Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Η ενότητα της Αριστεράς και το Ανανεωτικό Αριστερό Μέτωπο Ανέστης Ταρπάγκος

Σχετικά έγγραφα
Αθήνα, 4 Φεβρουαρίου 2013 ΝΟΕΣ ΔΟΕΣ ΤΟΕΣ ΝΟΕΣ ΑΠΟΔΗΜΟΥ. Γραφείο Προέδρου Γραφείο Γενικού Δ/ντή. Συντρόφισσες, σύντροφοι

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Το εργατικό κίνημα απέναντι στην κρίση Φραντζέσκος Φατούρος

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Οι «εναλλακτικές προτάσεις» του ΚΚΕεσ. και οι προοπτικές του αριστερού λαϊκού κινήματος Ανέστης Ταρπάγκος

Ομιλία του Κωνσταντίνου Τσουτσοπλίδη Γενικού Γραμματέα Διαχείρισης Κοινοτικών και άλλων Πόρων, στην

ENA, Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών Ζαλοκώστα 8, 2ος όροφος T enainstitute.org

Ομιλία Εκτελεστικού Αντιπροέδρου Χάρη Κυριαζή. «Προκλήσεις, προτάσεις, στρατηγικές ανάπτυξης της εξωστρέφειας» ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΕΞΑΓΩΓΩΝ ΣΕΒΕ EXPORT SUMMIT

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ. 9 Απριλίου 2013

``Η ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗ ΩΣ ΑΤΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ

hp?f=176&t=5198&start=10#p69404

η ενημέρωση για τις δράσεις που τυχόν υιοθετήθηκαν μέχρι σήμερα και τα αποτελέσματα που προέκυψαν από αυτές.

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Το κράτος του ΠΑΣΟΚ και η εργατική τάξη Πέτρος Λινάρδος Ρυλμόν

ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ ΣΤΗΝ ΤΡΙΤΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ: ΑΝΑΜΕΝΟΝΤΑΣ ΤΗ ΝΕΑ ΕΠΙΘΕΣΗ

ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΩΠΟ. Καταστατικό

Μήνυμα για την παγκόσμια μέρα της Γυναίκας

ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ. «Νέες συνεργασίες μεταξύ εκπαιδευτικών ιδρυμάτων»

ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ ΒΙΟΤΕΧΝΙΩΝ ΕΜΠΟΡΩΝ ΞΑΝΘΗΣ

Προτάσεις για την επιλογή προετοιμασία έργων και δράσεων, σχέση μεταξύ της επιθυμητής δράσης και της κοστολόγησης.

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΠΑΝΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΦΑΚΕΛΟΣ ΟΙ ΚΟΜΜΑΤΙΚΕΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ

Τρίτη (Κοµµουνιστική) ιεθνής εύτερο Συνέδριο ΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΣΜΟ Κοµµουνιστική Αποχική Φράξια του Ιταλικού Σοσιαλιστικού Κόµµατος

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ 1 ης Συνάντησης ιαβούλευσης για την κατάρτιση του Εθνικού Στρατηγικού Σχεδίου Ανάπτυξης (Ε.Σ.Σ.Α.)

ΕΝΩΣΗ ΝΟΜΑΡΧΙΑΚΩΝ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΕΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ ΟΜΙΛΙΑ ΜΕΛΟΥΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΤΟΥ ΣY.ΡΙΖ.Α.

ΔΙΕΚ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ ΤΕΧΝΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΟΥ ΛΟΓΙΣΤΗΡΙΟΥ Γ ΕΞΑΜΗΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΚΟΣΤΟΥΣ Ι ΜΑΘΗΜΑ 2 ο

Χαιρετισμός του Ειδικού Γραμματέα για την Κοινωνία της Πληροφορίας Καθ. Β. Ασημακόπουλου. στο HP day

Μία από τις πιο επαναστατικές ιδέες των καιρών μας, υπήρξε η Τοπική Αυτοδιοίκηση.

ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΜΟΝΤΕΛΩΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ. «Μεικτά» Συστήματα Καπιταλισμού και η Θέση της Ελλάδας

Φορείς των νέων ιδεών ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΙ ΥΠΟΨΗΦΙΟΙ

Κεφάλαιο και κράτος: Από τα Grundrisse στο Κεφάλαιο και πίσω πάλι

Επιτροπή Συντονισμού της Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης

Η σύγχρονη εργατική τάξη και το κίνημά της (2) Συντάχθηκε απο τον/την ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ Παρασκευή, 11 Σεπτέμβριος :57

9/2/2014 ΠΛΑΙΣΙΟ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΟΥ ΤΕΕ/ΤΔΜ

Εθνικε ςκαιευρωπαι κε ς Πολιτικε ςστοντομεάτηςδια βιόυμα θησης. Παράλληλα Κείµενα

Ομιλία του Βασίλειου Ν. Μαγγίνα Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας

24ΩΡΗ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΗ ΑΠΕΡΓΙΑ ΣΤΙΣ 24 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2005

20 Νοεμβρίου Κυρίες και κύριοι, Καλησπέρα σας.

ΣΤΟΧΟΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΕΣΠΑ

Αθήνα, Νοεμβρίου 2014 ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ

Έγγραφο συνόδου B7-0000/2013 ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ. σύμφωνα με το άρθρο 110, παράγραφος 2, του Κανονισμού

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Μισθωτή εργασία, εργατική τάξη και μικροαστικά στρώματα στον ελληνικό καπιταλισμό Ανέστης Ταρπάγκος

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Η βιομηχανία Τεχνικών Κατασκευών και το εργατικό κίνημα Ανέστης Ταρπάγκος

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Ριζοσπαστική Αριστερά και εργατική τάξη Ανέστης Ταρπάγκος

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ

Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΚΑΙ ΤΑ ΜΕΣΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Η αριστερή ριζοσπαστική τομή στη φυσιογνωμία και την πολιτική του Συνασπισμού Ανέστης Ταρπάγκος

ΚΟΥΚΟΥΛΟΠΟΥΛΟΣ Πάρης. Πρόεδρος της Κεντρικής Ενωσης ήµων και Κοινοτήτων Ελλάδος (Κ.Ε..Κ.Ε.)

ΓΕΝEΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ ΤΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ Κοινωνίες αγροτικού τύπου (παραδοσιακές, στατικές κοινωνίες)

1) Σχετικά με την έννοια του ιμπεριαλισμού: Το ΚΚΕ αντιμετωπίζει αυτήν την έννοια, όπως την έχει

ΠΕΛΕΤΙΔΗΣ ΠΑΤΡΑ : Απαιτούμε δραστική αύξηση των κρατικών δαπανών από τον Προϋπολογισμό για κοινωνική πολιτική,

1 η Εγκύκλιος Αναπτυξιακού Προγραμματισμού

Τάσεις, χαρακτηριστικά, προοπτικές και υποδοχή από την εκπαιδευτική κοινότητα ΣΤΡΟΓΓΥΛΗ ΤΡΑΠΕΖΑ 5 ο Συνέδριο EduPolicies Αθήνα, Σεπτέμβριος 2014

8 ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΑΠΟ ΣΤΕΛΕΧΗ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΗΣ ΠΛΑΤΦΟΡΜΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΗΣ Κ.Ε. ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ

Διεθνής συνάντηση Η ΕΥΡΩΠΗ ΣΕ ΚΡΙΣΗ, RProject, 4/11/2016: Για μια στρατηγική υπέρ της εργασίας μέσα στην κρίση

«Τα Βήματα του Εστερναχ»

Ηµερίδα του ΚΕΠΕΑ της ΓΣΕΕ µε θέµα: «Πολιτικές ενίσχυσης της Απασχόλησης»

ΑΝΟΙΚΤΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΠΟΛΙΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση ΠΑΣΟΚ και Αριστερά. Σοσιαλδημοκρατία, μικροαστισμός, αντικαπιταλισμός στη μεταπολιτευτική 35ετία Ανέστης Ταρπάγκος

ΔΙΑΦΟΡΑ ΤΜΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΤΑΞΗΣ

Παρέμβαση Γιάννου Παπαντωνίου στην εκδήλωση με θέμα : «Αριστερά και Μεταρρυθμίσεις»

ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΓΕΩΠΟΝΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ. Αγροτική Πολιτική 8 ου Εξαμήνου ΤΜΗΜΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ & ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

The Autonomy of the Modern Greek Public Administration

ΘΕΩΡΗΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΕΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 17

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ ΩΣ ΜΕΣΟ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΩΝ & ΣΥΝΑΦΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΩΝ ΕΛΛΑΔΑΣ (Ο.Ε.Φ.Σ.Ε.Ε.) ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ

ΠΑΙ ΑΓΩΓΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΙΑ ΤΗ ΜΟΡΦΩΤΙΚΗ ΑΥΤΟΤΕΛΕΙΑ ΤΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ

Ορισµένες διαστάσεις της εξωτερικής πολιτικής της Γαλλίας

ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ

ΒΑΣΙΚΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

ΓΕΝΙΚΑ ΣΥΝΟΠΤΙΚΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΡΟΟΔΟΥ TOY ΠΕΠ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

Ομιλία. του Διοικητή του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ. Ροβέρτου Σπυρόπουλου. του Ελληνο-Αμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου:

Ειδικότεροι σκοποί. Επιμέλεια: Βασιλείου Μάνος Σελίδα 1

1. Η ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΚΑΙ Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ

Κύκλος Μαθημάτων στο Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Σπουδών του Τμήματος Κοινωνιολογίας με τίτλο «Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση»

Αντιφάσεις στην αξιοποίηση του τεχνικού επιστηµονικού δυναµικού στην ελληνική βιοµηχανία

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 26 Οκτωβρίου 2010 (04.11) (OR. fr) 15448/10 CULT 97 SOC 699

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ Α ΛΥΚΕΙΟΥ

Σας ευχαριστώ για την πρόσκληση, χαιρετίζω την συνάντηση αυτή που γίνεται ενόψει της ανάληψης της Προεδρίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τη χώρα μου.

«Συντονισμός του Σχεδιασμού και της Εφαρμογής Δημόσιων Πολιτικών»

Η αξιολόγησή τους δε θα γίνει και δική μας!

Επιχειρησιακό Πρόγραμμα: «Εκπαίδευση και Δια βίου Μάθηση» Εκτενής Σύνοψη. Αθήνα

Συχνές Ερωτήσεις / Απαντήσεις

Β. Ι. Λένιν

Πριν όµως περάσω στο θέµα που µας απασχολεί, θα ήθελα µε λίγα λόγια να σας µιλήσω για το ρόλο του Επιµελητηρίου Μεσσηνίας.

ΠΕΠ ΑΝ. ΜΑΚΕ ΟΝΙΑΣ ΘΡΑΚΗΣ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ ΚΑΙ ΔΟΜΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΤΗΣ ΣΥΜΠΡΑΞΗΣ. «ΑΜΕΣΗ Δημοκρατία Στην Πράξη» Άρθρο 1. {Ίδρυση και Σκοποί}

Ευχαριστώ πολύ τους διοργανωτές του Συνεδρίου για την πρόσκληση. Θεωρώ μάλιστα ιδιαίτερα σημαντικό το γεγονός, ότι η Κύπρος δίνει το

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΕΜΠΑΡΓΚΟ: 18:00

Η εκδήλωση αυτή έχει ιδιαίτερη σημασία σήμερα που επιχειρείται όλο και πιο έντονα η διαστρέβλωση και το ξαναγράψιμο της ιστορίας του Δευτέρου

Η ενίσχυση της βιομηχανίας στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής βιομηχανικής στρατηγικής ως προτεραιότητα για την ανάκαμψη της οικονομίας

ΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΜΕΣΩ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟΥ ΠΟΥ ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΕ Η ΑΣ

Μαρί-Κωνστάνς Κων/νου

Ευρωπαίοι Κοινωνικοί Εταίροι & Ευρωπαϊκή Κοινωνία Πολιτών

«Να συνειδητοποιήσουμε την πραγματικότητα και να διαμορφώσουμε σε νέα βάση. την πολιτική μας»

ζωή για τη δική της ευδαιμονία. Μας κληροδοτεί για το μέλλον προοπτικές χειρότερες από το παρελθόν. Αυτό συμβαίνει για πρώτη φορά.

Management. Νικόλαος Μυλωνίδης Μάθημα /2/2010

Η Θεωρία της Οικονομικής Ενοποίησης

Σηµείωµα για την Περιφερειακή Πολιτική του Κόµµατος

Η Πρόκληση της Ανταγωνιστικότητας Η Εκθεση για την Παγκόσµια Ανταγωνιστικότητα,

Η λαϊκή άνοιξη του και οι αιτίες της ήττας.

1η Συνάντηση Διά βίου εκπαίδευση & συνδικάτο σ

Transcript:

του Ανέστη Ταρπάγκου 1. ΕισαγωγήΗ νεοφιλελεύθερη μεταστροφή της κυβερνητικής πολιτικής του ΠΑΣΟΚ που σηματοδοτήθηκε από τα οικονομικά μέτρα του Οκτωβρίου '85 και βρίσκεται σε εξέλιξη στη σημερινή περίοδο με την εξαγγελία του κλεισίματος σημαντικού αριθμού από τις προβληματικές επιχειρήσεις και με την υλοποίηση των διαπιστώσεων - κατευθύνσεων της Έκθεσης του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, σε συνδυασμό με την συνολικότερη πολιτική ήττα του αριστερού κινήματος στις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου 1985 (παραγκωνισμός των σοσιαλιστικών εργατικών δυνάμεων στα πλαίσια του κομματικού - κυβερνητικού μπλοκ του ΠΑΣΟΚ, αποτυχία της πολιτικής της «συμπαράταξης των δυνάμεων της αλλαγής» της κομμουνιστικής Αριστεράς), έθεσαν σε κίνηση διαδικασίες επαναπροσδιορισμού των ίδιων των αριστερών πολιτικών δυνάμεων. Από τις διαδικασίες αυτές εξαρτάται ουσιαστικά η πορεία του αριστερού κινήματος στην ελληνική κοινωνία, η ίδια η έκβαση της αντιμονεταριστικής κινητοποίησης του εργατικού συνδικαλισμού, τα πολιτικά σχήματα και οι συμμαχίες που θα ανακύψουν, οι στρατηγικές αριστερής εναλλαγής που θα διαμορφωθούν. Οι απόπειρες επανακαθορισμού της πολιτικής τακτικής του ΚΚΕ προωθούνται μέσα απ' την ανάδειξη σε κυρίαρχο στοιχείο της δράσης του της πρότασης για το «Ενιαίο Μέτωπο της Αριστεράς», παρ' όλη την προηγούμενη επιμονή του για τη συγκρότηση της «κυβερνητικής σύμπραξης της αλλαγής». Στην ίδια συγκυρία εντάσσεται και η επικράτηση των αντιλήψεων για την «αποκομμουνιστικοποίηση» - μετεξέλιξη του ΚΚΕεσ. σε «νέο φορέα» της Αριστεράς μέσα από τις συνεδριακές του διαδικασίες και η δρομολόγηση της πορείας για την ολοκλήρωση αυτών των σχεδιασμών στην προσεχή περίοδο και η ολοκλήρωση των διαδικασιών πολιτικοσυνδικαλιστικής συγκρότησης των δυνάμεων του σοσιαλιστικού εργατικού ρεύματος της ΣΣΕΚ, με την οριστική του απόσπαση από τον χώρο του ΠΑΣΟΚ και την αυτοτελή του κοινωνική διαμόρφωση: αυτές οι εξελίξεις προσδιορίζουν το πλαίσιο ανασυγκρότησης των δυνάμεων του αριστερού κινήματος σε νέες βάσεις και θέτουν άμεσα τα ζητήματα του χαρακτήρα της αριστερής πολιτικής, των ενωτικών μετώπων και της αντικαπιταλιστικής στρατηγικής. Άλλωστε, με τη διαπιστωμένη αδυναμία αποτελεσματικής αντιμετώπισης του κυβερνητικού μονεταρισμού και της καπιταλιστικής ανασυγκρότησης από τις πανελλαδικές πανεργατικές απεργίες, που δεν κατέστησαν μέχρι σήμερα δυνατή την υποχώρηση της αστικής διαχείρισης της οικονομικής κρίσης, αυτή η ίδια η προοπτική του εργατικού κινήματος κρίνεται σε σημαντικό βαθμό από τις ανακατατάξεις που συντελούνται στον αριστερό χώρο στη διετία που διανύουμε 1985-87. 1. H πρόκληση και οι όροι του «ενιαίου μετώπου της Αριστεράς»Η πρόταση για τον σχηματισμό του «Ενιαίου Μετώπου της Αριστεράς» εμφανίστηκε στη σημερινή συγκυρία σαν η κυρίαρχη πολιτική πρόταση συσπείρωσης των δυνάμεων του αριστερού κινήματος, απέναντι στην οποία καλούνται αντικειμενικά να προσδιοριστούν οι άλλες αριστερές δυνάμεις, γεγονός που δίνει άλλωστε στο ΚΚΕ τη σχετική πρωτοβουλία των κινήσεων, προδιαγράφοντας του ένα καινούργιο πολιτικό ρόλο, αυτόν της «ηγεμονεύουσας» πολιτικής δύναμης σε μια ευρύτερη αριστερή συμπαράταξη με μέτωπο απέναντι στη «μονεταριστική στροφή» της κυβερνητικής εξουσίας του ΠΑΣΟΚ. Η άμεση λογική αυτής της πρότασης προέρχεται απ' την εκτίμηση ότι η κυβερνητική πολιτική «το μόνο που καταφέρνει είναι να χειροτερεύει τη ζωή των εργαζομένων, να αυξάνει την ανεργία, χωρίς βέβαια να φέρνει ούτε νέες επενδύσεις, ούτε να ενισχύει τη ντόπια παραγωγή, ούτε να αποτρέπει την συνεχιζόμενη χειροτέρευση της θέσης της ελληνικής οικονομίας στο διεθνή καταμερισμό εργασίας», και καταλήγει στην αναγκαιότητα «οικοδόμησης του ενιαίου μετώπου της Αριστεράς που μπορεί να κατακτήσει την κυβερνητική εξουσία και να βάλει σε εφαρμογή ένα πρόγραμμα νέας ανάπτυξης προς όφελος του λαού, φιλολαϊκής κοινωνικής πολιτικής, εθνικής ανεξαρτησίας και ουσιαστικού εκδημοκρατισμού». Μιας συνεργασίας «για τους κοινούς στόχους στη βάση της ισοτιμίας, του σεβασμού της αυτοτέλειας και της διαφορετικότητας της κάθε δύναμης», με την παράλληλη δυνατότητα διεξαγωγής «μιας ανοιχτής μπροστά στο λαό δημοκρατικής συζήτησης και γόνιμης αντιπαράθεσης των ιδεών». Το μέτωπο αυτό θα βασίζεται «στους Σελίδα 1 / 13

αγώνες, στα κινήματα για απασχόληση, καλύτερη ζωή, δωρεάν υγεία και παιδεία, ανθρώπινο περιβάλλον, δημοκρατική πληροφόρηση και συμμετοχή, για την ειρήνη και την εθνική ανεξαρτησία». Με επιστέγασμα τη διαπίστωση της «επικαιρότητας του σοσιαλισμού», που είναι «η μόνη ριζική απάντηση στα προβλήματα του καιρού μας», του οποίου οι ιδέες «πήραν μια καινούργια πνοή και μεγάλωσε η ελκυστικότητα τους με το 27ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ», όπου «επιβεβαιώθηκε ακόμα μια φορά ότι ο σοσιαλισμός είναι μια ζωντανή, δυναμική, αναπτυσσόμενη κοινωνία, ικανή να προωθεί την αυτοκριτική της, να ξεπερνά τις αδυναμίες της, να ανεβαίνει σε ποιοτικά ανώτερα επίπεδα αποδοτικότητας, κοινωνικής εξασφάλισης και συμμετοχής των μαζών μέσα από την ανάπτυξη της σοσιαλιστικής αυτοδιοίκησης» 1. Πολυσήμαντη πολιτική πρόταση από την άποψη της αντίληψης για την αναγκαία αριστερή κυβερνητική πολιτική, για την αναγνώριση της πολυμορφίας της Αριστεράς και του «δημοκρατικού δρόμου» μετάδοσης, για το ίδιο το περιεχόμενο της «σοσιαλιστικής απάντησης» στην εντεινόμενη καπιταλιστική κρίση. Πρόκειται για μια πρόταση, που επιχειρώντας να διευρύνει τον πολιτικό ρόλο του ΚΚΕ, να διαγράψει την δυνατότητα μιας αριστερής κυβερνητικής εναλλαγής, σπάζοντας την πολιτική του περιχαράκωση, σηματοδοτείται από τα παρακάτω χαρακτηριστικά: Από το πολιτικό κοινωνικό της περιεχόμενο. Από το εγχείρημα του εκσυγχρονισμού της φυσιογνωμίας του. Από την αντίληψη για την ίδια τη σοσιαλιστική οικοδόμηση. Ήδη στη διατύπωση και στην προσπάθεια πρακτικής εφαρμογής αυτής της ενωτικής πολιτικής, από την τύχη της οποίας θα κριθεί και το εγχείρημα επανακαθορισμού της στρατηγικής του ΚΚΕ, εκδηλώνονται οι ριζικές αντιφάσεις της πολιτικής του, που το ξεπέρασμα τους αποτελεί προϋπόθεση για τη φερεγγυότητα της αριστερής συμπαράταξης. Μέσα στα πλαίσια της ουσιαστικά αντιπαρατίθενται και διαπλέκονται τρεις βασικοί παράμετροι που διαπερνούν τις δυνάμεις του ΚΚΕ: Η λαϊκή δυναμική και ο εργατικός του χαρακτήρας. Η απόπειρα ανακαθορισμού του κοινωνικού του ρόλου. Η εγγενής και εγχαραγμένη στην εσώτατη φυσιογνωμία του οργανική του συσχέτιση με την εξέλιξη του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Το ζητούμενο για το αριστερό κίνημα είναι το κατά πόσον, κάτω από ποιους όρους, μέσα από ποιες διαδικασίες, η διαπλοκή αυτών των παραμέτρων θα οδηγηθεί στον επαναστατικό κομμουνιστικό επαναπροσδιορισμό του ΚΚΕ ή ενός μέρους των λαϊκών του δυνάμεων, έτσι ώστε η κίνηση στην οποία έχουν μπει να μην καταλήξει στο αδιέξοδο, γιατί στη φάση της οξύτατης επίθεσης των κυβερνητικών - αστικών δυνάμεων που έχουμε μπει, είμαστε υποχρεωμένοι, σοσιαλιστές και κομμουνιστές, εργαζόμενοι και διανοούμενοι, να αναζητήσουμε πεισματικά και να διαμορφώσουμε πρακτικά την αναγκαία σύνθεση του αριστερού επαναστατικού κινήματος σε μια αντικαπιταλιστική κατεύθυνση και σοσιαλιστική προοπτική. Η δρομολόγηση του εκσυγχρονισμού της φυσιογνωμίας και της τακτικής των παραδοσιακών κομμουνιστικών δυνάμεων, που προκύπτει από παράλληλες διαδικασίες που προωθούνται στα κοινωνικά συστήματα του «υπαρκτού σοσιαλισμού», και από τις αναγκαιότητες της ίδιας της πολιτικής πάλης στα ελληνικά πλαίσια, από τα αδιέξοδα στα οποία οδήγησε η πολιτική της «κυβερνητικής συμπαράταξης της αλλαγής», απολήγει στην επαναδιατύπωση βασικών στοιχείων της ιδεολογικής συγκρότησης και της πολιτικής τους στρατηγικής, που με αφετηρία τις κεντρικές αντιλήψεις της «κομμουνιστικής» επαγγελίας συνιστούν μια τομή στην μέχρι σήμερα πρακτική τους. Κατ' αρχήν, η κεντρική αφετηριακή αναφορά στις βασικές προγραμματικές διαστάσεις του κομμουνισμού διαμορφώνει ένα πλαίσιο αυτόνομης κομμουνιστικής τοποθέτησης των δυνάμεων του ΚΚΕ, σε αντιδιαστολή με την μέχρι σήμερα χρησιμοποιούμενη αφετηριακή αναφορά στην διαμόρφωση του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Η επαναδιατύπωση των στρατηγικών μαρξιστικών αντιλήψεων για τη «δημιουργία ενός κράτους αυτοδιοίκησης των εργαζομένων», για την «κατάκτηση της εξουσίας σαν μιας ενιαίας - σύνθετης διαδικασίας κατάλυσης των βασικών κέντρων της αστικής εξουσίας, ριζοσπαστικού - επαναστατικού μετασχηματισμού της Σελίδα 2 / 13

παλιάς κρατικής μηχανής και ταυτόχρονα οικοδόμησης των θεσμών της εξουσίας νέου τύπου, που στηρίζεται άμεσα στην αυτοδιοίκηση των εργαζομένων», τους «θεσμούς σοσιαλιστικής αυτοδιαχείρισης που να καλύπτουν σφαιρικά όλη την κοινωνική ζωή από την πολιτική, την οικονομία ως την εκπαίδευση και το σύστημα υγείας», το «εργατικό κράτος νέου τύπου που κατευθύνεται προς τον μαρασμό του, προς την γενικευμένη κομμουνιστική αυτοκυβέρνηση των παραγωγών», σηματοδοτούν όρους για την «ανανέωση» κεντρικών σημείων της πολιτικής του ΚΚΕ. Παράλληλα, η διαπίστωση της αναγκαιότητας «ανάδειξης νέου τύπου ελευθεριών, δηλαδή των αυτοδιοικητικών και αυτοδιαχειριστικών δικαιωμάτων», της «απαλλοτρίωσης της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας και της μετατροπής των λειτουργιών της διεύθυνσης και της οργάνωσης σε λειτουργίες των συνεταιρισμένων παραγωγών», η έκφραση της εναντίωσης στο γραφειοκρατικό φαινόμενο με την υπόδειξη για την δημιουργία «μιας ολόκληρης σειράς από αλλεπάλληλα αμυντικά φράγματα για την αναχαίτιση του γραφειοκρατισμού κατά τη μετάβαση στο σοσιαλισμό (μηχανισμός ανακλητότητας των αντιπροσώπων, ανεξάρτητη λειτουργία του τύπου σαν οργάνου της αυτοδιοίκησης των εργαζομένων κ.α.)», ενδυναμώνουν παραπέρα τον επαναπροσδιορισμό των ιδεολογικών τοποθετήσεων αυτών των αριστερών δυνάμεων. Επιπρόσθετα, η αναφορά στον «πολυκομματισμό πολιτικών δυνάμεων, που εκφράζουν συμμαχικές κοινωνικές δυνάμεις, που παρά τις ιδεολογικές και πολιτικές διαφορές τους, παρά τις πιθανές αποκλίσεις τους στην αντίληψη για τις μορφές του σοσιαλισμού, δρουν από κοινού ή συγκλίνουν σε μια αντικαπιταλιστική κατεύθυνση και στην οικοδόμηση μιας σοσιαλιστικής κοινωνίας», καθώς και στην ιδέα του «αυστηρού διαχωρισμού του κομμουνιστικού κόμματος από τις λειτουργίες των κρατικών οργάνων και του μηχανισμού τους, που δεν επιβάλλει πατερναλιστικά μια έτοιμη γενική πολιτική σύνθεση έξω και πάνω απ' τους θεσμούς αυτοδιοίκησης - αυτοδιαχείρισης» 2 ολοκληρώνουν την εικόνα της επιχειρούμενης τομής στην εξέλιξη της φυσιογνωμίας του ΚΚΕ. Ένας τέτοιος επιχειρούμενος «ανανεωτικός» επαναπροσδιορισμός, παρ' όλο που δεν αποσπάται από μια απολογιστική οργανική αναφορά στην εμπειρία και τις προοπτικές του ανατολικού «αναπτυγμένου σοσιαλισμού», και που απολήγει στην πρόταση για τη συμμαχία των αριστερών δυνάμεων, εντούτοις συγκροτεί από μόνος του μια ριζοσπαστική τομή, που βρίσκει τα όρια της στη βαθύτερη συσχέτιση του ΚΚΕ με τον «υπαρκτό σοσιαλισμό», όπως και στην ανεπάρκεια του αντικαπιταλιστικού περιεχομένου της πολιτικής του πρακτικής. Έτσι, ενώ κρίνεται ότι οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις στις ανατολικές κοινωνίες «δεν πρέπει να είναι οικονομίστικες ή τεχνοκρατικές, αλλά να προωθούν τις παραπέρα διαδικασίες κοινωνικοποίησης των μέσων παραγωγής, την κυριαρχία των εργαζομένων στο πολιτικό και παραγωγικό επίπεδο», στάση που ακριβώς θεμελιώνει μια μαρξιστική τοποθέτηση απέναντι στην κοινωνική εξέλιξη της ΕΣΣΔ, εντούτοις αυτή η ίδια η κριτική αποτίμηση απολήγει στην αυτοαναίρεσή της όταν επιχειρεί να καταλήξει σε συγκεκριμένα συμπεράσματα σχετικά με την σύγχρονη κατάσταση. Δυο γεγονότα καθοριστικής σημασίας για το σύγχρονο επαναστατικό κίνημα, η εμπειρία της Πολωνικής Εργατικής Αλληλεγγύης, καθώς και οι προσανατολισμοί που αναδείχθηκαν από το 27ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ, παρέχουν το πεδίο δοκιμασίας της «ανανεωτικής» κομμουνιστικής θεώρησης και διαπίστωσης των περιορισμένων ορίων της. Όταν μια απ' τις σημαντικότερες εργατικές εξεγέρσεις του σύγχρονου αριστερού κινήματος εκτιμάται σαν «αναρχοσυνδικαλιστική» κινητοποίηση, κι όταν το Πρόγραμμα της Αλληλεγγύης χαρακτηρίζεται σαν «αντισοσιαλιστική» τάση, τη στιγμή που η αυτοδύναμα οργανωμένη, στο συνδικαλιστικό και κοινωνικό πεδίο, εργατική τάξη της πολωνικής κοινωνίας, έθετε ακριβώς το ζήτημα της κοινωνικοποίησης της διεύθυνσης της παραγωγής και της εργατικής διαχείρισης της πολιτικής εξουσίας, όταν τέλος θεωρείται σαν διέξοδος στην πολωνική κρίση η «μεταρρύθμιση του ΠΕΕΚ που στηρίζεται στην αυτοχρηματοδότηση, την ανεξαρτησία και την εργατική αυτοδιαχείριση των επιχειρήσεων», που αποσκοπεί στο «ανέβασμα της σοσιαλιστικής συνείδησης των εργατικών μαζών και στη διοχέτευση της ενεργητικότητας και συμμετοχής τους μέσα στους αυτοδιαχειριστικούς θεσμούς», τότε γίνεται αντιληπτό το νόημα της θέσης για την «ανάγκη της πιο πλατιάς δημοκρατίας στον υπαρκτό σοσιαλισμό»... Τα εργατικά συνδικάτα κρίνεται αναγκαίο να «διατηρήσουν τη λειτουργία τους για την υπεράσπιση των εργατικών συμφερόντων κατά τη μετάδοση στο σοσιαλισμό», έχοντας το δικαίωμα της απεργίας που «θα αποτελεί έσχατο μέσο άμυνας των εργαζομένων, και θα ασκείται μόνο φυσικά στις περιπτώσεις εκείνες όπου θα εκδηλωθεί γραφειοκρατική τύφλωση κι αδιαφορία απέναντι στα προβλήματα των εργαζομένων», δηλαδή προσδιορίζονται σαν μορφές ταξικής συγκρότησης των εργαζομένων που οι δραστηριότητες τους επιπροσδιορίζονται απ' την επικυρίαρχη λειτουργία της κρατικής, κομματικής και τεχνοκρατικής Σελίδα 3 / 13

γραφειοκρατίας: Κι όταν η ίδια η εργατική τάξη, μέσα απ' αυτές τις άμεσες συνδικαλιστικές της οργανώσεις οδηγηθεί αυτοτελώς να θέσει το ζήτημα της διεύρυνσης του πολιτικού της ρόλου μέσα απ' την επιδίωξη ανατροπής αυτής της ιεραρχικής γραφειοκρατικής δομής, τότε η μόνη απάντηση που την αναμένει είναι η δυναμική στρατιωτική καταστολή;... Ακόμη περισσότερο, η προώθηση της σύγχρονης σοβιετικής οικονομικής μεταρρύθμισης καταδείχνει το χαρακτήρα των κοινωνικών αλλαγών στον «αναπτυγμένο σοσιαλισμό», ότι δηλαδή πρόκειται κύρια για την «άρση δομικών αδυναμιών του οικονομικού μηχανισμού», όπου η διεύρυνση της εργατικής «συμμετοχής» συνιστά δευτερεύον στοιχείο της κύριας στρατηγικής που προσδιόρισε το 27ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ για την «επιτάχυνση της κοινωνικοοικονομικής ανάπτυξης», και που η ουσία της εντοπίζεται στην «ολόπλευρη εντατικοποίηση της παραγωγής με βάση την επιστημονικοτεχνική πρόοδο, στην ανασυγκρότηση της διάρθρωσης της οικονομίας, στις αποτελεσματικές μορφές διεύθυνσης, οργάνωσης και πολιτικής κινήτρων της εργασίας». Αφετηρία γι' αυτό το συνολικό μεταρρυθμιστικό εγχείρημα είναι η επιβράδυνση των ρυθμών της οικονομικής ανάπτυξης στην δεκαετία του '70, η ανάπτυξη της κύρια σε «εκτατική» βάση, η πτώση των ρυθμών παραγωγικότητας της εργασίας και των δεικτών αποτελεσματικότητας, και μέσο για την πραγματοποίηση του η πειθώ «των πλατιών στρωμάτων των εργαζομένων για την ορθότητα του δρόμου που διαλέχθηκε (της οικονομικής αναπτυξιακής επιτάχυνσης) η κίνηση του ενδιαφέροντος τους ηθικά και υλικά. Για την επιτυχία αυτών των οικονομικών στόχων χρειάζεται ένα «ολοκληρωμένο αποτελεσματικό και ευέλικτο σύστημα διεύθυνσης», η ανάπτυξη «της πρωτοβουλίας και της σοσιαλιστικής επιχειρηματικότητας», η διεύρυνση «των ορίων της αυτοτέλειας των επιχειρήσεων», η «σύνδεση των εργατικών μισθών με την αποτελεσματικότητα της εργασίας και την διάθεση των προϊόντων», κι ανάμεσα σ' αυτά το «ανέβασμα του ρόλου των εργασιακών κολεκτίβων, η ενίσχυση του ελέγχου από τα κάτω» που βαδίζει παράλληλα με την «αναβάθμιση της αποτελεσματικότητας των κινήτρων της δουλειάς, την ενίσχυση της οργανωτικότητας και της πειθαρχίας», το «ανέβασμα της παραγωγικής οικονομικής άμιλλας», καθώς και η αναβάθμιση «της ευθύνης των πολιτών για την στερέωση της οικογένειας, η ολόπλευρη κρατική και κοινωνική ενίσχυση των θεμελίων της». Έτσι, το «βάθεμα της σοσιαλιστικής αυτοδιεύθυνσης του λαού» χρησιμοποιείται σαν μέσον επίτευξης του κεντρικού προγραμματισμού της «επιτάχυνσης των ρυθμών οικονομικοτεχνολογικής ανάπτυξης», ώστε τα «λαϊκά αντιπροσωπευτικά όργανα (Τοπικά Σοβιέτ) να γίνουν αποτελεσματικοί κρίκοι της κινητοποίησης των μαζών για την επιτάχυνση της κοινωνικοοικονομικής ανάπτυξης της χώρας» 3. Γίνεται φανερό απ' τις ίδιες τις προγραμματικές διακηρύξεις του 27ου Συνέδριου του ΚΚΣΕ, που ακριβώς προβάλλεται απ' το ΚΚΕ σαν η «νέα πνοή του επίκαιρου σοσιαλισμού», προς τον οποίο αποβλέπει η ενωτική του πρόταση της αριστερής συμμαχίας, ότι το κεντρικό τους νόημα, και μάλιστα στη φάση της μετάβασης από τον «αναπτυγμένο σοσιαλισμό» στον κομμουνισμό, είναι η «επιστημονικοτεχνική επιτάχυνση των ρυθμών οικονομικής ανάπτυξης», πράγμα που προσδιορίζεται μονομερώς από την κομματική, κρατική και οικονομική γραφειοκρατία, που θεωρεί μάλιστα σαν αποκλειστική της εξουσία τη διατύπωση «των κύριων στόχων στην κοινωνικοοικονομική και πνευματική ζωή, την επιλογή και τοποθέτηση στελεχών και την άσκηση γενικού ελέγχου» τη στιγμή μάλιστα που η εργατική τάξη έχει στην καλύτερη περίπτωση, όταν ευοδωθούν οι στόχοι της «οικονομικής αναδιάρθρωσης» το ύψιστο δικαίωμα να εκλέγει τους εργοδηγούς και τους υπεύθυνους βάρδιας... Πρόκειται για έναν κοινωνικό, πραγματικά μεταρρυθμιστικό χαρακτήρα, μονομερώς καθορισμένο από τα μεσαία και ανώτερα στρώματα της ιεραρχικής κοινωνικής γραφειοκρατίας, η οποία διαπιστώνει ότι για να επιτύχει τη συνολική αναπαραγωγή του κοινωνικού συστήματος, είναι υποχρεωμένη να πείσει τους εργαζόμενους να στρατευθούν στην ανάπτυξη της παραγωγικότητας, της πειθαρχίας, της εντατικοποίησης της εργασίας, καθήκον που οργανωτικά και θεσμικά ανατίθεται στα εργατικά συνδικάτα και τις εργασιακές κολεκτίβες. Δεν είναι δηλαδή οι εργατικές - κοινωνικές οργανώσεις που προσδιορίζουν σε πανενωσιακό επίπεδο τον κεντρικό πολιτικό προγραμματισμό, και αναλαμβάνουν δια μέσου των άμεσων και αντιπροσωπευτικών αιρετών τους οργάνων την πραγματοποίηση του, αλλά τα ανώτερα στρώματα της κοινωνικής γραφειοκρατίας που προγραμματίζουν, διευθύνουν, εποπτεύουν και ελέγχουν, και που έχουν ανάγκη για την πραγματοποίηση της συνολικής κοινωνικής ρύθμισης από την δραστηριοποίηση των άμεσων παραγωγών εργαζομένων. Κατά συνέπεια, η σύγχρονη σοβιετική μεταρρύθμιση, στην οποία παραπέμπει ο επανακαθορισμός της φυσιογνωμίας και τακτικής του ΚΚΕ, δεν συνιστά μια ριζοσπαστική τομή στις κοινωνικές Σελίδα 4 / 13

- παραγωγικές σχέσεις στην κατεύθυνση σοσιαλιστικοποίησής τους, αναπαράγει τον τεχνοκρατικό οικονομισμό, και την ταξική επικυριαρχία (πολιτική, κοινωνική, μορφωτική) των ανώτερων κλιμακίων της πυραμίδας του ιεραρχικού καταμερισμού της εργασίας πάνω στην εργατική τάξη και την αγροτιά, παρ' όλο που είναι αντικειμενικά υποχρεωμένη, με την προσφυγή της στην λαϊκή συμμετοχή - ενεργοποίηση, να δημιουργεί δευτερογενώς ευνοϊκότερους όρους για τους ίδιους τους εργαζόμενους. Σαν αφετηρία και σαν βάση του «Ενιαίου Μετώπου της Αριστεράς» προβάλλεται, παράλληλα, η αριστερή συνδικαλιστική ενότητα, που όμως, όσο θετική κοινωνική εξέλιξη κι αν υπήρξε η μετάβαση απ' τη φάση της «δημοκρατικής συνεργασίας» στη φάση του «αριστερού συνδικαλιστικού μετώπου», εντούτοις άλλο τόσο ανεπαρκής αναδεικνύεται ο χαρακτήρας του όπως έχει αναφανεί στις πανελλαδικές εργατικές απεργίες (21 Οκτώβρη - 14 Νοέμβρη 1985 και 27 Φλεβάρη - 7 Απρίλη 1986), που δεν χαρακτηρίστηκαν από επαρκή πυκνότητα και μαζικότητα που να οδηγήσει στην αποτελεσματική αντιμετώπιση της αστικής μονεταριστικής πολιτικής. Το «αριστερό εργατικό μέτωπο» συνιστά μια τομή ταξικού χαρακτήρα σε σχέση τόσο με την εξέλιξη του εργατικού κινήματος στην περίοδο πριν την πολιτική αλλαγή του Οκτώβρη 1981 (δημοκρατικός προοδευτισμός), όσο και σε σχέση με την περίοδο 1981-82 (απόπειρα σοσιαλδημοκρατικής ενσωμάτωσης - αδρανοποίησης), ενώ ταυτόχρονα αυτή η ταξική ποιοτική αναβάθμιση του εργατικού συνδικαλισμού διαπιστώνει τα κοινωνικά και πολιτικά όρια του αριστερού κινήματος, που εκδηλώνονται με μια πολλαπλή αδυναμία: Αρχικά, ακολουθεί μια φθίνουσα πορεία στις διαδοχικές πανελλήνιου χαρακτήρα απεργιακές κινητοποιήσεις κατόπιν, δεν είναι σε θέση να κινητοποιήσει τη μεγάλη πλειοψηφία της εργατικής τάξης, καθώς και να συνδεθεί με αντίστοιχες αγροτικές και νεολαιίστικες κινητοποιήσεις τέλος,, δεν κατορθώνει να επιφέρει συνολικά πολιτικά και οικονομικά αποτελέσματα. Η κυβερνητική εξουσία όχι μόνο δεν εξαναγκάζεται να οδηγηθεί σε οποιαδήποτε κοινωνική διαπραγμάτευση, αλλά απεναντίας εμφανίζεται διατεθειμένη να επιτείνει την οξύτητα της ακολουθούμενης πολιτικής λιτότητας (Εκθέσεις ΟΟΣΑ, Χαλίκια). Η επίκληση της μαζικής ανεργίας, της γενικότερης ανεπαρκούς ανάπτυξης του εργατικού συνδικαλισμού, της αυταρχικής κυβερνητικής παρέμβασης, όσο κι αν όλα αυτά αποτελούν πραγματικούς ανασταλτικούς παράγοντες της εργατικής κινητοποίησης, ωστόσο δεν μπορεί να χρησιμεύσει για την απόκρυψη των πολιτικών ανεπαρκειών του «αριστερού συνδικαλιστικού μετώπου». Ούτε βέβαια η λογική του «σπασίματος της οικονομικής πολιτικής κατά εργοστάσιο» (εκείνο που συνέβη στην πραγματικότητα ήταν συνήθως η χορήγηση καθιερωμένων «πριμ παραγωγικότητας» στη λογική της σύνδεσης αμοιβής της εργασίας - παραγωγικότητας), ούτε η προσφυγή στη «μάχη για ικανοποιητικές κλαδικές συμβάσεις» (πράγμα που αναγκαστικά οδηγούσε στην υποχρεωτική διαιτησία, με δεδομένη την ασθενέστερη διαπραγματευτική θέση των επιμέρους κλαδικών ομοσπονδιών των εργαζομένων), μπορεί να υποκαταστήσει τη σύνδεση της κινητοποίησης του εργατικού κινήματος με την αριστερή πολιτική, και άρα την ανάδειξη των υποκειμενικών της ανεπαρκειών. Οι λόγοι για τους οποίους μια τέτοια αναγκαία συνδικαλιστική ενότητα του αριστερού κινήματος δεν μπορεί να μετατραπεί αυτόματα - μηχανιστικά σε μια αριστερή πολιτική συσπείρωση ανάγονται αφ' ενός στην ίδια την βάση της εργατικής ενότητας, ότι δηλαδή δεν πραγματοποιείται στο έδαφος μιας επιθετικής αντικαπιταλιστικής πολιτικής του εργατικού κινήματος, αλλά πάνω σε «ελάχιστους κοινούς αμυντικούς στόχους», που από μόνοι τους δεν συγκροτούν αριστερή εναλλακτική πρόταση, και αφ' ετέρου στην ανεπάρκεια μιας τέτοιας ενωτικής συμπαράταξης, να έχει απ' το γεγονός της συγκρότησης της και μόνο, αποτελεσματικότητα και πολλαπλασιαστικό χαρακτήρα. Η αντίληψη της «αριστερής συνδικαλιστικής ενότητας» δεν μπορεί να μεταφυτευθεί στο επίπεδο των πολιτικών συμμαχιών του αριστερού κινήματος, όπως συμβαίνει με την πρόταση για το «Ενιαίο Μέτωπο της Αριστεράς» του ΚΚΕ, εφ' όσον χαρακτηρίζεται από συγκλίσεις σε «ελάχιστες διεκδικήσεις» αμυντικής μορφής και παράγει την απλή συνολική «αθροιστική καταγραφή» των αριστερών δυνάμεων, χωρίς πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα. 2. Η πολιτική ασυμβατότητα της Κομμουνιστικής Ανανέωσης με τον μικροαστικό μεταρρυθμισμόενώ οι δυνάμεις του ΚΚΕ διαγράφουν την προοπτική της συμμαχίας των αριστερών δυνάμεων αναδεικνύοντας ταυτόχρονα τις αντιφάσεις τους, δηλαδή τους ανεπαρκείς όρους κάτω από τους οποίους αντιλαμβάνονται το σχηματισμό και τη δραστηριοποίηση του (παραπομπή στην εκσυγχρονιστική μεταρρύθμιση του σοβιετικού σοσιαλισμού - απουσία συγκεκριμένης αντικαπιταλιστικής στρατηγικής), η προοπτική του μετασχηματισμού του ΚΚΕεσ. κάτω απ' τους όρους της κυρίαρχης άποψης για τη «μετέξελιξή» του, δεν σηματοδοτεί μια συμβολή Σελίδα 5 / 13

στη συγκρότηση του ενωτικού μετώπου των αριστερών δυνάμεων που να είναι σε θέση να τροποποιήσει ριζικά τους όρους μέσα απ' τους οποίους αντιμετωπίζεται αυτή η λαϊκή πολιτική συμμαχία στη λογική του ΚΚΕ. Αντίθετα, είναι δυνατό να οδηγήσει σ' αυτή τη «συμμαχική αριστερή συμπαράταξη» κάτω από δυσμενείς για το αντικαπιταλιστικό λαϊκό κίνημα όρους, εφ' όσον δεν είναι σε θέση, όπως πολλαπλά έχει καταδείξει η εμπειρία του πολιτικού της παρελθόντος, ούτε τις αντιφάσεις τις φυσιογνωμίας και στρατηγικής της παραδοσιακής κομμουνιστικής Αριστεράς να οδηγήσει σε μια ανανεωτική διέξοδο - επαναστατικό επαναπροσδιορισμό (την οποία άλλωστε η ίδια έχει απορρίψει σαν «ιστορικά ξεπερασμένη», αφού πρώτα την οδήγησε στην αποδυνάμωση και στον μαρασμό), ούτε να συμβάλει στη συσπείρωση των λαϊκών δυνάμεων της αριστερής συμμαχίας σε μια στρατηγική αντιπαράθεσης με την αστική διαχείριση της κρίσης (εφ' όσον κατ' εξοχήν εκφράζει «μικροαστικά - τεχνοκρατικά» κοινωνικά στρώματα, που δεν έχουν την πολιτική ικανότήτα συσπείρωσης των εργατικών και αγροτικών δυνάμεων, ούτε να διαδραματίσει τον αναγκαίο ρόλο του πολιτικού πόλου έλξης και πολιτικής σύνθεσης των ρευμάτων και σχημάτων της αριστερής ανανέωσης και του μαρξιστικού σοσιαλιστικού κινήματος, αφού δεν έχει ούτε τις στοιχειώδεις προϋποθέσεις, ιδεολογικού - πολιτικού - οργανωτικού χαρακτήρα, για την πραγματοποίηση ενός τέτοιου εγχειρήματος. Οι συνεδριακές διαδικασίες του ΚΚΕεσ. σηματοδότησαν την πολιτική νίκη των δυνάμεων της «μεταρρυθμιστικής μεταστροφής» προς την κατεύθυνση δημιουργίας του «αποκομμουνιστικοποιημένου φορέα», την οριστική ήττα της Κομμουνιστικής Ανανέωσης σαν οργανωμένου πολιτικού κόμματος, ενώ όμως απ' την άλλη πλευρά όξυναν την αντιπαράθεση αυτού του ρεύματος με τις αριστερές κομμουνιστικές δυνάμεις, με αποτέλεσμα τον εν δυνάμει προσανατολισμό τους στην αυτοτελή πολιτική συγκρότηση και στην υιοθέτηση μιας ριζοσπαστικής αντικαπιταλιστικής στρατηγικής. Η συνειδητοποίηση της αναγκαιότητας πολιτικής αντιπαράθεσης - οριοθέτησης των κομμουνιστικών εργατικών - διανοούμενων - νεολαιίστικων δυνάμεων του ΚΚΕεσ. με το ρεύμα που αντιλαμβάνεται το αριστερό πολιτικό υποκείμενο σαν εκλογικίστικο, χωρίς παρέμβαση στο ταξικό κίνημα, αδρανή κοινωνικά και μεταρρυθμιστικού χαρακτήρα πολιτικό οργανισμό, αποτέλεσε το δευτερογενές, σε σχέση με το κυρίαρχο, αποτέλεσμα των συνεδριακών διαδικασιών. Κι αν οι βασικές εκτιμήσεις που κυριάρχησαν στις πολιτικές δυνάμεις της Κομμουνιστικής Ανανέωσης οδήγησαν στην ανεπάρκεια τους (στο οργανωτικό, πολιτικό και ιδεολογικό επίπεδο) να πραγματοποιήσουν μια συνολική ρήξη στην προοπτική διαμόρφωσης του ελληνικού ανανεωτικού κομμουνιστικού κόμματος, η δημιουργία των προϋποθέσεων για ένα τέτοιο εγχείρημα διανοίγεται σαν κυρίαρχη κατεύθυνση στην προσεχή περίοδο, δηλαδή η αριστερή - επαναστατική υπέρβαση της ιστορικής πορείας του ΚΚΕεσ. Διαφορετικά, η μοναδική δυνατότητα που διανοίγεται σ' αυτές τις ανανεωτικές κομμουνιστικές δυνάμεις θα είναι αναγκαστικά η ενσωμάτωση τους στο υπό ίδρυση «νέο κόμμα της Αριστεράς», κάτω απ' την ηγεμονία των μεταρρυθμιστικών - μικροαστικών τάσεων. Είναι οργανικό χαρακτηριστικό της τακτικής των μεταρρυθμιστικών δυνάμεων που κυριαρχούν στο σημερινό ΚΚΕεσ. το γεγονός της «δεξιόστροφης απόκλισης» - «εκλογικίστικης στροφής» τους, πάντα όποτε οι άξονες της πολιτικής ζωής και του λαϊκού κινήματος μετατοπίζονται προς τα αριστερά: πρόκειται σχεδόν για δυο ομώνυμους μαγνητικούς πόλους που ποτέ δεν συναντώνται, αλλά απεναντίας μόνιμα απωθούνται. Έτσι και στη σημερινή συγκυρία της κάθετης όξυνσης των ταξικών κοινωνικών αντιπαραθέσεων, εκείνο που έβαλε σε κίνηση η διαδικασία μεταλλαγής του κομματικού φορέα της αριστερής ανανέωσης είναι ανάμεσα σε άλλα, η ολόπλευρη πολιτική του παράλυση στην κρίσιμη καμπή της μονεταριστικής μεταστροφής της κυβερνητικής πολιτικής, γιατί ακριβώς αντί να επιδιώκεται η πολιτική παρέμβαση στα ταξικά πεδία του κοινωνικού παρόντος (κύρια η συμβολή στην ανάπτυξη και αποτελεσματικότητα του απεργιακού εργατικού κινήματος), επιβλήθηκαν οι διαδικασίες της «ιστορικής συνάντησης» με τις εκλογικές μάζες στο μέλλον (στις βουλευτικές εκλογές του 1989), όταν ήδη ο κυβερνητικός φιλελευθερισμός θα έχει ενδεχόμενα αποδιαρθρώσει το μαζικό λαϊκό κίνημα. Αντί δηλαδή από το αμέσως μετεκλογικό διάστημα να τοποθετηθεί στο επίκεντρο της πολιτικής του δράσης η μαχητική αριστερή παρέμβαση στο αναπτυσσόμενο αντιμονεταριστικό ταξικό κίνημα, και μέσα απ' αυτή την δραστηριοποίηση να συμβάλει στη συγκρότηση του αντικαπιταλιστικού κοινωνικού μετώπου (απαρέγκλιτη διαδικασία για οποιαδήποτε αριστερή πολιτική σύνθεση ευρύτερου χαρακτήρα), οι δυνάμεις της «αποκομμουνιστικοποίησης» επέβαλαν ντεφάκτο την αναζήτηση κατάλληλης κομματικής τυπολογίας, αποτρέποντας για μια καινούργια (και τελευταία) φορά τη δυνατότητα ανάδειξης του ΚΚΕεσ. σε μαχόμενο αντικαπιταλιστικό πολιτικό κόμμα του λαϊκού κινήματος. Ήδη και μόνον αυτό, δηλαδή η πρόκληση της Σελίδα 6 / 13

πολιτικής αδρανοποίησης του κομματικού οργανισμού, μέσα απ' την πρόκληση της πολιτικής αδρανοποίησης του κομματικού οργανισμού, μέσα απ' την προσπάθεια οριστικής αποδιάρθρωσης της Κομμουνιστικής Ανανέωσης, σε μια κατ' εξοχήν κρίσιμη φάση της κοινωνικής αντιπαλότητας κεφαλαίου - εργαζομένων, δίνει και το στίγμα της συντριπτικής υπεροχής των «αστικών - κοινοβουλευτικών» προτεραιοτήτων του υπό διαμόρφωση νέου πολιτικού σχήματος: ένας αριστερός πολιτικός οργανισμός επαναστατικού μαζικού χαρακτήρα δεν μπορεί να μορφοποιηθεί παρά μέσα απ' τις αγωνιστικές διαδικασίες του λαϊκού κινήματος στα πλαίσια των ίδιων του των ταξικών αγώνων. Είναι ενδεικτικές από την άποψη του χαρακτήρα του «νέου κόμματος» που προαναγγέλλεται, τόσο οι εκκλήσεις του ίδιου του «μετεξελιγμένου ΚΚΕεσ.», όσο και εκπροσώπων του «ευρύτερου δημοκρατικού προοδευτικού» χώρου, του οποίου επιδιώκεται η ένταξη στο υπό διαμόρφωση πολιτικό σχήμα. Το αριστερό κίνημα καλείται να στρατευθεί στις γραμμές του ΚΚΕεσ. για να δημιουργηθεί μια «ορμητική ανάπτυξη που χρειάζεται η χώρα», να κατασκευασθούν «νέα εργοστάσια και εργαστήρια», να εφαρμοσθεί η «νέα τεχνολογία», να επιτευχθεί η «αναδιοργάνωση των μηχανισμών της διοίκησης», να φυσήξει «νέος αέρας στην παιδεία και στις κοινωνικές σχέσεις» 4 : Ο οικονομισμός, ο αστικός δημοκρατισμός ανάμικτος με στοιχεία εκσυγχρονισμού, ο μικροαστικός προοδευτισμός, συνιστούν την ουσία της πρότασης της «μετεξέλιξης» της Κομμουνιστικής Ανανέωσης, απέναντι στην «αποτυχία» της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ να προωθήσει αυτές ακριβώς τις επιδιώξεις. Για να συμπληρωθεί στη συνέχεια η φυσιογνωμία του «νέου» πολιτικού κόμματος με όλα τα σχετικά μεταρρυθμιστικά χαρακτηριστικά, όπως με ειλικρίνεια εκτίθενται από τους εκπροσώπους της νεοαποκαλυφθείσης «ΔΗΚΑ» (!) (Δημοκρατική Κοινωνική Αναμόρφωση), που αποτελούν τις «συγγενείς» δυνάμεις (μηδενικές άλλωστε στο κοινωνικό και πολιτικό πεδίο) της «μετεξέλιξης» του ΚΚΕεσ.: «Εκσυγχρονισμός της δημοκρατίας», ιδεολογική διασύνδεση με «άλλες φιλοσοφικές και θρησκευτικές εμπνεύσεις (!)», δημοκρατικός σοσιαλισμός με «επανάσταση χωρίς επανάσταση», κόμμα «διαταξικό, χωρίς η εργατική τάξη να είναι η δεσπόζουσα δύναμη», με προοπτική βέβαια το σοσιαλισμό, αλλά που η «μετάβαση προς αυτόν περνάει πρώτα μέσα από μεταρρυθμίσεις», με «κοινωνικοποιήσεις στρατηγικών τομέων» αλλά με ταυτόχρονη «αξιοποίηση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και της δημιουργικής συμβολής της στην οικονομική ανάπτυξη», με μια πολιτική «αταλάντευτης ευρωπαϊκής ένταξης» γιατί προφανώς η «πορεία προς την Ευρώπη των λαών θα οδηγήσει αργά αλλά σταθερά σε μια δημοκρατική σοσιαλιστική Ευρώπη» 5. Είναι προφανές ότι ο «νέος φορέας» σκιαγραφείται ολοκάθαρα σαν ένα εκσυγχρονισμένο, δυτικού τύπου, σοσιαλδημοκρατικό πολιτικό σχήμα, έξω από οποιαδήποτε αντίληψη ταξικής ανατρεπτικής πάλης, πέρα από κάθε στρατηγική αντικαπιταλιστικής ρήξης, διαποτισμένο από την μυθολογία του «ήρεμου εξελικτισμού της αστικής δημοκρατίας σε σοσιαλιστική». Το ενδιαφέρον και αξιοσημείωτο σ' αυτά είναι ότι οι μεταρρυθμιστικές αυτές δυνάμεις αναπτύσσουν καθαρά τις αντιλήψεις της «μετεξέλιξης» του ΚΚΕεσ. κατά τρόπο ορθολογικό, φτάνοντας ακριβώς στις έσχατες συνέπειες της λογικής της, που οι ίδιοι της οι εκπρόσωποι, δεσμευμένοι ακόμη απ' την ανάγκη εμφάνισης μιας «αριστερής - επαναστατικής» φυσιογνωμίας, δεν προβάλλουν άμεσα: έτσι κι αλλιώς όμως αυτά είναι τα φυσιολογικά αποτελέσματα των κεντρικών τους «αναθεωρήσεων», κι είναι γνωστή η μοίρα που επιφύλαξε η εξέλιξη της πολιτικής διαπάλης στα «κόμματα του δημοκρατικού σοσιαλισμού»... Είναι εξίσου χαρακτηριστική για τους πολιτικούς προσανατολισμούς της επικρατούσας κατεύθυνσης της μεταλλαγής του κόμματος της ανανεωτικής Αριστεράς, η οικονομική ανάλυση που προβλήθηκε στις συνεδριακές διαδικασίες απ' τον κεντρικό εισηγητή της «εξόδου απ' το κομμουνιστικό κέλυφος», που εστιάζονταν σε δυο κεντρικές αντιλήψεις «πρωτοποριακού» χαρακτήρα: Κατά πρώτο, την ιδέα της εγκατάλειψης του πεδίου του «απαξιωμένου κοινωνικού κεφαλαίου» το οποίο κρίνεται ξεπερασμένο σε σχέση με τις παραγωγικές κατευθύνσεις του διεθνοποιημένου κεφαλαίου. Κατά δεύτερο, τη λογική της «νέας πρωταρχικής συσσώρευσης» σε καινούργιους παραγωγικούς κλάδους της σύγχρονης προηγμένης τεχνολογίας (μικροηλεκτρονικής, βιοτεχνολογίας κ.λπ.), προκειμένου να ενισχυθεί η θέση της «εθνικής οικονομίας» στα πλαίσια του διεθνούς (ιμπεριαλιστικού) καταμερισμού της εργασίας 6. «Οι παραδοσιακοί κλάδοι είναι σε φθίνουσα πορεία, η επιβίωση τους είναι προβληματική. Άρα το πάγιο κεφάλαιο που έχει επενδυθεί σ' αυτούς βρίσκεται σε πλήρη απαξίωση και δεν είναι δυνατόν, μέσα στον καπιταλισμό, να προσελκύσει νέες επενδύσεις». Μ' αυτό τον τρόπο, και έξω από μια οπτική μακροπρόθεσμης ανατροπής των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, οι «προβληματικές» επιχειρήσεις - οικονομικές μορφές «απαξιωμένου κοινωνικού κεφαλαίου», μη Σελίδα 7 / 13

χρήσιμου για την εξαγωγή κεφαλαιοκρατικού κέρδους, δεν αντιμετωπίζονται σαν παραγωγικές μονάδες βασικής κοινωνικής χρησιμότητας, στο βαθμό που με βάση τις ίδιες τις ταξικές διεκδικήσεις των εργοστασιακών σωματείων αυτών των επιχειρήσεων, γίνει δυνατό να εξέλθουν από την ανταγωνιστική λειτουργία της ελεύθερης αγοράς και να προσανατολιστεί η λειτουργία τους στην κατεύθυνση ικανοποίησης κεντρικών κοινωνικών αναγκών: «Ουσιαστικό και τυπικό τους πέρασμα κάτω απ' τον δημόσιο και κοινωνικό έλεγχο με τη διασφάλιση της αποφασιστικής συμμετοχής και του ρόλου των εργαζομένων», έτσι ώστε «στα χέρια του κοινωνικού συνόλου να μπορούν και πρέπει να αποτελέσουν μια στερεή βάση για την οικονομική ανάπτυξη και μοχλό για την κοινωνική παρέμβαση σε όλη την κοινωνική παραγωγή» 7. Η διέξοδος προβάλλεται σε αντίθεση κατεύθυνση απ' αυτήν της απαλλοτρίωσης της ιδιοκτησίας τους και της επιβολής δραστικών μορφών εργατικού ελέγχου, που έρχεται άλλωστε σε άμεση αντίθεση με την ίδια την δυναμική του εργατικού κινήματος. Από το άλλο μέρος τονίζεται ότι «η νέα συσσώρευση πρέπει να στοχεύει στη δυναμική προσαρμογή της ελληνικής οικονομίας στις σημερινές πραγματικότητες του διεθνούς ανταγωνισμού και του διεθνούς καταμερισμού εργασίας», που για την πραγματοποίηση της «θα χρησιμοποιηθούν όχι μόνο οι διαθέσιμοι πόροι και τα σημερινά κέρδη αλλά και τμήμα της σημερινής κατανάλωσης, που θα επιβαρύνουν το κοινωνικό σύνολο», γιατί βέβαια «τις κοινωνικές σχέσεις δεν θα τις αλλάζουμε με την απαλλοτρίωση του κεφαλαίου που έχει πια απαξιωθεί, αλλά με τις νέες σχέσεις εργασίας που θα επιβάλουν οι εργαζόμενοι στην νέα δυναμική συσσώρευση». Έτσι, η «νέα πρωταρχική συσσώρευση», που δεν εντάσσεται σε οποιαδήποτε πορεία κοινωνικού μετασχηματισμού σοσιαλιστικού χαρακτήρα, σηματοδοτεί μια καινούργια φάση της (καπιταλιστικής) ανάπτυξης, που αποσκοπεί στην αύξηση της ανταγωνιστικότητας - παραγωγικότητας: μια τέτοια οικονομίστικη παρέκκλιση δεν διαφέρει απ' τους ίδιους τους οικονομικούς προγραμματισμούς της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, έτσι ώστε η μοναδική διαφορά της να τοποθετείται στο επίπεδο της «συνεπούς» εφαρμογής μιας τέτοιας οικονομικής πολιτικής «τεχνολογικού εκσυγχρονισμού» της ελληνικής (κεφαλαιοκρατικής) παραγωγής. Σε τελική ανάλυση ο «νέος φορέας» του μετεξελιγμένου ΚΚΕεσ., όπως εκφράζεται στην κυρίαρχη εκδοχή της «μετεξέλιξης» του κόμματος, είναι έξω και σε αντίθεση με την λογική «αριστερής υπέρβασης» του, γιατί ανάμεσα σ' άλλα: Απ' τη μια πλευρά, βασίζεται στο ρεύμα εκείνο των δυνάμεων του (εκλογικίστικου - κομματικού - μικροαστικού μηχανισμού), που η πολιτική του τακτική έχει προκαλέσει ακριβώς την ιστορική ήττα της Κομμουνιστικής Ανανέωσης, και που ακριβώς δρομολόγησαν τη διαδικασία κατάργησης της σαν πανάκεια για την απόκρυψη της χρόνιας ανεπάρκειας τους. Η ολοσχερής αποδυνάμωση στην οποία έχει οδηγήσει την αριστερή ανανέωση, σε μια περίοδο μάλιστα, που χαρακτηρίσθηκε από διαδικασίες συγκρότησης των αριστερών κομμάτων, και διαμόρφωσης των εργατικών συνδικαλιστικών οργανώσεων, πολιτικών αλλαγών και ταξικών αντιπαραθέσεων, εκφράστηκε: Στο επίπεδο της παρέμβασης στο ταξικό λαϊκό κίνημα, ιδιαίτερα στην εργατική τάξη, με την περιθωριακή πολιτική παρουσία και οικοδόμηση, τη στιγμή που οι βιομηχανικοί και άλλοι εργαζόμενοι συγκροτούσαν τις ταξικές τους οργανώσεις, έδιναν σημαντικές κοινωνικές μάχες και αναδείκνυαν στρατηγικούς σοσιαλιστικούς στόχους. Στο πεδίο της πολιτικής πρακτικής και εκλογικής εμβέλειας, με την καταγραφή μιας υποτονικής πολιτικής δύναμης, χωρίς ειδικό βάρος και παρουσία στους λαϊκούς αγώνες, στις παρυφές του υπαρκτού κομμουνιστικού και σοσιαλιστικού κινήματος, με ένα εκλογικό σώμα που μακριά απ' το να εκφράζει (παρά σ' έναν ελάχιστο βαθμό) κοινωνικές πρωτοπορίες, αποτελούνταν από παραδοσιακούς αριστερούς χωρίς σχέση με το κοινωνικό κίνημα και από τμήματα της μικροαστικής τεχνοκρατίας. Στο ιδεολογικό και στρατηγικό πλαίσιο, με την απουσία μιας ανανεωτικής κομμουνιστικής ιδεολογικής παρέμβασης σε κεντρικού χαρακτήρα κοινωνικά ζητήματα, αποκρύπτοντας αυτή την ανεπάρκεια με τη μόνιμη επίκληση του «εκσυγχρονισμού - εκδημοκρατισμού» με αποτέλεσμα την έλλειψη μιας σοσιαλιστικής επαναστατικής στρατηγικής, της ανάδειξης κομμουνιστικών κατευθυντήριων γραμμών που να διαγράφουν ρήξεις - τομές στα κεντρικά μέτωπα του αντικαπιταλιστικού αγώνα, θα ήταν διαφορετικά αν το ΚΚΕεσ. στη δωδεκάχρονη μεταπολιτευτική του πορεία, στη βάση μιας κομμουνιστικής ιδεολογικής συγκρότησης (που του έλειπε), μιας αριστερής πολιτικής γραμμής (που δεν είχε), και μιας αγωνιστικής εργατικής - λαϊκής παρέμβασης (που δεν ανέπτυσσε), διαμόρφωνε έναν πολιτικό οργανισμό με βασικές - έστω Σελίδα 8 / 13

περιορισμένες - προϋποθέσεις στο αριστερό κίνημα, που στη βάση αυτών των προϋποθέσεων θα μπορούσε κάτω από ριζικά διαφορετικούς όρους ν' ανοίξει τη διαδικασία δημιουργίας του ευρύτερου επαναστατικού υποκειμένου. Απ' την άλλη πλευρά, ο υπό συγκρότηση πολιτικός σχηματισμός δεν στηρίζεται σε διαδικασίες του μαζικού λαϊκού κινήματος, τη στιγμή μάλιστα που οι δυνάμεις της «μεταρρυθμιστικής» μεταστροφής δεν εμφανίζουν καμιά παρέμβαση και σύνδεση με τους ταξικούς εργατικούς - αγροτικούς αγώνες στη σημερινή συγκυρία της αστικής διαχείρισης της κρίσης: Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό ότι οι «ανένταχτες ανανεωτικές δυνάμεις» που υποστηρίζουν την αναγκαιότητα αυτής της «σοσιαλδημοκρατικής» στροφής, αποτελούν μεμονωμένες «προσωπικότητες» ασαφούς αριστερού ή σαφούς τεχνοκρατικού προσανατολισμού, χωρίς σχέση με το οργανωμένο κίνημα της εργατικής τάξης, της αριστερής διανόησης, της αγροτιάς. Δεν συνιστούν ούτε κατά διάνοια «πολιτική κίνηση» έτσι ώστε να θυμίζουν έντονα τα «σύμμαχα σχήματα» της Εκλογικής Συμμαχίας του 1977, γεγονός που σ' ένα βαθμό προδικάζει και την εξέλιξη του «νέου φορέα». Άλλωστε δεν είναι άσχετο το γεγονός ότι οι βασικοί υπέρμαχοι της «μετεξέλιξης» του ΚΚΕεσ. προέρχονται σχεδόν αποκλειστικά από τον «κομματικό μηχανισμό» που είναι και το «μαζικό τους κίνημα»: η πολιτική τους νομιμοποίηση είναι «κομματική» και όχι «κοινωνική» νομιμοποίηση, δηλαδή ανάδειξης μιας πολιτικής μέσα από τις ταξικές διαδικασίες του λαϊκού εργατικού κινήματος. Μήπως εξίσου και η επιχειρούμενη διεύρυνση των ορίων της κοινωνικής σύνθεσης του αριστερού πολιτικού υποκειμένου (κόμμα των εργαζομένων και όχι της μισθωτής, παραγωγικά εργαζόμενης, εργατικής τάξης, αγροτιάς και διανόησης), δηλαδή η οργανική ένταξη όλων των εργαζομένων, των βιοτεχνών, των ελεύθερων επαγγελματιών, των εμπόρων, των μικρομεσαίων επιχειρηματιών κ.α. δεν καταμαρτυρεί και την τυπική επικύρωση και παραπέρα διεύρυνση μιας πορείας «μικροαστικοποίησης» της Κομμουνιστικής Ανανέωσης που έχουν σταθερά επιδιώξει και προκαλέσει και που αποτελεί την οριστική πλέον αποκοπή από τον κοινωνικό χώρο των φυσικών της αποδεκτών; 3. Η αναγκαιότητα και οι προϋποθέσεις του Μετώπου της Αριστεράς ΑνανέωσηςΑπέναντι στην ενωτική λαϊκή, αλλά ταυτόχρονα αντιφατική και ανεπαρκή, τακτική του ΚΚΕ, και παράλληλα μπροστά στην διαδικασία οριστικής εγκατάλειψης της Κομμουνιστικής Ανανέωσης από το πολιτικό ρεύμα του μετασχηματισμού του ΚΚΕεσ., οι ταξικές εκείνες δυνάμεις που είναι σε θέση να συγκροτήσουν τον εναλλακτικό επαναστατικό πόλο στο χώρο του αριστερού κινήματος, προωθώντας ταυτόχρονα την ενωτική συμπαράταξη όλων των λαϊκών δυνάμεων της Αριστεράς, και τροποποιώντας τους όρους αυτής της αριστερής πολιτικής ενότητας σε μια αντικαπιταλιστική - σοσιαλιστική κατεύθυνση, βρίσκονται στα πλαίσια αυτού του ευρύτερου φάσματος που είναι δυνατό συμβατικά να χαρακτηρισθεί σαν Αριστερή Ανανέωση, και που είναι η συνισταμένη πολύμορφων συνιστωσών των οποίων είναι δυνατή η ιστορική τους σύγκλιση - σύνθεση. Πρόκειται για ιδεολογικές, πολιτικές και κοινωνικές συνιστώσες, (σχήματα, ρεύματα, συσπειρώσεις, παρατάξεις), που έχουν σχηματισθεί στη διάρκεια της μεταπολιτευτικής ανάπτυξης των ταξικών αγώνων σ' όλα τα επίπεδα της κοινωνικής πάλης και από τον επαναστατικό πολιτικό τους προσανατολισμό. Η προώθηση της αυτοδύναμης οργανικής τους σύνθεσης, πέρα απ' τις διαδικασίες διαμόρφωσης του «Ενιαίου Μετώπου της Αριστεράς», και έξω απ' την προοπτική δημιουργίας του «νέου κόμματος» του μετεξελιγμένου ΚΚΕεσ., ανάγεται στο κύριο ζητούμενο των κομμουνιστικών και σοσιαλιστικών δυνάμεων της Αριστερής Ανανέωσης στην σημερινή συγκυρία. Οι υπαρκτές κατευθύνσεις, πρακτικές και προσανατολισμοί που έχουν αναδειχθεί μέχρι σήμερα απ' αυτές τις δυνάμεις αποτελούν, εν δυνάμει, τη βάση της πολύπλευρης συσπείρωσης τους, με την προϋπόθεση της απόκτησης κοινής συνείδησης για την αναγκαιότητα της και της θέλησης τους να ξεπεράσουν την μερικότητά τους. Στο επίπεδο των πολιτικών σχηματισμών, η πολιτική προοπτική του αριστερού κινήματος περνάει μέσα από την οργανική σύγκλιση των ανανεωτικών κομμουνιστικών δυνάμεων και του σοσιαλιστικού εργατικού κινήματος. Ένα τέτοιο αριστερό πολιτικό μέτωπο είναι το αναγκαίο και εφικτό ζητούμενο για τις ιδεολογικές, πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις της Αριστερής Ανανέωσης, πράγμα που προϋποθέτει δύο παράλληλες και ταυτόχρονα συνδεόμενες μεταξύ τους διαδικασίες πολιτικής συγκρότησης, που με διαφορετικές μορφές βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη: Τη διαμόρφωση του επαναστατικού κομμουνιστικού πόλου με την μορφή του Σελίδα 9 / 13

Ελληνικού Κομμουνιστικού Κόμματος από τις εργατικές, διανοούμενες και νεολαιίστικες δυνάμεις του ΚΚΕεσ. και της ανεξάρτητης κομμουνιστικής Αριστεράς. Τη δημιουργία του αριστερού σοσιαλιστικού πόλου από τις διανοούμενες και κοινωνικές, κύρια εργατικές συνδικαλιστικές, δυνάμεις της ΣΣΕΚ και των αυτόνομων μαρξιστικών σοσιαλιστικών κινήσεων. Ένα τέτοιο Μέτωπο της Ανανεωτικής Κομμουνιστικής - Μαρξιστικής Σοσιαλιστικής Αριστεράς, έχει σαν απαρέγκλιτη προϋπόθεση την προοιμιακή αυτοδύναμη, κατ' αρχήν, πολιτική ύπαρξη των δύο πόλων, γεγονός που συνεπάγεται σαφείς ρήξεις τόσο με την λογική του «μεταρρυθμιστικού νέου φορέα» της κυρίαρχης τάσης του ΚΚΕεσ., όσο και με την αντίληψη του προσδιορισμού των σοσιαλιστικών εργατικών δυνάμεων σαν του θεματοφύλακα της «συνέπειας του ΠΑΣΟΚ». Η ίδια η επιμέρους διαμόρφωση και συνολική σύνθεση των δύο αριστερών πόλων του Μετώπου της Αριστερής Ανανέωσης δεν μπορεί να γίνει. παρά στη βάση μιας Σοσιαλιστικής Εναλλακτικής Στρατηγικής που να υπερβαίνει την στρατηγική των «ενδιάμεσων σταδίων», είτε αυτά ονομάζονται «πραγματική - ουσιαστική αλλαγή», είτε «ανάπτυξη νέου τύπου», κ.λπ., και που αυτή πάλι με την σειρά της προϋποθέτει αντίστοιχη μαρξιστική ιδεολογική και παράλληλη, σε σύνδεση μ' αυτήν, κοινωνική και πολιτική πρακτική. Στο πεδίο τον εργατικού συνδικαλισμού, πρόκειται για τις κοινωνικές εργατικές δυνάμεις, σοσιαλιστικές και κομμουνιστικές, που έχουν ιδιαίτερη βαρύτητα στους χώρους του εργοστασιακού κινήματος και της Κοινής Ωφέλειας, όπου έχουν αναπτύξει μια αυτοδύναμη ταξική εμπειρία - συγκρότηση, που θεμελιακά διαφοροποιείται τόσο απ' τον αστικής μορφής συνδικαλισμό (κυβερνητικό - εργοδοτικό), όσο κι απ' τις μορφές κλαδικής συντεχνιακής κομματικής συγκρότησης της εργατικής τάξης. Οι στρατηγικές κατευθύνσεις που έχουν αναδείξει, η κοινωνική τους δραστηριοποίηση, ο τρόπος παρέμβασης και η πρακτική τους, τις αναδεικνύουν σαν τις κατ' εξοχήν εργατικές δυνάμεις, μόνες ικανές να διαδραματίσουν το ρόλο της κοινωνικής κινητήριας δύναμης του αντικαπιταλιστικού αγώνα. Πρόκειται για το κατ' εξοχήν συνδικαλιστικό ρεύμα απ' όπου έχουν ξεπηδήσει οι αντιλήψεις για τον εργατικό έλεγχο, τη μορφωτική χειραφέτηση των εργαζομένων, την αποδιάρθρωση του διευθυντικού δικαιώματος, τον επανακαταμερισμό της κοινωνικής εργασίας, που συνιστούν θεμελιακά στοιχεία της σοσιαλιστικής αλλαγής. Στο χώρο του νεολαιΐστικου κινήματος, οι επαναστατικές νεολαιίστικες δυνάμεις, κύρια στο σπουδαστικό κίνημα, εντοπίζονται στο αριστερό ρεύμα της κομμουνιστικής ανανέωσης, σ' ένα μεγάλο μέρος των αριστερών συσπειρώσεων, καθώς και στις διαμορφωνόμενες αριστερές σπουδαστικές κινήσεις (σε αντιστοιχία με τα σοσιαλιστικά πολιτικά ρεύματα). Και στο πλαίσιο αυτό, το μαζικό νεολαιίστικο ρεύμα που αντιστοιχεί πολιτικά στο Μέτωπο της Αριστερής Ανανέωσης, εμφανίζει ριζικά διαφορετικούς εκπαιδευτικούς - κοινωνικούς προσανατολισμούς σε σχέση με την εκσυγχρονιστική αστική πολιτική, καθώς και με την παραδοσιακή μικροαστική πολιτική της «παιδείας στην υπηρεσία του λαού και του τόπου». Επικεντρώνεται κυρίαρχα στο ζήτημα της καπιταλιστικής κοινωνικής λειτουργικότητας των εκπαιδευτικών μηχανισμών, στο θέμα της οργανικής σύνδεσης του σπουδαστικού με το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, στο πρόβλημα των παρεμβάσεων εκείνων της νεολαίας στους μηχανισμούς της εκπαίδευσης, που να ανατρέπουν τον χαρακτήρα τους σαν αστικών μορφωτικών μηχανισμών. Στο επίπεδο των ιδεολογικών δυνάμεων, προσδιορίζονται σε κέντρα ιδεολογικής παραγωγής σοσιαλιστικού χαρακτήρα, που συγκροτούν συστηματοποιημένα ιδεολογικά ρεύματα. Πρόκειται για ιδεολογικές κινήσεις συσπειρωμένες κατ' εξοχήν γύρω από αριστερά περιοδικά, με ιδιαίτερες πολιτικές - ιδεολογικές αποχρώσεις, αλλά με κοινή αναφορά στην αντικαπιταλιστική πολιτική και στην αγωνιστική κοινωνική παρέμβαση, που εμφανίζουν στη σημερινή κατάσταση μια επαρκή ιδεολογική βάση αναφοράς για τη διαμόρφωση της ιδεολογικής φυσιογνωμίας του Ανανεωτικού Αριστερού Μετώπου. Το ότι σήμερα ήδη εξασφαλίζουν μια ορισμένη ιδεολογική ηγεμονία στο αριστερό κίνημα, χωρίς όμως ταυτόχρονα αυτή να μπορεί να αποκτήσει μαζικό - λαϊκό χαρακτήρα (γιατί ακριβώς απουσιάζει το ενδιάμεσο αριστερό πολιτικό υποκείμενο), είναι ήδη έκφραση μιας σημαντικής ιδεολογικής ωριμότητας των δυνάμεων της αριστερής ανανέωσης. Πολύ περισσότερο μάλιστα, που παράλληλα μ' αυτά τα «πολιτικά εργαστήρια» ιδεολογικής παραγωγής, αναπτύσσονται περιφερειακές ιδεολογικές κινήσεις στα βασικά επαρχιακά κέντρα της χώρας, ανεξάρτητου αριστερού χαρακτήρα, που διαδραματίζουν ένα ρόλο αμεσότερης, και τοπικά προσδιορισμένης παρέμβασης στο λαϊκό κίνημα, που δρουν παράλληλα και συμπληρωματικά με τις κεντρικές ιδεολογικές εκφράσεις. Σελίδα 10 / 13

Στο πλαίσιο των κοινωνικών κινημάτων, το Μέτωπο της Αριστερής Ανανέωσης έχει σαν χώρο αναφοράς τις αυτόνομες, αντικαπιταλιστικού προσανατολισμού, οργανωτικές συγκροτήσεις των στρατιωτών, τις οικολογικές κινήσεις αριστερού χαρακτήρα, τις γυναικείες κινήσεις και ομάδες μαρξιστικής κατεύθυνσης, τις δημοτικές κινήσεις που αποβλέπουν στη σοσιαλιστική παρέμβαση στην τοπική αυτοδιοίκηση, ένα σύνολο δηλαδή μερικών χειραφετητικών κινημάτων που διαδραματίζουν ένα ρόλο αναντικατάστατο και με σαφήνεια διαφοροποιημένο από αντίστοιχες κοινωνικές κινήσεις παραδοσιακού κομματικού χαρακτήρα που στερούνται ταξικής σοσιαλιστικής πρακτικής. Κοινός άξονας αναφοράς τους είναι η πολιτική σύνδεση των μερικότερων ρήξεων που επιδιώκουν (το κίνημα των στρατιωτών με τον ιεραρχικό στρατιωτικό μηχανισμό, το φεμινιστικό κίνημα σε σχέση με την αστική οικογενειακή συγκρότηση κ.α.) με τη συνολική σοσιαλιστική αλλαγή στο επίπεδο της πολιτικής εξουσίας, το γεγονός της αλληλεξάρτησης - συμπληρωματικότητας των επιμέρους με τον κυρίαρχο πολιτικό αντικαπιταλιστικό μετασχηματισμό της ελληνικής κοινωνίας. Παράλληλη προϋπόθεση για την ελληνική κομμουνιστική ανανέωση και το σοσιαλιστικό λαϊκό κίνημα, προκειμένου να αναπτύξουν τον αυτόνομο πολιτικό τους ρόλο σαν συνιστώσες του Μετώπου της Αριστερής Ανανέωσης, είναι ο συνολικός τους επαναπροσδιορισμός απέναντι στις αντιλήψεις για τον «εκδημοκρατισμό» (του αστικού πολιτειακού εποικοδομήματος), της «ανάπτυξης» (της εθνικής καπιταλιστικής οικονομίας), του «εκσυγχρονισμού» (των κοινωνικών σχέσεων και θεσμών) που επιζητείται να ταυτιστούν με την ίδια τη σοσιαλιστική προοπτική 8. Η υπεράσπιση της κομμουνιστικής προοπτικής δεν μπορεί να γίνεται στο οργανωτικό πεδίο (ή τουλάχιστον κατά κύριο λόγο σ' αυτό), αλλά κατ' εξοχήν στο επίπεδο της ιδεολογικής παρέμβασης, της πολιτικής στρατηγικής και της κοινωνικής πρακτικής 9. Πρόκειται για την παραπέρα ανάπτυξη σαφών διαφοροποιήσεων - υπερβάσεων κεντρικών χαρακτηριστικών του αριστερού κινήματος, όπως έχουν αποκρυσταλλωθεί στη φυσιογνωμία του ΚΚΕεσ. και του ΠΑΣΟΚ, για τον προσδιορισμό των βασικών παραμέτρων που διαμορφώνουν τη σύγχρονη φυσιογνωμία της Ανανεωτικής Κομμουνιστικής - Μαρξιστικής Σοσιαλιστικής Αριστεράς 10 : Θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι ο προσανατολισμός της οικονομικής πολιτικής στην «εθνική αυτοδύναμη ανάπτυξη προς όφελος του λαού», μέσα από τον «τεχνολογικό εκσυγχρονισμό - ποιοτική αναβάθμιση - ορθολογική αναδιοργάνωση» της ελληνικής παραγωγής, στη βάση και με αφετηρία την εκτίμηση για το «στρεβλό, μεταπρατικό, εξαρτημένο, καθυστερημένο» χαρακτήρα του ελληνικού καπιταλισμού, δεν τέμνεται με σοσιαλιστικές πολιτικές παρεμβάσεις στις δομές της καπιταλιστικής οικονομίας, πολύ περισσότερο μάλιστα που αποτελούν δοκιμασμένες και αδιέξοδες πρακτικές στα πλαίσια του Πενταετούς Προγράμματος Οικονομικής και Κοινωνικής Ανάπτυξης του 1983, και δεν θέτουν σε αμφισβήτηση τα διαρθρωτικά στοιχεία των αστικών παραγωγικών σχέσεων. Στο επίπεδο της αριστερής παρέμβασης στην εργατική πολιτική είναι αναγκαίο να σημασιολογούνται οι «συμμετοχικοί θεσμοί» στις πραγματικές τους διαστάσεις σαν μηχανισμοί απόσπασης της συναίνεσης της εργατικής τάξης στην εκσυγχρονιστική διαχείριση της καπιταλιστικής κρίσης, και να αναδεικνύεται ο πολιτικός προσανατολισμός εκείνος που αντιμετωπίζει τον εργατικό έλεγχο, έξω από τριμερείς συναινετικές διαδικασίες, σαν μια συνεχής διαδικασία αποδυνάμωσης του διευθυντικού (κρατικού - ιδιωτικού) δικαιώματος και ταυτόχρονα διαμόρφωσης των όρων ανατροπής των ίδιων των ιδιοκτησιακών βάσεων της αστικής εξουσίας στην παραγωγή. Αναφορικά με τα ζητήματα των κοινωνικών συμμαχιών, η σοσιαλιστική στρατηγική πρέπει να ξεπερνάει αμετάκλητα την αντίληψη του κοινωνικού μπλοκ των «μη προνομιούχων, αντιμονοπωλιακών δυνάμεων», γιατί στο μέτρο που δεν στοχεύει στον περιορισμό της «ασυδοσίας των μονοπωλίων», αλλά στη ριζοσπαστική μεταλλαγή των ίδιων των σχέσεων παραγωγής, είναι υποχρεωμένη να οικοδομεί τις κοινωνικές συμμαχίες σε μια αντικαπιταλιστική ταξική βάση, στο έδαφος υπαρκτών κι όχι υποθετικών αντιθέσεων, ταξικής φύσης, των ενδιάμεσων κοινωνικών στρωμάτων με τις συνέπειες της αστικής διαχείρισης της κρίσης, των αντιθέσεων τελικά προς τον κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής. Στο ζήτημα των εκπαιδευτικών μηχανισμών είναι απαραίτητη η συνειδητοποίηση της φύσης των Σελίδα 11 / 13