ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ. «Η υποχρέωση παροχής διόδου κατά τα άρθρα ΑΚ»

Σχετικά έγγραφα
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Πρόλογος... VII Συντομογραφίες... IX

Αντί προλόγου. Χολαργός, Ιούλιος 2014 Πόπη Χριστακάκου-Φωτιάδη

ΠΡΟΛΟΓΟΣ. Αθήνα, Απρίλιος 2009 Αργύριος Ν. Σταυράκης

Έχει ανακύψει εκατοντάδες φορές το ζήτημα τα τελευταία χρόνια στην ελληνική νομολογία και

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

ΕΥΘΥΝΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΛΟΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΦΟΠΛΙΣΤΗ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΘΑΝΑΣΙΑ ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΚΑΜΠΟΥΡΟΠΟΥΛΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ

ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ. Εξουσία που απονέμεται από το δίκαιο στο φυσικό ή νομικό πρόσωπο (δικαιούχος) για την ικανοποίηση έννομων συμφερόντων του.

ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ: Η ΔΗΜΟΣΙΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΕΜΠΡΑΓΜΑΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

Του Συνεργάτη μας Ηλία Κοντάκου, Δικηγόρου, υπ. Διδάκτορoς Παν/μίου Αθηνών

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

Θέμα: «ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΕΣ ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ» Σχετ. το υπ αρ. πρωτ. Οικ / έγγραφό μας.

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Ι. Η πρωτότυπη κτήση του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας... 1

Εμβάθυνση στο συνταγματικό δίκαιο

Digesta OnLine Νοµικά ζητήµατα από το δίκαιο της ενέργειας

Η ΔΕΣΜΕΥΣΗ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 1 ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΠΡΟΣΘΕΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ ΤΗΣ ΕΣΔΑ. ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΡΧΕΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

περιεχόμενα Πρόλογος 15 Εισαγωγή "ΕΝΝΟΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΙΡΕΣΗ ΤΟΥ ΑΙΚΑΙΟΥ"

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ. Δίκαιο είναι το σύνολο των ετερόνομων κανόνων που ρυθμίζουν με τρόπο υποχρεωτικό την κοινωνική συμβίωση των ανθρώπων.

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ 8 ο ΜΑΘΗΜΑ

Επεξηγήσεις - Αναλύσεις - Ειδικά ζητήματα- Παραδείγματα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Πρόλογος Φ. Δωρή... ΧΙ Προλογικό σημείωμα του συγγραφέα... XXXIII Συντομογραφίες... XLV

ΕΠΙΚΑΡΠΙΑ ΠΡΑΓΜΑΤΟΣ: ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΣΥΣΤΑΣΗ

Γ Ν Ω Μ Ο Δ Ο Τ Η Σ Η

θέτει στη μεταβατική διάταξη του άρθρου 17 [Σημείωση: Με την εν λόγω διάταξη ορίζεται ουσιαστικώς μία μεταβατική περίοδος που χρονικά τοποθετείται από

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. V. Η εμπιστοσύνη ως αυτόνομο θεμέλιο ευθύνης του παραγωγού 17

Το Σύνταγμα της Ελλάδας του 1975/86/01 στο δεύτερο μέρος του περιλαμβάνει τις διατάξεις τις σχετικές με τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα.

ΟΔΗΓΙΑ 93/13/ΕΟΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 5ης Απριλίου 1993 σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές

Θέµα εργασίας. Η ερµηνεία του άρθρου 8 παρ. 1 του Συντάγµατος

Ζαμπυρίνης Μιχάλης Γκούμα Κατερίνα

Κύκλος Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ΠΟΡΙΣΜΑ. Θέμα: ΑΠΟΔΟΧΉ ΜΕΤΑΦΡΆΣΕΩΝ ΔΙΚΗΓΌΡΟΥ

ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ. Εξωσυμβατική ευθύνη Δημοσίου 12/4/2016

ΕΡΓΑΣΙΑ 1 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΑΠΑΡΑΒΙΑΣΤΟΥ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Σύνθετα Δικαιώματα Ιδιοκτησίας & Εθνικό Κτηματολόγιο

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ Στο Σχέδιο Νόμου

Θέμα: «Η ιστορική μέθοδος ερμηνείας» Υπεύθυνος καθηγητής: κ. Ανδρέας Δημητρόπουλος

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Συντομογραφίες...15 Ελληνικές...15 Ξενόγλωσσες...18

Σελίδα 1 από 5. Τ

Διοικητικό Δίκαιο. H διοικητική πράξη - 2 ο μέρος. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγµατος ΙΚΑΙΩΜΑ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

«ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΣΩΜΑΤΕΙΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑΣ Ο.Σ.Π.Α.»

7/3/2014. ό,τι είναι νόμιμο είναι και ηθικό ; νόμος είναι το δίκαιο του εργοδότη ; ή νομικός κανόνας

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Η ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ ΡΥΘΜΙΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΠΕΡΓΙΑΣ

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ. Ενότητα 3: Δισσοί Λόγοι. Παρούσης Μιχαήλ. Τμήμα Φιλοσοφίας

ΣΤΕ 2707/2018 [ΠΑΡΑΝΟΜΗ ΣΙΩΠΗΡΗ ΑΠΟΡΡΙΨΗ ΑΊΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΑΠΑΛΛΟΤΡΙΩΣΗ 'Η ΕΞΑΓΟΡΑ ΑΚΙΝΗΤΟΥ ΓΙΑ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΥΣ ΣΚΟΠΟΥΣ]

Οδηγός. Σχολιασμού. Διπλωματικής Εργασίας

ΔικΕΕ C 205/13 Trip-Trap ΔικΕΕ C 421/15 Yoshida

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ Π.Μ.Σ. ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

ΠINAKAΣ ΠEPIEXOMENΩN

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Διοικητικό Δίκαιο. Εισαγωγή στο Διοικητικό Δίκαιο 1 ο Μέρος. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

Προς: Τα μέλη του Συμβολαιογραφικού Συλλόγου Εφετείου Θεσσαλονίκης

Αρχές Δικαίου Επιχειρήσεων Διάλεξη 16 η

Αρχή της αναλογικότητας. Λίνα Παπαδοπούλου Aν. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

Κύκλος ικαιωµάτων του Ανθρώπου ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ ΤΗΣ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΣΕ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΙΚΑΣΤΙΚΗ ΙΑΤΑΓΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΘΕΜΑΤΑ ΙΑΜΟΝΗΣ ΑΛΛΟ ΑΠΩΝ

15 Μαΐου Η σχέση του συνεταιρισμού με τα μέλη του: Η περίπτωση ΟΣΔΕ

ΤΟΜΕΑΣ ΑΣΤΙΚΟΥ, ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΚΑΙ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

ΜΙΧ. Κ. ΑΥΓΟΥΣΤΙΑΝΑΚΗΣ *

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ. Πρόλογος. Συντομογραφίες.. Γενική Εισαγωγή. 1

94/ ) προστασίας και αξιοποίησης

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΝΟΜΟΥ ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΚΑΝΟΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟΥ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΝΟΜΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ ΓΕΝΙΚΑ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΑΣ (ΕΚΠΑ) ΚΑΤΑΤΑΚΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΑΚ. ΕΤΟΥΣ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Η θέση της πολιτικής αγωγής στην ποινική δίκη. ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ Νομιμοποίηση του πολιτικώς ενάγοντος

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι) Αρ. 4565,

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ. ΕΡΓΑΣΙΑ 5 η :

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 528/2002

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ AΘΗΝΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΕΤΟΥΣ

ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΝΟΜΙΚΗ ΣΧΟΛΗ

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

EIOPA-17/651 4 Οκτωβρίου 2017

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 26/2004

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ. Πρόλογος του Καθηγητού Ν. Κ. Κλαμαρή. Προλογικό σημείωμα της συγγραφέως...

Γ.Σ.Ε.Ε. ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΥΠ. ΑΡΙΘ.: 5 Αθήνα, 24 Μαΐου 2013 ΝΟΜΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΚ/ ΠΡΟΣ Τα Εργατικά Κέντρα και τις Ομοσπονδίες δύναμης ΓΣΕΕ

1 Μνηστεία Επιστροφή δώρων και συμβόλων

Εισαγωγή Ι. Ο προβληματισμός για την αρχή της αμεσότητας

ΟΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΟΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΙΑΡΚΕΙΑ ΣΥΛΛΟΓΗΣ ΗΛΩΣΕΩΝ ΤΟΥ Ν.2308/ Ο.Τ.Π.Μ.Κ_ΚΕΦ4_5_V1_

Συχνέ ς Ερωτή σέις Πνέυματικα Δικαιωματα

Το πολίτευμα που προβλέπει το ελληνικό Σύνταγμα του 1975/1986/2001/ Οι θεμελιώδεις αρχές του πολιτεύματος

Προτάσεις κανονισμών σχετικά με το περιουσιακό καθεστώς των συντρόφων

Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Αθήνα, 8 Νοέμβρη 1994 ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ & Δ.Π. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛ ΤΜΗΜΑ Β

PUBLIC ΤΟΣΥΜΒΟΥΛΙΟ 9755/98 LIMITE JUSTCIV59 ΣΗΜΕΙΩΜΑ. της Προεδρίας ΡΩΜΗΙ

Άποψη περί εφαρμογής ν 4030/2011.

Οι πρόσφατες νομοθετικές εξελίξεις στις επαγγελματικές μισθώσεις,

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΥΠ. ΑΡΙΘ.: 5 Αθήνα, 24 Μαΐου 2013 ΝΟΜΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΚ/ ΠΡΟΣ Τα Εργατικά Κέντρα και τις Οµοσπονδίες δύναµης ΓΣΕΕ

Η ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ(α.25παρ.3Σ) Με τον όρο γενικές συνταγµατικές αρχες εννοούµε ένα σύνολο

Αριθμός 287/2011 (αριθ. έκθ. κατ. δικογράφου: /ΕΜ / ) ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ

1. Συστήνεται Ανώνυμη Εταιρεία με την επωνυμία «ΠΑΡΑΚΤΙΟ ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΩΠΟ Α.Ε.» (στο εξής η «Εταιρεία»), με διάρκεια ενενήντα εννέα (99) έτη.


ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΑΚΙΝΗΤΩΝ

(Πράξεις για την ισχύ των οποίων δεν απαιτείται δημοσίευση) ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. της 14ης Μαιον 1991

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

3 Ιουλίου 2012 Αριθμ. Πρωτ.: /23430/2012 Πληροφορίες: Δήμητρα Μυτιληναίου (τηλ.: ) Μαρία Βουτσίνου (τηλ.

ΗΜΕΡΙΔΑ Τ.Ε.Ε - ΤΜΗΜΑ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ. ΕΙΣΗΓΗΣΗ: «Θεσμικό Πλαίσιο λειτουργίας Εθνικού Κτηματολογίου»

ΠΡΟΣ. Το Δ.Σ. του Συνεταιρισμού Διεθνής Ιπποκράτειος Πολιτεία

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Γιούλη Χρονοπούλου Μάιος Αξιολόγηση περίληψης

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΑΣΤΙΚΟΥ, ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΚΑΙ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ Διπλωματική Εργασία Πλιάτσικα Κωνσταντίνου με θέμα: «Η υποχρέωση παροχής διόδου κατά τα άρθρα 1012 1017 ΑΚ» Επιβλέπουσα Καθηγήτρια: Γιάννα Καρύμπαλη-Τσίπτσιου Δεκέμβριος 2012

2

ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 7 Η ΚΥΡΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΟΙ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ ΤΗΣ... 7 1. Εννοια και περιεχόμενο της κυριότητας... 7 2. Οι περιορισμοί της κυριότητας εκ του νόμου... 9 3. Οι περιορισμοί της κυριότητας από τους κανόνες του γειτονικού δικαίου ειδικότερα.. 11 Ι. Γενικά... 11 ΙΙ. Η φύση των περιορισμών της κυριότητας από τους κανόνες του γειτονικού δικαίου... 12 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ... 16 Η ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΔΙΟΔΟΥ (ΑΚ 1012 επ.):... 16 ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ... 16 4. Δικαιολογητικός λόγος των ρυθμίσεων των ΑΚ 1012 επ... 16 5. Νομική φύση του δικαιώματος παροχής διόδου... 17 Ι. Οι απόψεις που διατυπώθηκαν... 17 ΙΙ. Προτεινόμενη λύση... 19 Α. Γραμματική ερμηνεία... 19 Β. Ιστορική ερμηνεία... 21 Γ. Συστηματική ερμηνεία... 22 Δ. Τελολογική ερμηνεία... 23 Ε. Συμπεράσματα... 24 6. Προϋποθέσεις παροχής διόδου... 25 Ι. Ακίνητο στερούμενο αναγκαίας διόδου... 25 ΙΙ. Δίοδος σε δρόμο... 28 ΙΙΙ. Γειτονικό ακίνητο... 30 ΙV. Ακούσια στέρηση της διόδου... 32 3

7. Γέννηση και πραγμάτωση του δικαιώματος παροχής διόδου... 36 I. Γέννηση του δικαιώματος παροχής διόδου... 36 II. Πραγμάτωση του δικαιώματος παροχής διόδου... 36 Α. Φορείς του δικαιώματος παροχής διόδου... 36 1. Δικαιούχος της απαίτησης... 36 2. Υπόχρεος παροχής διόδου... 38 Β. Πραγμάτωση του δικαιώματος παροχής διόδου... 39 1. Δικαστική απόφαση... 39 2. Κτήση της διόδου με δικαιοπραξία εν ζωή (εμπράγματη σύμβαση)... 42 3. Κτήση της διόδου με δικαιοπραξία αιτία θανάτου - διαθήκη... 43 4. Κτήση της διόδου με χρησικτησία (τακτική και έκτακτη)... 43 8. Η υποχρέωση αποζημίωσης του κυρίου του γειτονικού ακινήτου... 46 I. Η θέση της υποχρέωσης αποζημίωσης στη νομοτυπική μορφή του κανόνα της ΑΚ 1012... 46 II. Φύση αποζημίωσης (χρηματική ή και in natura)... 46 III. Έκταση χρηματικής αποζημίωσης και τρόπος καταβολής της... 48 Α. Έκταση χρηματικής αποζημίωσης... 48 Β. Τρόπος καταβολής της αποζημίωσης... 50 9. Προστασία της παραχωρηθείσας διόδου... 53 10. Μεταβολή τρόπου άσκησης ή αλλοίωση της «δουλείας» διόδου ως προς το αντικείμενο... 56 11. Κατάργηση και απόσβεση της «δουλείας»... 58 Ι. Λόγοι κατάργησης και απόσβεσης... 58 ΙΙ. Τρόπος κατάργησης της διόδου κατά τους όρους της ΑΚ 1017... 59 ΙΙΙ. Τύχη της καταβληθείσας αποζημίωσης.... 60 12. Η ρύθμιση της ΑΚ 1015... 63 4

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ... 66 Η ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΔΙΟΔΟΥ (ΑΡΘΡΑ 1012 ΑΚ επ.):... 66 ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ... 66 13. Διαδικαστικά ζητήματα... 66 Ι. Η αγωγή παροχής διόδου... 66 ΙΙ. Ενεργητική και παθητική νομιμοποίηση στην άσκηση της αγωγής... 68 ΙΙΙ. Τέλος δικαστικού ενσήμου... 70 14. Νομική φύση της αγωγής και της απόφασης περί παροχής διόδου... 72 Ι. Αγωγή μικτή... 72 ΙΙ. Απόφαση διαπλαστική... 73 15. Προσωρινή δικαστική προστασία... 77 16. Αναγκαστική εκτέλεση της δικαστικής απόφασης περί παροχής διόδου... 79 Ι. Δυνατότητα κύρηξης της απόφασης προσωρινά εκτελεστής... 79 ΙΙ. Δυνατότητα εκτέλεσης της απόφασης... 80 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ... 83 5

6

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η ΚΥΡΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΟΙ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ ΤΗΣ 1. Εννοια και περιεχόμενο της κυριότητας Ο ελληνικός Αστικός Κώδικας δεν ορίζει την έννοια της κυριότητας. Από τον συνδυασμό όμως των ΑΚ 973 και 1000 οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι κυριότητα είναι το εμπράγματο δικαίωμα που απονέμει το δίκαιο και το οποίο παρέχει άμεση, καθολική και απόλυτη εξουσία πάνω σε ένα πράγμα 1. Έχει το ευρύτερο περιεχόμενο από όλα τα υπόλοιπα εμπράγματα δικαιώματα, αφού παρέχει στο δικαιούχο όλες τις εξουσίες πάνω στο πράγμα. Από την ανάγνωση της ΑΚ 1000 2 προκύπτει ότι η απεριόριστη εξουσία που παρέχει η κυριότητα, έχει μία θετική και μία αρνητική όψη 3. Από τη μία μεριά ο κύριος του πράγματος μπορεί να το διαθέτει κατ αρέσκειαν και από την άλλη μεριά μπορεί να αποκλείει κάθε ενέργεια τρίτου που θα έβλαπτε, έθιγε ή θα περιόριζε το απόλυτο δικαίωμά του. Η μία όψη -η θετική- προσδιορίζει τη σχέση του κυρίου με το πράγμα, του επιτρέπει δηλαδή να ασκεί οποιαδήποτε υλική πράξη πάνω σε αυτό (εξουσία διάθεσης του πράγματος) ή και να προβαίνει ελεύθερα στη διάθεση του δικαιώματος με νομικές πράξεις (εξουσία διάθεσης του δικαιώματος). Η δεύτερη όψη της κυριότητας -η αρνητική- διέπει τις σχέσεις του κυρίου με τρίτα πρόσωπα. Ο κύριος δηλαδή του πράγματος μπορεί να αποκλείει κάθε επέμβαση τρίτου πάνω σε αυτό. Μελετώντας προσεκτικά την ΑΚ 1000 οδηγούματε στο συμπέρασμα ότι η εξουσία, με την οποία εξοπλίζει τον κύριο η κυριότητα, είναι απεριόριστη, μόνο όταν δεν περιορίζεται από το νόμο ή από δικαιώματα τρίτων. Με άλλα λόγια ο νόμος και τα δικαιώματα των τρίτων ορίζουν το πλαίσιο μέσα στο οποίο μπορούν να ασκηθούν οι εξουσίες που πηγάζουν από την κυριότητα 4. 1 2 3 4 Μπαλής Γ., Εμπράγματον Δίκαιον 4 (1961), 30 σ. 86 Βαβούσκος Κ., Εμπράγματον Δίκαιον 6 (1986) αρ. 117 σ. 119 Γεωργιάδης Απ, Εμπράγματο Δίκαιο 2 (2010), 28 αρ. 2, σ. 327 Παπαστερίου Δ., Εμπράγματο Δίκαιο ΙΙ, (2008), 29 αρ. 5 σ. 4. Σύμφωνα όμως με την ΑΚ 1000: «ο κύριος του πράγματος μπορεί, εφόσον δεν προσκρούει στο νόμο ή σε δικαίωμα τρίτων, να το διαθέτει κατ αρέσκειαν και να αποκλείει κάθε ενέργεια άλλου πάνω σ αυτό». Μπαλής, ΕμπρΔ, 30 σ. 86 Βαβούσκος, ΕμπρΔ, αρ. 117 σ. 119 Γεωργιάδης Απ., ΕμπρΔ, 28 αρ. 4 σ. 327 Παπαστερίου, ΕμπρΔ ΙΙ, 29 αρ. 6 σ. 4. Από το γεγονός αυτό πηγάζει το συμπέρασμα ότι είναι διαφορετική η έννοια της κυριότητας, ως το εμπράγματο δικαίωμα που παρέχει αφηρημένα στον κύριο απεριόριστη εξουσία επί ενός πράγματος και διαφορετική η έννοια του περιεχομένου της κυριότητας, η οποία μεταβάλεται και εξαρτάται από τον τόπο και τον χρόνο άσκησής του δικαιώματος. Βλ. μεταξύ άλλων Γεωργιάδη Απ, 7

Ως «νόμος» στην ΑΚ 1000 νοείται κάθε κανόνας δικαίου, ιδιωτικού ή δημόσιου, που προβλέπει λόγους και τρόπους περιορισμού του δικαιώματος της κυριότητας 5. Πέρα όμως από τους περιορισμούς που επιβάλλονται από τον νόμο, η ΑΚ 1000 αναγνωρίζει και περιορισμούς που πηγάζουν από δικαιώματα τρίτων. Όταν λοιπόν η ανωτέρω διάταξη αναφέρεται σε «δικαιώματα τρίτων», εννοεί κατ αρχήν τα περιορισμένα εμπράγματα δικαιώματα. Ζήτημα ανέκυψε σχετικά με το αν και τα ενοχικά δικαιώματα μπορούν να περιορίσουν τον απόλυτο χαρακτήρα της κυριότητας. Κατά μία άποψη 6, τα ενοχικά δικαιώματα πράγματι περιορίζουν την κυριότητα 7. Στην πραγματικότητα όμως αυτό δεν είναι ακριβές. Τα ενοχικά δικαιώματα δεν περιορίζουν την κυριότητα καθ αυτή, απλά δεσμεύουν τη βούληση του ιδιοκτήτη κατά την άσκηση του δικαιώματός του 8. Σε περίπτωση όμως, που δυνάμει του ενοχικού δικαιώματος τρίτος ασκεί πάνω στο πράγμα νομή ή κατοχή, τότε φαίνεται να περιορίζονται οι εξουσίες του κυρίου πάνω σε αυτό, αφού η νομή ή δικαιωματική κατοχή μπορούν να αντιταχθούν κατ αυτού (του κυρίου) δυνάμει των ΑΚ 1095 και 1108 2 9. Στην πραγματικότητα, η κυριότητα περιορίζεται από τη νομή ή τη δικαιωματική κατοχή που στηρίζονται στο ενοχικό δικαίωμα και όχι από το ενοχικό δικαίωμα καθ αυτό. Οι περιορισμοί που επιβάλλονται στην κυριότητα δυνάμει δικαιωμάτων τρίτων ανήκουν στην πραγματικότητα και αυτοί στην κατηγορία των περιορισμών που θεσπίζονται από το νόμο. Κι αυτό συμβαίνει γιατί, ο νόμος είναι αυτός που τα αναγνωρίζει και καθορίζει τις προϋποθέσεις σύστασής τους. Παρόλαυτά, υπάρχουν διαφορές ανάμεσα στους περιορισμούς που επιβάλλει ευθέως ο νόμος και στους περιορισμούς που επιβάλλονται δυνάμει δικαιωμάτων τρίτων. 5 ΕμπρΔ, 29 αρ. 1 σ. 334. Παπαστερίου ΕμπρΔ, 31 αρ. 7 σ. 29 Ι.Σπυριδάκης/Μ. Σπυριδάκης, Εμπράγματο Δίκαιο 1, Τόμος Β /1, (2001), αρ. 105.7 σ. 387. 6 Ι.Σπυριδάκης/Μ. Σπυριδάκης, ΕμπρΔ, αρ. 105.8.3 σ. 396 επ., όπου αναλύονται τα επιχειρήματα υπέρ 7 8 9 της άποψης αυτής. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ένα μισθωμένο ακίνητο, όπου ο μισθωτής κατέχει το πράγμα, ενώ ο κύριος δεν έχει πλέον τη φυσική εξουσίαση επ αυτού. Μπαλής, ΕμπρΔ, 30 σ. 86 Παπαστερίου ΕμπρΔ, 31 αρ. 18 σ. 33. Μπαλής, ΕμπρΔ, 30 σ. 87. 8

2. Οι περιορισμοί της κυριότητας εκ του νόμου Ο νόμος επιβάλλει σε πολλές περιπτώσεις ευθέως περιορισμούς της κυριότητας. Αν θέλαμε να τους διακρίνουμε σε δύο βασικές κατηγορίες θα λέγαμε ότι οι περιορισμοί αυτοί μπορεί να είναι είτε γενκοί με την έννοια ότι αναφέρονται σε κάθε δικαίωμα, είτε ειδικοί με την έννοια ότι αφορούν αποκλειστικά στην κυριότητα 10. Μία τρίτη κατηγορία αποτελούν οι περιορισμοί που περιορίζουν την εξουσία διάθεσης του πράγματος. Περιορισμοί επιβάλλονται κατ αρχάς από γενικές διατάξεις, οι οποίες οριοθετούν και περιορίζουν κάθε δικαίωμα, και συνεπώς και την κυριότητα. Τέτοιους περιορισμούς θεσπίζουν οι ΑΚ 281 (κατάχρηση δικαιώματος) 11, ΑΚ 282-283 (αυτοδικία), ΑΚ 284 (άμυνα), ΑΚ 285-286 (κατάσταση ανάγκης). Από την άλλη μεριά, με διατάξεις τόσο δημοσίου όσο και ιδιωτικού δικαίου θεσπίζονται περιορισμοί που αναφέρονται συγκεκριμένα στην κυριότητα. Οι περισσότεροι από τους περιορισμούς αυτούς θεμελιώνονται σε διατάξεις δημοσίου δικαίου. Με αφορμή την ευρεία διατύπωση της ΑΚ 1000, ο νομοθέτης, επικαλούμενος το δημόσιο συμφέρον, επεμβαίνει όλο και συχνότερα στη σφαίρα του εμπράγματου δικαίου και θεσπίζει περιορισμούς της κυριότητας. Οι περιορισμοί αυτοί μπορεί να αφορούν τη δημόσια τάξη και ασφάλεια του Κράτους, να έχουν ως δικαιολογητικό λόγο την προστασία της δημόσιας υγείας, να επιβάλλονται για λόγους ρυμοτομίας, οικοδομικής τάξης και αισθητικής εμφάνισης των πόλεων ή για λόγους τεχνικής ανάπτυξης, κοινωνικής οικονομίας και πολιτικής, προστασίας του τοπίου, των αρχαιολογικών χώρων και μνημείων ή τέλος για λόγους προστασίας του περιβάλλοντος 12. Υπάρχουν όμως και διατάξεις ιδιωτικού δικαίου, που περιορίζουν συγκεκριμένα την απόλυτη εξουσία του κυρίου 13. Τέτοιους περιορισμούς επιβάλλουν κυρίως οι ΑΚ 1003 έως 1032, τα οποία αποτυπώνουν το λεγόμενο γειτονικό δίκαιο και θα εξεταστούν ειδικότερα στην επόμενη παράγραφο. Πέρα από τις διατάξεις αυτές, περιορισμό στην κυριότητα επιβάλλει και την ΑΚ 1001. Σύμφωνα με αυτό, παρόλο που η κυριότητα εκτείνεται σε όλο το χώρο πάνω ή κάτω από το έδαφος, εκτός αν ο νόμος ορίζει διαφορετικά, ο κύριος δε μπορεί να απαγορεύσει ενέργεια που επιχειρείται σε τέτοιο ύψος ή βάθος, εφόσον δεν εξαρτά κανένα συμφέρον από την απαγόρευση αυτή. 10 11 Βλ. αντί άλλων Παπαστερίου, ΕμπρΔ ΙΙ, 31 αρ. 24 σ. 34. ΟλΑΠ 8/2001, Δ/νη 2001, 382 Μπαλής, ΕμπρΔΙΙ, 30 σ. 93. 12 Γεωργιάδης Απ.,ΕμπρΔ, 29 αρ. 16 σ. 338 Παπαστερίου, ΕμπρΔ, 31 αρ. 26 σ. 34. 13 Παπαστερίου, ΕμπρΔ ΙΙ, 31 αρ. 25 σ. 34 Κούσουλας, Εμπράγματο Δίκαιο, Πανεπιστημιακές παραδόσεις (2004), 43 αρ. 1 σ. 290. 9

Θα μπορούσαμε τέλος να θεωρήσουμε σαν τρίτη κατηγορία περιορισμών, αυτούς που δεν περιορίζουν την κυριότητα καθ αυτή, αλλά απαγορεύουν ή περιορίζουν την εξουσία του κυρίου να διαθέτει το δικαίωμά του. Τέτοιους περιορισμούς θεσπίζουν οι ΑΚ 1937 2 και 977. Οι περιορισμοί της κυριότητας, ασχέτως αν επιβάλλονται από διατάξεις δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, λειτουργούν διττώς. Είτε περιορίζουν την εξουσία του κυρίου να διαθέτει το πράγμα κατ αρέσκειαν, τη θετική δηλαδή όψη του περιεχομένου της κυριότητας, υποχρεώνοντας τον κύριο σε πράξη ή παράλειψη επί του πράγματος, είτε περιοριζούν την εξουσία να αποκλείει ενέργειες τρίτων προσώπων επί του πράγματος, υποχρεώνοντας έτσι τον κύριο να ανεχθεί τις ενέργειες αυτές. Ως προς τη φύση τέλος των περιορισμών της κυριότητας εκ του νόμου επικρατεί διχογνωμία 14. Σύμφωνα με πρώτη άποψη 15, η κυριότητα είναι από τη φύση της απεριόριστη. Οι τυχόν θεσπιζόμενοι περιορισμοί δεν είναι σύμφυτοι με τη φύση της αλλά αποτελούν εξαιρέσεις. Είναι δηλαδή κατά κυριολεξία περιορισμοί, όμοιοι με εκείνους που απορρέουν από τη σύσταση περιορισμένου εμπράγματου δικαιώματος. Σύμφωνα με δεύτερη υποστηριχθείσα γνώμη 16, οι περιορισμοί που θεσπίζει ο νόμος δεν είναι στην κυριολεξία περιορισμοί, ξένοι προς την έννοια και το περιεχόμενο της κυριότητας, αλλά ενυπάρχουν σε αυτή και είναι σύμφυτοι με αυτή. Σύμφωνα με την ίδια άποψη, ο όρος «περιορισμοί» χρησιμοποιείται καταχρηστικά. Στην πραγματικότητα πρόκειται για «προσδορισμούς», οι οποίοι εμπεριέχονται στην έννοια της κυριότητας. Τέλος, υποστηρίχθηκε μία τρίτη ενδιάμεση γνώμη 17, σύμφωνα με την οποία, οι περιορισμοί είναι κατά κυριολεξία περιορισμοί, οι οποίοι όμως δεν περιορίζουν την ίδια την απόλυτη εξουσια του κυρίου, αλλά την άσκηση της εξουσίας αυτής. Επισημαίνεται πάντως ότι το ζήτημα της φύσης των εκ του νόμου περιορισμών της κυριότητας έχει μόνο θεωρητική σημασία. 14 15 Γεωργιάδης Απ, ΕμπρΔ, 29 αρ. 26 σ. 343, Παπαστερίου, ΕμπρΔ ΙΙ, 31 αρ. 29 σ. 37. Φίλιος, Εμπράγματο Δίκαιο 2 (2006) σ. 143 επ. 16 Μπαλής, ΕμπρΔ, 32 σ. 91 Παπαστερίου, ΕμπρΔ ΙΙ, 31 αρ. 32 σ. 38 ΟλΑΠ 19/2002, Δ/νη 2002, 17 1012. Γεωργιάδης, ΕμπρΔ, 29 αρ. 26 σ. 343, με τις εκεί παραπομπές. 10

3. Οι περιορισμοί της κυριότητας από τους κανόνες του γειτονικού δικαίου ειδικότερα Ι. Γενικά Όπως αναφέραμε αμέσως ανωτέρω, περιορισμούς στην κυριότητα επιβάλλουν οι διατάξεις των ΑΚ 1003-1032, που συγκροτούν το αποκαλούμενο «γειτονικό δίκαιο» 18. Γειτονικό δίκαιο είναι το σύνολο των κανόνων δικαίου, οι οποίοι επιβάλλουν περιορισμούς στην κυριότητα γειτονικών ακινήτων, προκειμένου να αποφεύγονται οι έριδες μεταξύ των γειτόνων και να καταστεί δυνατή η ειρηνική συνύπαρξη τους 19. Από την ανάγνωση των ΑΚ 1003 1032, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι οι θεσπιζόμενοι σε αυτά περιορισμοί οριοθετούν και περιορίζουν την κυριότητα επιβάλλοντας υποχρεώσεις για πράξη (ΑΚ 1006, 1019, 1022 εδ. β), παράλειψη (ΑΚ 1004, 1007, 1024 εδ. β ) ή για ανοχή (ΑΚ 1003, 1008, 1018 και 1025) 20. Οι υποχρεώσεις για πράξη ή για παράλειψη περιορίζουν το θετικό περιεχόμενο της κυριότητας, αφού αναγκάζουν τον κύριο να μη διαθέτει το πράγμα κατ αρέσκειαν 21. Τούτο ισχύει για παράδειγμα για τους περιορισμούς από την ΑΚ 1026. Εξάλλου όταν ο κύριος ενός ακινήτου υποχρεούται από το νόμο να ανέχεται συγκεκριμένη πράξη, περιορίζεται στην πραγματικότητα το αρνητικό περιεχόμενο της κυριότητάς του, η εξουσία του δηλαδή να αποκρούει ενέργειες τρίτων που προσβάλλουν το απόλύτο εμπράγματο δικαίωμά του 22. Για παράδειγμα, ο κύριος ενός ακινήτου πρέπει να ανέχεται εκπομπές προερχόμενες από γειτονικά ακίνητα εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις της ΑΚ 1003. 18 Εκτός από τις διατάξεις του αστικού κώδικα το γειτονικό δίκαιο περιέχεται και σε ειδικούς νόμους, όπως π.χ. στη νομοθεσία για τα σχέδια πόλεων, τον γενικό οιοδομικό κανονισμό (ΓΟΚ), την αγροτική και τη δασική νομοθεσία (δημόσιο γειτονικό δίκαιο). Βλ. Γεωργιάδη Απ., ΕμπρΔ, 30 αρ. 3 σ. 346. 19 Σόντης Ιωάννης, Αι Αναγκαστικαί Δουλείαι κατά το Δίκαιον του Αστικού Κώδικος (1981), σ.1 Γεωργιάδης Απ., 30 αρ. 3 σ. 346 Παπαστερίου, ΕμπρΔ ΙΙ, 32 αρ. 4, σ. 41 Ι.Σπυριδάκης/Μ. Σπυριδάκης, ΕμπρΔ Β/1, αρ. 114.1 σ. 425. 20 Γεωργιάδης Απ., ΕμπρΔ, 30 αρ. 5 σ. 347. 21 Γεωργιάδης Απ., ΕμπρΔ, 30 αρ. 7 σ. 347. 22 Γεωργιάδης Απ., ΕμπρΔ, 30 αρ. 7 σ. 347. 11

ΙΙ. Η φύση των περιορισμών της κυριότητας από τους κανόνες του γειτονικού δικαίου Οι κανόνες του γειτονικού δικαίου είναι κατ αρχάς ενδοτικής φύσης 23. Η ιδιωτική βούληση δηλαδή μπορεί να τροποποιήσει ή να καταργήσει τους θεσπιζόμενους περιορισμούς. Τούτο μπορεί να συμβεί και με τη σύσταση πραγματικής ή περιορισμένης προσωπικής δουλείας (ΑΚ 1118, 1188), περιεχόμενο της οποίας θα είναι ο περιορισμός ή ο αποκλεισμός των εξουσιών του ιδιοκτήτη, οι οποίες ανήκουν σ αυτόν κατά τις διατάξεις του γειτονικού δικαίου. Τη θεωρία αλλά και τη νομολογία απασχόλησε κυρίως το ζήτημα της φύσης των ως άνω περιορισμών της κυριότητας, αν δηλαδή οι περιορισμοί αυτοί έχουν εμπράγματο ή ενοχικό χαρακτήρα. Το ζήτημα έχει όχι μόνο δογματική αλλά και πρακτική αξία. Η τυχόν εμπράγματη ή ενοχική φύση των περιορισμών έχει συνέπειες τόσο ουσιαστικού όσο και δικονομικού δικαίου. Η υιοθέτηση της μίας ή της άλλης άποψης οδηγεί σε διαφορετικά αποτελέσματα και για το λόγο αυτό, θα πρέπει να αποσαφηνιστεί εξ αρχής ποιά είναι πράγματι η φύση των περιορισμών της κυριότητας. Τρεις είναι οι απόψεις που διατυπώθηκαν στη θεωρία σχετικά με τη φύση των περιορισμών. Σύμφωνα με μία πρώτη υποστηριζόμενη άποψη 24, οι περιορισμοί της κυριότητας έχουν ενοχικό χαρακτήρα. Η άποψη αυτή εκκινεί από τη σκέψη ότι οι εν λόγω περιορισμοί που απορρέουν από τους κανόνες του γειτονικού δικαίου δεν είναι τίποτα περισσότερο από προσδιορισμούς, οι οποίοι οριοθετούν την κυριότητα και την εξειδικεύουν. Είναι σύμφυτοι με αυτή και απλά μεταβάλλουν το περιεχόμενό της. Δεν αφαιρούν μέρος της εξουίας επί του κυρίου αλλά προσδιορίζουν την έκταση της εξουσίας του κυρίου του πράγματος, της θετικής της όμως μορφής 25. Τούτο σημαίνει ότι οι περιορισμοί αυτοί δεν έχουν εμπράγματη φύση, αλλά ενοχική. Δημιουργούν ένα «ενοχικό βάρος» στον γείτονα κύριο του πράγματος, ο οποίος είναι ο οφειλέτης 26 της παροχής και εξοπλίζουν τον δικαιούχο με ενοχική μόνο αξίωση για πράξη, παράλειψη ή ανοχή εναντίον του εκάστοτε κυρίου του ακινήτου (πραγματοπαγής ενοχή). Δεν παρέχουν με άλλα λόγια άμεση εξουσία πάνω στο γειτονικό ακίνητο, όπως τα εμπράγματα δικαιώματα. Κατά τη διδασκαλία 23 Γεωργιάδης Απ., ΕμπρΔ, 30 αρ. 17 σ. 351 Παπαστερίου, ΕμπρΔ ΙΙ, 32 αρ. 9 σ. 42. 24 25 26 Μπαλής, ΕμπρΔ, 32 σ. 91 Βαβούσκος, ΕμπρΔ, αρ. 120 σ. 121 ΑΠ 669/1989, ΝοΒ 1990, 994. Μπαλής, ΕμπρΔ, 32 σ. 91. Μπαλής, ΕμπρΔ, 32 σ. 93. 12

λοιπόν αυτή, τα δικαιώματα που απορρέουν από τις διατάξεις του γειτονικού δικαίου, είναι ενοχικά και όχι εμπράγματα 27. Σύμφωνα με δεύτερη, αντίθετη άποψη 28, οι περιορισμοί, που θεσπίζουν οι ΑΚ 1003 1032 έχουν εμπράγματο χαρακτήρα. Με αφετηρία τη σκέψη ότι οι περιορισμοί αυτοί περιορίζουν στην ουσία του το απόλυτο δικαίωμα της κυριότητας του γείτονα κυρίου, ενώ αυξάνουν τις εξουσίες κάποιου άλλου σε βάρος του πρώτου, η άποψη αυτή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι περιορισμοί των διατάξεων του γειτονικού δικαίου έχουν εμπράγματο χαρακτήρα. Υποστηρίζεται ωστόσο και μία τρίτη άποψη σχετικά με τη φύση των περιορισμών της κυριότητας, η οποία κινείται μεταξύ των δύο ανωτέρω απόψεων. Σύμφωνα με την άποψη αυτή 29 οι περιορισμοί του γειτονικού δικαίου διακρίνονται σε άμεσους και έμμεσους. Άμεσοι είναι οι περιορισμοί που πηγάζουν από το νόμο απευθείας, χωρίς να απαιτείται να εκδοθεί δικαστική απόφαση ή να συναφθεί σύμβαση. Είναι γενικοί και αμοιβαίοι 30. Γενικοί, καθώς αφορούν όλα τα ακίνητα ή έστω όλα τα ακίνητα μιας συγκεκριμένης κατηγορίας. Ο κύριος του ακινήτου είναι υποχρεωμένος να ανέχεται για παράδειγμα τις εκπομπές από γειτονικά ακίνητα σύμφωνα με τις προϋποθέσεις της ΑΚ 1003. Άλλη χαρακτηριστική περίπτωση τέτοιου άμεσου περιορισμού είναι η ΑΚ 1024, σύμφωνα με την οποία ο κύριος του αγροτικού ακινήτου δεν πρέπει να παρεμποδίζει τη φυσική ροή του νερού προς άλλα γειτονικά ακίνητα. Αμοιβαίοι, γιατί, αν και περιορίζουν την εξουσία ενός κυρίου, την ίδια στιγμή περιορίζουν αντίστοιχα την εξουσία των γειτόνων-κυρίων, οι οποίοι υπόκεινται στον ίδιο περιορισμό. Συνέπεια της φύσης των άμεσων περιορισμών είναι, σύμφωνα με την ίδια γνώμη, ότι αυτοί ως γενικοί δεν υπόκεινται σε μεταγραφή. Πράγματι ένας περιορισμός που πηγάζει απευθείας από τον νόμο, συνεπώς όλοι οι πολίτες γνωρίζουν την ύπαρξή του, δεν έχει ανάγκη δημοσιότητας και δεν απαιτείται προκειμένου να παράγει έννομα αποτελέσματα μεταγραφή. Είναι ένας περιορισμός κοινός για όλους 31. Ακριβώς δε επειδή είναι κοινός για όλους, δεν απαιτείται να καταβληθεί οποιαδήποτε αποζημίωση σε εκείνον που υφίσταται 27 28 Μπαλής, ΕμπρΔ, 30 σ. 91. Φίλιος, ΕμπρΔ, σ. 143 επ. 29 Σόντης, ΑναγκΔ., σ. 3 Γεωργιάδης Απ, ΕμπρΔ, 30 αρ. 9 σ. 348 Παπαστερίου, ΕμπρΔ ΙΙ, 32 αρ. 12 σ. 44, Ι.Σπυριδάκης/Μ. Σπυριδάκης, ΕμπρΔ Β/1, αρ. 116.1 σ. 432. 30 Σόντης, ΑναγκΔ., σ. 3 Γεωργιάδης Απ, ΕμπρΔ, 30 αρ. 10 σ. 348 Παπαστερίου, ΕμπρΔ ΙΙ, 32 αρ. 12 σ. 44 Ι.Σπυριδάκης/Μ. Σπυριδάκης, ΕμπρΔ Β/1, αρ. 116.2 σ. 432. 31 Γεωργιάδης Απ., ΕμπρΔ, 30 αρ. 10 σ. 348. 13

τον περιορισμό 32. Πράγματι, θα ήταν ανούσιο να δίνει αποζημίωση λ.χ. ο κύριος του ακινήτου από το οποίο πηγάζουν οι εκπομπές, ενώ και ο γείτονάς του θα υποχρεωνόταν σε αντίστοιχη αποζημίωση προς τον αυτόν, καθώς βρίσκεται σε περιοχή, που είναι συνήθεις τέτοιες εκπομπές και υπό φυσιολογικές συνθήκες θα πήγαζαν και από το δικό του ακίνητο. Έμμεσοι είναι οι περιορισμοί της κυριότητας οι οποίοι δεν απορρέουν απευθείας από τον νόμο, όπως οι άμεσοι 33. Στην κατηγορία αυτών των περιορισμών βασικό χαρακτηριστικό αποτελεί το ότι ο νόμος απλά παραχωρεί αξίωση στον ένα γείτονα να απαιτήσει από τον γείτονά του, να περιορίσει την κυριότητά του μέσω σύστασης εμπράγματου δικαιώματος. Σύμφωνα με την άποψη αυτή, οι έμμεσοι περιορισμοί επεμβαίνουν πιο δραστικά στη σφαίρα της κυριότητας του γείτονα κυρίου και τον υποχρεώνουν να παραχωρήσει στο γείτονά του εμπράγματο δικαίωμα, χωρίς το οποίο αυτός δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει ή να εκμεταλλευθεί πλήρως το κτήμα του. Οι περιορισμοί αυτοί χαρακτηρίζονται έμμεσοι γιατί, όπως προαναφέρθηκε, δεν πηγάζουν ευθέως από τον νόμο αλλά είναι αποτέλεσμα συνέπεια της σύστασης εμπράγματου δικαιώματος, το οποίο είναι αυτό που στην πραγματικότητα δημιουργεί τον περιορισμό και όχι ο νόμος καθ αυτός 34. Παραδείγματα τέτοιων περιορισμών αποτελούν οι περιορισμοί που προκύπτουν από τις ΑΚ 1012 επ., 1027, 1029, και 1031. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις υπάρχει μια μορφή «κατάστασης ανάγκης», δηλαδή συντρέχουν έκτατα περιστατικά, που δικαιολογούν την περιστολή των εξουσιών του γειτονικού ακινήτου πέραν από το συνηθισμένο και κανονικό μέτρο. Τούτη δε η «κατάσταστη ανάγκης» είναι τέτοιας έντασης, που για την ικανοποίησή της απαιτείται η παραχώρηση εμπράγματου δικαιώματος, κατά κύριο λόγο δουλείας. Τις δουλείες δε αυτές η θεωρία τις χαρακτηρίζει ως «νόμιμες» ή «αναγκαστικές» γιατί η σύστασή τους δεν είναι αποκλειστικά προϊόν της ιδιωτικής βούλησης των μερών, αλλά είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την απόλαυση ενός άλλου δικαιώματος, που απονέμει το δίκαιο 35. Σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν αμέσως παραπάνω, στους έμμεσους περιορισμούς της κυριότητας πρέπει να διακρίνουμε δύο φάσεις δημιουργίας - λειτουργίας. Σε πρώτη φάση δηλαδή υπάρχει μια ενοχική αξίωση για σύσταση 32 Γεωργιάδης Απ., ΕμπρΔ, 30 αρ. 11 σ. 348. 33 Σόντης, ΑναγκΔ., σ. 3 Γεωργιάδης Απ., ΕμπρΔ, 30 αρ. 12 σ. 349 Παπαστερίου, ΕμπρΔ ΙΙ, 32 αρ. 13 σ. 44 Ι.Σπυριδάκης/Μ. Σπυριδάκης, ΕμπρΔ Β/1, αρ. 116.3 σ. 433. 34 Γεωργιάδης Απ., ΕμπρΔ, 30 αρ. 13 σ. 349 Σταυράκης Αργ., Η παροχή διόδου κατά τα άρθρα 1012-35 1017 ΑΚ 3, 6 ΙΙ, σ. 26. Σόντης, ΑναγκΔ., σ. 4 Γεωργιάδης Απ., ΕμπρΔ, 30 αρ. 15 σ. 350. 14

εμπράγματου δικαιώματος, κατά κανόνα πραγματικής δουλείας. Στην επόμενη φάση, μετά τη σύσταση της δουλείας, ο κύριος του βαρυνόμενου ακινήτου έχει την υποχρέωση για παράλειψη ή ανοχή με βάση πλέον τη δουλεία. Λόγω της μεγαλύτερης επέμβασης στη σφαίρα της κυριότητας που επιφέρουν οι έμμεσοι περιορισμοί, εφόσον συνεπάγονται τη σύσταση εμπράγματου δικαιώματος, κρίνεται απαραίτητη η καταβολή αποζημίωσης στον κύριο του βαρυνόμενου ακινήτου, ως αντιστάθμισμα για τη βλάβη που υφίσταται. Πρόκειται δε για αποζημίωση και όχι για τίμημα καθώς τα εμπράγματα δικαιώματα, που συστήνονται δεν είναι προϊόν διαπραμγατεύσεων και ελεύθερης βούλησης, αλλά συνέπεια του νόμου. Για να μη θίξει λοιπόν την κυριότητα του γείτονα, ο ίδιος ο νομοθέτης, αναγνωρίζοντας την επέμβαση, υποχρεώνει τον κύριο του «δεσπόζοντος» ακινήτου σε καταβολή αποζημίωσης. Το γεγονός ότι η υποχρέωση για παροχή δεν υπάρχει εκ των προτέρων, αλλά απαιτεί συμφωνία των μερών ή δικαστική απόφαση, έχει ως συνέπεια την υποχρέωση μεταγραφής της σύμβασης ή της δικαστικής απόφασης, καθώς συστήνεται εμπράγματο δικαίωμα δουλείας (ΑΚ 1192). Μετά τη διάκριση αυτή των περιορισμών του γειτονικού δικαίου σε άμεσους και έμμεσους, η άποψη αυτή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις που πηγάζουν άμεσα από το γειτονικό δίκαιο είναι κατ αρχήν ενοχικής φύσης. Η σχετική ενοχή είναι πραγματοπαγής 36,37. Οφειλέτης και δανειστής είναι πάντοτε ο εκάστοτε κύριος του γειτονικού ακινήτου. Γίνεται δε σαφές ότι η τρίτη αυτή άποψη επιχειρεί και καταφέρνει να αποτυπώσει πληρέστερα τη νομική φύση των περιορισμών της κυριότητας. Τη σημασία του νομικού χαρακτήρα των περιορισμών της κυριότητας και τις ουσιαστικές και δικονομικές συνέπειές του, θα ερευνήσουμε σε βάθος με αφορμή τη μελέτη της υποχρέωσης παροχής διόδου (ΑΚ 1012 έως 1017), η οποία αποτελεί και αντικείμενο της παρούσας εργασίας. 36 Για την έννοια της πραγματοπαγούς ενοχίκης μεταξύ άλλων βλ. Γεωργιάδης Αστ., Γενικό Ενοχικό Δίκαιο 4, Τ. 1, (2003), σ. 36-37. 37 Παπαστερίου, ΕμπρΔ ΙΙ, 32 αρ. 19, σ. 46 Σταυράκης, ΠαροχΔ, 6 ΙΙ, σ. 25 Ι.Σπυριδάκης/Μ. Σπυριδάκης, ΕμπρΔ Β/1, αρ. 117.2 σ. 435. 15

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ Η ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΔΙΟΔΟΥ (ΑΚ 1012 επ.): ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ 4. Δικαιολογητικός λόγος των ρυθμίσεων των ΑΚ 1012 επ. Σύμφωνα με την ΑΚ 1012: «Αν ακίνητο στερείται την αναγκαία δίοδο προς το δρόμο, έχει δικαίωμα ο κύριός του να απαιτήσει δίοδο από τους γείτονες έναντι ανάλογης αποζημίωσης». Με τη διάταξη αυτή απονέμεται στον κύριο περίκλειστου ακινήτου (αστικού ή αγροτικού) το δικαίωμα, στο οποίο αντιστοιχεί η υποχρέωση του κυρίου ή των κυρίων των γειτονικών ακινήτων, να του επιτραπεί η διέλευση μέσω του γειτονικού ή των γειτονικών ακινήτων προς δημόσια ή άλλη δημοτική ή κοινοτική οδό, με τον όρο καταβολής ανάλογης αποζημίωσης 38. Στην υποχρέωση παροχής διόδου αφιερώνονται, πέρα από την ΑΚ 1012 και οι ΑΚ 1013-1017. Εξάλλου, παράλληλη εφαρμογή, όχι μόνο αναλογικά αλλά και ευθέως, βρίσκουν και οι διατάξεις για τις δουλείες, στο βαθμό που συνέπεια της άσκησης του δικαιώματος είναι η σύσταση πραγματικής δουλείας διόδου υπέρ του περίκλειστου ακινήτου. Η εκτενής ρύθμιση του ζητήματος της υποχρέωση παροχής διόδου σε έξι άρθρα στον Αστικό Κώδικα είναι ενδεικτική της σημασίας της. Αναμφισβήτητα για να μπορέσει ένα ακίνητο να εξυπηρετήσει και να ικανοποιήσει τον προορισμό του, είτε είναι αστικό είτε είναι αγροτικό, πρέπει να έχει πρόσβαση σε δρόμο. Συνεπώς δικαιολογητικό λόγο της ρύθμισης των σχετικών διατάξεων αποτελεί η δυνατότητα εκμετάλλευσης και εν γένει αξιοποίησης του ακινήτου από τον κύριο και κατ επέκταση, στο πλαίσιο του γειτονικού δικαίου, η επέλευση της κοινωνικής ειρήνης, μέσω αποφυγής συγκρούσεων μεταξύ των γειτόνων 39. 38 Γεωργιάδης Απ. σε Γεωργιάδη Απ. Σταθόπουλου Μ., Αστικός Κώδιξ, Κατ άρθρο Ερμηνεία, Εμπράγματο Δίκαιο, Τ. V, (άθρθρα 947-1117) (1985), άρθρ. 1012 αρ. 1. 39 ΑΠ 1453/2010, Α Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ ΕιρΕράνης 7/2006, ΑρχΝ 2007, 336 ΕιρΛευκ 79/2005, ΑρχΝ 2006, 779 ΕιρΛευκ 58/2004, ΑρχΝ 2005, 368 Κουτουρίσης Κ., Η αναγκαστική παροχή διόδου 2 (1986), σ. 28 Παπαστερίου, ΕμπρΔ ΙΙ, 38 αρ. 1 σ. 105. 16

5. Νομική φύση του δικαιώματος παροχής διόδου Η νομική φύση του δικαιώματος παροχής διόδου είναι ένα από τα ζητήματα που απασχόλησαν έντονα τη θεωρία και τη νομολογία. Η συζήτηση και η επιλογή της ορθότερης άποψης σχετίζεται άμεσα με το ζήτημα της φύσης των περιορισμών της κυριότητας που απορρέουν από τους κανόνες του γειτονικού δικαίου στο σύνολό τους 40. Στη συνέχεια, αφού παρουσιαστούν οι υποστηριχθείσες απόψεις, ακολουθεί κριτική αξιολόγηση των επιμέρους επιχειρημάτων. Ι. Οι απόψεις που διατυπώθηκαν Στη θεωρία τρεις είναι οι διαφορετικές απόψεις που διατυπώθηκαν σχετικά με τη νομική φύση του δικαιώματος παροχής διόδου. Σύμφωνα με την πρώτη υποστηριχθείσα άποψη 41 το δικαίωμα παροχής διόδου έχει ενοχικό χαρακτήρα. Σύμφωνα με την άποψη αυτή η υποχρέωση παροχής διόδου είναι ένας απλός προσδιορισμός της κυριότητας του κυρίου του γειτονικού ακινήτου, σύμφυτος με αυτή, και όχι έμμεσος περιορισμός της. Δεν αποσπά εξουσίες δηλαδή από την κυριότητα, απλά υποχρεώνει τον κύριο του γειτονικού ακινήτου να ανέχεται τη διέλευση του κυρίου του περίκλειστου ακινήτου μέσα από το ακίνητό του, χωρίς παρόλαυτά να συστήνεται εμπράγματο δικαίωμα δουλείας. Σύμφωνα με την άποψη αυτή η αξίωση για παροχή διόδου είναι μόνο ενοχική. Δημιουργεί ένα «ενοχικό βάρος» στον κύριο του ακινήτου να ανέχεται τη διέλευση μέσω του ακινήτου του. Η άποψη αυτή αντλεί το βασικότερο επιχείρημά της από το γράμμα της ΑΚ 1016. Η διάταξη αναφέρει πως σε περίπτωση προσβολής της διόδου, στο πλαίσιο των ΑΚ 1012 επ., βρίσκουν αναλογική εφαρμογή οι διατάξεις για την προστασία των πραγματικών δουλειών. Εκκινώντας από το γράμμα της ΑΚ 1016 η άποψη αυτή υποστηρίζει ότι αν ο νομοθέτης αποσκοπούσε, στο πλαίσιο της ΑΚ 1012, στη σύσταση πραγματικής δουλείας, θα όριζε ευθεία εφαρμογή των σχετικών διατάξεων και όχι αναλογική. Καταλήγει λοιπόν στο συμπέρασμα ότι το δικαίωμα παροχής διόδου είναι απλά ενοχικό και όχι εμπράγματο και αποτελεί άμεσο περιορισμό της κυριότητας. 40 Για το θέμα της νομικής φύσης των περιορισμών της κυριότητας που απορρέουν από τους κανόνες 41 του γειτονικού δικαίου βλ. ανωτέρω 3ΙΙ. Μπαλής, ΕμπρΔ, 40 σ. 115 Τούσης Α., Εμπράγματο Δίκαιο 4 (1988), 79 σ. 297 Κουτουρίσης, ΑναγκΠαρΔ, σ. 10 Παπαχρήστος Αν., Εμπράγματον Δίκαιον 2 (1985), Άρθρο 1012 σ. 209 Κούσουλας, ΕμπρΔ, 43 ΙΙΙ σ. 300 ΑΠ 1076/1989, ΕΕΝ 1990, 384 ΕιρΚοζ 26/1991, ΑρχΝ 1992, 518 ΕιρΡοδ 383/1988, ΑρχΝ 1989, 360. 17

Η δεύτερη άποψη που υποστηρίχθηκε βρίσκεται στον αντίποδα της πρώτης και προσδίδει στο δικαίωμα παροχής διόδου, ως έμμεσο περιορισμό της κυριότητας, κυρίως εμπράγματο χαρακτήρα 42. Κατά την άποψη αυτή, ο κύριος του περίκλειστου ακινήτου, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις του νόμου, έχει δικαίωμα σύστασης δουλείας διόδου. Σύμφωνα με την άποψη αυτή, από την ΑΚ 1012 δεν απορρέει απλώς μια ενοχική υποχρέωση για πράξη, παράλειψη ή ανοχή, αλλά μία αξίωση για σύσταση περιορισμένου εμπράγματου δικαίωματος, επί του γειτονικού ακινήτου προς εξυπηρέτηση του περίκλειστου ακινήτου. Τέλος, σύμφωνα με τρίτη υποστηριχθείσα γνώμη 43,44, η οποία κινείται ανάμεσα στις δύο προαναφερθείσες, η υποχρέωση παροχής διόδου ανήκει στους έμμεσους περιορισμούς της κυριότητας. Σε πρώτη φάση γεννιέται από την ΑΚ 1012 υποχρέωση των γειτόνων να παραχωρήσουν δίοδο στον κύριο του περίκλειστου, η οποία αποτελεί περιορισμό της κυριότητας. Σε δεύτερη φάση, με την παροχή της διόδου, είτε συμβατικά είτε με δικαστική απόφαση, συνιστάται το δικαίωμα διόδου υπέρ του κυρίου του περίκλειστου ακινήτου. Αυτό το δικαίωμα, χωρίς να συμπίπτει πλήρως, δε διαφέρει από τη δουλεία διόδου των γενικών διατάξεων. Ως τέτοιος έμμεσος περιορισμός απαιτεί μεταγραφή στο υποθηκοφυλακείο ή στο αρμόδιο κτηματολογικό γραφείο 45. Ακόμη, για τη σύστασή του απαιτείται κατά τον νόμο η καταβολή αποζημίωσης ανάλογης με τη τη μείωσης της αξίας του βαρυνόμενου ακινήτου. Η δε έκταση και τα χαρακτηριστικά του (χρόνος, κατεύθυνση κτλ.) εξαρτώνται άμεσα από τις συνθήκες που επικρατούν μια δεδομένη χρονική στιγμή, αυτή της αίτησης για την παροχή της διόδου. 42 Σόντης, ΑναγκΔ., σ. 13 επ. Σταυράκης, ΠαροχΔ, σ. 34 Ι.Σπυριδάκης/Μ. Σπυριδάκης, ΕμπρΔ, αρ.131.4.1 σ. 506 43 Γεωργιάδης Απ., ΕμπρΔ, 35 αρ. 2 σ. 398 Γεωργιάδης Απ., στον ΑΚ Γεωργιάδη Σταθόπουλου, άρθρ. 1012 αρ. 3 Μπέης, Τα όρια της προσωρινής δικαστικής προστασίας, Ηλεκτρονική έκδοση στο www.kostasbeys,gr Παπαστερίου, ΕμπρΔΙΙ, 38 αρ. 19 σ. 111 Yianna Karibali-Tsiptsiou, Property and Trust Law in Hellas 1 (2003), αρ. 187 (υποσημ. 2) σ. 174 ΠΠρΘεσσαλ 1908/1992, Αρμ. 1993, 822 ΕιρΡοδ 136/1992, ΑρχΝ 1994, 765 ΕιρΙστιαίας 6/1985, ΝοΒ 1986, 264. 44 Την άποψη αυτή φαίνεται να ακολουθεί και η νομολογία: Βλ ΑΠ 1453/2010, Α Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ ΕφΔωδ 17/2007, Α Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ ΕιρΕρανης 7/2006 ΑρχΝ 2007, 336 ΕιρΛευκ 79/2005, ΑρχΝ 2006, 779 ΕιρΛευκ 59/2002, ΑρχΝ 200, 712 ΕιρΜαραθ 154/2001, ΑρχΝ 2003, 710 ΕιρΠάρου 41/1989, ΑρχΝ 1991, 150 ΕιρΝ.Μουδανιών 127/1999, ΑρχΝ 2001, 906 ΕιρΙστιαίας 6/1985, ΝοΒ 1986, 264 (οι τελευταίες δύο αποφάσεις αν και αναγνωρίζουν ότι η δίοδος της ΑΚ 1012 εξομοιώνεται σε όλα με την πραγματική δουλεία διόδου, διστάζουν να τη χαρακτηρίσουν άμεσα ως τέτοια.) 45 Παπαστερίου, ΕμπρΔΙΙ, 38 αρ. 19 σ. 111. 18

ΙΙ. Προτεινόμενη λύση Οι διάφορες απόψεις που διατυπώθηκαν παρουσιάζουν σημαντικές διαφορές μεταξύ τους τόσο σε επίπεδο ουσιαστικό όσο και από άποψη δικονομικής αντιμετώπισης. Κρίνεται λοιπόν απαραίτητη η αποσαφήνιση του ζητήματος και η υιοθέτηση ως ορθής μίας εκ των προαναφερθεισών απόψεων προκειμένου να προαχθεί η ασφάλεια του δικαίου και η ομοιόμορφη αντιμετώπιση παρόμοιων περιπτώσεων. Στο πλαίσιο της παρούσας μελέτης, ορθότερη θεωρούμε την τρίτη από τις ανωτέρω προαναφερθείσες απόψεις. Δηλαδή αυτή, που θεωρεί ότι από την ΑΚ 1012 απορέει ενοχική αξίωση, για την ικανοποίηση όμως της οποίας απαιτείται η σύσταση εμπράγματου δικαιώματος και μάλιστα πραγματικής δουλείας διόδου. Συγκεκριμένα, πριν από την άσκηση της αγωγής και την έκδοση της απόφασης δεν υπάρχει το δικαίωμα διέλευσης από το γειτονικό ακίνητο. Επομένως δε μπορούμε να μιλάμε για μια απλή ενοχική υποχρέωση διέλευσης, αφού για να υπάρχει ανοχή διέλευσης από τη δίοδο, θα πρέπει αυτή (η δίοδος) να έχει παραχωρηθεί. Τούτο σημαίνει ότι για να μπορέσει να διέλθει ο κύριος του περίκλειστου από το γειτονικό ακίνητο θα πρέπει να αποκτήσει εμπράγματο δικαίωμα, είτε με πρωτότυπο είτε με παράγωγο τρόπο. Αυτός είναι ο ασφαλέστερος τρόπος για την ικανοποίηση του σκοπου του δικαιώματος της ΑΚ 1012. Την άποψη αυτή φαίνεται να υιοθετεί και η πιο πρόσφατη νομολογία. Η υιοθέτηση της ανωτέρω γνώμης ως ορθότερης λύσης στο ζήτημα της νομικής φύσης του δικαιώματος παροχής διόδου, προέκυψε μέσα από την ερμηνεία των κανόνων δικαίου που το θεμελιώνουν, ως εξής: Α. Γραμματική ερμηνεία 46 Η γραμματική ερμηνεία είναι το αναγκαίο σημείο εκκινήσεως της έρευνας, καθώς το γράμμα του νόμου αποτελεί την πρώτη αποτύπωση της βούλησης του νομοθέτη. Σύμφωνα με το γράμμα της ΑΚ 1012, αν συντέχουν οι προϋποθέσεις που αυτή ορίζει, ο κύριος του περίκλειστου ακινήτου έχει δικαίωμα να απαιτήσει δίοδο από τους κυρίους των γειτονικών ακινήτων. Επίσης, από την ανάγνωση των ΑΚ 1014 και 1015 προκύπτει ότι ο κύριος του γειτονικού ακινήτου έχει υποχρέωση να επιτρέπει τη δίοδο μέσω του ακινήτου του στον κύριο του περίκλειστου ακινήτου. Από το κείμενο του νόμου προκύπτουν τα ακόλουθα: 46 «Γραμματική ερμηνεία είναι η μέθοδος που αναζητεί το νόημα των κανόνων δικαίου στο γράμμα, δηλαδή στις λέξεις, με βάση τους κανόνες της γραμματικής και της γλωσσολογίας.» Βλ. μεταξύ άλλων Παπαστερίου Δ., Γενικές αρχές του Αστικού Δικαίου (2009), 12 αρ. 16. 19

Πρώτο συμπέρασμα επιχείρημα ότι πριν γέννηση της αξίωσης του κυρίου του περίκλειστου ακινήτου για παροχή διόδου, δεν υπάρχει δίοδος ούτε άλλο δικαίωμα που να του επιτρέπει τη διέλευση μέσα από το γειτονικό ακίνητο 47. Για πρώτη φορά η δίοδος παραχωρείται μετά τη συνδρομή των προϋποθέσεων που θέτει η ΑΚ 1012. Δεύτερο, ότι από τη διατύπωση της ΑΚ 1012, η οποία αναφέρεται σε απαίτηση παροχής διόδου, γίνεται σαφές ότι ο νόμος δεν αναφέρεται απλά σε μια υποχρέωση ανοχής του κυρίου του περίκλειστου ακινήτου. Αναφέρεται σε κάτι περισσότερο, μια θετική πράξη παραχώρησης διόδου, εξουσιών, δηλαδή, επί του ακινήτου. Η παραχώρηση δε τέτοιων εξουσιών πάνω σε πράγματα γίνεται μέσω εμπραγμάτων δικαιωμάτων. Τρίτο ότι η ΑΚ 1012 κάνει λόγο για δικαίωμα του κυρίου του περίκλειστου ακινήτου να απαιτήσει παροχή διόδου. Τούτο σημαίνει ότι διακρίνει δύο ξεχωριστές φάσεις: Από τη μία πλευρά υπάρχει το δικαίωμα να απαιτηθεί η δίοδος και από την άλλη υπάρχει η παροχή της διόδου καθ αυτή 48. Επιπλέον, η ΑΚ 1017 κάνει λόγο για «δίοδο που είχε συσταθεί» και για «κατάργηση» αυτής. Είναι σαφές ότι οι όροι αυτοί οδηγούν τη σκέψη μας στο εξής συμπέρασμα: Πριν από τη σύσταση της διόδου στο πλαίσιο της ΑΚ 1012 δεν υπάρχει δικαίωμα διέλευσης μέσω του γειτονικού ακινήτου και ότι απαιτείται η σύσταση εμπράγματου δικαιώματος, το οποίο, όταν συντρέξουν οι προϋποθέσεις της ΑΚ 1017, καταργείται. Το δικαίωμα αυτό θα είναι πραγματική δουλεία διόδου. Ενώ η γραμματική ερμηνεία των ΑΚ 1012 και 1017 οδηγεί στην τρίτη από τις ανωτέρω υποστηριχθείσες απόψεις, πρόβλημα δημιουργεί το γράμμα της ΑΚ 1016. Η τελευταία κάνει λόγο για ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων για τις πραγματικές δουλείες. Προβάλλεται, λοιπόν, σαν επιχείρημα το ότι αν ο νόμος ήθελε όντως να συστήνεται πραγματική δουλεία διόδου μετά από την άσκηση της αγωγής της ΑΚ 1012, δε θα επέλεγε την αναλογική εφαρμογή των διαταξεων για τις πραγματικές δουλείες αλλά θα όριζε ευθέως την εφαρμογή τους ή δε θα έκανε καθόλου λόγο για το ζήτημα, καθώς αυτές θα εφαρμόζονταν ευθέως 49. Το γράμμα της ΑΚ 1016 παρέχει και το σημαντικότερο επιχείρημα στην άποψη που θεωρεί ότι δε συστήνεται στο πλαίσιο της ΑΚ 1012 πραγματική δουλεία διόδου και για το λόγο άλλωστε κατακρίθηκε έντονα και από την αντίθετη άποψη 50. 47 48 49 50 Βλ. ΕφΔωδ171/2007, Α Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ Σταυράκης, ΠαροχΔ, σ. 22. ΕιρΙστιαίας 6/1985, ΝοΒ 1986, 264. ΑΠ 1076/1989, ΕΕΝ 1990, 384 Μπαλής, ΕμπρΔ, 40 σ. 114 Κουτουρίσης, ΑναγκΠαρΔ, σ. 14 Κούσουλας, ΕμπρΔ, 43 ΙΙΙ, σ. 299. Σταυράκης, ΠαροχΔ, σ. 30. 20

Με την επιφύλαξη της ΑΚ 1016, η γραμματιή ερμηνεία κατευθύνει στην υιοθέτηση της τρίτης από τις υποστηριζόμενες απόψεις. Β. Ιστορική ερμηνεία 51 Στην αιτιολογική έκθεση του Αστικού Κώδικα γίνεται ρητή αναφορά ότι, για τις ΑΚ 1012 και 1017, πρότυπο αποτέλεσαν οι διατάξεις του το Ελληνικού Νομοσχέδιου ΑΚ/1874 και συγκεκριμένα τα άρθρα 722 και 715 αυτού, το οποίο είχε ως πρότυπο τον Ιταλικό ΑΚ/1865 και όχι τις αντίστοιχες διατάξεις του γαλλικού και του γερμανικού αστικού κώδικα. Η ιταλική επιστήμη και νομολογία, ερμηνεύοντας τα αντίστοιχα άρθρα επιτάσσει τη σύσταση πραγματικής δουλείας διόδου για την ικανοποίηση του δικαιώματος. Στο σχέδιο του Εμπραγμάτου Δικαίου (άρθρα 58 και 61, στα οποία αντιστοιχούν τα ΑΚ 1012 και 1017), ενσωματώθηκαν τα αντίστοιχα ως άνω άρθρα του Νομοσχεδίου/1874. Στον γαλλικό και στον γερμανικό αστικό κώδικα δεν περιλαμβάνεται ρύθμιση αντίστοιχη προς αυτή της ΑΚ 1017. Επιπλέον το άρθρο 917 ΓερμΑΚ διαφέρει σημαντικά από την ΑΚ 1012 ως προς τη διατύπωσή του. Μόνο τα ΑΚ 1014 και 1015 λήφθηκαν ευθέως από τον ΓερμΑΚ (άρθρο 918). Η ΑΚ 1016, το οποίο δημιουργεί ίσως τα περισσότερα προβλήματα, είναι ιδίας εμπνεύσεως του συντάκτη του οριστικού κειμένου του ΑΚ 52, ο οποίος προσπάθησε να ξεπεράσει (ανεπιτυχώς όπως αποδεικνύεται) τις δυσκολίες που είχαν ήδη ανακύψει στις αλλοδαπές έννομες τάξεις σχετικά με το δικαίωμα παροχής διόδου. Η ιστορική ερμηνεία, όπως αναλυτικά αναφέρεται από τους μελετητές, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι πρόθεση του νόμου 53 ήταν η απαραίτητη επικοινωνία του ακινήτου να επιτυγχάνεται μέσω σύστασης περιορισμένου εμπράγματου δικαιώματος, πραγματικής δουλείας διόδου. Το αληθές, λοιπόν, νόημα των διατάξεων κατά την ιστορική ερμηνεία οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το δικαίωμα που θεμελιώνεται στην ΑΚ 1012 γεννά αξίωση για σύσταση δουλείας διόδου 54. Σε αντίθετο συμπέρασμα, μέσω ιστορικής ερμηνείας, οδηγούνται οι υποστηρικτές της πρώτης άποψης. Συγκεκριμένα, θεωρούν ότι πρόθεση του 51 52 Για πλήρη ιστορική και συγκριτική επισκόπηση του θεσμού βλ. Σόντη, ΑναγκΔ., σ. 17 επ. και Σταυράκη, ΠαροχΔ, σ. 23. Και υποστηρικτή της πρώτης από τις παρουσιαζόμενες απόψεις Μπαλή. 53 «Μας ενδιαφέρει εν προκειμένω η πρόθεση του νόμου και όχι του συντάκτη του, εν προκειμένω του υποστηριχτή της πρώτης από τις διατυπωθείσες απόψεις, (Μπαλή)» Σταυράκης, ΠαροχΔ, σ. 30, με τις εκεί παραπομπές. 54 Σταυράκης, ΠαροχΔ, σ. 23. 21

νόμου είναι ακριβώς αυτή που εκφράστηκε ευθέως στην ΑΚ 1016 και θεωρεί ότι για να ικανοποιηθεί το δικαίωμα της ΑΚ 1012 δεν απαιτείται η σύσταση πραγματικής δουλείας διόδου 55. Γ. Συστηματική ερμηνεία 56 Οι διατάξεις των περιορισμών της κυριότητας (του γειτονικού δικαίου) είναι ενταγμένες στο Τρίτο Βιβλίο του Αστικού μας Κώδικα, στο Εμπράγματο Δίκαιο. Από την συστηματική τοποθέτησή τους στο Βιβλίο αυτό συμπεραίνουμε κατ αρχήν ότι οι αξιώσεις που πηγάζουν από τις ΑΚ 1003 επ. δεν είναι αμιγώς ενοχικές 57. Αν συνέβαινε αυτό οι διατάξεις θα ήταν λογικά ενταγμένες στο Δεύτερο Βιβλίο του Αστικού Κώδικα, στο Ενοχικό Δίκαιο. Έχουν οπωσδήποτε, σε κάποιο βαθμό, εμπράγματο χαρακτήρα. Η συστηματική ερμηνεία οδηγεί, λοιπόν, τη σκέψη μας στη δεύτερη και στην τρίτη ανωτέρω υποστηριχθείσες απόψεις. Αυτές δηλαδή που δέχονται την εμπράγματη λειτουργία των περιορισμών του γειτονικού δικαίου και αυτή που δέχεται κατ αρχήν την ενοχική τους φύση, αλλά απαιτεί για την ικανοποίησή τους σύσταση περιορισμένου εμπράγματου δικαιώματος δουλείας. Η δεύτερη υποστηριχθείσα γνώμη μάλιστα στέκεται αποκλειστικά στη συστηματική ερμηνεία και παρορά τη γραμματική διατύπωση των διατάξεων θεωρώντας ότι αυτή δεν έχει καμία αποφαστιστική σημασία 58. Η τρίτη υποστηριχθείσα γνώμη από την άλλη πλευρά προσπαθεί να εναρμονίσει τόσο τα συμπεράσματα που προκύπτουν από τη γραμματική ερμηνεία όσο και από τη συστηματική και ιστορική προκειμένου να καταλήξει σε ασφαλές συμπέρασμα ως προς τη φύση των περιορισμών και προβαίνει τελικά σε διάκρισή τους σε άμεσους και έμμεσους. Από την άλλη μεριά η πρώτη υποστηριχθείσα γνώμη χρησιμοποιεί την συστηματική ερμηνεία και καταλήγει στο εξής συμπέρασμα: Εφόσον η ΑΚ 1012 δεν συμπεριλαμβάνεται στις διατάξεις περί πραγματικών δουλειών, δε 55 Βλ. μεταξύ άλλων Κουτουρίση, ΑναγκΠαρΔ, σ. 10. 56 57 58 «Μέσω της λογικής ερμηνείας ο μελετητής του δικαίου προσπαθεί να ερμηνεύσει το νόμο όχι μόνο σύμφωνα με το γράμμα του αλλά και σύμφωνα με τους κανόνες της λογικής. Μία μορφή λογικής ερμηνείας είναι και η συστηματική ερμηνεία. Συστηματική ερμηνεία είναι η προσπάθεια λογικής κατατάξεως των κανόνων δικαίου και συστηματοποιήσεώς τους. Η «εσωτερική» τους συνάφεια καθώς και η ποικίλη ενότητα και συνέπεια που τους χαρακτηρίζει είναι δυνατόν να χρησιμεύσουν στην προσπάθεια ερμηνείας συγκεκριμένης διάταξης. Εδώ η λογική ερμηνεία εμφανίζεται ως συστηματική, γιατί συσχετίζει την όλη ερμηνευτική προσπάθεια με τη συνεκτίμηση και άλλων διατάξεων συναφών προς αυτήν που ερμηνεύεται καθώς και με την ένταξή της το δικαιϊκό σύστημα.» Βλ. Παπαστερίου, ΓενΑρχ. 12 αρ. 20. Σταυράκης, ΠαροχΔ, σ. 19. Φίλιος, ΕμπρΔ, σ. 143 επ. 22

μπορεί να συσταθεί, στο πλαίσιο των ΑΚ 1012 επ., πραγματική δουλεία 59. Εκείνο όμως που η άποψη αυτή δεν εξηγεί είναι γιατί, ενώ η αξίωση είναι καθαρά ενοχική, εντάσσεται στο Τρίτο Βιβλίο του Αστικού Κώδικα, στο Εμπράγματο Δίκαιο και όχι στο Ενοχικό. Δ. Τελολογική ερμηνεία 60 Ο σκοπός της ΑΚ 1012 είναι όπως ήδη αναφέρθηκε, η εξυπηρέτηση των αναγκών του ακινήτου για επικοινωνία με δημόσιο δρόμο και η εκπλήρωση του οικονομικού σκοπού του. Ο σκοπός αυτός δικαιολογεί την άποψη, που υποστηρίζει ότι για την ικανοποίηση του δικαιώματος της ΑΚ 1012 απαιτείται η σύσταση δουλείας διόδου. Το περιορισμένο εμπράγματο δικαίωμα που συστήνεται εξυπηρετεί καλύτερα το σκοπό της διάταξης και εξασφαλίζει με πιο άμεσο και αποτελεσματικό τρόπο τον δικαιούχο της διόδου. Ο ίδιος δε σκοπός δικαιολογεί ακόμα και την απαίτηση μεταβολής της υπάρχουσας ανεπαρκούς οδού (διαπλάτυνση). Ο σκοπός του νόμου συνεπώς υπαγορεύει τη σύσταση ενός εμπράγματου δικαιώματος που θα οδηγεί στη μέγιστη προστασία και εξασφάλιση του κυρίου του περίκλειστου ακινήτου. Από τις διατάξεις του αστικού μας κώδικα οι διατάξεις εκείνες που εξασφαλίζουν την επίτευξη αυτού του σκοπού είναι οι διατάξεις για τις πραγματικές δουλείες 61. Άλλωστε, για το λόγο αυτό ο νομοθέτης επέλεξε να παραπέμψει (εσφαλμένα αναλογικά [ΑΚ 1016] 62 ) στις διατάξεις των πραγματικών δουλειών για την προστασία της διόδου, αναγνωρίζοντας ότι είναι ο αφαλέστερος τρόπος να ικανοποιηθεί το δικαίωμα της ΑΚ 1012. Η σύσταση δουλείας για την ικανοποίηση του σκοπού της ΑΚ 1012 εξυπηρετεί και τις ανάγκες δημοσιότητας 63, εφόσον απαιτείται εγγραφή της σχετικής αγωγής στα βιβλία διεκδικήσεων, μεταγραφή της σύμβασης ή της δικαστικής απόφασης με την οποία συστήνεται η δουλεία. 59 Κουτουρίσης, ΑναγκΠαρΔ, σ. 11. 60 «Τελολογική ερμηνεία είναι η μέθοδος που χρησιμοποιεί για την αποκάλυψη του νοήματος των κανόνων δικαίου τον σκοπό τους. Ο προσδιορισμός του σκοπού ορισμένης διάταξης μας διευκολύνει να εντοπίσουμε ποιο από τα συμφέροντα που συγκρούονται στη συγκεκριμένη περίπτωση πρέπει να προστατευθεί σε βάρος των άλλων.» Βλ. Παπαστερίου ΓενΑρχ., 12 αρ. 22. 61 Σταυράκης, ΠαροχΔ, σ. 27. 62 Σταυράκης, ΠαροχΔ, σ. 33. 63 Σταυράκης, ΠαροχΔ, σ. 29. 23

Ε. Συμπεράσματα Μελετώντας προσεκτικά και κριτικά τα επιχειρήματα που πηγάζουν από την ερμηνεία των κανόνων που επιχειρήθηκε ανωτέρω, προκύπτει ότι πριν από την άσκηση της αγωγής και την έκδοση της απόφασης δεν υπάρχει το δικαίωμα διέλευσης μέσω του γειτονικού ακινήτου. Επομένως δε μπορούμε να μιλάμε για μια απλή ενοχική υποχρέωση διέλευσης, αφού για να υπάρχει ανοχή διέλευσης από τη δίοδο, θα πρέπει αυτή (η δίοδος) να υπάρχει. Τούτο σημαίνει ότι για να μπορέσει να διέρθει ο κύριος του περίκλειστου από το γειτονικό ακίνητο θα πρέπει να συσταθεί πραγματική δουλεία διόδου. Αυτός είναι ο ασφαλέστερος τρόπος για την ικανοποίηση του σκοπου της ΑΚ 1012 και υπαγορεύεται τόσο από την γραμματική, την ιστορική, τη συστηματική αλλά και την τελολογική ερμηνεία, όπως αυτές συνοπτικά παρουσιάστηκαν ανωτέρω. Μέσα από τη συνοπτική αυτή παράθεση των επιχειρημάτων, διαμορφώθηκε η άποψη, που υιοθετείται στην παρούσα εργασία και θεωρεί ως ορθότερη την τριτη υποστηρειχθείσα γνώμη, αυτή δηλαδή που πρεσβεύει ότι με την πλήρωση των προϋποθέσεων των ΑΚ 1012 και 1014 γεννιέται κατ αρχήν μια ενοχική σχέση (πραγματοπαγής ενοχή), η οποία όμως για να ικανοποιηθεί στην πραγματικότητα απαιτεί σύσταση εμπράγματου δικαιώματος και ειδικότερα, πραγματικής δουλείας διόδου. 24

6. Προϋποθέσεις παροχής διόδου Προϋποθέσεις του δικαιώματος παροχής διόδου, όπως αυτές καθορίζονται στις ΑΚ 1012 και 1014 είναι οι ακόλουθες: 1) ύπαρξη ακινήτου που στερείται αναγκαία δίοδο προς το δρόμο, 2) δίοδος προς δρόμο, 3) ανάγκη διέλευσης μέσα από γειτονικό ακίνητο και τέλος 4) ακούσια στέρηση της διόδου 64. Ι. Ακίνητο στερούμενο αναγκαίας διόδου Οποιοδήποτε ακίνητο, ανεξάρτητα από τη φύση του (ως αστικό ή αγροτικού) μπορεί να στερείται την (αναγκαία) δίοδο προς το δρόμο 65. Μπορεί το ακίνητο να ήταν περίκλειστο εξ αρχής ή να κατέστη στη συνέχεια, π.χ. μετά από πώληση διαιρετού μέρους, ρυμοτομία, απαλλοτρίωση κλπ. Επίσης δεν ενδιαφέρει αν το ακίνητο είναι απλό γεωτεμάχιο ή αν σε αυτό υπάρχουν κτίσματα, ή έχει συσταθεί οριζόντια ή κάθετη ιδιοκτησία. Δεν ενδιαφέρει αν βρίσκεται εντός ή εκτός του σχεδίου πόλεως, αν έχει ασκεπή κτίσματα αλλά και αν είναι ή όχι περιφραγμένο 66. Η χρήση - εκμετάλλευση του ακινήτου (καλλιέργεια, κατοικία, εμπόριο κλπ.) είναι αδιάφορη. Είναι επίσης αδιάφορη η διάρκεια και η ένταση της εκμετάλλευσης του ακινήτου αν πχ είναι τρίμηνη, εξάμηνη κλπ. Στην έννοια του ακινήτου κατά την ΑΚ 1012 όμως δεν εμπίπτουν οι επιμέρους οριζόντιες ιδιοκτησίες, που έχουν συσταθεί στο ίδιο γεωτεμάχιο 67. Αναγκαία δίοδος είναι η απαραίτητη για την επικοινωνία ενός ακινήτου με δρόμο, η οποία εξυπηρετεί την κανονική και σύμφωνη με τον νόμο εκμετάλλευσή του 68. 64 Υποστηρίχθηκε ότι προϋπόθεση του δικαιώματος απαίτησης παροχής διόδου είναι και η καταβολή της ανάλογης αποζημίωσης, την οποία προβλέπει η ΑΚ 1012. Βλ. σχετικά Karibali-Tsiptsiou, PropL, αρ. 187 σ. 175. Στην πραγματικότητα όμως αυτή δεν είναι προϋπόθεση του ενοχικού δικαιώματος παροχής διόδου, αλλά όρος του ενεργού της εμπράγματης σύμβασης ή της δικαστικής απόφασης με την οποία συστήνεται η δουλεία διόδου. Βλ. Γεωργιάδη Απ., ΕμπρΔ, 35 αρ. 4 σ. 399 Παπαστερίου, ΕμπρΔΙΙ, 38 αρ. 4, σ. 104 Σταυράκης, ΠαροχΔ, σ. 127. 65 Μπαλής, ΕμπρΔ, 40 σ. 113 Γεωργιάδης Απ., ΕμπρΔ, 35 αρ. 5 σ. 399 Γεωργιάδης Απ., στον ΑΚ Γεωργιάδη Σταθόπουλου, άρθρ. 1012 αρ. 5 Βαβούσκος ΕμπρΔ, αρ. 135 σελ 135 Παπαχρήστος Α. ΕμπρΔ, άρθρ. 1012 σ. 209 Κουτουρίσης, ΑναγκΠαρΔ, σ. 26 Παπαστερίου, ΕμπρΔΙΙ, 38 αρ. 5 σ. 106 Ι.Σπυριδάκης/Μ. Σπυριδάκης, ΕμπρΔ Β/1, αρ. 131.2.1 σ. 492 ΑΠ 1076/1989, ΕΕΝ 1990, 384. 66 ΕφΑθ 787/1994, Δ/νη 1995, 668 Παπαστερίου, ΕμπρΔΙΙ, 38 αρ. 5 σ. 106. 67 ΕφΑθ 7596/1987, Δ/νη 1988, 1686 Κουτουρίσης, ΑναγκΠαρΔ, σ. 50. 68 ΑΠ 399/2011, Α Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ ΑΠ 757/2011 Α Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ ΑΠ 1352/2010, ΧρΙΔ2011, 428 ΑΠ 1453/2010 Α Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ ΑΠ 1792/2009, Δ/νη 2010, 722 ΑΠ 30/2008, Α Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ ΑΠ 452/2001, Α Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ Απ. Γεωργιάδης, ΕμπρΔ, 35 αρ. 5 σ. 399 Κουτουρίσης, ΑναγκΠαρΔ, σ. 29 Παπαστερίου, ΕμπρΔΙΙ, 38 αρ. 6 σ. 106, Σταυράκης, ΠαροχΔ, σ. 13 Ι.Σπυριδάκης/Μ. Σπυριδάκης, ΕμπρΔ Β/1, αρ. 131.2.1 σ. 492. 25

Στέρηση αναγκαίας διόδου υπάρχει κατά πρώτο λόγο όταν το ακίνητο δεν έχει κανέναν τρόπο επικοινωνίας με το δρόμο, προκειμένου να εξυπηρετηθεί η κανονική και σύμφωνη με το σκοπό εκμετάλλευσή του. Τούτο συμβαίνει όταν όλες οι πλευρές ενός ακινήτου μπορεί να συνορεύουν με ακίνητα άλλων και αποκλείουν το ακίνητο από το να έχει πρόσβαση στο δρόμο. Στέρηση αναγκαίας διόδου υπάρχει, κατά δεύτερο λόγο, όταν παρότι υπάρχει δίοδος, αυτή εξυπηρετεί ατελώς τις ανάγκες του ακινήτου, μη επιτρέποντας την κανονική και σύμφωνη με τον προορισμό του εκμετάλλευση ή χρησιμοποίησή του 69,70. Τέτοια περίπτωση, για παράδειγμα, συντρέχει, όταν υπάρχει ήδη δίοδος μικρού πλάτους, από την οποία μπορεί να διέρθει ένα ΙΧ αυτοκίνητο αλλά όχι και ένα φορτηγό. Το περίκλειστο ακίνητο χρησιμοποιείται ως βιοτεχνία επίπλων, τα οποία μετακινούνται με μεγάλα φορτηγά. Στην περίπτωση αυτή, παρόλο που το ακίνητο έχει δίοδο που εξυπηρετεί κατ αρχήν την επικοινωνία του με δρόμο, παρόλ αυτά θεωρείται περίκλειστο γιατί ουσιώδους σημασίας δεν είναι η επικοινωνία γενικά αλλά εκείνη που εξυπηρετεί τη σύμφωνη με τον προορισμό του εκμετάλλευσή του 71. Το πότε μια οδός εξυπηρετεί τις ανάγκες του ακινήτου με τρόπο τέτοιο, ώστε να εξασφαλίζεται η σύμφωνη με τον προορισμό του προσήκουσα εκμετάλλευσή του, πρέπει να κρίνεται αντικειμενικά, με βάση τις ειδικές συνθήκες της κάθε περίπτωσης και όχι κατά τις υποκειμενικές αντιλήψεις του 69 ΑΠ 757/2011, Α Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ ΑΠ 1352/2010, ΧρΙΔ2011, 428 ΑΠ 1453/2010 Α Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ ΑΠ 1792/2009, Δ/νη 2010, 722 ΑΠ 30/2008, Α Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ ΑΠ 1704/2008 Α Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ ΑΠ 643/2006, Δ/νη 2008, 1022 ΑΠ 684/2005, Α Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ ΑΠ 314/2001, Δ/νη 2001, 1295 ΑΠ 1485/2000, Δ/νη 2001, 693 ΑΠ 762/1993, Δ/νη 1995, 110 ΕφΔωδ 346/2005, Α Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ ΕφΠατρ 1012/2004, ΑχαΝομ 2005, 166 ΕφΑΘ 3834/2003, Δ/νη 2002, 1409 ΕφΠατρ 94/2002, ΑχαΝομ 2003, 141 ΕφΑθ 6764/1996, Αρμ 1998, 173 ΕφΘεσσαλ 258/1990, Αρμ 1990, 324 ΠΠρΡοδ 348/2009, Α Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ ΠΠρΗλείας 495/1992, ΑρχΝ 1993, 256 ΜΠρΜυτιλ 16/1990, Δ/νη 1991, 848 ΕιρΠάρου 41/1989, ΑρχΝ 1991, 150 ΕιρΠολιχνίτου 1/1988, ΑρχΝ 1988, 444. Για να γίνει δεκτή η αίτηση διαπλάτυνσης της διόδου πρέπει να αναφέρεται ο τρόπος κτήσης της υπάρχουσας διόδου, αλλιώς αυτή απορρίπτεται ως νόμω αβάσιμη, βλ. ΠΠρΗλείας 495/1992, ΑρχΝ 1993, 256 ΠΠρΚυπαρ 141/1990, ΑρχΝ 1991, 48 ΠΠρΜεσολ 57/1988 Α Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ (περίληψη) ΕιρΣικυών 71/1999, ΑρχΝ 1999, 829. 70 Από θεωρία βλ. Μπαλή, ΕμπρΔ, 40 σ. 113 Σόντης, ΑναγκΔ., σ. 49 (ο οποίος χαρακτηρίζει αυτή την περίπτωση αδυναμίας επικοινωνίας ως «σχετική» Γεωργιάδη Απ., ΕμπρΔ, 35 αρ.6 σ. 399, Γεωργιάδη Απ., στον ΑΚ Γεωργιάδη Σταθόπουλου, άρθρ. 1012 αρ. 6 Βαβούσκο ΕμπρΔ, αρ. 135 σ. 135 Τούσης, ΕμπρΔ, 79, σ. 300 Κουτουρίσης, ΑναγκΠαρΔ, σ. 36 επ. Παπαστερίου, ΕμπρΔΙΙ, 38 αρ. 6 σ. 106 Παπαχρήστος Α., ΕμπρΔ, άρθρ. 1012 σ. 209 Σταυράκης, ΠαροχΔ, σ. 13 Ι.Σπυριδάκης/Μ. Σπυριδάκης, ΕμπρΔ Β/1, αρ. 131.2.1, σ. 492. 71 Αντίστοιχο παράδειγμα από τη νομολογία: ΑΠ 762/1993, Δ/νη 1995, 110. Σε αυτή την περίπτωση μεταβλήθηκε η χρήση του ακινήτου καθώς αυτό δεν εξυπηρετούσε πλέον αγροτικούς σκοπούς αλλά τουριστικούς, με την κατασκευή ξενοδοχειακής μονάδας. Η υπάρχουσα στενή δίοδος δε μπορούσε να εξυπηρετήσει πλήρως τις νέες ανάγκες του ακινήτου. Παραχωρήθηκε μεγαλύτερη δίοδος, παρά την ύπαρξη άλλης προς εξυπηρέτηση των αυξημένων αναγκών. 26