Δέσποινα-Είρήνη Τσούρκα-Παπαστάθη, Ή Ελληνική Εμπορική Κομπανία τοϋ Σιμπίυυ Τρανσυλβανίας 1636-1848, 'Οργάνωση καί δίκαιο, έκδ. ΙΜΧΑ, άριθ. 246, Θεσσαλονίκη 1994, σσ. 446. Μέ την εργασία της αυτή, πού είναι καί διδακτορική διατριβή της, ή κ. Δέσποινα- Είρήνη Τσούρκα-Παπαστάθη άναζητεί τό ιστορικό, πολιτικό, οικονομικό καί νομικό πλαίσιο τής εμπορικής Κομπανίας τού Sibili, άλλά καί τίς ποικίλες νομικές δομές τής Κομπανίας. Τό έργο διακρίνεται σέ δύο μέρη: τό ιστορικό καί θεσμικό πλαίσιο (α) καί ή οργάνωση καί λειτουργία τής Κομπανίας (β). Στό πρώτο κεφάλαιο υπό τόν τίτλο Ιστορική Επισκόπηση παρουσιάζεται ή αυτόνομη ήγεμονία τής Τρανσυλβανίας (1541-1699), οί σταθμοί πού σημάδεψαν τήν πορεία τής χώρας αυτής, τήν πληθυσμιακή φυσιογνωμία της, τήν διοίκησή της, τήν πολιτική καί δικαστική δομή, τήν οικονομική διάρθρωση καί φυσικά τήν παρουσία Ελλήνων στήν Τρανσυλβανία τόν 17ο αί. Οί "Ελληνες άσχολοΰνταν μέ τό εμπόριο είσάγοντες στίς ρουμανικές ήγεμονίες άπό τήν Ανατολή καί τήν Βενετία μπαχαρικά, αλίπαστα, ξηρούς καρπούς πού στήν συνέχεια διοχέτευαν στήν Ουγγαρία, τήν Πολωνία, τήν Βιέννη, τήν Σλοβακία. Ό ήγεμών τής Τρανσυλβανίας Γεώργιος Ράκοτσι A ' μέ Προνόμιο τού 1636 παρεχώρησε στούς "Ελληνες εμπόρους τήν δυνατότητα γιά τήν συσσωμάτωσή τους, αφού οί δραστηριότητές τους διευκόλυναν τήν οικονομική ανάπτυξη τής Τρανσυλβανίας. Οί "Ελληνες τής Τρανσυλβανίας, καί φυσικά τού Sibili, προέρχονταν άπό τό Άλβανιτοχώρι τού Μ. Τυρνόβου, τήν Φιλιππούπολη, τό Μελένικο, τήν Κοζάνη, τίς Σέρρες, τό Μοναστήρι, τήν Μοσχόπολη, τά Γιάννενα, τόν Πόντο, τήν Μ. Ασία καί τήν Θεσσαλία, άλλά καί άπό τό Σεμλίνο, τό Βουκουρέστι, τήν Κραϊόβα. Δύο βασικές αίτιες γιά τήν άνάπτυξη τής Κομπανίας τού Sibili ήταν ή παραχώρηση άπό τόν Γ. Ράκοτσι τού ius commercium (δίκαιον τού έμπορεύεσθαι) καί τό ius iudicandi (τό δικαίωμα δηλ. νά έκδικάζονται οί διαφορές τών μελών τής Κομπανίας άπό δικό τους δικαστήριο). "Ετσι, σημειώνει ή συγγρ., το Προνόμιο τού 1636 δημιούργησε τήν πρώτη έθνική-οίκονομική συσσωμάτωση κατά τήν Τουρκοκρατία, άφοΰ άποκρυσταλλώνεται ή έννοια τής κοινότητας (Communitas) μέ χαρακτήρα οικονομικό. Στήν συνέχεια ή συγγρ. άσχολείται μέ τήν Τρανσυλβανία υπό τήν αυστριακή κυριαρχία στήν όποια βρέθηκε κατά τίς δύο τελευταίες δεκαετίες τού Που αί. πού παγιώθηκε μέ τό Προνομιακό Δίπλωμα τού αΰτοκράτορος Λεοπόλδου A ' πού άναγνώριζε τήν πολιτική καί διοικητική αυτονομία της μέ τόν Σουλτάνο νά επικυρώνει μόνον τήν εκλογή τού ηγεμόνα. Τό πολιτειακό όργανο τής ηγεμονίας, ή Δίαιτα, περιορίσθηκε μετά τό 1693 στήν άσκηση εξουσιών προσδιοριζομένων άπό τήν Βιέννη, ενώ ό κυβερνήτης ήταν ό εκπρόσωπος τού αύτοκράτορα στήν ήγεμονία μέ κυριότατο όργανο τήν Αύλική Καγκελλαρία τής Τρανσυλβανίας πού έδρευε στήν Βιέννη καί είχε ιδρυθεί τό 1694- ή διοικητική καί δικαστική αυτοτέλεια είχε καί αυτή περιορισθει, ενώ αυξήθηκε ή επιρροή τού Ρωμαιοκαθολικισμού καί τής Ούνίας. "Οσο γιά τίς οικονομικές συνθήκες, μέ τήν νέα πολιτειακή μορφή της, αυτές ευνόησαν τό εμπόριο μετά τίς αύστροτουρκικές συμφωνίες πού έδωσαν δυνατότητες άναπτύξεως στό αύστριακό
346 Βιβλιοκρισίες εμπόριο καί στις δραστηριότητες των Ελλήνων καί άλλων μη Αυστριακών εμπόρων (Εβραίων, Αρμενίων, Σέρβων, Βουλγάρων). Παραλλήλως, οί Έλληνες έμποροι 'Οθωμανοί υπήκοοι μετέφεραν τίς οίκογένειές τους στήν Τρανσυλβανία καί ζήτησαν τήν αυστριακή ύπηκοόητα. Κατά τόν 18ο αί. οί Έλληνες τής Τρανσυλβανίας ανέπτυξαν τό εξωτερικό καί διαμετακομιστικό εμπόριο εκμεταλλευόμενοι καί τό Προνομιακό Δίπλωμα τοϋ αύτοκράτορος Λεοπόλδου του Α' τής 12ης Σεπτ. 1701- τό Προνόμιο αυτό συνέβαλε στήν προστασία των ελληνικών εμπορικών Κομπανιών μέ τήν αναγνώριση τών δικαστικών προνομίων τους καί μία ποικιλία φορολογικών διευκολύνσεων, πού δεν αφορούσαν όμως τούς μή συσσωματούμενους Έλληνες εμπόρους. Ύπό τήν προοπτική αυτήν οί "Ελληνες, μολονότι ζούσαν σέ ένα ξένο περιβάλλον καί πολλοί άπό αύτούς είχαν παντρευτεί ρουμάνες ή ούγγαρέζες, κράτησαν τήν ορθόδοξη πίστη τους, 'ίδρυσαν ναό, αλλά, δυστυχώς, παραλλήλως εμφανίσθηκαν καί πολλές διαμάχες μεταξύ τών Ελλήνων, προνομιούχων καί μή. Στό δεύτερο κεφάλαιο ή συγγρ. παρουσιάζει τό άρχειακό χειρόγραφο υλικό, πού σώζεται στό Τμήμα Χειρογράφων τής Βιβλιοθήκης τής Ρουμανικής Ακαδημίας (BAR) καί πού αφορά στήν ελληνική εμπορική Κομπανία τοϋ Sibili. Τό υλικό καλύπτει μία εύρεια χρονική περιοχή άπό τά μέσα τοϋ Που ώς τά μέσα τοϋ 19ου αί. μέ ενα λόγο δηλ. καλύπτει τήν ιστορική πορεία της μέ τά θεσπίσματα τών γενικών συνελεύσεων, τά πρακτικά καί τίς αποφάσεις τών Δικαστηρίων της (κριτηρίων), τά σχετικά μέ τήν εκλογή τών προεστών καί τών δώδεκα «πολγάρηδων», τούς λογαριασμούς γιά τήν κατανομή τών φόρων, τά προνομιακά διπλώματα, τήν άλληλογραφία τους κ.τ.λ. Σημειωτέον ότι, εκτός ελάχιστων εξαιρέσεων, όλα τά έγγραφα είναι γραμμένα στήν ελληνική. Ακολουθεί ή περιγραφή τών οκτώ ελληνικών κωδίκων μέ τό περιεχόμενο, τούς γραφείς (Πάνο Ίωάννου, Πάλκο Θεοδώρου, Ίω. Άδάμη, Θωμά Βελλερά, Παλαιολόγη Δημητρίου, Γεώργιο Μάρκου, Έλευθέρη Αγγέλου, Στάμο Κώστα, Γιάννη Μαυρουδή), καθώς καί τών λατινικών κωδίκων (τριών τόν άριθμόν). Έδώ εξετάζονται καί τά συναφή κωδικολογικά προβλήματα. Τό τρίτο κεφάλαιο είναι αφιερωμένο στό Προνομιακό καθεστώς τής Κομπανίας, πού εξασφαλιζόταν άπό τό λεγόμενο εξαιρετικό δίκαιο (ius singulare) καί πού έδινε, σέ τελική άνάλυση, τήν δυνατότητα άναπτύξεως εμπορικών δραστηριοτήτων στά μέλη τής Κομπανίας μέ μιά σειρά άπαλλαγών καί διευκολύνσεων όπως ήταν ή άδεια άσκήσεως χονδρικού καί λιανικού εμπορίου, ή διατήρηση καταστημάτων, ή απαγόρευση εκβιαστικής είσπράξεως υπέρογκων τελών στίς έμποροπανηγύρεις, ή άπαλλαγή άπό στρατιωτικές άγγαρειες, ή προστασία τών μελών άπό τίς τοπικές άρχές κ.τ.λ. Ή κ. Δέσποινα-Είρήνη Τσούρκα-Παπαστάθη άσχολειται άκόμη μέ τήν αύτοδιοίκηση τής Κομπανίας, όπου αναλύεται τό Προνόμιο τοϋ Ράκοτσι τοϋ 1636 γιά τούς Έλληνες εμπόρους τής Τρανσυλβανίας πού, ώς έλέχθη, θέσπιζε τήν διοικητική καί δικαστική αυτοτέλειά τους, τοϋ Λεοπόλδου Α' τής 12 Σεπτ. 1701, τής αύτοκράτειρας Μαρίας- Θηρεσίας (1772, 1777). Ακολούθως ή συγγρ. άσχολειται μέ τήν δικαστική αύτονομία τής Κομπανίας (ius iudicandi) μέ τήν καθιέρωση ενός βαθμού δικαιοδοσίας τοϋ προεστού, άλλά καί τήν άπαγόρευση έφέσεως σέ άνώτατα εγχώρια δικαστήρια τό Προνόμιο τοϋ Λεοπόλδου Α' τοϋ 1701 καθόριζε τήν καθ ύλην αρμοδιότητα τοϋ προεστοϋ-κριτοϋ καί τών ορκωτών παρέδρων πού συγκροτούσαν τό κριτήριο τής Κομπανίας τοϋ Sibili. Τά ίδια προέβλεπε καί Πράξη τοϋ Βασιλικού Θησαυροφύλακα (υπουργού Οικονομικών) τής Τρανσυλβανίας. Όσο γιά τό Προνόμιο τοϋ 1777, αύτό, άνάμεσα στά άλλα, προέβλεπε τήν δικαιοδοσία τοϋ κριτηρίου τής Κομπανίας μέ εξαιρέσεις πού άφοροΰσαν συμβιβασμό πιστωτών, συναλλαγματικές, εγκληματικές
Δ.- EL Τσούρκα-Παπαστάθη, Ή Ελληνική Κομπανία του Σιμπίου 347 αγωγές. Γενικώς, κατά την συγγρ., τό Προνόμιο τού 1777 μείωοε σημαντικά τήν δικαστική δικαιοδοσία της Κομπανίας σέ σχέση μέ αυτό τού 1701 μέ τήν κατάργηση της έκδικάσεως σέ πρώτο καί τελευταίο βαθμό όλων τών έμπορικών υποθέσεων, τήν άφαίρεση από τό κριτήριο τής αρμοδιότητας νά έκδικάζει διαφορές από συναλλαγματικές, τήν παύση τής λειτουργίας αυτόνομης διαδικασίας δημιουργίας καί εφαρμογής κανόνων δικαίου, αρμοδιότητες πού μεταβιβάζονταν στήν αναγκαστική εφαρμογή θεσμών τού αυστριακού καί τού σαξονικού δικαίου. Τό Δεύτερο Μέρος τού βιβλίου τής κ. Δέσποινας-Είρήνης Τσούρκα-Παπαστάθη τιτλοφορείται Ή 'Οργάνωση καί Λειτουργία τής Κυ^ιπανίας. Έδώ εξετάζονται αρχικά οί Πηγές τού Δικαίου μέ κυρίαρχο όργανο τό Κριτήριο πού κάλυπτε τά κενά τών άλλων πηγών τού δικαίου εν όλίγοις, τό Κριτήριο άπεφάσιζε μέ βάση τούς γραπτούς νόμους (θεσπίσματα) τής Κομπανίας, τά έθιμα πού είχαν άναγνωρισθει, καί τήν νομοθεσία τής Τρανσυλβανίας εφαρμοζόταν, ώσαύτως, καί ή άρχή «κατά τό εύλογον καί δίκαιον» σέ περίπτωση πού δέν παρεχόταν Ικανοποιητική λύση διαφορών άπό τό Κριτήριον. Οί όροι «δέσημον», Νόμος τών Πραγματευτών, Νομοθεσία, Δικαιώματα, Νόμου Κεφάλαια εξετάζονται, στήν συνέχεια, άπό τήν συγγραφέα υπό τήν άποψη τής ιστορίας τού δικαίου στήν λειτουργία τής Κομπανίας (τυπολογία, διάρκεια, κατάργηση, τροποποίηση, ανανέωση). Άπό τήν συγγραφέα γίνεται εκτενής αναφορά στό εθιμικό δίκαιο καί στήν εφαρμογή του άπό τήν Κομπανία, στις εμπορικές συναλλαγές τών μελών της, στό ιδιωτικό καί στό ποινικό δίκαιο, καθώς καί στις συναρπαστικές ιδιομορφίες του κατά τήν εφαρμογή του στις σχέσεις έργασίας-μαθητείας, κληρονομικής διαδοχής, επιτροπείας ορφανών κ.τ.λ. Οί άποφάσεις τού Κριτηρίου καί ή Δικονομική πρακτική άπασχολούν επίσης τήν κ. Δέσποινα-Είρήνη Τσούρκα-Παπαστάθη πού επισημαίνει τήν υποχρέωση Κριτών καί Ώμοσμένων νά κρίνουν κατά συνείδηση καί ελεύθερα μέ βάση τά θεσπίσματα, τά έθιμα, τήν νομοθεσία τής Τρανσυλβανίας ή καί ακόμη «κατά τό εύλογον καί δίκαιον» επισημαίνει, άκόμη, ή συγγρ. τό εθιμικό δίκαιο (ius receptum, consuetudo) πού δημιούργησε ή συνεχής καί ομοιόμορφη πρακτική τού Κριτηρίου. Κατά τά άλλα σέ ό,τι αφορά τήν 'Ιεραρχία τών πηγών τού δικαίου τής Κομπανίας διαπιστώνεται ό πλήρης σεβασμός τού Κριτηρίου πρός τίς άναφερθεϊσες πηγές τού δικαίου της. Σέ ό,τι άφορά τούς θεσμούς ή συγγρ. εξετάζει άρχικώς τήν Ιδιότητα τού πραγματευτοϋ (πού έπρεπε νά έχει μαθητεύσει προηγουμένως, καί γιά τήν άπόκτηση τής ίδιότητος αύτής άπεφάσιζε ό προεστός, ή νά άσκοΰσε τό επάγγελμα πριν έλθει στήν Τρανσυλβανία) έξετάζει επίσης τόν θεσμό τής μαθητείας, τά χαρακτηριστικά τού «ξένου πραγματευτοΰ», αλλά καί τής ίδιότητος τού πραγματευτοΰ πού τού έξησφάλιζαν δυνατότητες άναπτύξεως εμπορικής δραστηριότητας. 'Όσο γιά τήν νομική φύση τής Κομπανίας πού προσδιοριζόταν άπό τόν δυνητικό, καί όχι υποχρεωτικό, χαρακτήρα έντάξεως μέλους στήν Κομπανία, τήν ιδιότητά της ώς Ν.Π.Ι.Δ., τήν φύση της ώς επαγγελματικού σωματείου καί όχι εμπορικής εταιρείας κατά τόν τύπο τών έμπορικών εταιρειών τής Δ. Ευρώπης τού 16ου-18ου αί. Ακολούθως εξετάζονται οί θεσμοί τού ιδιωτικού δικαίου τής Κομπανίας πού ήσαν, μέ ελαφρές παρεκκλίσεις, όμοιες μέ έκεινες τού βυζαντινορωμαϊκοϋ δικαίου τό ιδιωτικό δίκαιο πού έφήρμοζε ή Κομπανία είχε ορισμένα ένδιαφέροντα χαρακτηριστικά, αφού ήταν: άγραφο, δημώδες βυζαντινορωμαϊκό μέ ορισμένες δυτικές επιδράσεις, εθιμικό μέ βασική άρχή τήν ελευθερία τής βουλήσεως. Τό ιδιωτικό δίκαιο άφοροΰσε κυρίως στήν άμεση αντιπροσώπευση καί στόν συναφή μέ αύτήν θεσμό τής πληρεξουσιότητος, καθώς καί στήν παραγραφή. Στις ενοχικές σχέσεις ή κ. Δέσποινα-
348 Βιβλιοκρισίες Ειρήνη Τσούρκα-Παπαστάθη άφιερώνει ενα άρκετά εκτεταμένο υποκεφάλαιο, πολύ φυσικό, άλλωστε, λόγω τής εμπορικής φύσεως τής Κομπανίας έτσι εξετάζονται εδώ θέματα πού αφορούν τίς συναλλαγές, τήν έκπλήρωση των χρηματικών παροχών, τούς τόκους, τίς αποζημιώσεις, τίς συμβάσεις, τίς υπερημερίες, τίς άδικοπραξίες, τούς λόγους άποσβέσεως, τόν συμβιβασμό, τόν συμψηφισμό, τίς πωλήσεις, τίς εταιρείες (συντροφιές), τά δάνεια, τίς εγγυήσεις, τίς παρακαταθήκες, τίς μισθώσεις εργασίας, τόν πτωχευτικό συμβιβασμό. Τό Ενοχικό Δίκαιο αφορούσε μόνον στά κινητά καί ύπό τήν έννοια αυτήν ή συγγρ. εξετάζει τόν θεσμό τού ενεχύρου καί τίς ρυθμίσεις κινητού παρά μή κυρίου, θέματα πού εξετάζονται εδώ άναλυτικώς. Οί άποφάσεις τού Κριτηρίου τής Κομπανίας πού αφορούσαν τό Οικογενειακό Δίκαιο άναφέρονταν κυρίως στην επιτροπεία τών άνηλίκων καί λιγότερο στις σχέσεις μεταξύ συζύγων καί μεταξύ γονέων καί τέκνων. Τό δημώδες καί εθιμικό δίκαιο ρύθμιζε μόνον τίς περιουσιακές σχέσεις τής οικογένειας, ενώ οί μή περιουσιακές έκδικάζονταν από τά ρουμανικά ορθόδοξα εκκλησιαστικά δικαστήρια τής Τρανσυλβανίας πού έφήρμοζαν τό ορθόδοξο κανονικό δίκαιο. Στό ίδιο υποκεφάλαιο ή συγγρ. παρουσιάζει τά αποτελέσματα τών ερευνών της, πάντοτε μέ βάση τίς πηγές, όπως καί στά προηγούμενα υποκεφάλαια, γιά άλλα θέματα οικογενειακού δικαίου (π.χ. προίκα, θέση τής γυναίκας στήν Κομπανία πού ήταν σχεδόν ισότιμη μέ εκείνη τού άνδρός, πατρική εξουσία, επιτροπεία καί κηδεμονία άνηλίκων). Ώς πρός τό κληρονομικό δίκαιο τής Κομπανίας, αύτό ακολουθούσε τό βυζαντινό δίκαιο σέ θέματα διαθήκης, έξ αδιαθέτου διαδοχής, έκκαθαρίσεως καί διανομής τών κληρονομιαίων, άποδοχής κληρονομιάς. Ακολούθως ή συγγρ. άσχολεΐται μέ τό Ποινικό καί Πειθαρχικό Δίκαιο, όπου θέτει τό ερώτημα αν οί κυρωτικοί κανόνες τού δικαίου τής Κομπανίας ήσαν ποινικοί ή πειθαρχικοί εξετάζει, ώσαύτως, τίς γενικές αρχές τού ποινικού δικαίου τής Κομπανίας (όπως ήταν ή άρχή τού nullum crimen sine (scripta) lege, τής μή άναδρομικότητας τών θεσπισμάτων, τής υπαιτιότητας τού δράστη, τής μείωσης τού καταλογισμού), τήν δομή τού ποινικού κυρωτικού κανόνα, τά έννομα άγαθά πού ενσωματώνονται στήν προστασία τού κράτους τής Τρανσυλβανίας καί τών μελών τής Κομπανίας καί πού άναφέρονταν στήν άνθρώπινη ζωή καί άκεραιότητα, στήν προσωπική ελευθερία, στήν γενετήσια ηθική, στήν τιμή, στήν ιδιοκτησία καί τήν περιουσία, στήν συνοχή τής συσσωματώσεως. Άσχολεΐται, επίσης, ή συγγρ. μέ τούς πειθαρχικούς κανόνες πού άπέβλεπαν κυρίως στήν εσωτερική συνοχή τής Κομπανίας, στήν εξωτερική υπόστασή της, στήν οικονομική ισοτιμία της φυσικά υπήρχαν καί οί ποινές πού εμπεριέχονταν στό δίκαιο τής Κομπανίας μέ τήν ποινική καί τήν πειθαρχική ποινή πού επιβάλλονταν άπό τό κριτήριο καί αφορούσαν στίς στερητικές ή περιοριστικές τής ελευθερίας ποινές, τίς χρηματικές, τίς σωματικές, τίς πνευματικές, (άνάθεμα καί άφορισμός) τίς ποινές in rem. Στά δύο επόμενα καί τελευταία υποκεφάλαια ή κ. Δέσποινα-Είρήνη Τσούρκα- Παπαστάθη άσχολεΐται μέ τήν λειτουργία τής ποινής στό δίκαιο τής Κομπανίας καί τήν επιμέτρηση, επιβολή, έκτιση καί μετατροπή τής ποινής. Ή εργασία κλείνει μέ τά Συμπεράσματα: ή Κομπανία είχε τήν έννοια τού επαγγελματικού σωματείου, τά μέλη της συνδέονταν μέ τήν ιδιότητα τού ξένου (μή τοπικού) εμπόρου, ή διοίκηση διασφαλιζόταν άπό όργανα μονοπρόσωπα ή συλλογικά πού ήσαν αιρετά- άνώτατο όργανο ήταν ό προεστός, ενώ τό δίκαιο τής Κομπανίας είχε διαμορφωθεί μέ τήν άμεση θέσπιση κανόνων δικαίου (δεσήματα), τήν επιλεκτική εφαρμογή κανόνων τής Τρανσυλβανίας, καθώς καί τήν άνάπτυξη εθιμικών κανόνων, πού εφαρμόζονταν αύτοτελώς ή κατά παρέκκλιση τού βυζαντινορωμαϊκοΰ δικαίου
N. A. Λούστα, Ή Ιστορία τού Νυμφαίου Νέβεσκας-Φλωρίνης 349 των ραγιάδων της 'Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Στό ιδιωτικό δίκαιο τό Κριτήριο είχε δικαιοπλαστική ιδιότητα μέ βάση τήν επιείκεια καί τόν ορθό λόγο- τό πειθαρχικό δίκαιο τής Κομπανίας είχε προληπτικό καί σωφρονιστικό χαρακτήρα καί άπέβλεπε σέ ανταπόδοση. Γενικά, γράφει ή κ. Δέσποινα-Είρήνη Τσούρκα-Παπαστάθη, ή Κομπανία άναδείχθηκε αυτόνομος, αυτοτελής καί αυτοδίκαιος. Τά Παραρτήματα καλύπτουν ένα μέγα μέρος του έργου τής κ. Δέσποινας-Είρήνης Τσούρκα-Παπαστάθη- πρόκειται γιά διπλωματική έκδοση τών θεσπισμάτων τής Κομπανίας από τόν Ελληνικό Κώδικα 976 τής βιβλιοθήκης τής Ρουμανικής Ακαδημίας (παράρτημα A ' ) καί τών προνομιακών διπλωμάτων τής Κομπανίας (παράρτημα Β ' ), τών όρκων άξιωματούχων τής Κομπανίας, εφημερίου καί όρκου πίστεως μελών καί δικαστικών άποφάσεων (παράρτημα Γ' ). Τό βιβλίο κλείνει μέ περίληψη στήν γαλλική, τήν βιβλιογραφία καί τό ευρετήριο. Ή κ. Δέσποινα-Είρήνη Τσούρκα-Παπαστάθη συνέγραψε ένα λαμπρό βιβλίο άναφερόμενο στήν οργάνωση καί τό δίκαιο μιας μοναδικής κατά τήν περίοδο αυτή (17ο- 18ο αί.) ελληνικής εμπορικής Κομπανίας ή καλύτερα επαγγελματικού σωματείου (συστήματος, συντεχνίας). Στηριγμένη σέ αρχειακό υλικό, τό υλικό δηλ. τού άρχείου τής διοικήσεως τής Κομπανίας, ανέλυσε τήν οργάνωση καί τό δίκαιό της γιά πρώτη φορά, στήν ελληνική βιβλιογραφία. Ή εργασία της ήταν επίμοχθη δεδομένων τών πολλών κωδίκων καί λυτών εγγράφων μέ πολλές δυσκολίες στήν ανάγνωση. Ή άρτια γνώση όμως τής εποχής άπό τήν συγγρ. τού χώρου καί τών συναφών προβλημάτων Ιστορίας τού δικαίου, τής έδωσαν τήν δυνατότητα νά συγγράψει αυτό τό λαμπρό βιβλίο. Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης ΑΘ. Ε. ΚΑΡΑΘΑΝΑΣΗΣ Νικ. Α. Λούστα, Δημοδιδασκάλου, Η ιστορία τοϋ Νυμφαίου Νέβεσκας-Φλωρίνης, Θεσσαλονίκη 21994, σσ. 366+53 πίν. Ό υπότιτλος τού βιβλίου, τό όποιο εμφανίσθηκε τό πρώτον τό έτος 1988, Συμβολή τών Νυμφαιωτών στήν εθνική, ιστορική, οικονομική, πολιτιστική καί παραδοσιακή ζωή του δηλώνει σέ γενικές γραμμές τό περιεχόμενο τής μελέτης τού εκλεκτού Μακεδόνα εκπαιδευτικού. Τό πρώτο κεφάλαιο αρχίζει μέ τήν Εισαγωγή, όπου, μεταξύ τών άλλων, ό μύθος μέ τις παραλλαγές του, γιά τήν ίδρυση τού χωριού μέ πρώτους οικιστές ένα ζευγάρι ερωτευμένων παιδιών, ή αναζήτηση τής προελεύσεως τού ονόματος Νιβεάστα, ή έποίκησή του άπό πρόσφυγες τής Νικολίτσας γύρω στά μέσα τού Που αί., ή ομαδική φυγή ορισμένων οικογενειών πρός τήν Τζουμαγιά κ.ά. Άσχολεϊται, επίσης, ό συγγρ. μέ τήν καταγωγή τών Βλάχων, τήν βλαχική διάλεκτο, τήν προσωνυμία Βλάχος, τήν προσφορά τών Βλάχων στούς εθνικούς αγώνες, τήν άδιάσπαστη ενότητά τους μέ τόν υπόλοιπο Ελληνισμό. Καί όταν αυτά γράφονται άπό ένα Νεβεσκιώτη Μακεδόνα έχουν τήν σημασία τους. Στήν συνέχεια ό συγγρ. γράφει γιά τήν ζωή καί τήν προκοπή τών παλαιών συγχωριανών του, τά έπαγγέλματά τους, τούς ξενιτεμούς τους, τίς δυσκολίες τους στά ξένα, αλλά καί αυτές τών δικών τους στό χωριό, τίς κοινωνικές συνήθειες, τίς τάξεις, τήν μέριμνα- καί όλα αυτά νά φαντάξουν σήμερα σάν όνειρο μέσ άπό τίς ξεθωριασμένες φωτογραφίες, τά αρχοντικά, τά καλντερίμια, τά κοινοτικά