ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

Σχετικά έγγραφα
ΕΡΓΑΣΙΑ 1 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΑΠΑΡΑΒΙΑΣΤΟΥ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Η γενική αρχή του σεβασµού και της προστασίας της ανθρώπινης αξίας

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ- ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ

Τα Συνταγµατικά δικαιώµατα στις Συναλλακτικές σχέσεις

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 2: Κράτος Δικαίου 2

Θέµα εργασίας. Η ερµηνεία του άρθρου 8 παρ. 1 του Συντάγµατος

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ,ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ, ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ. ΕΡΓΑΣΙΑ 5 η :

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ. Θέµα: Η αρχή της ανθρώπινης αξίας ΒΑΣΙΛΙΚΗ. ΓΡΙΒΑ. ιδάσκων Καθηγητής: Ανδρέας Γ. ηµητρόπουλος

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

Διοικητικό Δίκαιο Ι. Μαθητική σχέση έννομη σχέση δημόσιου διοικητικού δικαίου. Αντικείμενο Διοικητικού Δικαίου Διοίκηση

Εισαγωγικές παρατηρήσεις Γενική οικονοµική ελευθερία Συνταγµατική κατοχύρωση Περιεχόµενο. 11

ΕΡΓΑΣΙΑ 6 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΤΟ ΙΚΑΙΩΜΑ ΕΠΙ ΤΗΣ Ι ΙΑΣ ΕΙΚΟΝΑΣ ΤΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ

ΓΝΩΜΟΛΟΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Διοικητικό Δίκαιο. Εισαγωγή στο Διοικητικό Δίκαιο 1 ο Μέρος. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

Σελίδα 1 από 5. Τ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ (ΘΕΡΙΝΟ ΕΞΑΜΗΝΟ)

Η συνταγµατική οριοθέτηση της ιδιωτικής οικονοµικής πρωτοβουλίας ( άρθρο 106 παράγραφος 2 ).

Η ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ(α.25παρ.3Σ) Με τον όρο γενικές συνταγµατικές αρχες εννοούµε ένα σύνολο

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 9 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

05 Ευτυχία Γ. Αρµένη Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΙΣΟΤΗΤΑΣ

Ξενοφών Κοντιάδης Καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου, Δικηγόρος, Πρόεδρος Ιδρύματος Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου

Το Σύνταγμα της Ελλάδας του 1975/86/01 στο δεύτερο μέρος του περιλαμβάνει τις διατάξεις τις σχετικές με τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα.

Αρχή της ισότητας: ειδικές μορφές

Η σχολιαζόμενη απόφαση παρουσιάζει σημαντικό. ενδιαφέρον τόσο γιατί πραγματεύεται σημαντικά νομικά ζητήματα

Έγγραφο συνόδου ΔΙΟΡΘΩΤΙΚΟ. στην έκθεση

ΟΙ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΙ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ ΤΩΝ ΙΔΙΩΤΙΚΟΠΟΙΗΣΕΩΝ

Ι ΙΩΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ

ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΓΜΑ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ

Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

<< Ο Ι Κ Ο Ν Ο Μ Ι Κ Α

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 4: Πηγές του Δικαίου

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων I (Μον.Πρωτ.Θεσ/νίκης 1080/1995)

ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ. Εξωσυμβατική ευθύνη Δημοσίου 12/4/2016

ΕΡΓΑΣΙΑ. «Το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξίας, ως γενικής συνταγµατικής αρχής της ελληνικής έννοµης τάξης»

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 1: Κράτος Δικαίου 1

ΟΔΗΓΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΥ «Επιτομή Γενικού Διοικητικού Δικαίου» του Απ. Γέροντα, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα - Θεσσαλονίκη 2014

ΕΘΝΙΚΟ & ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 11 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Πρόλογος

7/3/2014. ό,τι είναι νόμιμο είναι και ηθικό ; νόμος είναι το δίκαιο του εργοδότη ; ή νομικός κανόνας

Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΝΟΜΙΜΟΤΗΤΑΣ ΩΣ ΣΥΝΕΠΕΙΑ ΤΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΚΡΑΤΟΥΣ ΙΚΑΙΟΥ

1. Συνταγµατική κατοχύρωση της οικονοµικής ελευθερίας

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Αρχή της αναλογικότητας. Λίνα Παπαδοπούλου Aν. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

Σύγχρονη Οργάνωση & Διοίκηση Επιχειρήσεων.

ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΙΠΛΩΜΑ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΜΑΘΗΜΑ «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ» Ι ΑΣΚΩΝ: Α. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΧΡΥΣΟΥΛΑ-ΕΙΡΗΝΗ ΜΑΛΛΙ Η. ΕΡΓΑΣΙΑ 4 η

Θέµα εργασίας: «Θεσµική εφαρµογή των θεµελιωδών δικαιωµάτων».υπόθεση Κλόντια Σίφερ.

# εργασία αρ.3# ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣτΕ ΟΠΟΥ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ Σ Χ Ε Ι Α Γ Ρ Α Μ Μ Α 5]ΑΝΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ ΕΝΟΤΗΤΑ Β : TO ΔΙΚΑΙΟ

Η ΔΕΣΜΕΥΣΗ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 1 ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΠΡΟΣΘΕΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ ΤΗΣ ΕΣΔΑ. ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

Θέµα εργασίας : Γενικές Συνταγµατικές Αρχές «Απαγόρευση κατάχρησης δικαιώµατος» Καµιντζή Ιωάννα Α.Μ:322 Ε Mail:

ΣΕΛ Νοµολογία 18. Βιβλιογραφία

ΕΡΓΑΣΙΑ 5 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η εφαρµογή του δικαιώµατος της επικοινωνίας στον οικογενειακό χώρο» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Ψήφισµα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά µε τα νοµικά επαγγέλµατα και το γενικό συµφέρον στην οµαλή λειτουργία των νοµικών συστηµάτων

Συνταγματικό Δίκαιο. Ενότητα 8: Συντακτική Εξουσία και Αναθεωρητική Λειτουργία

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ : Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΛΟΥΚΟΥ ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΑΘΗΝΑ ΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2003

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ :

Το πολίτευμα που προβλέπει το ελληνικό Σύνταγμα του 1975/1986/2001/ Οι θεμελιώδεις αρχές του πολιτεύματος

ΔΗΜΟΣΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Ι

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ. ΕΡΓΑΣΙΑ 4 η :

Εμβάθυνση στο συνταγματικό δίκαιο

Δικαίωμα στην εκπαίδευση. Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγµατος ΙΚΑΙΩΜΑ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

669/2013 ΜΠΡ ΑΘ ( ) (Α ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ. Δίκαιο είναι το σύνολο των ετερόνομων κανόνων που ρυθμίζουν με τρόπο υποχρεωτικό την κοινωνική συμβίωση των ανθρώπων.

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα

Οργάνωση και Λειτουργία του Κράτους 19 ος Διαγωνισμός ΕΣΔΔ 2 ος Διαγωνισμός ΕΣΤΑ Σάββατο 09 Δεκεμβρίου 2006

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 528/2002

Αρχή της ισότητας: ειδικές μορφές

ΟΔΗΓΙΑ 93/13/ΕΟΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 5ης Απριλίου 1993 σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές

ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ Α ΕΞΑΜΗΝΟ ΕΤΟΣ:

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ. Προλογικό σημείωμα... Εισαγωγικές παρατηρήσεις... 1

Θέματα Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης 24ος Διαγωνισμός Εξεταζόμενο μάθημα: Οργάνωση και Λειτουργία του Κράτους

Περιεχόμενο: Αρχή διάκρισης των λειτουργιών

Θέµα εργασίας : Ερµηνεία του Άρθρο 78 παρ. 5 του Συντάγµατος (Εξαίρεση από την απαγόρευση της κανονιστικής φορολογικής αρµοδιότητας).

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

1ο Κεφάλαιο Το δικαίωµα του συνεταιρίζεσθαι στα πλαίσια του άρθρου 12 του Συντάγµατος

ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΩΣΗ ΘΕΣΕΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΣΙΟΥ TOMEΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΠΕ ΕΞΕΤΑΣΗ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ: «ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ»

ΕΙΣΑΓΩΓΗ. Τα ατομικά δικαιώματα συνιστούν εξουσίες που το εκάστοτε. ισχύον δίκαιο απονέμει στα άτομα προκειμένου να τους εξασφαλίσει

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ ΤΑ ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

ΕΝΟΠΟΙΗΜΕΝΗ ΑΠΟ ΟΣΗ ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ Ι ΡΥΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: Η ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΤΩN ΠΟΣΟΤΙΚΩN ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΩN ΜΕΤΑΞΥ ΤΩN ΚΡΑΤΩN ΜΕΛΩN

Θέµα εργασίας : Άρθρο 2 παρ. 1 Συντάγµατος( Το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξίας) Σχολιασµός Αποφ. 40/1998 Α.Π

Είδος Επιχειρήσεων & Νοµικά Ζητήµατα

ΕΙΣΑΓΩΓΗ. Ι. Η έννοια του δικαίου. 1. Ορισμός του κανόνα δικαίου

Σχέδιο ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) ΑΡΙΘ. /.. ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της [ ]

Ημερ: Αρ. Πρωτ.:1571 Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων Λεωφ. Κηφισίας 60, Μαρούσι Αθήνα, ΤΚ 15125

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟ ΙΣΤΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ,ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ,ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 12 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Περιεχόμενα. Χουρδάκης Ευστράτιος Σελίδα 1

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΩΝ ΒΟΡΕΙΟΥ ΕΛΛΑΔΟΣ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΕΝΙΚΗ ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ. Έγγραφο καθοδήγησης 1

1. Η κρατική μέριμνα για την κοινωνική ασφάλιση κατά το Σύνταγμα. Το δικαίωμα στην κοινωνική ασφάλιση αποτελεί κοινωνικό δικαίωμα, το περιεχόμενο

Transcript:

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΘΕΜΑ : «ΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ» ΕΠΟΠΤΕΥΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ : ΑΝ ΡΕΑΣ Γ. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΦΟΙΤΗΤΡΙΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ : ΜΠΟΖΙΟΥ ΜΑΡΙΑ Α.Μ. 1340199710695 ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΟ ΕΤΟΣ 2005-2006 - 1 -

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ Α) ΕΙΣΑΓΩΓΗ : ~ Τι είναι οικονοµία, η σχέση δικαίου και οικονοµίας...σελ. 3 ~ ιάκριση δικαίου σε πολιτικό κοινωνικό και οικονοµικό, τι είναι οικονοµικό δίκαιο, τι είναι δικαίωµα και τι συνταγµατικά δικαιώµατα..σελ. 4-5 ~ ιάκριση συνταγµατικών δικαιωµάτων σε οικονοµικά, πολιτικά και κοινωνικά...σελ. 5 Β) ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ : 1) Το οικονοµικό σύστηµα, το οικονοµικό καθεστώς, το οικονοµικό Σύνταγµα..σελ. 6-10 2) Φορολογία σελ. 10-11 3) Γενική οικονοµική ελευθερία...σελ. 11-14 α) Ελευθερία των συµβάσεων.....σελ. 14-16 β) Ελευθερία των κερδοσκοπικών ενώσεων...σελ. 16-17 γ) Ελευθερία ανταγωνισµού σελ. 17-18 4) ικαίωµα ιδιοκτησίας α) ικαίωµα ιδιοκτησίας..σελ. 18-22 β) Αναγκαστική απαλλοτρίωση...σελ. 22-29 γ) Ειδικές µορφές στέρησης και περιορισµού ιδιοκτησίας ~ Η προσκύρωση προς τακτοποίηση ή ορθογωνισµό µη άρτιων οικοπέδων..σελ. 29-30 ~ Η απαλλοτρίωση ιδιαίτερων αντικειµένων ιδιοκτησίας σελ. 30 ~ Η αναγκαστική απαλλοτρίωση δασών και δασικών εκτάσεων σελ. 30-31 ~ Η διάθεση εγκαταλειµµένων εκτάσεων.σελ. 31 ~ Επίταξη.σελ. 31-32 ~ Η υποχρεωτική παραχώρηση εκτάσεων-αστικός αναδασµός..σελ. 32-33 ~ Ο αγροτικός αναδασµός.σελ. 33 ~ Η προστασία της πολιτιστικής κληρονοµιάς.σελ. 33 ~ Κρατικοποίηση επιχειρήσεων..σελ. 33-34 5) ικαίωµα εργασίας σελ. 35 α) ικαίωµα εργασίας ως ελευθερία εργασίας και επαγγελµατική ελευθερία σελ. 35-38 β) ικαίωµα εργασίας ως αξίωση εργασίας.σελ. 38-39 6) Συνδικαλιστική ελευθερία σελ. 39-40 α) Η συνδικαλιστική ελευθερία ως ατοµικό δικαίωµα.σελ. 40 β) Η συνδικαλιστική ελευθερία ως συλλογικό δικαίωµα.σελ. 40 γ) Η συνδικαλιστική ελευθερία ως θεσµική εγγύηση...σελ. 41 7) Συλλογική αυτονοµία...σελ. 41-42 8) Απεργία-Ανταπεργία σελ. 42-43 α) Απεργία...σελ. 43-44 β) Ανταπεργία...σελ. 44 9) Βασικά συµπεράσµατα.σελ. 44-47 10)Περίληψη.σελ. 48-49 11)Λήµµατα...σελ. 49 12)Βιβλιογραφία σελ. 50 13)Νοµολογία.σελ. 51-158 - 2 -

Α) ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η οικονοµία προσδιορίζεται ως το σύνολο των θεσµών και µέτρων µε σκοπό τη συστηµατική κάλυψη της ανθρώπινης ανάγκης µε την παραγωγή και διανοµή των αγαθών που βρίσκονται σε στενότητα. Η έννοια των αγαθών περιλαµβάνει εκτός από τα υλικά και τα άϋλα αγαθά, τα οποία εµφανίζονται ως παροχή υπηρεσιών και περιουσιακά δικαιώµατα. Ο σκοπός της οικονοµικής δράσης συνίσταται στη µείωση της υπάρχουσας στενότητας αγαθών µε την αξιοποίηση των παραγωγικών παραγόντων 1. Η οικονοµική δραστηριότητα των ανθρώπων αποτελεί έκφραση της κοινωνικής τους δράσης, η οποία υπόκειται στους κανόνες δικαίου που ρυθµίζουν και τα οικονοµικά φαινόµενα. Η σχέση δικαίου και οικονοµίας µε τη µορφή της ρύθµισης της οικονοµικής δραστηριότητας από το δίκαιο αποτέλεσε αντικείµενο επιστηµονικής µελέτης και διερεύνησης. Οι κυριότερες απόψεις που έχουν διατυπωθεί ως προς τη σχέση δικαίου και οικονοµίας είναι οι εξής : α) Η θεωρία του ιστορικού υλισµού ή οικονοµικού ντετερµινισµού. Κύριοι εκπρόσωποί της είναι ο Karl Marx και ο Friedrich Engels. Κατά τη θεωρία αυτή η οικονοµία αποτελεί τη βάση όλων των άλλων κοινωνικών φαινοµένων. Βάση και πρωταρχικό αίτιο της κοινωνικής δράσης είναι η οικονοµική δράση. Συνεπώς και το δίκαιο συνιστά το αποτέλεσµα της οικονοµίας, δηµιουργείται και επηρεάζεται από τους υλικούς παράγοντες. Εποµένως οι κανόνες δικαίου προκύπτουν από τα οικονοµικά γεγονότα. β) Η θεωρία της λογικής προτεραιότητας του δικαίου ή της υπεροχής του δικαίου απέναντι στην οικονοµία. Κύριος εκπρόσωπός της είναι ο Rudolf Stammler. Κατά τη θεωρία αυτή το δίκαιο αποτελεί τη λογική (τελεολογική) µορφή της οικονοµίας και η οικονοµία την ύλη του. Η ύλη υπάγεται στη µορφή, γιατί τα οικονοµικά φαινόµενα ρυθµίζονται εξωτερικά µε τους κανόνες δικαίου. Η οικονοµία συνιστά εφαρµογή του δικαίου και υλοποιεί τους σκοπούς του δικαίου. γ) Η θεωρία της αλληλεπίδρασης και αλληλεξάρτησης του δικαίου και της οικονοµίας. Κύριοι εκπρόσωποί της είναι ο Max Weber και ο Antonio Gramsci. To δίκαιο και η οικονοµία τελούν µεταξύ τους σε σχέση αλληλεπίδρασης και αλληλεξάρτησης. Το δίκαιο επηρεάζεται και διαµορφώνεται κυρίως από τα οικονοµικά και κοινωνικά δεδοµένα, τα οποία µεταβάλλονται µε ταχύτητα µεγαλύτερη από εκείνη του δικαίου, ώστε να µην µπορούν να δαµαστούν από το δίκαιο, το οποίο εκ των υστέρων επικυρώνει απλώς τις συγκεκριµένες οικονοµικές σχέσεις. Από την άλλη το δίκαιο επηρεάζει την οικονοµική δραστηριότητα, τη διαµορφώνει και την κατευθύνει. Η οικονοµική δραστηριότητα και η κατανάλωση επηρεάζονται και διαµορφώνονται και κατευθύνονται από το δίκαιο, το οποίο καθορίζει και ρυθµίζει την οικονοµική και εµπορική πολιτική. Άρα οι ιδιώτες προσανατολίζουν την οικονοµική τους δράση στους στόχους που χαράσσονται από το κράτος και εναρµονίζουν τη δραστηριότητά τους στις ισχύουσες νοµικές ρυθµίσεις 2. 1 Γέροντας Απόστολος, ηµόσιο Οικονοµικό ίκαιο, 2002, σελ. 11. 2 Γέροντας Αποστ., ηµόσιο Οικονοµικό ίκαιο, 2002, σελ. 7 επ., Βελέτζας Ι., Οικονοµικό δίκαιο, 1987, σελ. 155 επ., Τάχος Αναστ., ιοικητικό Οικονοµικό ίκαιο, 1985, σελ. 25 επ. - 3 -

Στις σύγχρονες συνθήκες ανταποκρίνεται η διάκριση του δικαίου σε πολιτικό, κοινωνικό και οικονοµικό. Η τριµερής αυτή θεµελιώδης διάκριση αναφέρεται όχι µόνο στη ζωή του ατόµου, αλλά και στη ζωή του συνόλου, στη ζωή της οµάδας. Σε καθένα από τους χώρους αυτούς, αντιστοιχούν συγκεκριµένες µορφές κράτους και πολίτη, αντιστοιχούν δικαιώµατα και υποχρεώσεις των πολιτών και κρατικές αρµοδιότητες. Το περιεχόµενο και η διάρθρωση των χώρων αυτών καθορίζει το περιεχόµενο των δικαιωµάτων του ανθρώπου και των κρατικών δραστηριοτήτων. Στην κοινωνική περιοχή κυριαρχεί ο άνθρωπος ιδιώτης σε όλες του τις µορφές και τις βιοτικές σχέσεις. Στην πολιτική περιοχή κυριαρχεί ο πολίτης και στην οικονοµική ο εργαζόµενος άνθρωπος. Στον οικονοµικό χώρο διεξάγεται ο αγώνας για την απόκτηση οικονοµικών αγαθών, ο οικονοµικός ανταγωνισµός και κατατάσσονται οι οικονοµικές ενέργειες του ανθρώπου. Ο πολιτικός χώρος είναι ο χώρος του ανταγωνισµού για την ανάληψη και τη διαχείριση της πολιτικής εξουσίας. Μέσα σ αυτές τις τρεις περιοχές εκτυλίσσονται οι ανθρώπινες ενέργειες, αναπτύσσονται και διαµορφώνονται σχέσεις, καταστάσεις και θεσµοί. Οικονοµική, κοινωνική και πολιτική διάσταση της ανθρώπινης συνύπαρξης δεν απότελούν στεγανά διαµερίσµατα. Αντιθέτως αλληλοσυµπληρώνονται και αλληλοεπηρεάζονται 3. Οικονοµικό δίκαιο είναι το σύνολο των κανόνων που θεσπίζονται εν όψει σκοπών οικονοµικής πολιτικής. Στο οικονοµικό δίκαιο εντάσσονται όλες οι ρυθµίσεις που αφορούν οικονοµικές σχέσεις. Το οικονοµικό δίκαιο αναφέρεται στις νοµικές ρυθµίσεις που διαµορφώνουν την οικονοµία και ρυθµίζουν την εξέλιξή της. Συνεπώς το οικονοµικό δίκαιο αναφέρεται στο σύνολο όλων των ιδιωτικού, ποινικού, και δηµοσίου δικαίου ρυθµίσεων και µέτρων, µε τα οποία το κράτος επενεργεί στις έννοµες σχέσεις των συµµετεχόντων στην οικονοµική ζωή και στη σχέση τους µε το κράτος. Το δηµόσιο οικονοµικό δίκαιο έχει ως αντικείµενο τους ιδιαίτερους κανόνες που διέπουν την επέµβαση του κράτους στην οικονοµία, για την εξασφάλιση ορισµένης έννοµης οικονοµικής τάξης. Το δηµόσιο οικονοµικό δίκαιο είναι το δίκαιο της κρατικής παρέµβασης και περιλαµβάνει κανόνες που διέπουν το νοµικό πλαίσιο των κρατικών επεµβάσεων στην ιδιωτική οικονοµική πρωτοβουλία και τους θεσµούς της κρατικής οικονοµικής και επιχειρηµατικής δραστηριότητας 4. ικαίωµα είναι η εξουσία που απονέµεται από το δίκαιο στα πρόσωπα για την ικανοποίηση συµφέροντος. Συνταγµατικά δικαιώµατα είναι τα παρεχόµενα στα άτοµα και ως µέλη του κοινωνικού συνόλου θεµελιώδη, πολιτικά, κοινωνικά και οικονοµικά δικαιώµατα, τα οποία αποτελούν τις βασικές εξειδικεύσεις της ανθρώπινης αξίας. Το αµυντικό περιεχόµενό τους στρέφεται κατά της κρατικής και κάθε άλλης εξουσίας ενώ το προστατευτικό περιεχόµενό τους στρέφεται µόνο προς το κράτος αξιώνοντας παροχή βοήθειας για την απόκρουση κάθε απειλής. Το εξασφαλιστικό περιεχόµενό τους, εφόσον αναγνωρίζεται, στρέφεται προς το κράτος αξιώνοντας την παροχή των απαραίτητων 3 ηµητρόπουλος Ανδρέας, Γενική Συνταγµατική Θεωρία, 2004, σελ. 66 4 Αναστόπουλος Ι, Σηµειώσεις ηµοσίου Οικονοµικού ικαίου, 1986, σελ. 2, Γέροντας Απόστολος, ηµόσιο Οικονοµικό ίκαιο, 2002, σελ. 11 επ. - 4 -

µέσων για την άσκηση του δικαιώµατος. Τα συνταγµατικά δικαιώµατα παρέχονται απευθείας από το Σύνταγµα 5. Τα συνταγµατικά δικαιώµατα διακρίνονται από την άποψη του ουσιαστικού περιεχοµένου τους, της <<ύλης>> την οποία ρυθµίζουν, σε τρεις κατηγορίες. ιακρίνονται στα δικαιώµατα του κοινωνικού χώρου, στα πολιτικά δικαιώµατα και στα οικονοµικά δικαιώµατα.όµως δεν αποτελούν τρεις απόλυτα διακρινόµενες µεταξύ τους κατηγορίες. Αντίθετα συνιστούν ενότητα, ενιαίο σύστηµα βασιζόµενο στην ανθρώπινη αξία. Με τους όρους αυτούς αποδίδονται τα δικαιώµατα που κατατάσσονται αντίστοιχα στον κοινωνικό, στον πολιτικό και στον οικονοµικό χώρο. Ανάµεσα στις παραπάνω κατηγορίες δικαιωµάτων υπάρχουν ουσιαστικές διαφοροποιήσεις, οι οποίες όµως δεν ανάγονται στο περιεχόµενο της πράξης του αποδέκτη της ενέργειας του συνταγµατικού δικαιώµατος 6. Η θεσµική αυτή διάκριση µπορεί να αποτελέσει τη βάση µιας νέας διακρίσεως του δικαίου γενικότερα, µε ενιαία θεώρηση του συνταγµατικού και του κοινού δικαίου. Σύµφωνα µε αυτά, το Σύνταγµα που ισχύει, διακρίνεται σε τρία <<µερικότερα συντάγµατα>>, το κοινωνικό, το οικονοµικό και το πολιτικό 7. Στην εργασία αυτή επιχειρείται µια συνολική παρουσίαση του οικονοµικού χώρου και των οικονοµικών δικαιωµάτων. Συγκεκριµένα εξετάζονται: 1) το οικονοµικό σύστηµα, το οικονοµικό καθεστώς και το οικονοµικό σύνταγµα 2) η φορολογία 3) η γενική οικονοµική ελευθερία (ελευθερία συµβάσεων, ελευθερία κερδοσκοπικών ενώσεων, ελευθερία ανταγωνισµού) 4) δικαίωµα ιδιοκτησίας (ιδιοκτησία, αναγκαστική απαλλοτρίωση, κρατικοποίηση επιχειρήσεων, επίταξη, ειδικές µορφές στέρησης και περιορισµού ιδιοκτησίας) 5) δικαίωµα εργασίας (δικαίωµα εργασίας ως ελευθερία εργασίας και επαγγελµατική ελευθερία, δικαίωµα εργασίας ως αξίωση εργασίας) 6) συνδικαλιστική ελευθερία - συλλογική αυτονοµία 7) απεργία και ανταπεργία 5 ηµητρόπουλος Ανδρέας, Συνταγµατικά ικαιώµατα Γ Μέρος Ηµίτοµος I, 2005, σελ.101 6 ηµητρόπουλος Ανδρέας, Συνταγµατικά ικαιώµατα Γ Μέρος Ηµίτοµος I, 2005, σελ.104, 135, 136 7 ηµητρόπουλος Ανδρέας Η Συνταγµατική προστασία του ανθρώπου από ιδιωτική εξουσία, 1981/2, σελ.93-94, υποσηµ. 50-5 -

Β) ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ 1) Το Οικονοµικό Σύστηµα, Το Οικονοµικό Καθεστώς, Το Οικονοµικό Σύνταγµα Με τον όρο οικονοµικό σύστηµα νοείται συγκεκριµένη µορφή οργάνωσης και λειτουργίας του οικονοµικού χώρου, της οικονοµικής διαδικασίας, ως διαδικασίας παραγωγής και διανοµής των οικονοµικών αγαθών. Στο οικονοµικό σύστηµα περιλαµβάνεται η συνολική οικονοµική οργάνωση και οικονοµική λειτουργία. Σε συγκεκριµένο οικονοµικό σύστηµα αντιστοιχεί συγκεκριµένη µορφή κράτους και συγκεκριµένο πρότυπο του homo economicus. Στην επιστήµη έχει τεθεί το ζήτηµα αν η έννοµη τάξη αποτελεί κλειστό ή ανοικτό δικαιϊκό σύστηµα. Αµφισβητείται δηλαδή αν η έννοµη τάξη έχει κοινωνικοπολιτική ανοικτότητα ή αν αποτελεί κλειστό σύστηµα. Τίθεται το ερώτηµα αν µε τις συνταγµατικές διατάξεις καθιερώνεται ένα συγκεκριµένο οικονοµικό σύστηµα του οποίου η µεταβολή δεν είναι δυνατή, ή αν αντίθετα οι οικονοµικές διατάξεις δεν καθορίζουν συγκεκριµένο οικονοµικό σύστηµα και αφήνουν το ζήτηµα ανοικτό 8. Ως οικονοµικό καθεστώς µπορεί να ορισθεί το σύνολο των κανόνων και θεσµών, εσωτερικής και διεθνούς τάξης, που αναφέρονται στο ισχύον οικονοµικό σύστηµα και την οικονοµική πολιτική. Για τα κράτη µέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οικονοµικό τους καθεστώς εµπλουτίζεται και µε τις θεµελιώδης αρχές του Ευρωπαϊκού Κοινοτικού ικαίου 9. Χαρακτηριστικά στοιχεία του ελληνικού οικονοµικού καθεστώτος είναι : α) ο φιλελευθερισµός (αστικό καθεστώς), και β) ο επεµβατισµός του Κράτους (διευθυνόµενο καθεστώς). Από τη µια αναγνωρίζεται ευρεία σφαίρα ελεύθερης δράσης στους ιδιώτες και η ελευθερία του ατόµου αποτελεί τον κανόνα στη δραστηριότητά του. Από την άλλη αναγνωρίζεται το δικαίωµα του Κράτους να επεµβαίνει στη σφαίρα ελευθερίας του ατόµου, όχι όµως µέχρι του σηµείου να αναιρείται αυτή. Η επέµβαση στην ελευθερία του ατόµου αποτελεί την εξαίρεση και είναι µερική 10. Τα οικονοµικά συστήµατα µπορούν να διακριθούν σε δύο βασικούς τύπους : α) στο σύστηµα της ελεύθερης οικονοµίας ή οικονοµίας της αγοράς και β) στο σύστηµα της προγραµµατισµένης, διευθυνόµενης και κεντρικά σχεδιασµένης οικονοµίας. Κατά το σύστηµα της οικονοµίας της αγοράς οι οικονοµικώς σηµαντικές αποφάσεις είναι απόκεντρωµένες και καταλείπονται στα υποκείµενα της οικονοµικής δραστηριότητας, στο πλαίσιο κρατικής εποπτείας και καθοδηγήσεως. Οι οικονοµικές µονάδες αποφασί-ζουν από µόνες τους και χωρίς κεντρικό προγραµµατισµό, τι και πόσο θα παραχθεί, πώς και για ποιόν θα γίνει η παραγωγή των αγαθών. Απονέµεται στον άνθρωπο η ικανότητα να αναγνωρίζει το συµφέρον του και να ενεργεί σύµφωνα µε την οικονοµική αρχή (homo economicus). Πίσω από τις ανεξάρτητα δρώσες οικονοµικές µονάδες υπάρχει ένας συντονιστικός µηχανισµός που οδηγεί σε άριστα αποτελέσµατα: οι τιµές που σχηµατίζονται σε ελεύθερες αγορές. Με τις τιµές γίνεται η µετάδοση των πληροφοριών για τα σχέδια των οικονοµικών µονάδων. Μέσω των τιµών λειτουργεί και ο µηχανισµός κινήτρων. Συγχρόνως οι τιµές δίνουν πληροφορίες για την αξιολόγηση των αγαθών και υπηρεσιών και δηµιουργούν κίνητρα αξιοποίησής του. Η οικονοµία της αγοράς στηρίζεται σε τρεις βασικές αρχές, της ελεύθερης επιχειρηµατικής δραστηριότητας, της 8 ηµητρόπουλος Ανδρέας, Παραδόσεις Συνταγµατικού ικαίου III, 2001, σελ. 1097 9 Αναστόπουλος Ι., Σηµειώσεις ηµοσίου Οικονοµικού ικαίου, 1986, σελ. 23 10 Τάχος Αναστ., ιοικητικό Οικονοµικό ίκαιο, 1985 σελ. 117-6 -

ελεύθερης διάθεσης των παραγωγικών συντελεστών και της ελευθερίας κατανάλωσης. Θεσµικές προϋποθέσεις του συστήµατος αυτού αποτελούν η ιδιωτική αυτονοµία, η ιδιωτική ιδιοκτησία, η επαγγελµατική ελευθερία και η ελευθερία των συναλλαγών. Ιδιωτική αυτονοµία σηµαίνει το δικαίωµα ελεύθερης και υπεύθυνης δραστηριότητας στον οικονοµικό τοµέα. Συνέπειά της είναι η ανάπτυξη προσωπικής πρωτοβουλίας, η συµµετοχή στη σύγκρουση ιδεών και η ανάληψη επιχειρηµατικών κινδύνων. Η ιδιωτική αυτονοµία προστατεύει την ελεύθερη διαµόρφωση των τιµών και εγγυάται την ελεύθερη κυκλοφορία αγαθών, υπηρεσιών και κεφαλαίου. Αποφασιστικό ρόλο διαδραµατίζει το συµφέρον των ατόµων. Ο ρόλος του κράτους περιορίζεται στη θεσµική διασφάλιση λειτουργίας του συστήµατος και την παραγωγή των αναγκαίων δηµοσίων αγαθών. Συνεπώς απουσιάζει η συστηµατική κρατική παρέµβαση και επιρροή και το κράτος µπορεί να θεσπίσει περιορισµούς της οικονοµικής δραστηριότητας µόνο για λόγους αποτροπής κινδύνων. Η αποστολή του δικαίου στην ελεύθερη οικονοµία συνίσταται στη διασφάλιση του ανταγωνισµού ως υπέρτατο έννοµο αγαθό 11. Κατά το σύστηµα της προγραµµατισµένης οικονοµίας οι οικονοµικώς ουσιαστικές αποφάσεις λαµβάνονται από το κράτος, το οποίο ως ιδιοκτήτης διαθέτει κατ αποκλειστικότητα τα µέσα παραγωγής. Ο προγραµµατισµός της οικονοµίας γίνεται αποκλειστικά από το κράτος. Τα ατοµικά οικονοµικά σχέδια αντικαθίστανται ή δεσµεύονται από το συνολικό πρόγραµµα. Το κρατικό οικονοµικό σχέδιο καθορίζει την παραγωγή και τη διανοµή. Ο συντονισµός των οικονοµικών δραστηριοτήτων γίνεται από µια κεντρική αρχή που δίνει οδηγίες στις παραγωγικές µονάδες ως προς το τι και πόσο πρέπει να παράγουν, κατανέµει εργαζόµενους, µηχανές και πρώτες ύλες στις επιχειρήσεις και αποφασίζει για τον τρόπο διάθεσης των αγαθών. Η κεντρική αρχή ελέγχει τα καταναλωτικά αγαθά και τα µέσα παραγωγής. εν αναγνωρίζεται ατοµική ιδιοκτησία µα µόνο κοινωνική. Το άτο- µο δε διαθέτει προσωπική ευθύνη στο οικονοµικό γίγνεσθαι. Ο ελεύθερος ανταγωνισµός αντικαθίσταται από τη διανοµή. Στο σύστηµα αυτό οι τιµές δεν λειτουργούν ως συντονιστικός µηχανισµός, µα µόνο ως εργαλείο συνολικού σχεδιασµού της οικονοµίας. Μειονέκτηµα του συστήµατος αυτού είναι ότι οι καταναλωτικές επιθυµίες δεν θεωρούνται πρωταρχικές και δεν ικανοποιούνται σε όλη τους την έκταση και η ιδιωτική πρωτοβουλία των παραγωγών δεν δραστηριοποιείται και δεν παρακινείται στην προσφορά καλύτερων παροχών. Η βασική διαφορά των δύο συστηµάτων, που θεµελιώνει και την υπεροχή της οικονοµίας της αγοράς, είναι ότι χρησιµοποιεί το ίδιο συµφέρον ως εργαλείο αποτελεσµατικής κοινωνικής συνεργασίας 12. Υποστηρίζεται η άποψη ότι το Σύνταγµα είναι οικονοµικοπολιτικά ουδέτερο. εν επιτάσσει ένα ορισµένο οικονοµικό σύστηµα και δεν υπάρχουν διατάξεις που να διακηρύσσουν δεσµευτικά και απόλυτα την ελεύθερη οικονοµία της αγοράς ή την προγραµµατισµένη οικονοµία. Το Σύνταγµα δεν παίρνει θέση υπέρ ή κατά ενός ορισµένου οικονοµικού συστήµατος, αλλά αφήνει την απόφαση αυτή στον νοµοθέτη, που 11 Badura, Θεµελιώδη Προβλήµατα Του Οικονοµικού Συνταγµατικού ικαίου, ΝοΒ, 1976, σελ. 834, Γέµτος Πέτρος, Οικονοµία και ίκαιο, 2003, σελ. 104 επ., Γέροντας Απόστολος, ηµόσιο Οικονοµικό ίκαιο, 2002, σελ. 28 επ. 12 Badura, Θεµελιώδη Προβλήµατα Του Οικονοµικού Συνταγµατικού ικαίου, ΝοΒ, 1976, σελ. 834, Γέµτος Πέτρος, Οικονοµία και ίκαιο, 2003, σελ. 104 επ., Γέροντας Απόστολος, ηµόσιο Οικονοµικό ίκαιο, 2002, σελ. 28 επ. - 7 -

απολαµβάνει µεγάλη σχετική ελευθερία κινήσεως. Από αυτή την άποψη το Σύνταγµα είναι οικονοµικοπολιτικά ουδέτερο. Η ουδετερότητα αυτή δεν είναι όµως πλήρης. Υπάρχει µέσα σε όρια που ορίζει το Σύνταγµα. Τα όρια αυτά είναι διπλά. Από τη µια χαράζονται όρια µε την κατοχύρωση των ατοµικών δικαιωµάτων, ιδίως της ιδιωτικής οικονοµικής πρωτοβουλίας και ιδιοκτησίας και τον αντίστοιχο περιορισµό της κρατικής εξουσίας. Από την άλλη τίθενται όρια µε την επιβολή θετικών υποχρεώσεων στο κράτος και τους ιδιώτες, καθώς και µε τον περιορισµό των δικαιωµάτων των ιδιωτών. Υπάρχουν διατάξεις του Συντάγµατος που αναγνωρίζουν ελευθερίες του ατόµου και προβλέπουν εξουσίες του κράτους, ορίζουν όρια στις ελευθερίες και εξουσίες αυτές και επιβάλλουν υποχρεώσεις στο κράτος και στα άτοµα. εν αποτελούν όµως σύστηµα και καµιά από τις διατάξεις αυτές δεν προσδιορίζει την οικονοµική πολιτική που οφείλει να ακολουθεί το κράτος. Όµως ο νοµοθέτης είναι ελεύθερος να ακολουθεί την οικονοµική πολιτική της προτιµήσεως του, εφόσον δεν υπερβαίνει τα άκρα όρια που θέτει το Σύνταγµα. Όµως τόσο η άκρατα ατοµοκεντρική όσο και η πλήρως διευθυνόµενη οικονοµία βρίσκονται εκτός των ορίων του Συντάγµατος. Οι ενδιάµεσες πολυάριθµες λύσεις είναι κατ αρχήν στην διάθεση του νοµοθέτη, εφόσον σέβεται στον πυρήνα τους την ελεύθερη οικονοµική πρωτοβουλία και τον ελεύθερο ανταγωνισµό και τους κοινωνικούς περιορισµούς που προβλέπει το Σύνταγµα. Υπ αυτήν την έννοια το Σύνταγµα µπορεί και πρέπει να χαρακτηριστεί ως οικονοµικοπολιτικά ουδέτερο 13. Επίσης υποστηρίζεται και η άποψη ότι το Σύνταγµα δε µπορεί κατ ακριβολογία να θεωρηθεί ως οικονοµικοπολιτικά ουδέτερο, έστω και αν δεν προδιαγράφει, µε ειδικές διατάξεις, συγκεκριµένο οικονοµικό καθεστώς. Το Σύνταγµα δεν καθορίζει συγκεκριµένο οικονοµικό σύστηµα και πολιτική, µα περιέχει µόνο ευρύ πλαίσιο, µέσα στο οποίο ο κοινός νοµοθέτης και η κυβέρνηση διαµορφώνει το συγκεκριµένο σύστηµα. Ο κοινός νοµοθέτης διαθέτει σχετική ελευθερία δράσης (ευρεία διακριτική εξουσία) για την αντιµετώπιση οικονοµικών καταστάσεων και τη χάραξη γενικότερης οικονοµικής πολιτικής. Οπότε ορθότερο θα ήταν να χαρακτηρισθεί το Σύνταγµα ανοιχτό στο θέµα του οικονοµικού συστήµατος, ότι δεν επιλέγει ένα από τα δυνατά συστήµατα, αλλά αφήνει, µέσα σε όρια, ευρεία οικονοµικοπολιτική διαπλαστική εξουσία στον κοινό νοµοθέτη. Βέβαια υποστηρίζεται ότι ο κοινός νοµοθέτης δε µπορεί να υπερβεί το σύστηµα της οικονοµίας της αγοράς, συστήµατος που εποµένως κατοχυρώνεται συνταγµατικά. Αρκεί η παρέµβασή του να δικαιολογείται επαρκώς και ειδικά από λόγους γενικότερου δηµοσίου ή κοινωνικού συµφέροντος και να µην αναιρεί στην ουσία του το καθεστώς της οικονοµίας της αγοράς. Βέβαια θα πρέπει να γίνει δεκτό, ότι η πλήρης κατάργηση της οικονοµίας της αγοράς θα έθιγε στον πυρήνα της την οικονοµική πρωτοβουλία. Μα και η απεριόριστα ελεύθερη αγορά δεν είναι συνταγµατικά ανεκτή 14. Ακόµα υποστηρίζεται η άποψη ότι το Σύνταγµα αναγνωρίζει το χαρακτήρα της οικονοµίας ως προγραµµατισµένης οικονοµίας. Το Σύνταγµα στο άρθρο 106 παρ. 1 διαγράφει τον οικονοµικό ρόλο του κράτους 15. Ο συντακτικός νοµοθέτης αναθέτει στο 13 αγτόγλου Π.., Συνταγµατικό ίκαιο Ατοµικά ικαιώµατα, Τόµος Β,2005, σελ. 1185 επ. 14 Μάνεσης Αρ. Μανιτάκης Αντ., Κρατικός Παρεµβατισµός Και Σύνταγµα, ΝοΒ 29, 1981,σελ. 1204, Σταθόπουλος Μ., Οικονοµική Ελευθερία, Οικονοµικό Σύστηµα Και Σύνταγµα, ΤοΣ, 1981,σελ. 528 επ. 15 Για την εδραίωση της κοινωνικής ειρήνης και την προστασία του γενικού συµφέροντος το Κράτος προγραµµατίζει και συντονίζει την οικονοµική δραστηριότητα στη Χώρα, επιδιώκοντας να εξασφαλίσει την οικονοµική ανάπτυξη όλων των τοµέων της εθνικής οικονοµίας. Λαµβάνει τα επιβαλλόµενα µέτρα για την αξιοποίηση των πηγών εθνικού πλούτου, από την ατµόσφαιρα και τα υπόγεια ή υποθαλάσσια - 8 -

κράτος τον προγραµµατισµό της οικονοµίας. Έτσι το Σύνταγµα αίρει κάθε αµφισβήτηση ως προς το χαρακτήρα της οικονοµίας και καθορίζει το οικονοµικό σύστηµα της προγραµµατισµένης οικονοµίας. Ο προγραµµατισµός αυτός δεν αφορά µόνο τη δηµόσια οικονοµία µα την οικονοµική δραστηριότητα στο σύνολό της. Το Σύνταγµα αποκλείει τον συγκεντρωτικό προγραµµατισµό και τάσσεται υπέρ ενός συστήµατος αποκεντρωµένου δηµοκρατικού προγραµµατισµού της οικονοµίας. Εκτός από τον προγραµµατικό ρόλο, το οικονοµικό κράτος συντονίζει την οικονοµία. Ο οικονοµικός συντονισµός προϋποθέτει την ύπαρξη στον οικονοµικό χώρο περισσότερων φορέων. Εποµένως το Σύνταγµα αποκλείει την ύπαρξη ενός οικονοµικού φορέα, του κράτους ως αποκλειστικού και µοναδικού οικονοµικού φορέα, δηλαδή αποκλείει το σύστηµα του οικονοµικού συγκεντρωτισµού. Οι διάφοροι οικονοµικοί φορείς έχουν είτε δηµόσιο είτε ιδιωτικό χαρακτήρα. Το Σύνταγµα αναγνωρίζει την ύπαρξη περισσότερων οικονοµικών φορέων και των δύο κατηγοριών. Από την άποψη αυτή το προβλεπόµενο από το Σύνταγµα οικονοµικό σύστηµα είναι σύστηµα µικτής οικονοµίας 16. Τέλος υποστηρίζεται η άποψη ότι το Σύνταγµα κατοχυρώνει ένα ορισµένο οικονοµικό σύστηµα και δεν είναι οικονοµικοπολιτικά ουδέτερο. Κατά την άποψη αυτή το κατοχυρούµενο οικονοµικό σύστηµα δεν είναι αµιγές µα µικτό. Ειδικότερα είναι ένα σύστηµα περιορισµένο ή βελτιωµένο της ελεύθερης οικονοµίας ή της οικονοµίας της αγοράς. Βάση του συστήµατος αυτού είναι το σύστηµα της ελεύθερης οικονοµίας. Αυτό προκύπτει από τη ρητή συνταγµατική κατοχύρωση της οικονοµικής ελευθερίας (αρθρ. 5 παρ. 1) και της ιδιοκτησίας (αρθρ. 17). Το σύστηµα δεν είναι όµως το ακραίο του κλασσικού οικονοµικού φιλελευθερισµού, που στηρίζεται στην αρχή της µη επεµβάσεως του κράτους στην οικονοµία. Μάλιστα το αρθρ. 106 του Συντάγµατος προβλέπει έντονες παρεµβάσεις του κράτους στην οικονοµία. Εποµένως το Σύνταγµά µας περιλαµβάνει ένα µικτό οικονοµικό Σύνταγµα, αρχές του οποίου είναι η οικονοµική ελευθερία, η ιδιωτική ιδιοκτησία και ο κρατικός παρεµβατισµός 17. Η έκφραση οικονοµικό Σύνταγµα έχει µία στενότερη και µία ευρύτερη έννοια. Με τη στενή έννοια ως οικονοµικό Σύνταγµα νοείται το συνταγµατικό καθεστώς του οικονοµικού βίου, στο οποίο συµπεριλαµβάνεται η δέσµευση της οικονοµικής πολιτικής και της οικονοµικής διοικήσεως δια του συνταγµατικού δικαίου. Με την ευρεία έννοια ως οικονοµικό Σύνταγµα νοείται το σύνολο των κανόνων δικαίου, οι οποίοι, κατά τρόπο βασικό και διαρκή, καθορίζουν την οργάνωση και την πορεία της οικονοµικής διαδικασίας, χωρίς να λαµβάνεται υπ όψη η τυπική ισχύς τους ως συνταγµατικές διατάξεις ή διατάξεις νόµου. Το οικονοµικό Σύνταγµα µε τη στενή έννοια υποδηλώνει τις διατάξεις του συνταγµατικού δικαίου που έχουν σηµασία για την οικονοµική δραστηριότητα, την οικονοµική πολιτική και την οικονοµική διοίκηση. Αυτά δε σηµαίνουν ότι ο συνταγµατικός νοµοθέτης θέτει ως βάση µια ενσυνείδητη απόφαση υπέρ ενός ορισµένου οικονοµικού συστήµατος. Η ευρεία έννοια του οικονοµικού Συντάγµατος δεν ξεκινά από την κανονιστική σκοπιά της αυξηµένης τυπικής ισχύος του συνταγµατικού δικαίου, αλλά από την οικονοµία ως µία ενότητα κοινωνικής δράσης και ενέργειας και την προβληµατική που προκύπτει από αυτήν. Αποβλέπει στις αρχές του δικαίου και στους νοµικούς κοιτάσµατα, για την προώθηση της περιφερειακής ανάπτυξης και την προαγωγή ιδίως της οικονοµίας των ορεινών, νησιωτικών και παραµεθόριων περιοχών. 16 ηµητρόπουλος Ανδρέας, Παραδόσεις Συνταγµατικού ικαίου III, 2001, σελ. 1099 17 Ράικος Α., Συνταγµατικό ίκαιο - Θεµελιώδη ικαιώµατα, 2002, σελ. 398-399 - 9 -

θεσµούς, που έχουν βασική σηµασία και είναι χαρακτηριστικοί για την ισχύουσα ρύθµιση της οικονοµικής δραστηριότητας 18. 2) Φορολογία Το Σύνταγµα καθιερώνει ισότητα στα δικαιώµατα και στις υποχρεώσεις. Ο συντακτικός νοµοθέτης καθιερώνει την αρχή της φορολογικής ισότητας. Κατά το άρθρο 4 παρ. 5 οι Έλληνες πολίτες συνεισφέρουν χωρίς διακρίσεις στα δηµόσια βάρη, ανάλογα µε τις δυνάµεις τους. Η διάταξη αυτή έχει τριπλή σηµασία: επιβάλλει την φορολογική υποχρέωση των Ελλήνων, διακηρύσσει την φορολογική ισότητα, κατοχυρώνει την φορολογική δικαιοσύνη. Η υποχρέωση συνεισφοράς σηµαίνει την υποχρέωση των πολιτών να καλύπτουν τις δηµόσιες δαπάνες. Η κάλυψη αυτή γίνεται κυρίως µε την καταβολή φόρων, δασµών και τελών και χαρακτηρίζεται ως φορολογική υποχρέωση. Στην φορολογική υποχρέωση των πολιτών αντιστοιχεί η φορολογική εξουσία του κράτους, αλλά καµιά αξίωση των πολιτών, ούτε αυτών που υπέστησαν θυσία υπέρ του γενικού συµφέροντος. Η συνεισφορά στα δηµόσια βάρη γίνεται χωρίς διακρίσεις. Όµως δεν απαγορεύονται οποιεσδήποτε, αλλά µόνο οι αυθαίρετες διακρίσεις. Αυθαίρετες είναι οι διακρίσεις που δεν στηρίζονται σε κριτήρια φορολογικής δικαιοσύνης ή γενικής και αντικειµενικής φορολογικής πολιτικής 19. Το Σύνταγµα επιτρέπει τις φορολογικές απαλλαγές και εξαιρέσεις ενώ απαγορεύει τα φορολογικά προνόµια. Η διαφορά είναι ότι οι φορολογικές απαλλαγές και εξαιρέσεις δεν έχουν χαριστικό χαρακτήρα, µα αποσκοπούν στην επίτευξη φορολογικής δικαιοσύνης ή αποτελούν µέσα ασκήσεως οικονοµικής πολιτικής. Το άρθρο 4 παρ. 5 δεν κατοχυρώνει τη µαθηµατική φορολογική ισότητα δηλ. την επιβολή ίσου ακριβώς φόρου σε κάθε πολίτη. Επιβάλλει την διαµόρφω-ση του φορολογικού συστήµατος κατά τρόπο που να λαµβάνει υπ όψη τις οικονοµικές δυνάµεις κάθε φορολογούµενου. Το Σύνταγµα επιβάλλει την αναλογική φορολογία αλλά δεν επιτάσσει ορισµένο φορολογικό σύστηµα 20. Κανένας φόρος δεν επιβάλλεται ούτε εισπράττεται χωρίς τυπικό νόµο που καθορίζει το υποκείµενο της φορολογίας και το εισόδηµα, το είδος της περιουσίας, τις δαπάνες και τις συναλλαγές ή τις κατηγορίες τους, στις οποίες αναφέρεται ο φόρος (αρθρ. 78 παρ. 1 Συντ.). Το αντικείµενο της φορολογίας, ο φορολογικός συντελεστής, οι απαλλαγές ή εξαιρέσεις από τη φορολογία και απονοµή των συντάξεων δεν µπορούν να αποτελέσουν αντικείµενο νοµοθετικής εξουσιοδότησης (αρθρ. 78 παρ. 4 Συντ.). Κατ εξαίρεση από την απαγόρευση της νοµοθετικής εξουσιοδότησης, επιτρέπεται να επιβληθούν µε εξουσιοδότηση νόµων πλαισίων εξισωτικές ή αντισταθµιστικές εισφορές ή δασµοί, καθώς και να ληφθούν οικονοµικά µέτρα στο πλαίσιο των διεθνών σχέσεων της Χώρας µε οικονοµικούς οργανισµούς ή µέτρα που αποβλέπουν στην εξασφάλιση της συναλλακτικής θέσης της Χώρας (αρθρ. 78 παρ. 5 Συντ.). Απαγορεύεται η αναδροµικότητα των φορολογικών νόµων. Φόρος ή άλλο οποιοδήποτε οικονοµικό βάρος δε µπορεί να επιβληθεί µε νόµο αναδροµικής ισχύος που εκτείνεται πέρα από το οικονοµικό έτος το προηγούµενο εκείνου κατά το οποίο επιβλήθηκε(αρθρ. 78 παρ. 2 Συντ.). Η απαγόρευ- 18 Badura, Θεµελιώδη Προβλήµατα Του Οικονοµικού Συνταγµατικού ικαίου, ΝοΒ, 1976, σελ. 834,835 19 ΣτΕ 1154/83 (Ολ.) π. χ. αυθαίρετη διάκριση όταν δυσµενέστερη φορολογική µεταχείριση στους έγγαµους έναντι των αγάµων. 20 ηµητρόπουλος Ανδρέας, Παραδόσεις Συνταγµατικού ικαίου III, 2001, σελ. 1100, αγτόγλου Π.., Συνταγµατικό ίκαιο Ατοµικά ικαιώµατα, Τόµος Β,2005, σελ.1410 επ. - 10 -

ση αυτή βρίσκεται σε συµφωνία µε την γενικότερη συνταγµατική αρχή της απαγόρευσης της αναδροµικότητας των δυσµενών νόµων. εν είναι αναδροµική και εποµένως είναι δυνατή η επιβολή φόρων για το προηγούµενο οικονοµικό έτος. 3) Γενική Οικονοµική Ελευθερία Το Σύνταγµα στο αρθρ. 5 παρ. 1 περιέχει ρητή κατοχύρωση της γενικής οικονοµικής ελευθερίας 21. Σε αυτήν υπάγεται κάθε οικονοµική δραστηριότητα που δεν προστατεύεται ή δεν ρυθµίζεται ρητά. Κατά το άρθρο αυτό, «καθένας έχει δικαίωµα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του και να συµµετέχει στην κοινωνική, οικονοµική και πολιτική ζωή της χώρας, εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώµατα των άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγµα ή τα χρηστά ήθη». Η συµµετοχή αυτή έχει δύο βασικές µορφές, είναι ενεργητική και παθητική. Η ενεργητική είναι κυρίως επιχειρηµατική συµµετοχή, δηλαδή συµµετοχή στην ευρύτερη παραγωγική διαδικασία των υλικών αγαθών. Η παθητική είναι κυρίως καταναλωτική συµµετοχή, µε την ευρύτερη έννοια της απόλαυσης των υλικών αγαθών 22. Το δικαίωµα συµµετοχής στην οικονοµική ζωή της χώρας ταυτίζεται µε την γενική οικονοµική ελευθερία. Κατά το αρθρ. 5 παρ. 3 η προσωπική ελευθερία είναι απαραβίαστη. Παλαιότερα η προστασία της οικονοµικής ελευθερίας προέκυπτε από το δικαίωµα της προσωπικής ελευθερίας. Η κατοχύρωση του δικαιώµατος των ιδιωτών να συµµετέχουν στην οικονοµική ζωή της χώρας οδηγεί σε απαγόρευση της πλήρης κρατικοποίησης ή κοινωνικοποίησης της οικονοµίας. Το Σύνταγµα κατοχυρώνει την οικονοµική ελευθερία όχι µόνο ως ατοµικό δικαίωµα, δηλαδή δικαίωµα κατά του κράτους µε περιεχόµενο να απέχει το κράτος από την προσβολή της οικονοµικής ελευθερίας του ιδιώτη, µα και ως θεσµική εγγύηση, δηλαδή ως αντικειµενικό κανόνα της συνταγµατικής τάξης 23, και αυτό προκύπτει από το ότι η διάταξη αυτή ανήκει στις θεµελιώδεις διατάξεις του Συντάγµατος που δεν υπόκεινται σε αναθεώρηση 24. Το αρθρ. 5 παρ. 1 κατοχυρώνει την γενική οικονοµική ελευθερία, ενώ άλλες συνταγ- µατικές διατάξεις εγγυώνται ειδικές πλευρές της οικονοµικής ελευθερίας. Άρα η διάταξη αυτή εφαρµόζεται µόνο επικουρικά, για να κατοχυρώνει πλευρές της οικονοµικής ελευθερίας που δεν προστατεύονται από άλλες ειδικές διατάξεις του Συντάγµατος. Κυρίως πρόκειται για την ιδιωτική αυτονοµία και µάλιστα την ελευθερία των συµβάσεων, των κερδοσκοπικών ενώσεων και του ανταγωνισµού. Από την κατοχύρωση της οικονοµικής ελευθερίας στο αρθρ. 5 παρ. 1 προκύπτει η συνταγµατική εγγύηση της ιδιωτικής οικονο- µικής πρωτοβουλίας, που περιέχει την προστασία της επιχειρηµατικής ελευθερίας. Ο συντακτικός νοµοθέτης την αναφέρει και ρητά στο αρθρ. 106 παρ. 2, αν και για να την περιορίσει. Το αρθρ. 106 παρ. 2 θέτει όρια τόσο στον κρατικό παρεµβατισµό, όσο και στην ιδιωτική οικονοµική πρωτοβουλία. Έτσι ο κρατικός παρεµβατισµός δεν επιτρέπεται 21 αγτόγλου Π.., Συνταγµατικό ίκαιο Ατοµικά ικαιώµατα, Τόµος Β,2005, σελ. 1137 επ., Γεωργόπουλος Κωνστ. Επίτοµο Συνταγµατικό δίκαιο,2001, σελ.599, Ράικος Α., Συνταγµατικό ίκαιο - Θεµελιώδη ικαιώµατα, 2002, σελ. 349 επ., Αναστόπουλος Ι., Σηµειώσεις ηµόσιου Οικονοµικού δικαίου 1986, σελ. 25, Χρυσόγονος Κ., Ατοµικά και κοινωνικά δικαιώµατα, 2002 σελ. 177 επ., Σταθόπουλος Μ., Οικονοµική Ελευθερία, Οικονοµικό Σύστηµα Και Σύνταγµα, ΤοΣ, 1981,σελ. 521 επ., Λιακόπουλος Αθ., η οικονοµική ελευθερία αντικείµενο προστασίας στο δίκαιο του ανταγωνισµού, 1981,σελ. 68 επ. 22 ηµητρόπουλος Ανδρέας, Παραδόσεις Συνταγµατικού ικαίου III, 2001, σελ. 1110,1111 23 Αναστόπουλος Ι., Σηµειώσεις ηµόσιου Οικονοµικού δικαίου 1986, σελ. 25 επ. 24 αρθρ. 110 παρ. 1 Συντάγµατος - 11 -

να συνίσταται σε µέτρα που καταπνίγουν την ιδιωτική οικονοµική πρωτοβουλία και επιβάλλουν στη χώρα καθεστώς διευθυνόµενης οικονοµίας. Όµως η ιδιωτική οικονοµική πρωτοβουλία δεν επιτρέπεται σε βάρος της ελευθερίας και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας ή προς βλάβη της εθνικής οικονοµίας. Ενώ το αρθρ. 5 παρ. 1 κατοχυρώνει το ατοµικό δικαίωµα της οικονοµικής ελευθερίας, το αρθρ. 106 παρ. 2 περιέχει θεσµική εγγύηση της ελεύθερης ιδιωτικής οικονοµικής πρωτοβουλίας. Η ελευθερία της ιδιωτικής οικονοµικής πρωτοβουλίας αναφέρεται στην παραγωγή και προσφορά, αλλά και στην κατανάλωση αγαθών και υπηρεσιών 25. Το Συµβούλιο της Επικρατείας θεµελιώνει την οικονοµική ελευθερία άλλοτε στο αρθρ. 5 παρ. 3 και άλλοτε στη διάταξη αυτή σε συνδυασµό µε την παρ. 1 του ίδιου άρθρου 26, άλλοτε στο αρθρ. 5 παρ. 1 27 και άλλοτε στο αρθρ. 5 σε συνδυασµό µε το αρθρ. 106 παρ. 2. Ούτε στη θεωρία επικρατεί οµοφωνία ως προς το ζήτηµα της συνταγµατικής θεµελίωσης της οικονοµικής ελευθερίας 28. Κρατούσα πάντως είναι η άποψη της συνταγ- µατικής κατοχύρωσης της οικονοµικής ελευθερίας στο αρθρ. 5 παρ. 1. Το περιεχόµενο της οικονοµικής ελευθερίας δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί εκ των προτέρων εξαντλητικά γιατί η οικονοµική ελευθερία χαρακτηρίζεται από µια δυναµικότητα στα πλαίσια των κοινωνικοοικονοµικών εξελίξεων µε αποτέλεσµα να εµφανίζονται συνεχώς νέες µορφές εκδήλωσης της οικονοµικής ελευθερίας, οι οποίες µπορούν να υπαχθούν στην προστατευτική λειτουργία του αρθρ. 5 παρ. 1 του Συντάγµατος 29. Η οικονοµική ελευθερία καλύπτει και τα άυλα αγαθά της βιοµηχανικής ιδιοκτησίας, δηλαδή προστατεύει την δυνατότητα απόκτησης οικονοµικών αγαθών, ανεξάρτητα από τη νοµική µορφή της ιδιοκτησιακής σχέσης και τους φορείς της, και την δηµιουργία περιουσίας, µέσα στα όρια που θέτει ο νόµος 30. Φορείς(ή υποκείµενα) της οικονοµικής ελευθερίας ως ατοµικού δικαιώµατος είναι εκτός από τα φυσικά πρόσωπα και τα νοµικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου. Τα νοµικά πρόσωπα δηµοσίου δικαίου δεν είναι καταρχήν υποκείµενα ατοµικών δικαιωµάτων και το ίδιο ισχύει για τους δηµόσιους οργανισµούς, δηλαδή τις δηµόσιες επιχειρήσεις που αποτελούν µονοπώλια ή κατέχουν δεσπόζουσα θέση στην παροχή ζωτικών αγαθών ή υπηρεσιών, όπως ύδρευση, ηλεκτρισµός κ.λ.π. Όταν όµως οι δηµόσιες επιχειρήσεις συµµετέχουν στην οικονοµική ζωή όπως οι ανταγωνιστές τους πρέπει να θεωρηθούν υποκείµενα της οικονοµικής ελευθερίας 31. Φορείς(ή υποκείµενα) της οικονοµικής ελευ- 25 αγτόγλου Π.., Συνταγµατικό ίκαιο Ατοµικά ικαιώµατα, Τόµος Β,2005, σελ.1137 επ. 26 ΣτΕ 276/86, 2193/82, 4036/79, 1820/95, ΑΠ 31/90 Ολ. 27 ΣτΕ 421/83, 1366/83, 2956/83, 1212/94, 2029/92, 3250/98, 1149/88, 3905/88, 1898/95 28 ο αγτόγλου Π.., Συνταγµατικό ίκαιο Ατοµικά ικαιώµατα, Τόµος Β,2005, σελ. 1137 επ. και ο Γεωργόπουλος Κωνστ. Επίτοµο Συνταγµατικό δίκαιο,2001, σελ.599 και ο Ράικος Α., Συνταγµατικό ίκαιο - Θεµελιώδη ικαιώµατα, 2002, σελ.349 επ. και ο Αναστόπουλος Ι., Σηµειώσεις ηµόσιου Οικονοµικού δικαίου 1986, σελ. 25 επ. και ο Χρυσόγονος Κ., Ατοµικά και κοινωνικά δικαιώµατα, 2002 σελ. 177 επ., Σταθόπουλος Μ., Οικονοµική Ελευθερία, Οικονοµικό Σύστηµα Και Σύνταγµα, ΤοΣ, 1981,σελ. 521 επ., Λιακόπουλος Αθ., η οικονοµική ελευθερία αντικείµενο προστασίας στο δίκαιο του ανταγωνισµού, 1981,σελ. 68 επ. θεωρούν την θεµελίωση της οικονοµικής ελευθερίας στο αρθρ. 5 παρ. 1, ενώ ο Μάνεσης Α.,Συνταγµατικά δικαιώµατα-ατοµικές Ελευθερίες 1982, σελ 151 επ., και ο Μανιτάκης «Το υποκείµενο των συνταγµατικών δικαιωµάτων κατά το άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγµατος, 1981, σελ. 196» εµµένουν στην άποψη ότι η οικονοµική ελευθερία θεωρείται συνταγµατικά κατοχυρωµένη σαν ειδικότερη εκδήλωση της προσωπικής ελευθερίας. 29 Γέροντας Απόστολος, ηµόσιο Οικονοµικό ίκαιο, 2002, σελ. 304 30 Λιακόπουλος Θ., Η συνταγµατική προστασία της βιοµηχανικής ιδιοκτησίας, 1986, σελ. 12 επ. 31 Γέροντας Απόστολος, ηµόσιο Οικονοµικό ίκαιο, 2002, σελ. 306-307 - 12 -

θερίας δεν είναι µόνο οι Έλληνες µα και οι αλλοδαποί. Με νόµο όµως µπορούν να επιβληθούν ορισµένοι πρόσθετοι περιορισµοί στην οικονοµική δραστηριότητα των αλλοδαπών 32. Η ελευθερία της οικονοµικής δραστηριότητας δεν είναι απόλυτη, αλλά υπάρχουν πολλοί περιορισµοί της 33. Η ελευθερία της οικονοµικής δραστηριότητας τελεί υπό την επιφύλαξη του νόµου, µε συνέπεια να έχει ο νοµοθέτης το δικαίωµα να παρεµβαίνει και να ρυθµίζει τους όρους και την έκταση της άσκησής της. Άρα µόνο µε νόµο µπορούν να επιβληθούν περιορισµοί στην οικονοµική ελευθερία και για λόγους γενικότερου, δηµόσιου ή κοινωνικού συµφέροντος. Η άσκησή της µπορεί να υπαχθεί, µόνο µε νόµο ή βάση νόµου, σε αντικειµενικούς κανόνες ελέγχου µε σκοπό την εξυπηρέτηση γενικότερων συµφερόντων. Η παρέµβαση αυτή δε µπορεί να οδηγεί στην ανατροπή της οικονοµικής ελευθερίας, δεν πρέπει να θίγει τον πυρήνα της και πρέπει να αποβλέπει στην εξυπηρέτηση των συµφερόντων του κοινωνικού συνόλου και την πραγµατοποίηση της ευηµερίας του. Η θέσπιση των περιορισµών µπορεί να λάβει τη µορφή θετικών υποχρεώσεων προς ενέργεια και έως την πλήρη απαγόρευση ασκήσεως συγκεκριµένης οικονοµικής δραστηριότητας, όταν αυτό δικαιολογείται από λόγους γενικότερου δηµοσίου ή κοινωνικού συµφέροντος. Έτσι για παράδειγµα δεν αντίκεινται στο Σύνταγµα νοµοθετικές ρυθµίσεις, µε τις οποίες απαγορεύεται η καλλιέργεια ή το εµπόριο ορισµένων ειδών για λόγους υγείας(λ.χ. της ινδικής κάνναβης), µε τις οποίες επιβάλλονται περιορισµοί στις εισαγωγές ή στις εξαγωγές για τα γενικότερα συµφέροντα της εθνικής οικονοµίας. Το αρθρ. 106 του Συντάγµατος επιβάλλει περιορισµούς στην οικονοµική ελευθερία. Έτσι η παρ. 1 προβλέπει ότι το Κράτος προγραµµατίζει και συντονίζει την οικονοµική δραστηριότητα στη Χώρα για την εδραίωση της κοινωνικής ειρήνης και την προστασία του γενικού συµφέροντος, επιδιώκοντας να εξασφαλίσει την οικονοµική ανάπτυξη όλων των τοµέων της εθνικής οικονοµίας και να αξιοποιήσει τις πηγές του εθνικού πλούτου. Το Σύνταγµα περιορίζει την οικονοµική ελευθερία για να εξασφαλίσει την ανάπτυξή της (οικονοµικός προγραµµατισµός ή σχεδιασµός). Το Σύνταγµα στην παράγραφο αυτή αναγνωρίζει την εξουσία του κράτους να προγραµµατίζει και να συντονίζει την οικονοµική δραστηριότητα στη Χώρα και στο αρθρ. 79 παρ. 8 ρυθµίζει την αρµοδιότητα, ορίζοντας ότι «τα προγράµµατα οικονοµικής και κοινωνικής ανάπτυξης εγκρίνονται από την Ολοµέλεια της Βουλής, όπως νόµος ορίζει». Η παρ. 2 τάσσει περιορισµούς στην ιδιωτική οικονοµική πρωτοβουλία ορίζοντας ότι δεν επιτρέπεται να αναπτύσσεται σε βάρος της ελευθερίας και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας ή προς βλάβη της εθνικής οικονοµίας. Υπό τον όρο ελευθερία δεν εννοείται µόνο η φυσική ελευθερία(η προσωπική ελευθερία του αρθρ. 5 παρ. 3), µα όλες οι ατοµικές ελευθερίες τις οποίες κατοχυρώνει το Σύνταγµα και οι σύµφωνοι µε αυτό νόµοι. Η ελευθερία του ανθρώπου περιορίζει την οικονοµική ελευθερία και ιδίως την ελευθερία των συµβάσεων. Το ισχύον Σύνταγµα διακηρύσσει και προστατεύει για πρώτη φορά ρητά την αξία του ανθρώπου και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Η διάταξη του αρθρ. 2 παρ. 1 δεν υπόκειται ούτε σε αναστολή ούτε σε αναθεώρηση 34. Ανήκει εποµένως όχι απλώς στο Σύνταγµα, το οποίο η οικονοµική ελευθερία δεν επιτρέπεται να παραβιάζει κατά το αρθρ. 5 παρ. 1, αλλά στον µη αναθεωρήσιµο πυρήνα του Συντάγµατος. Η παραίτηση από το δικαίωµα της αξιοπρέπειας του ανθρώπου είναι πάντα αντισυνταγµατική. Η ιδιωτική οικονοµική πρωτοβουλία δεν πρέπει να βλάπτει την 32 Μάνεσης Α.,Συνταγµατικά δικαιώµατα-ατοµικές Ελευθερίες 1982, σελ. 154 33 ΣτΕ 4126/80, 2193/82, 1366/83 34 αρθρ. 48 παρ. 1, 110 παρ. 1 Συντάγµατος - 13 -

εθνική οικονοµία. Πότε θίγεται η εθνική οικονοµία το ορίζει η Βουλή και η Κυβέρνηση. Η απόφασή τους µόνο σε ακραίες περιπτώσεις υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο. Οι υπόλοιπες παράγραφοι ασχολούνται µε θέµατα σχετικά µε την εξαγορά επιχειρήσεων από το Κράτος ή την αναγκαστική συµµετοχή σε αυτές 35. Επίσης κατά το αρθρ. 25 παρ. 3 του Συντάγµατος δεν επιτρέπεται η καταχρηστική άσκηση δικαιώµατος άρα ούτε η καταχρηστική άσκηση της οικονοµικής ελευθερίας. Ακόµα στο αρθρ. 5 παρ. 1 του Συντάγµατος ορίζεται ότι η ελεύθερη συµµετοχή στην οικονοµική ζωή, πρέπει να µην προσβάλλει τα δικαιώµατα των άλλων και να µην παραβιάζει το Σύνταγµα ή τα χρηστά ήθη. Στα δικαιώµατα των άλλων ανήκει το δικαίωµα και αυτών να µετέχουν στην οικονοµική ζωή της χώρας. Εποµένως η άσκηση της οικονοµικής ελευθερίας από ένα άτοµο δεν επιτρέπεται να παρεµποδίζει την άσκηση της ίδιας ελευθερίας από ένα άλλο άτοµο. Έτσι η καταχρηστική εκµετάλλευση της δεσπόζουσας θέσεως στην αγορά ή η άσκηση αθέµιτου ανταγωνισµού συγκροτεί προσβολή των δικαιωµάτων των άλλων και δεν υπάγεται στην ελεύθερη συµµετοχή στην οικονοµική ζωή της χώρας. ικαιώµατα των άλλων είναι και όλα τα άλλα ατοµικά δικαιώµατα, ιδίως η ελευθερία και η ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Είναι και ιδιωτικά δικαιώ- µατα, είτε προκύπτουν από το νόµο είτε από σύµβαση, αρκεί να µη θεσπίζονται για να µαταιώσουν την οικονοµική ελευθερία ενός συγκεκριµένου προσώπου. Η οικονοµική ελευθερία περιορίζεται µόνο από δικαιώµατα και όχι από απλά συµφέροντα των άλλων που δεν προστατεύονται ειδικώς στο δίκαιο. ικαιώµατα των άλλων είναι και τα δικαιώµατα των καταναλωτών. Το Σύνταγµα που κατά το αρθρ. 5 παρ. 1 δεν επιτρέπεται να παραβιάζει η οικονοµική ελευθερία, είναι το τυπικό Σύνταγµα. Με την διάταξη αυτή θεσπίζεται η υπεροχή των άλλων συνταγµατικών διατάξεων χωρίς να είναι αναγκαία η θεµελίωση του ειδικού χαρακτήρα τους. Επιπλέον η οικονοµική ελευθερία δεν επιτρέπεται να παραβιάζει τα χρηστά ήθη. Ο περιορισµός αυτός αποτελεί στην πραγµατικότητα επιφύλαξη νόµου αφού τα χρηστά ήθη καθορίζονται από τους εκάστοτε ισχύοντες νό- µους, µέσα όµως στα όρια του Συντάγµατος 36. α) Ελευθερία των συµβάσεων Από την οικονοµική ελευθερία που κατοχυρώνει το αρθρ. 5 παρ. 1 του Συντάγµατος απορρέει η ελευθερία των συµβάσεων 37. Η ελευθερία των συµβάσεων αποτελεί συνταγ- µατικά προστατευόµενη εκδήλωση της οικονοµικής ελευθερίας.ο άνθρωπος είναι ελεύθερος έναντι των συνανθρώπων του µόνο εφόσον αυτοί δε µπορούν να τον δεσµεύσουν χωρίς τη συγκατάθεσή του. Τη συγκατάθεση αυτή µπορεί να τη δώσει σε µονοµερή δικαιοπραξία, συνήθως όµως στο πλαίσιο µιας συµβάσεως. Ο άνθρωπος είναι ελεύθερος εφόσον η σύναψη και το περιεχόµενο της συµβάσεως εξαρτάται από την ελεύθερη βούλησή του. Έτσι η ελευθερία του ανθρώπου συνεπάγεται λογικά τη δικαιοπρακτική ελευθερία και µάλιστα την ελευθερία των συµβάσεων. Μια κοινωνία µπορεί να λειτουργήσει µόνο µε τη συνεργασία και τον αλληλοπεριορισµό των κοινωνών. Έτσι οι υποσχέ- 35 Γεωργόπουλος Κωνστ. Επίτοµο Συνταγµατικό δίκαιο,2001, σελ. 599 επ., Μάνεσης Αρ. Μανιτάκης Αντ., Κρατικός Παρεµβατισµός Και Σύνταγµα, ΝοΒ 29, 1981,σελ. 1207,1208, Μάνεσης Α.,Συνταγµατικά δικαιώµατα-ατοµικές Ελευθερίες 1982, σελ. 154 επ., αγτόγλου Π.., Συνταγµατικό ίκαιο Ατοµικά ικαιώµατα, Τόµος Β,2005, σελ. 1172 επ. 36 αγτόγλου Π.., Συνταγµατικό ίκαιο Ατοµικά ικαιώµατα, Τόµος Β,2005, σελ. 1172 επ. 37 Αντιθέτως ο Μάνεσης Αρ.,Συνταγµατικά δικαιώµατα-ατοµικές Ελευθερίες 1982, σελ. 153 υπάγει την ελευθερία των συµβάσεων στο αρθρ. 5 παρ. 3. - 14 -

σεις που δίνουν και οι συµφωνίες που συνάπτουν µεταξύ τους είναι καταρχήν δεσµευτικές για αυτούς. Το πρόσωπο, στο πλαίσιο του αυτοπροσδιορισµού του, µπορεί έγκυρα να αυτοδεσµευθεί και άρα υποχρεούται να σεβασθεί την αυτοδέσµευσή του αυτή. Για την προστασία όµως των ασθενέστερων η αρχή της δεσµευτικότητας των συµβάσεων αντισταθµίζεται µε την αρχή της ελευθερίας των συµβάσεων. Η ελευθερία των συµβάσεων είναι το σπουδαιότερο τµήµα της ιδιωτικής αυτονοµίας, δηλαδή της νοµικής αυτοδιαθέσεως του ιδιώτη. Η κατάλυση της ιδιωτικής αυτονοµίας σηµαίνει τη µετάβαση στο ολοκληρωτικό κράτος που ορίζει τη ζωή του ανθρώπου και δεν αφήνει τίποτα στην ελεύθερη απόφασή του. Αντιθέτως η κατοχύρωση της ιδιωτικής αυτονοµίας σηµαίνει την κατοχύρωση ενός βιοτικού χώρου, τον οποίο ο ιδιώτης είναι ελεύθερος να ορίζει σύµφωνα µε τη βούλησή του και τις συµφωνίες του µε άλλους ιδιώτες. Όµως η ελευθερία των συµβάσεων και η ιδιωτική αυτονοµία υπόκειται σε πολλαπλούς νοµοθετικούς περιορισµούς και σε ευρύ κρατικό παρεµβατισµό. Οι περιορισµοί της ελευθερίας των συµβάσεων δεν επιτρέπεται να είναι υπέρµετροι σε σχέση µε τον συνταγµατικά επιτρεπόµενο σκοπό του περιορισµού ή να παραβιάζουν χωρίς επιτακτικό λόγο την αρχή της ασφάλειας του δικαίου και την απαγόρευση της αναδροµικότητας των νόµων. Το Σύνταγµα (αρθρ. 106 παρ.1) επιτρέπει τον κρατικό παρεµβατισµό, αλλά όχι την κρατική διεύθυνση της οικονοµίας. Η ιδιωτική αυτονοµία υπάρχει παντού όπου δεν περιορίζεται ρητώς από τον σύµφωνο µε το Σύνταγµα νόµο και αποτελεί τον κανόνα. Η ελευθερία των συµβάσεων περιλαµβάνει την ελευθερία: αν θα συναφθεί ή θα καταγγελθεί µια σύµβαση (ελευθερία συνάψεως και καταγγελίας της συµβάσεως) 38, µε ποιόν θα συναφθεί (ελευθερία επιλογής του αντισυµβαλλοµένου), τι περιεχόµενο θα έχει (καθορισµός του τιµήµατος, τρόπου, χρόνου, τόπου παροχής, αντικειµένου, όρων κ.λ.π.- ελευθερία διαµορφώσεως της συµβάσεων). Αναφέρεται στην ακώλυτη και µε πρωτοβουλία επιλογή του χρόνου, του τόπου, του προσώπου µε το οποίο θέλει να συµβληθεί και του αντικειµένου και των όρων της σύµβασής του. Αυτό σηµαίνει ότι καταρχήν κανείς δε µπορεί να αναγκασθεί να συνάψει σύµβαση, από την οποία προκύπτουν υποχρεώσεις σε βάρος του, ή να ανανεώσει προϋπάρχουσα αντίθετα προς τη θέλησή του, ούτε να δεσµευθεί από σύµβαση µεταξύ τρίτων προσώπων 39.Όµως η ιδιωτική βούληση δε µπορεί να αποκλείσει την εφαρµογή κανόνων δηµόσιας τάξης (αρθρ. 3 ΑΚ). Παρεκκλίσεις από την ελευθερία των συµβάσεων υπάρχουν στα µονοπώλια και στο εργατικό και κοινωνικό και ασφαλιστικό δίκαιο. Με την ελευθερία των συµβάσεων δεν συµβιβάζεται η µεταγενέστερη επέµβαση του νοµοθέτη σε βάρος ενός από τους συµβαλλοµένους, εκτός αν πρόκειται για κατάχρηση δικαιώµατος ή ασκήσεως της συµβατικής ελευθερίας σε βάρος της ελευθερίας, της ανθρώπινης αξιοπρέπειας ή της εθνικής οικονοµίας ή αν προσβάλλει τα δικαιώµατα των άλλων ή ασκείται κατά παράβαση του Συντάγµατος ή ενέχει προσβολή των χρηστών ηθών. Αυτά είναι τα όρια που θέτει το ίδιο το Σύνταγµα (αρθρ. 25 παρ.3 και 106 παρ.2 και αρθρ. 5 παρ. 1). Την άποψη αυτή ακολουθεί και η νοµολογία 40. Ειδικά στις περιπτώσεις των διοικητικών συµβάσεων καθοριστικό ρόλο παίζει η αρχή της προστασίας της δικαιολογηµένης εµπιστοσύνης του ιδιώτη. Η εµπιστοσύνη αυτή είναι δικαιολογηµένη και άξια προστασίας, όταν ο ιδιώτης έχει παρακινηθεί στη σύναψη της σύµβασης από ειδικά κίνητρα που δηµιούργησε για τον σκοπό αυτό το κράτος το οποίο και ενέκρινε τη συγκεκριµένη σύµβαση. Η δικαιολογη- 38 ΣτΕ 2944/80 39 ΣτΕ 1202/1980 40 ΑΠ 548/2001, 1465/2001-15 -

µένη εµπιστοσύνη του ιδιώτη στη µη επέµβαση του νοµοθέτη στις υφιστάµενες συµβάσεις δεν αρκεί όµως να αποκλείσει την επέµβαση, αν αυτή επιβάλλεται από ειδικό, επιτακτικό και υπερέχον δηµόσιο συµφέρον όπως η προστασία της υγείας. Εποµένως ιδιαίτερο ρόλο παίζει και το δηµόσιο συµφέρον για την αναθεώρηση ή λύση της σύµβασης, που µπορεί να γίνει µονοµερώς από το κράτος έναντι αποζηµιώσεως. Η ιδιωτική αυτονοµία και µάλιστα η ελευθερία των συµβάσεων δεν αποτελούν µόνο ατοµικό δικαίωµα, αλλά και συνταγµατικά κατοχυρωµένο θεσµό. Η θεσµική εγγύηση απορρέει από το αρθρ. 106 παρ. 1. Η ελευθερία των συµβάσεων σταµατά εκεί που αρχίζει η κατάχρησή της, που απαγορεύεται από το Σύνταγµα(αρθρ. 25 παρ. 3). Κατάχρηση αποτελεί η αδικαιολόγητη άρνηση παροχής ή η παροχή υπό αδικαιολόγητα επαχθείς όρους ζωτικής σηµασίας αγαθών ή υπηρεσιών από τον µονοπωλιακό ή δεσπόζοντα στην αγορά προµηθευτή τους. εν αντίκειται στο Σύνταγµα η νοµοθετική θεµελίωση υποχρεώσεως του µονοπωλιακού προµηθευτή ή αξιώσεως του καταναλωτή για παροχή ζωτικών αγαθών ή υπηρεσιών. Στην Ελλάδα οι δηµόσιες επιχειρήσεις αποτελούν τα µόνα µονοπώλια. Προβληµατικό παραµένει το ζήτηµα αν απευθείας από το Σύνταγµα µπορεί να στηριχθεί αξίωση συνάψεως συµβάσεως. Μια τέτοια αξίωση µπορεί να στηριχθεί στο αρθρ. 106 παρ.2 αν συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις: να πρόκειται για παροχή αγαθών ή υπηρεσιών ζωτικής σηµασίας για το σύνολο, να εξαρτάται η παροχή αυτή από τον αντισυµβαλλόµενο, που αποτελεί µονοπώλιο ή κατέχει δεσπόζουσα θέση στην αγορά, να µην είναι στη συγκεκριµένη περίπτωση δικαιολογηµένη η άρνηση παροχής αγαθών ή υπηρεσιών 41. β) Ελευθερία των κερδοσκοπικών ενώσεων Η οικονοµική ελευθερία προστατεύει και την ελευθερία συστάσεως, οργανώσεως και λειτουργίας κερδοσκοπικών ενώσεων, κυρίως εµπορικών εταιριών 42. Οι ενώσεις αυτές εξαιρούνται από το αρθρ. 12 του Συντάγµατος 43 και κατοχυρώνονται στο αρθρ. 5 παρ. 1. Η άσκηση του δικαιώµατος συµµετοχής στην οικονοµική ζωή προϋποθέτει τη συγκέντρωση κεφαλαίων και τη σύµπραξη επιχειρήσεων, για να αναπτυχθεί επικερδής επιχειρηµατική δραστηριότητα και να επιβιώσουν οι επιχειρήσεις στον διεθνή ανταγωνισµό. Το κράτος οφείλει να διαµορφώσει τις κατάλληλες εταιρικές µορφές και να απέχει από διοικητικές επεµβάσεις στον τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας τους 44. Στην ελευθερία των κερδοσκοπικών ενώσεων δεν αντίκεινται διατάξεις που αποκλείουν 45 ή επιβάλλουν ορισµένες εταιρικές µορφές για ορισµένες οικονοµικές δραστηριότητες 46 ή εξαρτούν τη σύσταση της εταιρίας από ορισµένες προϋποθέσεις και από διοικητική άδεια ή θέτουν τη λειτουργία της εταιρίας υπό διοικητική εποπτεία, εάν τα µέτρα αυτά είναι πρόσφορα και αναγκαία για την προστασία του δηµόσιου συµφέροντος και τελούν σε εύλογη σχέση µε αυτό (αρχή αναλογικότητας). Η διοικητική ή νοµοθετική επέµβαση του 41 αγτόγλου Π.., Συνταγµατικό ίκαιο Ατοµικά ικαιώµατα, Τόµος Β,2005, σελ. 1145 επ., Τάχος Αναστ., ιοικητικό Οικονοµικό ίκαιο, 1985 σελ. 142, Γέροντας Απόστολος, ηµόσιο Οικονοµικό ίκαιο, 2002, σελ.372 επ. 42 Ρόκας Ν., Εµπορικές εταιρίες, 1989, σελ. 9 επ. 43 Το αρθρ. 12 του Συντάγµατος προστατεύει µόνο το δικαίωµα των Ελλήνων να συνιστούν ενώσεις και σωµατεία µη κερδοσκοπικού σκοπού. 44 Χρυσόγονος Κ., Ατοµικά και κοινωνικά δικαιώµατα, 2002 σελ. 182 επ. 45 ΣτΕ 5380/1995 46 ΣτΕ 3905/88-16 -

κράτους, µε την οποία τροποποιείται αναγκαστικά το καταστατικό ή αντικαθίσταται η διοίκηση ή απαγορεύεται η επωνυµία της εταιρίας είναι καταρχήν αντίθετες µε την αρχή αυτή. Επιτρέπονται παρεκκλίσεις µόνο στα πλαίσια του Συντάγµατος(αρθρ. 5 παρ. 1, 17 παρ.1, 106 παρ. 2-5). Τα δικαστήρια συνήθως θεωρούν σύµφωνη µε το Σύνταγµα κάθε επέµβαση του νοµοθέτη στην αυτονοµία της εµπορικής εταιρίας µε την επίκληση ενός αόριστου δηµόσιου συµφέροντος 47, ενώ µέρος της θεωρίας καταλήγει στην αντισυνταγ- µατικότητα των µέτρων ή διαφοροποιείται βάσει µιας αυστηρής αντίληψης του δηµόσιου συµφέροντος και της αρχής της αναλογικότητας. Η κρατικοποίηση επιχειρήσεων, που στην πράξη είναι πάντα εταιρίες, επιτρέπεται από το Σύνταγµα υπό τις προϋποθέσεις του αρθρ.106. Οι κρατικές παρεµβάσεις στην οργάνωση και λειτουργία των κερδοσκοπικών εταιριών επιτρέπονται αν και στο µέτρο που αποτελούν αναγκαίο και πρόσφορο µέτρο για την πραγµατοποίηση της κοινωνικής προόδου εν ελευθερία και δικαιοσύνη (αρθρ. 25 παρ. 2) 48. γ) Ελευθερία ανταγωνισµού Η ελευθερία του ανταγωνισµού αποτελεί την πιο χαρακτηριστική ελευθερία της οικονοµίας της αγοράς και την αναγκαία συνέπεια της συνταγµατικής αναγνώρισης της ελευθερίας της ιδιωτικής οικονοµικής πρωτοβουλίας και της υποχρέωσης του κράτους να την προστατεύει( να παρεµβαίνει για τη διατήρηση ανταγωνιστικών συνθηκών στην αγορά) 49. Ελευθερία ανταγωνισµού σηµαίνει την ευχέρεια για την προσέλκυση της πελατείας άλλων ανταγωνιστών, µε την προϋπόθεση ότι η ενέργεια αυτή δεν είναι αντίθετη στα χρηστά ήθη. Ο ελεύθερος ανταγωνισµός κατοχυρώνεται από το Σύνταγµα τόσο ως υποκειµενικό ατοµικό δικαίωµα, όσο και ως αντικειµενική θεσµική εγγύηση. Η ελευθερία καθενός να συµµετέχει στην οικονοµική ζωή της χώρας και η απαγόρευση της προσβολής των δικαιωµάτων των άλλων (αρθρ. 5 παρ. 1) προϋποθέτουν και απαιτούν την ελευθερία του ανταγωνισµού ως ατοµικό δικαίωµα 50. Στη θεσµική εγγύηση ανήκουν η ελευθερία προσβάσεως στην αγορά και η ελευθερία ανταγωνισµού εντός της αγοράς. Στην ελευθερία ανταγωνισµού αντιστοιχεί η απαγόρευση του αθέµιτου ανταγωνισµού. Η πρώτη νοµοθετική ρύθµιση του ανταγωνισµού στη χώρα µας έγινε µε τη θέσπιση του νόµου 146/1914 «περί αθεµίτου ανταγωνισµού» 51. Έπειτα εν όψει της προσχωρήσεως στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα ψηφίστηκε ο νόµος 703/1977 «περί ελέγχου µονοπωλίων και ολιγοπωλίων και προστασίας του ελεύθερου ανταγωνισµού»,όπως τροποποιήθηκε από το νόµο 1934/1991, 2000/1991, 2296/1995, 2323/1995, 2741/1999, 2837/2000, 2941/2001. Μονοπώλιο είναι η οικονοµική οντότητα η οποία έχει συγκεντρώσει την παραγωγή ή και την εµπορία όλου ή σηµαντικότερου µέρους των προϊόντων ή και άλλων τοµέων της οικονοµίας. Τα µονοπώλια διακρίνονται σε πραγµατικά και νοµικά. Πραγµατικά είναι αυτά που δηµιουργούνται µε την επικράτησή τους στην οικονοµική 47 ΑΠ 526/88, ΣτΕ 1149/88 48 αγτόγλου Π.., Συνταγµατικό ίκαιο Ατοµικά ικαιώµατα, Τόµος Β,2005, σελ. 1153 επ., Γέροντας Απόστολος, ηµόσιο Οικονοµικό ίκαιο, 2002, σελ. 394-395, Χρυσόγονος Κ., Ατοµικά και κοινωνικά δικαιώµατα, 2002 σελ. 182 επ. 49 ΣτΕ 27/1993 50 Αντιθέτως ο Μάνεσης Αρ.,Συνταγµατικά δικαιώµατα-ατοµικές Ελευθερίες 1982, σελ. 153 στηρίζει την ελευθερία του ανταγωνισµού στο αρθρ. 5 παρ. 3 Συντ. 51 Με το νόµο 146/1914 απαγορεύτηκε ο αθέµιτος ανταγωνισµός, δηλαδή ο ανταγωνισµός που αντίκειται στα χρηστά ήθη. - 17 -