ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ - ΑΣΟΕΕ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΕΑΡΙΝΟ-ΘΕΡΙΝΟ ΕΞΑΜΗΝΟ 2011-12 ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ ΠΡΟΔΡΟΜΙΔΗΣ Σημειώσεις 3 Xρήμα και σύγχρονη τραπεζική κεντρική τράπεζα και νομισματικό σύστημα Το χρήμα (ετυμολ. «χρήσιμο αγαθό») διαφέρει από τα υπόλοιπα αγαθά και υπηρεσίες τα ο- ποία απαρτίζουν την ΑD. Τούτο οφείλεται εις τον ρόλο του ως μέσον διευκολύνσεως των συναλλαγών, 1 μετρήσεως και διαφυλάξεως της αξίας για την πραγματοποίηση μελλοντικών α- γορών, σε σχέση με την απλή ανταλλαγή αγαθών και υπηρεσιών (που εκ των πραγμάτων α- παιτεί πολύ χρόνο και προσπάθεια και είναι μάλλον ασύμφορη). 2 Ως εκ τούτου θα το εξετάσουμε ξεχωριστά. Ανά τους αιώνες, οι ανθρώπινες κοινωνίες έχουν χρησιμοποιήσει πολλά μέσα μετρήσεως αξίας και συναλλαγών προκειμένου να διευκολυνθούν: ένα βόδι, ένα μεγάλο κομμάτι μετάλλου ισότιμης αξίας, ένα σπάνιο αγαθό (λ.χ., μια σακούλα πιπέρι), μια ράβδο χρυσού, το νόμισμα (κέρμα και χαρτονόμισμα). (Η πλαστική κάρτα, ως προσωρινό μέσον πληρωμής, είναι υποκατάστατό τους.) Ως νομισματική βάση (high owered money, Μ 0 ) θεωρούμε την ποσότητα κερμάτων και χαρτονομισμάτων σε κυκλοφορία (urreny, Cu) συν την ποσότητα που υπάρχει στο τραπεζικό σύστημα (ank reserves, R). Υπό κανονικές συνθήκες, πρόκειται για χρήμα που παρέχεται από τις αρχές (στις ημέρες μας, από την κεντρική τράπεζα). Εξ αυτού, η ποσότης που υ- πάρχει στο τραπεζικό σύστημα συνήθως αυγαταίνει μέσω της δημιουργίας τραπεζικών καταθέσεων όψεως (D), αυξάνοντας έτσι την προσφορά χρήματος (money suly, MS) σε Μ 1. Εν ολίγοις, προσθέτοντας στα χρήματα που κρατούν τα άτομα (Cu) το σύνολο των καταθέσεων 1 Καθότι είναι διαιρέσιμο, ευκόλως μεταφερτό, και αποδεκτό από τους πωλητές που δεν ενδιαφέρονται να αποκτήσουν εις αντάλλαγμα οτιδήποτε άλλο κατέχουν οι αγοραστές (δηλ. όταν δεν υπάρχει σύμπτωση επιθυμιών). 2 H αξία ή αγοραστική δύναμη του χρήματος συνήθως υπερβαίνει την αξία του υλικού (μετάλλου η χαρτιού) που χρησιμοποιείται ως χρήμα. Τη διαφορά βεβαίως καρπούται όποιος έχει το δικαίωμα εκδόσεως (κοπής ή εκτυπώσεώς) του, όπως κάποτε ο μεσαιωνικός άρχοντας (seignor). Εξ ού και ο όρος seignorage, που πλέον δηλώνει την αξία που παρακρατά η κυβέρνηση όχι μόνο στο νομισματοκοπείο αλλά και σε άλλα στάδια, συνεπεία του δικαιώματος εκδόσεως και ελέγχου του χρήματος.
όψεως λαμβάνουμε το νομισματικό μέγεθος M 1, το οποίον και θεωρείται ένα καλό μέτρο της ποσότητος χρήματος με την στενή έννοια. Παρομοίως: Προσθέτοντας σε αυτό τις καταθέσεις σε άλλους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς και τις μετοχές (οι οποίες ρευστοποιούνται με πολύ μικρή δυσκολία) λαμβάνουμε το νομισματικό μέγεθος M 2. Προσθέτοντας σε αυτό τις τοκοφόρες προθεσμιακές καταθέσεις και τα πιστοποιητικά καταθέσεων του ιδιωτικού τομέα (που ρευστοποιούνται με μεγαλύτερη δυσκολία και κόστος) λαμβάνουμε το νομισματικό μέγεθος M 3, που θεωρείται ένα καλό μέτρο της ποσότητος χρήματος με την ευρεία έννοια. Προσθέτοντας σε αυτό περιουσιακά στοιχεία που ρευστοποιούνται δυσκολότερα (λ.χ., κοσμήματα και ράβδους χρυσού κ.τ.τ.) λαμβάνουμε το ακόμα ευρύτερα νομισματικά μεγέθη. Η κεντρική τράπεζα, οι εμπορικές τράπεζες και ο πολλαπλασιαστής χρήματος H κεντρική τράπεζα έχει δυο βασικά καθήκοντα: Λειτουργεί ως τράπεζα (α) των εμπορικών τραπεζών εξασφαλίζοντας την ομαλή λειτουργία του συστήματος, 3 και (β) της κυβερνήσεως έχοντας την ευθύνη εκδόσεως χρήματος, ελέγχου της προσφοράς χρήματος 4 και χρηματοδοτήσεως των ελλειμμάτων του προϋπολογισμού (με την έκδοση χρήματος ή τίτλων). Μέσα από αυτές τις λειτουργίες πολλές φορές της ανατίθεται η άσκηση (νομισματικής) οικονομικής πολιτικής (λ.χ., συγκράτηση τιμών μέσω της προσφερομένης ποσότητας χρήματος, του επιτοκίου, της συναλλαγματικής ισοτιμίας). Ας δούμε όμως πως οι εμπορικές τράπεζες «παράγουν» χρήμα: Έστω ότι προβαίνω σε μια κατάθεση 10. Λίγο αργότερα περνά από την τράπεζα ο Γιώργος προκειμένου να συνάψει δάνειο προκειμένου να αγοράσει τσίχλες από την Ελένη. Εφόσον η τράπεζα προτιμά να αξιοποιήσει τα χρήματα αυτά δανείζοντάς τα (έναντι αμοιβής) αντί να τα φυλάει στο χρηματοκιβώτιό της, παρέχει στον Γιώργο το 80% των ρευστών διαθεσίμων της, 5 δηλ. 8. Μετά τη 3 Επί παραδείγματι, ως δανειστής εσχάτης ανάγκης είναι πάντα σε θέση να δανείσει τις εμπορικές τράπεζες και σε άλλους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς όταν κάποιος πανικός απειλεί το χρηματοπιστωτικό σύστημα (όπως έπραξε στις αρχές της πρόσφατης οικονομικής κρίσης η Federal Reserve Bank στις ΗΠΑ), εξασφαλίζοντας έτσι την εμπιστοσύνη νοικοκυριών και επιχειρήσεων στο σύστημα, καθώς επίσης και τις ροές κεφαλαίων που είναι απαραίτητες για τη λειτουργία τους. 4 Λ.χ., μέσω (α) της αγοράς ή πωλήσεως στην αγορά χρηματοπιστωτικών τίτλων, κρατικών εντόκων γραμματίων και ομολόγων έναντι ρευστών (διοχετεύοντας ή αποσύροντας έτσι χρήμα), (β) του επηρεασμού των εμπορικών τραπεζών που «παράγουν» χρήμα (βλ. υποσ.5). 5 Η κεντρική τράπεζα υποχρεώνει τις εμπορικές τράπεζες να κρατούν ένα ελάχιστο ποσοστό των καταθέσεων σε ρευστά διαθέσιμα, ώστε να μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες αναλήψεως των καταθετών. (Οι ανάγκες αυτές των καταθετών μπορεί να είναι περισσότερο ή λιγότερο απρόβλεπτες.) Ο εν λόγω περιορισμός που τίθεται στις 2
συναλλαγή της με τον Γιώργο, η Ελένη εισέρχεται στην ίδια (ή άλλη) τράπεζα και καταθέτει 7 από τα 8 που εισέπραξε. Εφόσον η τράπεζα προτιμά να αξιοποιήσει τα χρήματα αυτά (έναντι αμοιβής) αντί να τα φυλάει στο χρηματοκιβώτιο, είναι πρόθυμη να δανείσει το 80% των ρευστών διαθεσίμων της, δηλ. 5,6. Ως εκ τούτου, όταν μετά από λίγο εισέρχεται στην τράπεζα η Ασπασία προκείμενου να συνάψει δάνειο προκειμένου να αγοράσει καραμέλες από το Νίκο, λαβαίνει 5,6. Μετά τη συναλλαγή του με την Ασπασία, ο Νίκος εισέρχεται στην ίδια (ή άλλη) τράπεζα και καταθέτει τα 5 από τα 5,6 που εισέπραξε. Εφόσον η τράπεζα είναι πρόθυμη να δανείσει το 80% των ρευστών διαθεσίμων της, δηλ. 4, θα εξυπηρετήσει στη συνέχεια και τον Λεωνίδα που επιθυμεί να συνάψει δάνειο προκειμένου να αγοράσει ένα κουτάβι από τη Σοφία Προκύπτει ότι τα 10 της καταθέσεώς μου έχουν πολλαπλασιαστεί και μέχρι στιγμής έχουν «γεννήσει» 17.6. Όπως σε αντίστοιχες καταστάσεις σε προηγούμενα κεφάλαια (που η μεταβολή ενός μεγέθους ενεργούσε πολλαπλασιαστικά), ο λόγος ποσότητος χρήματος που τελικώς δημιουργείται (ΔM 1 ) προς το μέγεθος της αρχικής τραπεζικής καταθέσεως όψεως (ΔΜ 0 ) καλείται πολλαπλασιαστής του χρήματος. Απλουστευτικά, πολλές φορές δίδεται η σχέσις: M 1 = Μ 0 * πολλαπλασιαστής χρήματος, όπου M 1 > Μ 0. 6 Όμως, αν θέλουμε να είμαστε ακριβείς στους υπολογισμούς, η μεταβολή στο M 1 εξαρτάται από τα στοιχεία που υπαγορεύουν την συμπεριφορά τόσο των καταθετών όσο και των εμπορικών τραπεζών. Οπότε, αν θέσουμε το παράδειγμα που διηγηθήκαμε στην προηγούμενη παράγραφο υπό την μορφή μαθηματικών σχέσεων, δηλ., ενός υποδείγματος, προκειμένου να υπολογίσουμε τον πολλαπλασιαστή υποθέτουμε 7 ότι: οι τράπεζες (anking setor) επιθυμούν (ή υποχρεώνονται) να κρατούν ρευστά διαθέσιμα (R) σε ποσοστό (ash held y anks) των καταθέσεων (D), δηλ. R = D, και ο ιδιωτικός τομέας (rivate setor) επιθυμεί να έχει ρευστά διαθέσιμα σε κυκλοφορία (Cu) σε ποσοστό των τραπεζικών του καταθέσεων (D), δηλ. Cu = D. Εφόσον M 0 = Cu + R = ( + ) D ή M 0 / ( + ) = D M1 M0 και M 1 = Cu + D = ( + 1) D εμπορικές τράπεζες λειτουργεί ως ένα είδος φόρου καθότι οι εμπορικές τράπεζες δεν επιτρέπεται να τα διοχετεύσουν χορηγώντας δάνεια στο κοινό, με αποτέλεσμα να μην λαμβάνουν τόκο. Βεβαίως, ο πειρασμός των ε- μπορικών τραπεζών να χορηγούν δάνεια στο όριο του καθορισμένου ποσοστού είναι προφανής -ιδιαίτερα όταν τα επιτόκια δανεισμού στο κοινό είναι υψηλά. Ορισμένες ενδίδουν. Στην περίπτωση αυτή, αν συμβούν αρκετές αναλήψεις και οι τράπεζες αυτές βρεθούν χωρίς ρευστά διαθέσιμα, έχουν τη δυνατότητα να δανειστούν από την κεντρική τράπεζα με ένα προσυμφωνημένο (προεξοφλητικό) επιτόκιο. Αν το επιτόκιο αυτό είναι σχετικά χαμηλό, ο πειρασμός των τραπεζών να χορηγούν όσο περισσότερα δάνεια γίνεται με υψηλό επιτόκιο (φτάνοντας στο όριο του καθορισμένου ποσοστού) και να δανείζονται χρήματα με χαμηλότερο επιτόκιο όταν υπερβούν το όριο, καθίσταται ακόμα πιο θελκτικός. 6 Εφόσον το M 1 περιλαμβάνει την νομισματική βάση (Μ 0 ) και την ποσότητα που δημιουργήθηκε από τις καταθέσεις όψεως. 7 Ή εμπειρικά υπολογίζουμε με τα οικονομετρικά εργαλεία που θα δείξουμε σε άλλο μάθημα στο εργαστήριο. 3
ΔM ΔM 1 0 ( ) (1 ). P 1 1 P 1 1 1 Συμπερασματικά, ο πολλαπλασιαστής χρήματος (ΔΜ 1 /ΔΜ 0 ) δίνει τη μεταβολή της ποσότητας χρήματος που οφείλεται στη μεταβολή της νομισματικής βάσης κατά μια μονάδα. Εφόσον και κυμαίνονται μεταξύ 0 και 1, ο πολλαπλασιαστής είναι μεγαλύτερος από την μονάδα. Αυξάνεται με και (και αντιστρόφως). Εξυπακούεται ότι οι παράγοντες που επηρεάζουν τον πολλαπλασιαστή (όπως τα και π ) επηρεάζουν και το M 1. Αν λοιπόν η κεντρική τράπεζα θέλει να περιορίσει την προσφορά χρήματος στην οικονομία (δηλ. το M 1 ) μπορεί να το πετύχει: δελεάζοντας άτομα και οργανισμούς να αγοράσουν από αυτήν χρηματοπιστωτικούς τίτλους αντί χρημάτων, 8 αυξάνοντας το ποσοστό υποχρεωτικών διαθεσίμων των εμπορικών τραπεζών. εξαναγκάζοντας τις εμπορικές τράπεζες να διατηρούν εθελοντικά πρόσθετα ρευστά διαθέσιμα, καθορίζοντας ένα επιτόκιο δανεισμού που υπερβαίνει το επιτόκιο εις το οποίο τις δανείζει συνήθως όταν έχουν ανάγκη. Προ της αυξήσεως του κόστους του χρήματος και του «επιτοκίου ποινής» (αυτό εις το οποίο τις δανείζει όταν μειωθούν τα ρευστά διαθέσιμά τους κάτω από το ελάχιστο υποχρεωτικό, βλ. υποσ.5), οι εμπορικές τράπεζες μειώνουν τη χορήγηση δανείων και κρατούν επιπλέον ρευστά διαθέσιμα ως προφύλαξη έναντι ξαφνικών μαζικών αναλήψεων. Η ζήτηση χρήματος (ΜD) Τα άτομα διακρατούν χρήμα ανάλογα με: Το εισόδημά τους προκειμένου να (α) πραγματοποιήσουν τις αγορές που σχεδιάζουν να κάνουν και (β) να προφυλαχτούν από αβέβαιες καταστάσεις (λ.χ., μια καθυστέρηση στην είσπραξεων του μισθού ή μισθώματος, μια απροσδόκητη α- νάγκη αγοράς κάποιου αγαθού ή υπηρεσίας με άμεση καταβολή χρημάτων). H ζήτηση αυτή αυξάνεται με το εισόδημα. ΜD ΜD MD t+ Y Τις αποδόσεις που προσδοκούν από την ανάληψη επιχειρη- MD s ματικών πρωτοβουλιών (λ.χ, για μια καλή ιδέα που έχουν, r 8 Προφανώς, αν θέλει να αυξήσει την προσφορά χρήματος στην οικονομία (δηλ. το M 1 ) μπορεί να το πετύχει δελεάζοντας άτομα και οργανισμούς να πωλήσουν σε αυτήν χρηματοπιστωτικούς τίτλους αντί χρημάτων. 4
μια εφεύρεση). Η ζήτηση αυτή αυξάνεται όσο μειώνεται το κόστος δανεισμού (δηλ. το επιτόκιο). Επιλέγουν, δε, τον συνδυασμό που τους παρέχει το μεγαλύτερο όφελος. Με άλλα λόγια, κατανέμουν τα πραγματικά χρηματικά διαθέσιμα (κατ επέκταση, την MS) με τέτοιο τρόπο όπου το ο- ριακό όφελος διακρατήσεως ενός ακόμα ευρώ για συναλλακτικούς και προφυλακτικούς σκοπούς (money demand for transation and reautionary uroses, MD t+ ) να είναι ακριβώς ίσο με το οριακό του κόστος αξιοποιήσεώς του για κερδοσκοπικούς σκοπούς (money demand for seulative uroses, MD s ). Οι συνδυασμοί κατανομής της ΜS σε MD t+ και ΜD s ΜD t+ ΜS= ΜD t+ + ΜD s ΜD s Διαγραμματική απεικόνιση της καταστάσεως ισορροπίας στην αγορά χρήματος Προσδιορίζουμε την κατάσταση ισορροπίας στην αγορά χρήματος τοποθετώντας (α) τον νομισματικό περιορισμό της εθνικής οικονομίας στο διάγραμμα που κείται κάτω αριστερά. Η προσφερόμενη ποσότητα χρήματος ικανοποιεί του δύο τύπους ζητήσεως χρήματος, τις ο- ποίες και παριστάνουμε ξεχωριστά (μια σε κάθε άξονα). Εν συνεχεία (β) προβάλουμε τις δύο ζητήσεις στα γειτονικά τους διαγράμματα (το άνω αριστερά και κάτω δεξιά, αντιστοίχως). Τέλος, (γ) προβάλλουμε όλους τους συνδυασμούς εισοδήματος και επιτοκίου που προκύπτουν στο διάγραμμα που ευρίσκεται Η εξαγωγή της καμπύλης LM 2 r MD s (r) r LM a 2 a 3 3 MD t+ MD s MD t+ άνω δεξιά. Κατ αυτόν τον τρόπο η καμπύλη που eteris arius εκφράζει/συνοψίζει όλους τους συνδυασμούς εισοδήματος και επιτοκίου που οδηγούν σε ισορροπία την αγορά χρήματος, δηλ. την κατάσταση της, κατά Keynes, χρηματικής ρευστότητος (Liquidity of Money, LM), προκύπτει από τα δύο τμήματα της ΜD και την MS. Εν ολίγοις, κατά μήκος της εν λόγω καμπύλης η ζήτηση πραγματικών χρηματικών διαθεσίμων είναι ίση με την προσφορά. a 1 1 MS=MD t+ + MD s MD s a MD t+ (Y) Παρατηρείστε ότι στο σημείο αντιστοιχεί MS > MD. (Προβάλετέ το στο διάγραμμα που ευρίσκεται κάτω-αριστερά.) Y Y 5
Παρατηρούμε ότι όταν οι καμπύλες ΜS ή MD t+ μετατοπίζονται δεξιά τότε η LM μετατοπίζεται προς την ίδια κατεύθυνση, ενώ όταν η καμπύλη MD s μετατοπίζεται δεξιά τότε η LM μετατοπίζεται αριστερά. 6