Adam Watson: Η Εξέλιξη της Διεθνούς Κοινωνίας-Μια Συγκριτική Ιστορική Ανάλυση ΜΕΡΗ ΙΙ & ΙΙΙ: Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΔΙΕΘΝΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑ & ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΔΙΕΘΝΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑ Ο συγγραφέας σε αυτό το μέρος του βιβλίου συνεχίζει την ανάλυσή του, που βασίζεται στη θεωρία της «ταλάντωσης του εκκρεμούς», για να εξηγήσει το πώς αναπτύχθηκε και σχηματίσθηκε η Ευρωπαϊκή Διεθνής Κοινωνία, δηλαδή κάποιου είδους raison de systeme στην Ευρωπαϊκή ήπειρο. Ο Watson στο τελευταίο κεφάλαιο του Α Μέρους είχε επισημάνει την διαρκή «αστάθεια» και «κινητικότητα» του εκκρεμούς που εξηγείται ως η δυσκολία του να σταθεροποιηθεί σε οιοδήποτε από τα δύο άκρα του εννοιολογικού φάσματος, δηλαδή από τη μια το άκρο των πολλαπλών ανεξαρτησιών και από την άλλη της αυτοκρατορίας δηλαδή της απόλυτα συγκεντρωτικής εξουσίας. Η αστάθεια αυτή του εκκρεμούς αποτελεί τον ένα εκ των τριών σημαντικών παραγόντων που καθορίζουν την θέση που καταλαμβάνει στο εννοιολογικό φάσμα το εκάστοτε διεθνές σύστημα. Οι άλλοι δύο παράγοντες, στους οποίους δίδει ιδιαίτερη έμφαση ο Watson στο β μέρος του βιβλίου του είναι ο παράγων νομιμοποίηση της εξουσίας και ο παράγων του υπολογισμού των πλεονεκτημάτων από τους ηγέτες των ηγεμονιών ή μετέπειτα των εθνών κρατών, παράγοντες που απέκτησαν ιδιαίτερη βαρύτητα κυρίως τους τελευταίους δύο αιώνες με την εμφάνιση του διεθνούς δικαίου και της έννοιας της νομικά ίσης ανεξαρτησίας από τη μία πλευρά και της συλλογικής ηγεμονίας που επέφερε η πενταρχία την οποία εγκαθίδρυσε το Κονσέρτο της Ευρώπης του 19 ου αιώνα από την άλλη. Το β μέρος καλύπτει σε γενικές γραμμές την επέκταση της Ευρωπαϊκής ισχύος και των Ευρωπαϊκών ιδεών στον υπόλοιπο κόσμο. Ο Watson, με βάση μια συγκριτική επισκόπηση της ιστορίας της Ευρώπης από τον Μεσαίωνα έως και την κατάρρευση του συστήματος της Ευρωπαϊκής ηγεμονίας το πρώτο μισό του 20ού αιώνα ρίχνει πολύτιμο φώς στο ερώτημα της συνέχειας μεταξύ της μιας κοινωνίας και της άλλης και με αυτόν τον τρόπο θέλει να δείξει αφ ενός ότι η ευρωπαϊκή κοινωνία υπήρξε κληρονόμος, όχι μόνο του μεσαιωνικού της παρελθόντος, αλλά επίσης και της ελληνικής, της μακεδονικής και της ρωμαϊκής κοινωνίας και αφ ετέρου ότι η ευρωπαϊκή κοινωνία μετέδωσε πολλούς από τους θεσμούς και τις πρακτικές της στη σημερινή παγκόσμια κοινωνία. Η έννοια της επέκτασης της Ευρωπαϊκής ισχύος και των Ευρωπαϊκών ιδεών στον υπόλοιπο κόσμο ερμηνεύεται από τον Watson ως η οικουμενικοποίηση των Ευρωπαϊκών, πιο συγκεκριμένα των Δυτικοευρωπαϊκών ιδεών ως προς το τι συνιστά μια διεθνή κοινωνία και τους διαφορετικούς τρόπους με τους οποίους μια διεθνής κοινωνία μπορεί να λειτουργήσει. Αυτή η επέκταση ξεκίνησε ουσιαστικά κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα μέσα από τις επαφές που είχε η Ευρώπη με το διαρκώς επεκτεινόμενο Ισλάμ και με τη Δυτική Ασία γενικώς. Αυτές οι επαφές είχαν δύο αποτελέσματα. Πρώτον, μέσα από αυτές ξεκίνησε στην Ευρώπη η επανάκαμψη της κλασσικής, αρχαίας ελληνικής σκέψης και πολιτισμού. Δεύτερον, η ίδια η Ευρώπη άρχισε να προβάλλει προς τα έξω μια εικόνα της διεθνούς κοινωνίας που ενεφανίζετο περισσότερο κατατμημένη παρά ενοποιημένη (και αυτό γιατί η ίδια η Χριστιανοσύνη, το ενοποιητικό άλλοτε στοιχείο στην Ευρώπη, βρισκόταν σε κρίση). Η Μεσαιωνική Ευρώπη, αντίθετα με το Ισλάμ, απέτυχε να διατηρήσει την ιδέα μιας ενιαίας respublica ενοποιημένης με το συγκολλητικό στοιχείο της θρησκευτικής πίστηςδηλαδή η Χριστιανοσύνη ως αυτοκρατορία- και απέτυχε επίσης να αντικαταστήσει αυτήν την ιδέα με ένα κοσμικό υποκατάστατο αυτής- παρά το γεγονός ότι υπήρξαν κινήσεις προς αυτήν την κατεύθυνση. Το παράδειγμα που αναφέρει ο Watson είναι οι προσπάθειες δημιουργίας βασιλικών γραμμών, δηλαδή γάμων μεταξύ μελών
βασιλικών οικογενειών-δυναστειών της Ευρώπης, όπως ήταν για παράδειγμα ο γάμος του, εξ Αγγλίας ορμώμενου, κόμη Ερρίκου της Ανδευαγίας και της Ελεονόρας της Ακουιτανίας. Το βασιλικό ζεύγος θεωρούσε ότι αποτελούσε την πρώτη οικογένεια της Χριστιανοσύνης. Ωστόσο, η πραγματικότητα κατά τον ύστερο Μεσαίωνα στην Ευρώπη ήταν διαφορετική. Είχαμε δηλαδή την εμφάνιση διακριτών κρατών με ολοένα αυξανόμενα αιτήματα για κυριαρχία. Το πρόβλημα βέβαια το οποίο υπήρχε και το οποίο προσπάθησε να αντιμετωπίσει ο Machiavelli με τα γραπτά του ήταν η δημιουργία σαφών κανόνων συμπεριφοράς για κράτη όπως τα ιταλικά κράτη τα οποία είχαν πολύ λίγα κοινά χαρακτηριστικά πέραν του γεγονότος ότι είχαν την κρατική οντότητα. Τα ιταλικά κράτη ελέγχονταν από ένα πυκνό δίκτυο εξουσίας το οποίο περιλάμβανε τον Πάπα, κληρονομικούς μονάρχες, μισθοφορικά στρατεύματα, εμπόρους που αποκαλούσαν τους εαυτούς τους δόγηδες και μια ισχυρή ομάδα τραπεζιτών (κυρίως στην Φλωρεντία). Κανένας από όλους αυτούς τους παράγοντες που ασκούσαν εξουσία δεν έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον ούτε είχε ιδιαίτερο συμφέρον να δημιουργήσει και επομένως να δεσμευθεί από σαφείς κανόνες συμπεριφοράς διότι ήξερε ότι μια τέτοια εξέλιξη θα ανέτρεπε την εώς τότε καθεστηκυία τάξη πραγμάτων που οι Ιταλοί ονομάζουν ακόμη και σήμερα combinazioni. Η τάξη αυτή πραγμάτων χαρακτηριζόταν από την κοινή ανάγκη όλων των ανωτέρω να επιβιώσουν, η οποία μεθερμηνευόμενη σήμαινε την ανάγκη σεβασμού της ανεξαρτησίας και της νομιμοποιημένης παρουσίας τους μέσα στο σύστημα. Η ανεξαρτησία και νομιμοποιημένη παρουσία τους μέσα στο σύστημα απαιτούσε την ύπαρξη ενός ευέλικτου συστήματος αντιμετώπισης των πρακτικών αναγκών της στιγμής μέσω διαδικασιών παζαρέματος και διπλωματίας. Αυτό το οποίο προσέφερε ο Machiavelli στην μετέπειτα εξέλιξη του διεθνούς συστήματος των ιταλικών κρατών ήταν η εκλογίκευση των αναγκών αυτών μέσα από την αποσύνδεση των κανόνων πολιτικής συμπεριφοράς από τους άγραφους (ηθικούς δηλαδή) κανόνες. Οι υπόλοιπες μεταβολές συντελέστηκαν σταδιακά μέσα από την ανάπτυξη του εμπορίου και της ναυτιλίας αφ ενός (βλέπε περίπτωση Βενετίας την οποία ουσιαστικά έλεγχε ένα διευθυντήριο ή επιτροπή της αριστοκρατίας των εμπόρων που ονομαζόταν «signoria») και αφ ετέρου μέσα από την ανάπτυξη Μονίμων Διπλωματικών αποστολών και μαζί με αυτών της διπλωματικής πρακτικής ακόμη και από το παπικό κράτος, το οποίο είχε κληρικούς απεσταλμένους και νούντσιους σε κάθε χριστιανική αυλή και βασίλειο έτσι ώστε μια μεγάλη ροή πληροφοριών σχετικά με την υπόλοιπη Ευρώπη να εισρέει στη Ρώμη. Επομένως, άρχισαν σιγά-σιγά να εμφανίζονται τα χαρακτηριστικά του νεωτερικού κράτους και τα εργαλεία του καθώς και οι συνταγές για την επωφελή διαχείριση της κοινής σφαίρας δράσης, με σκοπό την σύζευξη κατά κάποιο τρόπο της ανεξαρτησίας με την αλληλεξάρτηση (εσωτερική και εξωτερική κυριαρχία). Οι εξελίξεις αυτές σε συνδυασμό με το πνεύμα της ιταλικής Αναγέννησης και της θρησκευτικής Μεταρρύθμισης που απέρριπταν το πνεύμα της μεσαιωνικής Χριστιανοσύνης προκάλεσε σταδιακά μια μεγάλη συγκέντρωση ισχύος στα χέρια των ηγεμόνων. Οι περισσότεροι ηγεμόνες των ιταλικών κρατών (λ.χ. οι Σφόρτσα, οι Μέδικοι, οι ηγεμόνες της Νάπολης) επιθυμούσαν να μετατρέψουν την πραγματική, αλλά ασυγκάλυπτη ισχύ που είχαν αποκτήσει de facto σε κάτι πιο νόμιμο, σε μια εξουσία που θα την ασκούσαν δικαιωματικά, de jure, και στην οποία οι άνθρωποι θα υπάκουαν κανονικά, χωρίς εξαναγκασμό. Η ισχύς- το να είναι κανείς ικανός να κάνει κάτι- ήταν πάντα το κεντρικό θέμα της πολιτικής σε μια πολιτική κοινωνία, σε αντίθεση με μια κοινωνία τόσο ρυθμισμένη από την παράδοση και το έθιμο που να είναι καθορισμένη κάθε άσκηση εξουσίας. Η συμβολή της ιταλικής Αναγέννησης υπήρξε η ανάπτυξη νέων τεχνικών απόκτησης και εδραίωσης πραγματικής ισχύος στο
εσωτερικό μιας εδαφικής περιοχής και η επέκταση της πέρα από αυτή την περιοχή. Η εξουσία που ασκούσε ένας Ιταλός ηγεμόνας ονομαζόταν «stato». Ύστερα από αρκετές μεταπλάσεις έγινε η σημερινή λέξη «κράτος» υπό την έννοια μιας κυβερνητικής εξουσίας ή της πολιτικής μορφής ενός έθνους. Η ασυγκάλυπτη εξουσία του stato δημιουργούσε όμως στους Ιταλούς ηγεμόνες ζήτημα του πώς να προσδώσουν το κύρος της νομιμοποίησης σε αυτό. Επομένως, στην περιοχή είχαμε μια μετάβαση από τις χαλαρές ενότητες της μεσαιωνικής Χριστιανοσύνης προς ένα νέο ευρωπαϊκό σύστημα κατακερματισμένο σε εδαφικά statos (όχι μόνο στην ιταλική χερσόνησο αλλά και εκτός αυτής όπως τα γερμανικά statos), τα οποία δεν αναγνώριζαν καμία γενική εξουσία. Το σύστημα μετακινήθηκε προς το άκρο των πολλαπλών ανεξαρτησιών του φάσματος. Επιπλέον, η θρησκευτική αναταραχή που προκάλεσε η «Μεταρρύθμιση» και τα προτεσταντικά κινήματα σε ένα μεγάλο μέρος της Λατινικής Χριστιανοσύνης ενθάρρυνε την αναδιάρθρωση της οριζόντιας κοινωνίας της μεσαιωνικής Χριστιανοσύνης σε εδαφικά statos. Και ενώ επικρατούσε αυτή η πραγμάτων, ο οίκος των Αψβούργων έκανε την παρατεταμένη και σύνθετη απόπειρά του να εγκαθιδρύσει ένα ηγεμονικό σύστημα στη Χριστιανοσύνη. Η λύση των Αψβούργων ήταν ουσιαστικά συντηρητική. Αποστολή τους ήταν να αποκαταστήσουν την ενότητα της Χριστιανοσύνης, δηλαδή του Καθολικισμού που είχε υπονομευθεί από τις ουμανιστικές ιδέες και την «Μεταρρύθμιση», και να υπερασπιστούν την Χριστιανοσύνη κατά του Ισλάμ, δηλαδή του Οθωμανικού κινδύνου, στο εξωτερικό και κατά των αιρέσεων στο εσωτερικό. Επομένως, παρατηρούμε ότι η ανάδυση του πλουραλιστικού συστήματος ανεξαρτήτων κρατών προκάλεσε αντίρροπες αλυσιδωτές αντιδράσεις στο Ευρωπαϊκό Διεθνές Σύστημα: από τη μία έγινε αντικείμενο μίμησης από τους Προτεστάντες ηγεμόνες και τα κρατίδια στην Πρωσσία και από την άλλη προκάλεσε την συντηρητική αντίδραση του οίκου των Αψβούργων. Ωστόσο, αυτή η αντίδραση των Αψβούργων δεν είχε επιτυχία και η αυτοκρατορία τους σιγά-σιγά διασπάσθηκε και συρρικνώθηκε. Με τη Συνθήκη της Βεστφαλίας του 1648, η παντοκρατορία της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας σε θρησκευτικά ζητήματα περιορίστηκε στα όρια της Αυστροουγγαρίας και ο αυτοκράτορας Φερδινάνδος Γ' αναγκάστηκε να αποδεχθεί τον όρο «cuius regio, eius religio» (ούτινος το βασίλειον, αυτού η θρησκεία) της Συνθήκης του Αουγκσμπουργκ (1555), σύμφωνα με τον οποίο ο κάθε ηγεμόνας ήταν ελεύθερος να επιβάλλει τη δική του θρησκεία στους υπηκόους του. Οι μεγάλοι ηττημένοι του Τριακονταετούς Πολέμου ήταν οι Αψβούργοι όχι μόνο της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας αλλά και της Ισπανίας καθώς και ο ρωμαιοκαθολικισμός παρά τις προσπάθειες του πάπα Ιννοκεντίου I'. Ο λουθηρανισμός και ο καλβινισμός έπαψαν να θεωρούνται αιρέσεις και οι οπαδοί τους να οδηγούνται στην πυρά. Ετσι ουσιαστικά στη Βεστφαλία τερματίστηκαν οι θρησκευτικοί πόλεμοι που είχαν βασανίσει την Ευρώπη επί μεγάλο διάστημα. Επίσης, με τη Συνθήκη αυτή καθιερώνεται ένα διεθνές καθεστώς αποτελούμενο από κράτη κυριαρχικά ίσα αλλά όχι και ίσα από πλευράς ισχύος. Αυτά τα κράτη θα εξελιχθούν συν τω χρόνω σε εθνικά κράτη τα οποία θα αποκτούν τη νομιμοποίησή τους όχι από την αρχή της οίκου / δυναστείας αλλά από την αρχή της εθνικότητας. Το κενό που άφησε η ήττα των Αψβούργων ήρθε να αναπληρώσει η εμφάνιση της Γαλλίας του Λουδοβίκου XIV, ισχυρός παράγων που θα μεταβάλλει τους συσχετισμούς ισχύος και πάλι από την κυριαρχία προς την ηγεμονία. Τα σχέδια του Λουδοβίκου συνδύαζαν τις φιλοδοξίες των Αψβούργων με τις παραδοσιακές Γαλλικές φιλοδοξίες. Ο Λουδοβίκος επιδίωξε να επεκτείνει την κυριαρχία του μέχρι το Ρήνο και τις Κάτω Χώρες, ωστόσο η δύναμή του δεν ήταν τέτοια ώστε να εγκαθιδρύσει μια ηγεμονική τάξη πραγμάτων που θα ανέτρεπε τις
Βεστφαλιανές διευθετήσεις (τις οποίες και ο ίδιος είχε ενθαρρύνει). Έτσι, οργανώνοντας ένα ισχυρό στρατό και οικονομία σε στέρεες βάσεις και αξιοποιώντας τις τεχνικές διαπραγμάτευσης του Ρισελιέ (δωροδοκία και εκφοβισμού) και την λαμπρότητα της γαλλικής γλώσσας και πολιτισμού κατάφερε να εγκαθιδρύσει μια pax gallica που λίγο-πολύ διήρκεσε μέχρι και το ξέσπασμα της Γαλλικής επανάστασης (1789). Η περίοδος αυτή του μεγαλύτερου μέρους του 18 ου αιώνα υπήρξε περίοδος οργάνωσης της κυριαρχίας και διατήρησης της ειρήνης. Τα περισσότερα Ευρωπαϊκά κράτη ισχυροποιήθηκαν μέσα από εξελίξεις όπως ανάπτυξη εμπορίου, κυκλοφορία χρήματος, οργάνωση στρατών και στρατιωτικής τεχνολογίας και άρα δημιουργία ισχυρής διοικητικής μηχανής. Την ισορροπία αυτή ήρθαν να διαταράξουν δύο κοσμοϊστορικές εξελίξεις: α) η Γαλλική επανάσταση, β) οι Ναπολεόντειοι πόλεμοι. Την κυριότερη πρόκληση έθεταν για το σύστημα οι ιδεολογίες του εθνικισμού και του φιλελευθερισμού. Η Γαλλική επανάσταση έφερε στο προσκήνιο φιλελεύθερες ιδέες και την αστική τάξη που αντετάχθησαν στην απολυταρχία και την αριστοκρατία. Έφερε επίσης μια ευθεία αμφισβήτηση των συνόρων στις διεθνείς υποθέσεις. Οι Ναπολεόντειοι πόλεμοι προσπάθησαν να ανατρέψουν την καθεστηκυία τάξη και να επιβάλλουν μια νέα αυτοκρατορική τάξη πραγμάτων στην Ευρώπη. Η αποτυχία του Ναπολέοντος έφερε στο προσκήνιο το Κονσέρτο της Ευρώπης, μια συλλογική, συντηρητική αντίδραση στις ιδέες της Γαλλικής επανάστασης και αποκατάσταση της ισορροπίας ισχύος στην Ευρώπη. Το σύστημα που εγκαθίδρυσε το Συνέδριο της Βιέννης ήταν ένα πολυμερές ευέλικτο σύστημα το οποίο εσυντονίζετο από μια τετραρχία κρατών (η οποία έγινε μετά πενταρχία). Οι Μεγάλες Δυνάμεις θα διατηρούσαν μέχρι το τέλος του 19 ου αιώνα την κοινή πεποίθηση ότι το σύστημα έπρεπε να διατηρηθεί ως ήταν, με περιορισμό της χρήσης στρατιωτικής βίας και ότι θα έπρεπε αυτές να επεμβαίνουν συλλογικά για να εμποδίσουν την εμφάνιση μιας ηγεμονικής και επομένως αποσταθεροποιητικής για το σύστημα δύναμης στο μέλλον. Το σύστημα αυτό ονομάζει ο Watson συλλογική ηγεμονία και είναι ένας συμβιβασμός μεταξύ ηγεμονίας και κυριαρχίας για την επίτευξη ισορροπίας ισχύος. Το σύστημα της Βιέννης αποσταθεροποίησε η εξέλιξη της Πρωσσίας σε ισχυρή Γερμανία και το Ανατολικό ζήτημα (διαμάχη Ρωσίας-αυτοκρατορίας των Αψβούργων για την τύχη του μεγάλου ασθενούς, της Οθωμανικής αυτοκρατορίας). Το σύστημα κατέρρευσε τυπικά με το ξέσπασμα του Α Παγκοσμίου Πολέμου. Μαζί με το σύστημα αυτό κατέρρευσε και η πάλαι ποτέ κραταιά αυτοκρατορία των Αψβούργων. Ιδιαίτερη αναφορά κάνει ο Watson στο ρόλο που έπαιξε ο ιμπεριαλισμός των Μεγάλων Δυνάμεων και η αποικιοκρατία στην εξέλιξη του διεθνούς συστήματος. Η παγκόσμια εξάπλωση της Ευρωπαϊκής ισχύος σταδιακά επέφερε την εξέλιξη και υιοθέτηση Ευρωπαϊκών αντιλήψεων περί διεθνούς συστήματος στον υπόλοιπο κόσμο. Αρχικά ο στόχος ήταν η επιρροή των αποικιών για την διασφάλιση επωφελών οικονομικών-εμπορικών σχέσεων. Από τα μέσα του 19 ου αιώνα και εντεύθεν ο στόχος ήταν λιγότερο η επιρροή και περισσότερο ο έλεγχος των πλουτοπαραγωγικών πηγών και των εμπορικών δρόμων με κινητήριο μοχλό την πολιτισμική υπεροχή της μητρόπολης. Η ιμπεριαλιστική επέκταση ισχυροποίησε τις Μεγάλες Δυνάμεις και συνέβαλε στον αυξημένο ανταγωνισμό τους για σφαίρες επιρροής, έλεγχο πλουτοπαραγωγικών πηγών και εξάπλωση εμπορίου που οδήγησαν τελικά σε 2 Παγκοσμίους πολέμους και την κατάρρευση του Ευρωπαϊκού Διεθνούς Συστήματος.
Ο Μεταπολεμικός κόσμος που σηματοδοτεί τη μετάβαση από την Ευρωπαϊκή Διεθνή Κοινωνία στην Παγκόσμια Διεθνή Κοινωνία χαρακτηρίζεται από τα εξής χαρακτηριστικά: 1)Εμφάνιση διπολισμού, ανταγωνισμός (οικονομικός, ιδεολογικός και στρατιωτικός) υπερδυνάμεων: ο «πυρηνικός» πλέον ανταγωνισμός μετατίθεται σε πλανητικόπαγκόσμιο επίπεδο. 2)Αύξηση μελών της διεθνούς κοινότητας και δέσμευσή τους από κοινά αποδεκτές νόρμες των «πολιτισμένων εθνών», όπως η από-αποικιοποίηση, ο αντί-ρατσισμός (κατάργηση διακρίσεων), ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, η στήριξη της διεθνούς οικονομικής ανάπτυξης και της καταπολέμησης των ανισοτήτων. Συμπέρασμα: η χαλάρωση των κριτηρίων συμμετοχής στην διεθνή κοινωνία που υπήρξε αποτέλεσμα της διάχυσης της Ευρωπαϊκής τεχνολογίας σε όλο τον κόσμο και της αύξησης της οικονομικής και στρατιωτικής ισχύος των μη-ευρωπαϊκών εθνών αποτέλεσε και αποτελεί το προμήνυμα της εξέλιξης από την Ευρωπαϊκή Διεθνή κοινωνία στην Παγκόσμια Διεθνή Κοινωνία. Επίλογος: Ορισμένες Εκτιμήσεις για το Μέλλον. Η κατανόηση της λειτουργίας των διεθνών κοινωνιών του παρελθόντος μας βοηθά να μετατρέψουμε με ρεαλιστικό τρόπο τις επιθυμίες μας σε πράξη, δείχνοντάς μας ποιες τροποποιήσεις της σημερινής διεθνούς κοινωνίας μας είναι εφικτές, τα πλεονεκτήματα που μπορούν να επιφέρουν και με ποιο τίμημα. Ορισμένα συστήματα κοινοτήτων είναι πιο αυτοκρατορικά οργανωμένα από ό,τι άλλα και σε διαφορετικές θέσεις του φάσματος αναλογούν αντίστοιχα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Οι νομιμοποιήσεις και οι προτιμήσεις της σημερινής κοινωνίας κρατών βρίσκονται σε σημαντικό βαθμό προς το άκρο των ανεξαρτησιών του φάσματος. Μολονότι ένα αυτοκρατορικό σύστημα δεν συνεπάγεται απαραίτητα λιγότερη ελευθερία για το άτομο, εντούτοις συνεπάγεται πράγματι λιγότερη ελευθερία δράσης για τις κοινότητες που μετέχουν σε αυτό (ηγεμόνες-ηγέτες). Το τίμημα που πρέπει να καταβληθεί για την ειρήνη και την τάξη σε ένα αυτοκρατορικό σύστημα είναι υψηλό. Η παγκόσμια κυβέρνηση (αυτοκρατορικό μισό του φάσματος) δεν είναι μια πιθανή επιλογή μεσοπρόθεσμα γιατί δεν υπάρχει νομοθετική εξουσία που να εκφράζει τις διαφορετικές απόψεις της ανθρωπότητας και εκτελεστική εξουσία ικανή να τις επιβάλλει. Όπως η τάξη έτσι και η ανεξαρτησία έχει υψηλό τίμημα (βλέπε κλασική Ελλάδα, κινεζικά κράτη). Πόσο μακριά από το άκρο των πολλαπλών ανεξαρτησιών μπορεί να μετακινηθεί μια κοινωνία στην αναζήτηση ειρήνης και τάξης. Προς ένα «Ηγεμονικό Κονσέρτο»;;; επικίνδυνη «πυρηνική» τεχνολογία και απειλή οικονομικής ανέχειας (Τρίτος κόσμος) κάνουν πιο πρόθυμα τα κράτη να θυσιάσουν
μέρος της ανεξαρτησίας τους. Μπορεί ένα Ηγεμονικό Κονσέρτο των ισχυροτέρων δυνάμεων (με τις ΗΠΑ ενδεχομένως σε ρόλο primus inter pares) που θα λειτουργεί προς όφελος αυτών των δυνάμεων, αλλά και με επαρκή ισορροπία πλεονεκτήματος για τα άλλα κράτη να εξασφαλίσει τη νομιμοποίηση του (νομιμότητα έχει ήδη) και την τάξη και ειρήνη στο διεθνές σύστημα;;;
ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗΣ (Ρούσσος) Adam Watson: Η Εξέλιξη της Διεθνούς Κοινωνίας-Μια Συγκριτική Ιστορική Ανάλυση ΜΕΡΗ ΙΙ & ΙΙΙ: Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΔΙΕΘΝΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑ & ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΔΙΕΘΝΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑ -Συγκριτική επισκόπηση της ιστορίας της Ευρώπης από τον Μεσαίωνα έως και την κατάρρευση του συστήματος της Ευρωπαϊκής ηγεμονίας το πρώτο μισό του 20ού αιώνα -Ζήτημα της συνέχειας μεταξύ της μιας κοινωνίας και της άλλης -Η ευρωπαϊκή κοινωνία κληρονόμος μεσαιωνικού και αρχαίου της παρελθόντος -Η ευρωπαϊκή κοινωνία μετέδωσε θεσμούς και πρακτικές στη σημερινή παγκόσμια κοινωνία Παράγοντες που επηρεάζουν την θέση του Ευρωπαϊκού Διεθνούς Συστήματος στο εννοιολογικό φάσμα: i) «αστάθεια» και «κινητικότητα» του εκκρεμούς (ταλάντωση)-ελκτική δύναμη προς το μέσο του φάσματος ii) νομιμοποίηση της εξουσίας iii) υπολογισμός των υλικών πλεονεκτημάτων από τους ηγεμόνες- ισορροπία υλικού πλεονεκτήματος για ηγεμόνες-κυβερνώμενους Ευρωπαϊκή Διεθνής Κοινωνία: Οικουμενικοποίηση των Ευρωπαϊκών (Δυτικοευρωπαϊκών) ιδεών ως προς το τι συνιστά μια διεθνή κοινωνία και των διαφορετικών τρόπων με τους οποίους μια διεθνής κοινωνία μπορεί να λειτουργήσει. Μεσαιωνική Ευρώπη: επαφές με Ισλάμ και Δυτική Ασία επανάκαμψη της κλασσικής, αρχαίας ελληνικής σκέψης και πολιτισμού προβολή προς τα έξω εικόνας μιας διεθνούς κοινωνίας κατατμημένης παρά ενοποιημένης. αποτυχία διατήρησης ιδέας μιας ενιαίας respublica ενοποιημένης με το συγκολλητικό στοιχείο της Χριστιανικής πίστης. Ύστερος Μεσαίωνας: εμφάνιση διακριτών κρατών (λ.χ. ιταλικά κράτη-statos με ολοένα αυξανόμενα αιτήματα για κυριαρχία) Κεντρικό Πρόβλημα: η δημιουργία σαφών κανόνων πολιτικής συμπεριφοράς (Μακιαβέλλι + πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις), εμφάνιση σιγά-σιγά χαρακτηριστικών νεωτερικού κράτους. Αναγέννηση και Μεταρρύθμιση: Διάρρηξη ενότητας Χριστιανοσύνης. Αντί-Μεταρρύθμιση και εμφάνιση της ηγεμονικής συμπεριφοράς της αυτοκρατορίας των Αψβούργων (ηθική και ιδεολογική κυριαρχία > προσπάθεια αποκατάστασης των ηθικών δεσμών που διέρρηξαν οι παραπάνω εξελίξεις). Τριακονταετής πόλεμος Συνθήκη της Βεστφαλίας (1648): α) θρησκευτική διαφοροποίηση και β) διεθνές καθεστώς κυριαρχικά ίσων κρατών. από την αρχή του οίκου-δυναστείας στην αρχή της εθνικότητας ως παράγοντα νομιμοποίησης. ισχυροποίηση εσωτερικής και εξωτερικής κυριαρχίας. Μετά-Βεστφαλιανή Τάξη Πραγμάτων: άνοδος Γαλλίας Λουδοβίκου XIV, ισχυρός παράγων που θα μεταβάλλει τους συσχετισμούς ισχύος και πάλι από την κυριαρχία προς την ηγεμονία. ανάπτυξη εμπορίου, κυκλοφορία χρήματος, οργάνωση στρατών και στρατιωτικής τεχνολογίας και άρα δημιουργία ισχυρής διοικητικής μηχανής (ισχυροποίηση του κράτους). μεγαλύτερο μέρος 18 ου αιώνα: οργάνωση κυριαρχίας και διατήρηση της ειρήνης
τέλη 18 ου αιώνα-αρχές 19 ου αιώνα: α) Γαλλική επανάσταση, β) Ναπολεόντειοι πόλεμοι, πρόκληση που έθεταν για το σύστημα οι ιδεολογίες του εθνικισμού και του φιλελευθερισμού. Συνέδριο Βιέννης (1815): Το Κονσέρτο της Ευρώπης (αρχικά τετραρχία και εν συνεχεία πενταρχία- Ιερά Συμμαχία), συλλογική ηγεμονία (συμβιβασμός μεταξύ ηγεμονίας και κυριαρχίας-ισορροπίας ισχύος). Η ισορροπία αυτή διατηρήθηκε έως περίπου και το τέλος του 19 ου αιώνα. Τέλη 19 ου αιώνα-αρχές 20 ου αιώνα: το σύστημα της Βιέννης αποσταθεροποίησε η εξέλιξη της Πρωσσίας σε ισχυρή Γερμανία και το Ανατολικό ζήτημα (διαμάχη Ρωσίας-αυτοκρατορίας των Αψβούργων για την τύχη του μεγάλου ασθενούς, της Οθωμανικής αυτοκρατορίας). Το σύστημα κατέρρευσε τυπικά με το ξέσπασμα του Α Παγκοσμίου Πολέμου. Ιμπεριαλισμός: παγκόσμια εξάπλωση Ευρωπαϊκής ισχύος η οποία σταδιακά επέφερε την εξέλιξη και υιοθέτηση Ευρωπαϊκών αντιλήψεων περί διεθνούς συστήματος στον υπόλοιπο κόσμο. Αρχικά ο στόχος ήταν η επιρροή των αποικιών για την διασφάλιση επωφελών οικονομικών-εμπορικών σχέσεων. Από τα μέσα του 19 ου αιώνα και εντεύθεν ο στόχος ήταν λιγότερο η επιρροή και περισσότερο ο έλεγχος των πλουτοπαραγωγικών πηγών και των εμπορικών δρόμων με κινητήριο μοχλό την πολιτισμική υπεροχή της μητρόπολης. Ιμπεριαλιστική επέκταση μεγάλων Ευρωπαϊκών Δυνάμεων: ισχυροποίηση και ανταγωνισμός τους για σφαίρες επιρροής, έλεγχο πλουτοπαραγωγικών πηγών και εξάπλωση εμπορίου που οδήγησαν τελικά σε 2 Παγκοσμίους πολέμους και την κατάρρευση του Ευρωπαϊκού Διεθνούς Συστήματος. Μεταπολεμικός κόσμος-τέλος Ευρωπαϊκής κυριαρχίας: εμφάνιση διπολισμού, ανταγωνισμός (οικονομικός, ιδεολογικός και στρατιωτικός) υπερδυνάμεων: ο «πυρηνικός» πλέον ανταγωνισμός μετατίθεται σε πλανητικό-παγκόσμιο επίπεδο αύξηση μελών της διεθνούς κοινότητας και δέσμευσή τους από κοινά αποδεκτές νόρμες των «πολιτισμένων εθνών», όπως η από-αποικιοποίηση, ο αντί-ρατσισμός (κατάργηση διακρίσεων), ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, η στήριξη της διεθνούς οικονομικής ανάπτυξης και της καταπολέμησης των ανισοτήτων. Συμπέρασμα: η χαλάρωση των κριτηρίων συμμετοχής στην διεθνή κοινωνία που υπήρξε αποτέλεσμα της διάχυσης της Ευρωπαϊκής τεχνολογίας σε όλο τον κόσμο και της αύξησης της οικονομικής και στρατιωτικής ισχύος των μη-ευρωπαϊκών εθνών αποτέλεσε και αποτελεί το προμήνυμα της εξέλιξης από την Ευρωπαϊκή Διεθνή κοινωνία στην Παγκόσμια Διεθνή Κοινωνία. Επίλογος: Ορισμένες Εκτιμήσεις για το Μέλλον: Η κατανόηση της λειτουργίας των διεθνών κοινωνιών του παρελθόντος μας βοηθά να μετατρέψουμε με ρεαλιστικό τρόπο τις επιθυμίες μας σε πράξη, δείχνοντάς μας ποιες τροποποιήσεις της σημερινής διεθνούς κοινωνίας μας είναι εφικτές, τα πλεονεκτήματα που μπορούν να επιφέρουν και με ποιο τίμημα. Ορισμένα συστήματα κοινοτήτων είναι πιο αυτοκρατορικά οργανωμένα από ό,τι άλλα και σε διαφορετικές θέσεις του φάσματος αναλογούν αντίστοιχα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Οι νομιμοποιήσεις και οι προτιμήσεις της σημερινής κοινωνίας κρατών βρίσκονται σε σημαντικό βαθμό προς το άκρο των ανεξαρτησιών του φάσματος. Μολονότι ένα αυτοκρατορικό σύστημα δεν συνεπάγεται απαραίτητα λιγότερη ελευθερία για το άτομο, εντούτοις συνεπάγεται πράγματι λιγότερη ελευθερία δράσης για τις κοινότητες που μετέχουν σε αυτό (ηγεμόνες-ηγέτες). Το τίμημα που πρέπει να καταβληθεί για την ειρήνη και την τάξη σε ένα αυτοκρατορικό σύστημα είναι υψηλό.
Η παγκόσμια κυβέρνηση (αυτοκρατορικό μισό του φάσματος) δεν είναι μια πιθανή επιλογή μεσοπρόθεσμα γιατί δεν υπάρχει νομοθετική εξουσία που να εκφράζει τις διαφορετικές απόψεις της ανθρωπότητας και εκτελεστική εξουσία ικανή να τις επιβάλλει. Όπως η τάξη έτσι και η ανεξαρτησία έχει υψηλό τίμημα (βλέπε κλασική Ελλάδα, κινεζικά κράτη). Πόσο μακριά από το άκρο των πολλαπλών ανεξαρτησιών μπορεί να μετακινηθεί μια κοινωνία στην αναζήτηση ειρήνης και τάξης. Προς ένα «Ηγεμονικό Κονσέρτο»;;; επικίνδυνη «πυρηνική» τεχνολογία και απειλή οικονομικής ανέχειας (Τρίτος κόσμος) κάνουν πιο πρόθυμα τα κράτη να θυσιάσουν μέρος της ανεξαρτησίας τους. Μπορεί ένα Ηγεμονικό Κονσέρτο των ισχυροτέρων δυνάμεων (με τις ΗΠΑ ενδεχομένως σε ρόλο primus inter pares) που θα λειτουργεί προς όφελος αυτών των δυνάμεων, αλλά και με επαρκή ισορροπία πλεονεκτήματος για τα άλλα κράτη να εξασφαλίσει τη νομιμοποίηση του (νομιμότητα έχει ήδη) και την τάξη και ειρήνη στο διεθνές σύστημα;;;