Η ανάπτυξη της έννοιας του φύλου στις φυσικές και κοινωνικές επιστήμες: μια ποσοτική και ποιοτική προσέγγιση Παντούλη Όλγα, pantouli@edlit.auth.gr, ΕΕΔΙΠ ΙΙ, ΑΠΘ Φωτακοπούλου Όλγα, ofotakop@psy.auth.gr, Υποψήφια Διδάκτορας Ψυχολογίας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Περίληψη Στην εισήγηση αυτή σκιαγραφείται τμήμα του ερευνητικού προγράμματος με τίτλο: «Η συμβολή του φύλου στις φυσικές και κοινωνικές επιστήμες: Σύγχρονα ζητήματα έρευνας και διδασκαλίας» 1. Κύρια παραδοχή της έρευνας είναι η προβληματική παρουσία του φύλου ως αναλυτικής κατηγορίας στις επιστημονικές περιοχές τόσο των κοινωνικών, αλλά κυρίως των φυσικών επιστημών. Προκειμένου να κατανοήσουμε το φαινόμενο αυτό, ερευνήσαμε τις συνθήκες που καθιστούν προβληματική την όσμωση φύλου και επιστήμης, ανά επιστημονικό χώρο, εφαρμόζοντας μια πολυεπίπεδη ερευνητική στρατηγική ειδικότερα αναπτύξαμε πέντε διαφορετικές μεθοδολογικές προσεγγίσεις: i) συγκέντρωση, ανάλυση και αξιολόγηση των μαθημάτων φύλου και ισότητας των προπτυχιακών προγραμμάτων σπουδών σε επιλεγμένα τμήματα κοινωνικών και φυσικών επιστημών των Ελληνικών ΑΕΙ. ii) διενέργεια και ποιοτική ανάλυση περιεχομένου ημιδομημένων προφορικών συνεντεύξεων: - με μέλη ΔΕΠ των Ελληνικών ΑΕΙ -με ερευνητές/τριες του Εθνικού Κέντρου Ερευνών Φυσικών Επιστημών Δημόκριτος 2 - και με μέλη της Ομάδας Γυναικείων Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης iii) συμπλήρωση ηλεκτρονικού ερωτηματολογίου από διδάσκοντες και διδάσκουσες μαθημάτων φύλου iv) μελέτη έντυπου και αρχειακού υλικού από το ΕΚΕΦΕ Δημόκριτος και την Ομάδα Γυναικείων Σπουδών του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και τέλος, v) συλλογή και ανάλυση φωτογραφικού υλικού από χώρους εργαστηρίων Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων και ερευνητικών κέντρων για την περίοδο 1920-1980. 1
Ο τρόπος αυτός σχεδιασμού, οργάνωσης και υλοποίησης της έρευνας επέτρεψε τη μελέτη της άνισης ανάπτυξης της οπτικής του φύλου μεταξύ κοινωνικών και φυσικών επιστημών στα Ελληνικά Πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα, τον προσδιορισμό των επιστημολογικών στερεοτύπων που εμποδίζουν την ενσωμάτωση της αναλυτικής κατηγορίας φύλο, κυρίως στις φυσικές επιστήμες, τη διερεύνηση των επιστημολογικών ανατροπών καθώς και των μετασχηματισμών, σε επίπεδο επιστημονικού λόγου, θεωρίας, μεθόδων και στόχων έρευνας όσο και πρακτικής της επιστήμης, συμπεριλαμβανομένου του φυσικού χώρου άσκησής της. Εισαγωγικά Είναι η πρώτη έρευνα που μελετάει την ανάπτυξη της έννοιας του φύλου στα διδακτικά και ερευνητικά αντικείμενα των Ελληνικών πανεπιστημίων και ερευνητικών κέντρων. Αφετηρία για την έρευνα αποτέλεσε το ερώτημα εάν και με ποιό τρόπο η έννοια του φύλου, της κατά φύλα κοινωνικής διαίρεσης της εργασίας και της κατασκευής των ταυτοτήτων φύλου έχουν επηρεάσει την ιστορία και τη φιλοσοφία της επιστήμης (Harding, 1986 Λαδά, 1989). Στην έρευνα μας, το φύλο δεν λαμβάνεται ως ένας παράγοντας που σηματοδοτεί απλώς διαφορές ανάμεσα σε γυναίκες και άνδρες. Το φύλο γίνεται αντιληπτό ως αναφορική-αναλυτική κατηγορία και όχι ως περιγραφική έννοια (Haraway, 1991). Προκειμένου να κατανοήσουμε το φαινόμενο αυτό, ερευνήσαμε τις επιστημολογικές συνθήκες που καθιστούν προβληματική την όσμωση φύλου και επιστήμης, ανά επιστημονικό χώρο, εφαρμόζοντας μια πολυεπίπεδη ερευνητική στρατηγική. Το μεγάλο θεματικό εύρος και το γεγονός ότι το ζήτημα «φύλο και επιστήμη» διερευνάται για πρώτη φορά στην Ελλάδα επέβαλλε διαφορετικούς τρόπους μελέτης και την υιοθέτηση πέντε διαφορετικών μεθοδολογικών προσεγγίσεων. Η υιοθέτηση μιας πολυεπίπεδης ερευνητικής στρατηγικής, η οποία συνίσταται (i) στην καταγραφή και 2
ανάλυση μαθημάτων φύλου, (ii) τη διενέργεια ημιδομημένων προφορικών συνεντεύξεων με μέλη ΔΕΠ που διδάσκουν μαθήματα φύλου, με ερευνητές/τριες από το ΕΚΕΦΕ Δημόκριτος, καθώς και με μέλη της Ομάδας Γυναικείων Σπουδών, (iii) τη συμπλήρωση ηλεκτρονικού ερωτηματολογίου από διδάσκοντες και διδάσκουσες μαθημάτων φύλου, (iv) τη μελέτη έντυπου και αρχειακού υλικού και (v) τη συλλογή και ανάλυση φωτογραφιών από χώρους εργαστηρίων πανεπιστημιακών ιδρυμάτων και ερευνητικών κέντρων της περιόδου 1920-1980, επέτρεψε τη διερεύνηση της διάστασης του φύλου στην έρευνα και τη διδασκαλία διαφορετικών γνωστικών αντικειμένων, καθώς και την προσέγγιση του τρόπου με τον οποίο αλληλεπιδρούν φύλο και επιστήμη. Δύο από τις παραπάνω μεθοδολογικές προσεγγίσεις θα παρουσιάσουμε στην εισήγησή μας στο συμπόσιο αυτό: 1. Τη συμπλήρωση ηλεκτρονικού ερωτηματολογίου από διδάσκοντες και διδάσκουσες μαθημάτων φύλου και 2. Τη διενέργεια συνεντεύξεων και την ποιοτική ανάλυση περιεχομένου των ημιδομημένων αυτών συνεντεύξεων με μέλη ΔΕΠ των Ελληνικών ΑΕΙ, με στόχο να ακούσουμε και να συζητήσουμε τις απόψεις τους σχετικά με ζητήματα φύλου που απασχολούν τις διδακτικές και ερευνητικές τους προσεγγίσεις. Όπως συνάγει κανείς από την απεικόνιση της κατανομής των μαθημάτων φύλου στο Διάγραμμα Ι, υπολείπεται η ανάπτυξή τους στις φυσικές επιστήμες και την τεχνολογία, γεγονός που ενισχύει τον προβληματισμό για τα περιθώρια ένταξης της διάστασης του φύλου στις φυσικές επιστήμες και τη δυνατότητα διεπιστημονικών προσεγγίσεων σε θέματα φύλου στον ακαδημαϊκό χώρο. 3
ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΑΝΑ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΠΕΔΙΟ 250 200 150 100 50 0 ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΘΕΩΡΗΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ Διάγραμμα Ι: Κατανομή μαθημάτων φύλου ανά επιστημονικό πεδίο (Πηγή: Παντούλη, Λαδά, & Χοντολίδου, 2006) Κατά τρόπο παρόμοιο έγινε καταγραφή του διδακτικού προσωπικού 3 που πρόσφερε και προσφέρει τα συγκεκριμένα μαθήματα. Όσον αφορά τις διδάσκουσες και τους διδάσκοντες των υπό εξέταση μαθημάτων, είναι συνολικά 263, εκ των οποίων οι 166 είναι γυναίκες και οι 54 είναι άνδρες (Διάγραμμα ΙΙ). ΣΥΝΟΛΟ ΔΙΔΑΣΚΟΥΣΩΝ/ΟΝΤΩΝ 14% 21% ΑΝΔΡΕΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΑΓΝΩΣΤΟΙ 65% Διάγραμμα ΙΙ: Σύνολο διδασκουσών/ όντων μαθημάτων φύλου (Πηγή: Παντούλη και συν., 2006) 4
Ι. ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟΥ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟΥ ΑΠΟ ΜΕΛΗ ΔΕΠ Όσον αφορά το ηλεκτρονικό ερωτηματολόγιο, αυτό αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα του Διατμηματικού Προπτυχιακού Προγράμματος Σπουδών σε Θέματα Φύλου και Ισότητας του ΑΠΘ στην ακόλουθη διεύθυνση: http://web.auth.gr/genderstudies/quest_application/index.php. Συνελέγησαν πληροφορίες για εικοσιένα μαθήματα φύλου. Οι πληροφορίες αφορούσαν τον τίτλο, τα έτη διδασκαλίας, το επίπεδο σπουδών, τη συμμετοχή των φοιτητρών/τριών, τις αλλαγές που έχει επιφέρει η οπτική του φύλου στο περιεχόμενο της διδασκαλίας, στη διδακτική προσέγγιση και την αξιολόγηση. Αξίζει να αναφερθεί στο σημείο αυτό ότι, από τα εκατόν είκοσι άτομα από τα οποία ζητήθηκε να συμπληρώσουν on line το ερωτηματολόγιο, δεκατέσσερα άτομα ανταποκρίθηκαν, εκ των οποίων δώδεκα ήταν γυναίκες και δύο άντρες. Όπως αναπαρίσταται και στο Διάγραμμα III, τα μαθήματα προσφέρονταν κατά κύριο λόγο σε προπτυχιακό επίπεδο στο τμήμα στο οποίο φοιτούσαν τα άτομα τα οποία τα παρακολουθούσαν, και από το σύνολο των είκοσι ένα μαθημάτων 3 τα δεκαοχτώ είναι μαθήματα επιλογής, ενώ τρία μόνο είναι υποχρεωτικά στο πρόγραμμα σπουδών. Διάγραμμα ΙΙΙ: Επίπεδο σπουδών προσφερόμενων μαθημάτων 18 16 14 12 10 8 6 4 2 0 προπτυχιακό τμήματος μεταπτυχιακό τμήματος προπτυχιακό διατμηματικό μεταπτυχιακό διατμηματικό αριθμός μαθημάτων 5
Αναφορικά με τις αλλαγές που επέφερε η οπτική του φύλου στο περιεχόμενο της διδασκαλίας, στη διδακτική προσέγγιση και τη μέθοδο αξιολόγησης των μαθημάτων, οι απαντήσεις των διδασκουσών/όντων σκιαγραφούνται στο Διάγραμμα IV που ακολουθεί. Αλλαγές 16 14 12 10 8 6 4 2 0 π εριεχόμενο διδασκαλίας διδακτική προσέγγιση αξιολόγηση μαθήματος Ναι Όχι Διάγραμμα ΙV: Αλλαγές που επέφερε η οπτική του φύλου IΙ. ΔΙΕΝΕΡΓΕΙΑ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΩΝ Η ανάπτυξη της έννοιας του φύλου στη διδακτική και την ερευνητική δραστηριότητα διερευνήθηκε, όπως προαναφέρθηκε, μέσω ημι-δομημένων προφορικών συνεντεύξεων με μέλη του διδακτικού και ερευνητικού προσωπικού Πανεπιστημίων της χώρας. Τα μέλη ΔΕΠ τα οποία συμμετείχαν στις συνεντεύξεις προέρχονταν από Τμήματα Αρχιτεκτονικής, Γεωγραφίας, Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Επιστήμης, Παιδαγωγικά Δημοτικής και Προσχολικής Εκπαίδευσης, Παιδαγωγικής της Φιλοσοφικής Σχολής, Ιστορίας, Κοινωνιολογίας, Πολιτικών Επιστημών, Φιλολογίας, Ψυχολογίας και τέλος Ανθρωπολογίας. Όσον αφορά το ερευνητικό εργαλείο το οποίο χρησιμοποιήθηκε, αυτό 6
συγκροτήθηκε από πέντε θεματικούς άξονες, σύμφωνα με τους οποίους διαμορφώθηκαν οι ερωτήσεις οι οποίες τέθηκαν: Ι) οι σπουδές τους, οι εκκινήσεις του προβληματισμού τους για θέματα φύλου και η συμμετοχή τους σε γυναικείες οργανώσεις, σε φεμινιστικά έντυπα κ.α. Πώς αυτά συνέβαλαν στην επιστημονική τους ενασχόληση με ζητήματα φύλου ΙΙ) a) η διδακτική τους δραστηριότητα στα Τμήματα όπου εργάζονται και b) η στάση των άλλων συναδέλφων τους ως προς την ενασχόλησή τους με θέματα φύλου ΙΙΙ) τα ερευνητικά τους ενδιαφέροντα και πώς αυτά σχετίζονται με την οπτική του φύλου IV) συνολικές εκτιμήσεις για την επίδραση του φύλου (στην Ελλάδα και το εξωτερικό) στο επιστημονικό παράδειγμα του γνωστικού αντικειμένου με το οποίο ασχολούνται και V) η γνώμη τους για την ύπαρξη και τη δυνατότητα διεπιστημονικών προσεγγίσεων με βάση το φύλο (στην Ελλάδα και το εξωτερικό). Το πρώτο ερώτημα το οποίο έθεταν οι συνεντεύκτριες στους συμμετέχοντες και τις συμμετέχουσες στην έρευνα και λειτουργούσε και ως έναυσμα για την έναρξη μιας εις βάθος συζήτησης αφορούσε την εκκίνηση του προβληματισμού τους σε θέματα φύλου. Οι απαντήσεις τους ποικίλαν, καθώς η εκκίνηση λαμβάνει χώρα σε διαφορετική στιγμή και τα ερεθίσματα που επενέργησαν υπήρξαν διαφορετικά για τα ερωτώμενα άτομα. Ο προβληματισμός γεννάται είτε μέσα από την επιστημονική ενασχόληση με θέματα φύλου, σε κάποιο στάδιο των σπουδών τους (κυρίως για τις νεότερες διδάσκουσες), είτε μέσα από τη δραστηριοποίηση στο πλαίσιο του γυναικείου κίνηματος, τη συμμετοχή σε κάποια οργάνωση, σε διαδηλώσεις, εκδηλώσεις, στη συντακτική επιτροπή κάποιου 7
φεμινιστικού εντύπου (για τις διδάσκουσες που ξεκίνησαν την ακαδημαϊκή τους καριέρα τη δεκαετία του 80) ή τέλος, λόγω των επιδράσεων που δέχθηκαν από το οικογενειακό ή το κοινωνικό τους περιβάλλον, αλλά και από τον ευρύτερο επιστημονικό ή πολιτικό χώρο όπου κινούνταν. Οι απαντήσεις των ερωτωμένων, ωστόσο, καταδεικνύουν ότι η αλληλεπίδραση ήταν άμεση και συνεχής και η σχέση αλληλεπίδρασης ανάμεσα στους παράγοντες που επέδρασαν για την υιοθέτηση μιας έμφυλης οπτικής υπήρξε πολύπλοκη. Στη συνέχεια καταγραφόταν η διδακτική τους δραστηριότητα στα Τμήματα, όπου ανήκουν, και η στάση των άλλων συναδέλφων τους ως προς την ενασχόλησή τους με θέματα φύλου. Πέρα από τους τίτλους και τη φύση των μαθημάτων, αναφέρονταν στα βασικά ερωτήματα τα οποία οργανώνουν και συγκροτούν τους βασικούς άξονες των μαθημάτων τους. Σύμφωνα με τους/τις συνεντευξιαζόμενους/ες, τα ερωτήματα αυτά είτε μελετούν την αναλυτική κατηγορία του φύλου είτε επιχειρούν να εξετάσουν φαινόμενα και έννοιες με την οπτική του φύλου. Ως προς τη διδακτική διαδικασία τα περισσότερα από τα μέλη ΔΕΠ που έδωσαν συνέντευξη θεωρούν ότι η βιωματική προσέγγιση των θεμάτων που σχετίζονται με το φύλο είναι αυτή που μπορεί να βοηθήσει τα νέα άτομα στην μεγαλύτερη κατανόηση των ανισοτήτων λόγω φύλου. Για το λόγο αυτό η μεθόδευση και το περιεχόμενο της διδασκαλίας προσανατολίζονται προς την κατεύθυνση της ευαισθητοποίησης των νέων ατόμων μέσα από προσωπικές τους εμπειρίες. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η προσπάθεια των διδασκουσών να κινητοποιούν το ακροατήριό τους και να συζητούν μέσα από εργασίες φοιτητριών και φοιτητών ζητήματα φύλου. Σε σχέση με την αξιολόγηση των φοιτητριών και φοιτητών τους, οι απαντήσεις που πήραμε δεν δείχνουν ότι η οπτική του φύλου επηρέασε με κάποιο τρόπο ώστε να διαφοροποιήσουν τις μεθόδους αξιολόγησής τους. 8
Στο ερώτημα σχετικά με την αποδοχή του μαθήματος ή των μαθημάτων από τον Τομέα ή τη Γ.Σ. του Τμήματος, στο οποίο ανήκουν, οι απαντήσεις των ερωτωμένων δεν ταυτίζονταν. Άλλοτε η εισαγωγή των μαθημάτων είχε γίνει αμέσως δεκτή, ενώ άλλοτε αντιμετωπιζόταν με δυσπιστία ή προβάλλονταν αντιστάσεις. Η διαφοροποιημένη στάση θα μπορούσε να συνδέεται με τη διάκριση μεταξύ φυσικών και κοινωνικών επιστημών, καθώς και με τη γενιά στην οποία ανήκαν οι διδάσκοντες και οι διδάσκουσες. Ο επόμενος θεματικός άξονας που εξετάστηκε ήταν η ερευνητική τους προσέγγιση, καθώς και ο τρόπος με τον οποίο σχετίζεται αυτή με την οπτική του φύλου. Ειδικότερα, ρωτήθηκαν σχετικά με το πώς αντιλαμβάνονται την έννοια του φύλου, τον τρόπο με τον οποίο την αξιοποιούν στην έρευνά τους και τους συμβολισμούς που προσλαμβάνει. Στον τομέα των ερευνητικών προσεγγίσεων, των μελών ΔΕΠ που έδωσαν συνέντευξη, έχουμε να παρατηρήσουμε ποικίλες προσεγγίσεις. Κάποιες διδάσκουσες θεωρούν ότι το φύλο είναι μια μεταβλητή καθοριστική για την συζήτηση των ερευνητικών αποτελεσμάτων, κάποια άλλη επισημαίνει ότι στο χώρο της εκπαίδευσης ο παράγοντας φύλο επαναπροσδιορίζει το επιστημολογικό παράδειγμα, ενώ υπάρχουν και απόψεις που τοποθετούν την προβληματική του φύλου μέσα στην ευρύτερη περιοχή της έρευνας για τις κοινωνικές ανισότητες. Παρά τις παρατηρούμενες διαφοροποιήσεις, οι απαντήσεις συγκλίνουν στην έννοια του φύλου ως ασύμμετρης κοινωνικής σχέσης, πολιτισμικού συμβόλου, κοινωνικής κατηγορίας και κοινωνικής κατασκευής. Επίσης, κάποιες απαντήσεις αναδεικνύουν το φύλο ως εργαλείο ανάλυσης της κοινωνίας καθώς και ως αναφορική κατηγορία στην έρευνα που επιτρέπει την ανάδειξη ασυμμετριών (πραγματικών και συμβολικών). Πέρα από τον ορισμό της έννοιας του φύλου, οι ερωτώμενοι και οι ερωτώμενες αναφέρθηκαν 9
στη θεωρητική σχολή στην οποία εντάσσουν την ερευνητική τους δραστηριότητα και στα θεωρητικά εργαλεία τα οποία επιστρατεύουν. Παρόλο που τα θεωρητικά εργαλεία προσδιορίζονται ανάλογα με τα ιδιαίτερα ερευνητικά ενδιαφέροντα κάθε διδάσκοντα και διδάσκουσας, αρκετές από τα νεότερα μέλη ΔΕΠ προσεγγίζουν τα σχετικά με το φύλο ερευνητικά της ερωτήματα χρησιμοποιώντας κυρίως το μεταστρουκτουραλισμό και την ανάλυση λόγου. Το ενδιαφέρον τους δεν εστιάζεται τόσο στο πώς έλαβε χώρα ένα γεγονός, αλλά στα αποτελέσματα που έχουν οι διαφορετικοί τρόποι ερμηνείας, αφήγησης και περιγραφής αυτού του γεγονότος. Η επίδραση της οπτικής του φύλου στην ερευνητική τους ενασχόληση θεωρείται προσδιοριστική, καθώς η εισαγωγή της διάστασης του φύλου δεν είναι συγκυριακή, αλλά αποτελεί δομικό στοιχείο του τρόπου προσέγγισης ή ερμηνείας των ερευνητικών τους αντικειμένων. Οι συνεντευξιαζόμενοι/ες εξέθεσαν τις συνολικές τους εκτιμήσεις για την επίδραση του φύλου (στην Ελλάδα και το εξωτερικό) στο επιστημονικό παράδειγμα του γνωστικού αντικειμένου με το οποίο ασχολούνται και σε άλλα γνωστικά αντικείμενα και, τέλος, την άποψή τους για την ύπαρξη και τη δυνατότητα διεπιστημονικών προσεγγίσεων με βάση το φύλο (στην Ελλάδα και το εξωτερικό). Μεταξύ των συνεντευξιαζόμενων υπήρχε απόλυτη συμφωνία ότι η κατηγορία «φύλο» είναι ικανή να υποστηρίξει διεπιστημονικές προσεγγίσεις, σε ορισμένες περιπτώσεις, μάλιστα, η προοπτική της διεπιστημονικής προσέγγισης υποστηρίχθηκε εμφατικά. Οι απόψεις των ερωτωμένων ως προς την επίδραση της διάστασης του φύλου στα μέσα, τις μεθόδους και τις μορφές διδασκαλίας αλλά και εξέτασης των μαθημάτων 10
συγκλίνουν ως προς ότι η κατηγορία του φύλου έχει εισάγει κάποιες διαφοροποιήσεις. Η διάσταση του φύλου δημιουργεί συνθήκες διεύρυνσης στη διδασκαλία του γνωστικού αντικειμένου, αλλαγές στον τρόπο διδασκαλίας, στην αξιολόγηση, καθώς και προϋποθέσεις για μια φιλελεύθερη ατμόσφαιρα και ισότιμη αντιμετώπιση των φοιτητών και φοιτητριών. Όσον αφορά τη σχέση φύλου και φυσικών επιστημών στην ανώτατη εκπαίδευση καταδεικνύεται το στερεότυπο της ιεραρχίας των φύλων στο επιστημονικό και διδακτικό προσωπικό και διαπιστώνεται η ισχυρή επιρροή του λογικού θετικισμού (Ρεντετζή, 2006). Αντί επιλόγου Το άρθρο παρουσίασε πλευρές και ευρήματα του ερευνητικού προγράμματος που υλοποιήθηκε κατά το χρονικό διάστημα 2004-2008, με κεντρικό θέμα τη διερεύνηση των νέων ζητημάτων που θέτει η ανάπτυξη της οπτικής του φύλου στη συνάντηση της με διαφορετικά γνωστικά αντικείμενα στις Πανεπιστημιακές σπουδές στην Ελλάδα. Αυτή η σκιαγράφηση θα ήταν ελλιπής αν δεν αναφερθούμε, εκ των πραγμάτων, επιγραμματικά σ ένα εξαιρετικά σημαντικό, αλλά συνήθως αόρατο ζήτημα που αφορά στην εσωτερική δυναμική και λειτουργία μίας διεπιστημονικής ομάδας, η οποία συγκροτείται για να πραγματώσει μια συλλογική έρευνα στο πλαίσιο της φεμινιστικής προβληματικής. Αφετηρία, κοινός τόπος και προϋπόθεση για τη συγκρότηση της ερευνητικής ομάδας του εν λόγω προγράμματος, ήταν το γεγονός της υιοθέτησης της οπτικής του φύλου, από τα μέλη της ομάδας, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, στις δικές τους μέχρι τότε ερενητικές προσεγγίσεις ήταν δηλαδή «εξοικειωμένες» με την πρόσληψη, εννοιολόγηση και χρήση της νέας αυτής αναλυτικής κατηγορίας. 11
Η προσδοκία, λοιπόν, για τη δυνατότητα υπέρβασης ή και διαπραγμάτευσης των σύνθετων ζητημάτων που θέτει μια διεπιστημονική προσέγγιση, ούτως ή άλλως, προερχόταν από τη «συγκολλητική» δυναμική που θα είχε η κοινή αφετηρία της προβληματικής του φύλου. Έμελλε να φανεί αν αυτό θα εξελισσόταν και επαρκές ως συνθήκη συνύπαρξης και ανταλλαγών. Συναντηθήκαμε, συζητήσαμε, προγραμματίσαμε και στη συνέχεια δημοσιεύσαμε, τα τελευταία τρία χρόνια, τμήματα της δουλειάς μας, παρά το γεγονός ή ίσως εξαιτίας αυτού, ότι το πραγματοποιημένο «προϊόν» μιας συλλογικής δουλειάς, είναι πάντοτε μια μερική αναπαράσταση της «συνολικής» δουλειάς που έχει πραγματωθεί. Η ανάπτυξη της πολυεπίπεδης ερευνητικής στρατηγικής, μέρος της οποίας σκιαγραφείται στο άρθρο, δεν ήταν δεδομένη από την αρχή του ερευνητικού προγράμματος διαμορφώθηκε με τη συνδρομή όλων των μελών της ερευνητικής ομάδας, με κριτήρια που προήλθαν από τα ιδιαίτερα ερευνητικά τους ενδιαφέροντα, τις επιθυμίες και το ήδη συγκροτημένο επιστημονικό τους προφίλ. Η «συνύπαρξη» ποσοτικών προσεγγίσεων ανάλυση και αναπαράσταση ποσοτικών δεδομένων μαζί με προσεγγίσεις ποιοτικής ανάλυσης περιεχομένου και βιογραφικών αφηγήσεων, εικονογραφεί εν πολλοίς το πολύμορφο επιστημονικό προφίλ της ομάδας ωστόσο, δεν ήταν και απρόβλεπτη, όσον αφορά τις διαθέσιμες μεθοδολογικές προσεγγίσεις, συμπεριλαμβανομένων και των φεμινιστικών. Στη διάρκεια αυτής της συνάντησης, μάθαμε επίσης με πολλούς τρόπους για τις δυσκολίες που έχει μια διεπιστημονική συνεργασία, όσον αφορά τη διαπραγμάτευση τόσο των θεωρητικών-μεθοδολογικών μας διαφορών, όσο επίσης και εκείνων των 12
«απλών» ζητημάτων που προέρχονται από τις διαφορετικές προσωπικότητες και τα οποία ήταν παρόντα και αναπόσπαστο μέρος της συλλογικής δουλειάς. Οι ποικίλες αυτές εμπειρίες μας επιτρέπουν σήμερα να γνωρίζουμε ότι η ίδια η εσωτερική δυναμική της ομάδας είναι ένα ερευνητικό ζήτημα από μόνο του, ιδίως σε ομάδες που δε δομούνται ιεραρχικά και επιδιώκουν να αρθρώσουν ένα φεμινιστικό λόγο για τα ζητήματα της γνώσης και της επιστήμης. Σήμερα, είναι ευκρινές ότι η συλλογική φεμινιστική δουλειά δε μπορεί παρά να είναι μια διαδικασία αναστοχασμού αφ εαυτής, στην οποία εμπλέκονται αξεδιάλυτα τα μέλη της ερευνητικής ομάδας με το υπό διαπραγμάτευση «αντικείμενο», ακριβώς με τον ίδιο τρόπο που κάθε μία/ένας από εμάς διαπραγματεύεται τις συχνά αντιθετικές και ασύμβατες πλευρές της έμφυλης ταυτότητας σε σχέση με την επιστημονική της/του συγκρότηση. Σημειώσεις τέλους 1 Η έρευνα έχει χρηματοδοτηθεί από το ερευνητικό πρόγραμμα «Φύλο-Πυθαγόρας: Ενίσχυση Ερευνητικών Ομάδων στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης» το 2004. Επιστημονική υπεύθυνη: Σάσα Λαδά (αρχιτέκτων, Φύλο και Χώρος). Μέλη ερευνητικής ομάδας: Μαρία Ρεντετζή (φυσικός, Κοινωνιολογία της Επιστήμης), Άννα Μιχοπούλου (συγγραφέας, Γυναικείες Σπουδές), Αλεξάνδρα Μπακαλάκη (ανθρωπολόγος, Ανθρωπολογία του Φύλου), Αριστείδης Μπαλτάς (φιλόσοφος, Φιλοσοφία των Επιστημών), Όλγα Παντούλη (πτυχιούχος Φιλοσοφικής, Μεταπτυχιακό στην Παιδαγωγική της Ισότητας των Φύλων), Μαρία Ρεπούση (ιστορικός, Διδακτική της Ιστορίας), Κατερίνα Τρίμη-Κύρου (ιστορικός), Όλγα Φωτακοπούλου (ψυχολόγος, Εξελικτική Ψυχολογία), Κατερίνα Χατζηκωνσταντίνου (αρχιτέκτων, Ιστορία και Θεωρία της Αρχιτεκτονικής), Δήμητρα Χατζησάββα (αρχιτέκτων, Θεωρία της Αρχιτεκτονικής), Ελένη Χοντολίδου (παιδαγωγός, Σχολική Παιδαγωγική). 2 Εφεξής στο κείμενο το Εθνικό Κέντρο Ερευνών Φυσικών Επιστημών Δημόκριτος θα αναφέρεται ως ΕΚΕΦΕ Δημόκριτος. 3 Κάποιοι από τις/τους διδάσκουσες/οντες διδάσκει περισσότερα από ένα μαθήματα. 13
Βιβλιογραφία Ainley, R. (Ed.) (1998). New frontiers of space, bodies and gender. London: Routledge. Forgan, S. (1989). The architecture of science and the idea of a University. Studies in History and Philosophy of Science, 20 (40), 405-434. Galison, P. & Thompson, E. (1999). The Architecture of Science. Cambridge, Massachusetts: The MIT Press. Harding, S. (1986). The Science Question in Feminism. Ithaca: Cornell University Press. Haraway, D. (1991). Simians, cyborgs, and women: The reinvention of nature. London: Free Association Books. Keller-Fox, E. (1985). Reflections on Gender and Science. New Haven, CT & London: Yale University Press Λαδά, Α. (1989). Συνέντευξη με τη φυσικό E. F. Keller: Σκέψεις σχετικά με το φύλο και την Επιστήμη. Δίνη, 4, 62-67. Λαδά, Α., Καράβατος Σ., & Χατζηκωνσταντίνου, Κ. (Επιμ.) (2007). Η εικόνα του/της επιστήμονα στην Ελλάδα. 1900-1980. [Εν]τοπισμένες ταυτότητες ταυτότητες τόπων. Θεσσαλονίκη: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης. Παντούλη, Ο., Λαδά, Σ., & Χοντολίδου, Ε. (2006). Μαθήματα φύλου και ισότητας στα προπτυχιακά προγράμματα σπουδών των ελληνικών πανεπιστημιών: συγκριτική και συγχρονική προσέγγιση. Σύγχρονη Εκπαίδευση, 147, 130-140. Ρεντετζή, Μ. (2006). Φύλο και φυσικές επιστήμες: έμφυλα στερεότυπα και εκπαιδευτικές στρατηγικές υπονόμευσής τους. Θέματα στην Εκπαίδευση, 7 (1), 97-128. 14