ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ. Η κινητοποίηση των Ελλήνων Αγανακτισμένων: Συγκρότηση, Ιδεολογία και Πολιτική. ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΟΦΙΑΣ Χ. ΠΑΣΣΑΛΗ ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ, επιβλέπων, επίκουρος καθηγητής Α.Π.Θ. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΒΕΡΝΑΡΔΑΚΗΣ, επίκουρος καθηγητής Α.Π.Θ. ΚΑΡΟΛΟΣ-ΙΩΣΗΦ ΚΑΒΟΥΛΑΚΟΣ, λέκτορας Α.Π.Θ. ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, 2014
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ. Η κινητοποίηση των Ελλήνων Αγανακτισμένων: Συγκρότηση, Ιδεολογία και Πολιτική. ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΟΦΙΑΣ Χ. ΠΑΣΣΑΛΗ ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ, επιβλέπων, επίκουρος καθηγητής Α.Π.Θ. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΒΕΡΝΑΡΔΑΚΗΣ, επίκουρος καθηγητής Α.Π.Θ. ΚΑΡΟΛΟΣ-ΙΩΣΗΦ ΚΑΒΟΥΛΑΚΟΣ, λέκτορας Α.Π.Θ. ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, 2014
Ευχαριστίες Ιδιαίτερες ευχαριστίες στον επιβλέποντα καθηγητή κ. Ανδρέα Πανταζόπουλο για τη συνεχή παρακολούθηση και τις παρατηρήσεις του. Στο διοικητικό προσωπικό της γραμματείας του τμήματος Πολιτικών Επιστημών για την άψογη συνεργασία.
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ....1 1 ο Κεφάλαιο: Ο λαϊκισμός και η Πολιτική Επιστήμη....5 1.1.: Ορίζοντας τον λαϊκισμό...... 6 1.2: Μορφές λαϊκισμού Κατηγοριοποίηση........15 1.3: Πεδία νοήματος....... 17 1.4: Ο Εθνικολαϊκισμός. α. Μια ιστορική αναδρομή..........19 β. Η εθνικιστική διάσταση του λαϊκισμού.......21 1.5.: Λαϊκισμός και θεωρίες συνωμοσίας....... 26 1.6.: Μιζεραμπιλισμός..... 29 Κεφάλαιο 2 ο : Η Κινητοποίηση της Πλατείας Συντάγματος. 2.1.: Εμφάνιση και συγκρότηση. 30 2.2.: Τα κύρια γνωρίσματα των ελλήνων Αγανακτισμένων...35 2.3.: Η δόμηση του εμείς και των άλλων......48 2.4.: Η πλατεία στα δύο. Πάνω και κάτω πλατεία.....53 2.5.: Το προφίλ της κινητοποίησης....60 Κεφάλαιο 3 ο : Ερμηνευτικές προσεγγίσεις.....65 3.1.: Η συνωμοσιολογία ως ερμηνευτικό κλειδί.... 67 3.2.: Οι Αγανακτισμένοι ως λαϊκιστική κινητοποίηση.... 72 3.3.: Η πρόσληψη της έννοιας έθνος και η εθνικολαϊκιστική διάσταση της πλατείας.....76 Συμπεράσματα κριτικές παρατηρήσεις.. 79 ΕΠΙΛΟΓΟΣ..81 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ..83
Εισαγωγή Εισαγωγή. Η ανάλυση του εκφερόμενου λόγου και της ρητορικής ενός οποιουδήποτε πολιτικού φορέα ή οποιασδήποτε κοινωνικής κινητοποίησης παρέχει τη δυνατότητα στον μελετητή να εξάγει ορισμένα συμπεράσματα σχετικά με την τοποθέτηση αυτών στην πολιτική πραγματικότητα. Μάλιστα, όταν αυτό συνδυαστεί με ένα συγκεκριμένο γεγονός που αφορά στη δημόσια ζωή, τότε τα αποτελέσματα που προκύπτουν ενδέχεται να είναι περισσότερο ασφαλή. Η ελληνική περίπτωση αποτελεί ένα ιδιαιτέρως ενδιαφέρον πεδίο μελέτης και ανάλυσης στο ζήτημα αυτό, καθώς η οικονομική κρίση που ξέσπασε την άνοιξη του 2009 έφερε στην επιφάνεια ένα οξύτατο και βαθύ πρόβλημα της ελληνικής δημόσιας ζωής στο σύνολο της. Πέρα από τα αντικειμενικά οικονομικά ζητήματα που προέκυψαν, αναδείχθηκαν οι παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας, οι οποίες εκφράστηκαν μέσα από τα φαινόμενα κοινωνικής διαμαρτυρίας, με κορυφαίο γεγονός την εμφάνιση της κινητοποίησης των Αγανακτισμένων της πλατείας Συντάγματος. Ερευνητικός στόχος της παρούσας εργασίας είναι να αναλύσει και να εξετάσει το φαινόμενο των Ελλήνων Αγανακτισμένων της πλατείας Συντάγματος, όπως αυτό εμφανίστηκε και εκφράστηκε δημόσια κατά την περίοδο Μαΐου 2011 Αύγουστου 2011. Με αφορμή τα δημοσιονομικά μέτρα που ελήφθησαν και την εφαρμογή του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής, οι πολίτες της Αθήνας αλλά και ολόκληρης της χώρας αντέδρασαν σχεδόν με πρωτοφανή, για τα ελληνικά δεδομένα, τρόπο. Ένα ετερόκλιτο πλήθος κόσμου κατέλαβε την πλατεία Συντάγματος και τον χώρο περιμετρικά αυτής. Η αντίδραση της ελληνικής κοινωνίας απέναντι στην οικονομική κρίση, που άλλαζε τα δεδομένα της χώρας ολοκληρωτικά, όχι μόνο οικονομικά αλλά και κοινωνικά και πολιτικά, θα εκφραστεί κυρίως μέσα από τις εκδηλώσεις διαμαρτυρίας των συγκεντρωμένων στις πλατείες. Γύρω από τις καθημερινές διαμαρτυρίες θα αναπτυχθεί μια ρητορική αντίδρασης στην νέα πραγματικότητα που διαμορφώνεται. Μέχρι σήμερα αλλά και κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης της κινητοποίησης παρατηρείται ένα μεγάλο φάσμα απόψεων, αναλύσεων και ερμηνειών, οι οποίες προέρχονται τόσο από τους 1
Εισαγωγή κύκλους της ακαδημαϊκής κοινότητας και των διανοουμένων όσο όμως και από τους ίδιους τους συμμετέχοντες, που προσπαθούν να δώσουν περιεχόμενο στην κινητοποίηση. Ποιοι ήταν τελικά οι Αγανακτισμένοι; Σύμφωνα με αυτά τα δεδομένα, βασικό αντικείμενο της παρούσας μελέτης είναι να εξετάσουμε, αν και σε ποιο βαθμό, η κινητοποίηση των Ελλήνων Αγανακτισμένων υπήρξε μια μορφή εθνικολαϊκιστικής έκφρασης, στην οποία παράλληλα εντοπίζονται και στοιχεία συνωμοσιολογικού λόγου και μιζεραμπιλισμού. Προς εξυπηρέτηση αυτού του σκοπού θα προχωρήσουμε στη δημιουργία ενός αναλυτικού πλαισίου και θα ακολουθήσουμε μια διαδικασία διερεύνησης των χαρακτηριστικών της κινητοποίησης, τα οποία θα μας βοηθήσουν να εξάγουμε μέσα από την ερμηνευτική μας προσέγγιση, όσο το δυνατόν, πιο ασφαλή συμπεράσματα για την ταυτότητα της κινητοποίησης. Αναλυτικά, στο πρώτο κεφάλαιο με τίτλο «Ο Λαϊκισμός και η Πολιτική Επιστήμη», θα παρουσιάσουμε το θεωρητικό πλαίσιο που θα χρησιμοποιηθεί μετέπειτα για την ανάλυση του εμπειρικού μας φαινομένου. Ειδικότερα, στην πρώτη υπό-ενότητα θα αναλύσουμε και θα εξετάσουμε τις μεθοδολογικές αρχές και τις θεωρίες περί λαϊκισμού. Θα παρουσιάσουμε τις δυσκολίες που ενέχει ο ορισμός της έννοιας αλλά και την αμφισημία που παρουσιάζει. Τέλος, θα αναλύσουμε τα πεδία νοήματος και τις κατηγορίες, στις οποίες μπορούμε να τον χωρίσουμε, δίνοντας τον ορισμό που υιοθετείται από την παρούσα μελέτη. Βασικό εργαλείο στην προσπάθεια μας αυτή θα αποτελέσουν οι βιβλιογραφικές σχετικές αναφορές στο έργο του Pier-Andre Taguieff και της Margaret Canovan. Στη συνέχεια, στη δεύτερη υποενότητα θα ασχοληθούμε με την έννοια του εθνικολαϊκισμού, με τον τρόπο που εισάγεται στις κοινωνικές και πολιτικές επιστήμες και θα επιχειρήσουμε να καταδείξουμε την άρρηκτη σχέση που εμφανίζει με τον λαϊκισμό. Θέση της εργασίας μας είναι ότι ο κάθε λαϊκισμός στην πραγματικότητα είναι ένας εθνικολαϊκισμός, την οποία την τεκμηριώνουμε με επιχειρήματα που αντλούμε από την υπάρχουσα βιβλιογραφία. Στη συνέχεια και στην τρίτη υπό-ενότητα, θα μελετήσουμε τις λειτουργίες του συνωμοσιολογικού λόγου και τον τρόπο με τον οποίο αυτός δομείται. Ταυτόχρονα, θα εξετάσουμε και τη σχέση που εμφανίζει με τον 2
Εισαγωγή εθνικολαϊκσμό. Στην τέταρτη και τελευταία υπό-ενότητα του πρώτου κεφαλαίου θα ασχοληθούμε με μια σχετικά καινούρια έννοια στις κοινωνικές και πολιτικές επιστήμες, αυτή του μιζεραμπιλισμού. Την έννοια την εισάγει ο Ταγκυέφ προκειμένου να χαρακτηρίσει τα νέα είδη διαμαρτυριών που εμφανίζονται κυρίως από την αραβική άνοιξη και έπειτα. Στη δική μας οπτική, ο μιζεραμπιλισμός θα προσπαθήσει να φωτίσει ορισμένες πτυχές της ελληνικής αντίδρασης και να ερμηνεύσει τον τρόπο, με τον οποίο εκδηλώθηκε η κοινωνική διαμαρτυρία στην Ελλάδα. Περνώντας στο δεύτερο κεφάλαιο με τίτλο «Η κινητοποίηση των Αγανακτισμένων στο Σύνταγμα» και εισερχόμενοι στο εμπειρικό κομμάτι της παρούσας εργασίας, θα παρουσιάσουμε στην πρώτη υπό-ενότητα τους λόγους για τους οποίους εμφανίζεται η κινητοποίηση, τον τρόπο που συγκροτείται και τις πρακτικές που χρησιμοποιεί. Στην πραγματικότητα, θα επιχειρήσουμε να παραθέσουμε όσα έλαβαν χώρα στην πλατεία Συντάγματος για πάνω από 65 ημέρες. Έπειτα, θα ασχοληθούμε με τα κύρια χαρακτηριστικά γνωρίσματά της, όπως αυτά προκύπτουν μέσα από την ανάλυση του εκφερόμενου λόγου, της ρητορικής και της συνθηματολογίας που υιοθετείται. Ακολούθως, θα επιχειρήσουμε να καταδείξουμε πώς δομείται η σχέση μεταξύ φίλου και εχθρού, συναγωνιστή και αντιπάλου. Μέσα από τη ρητορική των συγκεντρωμένων μας δίνεται η δυνατότητα να εξετάσουμε τον τρόπο που συγκροτείται ο αντίπαλος. Σε συνάρτηση με το γεγονός που έχει εκδηλωθεί και που στην περίπτωση μας είναι η οικονομική κρίση και ειδικότερα η υπογραφή του μνημονίου, θα αναλύσουμε τη συγκρότηση της συλλογικής ταυτότητας που δημιουργείται στους κόλπους των Αγανακτισμένων. Στην επόμενη υπό-ενότητα θα σταθούμε στον διαχωρισμό που παρατηρείται ανάμεσα στα δύο μέρη της πλατείας, την «πάνω» και την «κάτω» πλατεία, όπως αυτά ονομάστηκαν κατά τη διάρκεια των εκδηλώσεων διαμαρτυρίας. Στεκόμενοι σε αυτόν τον διαχωρισμό θα διερευνήσουμε τις ιδεολογικές διαφορές που εντοπίζονται, επικεντρώνοντας της προσοχή μας στην πρόσληψη που λαμβάνει η έννοια του έθνους από τα δύο διαφορετικά κομμάτια της κινητοποίησης. Κλείνοντας το εμπειρικό κομμάτι, θα 3
Εισαγωγή επιχειρήσουμε με τη βοήθεια των δύο βασικών ερευνών που διεξήχθησαν, με αντικείμενο το φαινόμενο της πλατείας, να δώσουμε με σαφή τρόπο τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της κινητοποίησης και παράλληλα να παρουσιάσουμε τον τρόπο με τον οποίο αυτοτοποθετούνται οι ίδιοι οι συγκεντρωμένοι. Στο τρίτο κεφάλαιο θα προσπαθήσουμε να συνδέσουμε τα στοιχεία και τα χαρακτηριστικά που παρουσιάστηκαν στο εμπειρικό κομμάτι με το θεωρητικό πλαίσιο, σε μια προσπάθεια να αποδείξουμε ότι η κινητοποίηση των Ελλήνων Αγανακτισμένων αποτέλεσε μια εθνικολαϊκιστική έκφραση. Αρχικά θα αναλύσουμε την λαϊκιστική όψη της κινητοποίησης, με σκοπό να οδηγηθούμε στη μελέτη της παρουσίας ή μη εθνικολαϊκιστικών χαρακτηριστικών. Παράλληλα, με βάση τη θεωρητική μας προσέγγιση θα εξετάσουμε και τη σχέση του φαινομένου με τις θεωρίες συνωμοσίας και το μιζεραμπιλισμό. Τέλος, στον επίλογο θα συνοψίσουμε με κριτική διάθεση όσα προηγήθηκαν. Πριν εισέλθουμε στον κύριο κορμό της εργασίας μας είναι απαραίτητο να επισημάνουμε ότι για την επίτευξη του ερευνητικού μας στόχου αντλήσαμε πληθώρα κειμένων από τον έντυπο τύπο και το διαδίκτυο, σε μια προσπάθεια συγκέντρωσης αρκετών κειμένων, τα οποία θα μας επέτρεπαν να συγκροτήσουμε μια ολοκληρωμένη εικόνα για τη ρητορική των Αγανακτισμένων. Οι εφημερίδες στις οποίες ανατρέξαμε ήταν: Το Βήμα, Καθημερινή, Ελευθεροτυπία, Ο Δρόμος της Αριστεράς, Έθνος, Τα Νέα. Επίσης, οι διαδικτυακοί τόποι που δημιουργήθηκαν εκείνη την εποχή από τους ίδιους τους διαδηλωτές, αποτέλεσαν ένα σημαντικό εργαλείο, από όπου αντλήσαμε τον κύριο όγκο των κειμένων που αφορούν στην έκφραση των συμμετεχόντων και στη διατύπωση των θέσεων και των απόψεων τους. 4
1 ο Κεφάλαιο: Ο λαϊκισμός και η πολιτική επιστήμη Κεφάλαιο 1 ο : Ο λαϊκισμός και η πολιτική επιστήμη. Εισαγωγικό σημείωμα Είναι γεγονός ότι ο όρος λαϊκισμός συνιστά μια παρεξηγημένη έννοια στις κοινωνικές και πολιτικές επιστήμες. Αν και φαινομενικά η επεξήγησή του αλλά και η κατανόηση αυτού μοιάζει να είναι εύκολη υπόθεση, στην πραγματικότητα ισχύει ακριβώς το αντίθετο. Δηλαδή, ο λαϊκισμός από πολύ νωρίς αντιμετώπισε προβλήματα. Το γεγονός αυτό οφείλεται κυρίως σε δυο λόγους. Πρώτον, στο γεγονός ότι τα βασικά του γνωρίσματα δεν είναι προσδιορισμένα με σαφή τρόπο. Κάτι που οι υπόλοιπες ιδεολογίες το έχουν ξεπεράσει ή δεν το αντιμετώπισαν πότε. Δεύτερον, ως συνέπεια του πρώτου, στην εκτεταμένη χρήση του και στην παρουσία του σχεδόν παντού στον δημόσιο διάλογο αλλά και στον χαρακτηρισμό των πολιτικών κοινωνικών φαινομένων, η οποία προσθέτει περαιτέρω προβλήματα στη χρήση του όρου. Πράγματι, αν παρατηρήσει κανείς τον δημόσιο λόγο, πέρα από τα όρια της ακαδημαϊκής κοινότητας, θα διαπιστώσει ότι η λέξη λαϊκισμός βρίσκεται σχεδόν παντού, έτοιμη να χαρακτηρίσει οποιαδήποτε πολιτική ή κοινωνική δράση και έκφραση. Μια μικρή περιήγηση στον λόγο που αναπαράγεται στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και ευρύτερα στο διαδίκτυο, χωρίς μάλιστα να απαιτείται ιδιαίτερη γνώση του αντικειμένου, είναι αρκετή για να μπορέσει κανείς να αντιληφθεί ότι η λέξη λαϊκισμός συναντάται περισσότερες φορές από τις λέξεις πολιτική, πολίτης, Δημοκρατία, Έλληνες ή χώρα για παράδειγμα. Ειδικότερα στην Ελλάδα, η αδυναμία ορισμού αλλά και κατανόησης της έννοιας απογειώνεται με την είσοδο της χώρας στην οικονομική περιπέτεια. Η οικονομική κρίση που άρχισε να διαφαίνεται το 2009 και ξέσπασε για τα καλά το 2010 ήταν η αιτία που ο όρος λαϊκισμός, θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε, αποθεώθηκε. Ο λαϊκισμός αποτέλεσε το ερμηνευτικό κλειδί όσων συνέβησαν αλλά και συνεχίζουν να συμβαίνουν. Για τους περισσότερους η χρήση του όρου άνοιγε την επεξηγηματική πόρτα των αιτιών, των λόγων και των λαθών που μας οδήγησαν στη δεινή οικονομική κατάσταση. Για όλα φταίει αυτός ο κακός λαϊκισμός. 5
1 ο Κεφάλαιο: Ο λαϊκισμός και η πολιτική επιστήμη Για αυτούς τους λόγους στο πρώτο κεφάλαιο της παρούσας εργασίας, αναγνωρίζοντας τη δυσκολία που ενέχει η έννοια και η χρήση της, θα επιχειρήσουμε, με βασικό εργαλείο την υπάρχουσα βιβλιογραφία, να παραθέσουμε τα κύρια γνωρίσματα του φαινομένου, τα πεδία νοήματος στα οποία μπορούμε να το συναντήσουμε και στις κατηγορίες που μπορούμε να το ταξινομήσουμε. Παράλληλα, θα εξετάσουμε τη σχέση που εμφανίζει με τον εθνικισμό και τις θεωρίες συνωμοσίας. Τέλος, θα προχωρήσουμε σε μια συνοπτική παρουσίαση της σχέσης ανάμεσα στον λαϊκισμό και μιας σχετικά καινούριας έννοιας, στην πολιτική επιστήμη, τον μιζεραμπιλισμό. Το θεωρητικό αυτό πλαίσιο θα αποτελέσει το βασικό μας εργαλείο στην προσπάθεια να χαρακτηρίσουμε την κινητοποίηση των Ελλήνων αγανακτισμένων και να επιβεβαιώσουμε ή να απορρίψουμε την υπόθεση εργασίας της παρούσας μελέτης. 1.1.: Ορίζοντας τον λαϊκισμό. Δε χωράει αμφιβολία ότι ο λαϊκισμός δεν αποτελεί πρωτοτυπία. Σαφώς και δεν είναι η μοναδική έννοια που βρίσκεται υπό αμφισβήτηση στις πολιτικές και κοινωνικές επιστήμες. Υπάρχουν όροι περισσότερο θεμελιώδεις, ας μας επιτραπεί εδώ η έκφραση, όπως η Δημοκρατία, η ελίτ ή ο πολυσυζητημένος εθνικισμός, που παρουσιάζουν ή αντιμετώπισαν παρόμοια προβλήματα. Αυτό που έχει αξία ωστόσο, να παρατηρήσουμε για τον λαϊκισμό είναι ότι, σε αντίθεση με τους υπόλοιπους, ο όρος που εξετάζουμε, δε διαθέτει ένα σύνολο χαρακτηριστικών που να αποσαφηνίζουν τη σημασία του και που να μας επιτρέπουν να τον διακρίνουμε. Δηλαδή, παρόλο που και στους υπόλοιπους όρους ενδεχομένως να εμφανίζονται δυσκολίες, ωστόσο ο βασικός πυρήνας των εννοιών και τα συγκεκριμένα γνωρίσματα τους κάνουν ευκολότερη την διάκριση μεταξύ του ενός ή του άλλου φαινομένου. Όπως σημειώνει η Canovan παρά το γεγονός ότι σε πολλούς από αυτούς τους όρους παρατηρείται μια αμφισημία δεν παύει: «στις περισσότερες περιπτώσεις να υπάρχει μια λογική 6
1 ο Κεφάλαιο: Ο λαϊκισμός και η πολιτική επιστήμη συναίνεση σε έναν σκληρό πυρήνα σημασίας αυτών των όρων, ακόμη κι αν αυτό ανοίγει ένα ευρύ πεδίο αντιπαραθέσεων» 1. Αυτή η προβληματική οδήγησε πολλούς από τους αναλυτές, όπως οι Ian Roxborough και Rafael Quintero να προτείνουν την κατάργηση της έννοιας 2,αφού δεν παρουσίαζε καμία χρησιμότητα, και ως εκ τούτου δεν συνεισέφερε τίποτα στον κλάδο των κοινωνικών και των πολιτικών επιστημών. Ενώ έχουν διατυπωθεί και απόψεις, οι οποίες υποστηρίζουν την κατά επιθυμία και σκοπιμότητα χρήση του όρου. Ένας εξ αυτών και ο Peter Wiles ο οποίος ανέφερε ότι: «ο καθένας με τον δικό του ορισμό ανάλογα με τον ακαδημαϊκό άγιο στον οποίο πιστεύει;» 3. Πράγματι, ο όρος λαϊκισμός εξαρχής συνάντησε πολλά προβλήματα. Πρώτη παρατήρηση που μπορούμε να κάνουμε είναι η υψηλή συμβατότητά του με οποιαδήποτε ιδεολογία. Ίσως και σ αυτήν του την ιδιαιτερότητα να εντοπίζεται και να συγκεντρώνεται όλη η προβληματική περί λαϊκισμού. Δεύτερη παρατήρηση είναι ότι ο λαϊκισμός, όπως αναφέραμε, βρέθηκε στη δυσάρεστη θέση της πολυχρησίας, γεγονός που λειτούργησε προσθετικά με αρνητικό τρόπο στην προσπάθεια ορισμού του. Η τρίτη παρατήρηση, την οποία θεωρούμε απαραίτητο να προσθέσουμε δίπλα στις προηγούμενες, είναι ότι από πολύ νωρίς ο όρος απέκτησε αρνητική χροιά. «Είναι χαρακτηριστικό ότι το επίθετο λαϊκιστικός δε συναντάται παρά μόνο σε εκφράσεις πολεμικής: λαϊκιστική παρέκκλιση, λαϊκιστική πρόκληση, λαϊκιστικός κίνδυνος, (ή λαϊκιστική απειλή), ακόμη και λαϊκιστικός κνησμός, ενώ ο λαϊκισμός 1 Για μια αναλυτική παρουσίαση των θέσεων της Canovan για τον λαϊκισμό βλ. Margaret Canovan, «Two strategies for the study of populism», στην επιθεώρηση Political Studies, XXX, 1982, σελ. 544. Διαθέσιμο και στο: http://onlinelibrary.wiley.com/doi/10.1111/j.1467-9248.1982.tb00559.x/abstract 2 Ian Roxborough, Unity and Diversity in Latin America History, Journal of Latin American Studies, 1984, p. 1-26. Η θέση του Roxborough σχολιάζεται και στο Cas Mudde και Cristobal Rovira Kaltwasser, Λαϊκισμός στην Ευρώπη και την Αμερική. Απειλή ή διόρθωση για τη Δημοκρατία, Επίκεντρο, 2013, σελ.33. 3 Peter Wiles, A syndrome not a doctrine: Some elementary theses on Populism, στο Ghita Ionescu και Ernest Gellner (επιμ.), Populism. Its meanings and national characteristics, Widenfeld and Nicolson, Λονδίνο, 1969, σελ. 166. (Αναφέρεται στο: Πιέρ-Αντρέ Ταγκυέφ, «Ο λαϊκισμός και η πολιτική επιστήμη. Από την εννοιολογική πλάνη στα πραγματικά προβλήματα», Μετάφραση: Γιάννης Μπαλαμπανίδης, Νέα Εστία, τχ. 1816, Νοέμβριος 2008, σελ. 801. 7
1 ο Κεφάλαιο: Ο λαϊκισμός και η πολιτική επιστήμη καταγγέλλεται ως η ενσάρκωση της ευρωπαϊκής ασθένειας, ως ο κυριότερος παράγων διχασμού και διαμάχης στην Ευρώπη 4», σημειώνει ο Taguieff. Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν ότι ο όρος από την αρχή είχε να αντιμετωπίσει αρκετά προβλήματα και κυρίως είχε να αντιπαρατεθεί με μια λογική, η οποία του προσέδιδε αρνητικά χαρακτηριστικά. Είναι φανερό ότι ο λαϊκισμός περιγράφεται και κατανοείται ως ένα αρνητικό πεδίο. Τέλος, εξίσου σημαντικό ζήτημα που ανέκυπτε από τη χρήση του όρου, ήταν και είναι η διαρκής αμφισημία του. Το γεγονός ότι ο λαϊκισμός χαρακτήριζε και συνεχίζει να χαρακτηρίζει ένα πλήθος κοινωνικών και πολιτικών δράσεων, εκφράσεων και κινητοποιήσεων, αλλά παράλληλα και ο εντοπισμός του από τους αναλυτές σε ολόκληρο το πολιτικό-ιδεολογικό φάσμα, χαρακτηρίζοντας, ως λαϊκιστικά, φαινόμενα, τα οποία προέρχονται είτε από τα αριστερά είτε από τα δεξιά δημιουργεί εύλογα ερωτήματα. Η συνεχής του παρουσία μας κάνει να αναρωτιόμαστε: τι είναι τελικά ο λαϊκισμός; Μήπως δεν είναι τίποτα; Μήπως τελικά δεν υπάρχει; Την εκτεταμένη χρήση του όρου και το εύρος που καλύπτει, μπορούμε να την αντιληφθούμε καλύτερα μέσα από την αναλυτική προσέγγιση της Margaret Canovan, η οποία σημειώνει ότι ο όρος χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει ένα πολύ μεγάλο εύρος φαινομένων, τα οποία παρουσιάζουν αισθητές διαφορές μεταξύ τους. Συγκριμένα υποστηρίζει ότι: «.[ο λαϊκισμός] στεγάζει ένα ευρύτατο φάσμα ετερόκλιτων φαινομένων» 5. Και συνεχίζει σημειώνοντας ότι: «την ίδια στιγμή χρησιμοποιείται χωρίς καμία επιφύλαξη από διάφορους συγγραφείς παραπέμποντας σε πράγματα εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους» 6. Άλλωστε, τα παραδείγματα που έχουν χρησιμοποιηθεί ήδη από την υπάρχουσα βιβλιογραφία, με σκοπό την απόδειξη αλλά και την ενίσχυση αυτής της θέσης είναι χαρακτηριστικά. Αξίζει να 4 Πιέρ-Αντρέ Ταγκυέφ, «Ο λαϊκισμός και η πολιτική επιστήμη. Από την εννοιολογική πλάνη στα πραγματικά προβλήματα», Μετάφραση: Γιάννης Μπαλαμπανίδης, Νέα Εστία, τχ. 1816, Νοέμβριος 2008, σελ. 796 5 Margaret Canovan, ο.π. σελ. 545 6 Ο.π. 8
1 ο Κεφάλαιο: Ο λαϊκισμός και η πολιτική επιστήμη αναφέρουμε ότι ως λαϊκισμός χαρακτηρίστηκε το κίνημα των Ναρόντικων της Ρωσίας του 19 ου αιώνα και ταυτόχρονα το Βορειοαμερικανικό ριζοσπαστικό κίνημα των μικρό-γαιοκτημόνων ( People s Party) του 1890. Ενώ μπαίνοντας στον 20 ο αιώνα ένα πλήθος εξεγέρσεων και κινηματικών φαινομένων χαρακτηρίζονται ως λαϊκιστικά. Να σημειώσουμε ότι κορυφαίο παράδειγμα λαϊκιστικού φαινομένου αποτελεί το παράδειγμα του Περόν στην Αργεντινή. Σύμφωνα λοιπόν με τα παραπάνω, η διάσωση του όρου επιβάλλει τη συγκεκριμενοποίησή του. Θα ήταν αδύνατον αλλά και ανώφελο, αν ο λαϊκισμός συνέχιζε και συνεχίζει να είναι σε θέση να νοηματοδοτήσει και να χαρακτηρίσει κάθε κοινωνικό-πολιτική δημόσια έκφραση. Προς εξυπηρέτηση αυτού του σκοπού, της διάσωσης δηλαδή της έννοιας και της τοποθέτησης σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο έρχεται η δόμηση και η κατασκευή ενός μοντέλου, το οποίο θα εμπεριέχει τα βασικά γνωρίσματα του λαϊκισμού. Ένα μοντέλο που θα ξεχωρίζει τον λαϊκισμό από τα υπόλοιπα θεωρητικά μοντέλα και θα αποτινάξει από πάνω του τον μανδύα της πολυχρησίας και της ασάφειας. Σύμφωνα με τον «κατασκευαστή» του, Taguieff, ήταν απαραίτητο: «Από τη στιγμή που αποφασίζουμε να διασώσουμε τον χρήσιμο και ταυτοχρόνως πασπαρτού όρο «λαϊκισμός», φαίνεται αναγκαίο να τον κατασκευάσουμε ως κατηγορία, να επεξεργαστούμε εκκινώντας από διάφορα χαρακτηριστικά, ένα μοντέλο με επαρκή σαφήνεια, ή και περισσότερα θεωρητικά μοντέλα, για τον λαϊκισμό» 7. Σύμφωνα με το πρώτο θεωρητικό μοντέλο, το οποίο ανήκει στην Canovan 8 η κατασκευή της έννοιας ως κατηγορία μπορούσε να επιτευχθεί μέσα από δύο διακριτές στρατηγικές, τις οποίες παρουσιάζει ως εξής: η πρώτη, και όπως χαρακτηρίζεται η πλέον φιλόδοξη, θα αποτελούσε κατασκευή μιας «θεωρίας του λαϊκισμού». Το εγχείρημα αυτό θα απαιτούσε την απομόνωση των ουσιωδών χαρακτηριστικών του λαϊκισμού αλλά και τον προσδιορισμό των συνθηκών εμφάνισής του, στοιχεία τα οποία είναι απαραίτητα για τη 7 Πιερ-Αντρέ Ταγκυέφ, «Ο λαϊκισμός και η πολιτική επιστήμη..», ο.π., σελ. 801 8 Margaret Canovan, «Two strategies..», ο.π., 545 9
1 ο Κεφάλαιο: Ο λαϊκισμός και η πολιτική επιστήμη συγκρότηση της ενότητας και της μοναδικότητας του αντικειμένου 9. Η δεύτερη μεθοδολογική στρατηγική που προτείνει η θεωρητικός επιτυγχάνεται μέσω της σύγκρισης, της αποτύπωσης και της κατηγοριοποίησης των διαφόρων λαϊκισμών που παρατηρούνται, μια πρόταση που φαίνεται ότι προτιμά και η ίδια η θεωρητικός 10. Πριν προχωρήσουμε στον ορισμό που δίνει ο Taguieff για τον λαϊκισμό και που στην παρούσα μελέτη υιοθετείται, θα επιχειρήσουμε να εξηγήσουμε τον λόγο που τα δύο παραπάνω θεωρητικά μοντέλα δεν είναι λειτουργικά. Αρχικά, διότι η φιλόδοξη εκδοχή της κατασκευής μιας μεγάλης θεωρίας του φαινομένου που εξετάζουμε στο παρόν κεφάλαιο, προϋποθέτει τον ενιαίο χαρακτήρα του λαϊκισμού 11. Αυτό από μόνο του έρχεται σε αντίθεση με τον σκοπό για τον οποίο συστήνεται και κατασκευάζεται ο όρος ως κατηγορία. Καθώς είναι αυτονόητο ότι μια τέτοια περίπτωση θα απομόνωνε τον όρο και θα τον περιόριζε. Στον αντίποδα η δεύτερη εκδοχή, της εμπειρικής και ταξινομικής περιγραφής έχει να αντιμετωπίσει, όπως εύστοχα υπογραμμίζει ο Taguieff 12, μια διιστορική και διαπολιτισμική ενότητα των λαϊκισμών. Σε αυτό το σημείο η συμβολή του υπήρξε καθοριστική. Εναρκτικά, ο συγγραφέας, φιλόσοφος και πολιτικός επιστήμονας, απορρίπτει την αυστηρή και περιορισμένη χρήση του όρου, διότι: «Ο λαϊκισμός δεν ενσαρκώνεται σε έναν ορισμένο τύπο πολιτικού καθεστώτος (μια δημοκρατία ή μια δικτατορία μπορούν κάλλιστα να εμφανίζουν μια λαϊκιστική διάσταση ή έναν λαϊκιστικό προσανατολισμό, να ενέχουν ένα λαϊκιστικό ύφος) ούτε σε προσδιορισμένα ιδεολογικά περιεχόμενα (ο λαϊκισμός δε θα μπορούσε να θεωρηθεί μια μεγάλη θεωρία ανάμεσα στις άλλες) 13. Ο λαϊκισμός, επομένως, αποτελεί ένα πολιτικό 9 Πιερ-Αντρέ Ταγκυέφ, «Ο λαϊκισμός και η πολιτική επιστήμη..», ο.π., σελ. 803 10 Ο.π., σελ. 803 11 Ο.π., 12 Ο.π., 13 Ο.π 10
1 ο Κεφάλαιο: Ο λαϊκισμός και η πολιτική επιστήμη ύφος, το οποίο διαθέτει την ικανότητα ώστε να μορφοποιεί διαφορετικά συμβολικά υλικά και να προσκολλάται σε διάφορους ιδεολογικούς τόπους παίρνοντας την πολιτική απόχρωση του τόπου υποδοχής. Επιπρόσθετα: «Ο λαϊκισμός εμφανίζεται αδιαχώριστα ως ένα σύνολο ρητορικών ενεργειών που ενεργοποιούνται μέσω της συμβολικής εκμετάλλευσης ορισμένων κοινωνικών αναπαραστάσεων: η χειρονομία της κλήσης προς το λαό προϋποθέτει μια βασική συναίνεση πάνω στο τι σημαίνει λαός (δήμος ή έθνος), στο τι θέλει ο λαός, στο τι προσδοκά» 14. Το δίλλημα ανάμεσα σε μια μεγάλη θεωρία του λαϊκισμού και σε μια ταξινομική και εμπειρική περιγραφή ο Ταγκυέφ επιλέγει να το ξεπεράσει εισάγοντας στη θεωρητική συζήτηση περί λαϊκισμού την προσέγγιση που αντιμετωπίζει την έννοια ως όρο «πολυθετικό». Σε αυτό το σημείο αξίζει να ανοίξουμε μια παρένθεση για να παραθέσουμε ακριβώς την έννοια «πολυθετικός» όρος. Ως «πολυθετικός» όρος λοιπόν είναι εκείνος που αναφέρεται σε «πράγματα ανάμεσα στα οποία υπάρχουν ομοιότητες, μια αίσθηση συγγένειας, αλλά δεν εκπορεύονται καθόλου από έναν μόνο ορισμό 15. Στην περίπτωση αυτή η διαδικασία γίνεται με την εκκίνηση από τη μια περίπτωση του φαινομένου που ορίζεται ως παραδειγματική περίπτωση. Δηλαδή, εκείνο το παράδειγμα, στο οποίο εμπερικλείονται όλες οι ουσιώδεις ιδιότητες του λαϊκισμού. Ακολούθως, με γνώμονα αυτά τα κύρια γνωρίσματα εντοπίζονται όλες οι παραλλαγές της πρότυπης αυτής περίπτωσης. Με αυτή τη μεθοδολογική προσέγγιση ξεπερνώνται τα δύο βασικά προβλήματα που συναντούσε μέχρι τώρα ο όρος, από τη μια η αδυναμία εννοιολόγησης του και από την άλλη μια περιορισμένη και στενή χρήση του που στην πραγματικότητα δε θα είχε να προσφέρει και πολλά στην πολιτική θεωρία. 14 Ο.π., σελ., 802 15 Αναφέρεται στο Πιερ-Αντρέ Ταγκυέφ, «Ο λαϊκισμός και η πολιτική επιστήμη..», ο.π., σελ. 803 11
1 ο Κεφάλαιο: Ο λαϊκισμός και η πολιτική επιστήμη Μια ακόμη προβληματική που προκύπτει στη βάση της χρήσης του όρου είναι στενή σχέση που παρουσιάζει η ρητορική του λαϊκισμού με την κλήση στον λαό είτε προέρχεται από τα δεξιά είτε προέρχεται από τα αριστερά. Είναι αυτό που η Canovan περιγράφει ως ένα ρητορικό ύφος, το οποίο συνδέεται στενά με την κλήση στον λαό. Σαφώς κάθε έγκληση στον λαό δεν αποτελεί ταυτόχρονα λαϊκισμό. Διότι μια τέτοια παραδοχή θα μας επέστρεφε στην αρχική προβληματική που ήθελε τα πάντα να είναι λαϊκισμός και ταυτόχρονα θα αχρήστευε όσα και εμείς έχουμε παρουσιάσει παραπάνω επαναφέροντας τον όρο στην αρχική του δυστυχία. Δηλαδή, στην πολυχρησία του και επομένως στην αδυναμία του να ορίσει με σαφήνεια τι είναι αλλά πρώτα από όλα τι δεν είναι λαϊκισμός. Και στην περίπτωση αυτή τη λύση προσφέρει η - κλασσική πλέον - μελέτη του Pierre - Andre Taguieff, στην οποία ο γάλλος συγγραφέας υποστηρίζει ότι για να μπορέσουμε να ορίσουμε με σαφήνεια τον όρο θα πρέπει να ορίσουμε ένα κριτήριο λιγότερο ευρύ, από όσο είναι αυτό της κλήσης στον λαό. Βάσει λοιπόν όλης της παραπάνω ανάλυσης είμαστε σε θέση να παρουσιάσουμε τα βασικά χαρακτηριστικά του λαϊκισμού. Δηλαδή, τα σημεία εκείνα που καθιστούν έναν λόγο λαϊκιστικό και τον ξεχωρίζουν από τους υπόλοιπους πολιτικούς ή και ταξικούς λόγους που παρουσιάζουν σαφή αναφορά στις μάζες και στον λαό. Κύριο χαρακτηριστικό του φαινομένου είναι η υψηλή συμβατότητά του με οποιαδήποτε πολιτική ιδεολογία (αριστερή ή δεξιά, αντιδραστική ή προοδευτική, μεταρρυθμιστική ή επαναστατική). Ο λαϊκισμός μπορεί να είναι συμβατός με οποιοδήποτε οικονομικό πρόγραμμα και οποιαδήποτε κοινωνική βάση αλλά και με διάφορους τύπους πολιτευμάτων 16. Το κρίσιμο εκείνο στοιχείο το όποιο διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο και μετασχηματίζει μια λαϊκή έγκληση σε λαϊκιστική είναι η πολεμική της δομή 17. Η ρητορική του λαϊκισμού είναι δομημένη με υλικά, τη μομφή και τον εκθειασμό. Είναι μια 16 Πιέρ-Αντρέ Ταγκυέφ, «Ο λαϊκισμός και η πολιτική επιστήμη. Από την εννοιολογική πλάνη στα πραγματικά προβλήματα», Μετάφραση: Γιάννης Μπαλαμπανίδης, Νέα Εστία, τχ. 1816, Νοέμβριος 2008, σελ. 805 17 Ανδρέας Πανταζόπουλος, Για το λαό και το έθνος. Η στιγμή Ανδρέα Παπανδρέου 1965-1989, Αθήνα, Πόλις, 2001, σελ. 48 12
1 ο Κεφάλαιο: Ο λαϊκισμός και η πολιτική επιστήμη μομφή αντί-ελιτίστικη που εκθειάζει τον λαό και τον «απλό άνθρωπο», στοχεύειστην άμεση επικοινωνία με τους καθημερινούς ανθρώπους, που είναι ίσοι μέσα στην τιμιότητα, την απλότητα και την υγεία που κατέχουν 18. Ο λαϊκισμός είναι πάντοτε μια κλήση προς τον λαό απέναντι σε κάποιους προδότες, που προέρχονται συνήθως από «τα πάνω». Διακατέχεται επίσης από ένα πολεμικό ύφος. Συνεχίζοντας την ανάλυση του ο Ταγκυέφ, υπογραμμίζει ότι ο λαϊκισμός ως κίνημα είναι μια μορφή κινητοποίησης, κυρίως των μεσαίων και λαϊκών κοινωνικών τάξεων και επίσης του αναγνωρίζεται μια εθνικιστική διάσταση. Υπερασπίζεται με φανατισμό μια συγκεκριμένη αντίληψη περί εθνικής ταυτότητας. Εξίσου σημαντικό και ένα από τα στοιχεία που επιτρέπει να διακρίνουμε χωρίς αμφιβολία το φαινόμενο είναι η παρουσία του ηγέτη. Ενός ηγέτη που έρχεται από έξω, παρουσιάζεται και αυτό-συστήνεται ως έξω-συστημικός. Στην περίπτωση του λαϊκισμού έχουμε να κάνουμε με χαρισματική ηγεσία, στο πρόσωπο της οποίας ενσαρκώνεται ο καταγγελτικός λόγος. Με άλλα λόγια, ο ηγέτης ενδύεται τον ρόλο του σωτήρα και του λυτρωτή. Κατά τον Ταγκυέφ αυτός ο δημαγωγός ηγέτης απευθύνεται ευθέως στις «μάζες», αντλώντας τη νομιμοποίησή του από το γεγονός ότι ενσαρκώνει τον λαό, την επιθυμία του ή τη βαθύτερη ψυχή του λαού 19. Έχει μια σχέση αδιαμεσολάβητης επικοινωνίας με τον λαό. Σχέση συγχώνευσης και απόστασης ταυτοχρόνως. Διαφωτιστικά περιγραφική είναι η παρουσίαση αυτής της άποψης από τον Ανδρέα Πανταζόπουλο: «όλοι οι λαϊκισμοί ενσαρκώνονται σε έναν άνθρωπο, στον ηγέτη, που είτε προέρχεται απευθείας από τους κόλπους του λαού είτε υιοθετεί το μήνυμα μιας πορείας προς τον λαό. Η κεντρικότητα της φιγούρας του ηγέτη δείχνει ότι όλοι οι λαϊκισμοί απορρίπτουν τις μεσολαβήσεις, κρίνοντάς τες άχρηστες, περιοριστικές, καταστρεπτικές» 20. Και συνεχίζει σημειώνοντας ότι: «Η απόρριψή αυτή μπορεί να μεταμορφώνεται σε όνειρα 18 Πιέρ-Αντρέ Ταγκυέφ, «Ο λαϊκισμός και η πολιτική επιστήμη..», σελ. 805. 19 Ο.π. 20 Ανδρέας Πανταζόπουλος, Για το λαό και το έθνος. Η στιγμή Ανδρέα Παπανδρέου 1965-1989, σελ. 48 13
1 ο Κεφάλαιο: Ο λαϊκισμός και η πολιτική επιστήμη αμεσότητας, γειτονίας, άμεσης επαφής, διαφάνειας ή επιστροφής στο αυθεντικό, το πρωταρχικό, το φυσικό» 21. Συνεπώς ο λαϊκισμός, ο οποίος απορρίπτει κάθε είδους διαμεσολάβηση και με αυτόν τον τρόπο αμφισβητεί την κατεστημένη τάξη ή την ισχύουσα κατάσταση, αποτελεί ένα φαινόμενο που αναδύεται από μια κρίση νομιμότητας ή νομιμοποίησης που αντιπαρατίθεται με το σύνολο του αντιπροσωπευτικού συστήματος 22. Όπως αναφέρθηκε και παραπάνω ο λαϊκισμός είναι μια ρητορική δομημένη με βασικά υλικά τη μομφή και τον εκθειασμό. Είναι ουσιαστικά ενάντια. Βρίσκεται διαρκώς σε μια αντιπαράθεση με το πολιτικό σύστημα, τους από πάνω, τους εχθρούς, την ελίτ. Και στην περίπτωση ακόμα που συναντάται με τρόπο θετικό, δηλαδή κινείται και αντιμετωπίζει θετικά τη δημοκρατική ιδέα, και σ αυτήν την περίπτωση υπάρχει μια αντιπαράθεση. Μια αντιπαράθεση που εδώ εντοπίζεται ανάμεσα στην άμεση και την αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Θα μπορούσαμε ως εκ τούτου να σημειώσουμε ότι ο λαϊκισμός εν γένει είναι ένας «πολεμικός» όρος. Ένας όρος που κατασκευάζει δίπολα. Ή καλύτερα ένας όρος, του οποίου η ίδια η ύπαρξη εξαρτάται από τη σύγκρουση του «καλού λαού» με την «κακή εξουσία». Κλείνοντας το κομμάτι της εργασίας μας με τα βασικά χαρακτηριστικά του λαϊκισμού είναι απαραίτητο να σημειώσουμε ότι ο λαϊκισμός είτε παρουσιάζεται ως κίνημα είτε εντοπίζεται ως καθεστώς εκδηλώνεται ως «μεταβατικό φαινόμενο» και μορφοποιείται μέσα σε ειρηνικούς ή χαώδεις τρόπους μετάβασης, προ-δημοκρατικούς ή μετα-δημοκρατικούς 23. 21 Ο.π. 22 Ο.π. 23 Πιέρ-Αντρέ Ταγκυέφ, «Ο λαϊκισμός και η πολιτική επιστήμη..», σελ. 805. 14
1 ο Κεφάλαιο: Ο λαϊκισμός και η πολιτική επιστήμη 1.2.: Μορφές λαϊκισμού Κατηγοριοποίηση. Όπως αναφέρθηκε και στα προηγούμενα υποκεφάλαια ο λαϊκισμός ως φαινόμενο αντιμετώπισε μια σειρά από προβλήματα, τα οποία συνοψίζονται κυρίως στην εννοιολόγηση του. Ο εντοπισμός του σε διάφορους τύπους πολιτευμάτων από δημοκρατικά μέχρι δικτατορικά και σε οποιαδήποτε πολιτική ιδεολογία από τα δεξιά έως και τα αριστερά, είχε ως αποτέλεσμα να δημιουργηθούν πολλές παραλλαγές του φαινομένου, με συνέπεια τη μη λειτουργική του χρήση. Αυτή η μεγάλη γκάμα των λαϊκισμών, που προέκυψε, συγκέντρωνε πληθώρα χαρακτηριστικών, γεγονός που προκαλούσε μια θεωρητική σύγχυση. Με στόχο την αποσαφήνιση αλλά και την κατηγοριοποίηση των μορφών του λαϊκισμού η Canovan 24 προχωράει σε μια διάκρισή του ανάμεσα σε δύο μεγάλες κατηγορίες, τον αγροτικό λαϊκισμό και τον πολιτικό λαϊκισμό, τις οποίες θα παρουσιάσουμε παρακάτω. Σύμφωνα λοιπόν με τη θεωρητικό ο αγροτικός λαϊκισμός διακρίνεται σε τρείς τύπους 25 : 1. Στον ριζοσπαστικό λαϊκισμό των αγροτών στις νότιες και δυτικές πολιτείες των ΗΠΑ, με επίκεντρο την πολεμική θεματική της σφετερισμένης δημοκρατίας. Βασικός στόχος του κινήματος ήταν να επιστρέψει η διακυβέρνηση της Δημοκρατίας στα χέρια των απλών ανθρώπων, του καθαρού λαού. Υπάρχει έντονο το στοιχείο της καταγγελίας των «κακών» του καπιταλισμού που οδηγούν τον λαό σε δυσμένεια και έχουν καταστροφικές συνέπειες και παράλληλα είναι εμφανής η απόρριψη των παραδοσιακών κομμάτων και των πολιτικών προσώπων που τα εκφράζουν. 2. Στα κινήματα των χωρικών της Ανατολικής Ευρώπης, όπως τα αγροτικά λαϊκιστικά κόμματα στη Ρουμανία. 24 Για μια αναλυτική παρουσίαση των θέσεων της Canovan για τον λαϊκισμό βλ. Margaret Canovan, «Two strategies for the study of populism», στην επιθεώρηση Political Studies, XXX, 1982, σελ. 544. Διαθέσιμο και στο: http://onlinelibrary.wiley.com/doi/10.1111/j.1467-9248.1982.tb00559.x/abstract 25 Ο.π. 15
1 ο Κεφάλαιο: Ο λαϊκισμός και η πολιτική επιστήμη 3. Στον αγροτικό λαϊκισμό των διανοούμενων, με κορυφαίο παράδειγμα τον ρώσικο λαϊκισμό, ο οποίος θεμελιώθηκε πάνω στη βάση της εξιδανίκευσης του αγροτικού κοινοτισμού. Από την άλλη πλευρά ο πολιτικός λαϊκισμός διακρίνεται σε τέσσερις τύπους και προϋποθέτει την εθνική κινητοποίηση των μαζών και τη λαϊκή κυριαρχία. Ειδικότερα, η Canovan τον κατανέμει στους παρακάτω τύπους: 1. Λαϊκιστική δικτατορία, η οποία χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη ενός χαρισματικού ηγέτη. Στην κατηγορία αυτή κορυφαίο παράδειγμα αποτελεί το περονικό μοντέλο. Η κλήση προς τον λαό γίνεται μέσω της χρήσης, από τον ηγέτη, των ικανοτήτων επιρροής και χειραγώγησης των μαζών. 2. Λαϊκιστική δημοκρατία, στην οποία η ομοσπονδιακή δομή του κράτους συνδέεται με τη συμμετοχική δημοκρατία. Η μορφή αυτή απαντάται στο δημοψηφισματικού τύπου ελβετικό μοντέλο. 3. Αντιδραστικός λαϊκισμός, μια μορφή στην οποία εντοπίζεται η εκμετάλλευση του «χάσματος», «δημόσιας διαφωνίας» που υπάρχει ανάμεσα στα μορφωμένα και προοδευτικά στρώματα της κοινωνίας και στις απόψεις που εκφράζονται από τον αντιδραστικό πληθυσμό. Η «διαμάχη» εντοπίζεται κυρίως σε θέματα φυλετικών διακρίσεων και εθνοτικά ζητήματα. 4. Λαϊκισμός των πολιτικών, δηλαδή η έγκληση του λαού για συσπείρωση πάνω από ιδεολογίες, κόμματα και διαχωριστικές γραμμές. Πρώτο συμπέρασμα αυτής της κατηγοριοποίησης είναι ότι συγκρίνοντας τους 7 τύπους, όπως τους παραθέτει η θεωρητικός αντιλαμβανόμαστε ότι δεν υπάρχει τίποτα κοινό ανάμεσα τους, όπως για παράδειγμα η ιδεολογία, το οικονομικό πρόγραμμα ή η κοινωνική βάση. Το μόνο χαρακτηριστικό, όπως έχουμε αναφέρει και στο υποκεφάλαιο 1.1. είναι η αντί ελιτιστική ρητορική. Σύμφωνα λοιπόν και με τον ορισμό που δώσαμε στο προηγούμενο υποκεφάλαιο είναι εμφανές ότι η παραπάνω κατηγοριοποίηση δεν αποτελεί μια θεωρία του λαϊκισμού, όπως άλλωστε σημειώνει και η ίδια η Canovan στη 16
1 ο Κεφάλαιο: Ο λαϊκισμός και η πολιτική επιστήμη μελέτη της. Η σημαντική συνεισφορά της, ωστόσο, είναι ότι προσφέρει μια κατηγοριοποίηση, η οποία συγκεντρώνει και σχηματοποιεί τα διάφορα χαρακτηριστικά που έχουν εντοπιστεί στα διάφορα λαϊκιστικά φαινόμενα και με αυτόν τον τρόπο συμβάλλει ουσιαστικά στην εκκαθάριση του τοπίου. Αυτός είναι και ο λόγος που στην παρούσα μελέτη επιλέξαμε το παρόν κομμάτι να αποτελέσει ένα ξεχωριστό υποκεφάλαιο και να μην ενταχθεί στο πρώτο, όπου δόθηκε ο ορισμός της έννοιας. 1.3. : Πεδία νοήματος. Μετά τον ορισμό του λαϊκισμού και την παρουσίαση των κατηγοριών του φαινομένου, κρίνουμε χρήσιμο να σταθούμε στα πεδία νοήματος που μπορούμε να τον συναντήσουμε. Και αυτό κυρίως γιατί πιστεύομε ότι θα μας βοηθήσει να κατανοήσουμε το γεγονός ότι η πολλαπλότητα και η ετερογένεια του λαϊκισμού οφείλεται στη σύνδεσή του με διάφορα πεδία νοήματος. Παρακάτω θα επιχειρήσουμε να παραθέσουμε τα πεδία νοήματος στα οποία συναντάμε τον λαϊκισμό, δίνοντας βαρύτητα και επικεντρώνοντας σε αυτά που θα μας απασχολήσουν στην παρούσα εργασία. Σύμφωνα με τον Taguieff, τον λαϊκισμό δύναται να τον συναντήσουμε ως κίνημα, καθεστώς, ιδεολογία, στάση, ρητορική και τύπο νομιμοποίησης 26. Η κινητοποίηση των μεσαίων και λαϊκών στρωμάτων αποτελεί την εισβολή των μαζών στο κοινωνικό-πολιτικό πεδίο και ουσιαστικά την βασική πολιτική έκφρασή του. Σε αυτή την περίπτωση είναι που μπορούμε να συναντήσουμε τον λαϊκισμό ως κίνημα, με έντονα τα στοιχεία της έκφρασης κοινωνικής διαμαρτυρίας και δυσαρέσκειας, αλλά και την παρουσία μιας έντονης επιθυμίας για αλλαγή. Μια αλλαγή που πρέπει να είναι ολοκληρωτική με βασικά αιτήματα τη δικαιοσύνη, την ενότητα και την ταυτότητα. Παράλληλα, η κίνηση των μαζών και η εισβολή τους στο δημόσιο χώρο (κοινωνικό πολιτικό πεδίο ) σηματοδοτεί τη δημιουργία ενός μοντέλου μετάβασης από τις παραδοσιακές κοινωνίες στη νεωτερικότητα, στοιχείο στο οποίο περιλαμβάνεται και μια θεωρία του εκσυγχρονισμού. Εδώ συνήθως 26 Πιέρ-Αντρέ Ταγκυέφ, «Ο λαϊκισμός και η πολιτική επιστήμη..», σελ. 813-818. 17
1 ο Κεφάλαιο: Ο λαϊκισμός και η πολιτική επιστήμη αναπτύσσεται και μια ρητορική που διαθέτει στοιχεία πολιτικής και λειτουργεί ως μέσο χειραγώγησης των μαζών. Η ρητορική αυτή ενδεχομένως δομείται και εκφράζεται από κάποιον ηγέτη και συγκεντρώνει χαρακτηριστικά, τα οποία είναι ενάντια στον εχθρό, στους «από πάνω», αν ο λαός που δέχεται το μήνυμα είναι ο δήμος ή σε αυτούς που έρχονται από έξω, βρίσκονται απέναντι, αν ο λαός είναι μια εθνότητα. Αυτό που έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να μελετήσουμε είναι η μορφή του λαϊκισμού ως ιδεολογία, το οποίο μαρτυρά περισσότερο μια πολιτικό πολιτισμική παράδοση παρά κάποιο συμπαγές δόγμα, συνδεόμενο ή όχι με κάποιον συγγραφέα. Πρόκειται δηλαδή για έναν μινιμαλιστικό «ισμό». Στον λαϊκισμό ως ιδεολογία συναντούμε το χαρακτηριστικό που θέλει για κάθε έθνος υπάρχει ένας δικός του λαϊκισμός παράδοση. Η μορφοποίηση τουο συντελείται με βασικό γνώμονα τον τρόπο που γίνονται οι αναφορές στον λαό. Διότι όπως αναφέραμε ήδη λαϊκισμός είναι η εξύμνηση στον λαό και η καταγγελία των ελίτ, άρα ο τρόπος με τον οποίο εξιδανικεύεται και εξυμνείται ο λαός καθορίζει τον λαϊκισμό του κάθε έθνους. Εδώ, συναντώνται έννοιες όπως ο υγιής, ο αυθεντικός, ο ενάρετος (κτλ.) λαός. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτού του μοντέλου, όπως τα παρουσιάζει ο Tagiueff 27 είναι ο ρωσικός και βορειοαμερικάνικος λαός στα τέλη του 19 ου αιώνα, οι οποίοι συγκροτήθηκαν στη βάση μιας βαθειάς πίστης, ότι η σωτηρία βρίσκεται στον λαό και πως η χώρα δεν μπορεί να σωθεί από κανέναν και τίποτα παρά μόνον από τον λαό, με τις αξίες και τις αρετές που διαθέτει. Το γεγονός ότι η λαϊκή βούληση είναι το θεμέλιο της κυριαρχίας και η βαθύτερη φύση του λαού ενσαρκώνει τις περισσότερες θετικές αξίες συνεπάγεται ότι σε όλες τις μορφές του λαϊκισμού επανέρχεται η δαιμονοποιητική κατηγορία του «εχθρού του λαού» που συνοδεύεται από τη θεωρία της συνωμοσίας, η οποία αποτελεί το κλειδί της σύγχρονης μυθολογικό-πολιτικής εξήγησης και εγγράφεται στην οπτική του λαϊκισμού ως αυθόρμητη σχηματοποίηση. Με αυτόν τον τρόπο ο λαϊκισμός μπορεί να έρθει σε συγκρητισμό με άλλους «-ισμους» όπως, τον 27 Ο.π. 18
1 ο Κεφάλαιο: Ο λαϊκισμός και η πολιτική επιστήμη σοσιαλισμό ή τον αγροτισμό στη Ρωσία, τον εθνικισμό ή τον φασισμό και τον φεντεραλισμό 28. 1.4: Εθνικολαϊκισμός. α. Μια σύντομη ιστορική αναδρομή. Η έκφραση εθνικολαϊκισμός οφείλεται στον θεωρητικό Gino Germani 29 και στην προσπάθειά του να χαρακτηρίσει τα διάφορα λατινοαμερικανικά καθεστώτα της περιόδου 1930-1950. Χρησιμοποιώντας αρχικά τον όρο εθνολαϊκά για να χαρακτηρίσει κινήματα, τα οποία ενσαρκώθηκαν μέσα από χαρισματικούς ηγέτες και τα οποία συγκέντρωναν ένα σύνολο χαρακτηριστικών, όπως, η έντονη προσωποποίηση του κινήματος, η έγκληση του λαού, μια ισχυρή τάση προς τον αυταρχισμό, η ύπαρξη μιας ισχυρής και αδιαμεσολάβητης σχέσης μεταξύ δημαγωγού ηγέτη και του λαού 30, ο Τζερμάνι κατέληξε στον όρο εθνικολαϊκιστικά. Με αυτά τα δεδομένα, η κατηγοριοποίηση της Canovan επανέφερε το ενδιαφέρον των θεωρητικών της κοινωνιολογίας και της πολιτικής επιστήμης για την ύπαρξη ή όχι της σχέσης μεταξύ του εθνικισμού και του λαϊκισμού 31. Λίγο αργότερα ο Pierre-Andre Taguieff θα εισάγει για τα καλά την έκφραση εθνικολαϊκισμός στην πολιτική επιστήμη 32. Ο Taguieff επιχειρώντας να ορίσει, να εξηγήσει και να χαρακτηρίσει το φαινόμενο του Εθνικού Μετώπου στη Γαλλία δημιουργεί μια κατηγορία, αυτήν του εθνικολαϊκισμού, στην οποία προσδίδει συγκεκριμένα 28 Ο.π. 29 Για περισσότερες λεπτομέρειες αναφορικά με το έργο του Germani βλ. Gino Germani, Authoritariasm, Fascism and National Populism, ΝιουΜπρανζβάικ, Transaction Books, 1978. Αναφέρεται στο Πιερ-Αντρέ Ταγκυέφ, Ο νέος εθνικολαϊκισμός, Θεσσαλονίκη, Επίκεντρο, 2013, σελ. 86 30 Ο.π. 31 Πιερ-Αντρέ Ταγκυέφ, Ο νέος εθνικολαϊκισμός, Μετάφραση- Επιμέλεια: Αναστασία Ηλιαδέλη, Ανδρέας Πανταζόπουλος, Θεσσαλονίκη, Επίκεντρο, 2013, σελ. 88 32 Πιερ-Αντρέ Ταγκυέφ, Ο νέος εθνικολαϊκισμός, Μετάφραση- Επιμέλεια: Αναστασία Ηλιαδέλη, Ανδρέας Πανταζόπουλος Θεσσαλονίκη, Επίκεντρο, 2013. 19
1 ο Κεφάλαιο: Ο λαϊκισμός και η πολιτική επιστήμη βασικά χαρακτηριστικά, τα οποία συνοψίζονται ως εξής : α) στην προσωπική κλήση στον λαό (εκφράζεται πραγματοποιείται μέσω του ηγέτη δημαγωγού), β) στην πολιτική απεύθυνση στον λαό στο σύνολο του, πέρα και πάνω από ιδεολογίες και ταξικές διαιρέσεις, γ) στην ευθεία κλήση στον αυθεντικό λαό, που θεωρείται υγιής, απλός, τίμιος, δ) στην κλήση για μια εξαγνιστική ρήξη, το αίτημα για αλλαγή εκφράζεται ως απόλυτη ρήξη με το πολιτικό κατεστημένο και ε) στο στοιχείο της απερίφραστης κλήσης για διάκριση των ατόμων με κριτήριο την εθνοτική καταγωγή ή την πολιτική ένταξή τους, το οποίο συνδυάζεται με την απαίτηση για εκδίωξη των εθνοτικό-πολιτισμικών ομάδων που χαρακτηρίζονται ως μη αφομοιώσιμες και στιγματίζονται ποικιλοτρόπως 33. Όμως, τι είναι αυτό που κάνει ένα φαινόμενο να είναι εθνικολαϊκιστικό και όχι ένας λαϊκισμός; Με άλλα λόγια τι διαφορές υπάρχουν ανάμεσα στον εθνικολαϊκισμό και τον λαϊκισμό. Υπάρχουν σημεία που διαφοροποιούν αυτά τα δύο θεωρητικά μοντέλα και αν ναι, που εντοπίζονται αυτά; Μελετώντας πιο προσεκτικά τα χαρακτηριστικά που αποδίδει ο Tagiueff στον εθνικολαϊκισμό, γίνεται αντιληπτό ότι τα πρώτα τέσσερα αποτελούν ένα θεωρητικό μοντέλο που απαντά στο φαινόμενο του λαϊκισμού. Τα χαρακτηριστικά αυτά συναντώνται όπως έχουμε δει παραπάνω στον λαϊκισμό. Αυτό που διαφοροποιεί και ουσιαστικά μετατρέπει έναν λαϊκισμό σε εθνικολαϊκισμό είναι η παρουσία του πέμπτου και τελευταίου χαρακτηριστικού, της κλήσης δηλαδή του λαού σε ένα επίπεδο εκκαθάρισης 34. Ο λαός εδώ διαχωρίζεται με κριτήριο την εθνοτική καταγωγή και η ρητορική στρέφεται πλέον όχι εναντίον των «από πάνω», αλλά «από έξω». Η κλήση, δηλαδή, για εκκαθάριση της χώρας από τα μη αφομοιώσιμα στοιχεία είναι αυτό που προσδίδει στον λαϊκισμό την εθνικολαϊκιστική διάσταση. 33 Ο.π. σελ. 93 34 Ο.π. σελ. 94 20
1 ο Κεφάλαιο: Ο λαϊκισμός και η πολιτική επιστήμη β. Η εθνικιστική διάσταση του λαϊκισμού. Προχωρώντας στην ανάλυσή μας αναφορικά με το φαινόμενο του εθνικολαϊκισμού, θα επιχειρήσουμε να εξετάσουμε την άποψη που θέλει κάθε λαϊκισμό να είναι στην πραγματικότητα εθνικολαϊκισμός. Αλλά, αν αυτό συνέβαινε στην πραγματικότητα, τότε ο διαχωρισμός ανάμεσα σε ταυτοτικό και λαϊκισμό διαμαρτυρίας θα ήταν στην πραγματικότητα μια διάκριση ανάμεσα στον λαϊκισμό και τον εθνικολαϊκισμό. Για να μπορέσουμε επομένως, να απορρίψουμε ή να αποδεχτούμε έναν τέτοιο συλλογισμό, θα πρέπει πρώτα να εξετάσουμε τη σχέση ανάμεσα στον λαϊκισμό και στον εθνικισμό. Σύμφωνα με τον Ναιρν, ο εθνικισμός μπορεί να είναι απαραίτητα δημοκρατικός στις προοπτικές του, ωστόσο είναι σταθερά λαϊκιστικός. Και αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι θεμέλιο του είναι ο λαός 35. Επιπρόσθετα στην οπτική του Άντονι Σμίθ παρατηρούμε ότι επιχειρειται η σύνδεση του εθνικισμού με τον λαϊκισμό μέσω της αντιμετώπισης του λαού ως, αντικείμενο των εθνικιστικών φιλοδοξιών και υπέρτατο κριτή της εθνικής ρητορείας 36. Έτσι λοιπόν με εργαλείο την αναγωγή του λαού ως «αρχής», η λαϊκή ετυμηγορία είναι αυτή που καθορίζει τη συμπεριφορά των ηγετών, ακόμη και στα πλαίσια ενός εθνικιστικού πολιτικού συστήματος, καθώς είναι βέβαιο ότι αυτοί εξαρτώνται από τον λαό. Σ αυτό το σημείο είναι που εντοπίζεται η ύπαρξη λαϊκιστικής χροιάς. Πριν προχωρήσουμε στην ανάλυση του εθνικολαϊκισμού, κρίνουμε απαραίτητο σε αυτό το σημείο να παραθέσουμε τον διαχωρισμό του λαϊκισμού που κάνει ο Γάλλος συγγραφέας. Σύμφωνα με τον Tagiueffυπάρχουν δύο λαϊκισμοί, ο λαϊκισμός διαμαρτυρίας/καταγγελίας και ο ταυτοτικός λαϊκισμός. Βασικό στοιχείο που επιτρέπει ή καλύτερα επιβάλλει αυτήν τη διαφοροποίηση μεταξύ των δύο είναι ο τρόπος με τον οποίο προσδιορίζεται ο εχθρός. Στην πρώτη περίπτωση του λαϊκισμού διαμαρτυρίας, ως εχθρός υποδεικνύονται οι 35 Αναφέρεται στο Ανδρέας Πανταζόπουλος, Ο Αριστερός Εθνικολαϊκισμός 2008-2013. Από την «εξέγερση» του Δεκέμβρη, τους «Αγανακτισμένους» και τις εκλογές του 2012 μέχρι το νέο κυπριακό ζήτημα, Θεσσαλονίκη, Επίκεντρο, 2013, σελ. 71 36 Antony D. Smith, Εθνική Ταυτότητα, Μετάφραση: Εύα Πέππα, Αθήνα, Οδυσσέας, 2000, σελ. 28. 21
1 ο Κεφάλαιο: Ο λαϊκισμός και η πολιτική επιστήμη «από πάνω», οι οποίοι βρίσκονται στο εσωτερικό της χώρας και λειτουργούν εις βάρος του λαού. Ο εχθρός εδώ είναι οι ελίτ, η πλουτοκρατία, το κατεστημένο κτλ.. Στον αντίποδα, ο εχθρός του ταυτοτικού λαϊκισμού βρίσκεται «από έξω». Στην περίπτωση αυτήν ο εχθρός συνεργάζεται με τις ελίτ στο εσωτερικό. Ωστόσο, στην πραγματικότητα αυτές οι δύο κατηγορίες δεν απαντώνται σε καθαρή μορφή αλλά αποτελούν χρήσιμους ιδεοτύπους, οι οποίοι συντελούν στην προσπάθεια ώστε να γίνεται ευκολότερα κατανοητή η ιδιαιτερότητα μιας λαϊκιστικής κινητοποίησης. Εκκινώντας λοιπόν από το γεγονός ότι τα δύο μοντέλα δε συναντώνται σε καθαρή μορφή, και με γνώμονα εκείνη την άποψη που υποστηρίζει ότι λαμβάνοντας τον λαϊκισμό ως ένα προϊόν της νεωτερικότητας και επομένως διεπόμενο από την εθνική ιδεολογία τότε παρατηρείται μια άρρηκτη σχέση μεταξύ των δύο. Συγκεκριμένα, υποστηρίζει ο Πανταζόπουλος: «ο λαϊκισμός, θεωρούμενος εδώ ως νεωτερικό φαινόμενο, σημαίνει ότι διέπεται από τους ιδεολογικούς όρους της αυτοθέσμισής του, δηλαδή την εθνική ιδεολογία και, άρα, τον εθνικοποιημένο λαό. Αν ο νεωτερικός λαός είναι εθνικοποιημένος λαός, τότε συνεπάγεται ότι και η παθολογία του, δηλαδή ο λαϊκισμός δεν μπορεί παρά να εκφράζεται με εθνικούς όρους, δηλαδή ως εθνικολαϊκισμός» 37. Στην πραγματικότητα, η άποψη που θα αναλυθεί παρακάτω και η οποία υιοθετείται από την παρούσα εργασία είναι ότι δεν υπάρχει λαϊκισμός χωρίς εθνικισμό. Κάθε λαϊκιστική έκφραση, κινητοποίηση, δράση ή σκέψη ενέχει μέσα της μια εθνικιστική διάσταση. Ειδικότερα θα υιοθετήσουμε την άποψη ότι: «Η συνάρθρωση του δήμου με την εθνότητα/έθνος όχι μόνο μπορεί να ανιχνευτεί σε όλες σχεδόν τις λαϊκιστικές εμπειρίες, αλλά προσδίδει σε αυτές και, κατ επέκταση, στην ίδια την έννοια, την επιχειρησιακή της (τους) ενότητα» 38. Μέσα από αυτήν την οπτική ο λαός του λαϊκισμού παρουσιάζεται ως μια οντότητα, η οποία βρίσκεται σε συνεχή διαπλοκή με την εθνότητα ή το έθνος. 37 Ανδρέας Πανταζόπουλος, Ο Αριστερός Εθνικολαϊκισμός 2008-2013. Από την «εξέγερση» του Δεκέμβρη, τους «Αγανακτισμένους» και τις εκλογές του 2012 μέχρι το νέο κυπριακό ζήτημα, Θεσσαλονίκη, Επίκεντρο, 2013, σελ. 101 38 Ανδρέας Πανταζόπουλος, Για το λαό και το έθνος. Η στιγμή Ανδρέα Παπανδρέου 1965-1989, Αθήνα, Πόλις, 2001, σελ. 54 22
1 ο Κεφάλαιο: Ο λαϊκισμός και η πολιτική επιστήμη Σύμφωνα με τον Ανδρέα Πανταζόπουλο, ωστόσο, κάθε λαϊκισμός ενέχει μια εθνικιστική διάσταση. Την άποψη αυτή ο πολιτικός επιστήμονας και καθηγητής θα επιχειρήσει να την τεκμηριώσει παρουσιάζοντας και αναλύοντας τα κορυφαία λαϊκιστικά παραδείγματα, ορισμένα εκ των οποίων έχουν αναφερθεί ήδη στην παρούσα εργασία. Αυτό που επιχειρεί να αποδείξει είναι ότι ακόμα και στους λαϊκισμούς διαμαρτυρίας, όπου κυρίαρχο στοιχείο είναι η κοινωνική πάλη αφού η πολεμική ρητορική δομείται ανάμεσα στο δίπολο του απλού και καθαρού λαού από τη μια και των ελίτ από την άλλη - υπάρχει το εθνικιστικό στοιχείο. Πράγματι, μέσα από την ανάλυση κυρίως του λόγου των εν λόγω κινημάτων 39 (ρωσικός λαϊκισμός του 19 ου αιώνα, βορειοαμερικανικός του τέλους του 19 ου αιώνα, περονισμός, ευρωπαϊκοί λαϊκισμοί του 20 ου αιώνα ) αντιλαμβανόμαστε ότι σε αυτά τα φαινόμενα η εθνικιστική διάσταση είναι υπαρκτή και εντοπίζεται κυρίως στο περιεχόμενο των αιτημάτων. Ως εκ τούτου, μέσα από αυτή την αναλυτική διαδικασία προκύπτει ως συμπέρασμα: «ότι ο λαϊκισμός είτε ως κίνημα είτε ως ιδεολογία, δεν μπορεί να υπάρξει παρά ως εθνικό-λαϊκισμός. Με άλλα λόγια ακόμη και ο λαϊκισμός διαμαρτυρίας οφείλει για να είναι αποτελεσματικός, να εγγράψει το διάβημά του σε ένα εθνικό πλαίσιο αναφορών, ή ορθότερα να καταστήσει το έθνος ή την εθνότητα, σε διαπλοκή με τον λαό, έναν ισχυρό κινητοποιητικό μύθο: η προαγωγή μιας λαϊκιστικής κινητοποίησης διαμαρτυρίας σε κοινωνικό και πολιτικό κίνημα και, συνακόλουθα, ο μετασχηματισμός της λαϊκιστικής επίκρισης σε μινιμαλιστικό -ισμό, δηλαδή σε πολιτική ιδεολογία με στόχο την κατάκτηση της κυβερνητικής εξουσίας άσχετα αν αυτός εκπληρώνεται σε όλες τις περιπτώσεις -, περνά μέσα από την ίδια την επινοημένη ανάδειξη μιας εθνικής ιδιαιτερότητας, η οποία στο νεανικό στάδιο εκκόλαψης αυτής της επίκρισης βρισκόταν ενδεχομένως σε ύπνωση» 40. 39 Ο.π. 40 Ο.π., σελ 62 23
1 ο Κεφάλαιο: Ο λαϊκισμός και η πολιτική επιστήμη Στο σημείο αυτό επομένως είμαστε σε θέση να παρουσιάσουμε τα κοινά στοιχεία, τα οποία συνθέτουν την εθνικό-λαϊκιστική ταυτότητα και τη ρητορική της. Σύμφωνα πάντα με τον Ανδρέα Πανταζόπουλο, ο οποίος βασιζόμενος στο σχήμα του Ταγκυέφ που παρουσιάσαμε πιο πάνω, παραθέτει ένα σύνολο χαρακτηριστικών 41 : Α) Μια πολιτική έγκληση στον λαό για μια πραγματική αλλαγή. Ή έγκληση είναι προσωπική και απευθύνεται στον καθαρό και αυθεντικό λαό. Είναι μια διαταξική κινητοποίηση και όπως σημειώνει ο Πανταζόπουλος μπορεί να καταγράφεται και εκλογικά. Β) Την επιδεικτική υπεράσπιση της «εθνικής ταυτότητας», όπως οι παραδόσεις, η κουλτούρα, οι ιδιαιτερότητες κ.α.. Στην περίπτωση αυτήν αυτό το σύνολο των χαρακτηριστικών, που συνθέτουν την εθνική ταυτότητα απειλούνται από συγκλίνουσες δυνάμεις, οι οποίες επωφελούνται από μια γενική εγκατάλειψη. Γ) Μια συστηματική εργαλειακή εκμετάλλευση συλλογικών μορφών μνησικακίας, από κοινού με άλλα αρνητικά πάθη. Δ) Μια λιτανική καταγγελία της παρακμής, συνοδευόμενης από λύσεις μονόδρομο για τη θεραπεία της. Ε) Την επανερμηνεία του δόγματος της ταξικής συνεργασίας. ΣΤ) Την προτίμηση, περισσότερο η λιγότερο διακηρυγμένη, προς έναν ιδιόμορφο κρατικό αυταρχικό βολονταρισμό, ο οποίος ενσαρκώνει έναν «τρίτο δρόμο» μεταξύ «αστικής δημοκρατίας» και «ολοκληρωτισμού» (συνήθως «κομμουνιστικού τύπου»). Ζ) Την ισχυρή παρουσία και θεαματοποίηση ενός λαϊκού ηγέτη, ο οποίος παρουσιάζεται ως αποκλειστικός εκπρόσωπος του λαού και των υπέρτατων συμφερόντων του έθνους. Ένας ηγέτης χαρισματικός, δημαγωγός που 41 Ο.π., σελ. 74 24