Τα ΑΜΕΑ και οι «αναπηρίες» του δοµηµένου περιβάλλοντος Κώστας Ξανθόπουλος (Δηµοσιεύτηκε στο περιοδικό Ύλη και Κτίριο, Δεκ.-Ιαν. 2006, τ.74, σελ.72-73) The Disabled and the disabilities of the built environment K. Xanthopoulos (Published in the review Yli kai Ktirio (Matter and Builing), Dec.-Jan. 2006, # 74, pp.72-73) Could a text on disability extend itself unlimitedly, particularly in the case where it dominates in the dense structure of a megalopolis? Perhaps it is enough to consciously observe and experience the daily life in such city. And then on wonders for the identity and the extent of disability and Architecture?!!! Πώς θα µπορούσε η αναπηρία να περιγραφεί ευρύτερα, πέρα από γνωστές οργανικές ταξινοµήσεις φυσικών, νοητικών και κοινωνικών υστερήσεων και δυσλειτουργιών, παρά µέσα από τις σχέσεις µεταξύ του ατόµου και του περιβάλλοντός του; Με µια παρόµοια υπόθεση είναι µοιραίο να πρέπει να επικεντρωθούν η παρατήρηση, η αξιολόγηση, η τακτική και οι εναλλακτικές προσέγγισης στο θέµα της αναπηρίας σε ζητήµατα που δεν έχουν να κάνουν αποκλειστικά µε την αναπηρία όπως διακρίνει και περιορίζει το ανάπηρο άτοµο, αλλά να την αναζητήσει και στο «ανάπηρο» περιβάλλον του, είτε αυτό ορίζεται ώς κοινωνικό ή πολιτισµικό περιβάλλον, είτε ώς «φυσικό»-ανθρωπογενές ή δοµηµένο περιβάλλον.(1) Με άλλα λόγια, άν επιθυµούµε να κατανοήσουµε και να αλλάξουµε τις αρνητικές (disabling) παρενέργειες αυτού του περιβάλλοντος, η ουσία του ζητήµατος δεν είναι αυτή καθεαυτή η αναπηρία, αλλά η φυσικές και κοινωνικές ιδιότητες στο περιβάλλον, οι οποίες επιτείνουν (aggravate) την αναπηρία και είναι δυνατόν να τροποποιηθούν έτσι ώστε να περιορίσουν ( mitigate) την προβληµατική σχέση ή και να την εξαλείψουν σε κάποιον ιδανικό βαθµό. Με ανάλογο σκεπτικό, η αναπηρία στα άτοµα µπορεί να αποτελεί µια συµπτωµατική και πρόσκαιρη ή και µια χρόνια κατάσταση την οποία βιώνει το σύνολο των ατόµων µιάς κοινωνίας και δεν αποτελεί γνώρισµα το οποίο θα πρέπει να προσάπτεται αποκλειστικά σε ειδικές κατηγορίες ή τάξεις του πληθυσµού, γνωστές ώς ΑΜΕΑ. Συνεπώς, η αναπηρία όπως και το περιβάλλον είναι υπόθεση όλων, εφόσον οι δοµές, οι µορφές και τα βιώµατα το επιβεβαιώνουν σε καθηµερινή βάση. Το ερώτηµα εποµένως που εισάγεται ευθέως εδώ, δεν έχει να κάνει προφανώς µε το ενοχικό και συµπλεγµατικό βλέµµα κάποιου χριστιανικού και αστικού συστήµατος αντιλήψεων και ηθικής (2), ούτε µε την αναψηλάφιση της τυπολογίας της αναπηρίας και των τεχνικών προδιαγραφών που µε περισσή λεπτοµέρεια έχουν µελετηθεί, καταγραφεί διεθνώς και αντιγραφεί και στην Ελλάδα σε απειράριθµα τεχνικά εγχειρίδια (manuals) (3), ή ακόµα, µε τη σχετική κάλυψη µιάς ενισχυτικής νοµοθεσίας (4). Αφορά στην ανάγκη γιά µιά συνολικώτερη, συστηµατικώτερη και συνεπέστερη επίγνωση και προσέγγιση περί της αναπηρίας ιδιαίτερα στο βαθµό που οι τελευταίες απευθύνονται στους σχεδιαστές του περιβάλλοντος, ειδικά των πόλεων. Αφορά πιό συγκεκριµένα στον τρόπο µε τον οποίο απαντά στα παραπάνω η σύγχρονη αρχιτεκτονική, όπως αφορά επίσης, στο συχνά µετέωρο και γιατί όχι, σηµαντικά περιορισµένο (βλ. και ανάπηρο ) βλέµµα του αρχιτέκτονα γιά τον ρόλο και την αξία που της αποδίδει. Γιατί, γενικά αλλά και γιά την περίπτωση που εξετάζεται εδώ, η
αρχιτεκτονική κρίνεται και αξιολογείται όχι µόνο γιά την εικαστική της ποιότητα ή το καασκευαστικό της ενδιαφέρον, αλλά και γιά τη χρηστική της αξία, γιά τη συνολική της συνέπεια και συµβολή, µέσα και έξω απ αυτήν. Γιατί ακόµα, πέρα από την αµεσότητα της εικόνας και της µόδας που γοητεύει ή της κατασκευής που εντυπωσιάζει, η αρχιτεκτονική υπάρχει κατ εξοχήν ώς έκφραση κοινωνικών και πολιτικών στόχων, αξιών και θεσµών. Άν τώρα, στα πλαίσια µιας συστηµατικής θεώρησης της αναπηρίας, στα πλαίσια µιάς αρχιτεκτονικής γιά όλους ανάπηρους και µή, αρχιτέκτονες και µή, κριτικούς της αισθητικής και µή, κ.ο.κ., επιχειρήσουµε να σταθούµε πιό συγκεκριµένα στο θέµα των υποδοµών γιά τη µείωση έως και την εξάλειψη της αναπηρίας µε την έννοια της σχέσης ατόµουπεριβάλλοντος, θα µπορούσαµε να διακρίνουµε ένα φάσµα ενεργητικών και παθητικών προσεγγίσεων (5). Η πρώτη περίπτωση αναφέρεται κυρίως στις πράξεις και τις επεµβάσεις της φυσικής ιατρικής, της αποκατάστασης (rehabilitation) και της εκπαίδευσης(training) των ατόµων που γιά πολλούς διαφορετικούς λόγους έχουν πρόσκαιρα ή χρόνια, απωλέσει ένα τµήµα της λειτουργικής τους ικανότητας και αυτοτέλειας. Οι αντίστοιχες υποδοµές εφαρµόζουν διαγνωστικές, θεραπευτικές και υποστηρικτικές πράξεις όπως: η διακρίβωση της αναπηρίας και των συνεπειών της/evaluation of disability οι θεραπείες και οι θεραπευτικές ασκήσεις/physical modalities of treatment (θερµο-υδροθεραπείες, ηλεκτροθεραπείες, διατάσεις, µασσάζ, κλπ.) η λειτουργική εκπαίδευση γιά ανεξάρτητη διαβίωση/functional training for independent living (προοδευτική κινητοποίηση, δραστηριότητες καθηµερινής διαβίωσης-activities of daily living/adl, θεραπείες απασχόλησης και τέχνης, εργοθεραπείες, τεχνικές οδήγησης, κ.α.) η εφαρµογή εξοπλισµού υποστήριξης (ορθοτικά-προθετικά µέσα, αµαξίδια, βοηθήµατα επικοινωνίας, κ.α.) η παροχή ψυχολογικής, κοινωνικής-συµπεριφορικής, σεξουαλικής υποστήριξης και προσαρµογής. Τα κέντρα τα οποία παρέχουν τις πιό πάνω υπηρεσίες λειτουργούν είτε ώς τµήµατα προσαρτηµένα σε µια εξελιγµένη νοσοκοµειακή υποδοµή, είτε ώς ανεξάρτητοι φορείς µε λειτουργικές διασυνδέσεις τόσο µε νοσοκοµεία όσο και µε κοινωνικούς, εργασιακούς και πολιτισµικούς φορείς. Διακρίνονται επίσης ώς κέντρα «ανοικτού» τύπου γιά την εξυπηρέτηση αποκλειστικά εξωτερικών επισκεπτών, ή ώς κέντρα στα οποία είναι δυνατή η πρόσκαιρη ή και µακροχρόνια παραµονή και διαβίωση ατόµων µε αναπηρία. Σε αντίθεση µε αυτό που παρατηρείται σε προηγµένες χώρες του εξωτερικού όπου οι υποδοµές υπηρεσιών ιατρικής φυσικής και αποκατάστασης αποτελούν αναπόσπαστο και πλήρες τµήµα στον τοµέα υπηρεσιών κοινωνικής αρωγής και επανένταξης, υγείας και ευεξίας, στη χώρα µας η παρουσία τους υστερεί απελπιστικά. Και αυτό συµβαίνει όταν στην Ελλάδα ο αριθµός ατυχηµάτων πάσης φύσεως µας τοποθετεί σε κορυφαίες θέσεις, ενώ και οι σύγχρονες συνήθειες διαβίωσης κατατάσσουν τον ευάλωτο πληθυσµό µας στις υψηλώτερες στάθµες οξέων παθολογικών
«επεισοδίων» µε εµφανείς συνέπειες αναπηρίας (βλ. εµφράγµατα, εγκεφαλικά, κ.α.). Κάτι που αξίζει επίσης να σηµειωθεί γιά τη χώρα µας έχει σχέση µε την σχετικά αυξηµένη παρουσία ιδρυµατικών µορφών περίθαλψης, οι οποίες καλύπτουν ένα ευρύ φάσµα ατόµων µε χρόνιες αναπηρίες (βλ.π.χ. άτοµα 3 ης και 4 ης ηλικίας, παραπληγικά άτοµα, άτοµα µε σπαστικότητα, άτοµα µε προβλήµατα όρασης, άτοµα µε νοητική υστέρηση, κλπ.). Ίσως, χρειάζεται να διευρυνθεί η αντίληψη γιά το «παραγωγικό» σώµα της κοινωνίας µας. Ενδιάµεση και ενδιαφέρουσα παρένθεση χωρίς συνέχεια αποτέλεσε το Πρόγραµµα που εφήρµοσε γιά ένα διάστηµα (δεκαετία 1980) το Υπουργείο Υγείας γιά τη δηµιουργία «Θεραπευτηρίων χρονίων παθήσεων και Εργαστηρίων επαγγελµατικής κατάρτησης», σε κάθε όµως περίπτωση στις παρυφές µικρών πόλεων, ίσως εκεί ακόµα όπου δεν διαταράσσεται το κοινό αίσθηµα, το υπεροπτικό βλέµµα της αστικής κοινωνίας. Εξετάζοντας τώρα τις «παθητικές» προσεγγίσεις στη σχέση ατόµωνπεριβάλλοντος, αναφερόµαστε σε σχεδιαστικά µέτρα και επεµβάσεις που καθιστούν το περιβάλλον φιλικό και εύχρηστο γενικά και ειδικά γιά τα άτοµα µε αναπηρίες. Ήδη, εδώ και πολλά χρόνια, πολλοί οργανισµοί διεθνείς και κρατικοί εξέφρασαν το στόχο γιά «πλήρη συµµετοχή και ισότητα», υποδηλώνοντας ότι κανένα σηµείο ή τµήµα του κτιστού περιβάλλοντος δεν θα σχεδιάζεται µε τέτοιο τρόπο ώστε να αποκλείει ορισµένες οµάδες ανθρώπων εξ αιτίας της αναπηρίας τους. Πριν ανατρέξει κανείς στις άφθονες τυπολογικές και διαστασιολογικές ιδιαιτερότητες γιά τον σχεδιασµό επί µέρους στοιχείων του περιβάλλοντος, ίσως θα έπρεπε εξ αρχής να θεωρήσει ένα πλαίσιο γενικών αρχών. Δηλαδή, γιά τη διαµόρφωση ενός ικανοποιητικού περιβάλλοντος υπάρχει ένας αριθµός κατευθυντηρίων αρχών που είναι αναπόσπαστες και αναγνωρίσιµες. Η αναφορά σε παρόµοιες αρχές σε όλη την έκταση των διαδικασιών προγραµµατισµού και σχεδιασµού είναι αυτή που εγγυάται την εξασφάλιση ενός υψηλού βαθµού προσαρµογής του περιβάλλοντος. Οι βασικές αυτές αρχές µπορούν να ορίζουν ότι: θα πρέπει να είναι εφικτή η προσέγγιση σε όλους τους εξωτερικούς χώρους και τα δηµόσια κτήρια = προσέρχοµαιπροσεγγίζω/reach θα πρέπει να είναι εφικτή η είσοδος (ή προσπέλαση) σε όλα τα δηµόσια κτήρια = εισέρχοµαι/enter θα πρέπει να είναι δυνατή η χρήση όλων των δηµοσίων χώρων και εξυπηρετήσεων = χρησιµοποιώ/use Οι παραπάνω αρχές συνδέονται αντίστοιχα µε µιά σειρά απαιτήσεων, όπως: οι δυνατότητες πρόσβασης (accessibility) το κτιστό περιβάλλον να σχεδιάζεται έτσι ώστε να είναι προσβάσιµο γιά όλους οι δυνατότητες προσέγγισης (reachability) θα πρέπει να λαµβάνεται µέριµνα ώστε να είναι προσεγγίσιµα όσο το δυνατόν περισσότερα κτήρια και χώροι οι δυνατότητες χρήσης (usability) το κτιστό περιβάλλον να σχεδιάζεται έτσι ώστε να µπορεί να χρησιµοποιείται η διαδροµή και ο προσανατολισµός σ αυτό, µέχρι και τον τελικό προορισµό
οι προϋποθέσεις ασφάλειας (safety) το κτιστό περιβάλλον να σχεδιάζεται έτσι ώστε να µπορεί να µετακινείται κάποιος σ αυτό χωρίς να µπαίνει σε οποιονδήποτε κίνδυνο η υγεία και η ίδια η ζωή του οι προϋποθέσεις συµµετοχής στην εργασία (workability) χώροι εργασίας, γραφεία και βιοµηχανικές εγκαταστάσεις, θα πρέπει να σχεδιάζονται έτσι ώστε να επιτρέπουν την ενεργό συµµετοχή και συµβολή των ΑΜΕΑ. Οι παραπάνω απαιτήσεις συνδυάζονται µε τη σειρά τους από διάφορες κατηγορίες αρνητικών φαινοµένων που προκύπτουν από την καθηµερινή εµπειρία. Άν λοιπόν γιά παράδειγµα αναφερθούµε στην απαίτηση γιά ικανοποιητική και απρόσκοπτη πρόσβαση, θα µπορούσαµε να απαριθµήσουµε διάφορα χαρακτηριστικά εµποδίων στο αστικό περιβάλλον, όπως:. δυσκολίες προσανατολισµού (βλ. κτηριακός σχεδιασµός, σήµανση, κλπ.). διακοπές στην πορεία όδευσης (βλ. κράσπεδα πεζοδροµίων, οδοστρώµατα διέλευσης οχηµάτων, κλπ.). διαφορές επιπέδων (βλ. βαθµιδωτές επιφάνειες κυκλοφορίας, κλπ.). ανώµαλη επιφάνεια (βλ. επιφάνειες µε µικρές ή µεγάλες εσοχέςπροεξοχές). ολισθηρά δάπεδα. οπές και αντικειµενικά εµπόδια (βλ. πεζοδρόµια και άναρχη τοποθέτηση στύλων, πάγκων, στοιχείων σήµανσης, δέντρων, κλπ.). προεξέχοντα κτηριακά στοιχεία (βλ. στοιχεία κουφωµάτων, εξώστες σε υπερυψωµένα ισόγεια, κλπ.). ασαφής είσοδος (βλ. σχεδιασµός προσπελάσεων και εισόδων σε κτήρια). διαφορετικά επίπεδα εξωτερικών-εσωτερικών χώρων (βλ. σκάλες, κλπ.). στενές προσβάσεις και είσοδοι (βλ. περάσµατα και είσοδοι). ανεπαρκής χώρος µπροστά από πόρτα (βλ. απολήξεις ραµπών, είσοδοι, πλατύσκαλα, κλπ.). κακός σχεδιασµός χειρολαβών και λοιπών εξαρτηµάτων (βλ. πόµολα και εξαρτήµατα κουφωµάτων, διακόπτες, κλπ.). έλλειψη κατάλληλης σήµανσης (βλ. διάδροµοι δηµοσίων κτηρίων, γραφεία, κλπ.). σήµατα µή αναγνώσιµα, µή αναγνωρίσιµα. επιµήκεις και στενοί διάδροµοι (βλ. διάδροµοι δηµοσίων κτηρίων, γραφεία, κλπ.). στενά ανοίγµατα θυρών (βλ. πλάτος-καθαρό άνοιγµα θυρών, κλπ.). σκάλες (βλ. βαθµίδες προς πρόσβαση ανελκυστήρα, απότοµες σκάλες, βαθµίδες που εµποδίζουν το ασφαλές πάτηµα, κουπαστές ακατάλληλες προς χρήση, κλπ.). ακατάλληλη τοποθέτηση πινάκων και εξαρτηµάτων χειρισµούελέγχου (βλ. πίνακες ανελκυστήρων, διακόπτες, κλπ.). ανεπαρκής χώρος (βλ. λειτουργικός σχεδιασµός χώρων, κλπ.). θορυβώδες περιβάλλον. απορρίµατα σε δηµόσιους χώρους, κ.ά. Θα µπορούσε ένα κείµενο γιά την αναπηρία να εκταθεί απεριόριστα, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις όπου αυτή κυριαρχεί στον πυκνοδοµηµένο και άναρχο ιστό της µεγαλούπολης. Ίσως αρκεί µόνο η συνειδητή αίσθηση της
καθηµερινής βιωµατικής εµπειρίας σε κάποια από τις πόλεις µας. Και τότε είναι κανείς να απορεί γιά την ταυτότητα και την έκταση αυτής της αναπηρίας... και η Αρχιτεκτονική;!!! Σηµειώσεις: ¹ Η τοποθέτηση αυτή ούτε προσωπική είναι, ούτε και πρωτότυπη ή καινοφανής. Γιά παράδειγµα, υπήρξε η επίσηµη θέση και συµβολή της Σουηδίας στη Διεθνή Σύνοδο των Ηνωµένων Εθνών γιά τους ανθρώπινους Οικισµούς-Habitat 1976. Δηµοσιεύτηκε µε τίτλο: Building for Everyone; the Disabled and the Built Environment in Sweden, µε συντάκτη τον Mats Beckman. ² Άποψη η οποία συνδέεται µε νοοτροπίες που εξακολουθούν να καθοδηγούνται από ενοχικά κοινωνικά συµπλέγµατα, από συνθήκες ακραίων εξαρτήσεων, από σύγχρονε εκδοχές περί ελεηµοσύνης, κ.ο.κ. ³ Αναφέρονται εδώ επιλεκτικά, η µακρόχρονη έρευνα και οι δηµοσιεύσεις του Selwyn Goldsmith (βλ. π.χ. Universal Design, έκδοση 2000), οι προδιαγραφές σχεδιασµού γιά τα ΑΜΕΑ του ΥΠΕΧΩΔΕ µε την επιµέλεια της Α. Λεβέντη, και ο Οδηγός του Υπ. Υγείας και Πρόνοιας: Πρόσβαση των ατόµων µε ειδικές ανάγκες στον δηµόσιο χώρο (έκδοση 2001), στον οποίο εκτός των άλλων αναφέρεται και η αντίστοιχη Γενική Νοµοθεσία. 4 Κέντρα Αποκατάστασης µε διακεκριµένη διεθνή παρουσία και δράση λειτουργούν σε πολλές προηγµένες χώρες της Ευρώπης και στις ΗΠΑ. Αναφέρονται εδώ επιλεκτικά, το Κέντρο De Bitjes στο Βέλγιο, το Frösunda στη Σουηδία, τα Κέντρα Rinnekoti και Synapsia στη Φινλανδία, τα Κέντρα του Ινστιτούτου Kessler και το Spaulding Rehabilitation Hospital στις ΗΠΑ. 5 Ένα παράδειγµα αυτών των Κέντρων είναι και το αντίστοιχο Θεραπευτήριο στα Φιλιατρά που σχεδιάστηκε από τους αρχιτέκτονες ΣΥΜΑ/Μίληση-Ξανθόπουλος-Ρόκα-Γιαννακόπουλος. Η κακή (ή ανάπηρη ) διαδικασία κατασκευής και επίβλεψης από αδιάφορους µηχανικούς της αρµόδιας τότε Νοµαρχίας, συνετέλεσαν ώστε ένα ακόµα δηµόσιο έργο µε συνθετικές αρετές, να υποστεί τη γνώριµη αντιµετώπιση και κακοποίηση. (βλ. σχέδια και φωτογραφίες πιό κάτω). ΚΞ