Το πρόβλημα της πορνείας και οι όροι συζήτησής του Μια εικοσάχρονη γυναίκα από την Ουκρανία κρατούμενη σωματέμπορων και θύμα καταναγκαστικής πορνείας πήδηξε στο κενό από τον τρίτο όροφο πολυκατοικίας στη Θεσσαλονίκη. Μια άλλη νεαρή γυναίκα από τη Ρουμανία έπραξε ακριβώς το ίδιο σε ξενοδοχείο της Βέροιας. Μια δεκαοχτάχρονη κοπέλα από τη Βουλγαρία κατόρθωσε να δραπετεύσει από το κύκλωμα των μαστροπών και κατήγγειλε τα παθήματα της στην αστυνομία με άγνωστο αποτέλεσμα. Αυτά είναι μερικά γεγονότα που καταγράφηκαν στο αστυνομικό δελτίο και ασφαλώς είναι μερικά από τα ελάχιστα περιστατικά αυτού του τύπου που βλέπουν το φως της δημοσιότητας. Τα περισσότερα συμβάντα εμπορίας γυναικών και καταναγκαστικής εκπόρνευσής τους συγκαλύπτονται, παραχαράζονται ή δεν καταγγέλλονται και πάντως δεν δημοσιοποιούνται, τουλάχιστον σε ευρεία έκταση και εκτός εντύπων κατά κανόνα της αριστεράς. Τα περιστατικά αυτά αναδεικνύουν και υπογραμμίζουν με δραματικό τρόπο ένα τεράστιο πρόβλημα, που η ελληνικά κοινωνία επιμένει να παραβλέπει και με τον ένα ή τον άλλο τρόπο να αποδέχεται παθητικά: Το πρόβλημα της πορνείας και στην τραγικότερη εκδοχή του το πρόβλημα της καταναγκαστικής πορνείας. Περί ολυμπιακής πορνείας Η λεγόμενη ολυμπιακή πορνεία, που αναδεικνύεται τις μέρες αυτές σε διάφορες εκδηλώσεις της αριστεράς, επιτείνει, συγκαλύπτει και νομιμοποιεί το πρόβλημα της πορνείας και της εμπορίας γυναικών, γιατί περί εμπορίας γυναικών πρόκειται, το οποίο αποτελεί μια χαρακτηριστική περίπτωση καταρράκωσης της ανθρώπινης προσωπικότητας και παραβίασης ενός θεμελιώδους ανθρώπινου δικαιώματος. Να θυμηθούμε σε τι αναφέρεται η έκφραση ολυμπιακή πορνεία. Εντελώς συνοπτικά, αναφέρεται στη νομιμοποίηση άσκησης της πορνείας - πέρα από τους μέχρι σήμερα γνωστούς ως οίκους ανοχής χώρους, (ερμηνεύεται και ως ανοχής στην παραβίαση των ανθρώπινων δικαιωμάτων) - σε ξενοδοχεία και "ανάλογους χώρους", κατά την έκφραση των σχετικών νομοθετικών και διοικητικών κειμένων (η ερμηνεία του όρου "ανάλογος χώρος", επαφίεται στην επιχειρηματική πρωτοβουλία των αντιστοίχων κυκλωμάτων εμπορίας γυναικών και των προστατών τους) κατά την περίοδο διεξαγωγής των Ολυμπιακών Αγώνων, ώστε να καλυφτεί η αναμενόμενη ζήτηση από αθλητές, συνοδούς και επισκέπτες των ολυμπιακών πόλεων. Η νομιμοποίηση αυτή εντάσσεται στο θεσμικό πλαίσιο που έχει καθορίσει σχετικός με την άσκηση της πορνείας νόμος του 1999 (Ν. 2734) και βασίζεται σε σχετικές αποφάσεις του Δήμου Αθηναίων (981/ 17 Μαΐου 2003), αλλά και άλλων δήμων με την κάλυψη της ΚΕΔΚΕ. Να σημειωθεί ότι η ολυμπιακή πορνεία αποτελεί φαινόμενο και επιχειρηματική δραστηριότητα που αναπτύσσεται σε κάθε Ολυμπιάδα και δεν αποτελεί ελληνική ιδιοτυπία, γι' αυτό άλλωστε είναι εκ των προτέρων γνωστή και η ζήτηση. Στην προηγούμενη της Αθήνας, Ολυμπιάδα του Σίδνεϋ, η πορνεία έλαβε τέτοιες διαστάσεις, ώστε δημιουργήθηκαν υποδομές και αλυσίδες επιχειρήσεων, οι οποίες βέβαια - όπως κάθε ολυμπιακό έργο - έμειναν στη χώρα. Η αντίθεση των αριστερών και της αριστεράς στο φαινόμενο της πορνείας και της εμπορίας γυναικών είναι αντίθεση πρώτιστα πολιτική. Άρα, απολύτως διακριτή και αντιθετική ως προς το περιεχόμενο και τους απώτερους στόχους της προς την αντίδραση που ευκαιριακά εκδηλώνεται από εκκλησιαστικούς κύκλους και 1
διάφορους φρουρούς μιας συγκεκριμένης ηθικής τάξης. Η αντίθεση των αριστερών και της αριστεράς στο φαινόμενο της πορνείας (καταναγκαστικής ή μη) και της εμπορίας γυναικών είναι αντίθεση πολιτική γιατί συναρτάται άμεσα, αφενός με την εκμετάλλευση ανθρώπων που αναγκάζονται να μεταναστεύσουν (η πορνεία αποτελεί τη βαρβαρότερη μορφή εκμετάλλευσης των γυναικών μεταναστριών, όχι όμως και τη μόνη - τα εξαντλητικά ωράρια και οι απαράδεκτες συνθήκες εργασίας είναι σχεδόν καθεστώς) και αφετέρου με την παραβίαση θεμελιωδών ανθρώπινων δικαιωμάτων, που σχετίζονται με την υπεράσπιση της προσωπικότητας και του κορμιού των ανθρώπων. Κάθε συζήτηση, επομένως, για την κατανόηση και την αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού θα πρέπει να γίνεται με πολιτικούς όρους και όχι με όρους ηθικούς ή αστυνομικούς ή τεχνικούς. Στην αναζήτηση των αιτίων Στη λογική αυτή πρέπει να υπογραμμιστούν τρία ζητήματα και στο πλαίσιό τους να αναπτυχθεί ο σχετικός προβληματισμός μας. Πρώτο ζήτημα. Η σύγχρονη ανάπτυξη της πορνείας (καταναγκαστικής ή μη) και της εμπορίας γυναικών είναι παράγωγο μιας σειράς υλικών όρων, οι οποίοι ενίσχυσαν τη μετανάστευση για βιοποριστικούς λόγους και λόγους επιβίωσης, ανθρώπων από τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, της Ασίας και της Αφρικής. Οι υλικοί αυτοί όροι είναι γνωστοί, αποτέλεσμα της βίαιης επιβολής του καπιταλιστικού οικονομικού μοντέλου στις περιοχές αυτές του πλανήτη. Είναι οι όροι που δημιουργούνται από την παγκοσμιοποίηση του καπιταλισμού και έχουν αναδειχθεί από τα κοινωνικά κινήματα. Δεύτερο ζήτημα. Η σύγχρονη ανάπτυξη της πορνείας και της εμπορίας γυναικών είναι παράγωγο μιας σειράς ιδεολογικών όρων, οι οποίοι επέβαλαν και κατέστησαν κοινωνικά αποδεκτή την εμπορευματοποίηση των πάντων και την υποταγή τους στους κανόνες της αγοράς. Και στην προκειμένη περίπτωση υποταγή των ανθρώπινων κορμιών και των σεξουαλικών απολαύσεων. Είναι οι όροι που συγκροτούν την ιδεολογία του νεο-φιλελευθερισμού. Στη λογική του νεοφιλελευθερισμού η έννοια της συναλλαγής που εμπεριέχεται στην πορνεία - πάντα με όρους ανισότητας και κυριαρχίας - διαχέεται σε ολόκληρη την κοινωνία και ιδίως στον κόσμο των ανερχόμενων αστέρων των ΜΜΕ, του life style και κάποιου καλλιτεχνικού στερεώματος, διοχετεύεται κατάλληλα στο φαντασιακό των νέων, όπου το μήνυμα είναι ότι όλα έχουν την τιμή τους, όλα αγοράζονται και επομένως όλα πρέπει να πουλιούνται. Τρίτο ζήτημα, για να μην υποτιμούμε και τους οικονομικούς όρους του προβλήματος. Η σύγχρονη πορνεία και το εμπόριο γυναικών, αλλά και παιδιών, αποτελεί την τρίτη σε κέρδη οικονομική δραστηριότητα σε παγκόσμιο επίπεδο - μετά το εμπόριο όπλων και το εμπόριο ναρκωτικών. Και στην εκσυγχρονισμένη Ελλάδα, η λεγόμενη "βιομηχανία του σεξ" έχει κέρδη που σύμφωνα με εκτιμήσεις ξεπερνούν τα 20 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως. Τα οικονομικά συμφέροντα, επομένως, είναι τεράστια και η σύγκρουση με τα συμφέροντα αυτά απαιτεί πολιτική βούληση, η οποία αφορά κατ' αρχήν την αριστερά και τους αριστερούς. 2
Η στάση του κινήματος Μέσα στο πλαίσιο που διαμορφώνεται από τους παραπάνω όρους, τίθεται το ερώτημα της στάσης και της δραστηριοποίησης του προοδευτικού κινήματος για την αντιμετώπιση του προβλήματος της πορνείας και της εμπορευματοποίησης των ανθρώπινων κορμιών, τόσο στη γενική του περίπτωση, όσο και σε προκλητικές περιπτώσεις, όπως είναι η λεγόμενη ολυμπιακή πορνεία. Σίγουρα δεν μπορεί να είναι μια στάση και μια αντιμετώπιση προσανατολισμένη σε νομικού τύπου προσφυγές ή αστυνομικού χαρακτήρα μέτρα ή τεχνικές ρυθμίσεις κοινωνικής πρόνοιας και μόνο. Γιατί αυτού του τύπου η αντιμετώπιση, όποτε επιδιώχθηκε, απέτυχε παταγωδώς (η αποτυχημένη κατάληξη των δικαστικών προσφυγών στη Σύρο και των επεμβάσεων στην Πάτρα πληγώνει πάντα τη μνήμη μας) και απέτυχε παταγωδώς όχι πρώτιστα ή αποκλειστικά εξαιτίας της ανεπάρκειας των δικαστικών αρχών ή εξαιτίας της ιδιοτέλειας των αστυνομικών παραγόντων. Στη βάση αυτών και παρόμοιων εκδοχών αναποτελεσματικότητας των κρατικών μηχανισμών βρίσκεται - κατά τη γνώμη μου - η νομικά θεσμοθετημένη διάκριση νόμιμης και παράνομης, και σε μια τέτοια λογική, εθελούσιας και καταναγκαστικής, πορνείας. Μια διάκριση, η οποία βέβαια δεν εξαντλεί την ερμηνεία των φαινομένων αναποτελεσματικότητας των κρατικών μηχανισμών, αλλά αποτελεί την αφετηρία τους και σε κάθε περίπτωση την νομιμοφανή επικύρωση τους. Γι' αυτό και είναι έντονη η αντίθεση των αριστερών και της αριστεράς στην Ολυμπιακή πορνεία: γιατί επιτρέπει τη θεσμική κατοχύρωση και τη γενικευμένη αποδοχή μιας βαρβαρότητας υπό το κάλυμμα της νομιμότητας. Η πορνεία δεν μπορεί να θεωρείται επάγγελμα και οι σχετικές νομοθετικές ρυθμίσεις, όπως ο περιβόητος νόμος 2734 του 1999, για τα "εκδιδόμενα με αμοιβή πρόσωπα" όπως τιτλοφορήθηκε, που αποτελεί εξέλιξη παλαιότερων νομοθετικών ρυθμίσεων με αφετηρία στο έτος 1922 (κάθε συσχέτιση με το προσφυγικό πρόβλημα της εποχής επαφίεται στις ατομικές προθέσεις και ιστορικές μας αναφορές) είναι πολιτικά απαράδεκτες, έστω και αν είναι με διάφορα προσχήματα κοινωνικά ανεκτές. Σε κάθε περίπτωση και υπό οποιουσδήποτε όρους η πορνεία είναι άσκηση εξουσίας και βίας κατά των γυναικών. Είναι χειραγώγηση και αγοροπωλησία του γυναικείου σώματος. Και μάλιστα είναι διαπιστωμένο ότι η αμοιβή αυτή, κατά το μεγαλύτερο μέρος της πάει σε άλλους άνδρες, τους προστάτες των εκδιδομένων γυναικών, συζύγους, εραστές και λοιπά πρόσωπα, με αρκετή βία και από αυτή την πλευρά. Η φιλολογία περί "ελευθερίας επιλογής" Πελάτες και μαστροποί συνεργάζονται στην απαλλοτρίωση του γυναικείου σώματος για συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα, με ιδεολογική βάση την "σεξουαλική ανάγκη" των ανδρών, παρά το γεγονός ότι σήμερα τουλάχιστον, η συντριπτική πλειοψηφία των πορνο-πελατών είναι άντρες παντρεμένοι ή με μόνιμους δεσμούς. Αυτή η "σεξουαλική ανάγκη", μόνο των ανδρών πάντα, αποτυπώνεται ακόμα και στο νόμο που προαναφέρθηκε, όταν ορίζει σε σχετικό άρθρο του, ότι οι άδειες λειτουργίας "οίκων ανοχής" δίνονται ανάλογα με τις τοπικές συνθήκες και ανάγκες, "την ύπαρξη στρατοπέδων, λιμανιών και βιομηχανικών μονάδων, καθώς και με την ανάπτυξη εμπορικών ή άλλων δραστηριοτήτων που επιβάλλουν απασχόληση ή διέλευση ατόμων από άλλες περιοχές". Ο ισχυρισμός ότι οι γυναίκες που ασκούν "εθελοντικά" 3
την πορνεία έχουν αποφασίσει ελεύθερα και με ορθολογικά οικονομικά κριτήρια αναπτύσσεται στη βάση της λογικής των ατομικών επιλογών του οικονομικού φιλελευθερισμού παραβλέποντας μια κυρίαρχη ιδεολογία, η οποία κατασκευάζει ιδανικές θηλυκότητες και πρότυπα γυναικών, επιβάλλει ως πρώτιστο καθήκον των γυναικών την ικανοποίηση των ανδρών συζύγων ή πελατών, ενώ παράλληλα προσπερνά τις συνθήκες μιας γενικευμένης ανεργίας (της οποίας πάλι τα πρώτα θύματα είναι οι γυναίκες) και τις καταστάσεις που δημιουργούνται από τις συνθήκες της μετανάστευσης (παρανομία, χρέωση για τα έξοδα της μετανάστευσης και παγίδευση σε εγκληματικά κυκλώματα για την αποπληρωμή του χρέους). Να μην ξεχνάμε ότι η πορνεία, σε κάθε περίπτωση και με τον ένα ή τον άλλο όρο καταναγκαστική ασκείται κυρίως από γυναίκες μετανάστριες ή πρόσφυγες. Όλη η φιλολογία περί "ελεύθερης επιλογής" της πορνείας είναι μια φενάκη του φιλελευθερισμού, χαρακτηριστικά διατυπωμένη σε γνωμάτευση επιφανούς συνταγματολόγου: "Όπως και κάθε άλλο επάγγελμα, το επ' αμοιβήν εκδίδεσθαι εμπίπτει κατ' αρχήν στο προστατευτικό πεδίο του δικαιώματος της οικονομικής ελευθερίας, όπως ορίζεται από το άρθρο 5, 1 του Συντάγματος". Το ίδιο ισχυρίζονται και οι σωματέμποροι, επιβεβαιώνουν οι αστυνομικοί και αποδέχονται οι δικαστές. Ένα σύνθετο ζήτημα Συνοψίζοντας, η πορνεία, νόμιμη ή παράνομη, εθελούσια ή καταναγκαστική, ολυμπιακή ή παντός καιρού, προϋποθέτει και εμπεριέχει βία, αποτελεί χειραγώγηση και αγοροπωλησία του γυναικείου σώματος και προσβάλλει θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα. Η αντιμετώπιση του φαινομένου και των θυμάτων του εντάσσεται, επομένως, στους αγώνες ενάντια στις επιπτώσεις της παγκοσμιοποίησης και του νέοφιλελευθερισμού. Δεν μπορούμε να διαδηλώνουμε με το σύνθημα "οι άνθρωποι πάνω από τα κέρδη" και να μην καταγγέλλουμε το εμπόριο του γυναικείου σώματος. Δεν μπορούμε να δηλώνουμε την υποστήριξη μας στους μετανάστες και στους πρόσφυγες και να μην αναδεικνύουμε τη χειρότερη μορφή εκμετάλλευσης τους. Και αυτή είναι η μία όψη των αντιδράσεων μας. Η άλλη όψη είναι η διεκδίκηση δημιουργίας και λειτουργίας δομών υποστήριξης, περίθαλψης και προστασίας των θυμάτων της πορνείας. Γιατί η πορνεία έχει θύματα, τα οποία δεν μπορούν να αντιμετωπίζονται ως εγκληματίες ή παράνομοι μετανάστες και να συλλαμβάνονται ή να απελαύνονται. Συμπερασματικά, το ζήτημα ης πορνείας είναι ένα σύνθετο ζήτημα στο οποίο αντανακλώνται και υλοποιούνται κοινωνικές αντιλήψεις για το γυναικείο κορμί και τη γυναικεία σεξουαλικότητα. Αντιλήψεις, οι οποίες είναι προφανή στοιχεία μιας πατριαρχικής ιδεολογίας που ταυτίζει τη γυναίκα με το φύλο της και η οποία ευνοεί ή αποδέχεται την πορνεία αλλά ταυτόχρονα αξιώνει την παρθενία των γυναικών. Η πορνεία ως αποτέλεσμα είτε ατομικών καταναγκασμών είτε κοινωνικο-οικονομικών συνθηκών παραβιάζει τα στοιχειώδη δικαιώματα των γυναικών και αποτελεί σύγχρονη μορφή δουλείας, για την οποία οι σύγχρονες κοινωνίες θα πρέπει να ντρέπονται. Ιδιαίτερα η ελληνική κοινωνία, αφού σύμφωνα με εκθέσεις Διεθνών Οργανισμών η Ελλάδα κατέχει τα πρωτεία στη διακίνηση και το εμπόριο γυναικών. Η λεγόμενη ολυμπιακή πορνεία μάς δίνει την ευκαιρία να ανοίξουμε τη συζήτηση για ένα φαινόμενο, που αντί να αντιμετωπίζεται με στόχο την εξάλειψη του, ενισχύεται και νομιμοποιείται με αφορμή την Ολυμπιάδα. Η συζήτηση αυτή ελπίζουμε να 4
συνεχιστεί και μετά την Ολυμπιάδα, ώστε - τουλάχιστον εμείς ως αριστεροί και αριστερές - να κατανοήσουμε το φαινόμενο και τους όρους ανάπτυξης του και να ιχνηλατήσουμε πολιτικές για την αντιμετώπιση του, οι οποίες θα συμβάλλουν στη συγκρότηση θεσμών αλληλεγγύης στο κοινωνικό επίπεδο και στην ανάπτυξη αγώνων για την εξάλειψη της φτώχειας και της πατριαρχίας στο πολιτικό επίπεδο. Της Ελένης Γιαννακοπούλου Δημοσιεύθηκε: Εποχή τεύχος 728, 11-07-2004 5