ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Σχετικά έγγραφα
Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης Ο ΗΓΙΑ 2004/35/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. της 21ης Απριλίου 2004

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

Χρήσιμες Ερωτήσεις- Απαντήσεις για την Περιβαλλοντική Ευθύνη. Σε ποιες περιπτώσεις εφαρμόζεται η ευθύνη για περιβαλλοντική ζημιά;

«Οι συνέπειες από την εφαρμογή της νομοθεσίας για την Περιβαλλοντική Ευθύνη στην Ελληνική Βιομηχανία»

Ευθύνη των ρυπαινόντων και η επιστροφή του περιβαλλοντικού κόστους

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4154, 31/12/2007 Ο ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΗΝ ΠΡΟΛΗΨΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΖΗΜΙΑΣ ΝΟΜΟΣ.

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΟΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ, ιεχοντας υπόψη:

Οδηγία για την Περιβαλλοντική Ευθύνη Μια κριτική προσέγγιση. Γιώργος Μπάλιας, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο Ηράκλειο, 9 Σεπτεμβρίου 2017

Εκπαιδευτικό Σεμινάριο: «Περιβαλλοντικό Δίκαιο και Περιβαλλοντικές Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις» Ηράκλειο, 11 Μαρτίου 2017

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

εφαρμογή του θεσμικού πλαισίου για την

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ. ELD Implementation in Europe and Greece. Μαργαρίτα Καραβασίλη. Margarita Karavasili

C 151 E/132 Επίσηµη Εφηµερίδατων Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

ΠΔ 148/2009: Περιβαλλοντική ευθύνη για την πρόληψη-αποκατάσταση των ζημιών στο περιβάλλον

L 351/40 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Εισήγηση της Οργανωτικής Επιτροπής

Χ. Βλ. Γκόρτσος Επίκ. Καθηγητής Διεθνούς Οικονομικού Δικαίου Γενικός Γραμματέας ΕΕΤ

ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΙΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ. Περιβαλλοντική ρβ Ευθύνη και

Έγγραφο συνόδου ΔΙΟΡΘΩΤΙΚΟ. στην έκθεση

Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου σχετικά µε τον οριστικό χαρακτήρα του διακανονισµού και τη σύσταση ασφαλειών

Κατευθυντήριες γραμμές

ΑΠΟΦΑΣΗ ΡΑΕ ΥΠ ΑΡΙΘΜ. 778/2018

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Bρυξέλλες, 20 Μαρτίου 2000 (OR. en) 5685/00 ιοργανικός φάκελος : 96/0304 (COD) LIMITE ENV 22 CODEC 68

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΟΔΗΓΙΕΣ

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. για την τροποποίηση της οδηγίας 2001/83/ΕΚ όσον αφορά τη φαρμακοεπαγρύπνηση

Ο ΗΓΙΑ 96/70/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

11917/1/12 REV 1 IKS+ROD+GA/ag,alf DG C1

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 131/

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗ (ΤΕΕ, )

ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ * στην πρόταση της Επιτροπής για

5665/1/07 REV 1 CZV/ag,mks DG C I

Άρθρο 1 Πεδίο εφαρμογής 4. Άρθρο 2 Αγωγές παραλείψεως 5. Άρθρο 3 Φορείς νομιμοποιούμενοι προς έγερση αγωγής 5. Άρθρο 4 Ενδοκοινοτικές παραβάσεις 6

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΑ

Πρόταση Ο ΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

(Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση είναι υποχρεωτική) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1061/2009 του Συμβουλίου της 19ης Οκτωβρίου 2009 για θέσπιση κοινού καθεστώτος εξαγωγών

92/48/ΕΟΚ: Σύσταση της Επιτροπής της 18ης Δεκεμβρίου 1991 για τους ασφαλιστικούς μεσάζοντες

ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

L 283/36 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΟΔΗΓΙΕΣ

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ,

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

12848/1/18 REV 1 GA/ag ECOMP.2.B. Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 26 Νοεμβρίου 2018 (OR. en) 12848/1/18 REV 1

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΠΡΟΤΑΣΗ Ο ΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΠΙΣΤΩΣΗΣ /* COM/94/436 Τελικό - COD 94/0242 */

Η ΟΔΗΓΙΑ 2004/35/ΕΚ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΗΝ ΠΡΟΛΗΨΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΖΗΜΙΑΣ (Σεπτέμβριος 2006)

Κατευθυντήριες γραμμές. σχετικά με την έμμεση υποστήριξη στις πράξεις τιτλοποίησης EBA/GL/2016/08 24/11/2016

Δρ Παναγιώτης Μέρκος, Γενικός Επιθεωρητής

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 24 Νοεμβρίου 2016 (OR. en)

TREE.2 EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 14 Μαρτίου 2019 (OR. en) 2018/0434 (COD) PE-CONS 17/19 AVIATION 13 PREP-BXT 28 CODEC 212

Κατηγορία 14 : είδη επίπλωσης διακοσμητικά και μεταχειρισμένα : Ecu, μουσικά όργανα : Ecu, όλα τα άλλα είδη : Ecu.

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3850, 30/4/2004 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΥ ΣΕ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΣΧΕΤΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΘΕΜΑΤΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 28 Απριλίου 2017 (OR. en)

ράση της ΕΕ στον τοµέα της πετρελαϊκής έρευνας και εξόρυξης στην Ευρώπη

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΘΑΛΑΣΣΙΑΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΛΙΕΙΑΣ

EL Eνωµένη στην πολυµορφία EL A7-0008/255. Τροπολογία. Ulrike Rodust εξ ονόµατος της Οµάδας S&D

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθηµα τεκµηρίωσης και δεν δεσµεύει τα κοινοτικά όργανα

Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθηµα τεκµηρίωσης και δεν δεσµεύει τα κοινοτικά όργανα

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

*** ΣΧΕΔΙΟ ΣΥΣΤΑΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2012/0120(NLE)

Επιτροπή Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας. προς την Επιτροπή Νομικών Θεμάτων

ΜΕΤΡΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΕ ΘΕΜΑΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ ΚΑΙ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗΣ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ

Τελικές κατευθυντήριες γραμμές

ΤΙΤΛΟΣ Ι Πεδίο εφαρµογής

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση

Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. προς την Επιτροπή Ελέγχου του Προϋπολογισμού

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Επιτροπή Νομικών Θεμάτων ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. προς την Επιτροπή Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας. Συντάκτρια γνωμοδότησης (*) : Eva Lichtenberger

Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα

A8-0127/24 ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ * στην πρόταση της Επιτροπής για

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Οι εξουσίες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για επιβολή κυρώσεων. Σχέδιο κανονισμού (10896/2014 C8-0090/ /0807(CNS))

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

(Πράξεις για την ισχύ των οποίων δεν απαιτείται δημοσίευση) ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. της 14ης Μαιον 1991

Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την παράταση της περιόδου ανάκαμψης σε περίπτωση έκτακτων αντίξοων καταστάσεων

ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟ ΤΩΝ ΣΤΟΧΩΝ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΤΟΠΟΥΣ NATURA 2000

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4136, 25/7/2007 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΩΝ ΛΙΜΑΝΙΩΝ ΚΑΙ ΓΙΑ ΣΥΝΑΦΗ ΘΕΜΑΤΑ

Εκδόθηκαν στις 4 Δεκεμβρίου Εγκρίθηκε 1

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

ΓΝΩΜΗ της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Νομικών της Βουλής των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΝΤΟΠΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΙΑΧΕΙΡΙΣΕΩΣ ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΩΣ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

DGC 1C EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 1 Δεκεμβρίου 2017 (OR. en) 2016/0207 (COD) PE-CONS 54/17

***I ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

Transcript:

Οδηγία 2004/35/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου της 21ης Απριλίου 2004 σχετικά µε την περιβαλλοντική ευθύνη όσον αφορά την πρόληψη και την αποκατάσταση περιβαλλοντικής ζηµίας ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, Έχοντας υπόψη: τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 175, παράγραφος 1, την πρόταση της Επιτροπής, τη γνώµη της Ευρωπαϊκής Οικονοµικής και Κοινωνικής Επιτροπής, αφού ζητήθηκε η γνώµη της Επιτροπής των Περιφερειών, Αποφασίζοντας σύµφωνα µε τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης, υπό το πρίσµα του κοινού σχεδίου το οποίο εγκρίθηκε από την επιτροπή συνδιαλλαγής στις 10 Μαρτίου 2004, Εκτιµώντας τα εξής: (1) Σήµερα στην Κοινότητα υπάρχουν πολυάριθµες τοποθεσίες που έχουν υποστεί ρύπανση, γεγονός που συνεπάγεται σοβαρούς κινδύνους για την υγεία, ενώ παράλληλα κατά τις τελευταίες δεκαετίες παρατηρείται θεαµατική επιτάχυνση της απώλειας της βιοποικιλότητας. Οιαδήποτε αδράνεια εν προκειµένω θα µπορούσε να έχει ως αποτέλεσµα την κλιµάκωση της ρύπανσης και την ακόµα µεγαλύτερη απώλεια της βιοποικιλότητας στο µέλλον. Η πρόληψη και η αποκατάσταση, στο µέτρο του δυνατού, των περιβαλλοντικών ζηµιών συµβάλλει στην υλοποίηση των στόχων και των αρχών της κοινοτικής πολιτικής για το περιβάλλον, όπως διατυπώνονται στη Συνθήκη. Θα πρέπει να λαµβάνονται υπόψη οι τοπικές συνθήκες όταν αποφασίζεται ο τρόπος αποκατάστασης των ζηµιών. (2) Η πρόληψη και αποκατάσταση των περιβαλλοντικών ζηµιών θα πρέπει να επιτυγχάνεται µέσω της προώθησης της αρχής "ο ρυπαίνων πληρώνει", όπως αναφέρεται στη Συνθήκη και σύµφωνα µε την αρχή της αειφόρου ανάπτυξης. Η θεµελιώδης αρχή της παρούσας οδηγίας θα πρέπει, ως εκ τούτου, να είναι ότι ο φορέας εκµετάλλευσης η δραστηριότητα του οποίου προκάλεσε την περιβαλλοντική ζηµία ή τον άµεσο κίνδυνο ανάλογης ζηµίας, είναι οικονοµικά υπεύθυνος, έτσι ώστε να παρακινούνται οι φορείς εκµετάλλευσης να λαµβάνουν µέτρα και να αναπτύσσουν πρακτικές που να αποσκοπούν στην ελαχιστοποίηση των κινδύνων περιβαλλοντικής ζηµίας προκειµένου να µειώνεται η έκθεσή τους σε οικονοµικές ευθύνες. (3) εδοµένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, ήτοι η δηµιουργία κοινού πλαισίου για την πρόληψη και την αποκατάσταση περιβαλλοντικής ζηµίας µε εύλογο κόστος για την κοινωνία, είναι αδύνατο να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη µέλη και µπορεί, κατά συνέπεια, να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο λόγω των διαστάσεων της παρούσας οδηγίας και των συνεπειών της για τη λοιπή κοινοτική νοµοθεσία, και συγκεκριµένα την οδηγία 79/409/ΕΟΚ του Συµβουλίου, της 2ας Απριλίου 1979, περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών, την οδηγία 92/43/ΕΟΚ

του Συµβουλίου, της 21ης Μαΐου 1992, για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας και την οδηγία 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2000, για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τοµέα της πολιτικής των υδάτων, η Κοινότητα µπορεί να λάβει µέτρα σύµφωνα µε την αρχή της επικουρικότητας που διατυπώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης. Σύµφωνα µε την αρχή της αναλογικότητας, η οποία διατυπώνεται στο εν λόγω άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού. (4) Η περιβαλλοντική ζηµία περιλαµβάνει επίσης τη ζηµία που προκαλείται από αεροφερόµενα στοιχεία, εφόσον η ζηµία αφορά στα ύδατα, στο έδαφος ή σε προστατευόµενα είδη ή φυσικούς οικοτόπους. (5) Θα πρέπει να ορισθούν οι έννοιες που είναι καθοριστικής σηµασίας για την ορθή ερµηνεία και εφαρµογή του πλαισίου που προβλέπει η παρούσα οδηγία, ιδίως όσον αφορά τον ορισµό της περιβαλλοντικής ζηµίας. Όταν η εκάστοτε έννοια προέρχεται από άλλο σχετικό κοινοτικό νοµοθέτηµα, ο ίδιος ορισµός θα πρέπει να χρησιµοποιείται ώστε να είναι δυνατή η χρήση κοινών κριτηρίων και να προάγεται η ενιαία εφαρµογή τους. (6) Τα προστατευόµενα είδη και φυσικοί οικότοποι θα µπορούσαν επίσης να ορίζονται µε αναφορά στα είδη και τους οικοτόπους που προστατεύονται σύµφωνα µε την εθνική νοµοθεσία για την προστασία της φύσης. Εντούτοις, θα πρέπει να λαµβάνονται υπόψη οι ειδικές καταστάσεις για τις οποίες η κοινοτική ή η αντίστοιχη εθνική νοµοθεσία επιτρέπουν ορισµένες παρεκκλίσεις από το επίπεδο προστασίας που προβλέπεται για το περιβάλλον. (7) Για τους σκοπούς της αξιολόγησης της ζηµίας του εδάφους, όπως ορίζεται στην παρούσα οδηγία, είναι επιθυµητή η χρήση διαδικασιών αξιολόγησης των κινδύνων, ούτως ώστε να µπορεί να σταθµισθεί σε ποια έκταση είναι πιθανόν να επηρεασθεί δυσµενώς η ανθρώπινη υγεία. (8) Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να εφαρµόζεται, σε ό,τι αφορά την περιβαλλοντική ζηµία, στις επαγγελµατικές δραστηριότητες που συνεπάγονται κινδύνους για την ανθρώπινη υγεία ή το περιβάλλον. Οι δραστηριότητες αυτές θα πρέπει να ορίζονται, κατ' αρχήν, µε αναφορά στην αντίστοιχη κοινοτική νοµοθεσία, η οποία προβλέπει κανονιστικές απαιτήσεις σε σχέση µε ορισµένες δραστηριότητες ή πρακτικές που θεωρείται ότι συνεπάγονται πιθανό ή άµεσο κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία ή το περιβάλλον. (9) Η παρούσα οδηγία θα πρέπει επίσης να εφαρµόζεται, όσον αφορά τη ζηµία προστατευόµενων ειδών και φυσικών οικοτόπων, σε οιεσδήποτε επαγγελµατικές δραστηριότητες εκτός όσων έχουν χαρακτηρισθεί ήδη µε άµεση ή έµµεση αναφορά στην κοινοτική νοµοθεσία ως συνεπαγόµενες άµεσους ή πιθανούς κινδύνους για την ανθρώπινη υγεία ή το περιβάλλον. Στις περιπτώσεις αυτές, ο φορέας εκµετάλλευσης θα πρέπει να φέρει ευθύνη δυνάµει της παρούσας οδηγίας µόνον εφόσον ενήργησε εκ δόλου ή εξ αµελείας. (10) Θα πρέπει να ληφθούν ρητώς υπόψη η Συνθήκη Ευρατόµ και οι αντίστοιχες διεθνείς συµβάσεις καθώς και η κοινοτική νοµοθεσία που ρυθµίζει πληρέστερα και αυστηρότερα τη λειτουργία οιασδήποτε εκ των δραστηριοτήτων που εµπίπτουν στο

πεδίο εφαρµογής της παρούσας οδηγίας. Η παρούσα οδηγία, η οποία δεν προβλέπει πρόσθετους κανόνες όσον αφορά τη σύγκρουση δικαίων κατά τον καθορισµό των εξουσιών των αρµοδίων αρχών, εφαρµόζεται υπό την επιφύλαξη των κανόνων περί διεθνούς δικαιοδοσίας των δικαστηρίων, όπως προβλέπονται, µεταξύ άλλων, στον κανονισµό (ΕΚ) αριθ. 44/2001 του Συµβουλίου, της 22ας εκεµβρίου 2000, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εµπορικές υποθέσεις. Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να εφαρµόζεται σε δραστηριότητες κύριος σκοπός των οποίων είναι η εξυπηρέτηση της εθνικής άµυνας ή της διεθνούς ασφάλειας. (11) Η παρούσα οδηγία αποσκοπεί στην πρόληψη και αποκατάσταση της περιβαλλοντικής ζηµίας, και δεν θίγει τα δικαιώµατα αποζηµίωσης για παραδοσιακές ζηµίες, τα οποία παραχωρούνται σύµφωνα µε οποιαδήποτε σχετική διεθνή συµφωνία περί αστικής ευθύνης. (12) Πολλά κράτη µέλη συµµετέχουν σε διεθνείς συµφωνίες που διέπουν την αστική ευθύνη σε ειδικούς τοµείς. Τα εν λόγω κράτη µέλη θα πρέπει να µπορούν να παραµείνουν µέρη των συµφωνιών αυτών µετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας, ενώ τα υπόλοιπα κράτη µέλη δεν θα πρέπει να απολέσουν το δικαίωµα συµµετοχής τους στις εν λόγω συµφωνίες. (13) εν είναι δυνατό να αποκατασταθούν όλες οι µορφές περιβαλλοντικής ζηµίας µέσω του µηχανισµού της ευθύνης. Η αποτελεσµατική χρήση του µηχανισµού αυτού προϋποθέτει ότι θα πρέπει να υφίστανται ένας ή περισσότεροι ρυπαντές οι οποίοι να µπορούν να εντοπισθούν, η ζηµία θα πρέπει να είναι συγκεκριµένη και να µπορεί να προσδιορισθεί ποσοτικά και θα πρέπει να µπορεί να αποδειχθεί η αιτιώδης συνάφεια µεταξύ της ζηµίας και του ή των εντοπισθέντων ρυπαντών. Κατά συνέπεια, η ευθύνη δεν αποτελεί το κατάλληλο µέσο για την αντιµετώπιση της ευρέως διαδεδοµένης και διάχυτης ρύπανσης, εφόσον είναι αδύνατον να συνδεθούν οι αρνητικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις µε πράξεις ή παραλείψεις συγκεκριµένων εξατοµικευµένων παραγόντων. (14) Η παρούσα οδηγία δεν εφαρµόζεται σε περιπτώσεις προσωπικής βλάβης, ζηµίας ιδιωτικής περιουσίας ή οιασδήποτε οικονοµικής απώλειας και δεν επηρεάζει ενδεχόµενα δικαιώµατα όσον αφορά ζηµίες του είδους αυτού. (15) εδοµένου ότι η πρόληψη και η αποκατάσταση περιβαλλοντικής ζηµίας αποτελεί καθήκον που η εκπλήρωσή του συµβάλλει άµεσα στην πραγµάτωση της περιβαλλοντικής πολιτικής της Κοινότητας, οι δηµόσιες αρχές θα πρέπει να εξασφαλίζουν την ορθή εφαρµογή και επιβολή της εφαρµογής του καθεστώτος που προβλέπει η παρούσα οδηγία. (16) Η αποκατάσταση του περιβάλλοντος θα πρέπει να πραγµατοποιείται µε αποτελεσµατικό τρόπο εξασφαλίζοντας ότι επιτυγχάνονται οι σχετικοί στόχοι αποκατάστασης. Προς τούτο, θα πρέπει να καθορισθεί ένα κοινό πλαίσιο και να εποπτεύεται η ορθή εφαρµογή του από την αρµόδια αρχή. (17) Θα πρέπει να θεσπισθούν οι κατάλληλες διατάξεις για τις καταστάσεις που συντρέχουν πλείονες περιπτώσεις περιβαλλοντικής ζηµίας κατά τρόπο ώστε η αρµόδια αρχή να µην είναι σε θέση να εξασφαλίσει την ταυτόχρονη λήψη όλων των απαραίτητων µέτρων αποκατάστασης. Στην περίπτωση αυτή, η αρµόδια αρχή θα

πρέπει να είναι σε θέση να αποφασίζει ποια περίπτωση περιβαλλοντικής ζηµίας πρέπει να αποκατασταθεί πρώτα. (18) Σύµφωνα µε την αρχή "ο ρυπαίνων πληρώνει", κάθε φορέας εκµετάλλευσης που προκαλεί περιβαλλοντική ζηµία ή άµεσο κίνδυνο ανάλογης ζηµίας θα πρέπει, κατ' αρχήν, να επωµίζεται το κόστος των απαραίτητων µέτρων πρόληψης ή αποκατάστασης. Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες, η αρµόδια αρχή αυτενεργεί ή επεµβαίνει µέσω τρίτων αντί του φορέα εκµετάλλευσης, η αρχή αυτή θα πρέπει να εξασφαλίζει ότι το προκύπτον γι' αυτήν κόστος θα ανακτάται από τον φορέα εκµετάλλευσης. Κρίνεται επίσης σκόπιµο οι φορείς εκµετάλλευσης να επωµίζονται τελικά το κόστος της εκτίµησης περιβαλλοντικής ζηµίας και, κατά περίπτωση, την αξιολόγηση του άµεσου κινδύνου πρόκλησης τέτοιας ζηµίας. (19) Τα κράτη µέλη δύνανται να προβλέπουν τον κατ' αποκοπήν υπολογισµό των διοικητικών δαπανών, των δαπανών επιβολής του νόµου και των άλλων γενικών δαπανών που πρέπει να ανακτηθούν. (20) Ο φορέας εκµετάλλευσης δεν θα πρέπει να υποχρεούται να επωµισθεί το κόστος των δράσεων πρόληψης ή αποκατάστασης που πραγµατοποιούνται σύµφωνα µε την παρούσα οδηγία, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η συγκεκριµένη ζηµία ή ο κίνδυνος πρόκλησης τέτοιας ζηµίας είναι το αποτέλεσµα συµβάντων εκτός του ελέγχου του φορέα εκµετάλλευσης. Τα κράτη µέλη µπορούν να προβλέπουν ότι οι φορείς εκµετάλλευσης που δεν έχουν ενεργήσει εκ δόλου ή εξ αµελείας δεν επωµίζονται το κόστος των µέτρων αποκατάστασης σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η συγκεκριµένη ζηµία είναι το αποτέλεσµα εκποµπών ή γεγονότων για τα οποία έχει εκδοθεί ρητή άδεια ή των οποίων θα ήταν αδύνατο να είναι γνωστή η εν δυνάµει καταστροφική φύση όταν πραγµατοποιήθηκε το αντίστοιχο συµβάν ή η εκποµπή. (21) Το κόστος σχετικά µε τη λήψη των προληπτικών µέτρων θα πρέπει να βαρύνει τους φορείς εκµετάλλευσης στις περιπτώσεις στις οποίες τα µέτρα αυτά θα έπρεπε να είχαν ληφθεί κανονικά, προκειµένου να τηρηθούν οι νοµοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που διέπουν τις δραστηριότητές τους ή τις προϋποθέσεις οιασδήποτε άδειας ή εξουσιοδότησης. (22) Τα κράτη µέλη µπορούν να θεσπίζουν εθνικούς κανόνες σχετικά µε τον καταλογισµό των δαπανών στις περιπτώσεις συντρέχοντος πταίσµατος. Τα κράτη µέλη µπορούν ιδίως να λαµβάνουν υπόψη την ειδική περίπτωση των χρηστών προϊόντων, οι οποίοι ενδέχεται να µην θεωρούνται υπεύθυνοι για περιβαλλοντική ζηµία, υπό τις ίδιες συνθήκες µε εκείνες που ισχύουν για τους παραγωγούς των εν λόγω προϊόντων. Στην περίπτωση αυτή, ο επιµερισµός της ευθύνης θα πρέπει να γίνεται σύµφωνα µε το εθνικό δίκαιο. (23) Οι αρµόδιες αρχές θα πρέπει να είναι σε θέση να ανακτούν το κόστος των µέτρων πρόληψης ή αποκατάστασης από τον φορέα εκµετάλλευσης, εντός εύλογης προθεσµίας από την ηµεροµηνία κατά την οποία έχουν ολοκληρωθεί τα εν λόγω µέτρα. (24) Είναι απαραίτητο να εξασφαλισθούν αποτελεσµατικά µέσα εφαρµογής και επιβολής της εφαρµογής, εξασφαλίζοντας συγχρόνως ότι τα έννοµα συµφέροντα των σχετικών φορέων εκµετάλλευσης και των άλλων ενδιαφεροµένων διαφυλάσσονται καταλλήλως. Οι αρµόδιες αρχές θα πρέπει να διεκπεραιώνουν οι ίδιες ορισµένα

καθήκοντα που συνεπάγονται κατάλληλη διοικητική διακριτική ευχέρεια, και συγκεκριµένα, το καθήκον αξιολόγησης του µεγέθους της ζηµίας και του καθορισµού των µέτρων αποκατάστασης τα οποία θα πρέπει να ληφθούν. (25) Πρόσωπα που επηρεάζονται ή ενδέχεται να επηρεασθούν δυσµενώς από περιβαλλοντική ζηµία θα πρέπει να έχουν το δικαίωµα να καλέσουν την αρµόδια αρχή να αναλάβει δράση. Εντούτοις, η προστασία του περιβάλλοντος αποτελεί διάχυτο συµφέρον στο όνοµα του οποίου οι ιδιώτες δεν κινητοποιούνται πάντα ή δεν είναι σε θέση να κινητοποιηθούν. Ως εκ τούτου, οι µη κυβερνητικές οργανώσεις που προάγουν την προστασία του περιβάλλοντος θα πρέπει να διαθέτουν επίσης τη δυνατότητα να συµβάλλουν δεόντως στην αποτελεσµατική εφαρµογή της παρούσας οδηγίας. (26) Τα ενδιαφερόµενα φυσικά ή νοµικά πρόσωπα θα πρέπει να διαθέτουν πρόσβαση στις διαδικασίες αναθεώρησης των αποφάσεων, πράξεων ή παραλείψεων της αρµόδιας αρχής. (27) Τα κράτη µέλη θα πρέπει να λαµβάνουν µέτρα για να ενθαρρύνουν τη χρήση εκ µέρους των φορέων εκµετάλλευσης οιασδήποτε κατάλληλης ασφάλισης ή άλλων µορφών παροχής χρηµατοοικονοµικής ασφάλειας και την ανάπτυξη µέσων και αγορών χρηµατοοικονοµικής ασφάλειας για την αποτελεσµατική κάλυψη των οικονοµικών υποχρεώσεων βάσει της παρούσας οδηγίας. (28) Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η περιβαλλοντική ζηµία επηρεάζει ή είναι δυνατόν να επηρεάσει πλείονα κράτη µέλη, τα εν λόγω κράτη µέλη θα πρέπει να συνεργάζονται για να εξασφαλίζεται η κατάλληλη και αποτελεσµατική δράση πρόληψης ή αποκατάστασης σε ό,τι αφορά την περιβαλλοντική ζηµία. Τα κράτη µέλη µπορούν να επιδιώκουν την ανάκτηση των δαπανών των δράσεων πρόληψης ή αποκατάστασης. (29) Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να παρεµποδίζει τα κράτη µέλη να διατηρούν ή να εγκρίνουν αυστηρότερες διατάξεις σχετικά µε την πρόληψη και την αποκατάσταση περιβαλλοντικής ζηµίας, ούτε θα πρέπει να παρεµποδίζει τη θέσπιση εκ µέρους των κρατών µελών κατάλληλων µέτρων σε σχέση µε περιπτώσεις όπου θα µπορούσε να προκύψει διπλή ανάκτηση του κόστους ως αποτέλεσµα συντρέχουσας δράσης εκ µέρους µιας αρµόδιας αρχής βάσει της παρούσας οδηγίας και εκ µέρους προσώπου του οποίου περιουσιακό στοιχείο επλήγη από την περιβαλλοντική ζηµία. (30) Ζηµία που προκαλείται πριν από την ηµεροµηνία εκπνοής της προθεσµίας µεταφοράς στο εθνικό δίκαιο της παρούσας οδηγίας δεν θα πρέπει να καλύπτεται από τις διατάξεις της. (31) Τα κράτη µέλη θα πρέπει να αναφέρονται στην Επιτροπή σχετικά µε την εµπειρία που συγκέντρωσαν κατά την εφαρµογή της παρούσας οδηγίας ώστε να δίδεται η δυνατότητα στην Επιτροπή να εξετάζει, λαµβάνοντας υπόψη τις επιπτώσεις στην αειφόρο ανάπτυξη και τους µελλοντικούς κινδύνους για το περιβάλλον, κατά πόσον είναι απαραίτητη οιαδήποτε αναθεώρηση της παρούσας οδηγίας, ΕΞΕ ΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ Ο ΗΓΙΑ:

Άρθρο 1: Αντικείµενο Σκοπός της παρούσας οδηγίας είναι να διαµορφώσει ένα πλαίσιο για την περιβαλλοντική ευθύνη βάσει της αρχής "ο ρυπαίνων πληρώνει", µε σκοπό την πρόληψη και την αποκατάσταση περιβαλλοντικής ζηµίας. Άρθρο 2: Ορισµοί Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισµοί: 1. Ως "περιβαλλοντική ζηµία" νοείται: α) Ζηµία προστατευόµενων ειδών και φυσικών οικοτόπων, ήτοι οποιαδήποτε ζηµία έχει σηµαντικά δυσµενείς συνέπειες για την επίτευξη ή τη συντήρηση της ευνοϊκής κατάστασης διατήρησης αυτών των οικοτόπων ή ειδών. Η σηµασία αυτών των συνεπειών πρέπει να αξιολογείται σε σχέση µε την αρχική κατάσταση, λαµβάνοντας υπόψη τα κριτήρια που περιλαµβάνονται στο Παράρτηµα I. Η ζηµία προστατευόµενων ειδών και φυσικών οικοτόπων δεν καλύπτει τις δυσµενείς συνέπειες που είχαν προσδιορισθεί εκ των προτέρων και που προήλθαν από πράξη φορέα εκµετάλλευσης ο οποίος είχε εξουσιοδοτηθεί ρητά από τις αρµόδιες αρχές, σύµφωνα µε τις διατάξεις εφαρµογής του άρθρου 6, παράγραφοι 3 και 4 ή του άρθρου 16 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ ή του άρθρου 9 της οδηγίας 79/409/ΕΟΚ ή, όταν πρόκειται για οικοτόπους και είδη που δεν καλύπτονται από το κοινοτικό δίκαιο, σύµφωνα µε ισοδύναµες διατάξεις του εθνικού δικαίου για την προστασία της φύσης. β) Ζηµία των υδάτων, ήτοι οιαδήποτε ζηµία επηρεάζει δυσµενώς, σε σηµαντικό βαθµό, την οικολογική, χηµική ή/και ποσοτική κατάσταση, ή/και το οικολογικό δυναµικό, όπως ορίζει η οδηγία 2000/60/ΕΚ, των συγκεκριµένων υδάτων, εξαιρουµένων των δυσµενών επιπτώσεων στις οποίες εφαρµόζεται το άρθρο 4, παράγραφος 7 της εν λόγω οδηγίας. γ) Ζηµία του εδάφους, ήτοι οιαδήποτε ρύπανση του εδάφους η οποία δηµιουργεί σοβαρό κίνδυνο δυσµενών συνεπειών για την ανθρώπινη υγεία, ως αποτέλεσµα της άµεσης ή έµµεσης εισαγωγής εντός του εδάφους, επί του εδάφους ή στο υπέδαφος, ουσιών, παρασκευασµάτων, οργανισµών ή µικροοργανισµών. 2. Ως "ζηµία" νοείται η µετρήσιµη δυσµενής µεταβολή φυσικού πόρου ή η µετρήσιµη υποβάθµιση υπηρεσίας συνδεδεµένης µε φυσικό πόρο που µπορεί να συµβεί άµεσα ή έµµεσα. 3. Ως "προστατευόµενα είδη και φυσικοί οικότοποι" νοούνται: α) Τα είδη που αναφέρονται στο άρθρο 4, παράγραφος 2 της οδηγίας 79/409/ΕΟΚ ή απαριθµούνται στο Παράρτηµα I αυτής ή απαριθµούνται στα Παραρτήµατα II και IV της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, β) οι οικότοποι των ειδών που αναφέρονται στο άρθρο 4, παράγραφος 2 της οδηγίας 79/409/ΕΟΚ ή απαριθµούνται στο Παράρτηµα I αυτής ή απαριθµούνται στο Παράρτηµα II της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, και οι φυσικοί οικότοποι που απαριθµούνται στο Παράρτηµα I της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, καθώς και οι τόποι αναπαραγωγής ή ανάπαυσης των ειδών που απαριθµούνται στο Παράρτηµα IV της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, και γ) όταν ένα κράτος µέλος το αποφασίζει, κάθε οικότοπος ή είδος που δεν απαριθµείται στα προαναφερθέντα Παραρτήµατα, τον ή το οποίο το κράτος µέλος

καθορίζει για σκοπούς ισοδύναµους µε εκείνους που προβλέπονται στις δύο αυτές οδηγίες. 4. Ως "κατάσταση διατήρησης" νοείται α) Όσον αφορά ένα φυσικό οικότοπο, το σύνολο των παραγόντων που επιδρούν σε αυτόν καθώς και στα χαρακτηριστικά του είδη και οι οποίοι ενδέχεται να επηρεάσουν µακροπρόθεσµα τη φυσική του κατανοµή, τη δοµή του και τις λειτουργίες του καθώς και τη µακροπρόθεσµη επιβίωση των χαρακτηριστικών του ειδών, κατά περίπτωση, στο ευρωπαϊκό έδαφος των κρατών µελών στα οποία εφαρµόζεται η Συνθήκη ή στο έδαφος κράτους µέλους ή στο φυσικό φάσµα του εν λόγω οικοτόπου. Η κατάσταση διατήρησης φυσικού οικοτόπου θεωρείται "ευνοϊκή" όταν: - το φυσικό του φάσµα και οι περιοχές που καλύπτει εντός αυτού του φάσµατος είναι σταθερό ή αυξάνεται, - οι ειδικές δοµές και λειτουργίες που είναι αναγκαίες για τη µακροπρόθεσµη διατήρησή του υπάρχουν και είναι πιθανόν να συνεχίσουν να υπάρχουν στο προβλέψιµο µέλλον, και - - η κατάσταση διατήρησης των τυπικών του ειδών είναι "ευνοϊκή", όπως ορίζεται στο στοιχείο β). β) Όσον αφορά στα είδη, το σύνολο των παραγόντων που επιδρούν στα είδη αυτά και οι οποίοι ενδέχεται να επηρεάσουν µακροπρόθεσµα την κατανοµή και αφθονία των πληθυσµών τους, κατά περίπτωση, στο ευρωπαϊκό έδαφος των κρατών µελών στο οποίο εφαρµόζεται η Συνθήκη ή στο έδαφος κράτους µέλους ή στο φυσικό φάσµα των εν λόγω ειδών. Η κατάσταση διατήρησης είδους θεωρείται "ευνοϊκή" όταν: - τα δεδοµένα στοιχεία εξέλιξης του πληθυσµού του συγκεκριµένου είδους δείχνουν ότι διατηρείται µακροπρόθεσµα ως βιώσιµο συστατικό των φυσικών του οικοτόπων, - το φυσικό φάσµα των ειδών δεν µειώνεται ούτε προβλέπεται να µειωθεί στο προβλέψιµο µέλλον, και - - υπάρχει, και κατά πάσα πιθανότητα θα συνεχίσει να υπάρχει, ένας αρκετά ευρύς οικότοπος για τη διατήρηση των πληθυσµών του µακροπρόθεσµα. 5. Ως "ύδατα" νοούνται όλα τα ύδατα που καλύπτονται από την οδηγία 2000/60/ΕΚ. 6. Ως "φορέας εκµετάλλευσης" νοείται οιοδήποτε φυσικό πρόσωπο ή νοµικό πρόσωπο, ιδιωτικού ή δηµοσίου δικαίου, το οποίο εκµεταλλεύεται ή ελέγχει την επαγγελµατική δραστηριότητα ή, όταν αυτό προβλέπεται από την εθνική νοµοθεσία, στο οποίο έχει µεταβιβασθεί αποφασιστική οικονοµική αρµοδιότητα όσον αφορά την τεχνική λειτουργία τέτοιας δραστηριότητας, συµπεριλαµβανοµένου του κατόχου σχετικής αδείας ή εξουσιοδότησης ή οποιουδήποτε προσώπου καταχωρεί ή κοινοποιεί τέτοια δραστηριότητα. 7. Ως "επαγγελµατική δραστηριότητα" νοείται οποιαδήποτε δραστηριότητα που ασκείται στο πλαίσιο οικονοµικής δραστηριότητας ή επιχείρησης, ανεξαρτήτως εάν αυτή είναι ιδιωτική ή δηµόσια, κερδοσκοπικού ή µη χαρακτήρα. 8. Ως "εκποµπή" νοείται η απελευθέρωση στο περιβάλλον ουσιών, παρασκευασµάτων, οργανισµών ή µικροοργανισµών, συνεπεία ανθρώπινης δραστηριότητας. 9. Ως "επικείµενη απειλή ζηµίας" νοείται η επαρκής πιθανότητα να προκληθεί περιβαλλοντική ζηµία στο άµεσο µέλλον.

10. Ως "προληπτικά µέτρα" νοούνται οποιαδήποτε µέτρα λαµβάνονται για την αντιµετώπιση γεγονότος, πράξεως ή παραλείψεως που προκαλεί επικείµενη απειλή περιβαλλοντικής ζηµίας, ούτως ώστε να προληφθεί ή να ελαχιστοποιηθεί η εν λόγω ζηµία. 11. Ως "µέτρα αποκατάστασης" νοούνται οποιαδήποτε δράση, ή συνδυασµός δράσεων, συµπεριλαµβανοµένων των ελαφρυντικών ή προσωρινών µέτρων, για την αποκατάσταση, την επανόρθωση ή την αντικατάσταση των φυσικών πόρων ή/και υπηρεσιών που υπέστησαν ζηµία, ή την εξασφάλιση εναλλακτικών δυνατοτήτων ισοδύναµων προς τους εν λόγω πόρους ή υπηρεσίες, όπως προβλέπεται στο Παράρτηµα II 12. Ως "φυσικοί πόροι" νοούνται τα προστατευόµενα είδη και φυσικοί οικότοποι, τα ύδατα και το έδαφος. 13. Ως "υπηρεσίες" και "υπηρεσίες φυσικών πόρων" νοούνται οι λειτουργίες που επιτελούνται από ένα φυσικό πόρο προς όφελος άλλων φυσικών πόρων ή του κοινού. 14. Ως "αρχική κατάσταση" νοείται η κατάσταση που θα επικρατούσε κατά τη στιγµή της ζηµίας των φυσικών πόρων και των υπηρεσιών εάν δεν είχε συµβεί η περιβαλλοντική ζηµία, υπολογιζόµενη µε βάση τις καλύτερες διαθέσιµες πληροφορίες. 15. Ως "ανάκαµψη", συµπεριλαµβανοµένης της "φυσικής ανάκαµψης", νοείται, στην περίπτωση του ύδατος, των προστατευόµενων ειδών και φυσικών οικοτόπων, η επαναφορά των φυσικών πόρων που υπέστησαν ζηµία ή/και των υπηρεσιών που υποβαθµίσθηκαν, στην αρχική τους κατάσταση και στην περίπτωση ζηµίας στο έδαφος, η εξάλειψη κάθε σηµαντικού κινδύνου που έχει δυσµενείς συνέπειες στην ανθρώπινη υγεία. 16. Ως "κόστος" νοείται το σύνολο των εξόδων που δικαιολογούνται λόγω της ανάγκης να εξασφαλισθεί η δέουσα και αποτελεσµατική εφαρµογή της παρούσας οδηγίας, συµπεριλαµβανοµένων των δαπανών για την εκτίµηση της περιβαλλοντικής ζηµίας, την εκτίµηση της επικείµενης απειλής περιβαλλοντικής ζηµίας, των εναλλακτικών δυνατοτήτων δράσης, καθώς και των διοικητικών και δικαστικών εξόδων, των εξόδων επιβολής του νόµου, του κόστους για τη συλλογή στοιχείων και άλλων γενικών εξόδων, καθώς επίσης και των δαπανών παρακολούθησης και εποπτείας. Άρθρο 3: Πεδίο εφαρµογής 1. Η παρούσα οδηγία εφαρµόζεται: α) στην περιβαλλοντική ζηµία που προκαλεί η άσκηση οιασδήποτε από τις επαγγελµατικές δραστηριότητες που απαριθµούνται στο Παράρτηµα III και σε οιαδήποτε επικείµενη απειλή τέτοιας ζηµίας συνεπεία οιασδήποτε εκ των δραστηριοτήτων αυτών, β) στη ζηµία προστατευόµενων ειδών και φυσικών οικοτόπων που προκαλεί η άσκηση οιασδήποτε από τις επαγγελµατικές δραστηριότητες πλην εκείνων οι οποίες απαριθµούνται στο Παράρτηµα III και σε οιαδήποτε επικείµενη απειλή τέτοιας ζηµίας

συνεπεία οιασδήποτε εκ των δραστηριοτήτων αυτών, οσάκις ο φορέας εκµετάλλευσης ενήργησε εκ δόλου ή εξ αµελείας. 2. Η παρούσα οδηγία εφαρµόζεται υπό την επιφύλαξη τυχόν αυστηρότερων διατάξεων της κοινοτικής νοµοθεσίας για την κανονιστική ρύθµιση της άσκησης οιασδήποτε από τις δραστηριότητες που εµπίπτουν στο πεδίο εφαρµογής της παρούσας οδηγίας και υπό την επιφύλαξη της κοινοτικής νοµοθεσίας που θεσπίζει κανόνες σχετικά µε τη σύγκρουση δικαιοδοσιών. 3. Υπό την επιφύλαξη της σχετικής εθνικής νοµοθεσίας, η παρούσα οδηγία δεν παρέχει το δικαίωµα σε ιδιώτες να διεκδικήσουν αποζηµίωση συνεπεία περιβαλλοντικής ζηµίας ή επικείµενης απειλής τέτοιας ζηµίας. Άρθρο 4: Εξαιρέσεις 1. Η παρούσα οδηγία δεν καλύπτει περιβαλλοντική ζηµία ή επικείµενη απειλή τέτοιας ζηµίας, που οφείλεται σε: α) ένοπλη σύγκρουση, εχθροπραξίες, εµφύλιο πόλεµο ή εξέγερση, β) φυσικό φαινόµενο εξαιρετικού, αναπότρεπτου και ακατανίκητου χαρακτήρα. 2. Η παρούσα οδηγία δεν εφαρµόζεται σε περιβαλλοντική ζηµία ή σε τυχόν επικείµενη απειλή τέτοιας ζηµίας που προκύπτει λόγω συµβάντος, η ευθύνη ή η αποζηµίωση για το οποίο εµπίπτει στο πεδίο εφαρµογής οιασδήποτε από τις διεθνείς Συµβάσεις που απαριθµούνται στο Παράρτηµα IV, συµπεριλαµβανοµένων τυχόν µελλοντικών τροποποιήσεων των Συµβάσεων αυτών, η οποία ισχύει στο οικείο κράτος µέλος. 3. Η παρούσα οδηγία ισχύει υπό την επιφύλαξη του δικαιώµατος του φορέα εκµετάλλευσης να περιορίσει την ευθύνη του σύµφωνα µε τις διατάξεις της εθνικής νοµοθεσίας µε τις οποίες εφαρµόζεται η Σύµβαση του 1976 για τον περιορισµό της ευθύνης για ναυτικές απαιτήσεις (LLMC), συµπεριλαµβανοµένης οποιασδήποτε µελλοντικής τροποποίησης της Σύµβασης, ή η Σύµβαση του Στρασβούργου του 1988 για τον περιορισµό της ευθύνης στην εσωτερική ναυσιπλοΐα (CLNI), συµπεριλαµβανοµένης οιασδήποτε µελλοντικής τροποποίησης της Σύµβασης. 4. Η παρούσα οδηγία δεν εφαρµόζεται στους πυρηνικούς κινδύνους ή την περιβαλλοντική ζηµία ή την επικείµενη απειλή περιβαλλοντικής ζηµίας λόγω δραστηριοτήτων που καλύπτονται από τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατοµικής Ενέργειας ή προκλήθηκαν από συµβάν ή δραστηριότητα, για τα οποία η ευθύνη ή η αποζηµίωση εµπίπτει στο πεδίο εφαρµογής οιασδήποτε από τις διεθνείς ρυθµίσεις που απαριθµούνται στο Παράρτηµα V, συµπεριλαµβανοµένων τυχόν µελλοντικών τροποποιήσεων των ρυθµίσεων αυτών. 5. Η παρούσα οδηγία εφαρµόζεται σε περιβαλλοντική ζηµία ή επικείµενη απειλή τέτοιας ζηµίας, λόγω ρύπανσης διάχυτου χαρακτήρα, µόνον εφόσον είναι δυνατόν να αποδειχθεί η αιτιώδης συνάφεια µεταξύ της ζηµίας και των δραστηριοτήτων µεµονωµένων φορέων εκµετάλλευσης. 6. Η παρούσα οδηγία δεν ισχύει για τις δραστηριότητες ο κύριος σκοπός των οποίων είναι η εξυπηρέτηση της εθνικής άµυνας ή της διεθνούς ασφάλειας ούτε για τις

δραστηριότητες ο µόνος σκοπός των οποίων είναι η προστασία από φυσικές καταστροφές. Άρθρο 5: Προληπτική δράση 1. Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν έχει ακόµη συµβεί περιβαλλοντική ζηµία αλλά υπάρχει επικείµενη απειλή να προκληθεί τέτοια ζηµία, ο φορέας εκµετάλλευσης λαµβάνει αµελλητί τα απαραίτητα προληπτικά µέτρα. 2. Τα κράτη µέλη προβλέπουν ότι, όπου κρίνεται αναγκαίο, και εν πάση περιπτώσει, όταν η επικείµενη απειλή περιβαλλοντικής ζηµίας δεν εξαλείφεται παρά τα προληπτικά µέτρα που λαµβάνει ο φορέας εκµετάλλευσης, οι φορείς εκµετάλλευσης πρέπει να ενηµερώνουν την αρµόδια αρχή για όλες τις σχετικές πτυχές της κατάστασης, το ταχύτερο δυνατόν. 3. Η αρµόδια αρχή µπορεί, ανά πάσα στιγµή: α) να απαιτήσει από τον φορέα εκµετάλλευσης την παροχή πληροφοριών για τυχόν επικείµενη απειλή περιβαλλοντικής ζηµίας ή για περιπτώσεις που υπάρχουν υποψίες για τέτοια επικείµενη απειλή, β) να απαιτήσει από τον φορέα εκµετάλλευσης να λάβει τα αναγκαία προληπτικά µέτρα, γ) να δώσει εντολές στον φορέα εκµετάλλευσης, οι οποίες πρέπει να τηρηθούν για τα αναγκαία προληπτικά µέτρα που πρέπει να ληφθούν, ή δ) να λάβει η ίδια τα αναγκαία προληπτικά µέτρα. 4. Η αρµόδια αρχή απαιτεί τα προληπτικά µέτρα να λαµβάνονται από τον φορέα εκµετάλλευσης. Εάν ο φορέας εκµετάλλευσης δεν συµµορφώνεται προς τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 1 ή στην παράγραφο 3, στοιχεία β) ή γ), ή δεν είναι δυνατόν να προσδιορισθεί, ή δεν υποχρεούται δυνάµει της παρούσας οδηγίας να αναλάβει τις δαπάνες, η αρµόδια αρχή δύναται να λαµβάνει η ίδια αυτά τα προληπτικά µέτρα. Άρθρο 6: ράση αποκατάστασης 1. Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες έχει συµβεί περιβαλλοντική ζηµία, ο φορέας εκµετάλλευσης ενηµερώνει την αρµόδια αρχή αµελλητί για όλες τις σχετικές πτυχές της κατάστασης και λαµβάνει: α) όλα τα εφικτά µέτρα για τον άµεσο έλεγχο, περιορισµό, αποµάκρυνση ή άλλου είδους διαχείριση των συγκεκριµένων ρύπων ή/και οιωνδήποτε άλλων ζηµιογόνων παραγόντων προκειµένου να περιορισθεί ή να προληφθεί η περαιτέρω περιβαλλοντική ζηµία και οι δυσµενείς συνέπειες για την ανθρώπινη υγεία, ή η περαιτέρω υποβάθµιση των υπηρεσιών, και β) τα αναγκαία µέτρα αποκατάστασης σύµφωνα µε το άρθρο 7. 2. Η αρµόδια αρχή µπορεί, ανά πάσα στιγµή: α) να απαιτήσει από τον φορέα εκµετάλλευσης συµπληρωµατικές πληροφορίες για οιαδήποτε προκληθείσα ζηµία, β) να λάβει όλα τα εφικτά µέτρα ή να απαιτήσει από τον φορέα εκµετάλλευσης να λάβει τα µέτρα αυτά, ή να δώσει σχετικές εντολές στο φορέα εκµετάλλευσης, για τον

άµεσο έλεγχο, περιορισµό, αποµάκρυνση ή άλλου είδους διαχείριση των συγκεκριµένων ρύπων ή/και οιωνδήποτε άλλων ζηµιογόνων παραγόντων προκειµένου να περιορισθεί ή να προληφθεί η περαιτέρω περιβαλλοντική ζηµία και οι δυσµενείς συνέπειες για την ανθρώπινη υγεία, ή η περαιτέρω υποβάθµιση υπηρεσιών, γ) να απαιτήσει από τον φορέα εκµετάλλευσης να λάβει τα αναγκαία µέτρα αποκατάστασης, δ) να δώσει εντολές στον φορέα εκµετάλλευσης, οι οποίες πρέπει να τηρηθούν για τα αναγκαία µέτρα αποκατάστασης που πρέπει να ληφθούν, ή ε) να λάβει η ίδια τα αναγκαία µέτρα αποκατάστασης. 3. Η αρµόδια αρχή απαιτεί τα µέτρα αποκατάστασης να λαµβάνονται από τον φορέα εκµετάλλευσης. Εάν ο φορέας εκµετάλλευσης δεν συµµορφώνεται προς τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 1 ή στην παράγραφο 2, στοιχεία β), γ) ή δ), ή δεν είναι δυνατόν να προσδιορισθεί, ή δεν υποχρεούται δυνάµει της παρούσας οδηγίας να αναλάβει τις δαπάνες, η αρµόδια αρχή δύναται να λαµβάνει η ίδια αυτά τα µέτρα αποκατάστασης, ως µέσον έσχατης ανάγκης. Άρθρο 7: Θέσπιση µέτρων αποκατάστασης 1. Οι φορείς εκµετάλλευσης καθορίζουν, σύµφωνα µε το Παράρτηµα II, πιθανά µέτρα αποκατάστασης και τα υποβάλλουν στην αρµόδια αρχή προς έγκριση, εκτός εάν η αρµόδια αρχή έχει αναλάβει δράση σύµφωνα µε το άρθρο 6, παράγραφος 2, στοιχείο (ε) και παράγραφος 3. 2. Η αρµόδια αρχή αποφασίζει ποια µέτρα αποκατάστασης εφαρµόζονται σύµφωνα µε το Παράρτηµα II και µε τη συνεργασία του οικείου φορέα εκµετάλλευσης, όπως ενδείκνυται. 3. Εάν συντρέχουν πλείονες περιπτώσεις περιβαλλοντική ζηµίας µε αποτέλεσµα η αρµόδια αρχή να µην είναι σε θέση να εξασφαλίσει την ταυτόχρονη λήψη των αναγκαίων µέτρων αποκατάστασης, η αρµόδια αρχή έχει το δικαίωµα να αποφασίζει ποια περίπτωση περιβαλλοντικής ζηµίας πρέπει να αποκατασταθεί πρώτη. Κατά τη λήψη της ανωτέρω απόφασης, η αρµόδια αρχή εξετάζει, µεταξύ άλλων, τη φύση, την έκταση και τη σοβαρότητα των διαφόρων περιπτώσεων περιβαλλοντικής ζηµίας και τις δυνατότητες φυσικής ανάκαµψης. Πρέπει επίσης να λαµβάνονται υπόψη οι κίνδυνοι για την ανθρώπινη υγεία. 4. Η αρµόδια αρχή καλεί τα πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 12, παράγραφος 1 και, εν πάση περιπτώσει, τα πρόσωπα στις γαίες των οποίων θα πρέπει να εκτελεσθούν µέτρα αποκατάστασης, να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους τις οποίες λαµβάνει υπόψη. Άρθρο 8: Κόστος πρόληψης και αποκατάστασης 1. Ο φορέας εκµετάλλευσης επιβαρύνεται µε το κόστος των δράσεων πρόληψης και αποκατάστασης που αναλαµβάνονται σύµφωνα µε την παρούσα οδηγία. 2. Υπό την επιφύλαξη των παραγράφων 3 και 4, η αρµόδια αρχή ανακτά από τον φορέα εκµετάλλευσης που προκάλεσε τη ζηµία ή την επικείµενη απειλή ζηµίας,

µεταξύ άλλων, µέσω ασφαλιστικής κάλυψης της ιδιοκτησίας ή άλλων κατάλληλων εγγυήσεων, το κόστος µε το οποίο επιβαρύνθηκε για την ανάληψη δράσεων πρόληψης ή αποκατάστασης δυνάµει της παρούσας οδηγίας. Ωστόσο, η αρµόδια αρχή µπορεί να αποφασίσει να µην ανακτήσει το πλήρες κόστος σε περίπτωση που οι απαιτούµενες προς τούτο δαπάνες υπερβαίνουν το ανακτήσιµο ποσό ή σε περίπτωση που δεν µπορεί να προσδιορισθεί ο φορέας εκµετάλλευσης. 3. Ο φορέας εκµετάλλευσης δεν υποχρεούται να επωµισθεί το κόστος των δράσεων πρόληψης ή αποκατάστασης που αναλαµβάνονται δυνάµει της παρούσας οδηγίας, εάν µπορεί να αποδείξει ότι η περιβαλλοντική ζηµία ή η επικείµενη απειλή τέτοιας ζηµίας: α) προκλήθηκε από τρίτο, και επήλθε παρά την ύπαρξη των ενδεδειγµένων µέτρων ασφαλείας, ή β) οφείλεται σε συµµόρφωση προς υποχρεωτική διαταγή ή εντολή δηµόσιας αρχής, διαφορετικής από διαταγή ή εντολή λόγω εκποµπής ή συµβάντος που προκλήθηκε από τις δραστηριότητες του ίδιου του φορέα εκµετάλλευσης. Στις περιπτώσεις αυτές, τα κράτη µέλη λαµβάνουν τα κατάλληλα µέτρα ώστε να µπορέσει ο φορέας εκµετάλλευσης να ανακτήσει το κόστος µε το οποίο επιβαρύνθηκε. 4. Τα κράτη µέλη µπορούν να επιτρέψουν στον φορέα εκµετάλλευσης να µην επωµισθεί το κόστος των δράσεων αποκατάστασης που αναλαµβάνονται δυνάµει της παρούσας οδηγίας, εφόσον αποδείξει ότι δεν ενήργησε εκ δόλου ή εξ αµελείας και ότι η περιβαλλοντική ζηµία προκλήθηκε από: α) εκποµπή ή συµβάν που επιτρέπονται ρητά από εξουσιοδότηση, και είναι πλήρως σύµφωνα προς τους όρους της, η οποία παραχωρήθηκε από, ή δόθηκε σύµφωνα µε, τις εφαρµοστέες εθνικές νοµοθετικές και κανονιστικές διατάξεις µε τις οποίες εφαρµόζονται τα νοµοθετικά µέτρα τα οποία θεσπίζει η Κοινότητα και τα οποία αναφέρονται στο Παράρτηµα III, όπως εφαρµόζονται κατά την ηµεροµηνία της εκποµπής ή του συµβάντος, β) εκποµπή ή δραστηριότητα ή οιονδήποτε τρόπο χρήσης προϊόντος στο πλαίσιο δραστηριότητας, εφόσον ο φορέας εκµετάλλευσης αποδεικνύει ότι δεν είχε πιθανολογηθεί ότι θα προκαλούσαν περιβαλλοντική ζηµία σύµφωνα µε τις επιστηµονικές και τεχνικές γνώσεις που ήταν διαθέσιµες κατά το χρόνο που έλαβε χώρα η εκποµπή ή η δραστηριότητα. 5. Μέτρα που λαµβάνονται από την αρµόδια αρχή σύµφωνα µε το άρθρο 5, παράγραφοι 3 και 4 και µε το άρθρο 6, παράγραφοι 2 και 3, ισχύουν υπό την επιφύλαξη της ευθύνης του οικείου φορέα εκµετάλλευσης δυνάµει της παρούσας οδηγίας και υπό την επιφύλαξη των άρθρων 87 και 88 της Συνθήκης. Άρθρο 9: Καταλογισµός δαπανών στις περιπτώσεις συντρέχοντος πταίσµατος Η παρούσα οδηγία ισχύει υπό την επιφύλαξη οιωνδήποτε διατάξεων εθνικών ρυθµίσεων σχετικών µε τον καταλογισµό των δαπανών στις περιπτώσεις συντρέχοντος πταίσµατος, ιδίως όσον αφορά τον επιµερισµό της ευθύνης µεταξύ του παραγωγού και του χρήστη ενός αγαθού.

Άρθρο 10: Προθεσµία ανάκτησης κόστους Η αρµόδια αρχή έχει το δικαίωµα να κινήσει διαδικασία ανάκτησης κόστους κατά του φορέα εκµετάλλευσης, ή, κατά περίπτωση, κατά τρίτου που προκάλεσε τη ζηµία ή την επικείµενη απειλή ζηµίας σε σχέση µε µέτρα που έχουν ληφθεί σύµφωνα µε την παρούσα οδηγία εντός πέντε ετών από την ηµεροµηνία κατά την οποία ολοκληρώθηκαν τα µέτρα αυτά ή προσδιορίσθηκε ο υπεύθυνος φορέας εκµετάλλευσης, ή ο τρίτος, εάν η ηµεροµηνία αυτή είναι µεταγενέστερη. Άρθρο 11: Αρµόδια αρχή 1. Τα κράτη µέλη ορίζουν την ή τις αρµόδιες αρχές που είναι υπεύθυνες για την εκπλήρωση των καθηκόντων που προβλέπει η παρούσα οδηγία. 2. Στην αρµόδια αρχή εξακολουθεί να εµπίπτει το καθήκον να εντοπίσει τον φορέα εκµετάλλευσης που προκάλεσε τη ζηµία ή την επικείµενη απειλή ζηµίας, να εκτιµήσει τη σοβαρότητα της ζηµίας και να καθορίσει ποια µέτρα αποκατάστασης θα πρέπει να ληφθούν κατά το Παράρτηµα II. Προς τούτο, η αρµόδια αρχή έχει το δικαίωµα να απαιτήσει από τον οικείο φορέα εκµετάλλευσης να διενεργήσει τη δική του αξιολόγηση και να παράσχει κάθε πληροφορία και στοιχείο που είναι απαραίτητο. 3. Τα κράτη µέλη εξασφαλίζουν ότι η αρµόδια αρχή µπορεί να εξουσιοδοτήσει τρίτους ή να απαιτήσει από τρίτους να εκτελέσουν τα αναγκαία προληπτικά µέτρα ή µέτρα αποκατάστασης. 4. Οιαδήποτε απόφαση λαµβάνεται δυνάµει της παρούσας οδηγίας µε την οποία επιβάλλονται προληπτικά µέτρα ή µέτρα αποκατάστασης, αιτιολογείται δεόντως. Η εν λόγω απόφαση κοινοποιείται πάραυτα στον οικείο φορέα εκµετάλλευσης, ο οποίος ενηµερώνεται ταυτοχρόνως για τα ένδικα µέσα που του παρέχει το ισχύον δίκαιο στο οικείο κράτος µέλος καθώς και για τις σχετικές προθεσµίες στις οποίες υπόκεινται τα εν λόγω µέσα. Άρθρο 12: Αίτηση για ανάληψη δράσης 1. Κάθε φυσικό ή νοµικό πρόσωπο το οποίο: α) επηρεάζεται ή ενδέχεται να επηρεασθεί από περιβαλλοντική ζηµία, ή β) έχει επαρκές συµφέρον από τη λήψη περιβαλλοντικής απόφασης σχετικά µε τη ζηµία ή, εναλλακτικά, γ) υποστηρίζει ότι επέρχεται προσβολή δικαιώµατος, όταν αυτό απαιτείται ως προϋπόθεση από το διοικητικό δικονοµικό δίκαιο ενός κράτους µέλους, δικαιούται να υποβάλλει στην αρµόδια αρχή οιεσδήποτε παρατηρήσεις σχετικά µε περιπτώσεις περιβαλλοντικής ζηµίας ή µε επικείµενη απειλή τέτοιας ζηµίας που έχουν υποπέσει στην αντίληψή του και έχει το δικαίωµα να καλεί την αρµόδια αρχή να αναλάβει δράση βάσει της παρούσας οδηγίας. Οι έννοιες "επαρκές συµφέρον" και "προσβολή δικαιώµατος" καθορίζονται από τα κράτη µέλη. Προς τούτο, το συµφέρον οιασδήποτε µη κυβερνητικής οργάνωσης, η οποία προάγει την προστασία του περιβάλλοντος και πληροί τις προϋποθέσεις που ορίζει το εθνικό δίκαιο, θεωρείται επαρκές για το σκοπό του εδαφίου β). Επίσης, για το σκοπό

του εδαφίου γ), οι οργανώσεις αυτές θεωρείται ότι έχουν δικαιώµατα τα οποία είναι δυνατόν να προσβάλλονται. 2. Το αίτηµα για ανάληψη δράσης συνοδεύεται από τις σχετικές πληροφορίες και στοιχεία που θεµελιώνουν τους διατυπωθέντες ισχυρισµούς για την εκάστοτε περιβαλλοντική ζηµία. 3. Εφόσον η αίτηση για ανάληψη δράσης και οι συνοδευτικές παρατηρήσεις αποδεικνύουν εύλογα ότι υπάρχει περιβαλλοντική ζηµία, η αρµόδια αρχή εξετάζει τις παρατηρήσεις αυτές καθώς και τα αιτήµατα για ανάληψη δράσης. Υπό τις συνθήκες αυτές, η αρµόδια αρχή δίνει την ευκαιρία στον ενδιαφερόµενο φορέα εκµετάλλευσης να γνωστοποιήσει τις απόψεις του όσον αφορά την αίτηση για ανάληψη δράσης και τις συνοδευτικές παρατηρήσεις. 4. Η αρµόδια αρχή, το ταχύτερο δυνατόν και εν πάση περιπτώσει σύµφωνα µε τις σχετικές διατάξεις του εθνικού δικαίου, ενηµερώνει τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, τα οποία της υπέβαλαν παρατηρήσεις, σχετικά µε την απόφασή της να δεχθεί ή να απορρίψει το αίτηµα για ανάληψη δράσης, και αιτιολογεί δεόντως την απόφασή της. 5. Τα κράτη µέλη µπορούν να αποφασίσουν να µην εφαρµόζουν τις παραγράφους 1 και 4 στις περιπτώσεις επικείµενης απειλής ζηµίας. Άρθρο 13: ιαδικασίες προσφυγής 1. Τα πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 12, παράγραφος 1, έχουν πρόσβαση σε δικαστήριο ή άλλο ανεξάρτητο και αµερόληπτο κρατικό όργανο αρµόδιο για τον έλεγχο, τόσο ως προς την διαδικασία όσο και ως προς την ουσία, της νοµιµότητας των αποφάσεων, πράξεων ή παραλείψεων της αρµόδιας αρχής δυνάµει της παρούσας οδηγίας. 2. Η παρούσα οδηγία εφαρµόζεται υπό την επιφύλαξη τυχόν διατάξεων εθνικού δικαίου οι οποίες ρυθµίζουν την πρόσβαση στη δικαιοσύνη και εκείνων σύµφωνα µε τις οποίες πρέπει να εξαντλούνται οι διαδικασίες διοικητικής προσφυγής προτού ασκηθεί προσφυγή ενώπιον δικαστηρίου. Άρθρο 14: Χρηµατοοικονοµική ασφάλεια 1. Τα κράτη µέλη λαµβάνουν µέτρα για να ενθαρρύνουν την ανάπτυξη µέσων και αγορών χρηµατοοικονοµικής ασφάλειας, εκ µέρους των κατάλληλων οικονοµικών και χρηµατοπιστωτικών φορέων, συµπεριλαµβανοµένων χρηµατοπιστωτικών µηχανισµών σε περίπτωση αφερεγγυότητας, µε στόχο να καταστεί δυνατή η χρήση χρηµατοοικονοµικών εγγυήσεων από τους φορείς εκµετάλλευσης προκειµένου να καλύψουν τις ευθύνες τους δυνάµει της παρούσας οδηγίας. 2. Η Επιτροπή, πριν από τις 30ης Απριλίου 2010, υποβάλλει έκθεση σχετικά µε την αποτελεσµατικότητα της παρούσας οδηγίας ως προς την πραγµατική αποκατάσταση των περιβαλλοντικών ζηµιών, σχετικά µε τη διαθεσιµότητα µε εύλογο κόστος και σχετικά µε τους όρους ασφάλισης και άλλων µορφών χρηµατοοικονοµικής ασφάλειας για τις δραστηριότητες που καλύπτονται από το Παράρτηµα III. Η

έκθεση εξετάζει επίσης, όσον αφορά τη χρηµατοοικονοµική ασφάλεια, τις ακόλουθες πτυχές: µια σταδιακή προσέγγιση, ένα µέγιστο ποσό για την χρηµατοοικονοµική εγγύηση και την εξαίρεση δραστηριοτήτων χαµηλού κινδύνου. Βάσει της εν λόγω έκθεσης καθώς και βάσει µιας διευρυµένης αξιολόγησης του αντίκτυπου, συµπεριλαµβανοµένης µιας ανάλυσης κόστους-οφέλους, η Επιτροπή υποβάλλει, εφόσον ενδείκνυται, προτάσεις για ένα σύστηµα εναρµονισµένης υποχρεωτικής χρηµατοοικονοµικής ασφάλειας. Άρθρο 15: Συνεργασία µεταξύ των κρατών µελών 1. Εφόσον η περιβαλλοντική ζηµία επηρεάζει ή ενδέχεται να επηρεάσει πλείονα κράτη µέλη, τα εν λόγω κράτη µέλη συνεργάζονται, µέσω, µεταξύ άλλων, της κατάλληλης ανταλλαγής πληροφοριών, ώστε να εξασφαλίζουν την ανάληψη δράσης για την πρόληψη ή, εφόσον απαιτείται, την αποκατάσταση, οιασδήποτε τέτοιας περιβαλλοντικής ζηµίας. 2. Εφόσον έχει προκύψει περιβαλλοντική ζηµία, το κράτος µέλος στο έδαφος του οποίου προκλήθηκε η ζηµία, παρέχει επαρκείς πληροφορίες στα πιθανόν επηρεαζόµενα κράτη µέλη. 3. Οσάκις ένα κράτος µέλος εντοπίζει εντός των συνόρων του ζηµία, η οποία δεν προκλήθηκε εντός αυτών, µπορεί να αναφέρει το θέµα στην Επιτροπή και σε κάθε άλλο ενδιαφερόµενο κράτος µέλος µπορεί επίσης να διατυπώνει συστάσεις για τη λήψη µέτρων πρόληψης ή αποκατάστασης καθώς και να επιδιώκει, σύµφωνα µε την παρούσα οδηγία, την ανάκτηση των δαπανών στις οποίες υποβλήθηκε λόγω της λήψης µέτρων πρόληψης ή αποκατάστασης. Άρθρο 16: Σχέση µε την εθνική νοµοθεσία 1. Η παρούσα οδηγία δεν εµποδίζει τα κράτη µέλη να διατηρούν ή να θεσπίζουν αυστηρότερες διατάξεις σχετικά µε την πρόληψη και την αποκατάσταση περιβαλλοντικής ζηµίας, συµπεριλαµβανοµένου του προσδιορισµού των πρόσθετων δραστηριοτήτων που είναι δυνατόν να αποτελέσουν αντικείµενο των απαιτήσεων πρόληψης και αποκατάστασης της παρούσας οδηγίας και του εντοπισµού πρόσθετων υπευθύνων. 2. Η παρούσα οδηγία δεν εµποδίζει την εκ µέρους των κρατών µελών θέσπιση κατάλληλων µέτρων, όπως η απαγόρευση της διπλής ανάκτησης του κόστους, σε σχέση µε περιπτώσεις όπου θα µπορούσε να προκύψει διπλή αποζηµίωση ως αποτέλεσµα συντρέχουσας δράσης εκ µέρους µιας αρµόδιας αρχής βάσει της παρούσας οδηγίας και εκ µέρους προσώπου του οποίου περιουσιακό στοιχείο επλήγη από περιβαλλοντική ζηµία. Άρθρο 17: Χρονικά όρια εφαρµογής Η παρούσα οδηγία δεν εφαρµόζεται:

- σε ζηµία που προκλήθηκε από εκποµπή, γεγονός ή ατύχηµα που έλαβε χώρα πριν από την ηµεροµηνία που αναφέρεται στο άρθρο 19, παράγραφος 1, - σε ζηµία που προκλήθηκε από εκποµπή, γεγονός ή ατύχηµα που έλαβε χώρα µετά την ηµεροµηνία που αναφέρεται στο άρθρο 19, παράγραφος 1, εφόσον η ζηµία οφείλεται σε συγκεκριµένη δραστηριότητα, η οποία πραγµατοποιήθηκε και έληξε πριν από την ηµεροµηνία αυτή, - σε ζηµία, εάν έχουν παρέλθει περισσότερο από 30 χρόνια αφότου έλαβε χώρα η εκποµπή, το γεγονός ή το ατύχηµα που προκάλεσε τη ζηµία. Άρθρο 18: Εκθέσεις και επισκόπηση 1. Τα κράτη µέλη υποβάλλουν έκθεση στην Επιτροπή, το αργότερο µέχρι τις 30ης Απριλίου 2013, σχετικά µε την κτηθείσα εµπειρία κατά την εφαρµογή της παρούσας οδηγίας. Οι εκθέσεις περιλαµβάνουν τις πληροφορίες και τα στοιχεία που αναφέρονται στο Παράρτηµα VI. 2. Επ' αυτής της βάσεως, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συµβούλιο έκθεση, πριν από τις 30ης Απριλίου 2014, η οποία περιλαµβάνει τυχόν κατάλληλες προτάσεις τροποποίησης. 3. Η έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 2 περιλαµβάνει επισκόπηση: α) της εφαρµογής: - του άρθρου 4, παράγραφοι 2 και 4, σε σχέση µε την εξαίρεση της ρύπανσης, η οποία καλύπτεται από τις διεθνείς ρυθµίσεις που απαριθµούνται στα Παραρτήµατα IV και V, από το πεδίο εφαρµογής της παρούσας οδηγίας, και - του άρθρου 4, παράγραφος 3, σε σχέση µε το δικαίωµα του φορέα εκµετάλλευσης να περιορίσει την ευθύνη του σύµφωνα µε τις διεθνείς συµβάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 4, παράγραφος 3. Η Επιτροπή λαµβάνει υπόψη την εµπειρία που έχει αποκτηθεί στο πλαίσιο των σχετικών διεθνών φόρουµ, όπως ο ιεθνής Ναυτιλιακός Οργανισµός ( ΝΟ) και η Ευρατόµ, και στο πλαίσιο των σχετικών διεθνών συµφωνιών, καθώς και το βαθµό στον οποίο οι ρυθµίσεις αυτές έχουν τεθεί σε ισχύ ή/και εφαρµόζονται από τα κράτη µέλη ή/και έχουν τροποποιηθεί, λαµβανοµένων υπόψη όλων των συναφών περιπτώσεων περιβαλλοντικής ζηµίας, που οφείλονται στις δραστηριότητες αυτές, και της δράσης αποκατάστασης που αναλαµβάνεται, καθώς και των διαφορών που υφίστανται µεταξύ των επιπέδων ευθύνης στα κράτη µέλη συνυπολογίζεται επίσης η σχέση µεταξύ της ευθύνης των πλοιοκτητών και των συνεισφορών των παραληπτών πετρελαίου, λαµβάνοντας δεόντως υπόψη όλες τις σχετικές µελέτες που έχει εκπονήσει το διεθνές ταµείο για την αποζηµίωση από πετρελαϊκές ρυπάνσεις. β) της εφαρµογής της παρούσας οδηγίας στην περιβαλλοντική ζηµία που προκαλείται από γενετικώς τροποποιηµένους οργανισµούς (ΓΤΟ), ιδίως βάσει της εµπειρίας που έχει αποκτηθεί στο πλαίσιο σχετικών διεθνών φόρουµ και Συµβάσεων, όπως της Σύµβασης για τη βιολογική ποικιλότητα και του Πρωτοκόλλου της Καρθαγένης για τη βιοασφάλεια, καθώς και των αποτελεσµάτων οιωνδήποτε περιπτώσεων περιβαλλοντικής ζηµίας που προκλήθηκαν από ΓΤΟ, γ) της εφαρµογής της παρούσας οδηγίας σε σχέση µε τα προστατευόµενα είδη και φυσικούς βιότοπους,

δ) των ρυθµίσεων που τυχόν επιλέγονται για να ενσωµατωθούν στα Παραρτήµατα III, IV και V. Άρθρο 19: Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο 1. Τα κράτη µέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νοµοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συµµορφωθούν µε την παρούσα οδηγία το αργότερο µέχρι τις 30 Απριλίου 2007. Πληροφορούν αµέσως την Επιτροπή σχετικά. Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη µέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσηµη δηµοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς καθορίζεται από τα κράτη µέλη. 2. Τα κράτη µέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείµενο των ουσιωδών διατάξεων εθνικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τοµέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία, καθώς και πίνακα αντιστοιχίας µεταξύ των διατάξεων της παρούσας οδηγίας και των θεσπιζόµενων εθνικών διατάξεων. Άρθρο 20: Έναρξη ισχύος Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την ηµέρα της δηµοσίευσής της στην Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Άρθρο 21: Αποδέκτες Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη µέλη. Έγινε στο Στρασβούργο στις 21 Απριλίου 2004.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΑΝΑΦΕΡΟΜΕΝΑ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 2, ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1, ΣΤΟΙΧΕΙΟ Α Η σηµασία οποιασδήποτε ζηµίας η οποία έχει δυσµενείς συνέπειες για την επίτευξη ή τη συντήρηση της ευνοϊκής κατάστασης διατήρησης οικοτόπων ή ειδών πρέπει να εκτιµάται σε σχέση µε την κατάσταση διατήρησης κατά τη στιγµή που επήλθε η ζηµία, τις υπηρεσίες που προσπορίζουν και την ικανότητά τους για φυσική αναγέννηση. Οι σηµαντικά δυσµενείς µεταβολές σε σχέση µε την αρχική κατάσταση θα πρέπει να καθορίζονται βάσει µετρήσιµων δεδοµένων, όπως: - αριθµός ατόµων, πυκνότητά τους ή καλυπτόµενη περιοχή, - ρόλος των συγκεκριµένων ατόµων ή της πληγείσας περιοχής σε σχέση µε τη διατήρηση του είδους ή του οικοτόπου, σπανιότητα του είδους ή του οικοτόπου (όπως εκτιµάται σε τοπικό, περιφερειακό και ανώτερο επίπεδο, συµπεριλαµβανοµένου του κοινοτικού), - ικανότητα πολλαπλασιασµού του είδους (σύµφωνα µε τις τάσεις εξέλιξης του συγκεκριµένου είδους ή πληθυσµού), η βιωσιµότητά του ή η ικανότητα του οικοτόπου για φυσική αναγέννηση (σύµφωνα µε τις τάσεις εξέλιξης του χαρακτηριστικού του είδους ή των πληθυσµών του), - ικανότητα σύντοµης ανάκαµψης του είδους ή του οικοτόπου µετά τη ζηµία, χωρίς άλλη παρέµβαση πέραν ενισχυµένων µέτρων προστασίας, σε κατάσταση η οποία θα οδηγήσει, αποκλειστικά λόγω της εξέλιξης του είδους ή του οικοτόπου, σε κατάσταση που θεωρείται ως ισοδύναµη ή ανώτερη της αρχικής. Ζηµία µε αποδεδειγµένη επίπτωση στην ανθρώπινη υγεία πρέπει να χαρακτηρίζεται ως σηµαντική. Οι ακόλουθες ζηµίες δεν πρέπει να χαρακτηρίζονται ως σηµαντικές: - αρνητικές διακυµάνσεις χαµηλότερες από τις φυσικές διακυµάνσεις που θεωρούνται κανονικές για το συγκεκριµένο οικότοπο ή είδος, - αρνητικές διακυµάνσεις οφειλόµενες σε φυσικά αίτια ή σε παρέµβαση σχετική µε τη συνήθη διαχείριση των τοποθεσιών, όπως ορίζεται στα µητρώα οικοτόπων ή τα έγγραφα στόχων ή όπως διεξαγόταν προηγουµένως από τους ιδιοκτήτες ή τους φορείς εκµετάλλευσης, - ζηµία ειδών ή οικοτόπων για τα οποία είναι βέβαιο ότι θα ανακάµψουν, σύντοµα και χωρίς παρέµβαση, είτε στην αρχική κατάσταση είτε σε κατάσταση η οποία θα οδηγήσει, αποκλειστικά λόγω της εξέλιξης του είδους ή του οικοτόπου, σε κατάσταση που θεωρείται ως ισοδύναµη ή ανώτερη της αρχικής. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΖΗΜΙΑΣ Το παρόν Παράρτηµα θεσπίζει κοινό πλαίσιο που πρέπει να τηρείται προκειµένου να επιλέγονται τα καταλληλότερα µέτρα για να εξασφαλίζεται η αποκατάσταση περιβαλλοντικής ζηµίας. 1. Αποκατάσταση ζηµίας των ύδατων ή των προστατευόµενων είδων ή φυσικών οικοτόπων Η αποκατάσταση περιβαλλοντικής ζηµίας όσον αφορά τα ύδατα ή τα προστατευόµενα είδη ή φυσικούς οικοτόπους, επιτυγχάνεται µέσω της επαναφοράς του περιβάλλοντος στην αρχική του κατάσταση µέσω πρωτογενούς, συµπληρωµατικής και αντισταθµιστικής αποκατάστασης, όπου:

α) ως "πρωτογενής αποκατάσταση" νοείται κάθε µέτρο αποκατάστασης που έχει ως αποτέλεσµα την επαναφορά των φυσικών πόρων ή/και υπηρεσιών που υπέστησαν ζηµία στην ή προς την αρχική τους κατάσταση, β) ως "συµπληρωµατική αποκατάσταση" νοείται κάθε µέτρο αποκατάστασης που αναλαµβάνεται σε σχέση προς φυσικούς πόρους ή/και υπηρεσίες, ως αντιστάθµιση του γεγονότος ότι η πρωτογενής αποκατάσταση δεν έχει ως αποτέλεσµα την πλήρη επανόρθωση των φυσικών πόρων ή/και υπηρεσιών που υπέστησαν ζηµία, γ) ως "αντισταθµιστική αποκατάσταση" νοείται οποιαδήποτε δράση αναλαµβάνεται για να αντισταθµισθούν οι προσωρινές απώλειες φυσικών πόρων ή/και υπηρεσιών κατά την περίοδο που µεσολαβεί από την ηµεροµηνία της ζηµίας µέχρι την επίτευξη πλήρους αποτελέσµατος της πρωτογενούς αποκατάστασης, δ) ως "προσωρινές απώλειες" νοούνται οι απώλειες οι οποίες οφείλονται στο γεγονός ότι οι φυσικοί πόροι ή/και υπηρεσίες που υπέστησαν ζηµία δεν µπορούν να επιτελέσουν τις οικολογικές τους λειτουργίες ή να παρέχουν υπηρεσίες σε άλλους φυσικούς πόρους ή στο κοινό έως ότου τα πρωτογενή ή συµπληρωµατικά µέτρα αρχίσουν να παράγουν αποτέλεσµα. εν συνιστούν οικονοµική αντιστάθµιση προς το κοινό. Εφόσον η πρωτογενής αποκατάσταση δεν οδηγεί στην επαναφορά του περιβάλλοντος στην αρχική του κατάσταση, αναλαµβάνεται συµπληρωµατική αποκατάσταση. Επιπλέον, αναλαµβάνεται αντισταθµιστική αποκατάσταση για την αντιστάθµιση των προσωρινών απωλειών. Η αποκατάσταση περιβαλλοντικής ζηµίας, όσον αφορά ζηµία των υδάτων ή των προστατευόµενων ειδών ή φυσικών οικοτόπων, συνεπάγεται επίσης την εξάλειψη οιουδήποτε σηµαντικού κινδύνου δυσµενών συνεπειών στην ανθρώπινη υγεία. 1.1. Στόχοι της αποκατάστασης Στόχος της πρωτογενούς αποκατάστασης 1.1.1. Στόχος της πρωτογενούς αποκατάστασης είναι η επαναφορά των φυσικών πόρων ή/και υπηρεσιών που υπέστησαν ζηµία στην αρχική τους κατάσταση ή προς αυτήν. Στόχος της συµπληρωµατικής αποκατάστασης 1.1.2. Εφόσον οι φυσικοί πόροι ή/και υπηρεσίες που υπέστησαν ζηµία δεν επανέρχονται στην αρχική τους κατάσταση, τότε επιχειρείται συµπληρωµατική αποκατάσταση. Στόχος της συµπληρωµατικής αποκατάστασης είναι η παροχή φυσικών πόρων ή/και υπηρεσιών, ενδεχοµένως και σε διαφορετική τοποθεσία, παρεµφερούς επιπέδου µε εκείνους που θα παρείχοντο εάν η τοποθεσία που υπέστη τη βλάβη είχε επανέλθει στην αρχική της κατάσταση. Εφόσον είναι δυνατόν και ενδεδειγµένο, η διαφορετική τοποθεσία θα πρέπει να συνδέεται γεωγραφικά µε την τοποθεσία που υπέστη ζηµία, λαµβάνοντας υπόψη τα συµφέροντα του πληττόµενου πληθυσµού. Στόχος της αντισταθµιστικής αποκατάστασης 1.1.3. Επιχειρείται αντισταθµιστική αποκατάσταση για την αντιστάθµιση της προσωρινής απώλειας φυσικών πόρων και υπηρεσιών έως ότου επιτευχθεί η ανάκαµψη. Η αντιστάθµιση αυτή συνίσταται σε συµπληρωµατικές βελτιώσεις των προστατευόµενων οικοτόπων και ειδών ή του ύδατος, είτε στην τοποθεσία που υπέστη ζηµία είτε σε διαφορετική τοποθεσία. εν περιλαµβάνει οικονοµική αντιστάθµιση σε µέλη του κοινού. 1.2. Προσδιορισµός µέτρων αποκατάστασης Προσδιορισµός µέτρων πρωτογενούς αποκατάστασης