Κεφάλαιο 8: Το Ελληνικό Τοπίο και η συσχέτισή του µε τον νεότερο Ευρωπαϊκό και Δυτικό πολιτισµό

Σχετικά έγγραφα
Τοπιακή προσέγγιση και αρχιτεκτονική παιδεία. Η κεντρική πολιτιστική και. πολιτισμική σημασία του τοπίου 2.

ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Επιστημονικές Ημερίδες ΤΕΕ/ΕΜΠ Εισαγωγικό σημείωμα

Η διδακτική του πολιτισμικού και πολιτικού τοπίου. Περίληψη

Τοπιακή παιδεία. Η συγκρότησή της από την τριτοβάθμια εκπαίδευση και η ανάπτυξή της στις προηγούμενες εκπαιδευτικές βαθμίδες

Ο σχεδιασμός για προστασία της «παλιάς πόλης» ως σχεδιασμός της «σημερινής πόλης»

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ (ΔΕΥΤΕΡΑ 18 ΜΑΪΟΥ 2015) ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

Η ΔΙΕΙΣΔΥΣΗ ΤΟΥ ΦΥΣΙΚΟΥ ΣΤΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ. ΟΙ ΟΡΟΙ ΤΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ «ΕΙΣΒΟΛΗΣ»ΚΑΙ ΤΗΣ ΤΟΠΙΑΚΗΣ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗΣ.

Κεφάλαιο 3: Μεθοδολογικές επισημάνσεις. Ιστορικά και θεωρητικά επιχειρήματα ως τεκμηρίωση της διδασκαλίας του τοπιακού σχεδιασμού

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΤΟΠΙΟ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

Το Δυτικό 'Παράδειγμα' ως Ιδεολογία Οργάνωσης Μουσείων. Σχεδιασμός Μουσείων και Εκθέσεων

Προστασία και αειφόρος ανάπτυξη ορεινών οικισμών. Η περίπτωση του αγίου Λαυρεντίου

Κεφάλαιο 1: Εισαγωγική Παρουσίαση

Νεοελληνικός Πολιτισμός

Κείµενο Οι γυναίκες διδάσκουν και οι άνδρες διοικούν

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ 2015

Αιτιολογική έκθεση. µεγάλων δυσκολιών που η κρίση έχει δηµιουργήσει στον εκδοτικό χώρο και στους

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ. Γενικά στοιχεία Περιεχόµενα Οδηγός για µελέτη

Νεοελληνικός Πολιτισμός

Ε Θ Ν Ι Κ Ο Μ Ε Τ Σ Ο Β Ι Ο Π Ο Λ Υ Τ Ε Χ Ν Ε Ι Ο

ΙΚΤΥΟ ΟΙΝΟΠΟΙΩΝ ΝΟΜΟΥ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ

Δομή και Περιεχόμενο

Τίτλος: The nation, Europe and the world: Textbooks and Curricula in Transition

Κεφάλαιο 2: Μεθοδολογικές επισηµάνσεις: Η συσχέτιση των θεωρήσεων του τοπίου µε την πολιτισµική, πολιτιστική και πολιτική συγκρότηση των κοινωνιών

ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ.. ΤΜΗΜΑ. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΒΑΘΜΟΣ

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ: ΔΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ

ΔΕΠΠΣ. ΔΕΠΠΣ και ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ

Α. Δράσεις που αναπτύσσονται στο πλαίσιο της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης «Πάφος 2017»

ΙΑ119 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης. Δημήτρης Πλάντζος

Ιστορία της πόλης και της πολεοδομίας

ΕΙ ΙΚΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑΣ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑ ΧΑΡΤΗΣ ΧΡΗΣΗ ΗΜΙΟΥΡΓΙΑ. β. φιλιππακοπουλου 1

ΕΚΘΕΣΗ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΩΝ ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΕΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

ΕΛΕΥΘΕΡΟ - ΠΡΟΟΠΤΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ

Αρχιτεκτονική είναι η τέχνη της «ικανοποίησης των ανθρωπίνων αναγκών στο χώρο μέσω σχεδιασμού μεθόδων και υλικών κατασκευών».

ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ

Διαχείριση Πολιτισμικών Δεδομένων

ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ ΚΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ 15

Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΛΠ42 / Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο

ΣΑ88 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης. Δημήτρης Πλάντζος

Α Ρ Χ Α Ι Α Σ Ο Λ Υ Μ Π Ι Α Σ

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

ΕΛΕΥΘΕΡΟ - ΠΡΟΟΠΤΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ Β Ενιαίου Λυκείου (Μάθημα : Κατεύθυνσης)

ΕΝΝΟΙΑ ΚΑΙ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΕΙΦΟΡΟ ΑΝΑΠΤΥΞΗ. Δρ Αραβέλλα Ζαχαρίου

2. ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΣ

Γιώργος Σταμέλος ΠΤΔΕ Πανεπιστήμιο Πατρών

ΑΝΑΠΛΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΡΙΖΟΥΠΟΛΗΣ ΠΕΡΙΣΣΟΥ

ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ στα αποσπάσματα των εγχειριδίων που ακολουθούν : 1]προσέξτε α) το όνομα του Βυζαντίου β) το μέγεθος

ICOM και ΜΟΥΣΕΙΟΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ

Βασικές Θεωρίες Αστικής Κοινωνιολογίας. Σημειώσεις της Μαρίας Βασιλείου

Στρατηγική της Π.Ν.Α για τον Τουρισμό « Έτος Πολιτισμού»

Επιστηµονικός και Πολιτιστικός Οργανισµός των Ηνωµένων Εθνών. Πρόγραµµα Ηνωµένων Σχολείων για την Προώθηση της Παγκόσµιας Εκπαίδευσης.

Τα κτήρια λένε την ιστορία τους. 48o Γυμνάσιο Αθηνών ΔΑΝΣΜ. Διεύθυνση Αναστήλωσης Νεότερων και Σύγχρονων Μνημείων του Υπουργείου Πολιτισμού

Τέχνη Χώρος Όψεις Ανάπτυξης

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ.

κατεύθυνση της εξάλειψης εθνοκεντρικών και άλλων αρνητικών στοιχείων που υπάρχουν στην ελληνική εκπαίδευση έτσι ώστε η εκπαίδευση να λαμβάνει υπόψη

Κοινότητα 2.0: Τόπος Ταυτότητα Δίκτυα

Η διατύπωση του ερωτήματος κρίνεται ως ασαφής και μάλλον ασύμβατη με το

ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ ΟΡΕΙΝΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ, ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ, ΑΝΑΠΤΥΞΗ

Κοινωνιολογία του Πολιτισμού

Θανάσης Κ. Παππάς αρχιτέκτων Θεσσαλονίκη Νοέµβριος 1999

Εκπαίδευση Ενηλίκων: Εμπειρίες και Δράσεις ΑΘΗΝΑ, Δευτέρα 12 Οκτωβρίου 2015

ΕΝΤΥΠΟ ΥΛΙΚΟ 4 ης ΙΑΛΕΞΗΣ

Τύπος Εκφώνηση Απαντήσεις

Ο ΥΣΣΕΑΣ Ερευνητικό εκπαιδευτικό πρόγραµµα εξ Αποστάσεως Εκπαίδευσης σε ηµοτικά Σχολεία της Ελλάδος

Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΛΠ15 / Αρχαία Ελληνική και Βυζαντινή Τέχνη

Ομιλία Δημάρχου Αμαρουσίου Γιώργου Πατούλη Έναρξη λειτουργίας Γραφείου Ενημέρωσης ΑΜΕΑ

«Η θάλασσα μάς ταξιδεύει» The sea travels us e-twinning project Έλληνες ζωγράφοι. Της Μπιλιούρη Αργυρής. (19 ου -20 ου αιώνα)

Γιούλη Χρονοπούλου Μάιος Αξιολόγηση περίληψης

ΙΑ119 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης. Δημήτρης Πλάντζος

Αντώνης Βάος: Ζητήματα διδακτικής των εικαστικών τεχνών

ΚΟΙΝΈΣ ΙΣΤΟΡΊΕΣ ΓΙΑ ΜΙΑ ΕΥΡΏΠΗ ΧΩΡΊΣ ΔΙΑΧΩΡΙΣΤΙΚΈΣ ΓΡΑΜΜΈΣ

Εισήγηση της ΓΓΠΠ Αγγέλας Αβούρη στην ενημερωτική συνάντηση για τη δημιουργία Οργανισμού Τουριστικής Ανάπτυξης ( )

Εργαστήριο Χωροταξικού Σχεδιασμού. 10 η Διάλεξη Όραμα βιώσιμης χωρικής ανάπτυξης Εισήγηση: Ελένη Ανδρικοπούλου

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΕΧΤΕΛΙΔΗΣ, ΥΒΟΝ ΚΟΣΜΑ

1 ο ΦΥΛΛΟ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ ΑΣΤΙΚΕΣ ΠΥΛΕΣ ΠΕΙΡΑΙΑ(Σκυλίτση και Πυλών)


Αικατερίνη Πετροπούλου Βιβλιοθήκη, Πανεπιστήµιο Πελοποννήσου

ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ

Δήμητρα Γιαννοπούλου, Δήμητρα Μαζωνάκη, Στέλλα Μαριδάκη, Λεωνίδας Μουκάκος

Β2. β) Πρώτα απ όλα: Αρχικά παράλληλα: ταυτόχρονα εξάλλου: άλλωστε

Ανάλυση Πολιτικού Λόγου

ΣΤΙΣ ΧΩΡΕΣ ΤΗΣ ΜΕΣΟΓΕΙΟΥ»

στις οποίες διαμορφώθηκαν οι ιστορικοί και οι πολιτισμικοί όροι για τη δημοκρατική ισότητα: στη δυτική αντίληψη της ανθρώπινης οντότητας, το παιδί

Η Ελλάδα στα Βαλκάνια και στον κόσµο χθες, σήµερα και αύριο

Η ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ: Η Σχετικότητα και ο Χρονισμός της Πληροφορίας Σελ. 1

Εισαγωγή στις πολιτισμικές σπουδές

ΔΙΕΘΝΗΣ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ «ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΤΟΠΙΑ ΣΕ ΠΕΡΙΟΧΕΣ 2000»

185 Πλαστικών Τεχνών και Επιστημών της Τέχνης Ιωαννίνων

Διερεύνηση Δυνατοτήτων Αντιμετώπισης Παραγωγικών Προβλημάτων του Νόμου Κοζάνης. Αξιοποίηση των Εγκαταστάσεων της Εταιρείας Α.Ε.Β.Α.Λ.

H ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ. Κατσιφή Βενετία εκπαιδευτικός

Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ «ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ»

ΓΕΩΓΡΑΦΟΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΓΟΡΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ: ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ

Μάθηση & Εξερεύνηση στο περιβάλλον του Μουσείου

ΣΑ88 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης. Δημήτρης Πλάντζος

Θέλετε να διαθέσετε ένα αρχείο στο διαδίκτυο;

«Ανακαλύπτοντας τους αρχαιολογικούς θησαυρούς της Επαρχίας Ελασσόνας»- Μια διδακτική προσέγγιση

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ! Δ. ΜΑΛΑΦΑΝΤΗΣ. το ΠΑΙΔΙ ΚΑΙ Η ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΣΤΑΣΕΙΣ, ΠΡΟΤΙΜΗΣΕΙΣ, Επιστήμες της αγωγής Διευθυντής Μιχάλης Κασσωτάκης.

ΜΜΕ & Ρατσισμός. Δοκιμασία Αξιολόγησης Β Λυκείου

ΦΥΛΟ, ΘΕΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΚΑΙ ΝΕΕΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ

ΟΛΟΗΜΕΡΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΔΙΑΚΟΓΕΩΡΓΙΟΥ ΑΡΧΟΝΤΟΥΛΑ ΣΧΟΛΙΚΗ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ 2 ΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΠΕΡΦΕΡΕΙΑΣ ΣΑΜΟΥ

Transcript:

Κεφάλαιο 8: Το Ελληνικό Τοπίο και η συσχέτισή του µε τον νεότερο Ευρωπαϊκό και Δυτικό πολιτισµό Σύνοψη Σε όλο το εύρος της νεότερης Δυτικής ιστορίας το αρχαίο ελληνικό παράδειγµα εµφανίζεται ως κεντρικό, όχι µόνο για γενικούς πολιτιστικούς λόγους, αλλά ειδικότερα, για λόγους πολιτικής αναφοράς και πολιτικής στήριξης. Το Ελληνικό Τοπίο αποβαίνει έτσι εξιδανικευµένο υπόδειγµα των νεότερων τοπιακών απόψεων στη ζωγραφική και την αρχιτεκτονική τοπίου. Δηλώνει την ευδαίµονα 'Αρκαδία' από την οποία αναδύεται το νεότερο πολιτιστικό και πολιτικό Δυτικό ήθος, ακολουθεί και συµπληρώνει την εµβληµατική πολιτιστική και πολιτική παρουσία του νεοκλασικισµού. Η επιρροή του διατρέχει την Αναγέννηση, την περίοδο του Baroque, κορυφώνεται µε την ανάπτυξη του Διαφωτισµού, προτείνοντας υπερτοπικά πρότυπα τοπίου αντίστοιχα προς την υπερτοπική ισχύ του δηµοκρατικού πολιτικού παραδείγµατος. Η ανάπτυξη των Ροµαντικών τάσεων έστρεψε το ενδιαφέρον των Δυτικών κοινωνιών στην προβολή της εθνικής τους ιδιαιτερότητας, στο ενδιαφέρον για την τοπική τους παράδοση και το γηγενές τοπίο της «µητέρας πατρίδας». Εντούτοις το ενδιαφέρον για το Ελληνικό Τοπίο εξακολούθησε να καθορίζει τις Ροµαντικές απόψεις, Αποβαίνει βασικό θέµα αναφοράς του προεπαναστατικού Φιλελληνισµού και υποβαστάζει, µετεπαναστατικά, τόσο το αίτηµα της Ελληνικότητας όσο και τον διάλογό της Ελληνικότητας αυτής µε τους Ευρωπαίους και Δυτικούς συνοµιλητές της. Η παρουσίαση που ακολουθεί τονίζει επιπλέον την κεντρική σηµασία που το Ελληνικό Τοπίο εξακολουθεί να διαθέτει για τον Δυτικό και τον παγκόσµιο πολιτισµό, όπως και τις σηµερινές δυνατότητες προβολής αυτής της σηµασίας. Δυνατότητες συσχετισµένες µε την προσπάθεια ενίσχυσης της σηµερινής φυσιογνωµίας περιοχών ή πόλεων της χώρας µας, τόσο για πολιτιστικούς, πολιτισµικούς και πολιτικούς λόγους όσο και για λόγους οικονοµικούς. Καταληκτικά, ως χαρακτηριστικό παράδειγµα ανάλογων δυνατοτήτων προτείνεται το τοπίο της Αρκαδίας, υποδεικνύοντας τον πλούτο των ευκαιριών που χαρακτηρίζουν γενικότερα τον σύγχρονο ελληνικό χώρο και το σύγχρονο Ελληνικό Τοπίο, αστικό και εξωαστικό. Λέξεις Κλειδιά Ελληνικό Τοπίο, νεότερα αστικά πολιτεύµατα, νεοκλασικισµός, Αρκαδία, πολιτισµικό τοπίο, ταυτότητα, προώθηση της ιδιαίτερης ταυτότητας περιοχών. Προαπαιτούµενη γνώση 1) «Το Τοπίο πολιτιστικός προσδιορισµός του Τόπου. Παρουσίαση και θεωρητικός συσχετισµός των σηµαντικότερων νεότερων προσεγγίσεων της τοπιακής επεξεργασίας του τόπου». Διδακτορική διατριβή σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών ΕΜΠ, σ. 465-483. 2) «To Ελληνικό Τοπίο: Θεωρητικό Σχεδίασµα µε αφορµή το νησί της Σύρου». Κείµενο συµµετοχής στον τιµητικό τόµο προς τιµήν του οµότιµου καθηγητή της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Ε.Μ.Π. Ιωσήφ Στεφάνου. 3) Greek Landscape and modern Western Civilization. Κείµενο διάλεξης υποδοχής οµάδας σπουδαστών και καθηγητών της Escuela Tecnica Superior de Arquitectura de Madrid του Πολυτεχνικού Πανεπιστήµιου της Μαδρίτης (UPM), κατά την επίσκεψη τους στη Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Ε.Μ. Πολυτεχνείου. Αθήνα 11η 4ου 2014. 4) Γιακωβάκη, Νάσια: Ευρώπη µέσω Ελλάδας. Μια καµπή στην ευρωπαϊκή αυτοσυνείδηση. 17ος 18ος αιώνας. Αθήνα: Εκδ. Εστία, 2006.

8.1. Αντί προοιµίου, διαµαρτυρίες και υποθέσεις Η προσέγγιση που ακολουθεί και η οποία έχει µερικά ήδη προαναγγελθεί, σε προηγούµενα σηµεία της διερεύνησής µας, στο 1 ο και 2 ο κεφάλαιο και τµηµατικά διατυπωθεί,στο 6 ο κεφάλαιο κατά την αναφορά µας στον Διαφωτισµό, έχει να κάνει µε την κεντρική ιστορική επισήµανση σύµφωνα µε την οποία οι νεότερες θεωρήσεις και ο σχεδιασµός του τοπίου, από την Αναγέννηση έως και τον 19 ο αιώνα, συνδέονται σε µεγάλο βαθµό µε αναφορές που παραπέµπουν στην ελληνική αρχαιότητα. Η επισήµανση αυτή βρίσκεται σε άµεση αναντιστοιχία µε τη µειωµένη διάθεση των Ελλήνων διανοουµένων γενικά και των Ελλήνων αρχιτεκτόνων ειδικότερα, κατά τις τελευταίες δεκαετίες, να επιµείνουν στην αναγνώριση ανάλογων σχέσεων, όπως αυτές για παράδειγµα που υποδεικνύουν την ιδιαίτερη πολιτιστική και πολιτική, ας επαναλάβουµε και ας τονίσουµε αυτόν τον δεύτερο προσδιορισµό, «πολιτική» σηµασία που διαθέτει ο νεοκλασικισµός. Την εξήγηση για την προηγούµενη παράδοξη αναντιστοιχία η οποία εγγίζει συχνά τα όρια της αποστροφής, κατανόησε ο συγγραφέας αυτού του κειµένου σχετικά πρόσφατα. Στη διάρκεια µιας ηµερίδας, αφιερωµένης στη σχέση του αστικού σχεδιασµού µε το περιαστικό τοπίο και τη δυνατότητα ανάπτυξης τοπιακών παρεµβάσεων στο εσωτερικό αστικών περιοχών, διαπίστωσε πως το σύνολο των εισηγήσεων αφορούσε περιβαλλοντικές επισηµάνσεις ή εκφραστικές κατευθύνσεις, τις οποίες ακολουθεί η συνθετική σχεδιαστική προσέγγιση της σύγχρονης τοπιοτεχνίας γενικά, χωρίς όµως να τίθεται το ζήτηµα του ιστορικού υποβάθρου του τοπίου. Εντούτοις η ηµερίδα είχε οργανωθεί από το Ιταλικό Πανεπιστήµιο La Sapienza - Roma 1 678, στη Ρώµη, σε µια πόλη δηλαδή όπου η φυσική περιβαλλοντική ποιότητα του τόπου επ ουδενί λόγω µπορεί να αποχωριστεί από το ιστορικό της υπόβαθρο. Επιπλέον οι οµιλητές της ηµερίδας ήταν όλοι, µε εξαίρεση τον γράφοντα, Ιταλοί. Για ποιόν λόγο όµως οι Ιταλοί συνάδελφοι αναφέρονταν στο Ιταλικό τοπίο και στο τοπίο της Ρώµης, αµελώντας να επισηµάνουν την ιδιαίτερη σηµασία που τα τοπία αυτά διαθέτουν για τη νεότερη Ευρώπη και τον Δυτικό κόσµο, για τον πολιτισµό τους και την πολιτική τους συγκρότηση; Για ποιόν λόγο συχνά οι Έλληνες συνάδελφοι αναφέρονται στο Ελληνικό Τοπίο και στο τοπίο της Αθήνας, σαν να είναι οποιαδήποτε τοπία στην Ευρώπη; Για ποιο λόγο αγνοούν πως υπήρξαν καθοριστικά για τη συγκρότηση της νεότερης Ευρωπαϊκής και Δυτικής πολιτιστικής και πολιτικής αυτοσυνειδησίας, υποβαθµίζοντας ταυτόχρονα και την ανάλογη σηµασία που διαθέτει ο νεοκλασικισµός; Μια πρώτη εξήγηση µπορεί να αναφερθεί στην νεωτερική αρχιτεκτονική παιδεία η οποία χαρακτηρίζει την πλειοψηφία των σύγχρονων Ελλήνων αρχιτεκτόνων και πιθανόν και των Ιταλών συναδέλφων τους. H επιρροή του µοντερνισµού, παρά την παρεµβολή των µεταµοντέρνων θεωρήσεων και των ακόµη πλησιέστερων σε εµάς σύγχρονων προσεγγίσεων, εξακολουθεί µάλλον να ευθύνεται για την υποτίµηση του νεοκλασικισµού, των κλασικιστικών αναφορών εν γένει, υποβαθµίζοντας τόσο τη διεθνιστική πρόθεση των ανάλογων τάσεων όσο και την πολιτιστική και πολιτική συµµετοχή τους στη συγκρότηση της νεότερης Ευρώπης και του Δυτικού Κόσµου. Μια δεύτερη εξήγηση έχει να κάνει µε την κατά τεκµήριο µειωµένη ιστορική παιδεία της οµάδας των επιστηµόνων και επαγγελµατιών εκείνων οι οποίοι ασχολούνται µεν µε το τοπίο, αλλά προέρχονται από την περιοχή της φυσιογνωστικής προσέγγισης. Γεωπόνοι, δασολόγοι, περιβαλλοντολόγοι διαθέτουν συνήθως περιορισµένη παιδεία στους τοµείς της ιστορίας ή της ιστορίας των τεχνών. Για τους τοµείς αυτούς οι αρχιτέκτονες έχουν βέβαια καλλίτερη γνώση, µπορεί όµως, όπως µόλις παρατηρήσαµε, να τους προσεγγίζουν µε διάθεση ιστορικά µεροληπτική. Μια τρίτη εξήγηση εµφανίζεται επίσης ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα, όχι µόνο γιατί υποδεικνύει πολιτικά κίνητρα για τη συνολική ιστορική υποβάθµιση που αναφέραµε, αλλά γιατί αφορά επιπλέον µεγάλες οµάδες πληθυσµού και όχι αναγκαστικά εξειδικευµένους επιστήµονες ή επαγγελµατίες. 678 Ηµερίδα µε τίτλο «Margini Urbani - In and Out» («Αστικά Όρια Εντός και Εκτός») που οργανώθηκε στο πλαίσιο του κύκλου διδασκαλίας υποψηφίων διδακτόρων της Αρχιτεκτονικής Σχολής του Πανεπιστηµίου Sapienza της Ρώµης, µε κατεύθυνση διδακτορικής έρευνας «Progettazione e Gestione dell Ambiente e del Paesagio - Σχεδιασµός και Διαχείριση Περιβάλλοντος και Τοπίου» (Ρώµη, 25 η 2 ου 2013). Στην ηµερίδα αυτή ο γράφων παρουσίασε την εισήγηση µε τίτλο «Urban Margins In and Out. An Epistemic Reversal». Επίσης συµµετείχε σε Στρογγυλή Τράπεζα µε θέµα το θέµα της ηµερίδας, «Margini Urbani - In and Out».

Η εξήγηση αυτή παραπέµπει στην πολιτική εκµετάλλευση του κλασικισµού από καθεστώτα αυταρχικά, τόσο για την Ιταλία όσο και για την Ελλάδα, µε τρόπο που προκάλεσε τη σύνδεση της ιστορικής µνήµης µε τραυµατικές πολιτικές εµπειρίες, στις χώρες αυτές ιδιαίτερα οι οποίες ταυτίζονται µε το κλασικό παρελθόν. Εντούτοις ο Ιταλικός φασισµός, όπως και οι δυο περίοδοι δικτατοριών στην Ελλάδα, πριν και µετά τον πόλεµο, δεν είναι δυνατόν να µονοπωλήσουν τα εκφραστικά υποδείγµατα ιστορικών περιόδων οι οποίες ακριβώς ταυτίζονται µε τον αντίποδα του πολιτικού αυταρχισµού µε την αρχαία δηλαδή δηµοκρατία. Σε κάθε περίπτωση, οτιδήποτε και αν µεσολάβησε ενδιάµεσα, ανάµεσα στον 19 ο αιώνα και την εποχή µας, είναι αδιανόητο να µην κατανοούµε τη συνταρακτική επιρροή των αρχαίων υποδειγµάτων, του αρχαίου Ελληνικού τοπίου εν προκειµένω, στην Ευρωπαϊκή και στη Δυτική ιστορία και, ακόµη κρισιµότερο, να µη διεκδικούµε την υπόµνηση στη διεθνή κοινότητα, αυτής της καταγωγικής σχέσης. 8.2. Το πολιτιστικό και το πολιτισµικό πεδίο ανάπτυξης του ροµαντικού ενδιαφέροντος για το τοπίο και η πολιτική εκδοχή του Αν η ορθολογική και κλασικιστική στάση ελέγχου υποδεικνύουν το αίτηµα καθορισµού του φυσικού τόπου από τον κοινωνικό του «αντίπαλο», η άνοδος της ροµαντικής πολιτισµικής προσέγγισης εικονίζει αυτό που θα συντελείται εφεξής στον ευρωπαϊκό χώρο, ως σύνθεση µιας ισχυρότατης νοησιαρχικής πρότασης και της κριτική κατεύθυνσης ανατροπής ή έστω περιορισµού της. Με την προηγούµενη πρόταση, περιγράφεται η παραδοξότητα αυτού που αποκλήθηκε ροµαντική «επανάσταση». Η διαπίστωση δηλαδή πως η «επανάσταση» των ροµαντικών προτάσεων δεν πραγµατοποιήθηκε µε τον άµεσο τρόπο της ιστορικής τοµής, µολονότι συµµετείχε συχνά σε κάποιες ανάλογες ανατρεπτικές κινήσεις, αλλά πως λειτούργησε και λειτουργεί µάλλον ως διαρκής συνοµιλητής των πολιτιστικών και πολιτισµικών εκείνων κατευθύνσεων τις οποίες επιχειρούσε να καταρρίψει. Αυτήν την ιδιαίτερη συνθήκη διαρκούς διαλόγου αποδίδει µε εξαιρετική σαφήνεια η µεταβολή των θεωρήσεων για το τοπίο και των προτύπων διαµόρφωσής του, σε όλο το εύρος της περιόδου από τα µέσα του 18 ου αιώνα έως τις αρχές του 20 ου και γιατί όχι, αφού ο διάλογος των αντίρροπων τάσεων εξακολουθεί, από τις αρχές του 20 ου αιώνα έως τις ηµέρες µας. Αυτήν την ιδιαίτερη συνθήκη διαρκούς διαλόγου, εφαρµοσµένη στις θεωρήσεις για το τοπίο και στα πρότυπα διαµόρφωσής του, επιχείρησε να περιγράψει η διερεύνηση που προηγήθηκε, επιµένοντας πως οι ροµαντικές αντιλήψεις για την απόδοση αυταξίας στη φύση, άρα οι καινοτοµικές ροµαντικές αντιλήψεις που αφορούν στο τοπίο, αναπτύσσονται παράλληλα µε εξίσου καινοτοµικές αντιλήψεις για τη σχέση των κεντρικών πολιτιστικών κατασκευών µε την ευρύτερη έκταση των πολιτισµικών συνεισφορών και πως το σύνολο των µεταλλαγών αυτών στα τοπιακά, πολιτιστικά και πολιτισµικά ήθη, διαθέτει επιπλέον βαρύτητα πολιτική. Πρόκειται για προσέγγιση στην οποία έχουµε ήδη επιµείνει στο τέλος του 2 ου κεφαλαίου, επισηµαίνοντας και τη συσχέτιση του τοπίου µε ιδεολογήµατα υποστηρικτικά των εθνικιστικών απόψεων και την υπέρβαση των διαθέσεων αυτών εθνικού επιµερισµού, από πολιτιστικές και πολιτικές τάσεις που προβάλουν κοινές πολιτιστικές και πολιτικές τάσεις των Δυτικών κοινωνιών. Στις δεύτερες αυτές, όπως στις αντίθετες τους, εκείνες του εθνικού επιµερισµού, συµµετέχει µε έµφαση η αναφορά στο τοπίο, στο καταγωγικό αρχαίο τοπίο του Δυτικού πολιτισµού και των νεότερων αστικών πολιτευµάτων, ρωµαϊκό ή ελληνικό. Στις επισηµάνσεις αυτές θα επιµείνουµε στη συνέχεια, τονίζοντας την ιδιαίτερη πολιτική σηµασία του τοπίου στο πλαίσιο της ροµαντικής προσέγγισης και εξηγώντας την ιδιαίτερη σχέση του τοπίου µε πολιτιστικές, πολιτισµικές και πολιτικές προσεγγίσεις, όπως αυτές που αφορούν στην έννοια της παράδοσης και του λαϊκού πολιτισµού αφενός, όπως και της πολιτικής ιστορίας, της αρχαίας αναφοράς του νεότερου Δυτικού πολιτικού ήθους, αφετέρου. 8.2.1. Ο πολιτικός συµβολισµός του τοπίου και η σχέση του µε τη συγκρότηση των εθνικιστικών ιδεολογηµάτων H Ροµαντική ενασχόληση µε το τοπίο συνδέεται µε µια ριζικότερη µεταβολή της πολιτικής θεώρησης του τοπίου. Η ανάπτυξη της εθνικιστικής ιδεολογίας, επιλέγει ως αφετηριακά επιχειρήµατα της εθνικής ιδιαιτερότητας, επιχειρήµατα όπως αυτά που αφορούν τη συνέχεια του αίµατος, την κοινή καταγωγική δηλαδή προέλευση, τις παλιότερες κοινές πολεµικές περιπέτειες των κοινωνικών οµάδων οι οποίες

προσβλέπουν στην εθνική συσπείρωση και επιπλέον την αναφορά στο κοινό µητρικό έδαφος. Την αναφορά δηλαδή στην κοινή γεωπολιτική κοιτίδα η οποία, εκ των πραγµάτων, αποτελεί τον κοινό υποδοχέα και τον τροφό των προηγούµενων επιχειρηµάτων, ενώ ταυτόχρονα συνιστά βασικό αντικείµενο της εθνικής και εθνικιστικής διεκδίκησης. Αλλά το µητρικό έδαφος, ιδεολογικά προσαρτηµένο στις διεκδικήσεις αυτές, αποτελεί ακριβώς µια πολιτιστική και πολιτισµική ταυτόχρονα εκδοχή του τόπου αναφοράς, µια εκδοχή τοπίου δηλαδή, εξόχως ενταγµένη σε συστήµατα κοσµοεικόνων, συµβολικών και θεωρητικών προσεγγίσεων. Σε αυτήν ακριβώς την εκδοχή, είναι προφανής η ανάγκη αναφοράς, όχι κατά κύριο λόγο στην δοµική διαµόρφωση του τοπίου, όσο στην φυσική του προαιώνια παρουσία ως αναντίρρητη προϋπάρχουσα συνθήκη ενότητας η οποία ανθίσταται σε κάθε είδους παρεµβάσεις, υποβάλλοντας τους όρους της εθνικής αναγνώρισης και συνοχής. Με αυτόν τον τρόπο, η εθνική αναφορά στο τοπίο ενισχύει την εν γένει Ροµαντική αντίληψη της αυταξίας του «φυσικού» υποβάθρου, συµβάλλοντας για παράδειγµα στην ζωγραφική τοπιογραφία. Με ακριβέστερη διερεύνηση, µπορούν να επισηµανθούν οι ιδιαίτεροι κατά περίπτωσιν τρόποι, µε τους οποίους το τοπιακό υπόβαθρο εκφέρεται ως πεδίο αναφοράς από τις διαφορετικές κάθε φορά εθνότητες. Επίσης µπορεί να επισηµανθεί η µακροβιότητα του επιχειρήµατος, που εξακολουθεί να τίθεται εκ νέου, κάθε φορά που νέες πολιτικές διεκδικήσεις στον ευρωπαϊκό ή στον ευρύτερο παγκόσµιο χώρο το απαιτούν. Αυτές οι προσεγγίσεις υποδεικνύουν προφανώς ερευνητικές κατευθύνσεις που αφορούν όχι µόνον την ιστορία και την θεωρία του τοπίου, αλλά ένα ευρύτερο πεδίο ιστορικής και πολιτικής έρευνας. 8.2.2. Τοπίο και παράδοση Είναι ίσως σηµαντικό να επιµείνουµε στον τρόπο µε τον οποίο, στο πλαίσιο της νεωτερικής ροµαντικής προσέγγισης, οι αντιλήψεις για το τοπίο συνάπτονται µε τις αντιλήψεις για την ιστορικά αποκεντρωµένη αντίληψη του λαϊκού πολιτισµού και της παράδοσης, εξυφαίνοντας ένα πυκνότατο πλέγµα αξεχώριστων σχέσεων. Η πρώτη βασική παρατήρηση υποδεικνύει πως η «παράδοση», ως έννοια αναφοράς, αντίθετα από όσα µπορεί να φανταστούν οι ανυποψίαστες σύγχρονες κοινωνίες που τη συσχετίζουν µε τρόπους ζωής και µε κοινωνικές πρακτικές που χάνονται στο βάθος των χρόνων, αποτελεί σχετικά πρόσφατη, νεωτερική προσέγγιση, επινόηση νεωτερική. Η προηγούµενη παρατήρηση δε σηµαίνει πως κάποιες νεότερες εκφράσεις ή συνήθειες δεν κατάγονται όντως από συνήθειες παλαιότερες και από παλαιότερες κοινωνικές πρακτικές οι οποίες µας «παραδόθηκαν», οι οποίες κληροδοτήθηκαν από παλαιότερες κοινωνίες. Σηµαίνει όµως πως όσες από αυτές παρέµεναν κοινωνικά περιφερειακές, πως όσες από αυτές δεν είχαν ενσωµατωθεί στην κεντρική πολιτιστική ιστορία, η παράδοση των αγροτικών ή των ποιµενικών πληθυσµών για παράδειγµα, δε διέθεταν, µέχρι τα τέλη του 18 ου αιώνα και ουσιαστικά µέχρι τον 19 ο αιώνα, ιδιαίτερη αξία για τις νεότερες κοινωνίες. Στο πλαίσιο αυτό απαξίωσης των περιφερειακών πολιτισµικών αντιλήψεων και πρακτικών, είναι χαρακτηριστικό για πως πολλοί µελετητές δεν αποδίδουν στην παράδοση ουσιαστικό ενδιαφέρον για το τοπίο, θεωρώντας, αντίθετα από τους ανθρωπογεωγράφους και ανθρωπολόγους, πως το ενδιαφέρον αυτό αποτελεί χαρακτηριστικό ανεπτυγµένης συνείδησης, της κεντρικής πολιτιστικής συνείδησης και µόνο. Αλλά η προηγούµενη παρατήρηση, για τη νεωτερική επινόηση της παράδοσης, σηµαίνει ακόµη το παράδοξο ιστορικό γεγονός πως κάποιες πολιτισµικές εκφράσεις τις οι οποίες αποδόθηκαν, από τις νεότερες κοινωνίες, στην παράδοσή τους δεν είναι πράγµατι παλαιές. Αντίθετα παρήχθηκαν κατά τη νεότερη περίοδο, ως πλασµατικά ιδεολογήµατα, προκειµένου να υποστηρίξουν πολιτιστικές και πολιτικές σκοπιµότητες, µια παλαιότερη πολιτική συνοχή πληθυσµών οι οποίοι πιθανότατα δε διέθεταν κοινό πολιτισµικό ήθος. Με την έννοια αυτή η παράδοση, είτε ως εκ των υστέρων αξιολόγηση είτε ως εκ των υστέρων εκ του µη όντως παραγωγή, αποτελεί κατασκευή νεωτερική.

Η ανάπτυξη της νεωτερικής θεώρησης για την παράδοση πρέπει να συνδεθεί µε την αντίδραση περιφερειακών ιστορικά πολιτισµικών κοινοτήτων, όπως οι γερµανικές οι οποίες επιχειρούν να απαντήσουν στην κεντρικά συγκροτηµένη Δυτική ιστορία των νεότερων χρόνων, ιστορία αναπτυξιακή, ελεγκτική και λογοκεντρική στις προθέσεις της. Η αντίρρηση τους προτάσσει την προνεωτερική πολιτισµική ποιότητα του λαϊκού πολιτισµού, η οποία σταδιακά εγκαθίσταται και αυτή, ως συνθήκη νεωτερικής αναφοράς όµως, στο εσωτερικό της ευρωπαϊκής και της Δυτικής σκέψης. Το κύριο ενδιαφέρον για τη διερεύνησή µας εντούτοις αφορά στη διαπίστωση πως η νεότερη, νεωτερική ιδεολογική κατασκευή της παράδοσης αναπτύσσεται παράλληλα και εν πολλοίς γεωγραφικά και ιστορικά αντίστοιχα, µε την πολιτισµική κατασκευή των νεωτερικών ροµαντικών και µεταροµαντικών προσεγγίσεων για το τοπίο 679. Προλογίζοντας εισηγήσεις σχετικές µε την αρχιτεκτονική διερεύνηση της παράδοσης και µε τη διερεύνηση της σηµασίας του τοπίου σε θέµατα αρχιτεκτονικής ένταξης σε παραδοσιακούς οικισµούς έχουµε τονίσει πως δε µπορούµε να αναφερόµαστε στην αρχιτεκτονική παράδοση, χωρίς παράλληλα να αναφερόµαστε στο τοπίο. Οι λόγοι είναι τουλάχιστον δύο. Ο πρώτος και προφανέστερος αντιστοιχεί στη διαπίστωση πως η αρχιτεκτονική αποτελεί πάντα πράξη ένταξης, όπως και προηγούµενα στη διερεύνηση αυτή έχουµε τονίσει. Αλλά η ένταξη είναι αναγκαστικά, πάντα, ένταξη τοπιακή σε ένα προηγούµενα πολιτισµικά δοµηµένο ή φυσικό τοπίο. Η ένταξη εποµένως σε οικισµούς παραδοσιακούς αναφέρεται πάντα σε τοπιακές ολότητες, περισσότερο ή λιγότερο επεξεργασµένες στο πλαίσιο περιφερειακών πολιτισµικών δραστηριοτήτων, συχνά σε µεγάλο βάθος χρόνου. Σε αυτές περιλαµβάνονται τόσο η κτηριοδοµική επεξεργασία του τόπου, όσο και η αγροτική επεξεργασία του, όπως και η αποκεντρωµένη κατασκευή συστηµάτων υποδοµής από τις περιφερειακές προβιοµηχανικές πολιτισµικές κοινότητες. Επιπλέον, αυτό φαίνεται επίσης προφανές, παραδοσιακή αρχιτεκτονική και τοπίο, παραδοσιακή αρχιτεκτονική και αιγαιοπελαγίτικη τοπιακή ενόραση για παράδειγµα, παραδοσιακή αρχιτεκτονική και ορεινή ελληνική ή βαλκανική φύση, φαίνεται να συνάπτονται άµεσα, αµεσότερα από τον τρόπο µε τον οποίο συνδέονται η αρχέγονη φυσική υποδοχή και το αστικό, κεντρικά διαµορφωµένο πολιτιστικό περιβάλλον. Αλλά ο συσχετισµός του τοπίου και της παράδοσης, στο πλαίσιο µιας αµοιβαίας θεωρητικής και ακαδηµαϊκής διδακτικής υποστήριξης, δικαιολογείται επίσης από έναν ακόµη τρίτο, σηµαντικότατο λόγο. Από τον εντοπισµό κοινών διεργασιών οι οποίες καθορίζουν, µε ενιαίες ιστορικές χειρονοµίες, τόσο τις νεότερες θεωρήσεις του πολιτισµικού τοπίου, όσο και τις νεότερες θεωρήσεις της πολιτισµικής παράδοσης. Όπως πολλαπλά έχουµε σηµειώσει ήδη, η στροφή στη γηγενή φυσική ποιότητα του τοπίου, όπως και η στροφή στη γηγενή παράδοση. συγκροτούνται ταυτόχρονα. Κατασκευάζονται ταυτόχρονα, προκειµένου να αντιµετωπίσουν κατ αρχάς την πολιτισµικά ισοπεδωτική, βιοµηχανική επέκταση η οποία, ξεκινώντας από το αναπτυγµένο οικονοµικό και πολιτικό κέντρο των ισχυρότερων ευρωπαϊκών χωρών, τείνει να απωθήσει και να εξαφανίσει κάθε απαίτηση πολιτισµικής διαφοράς. Έτσι, η κατασκευή των απόψεων για την ιδιαίτερη παράδοση των επιµέρους κοινωνικών οµάδων, όπως και για το ιδιαίτερο τοπίο στο οποίο η παράδοση αυτή κατοικεί, φαίνεται να συνδέεται γενικά µε τις απαιτήσεις πολιτισµικής ή πολιτικής ιδιαιτερότητας. Ενισχύεται 679 Ο Σ. Κονταράτος θα επισηµάνει πως αν ο Ροµαντισµός κατευθύνθηκε προς την επανεκτίµηση «του χριστιανικού µεσαίωνα και της τέχνης του» αφ ενός και στράφηκε αφ ετέρου προς «το τοπικά και χρονικά αποµακρυσµένο, το εξωτικό, το περιφερειακό ή, ακόµη, το πρωτόγονο», µια άλλη κατεύθυνσή του «προσδιορίστηκε από την καταξίωση του λαϊκού και γηγενούς στοιχείου. Στη λαϊκή παράδοση», σηµειώνει, παραπέµποντας στον L. A. von Arnim και στον Α. Mickiewicz, «αναζητήθηκε το Χρυσόµαλλο Δέρας που είναι κοινή ιδιοκτησία και πλούτος όλου του λαού και προπάντων το τόξο που συνδέει το µακρινό παρελθόν µε το παρόν». Προηγούµενο, σελ. 50. Πληροφοριακά προσθέτουµε πως ο Ludwig Achim von Arnim υπήρξε Γερµανός ροµαντικός συγγραφέας του 19 ου αιώνα, γνωστός για τη συλλογή του δηµοτικών τραγουδιών. Όσο για τον Πολωνό Adam Bernard Mickiewicz, πέρα από την ακτιβιστική του δραστηριότητα, για την ανεξαρτησία της Πολωνίας κατά τον 19 ο αιώνα, υπήρξε συγγραφέας του επικού ποιήµατος Konrad Wallenrod, που περιγράφει τους αγώνες των Τευτόνων ιπποτών κατά τον 14 ο αιώνα. Στα παραδείγµατα αυτά, όπως και στη συνολικότερη αποτίµηση της φυσιογνωµίας του Ροµαντισµού, επιβεβαιώνεται διαρκώς η παρατήρηση πως «η έµφαση στην ιδέα της εθνότητας ήταν πάντως από τα κύρια χαρακτηριστικά του» (1986, σ. 91). Αλλά αυτή η ιδέα της εθνότητας, συνδέεται, όπως και προηγούµενα έχουµε τονίσει, µε την ιδέα της εθνικής γης η οποία, προικισµένη µε µια ιδιαίτερη «πνευµατική» άλω, καθίσταται κεντρικό τοπιακό ιδεολόγηµα αναφοράς.

για παράδειγµα η κατασκευή των απόψεων αυτών, από τις απαιτήσεις τονισµού της εθνικής διαφοράς και τις ενισχύει, φθάνοντας ακόµη και στην ιστορική αυθαιρεσία προκειµένου να τις υποστηρίξει. Με ανάλογο τρόπο πρέπει να προσεγγίσουµε και τις αναφορές στην ελληνική παράδοση και στο Ελληνικό Τοπίο, επιµένοντας όµως σε ένα ουσιώδες, παγκόσµια µοναδικό ή τουλάχιστον εξαιρετικά ιδιότυπο χαρακτηριστικό του. Αν το Ελληνικό Τοπίο αποτελεί το τοπίο του ιδιαίτερου ελληνικού τοπικισµού, τότε αποτελεί ταυτόχρονα και τοπίο αναφοράς του Δυτικού φωτεινού διεθνισµού. Τοπίο αναφοράς της νεότερης Δυτικής ιστορίας, των αστικών της πολιτευµάτων και των εξιδανικευµένων τοπιογραφικών και τοπιοτεχνικών της οραµάτων, όπως έχουµε ήδη σηµειώσει, αποτελεί το Ελληνικό Τοπίο, συχνά µε αναφορές ειδικότερες, όπως αυτή της Αρκαδίας. Αυτό το τοπίο, της ελληνικής αναφοράς της νεότερης Δυτικής, αστικής ιδεολογίας δεν θα τολµούσαµε να το περιγράψουµε µε τον χαρακτηρισµό ενός ιδιότυπου «Ευρωπαϊκού τοπικισµού», για µια βασική αιτία. Επειδή ακριβώς ο αναπτυσσόµενος νεότερος Δυτικός πολιτισµός χρησιµοποίησε το προηγούµενο τοπιακό ιδεολόγηµα στο πλαίσιο µιας διεθνιστικής προσέγγισης, κατά βάσιν αντίθετης µε ότι συµβατικά θα µπορούσαµε να αντιληφθούµε και να κατονοµάσουµε ως τοπικισµό. Πέρα όµως από αυτήν την αµφισηµία, ενός ιδιαίτερου τόπου που υπερβαίνει την ιδιαιτερότητά του απαιτώντας διεθνιστική επιβολή, αξίζει να σηµειώσουµε µια ακόµη σηµαντική παρατήρηση. Στην περίπτωση του Ελληνικού Τοπίου, ροµαντική διαίσθηση της παράδοσης και κλασικιστική όραση της συγκροτηµένης Δυτικής ιστορίας συµβάλουν, επιδεικνύοντας πολλαπλές εκδοχές της εµµένειας τόπου, µιας πολιτιστικής και πολιτισµικής ταυτόχρονα εµµένειας 680. Ε.8.1.: Ένας βυζαντινός άγιος στην ψαρόβαρκα Γεωργία, ένας αρχαίος κούρος που ατενίζει το άνυδρο τοπίο των Κυκλάδων. Κολλάζ του Οδυσσέα Ελύτη, υποδειγµατικό ενός τοπίου µε πυκνότατες επάλληλες πολιτιστικές και πολιτισµικές εγγραφές και επάλληλες περιβαλλοντικές παρεµβάσεις. 680 Σχετικά βλέπε ανάλογες αναφορές στον Π. Γιαννόπουλο, όπως και στον Δ. Πικιώνη. Στις αναφορές αυτές επιµένει και ο Σ. Κονταράτος, ό.π.

8.2.3. Το Ελληνικό Τοπίο, ως υποδοχέας και τροφός του ευρωπαϊκού εν γένει και του Δυτικού κατ επέκτασιν πολιτισµού. H επιρροή του στη ροµαντική προσέγγιση του τοπίου Στο εύρος της ευρωπαϊκής ιστορίας, το σχολιάσαµε ήδη, δυο κατά τεκµήριο τοπιακές θεωρήσεις, αυτές του ελληνικού και του ιταλικού τοπίου 681, επιδέχονται ευρύτερη ιδεολογική χρήση πέραν του περιορισµένου, γεωγραφικά προσδιορισµένου, εθνικού χώρου. Σε αυτές τις δυο τοπιακές θεωρήσεις ανατίθεται, στην πορεία της ευρωπαϊκή ιστορίας, να φέρουν το ιδεολόγηµα µιας κοινής Ευρωπαϊκής πολιτιστικής καταγωγής, η οποία απαιτεί βαθύτερα πολιτισµικά και τοπιακά ερείσµατα. Στο πλαίσιο αυτό το ελληνικό και το ιταλικό τοπίο εµφανίζονται ως δηλωτικά του γήινου καταγωγικού πεδίου από το οποίο αναδύονται ο αρχαίος ελληνικός και ο ρωµαϊκός πολιτισµός αντίστοιχα, αφετηριακοί και συστατικοί των νεότερων ευρωπαϊκών επιτευγµάτων. Στο πλαίσιο αυτό, τοπίο, ελληνικό ή ιταλικό και πολιτισµικές προσεγγίσεις της παράδοσης των αντίστοιχων περιοχών, φωτίζονται µε νέα πολιτιστική αίγλη και απολαµβάνουν εκτεταµένη, υψηλή πολιτιστική καταξίωση. Ε.8.2.: Νικηφόρος Λύτρας (αριστερά): Επιστροφή από το πανηγύρι της Πεντέλης (PD) και Ε.8.3.: επίσης Νικηφόρος Λύτρας (δεξιά): Η Αντιγόνη εµπρός στο νεκρό Πολυνείκη (PD). Στον πρώτο πίνακα ο ζωγράφος περιγράφει τον λαϊκό πολιτισµό της χώρας του, ειδυλλιακά απεικονισµένο πάνω στο υπόβαθρο του Ελληνικού Τοπίου. Αποδίδει έτσι την επιρροή των ροµαντικών ζωγραφικών ρευµάτων, από τα οποία σίγουρα η παιδεία του καθορίστηκε κατά τις σπουδές του επί γερµανικού εδάφους. Αλλά η Σχολή του Μονάχου, µε την οποία η εικαστική παιδεία του Λύτρα συνδέεται, χαρακτηρίζεται επίσης από το ενδιαφέρον της για τον νεοκλασικισµό, στον οποίο εµφανώς απευθύνεται ο δεύτερος πίνακας του. 8.2.4. Το ιδιαίτερο ενδιαφέρον για το Ελληνικό Τοπίο, άµεσα συσχετισµένο µε τον αρχαίο ελληνικό πολιτισµό Η εξειδικευµένη αναφορά στα προηγούµενα, στη ροµαντική δηλαδή συσχέτιση του τοπίου µε την εθνική αξιοδότηση, όπως και η συναφής καταξίωση των δυο τελευταίων τοπιακών αναφορών, της ελληνικής και της ιταλικής, ως δηλωτικών της ευρύτερης ευρωπαϊκής ή Δυτικής πολιτιστικής προβολής σε αντιπαράθεση µε έναν µη ευρωπαϊκό ή µη Δυτικό χώρο, φαίνεται να υποδεικνύει ξανά τον βασικό µεθοδολογικό άξονα, ο οποίος έχει προ πολλού επιλεγεί από τη διερεύνηση αυτή. 681 Πρβλ. την προηγούµενη αναφορά µας στις απόψεις της Ν. Γιακωβάκη, στο Ευρώπη µέσω Ελλάδας. Μια καµπή στην ευρωπαϊκή αυτοσυνείδηση. 17ος 18ος αιώνας. Αθήνα: 2006.

Ο τόπος, ως τοπιακή πρόσληψη, υφίσταται µια πολιτιστικής ή πολιτισµικής τάξης ερµηνεία, η οποία εντάσσει το τοπίο στην περιοχή των συµβολικών αναφορών. Αλλά, αυτή η συµβολική ερµηνεία και ένταξη υποδεικνύει επίσης την επιλογή και την εµφατική προβολή των χαρακτηριστικών εκείνων, τα οποία εµφανίζονται ως περισσότερο σηµαντικά για την ενίσχυση του συγκεκριµένου κάθε φορά τοπιακού ιδεολογήµατος. Ποια ακριβώς είναι για παράδειγµα τα χαρακτηριστικά του «Ελληνικού» Τοπίου σε ένα γεωγραφικό πεδίο πολλαπλών γεωγραφικών, περιβαλλοντικών, ακόµη και πολιτισµικών ιδιαιτεροτήτων; Το τοπίο των βόρειων ελληνικών περιοχών ή των γεωφυσικών ιδιοµορφιών του νησιωτικού χώρου του Αιγαίου; Ποιών νησιών του Αιγαίου; Του αρχαίου πυρήνα των Κυκλάδων, όπου πολλοί νεότεροι και σύγχρονοι στοχαστές στρέφουν το βλέµµα της ελληνικότητας τους ή άλλων νησιών; Στα πλαίσια αυτών των σχηµατοποιήσεων, αξίζει να σηµειωθεί επίσης το βασικό πρόβληµα του χρονικού σηµείου όρασης. Ποια ακριβώς χρονική στιγµή αποδίδει την τοπιακή φυσιογνωµία µιας συγκεκριµένης εθνικής περιοχής ή, προκειµένου να εντοπίσουµε αντικειµενικά προσδιορίσιµα χαρακτηριστικά, ενός τµήµατός της; Είναι η χρονική στιγµή της ανάδυσης του εθνικού ή εθνικιστικού επιχειρήµατος, όταν το τοπίο είναι άµεσα προσλήψιµο; Είναι η παλιότερη πιθανόν αλλοιωµένη περιβαλλοντικά και πολιτισµικά µορφή, την οποία ο άµεσα προσλαµβάνων συνηθέστατα αγνοεί 682 ; Είναι οι γυµνές ράχες των νησιών του κυκλαδικού κύκλου, το δεδηλωµένο αποδεκτό υπόδειγµα ή µια παλαιότερη χαµένη πλέον τοπιακή του δοµή, που η ξύλευση, οι πυρκαγιές και οι πολιτισµικοί µετασχηµατισµοί αλλοίωσαν; Αλλά το εθνικό τοπιακό πρό-σχηµα δεν είναι προφανώς επιστηµονικής τάξης. Σε άλλες περιοχές θεώρησης, είναι εµφανής η λειτουργία ανάλογων ιδεολογηµάτων, ως κατασκευών οι οποίες όχι µόνο δεν προηγούνται, αλλά αντίθετα επιχειρούν εκ των υστέρων να αιτιολογήσουν την ιδιαίτερη εθνική ταυτότητα, κατασκευάζοντας για παράδειγµα στοιχεία µιας µη προϋπάρχουσας παράδοσης. Με την έννοια αυτή η εθνική πρόσληψη του τοπίου απηχεί ακριβώς, ακόµη και αν δεν ασκεί γεωµετρικές επιρροές, µια προσπάθεια σχηµατοποίησης και κανονικοποίησης του τοπιακού πεδίου. Επιχειρεί να το υποβάλει σε προαποφασισµένα ιδεολογικά σχήµατα και κανονικότητες, τα οποία αναφέρονται βέβαια σε έναν αντίστοιχο κάθε φορά κύκλο σηµασιών και συµβόλων. Γεω-µετρεί η εθνική πρόσληψη του τοπίου τον τόπο, µε όρους ιδεολογικών ορίων, ιδεολογικών χαράξεων και ιδεολογικών κατευθύνσεων. Με όρους δηλαδή συχνά ευρύτατων και πολύπλοκων πολιτιστικών και πολιτισµικών ερµηνειών, που αναφέρονται στην τοπιακή θεώρηση µε έµφαση. 8.3. Σχόλια για την αφορµή και τη σκοπιµότητά αυτού του κεφαλαίου Έχοντας παρουσιάσει το τµήµα εκείνο του κεφαλαίου που το υποστηρίζει θεωρητικά, αισθανόµαστε υποχρεωµένοι να αναφερθούµε στην αφορµή της συγκρότησής του όπως και στην τελική πρακτική, πέρα από το θεωρητικό της ενδιαφέρον, σκοπιµότητά του. Οι διαπιστώσεις για τη σηµασία των αναφορών στο αρχαίο Ελληνικό Τοπίο, ως καταστατικών για τη νεότερη Δυτική τοπιοτεχνία, αποτελούν σίγουρα συνεχές ερέθισµα για όσους ασχολούνται µε την ιστορία και τη θεωρία του τοπίου. Ερέθισµα το οποίο ακολουθεί τον συγγραφέα δεκαπέντε χρόνια ήδη και το οποίο οξύνει διαρκώς την επιρροή του, όσο ο τελευταίος αναγκάζεται να γράφει για ανάλογα θέµατα. Έτσι µε τα χρόνια, ήρθε να προστεθεί στις πρώιµες διδακτικές υποδείξεις των καθηγητών, όπως ο Olivier Revault d Allones στο Παρίσι και ο Γεώργιος Βλάχος στην Αθήνα, η βεβαιότητα ενός ιστορικά εξελισσόµενου παραδείγµατος της ανάπτυξης των θεωρήσεων και του σχεδιασµού του τοπίου, κατά τη νεότερη περίοδο. Ο πρώτος από τους προηγούµενους δασκάλους επέµενε στους πολιτικούς καθορισµούς της έκφρασης, όπως και στην πολιτικά ανατρεπτική καλλιτεχνική δηµιουργία. 683 Ο δεύτερος είχε µε έµφαση επισηµάνει πως η στροφή της Φλωρεντίας των Μεδίκων στην Ελληνική αρχαιότητα, η συγκρότηση της Νεοπλατωνικής Ακαδηµίας, η χρήση του προσδιορισµού της «Αναγέννησης», το πρόσχηµα εντέλει της εκ νέου ανάδυσης της κλασικής αρχαιότητας προκειµένου να χαρακτηρίσει µια κοινωνική συνθήκη απόλυτα καινοτοµική εντούτοις, δεν ήταν άµοιρα πολιτικής πρόθεσης. 684 Προσθέτοντας την εµπειρία από την ιστορία 682 Για παράδειγµα, η αντίληψή µας για ότι θεωρούµε γηγενές Αττικό τοπίο, αναφέρεται συνήθως στο τοπίο της Αττικής το εγγύτερο χρονικά σε εµάς. Εντούτοις το τοπίο αυτό αποτελεί µόνο µια ύστερη εκδοχή, αποτέλεσµα επάλληλων περιβαλλοντικών ανακατατάξεων και καταστροφών. Ανάλογη βέβαια µπορεί να είναι και αντίληψή µας και για άλλες εκδοχές του Ελληνικού τοπίου, όπως αυτή του τοπίου των Κυκλάδων. 683 Αντιπαραθέτοντας την κριτική δηµιουργική στάση στον εµπρόθετο κεντρικό πολιτικό έλεγχο της καλλιτεχνικής έκφρασης. 684 Πρβλ. το βιβλίο του Εισαγωγή στις Πολιτικές Θεωρίες των Νεότερων Χρόνων. Τόµος Α. (Βλάχος, 1979).

του τοπίου όπως ήδη παρουσιάστηκε σε προηγούµενα κεφάλαια, ο αποικισµός των Αναγεννησιακών κήπων από θεότητες παγανιστικές ή Ο αγώνας του Πολύφιλου για τον έρωτα µέσα σε ένα όνειρο, γνωστότερος σαν Hypnerotomachia Poliphili, 685 περιγράφουν µια κοινωνία για την οποία η αρχαιότητα διέθετε σηµαντικό πολιτικό ενδιαφέρον σε µεγάλο αριθµό εκφράσεων της, στις οποίες περιλαµβάνεται βέβαια και η προσέγγισή του τοπίου. 8.3.1. Η διεθνής σηµασία του Ελληνικού Τοπίου και η σύγχρονη δυνατότητα ενίσχυσης της ταυτότητας των ελληνικών τόπων Αλλά η έκρηξη του ενδιαφέροντός αυτής της διερεύνησης για τη νεότερη ευρωπαϊκή και Δυτική αναφορά στο αρχαίο Ελληνικό Τοπίο διαθέτει και άλλες, πρακτικότερες αιτίες. Σε άµεσο επίπεδο η προσπάθεια να προσδιοριστούν όροι ενίσχυσης της φυσιογνωµίας πόλεων ή περιοχών, για λόγους άµεσα χρησιµοθηρικούς, ενίσχυσης της περιηγητικής κίνησης για παράδειγµα, καθιστά σαφές πως η προσπάθεια αυτή µπορεί άµεσα να συσχετιστεί µε την τοπιακή-περιβαλλοντική ποιότητα και επίσης µε χαρακτηριστικά πολιτιστικά ή πολιτισµικά, τα οποία συχνά συνδέονται µε το συνολικό εύρος της ελληνικής ιστορίας. Τοπίο και πολιτισµός όµως, στη χώρα µας ειδικότερα, δεν αποτελούν παράλληλες συνθήκες περιηγητικού ή παιδαγωγικού ενδιαφέροντος να ένα δεύτερο συµπέρασµα. Αντίθετα εµπλέκονται στενότατα, αποδίδοντας µε τρόπο ισχυρότατο τον σύνθετο χαρακτηρισµό του «πολιτιστικού» ή «πολιτισµικού τοπίου». Τέλος, ας οδηγηθούµε σε ένα τρίτο κρισιµότερο συµπέρασµα, το περιηγητικό ή παιδαγωγικό ενδιαφέρον του Ελληνικού Τοπίου για το διεθνές κοινό εξακολουθεί να καθορίζεται σε σηµαντικό βαθµό από τον κλασσικό προσδιορισµό, για λόγους βέβαια που εξηγήσαµε εκτενέστατα. Έτσι θα ήταν και παιδαγωγικά και πρακτικά άφρον να αµελήσουµε την προβολή του. Αντίθετα θα έπρεπε να αποτελεί κεντρική συνιστώσα γύρω από την οποία συντίθενται οι άλλες προβαλλόµενες πλευρές του συνολικού πολιτισµικού µας σχήµατος η βυζαντινή πρόσληψη, η συνεισφορά της παλαιότερης παράδοσης και ο νεότερος λαϊκός µας πολιτισµός. Με την αθροιστική παρουσίαση του Οδυσσέα Ελύτη, ο αρχαίος Κούρος, εξακολουθεί να θεάται τις εποχές που τον διαδέχονται αναπτυγµένες πάνω στο ενιαίο υπόβαθρο του Ελληνικού τοπίου 686. Φθάνουµε έτσι να εξηγήσουµε µε άµεσο τρόπο τη σκοπιµότητα αυτής της εισήγησης, Τη συσχέτισή της µε ότι οι οικονοµικοί διαχειριστές της ποιότητας των τόπων ζωής µας περιγράφουν, χρησιµοποιώντας τους όρους city και territory ή region branding. Αν όµως οι όροι αυτοί επιµένουν στη συγκρότηση της φυσιογνωµίας πόλεων ή περιοχών µε σκοπό την οικονοµική τους ανάπτυξη, την προσέλκυση επισκεπτών, επενδυτών ή την επιχειρησιακή αναβάθµιση του πληθυσµού τους, η ενίσχυση των σηµαντικών χαρακτηριστικών φαίνεται να προσφέρει µια ισχυρότερη πολιτική ευκαιρία. Τη βελτίωση της αντίληψης που διαθέτει ο γηγενής πληθυσµός για τον τόπο κατοίκησής του, την ενίσχυση αυτού που µπορούµε να αποκαλέσουµε «αξιοπρέπεια της κατοίκησης». 8.3.2. Καταλήγοντας στην Αρκαδία των τοπιακών οραµάτων To παράδειγµα της Αρκαδίας αποτελεί µάλλον ένα από τα χαρακτηριστικότερα παραδείγµατα απώτατης αρχαίας αναφοράς των νεότερων κοινωνιών. Ξεκινώντας ήδη από την περίοδο της Ρωµαϊκής λογοτεχνικής επανεγγραφής των χαρακτηριστικών της, η Αρκαδία µεταβάλλεται σταδιακά σε έναν φανταστικό τόπο εξιδανικευµένης αναφοράς, σε ένα «φανταστικό βασίλειο απόλυτης ευδαιµονίας» 687. 685 Έργο µάλλον του αναγεννησιακού συγγραφέα Francesco Collonna (αγγλ. µτφρ.: Godwin, 1999). Κάποιοι επιµένουν να αποδίδουν το έργο στον Leone Battista Alberti. 686 Πρόκειται για το γνωστό κολλάζ του µεγάλου ποιητή που έχουµε και άλλοτε καταδεικτικά χρησιµοποιήσει. 687 Μία από τις κατατοπιστικότερες παρουσιάσεις της σηµασίας της Αρκαδίας στις τέχνες και τον πολιτισµό της νεότερης Δύσης περιλαµβάνεται στο βιβλίο του Erwin Panofsky, Meaning in the Visual Arts, στο κεφάλαιο µε τίτλο «Poussin and the Elegiac Tradition», από όπου και το προηγούµενο παράθεµα (Panofsky, 1982,σ. 300).

Ε.8.4.: Thomas Eakins: Arcadia (1883 περίπου - PD). Το εξιδανικευµένο τοπίο της πλήρους ευτυχίας και, κατά τον Goethe, στην περίφηµη αναφορά του δεύτερου τόµου του Faust, τοπίο της πολιτικής ελευθερίας επίσης. «Η ευδαιµονία µας Αρκαδική θα γίνει και ελεύθερη», υπόσχεται ο Faust στην Ωραία Ελένη. Η Αρκαδία φθάνει έτσι να αποκτήσει θέλγητρα που δεν µπορούσε πραγµατικά να διαθέτει. Πλάι στην πλούσια βλάστηση, η λογοτεχνική επιθυµία την πλουτίζει µε «άνοιξη αιώνια και ατέλειωτη διάθεση για έρωτα» 688. Στην προσπάθεια συγκρότησης αυτού του ιδεατού τόπου που η σύλληψή του ανάγεται ήδη στον Βιργίλιο, η Δυτική σκέψη θα αναγκαστεί να συνταιριάσει τα καλλίτερα χαρακτηριστικά άλλων αρχαίων τόπων. «Τα άγρια πεύκα της Αρκαδίας µε τα άλση και τα λιβάδια της Σικελίας», όπου ο Θεόκριτος είχε τοποθετήσει, στα τελευταία αυτά, τα δικά του Ειδύλλια. Αυτή ακριβώς η επιθυµία της εξιδανικευµένης φύσης, ικανής να υποδεχθεί την απόλυτη ανθρώπινη ευτυχία, θα χαρακτηρίσει µέσω της αναφοράς στην αρχαία Ελληνική Αρκαδία τον νεότερο Δυτικό πολιτισµό, ταυτίζοντας το Αρκαδικό όραµα µε το τοπίο εκείνο, όπου οι κάτοικοι θα βρίσκονταν «σε τέλεια αρµονική σχέση µε τη φύση και τους γύρω τους, σε απόλυτη ελευθερία». «Η ευδαιµονία µας Αρκαδική θα γίνει και ελεύθερη», υπόσχεται ο Faust στην Ελένη, στο γνωστό αριστούργηµα του Goethe. Χίλια οκτακόσια πενήντα χρόνια µετά την ουτοπική επινόηση του Βιργιλίου, η Δυτική σκέψη επιβεβαιώνει την σχέση της µε την Αρκαδία η οποία ήδη, ο Γερµανός στοχαστής το γνωρίζει, αναπνέει ελεύθερη 689. 688 Ό.π. σ. 299. 689 Ο Faust, έργο ζωής του Goethe, ολοκληρώθηκε το 1832, έναν χρόνο πριν το θάνατό του, όταν η Ελληνική Επανάσταση είχε πλέον στεφθεί µε επιτυχία.

Δυο χιλιετίες µετά τον Βιργίλιο, διακόσια χρόνια µετά τον Goethe, αισθάνθηκα ευτυχής και απογοητευµένος ταυτόχρονα όταν έµαθα για τις γιορτές που οι Αρκάδες οργανώνουν, κάθε χρόνο, για να τιµήσουν τον Νίκο Γκάτσο. Ευτυχής αισθάνθηκα γιατί το κοινό του µεγάλου Νεοέλληνα στιχουργού και ποιητή και πολλοί από τους σηµαντικούς εκπρόσωπους της σύγχρονης ελληνικής µουσικής δεν λησµόνησαν την προσφορά του, ενισχύοντας επιπλέον την πολιτιστική φυσιογνωµία της γενέτειράς του. Απογοητευµένος αισθάνθηκα, γιατί στην προσπάθεια αυτή απόδοσης πολιτιστικών και πολιτισµικών χαρακτηριστικών σε µια περιοχή, προβάλλεται, τολµώ να παρατηρήσω, ένα συµπληρωµατικό χαρακτηριστικό του τόπου ως πρωτεύον. Όσο σηµαντικός και αν υπήρξε ο Νίκος Γκάτσος για τη νεότερη πνευµατική ζωή της χώρας, όσο νωπά και αν είναι ακόµη τα ίχνη της φυσικής και πνευµατικής παρουσίας του, δεν µπορούµε να δεχθούµε την αναφορά στο όνοµά του παρά µόνο ως µια πρώτη, επικοινωνιακά ευχερέστερη ίσως ευκαιρία για την προσέλκυση του ενδιαφέροντος σε αναφορές που θεωρούµε εντέλει παγκόσµια µη συγκρίσιµες. Η τελευταία παρατήρηση δε µειώνει τη σηµασία του Αρκάδα ποιητή ούτε παραγνωρίζει τη σηµασία της συγκέντρωσης στην πατρίδα του, κάθε χρόνο, σηµαντικών εκπροσώπων του ελληνικού πενταγράµµου. Επιµένει όµως η τελευταία παρατήρηση πως η αναφορά στο όνοµα «Αρκαδία», η σηµασία που το όνοµα αυτό διαθέτει στο πλαίσιο του νεότερου Ευρωπαϊκού και Δυτικού Πολιτισµού, η θέση που το όνοµα αυτό κατέχει στη συγκρότηση των φαντασιακών αναφορών του νεότερου Ευρωπαϊκού και Δυτικού Πολιτισµού, είναι εν τέλει γεγονός µη συγκρίσιµο. Ας σταθούµε εδώ. Ευθύνη της παρουσίασης αυτής είναι να τονίσει, πριν από κάθε πρόταση, πως µόνο ένας λαός µειωµένης ιστορικής και πολιτικής οξυδέρκειας θα αγνοούσε τη σηµασία της αναφοράς στην Αρκαδία για τη συγκρότηση του νεότερου Ευρωπαϊκού και Δυτικού Πολιτισµού. Βέβαια ένας λαός ανάλογης µειωµένης οξυδέρκειας ή ελλειµµατικής παιδείας δε θα χρησιµοποιούσε καν την οραµατική Αρκαδική συνθήκη, προκειµένου να την αξιοποιήσει επιχειρηµατικά. Ανάλογη δυστυχώς έλλειψη οξυδέρκειας και παιδείας χαρακτηρίζει τις αντιδράσεις της επίσηµης πολιτείας για θέµατα που αφορούν επίσης πολλές άλλες περιοχές της χώρας. Έτσι, µιλώντας για τη µετριότητα του Δήµου Αχαρνών, λησµονούµε πως ο Αριστοφάνης έγραψε τους Αχαρνείς για το Μενίδι και όχι για τη Μασσαλία ή τη Βόννη. Με ανάλογο τρόπο επιµένουµε επίσης πως η πελοποννησιακή Μεσσήνη είναι µια ασήµαντη επαρχιακή πόλη, υποτιµώντας την παρουσία στην περιοχή, της αρχαίας Μεσσήνης η οποία φαίνεται πως θα αναδειχθεί σύντοµα σε έναν από τους σηµαντικότερους αρχαιολογικούς χώρους παγκόσµια. Θα θυµίσω πως η αρχαία Μεσσήνη και η αρχαία Μεγαλόπολη αποτελούσαν βασικές πόλεις - εστίες της Αχαϊκής αρχαίας Συµπολιτείας που περιελάµβανε και την περιοχή της αρχαίας Αρκαδίας. Δε διαθέτουµε εποµένως στη χώρα µας τόπους µε περιορισµένες µόνο, έστω και σηµαντικότατες, ιστορικές αναφορές αλλά πολύ περισσότερο εκτεταµένα δίκτυα µε στοιχεία της αρχαίας, της βυζαντινής ή της νεότερης ιστορίας που υλοποιούν την τελική πολιτιστική και πολιτισµική σύνθεση, την πολιτική εντέλει σύνθεση επάλληλων ιστορικών εγγραφών την οποία ο Ελύτης µε εµµονή περιγράφει στα κολλάζ του. Στις καλλιτεχνικές αυτές ενοράσεις του µεγάλου ποιητή, θυµίζω, ιστορική σπουδαιότητα, πολιτιστική ή πολιτισµική σπουδαιότητα και τοπιακή ή περιβαλλοντική σπουδαιότητα ταυτίζονται. Θα σχολιάσω πως ο Δήµος Αχαρνών διαθέτει, πέρα από την αρχαία δραµατουργική αναφορά και τα σηµαντικά αρχαιολογικά ευρήµατα, την εξίσου σηµαντική περιβαλλοντικά και τοπιακά παρουσία της Πάρνηθας, ενώ η Μεσσήνη την περιβαλλοντικά σηµαντική ζώνη του αρχαίου θεού-ποταµού της, του Πάµισου και το αγροτικό της τοπίο. Στην περίπτωση του αρκαδικού τοπίου οι συσχετισµοί είναι ακόµη στενότεροι. Η αρχαία Αρκαδία προβάλλεται µε έµφαση στην Ευρωπαϊκή και Δυτική ιστορία, ξεκινώντας από την Αναγέννηση, το περιγράψαµε ήδη εκτενέστατα, ως το «ιδανικό βασίλειο της τέλειας µακαριότητας και οµορφιάς, ονειρική ενσάρκωση άφατης ευτυχίας» 690, όπου οι ιδανικές συνθήκες ζωής ταυτίζονται µε την εξίσου ιδανική ποιότητα του τοπίου. Ώστε, στην περίπτωση αυτή, µυθικές και ιστορικές αναφορές ταυτίζονται απόλυτα µε τον τοπιακό προσδιορισµό, περιµένοντας ίσως να αποτελέσουν παγκόσµια έναν από τους σηµαντικότερους σύγχρονους τοπιακούς και περιβαλλοντικούς προορισµούς, περιηγητικούς και εκπαιδευτικούς προορισµούς ταυτόχρονα. 690 O τελευταίος αυτός χαρακτηρισµός ανήκει επίσης στον Erwin Panofsky (Panofsky, 1988).

Ε.8.5.: Carl Wilhelm Kolbe (1801): Auch Ich war in Arcadien. Εγώ επίσης ήµουν στην Αρκαδία (PD). Επανάληψη του γνωστού θέµατος του Nicolas Poussin, σε εµφανέστατο Ροµαντικό υπόβαθρο τοπιακής φυτικής υπερτροφίας. Η κλασικιστική αναφορά συνυπάρχει µε τη Ροµαντική υπερβολή του φυσικού υποβάθρου. «Στους Γερµανούς καλλιτέχνες της περιόδου», σχολιάζει ο Carlo Schmid µε αφορµή την απεικόνιση του Kolbe, «η Αρκαδία προσέφερε την ευκαιρία ενός πλάγιου κοινωνικού και πολιτικού σχολιασµού. Η Αρκαδία, όπου οι κάτοικοι της ζούσαν ελεύθερα και αρµονικά σε µια γη άφθαρτης φυσικής αφθονίας, προσέφερε το προφανές αντίθετο παράδειγµα προς τις αυταρχικές δοµές που κυριαρχούσαν στα γερµανικά κρατίδια» 691. 691 Στο άρθρο του Our joy be Arcadian, and free! Arcadia in German Prints Around 1800, (Schmid, 2015).

Κριτήρια αξιολόγησης Κριτήριο αξιολόγησης 8.1 Ποια είναι η σηµασία της αναφοράς στο Ελληνικό Τοπίο για τις νεότερες Δυτικές κοινωνίες; Με ποιόν τρόπο η πολιτιστική σηµασία αυτής της αναφοράς συνδέεται µε τα νεότερα Δυτικά δηµοκρατικά πολιτεύµατα; Απάντηση/Λύση Η ιστορικής µας γνώση για τις νεότερες Δυτικές κοινωνίες υποδεικνύει πως η συγκρότηση και η ανάπτυξή τους στηρίχθηκε στο αρχαίο ελληνικό παράδειγµα, σε µεγάλο εύρος της πολιτιστικής τους παραγωγής. Η προφανέστερη εκδοχή αυτού του συσχετισµού συνδέεται µάλλον µε την επιρροή του κλασικισµού στην καλλιτεχνική παραγωγή των νεότερων Δυτικών κοινωνιών, ξεκινώντας από την περίοδο της Αναγέννησης ήδη. Αλλά οι καλλιτεχνικές αυτές αναφορές, όπως προηγούµενα έχουµε επισηµάνει στο 3 ο και 6 ο κεφάλαιο, δεν παραπέµπουν απλά σε εικονιστικές επιλογές και κριτήρια αισθητικά. Υποδεικνύουν, πολύ ουσιαστικότερα µε τρόπο πολιτικό, τη συσχέτιση των νεότερων Δυτικών κοινωνιών µε σηµαντικά παλαιότερα πολιτικά πρότυπα, µε τα πρότυπα της αρχαίας Ελληνικής και της αρχαίας Ρωµαϊκής δηµοκρατίας, προς το οποίο στρέφεται η ανερχόµενη αστική τάξη των Ευρωπαϊκών κατ αρχάς και Δυτικών, ευρύτερα, κοινωνιών. Η στάση αυτή, εµφανής ήδη από στην Ιταλική Φλωρεντία των Μεδίκων, αποκτά τη θριαµβική εκδοχή της µε τον επαναστατικό νεοκλασικισµό του τέλους του 18 ου αιώνα, στον ιστορικό περίγυρο της Γαλλικής επανάστασης. Στο πλαίσιο αυτό, της πολιτιστικής και πολιτικής εµβληµατικής παρουσίας, η αναφορά στο ελληνικό αρχαίο τοπίο θα αναλάβει να αποδώσει συµβολικά την εικόνα του ευγενούς τόπου κοινωνικής ευτυχίας, την εξιδανικευµένη Αρκαδία των νεότερων Δυτικών πολιτικών υποσχέσεων. Αυτήν την σηµαντικότατη για τη συγκρότηση του νεότερου πολιτισµού αναφορά θα άξιζε να σχολιάσει η σύγχρονη ελληνική σκέψη, αντιµετωπίζοντας την όχι απλά ως «εξαγώγιµο» είδος προσέγγισης περιηγητών αλλά ως αντικείµενο κριτικού διαλόγου. Κριτήριο αξιολόγησης 8.2 Πως αναπτύσσεται στις νεότερες Δυτικές κοινωνίες το ροµαντικό ενδιαφέρον για τον λαϊκό πολιτισµό και την παράδοση; Με ποιόν τρόπο το ενδιαφέρον αυτό συνδέεται µε την αναφορά στο τοπίο; Ποια είναι η πολιτική σηµασία της αναφοράς στα ιδιαίτερα «εθνικά» χαρακτηριστικά του τοπίου; Απάντηση/Λύση Μπορούµε να συσχετίσουµε το ενδιαφέρον για τον λαϊκό πολιτισµό και την παράδοση µε την απαίτηση αυτογνωσίας των Δυτικών κοινωνιών σε πολιτισµικό εύρος «αποκεντρωµένο», πέρα από την κεντρικά συγκροτηµένη πολιτιστική παραγωγή. Αλλά η απαίτηση αυτή συνδέεται επίσης µε την αναζήτηση της «αυθεντικής» ταυτότητάς τους, αυτής που θα µπορούσαν να διεκδικήσουν ανεξάρτητα από την επιβολή εισαγόµενων παραδειγµάτων. Για τις γερµανικές ιδιαίτερα εθνότητες του 18 ου αιώνα, µια ανάλογη διεκδίκηση ιδιαίτερης πολιτισµικής ταυτότητας, σε αντίθεση µε τα κλασικιστικά πρότυπα που συνδέονταν µε την πολιτιστική και πολιτική κυριαρχία άλλων Ευρωπαϊκών κρατών, εµφάνιζε µε έµφαση χαρακτηριστικά πολιτικής αντίρρησης προς τις διεθνιστικές διαθέσεις του Διαφωτισµού. Χαρακτηριστικά ροµαντικού ενδιαφέροντος για τη συγκρότηση µιας τοπικιστικής πολιτισµικής φυσιογνωµίας η οποία, εκ των πραγµάτων, αναζητούσε την υποστήριξη της «µητέρας γης», την υποστήριξη ενός γηγενούς τοπίου αναφοράς από το οποίο ο λαϊκός πολιτισµός, η παράδοση των προβιοµηχανικών αγροτικών κοινωνιών «κατά φύσιν» εκφύεται. Με την προηγούµενη περιγραφή έχουµε ήδη προσεγγίσει τη γέννηση ιδεολογηµάτων, συσχετισµένων µε την υποστήριξη της «εθνικής» ταυτότητας, µε την υπόδειξη ή την επινόησή της. Συσχετισµένη η εθνική αυτή ταυτότητα µε τη διεκδίκηση του εθνικού εδάφους είναι αναµενόµενο να διεκδικεί επίσης την ιδιαιτερότητα του εθνικού τοπίου που οφείλει να διαθέτει, όπως και η παράδοση και ο λαϊκός πολιτισµός των εθνικών οµάδων, αυθεντικά, ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Πρόκειται προφανώς για την κατασκευή µιας τοπιακής και πολιτισµικής καθαρότητας, υποχρεωµένης να παραποιήσει για λόγους πολιτικής σκοπιµότητας αυτό που συνήθως ισχύει. Τη συνέχεια των τοπιακών χαρακτηριστικών, όπως και τη συνέχεια των

πολιτισµικών χαρακτηριστικών, ανάµεσα σε γειτονικές γεωγραφικά περιοχές κρατών ή ανάµεσα σε γειτονικές πολιτισµικές κοινότητες µε διαφορετικές διεκδικήσεις. Κριτήριο αξιολόγησης 8.3 Πως κρίνετε τη συσχέτιση της αναφοράς στο Ελληνικό Τοπίο στο πλαίσιο της συσχέτισης µε τον λαϊκό πολιτισµό και την παράδοση; Με ποιόν τρόπο η αναφορά αυτή εξοβέλισε ή συνυπήρξε µε την αναφορά στο αρχαίο Ελληνικό Τοπίο; Απάντηση/Λύση Η τελευταία εικόνα του κεφαλαίου, το χαρακτικό Γερµανού Kolbe (Ε.8.5.), όπως και η αντιπαράθεση των δυο πινάκων του Νικηφόρου Λύτρα προηγούµενα (εικόνες Ε.8.2. και Ε.8.3.), αποδεικνύουν τη συνύπαρξη των ροµαντικών τάσεων µε το ενδιαφέρον για την ελληνική αρχαιότητα και το ελληνικό Τοπίο που εµµένουν. Μπορούµε να παραβάλουµε αυτήν τη συνύπαρξη µε τον διαρκή συσχετισµό, ήδη από τον 18 ο αιώνα, ανάµεσα στην πολιτιστική παραγωγή και τις πολιτικές υποδείξεις του Διαφωτισµού και στις ροµαντικές αντιρρήσεις οι οποίες εντέλει συνυφαίνονται και επιβιώνουν µαζί τους, στη συνέχεια της Δυτικής ιστορίας έως και τις ηµέρες µας. Πρόκειται για το ίδιο κράµα ροµαντικής, συχνά οριενταλιστικής διάθεσης αφενός και σεβασµού στο πολιτιστικό και πολιτικό παράδειγµα της ελληνικής αρχαιότητας αφετέρου το οποίο θα οδηγήσει τους Δυτικούς φιλέλληνες να στρατευθούν στο πλευρό της ελληνικής επανάστασης. Ώστε η επιρροή του πολιτιστικού και πολιτικού συµβολισµού του κλασικισµού, όπως και της αναφοράς στο Ελληνικό Τοπίο, υπήρξαν τόσο καθοριστικές για τη συγκρότηση των νεότερων Δυτικών κοινωνιών, ώστε να διατηρήσουν την ισχύ τους, παρά τη ροµαντική αντίρρηση ή τους νεωτερικούς τους αντιπάλους.