ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ, ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΣΤΗ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΚΥΡΙΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΘΕΜΑ: ΤΡΙΚΛΙΝΙΑ ΥΣΤΕΡΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑΣ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ:ΚΑΖΑΚΗ ΓΑΡΥΦΑΛΛΙΑ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ:ΑΡ.ΜΕΝΤΖΟΣ ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2012.
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ - ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ. ΜΕΡΟΣ Α ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: Η ΟΙΚΙΑ ΣΤΗΝ ΥΣΤΕΡΗ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ. 1.1. Η πρώιμη βυζαντινή πόλη 1.2. Το αστικό βυζαντινό σπίτι 1.3. Τρικλίνια 1.3.1. Τρικλίνια στην ελληνιστική εποχή. 1.3.2. Τρικλίνια στην υστερορωμαϊκή και παλαιοχριστιανική εποχή. 1.3.3. Οι μαρτυρίες των γραπτών πηγών 1.4. Το πρόβλημα των προτύπων οι Αυτοκρατορικές Κατοικίες. 1.4.1. Το πρότυπο Palatium... 1.4.2. Ο αρχιτεκτονικός τύπος της αψιδωτής αίθουσας. 1.4.3. Το τριαψιδωτό δωμάτιο 1.4.4. Tα χριστιανικά ανάκτορα-το Μεγάλο Παλάτι της Κωνσταντινούπολης ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΤΡΙΚΛΙΝΙΟΥ.. 2.1. Δειπνώντας σε ένα τρικλίνιο 2.1.1. Η διάταξη των θέσεων. [2]
2.1.2. Τα εδέσματα. 2.1.3. Η ψυχαγωγία ΜΕΡΟΣ Β ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3:ΤΡΙΚΛΙΝΙΑ ΑΝΑ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗ ΠΕΡΙΟΧΗ 3.1.Ιταλία 3.1.1.Τρικλίνια κήπου 3.2.Ανατολικές Επαρχίες 3.3.Ελλαδικός χώρος. 3.4.Τα μωσαϊκά των τρικλινίων ΜΕΡΟΣ Γ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ. Συγκερασμός των αποτελεσμάτων της μελέτης.. Επίλογος. ΠΕΡΙΛΗΨΗ.. ABSTRACT. ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΕΙΚΟΝΩΝ [3]
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ - ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ Ελληνική Βιβλιογραφία Ασημακοπούλου Ατζακά, Π., «Ο χορός στην ύστερη αρχαιότητα, μαρτυρίες κειμένων και παραστάσεων», Αρχαιολογία & Τέχνες 91, Ιούνιος 2004 Βλάχου, Ε., «Το Βυζαντινό Τραπέζι», στο: Π. Καλαμαρά & Α. Μέξια (επιμ.), Η Πολιτεία του Μυστρά, ΥΠΠΟ, Αθήνα 2001 Γούναρης,Γ., Εισαγωγή στην Παλαιοχριστιανική Αρχαιολογία,»Α Αρχιτεκτονική,Θεσσαλονίκη 2000 Γούναρης, Γ., - Βελένης, Γ., «Πανεπιστημιακή ανασκαφή Φιλίππων 1988-1996», Το Αρχαιολογικό Εργο στη Μακεδονία και Θράκη 10Β, 1996 Δημητριάδης, Ε., Ιστορία της Πόλης και της Πολεοδομίας, Ευρωπαϊκοί Πολιτισμοί, Μυκηναϊκοί χρόνοι ως τις αρχές του 20ου αι. εκδ. Αφοί Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη Ζαρμακούπη, Μ., «Ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός των ρωμαϊκών επαύλεων γύρω από τον κόλπο της Νάπολης», Αρχαιολογία και Τέχνες 114, 2010, 50-58 Καλαμαρά, Π., «Η κεραμική», Μονεμβασία. Αντικείμενα περιβάλλον - ιστορία. Η Αρχαιολογική Συλλογή, ΤΑΠ, Αθήνα 2001 Καραγιαννόπουλος, Ι., Το Βυζαντινό κράτος, Εκδ. Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1995 Καρυδάς,Ν., «Παλαιοχριστιανικές κατοικίες με τρικλίνιο στη θεσσαλονίκη», Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και Θράκη (ΑΕΜΘ) 10Β,1996 [4]
Κονομής, Ν., «Ακμή των επιστημών-φιλολογία - Η λεξικογραφία και το τέλος μιας εποχής», Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τομ. Ε, Εκδοτική Αθηνών, 1974 Κοντολέων, Ν.Μ.,Οδηγός της Δήλου,Η Εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρία,Αρχαίοι τόποι και μουσεία της Ελλάδος, Αθήναι 1950 Μαστορόπουλος, Γ.Σ., «Σίφων σιφούνι: επιβίωση ενός αρχαίου αγγείου», ΑΑΑ 21, 1988, 158-162 Μουτσόπουλος, Ν.Κ., «Η Πρώιμη Βυζαντινή και η Μεσοβυζαντινή Πόλη», Αρχαιολογία και Τέχνες 64, 1997, 29-64 Ναλπάντης, Δ., «Το Βυζαντινό Θέατρο, Αρχαιολογία και Τέχνες, 12, 1984 (Ιούνιος Ιούλιος Αύγουστος), 44-52 Σκουτέρη Διδασκαλου, Ε., «Βυζαντινά Μαγειρέματα ή η ξενισμένη γεύση ενός μαρουλόφυλλου» στο: Δ-Παπανικόλα-Μπακιρτζή (επιμ.), Βυζαντινών διατροφή και μαγειρείαι. Πρακτικά Ημερίδας Περί της διατροφής στο Βυζάντιο, Αθήνα 2005, 175-192 Παπανικόλα Μπακιρτζή, Δ. «Βυζαντινά επιτραπέζια σκεύη», στο: Δ-Παπανικόλα- Μπακιρτζή (επιμ.), Βυζαντινών διατροφή και μαγειρείαι. Πρακτικά Ημερίδας Περί της διατροφής στο Βυζάντιο, Αθήνα 2005, 175-192 Ξένη Βιβλιογραφία Arce, J., Emperadores, palacios y villae (a proposito de la villaromana de Cercadilla, Cordoba), AntTard 5, 293-302 Baldini Lippolis, I. Case e palazzia Constantinopoli tra IV e VI secolo, in CCARB 1994, 279-311 [5]
Baldini Lippolis, I., La domus tardoantica: formee rappresenatzioni dello spazio domestico nelle citta del Mediterraneo (Studi e scavi 37), Bologna, 2001 Blanchard-Lemee, M., Ennaifer, M., Slim, H., Slim, L., Mosaics of Roman Attica. Floor Mosaics from Tunisia, British Museum Press, London 1996 Becatti, G., Case ostiensi del tardo impero, Liberia dello strato, Rome, 1949 Bolognesi Recchi,E.-Franceschini, The Great Palace of Constantinople:An introduction to the main areas of activity,ground levels and phases of development στο Neue Forschungen und Restaurierungen im byzantinischen Kaiser palest von Istanbul, Jobst,W.,Kastler,R.,,Scheibelreiter,V.,Wien 1999 Brill s New Pauly, Encyclopaedia of the Ancient World, Vol. 14, (ed). H. Canciik & H. Schneider Leiden, Boston 2009, Cheynet, J-Cl., La valeur marchande des produits alimentaires dans l; Empire byzantin, στο: Δ-Παπανικόλα-Μπακιρτζή (επιμ.), Βυζαντινών διατροφή και μαγειρείαι. Πρακτικά Ημερίδας Περί της διατροφής στο Βυζάντιο, Αθήνα 2005, 36-42 Colli, D., Il PalazzoSessoriano nell; area archeologica di S. Groce in Gerousalemme: ultima sede imperiale a Roma?, MEFRA 108, 2, 1996, 771-815 D'Arms, J. H., "The Roman convivium and the idea of equality" in O. Murray, (ed.), Sympotica. A symposium on the symposion, Oxford, 1990, 308-320 Delvoye,C., Βυζαντινή Τέχνη, μτφρ.παπαδάκη Μ., Αθήνα 2000 Dixon, S., The Roman Family, Baltimore 1992 [6]
Dunbabin, K..M.D., Triclinium and Stibadium, in: (ed) W.J. Slater, Dining in a Classical Context, University of Michigan Press, 1991, 121-149 Dunbabin, K.M.D., Convivial spaces dining and entertainment in the Roman villa, JRA 9, 1996, 66-80 Dunbabin, K.M.D., Ut Greaco more biberetur: Greeksand Romans in the dining couch, στο: I. Nielsen & H.S. Sigismund Nielsen (επιμ.), Meals in a social context: Aspects of the communal meal in the Hellenistic and Roman World, Aarhus, 1998, 81-101 Duval, N., Le prbleme de l architecture aulique au bas-empire (a propos du palais de Theodoric), in Atti del VII Congresso di Archaeologia Classica (Rom 1958), Roma II, 1961, 407-410 Duval, N., Le palais de Diocletien a Spalato a la lumiere des recentes decouvertes, BSAF, 1961 76-117 Duval, N., Hommage a Ejnar et Ingrid Dyggve: la theorie dy palais dyu bas-empire et les fouilles de Thessalonique, AntTard 11, 2, 2003, 273-300 Dyggve, E., Ravennatum Palatium Sacrum, Copenhagen, 1941 Elia, O & Carratelli, G.P., Il sanctuario dionisiaco de Pompei, PP 188-189, 1979, 442-481 Ellis, S.P., «The end of the Roman house», American Journal of Archaeology 92, 1988, 565-576 Ellis, S. P., Roman Houing, London, 2000 Etienne, R., Le Quartier Nord-Est de Volubilis, Paris 1960, 39-41 [7]
Fernandez-Galiano, D., Complutum I. Excavationes, Madrit 1984 Foucher, L., Un mosaique de triclinium trouvee a Thysdrus, Latomus 20, 1961, 291-297 Hidalgo Pietro, R., Espacio publico y espacio privado en el conjunto palatino di Cercadilla (Cordoba): el aula central y las termas, Sevilla, 1996, 66 Hoepfner, W. (επιμ.), Ιστορία της κατοικίας, μτφρ. Ηλίας Τσιριγκάκης, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2005 Jeffrey s, E., Haldon, J. & Cormack, R. (ed)., The Oxford Handbook of Byzantine Studies, Oxford University Press, 2008 Guidobaldi, F. «Le domus tardoantiche di Roma come "sensori" delle trasformazioni culturali e sociali», στο W.V. Harris (εκδ.), The transformations of URBS Roma in Late Antiquity, Journal of Roman Archaeology, suppl. series αρ. 33, Portsmouth, Rhode Island, 1999, 53-68 Jashemski, W., The Gardens of Pompeii, New Rochelle, 1979 Jashemski, W., in E.B. Mac Dougall (ed), Ancient Roman Villa Gardens, Washington, D.C., 1987 Jones, C. P., "Dinner theatre" in W. J. Slater, ed., Dining in a classical context, Ann Arbor, 1991, 185-198 Kähler, H., Die Villa des Maxentius bei Piazza Armerina, (Monumenta Artis Romanae XII), Berlin 1973 [8]
Kleberg, Τ., Hotels, restaurants et cabarets dans l antiquite romaine, Uppsala 1957 Koder, J., «Η καθημερινή διατροφή στο Βυζάντιο, με βάση τις πηγές», στο: Δ- Παπανικόλα-Μπακιρτζή (επιμ.), Βυζαντινών διατροφή και μαγειρείαι. Πρακτικά Ημερίδας Περί της διατροφής στο Βυζάντιο, Αθήνα 2005, 19-26 Kondoleon, C. Antioch: The Lost Ancient City, Princeton University Press and Worcester Art, Museum, Princeton, 2000 Kondoleon, C. (επιμ.), Antioch, the Lost Ancient City, Princeton University Press and Worcester Art Museum, Princeton, 2000 (Κατάλογος Έκθεσης) La Rocca, C., Urban Change in Northern Italy, The City in Late Antiquity, John Rich (ed.), Routledge, 1992, 161-180 Luschi, L., Basilicae centenariae tres, SCO, 32, 1982, 157-178 Μentzos, A.,Reflections on the Architectural History of the Tetrarchic Palace Complex at Thessalonike στο: From Roman to Early Christian Thessalonike: Studies in Religion and Archaeology, Nasrallah,L., Bakirtzis,C., Friesen,S.,J., Harvard University Press 2010 Mitchell, L.,E., Family Life in the Middle Ages, Greenwood Press, 2007 Porat, Υ. «Caesarea 1994-1999», Excavations and Surveys in Israel 112, 2000 Pounds, N.J.G., A historical geography of Europe, Cambridge University Press, 1990 Rautman, M.L., Life in the Byzantine Empire, Greenwood Press, 2006 Reid, J.S., Municipalities of the Roman Empire, Cambridge 1913 [9]
Richardson Jr., L., Pompeii: an architectural history, Baltimore, 1988 Roueche, C., Performers et Partisans at Aphrodisias in the Roman and late Roman periods, Journal of Roman Studies Monographs 6, Society for the Promotion of Roman Studies, 1993, 23-30 Saller, R. P., Personal patronage under the early Empire, Cambridge, 1982 Salza Prina Ricotti, E., «L'arte del convito nella Roma antica», Studia Archaeologica 35, Roma, 1983 Saradi, H., «Privatization andsubdivision of urban properties in the Early Byzantine centuries: social and cultural implications», Bulletin of the American Society of Papyrologists 35 (1998), 17-43 Settis, S., Per l interpretazione di Piazza Armerina, MEFRA 87, 1975, 873-994 Soprano, P., I triclini all aperto di Pompei, Pompeiana, Naples 1950, 288-310 Turkoglu, I., Byzantine Houses in Western Anatolia: An Architectural Approach, Al- Masaq, Vol.16, No. 1, 2004, 93-107 Sfameni, C., Ville Residenziali nell Italia tardoantica, ed. Edipuglia, Bari, 2006 Strzygowski, J., Spalato, ein Markstein der romanischen Kunst bei ihrem Ubergnge vom Orient nach dem Abenlande, in Studien aus Kunst und Geschichte Fr. Schneider gewidmet, Friburg, 331-335 Studniczka, F., Das Symposion Ptolemaios II, 1914 [10]
Thebert, Y., Private Life and Domestic Architecture in Roman Africa, in P. Veyne (ed)., A History of Private Life I. From Pagan Rome to Byzantium, Cambridge, MA 1987 Wallace-Hadrill, A.,"The social structure of the Roman house", Papers of the British School at Rome (LVI), 1988 Weiss, Z., & Talgam, R., The Nile festival buildingand its mosaics: mythological representations in early Byzantine Sepphors στο: J.H. Humphrey (επιμ.), The Roman and Byzantine Near East 3 (Journal of Roman Archaeology, Suppl. Series 49). Portsmouth, Rhode Island 2002, 79-80 Wulf Rheidt, U., «Οι Ελληνιστικές και Ρωμαϊκές οικίες της Περγάμου, μτφρ. Δ. Κουγιουμτζή, Αρχαιολογία & Τέχνες 114, 2010, 28-37 Αρχαίες & Βυζαντινές Πηγές Ammianus Marcellinus, Rerum gestarum libri qui supersunt, έκδ. W. Seyfarth, τόμ. Ι-Π, Leipzig, 1978 Athenaus, Deipnosophists, Loeb Classical Library, Vol.II, transl. C. Burton Gulick, Harvard University Press, 1967 Galletier, E. (επιμ.), Ammien Marcellin, Histoire, Paris 1968 Ptochoprodromos, (ed.) H. Eideneier, Cologne, 1991 Hieronymus, Epistulae, (ed.) J. Labourt, Paris, 1953 Juvenal, Satires, Loeb Classical Library, transl. Sussana Morton Braund, Harvard University Press, 2004, [11]
Plutarch, Ceasar, Lives, Loeb Classical Library, Vol.VI, transl. W.R. Paton, Harvard University Press, 1954 Plutarch, «Table-Talk», Moralia, Loeb Classical Library No. 425, Books 7-9, transl. Edwin L. Minar Jr., F. H. Sandbach & W. C. Helmbold, Harvard University Press, 1961 Polybius, The Histories, Loeb Classical Library, Vol.VI, transl. W.R. Paton, Harvard University Press, 1954 Sidonio Apollinare, Carmina, (ed.) A. Loyen, Sidoine Apollinaire, tome II, Lettres, (Livres I-IV), tome III, Lettres (Livres VI-IX), (Les Belles Lettres), Paris, 1970 Teubneri, B.G (ed), Lexicographi Graeci IX.2, ERICUS BETHE, POLLUCIS ONOMASTICON, Libri VI-X, Stutgardiae in Aedibus, Stutgart 1966 ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ Καλαμαρά, Π., «Διατροφικές Συνήθειες και Γευστικές Προτιμήσεις στο Βυζάντιο», Αρχαιολογία 116, 2010, 116, διαθέσιμο στην ιστοσελίδα www.arxaiologia.gr/assets/media/pdfofissues/9543.pdf (τελευταία ανάκτηση 17/06/12) Λουκιανός, Περί Ορχήσεως, μετάφραση και σημειώσεις από τον Ιωάννη Κονδυλάκη διαθέσιμο στην ιστοσελίδα: http://www.mikrosapoplous.gr/lucian/peri_orxhsews_d0.htm (τελευταία ανάκτηση 24/07/2012) Παπαζώτος, Θ., «Το αστικό Βυζαντινό Σπίτι», Αρχαιολογία 27, 1985, 38, διαθέσιμο στην ιστοσελίδα του περιοδικού Αρχαιολογία & Τέχνες: www.arxaiologia.gr/assets/media/pdf/migrated/27.pdf (τελευταία ανάκτηση 10/06/2012) [12]
9 η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, Παλαιόκαστρο, Δήμος Ωραιοκάστρου 2002, Έκθεση των αρχαιολόγων Μπακιρτζή, Χ., Μαρκή, Ε. και Παϊσίδου, Μ. διαθέσιμη στην ιστοσελίδα του ΥΠΠΟ: www.yppo.gr/0/anaskafes/pdfs/9_eba.pdf (τελευταία ανάκτηση 16/06/12) Foss, P. W. "Kitchens and Dining Rooms at Pompeii: the spatial and social relationship of cooking to eating in the Roman household, Ph.D. thesis, University of Michigan, 1994, 45-56, διαθέσιμο στην ιστοσελίδα: http://sydney.edu.au/arts/classics_ancient_history/dropbox/hgender.html#fig. Schmitt-Pantel, Pauline (Paris)." Sigma." Brill s New Pauly. Antiquity volumes edited by: Hubert Cancik and, Helmuth Schneider. Brill Online, 2012. Reference. 04 July 2012 http://referenceworks.brillonline.com/entries/brill-s-new-pauly/sigma-e1112420. Varro, On Agriculture 3.13.2-3, το βιβλίο είναι διαθέσιμο στην ιστοσελίδα www.penelope.uchicago.edu/thayer/e/roman/texts/varro/de_re_rustica/3*.html (τελευταία ανάκτηση 20/07/12) ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ ΑΑΑ Aρχαιολογικά Ανάλεκτα εξ Αθηνών AntTard = Antiquité tardive. Revue internationale d'histoire et d'archéologie (IVe VIIe s.), Turnhout BSAF = Bulletin de la Société nationale des antiquaires de France, París CCARB = Corso di Cultura sull'arte Ravennate e Byzantina. JRA = Journal of Roman Archaeology, Ann Arbor MEFRA = Mélanges d'archéologie et d'histoire de l'école Française de Rome. Antiquité, París. PP = La Parola del Passato, Rivista di studi antichi, Nápoles [13]
SCO = Studi classici e orientali, Pisa [14]
ΕΙΣΑΓΩΓΗ Πρόσφατα αρχαιολογικά ευρήματα έχουν βοηθήσει τους ιστορικούς να δημιουργήσουν μια εικόνα γύρω από την βυζαντινή οικία στην περιοχή της Μεσογείου, ένα πεδίο μελέτης όχι και τόσο ευρέως ερευνημένο. Τα υστερορωμαϊκά και πρώιμα βυζαντινά σπίτια της ανώτερης τάξης, δηλαδή αυτά από τον 1 ο αιώνα π.χ μέχρι το 700 μ.χ., συχνά έχουν τη μορφή μιας οικίας με περιστύλιο: ένα μεγάλο αρχιτεκτονικό οικοδόμημα, χτισμένο γύρω από μια κεντρική αυλή που περικλείεται από μια σκεπαστή στοά, η οποία ονομάζεται περιστύλιο και περιλαμβάνει μια περίτεχνη σάλα δείπνου, η οποία ονομάζεται τρικλίνιο. Το τρικλίνιο διέφερε στο μέγεθος, ανάλογα με την τοποθεσία της οικίας, (αν η κατοικία ήταν δηλαδή σε αστική ή αγροτική περιοχή) και στα επιμέρους χαρακτηριστικά ανάλογα με τον γεωγραφικό τόπο της αυτοκρατορίας στον οποίο βρισκόταν. 1 Αυτός ο κλασικός τύπος οικίας των ανώτερων κοινωνικών στρωμάτων συναντιέται σε όλη τη διάρκεια αυτής της εποχής στην αυτοκρατορία, από την Πομπηία μέχρι τη Συρία. Μερικά σπίτια τέτοιου τύπου στην πρώιμη Βυζαντινή περίοδο, φαίνεται πως είχαν κτιστεί αρκετά νωρίτερα, δηλαδή κατά τα χρόνια της πρώιμης ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και συνέχιζαν για πολύ καιρό να χρησιμοποιούνται ως κατοικίες, ακόμη και όταν σταμάτησαν να χτίζονται σπίτια με περιστύλιο. Οι λιγότερο πλούσιες οικογένειες ζούσαν σε μικρότερες κατασκευές σπιτιών οι οποίες, όπως τα σπίτια με περιστύλιο, είχαν κεντρικές αυλές, λιγότερο περίτεχνες. Τα δωμάτια δε ήταν χωρισμένα με απλό τρόπο για να είναι πιο εύχρηστα. 2 Οι εσωτερικοί χώροι των σπιτιών των πλουσίων οικιών διέφεραν μεταξύ τους και μπορούσαν να είναι από εξαιρετικά πολυτελείς, έως πολύ απλοί. Τα πορίσματα των αρχαιολογικών ερευνών στις οικίες της εποχής αυτής δεν έχουν δημοσιευθεί κατά ένα πολύ μεγάλο μέρος τους. Όσες δημοσιεύσεις μελετών έχουν γίνει δείχνουν πως τα πλούσια σπίτια είχαν πολλές πολυτέλειες στις αίθουσες των τρικλινίων τους, όπως π.χ.. περίτεχνα διακοσμημένα δάπεδα και τοίχους με τοιχογραφίες, αναπαυτικά μαξιλάρια στα 1 Mitchell, L.,E., Family Life in the Middle Ages, Greenwood Press, 2007, 111 2 Mitchell, L.,E., ό.π., 111 [15]
καθίσματα, πολύτιμα γυάλινα και μεταλλικά σκεύη κάθε είδους και κρεβάτια με περίτεχνες κουβέρτες. Τα αμέσως κατώτερα στρώματα από την ανώτετη κοινωνική τάξη φαίνεται πως απολάμβαναν με σχετικό μέτρο τέτοιες ανέσεις. Τα κρεβάτια τους μάλλον στρώνονταν στα ίδια τα τρικλίνια και τα τραπέζια πιθανότατα να έμοιαζαν με αυτά των απλών σπιτιών: ξύλινες επιφάνειες στηριζόμενες σε τρίποδα για να μπορούν να αποθηκεύονται με ευκολία. 3 Η παρούσα εργασία μελετάει την αρχιτεκτονική δομή, τη χρήση και τη σημασία των τρικλινίων στην κοινωνική ζωή των ανθρώπων κατά την υστερορωμαϊκή (περ. 1 ος αιώνας π.χ. έως 3 ος αιώνας μ.χ) και πρώιμη βυζαντινή εποχή (3 ος αιώνας έως 700 μ.χ), στις διάφορες γεωγραφικές περιοχές της αυτοκρατορίας. Επειδή τα τρικλίνια ήταν ένας χώρος που συναντιέται σε οικίες πλουσίων, η εργασία εστιάζει στη μελέτη των οικιών των ανώτερων κοινωνικών τάξεων και των αυτοκρατορικών κατοικιών. Η εργασία χωρίζεται σε δυο μέρη. Στο πρώτο μέρος, το θεωρητικό, παρουσιάζεται η αρχιτεκτονική μορφή της πρώιμης βυζαντινής κατοικίας, μέσα στο ευρύτερο πολεοδομικό πλαίσιο μιας βυζαντινής πόλης. Εξετάζεται η δομή και η λειτουργία των τρικλινίων, ως οργανικό στοιχείο του σπιτιού. Επίσης μελετάται η πολιτιστική του λειτουργία ως χώρος κοινωνικών συναναστροφών, διασκέδασης, γαστρονομίας, επίδειξης κοινωνικού status και οικονομικής υπεροχής καθώς και ανάπτυξης δημοσίων σχέσεων των ιδιοκτητών και των καλεσμένων τους. Στο δεύτερο μέρος, το αρχαιολογικό, επιλέγονται παραδείγματα σπιτιών που συμπεριλαμβάνουν τρικλίνια από διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές του Βυζαντίου (Ιταλία, Ανατολικές Επαρχίες, ελλαδικός χώρος) με σκοπό να αναδειχθούν οι μορφολογικές τους ομοιότητες και διαφορές, ενώ στο τρίτο μέρος καταγράφονται τα συμπεράσματα που προκύπτουν. Επειδή η εργασία είναι θεωρητική, μια αρχαιολογική και ιστορική μελέτη, ως μεθοδολογικά εργαλεία χρησιμοποιήθηκαν πηγές από την αρχαιοελληνική και υστερορωμαϊκή γραμματεία, διεθνής και ελληνική βιβλιογραφία, αρχαιολογικές δημοσιεύσεις, άρθρα επιστημονικών αρχαιολογικών περιοδικών και φωτογραφικό υλικό των σχετικών αρχαιολογικών χώρων και ευρημάτων. 3 Mitchell, L.,E., ό.π., 111-112 [16]
ΜΕΡΟΣ Α ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: Η ΟΙΚΙΑ ΣΤΗΝ ΥΣΤΕΡΗ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ Η υστερορωμαϊκή και πρώιμη βυζαντινή οικία μορφοποιήθηκε μέσα στο αστικό περιβάλλον των πόλεων της αυτοκρατορίας και αρχιτεκτονικά κατόπτριζε τις ανάγκες και την κοινωνική θέση των ιδιοκτητών της. Ο Reid πολύ εύστοχα παρατηρεί πως το ρωμαϊκό και κατόπιν βυζαντινό κράτος ήταν μια ομοσπονδιακή οργάνωση πόλεων, που σχημάτιζαν ένα σύνολο αστικών κοινοτήτων με μεγαλύτερη ή μικρότερη αυτονομία και είχαν ορισμένα χαρακτηριστικά που προέρχονταν από την εποχή που οι έννοιες πόλη και κράτος ήταν ταυτόσημες. 4 Με την έννοια πόλη στη Βυζαντινή αυτοκρατορία εννοείται όχι μόνο μια διοικητική αλλά και μια οικονομική μονάδα. Το έδαφος της αυτοκρατορίας ήταν χωρισμένο ανάμεσα στον Αυτοκράτορα, την Εκκλησία, τις πόλεις και τις αγροτικές περιοχές της περιφέρειας οι οποίες υπάγονταν διοικητικά, δικαστικά και φορολογικά στις πόλεις.υπήρχαν βέβαια και αγροτικές περιοχές που δεν υπάγονταν στις πόλεις ή δεν ήταν κτήσεις του στέμματος και αποτελούσαν ξεχωριστές φορολογικές μονάδες. 5 1.1. Η πρώιμη βυζαντινή πόλη Γύρω στον 2 ο αιώνα μ.χ., σχηματοποιείται στην Ευρώπη για πρώτη φορά ένα ρωμαϊκό αστικό δίκτυο οικισμών, κανονικό και ανοιχτό (όπως στη Γαλατία και στις Βόρειες Βαλκανικές επαρχίες), ενώ εκεί που ο αστικός σχηματισμός είναι πυκνότερος συναντιούνται μικρότεροι οικισμοί (π.χ. νότια Ισπανία, κεντρική Ιταλία και Ελλάδα). 6 Στη δυτική μεσαιωνική πόλη από τον 3 ο αιώνα π..χ ο πληθυσμός αρχίζει να μειώνεται, χωρίς όμως οι ερευνητές να έχουν στη διάθεσή τους τα απαραίτητα στατιστικά στοιχεία. Οι γερμανικές και άλλες βαρβαρικές φυλές με τις επιδρομές τους δημιούργησαν πολλές οικιστικές διαφοροποιήσεις.ο Αυτοκράτορας, η μόνη και αποκλειστική εξουσιαστική δύναμη της αυτοκρατορίας αποσύρεται στη Ραβέννα μαζί με την στρατιωτική και 4 Reid, J.S., Municipalities of the Roman Empire, Cambridge, 1913, 3 5 Καραγιαννόπουλος, Ι., Το Βυζαντινό κράτος, Εκδ. Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1995, 348 6 Pounds, N.J.G., A historical geography of Europe, Cambridge University Press, 1990, 55-56 [17]
διοικητική του ηγεσία και τη θέση του παίρνει σταδιακά μια νέα κατηγορία θρησκευτικών αρχηγών. Από το 323, ο χριστιανισμός γίνεται επίσημη θρησκεία ενώ από το 476,στη Δύση οι Πάπες αποκτούν τεράστια πολιτική και θρησκευτική δύναμη. Έτσι η Εκκλησία αναπτύσσει ανάλογη ιεραρχία και αξιώματα με το κράτος και οι κληρικοί αποκτούν πολιτικές και διοικητικές δικαιοδοσίες όπως την υπεράσπιση της πόλης, παροχή τροφής και προστασίας κ.λ.π. Κάθε πόλη αποκτά νέα αρχιτεκτονικά και πολεοδομικά σημεία αναφοράς κυρίως θρησκευτικού χαρακτήρα, με αποτέλεσμα η θρησκευτική δομή να συμπλεχθεί αρκετά γρήγορα με τη φεουδαλική οικονομία. 7 Όσον αφορά την ανάπτυξη της ανατολικής μεσαιωνικής πόλης, συναντιέται το σύστημα της επαρχιακής διοίκησης της αυτοκρατορίας, που το θεμελίωσαν η αναδιοργανωτική δραστηριότητα του Διοκλητιανού και τα μέτρα του Κωνσταντίνου. Το σύστημα αυτό διατηρήθηκε στον εκτεταμένο χώρο της Χερσονήσου του Αίμου ως τις σλαβικές εισβολές του τέλους του 6 ου και αρχών του 7 ου αιώνα. Η πόλη την περίοδο αυτή σημαίνει τόπος πυκνοκατοικημένος με πληθυσμό διαφοροποιημένο και εξειδικευμένο ως προς τον κοινωνικό και οικονομικό τομέα. Ταυτόχρονα η πόλη απαιτεί και προϋποθέτει οργάνωση και θεσμούς. Οι παλιοί θεσμοί κατά τα πρώιμα βυζαντινά χρόνια αντικαθίστανται από νέους. Η ελληνορωμαϊκή πόλη δημογραφικά χάνεται εξαιτίας των εισβολών από το βόρειο και δυτικό τμήμα της χερσονήσου του Αίμου, ενώ νότια του Αίμου, ιδιαίτερα στον ελλαδικό χώρο, οι πυκνοκατοικημένες πόλεις συνεχίζουν να υφίστανται. Στο ανατολικό δε τμήμα της χερσονήσου, η Ουνική επέκταση είχε σοβαρές επιπτώσεις για τα αστικά κέντρα και τα φρούρια: Άνω και Κάτω Μοισιάς (βόρεια Βαλκάνια) Παραποταμίου / Μεσογείου Δακίας (σημερινής Ρουμανίας) και Ελάσσονος Σκυθίας. 8 Η πρώιμη Βυζαντινή πόλη είναι αποτέλεσμα μεταπλάσεως της αρχαίας ελληνορωμαϊκής πόλης σε παλαιοχριστιανική 9. Οι μεταπλάσεις σημειώθηκαν γύρω από τα κύρια αστικά κέντρα της εποχής: Κωνσταντινούπολη, Θεσσαλονίκη και Σίρμιον (Σερβία). Τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της πρώιμης βυζαντινής πόλης είναι γερά 7 Δημητριάδης, Ε.,Ιστορία της Πόλης και της Πολεοδομίας,Ευρωπαικοί Πολιτισμοί,Μυκηναικοί χρόνοι ως τις αρχές του 20 ου αι.εκδ.αφοί Κυριακίδη,Θεσσαλονίκη,1995,158 8 Δημητριάδης, Ε., ό.π., 199-200 9 Μουτσόπουλος, Ν.Κ., «Η Πρώιμη Βυζαντινή και η Μεσοβυζαντινή Πόλη», Αρχαιολογία και Τέχνες 64, 1977, 29 [18]
τείχη που χτίστηκαν εξαιτίας των επιδρομών του 3 ου και 4 ου αιώνα και η απουσία θεάτρων, αθλητικών εγκαταστάσεων και βουλευτηρίων, διότι η κοινωνική ζωή των πόλεων έχει αλλάξει ριζικά. Στην εσωτερική δομή της εφαρμόζονταν το σύστημα των δυο κάθετα διασταυρωμένων αξόνων που κατέληγαν στις εισόδους της πόλης και στην διασταύρωσή τους βρισκόταν η αγορά. 10 Ο γεωμετρικός χαρακτήρας των ρωμαϊκών προτύπων και το ιπποδάμειο αρχιτεκτονικό σχέδιο υποχώρησαν και τη θέση τους πήρε ένα πιο ελεύθερο πολεοδομικό σχέδιο. Οι δρόμοι ήταν γενικά στενοί, δαιδαλώδεις με αδιέξοδα, στοιχεία που υπάρχουν στις αραβικές πόλεις της Μέσης Ανατολής. 11 Οι παλαιοχριστιανικές πόλεις διέθεταν υδραγωγεία, δεξαμενές, αποθήκες δημητριακών και λουτρά, ενώ η αναστήλωση και η οικοδόμηση εκκλησιών ήταν από τα κυριότερα διοικητικά κρατικά μελήματα. 12 Ο Gracco Ruggini υπογράμμισε κάποιες πολύ ενδιαφέρουσες αντιλήψεις για τις πόλεις του αρχαίου ελληνικού και ρωμαϊκού κόσμου. Συγκεκριμένα πιστεύει ότι ο πρώτος προ-χριστιανικός χαρακτήρας της πόλης ήταν αυτός ενός πολιτισμένου χώρου par excellence, σε αντίθεση με την περιφέρεια που αποτελούσε μια άγριας φύσης περιοχή με ανθρώπους που ζούσαν απομονωμένοι και απασχολημένοι με γεωργικές και κτηνοτροφικές εργασίες. Αντίθετα με το σχήμα civitas και civilitas βρίσκεται ο Χριστιανικός, μοναστικός τρόπος ζωής, σύμφωνα με τον οποίο η πόλη είναι ένας χώρος διοικητικής και κοινωνικής διαφθοράς, ενώ η εξοχή είναι ο ήρεμος τόπος ησυχίας και περισυλλογής. Όπως παρατηρεί ο Gracco Ruggini, τον 4 ο αιώνα και 5 ο αιώνα η αυξανόμενη ανασφάλεια του καιρού απαίτησε το χτίσιμο τειχών γύρω από την πόλη, που έγιναν ζωτικό και σημαντικότατο στοιχείο στον ορισμό της πόλης. Έτσι, οι ρωμαϊκές πόλεις civitates μεταμορφώθηκαν σε κλειστά κάστρα όπου γύρω από αυτά, υπήρχαν τα ερείπια των ίδιων των πόλεων που κάποτε ήταν μεγαλύτερες και λαμπρότερες. 13 Ο Gracco Ruggini θεωρεί ότι η αφομοίωση των μορφολογικών εννοιών civitas και castrum συνεχίστηκε μέχρι τον 10 ο αιώνα, όταν διαμορφώθηκε μια νέα πιο συγκεκριμένη αντίληψη πόλης μεσαιωνικού τύπου. Επομένως, εφόσον η πρώιμη μεσαιωνική κοινωνία 10 Μουτσόπουλος, Ν.Κ., ό.π., 31 11 Μουτσόπουλος, Ν.Κ., ό.π., 32 12 Μουτσόπουλος, Ν.Κ., ό.π., 32-33 13 La Rocca, C., Urban Change in Northern Italy, The City in Late Antiquity, John Rich (ed.), Routledge, 1992, 163 (161-180) [19]
δεν κατόρθωσε να διαμορφώσει την δική της μορφή πόλης, δεν την έκανε και κινητήρια δύναμή της. Η ενδυνάμωση και η ανάπτυξη της εκκλησίας εντός των τειχών των πόλεων ήταν χαρακτηριστικό για τις πόλεις κυρίως της δυτικής Αυτοκρατορίας. Ταυτόχρονα αποδεικνύεται ότι οι πόλεις δεν έχασαν ποτέ την αστική τους ταυτότητα κυρίως εξαιτίας της ισχυρής αρχιτεκτονικής κληρονομιάς των Ρωμαϊκών χρόνων και της συνείδησης των πολιτών ως αστών (cives). Οι μεγαλύτερες και σημαντικότερες αλλαγές στην αρχιτεκτονική δομή των πόλεων παρατηρήθηκαν κατά τη διάρκεια του 3 ου αιώνα, όταν σημειώθηκε το φαινόμενο της εγκατάλειψης των μεγάλων δημοσίων κτιρίων. Τον 3 ο και 4 ο αιώνα οι αριστοκρατικές τάξεις των πόλεων έχασαν το ενδιαφέρον τους να προσφέρουν δωρεές για το χτίσιμο μεγαλόπρεπων δημόσιων κτιρίων στις ιδιαίτερες πατρίδες τους. Έτσι οι οικονομικοί πόροι της ελίτ χρησιμοποιήθηκαν ιδιωτικά, στην κατασκευή μεγαλόπρεπων και άνετων επαύλεων και βιλών ή στον καλλωπισμό και την ανέγερση εκκλησιαστικών κτιρίων. Παράλληλα, η τάση του αυτοκράτορα να αναλαμβάνει τον ρόλο του προστάτη της αμύνης των πόλεων μεγάλωνε, ενθαρρύνοντας έτσι την ανέγερση τειχών γύρω από την πόλη, με αποτέλεσμα τα τείχη να γίνουν το διαχωριστικό στοιχείο μεταξύ της αστικής περιοχής και της αγροτικής περιοχής έξω από αυτά. 14 1.2.Το αστικό βυζαντινό σπίτι Το ενδιαφέρον των αρχαιολόγων είναι εδώ και δεκαετίες στραμμένο προς την εκκλησιαστική βυζαντινή αρχιτεκτονική, με αποτέλεσμα οι γνώσεις γύρω από το βυζαντινό σπίτι να παραμένουν πολύ περιορισμένες, παρά τις αρχαιολογικές ανασκαφές που έχουν γίνει σε διάφορες Βυζαντινές τοποθεσίες όπως στη Νικόπολη, Φθιώτιδες Θήβες, Αμφίπολη, Φιλίππους κ.λ.π. Από τον 5 ο μ.χ αιώνα μέχρι περίπου το 1.000 μ.χ., οι πόλεις διατηρούν την πολεοδομική δομή των ρωμαϊκών χρόνων. Τα σπίτια των ανώτερων κοινωνικών στρωμάτων έπρεπε να είναι περίτεχνα διακοσμημένα στην πρόσοψη, σύμφωνα με τις αρχιτεκτονικές αντιλήψεις της εποχής, με μάρμαρα για να δίνουν ομορφιά στην πόλη και να ψυχαγωγούν τους περαστικούς. 14 La Rocca, C., ό.π., 164-165 [20]
Τα πρώιμα Βυζαντινά σπίτια δεν διέφεραν από αυτά των Ελληνιστικών και Ρωμαϊκών χρόνων. Μερικά κατοικούνταν συνεχώς από τα ρωμαϊκά χρόνια μέχρι το τέλος της πρώιμης Βυζαντινής περιόδου όταν παρατηρείται το φαινόμενο της υποδιαίρεσης των δωματίων τους σε μικρότερους χώρους (παραδείγματα υποδιαιρέσεων συναντιούνται στην Έφεσο, στη Θεσσαλονίκη και στους Φιλίππους). Τα σπίτια της πρώιμης Βυζαντινής περιόδου χωρίζονται σε δυο κατηγορίες: Α) σε σπίτια με δωμάτια γύρω από μια εσωτερική αυλή, με ή χωρίς στοές. Αυτός είναι ο τύπος της μεγάλης διώροφης οικίας (domus), κοινός στις πόλεις του Ρωμαϊκού και Ελληνιστικού κόσμου. Το μεγαλύτερο και επιδεικτικότερο αψιδωτό δωμάτιο ήταν το τρικλίνιο, το οποίο λειτουργούσε ως χώρος υποδοχής και δείπνου. Μεταξύ των δωματίων πολλές φορές υπήρχε ένα μικρό μπάνιο ή ένας μικρός χριστιανικός χώρος προσευχής Β) σε σπίτια με έναν, δύο ή περισσότερους ορόφους, με αρκετά δωμάτια, χωρίς κεντρική, εσωτερική αυλή. Το ισόγειο συνήθως συμπεριλάμβανε αποθηκευτικούς χώρους και εργαστήρια. Η διάταξη των δωματίων στους επάνω ορόφους, παραμένει άγνωστη. 15 Τον 2 ο αιώνα μ.χ., η βίλα αποτελεί το όργανο του εκρωμαϊσμού της υπαίθρου και δεν είναι πάντα πολυτελέστατη. Ουσιαστικά πρόκειται για αγροτική φάρμα σε μια μεγάλη ιδιόκτητη γαία που συμπεριλαμβάνει διάφορα συνεργαζόμενα εργαστήρια μέσα στα οποία εργάζονται οι δούλοι του ιδιοκτήτη. Κοντά στις βίλες υπήρχαν επίσης μικρές φάρμες από ελεύθερους καλλιεργητές, ενώ πολύ πλούσιοι χωρικοί από τους κοντινούς οικισμούς αντέγραφαν αυτό το μοντέλο οίκησης. Οι βίλες σχημάτιζαν λοιπόν ένα παραγωγικό σύστημα κατά ομάδες κοντά στα αστικά κέντρα και παρήγαγαν προϊόντα που τα διοχέτευαν στην αστική αγορά. Ταυτόχρονα επιτυγχάνεται η αποίκηση και ο εκρωμαϊσμός της αγροτικής υπαίθρου αλλά προς το τέλος της Αυτοκρατορίας παρατηρείται η αύξηση μεγάλων γαιοκτησιών σε βάρος των μικρότερων οικογενειακών με αποτέλεσμα οι σχέσεις παραγωγής να χειροτερεύουν. 16 15 Jeffrey s,e.,haldon,j.cormack,r.(ed.),the Oxford Handbook of Byzantine Studies,Oxford University Press,2008,375 16 Δημητριάδης,Ε,ό.π.,115 [21]
Χαρακτηριστικό παράδειγμα λαμπρής βίλας προέρχεται από τη Θεσσαλονίκη. Αυτό το μεγαλοαστικό σπίτι φαίνεται πως λειτουργούσε συνεχόμενα ως οικία από τον 5 ο έως τον 9 ο αιώνα μ.χ., με κάποιες μεταλλαγές (Εικ.1). Το οίκημα φαίνεται να είχε τετράγωνη εσωτερική αυλή με στοές και χρηστικούς χώρους γύρω της. Μετά από ένα χρονικό διάστημα, η αυλή έπαψε να είναι χρηστική και η βόρεια στοά της έγινε διάδρομος μπροστά από τα δωμάτια και την κεντρική αίθουσα, το τρικλίνιον. Τα δωμάτια χτίστηκαν κατά μήκος των δυο πλευρών της αίθουσας. Η χρήση των χώρων είναι ακόμη άγνωστη, ενώ μερικοί χώροι μάλλον λειτουργούσαν ως αποθηκευτικοί. Ο διάκοσμος του σπιτιού ήταν πλούσιος, αφού βρέθηκαν τοιχογραφίες στην μεγάλη αίθουσα (τρικλίνιο), σε μερικά δωμάτια και στο διάδρομο, ενώ ψηφιδωτά κάλυπταν το δάπεδο πολλών δωματίων. Αργότερα φαίνεται πως οι πόρτες αυτού του τεράστιου σπιτιού φράχτηκαν για να δημιουργηθούν μικρότεροι χώροι που λειτουργούσαν ως ανεξάρτητα σπίτια των απογόνων προφανώς του αρχικού ιδιοκτήτη. 18.Το τρικλίνιο βρίσκεται στη βόρεια πλευρά του οικήματος,όπως φαίνεται στη κάτοψη,ανατολικά και δυτικά τα δωμάτια και νότια ο διάδρομος που αντικατέστησε τη βόρεια στοά της αυλής.στη ΒΔ γωνία 4 δωμάτια που ανήκαν σε ρωμαικό κτίσμα ενσωματώθηκαν στο μεγάλο οίκημα. 17 Εικ 1. Κάτοψη παλαιοχριστιανικού σπιτιού στη Θεσσαλονίκη,5oς αιώνας Πηγή: Παπαζώτος, Θ, ό.π., 38 17 Παπαζώτος,Θ.,,To αστικό βυζαντινό σπίτι»,αρχαιολογία 27,1985,38.Διαθέσιμο στην ιστοσελίδα του περιοδικού Αρχαιολογία &Τέχνες:www.arxaiologia.gr/media/PDF/migrated/27.pdf(τελευταία ανάκτηση 10/6/20120) [22]