Γλωσσολογία και ψυχανάλυση

Σχετικά έγγραφα
Η γλώσσα ως σύστημα και ως χρήση. Ασπασία Χατζηδάκη, Επίκουρη καθηγήτρια ΠΤΔΕ

Ελένη Κουμίδη «η δομή και το σύμπτωμα»

5. Λόγος, γλώσσα και ομιλία

Γλώσσα και πραγματικό. Μίνα Μπούρα

Ο Γραπτός λόγος στο Νηπιαγωγείο

Ο 19ος αιώνας Είδαμε ότι πρώτοι ιστορικο-συγκριτικοί επιστήμονες είχαν στόχο να εξηγήσουν τις ομοιότητες που παρατηρούσαν ανάμεσα στις γλώσσες. Είδαμε

Ψυχισμός και γλώσσα [Α5]

ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΚΑΝΤ ( )

ΣΑ88 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης. Δημήτρης Πλάντζος

Περί της Ταξινόμησης των Ειδών

Δυσλεξία και Ξένη Γλώσσα

Μπορεί να συναντηθεί ο έφηβος με το δάσκαλο; Προσέγγιση των δυσκολιών στη σχέση μεταξύ εκπαιδευτικού και μαθητή

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. a β a β.

Εισαγωγή στην κοινωνική έρευνα. Earl Babbie. Κεφάλαιο 4. Κοινωνική μέτρηση 4-1

ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΗΣ ΣΚΕΨΗΣ

ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ - ΟΔΗΓΙΕΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ

Η ΜΕΣΩ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ Φρειδερίκη ΜΠΑΤΣΑΛΙΑ Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Ελένη ΣΕΛΛΑ Ιόνιο Πανεπιστήμιο, Κέρκυρα

A systematic study of the universal properties and of the structure of cartographical language is still at an elementary stage. The fundamental basis

τι είναι αυτό που κάνει κάτι αληθές; τι κριτήρια έχουμε, για να κρίνουμε πότε κάτι είναι αληθές;

Ανάλυση Πολιτικού Λόγου

Θεωρητικές αρχές σχεδιασµού µιας ενότητας στα Μαθηµατικά. Ε. Κολέζα

Ο σχεδιασμός για προστασία της «παλιάς πόλης» ως σχεδιασμός της «σημερινής πόλης»

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Ας θεωρήσουμε δύο πραγματικούς αριθμούς. Είναι γνωστό ότι:,. Αυτό σημαίνει ότι: «=», «

Φωνολογική Ανάπτυξη και Διαταραχές

Ο γραπτός λόγος στην αναπηρία. Ε. Ντεροπούλου

Β.δ Επιλογή των κατάλληλων εμπειρικών ερευνητικών μεθόδων

Η μουσική ως ενέργεια και ως σύμβολο. Ernst Kurth ( ) Susanne Langer ( )

Ε Θ Ν Ι Κ Ο Μ Ε Τ Σ Ο Β Ι Ο Π Ο Λ Υ Τ Ε Χ Ν Ε Ι Ο

Ελένη Κουμίδη «Πέρασμα στην πράξη»

H γλώσσα θεωρείται ιδιαίτερο σύστηµα,

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΕΧΤΕΛΙΔΗΣ, ΥΒΟΝ ΚΟΣΜΑ

Μοντέλα γλωσσικής επεξεργασίας: σύνταξη

Δ19. Γνωστική Ψυχολογία- Ψυχολογία Μάθησης. επ. Κωνσταντίνος Π. Χρήστου

PRAGMATIQUE ΠΡΑΓΜΑΤΟΛΟΓΙΑ. Αγγελική Αλεξοπούλου

Εναλλακτικές θεωρήσεις για την εκπαίδευση και το επάγγελμα του εκπαιδευτικού

Ταυτότητα και Ταυτίσεις

Κοινωνιολογία του Πολιτισμού

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΙΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΛΟΓΟΥ ΚΑΙ ΑΚΟΗΣ

Παιδαγωγικές δραστηριότητες μοντελοποίησης με χρήση ανοικτών υπολογιστικών περιβαλλόντων

Δρ Γεωργία Αθανασοπούλου Σχ. Σύμβουλος Δυτικής Αττικής και Ν. Φωκίδας

Πότε πρέπει να αρχίζει η λογοθεραπεία στα παιδιά - λόγος και μαθησιακές δυσκολίες

Παρέμβαση της Μίνας Μπούρα στην παρουσίαση στη Στοά του Βιβλίου του βιβλίου της Μαρίας Καλεώδη Σελέξ, Περί παιδικής ψυχώσεως

ΚΟΛΛΕΓΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Σχολικό έτος: ΤΜΗΜΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ. Προτεινόμενος Προγραμματισμός κατά ενότητα

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΚΡΗΤΗΣ

του ασυνειδήτου - Θέση και ερμηνεία των μορφωμάτων του ασυνειδήτου στις ψυχαναλυτικές θεραπείες».

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Εθνομεθοδολογία

ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ - ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ - ΔΕΙΚΤΕΣ ΕΠΙΤΥΧΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΑΡΚΕΙΑΣ -

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Χ Ρ Η Σ Η Γ Λ Ω Σ Σ Α Σ ΔΕΥΤΕΡΗ ΣΕΙΡΑ Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν Μ 0 Ν Α Δ Ε Σ

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΡΗΤΟΡΙΚΗΣ & ΛΟΓΟΥ ΙΙΙ Υπεύθυνη: Μαρία Κακαβούλια ΑΠΟ ΤΗ ΘΕΩΡΙΑ ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ ΤΗΣ ΑΦΗΓΗΣΗΣ

Τίτλος Μαθήματος: ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ

Γιάννης Σταυρακάκης, Lacan and the Political. Λονδίνο και Νέα Υόρκη: Routledge, 1999, 188 σελ.

Η γλωσσική ανάπτυξη των παιδιών.

Ασκήσεις φυσικής και Δυσλεξία

Εισαγωγή στη Γλωσσολογία Ι

Το νόημα των πραγμάτων δεν είναι δεδομένο αλλά παράγεται κοινωνικά ή, διαφορετικά, είναι κοινωνικά κατασκευασμένο.

ΤΟ ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΛΟΓΙΚΗΣ

8. Η γλώσσα ως κώδικας επικοινωνίας

Ελένη Κουμίδη «Ο μονισμός της ενόρμησης και η έννοια του θανάτου στο στάδιο του καθρέφτη»

ΕΙ ΙΚΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑΣ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑ ΧΑΡΤΗΣ ΧΡΗΣΗ ΗΜΙΟΥΡΓΙΑ. β. φιλιππακοπουλου 1

Αισθητική φιλοσοφία της τέχνης και του ωραίου

Αρχές Φιλοσοφίας Β Λυκείου Τράπεζα Θεμάτων: 2 ο κεφάλαιο «Κατανοώντας τα πράγματα»

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

Εισαγωγή στην κοινωνική έρευνα. Earl Babbie. Κεφάλαιο 2. Έρευνα και θεωρία 2-1

Τι μαθησιακός τύπος είναι το παιδί σας;

Κυριακή Γ. Γιώτα Ψυχολόγος MSc., Ph.D. Η Ψυχαναλυτική Θεωρία του Freud για την Προσωπικότητα

«Δοκιμασία Εκφραστικού Λεξιλογίου σε τυπικά αναπτυσσόμενα παιδιά ηλικίας 6 8 ετών»

Γιούλη Χρονοπούλου Μάιος Αξιολόγηση περίληψης

Η ιστορία της παιδικής συμπεριφοράς γεννιέται από την συνύφανση αυτών των δύο γραμμών (Vygotsky 1930/ 1978, σελ. 46).

Περιληπτικά, τα βήματα που ακολουθούμε γενικά είναι τα εξής:

στις οποίες διαμορφώθηκαν οι ιστορικοί και οι πολιτισμικοί όροι για τη δημοκρατική ισότητα: στη δυτική αντίληψη της ανθρώπινης οντότητας, το παιδί

ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΓΝΩΣΤΙΚΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ Δρ. Ζαφειριάδης Κυριάκος Οι ικανοί αναγνώστες χρησιμοποιούν πολλές στρατηγικές (συνδυάζουν την

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΙΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΛΟΓΟΥ ΚΑΙ ΑΚΟΗΣ

ΑΝΑΜΟΡΦΩΜΕΝΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΝΟΗΜΑΤΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ Β ΤΑΞΗ (Σ. Καρύπη, Μ. Χατζοπούλου) Ι.Ε.Π. 2018

ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

Εκπαιδευτικό Πρόγραµµα Αµµοθεραπείας (Sandplay Therapy Training Program )

ΨΥΧΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΑΙΔΟΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

Εισαγωγή στη Γλωσσολογία Ι

Κασιμάτη Αικατερίνη Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Παιδαγωγικού Τμήματος ΑΣΠΑΙΤΕ

Γραμματισμός στο νηπιαγωγείο. Μαρία Παπαδοπούλου

Ανορεξία, από την κλινική στη θεωρία. Μίνα Μπούρα

Ατομική Ψυχολογία. Alfred Adler. Εισηγήτρια: Παπαχριστοδούλου Ελένη Υπ. Διδάκτωρ Συμβουλευτικής Ψυχολογίας. Υπεύθυνη καθηγήτρια: Μ.

ΜΟΡΦΕΣ ΕΜΦΑΝΣΗΣ ΤΩΝ ΒΙΒΛΙΩΝ-ΔΙΑΥΛΩΝ. Βιβλίο-Δίαυλος 1: Η ΨΥΧΙΚΗ ΥΓΕΙΑ

Τεχνικές συλλογής δεδομένων στην ποιοτική έρευνα

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: ΚΑΤΑΝΟΩΝΤΑΣ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΕΝΟΤΗΤΑ ΔΕΥΤΕΡΗ: ΛΕΞΕΙΣ ΝΟΗΜΑ ΚΑΙ ΚΑΘΟΛΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ

Η εκμάθηση μιας δεύτερης/ξένης γλώσσας. Ασπασία Χατζηδάκη, Επ. Καθηγήτρια Π.Τ.Δ.Ε

Δ19. Γνωστική Ψυχολογία- Ψυχολογία Μάθησης

Διδακτική Εννοιών τη Φυσικής για την Προσχολική Ηλικία

ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

Η ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ: Η Σχετικότητα και ο Χρονισμός της Πληροφορίας Σελ. 1

Μελέτη περίπτωσης εργαλεία κοινωνικής δικτύωσης - MultiBlog. Ισπανική γλώσσα. 33 φοιτητές (ενήλικες > 25 ετών) και 2 εκπαιδευτικοί

Διδάσκων : Επίκουρος Καθηγητής Στάθης Παπασταθόπουλος. Τμήμα: Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας

Τρόποι αναπαράστασης των επιστημονικών ιδεών στο διαδίκτυο και η επίδρασή τους στην τυπική εκπαίδευση

Τεχνικοί Όροι στην Θεολογία

Επιμορφωτικό Σεμινάριο: ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΑΦΗΓΗΣΗΣ : ΠΕΔΙΑ ΚΑΙ ΤΕΧΝΙΚΕΣ

Αισθητική. Ενότητα 8: Καντ ΙΙ: Προσδιορισμός των καλαισθητικών κρίσεων κατά το ποσόν, την αναφορά και τον τρόπο. Όνομα Καθηγητή : Αικατερίνη Καλέρη

ΘΕΩΡΊΕς ΜΆΘΗΣΗς ΚΑΙ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΆ

ΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΑΝΑΦΟΡΑΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ ΕΝΝΟΙΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥΣ ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΟΙ ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΟΙ ΤΟΥΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ

Ελένη Κουμίδη «Το άγχος και το αντικείμενο α»

Προσχολική Παιδαγωγική Ενότητα 8: Σχεδιασμός Ημερησίων Προγραμμάτων

Transcript:

Γλωσσολογία και ψυχανάλυση Αποφασίσαμε αυτή τη χρονιά να καταπιαστούμε με το ζήτημα της ηθικής, θέμα που αποτελεί «σπαζοκεφαλιά» από την αρχαιότητα μέχρι τις μέρες μας. Άξονας αυτής της δουλειάς θα σταθούν είναι τα κείμενα του Αριστοτέλη «Ηθικά Νικομάχεια» και η διδασκαλία του ψυχαναλυτή Ζακ Λακάν. Ο σκοπός δεν είναι μόνο να αναγνώσουμε τα κείμενα των δύο αυτών ανδρών αλλά και να μπορέσουμε να τα επεξεργαστούμε με έναν τρόπο που θα μπορέσει να δώσει την δυνατότητα στο κάθε ένα μας να γνωρίσει. Είναι απαραίτητο σαν πρώτο βήμα να προσεγγίσουμε και να ξεκαθαρίσουμε, όσο είναι δυνατόν, την έννοια της επιθυμίας στην ψυχανάλυση, βήμα που δεν μπορεί να γίνει από μόνο του, προαπαιτεί κάποιες στοιχειώδεις γνώσεις γλωσσολογίας. Όσο και αν φαίνεται περίεργο είναι προαπαιτούμενο, δεν είναι τυχαίο που κάτι τέτοιο πρότεινε και ο Λακάν στους εκπαιδευόμενους αναλυτές, δηλαδή να μπορούν να «κάνουν την διάκριση σημαίνοντος και σημαινομένου, διάκριση που τιμά ιδιαίτερα τον F. de Saussure, του οποίου η διδασκαλία αποτελεί πλέον θεμέλιο των επιστημών του ανθρώπου»1, τους έλεγε και συνέχιζε «ένας ψυχαναλυτής οφείλει να μυηθεί στην θεμελιακή διάκριση του σημαίνοντος και του σημαινομένου και να αρχίσει να εθίζεται στη χρήση των δύο δικτύων που διαμορφώνουν σχέσεις μη επικαλυπτόμενα»2 Ο Ζ. Lacan «επιστρέφει» στον Freud και μελετά τη φροϋδική διδασκαλία με την βοήθεια θεωρητικών μοντέλων της εποχής του (γλωσσολογία και στρουκτουραλισμός) δίνοντας έτσι νέες διαστάσεις στο φροϋδικό ασυνείδητο επαναπροσδιορίζοντάς το ως το ασυνείδητο που είναι δομημένο σαν γλώσσα, και προχωρώντας στην θεμελίωση του υποκειμενου του ασυνειδήτου, του διχασμένου υποκείμενου, δηλαδή του υποκείμενου που συγκροτείται μέσα στα σημαίνοντα του Άλλου, και συνιστά επίπτωση σημαινόντων. Το ότι το ασυνείδητο και τα μορφώματα του (το σύμπτωμα, τα όνειρα, οι παραπραξίες, οι γλωσσικές παραδρομές κλπ) εκφράζονται μέσα από τα σημαίνοντα είναι γνωστό ήδη από τον Freud, ο οποίος ακούει αυτά τα σημαίνοντα του συμπτώματος και τα ερμηνεύει, πράγμα που έχει επιπτώσεις στο υποκείμενο, το οποίο είναι κατεξοχήν υποκείμενο του λόγου. Αν διαβάσει κανείς την Ερμηνεία των ονείρων, ή την Ψυχοπαθολογία της καθημερινής ζωής βλέπει ξεκάθαρα πως για τον Freud τα μορφώματα του ασυνειδήτου είναι αρθρωμένα, μιλούν, και μιλούν με σημαίνοντα, δηλαδή σημαίνουν κάτι άλλο από αυτό που σημαίνουν εκ πρώτης όψεως. Τα παραδείγματα ψυχαναλυτικών ερμηνειών του Freud επικεντρώνονται συνεχώς σε καθαρά τυπολογικά γλωσσολογικά χαρακτηριστικά. Για παράδειγμα, ο Freud αναλύει την ίδια του την αποτυχία να θυμηθεί το όνομα «Signorelli» χωρίζοντας τη λέξη σε τμήματα και ακολουθώντας τους συνειρμικούς δεσμούς κάθε τμήματος3. Έτσι η επίμονη προτροπή του Lacan προς τον αναλυτή να δίνει προσοχή στα σημαίνοντα του αναλυόμενου απορρέει από αυτήν την «επιστροφή» στον Freud στου οποίου την θεωρία δίνει ένα πιο ακριβές πλαίσιο. Το δεδομένο ότι το ασυνείδητο είναι δομημένο όπως μια γλώσσα συνεπάγεται πως διέπεται από τους γλωσσικούς μηχανισμούς της μεταφοράς και της μετωνυμίας. Ο Freud δυστυχώς δεν είχε γνώση της επιστήμης της γλωσσολογίας, η οποία αποτέλεσε βοήθημα για τα περεταίρω βήματα που έκανε η ψυχανάλυση με τον Λακάν. Η λακανική σκέψη επηρεάστηκε σημαντικά από την γλωσσολογία, που γνώρισε ραγδαία ανάπτυξη στον 20ό αιώνα. «Ένα σύνολο γάλλων διανοουμένων πίστεψαν χωρίς να είναι γλωσσολόγοι οι ίδιοι, ότι η γλωσσολογία εν γένει και ο Saussure ειδικότερα άνοιγαν τους δρόμους μιας καινούργιας μεθόδου γνώσης, ή και μιας καινούργιας θεώρησης του κόσμου»4. Από την επιστήμη αυτή ο Lacan δανείστηκε βασικούς όρους για τη δόμηση της θεωρίας του, προσαρμόζοντάς τους όμως ώστε να αποκτήσουν εννοιολογική συνάφεια με το αντικείμενό του, δηλαδή την αναλυτική κλινική του υποκειμένου του ασυνείδητου. Η ιδιάζουσα αυτή χρήση της γλωσσολογίας στάθηκε και η αιτία που αρκετοί γλωσσολόγοι άσκησαν κριτική στον Lacan. 1 J. Lacan, «Situation de la psychanalyse en 1956» στο Ecrits, εκδ. Seuil, Παρίσι, σελ. 467 2 J. Lacan, «La chose freudiennne ou sens de retour à Freud en psychanalyse» στο Ecrits, εκδ. Seuil, Παρίσι, σελ. 405 3 Σ. Φρόιντ, Ψυχοπαθολογία της καθηµερινής ζωής, εκδόσεις Επίκουρος, Αθήνα, 4 J-C Milner, Le périple structural, εκδ. Seuil, Παρίσι, 2002 1

Εμείς θα περιοριστούμε να παραθέσουμε μερικές βασικές αρχές της γενικής γλωσσολογίας, στο μέτρο που η κατανόησή τους είναι βασική για την προσέγγιση της ψυχαναλυτικής θεωρίας. Δεδομένου μάλιστα ότι ο χώρος της γλωσσολογίας καλύπτεται από πολυάριθμες και διαφορετικές σχολές, θα σταθούμε μόνο σε εκείνους τους εκπροσώπους της που επηρέασαν τη λακανική σκέψη. Ένας από τους κύριους εμπνευστές του Λακάν είναι ο Ελβετός γλωσσολόγος F. de Saussure (Φερντινάν ντε Σωσύρ) ο οποίος στα Μαθήματα γενικής γλωσσολογίας εισήγαγε τους όρους «σημείο», «σημαίνον», «σημαινόμενο» Για το σημείο πολύ γενικά μπορούμε να πούμε ότι στο κοινό λεξιλόγιο ονομάζεται λέξη. Σύμφωνα με τον Saussure συνιστά τη βασική μονάδα της γλώσσας και συγκροτείται από δύο στοιχεία: ένα εννοιολογικό στοιχείο που ονομάζεται σημαινόμενο και ένα φωνολογικό που ονομάζεται σημαίνον. Σημαίνον και σημαινόμενο συνδέονται με έναν αυθαίρετο και αδιάρρηκτο δεσμό. Κατά τον Σωσύρ, η γλώσσα είναι μορφή, όχι ύλη, σχηματοποιεί δηλαδή σε ένα συγκεκριμένο σύστημα το αδιαμόρφωτο υλικό των φθόγγων (σε επίπεδο σημαίνοντος) και του νου (σε επίπεδο σημαινομένου), μας λέει πως «η γλώσσα μπορεί να συγκριθεί με ένα φύλλο χαρτιού: η σκέψη είναι η μονή σελίδα του φύλλου (recto) και ο ήχος η ζυγή σελίδα (verso), δεν μπορούμε να σκίσουμε τη μονή σελίδα χωρίς να σχίσουμε την ίδια στιγμή και τη ζυγή. Το ίδιο στη γλώσσα, δεν θα μπορούσαμε να απομονώσουμε ούτε τον ήχο από την σκέψη, ούτε την σκέψη από τον ήχο»5. έννοια/ σημασία σημαινόμενο Σημείο= πράγμα/αντικείμενο αναφοράς Ακουστική εικόνα/όνομα/μορφή σημαίνον Ο Saussure αναπαριστά το σημείο με την χρήση του διαγράμματος: σημαινόμενο σημαίνον Σε αυτό το σχήμα τα βέλη αντιπροσωπεύουν την αμοιβαία συνεπαγωγή που είναι εγγενής στην σημασία και η γραμμή ανάμεσα στο σημαίνον και στο σημαινόμενο αντιπροσωπεύει την ένωση τους. Το γλωσσικό σημείο δεν συνδέει ένα πράγμα με ένα όνομα αλλά μια έννοια με μια ακουστική εικόνα. Αυτή η τελευταία δεν είναι μόνο το ηχητικό υλικό, κάτι εντελώς φυσικό, αλλά το ψυχικό αποτύπωμα αυτού του ήχου, η αναπαράσταση που δίνει η μαρτυρία των αισθήσεων μας Θα πρέπει να υπογραμμίσουμε εδώ ότι το σημείο συνιστά πρωτίστως μια «ψυχική οντότητα» γιατί και τα δύο της σκέλη, σημαίνον και σημαινόμενο, δεν συνδέονται με την ίδια την αντικειμενική πραγματικότητα, αλλά με την ψυχική της αναπαράσταση. Το σημαίνον, θα πρέπει να γίνεται κατανοητό όχι σαν μια απλή ηχητική αναπαράσταση, αλλά σαν ψυχική αναπαράσταση του ήχου (ακουστική εικόνα), πέρα από κάθε φυσική εκδήλωσή του στην ομιλία. Δεύτερον, το σημαινόμενο δεν σχετίζεται με τα πράγματα ή τις έννοιες της εξωτερικής πραγματικότητας, αλλά με μια ορισμένη έννοια που ανακαλείται στο νου μέσω του σημαίνοντος. Ένα σημαινόμενο δεν μπορεί να υπάρξει παρά μόνο μέσα από τη σχέση του με το σημαίνον. Χωρίς σημαίνον, θα ήταν αδύνατον να νοηθεί, δεν θα μπορούσε να υπάρξει. Με βάση τα προηγούμενα, στο σημείο ενοποιούνται ένα σημαίνον και ένα σημαινόμενο, διεργασία η οποία θεμελιώνει και συνάμα δημιουργεί τη σημασία ως διαδικασία του εννοείν, του νοήματος. Ποια είναι όμως η σχέση ανάμεσα στο σημείο και στο αντικείμενο αναφοράς; Από την αρχαιότητα η σχέση ανάμεσα στα πράγματα και στις ονομασίες (ηχητική εικόνα - έννοια) προκάλεσε ποικίλες 5 F. de Saussure, Μαθήµατα γενικής γλωσσολογίας, εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα, 1979, σελ 151 2

διαμάχες. Ήδη ο Πλάτωνας στον Κρατύλο συζητά «την σχέση ονομάτων και πραγμάτων, κατά πόσον δηλαδή η μεταξύ αυτών σχέση είναι «φύσει»ή «θέσει», αιτιολογική ή συμβατική»6. Μετά από τον Saussure το γλωσσικό αυθαίρετο ανάμεσα στις λέξεις και τα «πράγματα» είναι κοινώς παραδεκτό. Η σχέση σημάνσεως είναι καθαρώς συμβατική αφού δεν υπάρχει κανένας λόγος για τον οποίο το σημαίνον (πχ δε ντρο) να ε χει την α φωνολογικη μορφη και ο χι την β (πχ arbor).7 ΔΕΝΤΡΟ {σημαινόμενο} [ιδέα, έννοια, σημασία] δéndro {σημαίνον} [Ακουστική εικόνα, όνομα, μορφή] [αντικείμενο] Συνοψίζοντας, το γλωσσικό σημείο προσδιορίζει μια πραγματικότητα που του είναι εξωτερική. «Αποδίδει» σημασία στο αντικείμενο αναφοράς -σημασιοδοτεί- διαμέσου του σημαινομένου του, χωρίς το σημαινόμενο να είναι σημαινόμενο αυτής της πραγματικότητας. Και αυτή η διαδικασία -η σημασιοδότηση- επιτελείται μέσα σε ένα σύστημα που οργανώνει και συνδέει μεταξύ τους τα γλωσσικά σημεία. Η εξάρτηση του ενός σημείου από τα άλλα δίνει στο κάθε σημείο την εννοιολογική του αξία. Από τη θέση του και την εμβέλειά του σε αυτό το σύστημα αντλεί το κάθε γλωσσικό σημείο την αξία του. Και, όπως είναι φυσικό, η αξία αυτή δεν υφίστανται παρά μόνο σε σχέση με αυτό το σύστημα, η περιγραφή του οποίου αφορά τις αμοιβαίες σχεσεις ανάμεσα σε αφηρημένες οντότητες. Για τον Saussure η γλώσσα είναι ένα σύστημα σημείων. Θα ολοκληρώσουμε τη σύντομη αυτή αναφορά στην έννοια του γλωσσολογικού σημείου με μερικές ακόμα παρατηρήσεις: το σημείο έχει θεσμικό χαρακτήρα, δεν υφίσταται δηλαδή εκτός της γλωσσικής κοινότητας, της ομάδας που χρησιμοποιεί το γλωσσικό σύστημα στο οποίο εντάσσεται. Το σημείο δηλαδή δεν σχετίζεται πρωτίστως με ατομικές επιλογές, αλλά αποτελεί αποτέλεσμα κανόνων, μιας ιδιότυπης συμφωνίας μεταξύ των μελών της γλωσσικής κοινότητας. Ο ίδιος ο Saussure δεν χρησιμοποίησε ποτέ τον όρο δομή αλλά σύστημα. Ορίζει την γλώσσα ως σύστημα συμβατικών σημείων και δίνει προτεραιότητα στην μελέτη του συστήματος και όχι στην μελέτη των στοιχείων που την αποτελούν. Η γλώσσα είναι ένα σύστημα σημείων και δημιουργός σημασίας ταυτόχρονα. Ως σύστημα σημείων σημαίνει και ως σημασία λέγει, επικοινωνεί.8 Η γλώσσα δεν είναι απλά ένα σύνολο γλωσσικών σημείων, αυτό μας δίνει απλά ένα λεξικό. Η γλώσσα είναι μια δομή γιατί απαιτεί νόμους που να διέπουν τις σχέσεις αυτών των σημείων. Γλώσσα (langage) Φυσική γλώσσα (langue) Ομιλία/ προφορικός λόγος (parole) Η Φυσική γλώσσα (langue) για εμάς είναι η γλώσσα (langage) μείον την ομιλία9. Από τον Saussure στον Lacan Ο Lacan ενδιαφέρθηκε για την γλωσσολογία ως επιστήμη από πολύ νωρίς, από την εποχή του «Λόγου της Ρώμης»10. 6 Μπαµπινιώτης Γ., Εισαγωγή στην σηµασιολογία, Αθήνα 1985, σελ13 7 Όπως ανωτέρω 8 Βεργή Σ., Γλώσσα και δοµή, εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα 1995, σελ.11 9 F. de Saussure, Μαθήµατα γενικής γλωσσολογίας, εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα, 1979, σελ 111 3

Ο Lacan υιοθετεί τη σοσιριανή έννοια του σημείου στο πλαίσιο της «γλωσσολογικής στροφής» στην ψυχανάλυση κατά τη δεκαετία του 1950, αλλά την υποβάλλει σε μια σειρά από μετασχηματισμούς. Κατ' αρχάς, στην φράση το ασυνείδητο είναι δομημένο όπως μια γλώσσα (l inconscient est structuré comme un langage) η γλώσσα (langage) αναφέρεται στην γλώσσα νοούμενη ως δομή, ως σημειολογικό σύστημα, είναι δηλαδή ο κοινός δομικός πυρήνας όλων των γλωσσών, γι αυτό και ο όρος δεν επιδέχεται πληθυντικό, σε αντίθεση με την γλώσσα (langue) που είναι η αγγλική, ελληνική κλπ, φαινόμενο πανανθρώπινο με πολλαπλές μορφές11. Όμως ενώ ο Saussure αποδέχεται την αμοιβαία συνεπαγωγή ανάμεσα στο σημαίνον και το σημαινόμενο, ο Lacan ισχυρίζεται ότι η σχέση ανάμεσα σε σημαίνον και σημαινόμενο είναι εξαιρετικά ασταθής. Κατά δεύτερο θα υποστηρίξει την ύπαρξη μιας τάξης «καθαρών σημαινόντων»12, όπου τα σημαίνοντα προϋπάρχουν των σημαινομένων: αυτή η τάξη της καθαρά λογικής δομής δεν είναι παρά το ασυνείδητο. Η θέση αυτή ισοδυναμεί με την «καταστροφή» της σοσιριανής έννοιας του σημείου: για τον Lacan, η γλώσσα δεν απαρτίζεται από σημεία αλλά από σημαίνοντα. S σημαίνον s σημαινόμενο Το σύμβολο S στο σχήμα αντιπροσωπεύει το σημαίνον, ενώ το σύμβολο s το σημαινόμενο: Ως εκ τούτου, οι θέσεις του σημαινομένου και του σημαίνοντος αντιστρέφονται, αποκαλύπτοντας την προτεραιότητα του σημαίνοντος (που γράφεται πλέον με κεφαλαίο, τη στιγμή που το σημαινόμενο υποβαθμίζεται σε πλάγια πεζά). Τα βέλη και ο κύκλος απαλείφονται, για να σημανθεί η απουσία σταθερής ή καθηλωμένης σχέσης ανάμεσα στο σημαίνον και το σημαινόμενο. Η μπάρα/γραμμή ανάμεσα στο σημαίνον και το σημαινόμενο δεν αντιπροσωπεύει πλέον την ένωση αλλά την αντίσταση που είναι εγγενής στη σημασία. Για τον Lacan ο αλγόριθμος αυτός «ορίζει την τοπογραφία του ασυνειδήτου»13. Για τον Saussure, το σημαινόμενο έχει το ίδιο status με το σημαίνον. Και τα 2 απαρτίζουν ισοδύναμες πλευρές του σημείου. ο Lacan, από την άλλη, υποστηρίζει την πρωτοκαθεδρία του σημαίνοντος14 και ισχυρίζεται ότι το σημαινόμενο δεν είναι παρά ένα απλό προϊόν του παιχνιδιού των σημαινόντων, ένα προϊόν της διαδικασίας της σημασίας που παράγεται από τη μεταφορά. Με άλλα λόγια το σημαινόμενο δεν είναι δεδομένο, αλλά παραγόμενο. Αν και είναι αλήθεια ότι όταν ο Lacan μιλά για σημαίνοντα συχνά αναφέρεται σε ό,τι άλλοι ονομάζουν απλώς «λέξεις», οι δύο όροι δεν είναι ισοδύναμοι. Ο λόγος δεν είναι μόνο μονάδες της γλώσσας μικρότερες από λέξεις (μορφήματα και φωνήματα) ή μεγαλύτερες από λέξεις (φράσεις και προτάσεις) που επίσης λειτουργούν ως σημαίνοντα, αλλά και ότι το ίδιο ισχύει και για μη γλωσσικά στοιχεία, όπως αντικείμενα, σχέσεις και συμπτωματικές πράξεις15. Για τον Lacan η μοναδική προϋπόθεση που πρέπει να ισχύει για να χαρακτηριστεί κάτι σημαίνον είναι ότι πρέπει να εγγράφεται σε ένα σύστημα το οποίο αποκτά αξία καθαρά εξαιτίας της διαφοράς του από τα άλλα στοιχεία του συστήματος. Για παράδειγμα σημαίνον αποτελεί το στήθος αν μιλάμε στο πλαίσιο των ζώων, αποκτά την αξία σημαίνοντος για τα θηλαστικά αφού είναι αυτό που καθορίζει την διαφορά σε σχέση με τα άλλα. Αυτή ακριβώς η διαφορική φύση του σημαίνοντος συνεπάγεται ότι δεν μπορεί ποτέ να έχει ένα μονοσήμαντο ή σταθερό νόημα16. Αντιθέτως, το νόημά του ποικίλλει ανάλογα με τη θέση που καταλαμβάνει εντός της δομής. Έτσι για τον Lacan η γλώσσα δεν είναι ένα σύστημα σημείων (όπως ήταν για Saussure), αλλά ένα σύστημα σημαινόντων. Τα σημαίνοντα είναι οι βασικές μονάδες της γλώσσας, και «υπόκεινται στη διττή συνθήκη της αναγωγής σε εντέλει διαφορικά στοιχεία, και του συνδυασμού σύμφωνα με τους νόμους μιας κλειστής τάξης»17. 10 J. Lacan, Fonction et champ de la parole et du langage en psychanalyse (1953) στο Ecrits, εκδ. Seuil, Παρίσι στα ελληνικά Ζ. Λακάν, «Λειτουργία και πεδίο της οµιλίας και της γλώσσας στην ψυχανάλυση», εκδ. Εκκρεµές, Αθήνα, 2005 11 Ζ-Κ. Μιλνέρ, Από την γλωσσολογία στην linguisterie στο Ο Λακάν το γραπτό η εικόνα (συλλογικό), εκδ. Ψυχογιός, Αθήνα, 2003, σελ. 24 12 J. Lacan, Séminaire IX identification, séance 04.04.1962, ανέκδοτο 13 J. Lacan, L instance de la lettre dans l inconscient στο Ecrits, εκδ. Seuil, Παρίσι, σελ. 515 14J. Lacan, Situation de la psychanalyse et formation du psychanalyste en 1956 στο Ecrits, εκδ. Seuil, Παρίσι, σελ. 466 15 J. Lacan, Séminaire IV La relation d objet, εκδ. Seuil, Παρίσι, σελ. 288 16 J. Lacan, Séminaire IV La relation d objet, εκδ. Seuil, Παρίσι, σελ. 289 17 J. Lacan, Ecrits, εκδ. Seuil, Παρίσι, σελ. 152 4

Η επισήμανση της «αναγωγής σε εντέλει διαφορικά στοιχεία» δείχνει ότι ο Lacan ακολουθεί τον Saussure στην αναγνώριση του θεμελιακά διαφορικού χαρακτήρα του σημαίνοντος. Ο Saussure δηλώνει ότι στη γλώσσα δεν υπάρχουν θετικοί όροι παρά μόνον διαφορές. Με την επισήμανση του «συνδυασμού σύμφωνα με τους νόμους μιας κλειστής τάξης» ο Lacan αρθρώνει τη θέση ότι τα σημαίνοντα συνδυάζονται και συγκροτούν σημαίνουσες αλυσίδες. Το σημαίνον αποτελεί την καταστατική μονάδα της συμβολικής τάξης, επειδή συνδέεται αναπόσπαστα με την έννοια της ΔΟΜΗΣ: «η έννοια της δομής και εκείνη του σημαίνοντος εμφανίζονται αδιαχώριστα»18. Το πεδίο του σημαίνοντος είναι το πεδίο του Άλλου τον οποίο ο Lacan αποκαλεί «θησαυρό/ τόπο των σημαινόντων». Το 1957 ο Lacan εισάγει τον όρο «σημαίνουσα αλυσίδα» για να αναφερθεί σε μια σειρά σημαινόντων που συνδέονται μεταξύ τους. Μια σημαίνουσα αλυσίδα δεν μπορεί ποτέ να είναι πλήρης, αφού παραμένει πάντοτε δυνατόν να προστεθεί σε αυτήν ένα ακόμη σημαίνον, αd infίnitum, με τρόπο που εκφράζει την αιώνια φύση της επιθυμίας: για τον λόγο αυτόν η επιθυμία είναι μετωνυμική. Μετωνυμική είναι και η αλυσίδα όσον αφορά την παραγωγή του νοήματος: η σημασία δεν είναι παρούσα σε κανένα σημείο της αλυσίδας, αλλά μάλλον το νόημα «επιμένει» στην κίνηση από το ένα σημαίνον στο άλλο. Στο έργο του Lacan η σημασία δεν αποτελεί έναν σταθερό δεσμό ανάμεσα στο σημαίνον και το σημαινόμενο, αλά μια διαδικασία - τη διαδικασία μέσω της οποίας το παιχνίδι των σημαινόντων παράγει την αυταπάτη του σημαινομένου διαμέσου της μετωνυμίας και της μεταφοράς. Ο Λακάν εμπνέεται από τον Γιάκομπσον όσον αφορά τις λειτουργίες της γλώσσας, και από τον Μπενβενίστ στη θεωρία του υποκειμένου. Ο τελευταίος από γλωσσολογικής πλευράς μελέτησε τη σχέση του εγώ και του εσύ (προσωπικές αντωνυμίες) και κατ' επέκταση το υποκείμενο της εκφοράς και του εκφερόμενου. Το ότι αυτός που ομιλεί αυτο-προσδιορίζεται όχι μόνο με το όνομά του αλλά με το εγώ και προσδιορίζει τον αποδέκτη με το εσύ, κατά τον Μπενβενίστ τροποποιεί τη φύση των σχέσεων ανάμεσα στους ομιλητές-συνδιαλεγόμενους. Και αυτός που ομιλεί και ο αποδέκτης συνομιλούν, και η σχέση τους προσδιορίζεται από την αμοιβαιότητα, όπου το εγώ είναι δυναμικά ένα εσύ και αντιστρόφως. Όπως παρατηρεί ο Μπενβενίστ μέσω και διά της γλώσσας το ανθρώπινο ον συγκροτείται σαν υποκείμενο, διότι μόνο η γλώσσα θεμελιώνει την έννοια του Εγώ - είναι Εγώ όποιος λέγει Εγώ. Η συνείδηση του εαυτού δεν είναι δυνατή παρά μόνο σε αντίθεση με το Εσύ που αντιπροσωπεύει την έννοια του όχι-εγώ. Γιατί όλα αυτά περί γλωσσολογίας; Η ανάδυση του υποκειμένου την επιβάλει αφού προκύπτει από την διαπλοκή της επιθυμίας, της γλώσσας και του ασυνειδήτου Η γλωσσολογία μελετά σε δύο άξονες: τον συγχρονικό και τον διαχρονικό. Συγχρονία (της γλώσσας) είναι η θεώρηση του συστήματος της γλώσσας σε μια δεδομένη χρονική στιγμή. Διαχρονία (της γλώσσας): Η εξέταση της ιστορίας μιας γλώσσας. Είναι φανερό ότι αυτό που αφορά εμάς είναι ο πρώτος άξονας, αυτός της συγχρονίας. μετωνυμία < μετά + ὄνυμα (όνομα) σχήμα λόγου κατά το οποίο μία λέξη αντικαθίσταται με μία άλλη λέξη ή έκφραση που έχει διαφορετική αλλά σχετιζόμενη σημασία, π.χ. λέγοντας «Μέγαρο Μαξίμου» εννοούμε τον πρωθυπουργό και τους στενούς του συνεργάτες Dans la métonymie, la substitution qui la provoque s effectue entre deux signifiants qui vivent si on peut dire en bon voisinage. Συνηθισμένα παραδείγματα μετωνυμίας I. η πρωτεύουσα μιας χώρας αντί για την κυβέρνησή της: Η Άγκυρα απέσυρε τον πρεσβευτή της στις ΗΠΑ II. ο δημιουργός ή εφευρέτης αντί του έργου του, της εφεύρεσής του III. διαβάζω Όμηρο (διαβάζω την Ιλιάδα ή την Οδύσσεια) IV. Καλάσνικοφ (το όπλο) από το όνομα του κατασκευαστή του V. το περιέχον αντί του περιεχόμενου: κάτσε να πιούμε ένα ποτήρι 18 J. Lacan, Séminaire III Les psychoses, εκδ. Seuil, Παρίσι, σελ. 184 5

η μετωνυμία χρησιμοποιεί ένα οποιοδήποτε γλωσσικό σημαίνον για να του δώσει μια σημασία άλλη από τη συμβατική. Το επιτυγχάνει συνδέοντας ένα σημαίνον με κάποιο άλλο μέσω ομοφωνίας. (Μαρακές /Μάρα καις Ευρέως /εβραίος), είτε συνδέοντας τις σημασίες τους (στάχτες =νεκρός). Και αντίστροφα, ο συνδυασμός δύο σημαινόντων συνεπάγεται αυτή τη δυνατότητα μετωνυμικής χρήσης. μεταφορά < αρχαία ελληνική μεταφορά σχήμα λόγου κατά το οποίο οι ιδιότητες ενός στοιχείου Α αποδίδονται ("μεταφέρονται") σε ένα στοιχείο Β, το οποίο έχει διαφορετικά ποιοτικά χαρακτηριστικά από το Α στη φράση «ο αντίπαλος έγινε λαγός» υπάρχει μεταφορά μιας ιδιότητας του μη ανθρώπινου ουσιαστικού «λαγός», της ταχύτητας με την οποία φεύγει καταδιωκόμενος, στο ανθρώπινο υποκείμενο του ρήματος «έγινε» Η μεταφορά παράγει μια νέα σημασία υποκαθιστώντας ένα σημαίνον (π.χ. το γήρας) με ένα άλλο (π.χ. το δειλινό της ζωής). Αντίστροφα η υποκατάσταση ενός σημαίνοντος από ένα άλλο συνεπάγεται τη δυνατότητα της μεταφοράς. β. Στρουκτουραλιστικές επιδράσεις Το λακανικό ασυνείδητο επηρεάστηκε σημαντικά όχι μόνο από τη γλωσσολογία, αλλά και από τον στρουκτουραλισμό, κυρίως από τη σκέψη και το έργο του κοινωνικού ανθρωπολόγου Κλωντ Λεβί- Στρως. Ο τελευταίος, σ' ένα από τα πιο σημαντικά έργα του, το Οι στoιχειώδεις δομές της συγγένειας, έθεσε τις βάσεις του στρουκτουραλισμού, που θα μπορούσαν να συνοψιστούν στα ακόλουθα: α) Τα φαινόμενα, υπακούουν σε μια λογική, τη δομή τους. Για παράδειγμα, το οιδιπόδειο σύμπλεγμα και η απαγόρευση της αιμομιξίας αποτελούν υποκρυπτόμενη δομή στις πολιτισμικές και κοινωνικές μορφές οργάνωσης του ανθρώπου. β) Η θεωρητική έρευνα πρέπει να αποσπαστεί από την άμεση εμπειρία, ώστε να αποτελέσει το μέσο πρόσβασης σε αυτές τις βασικές δομές. γ) Η στρουκτουραλιστική μέθοδος έρευνας υπόκειται στους τρόπους μελέτης που καθιερώθηκαν από τη στρουκτουραλιστική γλωσσολογία. Αντίστοιχα με γλωσσολόγους όπως ο Σωσύρ και ο Γιάκομπσον, που χρησιμοποίησαν την αρχή της αντίθεσης για να εξηγήσουν τα βασικά χαρακτηριστικά της γλώσσας, έτσι και ο Λεβί-Στρως υποστήριξε ότι η στοιχειώδης λογική του ανθρώπινου πνεύματος λειτουργεί στη βάση ενός συστήματος δυαδικών αντιθέσεων. Η στρουκτουραλιστική μέθοδος ενδιαφέρεται περισσότερο για τις σχέσεις ανάμεσα στα διάφορα στοιχεία ή τους όρους ενός συνόλου, παρά για τα στοιχεία ή τους όρους καθ' εαυτούς. Το ενδιαφέρον αυτό είναι εύλογο, εφόσον η έννοια της δομής συνδέεται κυρίως με την οργάνωση των επιμέρους τμημάτων ενός συνόλου, σύμφωνα με ορισμένους προκαθορισμένους κανόνες αλληλοπροσαρμογής, λειτουργίας και αλληλεπίδρασης. Η σκέψη κατά τον Λεβί-Στρως οργανώνεται σε αντιθετικά δίπολα, ξεκινώντας από τη βασική αντίθεση φύση - πολιτισμός. Αν η φύση αφήνει τη βιολογική σύζευξη στην τύχη και στην αυθαιρεσία, ο πολιτισμός, επειδή ακριβώς αποτελεί κοινωνικό κανόνα, εισάγοντας τον «γάμο» δημιουργεί τάξη εκεί που δεν υπάρχει. Αντικαθιστά το τυχαίο με την οργάνωση. Οι δύο βασικοί κανόνες γάμου είναι η απαγόρευση αιμομιξίας και ο κανόνας εξωγαμίας. Ο Λεβί Στρως επιχειρεί τη χρήση μαθηματικών και δη γενικής άλγεβρας στην εξερεύνηση των κοινωνικών φαινομένων και σχέσεων και στην ταξινόμηση σε κοινωνικές ομάδες. Κατά τον Λεβί-Σ τρως το πέρασμα από τη φύση στον πολιτισμό προσδιορίζεται από την ικανότητα του ανθρώπου να σκέφτεται με μορφή αντιθέσεων τις βιολογικές σχέσεις, για παράδειγμα: άνδρες που κατέχουν, γυναίκες που κατέχονται. Η συλλογιστική αυτή εμπεριέχει εν σπέρματι μια αναφορά σ' ένα συμβολικό σύστημα. Ο συμβολισμός είναι η βασική λειτουργία του ασυνείδητου. Το ασυνείδητο δηλώνει μια λειτουργία, τη συμβολική, η οποία συνιστά ένα ίδιον ανθρώπινο χαρακτηριστικό που δρα σ' όλους τους ανθρώπους με τους ίδιους νόμους. Για τον Λακάν (για να επανέλθουμε στο θέμα μας) αυτοί οι νόμοι δεν μπορεί να είναι τίποτε άλλο παρά οι νόμοι της γλώσσας. 6