Πρόλογος Τα Διλήμματα και οι Ανταμοιβές μιας Συνοπτικής Ιστορικής Επισκόπησης Όποιοι αγνοούν την ιστορία είναι καταδικασμένοι να την επαναλάβουν (αποδίδεται στον George Santayana). Εμείς οι κομμουνιστές δεν δυσκολευόμαστε καθόλου να προβλέψουμε το μέλλον το παρελθόν είναι που αλλάζει συνέχεια και μας μπερδεύει! (ανώνυμος) Η μνήμη είναι σαν μια τρελή γριά, που μαζεύει πολύχρωμα κουρέλια, ενώ πετάει στα σκουπίδια καλό φαγητό. (αποδίδεται στον Austin O Malley) Οι Ευρωπαίοι δημιούργησαν τον δέκατο ένατο αιώνα έναν εκτυφλωτικό πολιτισμό, το επιστέγασμα μιας μακραίωνης διαδικασίας που παλιότερα ήταν γνωστή ως «η άνοδος της Δύσης». Ελάχιστοι πολιτισμοί, αν όχι κανένας, επηρεάσαν τόσο βαθιά τον υπόλοιπο κόσμο όσο ο ευρωπαϊκός. Οι περισσότεροι μη ευρωπαϊκοί λαοί θαύμαζαν και μιμούνταν, αλλά ταυτόχρονα φοβόντουσαν και μισούσαν τους Ευρωπαίους. Οι αυτοκρατορίες που έχτισαν οι ευρωπαϊκές χώρες, και κυρίως η Βρετανία και η Γαλλία, κυβερνούσαν εκατοντάδες εκατομμύρια μη Ευρωπαίους υπηκόους, συχνά με σιδηρά πυγμή. Οι Ευρωπαίοι κατέληξαν να πιστεύουν στη φυσική ανωτερότητά τους έναντι των άλλων λαών, και ασφαλώς ουδείς μπορεί να αμφισβητήσει τις σπουδαίες επιστημονικές ανακαλύψεις, τη μεγάλη στρατιωτική ισχύ και την πλούσια δημιουργικότητα των Ευρωπαίων σε όλους τους τομείς. Οι δαίμονες της άκρας αριστεράς και δεξιάς, όμως, έφεραν τον ευρωπαϊκό πολιτισμό στα πρόθυρα της αυτοκτονίας, παρασύροντας μεγάλο μέρος της υφηλίου σε δύο μαζικής κλίμακας συρράξεις που ονομάστηκαν «παγκόσμιοι» πόλεμοι, οι οποίοι είχαν δεκάδες εκατομμύρια νεκρούς και βύθισαν στη δυστυχία εκατομμύρια άλλους ανθρώπους. Η γνώση αυτής της ιστορικής κληρονομιάς είναι προφανώς επιθυμητή για κάθε καλλιεργημένο άνθρωπο του εικοστού πρώτου αιώνα, όμως είναι δύσκολο να ΑΡΧΕΙΟ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ Σελίδα 1
αποκτηθεί. Τα βιβλία της σειράς Concise History of the Modern World (Συνοπτική Ιστορία του Νεότερου Κόσμου) του εκδοτικού οίκου Wiley-Blackwell απευθύνονται σε αναγνώστες «χωρίς πρότερη γνώση» των θεμάτων που παρουσιάζονται, παράλληλα όμως φιλοδοξούν να προσφέρουν «διεισδυτικές ερμηνείες» και ενοράσεις που βασίζονται «σε ό,τι νεότερο έχει να παρουσιάσει η ακαδημαϊκή έρευνα». Κάθε βιβλίο για τη νεότερη ευρωπαϊκή ιστορία που τρέφει τέτοιες φιλοδοξίες καλείται να αναλύσει σε βάθος τις προτεραιότητές του, παραλείποντας πολλά στοιχεία τα οποία θα συναντούσε κανείς σε κάποιο ογκωδέστερο έργο που απευθύνεται σε διαφορετικό αναγνωστικό κοινό. Συγκεκριμένα, ένα βιβλίο ιστορίας που θέλει να παρουσιάσει διεισδυτικές αναλύσεις και προκλητικές ερμηνευτικές προσεγγίσεις οφείλει να διαφοροποιείται ουσιαστικά από μια απλή, συνοπτική, γεμάτη γεγονότα και χρονολογίες αφήγηση. Σε κάθε περίπτωση, οι περισσότεροι σύγχρονοι ιστορικοί έχουν από καιρό απορρίψει την ιδέα της αντικειμενικής παρουσίασης «αποκλειστικά των γεγονότων». Οι ακαδημαϊκοί ιστορικοί θεωρούν σήμερα ότι η επιστήμη τους έχει ως κινητήριο δύναμη τα ερωτήματα, ότι ένα ιστορικό έργο οφείλει να είναι ανοιχτό στον διάλογο και την αμφισημία, και όχι να παρουσιάζει μια αφήγηση που υποτίθεται καταγράφει τα γεγονότα με ακρίβεια, αντικειμενικότητα και επάρκεια. Για να το θέσουμε διαφορετικά, ο επαγγελματίας ιστορικός προσεγγίζει την ιστορία με σαφείς προτεραιότητες, η φύση των οποίων είναι αναπόφευκτα αμφισβητήσιμη. Τα τρία αποφθέγματα στην αρχή του Προλόγου αναδεικνύουν πολλές από τις προκλήσεις και τους κινδύνους που συνδέονται με τη συγγραφή μιας συνοπτικής ιστορίας, η οποία θέλει να είναι προσιτή, αποφεύγοντας όμως την υπεραπλούστευση. Το πρώτο είναι ίσως το πιο γνωστό. Αποδίδεται στον George Santayana, αλλά στην πραγματικότητα αποτελεί απλοποιημένη απόδοση της πραγματικής φράσης που είχε χρησιμοποιήσει («όσοι δεν μπορούν να θυμηθούν το παρελθόν, είναι καταδικασμένοι να το εκπληρώσουν») στις σελίδες που ακολουθούν θα πούμε πολλά για τα «ιστορικά διδάγματα», τα οποία πολλές φορές αποδείχθηκαν υπεραπλουστευτικά και παραπλανητικά, αν όχι εντελώς εσφαλμένα, οδηγώντας σε νέες τραγωδίες. Το δεύτερο, παρότι είναι προφανώς χιουμοριστικό, δηλώνει κάτι για το παρελθόν το οποίο αποδέχονται σιωπηρά όλοι οι ιστορικοί ασφαλώς δεν παραπέμπει στην απροκάλυπτη αποσιώπηση ιστορικών γεγονότων, στην οποία επιδίδονταν ως γνωστόν τα κομμουνιστικά καθεστώτα, αλλά υποδηλώνει ΑΡΧΕΙΟ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ Σελίδα 2
πως τα στοιχεία του παρελθόντος που μας ενδιαφέρουν αλλάζουν ανεπαίσθητα με την πάροδο του χρόνου. Διαρκώς ανακαλύπτουμε νέες λεπτομέρειες για το παρελθόν και εξαιτίας, εν μέρει, αυτής της νέας γνώσης διαρκώς αναδιατυπώνουμε τα ερωτήματα που θέτουμε για το παρελθόν. Αυτό δεν σημαίνει ασφαλώς ότι αλλάζει το ίδιο το παρελθόν απλώς αναγνωρίζουμε ότι αναζητούμε σε αυτό νέα στοιχεία, χωρίς να παραβλέπουμε τα ζητήματα που μας συνάρπαζαν παλαιότερα. Το τρίτο επίγραμμα επισημαίνει ότι η ανθρώπινη μνήμη συνήθως ελκύεται από το κραυγαλέο και το φανταχτερό, αγνοώντας το «καλό φαγητό» - αποφεύγει δηλαδή τις πιο χρήσιμες αναμνήσεις, ιδίως εάν αυτές προκαλούν αμηχανία. Το συγκεκριμένο επίγραμμα αναδεικνύει επίσης ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα που αντιμετωπίζουν οι συγγραφείς έργων σύγχρονης ιστορίας: το διευρυνόμενο χάσμα ανάμεσα στην «εκλαϊκευμένη» ιστορική αφήγηση και το ακαδημαϊκό ιστορικό έργο η πρώτη κατηγορία είναι γοητευτική και εξαιρετικά προσιτή στον αναγνώστη, συνήθως όμως υπολείπεται σε επιστημονικό βάθος, ενώ η δεύτερη είναι συνήθως λιγότερο προσιτή αλλά οξύνει και διεγείρει την κριτική σκέψη του αναγνώστη. Η διαίρεση αυτή σχετίζεται με πολλούς και σύνθετους τρόπους με τη διάσταση ανάμεσα στην επονομαζόμενη «παλαιά» και «νέα» προσέγγιση της ιστορικής συγγραφής. Η σεβάσμια «παλαιά» παράδοση της ιστορικής συγγραφής έδινε βάρος στον ρόλο μεγάλων προσωπικοτήτων και στα πεδία δράσης τους (όπως η πολιτική, η διπλωματία και ο πόλεμος, αλλά και η επιστημονική έρευνα ή οι οικονομικές δραστηριότητες). Η «νέα» ιστορία έχει τη δική της μακρά παράδοση. Στοχεύει στην «αναθεώρηση» ή ριζική αλλαγή του τρόπου με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε και προσλαμβάνουμε το παρελθόν, ώστε να καταλήξουμε σε νέες ενοράσεις. Θεωρεί επίσης τίτλο τιμής την απομάκρυνσή της από την παραδοσιακή έμφαση στις μεγάλες προσωπικότητες. Η διάκριση ανάμεσα σε παλαιά και νέα ιστορία μαστίζεται από τόσα προβλήματα ορισμού, που η ορολογία μπορεί τελικά να δυσκολέψει αντί να διευκολύνει την κατανόησή της. Όσοι ανήκουν στην «παλαιά» παράδοση επίσης αναζητούν παγίως νέες ερμηνείες, ενώ και οι περισσότεροι συγγραφείς της «νέας» ιστορίας σε καμία περίπτωση δεν αποφεύγουν εντελώς τα ζητήματα που απασχολούν παραδοσιακά τους ιστορικούς. Παρ όλα αυτά, οι όροι «παλαιά» και «νέα ιστορία» έχουν πια καθιερωθεί, και όντως συνοδεύονται από ορισμένες χρήσιμες και ενδιαφέρουσες προεκτάσεις. Ορισμένοι έχουν υποστηρίξει ότι η διαφορά ανάμεσα στην παλαιά και τη νέα ιστορία έχει να κάνει με τη μετάβαση «από την ιστορία των ΑΡΧΕΙΟ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ Σελίδα 3
νικητών στην ιστορία των ηττημένων» - αναμφίβολα πρόκειται για ένα είδος στρατευμένης ιστορίας, η οποία όμως ανοίγει εποικοδομητικά νέες κατευθύνσεις. Για παράδειγμα, σε ποιον βαθμό πρέπει οι ιστορικές αφηγήσεις να εστιάζουν στις «ελίτ» (στους ισχυρούς, στους διάσημους, στους δημιουργικούς) και όχι στην πλατιά λαϊκή μάζα (στους ανθρώπους που προηγουμένως αγνοούνταν, στους ανίσχυρους, στην καθημερινότητα, σε όσους δεν είχαν φωνή); Θα πρέπει ο ιστορικός να στρέψει την προσοχή του κυρίως στην ανερχόμενη Βρετανία ή στην παρακμάζουσα Ισπανία (με άλλα λόγια, να εστιάσει στο επιτυχημένο μοντέλο το οποίο προσπάθησαν να μιμηθούν οι άλλες χώρες ή στο αποτυχημένο που επιχειρούσαν να αποφύγουν); Τι είναι πιο σημαντικό να κατανοήσουμε: την προσωπική ζωή του Χίτλερ και του Στάλιν ή τη ζωή των κατώτερων τάξεων στη Γερμανία και τη Σοβιετική Ρωσία; Οι γυναίκες αποτελούν το ήμισυ του πληθυσμού μήπως θα έπρεπε συνεπώς να αφιερώνεται σε αυτές η μισή έκταση οποιασδήποτε γενικής ιστορικής επισκόπησης; Οι ελίτ είναι εξ ορισμού μια ολιγομελής μερίδα του πληθυσμού αποτελούμενη από χαρισματικά άτομα. Μήπως, λοιπόν, θα έπρεπε να τους αναλογεί αντίστοιχη έκταση και στα ιστορικά έργα; Όποιος απαντά «ναι σε όλα τα παραπάνω», δεν θα μπορέσει να βρει ένα μόνο ιστορικό έργο που να καλύπτει όλες αυτές τις προϋποθέσεις. Η «νέα» ιστορία συνήθως προκρίνει την προσέγγιση της «ιστορίας από τη βάση», απορρίπτοντας την «ιστορία από την κορυφή» ως περιορισμένη και υπερβολικά εστιασμένη στις ελίτ (οι οποίες, τουλάχιστον για ορισμένους, είναι εξ ορισμού κακές, ενώ «ο λαός» είναι εξ ορισμού καλός). Παράλληλα δίνει πολύ μεγαλύτερη βαρύτητα στις απρόσωπες δυνάμεις έναντι των αποφάσεων των «μεγάλων ανδρών» σύμφωνα με τους συγγραφείς της νέας ιστορίας, ο απλός λαός δικαιούται πολύ μεγαλύτερης προσοχής από αυτή που του αποδίδουν οι συγγραφείς της «παλαιάς» σχολής. Τα ζητήματα αυτά συνδέονται με ένα κρίσιμο ζήτημα, το οποίο θα μας απασχολήσει στις επόμενες σελίδες: το πώς μέσα σε διάστημα δύο αιώνων η Ευρώπη, αφού έφτασε στο απόγειό της, κατακρημνίστηκε σε αποκρουστικά βάθη, για να καταφέρει στη συνέχεια να ανορθωθεί σε εκπληκτικό βαθμό. Θα πρέπει άραγε η ιστορική αφήγηση αυτής της πορείας να ακολουθήσει μία προσέγγιση «από την κορυφή», εστιάζοντας στις επιλογές συγκεκριμένων δρώντων και των ισχυρών (ανδροκρατούμενων) ελίτ, οι οποίες, σε αυτή την περίπτωση, θα πρέπει από μια άποψη, να θεωρηθεί ότι φέρουν και το μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης ΑΡΧΕΙΟ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ Σελίδα 4
για την κατάρρευση της ηπείρου; Ή μήπως αντίθετα θα πρέπει η αφήγηση να εστιάσει στη βάση, στις μεγάλες, απρόσωπες δυνάμεις και στις «ανώνυμες» μάζες, υποβαθμίζοντας τον ρόλο των ελίτ σε μια θέση σχετικής ασημαντότητας, σαν τα φύλλα που τα παρασύρει η ροή ενός ορμητικού ποταμού; Ο ευρωπαϊκός εμφύλιος πόλεμος την περίοδο 1914-1945 και κυρίως η μαζική δολοφονία σε βάρος των Εβραίων στο τέλος αυτής της περιόδου έχουν στιγματίσει τη σύγχρονη ιστορία της Ευρώπης, αποτελώντας κομβικό γεγονός που επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο ερμηνεύουμε σχεδόν το σύνολο των άλλων ιστορικών εξελίξεων. Ποιος (ή τι) ήταν ο υπαίτιος των φοβερών καταστροφών που συντελέστηκαν κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου; Πώς είναι δυνατόν να υπήρξαν τόσα εκατομμύρια ανθρώπινα θύματα; Πώς είναι δυνατόν η Γερμανία, η οποία θεωρούνταν έως τότε μία από τις πιο πολιτισμένες χώρες της Ευρώπης, να οργάνωσε τη συστηματική και ανελέητη γενοκτονία των Εβραίων, αλλά και εκατομμυρίων άλλων ανθρώπων που ανήκαν σε «κατώτερους» λαούς; Πώς είναι δυνατόν η Σοβιετική Ρωσία, οι κομμουνιστές ηγέτες της οποίας ισχυρίζονταν ότι εκπροσωπούν τις ανθρωπιστικές αξίες του Διαφωτισμού, να έθεσε σε εφαρμογή πολιτικές ακόμα πιο δολοφονικές, και μάλιστα επί περισσότερα χρόνια, προκαλώντας τον θάνατο δεκάδων εκατομμυρίων δικών της πολιτών; Ήταν άραγε οι συμφορές αυτές αποτρέψιμες, αρκεί οι πολιτικοί ηγέτες και οι άλλες ελίτ να είχαν κάνει διαφορετικές επιλογές, ή μήπως ήταν αντίθετα αναπόδραστες, αποτέλεσμα απρόσωπων δυνάμεων τις οποίες κανένα άτομο δεν μπορούσε να σταματήσει; Εάν υιοθετήσουμε μια προσέγγιση που υποβαθμίζει τον ρόλο των «μεγάλων ανδρών» της εποχής του Stalin, του Hitler, του Churchill προκρίνοντας τη σημασία των οικονομικών εξελίξεων και των πόθων των απρόσωπων μεγάλων μαζών. τι μορφή θα έχει η ιστορική αφήγησή μας; Εάν πάλι θέλαμε να στρέψουμε τα βέλη της κριτικής μας προς διαφορετική κατεύθυνση, δεν θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι η ενίσχυση των μαζών του μεγάλου αριθμού των αδαών, εύπιστων και κοντόφθαλμων ατόμων ήταν ο καταλύτης στις τραγωδίες που έζησε η Ευρώπη, με τους «μεγάλους άνδρες να παίζουν ρόλο μόνο στον βαθμό που μπορούσαν να χειραγωγήσουν τις μάζες; Αυτού του είδους τα ερωτήματα δεν επιδέχονται εύκολες απαντήσεις. Το ανά χείρας βιβλίο διερευνά τρόπους ανάμιξης ή σύνθεσης των μεθόδων της παλαιάς και ΑΡΧΕΙΟ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ Σελίδα 5
της νέας ιστορίας, στον βαθμό που αυτό είναι επιθυμητό και ας είμαστε ρεαλιστές εφικτό σε ένα επίτομο έργο. Κάθε ιστορία της νεότερης Ευρώπης εγείρει και ένα συναφές ζήτημα, το οποίο δεν μπορούμε να παραβλέψουμε: ο «ευρωκεντρισμός» είναι μία από τις πολλές αμαρτίες που καταλογίζονται στις προσεγγίσεις της «παλαιάς» ιστορίας. Φυσικά ένα βιβλίο για την ιστορία της Ευρώπης εξ ορισμού εστιάζει στην ευρωπαϊκή ήπειρο, όμως η μομφή του ευρωκεντρισμού περιλαμβάνει την ιδέα ότι οι ιστορικοί που μελετούν την Ευρώπη (και, κατ επέκταση, οι ευρωπαϊκής καταγωγής ιστορικοί) βλέπουν τον υπόλοιπο κόσμο με παρωπίδες και δεν αντιμετωπίζουν τους μη Ευρωπαίους με τον δέοντα σεβασμό ή συμπάθεια. Σύμφωνα με πολλούς - ιδίως στο ακαδημαϊκό και πνευματικό κλίμα που επικρατεί τελευταία- η συμπάθεια και ο σεβασμός είναι απολύτως αναγκαίες προϋποθέσεις για όποιον θέλει να μελετήσει και να αφηγηθεί την ιστορία των θυμάτων των αδύναμων, των ευάλωτων ή των υποβαθμισμένων του παρελθόντος. Στο ίδιο πνεύμα, κάθε κριτική που ασκείται στους «ηττημένους» της ιστορίας απορρίπτεται ως κακεντρεχής. Προκύπτει όμως το εξής δίλημμα: ορισμένοι από αυτούς που ισχυρίζονται ότι εφαρμόζουν «νέες» προσεγγίσεις, στην ουσία αναπαράγουν τις μεθόδους της «παλαιάς» ιστορίας, με τη διαφορά ότι εξυψώνουν την ομάδα της δικής τους προτίμησης, την οποία μάλιστα δεν εξετάζουν με διεισδυτικό βλέμμα και κριτικό πνεύμα. Ασφαλώς το να διαβεβαιώνεις την τάδε ή τη δείνα ομάδα ότι τα μέλη της είναι υπέροχα και οι εχθροί τους οι κακοί της υπόθεσης δεν εκπροσωπεί το ιδεώδες της ιστορικής ανάλυσης. Ως προς αυτό, όπως και από άλλες απόψεις, υπάρχουν προφανείς συνδέσεις με τους αξιακούς πολέμους των τελευταίων δεκαετιών και τον τρόπο προσέγγισης της ιστορίας που επιλέγει ο καθένας. Η λέξη «συμπάθεια» είναι πολυσήμαντη, συνήθως όμως οδηγεί σε διαφορετικές κατευθύνσεις από την κριτική ανάλυση. Το ιδεώδες που προσπάθησε να υπηρετήσει το ανά χείρας βιβλίο είναι να αντιμετωπίσει με συμπάθεια τους πάντες, υποβάλλοντάς τους όμως στη βάσανο της κριτικής ανάλυσης. Παρόλο που το ιδεώδες αυτό αποδεικνύεται φυσικά ανέφικτο, πρέπει να κάνουμε τη διάκριση ανάμεσα στη συμπαθητική κατανόηση και την εκλογίκευση ή την απολογία. Είναι αδιαμφισβήτητο ότι πολλοί Ευρωπαίοι του δεκάτου ενάτου αιώνα πίστευαν στην ανωτερότητά τους έναντι των μη ευρωπαϊκών λαών, ενώ είναι εξίσου προφανές πως οι ευρωπαϊκές ελίτ πίστευαν ότι είναι ανώτερες από τις κατώτερες τάξεις της ΑΡΧΕΙΟ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ Σελίδα 6
Ευρώπης. Ο ευρωπαϊκός ιμπεριαλισμός και ρατσισμός, όπως και οι αγώνες κατά αμφοτέρων, αποτελούν κεντρικά θέματα του παρόντος βιβλίου. Η ιμπεριαλιστική επέκταση και ιδέες συναφείς με τον ευρωπαϊκό ρατσισμό υπήρξαν ιστορικά αρκετά διαδεδομένες και σε άλλες περιοχές του κόσμου, όμως η ισχύς και παγκόσμια επιρροή του ευρωπαϊκού πολιτισμού υπήρξαν απαράμιλλες, ενώ η ανάμνησή τους είναι φυσικά εντονότερη στους περισσότερους από εμάς. Μία βασική θεματική του βιβλίου, λοιπόν, εξετάζει τους λόγους για τον θαυμασμό και το μίσος που ενέπνεαν οι Ευρωπαίοι στους άλλους λαούς. Όπως επισημάναμε νωρίτερα, η αυξανόμενη ανωτερότητα που αισθάνονταν οι Ευρωπαίοι έναντι των άλλων λαών βασιζόταν από ορισμένες απόψεις στην πραγματικότητα. Η υπεροπλία των Ευρωπαίων έναντι των άλλων λαών ήταν συχνά συντριπτική. Όμως αυτός ακριβώς ο αχαλίνωτος δυναμισμός ήταν ένα από τα χαρακτηριστικά του ευρωπαϊκού πολιτισμού που τον οδήγησαν στα πρόθυρα της αυτοκαταστροφής. Η Ευρώπη απέκτησε τρομερή δύναμη, η οποία συνοδεύτηκε από απαράμιλλο υλικό πλούτο και στρατιωτική ισχύ. Οι επιστημονικές ανακαλύψεις της Ευρώπης εντυπωσίαζαν ακόμη και τους πιο φανατικούς αντιπάλους της, ενώ το ίδιο ισχύει και για την πολιτισμική παραγωγή της ηπείρου στη μουσική, τις εικαστικές τέχνες και τη λογοτεχνία. Οι ευρωπαϊκές ιδεολογίες γνώρισαν μεγάλη διάδοση. Όμως η Ευρώπη βυθίστηκε την περίοδο 1914-1945 σε επίπεδα ανορθολογισμού και βαναυσότητας που σοκάρουν, επιφέροντας τη μαζική δολοφονία σε βάρος των ίδιων των ευρωπαϊκών λαών. Σήμερα οι περισσότεροι μελετητές απορρίπτουν την επονομαζόμενη θριαμβολογία του δεκάτου ενάτου αιώνα, δηλαδή την ιδέα ότι οι Ευρωπαίοι και τα άτομα ευρωπαϊκής καταγωγής μεταλαμπάδευσαν ανώτερες ηθικές αξίες και ένα καταφανώς ανώτερο επίπεδο πολιτισμού στον υπόλοιπο κόσμο. Όταν ρωτήθηκε για τον ευρωπαϊκό πολιτισμό, ο Ινδός ηγέτης Mohandas Gandhi είχε δώσει την εξής αποστομωτική απάντηση: «ακούγεται καλή ιδέα». Εντούτοις είναι εξίσου αμφιλεγόμενος και ο αντίθετος ισχυρισμός, ότι η επιρροή της Δύσης στον υπόλοιπο κόσμο ήταν κατά κύριο λόγο καταστροφική. Εξάλλου η παγκόσμια ιστορία είναι μια πορεία αμοιβαίων επιρροών και αλληλεπίδρασης, συνήθως όχι καλοκάγαθης μορφής. Η αλαζονεία και η βαναυσότητα της Ευρώπης δεν ήταν σε καμία περίπτωση ΑΡΧΕΙΟ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ Σελίδα 7
καινοφανείς, σε αντίθεση με την ισχύ και παγκόσμια επιρροή της, που μπορούν κάλλιστα να χαρακτηριστούν πρωτόγνωρες. ΑΡΧΕΙΟ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ Σελίδα 8
Ευρετήριο χαρτών Χάρτης 1.1. Φυσικός χάρτης της Ευρώπης Χάρτης 2.1. Η Ευρώπη το 1815 Χάρτης 6.1. Η ενοποίηση της Ιταλίας Χάρτης 6.2. Η ενοποίηση της Γερμανίας Χάρτης 7.1. Γλώσσες και εθνότητες στην Αψβουργική Αυτοκρατορία Χάρτης 11.1. Ο ιμπεριαλισμός στην Αφρική Χάρτης 13.1. Η Ευρώπη κατά τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο Χάρτης 15.1 Η Ευρώπη το 1919 Χάρτης 21.1 Η ναζιστική κυριαρχία στην Ευρώπη το 1942 Χάρτες 22.1-22.3 Τα μεταβαλλόμενα σύνορα της Γερμανίας. Άνω χάρτης: Η Γερμανία στον Μεσοπόλεμο, 1919-39. Μεσαίος χάρτης: Η Μείζων Γερμανική Αυτοκρατορία (Grossdeutsches Reich), 1941-05. Κάτω χάρτης: Η ακρωτηριασμένη, διαμελισμένη Γερμανία, 1949-90. Χάρτης 24.1 Η Παλαιστίνη το 1948 Χάρτης 27.1 Η Ευρώπη το 2010 Ευρετήριο Εικόνων Εικόνα 2:1 Το ταξίδι ενός σύγχρονου ήρωα στη νήσο Έλβα. Ζωγραφισμένη στο χέρι γκραβούρα, διαστάσεων 18,9 Χ 22,7 εκ., που εκδόθηκε στο Λονδίνο το 1814 από τον J. Phillips. Το κείμενο που βγαίνει από τα οπίσθια του γαϊδουριού αναφέρει: Τα μεγαλύτερα γεγονότα στη ζωή του ανθρώπου γίνονται αέρας. Πηγή: Library of Congress Prints and Photographs Division, Ουάσιγκτον. Αριθμός αναδημοσίευσης: LC-DIG-ppmsca-04308. Εικόνα 3.1 Γυναίκα χρησιμοποιεί την κλωστική μηχανή (spinning jenny) που εφηύρε ο James Hargreaves το 1764. Ξυλογραφία, π. 1880. Πηγή: Universal History Archive/Getty Images. ΑΡΧΕΙΟ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ Σελίδα 9
Εικόνα 7.1 Ναπολέων Γ (του Franz Xaver Winterhalter, 1805-1873). Το πορτρέτο θέλει να αναδείξει την αριστοκρατικότητα και τη συγγένεια του Ναπολέοντος Γ με τον Ναπολέοντα Α, όμως ο πρώτος αποτελούσε συχνά τον περίγελο των συγχρόνων του. Ο Karl Marx έχει δώσει την πιο διάσημη καρικατούρα του Ναπολέοντος Γ. Εικόνα 8.1 Ο Δαρβίνος απεικονίζεται σαν πίθηκος (ή ουρακοτάγκος ) σε μια γελοιογραφία του περιοδικού Hornet που δημοσιεύτηκε στο τεύχος της 22ας Μαρτίου 1871. Η λεζάντα γράφει: Ένας Αξιοσέβαστος Ουρακοτάγκος. Μια Συμβολή στην Αφύσικη Ιστορία. Πηγή: (c) Classic Image / Alamy. Εικόνα 9.1 Ο Karl Marx προς το τέλος της ζωής του, σε μια πασίγνωστη απεικόνιση. Πηγή: akg-images. Εικόνα 10.1 Απαλλάσσοντας τον Πιλότο, του σερ John Tenniel. Ο πιλότος είναι ο Bismarck, ο οποίος απαλλάσσεται των καθηκόντων του, ενώ ο αλαζονικός και ανίκανος νεαρός αυτοκράτορας Γουλιέλμος Β της Γερμανίας αναλαμβάνει την εξουσία. Πηγή: Punch, 1890. (c) INTERFOTO / Alamy. Εικόνα 11.1 Η λεζάντα γράφει: Υπάρχει καλύτερο μέρος από τον κόρφο της οικογένειας; Μεγάλη μερίδα της γαλλικής δεξιάς είχε δαιμονοποιήσει τον Dreyfus και πίστευε ότι το καλύτερο μέρος για εκείνον ήταν το Νησί του Διαβόλου. Πηγή: Ιδιωτική Συλλογή / Roger-Viollet, Παρίσι / The Bridgeman Art Library. Εικόνα 12.1 Οι Αυστριακοί διαπομπεύουν τον Gavrilo Princip μετά τη σύλληψή του για τη δολοφονία του αρχιδούκα Φραγκίσκου - Φερδινάνδου, στο Σεράγεβο της Βοσνίας, στις 28 Ιουνίου του 1914. Πηγή: (c) Pictorial Press Ltd / Alamy. ΑΡΧΕΙΟ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ Σελίδα 10
Εικόνα 13.1 Γαλλία, Α Παγκόσμιος Πόλεμος, Μάχη του Σομ (1 Ιουλίου - 15 Νοεμβρίου 1916), βρετανικό μέτωπο. Η μάχη ανάμεσα στον γερμανικό στρατό και τις γαλλοαγγλικές δυνάμεις σε ένα μέτωπο περίπου τριάντα χιλιομέτρων στις όχθες του ποταμού Σομ. Στη μάχη αυτή χρησιμοποιήθηκαν για πρώτη φορά στη στρατιωτική ιστορία άρματα μάχης. Πηγή: Album / Prisma / akg-images. Εικόνα 14.1 Ο Rasputin περικυκλωμένος από κυρίες της τιμής στην αυλή του τσάρου, 1910. Πηγή: (c) World History Archive / Alamy. Εικόνα 15.1 Οι Τέσσερις μεγάλοι ηγέτες στη Συνδιάσκεψη Ειρήνης των Παρισίων, 17 Μαΐου 1919. Από αριστερά προς τα δεξιά εικονίζονται: ο πρωθυπουργός της Βρετανίας David Lloyd George, ο πρωθυπουργός της Ιταλίας Vittorio Orlando, ο πρωθυπουργός της Γαλλίας Georges Clemenceau και ο πρόεδρος των ΗΠΑ Woodrow Wilson. Πηγή: GL Archive / Alamy. Εικόνα 17.1 Οι Lenin και Stalin, μετά το πρώτο εγκεφαλικό του Lenin. Η φωτογραφία χρησιμοποιήθηκε για να αποδειχθεί η στενή σχέση που ισχυριζόταν ότι διατηρούσε ο Stalin με τον Lenin. Πηγή: SSPL / Getty Images. Εικόνα 18.1 Adolf Hitler, Σεπτέμβριος 1936. Το κοστούμι εντάσσεται στην προσπάθεια του Hitler την εποχή εκείνη να εμφανιστεί ως αξιοσέβαστος πολιτικός και να αποτινάξει την εικόνα του ριζοσπάστη δημαγωγού. Πηγή: ullsteinbild / TopFoto.co.uk. Εικόνα 20.1 Hitler: Είστε το απόβρασμα της κοινωνίας, υποθέτω; Stalin: Ο αιμοδιψής δολοφόνος των εργατών, αν δεν απατώμαι;. Σκίτσο του David Low με τίτλο Rendezvous. Πρώτη δημοσίευση στην εφημερίδα Evening Standard στις 20 Σεπτεμβρίου 1939. Πηγή: British Cartoon Archive, University of Kent, www.cartoons.ac.uk/london Evening Standard. ΑΡΧΕΙΟ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ Σελίδα 11
Εικόνα 21.1 Ναζί συλλαμβάνουν Εβραίους στο Γκέτο της Βαρσοβίας. Φοβισμένες εβραϊκές οικογένειες παραδίδονται σε στρατιώτες Ναζί στο Γκέτο της Βαρσοβίας το 1943. Τον Ιανουάριο του ίδιου έτους, οι κάτοικοι του γκέτο εξεγέρθηκαν και κράτησαν ζωντανή την αντίστασή τους για αρκετούς μήνες. Τελικά ηττήθηκαν έπειτα από σκληρές μάχες τον Απρίλιο και τον Μάιο. Η φωτογραφία προέρχεται από έκθεση που υπέβαλε ο Jürgen Stroop στον Heinrich Himmler τον Μάιο του 1943. Πηγή: Wikimedia Commons. Εικόνα 21.2 Οι Τρεις Μεγάλοι: Winston Churchill, Franklin D. Roosevelt και Josef Stalin στη Διάσκεψη της Γιάλτας, η οποία πραγματοποιήθηκε στο διάστημα 4-11 Φεβρουαρίου του 1945. Πηγή: (c) Trinity Mirror / Mirrorpix / Alamy. Εικόνα 23.1 Συγγνώμη παιδιά! Ήταν απλώς μια ιδέα που είχα! Roland Beier: σκίτσο του Marx, 1990. Πηγή: Roland Beier. Εικόνα 24.1 Άφιξη στην Παλαιστίνη. Στρατιώτης του Βρετανικού Συντάγματος Αλεξιπτωτιστών απεικονίζεται το 1947 με άρτι αφιχθέντες Εβραίους πρόσφυγες σε λιμάνι της Παλαιστίνης, που αποτελούσε τότε βρετανική Εντολή. Πηγή: Popperfoto / Getty Images. Εικόνα 26.1 Ο Willy Brandt γονατιστός σε μνημείο προς τιμήν των Εβραίων νεκρών στη Βαρσοβία το 1970. Πηγή: Interfoto / Alamy. Εικόνα 26.2 Χαμογελαστοί παρά το φορτωμένο τους πρόγραμμα στη Νέα Υόρκη, ο σοβιετικός ηγέτης Mikhail Gorbachev και η σύζυγός του Raisa επιδεικνύουν τις αντοχές τους καθώς παρίστανται σε δεξίωση προς τιμήν τους, στις 8 Δεκεμβρίου 1987. Πηγή: (c) Bettmann / CORBIS. ΑΡΧΕΙΟ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ Σελίδα 12
Ευχαριστίες Η συγγραφή ενός βιβλίου σίγουρα ακούγεται μοναχική ενασχόληση. Αντικρίζοντας καθημερινά μια λευκή οθόνη (ή ακόμα χειρότερα, μια οθόνη γεμάτη προσχέδια με αναρίθμητες αναθεωρήσεις), αναρωτιέται κανείς: «Πώς έμπλεξα έτσι;». Στη δική μου περίπτωση, η απάντηση είναι απλή: με ρώτησε ο Christopher Wheeler, εκδότης στον οίκο Wiley Blackwell, εάν θα με ενδιέφερε να γράψω μία συνοπτική, προσιτή ιστορία της σύγχρονης Ευρώπης. Η αρχική μου αντίσταση ξεπεράστηκε, χάρη και στη λεπτή κολακεία του (μία πιο σύνθετη απάντηση είναι ότι, έχοντας διδάξει το αντικείμενο επί πολλά χρόνια, σκεφτόμουν από καιρό να γράψω ένα τέτοιο βιβλίο, και τώρα είχε έρθει η στιγμή να πω ιδού η Ρόδος ιδού και το πήδημα ). Στην αρχή λοιπόν δεν ήταν μοναχικό το έργο μου. Με τον Christopher ανταλλάσσαμε συχνά e-mail, ανακαλύπτοντας ότι σε μεγάλο βαθμό συμφωνούσαμε για τον όγκο που θα είχε το βιβλίο. Περίπου έξι μήνες αργότερα παρέδωσα μια λεπτομερή πρόταση, ενώ στη συνέχεια ζητήθηκε από τέσσερις ακαδημαϊκούς να τη διαβάσουν και να πουν τη γνώμη τους. Οι προτάσεις τους ήταν όλες εποικοδομητικές. Κατόπιν, πολλοί ακόμη αναγνώστες κλήθηκαν να διαβάσουν τα προσχέδια των κεφαλαίων που έγραφα σταδιακά. Ανάμεσά τους δικοί μου φοιτητές, συνάδελφοι από το δικό μου και άλλα πανεπιστήμια, φίλοι μου που δεν ανήκουν στον ακαδημαϊκό χώρο, ενώ εξίσου πολύτιμη ήταν και η συμβολή της συζύγου μου Barbara, η οποία επίσης διδάσκει Ιστορία και είναι ο πρώτος και τελευταίος αναγνώστης όλων των βιβλίων και άρθρων μου. Λίγο μετά τη διαπραγμάτευση του συμβολαίου, ο Christopher αποδέχθηκε μία πρόταση να εργαστεί στον εκδοτικό οίκο Oxford University Press. Η διάδοχός του στη Wiley Blackwell, Tessa Harvey, αποδείχθηκε ευγενής και άψογη επαγγελματίας ακόμα και όταν η πρόοδος στη συγγραφή του βιβλίου ακολουθούσε δυσοίωνα αργούς ρυθμούς. Ακολούθησε νέος κύκλος ανταλλαγής e-mail με την Tessa, την Isobel Bainton, την Anna Mendell και την Gillian Kane. Μου είναι δύσκολο να φανταστώ μια πιο αποδοτική, ευαισθητοποιημένη και υποστηρικτική ομάδα επιμελητών. Το ολοκληρωμένο προσχέδιο του χειρογράφου ήταν υπερβολικά μακροσκελές, οπότε το αναθεώρησα πλήρως, αφαιρώντας δεκάδες χιλιάδες λέξεις τις οποίες είχα ιδρώσει για να γράψω. Τελικά κατάφερα να φέρω την έκτασή του πολύ πιο κοντά στον συμφωνημένο στόχο της «συνοπτικής» ιστορίας. Μετά την αναθεώρηση, το χειρόγραφο πέρασε μία αυστηρή διαδικασία ελέγχου, κυρίως από την υπεύθυνη ανάπτυξης Sarah Wrightman, της οποίας η κατανόηση για τους στόχους που ήθελα να πετύχω έδωσαν στη δουλειά μου μια καλοδεχούμενη ώθηση. Χάρη στην εποπτεία της διορθώτριας Hazel Harris εντοπίστηκαν τυπογραφικά λάθη και ασυνέπειες, όμως η πιο σημαντική συμβολή της ήταν ότι το εκπληκτικό ταλέντο της στον εντοπισμό ασαφών χωρίων. Η Caroline Hensman και η Charlotte Frost μού παρείχαν πολύτιμη βοήθεια σε συχνά περίπλοκα ζητήματα που είχαν να κάνουν με την επιλογή των χαρτών και της εικονογράφησης. Όχι μόνο δεν αισθανόμουν μοναξιά λοιπόν, αλλά αντίθετα είχα κάθε λόγο να προσυπογράψω με όλη μου την καρδιά ότι «χρειάζονται οι κάτοικοι ενός χωριού» ΑΡΧΕΙΟ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ Σελίδα 13
για να (μεγαλώσεις παιδί ή) γράψεις ένα τέτοιο βιβλίο. Παρά τη γενναιόδωρη βοήθεια τόσων ανθρώπων όμως, παρέμενε ένα στοιχείο αναμφισβήτητης μοναξιάς, καθώς ο συγγραφέας οφείλει, για να χρησιμοποιήσω την αθάνατη φράση ενός πρόσφατου Αμερικανού συγγραφέα, να «έχει τον τελευταίο λόγο». Πολλοί αναγνώστες υπέβαλαν εύστοχες προτάσεις, οι οποίες όμως συχνά έρχονταν σε αντίθεση με τις εξίσου εύστοχες εισηγήσεις άλλων αναγνωστών. Δεν μπορούσαν όλοι να κατανοήσουν απόλυτα τις πρακτικές συνέπειες της τρομακτικής λέξης «συνοπτικός». Ενώ λοιπόν είναι αλήθεια ότι χρειάζονται οι κάτοικοι ενός χωριού για να γράψεις βιβλίο, ισχύει επίσης ότι «όπου λαλούν πολλοί κοκόροι αργεί να ξημερώσει». Η φωνή του ενός και μοναδικού συγγραφέα είναι απολύτως αναγκαία εάν θέλεις η αφήγηση να είναι στρωτή και συνεκτική, και ο συγγραφέας δεν μπορεί να αποφύγει τις αποφάσεις για το τι πρέπει να περιληφθεί ή -και αυτό είναι και το πλέον επώδυνο - να αποκλειστεί από το βιβλίο του. Αυτή η διαδικασία, ακόμα και για έναν συγγραφέα με τη μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση και εμπειρία, πιθανότατα συνοδεύεται από εκρήξεις απογοήτευσης και αυτοαμφισβήτησης, όμως τα συναισθήματα αυτά δίνουν στο τέλος τη θέση τους σε ένα περίεργο ανάμικτο συναίσθημα ικανοποίησης και εξάντλησης μετά τον τιτάνιο αγώνα. Συνηθίζεται στο τέλος των ευχαριστιών ενός βιβλίου ο συγγραφέας να ευχαριστεί όσους τον βοήθησαν, αλλά να δηλώνει ξεκάθαρα ότι τα όποια λάθη ή ελλείψεις είναι αποκλειστικά δική του ευθύνη. Ελπίζω ότι έγινε κατανοητό από τα όσα προανέφερα πως είναι πράγματι έτσι. Οφείλω ωστόσο με κάθε ειλικρίνεια να πω σε όσους προανέφερα πέρα από τα καθιερωμένα και στερεότυπα ότι θα ήταν αδύνατο να ολοκληρώσω το βιβλίο χωρίς τη δική σας βοήθεια. Για τον λόγο αυτό, σας ευχαριστώ από τα βάθη της καρδιάς μου. ΑΡΧΕΙΟ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ Σελίδα 14
Εισαγωγή Τι είναι η Ευρώπη; Όπως θα δούμε πιο αναλυτικά στο τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου (Κεφάλαιο 27), σήμερα, στις αρχές του εικοστού πρώτου αιώνα, τόσο οι Ευρωπαίοι όσο και οι μη Ευρωπαίοι δείχνουν όλο και μεγαλύτερο ενδιαφέρον για το παραδοσιακό ερώτημα «Τι είναι η Ευρώπη;» ή πιο γενικά «Τι σημαίνει να είσαι Ευρωπαίος;». Αυτό το έντονο ενδιαφέρον οφείλεται εν μέρει στην πρόοδο της ευρωπαϊκής ενοποίησης μετά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο, η οποία δεν είναι άσχετη με τη σχετική απαξίωση των εθνικιστικών παθών που συνδέονται με την άνοδο των σύγχρονων εθνών κρατών. Οφείλεται επίσης στα διλήμματα που ανέδειξε η εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Με τον Ψυχρό Πόλεμο να αποτελεί όλο και περισσότερο μακρινή ανάμνηση, οι Ευρωπαίοι αναρωτήθηκαν - όχι για πρώτη φορά αλλά πλέον με τρόπο που είχε άμεσες και πρακτικές συνέπειες - τι είναι αυτό που τους διακρίνει από τους πολίτες των Ηνωμένων Πολιτειών, ενός έθνους που ναι μεν δημιουργήθηκε από Ευρωπαίους, με βάση ευρωπαϊκές αρχές, παίζοντας σημαντικό ρόλο στην ευρωπαϊκή ιστορία κατά τον εικοστό αιώνα, παρέμενε όμως διαφορετικό από την ίδια την Ευρώπη. Οι πολίτες των Ηνωμένων Πολιτειών θεωρούσαν παραδοσιακά ότι η χώρα τους αποτελεί πρότυπο για τον υπόλοιπο κόσμο. Η πεποίθηση αυτή απορρίπτεται ως αφελής αυταπάτη στις περισσότερες περιοχές του κόσμου, όμως ορισμένοι έως έναν βαθμό την προσυπογράφουν. Ειδικά όμως κατά την προεδρία του George W. Bush, το αμερικανικό μοντέλο στις Ηνωμένες Πολιτείες αποκαλείται συχνά «αμερικανικός εξαιρετισμός (American exceptionalism)» - απέκτησε μια μορφή που έφερε σε αμηχανία ακόμα και φιλοαμερικανούς Ευρωπαίους. Έτσι, μία βολική και σύντομη απάντηση στο ερώτημα «Τι είναι ευρωπαϊκό;» έγινε η εξής: «ό,τι δεν είναι αμερικανικό!» (χρησιμοποιώ στο βιβλίο το όνομα «Αμερικανοί» για να αναφερθώ στους «πολίτες των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής», και για λόγους συντομίας, κυρίως όμως διότι είναι ευρύτατα διαδεδομένο σε όλο τον κόσμο, έστω ΑΡΧΕΙΟ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ Σελίδα 15
και εάν, για απόλυτα κατανοητούς λόγους, εξοργίζει ορισμένους κατοίκους της Λατινικής Αμερικής). Συχνά οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται την ταυτότητά τους με βάση όσα δεν είναι οι ίδιοι, παρά με βάση αυτά που τους χαρακτηρίζουν. Η αρνητική στάση απέναντι στο αμερικανικό μοντέλο, παρά τις υπαρκτές και λεπτές αποχρώσεις και αυξομειώσεις της, είναι αποκαλυπτική, διότι οι Ευρωπαίοι δεν ένιωσαν ποτέ την ανάγκη να αναδείξουν με τόσο ρητό τρόπο τις διαφορές τους από άλλους λαούς όπως οι Ιάπωνες, οι Κινέζοι ή οι Αφρικανοί, καθώς αυτές είναι προφανείς. Σε παλαιότερες εποχές, ο όρος «μη Ασιάτης» αποτελούσε εξίσου περιληπτική και ικανοποιητική απάντηση (καθώς οι όροι «Ασία» και «Ανατολή» αναφέρονταν τότε γενικά σε όλες τις περιοχές που βρίσκονταν πέρα από τα ανατολικά ή νοτιοανατολικά σύνορα της Ευρώπης). Αντίθετα, μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, οι Ευρωπαίοι ένιωσαν μια όχι καινοφανή, αλλά σίγουρα πολύ πιο έντονη ανάγκη να εντοπίσουν και να αναδείξουν τα στοιχεία που τους διακρίνουν από τους Αμερικανούς. Ευρώπη και Χριστιανοσύνη Η ίδια η λέξη Ευρώπη έχει μεγάλη ιστορία, που έχει τις ρίζες της στην αρχαιότητα, ενώ συνοδεύεται από λεπτούς και σύνθετους συμβολισμούς. Η λέξη «χριστιανοσύνη» ήταν πιο διαδεδομένη την εποχή από τον πρώιμο Μεσαίωνα μέχρι και τον δέκατο έβδομο αιώνα, όμως κατά τον δέκατο όγδοο αιώνα σταδιακά αντικαταστάθηκε από τον όρο Ευρώπη. Ο όρος χριστιανοσύνη θεωρήθηκε ανεπαρκής για αρκετούς λόγους. Πιθανόν ο κυριότερος ήταν η απέχθεια που έτρεφαν οι ισχυρές ευρωπαϊκές ελίτ για τους καταστροφικούς θρησκευτικούς πολέμους του δεκάτου εβδόμου αιώνα. Η αποστροφή αυτή συνδυάστηκε με τον αυξανόμενο θαυμασμό των ελίτ για τις υψηλές αξίες και την ανεκτικότητα των προχριστιανικών πολιτισμών της Ελλάδας και της Ρώμης. Παρότι δεν υπήρχε συναίνεση μεταξύ των πνευματικών ελίτ για τα χαρακτηριστικά που συνθέτουν την έννοια «ευρωπαϊκός», τον δέκατο όγδοο αιώνα αυξανόταν η αίσθηση της κοινής ταυτότητας, που υπερέβαινε το κοινό χριστιανικό θρήσκευμα. Στα πιο σημαντικά χαρακτηριστικά αυτής της κοινής ταυτότητας περιλαμβανόταν και η αίσθηση των Ευρωπαίων ότι απολάμβαναν «ελευθερίες» που ήταν άγνωστες στους μη ευρωπαϊκούς πολιτισμούς. Αντίστοιχα, οι Ευρωπαίοι ΑΡΧΕΙΟ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ Σελίδα 16
ένιωθαν όλο και πιο υπερήφανοι για τη μεγάλη ποικιλομορφία και σχετικά ομαλή συνύπαρξη διαφορετικών πολιτισμών και γλωσσών στο εσωτερικό των ευρωπαϊκών κρατών, από τα οποία απουσίαζε η άνωθεν επιβαλλόμενη από τις ελίτ μοναδική γλώσσα ή κουλτούρα (αν και πρέπει να σημειωθεί ότι ο γαλλικός πολιτισμός και η γαλλική γλώσσα άγγιξαν αυτό το επίπεδο). Η λέξη «χριστιανός», παρά την αρνητική χροιά που απέκτησε σε ορισμένες πνευματικές ελίτ της Ευρώπης, διατηρούσε τη σημασία της ως μέρος του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος αξιών, καθώς ο ευρωπαϊκός πολιτισμός υπήρξε επί μια χιλιετία αναμφισβήτητα χριστιανικός. Πράγματι οι Ευρωπαίοι συνέχισαν επί δεκαετίες μετά την έλευση του εικοστού αιώνα να ασπάζονται, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, το χριστιανικό δόγμα, έστω τυπικά. Αλλά και όσοι Ευρωπαίοι είχαν απογοητευτεί από τον χριστιανισμό, δεν απέρριπταν την τέχνη και τη μουσική του παρελθόντος, που ήταν έντονα χριστιανικές ως προς τη θεματική και την έμπνευσή τους. Αυτή η συναίσθηση της πολιτισμικής τους ομοιογένειας σε σχέση με τους μη ευρωπαϊκούς λαούς λειτούργησε στις αρχές του δεκάτου ενάτου αιώνα σαν λανθάνουσα αλλά ισχυρή δύναμη συνοχής των Ευρωπαίων. Και πάλι, ήταν πιο εύκολο για τους Ευρωπαίους να περιγράψουν τα μη ευρωπαϊκά χαρακτηριστικά των άλλων λαών. Οι Τούρκοι, για να χρησιμοποιήσουμε ένα εξόχως αποκαλυπτικό παράδειγμα, δεν θεωρούνταν Ευρωπαίοι, παρόλο που η Οθωμανική Αυτοκρατορία περιλάμβανε ευρωπαϊκά εδάφη και εξουσίαζε επί αιώνες ευρωπαϊκούς λαούς και η πρωτεύουσά της, η Ισταμπούλ, απείχε από τη Ρώμη όσο και η Βαρσοβία, ενώ κάποτε την έλεγαν Κωνσταντινούπολη και ήταν μία χριστιανική πρωτεύουσα που ανταγωνιζόταν ως ίση προς ίση τη Ρώμη. Το τουρκικό παράδειγμα είναι αποκαλυπτικό και για έναν πρόσθετο λόγο: οι κάτοικοι της Μικράς Ασίας, της καρδιάς της Τουρκίας, μοιάζουν εξωτερικά (δηλαδή «φυλετικά») με τους Ευρωπαίους. Μάλιστα η χερσόνησος της Ανατολίας (όπως είναι επίσης γνωστή η Μικρά Ασία) εκτείνεται στην Ευρώπη και περιβάλλεται από ευρωπαϊκές θάλασσες (από τη Μεσόγειο στα ανατολικά και τη Μαύρη Θάλασσα στα βόρεια). Κι όμως οι Τούρκοι δεν θεωρούνταν Ευρωπαίοι. Ο λόγος ήταν ότι ζούσαν υπό καθεστώς «ανατολίτικου» δεσποτισμού στη Μικρά Ασία (το ίδιο το όνομα αναδεικνύει τη διαφορετικότητά της από την Ευρώπη) και δεν απολάμβαναν τις ευρωπαϊκές ελευθερίες. ΑΡΧΕΙΟ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ Σελίδα 17
Η έλλειψη ελευθερίας δεν ήταν όμως ο μόνος λόγος. Και οι Ρώσοι κυβερνιόντουσαν από ένα απολυταρχικό καθεστώς, όμως τον δέκατο όγδοο αιώνα η δική τους αξίωση ευρωπαϊκότητας είχε μεγαλύτερα ερείσματα από των Τούρκων. Μεγαλύτερη σημασία είχε το γεγονός ότι οι Τούρκοι ήταν μουσουλμάνοι, και για μεγάλο διάστημα της πρώιμης νεότερης περιόδου της χριστιανοσύνης αποτελούσαν τον Εχθρό. Η συστράτευση εναντίον της τουρκικής μουσουλμανικής στρατιωτικής απειλής την εποχή της πρώιμης νεωτερικότητας είχε συνεισφέρει ιδιαίτερα στην ανάδειξη της ταυτότητας της Ευρώπης ως χώρου με κοινά συμφέροντα. Εξάλλου και τον δέκατο ένατο αιώνα, η σταθερή παρακμή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας συνέβαλε σημαντικά στην αίσθηση ανωτερότητας των Ευρωπαίων, καθώς η Αψβουργικήκαι η Ρωσική Αυτοκρατορίες προσαρτούσαν τμήματα των πρώην τουρκικών περιοχών στα Βαλκάνια. Ένας τελευταίος λόγος σχετίζεται με το γεγονός ότι η φυλετική καταγωγή των Τούρκων, με βάση τις προϊστορικές μετακινήσεις πληθυσμών, θεωρείτο διαφορετική από την καταγωγή των περισσότερων Ευρωπαίων, επιχείρημα που ενισχυόταν από τη φύση της τουρκικής γλώσσας. Οι περισσότερες ευρωπαϊκές γλώσσες προέρχονται από την ινδοευρωπαϊκή οικογένεια γλωσσών (αποτελούσαν τις «άριες» γλώσσες, όπως τις έλεγαν τότε). Αντίθετα, οι Τούρκοι μιλούσαν μια γλώσσα που ανήκε στην αλταϊκή οικογένεια των «ασιατικών» γλωσσών. Ούτε αυτός ο λόγος ήταν καθοριστικός από μόνος του, αλλά συνέτεινε στη γενικότερη αίσθηση ότι οι Τούρκοι είναι διαφορετικοί από τους Ευρωπαίους, δεδομένου ότι και ορισμένοι ευρωπαϊκοί λαοί - με πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα τους Ούγγρους και τους Φινλανδούς - επίσης δεν έχουν ινδοευρωπαϊκή φυλετική και γλωσσική καταγωγή. Γεωγραφικοί ορισμοί Ο ορισμός της Ευρώπης με βάση γεωγραφικά κριτήρια ήταν ευκολότερος σε σχέση με έναν θρησκευτικό, πολιτισμικό ή γλωσσολογικό ορισμό. Εντούτοις και τα «φυσικά» σύνορα της Ευρώπης δεν ήταν πάντα ξεκάθαρα, δυσκολεύοντας τον γεωγραφικό προσδιορισμό της ηπείρου. Αυτό ίσχυε καταρχάς στο νοτιοανατολικό άκρο της, στο οποίο αναφερθήκαμε προηγουμένως, εκεί όπου συναντώνται η Ανατολία με τη Βαλκανική χερσόνησο. Αντίστοιχα, στο βορειοανατολικό άκρο της ΑΡΧΕΙΟ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ Σελίδα 18
Ευρώπης, παρέμενε ανοιχτό το μακραίωνο ερώτημα του κατά πόσον η Ρωσία ανήκε πλήρως στην Ευρώπη. Ακριβέστερα, το ερώτημα ήταν ποιο τμήμα της αχανούς Ρωσικής Αυτοκρατορίας ήταν ευρωπαϊκό, καθώς εκτεινόταν σε περιοχές που σίγουρα δεν ανήκαν στην Ευρώπη. Στα τέλη του δεκάτου ογδόου αιώνα, η τσαρική Ρωσία ήλεγχε μια επικράτεια που ξεκινούσε από την κεντροανατολική Ευρώπη (μεγάλο μέρος της Πολωνίας είχε μόλις προσαρτηθεί στη Ρωσική Αυτοκρατορία) και, διασχίζοντας τα Ουράλια Όρη, έφτανε μέχρι τις αχανείς στέπες της Σιβηρίας. Ο κοινά αποδεκτός ορισμός της «ευρωπαϊκής Ρωσίας» περιλάμβανε τις περιοχές δυτικά των Ουραλίων. Νοτίως της οροσειράς, η τσαρική αυτοκρατορία περιλάμβανε περιοχές της κεντρικής Ασίας, όπου ζούσαν πολυάριθμα τουρκικά φύλα και εκατομμύρια μουσουλμάνοι. Η τσαρική εξουσία, ακόμα και στην ευρωπαϊκή Ρωσία, έφερε το ανεξίτηλο σημάδι της ταταρικής δεσποτείας (οι Τάταροι ήταν ένα από τα πολλά τουρκικά φύλα με καταγωγή από τη Μογγολία). Οι σλαβόφωνοι Ρώσοι είχαν όμως ασπαστεί τον χριστιανισμό, σε αντίθεση με πολλές άλλες εθνότητες της πολυεθνικής Ρωσικής Αυτοκρατορίας. Κρίσιμο ρόλο για την ευρωπαϊκή ταυτότητα της Ρωσίας έπαιζε το γεγονός ότι τον δέκατο όγδοο αιώνα η τσαρική αυτοκρατορία είχε πλέον αυξημένη βαρύτητα στην ευρωπαϊκή ισορροπία ισχύος, συμμετέχοντας στις συμμαχίες των δυναστειών της Ευρώπης. Μάλιστα οι ίδιοι οι τσάροι του δεκάτου ογδόου και δεκάτου ενάτου αιώνα ήταν μάλλον γερμανικής παρά σλαβικής καταγωγής. Ανάλογες επιμιξίες ανάμεσα σε χριστιανικές και μουσουλμανικές δυναστείες ήταν σχεδόν αδιανόητες, έστω κι αν οι Τούρκοι ενίοτε συμμαχούσαν στρατιωτικά με χριστιανικά κράτη. Τα ρωσικά στρατεύματα, στο πλαίσιο συμμαχιών με διάφορες ευρωπαϊκές δυνάμεις, εμφανίστηκαν σε εκτεταμένες περιοχές της δυτικής και κεντρικής Ευρώπης τον δέκατο όγδοο και δέκατο ένατο αιώνα. Η παρουσία τους προκάλεσε ομολογουμένως σοκ σε πολλούς Ευρωπαίους, οι οποίοι όμως θα θεωρούσαν εντελώς φρικτή και αδιανόητη μια αντίστοιχη παρουσία τουρκικού ή μουσουλμανικού στρατού. Επίσης αμφιλεγόμενα, αλλά για πολύ διαφορετικούς λόγους, ήταν τα φυσικά σύνορα της Ευρώπης στο βορειοδυτικό της άκρο. Οι κάτοικοι των Βρετανικών Νήσων είχαν μια άρρητη συνήθως, αλλά ενίοτε κατηγορηματική, αίσθηση ότι διαφέρουν από την ηπειρωτική Ευρώπη όχι απαραίτητα επειδή δεν θεωρούσαν ΑΡΧΕΙΟ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ Σελίδα 19
εαυτούς Ευρωπαίους, αλλά κυρίως διότι υπερασπίζονταν με πάθος τη διακριτή γεωγραφική, πολιτισμική και διπλωματική ταυτότητά τους σε σχέση τις χώρες της ηπειρωτικής Ευρώπης. Όπως οι Ρώσοι είχαν μεγάλα συμφέροντα στη μη ευρωπαϊκή Ανατολή, οι Βρετανοί είχαν στραμμένο το βλέμμα τους πέρα από τους ωκεανούς, μακριά από την Ευρώπη, στις αχανείς κτήσεις της αυτοκρατορίας τους. Παρά τις ομοιότητες αυτές, η πολιτισμική απόσταση που χώριζε τους Βρετανούς από τους άλλους Ευρωπαίους ήταν αμελητέα σε σχέση με την αντίστοιχη που χώριζε από την Ευρώπη τους Ρώσους. Πολλοί στην ηπειρωτική Ευρώπη έβλεπαν με θαυμασμό τις βρετανικές «ελευθερίες», σε αντίθεση με τη γενικευμένη απέχθεια των Ευρωπαίων για το σκληρό, ανελεύθερο καθεστώς των τσάρων. Επιπλέον, ο ευρωπαϊκός πολιτισμός επηρεάστηκε τόσο βαθιά από τη μακραίωνη συμμετοχή του βρετανικού στοιχείου, που δεν έχει κανένα νόημα η περιγραφή των Βρετανών ως μη Ευρωπαίων. Παρά τις ασάφειες στο ανατολικό και δυτικό της άκρο, το 1815, τα σύνορα της Ευρώπης ήταν μάλλον προφανή για τους Ευρωπαίους: Ευρώπη θεωρούνταν η ήπειρος που οριοθετούσαν η Μεσόγειος Θάλασσα στα νότια, ο Ατλαντικός Ωκεανός στα δυτικά, η Σκανδιναβική χερσόνησος (ή οι αραιοκατοικημένες αρκτικές περιοχές της) στα βόρεια, τα Ουράλια όρη στα βορειοανατολικά και η Μαύρη και η Κασπία Θάλασσα στα νοτιοανατολικά. Ενδιαμέσως, ένα επιπλέον σύνορο αποτελούσε ο Καύκασος. Το εσωτερικό αυτών των ευδιάκριτων φυσικών συνόρων φιλοξενούσε ένα δαιδαλώδες δίκτυο εσωτερικών φραγμών και παρόδων θάλασσες, ποταμοί, οροσειρές, έλη και πεδιάδες που αποτελούν τη συμβολή της φυσικής γεωγραφίας στην οικοδόμηση των εθνών-κρατών και των εθνικών ταυτοτήτων κατά τον δέκατο ένατο και τον εικοστό αιώνα. Ο φημισμένος Γερμανός ιστορικός του δεκάτου ενάτου αιώνα Leopold von Ranke (για τις χρονολογίες γέννησης και θανάτου των ιστορικών προσώπων που αναφέρονται στο βιβλίο, βλ. το Ευρετήριο) υποστήριξε ότι το μοναδικό μεγαλείο και η απαράμιλλη δημιουργικότητα της Ευρώπης μπορούν να ερμηνευτούν με βάση το γεγονός ότι στην ευρωπαϊκή ήπειρο ζούσε μεγάλος αριθμός διαφορετικών λαών, οι οποίοι κατοικούσαν σε περιοχές που εμφάνιζαν μεγάλη ποικιλομορφία συχνά ασαφών φυσικών συνόρων, ευρισκόμενοι μονίμως σε κατάσταση γόνιμης επαφής και αλληλεπίδρασης παρότι η Ευρώπη δεν ήταν ενιαία πολιτική οντότητα ούτε αποτελούσε συγκεντρωτική αυτοκρατορία, οι λαοί της ΑΡΧΕΙΟ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ Σελίδα 20