Η ΕΝΑΡΚΤΗΡΙΑ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΕΝΗΛΙΚΩΝ Στεργίου, Ε. (2009). Η εναρκτήρια συνάντηση στην Εκπαίδευση Ενηλίκων.Αθήνα: Αδημοσίευτη εργασία στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο Περιγραφή μιας εναρκτήριας συνάντησης σε πρόγραμμα εκπαίδευσης ενηλίκων, ο σχεδιασμός της και η ανταπόκρισή της στις θεωρίες μάθησης των ενηλίκων Ευθυμία Στεργίου ΠΕ 02 Φιλόλογος με μεταπτυχιακή ειδίκευση στην εκπαίδευση ενηλίκων, Εκπαιδεύτρια Ενηλίκων στη διδασκαλία της ελληνικής ως ξένης γλώσσας, πιστοποιημένη από το Ε.ΚΕ.ΠΙΣ. και μέλος της Επιστημονικής Ένωσης Εκπαίδευσης Ενηλίκων, συνεργάτις του Κέντρου Ελληνικού Πολιτισμού και της Εταιρείας Πολιτιστικής Ανάπτυξης Λέσβου Αιολίς, Effistergiou@yahoo.gr Εισαγωγικά 1 Κύριο μέρος..2 Α. 1. Η εναρκτήρια συνάντηση.2 Α.2. Αποτίμηση της εναρκτήριας συνάντησης...3-4 Β. Εναρκτήρια συνάντηση και προϋποθέσεις αποτελεσματικής μάθησης.4-5 Γ. Η ανταπόκριση της εναρκτήριας συνάντησης στις θεωρητικές προσεγγίσεις...5-6 Επίλογος 7 Βιβλιογραφία...8 1
Η ΕΝΑΡΚΤΗΡΙΑ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΕΝΗΛΙΚΩΝ Εισαγωγικά Η εναρκτήρια συνάντηση στην εκπαίδευση ενηλίκων είναι η πρώτη συνάντηση μεταξύ των εκπαιδευόμενων και του εκπαιδευτή ενός προγράμματος εκπαίδευσης ενηλίκων και αποτελεί το κλειδί για ολόκληρη την εκπαιδευτική διαδικασία, αφού επιδιώκεται να οικοδομηθεί η εμπιστοσύνη προς τον εκπαιδευτή, να αρθούν τυχόν φόβοι και επιφυλάξεις και να δοθούν οι απαραίτητες πληροφορίες για το πρόγραμμα που θα ακολουθήσει. (Eitington, 1996 Noye, Piveteau, 2002). Η παρούσα εργασία έχει ως στόχο να περιγράψει και να αξιολογήσει την εναρκτήρια συνάντηση που πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια επιμορφωτικού προγράμματος εκμάθησης ηλεκτρονικών υπολογιστών, στο οποίο συμμετείχα ως εκπαιδευόμενη. ΚΥΡΙΟ ΜΕΡΟΣ Α. 1. Η εναρκτήρια συνάντηση Το Φεβρουάριο του 2008 παρακολούθησα ένα επιμορφωτικό σεμινάριο διάρκειας 50 ωρών, το οποίο οργάνωσε η Διεύθυνση Δευτεροβάθμιας Ρεθύμνου για ωρομίσθιους και αναπληρωτές καθηγητές. Οι συμμετέχοντες στο σεμινάριο ήταν δεκαπέντε στον αριθμό, οκτώ γυναίκες και επτά άντρες, διαφόρων ειδικοτήτων και ηλικιών, που εργάζονταν σε σχολεία του νομού. Το αντικείμενο του προγράμματος ήταν : «Υπολογιστικά φύλλα, Επικοινωνίες - Διαδίκτυο και Επεξεργασία Κειμένου». Τα μαθήματα γίνονταν στο εργαστήριο πληροφορικής του Πειραματικού Λυκείου Ρεθύμνου, από τις 19:00 έως 21:00 μμ, δύο φορές την 2
εβδομάδα. Ο εκπαιδευτής ήταν συνάδελφος καθηγητής πληροφορικής και πιστοποιημένος εκπαιδευτής ενηλίκων. Η εναρκτήρια συνάντηση του προγράμματος διήρκησε μια διδακτική ώρα. Διαπιστώθηκε ότι ο εκπαιδευτής ήταν πιο νωρίς στο εργαστήριο και είχε φροντίσει να υπάρχουν καρέκλες και ένας υπολογιστής για κάθε εκπαιδευόμενο. Στη συνέχεια προσήλθαμε όλοι οι εκπαιδευόμενοι εγκαίρως και ο εκπαιδευτής, αφού μας είπε το όνομά του, μας καλωσόρισε στο πρόγραμμα. Μας μοίρασε το υλικό του σεμιναρίου ( μπλοκ και στυλό) και φρόντισε για το σωστό φωτισμό και τον κλιματισμό της αίθουσας. Επίσης, πρότεινε τη χρήση του ενικού αριθμού και στη συνέχεια μας ζήτησε να σχηματίσουμε δυάδες, προκειμένου να ξεκινήσει η διαδικασία παρουσίασής μας. Μέσα σε δέκα λεπτά έπρεπε ο ένας να πάρει συνέντευξη από τον άλλο και στη συνέχεια ξεκινήσαμε τις παρουσιάσεις. Κατόπιν ο εκπαιδευτής παρουσίασε τον εαυτό του και έκανε μια σύντομη αναφορά στο επιμορφωτικό πρόγραμμα. Στα τελευταία λεπτά της πρώτης διδακτικής ώρας έγινε το «εκπαιδευτικό» συμβόλαιο, που αφορούσε τα διαλείμματα, την απαγόρευση των κινητών και του καπνίσματος μέσα στο εργαστήριο και κάποια άλλα διαδικαστικά θέματα (απουσίες, τήρηση ωραρίου). Α.2. Αποτίμηση της εναρκτήριας συνάντησης Η εναρκτήρια συνάντηση μπορεί να χαρακτηριστεί ως επιτυχής. Καταρχάς, οι εκπαιδευόμενοι προσήλθαμε στο πρόγραμμα και ο εκπαιδευτής ήταν νωρίτερα εκεί, πράγμα που ήταν πολύ σημαντικό, αφού δεν είχαμε την αίσθηση ότι βρισκόμασταν σε έναν απολύτως άγνωστο χώρο, όπου κανένας δεν μας περίμενε. Επίσης, ο εκπαιδευτής μας είχε ενημερώσει επαρκώς για τη δομή του προγράμματος. Ανταποκριθήκαμε ευχαρίστως όταν μας ζήτησε να παρουσιαστούμε παίρνοντας συνέντευξη ο ένας από τον άλλο. Αυτή η εκπαιδευτική τεχνική ήταν διαφορετική, αφού δεν ακολουθούσε την τυπική αυτοπαρουσίαση. Έτσι το μαθησιακό κλίμα που δημιουργήθηκε ήταν πολύ καλό, αφού δεν κάναμε τυπικές αλληλοπαρουσιάσεις, αντιθέτως αναφέραμε και ζητήματα που μας απασχολούσαν σχετικά με την εργασία μας στο σχολείο, τη χρησιμότητα του προγράμματος και ορισμένα στοιχεία της προσωπικής μας ζωής. 3
Καίρια ήταν η ερώτηση του εκπαιδευτή για το ποιες ήταν οι προσδοκίες από το πρόγραμμα, οι στόχοι, οι ανάγκες μας, καθώς και πώς θα αξιοποιήσουμε στο μέλλον τις δεξιότητες που θα αποκτήσουμε. Επίσης, ο εκπαιδευτής προσπάθησε να διερευνήσει ποιες ήταν οι γνώσεις μας για τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές, πράγμα που ήταν πολύ χρήσιμο, αφού επεδίωξε να «χτίσει» τη νέα γνώση πάνω στην παλιά. Η προσπάθεια διάγνωσης των στόχων και των προσδοκιών μας ήταν πολύ σημαντική, αφού το εκπαιδευτικό πρόγραμμα θα ήταν προσανατολισμένο ακριβώς στο τι θέλαμε να μάθουμε. Ταυτόχρονα αισθανόμασταν ότι ήμασταν υπεύθυνοι για το σχεδιασμό του. Ένα άλλο θετικό στοιχείο της εναρκτήριας συνάντησης ήταν ότι ο εκπαιδευτής ενθάρρυνε την ευρετική μάθηση και την αυτενέργεια των εκπαιδευόμενων και τόνισε ότι ο ρόλος του θα ήταν να τους διευκολύνει όταν συναντούσαν κάποια δυσκολία. Β. Εναρκτήρια συνάντηση και προϋποθέσεις αποτελεσματικής μάθησης Οι προϋποθέσεις της αποτελεσματικής μάθησης στην εκπαίδευση ενηλίκων έχουν καθοριστεί από την τρέχουσα βιβλιογραφία (Brookfield, 1986 Courau, 2000 Jarvis, 2004). Διαπιστώθηκε ότι η εναρκτήρια συνάντηση που περιγράφτηκε παραπάνω χαρακτηριζόταν από στοιχεία που τεκμηριώνουν ότι ανταποκρινόταν στις προϋποθέσεις της αποτελεσματικής μάθησης. Καταρχάς, οι εκπαιδευόμενοι παρακολουθούσαν το συγκεκριμένο σεμινάριο με δική τους πρωτοβουλία έχοντας ο καθένας τους διαφορετικά κίνητρα και στόχους. Άρα, η εμπλοκή τους στη μαθησιακή διεργασία είχε εθελοντικό χαρακτήρα. Το γεγονός ότι τέθηκαν και αποσαφηνίστηκαν από πλευράς εκπαιδευτή και εκπαιδευόμενων οι εκπαιδευτικοί στόχοι ήταν πολύ σημαντικό, γιατί το συγκεκριμένο σεμινάριο κάλυπτε τις πραγματικές τους ανάγκες, που είχαν σχέση τόσο με την αντιμετώπιση πρακτικών προβλημάτων σχετικά με το χειρισμό του υπολογιστή, όσο και με την επαγγελματική τους εξέλιξη. 4
Βασική προϋπόθεση για να μαθαίνουν αποτελεσματικά οι ενήλικοι είναι ο εκπαιδευτής να λαμβάνει υπόψη τους τρόπους μάθησης των ενηλίκων και να ενθαρρύνει την ενεργό συμμετοχή τους στη μαθησιακή διαδικασία. Ο εκπαιδευτής στην εναρκτήρια συνάντηση τόνισε ότι θα ενθαρρύνει την ευρετική μάθηση και την αυτενέργεια των εκπαιδευόμενων. Ο εκπαιδευτής δεν αντιμετωπίστηκε = από τους εκπαιδευομένους ως φορέας παροχής γνώσεων, αντίθετα ως ένας καταρτισμένος ενήλικος που βοηθάει τους εκπαιδευόμενους να αποκτήσουν γνώσεις και δεξιότητες που χρειάζονται. Ο εκπαιδευτής στη συγκεκριμένη εναρκτήρια συνάντηση αντιμετώπιζε με ενσυναίσθηση τους εκπαιδευόμενους, αφού καταλάβαινε ότι καθένας τους είχε το δικό του τρόπο και ρυθμό μάθησης και προσπαθούσε να τους βοηθήσει όλους. Τέλος, είχε καταφέρει να δημιουργήσει ένα κατάλληλο μαθησιακό κλίμα που χαρακτηριζόταν από αμοιβαίο σεβασμό μεταξύ των εκπαιδευόμενων, ενθαρρύνοντας την ευρετική πορεία για τη μάθηση, ενώ ο εκπαιδευτής δεν είχε το ρόλο της αυθεντίας και του αναμεταδότη γνώσεων, αλλά αυτού του διευκολυντή (facilitator). Μία αδυναμία του συγκεκριμένου σεμιναρίου ήταν η όχι και τόσο επαρκής οργάνωσή του, αφού δεν υπήρχε γραμματειακή υποστήριξη και το ρόλο αυτό τον έπαιζε μία συνάδελφος εκπαιδευόμενη. Επίσης, καθώς δεν υπήρχε συγκεκριμένο διδακτικό υλικό, ο εκπαιδευτής χρησιμοποιούσε δικό του υλικό, ενώ θα μπορούσε να ενθαρρύνει τους εκπαιδευόμενους να αναζητήσουν και οι ίδιοι υλικό που ίσως θα τους ενδιέφερε και θα μπορούσε να γίνει αντικείμενο διδασκαλίας π.χ. να επεξεργαστούν ένα κείμενο που θα το είχαν βρει οι ίδιοι ή να κάνουν μία έρευνα στο σχολείο και τα ευρήματα να τα παρουσιάσουν σε ένα υπολογιστικό φύλλο. Γ. Η ανταπόκριση της εναρκτήριας συνάντησης στις θεωρητικές προσεγγίσεις Η εναρκτήρια συνάντηση που παρουσιάστηκε στο Α μέρος της παρούσας εργασίας καταρχάς ανταποκρίνεται στην προσωποκεντρική θεωρία του Rogers, κατά την οποία ο άνθρωπος έχει τη δυνατότητα να ενεργοποιήσει όλες τις ψυχοφυσικές του δυνάμεις με στόχο να επιτύχει την αυτοπραγμάτωση και την εξέλιξή του (Κοσμόπουλος, 1990). Οι εκπαιδευόμενοι της συγκεκριμένης συνάντησης είχαν στόχο να αποκτήσουν ή να βελτιώσουν τις δεξιότητές τους στο χειρισμό του ηλεκτρονικού υπολογιστή με απώτερο σκοπό την εξέλιξη στην επαγγελματική τους 5
καριέρα ή τη διευκόλυνσή τους στην καθημερινή ζωή. Επίσης, οι εκπαιδευόμενοι σε συνεργασία με τον εκπαιδευτή, συμμετείχαν στο σχεδιασμό της εκπαιδευτικής διαδικασίας με βάση τις προσωπικές τους ανάγκες και τους στόχους τους. Το τελευταίο σημείο κατά τον Rogers είναι απαραίτητη προϋπόθεση της ουσιαστικής μάθησης. Επιπλέον, η εναρκτήρια συνάντηση ανταποκρινόταν στις αρχές της ανδραγωγικής θεωρίας, (Knowles, 1998, σ. 64-68), αφού εκπαιδευτής και εκπαιδευόμενοι προέβησαν στον από κοινού σχεδιασμό της μαθησιακής διαδικασίας με την οργάνωση του εκπαιδευτικού υλικού με τέτοιο τρόπο, ώστε να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις και στους στόχους των εκπαιδευόμενων. Κατά συνέπεια, στόχος του εκπαιδευτή ήταν να σχεδιάσει το μάθημα με τέτοιο τρόπο, ώστε επίκεντρο της μαθησιακής διαδικασίας θα ήταν οι εκπαιδευόμενοι, οι οποίοι μέσα από συμμετοχικές εκπαιδευτικές μεθόδους να προσεγγίσουν περισσότερο στο ιδανικό της ενηλικιότητας. Μια ακόμα σημαντική συνιστώσα της ανδραγωγικής προσέγγισης είναι η έγκυρη και σωστή διάγνωση των αναγκών και των ενδιαφερόντων των εκπαιδευόμενων. Πράγματι, ο εκπαιδευτής στη συγκεκριμένη περίπτωση έμαθε ότι οι εκπαιδευόμενοι θέλουν να αποκτήσουν γνώσεις που θα τους βοηθήσουν να αντιμετωπίσουν πρακτικές καταστάσεις που βιώνουν και ο υπολογιστής μπορεί να τους βοηθήσει προς αυτή την κατεύθυνση (π.χ. ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, μηχανές αναζήτησης) και η εκπαίδευσή τους οφείλει να είναι σταθερά προσανατολισμένη προς αυτό το σκοπό. Στο ίδιο πνεύμα όσον αφορά τη συμπεριφορά των εκπαιδευομένων βρίσκεται και η θεωρία του Jarvis, (Jarvis, 2004), σύμφωνα με την οποία η μάθηση είναι αποτελεσματική, όταν οι υπεύθυνοι ενός προγράμματος επιτρέπουν στους εκπαιδευόμενους να συμμετέχουν ενεργητικά στον προσδιορισμό των στόχων και στο σχεδιασμό του προγράμματος, πράγμα το οποίο συνέβη στη συγκεκριμένη συνάντηση. Τέλος, ο ρόλος του συγκεκριμένου εκπαιδευτή ανταποκρινόταν στη θεωρία της μετασχηματίζουσας μάθησης, σύμφωνα με την οποία ο εκπαιδευτής καλείται να ασκήσει ρόλο διευκολυντικό και καθοδηγητικό, συμβουλευτικό και συνεργατικό. (Mezirow, 1989). 6
ΕΠΙΛΟΓΟΣ Η εναρκτήρια συνάντηση που περιγράφτηκε κρίνεται επιτυχής. Όπως αποδείχτηκε οι λόγοι που την καθιστούν επιτυχή είναι ότι σχεδιάστηκε ακολουθώντας κάποια συγκεκριμένα στάδια, δηλαδή πρώτα έγινε η αυτοπαρουσίαση του εκπαιδευτή, στη συνέχεια η παρουσίαση των εκπαιδευόμενων και η διερεύνηση των στόχων και των προσδοκιών τους. Ο εν λόγω εκπαιδευτής διερεύνησε τις υπάρχουσες γνώσεις, εμπειρίες και ικανότητες των εκπαιδευόμενων σχετικά με τη χρήση των υπολογιστών και παρουσίασε τους στόχους, τη μεθοδολογία και τον τρόπο λειτουργίας του προγράμματος, ενθαρρύνοντας την ευρετική μάθηση. Διαπραγματεύτηκε με τους εκπαιδευόμενους τους στόχους του σεμιναρίου και διαμορφώθηκε ένα «εκπαιδευτικό συμβόλαιο» που αποτυπώνει τη συμφωνία μεταξύ τους για το πώς θα λειτουργήσει το πρόγραμμα και η μεταξύ τους συνεργασία. Τέλος, ο ρόλος του εκπαιδευτή ήταν αυτός του διευκολυντή, ο οποίος ανταποκρινόμενος στην ανδραγωγική θεωρία και στη θεωρία της μετασχηματίζουσας μάθησης, προσπάθησε να ενισχύσει την αυτοεκτίμηση των εκπαιδευόμενων και να δημιουργήσει ένα αγχολυτικό κλίμα, αντιμετωπίζοντας τους εκπαιδευόμενους με ενσυναίσθηση. Από όλα τα παραπάνω συνάγεται το συμπέρασμα ότι ο εκπαιδευτής ενηλίκων πρέπει να γνωρίζει πολύ καλά το αντικείμενό του, να γνωρίζει βασικές θεωρίες της εκπαίδευσης ενηλίκων, ώστε να αντεπεξέλθει στο δύσκολο έργο του. Jarvis P., 2004 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Knowles M., The adult learner, Gulf, Houston, Texas 1998 Κοσμόπουλος Α., Σχεσιοδυναμική Παιδαγωγική του Προσώπου, εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 1990 Mezirow J., Transformation Theory and Social Action : A Response to Collard and Law, στο Adult Education Quarterly, 1989 Δείτε το κείμενο Οδηγίες για τη συγγραφή μιας γραπτής εργασίας για να δείτε πώς γράφουμε τις βιβλιογραφικές αναφορές 7