Ετήσιο Διαπανεπιστημιακό Διαδικτυακό Σεμινάριο 2013-2014. για την



Σχετικά έγγραφα
Η αναγκαιότητα της αξιοποίησης των στρατηγικών εκμάθησης και διδασκαλίας του λεξιλογίου στον τομέα της ελληνικής ως δεύτερης/ξένης γλώσσας

Δραστηριότητες γραμματισμού: Σχεδιασμός

Εισαγωγή στη Γλωσσολογία Ι

Ναπολέων Μήτσης: Αποσπάσματα κειμένων για τη σχέση γλώσσας και πολιτισμού

Γνωστικό αντικείμενο: Ελληνικά. ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ: Ομάδα Εργασίας Ελληνικών (Δημοτική Εκπαίδευση)

Μέθοδος-Προσέγγιση- Διδακτικός σχεδιασμός. A. Xατζηδάκη, Π.Τ.Δ.Ε. Παν/μιο Κρήτης

ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟΣ ΕΤΗΣΙΟΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ Α ΤΑΞΗ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

Η εκμάθηση μιας δεύτερης/ξένης γλώσσας. Ασπασία Χατζηδάκη, Επ. Καθηγήτρια Π.Τ.Δ.Ε

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΗΡΙΑ «ΝΕΑ ΠΑΙΔΕΙΑ» Τομέας Νέων Ελληνικών

Ηλιοπούλου Κωνσταντίνα

Διδακτική Γλωσσικών Μαθημάτων (ΚΠΒ307)

Δ Φάση Επιμόρφωσης. Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού Παιδαγωγικό Ινστιτούτο Γραφείο Διαμόρφωσης Αναλυτικών Προγραμμάτων. 15 Δεκεμβρίου 2010

Η γλώσσα ως σύστημα και ως χρήση. Ασπασία Χατζηδάκη, Επίκουρη καθηγήτρια ΠΤΔΕ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΓΑΛΛΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΓΑΛ 102 Προφορικός λόγος 6 ΓΑΛ 103 Γραπτός λόγος I 6 ΓΑΛ 170 e-french 6 ΓΑΛ Μάθημα περιορισμένης επιλογής 6

ΓΛΩΣΣΑ Γ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ. Πέτρος Κλιάπης 3η Περ. Ημαθίας

Πρόγραμμα Επιμόρφωσης για τη Διδασκαλία της Νέας Ελληνικής Γλώσσας - Φάση Γ ( )

Καλές και κακές πρακτικές στη διδασκαλία της ελληνικής ως δεύτερης/ξένης γλώσσας. Άννα Ιορδανίδου ΠΤΔΕ Παν/μίου Πατρών

ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΓΛΩΣΣΙΚΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

Οι διδακτικές πρακτικές στην πρώτη τάξη του δημοτικού σχολείου. Προκλήσεις για την προώθηση του κριτικού γραμματισμού.

Φωνολογική Ανάπτυξη και Διαταραχές

ヤ Διδασκαλία της Γλώσσας στις τάξεις Γ & Δ

ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΘΕΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΡΑΞΗ ΙΩΑΝΝΑ ΚΟΥΜΗ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2016

Η διαπολιτισμική διάσταση των φιλολογικών βιβλίων του Γυμνασίου: διδακτικές προσεγγίσεις

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΜΕΡΟΣ Ι ΣΤΑΘΜΟΙ ΚΑΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΚΑΘΙΕΡΩΣΗ ΚΑΙ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΣΤΗ ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Για την εξέταση των Αρχαίων Ελληνικών ως μαθήματος Προσανατολισμού, ισχύουν τα εξής:

Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών Π.Τ.Δ.Ε. Παν/μίου Κρήτης «Επιστήμες Αγωγής»

Νέες μέθοδοι-ορολογία. Μετά την. επικοινωνιακή προσέγγιση: η παιδαγωγική των κειμενικών ειδών. Κειμενικά είδη για διδακτική χρήση.

Δοκίμιο Τελικής Αξιολόγησης

Δημοτικό Σχολείο Λεμεσού Ι (ΚΑ) Έρευνα Δράσης Βελτίωση Ορθογραφίας Μαθητών

Οδηγίες διδασκαλίας για τη Νέα Ελληνική Γλώσσα Α και Β τάξεις Ημερήσιου ΓΕΛ Α Β Γ τάξεις Εσπερινού ΓΕΛ

ΚΟΛΛΕΓΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Σχολικό έτος: ΤΜΗΜΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Γ. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΤΑΞΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η στοχοθεσία της Ελληνικής ως δεύτερης και ως ξένης γλώσσας. Α. Χατζηδάκη, Επ. Καθηγήτρια Π.Τ.Δ.Ε. Παν/μίου Κρήτης

Η ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ

Στόχοι και κατευθύνσεις στη διαπολιτισμική εκπαίδευση

Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΛΕΞΙΛΟΓΙΟΥ ΣΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

ΑΡΗΣ ΑΣΛΑΝΙΔΗΣ Φυσικός, M.Ed. Εκπαιδευτικός-Συγγραφέας

Γραμματισμός στο νηπιαγωγείο. Μαρία Παπαδοπούλου

Οδηγίες Συγγραφής και Μορφοποίησης Κειμένου

Εφαρμογές πρακτικών της παιδαγωγικής του γραμματισμού και των πολυγραμματισμών. Άννα Φτερνιάτη Επίκουρη Καθηγήτρια ΠΤΔΕ Παν/μίου Πατρών

Βασικά ερωτήματα- άξονες σχεδιασμού της διδ/λίας (α)

Το μάθημα των Νέων Ελληνικών στα ΕΠΑΛ: Ζητήματα διδασκαλίας και αξιολόγησης. Βενετία Μπαλτά & Μαρία Νέζη Σχολικές Σύμβουλοι Φιλολόγων 5/10/2016

Οδηγίες Συγγραφής και Μορφοποίησης Κειμένου

Πολυτροπικότητα και διδασκαλία των ξένων γλωσσών στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση

ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ (ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ) ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΚΑΙ ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΟΔΗΓΙΕΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ. Μαρία Νέζη Σχολική Σύμβουλος Πειραιά

ΥΛΗ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 2007 ΥΠΟΨΗΦΙΩΝ ΥΠΟΤΡΟΦΩΝ ΚΑΘΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΑΤΑΛΑ Α ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ

H γλώσσα θεωρείται ιδιαίτερο σύστηµα,

Προσχολική Παιδαγωγική Ενότητα 8: Σχεδιασμός Ημερησίων Προγραμμάτων

Χρήστος Μαναριώτης Σχολικός Σύμβουλος 4 ης Περιφέρειας Ν. Αχαϊας Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΣΚΕΦΤΟΜΑΙ ΚΑΙ ΓΡΑΦΩ ΣΤΗΝ Α ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ

Σχολικοί Σύµβουλοι Π.Ε.

2. ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΕΝΓ

Ψηφίδες για τη Νεοελληνική Γλώσσα

Πρόταση Διδασκαλίας. Ενότητα: Γ Γυμνασίου. Θέμα: Δραστηριότητες Παραγωγής Λόγου Διάρκεια: Μία διδακτική περίοδος. Α: Στόχοι. Οι μαθητές/ τριες:

ΘΕΜΑΤΑ ΓΙΑ ΑΣΕΠ ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ

Η ρηματική όψη στη διδασκαλία της ελληνικής ως δεύτερης/ξένης γλώσσας

Σταυρούλα Τσιπλάκου Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Ελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου

ΚΟΛΛΕΓΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Σχολικό έτος: ΤΜΗΜΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ. Προτεινόμενος Προγραμματισμός κατά ενότητα

ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ

Διδάσκοντας την ελληνική ως δεύτερη γλώσσα στη Δημοτική Εκπαίδευση

Η ΜΕΣΩ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ Φρειδερίκη ΜΠΑΤΣΑΛΙΑ Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Ελένη ΣΕΛΛΑ Ιόνιο Πανεπιστήμιο, Κέρκυρα

Στάδια Ανάπτυξης Λόγου και Οµιλίας

ΟΛΟΗΜΕΡΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΔΙΑΚΟΓΕΩΡΓΙΟΥ ΑΡΧΟΝΤΟΥΛΑ ΣΧΟΛΙΚΗ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ 2 ΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΠΕΡΦΕΡΕΙΑΣ ΣΑΜΟΥ

Διδασκαλία της Νεοελληνικής Γλώσσας

Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ «ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ»

ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ. Και οι απαντήσεις τους

Ο Γραπτός λόγος στο Νηπιαγωγείο

Αναπτυξιακά ορόσημα λόγου

Περιληπτικά, τα βήματα που ακολουθούμε γενικά είναι τα εξής:

Συµφωνία Επιχορήγησης No: / Έργο No BG-2008-KA2-KA2MP

ΣΥΝΕΔΡΙΟ Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΣΤΗ ΛΑΤΙΝΙΚΗ ΑΜΕΡΙΚΗ ΜΟΝΤΕΒΙΔΕΟ Οκτωβρίου 2009

Η γλωσσική ανάπτυξη των παιδιών.

Φροντιστήρια "ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ" 1. Οδηγίες για την αξιολόγηση των φιλολογικών μαθημάτων στο Γυμνάσιο

Διδακτική της Λογοτεχνίας

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ

Ο 19ος αιώνας Είδαμε ότι πρώτοι ιστορικο-συγκριτικοί επιστήμονες είχαν στόχο να εξηγήσουν τις ομοιότητες που παρατηρούσαν ανάμεσα στις γλώσσες. Είδαμε

Διδακτική Εννοιών τη Φυσικής για την Προσχολική Ηλικία

Τίτλος Στόχοι Χώρος αίθουσα. Γλωσσική Διδασκαλία

ヤ Διδασκαλία της Γλώσσας στη Δ τάξη

8. Η γλώσσα ως κώδικας επικοινωνίας

Ομάδα στόχος Τίτλος Στόχοι Χώρος αίθουσα. Γλωσσική Διδασκαλία

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΟΥ ΕΤΟΥΣ *

Διδασκαλία της Νέας Ελληνικής Γλώσσας Γενική Ενημέρωση

Διάγραμμα Μαθήματος. Σελίδα1 5

Ο διάλογος στην εκπαίδευση. ΓΙΑΝΝΗΣ Ι. ΠΑΣΣΑΣ, MED ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΗΡΙΑ «ΝΕΑ ΠΑΙΔΕΙΑ» 23 Οκτωβρίου Α. ΚΕΙΜΕΝΟ [Συνεργατική μάθηση]

Tα παράξενα και τα περίεργα στην απεραντοσύνη του Σύμπαντος και η Αστροφυσική προσέγγισή τους

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΕΧΤΕΛΙΔΗΣ, ΥΒΟΝ ΚΟΣΜΑ

AΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ

Τα Διδακτικά Σενάρια και οι Προδιαγραφές τους. του Σταύρου Κοκκαλίδη. Μαθηματικού

ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ Ε. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ

Σωφρόνης Χατζησαββίδης. Οι σύγχρονες κριτικές γλωσσοδιδακτικές προσεγγίσεις στη διδασκαλία της γλώσσας ως δεύτερης και ξένης

Πολυπολιτισμικότητα και Εκπαίδευση

Σχετικά με τη διδακτική προσέγγιση του γλωσσικού δανεισμού

Η προσέγγιση του γραπτού λόγου και η γραφή. Χ.Δαφέρμου

ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΣΑΒΒΑΤΟ 1 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2017 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ


Πιστοποίηση επάρκειας της ελληνομάθειας. Οδηγίες για την ανάπτυξη εξεταστικών ερωτημάτων

Στόχοι Συνάντησης. Λευκή Κουρέα & Έλενα Αγαπίου Πανεπιστήμιο Κύπρου Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού 10/23/16

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

Transcript:

Ετήσιο Διαπανεπιστημιακό Διαδικτυακό Σεμινάριο 2013-2014 για την απόκτηση Επάρκειας και Ετοιμότητας στη Διδακτική και τη διδασκαλία της Ελληνικής ως δεύτερης ή ξένης γλώσσας ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ Επιστημονικός Υπεύθυνος: Παντελής Γεωργογιάννης Καθηγητής Πανεπιστημίου

Περιεχόμενα Διδακτική και Διδασκαλία της γλώσσας 5 Το λεξιλόγιο και η γραμματική ως εκφάνσεις του γλωσσικού συστήματος: λειτουργικές διαφοροποιήσεις και διδακτικές συνέπειες 7 Ναπολέων Μήτσης 7 Ταξινόμηση και λειτουργία των χρονικών επιρρηματικών της νέας ελληνικής 15 Vounchev Boris 15 «Εμείς», «κάτι άτομα περίεργα» και η γυναίκα του Ιουστινιανού Διδάσκοντας ελληνικά σε ενήλικους μετανάστες 23 Σιμόπουλος Γιώργος - Μάγος Κωνσταντίνος 23 Οι στρατηγικές εκμάθησης του λεξιλογίου στον τομέα της Ελληνικής ως δεύτερης ή ξένης γλώσσας και η συμβολή τους στην αποτελεσματική επίτευξη των διδακτικών στόχων 32 Μαρία Παραδιά 32 Διγλωσσία 41 Μορφές διγλωσσίας 43 Γεωργογιάννης Παντελής - Κουνέλη Βασιλική 43 Εναλλαγή Κωδίκων στους δίγλωσσους ομιλητές. Πλούτος ή γλωσσική Πενία; 55 Κυπριανού Δέσπω 55 Η Εναλλαγή Κωδίκων: Μια ερευνητική προσέγγιση. 61 Κυπριανού Δέσπω 61 Καταγραφή των στρατηγικών προφορικού λόγου που χρησιμοποιούνται από δίγλωσσους μαθητές στη δεύτερη γλώσσα 73 Παπαδόπουλος Στέφανος-Παναγιώτης Γρίβα Ελένη 73 Tα συνηθέστερα λάθη μεταφοράς των φυσικών ομιλητών της Ελληνικής που διδάσκονται την Ιταλική στην Ελλάδα, απόρροια της έντονης παρέμβασης της μητρικής τους γλώσσας και το φαινόμενο του λειτουργικού αναλφαβητισμού 83 Δρακούλη Αθανασία - Μηλιώνη-Bertinelli Γεωργία 83 Η αντίληψη για τον άνθρωπο στις στερεότυπες παρομοιώσεις με πάγιο συστατικό το ζώο στη νεοελληνική και στη βουλγαρική γλώσσα 95 Galina Bruseva Mariyana Kartalova 95 Διδακτικό υλικό για τη διδασκαλία της ελληνικής ως δεύτερης ή ξένης γλώσσας 105 Η διδασκαλία της Ελληνικής ως Δεύτερης γλώσσας στη Διασπορά: το εγχειρίδιο Βήματα Μπροστά 3 107 Χατζηδάκη Ασπασία 107 «Καθρέφτες και παράθυρα, γέφυρες και σταυροδρόμια»: Κριτήρια αξιολόγησης εκπαιδευτικού υλικού ως προς τη διαπολιτισμική του διάσταση 116 Κώστας Μάγος 116 Διερεύνηση και δυνατότητες αξιοποίησης του σχολικού βιβλίου της Νεοελληνικής Γλώσσας Α Γυμνασίου με διαπολιτισμική οπτική 125 Βορβή Ιωάννα Δανιηλίδου Ευγενία 125 Αξιολόγηση διδακτικού υλικού για τη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας ως δεύτερης ή ξένης. Η περίπτωση του βιβλίου της Γλώσσας Α Δημοτικού 135 Παρασκευάς Θ. Παρασκευάς 135

Αξιολόγηση διδακτικού υλικού για τη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας ως δεύτερης ή ξένης. Η περίπτωση του βιβλίου της Γλώσσας Β Δημοτικού 148 Παρασκευάς Παρασκευάς 148 Λογοτεχνία και διδασκαλία της ελληνικής ως δεύτερης ή ξένης γλώσσας 161 Διερεύνηση της διαπολιτισμικής διάστασης των «Κειμένων Νεοελληνικής Λογοτεχνίας της Β Γυμνασίου» για διδακτική αξιοποίηση. Μία πρόταση συνδυαστικής ανάγνωσης και διδασκαλίας 163 Βορβή Ιωάννα Δανιηλίδου Ευγενία 163 Η Νεοελληνική Ποίηση ως αφετηρία της διδασκαλίας της Ελληνικής ως ξένης γλώσσας _ 173 Villar Lecumberri Alicia 173 Η διδασκαλία της ελληνικής ως ξένης γλώσσας διαμέσου των τίτλων βιβλίων Ελλήνων συγγραφέων 185 Alicia Villar Lecumberri 185 Η διαμόρφωση ηθικής συνείδησης και η προσέγγιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο πλαίσιο του μαθήματος Ελληνική Γλώσσα-Λογοτεχνία:μελέτη περίπτωσης 192 Μπαμπάλης Θωμάς Κουτούβελα Χριστίνα 192 Η διαπολιτισμική διάσταση της λογοτεχνίας και η αξιοποίησή της στη διδασκαλία της ελληνικής ως ξένης γλώσσας σε ενηλίκους σπουδαστές 201 Μαρίνα Κοκκινίδου 201

Διδακτική και Διδασκαλία της γλώσσας

Το λεξιλόγιο και η γραμματική ως εκφάνσεις του γλωσσικού συστήματος: λειτουργικές διαφοροποιήσεις και διδακτικές συνέπειες 1 Περίληψη Ναπολέων Μήτσης Η διάκριση μεταξύ γλωσσικού συστήματος και γλωσσικής χρήσης αποτελεί μια από τις σημαντικότερες συνεισφορές της εφαρμοσμένης γλωσσολογίας, γιατί μας έδωσε τη δυνατότητα να αντιληφθούμε ότι το άπειρο των γλωσσικών χρήσεων ανάγεται τελικά σε ένα αυστηρά οργανωμένο όλο, δηλαδή σε ένα πεπερασμένο σύστημα που απαρτίζεται από γλωσσικά στοιχεία και κανόνες με τους οποίους συνδυάζονται τα στοιχεία αυτά προς την κατεύθυνση της ορθής γλωσσικής παραγωγής. Με την παρούσα εισήγησή μας επιχειρούμε να συμβάλουμε σε επαρκέστερη γνώση του γλωσσικού συστήματος εξετάζοντας τη σχέση μεταξύ των δυο τομέων που το απαρτίζουν, δηλαδή του λεξιλογίου και της γραμματικής. Summary The distinction between language system and language use is one of the most important contribution of applied linguistics as it has enabled us to conceive that the indefinite number of language uses is placed among a well structured whole, namely in a definite system consisting of language constructive elements and rules. These elements are combined under sets of rules resulting in correct language production. This presentation aims at acquiring a fuller understanding of the language system by examining the relationship between the two areas that construct it, that is vocabulary and grammar. 1. Εισαγωγή Είναι γνωστό ότι στο πλαίσιο της παραδοσιακής αντίληψης, η γνώση μιας γλώσσας ταυτίζονταν απόλυτα με τη γνώση της γραμματικής της και ειδικότερα με μια εντελώς τυπική και μηχανική γνώση των μερών του λόγου, των κλιτικών πινάκων, των μορφολογικών και φωνητικών κανόνων με τις αναγκαίες εξαιρέσεις τους και, γενικά, με τη μηχανική μάθηση και την αποστήθιση όλων εκείνων των στοιχείων που αποτελούσαν αντικείμενο της γραμματικής ανάλυσης 2,3,4,5. Συμπερασματικά, η γνώση της γραμματικής συνιστούσε στο πλαίσιο της παραδοσιακής αντίληψης αυτοσκοπό και όχι μέσο για δημιουργική κατάκτηση της γλώσσας. Υπ αυτές τις συνθήκες, ήταν φυσικό το λεξιλόγιο όχι απλώς να υποβαθμίζεται αλλά να μετατρέπεται σε μέσον, αφού ο ρόλος του ήταν απλώς να υπηρετεί τη γραμματική προσφέροντάς της την απαιτούμενη πρώτη ύλη για τη δημιουργία των παραδειγμάτων και την επιβεβαίωση των κανόνων και των εξαιρέσεών της. 1 Μήτσης, Ν. (2012), Το λεξιλόγιο και η γραμματική ως εκφάνσεις του γλωσσικού συστήματος: λειτουργικές διαφοροποιήσεις και διδακτικές συνέπειες. Στο: Π. Γεωργογιάννης (2012), Διαπολιτισμικότητα, Διοίκηση της Εκπαίδευσης και Οικονομική Κρίση στην Κοινωνία, το Σχολείο, την Οικογένεια και τα Ελληνικά ως Ξένη Γλώσσα, Τόμος Ι, Πρακτικά 15 ου Διεθνούς Συνεδρίου, Πάτρα 23-25 Νοεμβρίου 2012, σ.σ. 555-565. 2 Βλ. Μήτσης, Ν. (1995), Η διδασκαλία της Γραμματικής στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Αθήνα: Gutenberg. 3 Βλ. Μήτσης, Ν. (2004), Η διδασκαλία της γλώσσας υπό το πρίσμα της επικοινωνιακής προσέγγισης. Εισαγωγή στη θεωρία και τις τεχνικές του επικοινωνιακού μοντέλου. Αθήνα: Gutenberg. 4 Βλ. Μήτσης, Ν., Παραδιά, Μ., Μήτση, Α. (2012), Το λεξιλόγιο. Θεωρητική προσέγγιση και διδακτικές εφαρμογές. Αθήνα: Gutenberg. 5 Βλ. Παραδιά, Μ. - Μήτσης, Ν. (2011), Η διδασκαλία του λεξιλογίου στην ελληνική εκπαίδευση. Ιστορική αναδρομή και σύγχρονες εξελίξεις. Αθήνα: Gutenberg.

Η ταχύτατη όμως πρόοδος της γλωσσικής επιστήμης, που συντελέστηκε κυρίως κατά τις τρεις τελευταίες δεκαετίες, και η συνακόλουθη δημιουργία του κλάδου της εφαρμοσμένης γλωσσολογίας οδήγησε σταδιακά στην αποκάλυψη της τεράστιας σημασίας και της αξίας του λεξιλογίου το οποίο, πολύ πρόσφατα, άρχισε να αναγνωρίζεται ως ανεξάρτητος τομέας της γλώσσας. Το πρόβλημα όμως που τίθεται σήμερα είναι ο ακριβής καθορισμός των σχέσεων, των ορίων αλλά και των λειτουργιών που αναλαμβάνουν στο πλαίσιο του γλωσσικού συστήματος η γραμματική και το λεξιλόγιο, ώστε να καταστεί περισσότερο συγκεκριμένη αλλά και πιο αποτελεσματική η διδακτική μας παρέμβαση στο γλωσσικό μάθημα 6,7. Για να αντιληφθούμε όμως βαθύτερα τη σχέση των δυο τομέων του γλωσσικού συστήματος και να αποτιμήσουμε επακριβώς τη λειτουργία και τη δυναμική τους, πρέπει προηγουμένως να μελετήσουμε τη γλώσσα ως γενικό φαινόμενο. 2. Η γλώσσα ως γενικό φαινόμενο Η γλώσσα, ως γενικό φαινόμενο, διαθέτει δύο διαστάσεις: τη συνταγματική και την παραδειγματική. Η συνταγματική διάσταση, δηλαδή η διαδοχική παράθεση γλωσσικών στοιχείων για τη δημιουργία μηνυμάτων που συνιστά και τη μόνη ορατή πλευρά της, απαρτίζεται από τέσσερις επιμέρους δεξιότητες (ακρόαση, ομιλία, ανάγνωση και γραφή) οι οποίες, στην εφαρμοσμένη γλωσσολογία, χαρακτηρίζονται συνολικά ως γλωσσική χρήση 8. Η συνταγματική όμως διάσταση της γλώσσας δεν προκύπτει εκ του μηδενός αλλά στηρίζεται στη δυνατότητα επιλογής και ανάκλησης συγκεκριμένων γλωσσικών στοιχείων τα οποία το άτομο/χρήστης αντλεί από κάποιο ευρύτερο σύνολο που έχει αποθηκεύσει στη μνήμη του και τα οποία είναι σε θέση να διευθετεί κατάλληλα, κάθε φορά που προκύπτει η ανάλογη ανάγκη για επικοινωνία. Η εσωτερική αυτή αποθήκευση στοιχείων, που συνιστά και τη λεγόμενη παραδειγματική διάσταση της γλώσσας, θεωρούμε σήμερα ότι χαρακτηρίζεται από πολύπλοκη και άκρως συστηματική οργάνωση, γεγονός που αποδεικνύεται αυτόματα από την ευκολία των ομιλητών να ανασύρουν, σε κλάσματα του δευτερολέπτου, τα ποικίλα γλωσσικά στοιχεία με τα οποία συντίθενται τα μηνύματα 9. Η παραδειγματική διάσταση της γλώσσας, δηλαδή η εσωτερική συστηματική οργάνωση των γλωσσικών στοιχείων, συμπίπτει με αυτό που αποκαλούμε γενικά γλωσσικό σύστημα και, σε αντίθεση με τη συνταγματική διάσταση, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως η αόρατη, δηλαδή, η μη αισθητή πλευρά της γλώσσας, αφού δεν είναι άμεσα προσεγγίσιμη αλλά πραγματώνεται και γίνεται αντιληπτή στους άλλους αποκλειστικά μέσω της γλωσσικής χρήσης 10. Αυτό όμως σημαίνει ότι η γλωσσική χρήση προϋποθέτει την κατοχή του αντίστοιχου συστήματος, ότι δηλαδή η δυνατότητα χειρισμού μιας γλώσσας σε πρακτικό επίπεδο προκύπτει πρωτίστως ως αποτέλεσμα της εσωτερίκευσης του συστηματικού της μηχανισμού., δηλαδή της κατάκτησης μιας σειράς στοιχείων και αρχών που σχετίζονται με τη μορφή, το περιεχόμενο και τις δομές του συγκεκριμένου κώδικα, πράγματα τα οποία συνιστούν τη λεγόμενη γλωσσική ικανότητα των ομιλητών. Με λίγα λόγια, μεταξύ γλωσσικού συστήματος και γλωσσικής χρήσης υπάρχει μια άμεση ανταπόκριση, μια διαλεκτική σχέση, στο πλαίσιο της οποίας ο καθένας από τους δύο αυτούς τομείς επηρεάζει και επηρεάζεται, τροφοδοτεί και τροφοδοτείται συνεχώς από τον άλλον, με αποτέλεσμα τη συνεχή διεύρυνση της γλωσσικής κατάκτησης. 6 Βλ. Μήτσης, Ν. (2009), Η λέξη στη σύγχρονη γλωσσική έρευνα και διδακτική πρακτική. Επανεκτιμώντας τον ρόλο του λεξιλογίου στον τομέα της Ελληνικής ως δεύτερης ή ξένης γλώσσας. Πρακτικά Πανελληνίου Συνεδρίου για τη διδασκαλία της Ελληνικής γλώσσας ως πρώτης / μητρικής, δεύτερης / ξένης. Πανεπιστήμιο Δυτ. Μακεδονίας, Τμήμα Νηπιαγωγών, Φλώρινα. 7 Βλ. Μήτσης, Ν., Παραδιά, Μ., Μήτση, Α. (2012), Το λεξιλόγιο. Θεωρητική προσέγγιση και διδακτικές εφαρμογές. Αθήνα: Gutenberg. 8 Βλ. Μήτσης, Ν. (2004), Η διδασκαλία της γλώσσας υπό το πρίσμα της επικοινωνιακής προσέγγισης. Εισαγωγή στη θεωρία και τις τεχνικές του επικοινωνιακού μοντέλου. Αθήνα: Gutenberg. 9 Βλ. Μπαμπινιώτης, Γ. (1998), Θεωρητική γλωσσολογία. Εισαγωγή στη σύγχρονη γλωσσολογία. Αθήνα. 10 Βλ. Μήτσης, Ν. (2004), Η διδασκαλία της γλώσσας υπό το πρίσμα της επικοινωνιακής προσέγγισης. Εισαγωγή στη θεωρία και τις τεχνικές του επικοινωνιακού μοντέλου. Αθήνα: Gutenberg.

3. Το γλωσσικό σύστημα και τα σχετικά προβλήματα Συνοψίζοντας, θα λέγαμε ότι πίσω από τη γλωσσική πολυμορφία, την ποικιλία και το άπειρο των χρήσεων υπάρχει ένα σύστημα, ένα αυστηρά οργανωμένο όλο, ένας κώδικας. Ο κώδικας αυτός αποτελείται από στοιχεία και από συνδυαστικούς κανόνες με τους οποίους δομούνται τα στοιχεία αυτά για να απαρτίσουν μηνύματα, για να παραχθεί δηλαδή λόγος. Αυτό λοιπόν το οργανωμένο σύστημα αρχών στο οποίο στηρίζεται και βάσει του οποίου λειτουργεί και παράγεται το γλωσσικό φαινόμενο, απαρτίζεται, σύμφωνα με την τρέχουσα επιστημονική αντίληψη, από δυο τομείς: το λεξιλόγιο και τη γραμματική. Κατά συνέπειαν, το λεξιλόγιο το οποίο στο παρελθόν είχε υποτιμηθεί και εθεωρείτο ένας απλός κατάλογος λέξεων, αποτελεί σήμερα έναν από τους δυο τομείς του γλωσσικού συστήματος στο πλαίσιο του οποίου συνυπάρχει και συλλειτουργεί με τον τομέα της γραμματικής, που κάλυπτε παραδοσιακά ολόκληρη την παραδειγματική διάσταση της γλώσσας. Το γεγονός αυτό δημιουργεί μια σειρά ερωτημάτων τα οποία πρέπει να μας απασχολήσουν, πριν προβούμε σε ουσιαστική μελέτη της συνύπαρξης λεξιλογίου και γραμματικής. Τα κυριότερα από τα ερωτήματα αυτά είναι τα ακόλουθα: ποια είναι η σχέση μεταξύ λεξιλογίου και γραμματικής, δηλαδή, μεταξύ των δυο τομέων που συναπαρτίζουν το γλωσσικό σύστημα και σε ποιο βαθμό και με ποιο τρόπο καθένας από τους τομείς αυτούς επηρεάζει και επηρεάζεται από τον άλλον; πόσο διαφοροποιούνται οι εν λόγω τομείς και πώς ορίζονται σήμερα τα μεταξύ τους όρια; υπάρχει κάποιος από τους δυο αυτούς τομείς που διαθέτει το προβάδισμα έναντι του άλλου (που προηγείται, δηλαδή, χρονικά, ιεραρχικά και αξιολογικά στο σύστημα της γλώσσας) ή μήπως είναι ισοδύναμοι και λειτουργούν ταυτόχρονα; ποια είναι η σχέση του λεξιλογίου τόσο με τη γλωσσική χρήση, όσο και με το φαινόμενο της γλώσσας γενικότερα; Στα ερωτήματα αυτά θα επιχειρήσουμε να δώσουμε μια πρώτη απάντηση με βάση τα δεδομένα της γλωσσικής επιστήμης και ιδιαίτερα της εφαρμοσμένης γλωσσολογίας των ημερών μας. 4. Το λεξιλόγιο και η γραμματική ως τομείς του γλωσσικού συστήματος: λειτουργικές σχέσεις, ομοιότητες και διαφορές Επιχειρώντας μια βαθύτερη ανάλυση του γλωσσικού συστήματος διαπιστώνουμε ότι τόσο η γραμματική, όσο και το λεξιλόγιο έχουν ως βασική μονάδα τη λέξη, γεγονός που καταδεικνύει ότι πρόκειται για στοιχείο που διαθέτει διπλή όψη, που χαρακτηρίζεται από φυσική διφυΐα, αφού μετέχει ταυτόχρονα και με διαφορετικό τρόπο στα δυο βασικά επίπεδα του γλωσσικού συστήματος που αντιπροσωπεύουν οι παραπάνω τομείς, δηλαδή τόσο σε επίπεδο μορφής, όσο και σε επίπεδο περιεχομένου. Θα λέγαμε λοιπόν ότι στην προκειμένη περίπτωση η λέξη αντικατοπτρίζει τον πολύπλοκο, πολυσύνθετο και εν μέρει αντιφατικό χαρακτήρα του γλωσσικού φαινομένου που συνδυάζει, με αρμονικό τρόπο, μια σειρά αντιθέσεων όπως είναι ο περιορισμός και η ελευθερία, η κανονικότητα και η ανωμαλία, η αντικειμενική σχέση και η σύμβαση, η συστηματική οργάνωση και η διαβαθμισμένη ή χαλαρή εφαρμογή του συστήματος στην πράξη. Πιο συγκεκριμένα, η γλώσσα, ως μορφή, ανάγεται τελικά σε μια σειρά φωνημάτων και αντίστοιχων φθόγγων οι οποίοι, όταν συνδυαστούν κατάλληλα, δημιουργούν τα βασικά στοιχεία του γλωσσικού μηνύματος (λέξεις, φράσεις, προτάσεις κλπ.). Εξετάζοντας λοιπόν τη γλώσσα από πλευράς μορφής, θα λέγαμε ότι αποτελεί ένα κλειστό σύστημα, έναν γραμματικό μηχανισμό που διαθέτει αυτάρκεια και αυτονομία και έχει ως δομικό συστατικό τη λέξη. Η λέξη λοιπόν, ως στοιχείο της γραμματικής, χαρακτηρίζεται από φορά κεντρομόλο, δηλαδή κινείται προς το εσωτερικό της γλώσσας και λειτουργεί ως στοιχείο μορφής που εντάσσεται σε γραμματικές κατηγορίες και υποκατηγορίες. Πιο συγκεκριμένα, η λέξη: συνιστά από γραμματική άποψη βασική μονάδα που ανήκει σε ιδιαίτερη μορφολογική κατηγορία (μέρος του λόγου)

ακολουθεί με συνέπεια τους εσωτερικούς κανόνες του συγκεκριμένου υποσυστήματος (κλιτικές μορφές) υπακούει στις γενικές αρχές συνδυασμού των γλωσσικών στοιχείων στον συνταγματικό άξονα σε επίπεδο σύνταξης, ανεξάρτητα από την ταυτότητά τους και την εξωγλωσσική τους αναφορά Από την άποψη λοιπόν αυτή η λέξη αποτελεί μια μορφολογικά ευδιάκριτη, αυθύπαρκτη και εύκολα αναγνωρίσιμη γλωσσική οντότητα, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα την καθιέρωσή της ως βασικής μονάδας γραμματικής ανάλυσης και περιγραφής στο παραδοσιακό μοντέλο 11 12 13. Από το άλλο όμως μέρος η λέξη, πέρα από τη μορφή, διαθέτει και σημασία, δηλαδή αντιπροσωπεύει ή αναπαριστά φαινόμενα, αντικείμενα ή ομάδες αντικειμένων του εξωτερικού κόσμου, πράγμα που της προσδίδει τη διάσταση του περιεχομένου. Με την ιδιότητά της αυτή η λέξη χαρακτηρίζεται από φορά κεντρόφυγο, από μια τάση που την οδηγεί από το γλωσσικό σύστημα προς τον έξω κόσμο και τη συνδέει με το περιβάλλον και την εξωτερική πραγματικότητα 14. Στην περίπτωση αυτή, η λέξη χρησιμεύει ως μέσο δήλωσης ή αναφοράς με το οποίο οι ομιλητές χαρακτηρίζουν, ονομάζουν, συσχετίζουν, ομαδοποιούν και, γενικά, αναδιοργανώνουν, περιγράφουν και ταξινομούν τα δεδομένα του εξωτερικού κόσμου, βάζοντας σε τάξη το χάος των ερεθισμάτων με το οποίο έρχονται καθημερινά αντιμέτωποι. Με λίγα λόγια, η λέξη, ως στοιχείο του λεξιλογίου, είναι αυτή που συνδέει τις λεξικές μορφές με τις σημασίες/έννοιες καθιστώντας, με τον τρόπο αυτόν, δυνατή τη μορφοποίηση και μετάδοσή τους, άρα τη σύνδεση γλώσσας με τον εξωτερικό κόσμο καθώς και την επίτευξη επαρκούς επικοινωνίας μεταξύ των μελών της γλωσσικής κοινότητας. Το πρόβλημα όμως που προκύπτει είναι ότι το λεξιλόγιο δεν διαθέτει τη συστηματική υπόσταση και την αυστηρή εσωτερική οργάνωση τη γραμματικής, αφού το μεγαλύτερο μέρος των σχέσεων που αναπτύσσονται στο εσωτερικό του είναι αποτέλεσμα συμβάσεων, πράγμα που αποτέλεσε τη βασικότερη αιτία της περιθωριοποίησής του από την παραδοσιακή μέθοδο 15 16. Ο συμβατικός τρόπος οργάνωσης των λεξιλογικών σχέσεων καθιστά το λεξιλόγιο σύστημα ανοιχτό και προσδίδει στις λεξιλογικές σχέσεις χαρακτήρα απρόβλεπτο και ελάχιστα συστηματικό. Με λίγα λόγια, σε λεξιλογικό επίπεδο δεν μπορεί να λειτουργήσει η αρχή της αναλογίας που διέπει τη γραμματική, ούτε να διατυπωθούν κανόνες με γενικότερη ισχύ. Για παράδειγμα, η συνεκφορά μαύρη ζωή δεν έχει ως αντίθετη μια συνεκφορά του τύπου *άσπρη ζωή, αλλά τη συνεκφορά καλή/ευτυχισμένη/άνετη ζωή κλπ., πράγμα που καταδεικνύει ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν λειτουργεί η αρχή της αναλογίας. Από το άλλο μέρος, η συνεκφορά παίζω τον παπά σημαίνει λέω ψέματα ή εξαπατώ, ενώ η συνεκφορά τα κάνω θάλασσα σημαίνει αποτυγχάνω. Είναι προφανές ότι η σημασία παρόμοιων συνεκφορών, που χαρακτηρίζονται ως ιδιωτισμοί, έχει καθιερωθεί από τη γλωσσική κοινότητα συμβατικά, δηλαδή με αυθαίρετο τρόπο, πράγμα που απαιτεί την εκμάθηση και χρήση τους από τους ομιλητές ως μοναδικών περιπτώσεων, χωρίς δηλαδή αναγωγή σε ορισμένη αρχή ή κανόνα της γλώσσας 17. Συμπληρωματικά όμως, θα λέγαμε ότι οι λειτουργίες που επιτελούν οι λέξεις ως μέλη του λεξιλογικού τομέα, υλοποιούνται με μια σειρά τυπικών στοιχείων ή γλωσσικών μορφών που παρέχονται έτοιμες από τη γραμματική και αυτό ακριβώς αποτελεί το σημείο σύνδεσης των δυο 11 Βλ. Μότσιου, Β. (1994), Στοιχεία λεξικολογίας: Εισαγωγή στη νεοελληνική λεξικολογία. Αθήνα: Νεφέλη. 12 Βλ. Μπακάκου Ορφανού, Α. (2005), Η λέξη της Νέας Ελληνικής στο γλωσσικό σύστημα και στο κείμενο. Περιοδικό «Παρουσία», Παράρτημα 65. Αθήνα. 13 Βλ. Παραδιά, Μ. Μήτσης, Ν. (2011), Η διδασκαλία του λεξιλογίου στην ελληνική εκπαίδευση. Ιστορική αναδρομή και σύγχρονες εξελίξεις. Αθήνα: Gutenberg. 14 Βλ. Μήτσης, Ν., Παραδιά, Μ., Μήτση, Α. (2012), Το λεξιλόγιο. Θεωρητική προσέγγιση και διδακτικές εφαρμογές. Αθήνα: Gutenberg. 15 Βλ.Lewis, M. (1997), Implementing the lexical approach. Hove: Language Teaching Publications. 16 Βλ. Schmitt, N. - McCarthy, M. (1997) (eds), Vocabulary: Description, Acquisition and Pedagogy. Cambridge: Cambridge University Press. 17 Βλ. Μήτσης, Ν., Παραδιά, Μ., Μήτση, Α. (2012), Το λεξιλόγιο. Θεωρητική προσέγγιση και διδακτικές εφαρμογές. Αθήνα: Gutenberg.

τομέων του γλωσσικού συστήματος, δηλαδή του λεξιλογίου και της γραμματικής. Η γραμματική παρέχει στο λεξιλόγιο το απαιτούμενο υλικό, με το οποίο καθίσταται δυνατή η μορφοποίηση των νοημάτων και η δήλωση των εννοιών που πρόκειται να μεταβιβαστούν μέσω της γλώσσας. Επιχειρώντας τώρα μια σύγκριση της λειτουργίας των λέξεων σε καθέναν από τους παραπάνω τομείς του γλωσσικού συστήματος, θα λέγαμε ότι οι λέξεις από άποψη μορφής, ως στοιχεία δηλαδή του γραμματικού μηχανισμού, εντάσσονται σε ένα κλειστό σύστημα και ως εκ τούτου δεν παρέχουν στον ομιλητή τη δυνατότητα δημιουργικής παρέμβασης στη χρήση της γλώσσας, πράγμα που επιτυγχάνεται μόνο σε επίπεδο περιεχομένου 18. Στην περίπτωση δηλαδή της γραμματικής, ο ομιλητής δεν επιδρά δημιουργικά στο γλωσσικό υλικό ούτε το χειρίζεται με πρωτότυπο τρόπο, αλλά αναπαράγει μορφές και τύπους που προϋπάρχουν και των οποίων η χρήση είναι γι αυτόν σχεδόν υποχρεωτική. Με λίγα λόγια, τα τυπικά/μορφικά σχήματα της γλώσσας (που εκτείνονται σε όλα τα επίπεδα, πλην του σημασιολογικού) είναι εκ των προτέρων δεδομένα και η παρέμβασή του περιορίζεται απλώς στην επιλογή μιας από τις προϋπάρχουσες και προκαθορισμένες γραμματικές δομές, των οποίων το φάσμα είναι σημαντικά περιορισμένο. Το γεγονός δε ότι η γραμματική αποτελεί ένα καλά οργανωμένο, αυστηρό και κλειστό σύστημα, σε αντίθεση με το λεξιλόγιο που χαρακτηρίζεται από συμβατικότητα, χαλαρές σχέσεις και εξωστρέφεια, ενισχύεται και από μια σειρά άλλων διαπιστώσεων που σχετίζονται με τη υφή και τη λειτουργία των εν λόγω τομέων, οι κυριότερες από τις οποίες είναι οι ακόλουθες: Οι γραμματικές σχέσεις, λόγω της φύσης τους, είναι περιορισμένες, προβλέψιμες και, ως εκ τούτου, εύκολα περιγράψιμες. Αντίθετα, οι λεξιλογικές είναι ανοιχτές, απρόβλεπτες και, επομένως, δύσκολο έως αδύνατο να περιγραφούν. Οι γραμματικές σχέσεις έχουν χαρακτήρα τυπικό και αυτόνομο και, ως εκ τούτου, είναι εν μέρει ανεξάρτητες από το περιβάλλον (γλωσσικό και εξωγλωσσικό), σε αντίθεση με τις λεξιλογικές που προσλαμβάνουν το τελικό σημασιολογικό τους περιεχόμενο σε συνάρτηση με τα δεδομένα του περιβάλλοντος, τόσο του γλωσσικού, όσο και του εξωγλωσσικού. Οι γραμματικές σχέσεις διέπονται από αναλογία, συμμετρία και συστηματικότητα, ενώ οι λεξιλογικές είναι μη αναλογικές, ασύμμετρες και ελάχιστα συστηματικές, γεγονός που είχε ως συνέπεια και την υποβάθμιση και εν τέλει την περιθωριοποίησή τους στο πλαίσιο της παραδοσιακής μεθόδου. Η διαφορά μεταξύ γραμματικής και λεξιλογίου καθίσταται ιδιαίτερα εμφανής σε περιπτώσεις εμφάνισης λαθών, όπου το γραμματικό λάθος διαφοροποιείται απόλυτα από το λεξιλογικό/σημασιολογικό. Στις περιπτώσεις μάλιστα αυτές έχει διαπιστωθεί ότι η λανθασμένη χρήση μιας γραμματικής δομής δεν οδηγεί συνήθως σε διακοπή της επικοινωνίας, πράγμα που είναι σύνηθες σε περιπτώσεις λανθασμένης χρήσης των λεξιλογικών στοιχείων 19 20. Πιο συγκεκριμένα ένα λάθος του τύπου *του διεθνή αεροδρομίου ή του τύπου *οι μετοχές διαπραγματεύτηκαν στην χ τιμή οφείλεται σε παραβίαση κάποιου γραμματικού κανόνα και χαρακτηρίζεται ως γραμματικό λάθος. Αντίθετα, ορισμένες συνεκφορές από γραπτά ξένων φοιτητών μου που διδάσκονταν ως δεύτερη γλώσσα την Ελληνική, όπως π.χ. *τοξικό φίδι (προφανώς λανθασμένη επιλογή μεταξύ συνωνύμων αντί του δηλητηριώδες ή φαρμακερό), *βρήκε μια μαλακή δουλειά (και εδώ προφανώς αναλογικά προς τη συνεκφορά της Ελληνικής σκληρή δουλειά) παραβιάζουν λεξιλογικούς περιορισμούς της γλώσσας μας και από την άποψη αυτή χαρακτηρίζονται ως μη αποδεκτές, επειδή το γλωσσικό αίσθημα των φυσικών ομιλητών δεν τις αποδέχεται ως συνεκφορές της γλώσσας και τις απορρίπτει. Ωστόσο, από γραμματική άποψη, οι συνεκφορές αυτές είναι απόλυτα ορθές, αφού δεν έχει παραβιαστεί κανενός είδους γραμματικός κανόνας. 18 Βλ. Μότσιου, Β. (1994), Στοιχεία λεξικολογίας: Εισαγωγή στη νεοελληνική λεξικολογία. Αθήνα: Νεφέλη. 19 Βλ. Lewis, M. (ed) 2000, Teaching collocation. Further developments in the lexical approach. Heinle: Thomson. 20 Βλ. Μήτσης, Ν. (2009), Η λέξη στη σύγχρονη γλωσσική έρευνα και διδακτική πρακτική. Επανεκτιμώντας τον ρόλο του λεξιλογίου στον τομέα της Ελληνικής ως δεύτερης ή ξένης γλώσσας. Στο Πρακτικά Πανελληνίου Συνεδρίου για τη διδασκαλία της Ελληνικής γλώσσας ως πρώτης / μητρικής, δεύτερης / ξένης. Πανεπιστήμιο Δυτ. Μακεδονίας, Τμήμα Νηπιαγωγών, Φλώρινα. Hλ. διαθ.: http://linguistics.nured.uowm.gr/nimfeo2009/praktika/files/olomelia/mitsis. pdf.

Συγκεφαλαιώνοντας, θα λέγαμε ότι, παρά τις εμφανείς διαφορές τους, η γραμματική και το λεξιλόγιο αποτελούν όψεις ή εκφάνσεις του ενιαίου γλωσσικού φαινομένου, πράγμα που εκφράζεται με τρόπο ανάγλυφο στην περίπτωση της λέξης. Η διφυής φύση της λέξης, που της επιτρέπει να μετέχει ταυτόχρονα στον γραμματικό και στον λεξιλογικό τομέα, όχι μόνο αντανακλά αλλά και αντιπροσωπεύει απόλυτα τον πολύπλοκο, πολυσύνθετο και ταυτόχρονα ολιστικό χαρακτήρα της γλώσσας. 5. Διδακτικές συνέπειες Σύμφωνα με τα όσα εκθέσαμε μέχρι στιγμής, θεωρούμε ότι προκύπτουν κατ αρχάς τρεις βασικές διαπιστώσεις: Πρώτον, ότι το λεξιλόγιο δεν αποτελεί απλώς έναν κατάλογο λέξεων τις οποίες ο μαθητής πρέπει να αντιστοιχίσει με τα μεταφραστικά τους ισοδύναμα στον πρώτο κώδικα επικοινωνίας, αλλά συνιστά έναν πολύ σημαντικό και, ταυτόχρονα, πολύπλοκο και πολυσύνθετο τομέα. Δεύτερον, το λεξιλόγιο πρέπει να αυτονομηθεί και, σε σχέση με τη γραμματική, να αντιμετωπιστεί ως ξεχωριστός τομέας του γλωσσικού μαθήματος με ιδιαίτερες προβλέψεις σε επίπεδο προγραμμάτων σπουδών και με αντίστοιχες δραστηριότητες και εφαρμογές σε επίπεδο σχολικών εγχειριδίων και διδακτικής διαδικασίας. Τρίτον, από την προηγούμενη ανάλυση και παρουσίαση προκύπτει ότι η αναγκαιότητα μιας ανανεωμένης, αναβαθμισμένης και συστηματικής διδασκαλίας του είναι στην εποχή μας προφανής. Με βάση την οπτική αυτή θα επιχειρήσουμε στη συνέχεια να διατυπώσουμε ορισμένες διδακτικές αρχές που διαφοροποιούν τη διδασκαλία του λεξιλογίου από αυτήν της γραμματικής ελπίζοντας πως θα συμβάλουν σε αποτελεσματικότερη διδασκαλία του, άρα και σε επαρκέστερη και ταχύτερη εκμάθηση της Ελληνικής ως δεύτερης ή ξένης γλώσσας. Μια βασική αρχή που έχει ιδιαίτερη εφαρμογή στον τομέα του λεξιλογίου είναι ότι η μάθηση δεν συμβαδίζει και δεν ακολουθεί κατά γράμμα τη διδασκαλία, όπως συμβαίνει π.χ. με τη γραμματική. Πιο συγκεκριμένα, ενώ η μάθηση της γραμματικής είναι από τη φύση της συστηματική, γραμμική και προσθετική, η μάθηση του λεξιλογίου είναι ολιστική και πολύπλοκη και μη γραμμική. Αυτό λοιπόν σημαίνει, στην περίπτωση του λεξιλογίου, ότι η νέα λέξη δεν προστίθεται με μηχανικό τρόπο στις ήδη γνωστές αλλά ότι ενσωματώνεται κατά τρόπο που συμβάλλει σε αναδιοργάνωση της προηγούμενης εμπειρίας του υποκειμένου και σε αναδόμηση του όλου λεξιλογικού του συστήματος, όπως το έχει συγκροτήσει μέχρι τη στιγμή εκείνη, ή, τουλάχιστον, σημαντικού μέρους του. Με λίγα λόγια δεν είμαστε σε θέση να ελέγξουμε με απόλυτη λεπτομέρεια τι ακριβώς μαθαίνουν κάθε φορά οι μαθητές μας, πώς το μαθαίνουν, με ποια σειρά και με ποια ταχύτητα. Επειδή οι δυνατότητες διδασκαλίας του λεξιλογίου στην τάξη είναι, όπως ήδη επισημάναμε, χρονικά περιορισμένες, οι διδάσκοντες, πέρα από τις στρατηγικές που χρησιμοποιούν οι ίδιοι κατά τη διεξαγωγή του μαθήματος, πρέπει να ασκούν τους μαθητές στη χρήση και ειδικών στρατηγικών που θα τους βοηθούν, ώστε από μόνοι τους πλέον να συνεχίζουν την εκμάθηση νέων λέξεων και να βελτιώνουν το λεξιλόγιο που ήδη κατέχουν 21 22 23 24. Λαμβάνοντας υπόψη τον πολύπλοκο χαρακτήρα της λεξικής γνώσης, οι ειδικοί ερευνητές θεωρούν ότι η επαρκής γνώση μιας λέξης επιτυγχάνεται ύστερα από πολλαπλή επαφή μαζί της. Τα αποτελέσματα μάλιστα ορισμένων πρόσφατων ερευνών έδειξαν ότι η επαρκής γνώση μιας λέξης επιτυγχάνεται υπό την προϋπόθεση ότι το υποκείμενο θα τη συναντήσει κατά μέσο όρο 10 φορές και, όπως είναι φυσικό, σε ποικίλα περιβάλλοντα και υπό διαφορετικές κάθε φορά συνθήκες 25. Η διαπίστωση αυτή σημαίνει ότι ο διδάσκων, πέρα από την επιλογή των νέων λέξεων που προορίζονται κάθε φορά για συστηματική διδασκαλία, πρέπει να φροντίζει ώστε και οι λέξεις που 21 Βλ.Hedge, T. (2000), Teaching and learning in the language classroom. Oxford: Oxford University Press. 22 Βλ.Nation, I.S.P. (2001), Learning vocabulary in another language. Cambridge: Cambridge University Press. 23 Βλ.Oxford, R. L. (2003), Language Learning Styles and Strategies: An Overview. Gala, 1-25. 24 Βλ.Taylor, L. (1990), Teaching and learning vocabulary. London: Prentice Hall. 25 Βλ.Grabe, W. Stoller, F. (1997), Reading and vocabulary development. In Coady J., Huckin Th. (eds.) 1997, Second language vocabulary acquisition. Cambridge: Cambridge University Press, 98-122.

έχουν ήδη διδαχθεί να επανέρχονται κατά καιρούς σε διαφορετικά κάθε φορά συμφραζόμενα και περιστάσεις 26. Επειδή οι λέξεις, όπως διαπιστώσαμε, δεν αποθηκεύονται ούτε ταξινομούνται στην παραδειγματική διάσταση της γλώσσας ως μεμονωμένα στοιχεία, αλλά συσχετίζονται και ομαδοποιούνται με ποικίλους τρόπους και σε πολλές διαστάσεις, ο διδάσκων οφείλει να εντάσσει κατά τη διάρκεια της διδασκαλίας τις νέες λέξεις σε όσο το δυνατόν περισσότερα ομοειδή σύνολα, ενισχύοντας έτσι τις μεταξύ τους συνδέσεις και ισχυροποιώντας τις διαδικασίες του συνειρμού. Επομένως, η διδασκαλία μιας νέας λέξης πρέπει να συμπληρώνεται με αναφορά σε συνώνυμες, αντώνυμες και υπερώνυμες λέξεις ή σε λέξεις που σχετίζονται με έναν οποιονδήποτε τρόπο με τη διδασκόμενη λέξη 27 28. Η εγγραφή και σταθεροποίηση των λέξεων στη μνήμη επιτυγχάνεται καλύτερα όταν αυτές διδάσκονται με επικοινωνιακό τρόπο, δηλαδή με την εμπλοκή των μαθητών σε φυσιολογική γλωσσική δραστηριότητα, καθώς επίσης με τη συζήτηση και την ανάγνωση αυθεντικών κειμένων (Μήτσης 1996). Όπως έχουμε επισημάνει ήδη, το σημασιολογικό σύστημα, άρα και το λεξιλόγιο κάθε συγκεκριμένης γλώσσας στηρίζεται σε ένα σύνολο συμβατικών άρα και αυθαίρετων σχέσεων μεταξύ των στοιχείων που το απαρτίζουν. Κατά συνέπειαν, το κάθε σύστημα είναι μοναδικό και, επομένως, δεν υπάρχουν και στον τομέα αυτόν εμφανείς αντιστοιχίες μεταξύ των διαφόρων γλωσσών, γεγονός που επιβάλλει την αρχή της αυτόνομης διδασκαλίας του δεύτερου κώδικα επικοινωνίας, χωρίς δηλαδή αναφορές και απόπειρες ανεύρεσης ισοδυναμιών μεταξύ της πρώτης και της δεύτερης γλώσσας 29 30. 6. Επίλογος Συμπερασματικά, η σύγχρονη επιστημονική αντίληψη δίνει όλο και περισσότερη έμφαση στον λεξιλογικό τομέα, τον οποίο θεωρεί πυρήνα και θεμέλιο του γλωσσικού φαινομένου. Σύμφωνα με τις απόψεις της εφαρμοσμένης γλωσσολογίας, η γλωσσική δραστηριότητα βασίζεται πρωταρχικά στο λεξιλόγιο και η γλώσσα συνιστά μάλλον μια διαδικασία γραμματικοποίησης των λέξεων παρά μια διαδικασία λεξικοποίησης των γραμματικών δομών 31. Είναι φυσικό ότι οι απόψεις αυτές που προέκυψαν ως αποτέλεσμα των κατακτήσεων της σύγχρονης γλωσσολογίας και ιδιαίτερα της εφαρμοσμένης, έρχονται να ανατρέψουν παγιωμένες αντιλήψεις για το γλωσσικό φαινόμενο και να επιβάλουν σταδιακά νέες αντιλήψεις και προτεραιότητες στον τομέα της γλωσσικής διδασκαλίας και ιδιαίτερα στη διδακτική της δεύτερης/ξένης γλώσσας. Βιβλιογραφία Ελληνόγλωσση Μήτσης, Ν. (1995), Η διδασκαλία της Γραμματικής στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Αθήνα: Gutenberg. 26 Βλ. Μήτσης, Ν. (2009), Η λέξη στη σύγχρονη γλωσσική έρευνα και διδακτική πρακτική. Επανεκτιμώντας τον ρόλο του λεξιλογίου στον τομέα της Ελληνικής ως δεύτερης ή ξένης γλώσσας. Στο Πρακτικά Πανελληνίου Συνεδρίου για τη διδασκαλία της Ελληνικής γλώσσας ως πρώτης / μητρικής, δεύτερης / ξένης. Πανεπιστήμιο Δυτ. Μακεδονίας, Τμήμα Νηπιαγωγών, Φλώρινα. Hλ. διαθ.: http://linguistics.nured.uowm.gr/nimfeo2009/praktika/files/olomelia/mitsis. pdf. 27 Gairns, R. - Redman, S. (1995), Working with words. Cambridge: Cambridge University Press. 28 Βλ. Μήτσης, Ν., Παραδιά, Μ., Μήτση, Α. (2012), Το λεξιλόγιο. Θεωρητική προσέγγιση και διδακτικές εφαρμογές. Αθήνα: Gutenberg. 29 Βλ. Löbner, S. (2002), Understanding semantics. New York: Hodder Arnold. 30 Βλ. Μήτσης, Ν. (1998), Στοιχειώδεις αρχές και μέθοδοι της εφαρμοσμένης γλωσσολογίας. Εισαγωγή στη διδασκαλία της ελληνικής ως δεύτερης (ή ξένης) γλώσσας. Αθήνα: Gutenberg. 31 Βλ. Lewis, M. (1993), The lexical approach. Hove: Language Teaching Publications.

Μήτσης, Ν. (1998), Στοιχειώδεις αρχές και μέθοδοι της εφαρμοσμένης γλωσσολογίας. Εισαγωγή στη διδασκαλία της ελληνικής ως δεύτερης (ή ξένης) γλώσσας. Αθήνα: Gutenberg. Μήτσης, Ν. (2004), Η διδασκαλία της γλώσσας υπό το πρίσμα της επικοινωνιακής προσέγγισης. Εισαγωγή στη θεωρία και τις τεχνικές του επικοινωνιακού μοντέλου. Αθήνα: Gutenberg. Μήτσης, Ν. (2009), Η λέξη στη σύγχρονη γλωσσική έρευνα και διδακτική πρακτική. Επανεκτιμώντας τον ρόλο του λεξιλογίου στον τομέα της Ελληνικής ως δεύτερης ή ξένης γλώσσας. Στο Πρακτικά Πανελληνίου Συνεδρίου για τη διδασκαλία της Ελληνικής γλώσσας ως πρώτης / μητρικής, δεύτερης / ξένης. Πανεπιστήμιο Δυτ. Μακεδονίας, Τμήμα Νηπιαγωγών, Φλώρινα. Hλ. διαθ.: http://linguistics.nured.uowm.gr/nimfeo2009/praktika/files/olomelia/mitsis. pdf. Μήτσης, Ν., Παραδιά, Μ., Μήτση, Α. (2012), Το λεξιλόγιο. Θεωρητική προσέγγιση και διδακτικές εφαρμογές. Αθήνα: Gutenberg. Μότσιου, Β. (1994), Στοιχεία λεξικολογίας: Εισαγωγή στη νεοελληνική λεξικολογία. Αθήνα: Νεφέλη. Μπακάκου - Ορφανού, Α. (2005), Η λέξη της Νέας Ελληνικής στο γλωσσικό σύστημα και στο κείμενο. Περιοδικό «Παρουσία», Παράρτημα 65. Αθήνα. Μπαμπινιώτης, Γ. (1998), Θεωρητική γλωσσολογία. Εισαγωγή στη σύγχρονη γλωσσολογία. Αθήνα. Παραδιά, Μ. - Μήτσης, Ν. (2011), Η διδασκαλία του λεξιλογίου στην ελληνική εκπαίδευση. Ιστορική αναδρομή και σύγχρονες εξελίξεις. Αθήνα: Gutenberg. Ξενόγλωσση Gairns, R. - Redman, S. (1995), Working with words. Cambridge: Cambridge University Press. Grabe, W. - Stoller, F. (1997), Reading and vocabulary development. In Coady J., Huckin Th. (eds.) 1997, Second language vocabulary acquisition. Cambridge: Cambridge University Press, 98-122. Hedge, T. (2000), Teaching and learning in the language classroom. Oxford: Oxford University Press. Lewis, M. (1993), The lexical approach. Hove: Language Teaching Publications. Lewis, M. (1997), Implementing the lexical approach. Hove: Language Teaching Publications. Lewis, M. (ed) 2000, Teaching collocation. Further developments in the lexical approach. Heinle: Thomson. Löbner, S. (2002), Understanding semantics. New York: Hodder Arnold. Nation, I.S.P. (2001), Learning vocabulary in another language. Cambridge: Cambridge University Press. Oxford, R. L. (2003), Language Learning Styles and Strategies: An Overview. Gala, 1-25. Schmitt, N. - McCarthy, M. (1997) (eds), Vocabulary: Description, Acquisition and Pedagogy. Cambridge: Cambridge University Press. Taylor, L. (1990), Teaching and learning vocabulary. London: Prentice Hall. Σύντομο Βιογραφικό Σημείωμα Ο Ναπολέων Μήτσης έχει σπουδάσει φιλολογία και είναι καθηγητής της γλωσσολογίας στο ΠΤΔΕ του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Διετέλεσε, μεταξύ άλλων, Πρόεδρος του ΠΤΔΕ για τρία έτη, Αντιπρύτανης Ακαδημαϊκών Υποθέσεων και Προσωπικού του ΠΘ (2002-2008) και Αντιπρόεδρος του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου (2004-2010). Αντικείμενο των μελετών του αποτελεί η εφαρμοσμένη γλωσσολογία και, ειδικότερα, ο κλάδος της διδακτικής της Ελληνικής ως πρώτης και δεύτερης ή ξένης γλώσσας, στον οποίο και είναι αφιερωμένο το μεγαλύτερο μέρος των ερευνών και των συγγραμμάτων του.

Ταξινόμηση και λειτουργία των χρονικών επιρρηματικών της νέας ελληνικής 32 Περίληψη Vounchev Boris Στην ανακοίνωση εξετάζονται ορισμένες λειτουργικές και σημασιολογικές πτυχές των χρονικών επιρρηματικών της ΝΕ. Με βάση το μοντέλο της Renaat Declerck, η οποία θεσπίζει τέσσερα βασικά απαραίτητα σημεία χρονικής αναφοράς τη στιγμή της εκφώνησης (time of utterance), τον αναφερόμενο χρόνο (time referred to), το χρόνο προσανατολισμού (time of orientation) και το χρόνο της κατάστασης (time of situation) εντοπίζουμε δύο βασικά είδη χρονικών επιρρηματικών: δεικτικά και χρονολογικά επιρρηματικά, αναλύουμε τη σημασία τους και προτείνουμε σχετική ταξινόμηση. 1. Εισαγωγή Στην ανακοίνωση αυτή εξετάζονται ορισμένες λειτουργικές και σημασιολογικές πτυχές των χρονικών επιρρηματικών της Νέας Ελληνικής. 2. Λειτουργίες των χρονικών επιρρηματικών Ως βάση ανάλυσης της χρονικής αναφοράς υιοθετούμε το μοντέλο της Renaat Declerck (Declerck 1986), η οποία θεσπίζει τέσσερα βασικά απαραίτητα σημεία για τη δήλωση της χρονικής αναφοράς 33 τη στιγμή της εκφώνησης (ΣΕ) (time of utterance), τον αναφερόμενο χρόνο (ΑΧ) (time referred to), το χρόνο προσανατολισμού (ΧΠ) (time of orientation) και το χρόνο της κατάστασης 34 (ΧΚ) (time of situation) 35. Τα χρονικά επιρρηματικά δεν ουδεμία σχέση έχουν με το ΧΚ, δηλ. με το πραγματικό κομμάτι χρόνου που καταλαμβάνει η κατάσταση, αλλά εισάγουν τον ΑΧ, που λειτουργεί ως ΧΠ σε σχέση με τον οποίο η κατάσταση είναι ταυτόχρονη. Ο εν λόγω ΧΠ μπορεί να είναι χρονική στιγμή ή χρονικό διάστημα (σύντομο η μεγάλο) που τοποθετείται πριν, ταυτόχρονα ή μετά τη ΣΕ ή άλλη στιγμή. Τα συγκεκριμένα ποσοτικά χρονικά χαρακτηριστικά του ΧΠ, όπως είπαμε, δεν έχουν καμία σχέση με το ΧΚ. Υπό αυτή την έννοια τα χρονικά επιρρηματικά χρησιμεύουν για τη δήλωση χρονικών διαστημάτων / χρονικών στιγμών 36, τοποθετημένων στον άξονα του χρόνου σε σχέση με τη ΣΕ, άλλο ΧΠ ή απόλυτα, και σε σχέση με τα οποία χρονικά διαστήματα ή χρονικές στιγμές η συγκεκριμένη κατάσταση είναι ταυτόχρονη 37. Η 32 Vounchev, B. (2013), Ταξινόμηση και λειτουργία των χρονικών επιρρηματικών της νέας ελληνικής. Στο: Π. Γεωργογιάννης (2013), Οργάνωση και Διοίκηση της εκπαίδευσης, Διαπολιτισμικότητα και τα ελληνικά ως ξένη γλώσσα, Τόμος Ι, Πρακτικά 16 ου Διεθνούς Συνεδρίου, Πάτρα 28-30 Ιουνίου 2013, σ.σ. 385-394. 33 Για τη χρονική αναφορά βλ. επίσης, μεταξύ πολλών άλλων, Comrie 1985, Reichenbach 1947, Psaltou 1991, Traugott 1975, Tsangalidis 1999, Χοϊδάς 1986, Xydopoulos 1996, Yu 1983. 34 Για τον όρο κατάσταση (situation) βλ. Comrie 1976: 13. 35 Βάση του μοντέλου αυτού αποτελεί και η έννοια της δείξης, βλ. Lyons 1977. 36 Στην πλειονότητά τους τα χρονικά επιρρηματικά εισάγουν ΧΠ που αποτελεί χρονικό διάστημα (ποσότητα χρόνου μεγαλύτερη του ενός σημείου στο χρονικό άξονα). Αυτό το διάστημα μπορεί να είναι συνολικό, δηλ. να περιλαμβάνει το εναρκτικό και το ληκτικό σημείο του διαστήματος (από τις δύο μέχρι τις εφτά, ανάμεσα στις 5 και στις 8, σήμερα, χτες, αύριο, την Κυριακή (= 24ωρο χρονικό διάστημα), τον Αύγουστο, τον 15ο αιώνα, στο πάρτι, στη διάρκεια της ομιλίας του προέδρου, στο πρώτο 20λεπτο κ.ά. Άλλα επιρρηματικά καθορίζουν μόνο ένα από τα ακραία σημεία: μέχρι το πρωί = διάστημα χωρίς καθορισμένο εναρκτικό σημείο και με καθορισμένο το ληκτικό (το πρωί) από τις 2 Ιανουαρίου = διάστημα με καθορισμένο το εναρκτικό σημείο και ακαθόριστο ληκτικό. Υπάρχουν ωστόσο χρονικά επιρρηματικά που εισάγουν ΧΠ που καταλαμβάνει μια στιγμή μόνο στο χρονικό άξονα: στις 8:30 το πρωί, στις 7 ακριβώς, (για) μια στιγμή κ.ά. 37 Στη σύγχρονη γλωσσολογία υπάρχουν θεωρίες που εξετάζουν τα χρονικά επιρρηματικά ως βασικούς φορείς του χρονικού προσανατολισμού, με τα οποία ο ρηματικός χρόνος συμφωνεί με τον ίδιο τρόπο που γίνεται π.χ. η συμφωνία του αριθμού, του γένους κτλ. ανάμεσα στα επίθετα και τα ουσιαστικά (βλ. Vlach 1993: 246-249 για λεπτομερή παρουσίαση του ζητήματος). Η θεωρία της «επιρρηματικής» ουσίας του χρονικού προσανατολισμού υποστηρίζει πως στη βαθιά δομή κάθε εκφωνήματος υπάρχει ένα χρονικό επιρρηματικό που τοποθετεί την κατάσταση σε σχέση με τη

κατάσταση μπορεί να είχε ξεκινήσει πριν από τον ΧΠ αυτό (Στις 8:30 όλοι οι μαθητές είχαν πια καθίσει στα θρανία τους), να συμπίπτει πλήρως με τον ΧΠ (Ολοκληρώσαμε τη συζήτηση στις εφτά ακριβώς) ή να συνεχίζεται πέρα από το ΧΠ (Ο Κώστας μένει στην Πάτρα εδώ και τρία χρόνια). 38 Εδώ πρέπει να τονίσουμε πως και η ΣΕ επίσης χρησιμεύει ως ΧΠ και πως όλα τα επιρρηματικά δεν είναι υποχρεωτικά συνδεδεμένα με τη ΣΕ. Υπάρχουν περιπτώσεις όπου το επιρρηματικό συνδέεται με άλλο ΧΠ, ο οποίος από την πλευρά του συνδέεται με τη ΣΕ. Παρόμοια περίπτωση αποτελούν ορισμένα επιρρηματικά σε εκφωνήματα όπου δηλώνεται σχέση προτερόχρονου μιας κατάστασης σε σχέση με μια άλλη: (1) Σφοδρή κριτική κατά της ηγεσίας της Νέας Δημοκρατίας άσκησε χθες η κυβέρνηση εξ αφορμής της επίσκεψης που πραγματοποίησαν μια ημέρα νωρίτερα οι υποψήφιοι του κόμματος για τη νομαρχία Αθηνών. Στο άνω παράδειγμα η κατάσταση Η κυβέρνηση άσκησε σφοδρή κριτική τοποθετείται ταυτόχρονα με έναν ΧΠ που εισάγεται με το επιρρηματικό χθες. Σε σχέση μ αυτό το ΧΠ βρίσκεται άλλος ΧΠ που εισάγεται με το επιρρηματικό μια ημέρα νωρίτερα, ο οποίος ΧΠ συμπίπτει (είναι ταυτόχρονος) με την κατάσταση Οι υποψήφιοι του κόμματος πραγματοποίησαν επίσκεψη. Ο ΧΠ που εισάγεται με το επιρρηματικό μια ημέρα νωρίτερα βρίσκεται σε σχέση με (εξαρτάται από) τον ΧΠ που εισάγεται με το επιρρηματικό χθες και δε σχετίζεται με τη ΣΕ. Το χρονικό επιρρηματικό μια ημέρα νωρίτερα ωστόσο είναι ουδέτερο ως προς τη θέση του απέναντι στη ΣΕ και σε άλλο εκφώνημα θα μπορούσε να συνδυαστεί με κατάσταση, τοποθετημένη μετά τη ΣΕ (βλ. παρακάτω, III.1.2.1). 3. Είδη χρονικών επιρρηματικών Όπως προείπαμε, τα χρονικά επιρρηματικά εισάγουν έναν ΧΠ, σε σχέση με τον οποίο μια συγκεκριμένη κατάσταση είναι ταυτόχρονη. Βάσει των δεδομένων της έρευνάς μας προτείνουμε το χωρισμό των χρονικών επιρρηματικών σε δύο κατηγορίες: δεικτικά χρονικά επιρρηματικά και χρονολογικά χρονικά επιρρηματικά. Τα δεικτικά χρονικά επιρρηματικά εισάγουν ΧΠ που σχετίζεται με τη ΣΕ ή άλλη στιγμή που αναφέρεται στο εκφώνημα ή προκύπτει από τα συμφραζόμενα, ήτοι εξαρτώνται από την οπτική γωνία του ομιλητή και το χρονικό του σύστημα εδώ και τώρα, ενώ τα χρονολογικά χρονικά επιρρηματικά εισάγουν χρονικό διάστημα ή χρονική στιγμή που τοποθετείται αυστηρά σε ορισμένη θέση του χρονικού άξονα, τα οποία διαστήματα ή στιγμές δεν αποτελούν μέρος του χρονικού συστήματος του ομιλητή και του υποκειμενικού του αισθήματος κίνησης στο χρόνο. 3.1. Δεικτικά χρονικά επιρρηματικά Τα δεικτικά χρονικά επιρρηματικά λαμβάνουν τη σημασία τους μέσα στο εκφώνημα σε σχέση με κάποια χρονική στιγμή. Ανάμεσα στα επιρρηματικά αυτά εντοπίζουμε τόσο επιρρηματικά που συνδέονται άμεσα με τη ΣΕ και ο ΧΠ των οποίων είναι αυστηρά τοποθετημένος έναντι της ΣΕ (2), όσο και επιρρηματικά που εισάγουν ΧΠ, διαφορετικό από τη ΣΕ, ο οποίος ΧΠ καθορίζεται από τα συμφραζόμενα, το ρηματικό τύπο του εκφωνήματος κ.ά. (3): (2) Πέρυσι τέλειωσα την ιατρική, αποκρίθηκε εκείνη, ξανά με το ίδιο γοητευτικό χαμόγελο. (3) α. Την Κυριακή πήγαμε εκδρομή στην Πεντέλη. β. Την Κυριακή θα πάμε εκδρομή στην Πεντέλη. ΣΕ, παρόλο που το επιρρηματικό αυτό δεν υλοποιείται πάντα στην επιφανειακή δομή, ή σύμφωνα με τον ορισμό του ίδιου του Vlach «η χρονική αναφορά αποτελεί αναφορά σε χρονικό επιρρηματικό και όχι σε χρόνο» (Vlach 1993 : 272). 38 Στο συγκεκριμένο εκφώνημα λόγω της γενικευτικής του σημασίας είναι βέβαιο πως ο Κώστας εξακολουθεί να μένει στην Πάτρα και μετά τη ΣΕ, κατά την οποία διατυπώθηκε το εκφώνημα.

Στο (2) το επιρρηματικό πέρυσι σχετίζεται άμεσα με τη ΣΕ και σημαίνει τη χρονιά που προηγήθηκε από τη χρονιά, η οποία περιλαμβάνει τη ΣΕ. Η θέση του ΧΠ που εισάγεται από το πέρυσι είναι αυστηρά καθορισμένη και κάθε εκφώνημα που περιέχει ασύμβατα με τη χρονική αυτή θέση στοιχεία είναι αντιγραμματικό: (4) Πέρυσι *τελειώνω / *θα τελειώσω την ιατρική, αποκρίθηκε εκείνη, ξανά με το ίδιο γοητευτικό χαμόγελο. Τα δεικτικά χρονικά επιρρηματικά του τύπου πέρυσι, τα οποία εισάγουν ΧΠ με σταθερή χρονική θέση σε σχέση με τη ΣΕ ονομάζονται απόλυτα. Από την άλλη, στο (3) το επιρρηματικό την Κυριακή από μόνο του δεν εισάγει ΧΠ σε σταθερή θέση απέναντι στη ΣΕ: στο (3α) ο ΧΠ αυτός βρίσκεται πριν από τη ΣΕ, ενώ στο (3β) μετά τη ΣΕ. Τα δεικτικά χρονικά επιρρηματικά του τύπου την Κυριακή, τα οποία εισάγουν ΧΠ που δε σχετίζεται άμεσα με τη ΣΕ, και των οποίων ο καθορισμός της θέσης στο χρονικό άξονα του ΧΠ που εισάγουν (ΣΕ ή άλλου) εξαρτάται από άλλα στοιχεία στο εκφώνημα ή από τα συμφραζόμενα, ονομάζονται σχετικά 39. 3.1.1. Απόλυτα δεικτικά χρονικά επιρρηματικά Τα απόλυτα χρονικά δεικτικά επιρρηματικά κατατάσσονται σε τρεις κατηγορίες ανάλογα με τη θέση του εισαγόμενου από αυτά ΧΠ πριν, ταυτόχρονα ή μετά τη ΣΕ: α) Τα απόλυτα δεικτικά χρονικά επιρρηματικά που εισάγουν ΧΠ, τοποθετημένο προτερόχρονα της ΣΕ, χωρίζονται σε δύο ομάδες: - επιρρηματικά που εισάγουν ΧΠ, ο οποίος βρίσκεται εξ ολοκλήρου πριν τη ΣΕ: πρόπερσι, πέρσι, πέρσι το καλοκαίρι, πέρσι το χειμώνα, πέρσι τέτοιο καιρό, πέρσι το Δεκέμβριο κ.ά, προχτές, χτες, χτες το μεσημέρι, χτες το απόγευμα, ψες κ.ά., πριν από λίγο, πριν από δύο λεπτά, τέτοιες μέρες πριν από ένα μήνα, προ μηνών, προ ημερών, προ ολίγου, προ καιρού κ.ά., επιρρηματικά, σχηματισμένα με το επίθετο περασμένος την περασμένη εβδομάδα, μέχρι τον περασμένο μήνα κ.ά. 40 - επιρρηματικά, σχηματισμένα με την πρόθεση από και κάποιο επιρρηματικό που εισάγει ΧΠ, τοποθετημένο εξ ολοκλήρου πριν τη ΣΕ: από πέρσι, από χτες κ.ά. Τα εν λόγω επιρρηματικά εισάγουν έναν ΧΠ που ξεκινά από κάποια προτερόχρονη στιγμή και εκτείνεται έως τη ΣΕ (5). Σε άλλες περιπτώσεις τα χρονικά αυτά επιρρηματικά δεν έχουν χρονική λειτουργία με την έννοια της αναφοράς ΧΠ (6): (5) Από χτες ρωτάω για σένα. (6) Υψηλότερη από πέρσι η τηλεθέαση στο δεύτερο ημιτελικό. β) Απόλυτα δεικτικά χρονικά επιρρηματικά που εισάγουν ΧΠ ταυτόχρονο με τη ΣΕ: τώρα, αυτή τη στιγμή, αυτή την ώρα, στις μέρες μας κτλ. Όλα τα επιρρηματικά αυτά λειτουργούν και ως σχετικά (βλ. παρακάτω, III.1.2.1), δηλ. μπορούν να εισάγουν χρονικά διαστήματα / χρονικές στιγμές που αποτελούν ΧΠ διαφορετικό από τη ΣΕ: (7) Με δυσκολίες διεξάγονται οι μετακινήσεις στην Αθήνα σήμερα, λόγω τετράωρης στάσης εργασίας των οδηγών τρόλεϊ, η οποία αρχίζει αυτή την ώρα. γ) Απόλυτα δεικτικά χρονικά επιρρηματικά που εισάγουν ΧΠ, υστερόχρονο του ΣΕ: αύριο, μεθαύριο, αύριο το πρωί, αύριο το μεσημέρι, του χρόνου, επιρρηματικά, σχηματισμένα με το επίθετο 39 Τους όρους απόλυτα και σχετικά επιρρηματικα δανειστήκαμε από τον Yu (Yu 1983). 40 Βλ. και Νάκας 1987: 374.

προσεχής: την προσεχή εβδομάδα, τον προσεχή μήνα κ.ά., καθώς και (απρόθετα ή εμπρόθετα) επιρρηματικά, σχηματισμένα με το ερχόμενος: την ερχόμενη βδομάδα, τον ερχόμενο μήνα: (8) Τα δάχτυλά της Φωτεινής αυθαίρετα είχαν πληκτρολογήσει: «Σ αγαπώ, μ αγαπάς, αγαπιόμαστε, αύριο θα είναι όλα τέλεια». 3.1.2. Σχετικά δεικτικά χρονικά επιρρηματικά 3.1.2.1. Υποκατηγορία А Σ αυτή την υποκατηγορία περιλαμβάνονται επιρρηματικά που λόγω της λεξικής τους σημασίας εισάγουν χρονικό διάστημα / χρονική στιγμή που τοποθετείται σε σταθερή θέση πριν, ταυτόχρονα με ή μετά από μια συγκειμένη χρονική στιγμή που μπορεί να είναι και η ΣΕ. Χωρίζονται σε τρεις ομάδες: α) Επιρρηματικά που εισάγουν χρονικό διάστημα / χρονική στιγμή πριν από άλλη χρονική στιγμή: - νωρίς, νωρίτερα, μια ημέρα νωρίτερα κ.ά. 41 : (9) Περίμενε να ρθει η νύχτα, όπως νωρίτερα η μέρα ήρθε μετά το σκοτάδι που πρωτύτερα είχε ακολουθήσει το φως της μέρας και πάει λέγοντας. - πριν, πριν τα Χριστούγεννα, πριν το πάρτι, δύο εβδομάδες πριν κ.ά., μέχρι το τέλος του μήνα, μέχρι τις οχτώ, μέχρι την Τετάρτη, ως το μεσημέρι, ως τότε, ως το βράδυ, ως τη Δευτέρα, προηγουμένως, πρόσφατα, στο (πρόσφατο) παρελθόν, κατά το (πρόσφατο) παρελθόν, εκείνη την εποχή, την προηγούμενη Πέμπτη, τον προηγούμενο μήνα, μέχρι την προηγούμενη εβδομάδα, πριν τον προηγούμενο Δεκέμβριο 42. β) Επιρρηματικά που εισάγουν χρονικό διάστημα / χρονική στιγμή ταυτόχρονα με άλλη χρονική στιγμή (βλ. και σημ. 10): - Το επιρρηματικό τώρα Το επίρρημα τώρα αποτελεί ιδιαίτερη περίπτωση, αφού πέρα από τη λειτουργία κανονικού χρονικού επιρρηματικού εισάγει ένα από τα δύο βασικά δεικτικά κέντρα εδώ και τώρα, τα οποία συναποτελούν το τοπικό και χρονικό σημείο προσανατολισμού, όπου ο ομιλητής τοποθετεί το σύστημα χρονικού προσανατολισμού του. Το βασικό δεικτικό κέντρο στο σύστημα χρονικού προσανατολισμού αυτού αποτελεί η ΣΕ. Λόγω του ότι το τώρα εισάγει μέσα στο εκφώνημα το χρονικό σκέλος του συστήματος χρονικού προσανατολισμού του ομιλητή, λογικά σημαίνει το ταυτόχρονο με τη ΣΕ: (10) Τώρα προσπαθώ να εγκαταστήσω ένα πρόγραμμα, αλλά παρουσιάζεται κάποιο πρόβλημα. Το τώρα ωστόσο μπορεί να εισάγει και δευτερεύον δεικτικό κέντρο που δε συνδέεται με το δεικτικό σύστημα εδώ και τώρα του ομιλητή. Στα αφηγηματικά κείμενα π.χ. το επίρρημα τώρα εισάγει το δεικτικό κέντρο του αφηγήματος, ανεξάρτητα από το αν αυτό το δεικτικό κέντρο 41 Τα χρονικά επιρρηματικά νωρίτερα και αργότερα ανήκουν στα μέσα γλωσσικής δήλωσης του χρονολογικού χρόνου (της ακολουθίας δηλ. των γεγονότων) και καθορίζουν τη σειρά των γεγονότων έναντι αλλήλων. Για το λόγο αυτό χρησιμοποιούνται πάντα όταν ο χρονικός προσανατολισμός δε στηρίζεται στη ΣΕ, αλλά σε άλλη χρονική στιγμή, πρβλ. (α), όπου η χρονικό επίκεντρο είναι η ΣΕ, και (β), όπου η χρονική άγκυρα είναι άλλο χρονικό διάστημα (βλ. και III.2.2): (α) Πριν από πέντε μέρες του έκλεψαν το αμάξι. (β) Μου είπε την περασμένη Κυριακή ότι πέντε μέρες νωρίτερα του είχαν κλέψει το αμάξι. 42 Όταν η άλλη στιγμή απέναντι στην οποία τοποθετείται ο ΧΠ τους είναι η ΣΕ, λειτουργούν ως απόλυτα.

αποτελεί το δεικτικό κέντρο ορισμένου πρωταγωνιστή της αφήγησης. Κατά κανόνα τα αφηγηματικά κείμενα περιέχουν παρελθοντικούς ρηματικούς τύπους και το τώρα συνδυάζεται μ αυτούς με τη λειτουργία που προαναφέραμε 43 : (11) Έχουνε μερικοί άντρες τέτοιο στόμα, σκεφτότανε η Φωτεινή όπως τον παρατηρούσε τώρα, με την καινούρια της οπτική. - εκείνη τη στιγμή, εκείνη την ώρα, εκείνο τον καιρό η χρήση της δεικτικής αντωνυμίας απομακρυσμένων προσώπων ή πραγμάτων εκείνος παραπέμπει σε ΧΠ, με τον οποίο συμπίπτει η κατάσταση (ο ΧΚ): (12) Εκείνη την ώρα έγινε αντιληπτός από μοτοσικλετιστές αστυνομικούς και τότε σήμανε συναγερμός. Εδώ πρέπει να προσθέσουμε μια μεγάλη ομάδα επιρρηματικών που συντάσσονται τόσο με παρελθοντικούς ρηματικούς χρόνους (αόριστο, παρατατικό, παρακείμενο, υπερσυντέλικο) όσο και με ενεστώτα, τα οποία, συνδυαζόμενα με παρελθόντα χρόνο (δήλωση προτερόχρονου σε σχέση με τη ΣΕ), σημαίνουν χρονικό διάστημα του παρελθόντος που ξεκινά πριν από τον συγκεκριμένο ΧΠ και εκτείνεται μέχρι εκείνον (13, 14), ενώ όταν συνδυάζονται με ενεστώτα και σε σχέση με τη ΣΕ σημαίνουν χρονικό διάστημα που ξεκινά πριν από τη ΣΕ και εκτείνεται μέχρι εκείνη (15, 16): τελευταία, τώρα τελευταία, εδώ και αρκετό καιρό, εδώ και δύο χρόνια, εδώ και τρεις ώρες, τόσα χρόνια τώρα, είκοσι επτά χρόνια τώρα, από χρόνια τώρα, πολύ καιρό τώρα, από καιρό τώρα, από χρόνια, ως τώρα, μέχρι τώρα, τον τελευταίο καιρό и др.: (13) Θέλω να μου δώσεις ένα χαπάκι να ξυπνήσει ο σύζυγος μου γιατί αποβλακώθηκε τώρα τελευταία. (14) Ύστερα σκέφτηκε μεγαλόφωνα, κάτι που συνήθιζε τελευταία: «Έχει κάτι πολύ παλιό επάνω της». (15) Η μοίρα μου, εδώ και χρόνια είναι αυτή... να συνεχίζω να ζω εις βάρος των καλών μου φίλων. (16) Από χρόνια τώρα η ελληνική βιομηχανία τροφίμων επιδεικνύει αξιοθαύμαστη αυτοσυγκράτηση στον τομέα των τιμών. γ) Επιρρηματικά που εισάγουν χρονικό διάστημα / χρονική στιγμή μετά από άλλη χρονική στιγμή (που μπορεί να είναι και η ΣΕ, βλ. σημ. 10): την επόμενη εβδομάδα, τον επόμενο μήνα, αργά, αργότερα (λίγο αργότερα), δέκα λεπτά αργότερα, σύντομα, προσεχώς, από στιγμή σε στιγμή, όπου να ναι, σε λίγο, εντός ολίγου, εντός του μηνός, σε δύο εβδομάδες, τέτοιες μέρες σ ένα μήνα, ύστερα, έπειτα, μετά, μετά από δύο λεπτά, μετά από πολλά χρόνια κ.ά. (17) Έφτασε λαχανιασμένος δέκα λεπτά αργότερα. (18) Ξαφνικά το καράβι άρχισε να αναπτύσσει ταχύτητα και σύντομα έτρεχε σαν τρελό προς την ομίχλη. 3.1.2.2. Υποκατηγορία Β Στην υποκατηγορία αυτή περιλαμβάνουμε τα λεγόμενα εξαρτημένα επιρρηματικά 44, τα οποία εισάγουν ΧΠ (χρονικό διάστημα ή χρονική στιγμή), χωρίς η λεξική τους σημασία να προϋποθέτει από μόνη της σχέση με ορισμένη στιγμή προσανατολισμού. Ενώ τα απόλυτα δεικτικά χρονικά επιρρηματικά «συμφωνούν» με το ρηματικό τύπο, δηλ. ο χρόνος του επιρρηματικού πρέπει 43 Για τις διάφορες χρήσεις του now (τώρα) βλ. Declerck 1986: 336. Όπως τονίζει ο Νάκας (Νάκας 1987: 78) το τώρα έχει και άλλες σημασίες, π.χ. στις μέρες μας, στην εποχή μας κ.ο.κ. 44 Για τον όρο εξαρτημένα επιρρηματικά βλ. Alexiadou 1994: 149.

να συμπίπτει με τον χρονικό προσανατολισμό του κατηγορήματος (πρβλ. τη γραμματικότητα του εκφωνήματος χτες πήγα σινεμά έναντι της αντιγραμματικότητας του εκφωνήματος *αύριο πήγα σινεμά, όπου το επιρρηματικό και ο ρηματικός τύπος έχουν ασύμβατο χρονικό προσανατολισμό), για την ακριβή τοποθέτηση τους στη γραμμή του χρόνου τα εν λόγω επιρρηματικά εξαρτώνται απόλυτα από τον χρονικό προσανατολισμό του κατηγορήματος και ορισμένες φορές από ενδείξεις των συμφραζομένων: (19) Σήμερα ήρθε / έρχεται / θα έρθει στην Αθήνα ο θείος μου από το Βόλο. (20) Κατά τη διάρκεια της συνάντησης οι δύο πρόεδροι αντάλλαξαν / θα ανταλλάξουν απόψεις για θέματα που αφορούν στις διμερείς σχέσεις. Η διαφορά μεταξύ των υπόλοιπων σχετικών δεικτικών χρονικών επιρρηματικών και των εξαρτημένων επιρρηματικών έγκειται στο ότι οι μεν έχουν σχέση προτερόχρονου, ταυτόχρονου ή υστερόχρονου με κάποια ορισμένη στιγμή, οι δε απλώς εισάγουν ένα χρονικό διάστημα / μια χρονική στιγμή χωρίς να φανερώνουν μια σχέση με τη ΣΕ ή άλλη στιγμή: Παραδείγματα εξαρτημένων σχετικών δεικτικών επιρρηματικών: - σήμερα, σήμερα το πρωί, απόψε, τότε - αυτές τις μέρες, αυτή την εβδομάδα, αυτό το καλοκαίρι, φέτος, φέτος το καλοκαίρι - την Κυριακή, τη Δευτέρα, το χειμώνα, το βράδυ, το απόγευμα - κατά τη διάρκεια της μέρας, κατά τη συναυλία, κατά τη διάρκεια του μαθήματος, στη διάρκεια/στην ώρα του μαθήματος, στη διάρκεια της εβδομάδας - στα τέλη Ιανουαρίου, στη μία, στις πέντε, γύρω στις δέκα, στις έξι ακριβώς, στο πρώτο 20λεπτο, εκείνη τη στιγμή, στο πάρτι, στο γάμο της αδερφής μου 45 - από τις δύο μέχρι τις εννιά, ανάμεσα στις 7 π.μ. και στις 2 μ.μ., από το πρωί μέχρι το βράδυ κ.π.ά.: (21) Η Ελλάδα έπαιξε με όρεξη στο πρώτο 20λεπτο, αλλά χωρίς να δημιουργήσει προβλήματα στον Κασίγιας, ο οποίος χρειάστηκε να επέμβει μόνο μια φορά. (22) Σε όλη τη διάρκεια του ταξιδιού οι φίλοι του Τζέντορ κολυμπούσαν κοντά στο καράβι, τραγουδώντας χαρούμενα, γιατί περίμεναν να συναντήσουν τους συγγενείς τους, τα άσπρα δελφίνια που ζούσαν στα νερά της Χώρας του Πάγου. (23) Είχαν ανάγκη αυτές τις Κυριακές της εκτόνωσης, όπως η σημερινή, όπου σχολιάζανε και σπάγανε πλάκα με όσα είχαν δει στη διάρκεια της εβδομάδας. (24) Ένα πρωί, γύρω στις δέκα, μπήκε μέσα ο γιατρός. 3.2.2. Χρονολογικά χρονικά επιρρηματικά Εκτός από τα δεικτικά επιρρηματικά που εισάγουν ΧΠ, ευρισκόμενο σε σχέση (καθορισμένη από τη λεξική σημασία του ρήματος, το ρηματικό χρόνο του κατηγορήματος ή τα συμφραζόμενα) με κάποια άλλη χρονική στιγμή, υπάρχουν και τα λεγόμενα χρονολογικά χρονικά επιρρηματικά που εισάγουν χρονικά διαστήματα ή χρονικές στιγμές που τοποθετούνται σε σταθερή και αμετάβλητη θέση στον άξονα του χρονολογικού χρόνου 46. Ο ΧΠ τους δε σχετίζεται με 45 Τα επιρρηματικά του τύπου στο στρατό, στο δρόμο, στο σχολείο, στο μάθημα λέγονται ψευδοτοπικά, επειδή εκτός από τοπικά, σε ορισμένα εκφωνήματα λειτουργούν ως χρονικά επιρρηματικά: (α) Στο Πανεπιστήμιο διάβασα όλον τον Καζαντζάκη. (β) Στο σχολείο έκανα γαλλικά, αλλά τώρα δε θυμάμαι πια τίποτα. Σύμφωνα με το Νάκα (Νάκας 1987) τα εκφωνήματα που περιέχουν ψευδοτοπικά επιρρηματικά έχουν στη βαθιά δομή τους εξαρτημένη χρονική πρόταση που εισάγεται με σύνδεσμο που δηλώνει το ταυτόχρονο: στο Πανεπιστήμιο = όταν/ενώ/όσο ήμουν στο Πανεπιστήμιο, στο σχολείο = όταν/ενώ/όσο ήμουν στο σχολείο κ.ο.κ. Προκειμένου ένα τέτοιο επιρρηματικό να αναλάβει χρονική λειτουργία πρέπει να πληρούνται ορισμένοι όροι. Για λεπτομερή ανάλυση της ψευδοτοπικής λειτουργίας βλ. Νάκας 1987: 62 67. 46 Για την έννοια του χρονολογικού χρόνου και γενικά για τα διάφορα είδη χρόνου βλ. Yu 1983.