43 Χρόνια Φροντιστήρια Μέσης Εκπαίδευσης ΣΑΒΒΑΪ Η ΜΑΝΩΛΑΡΑΚΗ ΠΑΓΚΡΑΤΙ : Χρυσοστόµου Σµύρνης 3 : 210/76.01.470 210/76.00.179 ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΑ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ ΘΕΜΑΤΑ ΝΕΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΤΩΝ ΤΕΕ Β ΚΥΚΛΟΥ. α.1 λάθος 2 σωστό 3 λάθος 4 σωστό 5 λάθος ΕΝΟΤΗΤΑ Α β. Η γλώσσα πέρα από όργανο επικοινωνίας αποτελεί φορέα των πολιτιστικών και ηθικών αξιών του κάθε λαού, καθώς και το κυριότερο στοιχείο ιδιοσυστασίας του, που τον διακρίνει από τους άλλους λαούς. Μαθαίνοντας λοιπόν µια νέα γλώσσα, γνωρίζουµε τις ηθικές αξίες που προτάσσει ο λαός που την οµιλεί, προσεγγίζουµε την πολιτιστική κληρονοµιά και την παράδοσή του. Η γνώση µιας ξένης γλώσσας µας αποκαλύπτει τη σοφία ενός ξένου λαού. Ερχόµαστε µε αυτόν τον τρόπο σε επαφή µε τη σκέψη και την ιδιοφυΐα του λαού της. Μεταφερόµαστε από τον περιορισµένο ορίζοντα της µητρικής µας γλώσσας στην ψυχολογία και στη νοοτροπία ενός άλλου λαού, διαφορετική από τη δική µας. Έτσι, πέρα απ την γνώση που κερδίζουµε για την εθνική µας ιδιαιτερότητα, κατανοούµε εις βάθος τον τρόπο σκέψης των «ξένων». Στα πλαίσια της ΕΕ µια ενίσχυση της γλωσσοµάθειας µπορεί να οδηγήσει σε µια αποφυγή των παρανοήσεων και των παρεξηγήσεων µεταξύ των χωρών µελών και στην εδραίωση µιας Κοινότητας βασισµένης στην κατανόηση, στη φιλία, στην αµοιβαιότητα, στην ισότητα, στην ειλικρίνεια, στη συνεργασία, στην αποδοχή της διαφορετικότητας και στην ειρήνη. ΕΝΟΤΗΤΑ Β α.1. Ο συγγραφέας του κειµένου ακολουθεί τον παραγωγικό τρόπο συλλογισµού. Όπως γνωρίζουµε, στην παραγωγική µέθοδο, ο
συγγραφέας αρχίζει από το γενικό (το κύριο σηµείο) και προχωρεί προς το ειδικό (στα επιµέρους αποδεικτικά στοιχεία). Έτσι, ο κ. Γ. Μπαµπινιώτης, αφού στην αρχή της δεύτερης παραγράφου κάνει τη γενική παραδοχή πως η ελληνική γλώσσα διατρέχει άµεσο κίνδυνο αλλοίωσης της ιδιαίτερης φυσιογνωµίας της («Νοµίζω ότι αποτελεί απλή καθηµερινή διαπίστωση του καθενός µας πως πράγµατι υφίσταται άµεσος κίνδυνος»), στη συνέχεια προχωρεί προς τα επιµέρους αποδεικτικά στοιχεία, επιχειρήµατα και τεκµήρια, που στηρίζουν την αρχική του διαπίστωση: «Όταν δε, λέω αλλοίωση, εννοώ Ελληνέξ». Ακολούθως (3 η ), θέτει ένα επιµέρους ζήτηµα που προκύπτει απ την διαπίστωση ότι η ελληνική γλώσσα κινδυνεύει απ τις ισχυρότερες γλώσσες της ΕΕ: Πως µπορεί να προστατευθεί η γλώσσα µας απ τις ανεπιθύµητες αυτές επιρροές; Ο συγγραφέας δίνει την απάντηση στο ερώτηµα αυτό αναλύοντας λεπτοµερώς στις επόµενες παραγράφους τα µέτρα και τους τρόπους µε τους οποίους µπορεί να επιτευχθεί αυτή η προστασία: δηµιουργία ειδικής επιστηµονικής συµβουλευτικής επιτροπής (4 η ), καλύτερη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας στα σχολεία (5 η ), σεβασµός της ισότητας και της αξίας όλων των ευρωπαϊκών γλωσσών από όλα τα µέλη της Κοινότητας και ενίσχυση της γλωσσοµάθειας µεταξύ των εταίρων (6 η ), αποφυγή καθιέρωσης της ελληνικής γλώσσας ως ενιαίας γλώσσας της ΕΕ. 2. «Η ενίσχυση της διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας ως µέτρο προστασίας της από ξενικές γλωσσικές επιδράσεις». β.1. αλώβητη απείραχτη/ άθικτη/ ακέραιη επίδραση επιρροή/επενέργεια µεγαλώσουν αυξηθούν/διευρυνθούν ταχύτερο συντοµότερο/γρηγορότερο αποτελεσµατικά δραστικά/ουσιαστικά 2. κίνδυνος: Οι άνδρες της Πυροσβεστικής κατάφεραν να σώσουν τους εγκλωβισµένους µε κίνδυνο της ζωής τους. αλλοίωση: Η ψύξη προστατεύει τα τρόφιµα από την αλλοίωση. µέριµνα: Η µέριµνα για το παιδί και τους ηλικιωµένους αποτελεί προτεραιότητα της κοινωνικής πολιτικής του κράτους. διοίκηση: Η επιχείρηση θα πετύχει τους στόχους της µε µια χρηστή διοίκηση. αυτάρκεια: Η αύξηση της παραγωγής της ελληνικής βιοµηχανίας ζάχαρης συνέτεινε στην επίτευξη της αυτάρκειας της χώρας µας σε ζάχαρη.
ΕΝΟΤΗΤΑ Γ α. ΠΕΡΙΛΗΨΗ Στο κείµενο αυτό ο συγγραφέας Γ. Μπαµπινιώτης αναπτύσσει τους προβληµατισµούς του για την ελληνική γλώσσα λόγω της ένταξης της χώρας µας στην ΕΕ και για το αν κινδυνεύει η φυσιογνωµία της γλώσσας µας από την επίδραση των ξένων γλωσσών. Στη συνέχεια εξειδικεύει το πρόβληµα µιλώντας για «αθρόα εισροή λέξεων και τύπων» στην ελληνική γλώσσα και παραθέτει παραδείγµατα που πιστοποιούν την ύπαρξή του. Έπειτα ο κ. Μπαµπινιώτης προτείνει τρόπους αντιµετώπισης του προβλήµατος που σχετίζονται µε τη σύσταση ενός συµβουλευτικού σώµατος από ειδικούς επιστήµονες, µε τη σωστή διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας στο σχολείο, µε την αποδοχή της ίσης αξίας των γλωσσών από όλα τα µέλη της ευρωπαϊκής κοινότητας και µε την εκµάθηση γλωσσών από τα µέλη της κοινότητας. Τέλος, ο συγγραφέας αντιτάσσεται στην προοπτική καθιέρωσης της ελληνικής ως «ενιαίας γλώσσας της Κοινότητας», καθώς θεωρεί ότι µια τέτοια σκέψη είναι ανεφάρµοστη. Παράλληλα όµως επισηµαίνει το δυναµισµό της ελληνικής γλώσσας και την αισιοδοξία του για το µέλλον της µε την παρατήρηση πως έχει στέρεες βάσεις, καθώς µεγάλο µέρος του επιστηµονικού, αλλά και του καθηµερινού λεξιλογίου των ευρωπαϊκών χωρών έχει ελληνική προέλευση. β. ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΚΕΙΜΕΝΟΥ Τίτλος άρθρου: Κλωνοποίηση: ορόσηµο για την βιοϊατρική ή απειλή για την ανθρωπότητα; Στην αφετηρία της νεωτερικής εποχής, µιας πραγµατικότητας που συγκλονίζεται από βαθύτατες, κοσµογονικές εξελίξεις, στον αιώνα της παγκοσµιοποίησης, η τεχνολογία ανοίγει νέες προοπτικές και επιτελεί έναν καθοριστικό ρόλο. Η επιστήµη, ως αέναος αγώνας του ανθρώπου για την κατάκτηση της γνώσης, µε το διαλογισµό, την οξυδερκή παρατήρηση, τη διαίσθηση και την έρευνα, διανοίγει νέους ορίζοντες, φωτίζωντας τον πνευµατικό κόσµο του ανθρώπου. Η εντυπωσιακή πρόοδος και ανάπτυξη της Ιατρικής Επιστήµης δηµιούργησε νέες ελπίδες για αποφασιστικά βήµατα στην αποτελεσµατικότητα των ιατρικών µεταµοσχεύσεων, νέες προσδοκίες για τη θεραπεία ανίκητων µέχρι τώρα ασθενειών, αλλά και νέες ανησυχίες για την απειλή της αναπαραγωγικής κλωνοποίησης. Η σύγχρονη επιστήµη (και η Ιατρική) είναι καταδικασµένη να εµφανίζεται µε το πρόσωπο του Ιανού και ως µίστερ Τζέκιλ και ως δόκτωρ Χάιντ. Πίσω από τις εντυπωσιακές προσδοκίες της θεραπευτικής κλωνοποίησης που δηµιουργεί έµβρυα ορισµένων κυττάρων για αποκλειστικά θεραπευτικούς σκοπούς, καιροφυλακτούν οι τυχοδιώκτες της αναπαραγωγικής κλωνοποίησης των «παιδιών κατά παραγγελία». Υπάρχει διάχυτος ο φόβος ότι µε τα βήµατα της έρευνας ανοίγει ο δρόµος για τη δηµιουργία κλωνο- παιδιών. Η προοπτική των προσπαθειών για τη δηµιουργία των παιδιών κλώνων αντιµετωπίζεται
από τους σοβαρούς, υπεύθυνους και ανθρωπιστές επιστήµονες είτε ως «φρικαλέα» είτε ως ένα «κακόγουστο παραµύθι». Προβάλλει ως επιτακτική και αδήριτη ανάγκη ο προβληµατισµός για τη χρησιµότητα ή την αναγκαιότητα της θεραπευτικής κλωνοποίησης. Αλλά το κοινωνικό αίτηµα της θέσπισης σαφέστατων και αυστηρών κανόνων που θα απαγορεύουν κάθε ενέργεια για την αναπαραγωγή µέσω κλωνοποίησης, σε παγκόσµιο επίπεδο µάλιστα, επανέρχεται µε δραµατική επικαιρότητα. Η κλωνοποίηση όπως κάθε επιστηµονική ανακάλυψη είναι δυνατό να οδηγήσει σε θετικές και αρνητικές χρήσεις. Η νέα επιστηµονική επιτυχία ανοίγει το δρόµο για θεραπεία ανίατων ασθενειών όπως ο διαβήτης, η νόσος του Πάρκισον ή του Αλτσχάιµερ καθώς θα υπάρχει η δυνατότητα να δηµιουργηθούν «ανταλλακτικά» για το ανθρώπινο σώµα µε µια σπάνια εξειδίκευση µάλιστα, κατάλληλη για κάθε ξεχωριστό άνθρωπο. Πρόκειται για ένα σπουδαίο ιατρικό ορόσηµο, που µπορεί να βοηθήσει στην ανάπτυξη µιας επανάστασης στην Ιατρική µε απώτερο σκοπό την επιµήκυνση του µέσου όρου της ανθρώπινης ζωής. Η θεραπευτική κλωνοποίηση αποτελεί µια επαναστατική προοπτική για το µέλλον της ανθρωπότητας, καθώς ο άνθρωπος θα µπορεί να ζήσει περισσότερο να χαρεί και να απελευθερώνει τις δηµιουργικές δυνάµεις, που συνθέτουν, αποτελούν και προσδιορίζουν την προσωπικότητά του. Από την άλλη πλευρά όµως δε µπορούµε να αγνοήσουµε την ανησυχία, τους προβληµατισµούς και τις αγωνίες που εκπορεύονται από διάφορους επιστήµονες, ότι η προώθηση της θεραπευτικής κλωνοποίησης αντικειµενικά προετοιµάζει την υλικοτεχνική βάση για τη δηµιουργία κλωνο- ανθρώπων. Ο επιστήµονας βαρύνεται µε πολύµορφη ευθύνη για τη γνώση που κατά κάποιο τρόπο παράγει και οφείλει να προβλέπει οποιοδήποτε πιθανό κίνδυνο που θα µπορούσε να προέλθει από τη χρήση της ή την κατάχρηση της στο µέλλον για τον άνθρωπο και την οικουµένη. Πρέπει να αποφασίζει µε άγρυπνη συνείδηση και υπευθυνότητα εάν τα αποτελέσµατα των ερευνών του πρέπει τελικά να εφαρµοσθούν. Κάθε επιστηµονικό επίτευγµα πρέπει να εξετάζεται όχι µόνο ως γνωστική ή υλική κατάκτηση, αλλά και για το αν αποβεί ευεργετικό ή επιζήµιο, ή και καταστρεπτικό, για την ύπαρξη του ανθρώπου. Τον έλεγχο αυτό ουδείς άλλος µπορεί ή επιτρέπεται να επιβάλλει στη συνειδητή ελευθερία του επιστήµονα παρά µόνο η συναίσθηση της ανθρώπινης και γενικά της κοινωνικής του ευθύνης. υστυχώς, όµως, οι αποφάσεις για τη χρησιµοποίηση από τη σύγχρονη τεχνολογία επιστηµονικών γνώσεων και ανακαλύψεων δεν ανήκουν πάντοτε στην απόφαση ή στη σύµφωνη γνώµη εκείνων που τις ανακάλυψαν, ούτε οι πολλαπλές συνέπειες από τη χρήση τους έχουν όσο και όπως θα άρµοζε να υπολογισθεί. Για τούτο, συχνά οι στόχοι µιας ερευνητικής πορείας διασπείρονται. Και ο Oppenheimer, όταν πληροφορήθηκε την καταστροφή της Χιροσίµα, ένιωσε βαριές τύψεις συνειδήσεων, διότι είχε τόσο αποφασιστικά συµβάλλει στη διάσπαση του ατόµου, που βέβαια δόξασε και την επιστήµη και το όνοµά του, αλλά διέσπασε και το ιερό κύρος του
Ανθρώπου, προσφέροντάς του τη φονικότερη δύναµη. Και αργότερα, ο Χάιντεγκερ, όταν πληροφορήθηκε την άλωση του γενετικού µυστηρίου του ανθρώπου, είπε πως «τώρα µόνο ένας Θεός µπορεί να σώσει την ανθρωπότητα». Καταλαβαίνουµε ότι οι ανακαλύψεις των βιοϊατρικών επιστηµών θέτουν κεφαλαιώδη ζητήµατα σχετικά µε το µέχρι που νοµιµοποιείται ο άνθρωπος µέσω της γενετικής µηχανικής να παρεµβαίνει στο γονιδίωµα των όντων. Η κλωνοποίηση δηµιουργεί τεράστιες δυνατότητες στον τοµέα της βιοϊατρικής, αλλά παράλληλα προβληµατίζει έντονα το σύνολο της ανθρωπότητας. Ορισµένοι κερδοσκόποι επιστήµονες χωρίς ηθικούς φραγµούς και ανθρωπιστικούς ενδοιασµούς µπορεί να συνεχίσουν τις προσπάθειες αναπαραγωγικής κλωνοποίησης προκαλώντας τεράστιες βλάβες υγείας, ηθικές, ψυχολογικές και οικονοµικές σε αθώους πολίτες. Γι αυτό ωριµάζει σαν αίτηµα, µε την υποστήριξη πολλών βραβευµένων επιστηµόνων, η προώθηση δεσµευτικής απόφασης του Οργανισµού Ηνωνµένων Εθνών για την παγκόσµια απαγόρευση της αναπαραγωγικής κλωνοποίησης και για τον αυστηρό έλεγχο κάθε απόπειρας, έστω και για θεραπευτικούς σκοπούς. Οπωσδήποτε κάθε κράτος πρέπει να θεσπίσει το δικό του απαγορευτικό νόµο. Αλλά δεν αρκεί. Η παγκοσµιοποίηση της έρευνας και της ιατρικής επιτρέπει την εγκατάσταση ανήθικων και απάνθρωπων «επιστηµόνων» σε χώρες χωρίς ευαισθησία. Η έρευνα και η επιστήµη τρέχουν µε γρήγορους ρυθµούς και η κοινωνία, οι κυβερνήσεις δεν πρέπει να παρακολουθούν αµέτοχες. Ως τελικός σκοπός της επιστήµης ανακύπτει σταθερά ο εξανθρωπισµός της ζωής και ως σκοπός της ζωής ο εξανθρωπισµός της επιστήµης, ώστε να υπηρετείται ο άνθρωπος. Γιατί µόνο µε τον απόλυτο σεβασµό προς τον άνθρωπο µπορεί να αντιµετωπιστεί αποτελεσµατικά ο υλισµός και ο υπέρµετρος ευδαιµονισµός που κυριαρχεί και ορίζει την εποχή µας και θα µπορέσουµε να ελέγξουµε τον επιστηµονικό αµοραλισµό. Ο επιστήµονας οφείλει να συνειδητοποιήσει ότι πάνω από όλα βρίσκεται, αµετάθετος και αναντικατάστατος, ο άνθρωπος, να κατευθύνεται από τον «επιστηµονικό ανθρωπισµό» που ανέφερε ο Α Huxley. Και όπως, πολύ εύστοχα, όρισε ο Κόντ «ο άνθρωπος δεν πρέπει να χρησιµοποιείται πότε ως µέσον, για κάποιο σκοπό, αλλά να θεωρείται αυτός, ο ίδιος, ο τελικός σκοπός». Για να παραµείνουν όµως οι στόχοι της επιστήµης ανθρωποκεντρικοί, κρίνεται απολύτως αναγκαίος ο επανακαθορισµός τους από «προσωπικότητες µε υψηλά ηθικά ιδανικά», κατά τον Αϊνστάιν, δηλαδή από έντιµους, υψηλόφρονες, συνεπείς, ανιοδιοτελείς, διορατικούς, ειλικρινείς και αντικειµενικούς ανθρώπους επιστήµονες. Σύµφωνα µε αυτά τα ανθρωπιστικά και ηθικά κριτήρια πρέπει να καταδικάζεται η πανοµοιότυπη αναπαραγωγή του κληρονοµικού υλικού ενός ανθρώπου. Αυτή η µέθοδος καταστρέφει µια ουσιαστική προϋπόθεση του υπεύθυνου πράττειν. Ασφαλώς αξαρτώµαστε και µέχρι τώρα από γενετικά προγράµµατα. Ο κλώνος µοιάζει µε το δούλο καθόσον µπορεί να µετακυλίσει ένα µέρος της ευθύνης, την οποία κανονικά έπρεπε να φέρει ο ίδιος. Για τον
κλώνο µονιµοποιείται στον ορισµό ενός αµετάκλητου κώδικα µια απόφαση που επιβλήθηκε πρακτικά από ένα άλλο πρόσωπο στον κλώνο πριν από τη γέννηση του. Ο J. Habermas χαρακτηριστικά αναφέρει: «Προτού εξετάσουµε τα βλέµµατα που θα µπορούσαµε να ρίχνουµε πάνω σε κλωνοποιηµένους ανθρώπους, θα έπρεπε, πρώτον, να διερωτηθούµε πως θα ήταν αναµενόµενο να βλέπουν αυτοί τον εαυτό τους και επιπλέον αν δικαιούµαστε να το απαιτήσουµε από αυτούς. το δεύτερο είναι ότι η ίδια η προϋπόθεση είναι αµφίβολη. Αυτό είναι το ερώτηµα που απευθύνω στις κοινωνιολογίες: Η οµαλοποίηση των νέων τεχνικών, οι οποίες κατ αρχάς µας εξοργίζουν για ηθικούς λόγους, είναι άραγε και στην περίπτωση του γενετικά αναπαραγµένου ανθρωπάριου αναπόφευκτη; Ή µήπως τα ηθικά επιχειρήµατα, αν αποδειχθούν πειστικά στη δηµόσια αντιπαράθεση, µπορούν να έχουν και την εµπειρική τους επίδραση; Η βιολογία δεν µπορεί να µας απαλλάξει από την ανάγκη να κάνουµε ηθικές σκέψεις. Και η βιοηθική δεν θα έπρεπε να µας παρασύρει µε βιολογιστικά παραστρατήµατα. Από την άλλη µεριά οι δεοντολογικές απόψεις είναι αµφιλεγόµενες, πόσο µάλλον η ηθική ενσωµάτωση νέων φαινοµένων. Αυτό ισχύει φυσικά και για την απόπειρα να συλλάβουµε τις πιθανές συνέπειες της κλωνοποίησης ανθρώπινων οργανισµών µε καντιανές, ηθικές έννοιες». Επιµέλεια: Α. Λιανός Μ. Γιασουρίδης.