιλιάδες που εξουσίαζαν εκατοντάδες χιλιάδες υπηκόων. Την εποχή των μεσοποταμιακών και Ινδικών πόλεων - κρατών είχε σχηματιστεί κιόλας στο Νείλο η πρώτη τέτοια αυτοκρατορία που κυβερνιόνταν από τους Φαραώ. Η δημιουργία μεγάλων αυτοκρατοριών συντέλεσε στην ανάπτυξη της αγροτικής οικονομίας, της βιοτεχνίας και του εμπορίου. Η πραγματοποιούμενη με τη μορφή συνεργασίας αναγκαστική εργασία των χωρικών και των δούλων για την κατασκευή και συντήρηση των αρδευτικών συστημάτων και την οικοδόμηση των πυραμίδων πήρε τεράστια έκταση. Χίλια χρόνια αργότερα, γύρω στα 1500 π.χ. γεννήθηκαν στην Μεσοποταμία και την Κίνα, στον Κίτρινο ποταμό, μεγάλες αυτοκρατορίες, το κράτος των Βαβυλωνίων και το βασίλειο του Σάνγκ-Γίν. Επειδή οι εκμεταλλευόμενοι χωρικοί, βιοτέχνες και μικρέμποροι υποχρεώνονταν να παραδίνουν όλο το υπερπροϊόν στους φοροσυλλέκτες του κράτους, στους ναούς και τους επικαρπωτές, ξεσπούσαν όχι σπάνια εξεγέρσεις ή παρουσιάζονταν άλλες επίσης οξύτατες μορφές του ταξικού αγώνα. Εντούτοις για περισσότερο από 2 χιλ. χρόνια αποδείχτηκε η δεσποτεία σαν σταθερή μορφή κυριαρχίας. Στην αγροτική οικονομία χρησιμοποιήθηκαν παράλληλα με την τεχνητή άρδευση μέσω τεχνητών λιμνών, καναλιών φραγμάτων και αντλιοστασίων το ξύλινο άροτρο με ζέψιμο των ζώων, η ρόδα και η άμαξα. Για φόρτωμα χρησιμοποιήθηκαν στην πρόσω Ασία η καμήλα και στην Ινδία ο ελέφαντας. Στον τομέα των μετάλλων η εξόρυξη χαλκού άρχισε περίπου το 8000 (χυτήρια γύρω στα 6000) του χρυσού και του αργύρου γύρω στα 4000, του ορειχάλκου γύρω στα 3000 χρόνια π.χ. Έτσι εκτός από τα ξύλινα και τα πέτρινα εργαλεία άρχισε η χρησιμοποίηση εργαλείων από μέταλλο, (ορείχαλκο). Το πέρασμα στην εποχή του ορειχάλκου έφερε μια σημαντική αύξηση του μέσου όρου της παραγωγικότητας της εργασίας κι έγινε αφορμή για μια σημαντική κοινωνική ανατροπή. Αυτό ισχύει πολύ περισσότερο για την εποχή του σιδήρου κατά τον χαρακτηρισμό του αρχαίου τρόπου παραγωγής. Παρουσιάστηκε το μεταλλικό χρήμα σα μέσο ανταλλαγής, αλλά δεν κυριαρχούσε ακόμη. Αναπτύχθηκε η εμπορική σύνδεση μακρινών χωρών 12

με πλοία και καραβάνια. Σε σύγκριση με την πρωτόγονη κοινωνία η ανάπτυξη της πρώιμης ταξικής κοινωνίας αποτελούσε μια τεράστια πρόοδο. Η συνένωση των φυσικών κοινοτήτων σε μια μεγαλύτερη ενότητα επέτρεψε τη συνεργασία σε υψηλότερη κλίμακα. Τρανή απόδειξη αυτού αποτελούν η διαρρύθμιση των ποταμών καθώς επίσης και τα μεγαλόπρεπα κτίσματα προς τιμήν των θεών και των δεσποτών. Η παραπέρα ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων της πρώιμης ταξικής κοινωνίας είχε σα συνέπεια το πέρασμα σ' έναν καινούριο τρόπο παραγωγής, στη δουλεία της αρχαιότητας. Η άνοδος της παραγωγικότητας της εργασίας στα βιοτεχνικά επαγγέλματα που πρόκυψε σε μεγάλο βαθμό από τη χρησιμοποίηση εργαλείων από σίδηρο είχε σαν αποτέλεσμα ότι για μια ολόκληρη ιστορική εποχή έγινε αποδοτική η μαζική εκμετάλλευση των δούλων. Ταυτόχρονα τα αποτελεσματικότερα σιδερένια όπλα έκαναν αρκετά αποδοτική την πολεμική αρπαγή δούλων. Η εργασία των δούλων ήταν το στήριγμα, η παραγωγική σχέση μεταξύ δουλοκτήτη και δούλου (η ιδιοκτησία του πρώτου πάνω στον τελευταίο και τα παραγωγικά μέσα) ήταν η κύρια παραγωγική σχέση του αρχαίου τρόπου παραγωγής. Ο δούλος χρησιμοποιούνταν σαν «ομιλούν εργαλείο», ανήκε στον κύριο του με την ψυχή και το σώμα και μπορούσε όχι μόνο να πουληθεί, αλλά και να σκοτωθεί απ αυτόν. Ο δούλος έγινε επίσης, σαν ζώο, και σαν εργαλείο, αντικείμενο παζαρέματος στην αγορά. Στην Αθήνα ζούσαν κατά τον 5ο αιώνα περίπου 100 χιλιάδες ελεύθεροι και 100 χιλιάδες δούλοι. Η κατώτερη τάξη των ελεύθερων Αθηναίων πολιτών δεν είχε την δυνατότητα να διατηρεί δούλους. Αντίθετα ήταν υποχρεωμένοι οι ίδιοι να δουλεύουν μεροκάματο στους πλούσιους γαιοκτήμονες, εμπόρους και βιοτέχνες. Αυτοί που άνηκαν στην τάξη των απλών εμπορευματοπαραγωγών απασχολούσαν κατά κανόνα στις μικρές αγροτικές ή βιοτεχνικές επιχειρήσεις τους δύο με πέντε δούλους. Τα μέλη των ανώτερων τάξεων κατείχαν εκατοντάδες δούλους που τους νοίκιαζαν στα ορυχεία και τα λατομεία, όπου η κατάσταση τους ήταν πιο δύσκολη και η ζωή τους περισσότερο σύντομη. Σε μερικούς Ρωμαίους δουλοκτήτες ανήκαν και πάνω από 4 χιλιάδες δούλοι. Από το 1,5 εκατομμύριο των κατοίκων 13

της Ρώμης, το 0,9 εκ. ήταν πιθανότατα δούλοι. "Όσοι από τους δούλους ήταν μορφωμένοι απασχολούνταν απ τους πλούσιους σαν λογιστές, γραφιάδες, αναγνώστες και βιβλιοθηκάριοι. Οι εργαζόμενοι δούλευαν συνήθως δεμένοι με αλυσίδες και συχνά ήταν σημαδεμένοι ή κουρεμένοι σύρριζα. Στην ύπαιθρο ζούσαν σε υπόγεια και δεν είχαν το δικαίωμα να μιλήσουν στον κύριο τους δίχως να ερωτηθούν. Οι αιχμάλωτοι πολέμου, που το Ρωμαϊκό κράτος δεν πουλούσε, δούλευαν σαν κρατικοί δούλοι στην κατασκευή δρόμων, γεφυρών, δικτύων ύδρευσης, δημόσιων κτιρίων και ναών. Ο παραγωγικός τρόπος της δουλοκτησίας διαμορφώθηκε στην αρχαία Ελλάδα γύρω στον 5ο αιώνα και έφτασε στο υψηλότερο σημείο της ακμής του στα χρόνια της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Ο παραγωγικός τρόπος της αρχαιότητας ήταν η μεγάλη παραγωγή, που στηριζόταν στην απλή συνεργασία του μέσου εργασίας και του άμεσου παραγώγου, του δούλου. Οι πιο ανεπτυγμένες μορφές δουλοκτητικού νοικοκυριού ήταν, στην αγροτική οικονομία, τα λατιφούντια και στην βιοτεχνία τα εργαστήρια. Ενώ όμως στον προηγούμενο τρόπο παραγωγής επικρατούσαν και στις κυρίαρχες τάξεις μορφές συλλογικής ιδιοκτησίας (νοικοκυριά των ναών, κρατική ιδιοκτησία), αντίθετα στην αρχαιότητα κυριάρχησε η ατομική ιδιοκτησία που κατοχυρώθηκε και νομικά. Όπως και στα αρχαία ανατολικά κράτη, έτσι και εδώ, ένα σημαντικό μέρος του υπερπροϊόντος χρησιμοποιούνταν μη παραγωγικά για την κατασκευή μεγαλόπρεπων παλατιών, ναών και επαύλεων, καθώς και για τις πολυάριθμες γιορτές προς τιμήν θεών, αρχηγών κρατών και στρατηλάτων. Πώς συντελέστηκε η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων πάνω στην οποία διαμορφώθηκε ο αρχαίος τρόπος παραγωγής; Τον κύριο ρόλο έπαιξε η κατεργασία του σιδήρου. Με την κατασκευή και χρησιμοποίηση σιδερένιων εργαλείο μπόρεσε να αυξηθεί η παραγωγικότητα στη βιοτεχνική παραγωγή και να προωθηθεί η εξειδίκευση της. Οι Έλληνες πραγματοποίησαν τις μεγαλύτερες επιτυχίες στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων στους τομείς της βιοτεχνίας, της 14

εξόρυξης μετάλλων, του εμπορίου, της αρχιτεκτονικής και των επιστημών, γιατί ενώ διέθεταν πολύ λίγη εύφορη γη, είχαν αρκετό ορυκτό πλούτο και μια πάρα πολύ ευνοϊκή γεωγραφική θέση για την ανάπτυξη του θαλασσινού εμπορίου. Οι Ρωμαίοι συγκέντρωσαν τις προσπάθειες τους στην αγροτική και τη χρηματική οικονομία, στην ανάπτυξη των συγκοινωνιών, στην κατασκευή υδραγωγείων, γεφυρών, αποχετευτικών συστημάτων και μνημείων. Το εμπόριο είχε προσλάβει κιόλας διηπειρωτικές διαστάσεις και το ασημένιο νόμισμα είχε εξελιχτεί σε γενικό μέσο ανταλλαγής. Το γεγονός ότι στον αρχαίο τρόπο παραγωγής ήταν κατορθωτή μόνο μια σαφώς περιορισμένη ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων οφείλονταν στην ίδια τη φύση της εργασίας των δούλων, που εμπόδιζε τόσο την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων των ίδιων των παραγωγών, όσο και την ανάπτυξη παραγωγικότερων μέσων εργασίας που απαιτούσαν προσεκτικό χειρισμό και συντήρηση. Ο Μαρξ έγραφε: «Άλλα αυτός (ο δούλος) κάνει ζώα και εργαλεία να νιώσουν πώς δεν είναι σαν κι' αυτά, παρά άνθρωπος. Δίνει στον εαυτό του το αίσθημα της διαφοράς του απ αυτά, ενώ τα κακομεταχειρίζεται και τα καταστρέφει με πάθος. Κατά συνέπεια ίσχυε σ' αυτόν τον παραγωγικό τρόπο σαν απαράβατη οικονομική αρχή να χρησιμοποιούν μόνο βαριά και χοντροκομμένα εργαλεία που δεν καταστρέφονταν εύκολα». Τα σύνορα του αρχαίου τρόπου παραγωγής παραβιάστηκαν με τη γέννηση του φεουδαρχικού τρόπου παραγωγής, στον όποιο οι χωρικοί παρά το καταπιεστικό βάρος της δουλοπαροικίας και των υποχρεώσεων να προσφέρουν δοσίματα, είχαν περισσότερο ενδιαφέρον για την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας από όσο μπορούσε να είχαν ποτέ οι δούλοι σχετικά με τη διαφορά αυτή ο Λένιν έκανε την εξής παρατήρηση: «Ο χωρικός μπορούσε να δουλεύει ορισμένες μέρες στο χωράφι που του είχε παραχωρήσει ο φεουδάρχης για τον εαυτό του. Μπορούσε να περνά ένα μέρος του χρόνου του στο χωράφι του, μπορούσε μέχρι ενός σημείου, να ανήκει στον εαυτό του». 5 5 W.Eichhorn- A.Bauer -G.Koch, Η διαλεκτική των παραγωγικών σχέσεων και παραγωγικών δυνάμεων, Εκδόσεις Γερ. Αναγνωστίδη, Αθήνα, σελ 92-100 15

1.3.2 Η Ιδιοκτησία στον φεουδαρχικό τρόπο παραγωγής Στο Φεουδαρχικό τρόπο παραγωγής η νομή συμπίπτει με την κατοχή (μερική ή ολική) των μέσων παραγωγής. Εδώ η νομή, η ικανότητα δηλαδή να χρησιμοποιεί τα μέσα παραγωγής ο ατομικός άμεσος παραγωγός, ως ατομική δηλαδή ικανότητα χρήσης συνοδεύεται από σχέση κατοχής τους από αυτόν. Γιατί: Στο φεουδάρχη ανήκει τυπικά μόνο η κυριότητα ή ιδιοκτησία του κύριου συντελεστή παραγωγής, της γης, η οποία επιφέρει οικονομικά αποτελέσματα που δεν είναι άλλα από τη γαιοπρόσοδο. Αλλά η κυριότητα πάνω σε / στα εργαλεία της παραγωγής, όπως και η κατοχή της γης, δηλαδή (και) γενικότερα η διεύθυνση και ο έλεγχος της διαδικασίας της παραγωγής, και η οικειοποίηση αποτελεσμάτων χρήσης των μέσων εργασίας, ήτοι η κατοχή ανήκει στο δουλοπάροικο άμεσο παραγωγό, Επομένως έχουμε μη-σύμπτωση μεταξύ τυπικής κυριότητας και νομής, και βέβαια μη-σύμπτωση μεταξύ τυπικής κυριότητας και κατοχής: η περίπτωση της μη-ομολογίας. Επιπλέον, εφόσον υφίσταται αντίστοιχα, η μη- ομολογία μεταξύ κυριότητας και κατοχής, η κυριότητα δεν είναι πραγματική. Στην περίπτωση αυτή ο φορέας νομής, ο άμεσος παραγωγός, ο δουλοπάροικος, έχει και την κατοχή (μερική ή ολική) των μέσων παραγωγής, ενώ οι φεουδάρχες είναι φορείς μονάχα της τυπικής κυριότητας (μέρους των μέσων παραγωγής). Σε κανέναν, όμως, δεν ανήκει η εξουσία επί των αντικειμένων και των αποτελεσμάτων της εργασιακής διαδικασίας, δηλαδή η οικονομική-πραγματική κυριότητα. Αλλά η τυπική αυτή κυριότητα, όπως και πιο πριν σημειώσαμε, ενώ δεν είναι οικονομική σχέση, λειτουργεί ως τέτοια καθόσον, ακυρώνοντας την πραγματική κυριότητα, άρα και την κυριότητα ως οικονομική σχέση, επιφέρει αποτελέσματα επί του ουσιώδους περιεχομένου των σχέσεων παραγωγής (μη-ομολογία), επομένως επί της μήτρας του τρόπου αυτού παραγωγής. Κάτω απ' αυτές τις συνθήκες (μη-ομολογίας / μη-πραγματικής κυριότητας) οι δουλοπάροικοι άμεσοι παραγωγοί μπορούν να επιβιώσουν χωρίς να είναι υποχρεωμένοι να εργαστούν για τους φεουδάρχες. Αν εργάζονται, αυτό είναι 16

το αποτέλεσμα εξωοικονομικού καταναγκασμού. Στα πλαίσια, λοιπόν, αυτού του τρόπου παραγωγής, η οικονομική δομή είναι καθοριστική σε τελευταία ανάλυση, αλλά κυριαρχικό είναι το ιδεολογικό ή / και δικαιο-πολιτικό εποικοδόμημα. Από τα παραπάνω προκύπτει και ότι οι δύο κοινωνικές τάξεις που συγκροτούνται στα πλαίσια του Φεουδαρχικού τρόπου παραγωγής (οι φεουδάρχες και οι δουλοπάροικοι) είναι ακριβώς αποτέλεσμα του ειδικού ιστορικά συνδυασμού των τριών σχέσεων που συνθέτουν το ουσιώδες περιεχόμενο των σχέσεων παραγωγής, είναι με άλλα λόγια το αποτέλεσμα των σχέσεων παραγωγής. 6 1.3.3 Η αρχική πορεία του μετασχηματισμού του φεουδαρχικού συστήματος Το φεουδαρχικό σύστημα φτάνει στο απόγειο του και ολοκληρώνει τα δομικά του στοιχεία σαν σύστημα παραγωγής τον 11ο αιώνα. Το μεγάλο φεουδαρχικό γαιόκτημα και η οικονομία του «Οίκου» βρίσκονται στο επίκεντρο του και το χαρακτηρίζουν. Είναι ένα σύστημα όπου η παραγωγή και η κατανάλωση είναι αξεχώριστα συνυφασμένες μεταξύ τους, ένα σύστημα κατά βάση άμεσης και καταναγκαστικής αφαίρεσης εργασίας από τον δουλοπάροικο, ο οποίος σαν καλλιεργητής της γης ή σαν χειροτέχνης είναι προσδεμένος στο πλαίσιο λειτουργίας του μεγάλου φεουδαρχικού «Οίκου». Το σύστημα είναι από πολλές απόψεις αντι-οικονομικό και πρωτόγονο. Είναι αντι-οικονομικό διότι: πρώτο, το αξεχώριστο δέσιμο μεταξύ παραγωγής και κατανάλωσης σε συνδυασμό με τη «δωρεά» διάθεση εργασίας δεν επιτρέπει κανενός είδους κοστολόγηση των παραγομένων προϊόντων, δεύτερο, δεδομένου ότι επικρατεί το στοιχείο της αυτοκατανάλωσης και η εξεμπορίκευση είναι πολύ χαμηλή η συγκέντρωση του οικονομικού πλεονάσματος στα χέρια της άρχουσας τάξης γίνεται σε αναλώσιμα είδη, που στον βαθμό, που δεν καταναλίσκονται στο πλαίσιο του μεγάλου φεουδαρχικού «Οίκου» ακινητοποιούνται ή και καταστρέφονται, τρίτο, υπάρχει μόνιμη στενότητα εργατικής δύναμης, διότι η γεννητικότητα του 6 Γιώργος Η. Οικονομάκης, Ιστορικοί Τρόποι Παραγωγής, Καπιταλιστικό Σύστημα και Γεωργία, Εκδ Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2004, σελ 63-64 17

δουλοπάροικου πληθυσμού, ο οποίος απλώς επιβιώνει σε άθλιες συνθήκες είναι πολύ χαμηλή με αποτέλεσμα μεγάλες εκτάσεις να μένουν ακαλλιέργητες και να μην ξεχερσώνονται νέες, τέταρτο, ο καταμερισμός και αντίστοιχα η εξειδίκευση της εργασίας είναι πολύ χαμηλός, σχεδόν ανύπαρκτος, πέμπτο, η απόδοση της εργασίας λόγω του εξαναγκαστικού χαρακτήρα της και της «εξω-οικονομικής» επιβολής παραμένει σε χαμηλά επίπεδα και δημιουργεί προβλήματα εποπτείας. Για όλους αυτούς τους λόγους σημειώνεται ήδη από τον 11ο αιώνα μια μόνιμη παραχώρηση εκτάσεων, που ανήκουν στο μεγάλο γαιόκτημα σε χωρικούς για καλλιέργεια με την υποχρέωση απόδοσης προσόδου σε είδος ή σε χρήμα στον φεουδαρχικό κύριο. Η εξέλιξη αυτή επιτρέπει την αξιοποίηση των νέων καλλιεργητικών δυνατοτήτων από τους ίδιους τους αγρότες και έχει σαν άμεση συνέπεια τη βελτίωση της οικονομικής τους θέσης με συνακόλουθο σοβαρή δημογραφική ανάκαμψη. Το καθεστώς της δουλοπαροικίας δεν ανατρέπεται, αλλά αρχίζει να υπόκειται σε μια σειρά από εσωτερικές αλλοιώσεις, που δημιουργούν περιθώρια αντίστασης των χωρικών απέναντι στους φεουδάρχες. Ιδιαίτερα σημαντικές επιπτώσεις έχει η πληθυσμιακή ανάκαμψη προς τέσσερις κυρίως κατευθύνσεις λόγω του θεσμού της πρωτοτοκίας, που αποκλείει τα νεώτερα παιδιά από την πατρική περιουσία. Η πρώτη συνέπεια είναι ότι γενικά αυξάνεται ο ακτήμων και πλανώμενος πληθυσμός, ο οποίος γίνεται ένας υπολογίσιμος συντελεστής κοινωνικής αστάθειας. Η δεύτερη συνέπεια είναι ότι δημιουργούνται σοβαροί οικονομικο-κοινωνικοί διαφορισμοί στα πλαίσια της αγροτικής κοινότητας και οι σχετικά εύποροι χωρικοί μπορούν να χρησιμοποιούν άλλους χωρικούς είτε σε μια μόνιμη βάση ή ακόμα και σαν ημερομίσθιους, αυξάνοντας μ' αυτό τον τρόπο και την περιουσία τους και το διαθέσιμο για την αγορά προϊόν. Η τρίτη συνέπεια είναι ότι δημιουργείται σοβαρή δεξαμενή διαθέσιμου ανθρώπινου δυναμικού από την οποία αντλούν οι πόλεις και οι στρατιωτικές «ακολουθίες» των αδιάκοπα συγκρουόμενων μεταξύ τους φεουδαρχών. Η τέταρτη συνέπεια είναι ότι πολλά από τα ακτήμονα αυτά στοιχεία αναζητούν και βρίσκουν διέξοδο σαν ανεξάρτητοι χειροτέχνες, μέσα ή έξω από τις πόλεις, με αποτέλεσμα ή βιοτεχνία να αυτονομείται όλο και περισσότερο από το 18

πλαίσιο του καθαρά αγροτικού «Οίκου». Η ποσοτική αυτή διόγκωση και η ποιοτική διαφοροποίηση του βιοτεχνικού στοιχείου ενίσχυσαν σοβαρά τον αγώνα της αστικής κομμούνας για αυτοτέλεια και την ανακοπή της εκμετάλλευσης του βιοτέχνη από τον φεουδάρχη κύριο της πόλης με μεθόδους ανάλογες με εκείνες, που εφαρμοζόταν σε βάρος του δουλοπάροικου αγρότη. Οι διαδικασίες αυτές παρά την τεράστια σημασία τους για τις μετέπειτα εξελίξεις δεν συνεπάγονται την άμεση αποδυνάμωση του φεουδαρχικού συστήματος και τον κλονισμό της θέσης της άρχουσας τάξης. Αντίθετα, στον 12ο και 13ο αιώνα εμφανίζεται σ' όλη την έκταση της δυτικής φεουδαρχίας μια τάση αύξησης των υποχρεώσεων όχι μόνο των δουλοπάροικων, αλλά και εκείνων των αγροτών, που είχαν εν τω μεταξύ ή δεν είχαν ποτέ υπαχθεί σε καθεστώς δουλοπαροικίας. Όχι πια με τη μορφή των αγγαρειών μόνο, αλλά και με τη μορφή της αύξησης, ιδιαίτερα της χρηματικής προσόδου και των καλούμενων οικονομικών επιβαρύνσεων, που οδηγούν σε μια πρώτη μαζική φυγή από την ύπαιθρο των φτωχότερων και ακτημόνων δουλοπάροικων χωρικών. Το καθολικό αυτό φαινόμενο υπερεκμετάλλευσης συνδέεται οπωσδήποτε με τις ραγδαία αυξανόμενες ανάγκες των φεουδαρχών σε χρήμα. Το διπλό ερώτημα, που τίθεται και έδωσε και δίνει τροφή σε μεγάλες αντιδικίες ανάμεσα σε ιστορικούς, οικονομολόγους και κοινωνιολόγους είναι πώς και γιατί εμφανίζονται αυτές οι ανάγκες τον 12ο και 13ο αιώνα και όχι νωρίτερα και τι είδους νέες ανάγκες ήταν. Σε μια μηχανιστική αντιπαράθεση των απόψεων το πρόβλημα πολώνεται γύρω από τη θέση, που υιοθετείται αναφορικά με τις διαδικασίες εκείνες, που επέφεραν την αναγέννηση των αγορών και την ανάπτυξη του εκχρηματισμού της οικονομίας. 7 Σύμφωνα με τη μια άποψη, που ξεκινάει από τη θεωρία του Pirenne για την αναγέννηση ενός συστήματος πόλεων σαν διεθνών, όχι μόνο τοπικών, κέντρων εμπορίου στη Δυτική Ευρώπη τον 10ο αιώνα και υποστηρίζεται από τον Sweejy η άνοδος του βαθμού εκχρηματισμού της οικονομίας προκλήθηκε από την αναζωπύρωση του εμπορίου με την Ανατολή. Ένας εξωγενής επομένως παράγοντας έδωσε το έναυσμα σύμφωνα με την 7 Βασίλης Ι. Φίλιας, Κοινωνικά Συστήματα, Εκδόσεις Νέα Σύνορα, σελ 107-109 19

άποψη αυτή για την αποκόλληση της οικονομίας από την παραδοσιακή καταστατική ανακύκλωση των διαδικασιών, που συγκρατούσε το σύστημα σ' ένα καθεστώς παραγωγής βασικά για χρήση και όχι για διάθεση στην αγορά. Ο εξωγενής αυτός κλονισμός, που διαφοροποιεί πλέον το κλειστό οικονομικό κύκλωμα του «Οίκου», από το ανοιχτό οικονομικό κύκλωμα της αγοράς προκαλεί την κάθετη αύξηση των αναγκών της άρχουσας τάξης σε είδη πολυτελείας, τα όποια διαθέτει η αγορά, γεγονός, που όπως επισήμανε και ο Sombart εξηγεί τις πρόσθετες ανάγκες της για χρήμα και την προσπάθεια της να το αποσπάσει διευρύνοντας τις επιβαρύνσεις των αγροτών. Την αντίθετη άποψη υποστήριξε ο M.Dobb και η αγγλική μαρξιστική σχολή καθώς και ο εξαίρετος ιάπωνας ερευνητής Κ. Τakahashi. Σύμφωνα με την τελευταία αυτή άποψη οι βασικοί μετασχηματισμοί, που οδηγούν στον εκχρηματισμό της οικονομίας και την έναρξη των διαδικασιών κρίσης της φεουδαρχίας γίνονται πρωταρχικά μέσα, όχι έξω από το σύστημα. Ο μικρός καλλιεργητής, που αποκτάει μια μορφή ανεξαρτησίας από τη στιγμή, που απαλλάσσεται από την υποχρέωση των αγγαρειών λειτουργεί καταλυτικά προς την κατεύθυνση του εκχρηματισμού της οικονομίας, γιατί πιέζεται να αυξήσει την παραγωγικότητα του για να είναι σε θέση να καταβάλλει τη γαιοπρόσοδο στον φεουδαρχικό κύριο, διαθέτοντας ένα σημαντικό τμήμα της παραγωγής του γεωργικής ή βιοτεχνικής στην αγορά. Αυτός προκαλεί κατά την άποψη αυτή τη διεύρυνση των αγορών και την ανάπτυξη των πόλεων κατά κύριο λόγο και σαν ενισχυτικό γεγονός έρχεται να προστεθεί η αναθέρμανση του διεθνούς εμπορίου. Σύμφωνα, λοιπόν με την άποψη αυτή θεμελιώδους σημασίας είναι το γεγονός της μετατροπής της αγγαρείας σε υποχρέωση καταβολής γαιοπροσόδου, ενώ αντίστροφα ή άλλη άποψη υποστηρίζει ότι η επανεμφάνιση των πόλεων του τύπου των διεθνών εμπορικών κέντρων, προκαλεί την μετατόπιση από τις αγγαρείες στην καταβολή γαιοπροσόδου. Το βασικό επιχείρημα του Dobb και της ομάδας των ερευνητών, που συμμερίζονται την άποψη του είναι ότι ο εκφυλισμός της δουλοπαροικίας στην κλασική της μορφή δεν αρχίζει όπως αναμφισβήτητα απέδειξαν οι νεώτερες ιστορικές έρευνες στον περίγυρο των πόλεων και μάλιστα εκείνων με διεθνή εμπορική σημασία, το οποίο θα ήταν λογικό αν ίσχυε η υπόθεση Pirenne-Sweejy, αλλά στην περιφέρεια και τις παρυφές του 20

συστήματος, ενώ αντίθετα γύρω από τις πόλεις το σύστημα της δουλοπαροικίας διατηρείται βασικά ανέπαφο μέχρι τον 12ο και πολλές φορές τον 13ο αιώνα. Επομένως κατά τον Dobb η αύξηση των αναγκών σε χρήμα της άρχουσας τάξης ακολουθεί έναν μετασχηματισμό που αρχίζει από την περιφέρεια και κινείται προς το κέντρο του συστήματος, έναν εσωτερικό μετασχηματισμό, που ξεκινάει με οριακές και αργές και βαθμιαίες μεταβολές για να επιταχυνθεί να γενικευθεί σε τέτοιο βαθμό τον 12ο και 13ο αιώνα ώστε να συμπαρασύρει στη δίνη του ολόκληρο το φεουδαρχικό σύστημα. Συνέπεια αυτής της κίνησης, που όχι μόνο διευρύνει το κύκλωμα των αναγκών της άρχουσας τάξης, αλλά και δημιουργούν πρόσθετες χρηματικές επιβαρύνσεις για τον εφοδιασμό και την επιμελητεία των ιδιωτικών φεουδαρχικών στρατών, που βρίσκονται σε συνεχή σύγκρουση μεταξύ τους είναι η πίεση πάνω στους εξαρτημένους με τον ένα ή τον άλλο τρόπο αγρότες, που οδηγεί στο πρώτο μεγάλο κύμα φυγής προς τις πόλεις, που σημειώνεται στον 12ο και 13ο αιώνα σ' όλη την έκταση της δυτικής φεουδαρχίας. Οι μετατοπίσεις αυτές στο 12ο και 13ο αιώνα επιταχύνουν σοβαρά τις μεταβολές, που έχουν αρχίσει να σημειώνονται στα πλαίσια του συστήματος, οι οποίες χωρίς ακόμα να μπορεί να χαρακτηριστούν σαν θεμελιακής φύσης αλλοιώσεις των οικονομικών ή των εξουσιαστικών δομών της φεουδαρχίας, αποτελούν οπωσδήποτε το προανάκρουσμα των μετέπειτα εξελίξεων. Πώς όμως εκδηλώνεται αυτή η επιτάχυνση των μεταβολών; Πριν απ όλα στο γεγονός ότι το σύστημα της χρηματικής γαιοπροσόδου επεκτείνεται και στις περιοχές, που δεν είχε ακόμα επικρατήσει, κάτω από την πίεση της ανάγκης των φεουδαρχών για χρήματα. Έπειτα ενισχύεται σοβαρά ο παραγωγικός και εμπορικός ρόλος των αστικών κέντρων και αυξάνεται κάθετα ο πληθυσμός του. Τέλος, και το περισσότερο σημαντικό, η επιβολή βαρύτερων υποχρεώσεων από τους φεουδάρχες έχει σαν αποτέλεσμα την πτώχευση των μικροκαλλιεργητών, που εγκαταλείπουν τη γη αφήνοντας έτσι τον χώρο ελεύθερο για τη γέννηση του ανεξάρτητου χωρικού μεγαλοκαλλιεργητή, τύπου κουλάκου, που γίνεται βασικός συντελεστής ανατροπής του φεουδαρχικού συστήματος στους αιώνες, που ακολουθούν. Με τον τρόπο αυτό απαλλάσσεται σημαντικά η γεωργία από την αφόρητη πίεση, που συνεπάγεται η δημογραφική έκρηξη και κινδυνεύει να οδηγήσει, παρά τη χρησιμοποίηση 21

ορθολογικότερων καλλιεργητικών μεθόδων στην εξάντληση του εδάφους. Στον 14ο αιώνα οι διαδικασίες, που περιγράφηκαν στα προηγούμενα με κύριο συντελεστή το ταχύτατα επεκτεινόμενο εμπόριο οδηγούν στην ύπαιθρο στη σαφή διαφοροποίηση ανάμεσα στον μεγαλοχωρικό κλίμακας, καλλιεργητή και εκμεταλλευτή μεγάλων εκτάσεων, που εξακολουθούν βέβαια να ανήκουν στο φεουδαρχικό γαιόκτημα, αλλά κατέχονται απ αυτόν, και τον ημιπρολεταριοποιημένο αγρότη, που υποχρεώνεται πλέον να εργάζεται και στα κτήματα του μεγαλοαγρότη για να μπορεί να επιβιώνει. Το ύψος και ο τύπος της γαιοπροσόδου, που καταβάλλεται στον φεουδάρχη καθορίζεται όλο και περισσότερο στη βάση συμφωνίας σαν χρηματική και υποχωρεί σ' όλη τη γραμμή η γαιοπρόσοδος σε είδος, που καθοριζόταν εθιμικά. Οι μεγαλοχωρικοί, που είναι σε θέση να καταβάλλουν τη χρηματική αυτή γαιοπρόσοδο επωφελούνται και από την πτώση της αξίας του χρήματος και από την κάθετη αύξηση της παραγωγικότητας, ενώ αντίθετα οι ημιπρολεταριοποιημένοι αγρότες εξακολουθούν αναγκαστικά να εργάζονται στο φέουδο σαν δουλοπάροικοι ή ημιδουλοπάροικοι. Η χρησιμοποίηση της εργασίας των μικρών καλλιεργητών από τους μεγαλοχωρικούς που σύντομα εξελίσσονται σ' έναν τύπο κουλάκου είναι ιδιαίτερα σημαντική και στον 14ο και στους επόμενους «αιώνες της μετάβασης» προς τον καπιταλισμό. Ειδικότερα η χρησιμοποίηση τους σε μια ιδιότυπη σχέση ημερομίσθιων εργατών στα κτήματα των μεγαλοχωρικών ή στο πρόπλασμα των πρώτων οικιακών βιοτεχνιών επιτρέπει μια παραγωγή για την αγορά σε κλίμακα άγνωστη ως τότε. Μια παραγωγή, που εδραιώνει την ύπαρξη μιας μεσαίας τάξης εύπορων χωρικών, οι οποίοι αρχίζουν να λειτουργούν στο οικονομικό σύστημα σαν «λιλιπούτειοι καπιταλιστές», όπως τόσο χαρακτηριστικά τους αποκάλεσε ο Tawney. Στη βάση αυτή αρχίζει να διαμορφώνεται ο τύπος του «μπουρζουά-χωρικού» ο οποίος μεταβάλλει άρδην τη φυσιογνωμία της υπαίθρου στον φεουδαρχικό κόσμο. Η βάση της απελευθέρωσης της μεσαίας αυτής τάξης αγροτών από την άμεση φεουδαρχική εξάρτηση και η γέννηση του ελεύθερου αγρότη είναι άμεσα συνυφασμένη με μια μετατόπιση από τις προσωπικού χαραχτήρα αυθαίρετες σχέσεις, που αποτελούν την ουσία του συστήματος της δουλοπαροικίας σε σχέσεις, που θεμελιώνονται πρακτικά και αντικειμενικά. Όταν πλέον από τα μέσα του 14ου αιώνα οι φεουδάρχες 22

πιεσμένοι από την «κρίση των φεουδαρχικών εισοδημάτων», όπως ονομάστηκε, που οφειλόταν στην τρομαχτική επιδημία της βουβωνικής πανώλης, που αποδεκάτισε την Ευρώπη και στα μεγάλα ταμειακά ελλείμματα λόγω του εκατονταετούς πολέμου, προσπαθούν να αντιμετωπίζουν την έλλειψη χεριών, επαναφέροντας την παλιά τάξη πραγμάτων και να αυξήσουν τις αγγαρείες βρίσκονται μπροστά στην σκληρή αντίσταση, των χωρικών. Κινητήρια δύναμη αυτής της σκληρής αντίστασης των χωρικών είναι ακριβώς η ανερχόμενη τάξη των ανεξάρτητων κουλάκων αγροτών, που υποκινούν και τους δουλοπάροικους. Οι μεγάλες αγροτικές εξεγέρσεις στη Γαλλία το 1358 και στην Αγγλία το 1381 είναι πολύ λιγότερο αυθόρμητες απ ότι είχε αρχικά υποτεθεί και οπωσδήποτε προϋπέθεταν την ύπαρξη του ισχυρού ανεξάρτητου αγρότη, που έβλεπε να απειλείται καίρια από την αναβίωση της φεουδαρχικής αυθαιρεσίας, που στρεφόταν και άμεσα εναντίον τους και έμμεσα με την αφαίρεση των εργατικών χεριών, που αυτοί χρησιμοποιούσαν. Όπως άλλωστε δεν είναι τυχαίο ότι στην μεγάλη φεουδαρχική αντεπίθεση αντιδρούν εντονότατα και οι πόλεις που οι ανάγκες τους σε εργατικά χέρια και στρατιώτες για την άμυνα τους γίνονται συνεχώς μεγαλύτερες και η σοβαρότατη δημογραφική κάλυψη λόγω της πανώλης τις απειλούν με κάμψη ή και ανακοπή των οικονομικών τους δραστηριοτήτων. Ήδη από τον 13ο αιώνα η οικονομική δραστηριοποίηση των πόλεων προχωρεί αλματωδώς και στον 14ο αιώνα εμφανίζονται σαφέστατα επίκεντρα μιας πρώτης καπιταλιστικής ανέλιξης στις Κάτω Χώρες (Φλάνδρα) και στην Ιταλία (Τοσκάνα). Δραστηριότητες τραπεζιτικές, εμπορικές και κέντρα παραγωγής (ιδιαίτερα υφασμάτων) μεγάλης κλίμακας δημιουργούν τα πρώτα καπιταλιστικά σκιρτήματα, τα οποία όμως μένουν χωρίς συνέχεια δεν επαναστατικοποιούν τις δομές, δεν καταστρέφουν το φεουδαρχικό σύστημα. Κυρίαρχο στις πόλεις και ιδιαίτερα στα επίκεντρα, που προαναφέρθηκαν παραμένει το έμπορομεσολαβητικό, όχι το παραγωγικό κεφάλαιο. Είναι το κεφάλαιο, που συγκεντρώνει τη διάσπαρτη σε μια σειρά από βιοτεχνικά εργαστήρια, 23

μέσα ή έξω από τις πόλεις, παραγωγή και τη διακινεί από την μια άκρη της Ευρώπης ως την άλλη, από τη Δύση ως την Ανατολή. Δεν είναι κεφάλαιο, που επενδύεται στην παραγωγή, αλλά κεφάλαιο, που παραμένει και αξιοποιείται σ' όλη τη γραμμή όπως υπογράμμισε ο Μαρξ σε μια από τις πιο αξιοπρόσεκτες παρατηρήσεις του στην κυκλοφορία. Γι' αυτό παρά την τεράστια άνθηση πόλεων κι ολόκληρων περιοχών δεν είναι από εκεί τελικά, που προέρχεται ή καπιταλιστική επανάσταση. Το ενισχυμένο έμπορο-μεσολαβητικό κεφάλαιο είναι ένα βασικό στοιχείο της μετεξέλιξης του φεουδαρχικού συστήματος, που όμως δεν σπάει τα πλαίσια του, αλλά αντίθετα εναρμονίζεται με τις λειτουργικές ανάγκες της ώριμης φάσης του. Οι μεγαλοαστικές αυτές κατηγορίες συγκροτούν και τις ανώτερες συντεχνίες στις πόλεις που έχουν σοβαρές αντιθέσεις με τις κατώτερες συντεχνίες, που αποτελούνται από τους βιοτέχνες παραγωγούς. Ιδιαίτερα στον 15ο και 16ο αιώνα, που οι μεγαλοαστικές αυτές κατηγορίες των πόλεων επωφελούνται τεράστια από την εισροή χρυσού, ασημιού και πολυτίμων μετάλλων, που ακολουθεί την ανακάλυψη των Νέων Χωρών, υιοθετείται από την ανώτερη αυτή αστική τάξη ένας τρόπος ζωής, καθαρά φεουδαρχικού χαραχτήρα. Διαμορφώνεται μια αστική ιπποσύνη με πολυτελείς συνοδείες και στρατιωτικές ακολουθίες, μια «ευγένεια της τηβέννου» που ανταγωνίζεται σε επιδεικτική, εισοδηματική και αντιπαραγωγική νοοτροπία την «ευγένεια του ξίφους» (φεουδάρχες). Χλιδή και μια αντίληψη εξοδευτική και καταναλωτική διακρίνει αυτά τα στρώματα, που βρίσκονται μέσα στο κύκλωμα των παραχωρήσεων της φεουδαρχίας και εκμεταλλεύονται προνομιακές ευκαιρίες πλουτισμού που τους εξασφαλίζει το σύστημα της αποκλειστικής εκχώρησης δικαιωμάτων εμπορικού χαραχτήρα από τους φεουδαρχικούς κυρίους αρχικά και τους ηγεμόνες αργότερα. Σε κάθε περίπτωση η μεγαλοαστική αυτή τάξη των πόλεων είναι ταυτισμένη με το σύστημα, δεν το απειλεί ούτε το επαναστατικοποιεί βρίσκεται μέσα στη λογική του μετασχηματισμού του και στη νομοτέλεια της ομαλής μετεξέλιξης του. 8 8 Βασίλης Ι. Φίλιας, Κοινωνικά Συστήματα, Εκδόσεις Νέα Σύνορα, σελ 112-114 24

1.4 Η ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΣΤΟΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟ 1.4.1 Από τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό οι δυνάμεις της μετάβασης Σύμφωνα με το Φίλλια: «Τα αφετηριακά σκιρτήματα καπιταλιστικού τύπου μετεξελίξεων, που περιγράφηκαν στα προηγούμενα, δεν κλονίζουν σε καμιά περίπτωση ριζικά το σύστημα, αλλά πρόκειται για κραδασμούς, οι οποίοι τελικά υποχρεώνουν το σύστημα να μετασχηματίζεται και να προσαρμόζεται σ' ένα διαφορετικό επίπεδο, χωρίς να καταστρέφονται οι δομές του. Το λάθος, που συνήθως γινόταν και εξακολουθεί να γίνεται από ορισμένες πλευρές είναι η αντίληψη ότι η δημιουργία σοβαρών πυρήνων αστικής δραστηριότητας ή και καπιταλιστικού χαρακτήρα κεφαλαιακές συσσωρεύσεις στον τομέα του εμπορίου οριοθετούν την έναρξη της εποχής της μετάβασης από τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό. Ανάλογες, με ιστορικοκοινωνικά προσδιορισμένες παραλλαγές και ιδιομορφίες, είχαμε σε όλους σχεδόν τους κύκλους πολιτισμού, χωρίς όμως να οδηγηθούμε στο δυτικό καπιταλιστικό φαινόμενο. Εκεί το σύστημα αφομοίωσε, όπως άλλωστε και η φυτική φεουδαρχία μέχρι τουλάχιστον τον 14ο αιώνα, τις νέες αυτές δυνάμεις σ' ένα ανώτερο επίπεδο και προχώρησε μέχρι τη σύγχρονη εποχή χωρίς να κλονιστούν και τελικά να ανατραπούν οι θεμελιακοί δομικοί χαραχτήρες του. Το ερώτημα λοιπόν, που έχει καίρια σημασία και πρέπει ν' απαντηθεί είναι: Κάτω από την ανάπτυξη και την πίεση ποιών δυνάμεων και με ποιες οικονομικοκοινωνικές προϋποθέσεις πραγματοποιείται η «μετάβαση σε άλλο είδος», πώς και πότε παύει το δυτικό φεουδαρχικό σύστημα απλά να μετασχηματίζεται και μπαίνει στην ευθεία της ανατροπής του; Ήδη αποκλείσαμε από τις δυνάμεις ανατροπής του συστήματος το μεγαλεμπόριο, τις εμπορικές συναλλαγές σε διεθνή κλίμακα και τις συναφείς τραπεζικές δραστηριότητες, καθώς και τη συγκεντροποίηση της βιοτεχνικής παραγωγής σε ορισμένα σημεία, που εμφανίζονται σαν ιδιαίτεροι πόλοι οικονομικής ανάπτυξης προς το τέλος του Μεσαίωνα. 25

Ποιοι ήταν λοιπόν οι φορείς αυτής της επανάστασης, που αποκλήθηκε «προβιομηχανική» και άνοιξε διάπλατα τις πόρτες στις δυνάμεις, που ανέτρεψαν τη φεουδαρχία; "Οπωσδήποτε όχι οι περίφημες «ενοποιημένες βιοτεχνίες» της απολυταρχικής μοναρχίας, που τόσο απασχόλησαν την έρευνα. Οι «ενοποιημένες βιοτεχνίες» αποτελούσαν μια απλή ενοποίηση ή συγκεντροποίηση βιοτεχνικών εργαστηρίων σχεδόν αποκλειστικά στον τομέα της μεταλλουργίας και των ορυχείων, που γινόταν με τη βοήθεια του εμπορικού, όχι του βιομηχανικού, κεφαλαίου. Προϋπόθεση της ενοποίησης αυτής ήταν η παρέμβαση και η στήριξη του απολυταρχικού κράτους είτε για την παραχώρηση ιδιαίτερων προνομίων εκμετάλλευσης ή με την επιβολή του θεσμού της καταναγκαστικής εργασίας. Επομένως η μορφή αυτή των επιχειρήσεων, που ανθεί την περίοδο της ακμής της απολυταρχίας στη Γαλλία και την Αγγλία τον 16ο και τον 17ο αιώνα κάθε άλλο παρά επαναστατικοποιεί το σύστημα απλά εξυπηρετεί τις νέες του ανάγκες που συνδέονται με τη συγκεντροποίηση της εξουσίας, την εμφάνιση των μαζικών στρατών, τη διεθνοποίηση του εμπορίου, τις ανακαλύψεις των Νέων Χωρών κ.ο.κ. Η συγκέντρωση μερικών τομέων της δευτερογενούς παραγωγής, που ενδιαφέρουν άμεσα την Απολυταρχία, στα χέρια ορισμένων μονοπωλητών, που στηρίζονται σε μοναρχικές εκχωρήσεις και προνόμια και προέρχονται από την «υψηλή μπουρζουαζία», η οποία συγκροτείται από μεγαλέμπορους, μεγαλοτραπεζίτες, ακόμα και από στοιχεία, που ανήκουν στην «αριστοκρατία της γης» δεν μας δίνει το κλειδί της ερμηνείας του καπιταλιστικού φαινομένου στη Δυτική Ευρώπη παρά το γεγονός ότι η μαζικοποίηση της παραγωγής στις επιχειρήσεις αυτές υποβοήθησε σημαντικά το οικονομικό άνοιγμα προς τον καπιταλισμό. Το κλειδί της ερμηνείας συνδέεται με την απάντηση στο ερώτημα ποιες οικονομικές εξελίξεις σημειώνονται ανάμεσα στον 14ο και τον 16ο αιώνα ειδικότερα στην Αγγλία ανάμεσα στη βασιλεία του Εδουάρδου και του τρίτου και της βασιλείας της Ελισάβετ οπότε βασικά εκδηλώνεται η πρώτη βιομηχανική επανάσταση, που τοποθετείται μεταξύ 1540 και 1640 περίπου. Σ' αυτή την τελευταία εκατονταετία εμφανίζεται μια κάθετη άνοδος της άμεσα βιομηχανικής επενδυτικής δραστηριότητας σε κλάδους αιχμής όπως τα μεταλλεία, η μεταλλουργία, η υαλουργία, τα ζαχαρουργεία, τα 26

αλατωρυχεία, τα διυλιστήρια και αποστακτήρα όλων των κατηγοριών κ.ο.κ. Από ποιους και με κεφάλαια που έχουν συγκεντρωθεί από τι είδους δραστηριότητες στη φάση της «προπαρασκευής»; Αυτό είναι το κρίσιμο ερώτημα, του οποίου η απόκριση μας οδηγεί στις πραγματικά επαναστατικές μετατοπίσεις, που σημειώνονται τα προηγούμενα 150-200 χρόνια στις δυτικές οικονομίες. Το θεμελιώδες χαρακτηριστικό των μετατοπίσεων αυτών είναι η παρουσία ενός νέου τύπου κεφαλαίου, το οποίο διαδραματίζει έναν αποφασιστικό ρόλο, όχι στη σφαίρα της εμπορευματικής κυκλοφορίας αλλά άμεσα στη σφαίρα της παραγωγής και δεν βρίσκεται πλέον κάτω από τον έλεγχο των κανονιστικών ρυθμίσεων των ανώτερων συντεχνιών. Η μια πηγή για τον σχηματισμό αυτού του κεφαλαίου είναι οπωσδήποτε εμπορευματικής φύσης. Το συγκεντρωμένο από εμπορομεσολαβητικές δραστηριότητες κεφάλαιο στρέφεται προς τμήμα της παραγωγής και το κυριαρχεί. Η στροφή αυτή δεν είναι δυνατή μέσα στα πλαίσια της πόλης όπου οι συντεχνιακές κανονιστικές ρυθμίσεις αποτελούν εγγύηση και εξασφαλίζουν την ανεξαρτησία του βιοτέχνη και του μικρού βιοτεχνικού εργαστηρίου. Το μόνο τμήμα της παραγωγής, που προσφέρεται στο κεφάλαιο αυτό είναι τα ανεξάρτητα από συντεχνιακές δεσμεύσεις βιοτεχνικά εργαστήρια της υπαίθρου. Προς αυτά τα βιοτεχνικά εργαστήρια στρέφεται αρχικά το εμπορικό κεφάλαιο, που αναζητά διεξόδους σε άμεσες παραγωγικές επενδύσεις όπου σε μια πρώτη φάση λειτουργεί σαν χρηματοδότης της παραγωγής. Στην πρώτη αυτή φάση ο κεφαλαιοδότης εμφανίζεται στην αρχή και στο τέλος της παραγωγικής διαδικασίας. Στην αρχή, διότι προμηθεύει με έξοδα του την πρώτη ύλη στον βιοτέχνη, και στο τέλος διότι αναλαμβάνει κατ' αποκλειστικότητα τη διάθεση του έτοιμου προϊόντος στην αγορά. Με το σύστημα αυτό εξασφαλίζεται η μονοπώληση της παραγωγής από τον χρηματοδότη παραγγελέα και η αποκοπή του βιοτέχνη παραγωγού της υπαίθρου από τη δυνατότητα απευθείας διάθεσης του προϊόντος του στην αγορά. Σε μια δεύτερη και ολοκληρωμένη φάση το σύστημα αυτό οδηγεί σε καταμερισμό του παραγωγικού έργου ανάμεσα σε περισσότερα βιοτεχνικά εργαστήρια, που εργάζονται για τον ίδιο χρηματοδότη παραγγελέα, γεγονός το όποιο αποτελεί και το αποφασιστικό βήμα για τη γέννηση της μανουφακτούρας. Ο βιοτέχνης διατηρεί την ιδιοκτησία των μέσων της παραγωγής, αλλά περιέρχεται σε ακόμα μεγαλύτερη εξάρτηση από τον 27

κεφαλαιοδότη, διότι εξειδικεύεται στην παραγωγή ενός μόνο τμήματος του έτοιμου προϊόντος. Ο καταμερισμός αυτός της παραγωγής στο σύστημα της μανουφακτούρας έχει σαν αποτέλεσμα την κάθετη πτώση του κόστους παραγωγής, στοιχείο που μακροπρόθεσμα έχει ολέθριες συνέπειες για τους συντεχνιακά οργανωμένους βιοτέχνες των πόλεων. Έχει ολέθριες σε βάρος τους συνέπειες, διότι το ασύγκριτα φθηνότερο προϊόν της μανουφακτούρας προκαλεί την προλεταριοποίηση τους και την καθ υποταγή τους στο νέο σύστημα παραγωγής, που συνεπάγεται την καταστροφή του συντεχνιακού συστήματος. Ανατρέπει άραγε ο δρόμος αυτός προς νέες μορφές παραγωγής καπιταλιστικού τύπου που αποκλήθηκε από μαρξιστές θεωρητικούς δρόμος υπ' αριθμ. δύο από μόνος του το φεουδαρχικό σύστημα; Η απάντηση είναι όχι, διότι το κεφάλαιο αυτό παρά τη ένταξη του στην παραγωγή παραμένει εξωγενές ως προς την ίδια την παραγωγική διαδικασία, μεσολαβεί, δεν επενδύεται σε παραγωγικά μέσα αλλά καθυποτάσσει τα ήδη υπάρχοντα σε μια διαμεσολάβηση κλίμακας, που σε τελευταία ανάλυση παραμένει εμπορικού χαρακτήρα. Ο μεγαλέμπορος, που απλώνεται στη δευτερογενή παραγωγή εξακολουθεί να είναι ο ευγενής αστός πατρίκιος, άρχοντας του χρήματος όπως ο φεουδάρχης είναι ο άρχοντας της γης. Το φυτώριο του γνήσιου αστού καπιταλιστή τοποθετείται σε άλλες αστικές κατηγορίες, οι οποίες και ανοίγουν των πραγματικά επαναστατικό δρόμο δρόμος υπ' αριθμ. ένα όπως αποδέχονται οι συγκλίνουσες απόψεις τόσο των μαρξιστών θεωρητικών όσο και του Μάξ Βέμπερ. Οι αστικές αυτές κατηγορίες είναι από τη μια οι εύπορες ομάδες των βιοτεχνιών παραγωγών των πόλεων, από την άλλη των αστώνχωρικών στους οποίους αναφερθήκαμε ήδη. Από τα στοιχεία αυτά των άμεσων παραγωγών, που διευρύνουν βήμα προς βήμα την παραγωγή και αντίστοιχα τον παραγωγικό οπλισμό της οικονομίας επέρχεται το μεγάλο ρήγμα, που συμπαρασύρει όλο το συσσωρευμένο οικονομικό πλεόνασμα, όλο το διαθέσιμο κεφάλαιο των φεουδαρχικών οικονομιών σε πραγματικά άμεσες παραγωγικές επενδύσεις, που ανατρέπουν τις παραδοσιακές οικονομικοκοινωνικές ισορροπίες και καταστρέφουν το φεουδαρχικό σύστημα. Ο ταπεινός, αλλά εύπορος άμεσος παραγωγός της πόλης και της υπαίθρου είναι ο φορέας της μεγάλης αλλαγής προς τον καπιταλισμό, αυτός είναι που διαβρώνει και τελικά προκαλεί την κατάρρευση του φεουδαρχικού συστήματος. Από αυτούς τους μικρούς παραγωγούς ξεκινάει το σύστημα της 28