1. Εισαγωγικό Πλαίσιο - Οι σύγχρονες προκλήσεις στον τομέα της διασύνδεσης & της πρόσβασης

Σχετικά έγγραφα
Forum Ομάδα Εργασίας ΣΤ1

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 108 της 24/04/2002 σ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

Τεχνικο-Οικονομική Ανάλυση. Δρ. Ιωάννης Π. Χοχλιούρος Ηλεκτρολόγος Μηχανικός Τηλεπικοινωνιών, Ph.D., M.Sc. Εμπειρογνώμων σε Ρυθμιστικά Θέματα

ΤΟ ΝΕΟ ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΓΙΑ ΔΙΚΤΥΑ ΚΑΙ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΕΡΙΛΗΨΗ & ΒΑΣΙΚΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ

E.E. Παρ. ΙΙΙ (Ι) Αρ Κ.Δ.Π. 200/2009 Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004

ΑΠΟΦΑΣΗ. Η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδροµείων (ΕΕΤΤ),

ΣΧΟΛΙΑ - ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ της WIND Ελλάς Τηλεπικοινωνίες A.E.B.E.

Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. προς την Επιτροπή Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας

ΙΟΥΝΙΟΣ 2014 ΜΑΡΟΥΣΙ, ΑΘΗΝΑ

Forum Ομάδα Εργασίας ΣΤ1

ΑΠΟΦΑΣΗ ΡΑΕ ΥΠ ΑΡΙΘΜ. 778/2018

L 162/20 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

H Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ),

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ. Βρυξέλλες, C(2014) 5565 final EΘΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥΔΡΟΜΕΙΩΝ (EETT)

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της 11/02/2003

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

(Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δηµοσίευση)

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Μαρούσι, Ιούλιος Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων, ΕΕΤΤ

Προοπτικές και Δυναμικό που απορρέουν από την αξιολόγηση της Οδηγίας 2002/20/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 7ης Μαρτίου 2002,

Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥ ΡΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004

Πρόταση Ο ΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥ ΡΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004

ΣΧΟΛΙΑ - ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ της WIND Ελλάς Τηλεπικοινωνίες A.E.B.E.

Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥ ΡΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ Κανονισµοί δυνάµει του άρθρου 144

Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥ ΡΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004

Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ

Ρυθμιστική Στρατηγική της ΕΕΤΤ για τις Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες ( )

ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2015/0278(COD) Επιτροπής Πολιτισμού και Παιδείας

Δίκαιο Πληροφοριακών Συστημάτων

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ. σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 6 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004

11/03/2016 ΑΔΠ 156/2016

Έγγραφο συνόδου ΔΙΟΡΘΩΤΙΚΟ. στην έκθεση

Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥ ΡΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004

(δ) την Oδηγία 2002/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου,

ΑΠΟΦΑΣΗ. «Λήψη απόφασης επί του αιτήματος του ΟΤΕ για τροποποίηση των υπεραστικών τιμολογίων του»

ΠΙΝΑΚΑΣ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ. Τίτλος Κριτηρίου. Α.1 Οργανωτική Δομή - Οικονομικά στοιχεία 10%

ΑΠΟΦΑΣΗ. Η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ)

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥ ΡΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004

Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥ ΡΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 211,

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

ΑΠΟΦΑΣΗ. Μαρούσι, ΑΡΙΘ. ΑΠ.: 428/38

ΟΙ ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΦΥΣΙΚΟΥ ΑΕΡΙΟΥ ΝΟΜΟΙ ΤΟΥ 2004 ΕΩΣ 2018 (Ν.183(Ι)/2004 & Ν.103(Ι)/2006 & 199(Ι)/2007 & 219(Ι)/2012 &148(Ι)/2018)

Ρυθμιστικές προκλήσεις & προοπτικές στον τομέα των τηλεπικοινωνιών. Καθηγητής Δημ. Τσαμάκης Πρόεδρος ΕΕΤΤ

(δ) την Oδηγία 2002/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου,

Ο Επίτροπος Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομείων (εφεξής «ο Επίτροπος») λαμβάνοντας υπόψη:

Ψήφισµα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά µε τα νοµικά επαγγέλµατα και το γενικό συµφέρον στην οµαλή λειτουργία των νοµικών συστηµάτων

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΟ ΘΕΜΑΤΙΚΟ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ. απευθυνόμενο προς διαφορετικούς φορείς-αποδέκτες

EL Ενωµένη στην πολυµορφία EL A7-0190/234. Τροπολογία. Marietje Schaake εξ ονόµατος της Οµάδας ALDE

Απελευθέρωση Ταχυδρομικής Αγοράς : «Βαδίζοντας προς το 2009»

Παρατηρήσεις της Vodafone-Πάναφον στη Δημόσια Διαβούλευση της ΕΕΤΤ αναφορικά με το σχέδιο κανονισμού συνεγκατάστασης

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ. σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 6 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Πίνακας Περιεχομένων

Ο Επίτροπος Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομείων (εφεξής «ο Επίτροπος») λαμβάνοντας υπόψη:

12 ο ΕΘΝΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ «ΕΝΕΡΓΕΙΑ & ΑΝΑΠΤΥΞΗ 2007» Αθήνα Οκτωβρίου 2007

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. Εφαρμογή της στρατηγικής για την ψηφιακή ενιαία αγορά. στην

Η ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ & ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΔΡΑΣΗΣ ΤΗΣ ΕΕΤΤ

ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της XXX. για την πρόσβαση σε βασικό λογαριασµό πληρωµών. (Κείµενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

***I ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

Η προετοιμασία για την αποχώρηση δεν αποτελεί θέμα μόνο της ΕΕ και των εθνικών αρχών, αλλά και των ιδιωτών.

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

Εκσυγχρονισμός του ΦΠΑ για το διασυνοριακό ηλεκτρονικό εμπόριο B2C. Πρόταση ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

Α.Δ.Π. 596/2015 Ε.Ε. 4684, 25/09/2015 Παράρτημα Τρίτο Μέρος ΙΙ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

- Αθήνα, 13 Απριλίου

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2011/0430(COD) της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων

Χαιρετισμός Προέδρου Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας Κύπρου στην εκδήλωση με θέμα «Ενεργειακή απόδοση για έξοδο από την κρίση»

L 266/64 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Εκδόθηκαν στις 4 Δεκεμβρίου Εγκρίθηκε 1

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ

EL Ενωµένη στην πολυµορφία EL A7-0190/237. Τροπολογία

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΥΠΟΔΟΜΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ & ΔΙΚΤΥΩΝ ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ. Αθήνα, 30 Νοεμβρίου 2010 ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

1. Ιστορικό ίδρυσης ΑΔΜΗΕ. 2. Ρόλος του ΑΔΜΗΕ στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. 3. Βασικές εταιρικές αρχές λειτουργίας ΑΔΜΗΕ

Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 250/5

Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004

10788/2/15 REV 2 ADD 1 ΘΚ/ακι 1 DPG

ΟΙ ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΦΥΣΙΚΟΥ ΑΕΡΙΟΥ ΝΟΜΟΙ ΤΟΥ 2004 ΕΩΣ 2018 (Ν.183(Ι)/2004 & Ν.103(Ι)/2006 & 199(Ι)/2007 & 219(Ι)/2012&148(Ι)/2018)

PE-CONS 23/1/16 REV 1 EL

Ε.Ε Παρ. I(I), Αρ. 4546, (I)/2015 NOΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 2003 ΕΩΣ 2012

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ. Άρθρο 7 παράγραφος 3 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ: Ουδεμία παρατήρηση

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

1937 Κ.Δ.Π. 327/2003

ΕΕΤΤ: Συνέντευξη Τύπου Καθηγητής Νικήτας Αλεξανδρίδης Πρόεδρος Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων

Καθηγητής Νικήτας Αλεξανδρίδης Πρόεδρος EETT

Διεξαγωγή Εθνικής Δημόσιας Διαβούλευσης της ΕΕΤΤ αναφορικά με την τροποποίηση του Κανονισμού Γενικών Αδειών σε σχέση με τις ρυθμιζόμενες υπηρεσίες

Transcript:

Αξιολόγηση και βασικός σχολιασμός των προοπτικών σχετικά με την πρόσβαση σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών & συναφείς ευκολίες, καθώς και με τη διασύνδεσή τους, σύμφωνα με το θεματικό περιεχόμενο της Οδηγίας 2002/19/ΕΚ του Ευρωπαϊκού 1. Εισαγωγικό Πλαίσιο - Οι σύγχρονες προκλήσεις στον τομέα της διασύνδεσης & της πρόσβασης Η νέα κοινοτική Οδηγία 2002/19/ΕΚ 1 σχετικά με την πρόσβαση σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και με τη διασύνδεσή τους αποσαφηνίζει και εναρμονίζει τον τρόπο με τον οποίο τα Κράτη Μέλη ρυθμίζουν την αγορά μεταξύ των προμηθευτών δικτύων και υπηρεσιών επικοινωνιών στην επικράτεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο τομέας των επικοινωνιών διαδραματίζει κεντρικό ρόλο 2 στην οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική ζωή της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Οδηγία ουσιαστικά πραγματεύεται τον τρόπο με τον οποίο ρυθμίζεται η πρόσβαση σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και σε συναφείς ευκολίες, καθώς και η μεταξύ τους διασύνδεση. Παράλληλα, ορίζονται οι στόχοι των εθνικών κανονιστικών αρχών όσον αφορά την πρόσβαση και τη διασύνδεση και θεσπίζονται επαρκείς διαδικασίες και/ή άλλα μέτρα, με στόχο τη διασφάλιση του ότι τυχόν επιβαλλόμενες υποχρεώσεις εκ μέρους των αρμόδιων εθνικών κανονιστικών αρχές θα αναθεωρούνται και, κατά περίπτωση, θα αίρονται, μόλις επιτυγχάνονται οι επιθυμητοί στόχοι, έτσι ώστε να διασφαλίζεται μια δυναμική εξελικτική πορεία της αγοράς και να αποφεύγονται οι εκ των προτέρων ρυθμίσεις εφόσον έχουν επιτευχθεί συνθήκες ικανοποιητικού ανταγωνισμού 3. 1 Οδηγία 2002/19/ΕΚ του Ευρωπαϊκού της 7ης Μαρτίου 2002 σχετικά με την πρόσβαση σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συναφείς ευκολίες, καθώς και με τη διασύνδεσή τους (Οδηγία για την Πρόσβαση), ΕΕ L108, 24.04.2002, σελ. 7-20. 2 Βλέπε χαρακτηριστικά την Ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, «Προς ένα νέο πλαίσιο για την υποδομή των ηλεκτρονικών επικοινωνιών και τις σχετιζόμενες υπηρεσίες: Ανασκόπηση των επικοινωνιών για το 1999», COM(1999) 539 τελικό. 3 Βλέπε σχετικά τη μελέτη που παρατίθεται στο πλαίσιο του άρθρου Perspectives for Achieving Competition and Development in the European Information and Communications Technologies (ICT) Market, Ioannis P. Chochliouros and Anastasia S. Spiliopoulou, The Journal of The Communications Network-TCN (Institution of British Telecommunications Engineers), volume 2, part 3, July- September 2003, pp.42-50. Επιμέλεια Σύνταξης: Δρ. Ιωάννης Π. ΧΟΧΛΙΟΥΡΟΣ, Rapporteur Ομάδας Έργου

Η σχετική Οδηγία αναθεωρεί το πλαίσιο της προηγούμενης κοινής ευρωπαϊκής προσέγγισης για θέματα περί διασύνδεσης, όπως είχε πρόσφατα διατυπωθεί σύμφωνα με την αντίστοιχη Οδηγία 97/33/ΕΚ 4. Ταυτόχρονα όμως, υιοθετεί τις βασικές προοπτικές και τις αντίστοιχες προσεγγίσεις που θεσπίζονται από την Οδηγία Πλαίσιο (2002/21/ΕΚ 5 ) για όλα τα δίκτυα και τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, σε ένα περιβάλλον τεχνολογικής σύγκλισης και απελευθέρωσης των αγορών. Η θεώρηση η οποία προτείνεται από την νέα Οδηγία για την «Πρόσβαση και τη Διασύνδεση» εφαρμόζεται σε όλες τις μορφές δικτύων-υποδομών επικοινωνιών που παρέχουν διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες επικοινωνιών, είτε αυτά χρησιμοποιούνται για μετάδοση φωνής, είτε για τηλεομοιοτυπία, μετάδοση δεδομένων ή εικόνων, συμπεριλαμβανομένων των σταθερών και κινητών τηλεπικοινωνιακών δικτύων, των δικτύων καλωδιακής τηλεόρασης, των δικτύων επίγειων ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών, των δορυφορικών δικτύων και των δικτύων που χρησιμοποιούν το πρωτόκολλο του Internet (IP). Τα εν λόγω δίκτυα μπορούν να έχουν αδειοδοτηθεί και νομίμως εγκατασταθεί με βάση τις αντίστοιχες διατάξεις της νέας Οδηγίας για την Αδειοδότηση 6 ή ενδέχεται να υπόκεινται σε λειτουργία και/ή εκμετάλλευση σύμφωνα με παλαιότερες 7 4 Οδηγία 97/33/ΕΚ του Ευρωπαϊκού της 30ής Ιουνίου 1997 για τη διασύνδεση στο χώρο των τηλεπικοινωνιών προκειμένου να διασφαλισθεί καθολική υπηρεσία και διαλειτουργικότητα, με εφαρμογή των αρχών παροχής ανοικτού δικτύου (ΟΝΡ), ΕΕ L199, 26.07.1997, σελ.32-52, όπως τροποποιήθηκε από την Οδηγία 98/61/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Σεπτεμβρίου 1998 σε ό,τι αφορά τη φορητότητα των αριθμών και την προεπιλογή φορέα (ΕΕ L268, 03.10.1998 σελ.37-38). Η εν λόγω Οδηγία έχει μεταφερθεί στην εθνική νομοθεσία σύμφωνα με τις διατάξεις του Π.Δ.165/1999 (ΦΕΚ Α 159, 04.08.1999) και εφαρμόζεται σε συνδυασμό με τις συναφείς διατάξεις του Ν.2867/2000 (ΦΕΚ Α 273, 19.12.2000). 5 Οδηγία 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού της 7 ης Μαρτίου 2002, σχετικά με κοινό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (Οδηγία Πλαίσιο), ΕΕ L108, 24.04.2002, σελ.33-50. 6 Οδηγία 2002/20/ΕΚ του Ευρωπαϊκού, της 7ης Μαρτίου 2002, για την αδειοδότηση δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών (Οδηγία για την Αδειοδότηση), ΕΕ L108, 24.04.2004, σελ.21-32. 7 Λαμβάνοντας υπόψη τις διαδικασίες απελευθέρωσης και εναρμόνισης των ευρωπαϊκών αγορών σύμφωνα με τους κανόνες προώθησης του ανταγωνισμού και της αρχής «παροχής ανοικτού δικτύου» (ONP - Open Network Provision), το ισχύον κανονιστικό πλαίσιο για τις τηλεπικοινωνίες πέτυχε να δημιουργήσει -από την 1 η Ιανουαρίου του 1998- συνθήκες πανευρωπαϊκού αποτελεσματικού ανταγωνισμού κατά τη μετάβαση από μονοπωλιακό περιβάλλον σε περιβάλλον απελευθέρωσης. Εξαίρεση αποτέλεσαν οι δραστηριότητες σε μερικά Κράτη Μέλη, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα (Απόφαση 97/607/ΕΚ), όπου οι αντίστοιχες δράσεις επιτεύχθηκαν ουσιαστικά από την 1 η Ιανουαρίου του 2001. Στο πλαίσιο αυτό, προηγούμενες σχετικές αδειοδοτήσεις δικτύων έλαβαν χώρα σύμφωνα με την Οδηγία 97/13/ΕΚ του Ευρωπαϊκού σχετικά με κοινό πλαίσιο γενικών και ειδικών αδειών στον τομέα των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών (ΕΕ L117, 07.05.1997, σελ.15), όπως αυτή μεταφέρθηκε στις διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας σύμφωνα με το Π.Δ.157/1999 (ΦΕΚ Α 153, 25.07.1999). Ανάλογες ρυθμίσεις έχουν προβλεφθεί στον ισχύοντα νόμο περί τηλεπικοινωνιών, Ν.2867/2000 (ΦΕΚ Α 273, 19.12.2000). Στο πλαίσιο της περαιτέρω αποσαφήνισης του Επιμέλεια Σύνταξης: Δρ. Ιωάννης Π. ΧΟΧΛΙΟΥΡΟΣ, Rapporteur Ομάδας Έργου 2/32

κανονιστικές ρυθμίσεις. Σε κάθε περίπτωση, η Οδηγία αναφέρεται σε δίκτυα τα οποία χρησιμοποιούνται για την παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών διαθέσιμων 8 στο κοινό. Η Οδηγία 2002/19/ΕΚ καλύπτει την πρόσβαση και τη διασύνδεση μεταξύ προμηθευτών υπηρεσιών. Τα μη δημόσια δίκτυα δεν υπόκεινται 9 στο πλαίσιο που οριοθετείται από την Οδηγία, πλην των περιπτώσεων εκείνων κατά τις οποίες, επειδή αυτά μπορούν να απολαμβάνουν οφέλη από την πρόσβαση σε δημόσια δίκτυα, μπορούν να υπόκεινται σε ειδικούς όρους ή προϋποθέσεις που καθορίζονται από τις εθνικές κυβερνήσεις των Κρατών Μελών. Η Οδηγία 2002/19/ΕΚ αποβλέπει στη δημιουργία ενός ευνοϊκού -για τον ανταγωνισμό- πλαισίου που θα ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα στις υποδομές δικτύων και θα προωθήσει τη διαλειτουργικότητα των υπηρεσιών που παρέχονται μέσω των υποδομών αυτών, ενώ ταυτόχρονα θα διασφαλίσει ότι τα φαινόμενα συμφόρησης στην αγορά δεν θα περιορίζουν την εμφάνιση και την ανάπτυξη καινοτόμων υπηρεσιών, προς όφελος των χρηστών και των καταναλωτών σύμφωνα με τις αρχές της εσωτερικής αγοράς. Το όλο πλαίσιο αποσκοπεί στην ενίσχυση του δυναμικού ανάπτυξης, της ανταγωνιστικότητας και των οφελών για τους καταναλωτές-χρήστες, που εμπεριέχει η στροφή προς μια ψηφιακή οικονομία βασιζόμενη στη γνώση. Ο τομέας των ηλεκτρονικών υπηρεσιών χαρακτηρίζεται από ισχυρές αλληλεξαρτήσεις και διαδραστικές «συναλλαγές» 10 μεταξύ των διαφόρων τομέα, και κυρίως για τη διευκόλυνση των νεοεισερχόμενων «παικτών» της αγοράς, προωθήθηκαν και τέθηκαν σε εφαρμογή αντίστοιχοι, ανά κατηγορία, ειδικοί κανονισμοί [Απόφαση Ε.Ε.Τ.Τ. υπ αριθμ. 207/2, «Κανονισμός Ειδικών Αδειών» και Απόφαση Ε.Ε.Τ.Τ. υπ αριθμ. 207/3, «Κανονισμός Γενικών Αδειών» (ΦΕΚ Β 195, 01.03.2001)]. 8 Υιοθετείται ο προτεινόμενος ορισμός κατά την έννοια του εδαφίου δ) του άρθρου 2 της Οδηγίας- Πλαισίου 2002/21/ΕΚ, όπου το «δημόσιο δίκτυο επικοινωνιών» νοείται ως το δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών, το οποίο χρησιμοποιείται, εξ ολοκλήρου ή κυρίως, για την παροχή διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Ο όρος «δημόσιος» δεν αναφέρεται στην ιδιοκτησία ούτε σε περιορισμένο σύνολο προσφορών που χαρακτηρίζονται ως «δημόσια δίκτυα» ή «δημόσιες υπηρεσίες», αλλά ουσιαστικά χαρακτηρίζει οποιοδήποτε δίκτυο ή υπηρεσία που είναι προσιτή στο κοινό για να χρησιμοποιηθεί από τρίτους. 9 Εντούτοις, ενδέχεται να προσδιορίζονται κάποιες περιπτώσεις ιδιωτικών ή άλλων μη δημόσιων δικτύων τα οποία επειδή επωφελούνται από την πρόσβαση στα δημόσια δίκτυα, να υπόκεινται τελικά σε όρους που κατ εξαίρεση καθορίζονται από τα Κράτη Μέλη, για τη διαφύλαξη του υγιούς ανταγωνισμού. Εντούτοις, το ρυθμιστικό πλαίσιο σχετικά με τη διασύνδεση, γενικά δεν καλύπτει την περίπτωση κατά την οποία ένα τηλεπικοινωνιακό δίκτυο χρησιμοποιείται για την παροχή τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών που είναι προσιτές μόνο σε συγκεκριμένο τελικό χρήστη ή σε κλειστή ομάδα χρηστών. 10 Οι διάφοροι επιχειρηματικοί φορείς που παρέχουν, βάσει αδείας, δημόσια τηλεπικοινωνιακά δίκτυα ή τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες προσιτές στο κοινό, σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση ή σε μέρος αυτής, θα πρέπει να είναι ελεύθεροι να διαπραγματεύονται συμφωνίες διασύνδεσης σε εμπορική βάση, σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο, με την προϋπόθεση κάποιας μορφής επιτήρησης και, εν ανάγκη, παρέμβασης από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές. Θα πρέπει να διατηρούνται η υποχρέωση και το Επιμέλεια Σύνταξης: Δρ. Ιωάννης Π. ΧΟΧΛΙΟΥΡΟΣ, Rapporteur Ομάδας Έργου 3/32

συντελεστών της αγοράς. Προκειμένου να καθίσταται εφικτή, αποτελεσματική και άμεση -κατά το δυνατό- η επικοινωνία μεταξύ των διαφόρων επιχειρηματικών φορέων (περιλαμβανομένων των φορέων παροχής υπηρεσιών και των φορέων εκμετάλλευσης των δικτυακών υποδομών), είναι απολύτως αναγκαία η άμεση ή έμμεση «διασύνδεση» 11 των υφιστάμενων δικτύων-υποδομών μεταξύ τους. Έτσι μπορεί να διασφαλίζεται και η εποικοδομητική επικοινωνία μεταξύ των πελατών καθώς και η πραγματοποίηση αντίστοιχων συναλλαγών και εμπορικών δράσεων. Με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνεται σημαντική αλλά και ουσιώδης «οικονομία πόρων» καθώς αποφεύγονται πρόσθετες επενδύσεις για την ανάπτυξη δικτύων, και αποδίδεται ιδιαίτερη έμφαση στην ανάπτυξη & στην πρακτική υλοποίηση εμπορικών και τεχνικών «συμφωνιών», κοινώς αποδεκτών μεταξύ των εμπλεκόμενων μερών, ώστε να αποδίδεται έμφαση προς τον τομέα της εξυπηρέτησης των τελικών πελατώνχρηστών και να υλοποιούνται οι επιχειρηματικοί στόχοι των εμπλεκόμενων εταιρικών οντοτήτων αλλά και της ίδιας της αγοράς. Σε κάθε περίπτωση, για να παρέχεται διατερματική διαλειτουργικότητα υπηρεσιών στους τελικούς (εταιρικούς ή ατομικούς) χρήστες, χρειάζεται ένα επαρκές πλαίσιο διασύνδεσης με τα «δημόσια δίκτυα τηλεπικοινωνιών» και τις «υπηρεσίες τηλεπικοινωνιών που είναι προσιτές στο κοινό», ανεξάρτητα από τις εκάστοτε εφαρμοζόμενες τεχνολογίες στήριξης. Η διαλειτουργικότητα είναι ιδιαίτερα επωφελής για τους τελικούς χρήστες και αποτελεί σημαντικό στόχο του νέου θεσμικού πλαισίου. Ταυτόχρονα, οι θεμιτοί, αναλογικοί και αμερόληπτοι όροι διασύνδεσης και διαλειτουργικότητας αποτελούν καίριους παράγοντες στήριξης της ανάπτυξης ανοικτών και ανταγωνιστικών αγορών και ωθούν σε μια μεγαλύτερη μορφή ανάπτυξης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της αναδυόμενης πρόκλησης, κυρίως λόγω του φαινομένου της σύγκλισης τηλεπικοινωνιών και ραδιοτηλεοπτικών ευρυεκπομπών (broadcasting), αποτελεί η ανάγκη 12 της εξασφάλισης επαρκούς πρόσβασης 13 σε δικαίωμα όλων των μερών για «διαπραγμάτευση» της διασύνδεσης, καθώς και οι αναγκαίες κανονιστικές εξουσίες για την επίλυση τυχόν διαφορών. 11 Όπως προτείνεται και στο πλαίσιο της προηγούμενης Κοινοτικής Οδηγίας 97/33/ΕΚ για τη διασύνδεση, είναι απαραίτητο να εξασφαλίζεται η επαρκής διασύνδεση ορισμένων στοιχειωδών δικτύων και η διαλειτουργικότητα των υπηρεσιών που έχουν ουσιώδη σημασία για την κοινωνική και οικονομική ευημερία των κοινοτικών χρηστών, κυρίως των δημοσίων, σταθερών ή κινητών τηλεφωνικών δικτύων και υπηρεσιών, καθώς και των μισθωμένων γραμμών, τα οποία αποτελούν τον βασικό «κορμό» για τη μεταφορά των παντός είδους πληροφοριακών δεδομένων. 12 Οι ιδιοκτήτες ή οι φορείς εκμετάλλευσης των υφιστάμενων δικτυακών υποδομών επικοινωνιών, μπορούν να αναπτύξουν σημαντικές δραστηριότητες στην αγορά είτε ως άμεσοι φορείς παροχής υπηρεσιών προς τελικούς χρήστες είτε ως φορείς παροχής υπηρεσιών μετάδοσης προς τρίτους ή ενδεχομένως μέσω δράσεων που αναφέρονται σε αμφότερες τις δύο προηγούμενες περιπτώσεις. Είναι απολύτως προφανές το ότι η έλλειψη ενός σαφούς ρυθμιστικού πλαισίου που θα διέπει, βάσει ευκρινών Επιμέλεια Σύνταξης: Δρ. Ιωάννης Π. ΧΟΧΛΙΟΥΡΟΣ, Rapporteur Ομάδας Έργου 4/32

δικτυακές υποδομές για λογαριασμό των φορέων που παρέχουν τις αντίστοιχες επικοινωνιακές ή ραδιοτηλεοπτικές υπηρεσίες, ώστε να καθίσταται εφικτή η χρήση των συναφών υπηρεσιών-διευκολύνσεων από τους τελικούς χρήστες. Εντούτοις, οι υπηρεσίες που παρέχουν περιεχόμενο, όπως η προσφορά προς πώληση δέσμης περιεχομένου ραδιοφωνικών ή τηλεοπτικών εκπομπών, δεν καλύπτονται από το κοινό κανονιστικό πλαίσιο για τα δίκτυα και τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών και επομένως δεν αποτελούν αντικείμενο εντασσόμενο στο θεματικό πεδίο της Οδηγίας. Παράλληλα. οι κανόνες για την πρόσβαση σε δίκτυα και τη διασύνδεσή τους, συμπεριλαμβανομένων των σύγχρονων μορφών αναπτυσσόμενων ευρυζωνικών δικτύων, θα επηρεάσουν τα επιχειρηματικά σχέδια όλων των φορέων που δραστηριοποιούνται στον τομέα, και επομένως τη δυναμική του ανταγωνισμού της ευρύτερης μελλοντικής αγοράς. Οι ευρυζωνικές τεχνολογίες επιτρέπουν τη διαρκή, αδιάλειπτη και άμεση μετάδοση μεγάλων όγκων δεδομένων-πληροφοριών και ο δυναμισμός τους επιφέρει ουσιώδεις αλλαγές στις αγορές των συναφών τομέων. Αναμένονται σημαντικές διαδικασίες μετασχηματισμού της αγοράς αλλά και της επιχειρηματικής «θεώρησης» και «αξιοποίησης» των δικτυακών υποδομών, κυρίως μέσα από τη καθιέρωση προσεγγίσεων «ιδεατών δικτύων», τα οποία δύναται να αποτελούνται από πολλαπλά διακριτά τμήματα που συνιστούν περιουσιακά στοιχεία περισσότερων του ενός φορέων εκμετάλλευσης. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο αναφοράς, είναι προφανής η σημασία που αποδίδεται στην επίτευξη ικανοποιητικής διασύνδεσης των επιμέρους «δικτύων», ώστε να καθίσταται τελικά αποτελεσματικός ο ρόλος τους και η εξυπηρέτηση των πελατών. Οι νέες επικοινωνιακές υπηρεσίες και ιδίως η ανάπτυξη του Διαδικτύου μεταβάλλουν ριζικά τις μορφές επικοινωνίας και τους τρόπους πραγματοποίησης των εμπορικών συναλλαγών. Η βασική πρόκληση εντοπίζεται στην ενίσχυση της αποτελεσματικής χρήσης του Διαδικτύου για καινοτόμες εφαρμογές στον τομέα του ηλεκτρονικού εμπορίου, για την παροχή δημόσιων υπηρεσιών και για την προώθηση νέων επιχειρηματικών χρήσεων. Στο μέλλον αναμένεται ότι θα συνυπάρξουν διάφορες τεχνολογίες. Από την άλλη μεριά, θα υπάρξει ανταγωνισμός μεταξύ των τεχνολογιών, καθώς πολλές από αυτές δύνανται να παρέχουν τις ίδιες λειτουργικότητες. Παράλληλα θα υπάρχει μια έντονη κανόνων και αρχών, τέτοιου είδους δραστηριότητες, μπορεί να οδηγήσει σε περιπτώσεις στρέβλωσης των κανόνων του ανταγωνισμού. 13 Η έννοια της «πρόσβασης» στο πλαίσιο της Οδηγίας 2002/19/ΕΚ δεν αναφέρεται στην πρόσβαση των τελικών χρηστών-συνδρομητών, αλλά στην πρόσβαση των φορέων σε δικτυακές υποδομές υπό το πρίσμα της διασύνδεσης. Στον όρο «πρόσβαση» μπορούν να αποδίδονται πολλαπλές ερμηνείες ενώ ένας φορέας εκμετάλλευσης μπορεί να έχει στην κυριότητά του το βασικό δίκτυο ή τις βασικές ευκολίες ή να μισθώνει μέρος ή το σύνολο αυτών. Σχετική προσέγγιση επιχειρείται σε επακόλουθη θεματική ενότητα της παρούσας μελέτης, στην οποία παρατίθενται οι ορισμοί που νοούνται στο πλαίσιο της Οδηγίας 2002/19/ΕΚ. Επιμέλεια Σύνταξης: Δρ. Ιωάννης Π. ΧΟΧΛΙΟΥΡΟΣ, Rapporteur Ομάδας Έργου 5/32

μορφή «συμπληρωματικότητας», καθώς η αναμενόμενη ανάπτυξη υποδομών των τεχνολογιών θα απαιτήσει τη συνδυαστική χρήση διαφορετικών μορφών αυτών, σε συνδυασμό με πολλαπλή χρήση συσκευών και διατάξεων τερματικού εξοπλισμού. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση ανάπτυξης της επόμενης γενιάς σταθερών και κινητών επικοινωνιακών υπηρεσιών, η οποία εκτιμάται ότι θα στηρίζεται όλο και περισσότερο σε ευρυζωνικά συστήματα παροχής ή σε δίκτυα μεταφορών που χρησιμοποιούν το πρωτόκολλο Internet (IP), με στόχο την παροχή υπηρεσιών πολυμέσων. Το νέο αυτό ευρυζωνικό περιβάλλον θα είναι ριζικά διαφορετικό από τη σημερινή «στενοζωνική» αγορά που είναι επικεντρωμένη στη φωνητική τηλεφωνία. Επομένως η παραδοσιακή «απλή» αλυσίδα αξιών που στηρίζεται σε περιορισμένο αριθμό προϊόντων εξελίσσεται σε ένα πολύπλοκο και αλληλένδετο πλέγμα εμπορικών σχέσεων μεταξύ εταιρειών - φορέων εκμετάλλευσης, φορέων παροχής υπηρεσιών και περιεχομένου, διαφημιστών και ραδιοτηλεοπτικών φορέων - που παρέχουν συνεχώς αυξανόμενη ποικιλία υπηρεσιών στους τελικούς αποδέκτες - χρήστες. 2. Βασικοί Θεματικοί & Εννοιολογικοί Ορισμοί Για τους σκοπούς της Οδηγίας 2002/19/ΕΚ, εφαρμόζονται οι στοιχειώδεις ορισμοί που περιλαμβάνονται στο άρθρο 2 της Οδηγίας Πλαίσιο. Εφαρμόζονται 14 επίσης οι ακόλουθοι ορισμοί: «Πρόσβαση»: η διάθεση ευκολιών και/ή υπηρεσιών σε άλλη επιχείρηση, βάσει καθορισμένων όρων, σε αποκλειστική ή μη βάση, για τον σκοπό παροχής υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Η παραπάνω έννοια, η οποία συνιστά βασική θεματική προσέγγιση του νέου ρυθμιστικού πλαισίου, καλύπτει, μεταξύ άλλων:!" την πρόσβαση σε στοιχεία του δικτύου και συναφείς ευκολίες, που μπορούν να αφορούν και τη σύνδεση εξοπλισμού δια σταθερών ή μη σταθερών μέσων 15,!" την πρόσβαση σε υλική υποδομή, που περιλαμβάνει κτίρια, σωλήνες και ιστούς, 14 Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 2, της Οδηγίας 2002/19/ΕΚ. 15 Αυτό περιλαμβάνει συγκεκριμένα την πρόσβαση στον «τοπικό βρόχο» και σε ευκολίες και υπηρεσίες απαραίτητες για την παροχή υπηρεσιών μέσω τοπικού βρόχου, κατά την έννοια του Κανονισμού Αρ.2887/200/ΕΚ του Ευρωπαϊκού της 18 ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την αδεσμοποίητη πρόσβαση στον τοπικό βρόχο (EE L336, 30.12.2000, σελ.4-8). Επιμέλεια Σύνταξης: Δρ. Ιωάννης Π. ΧΟΧΛΙΟΥΡΟΣ, Rapporteur Ομάδας Έργου 6/32

!" την πρόσβαση σε συναφή συστήματα λογισμικού, που περιλαμβάνουν συστήματα λειτουργικής υποστήριξης,!" την πρόσβαση σε μετάφραση αριθμών ή σε συστήματα που παρέχουν παρόμοιες λειτουργικές δυνατότητες, την πρόσβαση σε σταθερά και κινητά δίκτυα, ιδίως για περιαγωγή,!" την πρόσβαση σε συστήματα υπό όρους πρόσβασης για υπηρεσίες ψηφιακής τηλεόρασης 16 και!" την πρόσβαση σε υπηρεσίες «εικονικού» δικτύου. «Διασύνδεση» είναι η φυσική και λογική ζεύξη δημόσιων δικτύων επικοινωνιών που χρησιμοποιούνται από την ίδια ή διαφορετική επιχείρηση προκειμένου να παρέχεται στους χρήστες μιας επιχείρησης η δυνατότητα να επικοινωνούν με χρήστες της ίδιας ή άλλης επιχείρησης ή να έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες που παρέχονται από άλλη επιχείρηση 17. Οι υπηρεσίες μπορούν να παρέχονται από τα εμπλεκόμενα μέρη ή από άλλα μέρη που έχουν πρόσβαση στο δίκτυο. Επομένως, κατά τρόπο εύλογο, η διασύνδεση μπορεί να θεωρείται ως ένας «ειδικός τύπος πρόσβασης» που εφαρμόζεται μεταξύ των φορέων εκμετάλλευσης δημόσιων δικτύων. Ως «φορέας εκμετάλλευσης» νοείται κάθε επιχείρηση που παρέχει ή που της επιτρέπεται να παρέχει, ένα δημόσιο δίκτυο επικοινωνιών ή μια συναφή ευκολία. Η «υπηρεσία τηλεόρασης ευρείας οθόνης» είναι τηλεοπτική υπηρεσία που αποτελείται, στο σύνολό της ή εν μέρει, από προγράμματα που έχουν παραχθεί και υποστεί επεξεργασία προκειμένου να παρουσιαστούν σε σχήμα ευρείας οθόνης πλήρους ύψους. Ο λόγος διαστάσεων 16: 9 είναι ο λόγος του σχήματος αναφοράς της τηλεοπτικής υπηρεσίας ευρείας οθόνης 18. Ως «τοπικός βρόχος» νοείται το φυσικό κύκλωμα που συνδέει το σημείο 16 Κατά την έννοια των συναφών διατάξεων της Οδηγίας 95/47/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24 ης Οκτωβρίου 1995, σχετικά με τη χρήση προτύπων για τη μετάδοση τηλεοπτικού σήματος (ΕΕ L281, 23.11.1995, σελ.51-54). 17 Διατηρείται ο ορισμός που είχε προταθεί στην προηγούμενη Οδηγία 97/33/ΕΚ (εδάφιο α) του άρθρου 2), με τη διαφορά της αντικατάστασης του προηγούμενου όρου «οργανισμός» από τον όρο «φορέας εκμετάλλευσης» 18 Η Απόφαση 93/424/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 22ης Ιουλίου 1993 σχετικά με τη θέσπιση σχεδίου δράσης για την εισαγωγή προηγμένων τηλεοπτικών υπηρεσιών στην Ευρώπη (ΕΕ L196, 05.08.1993, σελ.48-54), αποσκοπούσε στην προώθηση του λόγου διαστάσεων ευρείας οθόνης 16:9 (625 ή 1250 γραμμές), ανεξάρτητα από το χρησιμοποιούμενο ευρωπαϊκό τηλεοπτικό πρότυπο και ανεξάρτητα από τη μέθοδο εκπομπής (επίγεια, δορυφορική ή καλωδιακή), με στόχο την εξασφάλιση της ταχύρυθμης ανάπτυξης της αγοράς προηγμένων τηλεοπτικών υπηρεσιών. Επιμέλεια Σύνταξης: Δρ. Ιωάννης Π. ΧΟΧΛΙΟΥΡΟΣ, Rapporteur Ομάδας Έργου 7/32

τερματισμού του δικτύου στις εγκαταστάσεις του συνδρομητή με τον κεντρικό κατανεμητή ή με την αντίστοιχη ευκολία στο σταθερό δημόσιο τηλεφωνικό δίκτυο 19. Η όρος «αδεσμοποίητη πρόσβαση στον τοπικό βρόχο» (Unbundled access to the Local Loop - ULL) έχει το νόημα της αποσυσχέτισης του ακραίου συνδρομητικού δικτύου (τοπικός βρόχος) από την υπηρεσία που παρέχεται μέσω αυτού. Με αυτό τον τρόπο ο τοπικός βρόχος 20 γίνεται διακριτό στοιχείο, ανεξάρτητο από το υπόλοιπο δίκτυο, και θα πρέπει να είναι διαθέσιμος σε όλους τους τηλεπικοινωνιακούς φορείς. Διατηρείται η προσέγγιση που έχει θεωρηθεί στο πλαίσιο του Κανονισμού αρ.2887/2000/εκ 21. 3. Η ανάγκη για τη διασφάλιση της πρόσβασης και της διασύνδεσης Σε μια ανοιχτή και ανταγωνιστική αγορά όπως η εσωτερική αγορά των Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επιδιώκεται, μεταξύ άλλων, και η ελεύθερη διακίνηση υπηρεσιών και εφαρμογών, σε συμφωνία με τους βασικούς κανόνες της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, όπως ισχύει. Στο πλαίσιο αυτό, με την επιφύλαξη κυρίως των κανόνων περί ανταγωνισμού, δεν θα πρέπει να υπάρχουν περιορισμοί που θα αποτρέπουν τις εμπλεκόμενες επιχειρήσεις να διαπραγματεύονται ρυθμίσεις πρόσβασης και διασύνδεσης μεταξύ τους (περιλαμβανομένων και των περιπτώσεων που αφορούν διασυνοριακές συμφωνίες). Για την επίτευξη μιας αποτελεσματικής και πραγματικά πανευρωπαϊκής αγοράς, ικανής να δομείται σε όρους ουσιαστικού και θεμιτού ανταγωνισμού, και ταυτόχρονα ικανής ώστε να παρέχει ευρύτερες δυνατότητες επιλογών και προσφορών (ανταγωνιστικών τόσο ως προς το κόστος όσο και ως προς την ποιότητα) υπηρεσιών & άλλων διευκολύνσεων προς τους καταναλωτές, θα πρέπει να παρέχεται η δυνατότητα στους παντός είδους εμπλεκόμενους επιχειρηματικούς φορείς - επιχειρήσεις που λαμβάνουν αιτήσεις πρόσβασης ή διασύνδεσης, να συνάπτουν τις 19 Βλέπε επίσης το περιεχόμενο της μελέτης «Προοπτικές και Αξιολόγηση του Κανονισμού (ΕΚ), σχετικά με την αδεσμοποίητη πρόσβαση στον τοπικό βρόχο», η οποία συντάχθηκε με τη μέριμνα του Δρ. Ιωάννη Π. Χοχλιούρου, όπως αυτή ενσωματώνεται στα παραδοτέα της Ομάδας Εργασίας ΣΤ1 του e- Business Forum. [Διαθέσιμη στον ιστότοπο της Ομάδας Έργασίας ΣΤ1 του e-business Forum http://www.ebusinessforum.gr/]. 20 Βλέπε επίσης σχετικά Local Loop Unbundling (LLU) Policy Measures as an Initiative Factor for the Competitive Developments of the European Communications Market, Ioannis P. Chochliouros and Anastasia S. Spiliopoulou, The Journal of The Communications Network-TCN (Institution of British Telecommunications Engineers), volume 1, part 2, July-September 2002, pp.85-91. 21 ΕΕ L336, 30.12.2000, σελ.4-8. Επιμέλεια Σύνταξης: Δρ. Ιωάννης Π. ΧΟΧΛΙΟΥΡΟΣ, Rapporteur Ομάδας Έργου 8/32

σχετικές συμφωνίες 22 επί εμπορικής βάσεως και να διαπραγματεύονται καλόπιστα προς την επίτευξη του σκοπού αυτού. Βασική προϋπόθεση αποτελεί η θεσμοθέτηση της διασφάλισης ότι δεν θα υπάρχουν περιορισμοί που να εμποδίζουν τις επιχειρήσεις (στο ίδιο Κράτος Μέλος ή σε διαφορετικά Κράτη Μέλη) να διαπραγματεύονται μεταξύ τους συμφωνίες 23 για τεχνικές και εμπορικές ρυθμίσεις πρόσβασης και/ή διασύνδεσης, σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο. Διαφορετικοί όροι και προϋποθέσεις για ισοδύναμες υπηρεσίες και/ή δίκτυα, καθώς και η επιβολή υποχρεώσεων ή περιορισμών ενδέχεται να επιβάλλονται μόνο σε ειδικές περιπτώσεις, κυρίως υπό το πρίσμα των απαιτήσεων της Οδηγίας για την Καθολική Υπηρεσία 24 και τα Δικαιώματα των Χρηστών και της Οδηγίας για την Αδειοδότηση 25. Οι γενικοί στόχοι της κανονιστικής ρύθμισης στον τομέα που αφορά τα θέματα πρόσβασης και διασύνδεσης, αποβλέπουν στην προώθηση μιας δυναμικής και συνεχώς ανταγωνιστικής αγοράς σε επίπεδο δικτύων και υπηρεσιών, η οποία ταυτόχρονα:!"θα παρέχει κίνητρα για επενδύσεις,!"θα εγγυάται τη δυνατότητα επιλογής των χρηστών,!"θα διασφαλίζει εύλογες συνθήκες κόστους και τιμολογήσεων των χρηστών,!"θα διατηρεί τους στόχους της δημόσιας πολιτικής σε τομείς όπως οι ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές και η προστασία των καταναλωτών!"θα προωθεί ρυθμίσεις που θα αποτρέπουν φαινόμενα διακυμάνσεων και κατακερματισμού. Λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη την ταχεία εξέλιξη της αγοράς και των τεχνολογιών, η Οδηγία 2002/19/ΕΚ επιδιώκει να θεσπίσει μια σειρά διαδικασιών και μέτρων, μέσω των οποίων θα μπορεί να είναι εφικτή αλλά και αποτελεσματική η αντιμετώπιση τυχόν προβλημάτων και η ενίσχυση του ανταγωνισμού. 22 Σε μια ανταγωνιστική αγορά, η διασύνδεση με δίκτυα και η πρόσβαση σε αυτά θα πρέπει θεωρητικά να αποτελεί αντικείμενο συμφωνίας, βάσει εμπορικών διαπραγματεύσεων μεταξύ των ενδιαφερόμενων εταιρειών. 23 Μια επιχείρηση η οποία «ζητά» πρόσβαση ή διασύνδεση δεν απαιτείται να έχει άδεια λειτουργίας στο Κράτος Μέλος όπου ζητείται η πρόσβαση ή η διασύνδεση, όταν δεν παρέχει υπηρεσίες και δεν εκμεταλλεύεται δίκτυο στο εν λόγω Κράτος Μέλος. Επομένως η δυνατότητα αυτή σαφώς διευκολύνει την ανάπτυξη διασυνοριακών «συνεργασιών» μεταξύ επιχειρηματικών φορέων. 24 Οδηγία 2002/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού της 7 ης Μαρτίου 2002, για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (Οδηγία Καθολικής Υπηρεσίας), ΕΕ L108, 24.04.2002, σελ.51-77. 25 Βλέπε την προηγούμενη υπ αριθ.5 υποσημείωση, όπως επίσης και το περιεχόμενο της μελέτης «Προοπτικές και Δυναμικό που απορρέουν από την Αξιολόγηση της Οδηγίας 2002/20/ΕΚ του Ευρωπαϊκού για την αδειοδότηση δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών (Οδηγία για την Αδειοδότηση)», η οποία συντάχθηκε με τη μέριμνα του Δρ. Ιωάννη Π. Χοχλιούρου, όπως αυτή ενσωματώνεται στα παραδοτέα της Ομάδας Εργασίας ΣΤ1 του e- Business Forum. [Διαθέσιμη στον ιστότοπο της Ομάδας Έργασίας ΣΤ1 του e-business Forum http://www.ebusinessforum.gr/]. Επιμέλεια Σύνταξης: Δρ. Ιωάννης Π. ΧΟΧΛΙΟΥΡΟΣ, Rapporteur Ομάδας Έργου 9/32

Ωστόσο, κάποιοι παράγοντες ενδέχεται να περιορίζουν -σε κάποιο βαθμό- την επίτευξη συνθηκών «επαρκούς» ή «ικανοποιητικής» ανταγωνιστικότητας της αγοράς. Γενικά, σε ορισμένες αγορές στις οποίες πρώην μονοπωλιακοί ή ολιγοπωλιακοί φορείς εκμετάλλευσης εξακολουθούν συντριπτικά να παρέχουν συγκεντρωμένους πόρους (όπως π.χ. το δίκτυο τοπικής πρόσβασης ή τα συστήματα «πρόσβασης υπό όρους» στον τομέα της ψηφιακής τηλεόρασης) και/ή να διαχειρίζονται την πλειοψηφία των τηλεπικοινωνιακών συνδέσεων χωρίς να υπάρχουν σοβαρές εναλλακτικές λύσεις οι οποίες θα παρέχονται από ανταγωνιστικούς φορείς, ενδέχεται να εντοπίζονται πιθανά φαινόμενα «στρεβλώσεων» του ανταγωνισμού. Παράλληλα, σε τέτοιου είδους αγορές ενδέχεται να εντοπίζονται φαινόμενα κατάχρησης της «διαπραγματευτικής» ισχύος ορισμένων επιχειρηματικών φορέων έναντι των λοιπών «παικτών» της αγοράς, με πιθανή ανομοιόμορφη (ή μη ισότιμη) αντιμετώπιση των διαφόρων αιτημάτων που αφορούν πρόσβαση και διασύνδεση. Τυχόν αδικαιολόγητες καθυστερήσεις και εμπόδια σε συμφωνίες διασύνδεσης ή συνεγκατάστασης, για τη διαπραγμάτευση άλλης μορφής πρόσβασης σε δίκτυο, μπορούν να εμποδίσουν τη βραχυπρόθεσμη παροχή νέων υπηρεσιών και την ανάπτυξη νέων δικτύων από δυνητικούς ανταγωνιστές. Σε κάθε περίπτωση, ο βασικός γνώμονας για οποιαδήποτε απόπειρα αξιολόγησης θα πρέπει να είναι η τήρηση των κανόνων του ανταγωνισμού, γεγονός το οποίο -σε συνάρτηση με την μέχρι σήμερα αποκτηθείσα εμπειρία από την εξέλιξη του τομέασυνιστά τη θέσπιση και την ουσιαστική τήρηση ενός κατάλληλου πλαισίου που θα διασφαλίζει την αποτελεσματική λειτουργία της αγοράς. Βάσει του πλαισίου κανονιστικών ρυθμίσεων του 1998, τα τμήματα αγοράς του τηλεπικοινωνιακού τομέα ήταν υποκείμενα σε εκ των προτέρων ρύθμιση με βάση τις διατάξεις των σχετικών Οδηγιών, πλην όμως δεν επρόκειτο για αγορές προσδιοριζόμενες σύμφωνα με τις αρχές του δικαίου περί ανταγωνισμού. Βάσει του νέου πλαισίου κανονιστικών ρυθμίσεων, οι προς ρύθμιση αγορές ορίζονται εφεξής σύμφωνα με τις αρχές του ευρωπαϊκού δικαίου περί ανταγωνισμού. Θα πρέπει να αξιολογείται εάν η αντίστοιχη αγορά είναι προοπτικά ανταγωνιστική, λαμβάνοντας ταυτόχρονα υπόψη τις αναμενόμενες ή τις προβλέψιμες εξελίξεις της αγοράς κατά τη διάρκεια μιας εύλογης περιόδου. Επομένως, κατά τη διάρκεια μιας μεταβατικής περιόδου, αναγκαίας για την επίτευξη συνθηκών πλήρως και αποτελεσματικού ανταγωνισμού στην αγορά, θα πρέπει να εξακολουθήσουν να ισχύουν οι υφιστάμενοι εκ των προτέρων τομεακοί κανόνες 26 26 Στις περιπτώσεις αυτές, η προτεινόμενη κανονιστική αντιμετώπιση θα πρέπει να αφορά το συγκεκριμένο πρόβλημα, να είναι αναλογική και να διατηρείται μόνο για όσο διάστημα είναι αναγκαία. Σε κάθε περίπτωση, η Οδηγία ορίζει την ανάκληση των εκ των προτέρων κανόνων και ρυθμίσεων, μόλις επιτευχθούν οι επιθυμητοί στόχοι από την αγορά. Επιμέλεια Σύνταξης: Δρ. Ιωάννης Π. ΧΟΧΛΙΟΥΡΟΣ, Rapporteur Ομάδας Έργου 10/32

ταυτόχρονα με τους κανόνες περί ανταγωνισμού για την κανονιστική ρύθμιση της πρόσβασης και της διασύνδεσης. 4. Η δυνατότητα άσκησης παρεμβάσεων εκ μέρους των εθνικών κανονιστικών αρχών Εξουσίες και καθήκοντα Οι εθνικές κανονιστικές αρχές (EΚA) χρησιμοποιούν βασικές κατευθυντήριες αρχές και συνεκτικούς κανόνες για την ανάλυση 27 των αγορών και την εκτίμηση της ύπαρξης αποτελεσματικού ανταγωνισμού βάσει του νέου πλαισίου κανονιστικών ρυθμίσεων για τα δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Σε όλες αυτές τις αγορές, οι εθνικές κανονιστικές αρχές θα παρεμβαίνουν για να επιβάλλουν υποχρεώσεις σε επιχειρήσεις μόνον εφόσον οι αγορές θεωρούνται όχι επαρκώς ανταγωνιστικές 28 λόγω της ύπαρξης τέτοιου είδους επιχειρήσεων οι οποίες κατέχουν θέση που ισοδυναμεί με δεσπόζουσα 29. Η έννοια της «δεσπόζουσας θέσης» έχει οριστεί από τη νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ως η θέση οικονομικής ευρωστίας που επιτρέπει σε μια επιχείρηση να συμπεριφέρεται σε σημαντικό βαθμό ανεξάρτητα από τους ανταγωνιστές, τους πελάτες και σε τελική ανάλυση τους καταναλωτές. Κατά συνέπεια, στο νέο πλαίσιο κανονιστικών ρυθμίσεων, σε αντίθεση με το πλαίσιο του 1998, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και οι εθνικές κανονιστικές αρχές θα στηριχθούν στις αρχές και μεθόδους που προβλέπει το δίκαιο περί ανταγωνισμού 30 για τον καθορισμό των αγορών που θα αποτελέσουν αντικείμενο εκ των προτέρων ρύθμισης και για την εκτίμηση του κατά πόσον οι επιχειρήσεις κατέχουν «σημαντική ισχύ» 31 στις εν λόγω αγορές. 27 Βλέπε σχετικά το κείμενο «Κατευθυντήριες γραμμές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την ανάλυση αγοράς και την εκτίμηση της σημαντικής ισχύος στην αγορά βάσει του κοινοτικού πλαισίου κανονιστικών ρυθμίσεων για τα δίκτυα και τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών», ΕΕ C165, 11.07.2002 σελ.6-31[2002/ 165/03]. 28 Πλην των περιπτώσεων στις οποίες το νέο πλαίσιο κανονιστικών ρυθμίσεων επιτρέπει ρητά την επιβολή υποχρεώσεων ανεξάρτητα από την κατάσταση του ανταγωνισμού στην αγορά. 29 Κατά την έννοια του άρθρου 82 της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΚ), όπως ισχύει, και σύμφωνα με το άρθρο 14 της Οδηγίας «Πλαίσιο», 2002/21/ΕΚ. 30 Τα εθνικά, νομοθετικά ή διοικητικά μέτρα που συνδέουν τους όρους και τις προϋποθέσεις πρόσβασης ή διασύνδεσης με τις δραστηριότητες του μέρους που επιθυμεί τη διασύνδεση, και ειδικότερα με το ύψος της επένδυσής του σε υποδομή δικτύου και όχι με τις παρεχόμενες υπηρεσίες διασύνδεσης ή πρόσβασης, μπορούν να προξενήσουν στρέβλωση της αγοράς και, επομένως, να μην συμβιβάζονται με τους κανόνες περί ανταγωνισμού. 31 Η νέα μορφή της «σημαντικής ισχύος στην αγορά» θα περιλαμβάνει τη δεσπόζουσα θέση μιας εταιρείας, την κοινή δεσπόζουσα θέση και την εκμετάλλευση της δεσπόζουσας θέσης σε μια συνδεδεμένη αγορά. Ουσιαστικά η έννοια της «σημαντικής ισχύος στην αγορά» επαναδιατυπώνεται στο νέο θεσμικό πλαίσιο με βάση την έννοια της «δεσπόζουσας θέσης» στη νομοθεσία για τον ανταγωνισμό. Επιμέλεια Σύνταξης: Δρ. Ιωάννης Π. ΧΟΧΛΙΟΥΡΟΣ, Rapporteur Ομάδας Έργου 11/32

Οι εθνικές κανονιστικές αρχές θα μπορούν να «κοινοποιούν» εταιρείες ως «έχουσες σημαντική ισχύ στην αγορά» και να επιβάλλουν εκ των προτέρων υποχρεώσεις μόνο σε περίπτωση που οι εταιρείες αυτές εκτιμάται ότι κατέχουν δεσπόζουσα θέση βάσει της νομοθεσίας περί ανταγωνισμού και σε περίπτωση που υπάρχουν προβλήματα με τους εγκατεστημένους φορείς και/ή προβλήματα καθετοποίησης, τέτοια που οι εκ των υστέρων λύσεις που προτείνει η νομοθεσία περί ανταγωνισμού δεν επαρκούν για την αντιμετώπιση των διαπιστωμένων προβλημάτων της αγοράς. Ειδικότερα, και με την επιφύλαξη των μέτρων που μπορούν να ληφθούν για τις επιχειρήσεις με σημαντική ισχύ στην αγορά, οι εθνικές κανονιστικές αρχές μπορούν να επιβάλλουν αφενός μεν υποχρεώσεις σε επιχειρήσεις που ελέγχουν την πρόσβαση στους τελικούς χρήστες, αφετέρου δε υποχρεώσεις σε φορείς εκμετάλλευσης ώστε οι τελευταίοι να παρέχουν πρόσβαση σε διεπαφές προγράμματος εφαρμογής (ΑPI) και σε ηλεκτρονικούς οδηγούς προγραμμάτων (EPG). Σε ένα ραγδαία μεταβαλλόμενο περιβάλλον, η διαδικασία καθορισμού των αγορών, βάσει της οποίας εκτιμάται η ισχύς στην αγορά μιας επιχείρησης, πρέπει να είναι δυναμική και ευέλικτη 32. Οι εθνικές κανονιστικές αρχές έχουν την ευθύνη να προσδιορίζουν ποιες επιχειρήσεις κατέχουν σημαντική ισχύ στις εν λόγω αγορές και να επιβάλλουν υποχρεώσεις που στοχεύουν στην αντιμετώπιση ενδεχόμενης στρέβλωσης του ανταγωνισμού που θα μπορούσε να προκύψει από την κατάχρηση της εν λόγω ισχύος στην αγορά Οι εθνικές κανονιστικές αρχές θα πρέπει να ενθαρρύνουν αλλά και να έχουν 33 την εξουσία, σε περίπτωση αποτυχίας των εμπορικών διαπραγματεύσεων μεταξύ των εμπλεκόμενων μερών, να εξασφαλίζουν κατάλληλη πρόσβαση και διασύνδεση καθώς και διαλειτουργικότητα των υπηρεσιών προς το συμφέρον και το μέγιστο δυνατό όφελος των τελικών χρηστών. Η παρέμβαση μπορεί να πραγματοποιείται αυτοβούλως, εκ μέρους των ΕΚΑ (εφόσον μια τέτοια ενέργεια δικαιολογείται) ή μετά από σχετικό αίτημα ενός εκ των εμπλεκομένων μερών. Συγκεκριμένα, οι εθνικές κανονιστικές αρχές μπορούν να εξασφαλίζουν τη διατερματική συνδετικότητα επιβάλλοντας αντικειμενικές, αναλογικές, διαφανείς και αμερόληπτες υποχρεώσεις στις επιχειρήσεις που ελέγχουν την πρόσβαση στους τελικούς χρήστες. Ειδικότερα, η τήρηση της αρχής της αναλογικότητας θα αποτελέσει βασικό κριτήριο που θα χρησιμοποιείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή 32 Η διαδικασία αυτή προσδιορίζεται στην Οδηγία «Πλαίσιο» 2002/21/ΕΚ και συνεπάγεται τη δημοσίευση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή απόφασης σχετικά με το συγκεκριμένο προϊόν και τις αγορές υπηρεσιών, οι οποίες υπόκεινται σε εκ των προτέρων κανονιστική ρύθμιση. 33 Οι εθνικές κανονιστικές αρχές αναπτύσσουν δράσεις με επιδίωξη την αποτελεσματικότερη δυνατή επίτευξη των στόχων πολιτικής που προδιαγράφονται στις διατάξεις του άρθρου 8 της Οδηγίας 2002/21/ΕΚ. Επιμέλεια Σύνταξης: Δρ. Ιωάννης Π. ΧΟΧΛΙΟΥΡΟΣ, Rapporteur Ομάδας Έργου 12/32

για την αξιολόγηση και οριστική αποδοχή των μέτρων που προτείνονται από τις EΚA, βάσει της διαδικασίας του άρθρου 7 της Οδηγίας 2002/21/ΕΚ. Στις περιπτώσεις που επιβάλλονται υποχρεώσεις πρόσβασης και χρήσης ειδικών ευκολιών δικτύου 34, οι εθνικές κανονιστικές αρχές δύνανται να θεσπίζουν τεχνικές ή λειτουργικές προϋποθέσεις που οφείλει να πληροί ο φορέας παροχής και/ή ο δικαιούχος αυτής της πρόσβασης, σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο, εφόσον αυτό είναι απαραίτητο για την εξασφάλιση της ομαλής λειτουργίας του δικτύου. Κατά την άσκηση των ρυθμιστικών τους καθηκόντων βάσει των άρθρων 15 και 16 της Οδηγίας Πλαίσιο, οι εθνικές κανονιστικές αρχές απολαμβάνουν διακριτικών εξουσιών οι οποίες αντικατοπτρίζουν την πολυπλοκότητα όλων των συναφών παραγόντων οι οποίοι πρέπει να συνεκτιμηθούν (οικονομικών, πραγματικών και νομικών) κατά τη διαπίστωση της σχετικής αγοράς και τον προσδιορισμό 35 επιχειρήσεων με «σημαντική ισχύ στην αγορά». Η διαλειτουργικότητα παρέχει πολλαπλές ωφέλειες και πλεονεκτήματα στους τελικούς χρήστες και αποτελεί βασικό στόχο του νέου θεσμικού. Επομένως, η ενθάρρυνση της διαλειτουργικότητας αποτελεί έναν από τους στόχους των εθνικών κανονιστικών αρχών, που καθορίζονται στο νέο θεσμικό πλαίσιο, το οποίο προβλέπει ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα δημοσιεύει κατάλογο προτύπων και/ή προδιαγραφών που καλύπτουν την προσφορά υπηρεσιών, τις τεχνικές διεπαφές και/ή τις λειτουργίες δικτύου, ως βάση για την ενθάρρυνση της εναρμόνισης 36 των ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Ο έλεγχος των μέσων πρόσβασης ενδέχεται να συνεπάγεται κυριότητα ή έλεγχο του φυσικού (σταθερού ή κινητού) συνδέσμου με τον τελικό χρήστη, και/ή τη δυνατότητα αλλαγής ή αφαίρεσης του εθνικού αριθμού ή αριθμών που χρειάζονται για την πρόσβαση στο τερματικό σημείο ενός τελικού χρήστη. Τούτο θα μπορούσε, παραδείγματος χάριν, να είναι απαραίτητο εάν οι φορείς εκμετάλλευσης δικτύου περιόριζαν αδικαιολόγητα τις επιλογές των τελικών χρηστών όσον αφορά την πρόσβαση σε πύλες και υπηρεσίες του Διαδικτύου. 34 Κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 12, της Οδηγίας 2002/19/ΕΚ. 35 Οι εν λόγω διακριτικές εξουσίες υπόκεινται, ωστόσο, στις διαδικασίες που προβλέπονται στα άρθρα 6 και 7 της Οδηγίας «Πλαίσιο» 2002/21/ΕΚ. 36 Τα Κράτη Μέλη θα πρέπει να καλούνται ώστε να ενθαρρύνουν τη χρήση των δημοσιευμένων προτύπων και/ή προδιαγραφών, στον βαθμό που αυτό είναι απολύτως απαραίτητο για τη διασφάλιση της διαλειτουργικότητας των υπηρεσιών και για τη διεύρυνση της ελευθερίας επιλογής των χρηστών. [Βλέπε επίσης σχετικό σχολιασμό για τα διάφορα θέματα περί του πλαισίου και των δράσεων της ανάπτυξης προτύπων για τις εφαρμογές ψηφιακής τηλεόρασης, στην επακόλουθη θεματική ενότητα 7, της παρούσας μελέτης.]. Επιμέλεια Σύνταξης: Δρ. Ιωάννης Π. ΧΟΧΛΙΟΥΡΟΣ, Rapporteur Ομάδας Έργου 13/32

5. Η θεώρηση της «σημαντικής ισχύος στην αγορά» & η επιβολή υποχρεώσεων στους αντίστοιχους φορείς εκμετάλλευσης Η προηγούμενη Οδηγία 97/33/ΕΚ για τη διασύνδεση, θέσπισε σειρά υποχρεώσεων οι οποίες μπορούσαν να επιβάλλονται σε επιχειρήσεις με «σημαντική ισχύ στην αγορά» 37, ήτοι διαφάνεια, αμεροληψία, λογιστικό διαχωρισμό, πρόσβαση και έλεγχο των τιμών, συμπεριλαμβανομένης της κοστοστρέφειας. Αυτή η σειρά υποχρεώσεων εξακολουθεί να διατηρείται, επί της αρχής, και στο περιβάλλον αναφοράς του νέου θεσμικού πλαισίου, αλλά υπό τη θεώρηση ότι θα αποτελεί το μέγιστο των υποχρεώσεων που μπορούν να επιβληθούν σε επιχειρήσεις, για την αποφυγή περιττών ρυθμίσεων. Κατ εξαίρεση, για λόγους συμμόρφωσης με διεθνείς δεσμεύσεις ή το κοινοτικό δίκαιο, ενδέχεται να ενδείκνυται η επιβολή, σε όλους τους συντελεστές της αγοράς, υποχρεώσεων πρόσβασης ή διασύνδεσης, όπως ισχύει στα συστήματα υπό όρους πρόσβασης για τις υπηρεσίες της ψηφιακής τηλεόρασης. Η επιβολή ειδικών υποχρεώσεων σε μια επιχείρηση με «σημαντική ισχύ στην αγορά» δεν απαιτεί πρόσθετη ανάλυση της αγοράς αλλά αιτιολόγηση ότι η συγκεκριμένη υποχρέωση είναι κατάλληλη και αναλογική σε σχέση με τη φύση του συγκεκριμένου προβλήματος. Γενικά, η νέα Οδηγία 2002/19/ΕΚ προβλέπει με σαφήνεια ότι η επιβολή υποχρεώσεων σε επιχειρηματικούς φορείς, με τη μέριμνα των εθνικών κανονιστικών αρχών, θα λαμβάνει χώρα μόνο για εκείνους τους «παίκτες» της αγοράς που χαρακτηρίζονται ως έχοντες «σημαντική ισχύ». Ως εκ τούτου, με την εξαίρεση ειδικών περιπτώσεων, οι λοιποί επιχειρηματικοί φορείς της αγοράς θα τυγχάνουν εξαίρεσης. Οι επιβαλλόμενες υποχρεώσεις 38 δεν θα είναι άλλες από εκείνες που θα αναφέρονται σε θέματα διαφάνειας, αμεροληψίας, τήρησης λογιστικού διαχωρισμού, πρόσβασης και χρήσης ειδικών ευκολιών δικτύου και ελέγχου τιμών και κοστολόγησης. Στις επακόλουθες ενότητες πραγματεύονται επόψεις που συσχετίζονται με τις αναφερθείσες υποχρεώσεις, και επιχειρείται η συσχέτισή τους με το ευρύτερο θεματικό πλαίσιο της Οδηγίας 2002/19/ΕΚ. 5.1 Διαφάνεια Η διαφάνεια των όρων και προϋποθέσεων πρόσβασης και διασύνδεσης, συμπεριλαμβανομένων των τιμών, συμβάλλει στην επίσπευση των διαπραγματεύσεων, στην αποφυγή των διενέξεων και στην ενίσχυση της 37 Κατά την έννοια των διατάξεων της παραγράφου 3, του άρθρου 4 της Οδηγίας 97/33/ΕΚ. 38 Κατά την έννοια των άρθρων 9-13 της Οδηγίας 2002/19/ΕΚ. Επιμέλεια Σύνταξης: Δρ. Ιωάννης Π. ΧΟΧΛΙΟΥΡΟΣ, Rapporteur Ομάδας Έργου 14/32

εμπιστοσύνης των συντελεστών της αγοράς αναφορικά με την προοπτική ώστε οι συναφείς υπηρεσίες-ευκολίες να παρέχονται με αμερόληπτο τρόπο. Υπό αυτό το πρίσμα, οι φορείς εκμετάλλευσης θα προβαίνουν στη δημοσίευση συγκεκριμένων πληροφοριών, κυρίως δε αναφορικά με:!"πληροφορίες λογιστικής φύσης.!"τεχνικές προδιαγραφές και πρότυπα ή τεχνικούς κανονισμούς που τυγχάνουν αποδοχής και χρήσης,!"άλλα χαρακτηριστικά του δικτύου,!"όρους & προϋποθέσεις παροχής και χρήσης και!"προσφερόμενες τιμές σχετικά με τις παρεχόμενες ευκολίες. Σε μια τέτοια προοπτική, ο «ανοικτός» χαρακτήρας και η διαφάνεια των τεχνικών διεπαφών μπορούν να αποδειχθούν ιδιαίτερα σημαντικοί παράγοντες για τη διασφάλιση της διαλειτουργικότητας και της διασυνεργασίας των πολλαπλών διατιθέμενων δικτυακών υποδομών και εφαρμογών. Όταν μια εθνική κανονιστική αρχή επιβάλλει υποχρεώσεις 39 δημοσιοποίησης πληροφοριών, μπορεί επίσης να ορίζει τον τρόπο με τον οποίο δημοσιοποιούνται οι πληροφορίες, ορίζοντας π.χ. τη μορφή της δημοσίευσης (έντυπη και/ή ηλεκτρονική) και εάν οι πληροφορίες παρέχονται δωρεάν ή όχι, ανάλογα με τη φύση και τον σκοπό των συγκεκριμένων πληροφοριών. Το όλο πλαίσιο τελεί υπό δυναμική αναθεώρηση, σύμφωνα με τις εκάστοτε εξελίξεις της αγοράς. 5.2 Αμεροληψία Η αρχή της αμεροληψίας διασφαλίζει ότι οι επιχειρήσεις που κατέχουν «σημαντική ισχύ στην αγορά» δεν προκαλούν στρέβλωση του ανταγωνισμού, ιδίως σε περιπτώσεις καθετοποιημένων επιχειρήσεων που παρέχουν υπηρεσίες σε επιχειρήσεις τις οποίες ανταγωνίζονται σε αγορές σε επόμενο στάδιο της παραγωγικής διαδικασίας. Οι φορείς εκμετάλλευσης θα εφαρμόζουν ισοδύναμους όρους, σε ισοδύναμες περιστάσεις, σε άλλες επιχειρήσεις που παρέχουν ισοδύναμες υπηρεσίες, και παρέχουν υπηρεσίες και πληροφορίες σε τρίτους υπό τους ίδιους όρους και της ίδιας ποιότητας με τις παρεχόμενες για τις δικές τους υπηρεσίες ή τις υπηρεσίες των θυγατρικών τους ή των εταίρων τους. Οι αρμόδιες εθνικές κανονιστικές αρχές μεριμνούν για την τήρηση της παραπάνω αρχής η οποία συνιστά θεματοφύλακα της ενίσχυσης του ανταγωνισμού στην απελευθερωμένη τηλεπικοινωνιακή αγορά ηλεκτρονικών εφαρμογών. 39 Οι εθνικές κανονιστικές αρχές ενδέχεται επίσης να απαιτούν από έναν φορέα εκμετάλλευσης να δημοσιεύει σχετική «προσφορά αναφοράς», ώστε να αποσαφηνίζονται και να εξηγούνται αναλυτικά οι βασικοί θεματικοί τομείς για τους οποίους, στο πλαίσιο μιας διαφανούς μορφής διασύνδεσης, κάθε τρίτο μέρος δεν θα υποχρεούται να πληρώνει τον αρμόδιο φορέα εκμετάλλευσης, για τη διάθεση των ευκολιών. Επιμέλεια Σύνταξης: Δρ. Ιωάννης Π. ΧΟΧΛΙΟΥΡΟΣ, Rapporteur Ομάδας Έργου 15/32

5.3 Λογιστικός διαχωρισμός Ο λογιστικός διαχωρισμός επιτρέπει τη διαφάνεια των εσωτερικών τιμολογήσεων και παρέχει στις εθνικές κανονιστικές αρχές την δυνατότητα να ελέγχουν, κατά περίπτωση, τη συμμόρφωση 40 με τις υποχρεώσεις αμεροληψίας. Οι εθνικές κανονιστικές αρχές μπορούν να επιβάλλουν, υποχρεώσεις λογιστικού διαχωρισμού όσον αφορά καθορισμένες δραστηριότητες που αφορούν τη διασύνδεση και/ή την πρόσβαση. Σε κάθε περίπτωση, ανάλογες υποχρεώσεις (άρθρο 8, παράγραφος 2 της Οδηγίας 97/33/ΕΚ) είχαν ήδη επιβληθεί στους «κοινοποιημένους φορείς εκμετάλλευσης» ώστε αυτοί να τηρούν χωριστούς λογαριασμούς,!"αφενός για τις δραστηριότητές τους οι οποίες σχετίζονται με το αντικείμενο της διασύνδεσης -καλύπτοντας τόσο υπηρεσίες διασύνδεσης που παρέχονται εσωτερικά όσο και υπηρεσίες διασύνδεσης που παρέχονται σε τρίτους-!"και αφετέρου για άλλες δραστηριότητες, ώστε να εντοπίζονται όλα τα στοιχεία κόστους και εσόδων, με τη βάση του υπολογισμού τους και τις χρησιμοποιηθείσες λεπτομερείς μεθόδους απόδοσης που συνδέονται με την δραστηριότητά τους όσον αφορά τη διασύνδεση, (συμπεριλαμβανομένης της λεπτομερούς ανάλυσης του παγίου και του διαρθρωτικού κόστους). Η εθνική κανονιστική αρχή μπορεί ιδίως να απαιτεί από μια καθετοποιημένη επιχείρηση να καθιστά διαφανείς τις τιμές χονδρικής πώλησης και τις εσωτερικές τιμολογήσεις. Οι εθνικές κανονιστικές αρχές δύνανται να καθορίζουν τη μορφή και τη λογιστική μέθοδο που πρέπει να χρησιμοποιούνται. Οι εθνικές κανονιστικές αρχές έχουν αρμοδιότητα να ζητούν την υποβολή λογιστικών βιβλίων, συμπεριλαμβανομένων των δεδομένων για έσοδα από τρίτους, κατόπιν αιτήματος και να προβαίνουν σε κάθε ανάλογη ενέργεια, τηρώντας το εμπορικό απόρρητο. 5.4 Πρόσβαση σε ειδικές ευκολίες δικτύου & χρήση αυτών Οι εθνικές κανονιστικές αρχές έχουν την εξουσιοδότηση ώστε να επιβάλλουν 41 σε φορείς εκμετάλλευσης διάφορες υποχρεώσεις χορήγησης πρόσβασης σε ειδικά 40 Από την άποψη αυτή, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει δημοσιεύσει τη σύσταση 98/322/ΕΚ, της 8ης Απριλίου 1998, σχετικά με τη διασύνδεση σε ελευθερωμένη τηλεπικοινωνιακή αγορά (Μέρος 2 - Λογιστικός διαχωρισμός και λογιστική καταγραφή κόστους), ΕΕ L141, 13.05.1998, σελ.6-35. Επιμέλεια Σύνταξης: Δρ. Ιωάννης Π. ΧΟΧΛΙΟΥΡΟΣ, Rapporteur Ομάδας Έργου 16/32

στοιχεία του δικτύου και/ή σε συναφείς υπηρεσίες ή ευκολίες (καθώς και χρήσης αυτών), μετά από την υποβολή εύλογου σχετικού αιτήματος 42 από τρίτους επιχειρηματικούς φορείς. Αυτό συμβαίνει σε περιπτώσεις όπου η άρνηση πρόσβασης από τους ενδιαφερόμενους φορείς εκμετάλλευσης θα μπορούσε να δυσχεράνει την ανάπτυξη βιώσιμης ανταγωνιστικής αγοράς σε επίπεδο λιανικού εμπορίου ή δεν είναι προς το συμφέρον των καταναλωτών. Η επιβολή 43 -από τις εθνικές κανονιστικές αρχές- πρόσβασης που αυξάνει τον ανταγωνισμό βραχυπρόθεσμα, δεν θα πρέπει να περιορίζει τα κίνητρα των ανταγωνιστών για επενδύσεις σε εναλλακτικές ευκολίες που θα εξασφαλίσουν μεγαλύτερο ανταγωνισμό μακροπρόθεσμα. Οι εθνικές κανονιστικές αρχές μπορούν να επιβάλλουν τεχνικούς και λειτουργικούς όρους στον φορέα παροχής και/ή στους δικαιούχους της «κατ εντολήν πρόσβασης» σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο. Μεταξύ των λοιπών μέτρων 44 που αφορούν πρόσβαση και χρήση ειδικών ευκολιών δικτύου, καταλέγονται: η παροχή σε τρίτους πρόσβασης σε καθορισμένα στοιχεία και/ή ευκολίες του δικτύου (συμπεριλαμβανομένης της αδεσμοποίητης πρόσβασης στον τοπικό βρόχο), η χορήγηση ελεύθερης πρόσβασης σε τεχνικές διεπαφές, πρωτόκολλα ή άλλες βασικές τεχνολογίες που βοηθούν στην προοπτική της διαλειτουργικότητας, η παροχή συνεγκατάστασης 45 ή άλλων μορφών από κοινού χρήσης ευκολιών, η παροχή ευκολιών για υπηρεσίες ευφυών δικτύων ή περιαγωγής σε κινητά δίκτυα, κτλ. 41 Η κατ εντολή πρόσβαση σε υποδομή δικτύου (κατά την προσέγγιση που επιχειρείται στο άρθρο 12 της Οδηγίας 2002/19/ΕΚ) είναι δυνατόν να αιτιολογείται ως μέσο αύξησης του ανταγωνισμού. Οι ΕΚΑ λαμβάνουν εξίσου υπόψη τα δικαιώματα που έχει ο ιδιοκτήτης υποδομής να αξιοποιεί την υποδομή του προς όφελός του και τα δικαιώματα άλλων φορέων παροχής να έχουν πρόσβαση σε ευκολίες που είναι ουσιώδεις για την παροχή εκ μέρους τους ανταγωνιστικών υπηρεσιών. 42 Οι αιτήσεις αυτές θα πρέπει να απορρίπτονται μόνον βάσει αντικειμενικών κριτηρίων, όπως η τεχνική σκοπιμότητα ή η ανάγκη διατήρησης της ακεραιότητας του δικτύου. Δεν μπορεί να απαιτηθεί από ένα φορέα εκμετάλλευσης με υποχρεώσεις κατ εντολή πρόσβασης να παρέχει τύπους πρόσβασης τους οποίους δεν είναι σε θέση να παράσχει. 43 Οι συμφωνίες διασύνδεσης αποτελούν την κυριότερη μορφή πρόσβασης στον τομέα των τηλεπικοινωνιών. Βλέπε σχετικά Ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την εφαρμογή του ανταγωνισμού σε συμφωνίες πρόσβασης στον τομέα των τηλεπικοινωνιών [Πλαίσιο, σχετικές αγορές & αρχές], ΕΕ C265, 22.08.1998, σελ.2-28 44 Κατά την έννοια των διατάξεων των εδαφίων α) έως και θ), του άρθρου 1 της Οδηγίας 2002/19/ΕΚ. 45 Η από κοινού χρήση ευκολιών μπορεί να είναι επωφελής για λόγους χωροταξικούς, δημόσιας υγείας ή περιβάλλοντος, και θα πρέπει να ενθαρρύνεται από τις εθνικές κανονιστικές αρχές με βάση εθελοντικές συμφωνίες. Σε περιπτώσεις όπου οι επιχειρήσεις στερούνται πρόσβασης σε βιώσιμες εναλλακτικές επιλογές, η υποχρεωτική από κοινού χρήση ευκολιών ή περιουσιακών στοιχείων μπορεί να είναι σκόπιμη. Μεταξύ άλλων καλύπτει: την από κοινού χρήση υλικής συνεγκατάστασης και αγωγών, κτιρίων, ιστών, κεραιών ή συστημάτων κεραιών. Η υποχρεωτική από κοινού χρήση ευκολιών ή περιουσιακών στοιχείων, θα πρέπει να επιβάλλεται στις επιχειρήσεις μόνο έπειτα από πλήρη δημόσια διαβούλευση. Επιμέλεια Σύνταξης: Δρ. Ιωάννης Π. ΧΟΧΛΙΟΥΡΟΣ, Rapporteur Ομάδας Έργου 17/32

Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να διασφαλισθεί ότι υπάρχουν διαδικασίες για την παροχή δικαιωμάτων εγκατάστασης ευκολιών, οι οποίες είναι έγκαιρες, αμερόληπτες και διαφανείς ώστε να εγγυώνται όρους θεμιτού και αποτελεσματικού ανταγωνισμού. Όταν οι εθνικές κανονιστικές αρχές εξετάζουν εάν θα επιβάλλουν υποχρεώσεις σε φορείς εκμετάλλευσης, λαμβάνουν υπόψη -μεταξύ άλλων- τους εξής παράγοντες: α) την τεχνική και οικονομική βιωσιμότητα της χρήσης ή της εγκατάστασης ανταγωνιστικών ευκολιών, ανάλογα με τον ρυθμό ανάπτυξης της αγοράς, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση και τον τύπο της διασύνδεσης και της πρόσβασης περί των οποίων πρόκειται, β) τη σκοπιμότητα παροχής της προτεινόμενης πρόσβασης σε συνάρτηση με τις διαθέσιμες δυνατότητες, γ) την αρχική επένδυση του κατόχου της ευκολίας, έχοντας υπόψη τους συναφείς με την υλοποίηση της επένδυσης κινδύνους, δ) την ανάγκη μακροπρόθεσμης διασφάλισης του ανταγωνισμού, ε) κατά περίπτωση, τα συναφή δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, στ) την προοπτική για την παροχή πανευρωπαϊκών υπηρεσιών. 5.5 Έλεγχος τιμών και έλεγχος της κοστολόγησης Κατά κανόνα, ο έλεγχος των τιμών ενδέχεται να απαιτείται όταν από την ανάλυση συγκεκριμένης αγοράς προκύπτει ανεπαρκής ανταγωνισμός. Ιδιαίτερα, φορείς εκμετάλλευσης με «σημαντική ισχύ στην αγορά» θα πρέπει να αποφεύγουν τη συμπίεση τιμών, κατά την οποία η διαφορά μεταξύ των λιανικών τιμών τους και των τιμών διασύνδεσης που χρεώνουν σε ανταγωνιστές, οι οποίοι παρέχουν παρεμφερείς λιανικές υπηρεσίες, δεν επαρκεί για την εξασφάλιση βιώσιμου ανταγωνισμού. Η κανονιστική παρέμβαση εκ μέρους των εθνικών κανονιστικών αρχών μπορεί να είναι λιγότερο ή περισσότερο «αυστηρή» και να διασφαλίζει 46 πλήρη αιτιολόγηση των συναφών προτεινόμενων μέτρων. Όταν μια εθνική κανονιστική αρχή επιβάλλει υποχρεώσεις χρησιμοποίησης συστήματος κοστολόγησης για λόγους υποστήριξης του ελέγχου τιμών, μπορεί είτε να διενεργεί η ίδια ετήσιο έλεγχο για να διασφαλίζεται η συμμόρφωση με το εν λόγω σύστημα κοστολόγησης, υπό τον όρο ότι διαθέτει τους αναγκαίους πόρους σε μέσα και σε εξειδικευμένο προσωπικό. 46 Όταν μια εθνική κανονιστική αρχή υπολογίζει το κόστος που συνεπάγεται η εγκατάσταση της αντίστοιχης υπηρεσίας, είναι σκόπιμο να επιτρέπεται εύλογη απόδοση του επενδεδυμένου κεφαλαίου, συμπεριλαμβανομένων των ανάλογων εργατικών και οικοδομικών δαπανών, με την ανάλογη προσαρμογή του κεφαλαίου, εφόσον χρειάζεται, ώστε να αντανακλώνται οι τρέχουσες αποτιμήσεις περιουσιακών στοιχείων και η αποδοτικότητα της λειτουργίας. Οι εθνικές κανονιστικές αρχές εξασφαλίζουν ότι κάθε επιβαλλόμενος μηχανισμός ανάκτησης κόστους ή μέθοδος τιμολόγησης, προάγει την οικονομική απόδοση και τον βιώσιμο ανταγωνισμό, και μεγιστοποιεί το όφελος για τους καταναλωτές. Επιμέλεια Σύνταξης: Δρ. Ιωάννης Π. ΧΟΧΛΙΟΥΡΟΣ, Rapporteur Ομάδας Έργου 18/32