ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ Ν.Ο.Π.Ε. ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ



Σχετικά έγγραφα
«Το δικαίωµα της αναφοράς στο ελληνικό δίκαιο»

ΕΡΓΑΣΙΑ 1 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΑΠΑΡΑΒΙΑΣΤΟΥ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Θέµα εργασίας. Η ερµηνεία του άρθρου 8 παρ. 1 του Συντάγµατος

# εργασία αρ.3# ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣτΕ ΟΠΟΥ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ Σ Χ Ε Ι Α Γ Ρ Α Μ Μ Α 5]ΑΝΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ

ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΤΟΥ ΑΝΑΦΕΡΕΣΘΑΙ ΣΤΙΣ ΑΡΧΕΣ

Το Σύνταγμα της Ελλάδας του 1975/86/01 στο δεύτερο μέρος του περιλαμβάνει τις διατάξεις τις σχετικές με τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα.

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ. Θέµα: Η αρχή της ανθρώπινης αξίας ΒΑΣΙΛΙΚΗ. ΓΡΙΒΑ. ιδάσκων Καθηγητής: Ανδρέας Γ. ηµητρόπουλος

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ Ν.Ο.Π.Ε. ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

Δικαίωμα δικαστικής προστασίας. Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

Περιεχόμενο: Αρχή διάκρισης των λειτουργιών

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ,ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ, ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

Η γενική αρχή του σεβασµού και της προστασίας της ανθρώπινης αξίας

ΟΙ ΑΡΜΟ ΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ. ΕΡΓΑΣΙΑ 4 η :

ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΤΟΥ ΑΝΑΦΕΡΕΣΘΑΙ ( THE RIGHT TO PETITION )

Το πολίτευμα που προβλέπει το ελληνικό Σύνταγμα του 1975/1986/2001/ Οι θεμελιώδεις αρχές του πολιτεύματος

Προπτυχιακή Εργασία. Το Δικαίωμα του Αναφέρεσθαι ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Σελίδα 1 από 5. Τ

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγµατος ΙΚΑΙΩΜΑ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

ΔΗΛΩΣΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ

ΕΡΓΑΣΙΑ 6 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΤΟ ΙΚΑΙΩΜΑ ΕΠΙ ΤΗΣ Ι ΙΑΣ ΕΙΚΟΝΑΣ ΤΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ

Οργάνωση και Λειτουργία του Κράτους 19 ος Διαγωνισμός ΕΣΔΔ 2 ος Διαγωνισμός ΕΣΤΑ Σάββατο 09 Δεκεμβρίου 2006

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4493,

ΕΘΝΙΚΟ & ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Διοικητικό Δίκαιο. Δικαίωμα πρόσβασης στα έγγραφα και δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

ΕΘΝΙΚΟ & ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/8150/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 158/2013

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ. ΕΡΓΑΣΙΑ 5 η :

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1382/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 24/2014

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Πρόλογος

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ

Κύκλος ικαιωµάτων του Ανθρώπου ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ ΤΗΣ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΣΕ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΙΚΑΣΤΙΚΗ ΙΑΤΑΓΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΘΕΜΑΤΑ ΙΑΜΟΝΗΣ ΑΛΛΟ ΑΠΩΝ

ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ. Εξωσυμβατική ευθύνη Δημοσίου 12/4/2016

Αριθμός 2176/2004 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ. Διοικητική πράξη - Ανάκληση - Αρχή του κράτους δικαίου - Αρχή της

ΘΕΜΑ: ΤΟ ΟΛΛΑΝΔΙΚΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ (Συνοπτική παρουσίαση) ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ:ΦΩΤΗΣ ΜΟΡΦΟΠΟΥΛΟΣ

«Η ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΑΝΑΦΟΡΑ» (του άρθρου 69 του Συντάγματος) Καθηγητής: Άλκης Ν. Δερβιτσιώτης Ονοματεπώνυμο: Λάζαρος Γ. Τσαβδαρίδης

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΘΕΜΕΛΙΟΥ

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/8841/ Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 66/2018

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ Ν.Ο.Π.Ε. ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ. Το δικαίωµα της Αναφοράς στο Ελληνικό ίκαιο

Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥ ΡΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ ιάταγµα δυνάµει του άρθρου 19

Ηλίας Α. Στεφάνου Έλενα Α. Καπαρδή Δικηγόροι

Η ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ(α.25παρ.3Σ) Με τον όρο γενικές συνταγµατικές αρχες εννοούµε ένα σύνολο

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ ΤΑ ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΉ ΕΠΙΤΡΟΠΉ ΚΑΤΆ ΤΟΥ ΡΑΤΣΙΣΜΟΎ ΚΑΙ ΤΗΣ ΜΙΣΑΛΛΟ ΟΞΊΑΣ

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων I (Μον.Πρωτ.Θεσ/νίκης 1080/1995)

Θέµα εργασίας : Άρθρο 2 παρ. 1 Συντάγµατος( Το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξίας) Σχολιασµός Αποφ. 40/1998 Α.Π

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ: ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΧΡΗΣΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΤΟΜΕΑ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Aθήνα, 10 Απριλίου Αρ.πρωτ.: /08 ΠΟΡΙΣΜΑ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 18 ΠΕΡΙ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΠΑΡΑΠΟΝΩΝ ΚΑΙ ΑΤΟΜΙΚΩΝ ΑΝΑΦΟΡΩΝ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

ΕΡΓΑΣΙΑ: Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΩΝ ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΣΤΟ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΚΟ ΧΩΡΟ

Περιεχόμενα. Μέρος Ι Συνταγματικό Δίκαιο... 17

ΓΝΩΜΗ της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Νομικών της Βουλής των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας

ΕΡΓΑΣΙΑ ΘΕΜΑ:Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΝΟΜΙΜΟΤΗΤΑΣ

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 528/2002

ΣΧΕΤ. : Το με αριθ / έγγραφο του Γραφείου Νομικού Συμβούλου Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ.

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

ΓΝΩΜΑΤΕΥΣΗ. Χρόνος αναθεώρησης εργασιών που έχουν εκτελεσθεί προ της έγκρισης Α.Π.Ε. Ανώνυµη εταιρεία µέλος του ΣΑΤΕ υπέβαλε το ακόλουθο ερώτηµα:

ΙΚΑΣΤΙΚΗ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ 73 / Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/6702-1/

1ο Κεφάλαιο Το δικαίωµα του συνεταιρίζεσθαι στα πλαίσια του άρθρου 12 του Συντάγµατος

ΣΧEΔΙΟ EΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2013/2119(INI)

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/762/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 18/2014

Περαιτέρω Χρήση των πληροφοριών του δηµόσιου

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3277-1/ Γ Ν Ω Μ Ο Ο Τ Η Σ Η 4 /2016

ΓΝΩΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ. της 30ής Απριλίου 2010

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4010, 8/7/2005.Ο ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΘΕΣΠΙΣΗΣ ΓΕΝΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗΣ ΤΩΝ ΕΡΓΟΔΟΤΟΥΜΕΝΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2005

Α. ΕΙΔΙΚΕΣ ΕΠΙΤΡΟΠΕΣ ΕΛΕΓΧΟΥ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ

ΟΔΗΓΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΥ «Επιτομή Γενικού Διοικητικού Δικαίου» του Απ. Γέροντα, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα - Θεσσαλονίκη 2014

Γιούλη Τραγουλιά Δικηγόρος ΝΙΚΟΛΑΣ ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ ΧΑΡΑ ΖΕΡΒΑ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ

Ενδικοφανής προσφυγή Δικαίωμα ακρόασης. Σύνθεση Δημοσίου Δικαίου Αικατερίνη Ηλιάδου

Κώδικας ορθής διοικητικής συμπεριφοράς για το προσωπικό του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 147/2011

Ψήφισµα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά µε τα νοµικά επαγγέλµατα και το γενικό συµφέρον στην οµαλή λειτουργία των νοµικών συστηµάτων

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ AΘΗΝΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΕΤΟΥΣ

ΕΡΓΑΣΙΑ: Η ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ ΙΚΑΙΟΥ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 136 /2017

Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα. Δικαίωμα συνέρχεσθαι

ΘΕΜΑ: ΤΟ ΙΚΑΙΩΜΑ ΤΟΥ «ΑΝΑΦΕΡΕΣΘΑΙ»

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Διοικητικό Δίκαιο. Αστική ευθύνη του δημοσίου 1 ο μέρος. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

7/3/2014. ό,τι είναι νόμιμο είναι και ηθικό ; νόμος είναι το δίκαιο του εργοδότη ; ή νομικός κανόνας

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ. στην ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ. Ένα νέο πλαίσιο της ΕΕ για την ενίσχυση του κράτους δικαίου

ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΩΣΗ ΘΕΣΕΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΣΙΟΥ TOMEΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΤΕ ΕΞΕΤΑΣΗ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ: «ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ»

Α Π Ο Φ Α Σ Η 70/2013

ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΑΡΧΗ

η µάλλον ευρύτερη αναγνώριση του ενδιαφέροντος που παρουσιάζει η θέσπιση διατάξεων για την ενισχυµένη συνεργασία στον τοµέα της ΚΕΠΠΑ.

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΘΕΜΑ : Γνωμοδότηση της Νομικού Συμβούλου της Δ.Ο.Ε. για την απεργία αποχή από τις διαδικασίες της αξιολόγησης

ΟΔΗΓΙΑ 93/109/EK ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Κάθε πότε γίνονται εκλογές; Κάθε τέσσερα χρόνια, εκτός αν η Βουλή διαλυθεί νωρίτερα.

ΕΡΓΑΣΙΑ 5 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η εφαρµογή του δικαιώµατος της επικοινωνίας στον οικογενειακό χώρο» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 58/2017

Άποψη περί εφαρμογής ν 4030/2011.

Transcript:

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ Ν.Ο.Π.Ε. ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ «ΤΟ ΙΚΑΙΩΜΑ ΤΗΣ ΑΝΑΦΟΡΑΣ ΣΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΝΝΟΜΗ ΤΑΞΗ» ΜΑΘΗΜΑ: ΑΤΟΜΙΚΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΑΝ ΡΕΑΣ Γ. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΟΙΤΗΤΗ, ΚΥΜΠΟΥΡΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΑΡΙΘΜΟΣ ΜΗΤΡΩΟΥ: 1340200400214

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Α. ΕΙΣΑΓΩΓΗ..σελ.4 Β. ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΟΥ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΦΟΡΑΣ ΣΤΙΣ ΑΡΧΕΣ.σελ.5 1)Έννοια. σελ.5 2)Περιεχόµενο του δικαιώµατος σελ.6 3)Νοµική φύση του δικαιώµατος...σελ.7 4)Σηµασία του δικαιώµατος..σελ.8 5)Είδη της αναφοράς.σελ.9 Γ)Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΦΟΡΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ..σελ.9 1)Τα επαναστατικά συντάγµατα.σελ.9 2)Το ηγεµονικό σύνταγµα του 1832.σελ.10 3)Το σύνταγµα του 1844..σελ.11 4)Το σύνταγµα του 1864..σελ.11 5)Το σύνταγµα του 1911..σελ.12 6)Τα συντάγµατα του 1925 και του 1927.σελ.12 7)Το σύνταγµα του 1952..σελ.13 8)Τα συνταγµατικά κείµενα κατά την περίοδο της δικτατορίας(του 1968&του1973)...σελ.13 9)Το σύνταγµα του 1975/1986. σελ.14 10)Το ισχύον σύνταγµα σελ.15 ) Η ΣΥΝ ΕΣΗ ΤΟΥ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΦΟΡΑΣ ΜΕ ΑΛΛΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ σελ.16 Ε) ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΤΟΥ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΦΟΡΑΣ ΣΤΙΣ ΑΡΧΕΣ σελ.17 1) Προϋποθέσεις άσκησης σύµφωνα µε το ν.δ.796/1971 σελ.17 2) Προϋποθέσεις άσκησης του δικαιώµατος της αναφοράς σύµφωνα µε το άρθρο10 του συντάγµατος..σελ. 21 ΣΤ) ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΟΧΥΡΩΣΗ ΤΗΣ ΑΝΑΦΟΡΑΣ...σελ.22 1)Υποχρεώσεις των αρχών σελ.22 2) Αίτηση πληροφοριών και χορήγηση εγγράφων... σελ.22 3) Η ποινική δίωξη του υποβάλλοντος την αναφορά κατά το άρθρο 10 παράγραφος 2...σελ.24 2

Ζ) ΟΙ ΦΟΡΕΙΣ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΦΟΡΑΣ..σελ.25 1)Τα φυσικά πρόσωπα..σελ.25 2)Τα νοµικά πρόσωπα..σελ.26 Η) ΑΠΟ ΕΚΤΕΣ ΤΟΥ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΦΟΡΑΣ..σελ.27 1)Ειδικότερα για τους αποδέκτες των αναφορών εκτός της διοίκησης α)η δικαιοσύνη ως αποδέκτης αναφορών σελ.27 β) Η νοµοθετική εξουσία.σελ.28 ΕΙ ΙΚΟ ΘΕΜΑ: Ο ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΗΣ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ Ο ΘΕΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΝΗΓΟΡΟΥ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ σελ.28 ΠΕΡΙΛΗΨΗ..σελ.30 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ..σελ.33 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ..σελ.36 3

Α. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Το δικαίωµα της αναφοράς στις αρχές θεµελιώνεται στο άρθρο 10 του ισχύοντος ελληνικού συντάγµατος. Το πρώτο ελληνικό σύνταγµα στο οποίο εµφανίζεται είναι το πρώτο επαναστατικό σύνταγµα της Επιδαύρου. Έκτοτε η παρουσία του στα ελληνικά συνταγµατικά κείµενα είναι συνεχής, γνωρίζοντας ορισµένες διαφοροποιήσεις ανά τα συντάγµατα αλλά διατηρώντας τον πυρήνα του σταθερό. Πρόκειται για ένα ιδιαίτερα σηµαντικό ατοµικό δικαίωµα,εγγύηση για την ορθή λειτουργία του πολιτεύµατος και της διοίκησης, που για πρώτη φορά κατοχυρώνεται στο αγγλικό BILL OF RIGHTSτο 1689 και από τότε εµφανίζεται σταδιακά στα συνταγµατικά κείµενα επηρεασµένα από τις αρχές του ιαφωτισµού. Σήµερα το δικαίωµα του αναφέρεσθαι προστατεύεται από κάθε ευρωπαϊκή έννοµη τάξη. Παρά την ιδιαίτερη σηµασία του εν λόγω δικαιώµατος η ενασχόληση της νοµολογίας και της νοµικής επιστήµης µαζί του είναι περιορισµένη. Το δικαίωµα της αναφοράς αναγνωρίζεται και από την Ε.Ε. βάσει του εσωτερικού κανονισµού για τη λειτουργία του Κοινοβουλίου «οι πολίτες της Ε.Ε., καθώς και κάθε φυσικό ή νοµικό πρόσωπο που κατοικεί ή έχει την καταστατική του έδρα σε χώρα µέλος της ένωσης, δικαιούνται να υποβάλλουν ατοµικά ή από κοινού µε άλλους πολίτες ή πρόσωπα αναφορά στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο για θέµα που εµπίπτει στους τοµείς δραστηριοτήτων της Ε.Ε. και τους αφορά άµεσα». 4

Β. ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΟΥ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΦΟΡΑΣ ΣΤΙΣ ΑΡΧΕΣ 1) Έννοια Το ελληνικό σύνταγµα δεν παρέχει πλήρη ορισµό του δικαιώµατος της αναφοράς στις αρχές. Σύµφωνα µε το άρθρο 10 του συντάγµατος αναφορά είναι κάθε γραπτή αίτηση προς τις διοικητικές αρχές να προβούν σε ορισµένη πράξη ή παράλειψη όπως προκύπτει από την 1 παράγραφο,η οποία αναφέρει «καθένας ή πολλοί µαζί έχουν το δικαίωµα,τηρώντας τους νόµους του Κράτους, να αναφέρονται εγγράφως στις αρχές, οι οποίες είναι υποχρεωµένες να ενεργούν σύντοµα κατά τις κείµενες διατάξεις και να απαντούν αιτιολογηµένα σε εκείνον,που υπέβαλε την αναφορά,σύµφωνα µε το νόµο. Τον ορισµό της αναφοράς συµπληρώνει το ν.δ.796/1971στο άρθρο 2 όπου ορίζεται ακριβέστερα ως «έγγραφον διαλαµβάνον αιτιάσεις κατά ενεργείας ή παραλείψεως αρχής τινός ή οργάνου αυτής, πλην των αφορουσών εις κυβερνητικάς πράξεις, και περιέχον αµέσως ή εµµέσως αίτησιν περί επανορθώσεως ή αποτροπής ηθικής ή υλικής βλάβης» Το ν.δ.796/1971 αναφέρεται στην αναγκαιότητα υπάρξεως αιτιάσεων, δηλαδή µοµφών, ωστόσο για την υποβολή αναφοράς αρκεί ο ενδιαφερόµενος να ζητά ενέργεια ή παράλειψη χωρίς την έκφραση παραπόνων(αν και συνηθίζεται η παρουσία µοµφών στις αναφορές). Απαραίτητο δηλαδή εννοιολογικό στοιχείο της αναφοράς αποτελεί το αίτηµα για ανατροπή ή επανόρθωση υλικής ή ηθικής βλάβης1. Σύµφωνα µε το ίδιο διάταγµα δε χαρακτηρίζονται ως αναφορές: Το έγγραφο το περιέχον αιτιάσεις που αφορούν κυβερνητικές πράξεις(ο περιορισµός αυτός όµως δεν καλύπτεται από την επιφύλαξη νόµου του άρθρου 10 παρ.1 του Συντάγµατος «τηρούντες τους νόµους του κράτους»,γιατί αυτή αναφέρεται στη διαδικασία και όχι στην ουσία του δικαιώµατος). 1)Για την έννοια της αναφοράς βλ. ΑΠ1245/86, ΑΠ1182/85,ΑΠ1109/85 5

Η αίτηση παροχής απλώς πληροφοριών όταν δε συνδέεται µε την άσκηση του δικαιώµατος γνώσης διοικητικών στοιχείων Η ενδικοφανής προσφυγή προβλεπόµενη από το νόµο Ένδικο µέσο ή διαδικαστική πράξη ενώπιον οποιουδήποτε δικαστηρίου(σε περίπτωση όµως που τα δικαστήρια ασκούν διοικητικές λειτουργίες οι αναφορές προς αυτά καλύπτονται από το άρθρο 10) Ακόµα ως αναφορές δε νοούνται έγγραφα, που περιέχουν υποµνήσεις ανακοινώσεις, συστάσεις καθώς και εκφράσεις γνώµης ή φρονηµάτων. Τέλος σύµφωνα µε τα ισχύοντα έγγραφο που πληροί τις προϋποθέσεις της αναφοράς, αλλά περιέχει υβριστικό ή συκοφαντικό περιεχόµενο δε χαρακτηρίζεται ως αναφορά. Πάντως οι άνω περιορισµοί καθώς δεν προκύπτουν από το σύνταγµα αλλά απορρέουν από τους νοµοθετικούς ορισµούς αµφισβητείται κατά πόσο ισχύουν, αφού δεν είναι δυνατό νόµοι κατώτερης τυπικής ισχύος από το σύνταγµα να περιορίζουν τη συνταγµατική προστασία. 2)Περιεχόµενο του δικαιώµατος Το δικαίωµα της αναφοράς, όπως πηγάζει από το σύνταγµα και το σχετικό νοµοθετικό διάταγµα έχει διπλό περιεχόµενο.επιτρέπει την άτυπη πρόσβαση στην Αρχή, δίχως δυσµενείς συνέπειες για όποιον προβαίνει σε αναφορά, καθώς σύµφωνα µε το άρθρο 10 του συντάγµατος παράγραφο 2 δίωξη του αναφεροµένου δροµολογείται κατόπιν της τελικής απόφασης της αρµοδίου αρχής και µετά από σχετική εντολή της. Ακόµα εγγυάται τη γρήγορη και αιτιολογηµένη απάντηση της αρχής.έτσι η αναφορά προωθεί τη διοικητική διαδικασία,καθώς η υποβολή της κινητοποιεί το µηχανισµό της διοίκησης προκειµένου να προβεί σε απάντηση. Μάλιστα είναι σηµαντικό να ειπωθεί ότι το δικαίωµα της αναφοράς λειτουργεί ως µέσο προστασίας άλλων δικαιωµάτων,αφού µε την άσκησή του προωθείται η 6

περιφρούρηση δικαιωµάτων που καταπατούνται.ακόµα σε περίπτωση εφαρµογής του άρθρου 48(κατάσταση πολιορκίας)το εν λόγω δικαίωµα δεν αναστέλλεται και µπορεί να ασκηθεί για την περιφρούρηση όσων παραβλάπτονται. 3)Νοµική φύση του δικαιώµατος Το δικαίωµα της αναφοράς στις αρχές ανήκει στον κλασικό κατάλογο των ατοµικών δικαιωµάτων που προέκυψε από τα επαναστατικά συνταγµατικά κείµενα της γαλλικής επανάστασης και τη ιακήρυξη των δικαιωµάτων του ανθρώπου. ιάφορες απόψεις έχουν διατυπωθεί περί της νοµικής φύσης του δικαιώµατος της αναφοράς στις αρχές.καταρχάς µπορεί να υποστηριχθεί πως το δικαίωµα εµπίπτει και στις τρεις κατηγορίες της διάκρισης των δικαιωµάτων κατά τον κλασικό διαχωρισµό του Jellinek (status negativus,status positivus,status activus), όπου ως κριτήριο διάκρισης ορίζεται το περιεχόµενο της πράξης του αποδέκτη της ενέργειας του συνταγµατικού δικαιώµατος,δηλαδή της κρατικής εξουσίας. Στο status negativus,καθώς η κρατική παρέµβαση στο χώρο άσκησης του δικαιώµατος πρέπει να είναι απούσα, στο status positivus,γιατί η διοίκηση υποχρεούται σε γρήγορη απάντηση. Τέλος η εµφάνιση του δικαιώµατος στο χώρο του status activus δικαιολογείται από τις αναφορές πολιτικού προσανατολισµού βάσει του άρθρου 69 του συντάγµατος, όπου οι βουλευτές προωθούν αναφορές των ενδιαφεροµένων στους αρµόδιους υπουργούς. Άλλη άποψη τοποθετεί το δικαίωµα στο χώρο του status positivus και status negativus, ενώ άλλη του προσδίδει µόνο θετική έκφανση.πάντως σήµερα η σηµασία της διάκρισης του Jellinek κατηγορείται ως σχηµατική και ξεπερασµένη και άρα άνευ ουσίας η βάσει αυτού του τρόπου διάκριση. 7

Πάντως πρέπει να υπογραµµιστεί ότι το δικαίωµα της αναφοράς δεν είναι ουσιαστικό, αλλά διαδικαστικό δικαίωµα, δεν είναι αυτοτελές, αλλά εξυπηρετεί την προστασία άλλων. Η χρησιµότητά του έγκειται στο να εκκινεί τις απαραίτητες διαδικασίες για τη διαφύλαξη των σε κίνδυνο δικαιωµάτων. Επίσης έχει χαρακτηριστεί και ως πολιτικό δικαίωµα ( Τσάτσος),καθώς ικανοποιεί το γενικό συµφέρον στα πλαίσια µιας res publica επιτρέποντας στον πολίτη ως άτοµο ή ως µέλος συλλογικοτήτων να επηρεάζει την πολιτική εξουσία. 4) Σηµασία του δικαιώµατος Έµµεση αλλά σηµαντική εγγύηση για την τήρηση των θεµελιωδών δικαιωµάτων αποτελεί το δικαίωµα της έγγραφης αναφοράς στις δηµόσιες αρχές και αντίστοιχα η υποχρέωση των τελευταίων να ενεργούν σύντοµα και να απαντούν αιτιολογηµένα. Το δικαίωµα της έγγραφης αναφοράς εµβαθύνει και νοηµατοδοτεί τους δεσµούς µεταξύ κράτους και πολιτών, αφού επιτρέπει την υπεράσπιση των δικαιωµάτων του πολίτη από αυθαιρεσίες της διοίκησης. Ακόµα ευνοεί τη συµµετοχή του λαού στον επηρεασµό και τη διαµόρφωση της κρατικής πολιτικής. Συµβάλλει στον έλεγχο της διοίκησης,στη νοµιµοποίηση και αποτελεσµατικότητα της δράσης της προς όφελος της κοινωνικής οµάδας. Το δικαίωµα της αναφοράς αποτελεί θεµέλιο της άτυπης διοικητικής προσφυγής. Όσον αφορά την παρουσία του δικαιώµατος στα πλαίσια του κοινοβουλίου η αναφορά συµβάλλει στην ενηµέρωση της Βουλής καθώς και στον έλεγχο αυτής και των υπουργών και υφυπουργών της κυβέρνησης, οι οποίοι υποχρεούνται να απαντήσουν σε συγκεκριµένο χρόνο σε όσα αναφέρονται. Σε περίπτωση µη συµµόρφωσης λαµβάνει χώρα κοινοβουλευτικός έλεγχος κατά τα όσα ορίζει στα σχετικά άρθρα ο κανονισµός της Βουλής. Εποµένως η σηµασία 8

του δικαιώµατος της αναφοράς είναι βαρύνουσα και αναγκαία για τη θεραπεία τυχόν ανωµαλιών της διοίκησης και της Βουλής. 5)Είδη της αναφοράς Το άρθρο 10 του συντάγµατος αναφερόµενο στις «αρχές» ουσιαστικά υπονοεί τις διοικητικές αρχές. Έτσι το άρθρο 10 ορίζει τα ισχύοντα περί των αναφορών που υποβάλλονται στα όργανα που επιτελούν διοικητικό έργο. Αντίθετα το άρθρο 69 υποδεικνύει τα ισχύοντα περί των κοινοβουλευτικών προσφυγών. Εποµένως οι αναφορές µπορούν να διακριθούν σε αυτές που υποβάλλονται ενώπιον της Βουλής και σε αυτές που προωθούνται στις διοικητικές αρχές. Παράλληλα το άρθρο 10 οδηγεί σε µια περαιτέρω διάκριση, µε κριτήριο το πλήθος των αναφεροµένων. Έτσι υφίσταται η διάκριση µεταξύ συλλογικών και ατοµικών αναφορών. Ιδιαίτερα σηµαντική διάκριση είναι αυτή που γίνεται µε βάση το επιδιωκόµενο συµφέρον. Το δικαίωµα του αναφέρεσθαι µπορεί να αποσκοπεί στην προστασία εντελώς ιδιωτικών συµφερόντων ή στην περιφρούρηση του δηµοσίου συµφέροντος. Ωστόσο είναι ιδιαίτερα δύσκολο να λαµβάνει χώρα η αυτού του είδους διάκριση,γιατί υπάρχει στενή σύνδεση µεταξύ των δυο αυτών χώρων,του δηµοσίου και του ιδιωτικού συµφέροντος, καθώς συνήθως στις αναφορές επιδιώκεται η εξασφάλιση του ατοµικού και του συλλογικού συµφέροντος. Γ) Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΦΟΡΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ 1)Τα επαναστατικά συντάγµατα Το σύνταγµα της Επιδαύρου του 1822 αναγνώρισε το δικαίωµα της αναφοράς 9

στις αρχές µόνο ως προς το Βουλευτικό :«Το Βουλευτικό σώµα δέχεται περί παντοίων υποθέσεως αγωγάς και σκέπτεται περί αυτών.» Το σύνταγµα του Άστρους του 1823 κατοχύρωσε το δικαίωµα της αναφοράς ως ατοµικό δικαίωµα µε δυνατότητα να περιλαµβάνει προσωπικό αίτηµα ή υπόθεση γενικού ενδιαφέροντος, ορίζοντας ότι «καθένας δύναται να αναφέρηται προς το Βουλευτικόν εγγράφως προβάλλων την γνώµην του περί παντός πράγµατος.»ακόµα όριζε ότι µετά την υποβολή της αναφοράς στο Βουλευτικό και αφού αυτό τις εξέταζε, θα τις µεταβίβαζε στη αρµόδια αρχή. Το σύνταγµα της Τροιζήνας του 1827 κατοχύρωσε το δικαίωµα της αναφοράς µε δύο άρθρα. Σύµφωνα µε το 25 «καθένας δύναται να αναφέρεται περί παντός δηµοσίου πράγµατος». Βάσει του 25 άρθρου το δικαίωµα της αναφοράς κατοχυρώνεται ως ατοµικό δικαίωµα που ασκείται για ατοµικές υποθέσεις.σύµφωνα µε το άρθρο 96 «Η Βουλή δέχεται περί παντοίων υποθέσεων αναφοράς,και όσας κρίνει δεκτάς τας διευθύνει,όπου ανήκει,χωρίς να δώσει γνώµες.» 2) Το ηγεµονικό σύνταγµα του 1832 Το ηγεµονικό σύνταγµα επιβεβαίωνε το δικαίωµα της αναφοράς ως ατοµικό που ασκείται όχι µόνο για ατοµικές αλλά και για γενικότερου ενδιαφέροντος υποθέσεις και προέβλεπε την ποινική δίωξη του αναφεροµένου σε περίπτωση δυσφήµισης ή συκοφαντήσεως του υπαλλήλου. Ακόµα µνεία του δικαιώµατος της αναφοράς γινόταν στο κεφάλαιο του συντάγµατος όπου καταγράφονταν οι αρµοδιότητες του νοµοθετικού σώµατος, το οποίο απάρτιζαν η Βουλή και η Γερουσία. Συγκεκριµένα ανέφερε ότι το Νοµοθετικό σώµα «δέχεται περί παντοίων υποθέσεων, κοινών ή ιδιαίτερων,αναφοράς των πολιτών και όσας κρίνει δεκτάς, τας διευθύνει όπου ανήκει χωρίς να δώση γνώµην».το σύνταγµα του 1832 προέβλεπε τη δυνατότητα του νοµοθετικού σώµατος να απευθύνει 10

αναφορές στον Ηγεµόνα µε περιεχόµενο την πρόταση νόµου. Επίσης όριζε ότι αν αναφορά κατά δικαστών ή υπαλλήλων δοθεί πρώτα στη βουλή,αυτή, αφού εξετάσει και θεωρήσει ότι υφίσταται περίπτωση ενοχής,κατευθύνει την αναφορά προς τη Γερουσία στην οποία αναφέρει και τη γνώµη της και η Γερουσία µετά από έρευνα, αν συµφωνεί προωθεί την αναφορά στην κυβέρνηση. Τέλος το σύνταγµα προέβλεπε τη σύσταση επταµελούς επιτροπής αναφορών στην οποία παρέπεµπε η ολοµέλεια του σώµατος,τις υποβαλλόµενες σε αυτήν αναφορές. 3)Το σύνταγµα του 1844 Το 7 άρθρο του συντάγµατος(µε πρότυπο το άρθρο 21 του βελγικού συντάγµατος) όριζε ότι «έκαστος ή πολλοί οµού έχουσι το δικαίωµα να αναφέρονται εγγράφως εις τας αρχάς, τηρούντες τους νόµους του κράτους».το 7 άρθρο κατοχύρωσε την άσκηση της αναφοράς συλλογικά. Η άσκηση αναφοράς στο Κοινοβούλιο επιτρεπόταν βάσει του άρθρου 50 που προέβλεπε ότι «ουδείς αυτόκλητος εµφανίζεται ενώπιον της Βουλής ή της Γερουσίας δια να αναφέρη τι προφορικώς ή εγγράφως,αναφοραί όµως παρουσιάζονται δια τινός βουλευτού ή γερουσιαστού, ή παραδίδονται εις τα γραφεία. Η τε Βουλή και η Γερουσία,έχουσι το δικαίωµα να αποστέλλωσιν εις τους Υπουργούς τας διευθυνοµένας προς αυτάς αναφοράς,οίτινες είναι υπόχρεοι να δίδωσι διασαφησεις,οσάκις ζητηθώσι». 4)Το σύνταγµα του 1864 Το σύνταγµα του 1864 όσον αφορά το δικαίωµα της αναφοράς δεν παρουσίασε σηµαντικές αποκλίσεις από τα όσα θεµελίωνε το σύνταγµα του 1844.Πάντως το σχετικό άρθρο (9) δεν προέβλεπε την υποχρέωση των αρχών να εξετάσουν την 11

αναφορά και να απαντήσουν στον αναφερόµενο. Ακόµα στο σύνταγµα του 1864 δεν προβλεπόταν η ύπαρξη Γερουσίας,εποµένως το άρθρο περί της κοινοβουλευτικής αναφοράς (58) προσαρµόστηκε µε την κατάργηση της και µε την άσκηση της νοµοθετικής εξουσίας από τη Βουλή. Τέλος ο Κανονισµός της Βουλής µέχρι το 1911 προέβλεπε στο άρθρο 48 τη σύσταση διαρκούς Επιτροπής Αναφορών χωρίς να προβλέπει όµως υποχρέωση της Βουλής ή του Υπουργού για απάντηση στον αναφερόµενο. 5) To σύνταγµα του 1911 Κατά τη Β Αναθεωρητική Βουλή,κατόπιν αρκετών συζητήσεων για το άρθρο σχετικά µε το δικαίωµα της αναφοράς, αυτό διαµορφώθηκε ως εξής: «Έκαστος ή και πολλοί οµού έχουσι το δικαίωµα,τηρούντες τους νόµους του Κράτους,να αναφέρονται εγγράφως προς τας αρχάς,υποχρεουµένας εις ταχείαν ενέργειαν και έγγραφον απάντησιν προς τον αναφερόµενον κατά τας διατάξεις του νόµου. Μόνον µετά την τελικήν απόφασιν της προς ήν η αναφορά αρχής και τη αδεία ταύτης επιτρέπεται η ζήτησις ευθυνών παρά του υποβάλλοντος την αναφορά δια παραβιάσεως εν αυτή υπαρχούσας».ο εκτελεστικός νόµος που προέβλεπε η παραπάνω διάταξη,ψηφίστηκε και τέθηκε σε ισχύ τρία χρόνια αργότερα. Είναι ο Ν.149/1914 «περί της εις απάντησιν υποχρεώσεως των δηµοσίων αρχών επί των υποβαλλοµένων αυταίς αναφορών».τέλος ο Κανονισµός της Βουλής που ίσχυε από τις 24 Οκτωβρίου του 1911 και τροποποιήθηκε τον Ιούνιο του 1923 θεσµοθετούσε εκ νέου τη ιαρκή Επιτροπή Αναφορών. 6) Τα συντάγµατα του 1925 και 1927 Tο σύνταγµα του 1925 κατοχύρωνε το δικαίωµα της αναφοράς στο άρθρο 4 και χωρίς καµία αλλαγή το επανέλαβε το σύνταγµα του 1927 στο άρθρο 25 το 12

οποίο όριζε ότι : «Έκαστος ή πολλοί οµού έχουν το δικαίωµα,τηρούντες τους νόµους του Κράτους,να αναφέρονται στις Αρχές υποχρεούµενας εις ταχείαν ενέργειαν και έγγραφον απάντησιν προς τον αναφερόµενον κατά της διατάξεως του νόµου. Μόνον µετά την τελικήν απόφασιν της προς ήν η αναφορά Αρχής και τη αδεία ταύτης επιτρέπεται η έγερσις ποινικής αγωγής κατά του υποβάλλοντος την αναφοράν δια παραβάσεις εν αυτήν υπαρχούσας». Η παραπάνω διάταξη επαναλάµβανε αυτούσια τη διάταξη του πρώτου εδαφίου του άρθρου 9 του συντάγµατος του 1911. Την άσκηση αναφοράς στη Βουλή προέβλεπε το άρθρο 54 του Συντάγµατος του 1927, επαναλαµβάνοντας χωρίς καµία αλλαγή,το άρθρο 58 εδάφιο α του συντάγµατος του 1911,ενώ την άσκηση αναφοράς στη Γερουσία προέβλεπε το άρθρο 66 παράγραφος 1 του συντάγµατος. 7) Το σύνταγµα του 1952 Το σύνταγµα του 1952 επαναλάµβανε τη διάταξη του άρθρου 9 του συντάγµατος του 1911 έχοντας όµως προστεθεί ερµηνευτική διάταξη η οποία διευκρινίζοντας την έννοια της αναφοράς προέβλεπε ότι «αναφορά νοείται,α προσφυγή προς αρµοδίαν αρχήν ουχί δ αίτησις πληροφοριών, δια την παροχήν των οποίων πάντως είναι ηθικώς υπεύθυνος εκάστη αρχή». 8) Τα συνταγµατικά κείµενα κατά την περίοδο της δικτατορίας ( του 1968 & του 1973) Τα Συνταγµατικά κείµενα του 1968 και του 1973 επαναλάµβαναν µε µικρές διαφοροποιήσεις στο άρθρο 20 το άρθρο 9 του Συντάγµατος του 1952 χωρίς να περιλαµβάνουν την ερµηνευτική δήλωση του άρθρου 9 του συντάγµατος του 1952. Στην πρώτη παράγραφο του άρθρου 20 ορίστηκε ότι η υποχρέωση της διοίκησης προς ενέργεια όφειλε να είναι εκτός από ταχεία και έγγραφος και 13

αιτιολογηµένη. Συγκεκριµένα το άρθρο 20 προέβλεπε: «1. Έκαστος ή και πολλοί οµού έχουν το δικαίωµα,τηρούντες τους νόµους του κράτους,όπως αναφέρωνται εγγράφως προς τας αρχάς,αι οποίαι υποχρεούνται εις ταχείαν ενέργειαν και έγγραφον ητιολογηµένη απάντησιν προς τον αναφερόµενον,κατά τις διατάξεις του νόµου. 2. ίωξις του αναφεροµένου δια παραβάσεις τελουµένας δια της αναφοράς, επιτρέπεται µόνον µετά την τελικήν απόφασιν της αρχής,προς την οποίαν αύτη απευθύνεται και κατόπιν αδείας ταύτης». Όσον αφορά στην κοινοβουλευτική αναφορά,αυτή προβλεπόταν στο άρθρο 76,το οποίο επαναλάµβανε το άρθρο 58 του συντάγµατος του 1952,επεκτείνοντας το δικαίωµα της Βουλής ως προς την αποστολή των αναφορών που απευθύνονται σε αυτή και στους υφυπουργούς. Κατά τη διάρκεια ισχύος του συνταγµατικού κειµένου του 1968 ψηφίστηκε το ν.δ.796/1971 «Περί ασκήσεως του κατά το άρθρο 20 του συντάγµατος δικαιώµατος του αναφέρεσθαι» που ισχύει και σήµερα βάσει του άρθρου 112 παράγραφος 1 του Συντάγµατος. 9) Το σύνταγµα του 1975/1986 Το δικαίωµα της αναφοράς στις αρχές εµφανίζεται σε δύο άρθρα του συντάγµατος :στο 10 το οποίο αναφέρεται ουσιαστικά στην αναφορά στις διοικητικές αρχές και στο 69 το οποίο ορίζει την κοινοβουλευτική αναφορά. Το άρθρο 10 ακολουθεί το άρθρο 9 του συντάγµατος του 1952 και προχωρά στην πρόσθεση µιας τρίτης παραγράφου,ενώ παραλείπει τον ορισµό της αναφοράς τον οποίο συναντούµε στο σύνταγµα του 1952.Έτσι το άρθρο 10 κατοχυρώνει το δικαίωµα της αναφοράς ως εξής: «1. Έκαστος ή πολλοί οµού έχουν το δικαίωµα,τηρούντες τους νόµους τους νόµους του κράτους, όπως αναφέρωνται εγγράφως προς τας αρχάς,υποχρεουµένας εις ταχείαν ενέργειαν επί 14

τη βάσει των κειµένων διατάξεων και εις έγγραφον ητιολογηµένην απάντησιν προς τον αναφερόµενον, κατά τις διατάξεις του νόµου. 2. Μόνον µετά την κοινοποίησιν της τελικής αποφάσεως της αρχής,προς την οποίαν απευθύνεται η αναφορά και κατόπιν αδείας ταύτης,επιτρέπεται η δίωξις του υποβάλλοντος την αναφοράν δια τυχόν εν αυτή υπαρχούσας παραβάσεις.3. Αίτησις πληροφοριών υποχρεοί την αρµοδίαν αρχήν εις απάντησιν, εφ όσον τούτο προβλέπεται υπό του νόµου» Το άρθρο 69 σχετικό µε το δικαίωµα της αναφοράς στη βουλή αναφέρει τα εξής: «Ουδείς εµφανίζεται αυτόκλητος ενώπιον της Βουλής δια να αναφέρη τι προφορικώς ή εγγράφως.αι αναφοραί παρουσιάζονται δια τινός βουλευτού ή παραδίδονται εις τον Πρόεδρον.Η Βουλή έχει δικαίωµα να αποστέλλη τας απευθυνοµένας προς αυτήν αναφοράς εις τους υπουργούς και υφυπουργούς,οι οποίοι υποχρεούνται να δίνουν διευκρινίσεις, οσάκις ζητηθούν». Ο κανονισµός της Βουλής και συγκεκριµένα το άρθρο 125 στην πρώτη παράγραφο ορίζει το εννοιολογικό εύρος της αναφοράς στη βουλή,καθώς προβλέπει ότι «καθένας ή πολλοί µαζί έχουν το δικαίωµα να απευθύνουν στη Βουλή γραπτές αναφορές που περιέχουν αιτήµατα ή παράπονα». Εποµένως βασικό χαρακτηριστικό της κοινοβουλευτικής αναφοράς αποτελεί η διατύπωση παραπόνου ή αιτήµατος σε αυτή. 10) Το ισχύον σύνταγµα Το σύνταγµα του 2001, που στηρίζεται στο σύνταγµα του 1975/1986, ακολουθεί τα όσα αυτό ορίζει και στο δικαίωµα της αναφοράς µε µία προσθήκη. Αναγνωρίζει επιπλέον υποχρέωση εις βάρος της διοίκησης σε περίπτωση αίτησης για παροχή πληροφοριών. Συγκεκριµένα ορίζει στην τρίτη παράγραφο 15

και πρώτο εδάφιο ότι: Η αρµόδια υπηρεσία ή αρχή υποχρεούται να απαντά στα αιτήµατα για παροχή πληροφοριών και χορήγηση εγγράφων.ιδίως πιστοποιητικών,δικαιολογητικών και βεβαιώσεων µέσα σε ορισµένη προθεσµία, όχι µεγαλύτερη των 60 ηµερών,όπως νόµος ορίζει». Το δεύτερο εδάφιο παραχωρεί εγγυήσεις για αποζηµίωση σε περίπτωση µη συµµόρφωσης των αρχών µε τι ς επιταγές του πρώτου εδαφίου αναφέροντας τα εξής: «Σε περίπτωση παρόδου άπρακτης της προθεσµίας αυτής ή παράνοµης άρνησης,πέραν των άλλων τυχόν κυρώσεων και εννόµων συνεπειών, καταβάλλεται και ειδική χρηµατική ικανοποίηση στον αιτούντα, όπως ο νόµος ορίζει. ) Η ΣΥΝ ΕΣΗ ΤΟΥ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΦΟΡΑΣ ΜΕ ΑΛΛΑ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ Το δικαίωµα της αναφοράς στις αρχές συνδέεται στενά µε το δικαίωµα της δικαστικής προστασίας,το οποίο προβλέπεται στο άρθρο 20 του συντάγµατος, και µε το οποίο παρουσιάζει κοινά σηµεία. Τόσο το δικαίωµα της δικαστικής προστασίας όσο και το δικαίωµα της αναφοράς λειτουργούν κατά τρόπο διαδικαστικό, δηλαδή ο ασκών αυτά δεν έχει αξίωση για ορισµένη απόφαση ή ενέργεια της διοίκησης αλλά, χάρη σε αυτά τίθεται σε κίνηση ο διοικητικός µηχανισµός προκειµένου να δοθεί απάντηση στον ενδιαφερόµενο. Εποµένως τα παραπάνω δικαιώµατα δε διαθέτουν αυτοτέλεια απλώς λειτουργούν µε στόχο την προστασία κάποιου άλλου δικαιώµατος. Το δικαίωµα της αναφοράς, κατά την κρατούσα άποψη, συνδέεται στενά µε το δικαίωµα του συνέρχεσθαι. Η σχέση αυτή επιβεβαιώνεται στο σύνταγµα του 1844,όπου ενώ το δικαίωµα της συνάθροισης δεν κατοχυρώθηκε υποστηρίχθηκε πως αυτό προέκυπτε βάσει του άρθρου 7 που θεµελίωνε το δικαίωµα της αναφοράς στις αρχές. Μάλιστα το δικαίωµα του συνέρχεσθαι θεωρήθηκε αναγκαίο για την εφαρµογή του δικαιώµατος της αναφοράς.πάντως και 16

σήµερα πολύ συχνά η συναθροίσεις έχουν ως σκοπό την υποβολή οµαδικής αναφοράς µε θεσµικό ή συνδικαλιστικό χαρακτήρα είτε στη Βουλή είτε σε ηµόσια Αρχή. Ακόµα το δικαίωµα της αναφοράς θεωρήθηκε ως µια έκφανση του δικαιώµατος της ελευθερίας της γνώµης. Τέλος το δικαίωµα στην πληροφόρηση που κατοχυρώνεται στ άρθρο 5Α συνδέεται µε το δικαίωµα της αναφοράς το οποίο στην παράγραφο 3 του άρθρου 10 υποχρεώνει τη διοίκηση στην παροχή πληροφοριών κατόπιν σχετικής απαίτησης του ενδιαφεροµένου. Ε) ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΤΟΥ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΦΟΡΑΣ ΣΤΙΣ ΑΡΧΕΣ 1) Προϋποθέσεις άσκησης σύµφωνα µε το ν.δ.796/1971 Σύµφωνα µε τον ορισµό της αναφοράς κατά το ν.δ.796/1971,τον οποίο αποδέχεται η θεωρία και η νοµολογία, η άσκηση της αναφοράς εξαρτάται από την πλήρωση ορισµένων κριτηρίων, σε αντίθετη περίπτωση δεν πρόκειται περί αναφοράς και εποµένως µπορεί να δροµολογηθεί δίωξη του αναφεροµένου. Τα κριτήρια αυτά που πρέπει να υφίστανται σωρευτικά είναι τα εξής: Έγγραφος τύπος της αναφοράς ιατύπωση αιτιάσεων κατά πράξεων ή παραλείψεων διοικητικής αρχής ή διοικητικού οργάνου Αίτηµα επανόρθωσης ή αποτροπής ηθικής ή υλικής βλάβης Άσκηση αναφοράς ενώπιον διοικητικής αρχής Τα κριτήρια αυτά, εκτός του έγγραφου τύπου που αποτελεί σαφή προϋπόθεση,απαιτούν ανάλυση λόγω θεωρητικών προβληµάτων που εµπεριέχουν. α) Η αναγκαιότητα ύπαρξης αιτιάσεων στο περιεχόµενο της αναφοράς αµφισβητείται καθώς η έννοια της αιτίασης περιορίζει το εύρος του πεδίου της 17

αναφοράς και τους σκοπούς του δικαιώµατος.εννοιολογικό στοιχείο της αιτίασης αποτελεί η έκφραση µοµφής-παραπόνου για κάποια διοικητική πράξη ή παράλειψη. Εποµένως είναι εµφανής ο περιορισµός αυτός ιδιαίτερα αν συγκριθεί εννοιολογικά η αιτίασις µε το αίτηµα, το οποίο εξυπηρετεί καλύτερα τους σκοπούς του δικαιώµατος καθώς το περιεχόµενο του απλώνεται σε οτιδήποτε που συµβάλλει στη διαµόρφωση έννοµων σχέσεων µεταξύ διοίκησης και πολιτών,αλλά και µεταξύ ιδιωτών (π.χ. η ζητούµενη πράξη µπορεί να είναι παροχή πληροφοριών,άδεια προσβάσεως σε πληροφορίες- φακέλους, αρχείο-) Αν αναλογιστεί κάποιος τις πραγµατικές επιδιώξεις του δικαιώµατος της αναφοράς(προστασία των δικαιωµάτων του διοικουµένου, εξοµάλυνση των σχέσεων µεταξύ ιοίκησης και πολίτη, νοµιµοποίηση των διοικητικών ενεργειών, διευκόλυνση του δικαστικού ελέγχου της διοικητικής δράσης) θα διαπιστώσει πως το κριτήριο της διατύπωσης παραπόνου ουσιαστικά εµποδίζει την επίτευξη όλων των στόχων. Εποµένως τελολογικά το κριτήριο της αιτιάσεως δε δικαιολογείται. Τέλος η αναφορά του άρθρου 10 είναι και σε γραµµατικό επίπεδο αίτηµα και παράπονο,όπως χρησιµοποιεί τους όρους το άρθρο 125 του κανονισµού της Βουλής2.Έτσι η διατύπωση αιτιάσεων ως αναγκαία εννοιολογική προϋπόθεση για τη διαπίστωση της ύπαρξης αναφοράς περιορίζει σηµαντικά το εύρος του άρθρου 10, χωρίς ο εν λόγω περιορισµός να στηρίζεται συνταγµατικά. Εποµένως γραµµατικά δε δικαιολογείται το κριτήριο της αιτιάσεως. 2)Βλ..Σπ. Βλαχόπουλο σελ31 β) To κριτήριο της σύνδεσης της αναφοράς µε την απαίτηση του αναφεροµένου 18

για επανόρθωση από τη διοίκηση υλικής ή ηθικής βλάβης που προκλήθηκε από ενέργεια ή παράλειψη της τελευταίας περιορίζει το πεδίο άσκησης του δικαιώµατος σε σηµαντικό βαθµό, καθώς σε αυτό το κριτήριο εµπεριέχεται, στην ουσία, η ανάγκη ύπαρξης εννόµου συµφέροντος από την πλευρά του αναφεροµένου, ανάγκη που όµως δεν προκύπτει από το σχετικό άρθρο του συντάγµατος και ούτε δικαιολογείται από τη γραµµατική και τελολογική ερµηνεία του. Άλλωστε οι στόχοι του δικαιώµατος, όπως αναφέρθηκε προηγουµένως δεν περιορίζονται στην προστασία των δικαιωµάτων του πολίτη αλλά επεκτείνονται και σε άλλους χώρους, οι οποίοι όµως αποκλείονται σε περίπτωση απαίτησης εννόµου συµφέροντος. Εκτός αυτού ο εν λόγω περιορισµός δε δικαιολογείται καθώς αντιτίθεται στο σύστηµα των άρθρων 4-25, που αποτελούν τη συνταγµατική ενότητα των ατοµικών και κοινωνικών δικαιωµάτων, το οποίο δεν προβλέπει ανάλογο περιορισµό σε κάποιο άλλο από αυτά τα άρθρα. Ο µόνος λόγος που δικαιολογεί την αναγκαιότητα σύνδεσης του συµφέροντος µε την έννοια της αναφοράς αποτελεί ο κίνδυνος της άλογης άσκησης του δικαιώµατος από τους πολίτες που θα µπορούσε να οδηγήσει τη διοίκηση σε αδιέξοδο 3. Ωστόσο ο συνδυασµός του άρθρου 10 µε το άρθρο 25, το οποίο προβλέπει την υποχρέωση του Κράτους για σεβασµό όλων των δικαιωµάτων σε όλο τους το εύρος, αφενός δεν επιτρέπει τον περιορισµό του δικαιώµατος της αναφοράς και αφετέρου συµβάλλει στην υπερπήδηση του κινδύνου χάρη στη συσχέτιση του δικαιώµατος µε την αρχή της διοικητικής αποτελεσµατικότητας και την εύρεση συνακόλουθα της χρυσής τοµής. 3)Βλ. Λαζαράτος σελ.18 19

Πάντως η νοµολογία πλέον τείνει να αναλάβει µια πιο ελαστική στάση που δεν περιορίζει το δικαίωµα της αναφοράς στα στενά του εννόµου συµφέροντος,παράδειγµα η απόφαση του ΣτΕ που αναφέρεται σε ανάγκη ύπαρξης «εύλογου ενδιαφέροντος 4». γ) Σύµφωνα µε τη νοµολογία ο αναφερόµενος οφείλει να υποβάλλει την αναφορά στην αρµόδια διοικητική αρχή ή όργανο, σε αντίθετη περίπτωση θεωρείται πως δεν υφίσταται αναφορά 5.Ωστόσο αυτή η πρακτική αντιβαίνει τόσο στη διάταξη του άρθρου 4 παράγραφο 2 του ν.δ796/1971 το οποίο προβλέπει ότι εάν «η αναφορά περιήλθεν εις αναρµοδίαν αρχήν, αύτη υποχρεούται όπως εντός δέκα ηµερών,διαβιβάση ταύτην εις την αρµοδίαν αρχήν και ανακοινώση τούτο εις τον αναφερόµενο», όσο και στην κοινή λογική αφού ο µέσος πολίτης δεν µπορεί σε κάθε περίπτωση ποιο διοικητικό όργανο ή αρχή είναι το αρµόδιο να υποβάλλει την αναφορά του. Εποµένως η άγνοια του πολίτη δεν µπορεί να οδηγεί σε απώλεια της συνταγµατικής προστασίας του και τελικά δεν είναι απαραίτητο ο αποδέκτης της αναφοράς να είναι η αρµόδια υπηρεσία. Τελειώνοντας στόχος του νοµοθέτη αποτελεί όχι η υποβολή της αναφοράς στην αρµόδια υπηρεσία,αλλά αυτή να καταλήξει στην αρµόδια αρχή. Συνοψίζοντας ως προς τους περιορισµούς του δικαιώµατος βάσει των νοµοθετικών ορισµών πρέπει να γίνει αποδεκτό από τη θεωρία και τη νοµολογία ότι εφόσον η συνταγµατική ρύθµιση δεν ορίζει ακριβέστερα την αναφορά,παρά ως έγγραφη προσφυγή προς αρµόδια αρχή προκειµένου να επιληφθεί συγκεκριµένου θέµατος, δεν µπορεί να γίνονται δεκτοί περιορισµοί επί της συνταγµατικής ρύθµισης βάσει των νοµοθετικών ορισµών. 4)ν.1599/1986 5)Στε 2327/1995, ΑΠ744/1988,ΑΠ1170/1993,Απ52/1994 20

2) Προϋποθέσεις άσκησης του δικαιώµατος της αναφοράς σύµφωνα µε το άρθρο 10 του συντάγµατος Το άρθρο δέκα ορίζει ως απαραίτητη προϋπόθεση για την άσκηση της αναφοράς τον έγγραφο τύπο, κατά συνέπεια περίπτωση προφορικής αναφοράς δεν αναγνωρίζεται και δεν προστατεύεται από το σύνταγµα. Έµµεσα από την υποχρέωση της διοίκησης προς απάντηση προκύπτει η ανάγκη η αναφορά να συνοδεύεται από το όνοµα,την υπογραφή (ή κάποιο σηµάδι από το οποίο να προκύπτει η ταυτότητα του αναφεροµένου),τη διεύθυνσή του ή ο τόπος όπου θα σταλεί η αναφορά. Επίσης η άσκηση του δικαιώµατος συνοδεύεται από το σεβασµό των νόµων του κράτους όπως προκύπτει από τη ρήση του άρθρου 10: «τηρούντες τους νόµους του κράτους». Έτσι απαιτείται σύνταξη της αναφοράς στην ελληνική γλώσσα,την χαρτοσήµανση της αναφοράς καθώς και διάφορα άλλα στοιχεία. Εκτός αυτών στο έγγραφο πρέπει να εκφράζεται περιεχόµενο το οποίο επιτρέπει να χαρακτηριστεί αυτό ως αναφορά. Το περιεχόµενο µπορεί να είναι αίτηµα για επανόρθωση ηθικής ή υλικής βλάβης από διοικητική πράξη ή παράλειψη, µπορεί να περιέχει παράπονα(αιτιάσεις) αλλά γενικότερα αυτό που αρκεί είναι να εκτίθενται στο έγγραφο πραγµατικά γεγονότα και πληροφορίες που δροµολογούν την ενεργοποίηση της αρµόδιας αρχής. Ωστόσο δεν πρόκειται για αναφορά αν περιέχεται απλώς αίτηση παροχής πληροφοριών (περίπτωση που ρυθµίζεται στο ίδιο άρθρο). 21

ΣΤ) ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΟΧΥΡΩΣΗ ΤΗΣ ΑΝΑΦΟΡΑΣ 1)Υποχρεώσεις των αρχών Το άρθρο 10 του συντάγµατος ορίζει ως αποδέκτη της αναφοράς τις αρχές στις οποίες επιβάλλει συγκεκριµένες υποχρεώσεις µετά την υποβολή της αναφοράς από τον ενδιαφερόµενο. Οι υποχρεώσεις των αρχών είναι δύο η ενέργεια («υποχρεωµένες να ενεργούν σύντοµα») και η απάντηση ( «απαντούν αιτιολογηµένα»). Έτσι οι αρχές υποχρεούνται κατά το άρθρο 10 να προβούν σε ενέργεια και µάλιστα σύντοµα χωρίς καθυστέρηση η οποία πιθανώς θα καθιστούσε περιττή κάθε ενέργεια. Κάθε ενέργεια της αρχής πρέπει να συνάδει µε τις σχετικές µε την περίπτωση διατάξεις,δηλαδή να ενεργεί σύννοµα. Μετά την περάτωση των απαιτούµενων ενεργειών η διοίκηση οφείλει να προχωρήσει σε αιτιολογηµένη απάντηση προς τον αναφερόµενο. Μάλιστα στο ν.δ.796/1971 ο νοµοθέτης συγκεκριµενοποιεί την υποχρέωση της αρχής από άποψης χρόνου εντός του οποίου πρέπει να δοθεί απάντηση(τριάντα ηµέρες). Τέλος σύµφωνα µε το ίδιο διάταγµα «η υπό του υποχρέου παράβασις των διατάξεων του παρόντος συνιστά, ανεξαρτήτως της ποινικής και αστικής ευθύνης αυτού, πειθαρχικόν αδίκηµα δυνάµενον εν υποτροπή να επισύρει και την ποινήν της οριστικής παύσεως». 2) Αίτηση πληροφοριών και χορήγηση εγγράφων Καταρχάς το δικαίωµα στην πληροφόρηση αποτελεί συνταγµατικό κεκτηµένο και θεµελιώνεται στο άρθρο 5 Α του ελληνικού συντάγµατος. Το άρθρο αυτό συνδέεται στενά µε το άρθρο 10 (δικαίωµα της αναφοράς) και συγκεκριµένα µε την αναθεωρηµένη από το 2001 παράγραφο 3 στην οποία προβλέπεται ότι: «Η αρµόδια υπηρεσία ή αρχή υποχρεούται να απαντά στα αιτήµατα για παροχή πληροφοριών και χορήγηση εγγράφων, ιδίως πιστοποιητικών,δικαιολογητικών 22

και βεβαιώσεων µέσα σε ορισµένη προθεσµία, όχι µεγαλύτερη των 60 ηµερών, όπως νόµος ορίζει. Σε περίπτωση παρόδου άπρακτης της προθεσµίας αυτής ή παράνοµης άρνησης, πέραν των άλλων τυχόν κυρώσεων και εννόµων συνεπειών, καταβάλλεται και ειδική χρηµατική ικανοποίηση στον αιτούντα, όπως νόµος ορίζει». Μάλιστα η παράγραφος 3 στην ουσία έχει ειδικότερο και αναλυτικότερο περιεχόµενο από το 5 Α,που καθιερώνει τη γενική αρχή της πρόσβασης στην πληροφόρηση από την οποία προκύπτει το αντίστοιχο δικαίωµα στην πληροφόρηση. Άλλωστε το άρθρο 10 παρ.3 υποχρεώνει τη διοίκηση να παρέχει πληροφορίες αλλά και να χορηγεί έγγραφα που στην πραγµατικότητα αποτελούν ειδικότερη µορφή πληροφοριών-απόδειξη της παροχής των πληροφοριών. Ωστόσο σηµαντικό ζήτηµα αποτελεί το είδος των πληροφοριών που επιτρέπεται να παρέχονται. Σύµφωνα µε το σύνταγµα η εκάστοτε αρµόδια αρχή υποχρεούται να απαντά σε αίτηση πληροφοριών εφόσον αυτό προβλέπεται από το νόµο. Εποµένως όσον αφορά την περίπτωση της αίτησης πληροφοριών η υποχρέωση της διοίκησης προς απάντηση ορίζεται από το νόµο και όχι από το Σύνταγµα. Σύµφωνα µε το νόµο κάθε πολίτης έχει δικαίωµα να λαµβάνει γνώση των διοικητικών εγγράφων(έγγραφα συντεταγµένα από όργανα του δηµοσίου τοµέα όπως: εκθέσεις,µελέτες, πρακτικά,στατιστικά στοιχεία, εγκύκλιοι οδηγίες, απαντήσεις της διοίκησης αποφάσεις και γνωµοδοτήσεις) εκτός από αυτά που αναφέρονται στην ιδιωτική ή οικογενειακή ζωή τρίτων. Τρόπος γνώσεις των διοικητικών εγγράφων αποτελεί είτε η επιτόπια µελέτη είτε η χορήγηση αντιγράφου. Επίσης η ιοίκηση µπορεί να αρνηθεί τη χορήγηση πληροφοριών σε δύο περιπτώσεις: α)αν η γνωστοποίηση πληροφοριών βλάπτει το απόρρητο των 23

συζητήσεων του υπουργικού συµβουλίου και των άλλων κυβερνητικών οργάνων, το απόρρητο της εθνικής άµυνας και της εξωτερικής πολιτικής, της ασφάλειας του κράτους,της δηµόσιας πίστης και του νοµίσµατος, το ιατρικό, βιοµηχανικό, εµπορικό, τραπεζικό και οποιοδήποτε είδους απόρρητο που προστατεύεται από την ελληνική έννοµη τάξη. Εάν το απόρρητο αφορά µόνο τον ενδιαφερόµενο τότε δεν επιτρέπεται σχετική άρνηση των αρχών. β) Άρνηση επιτρέπεται για διοικητικά έγγραφα των οποίων η γνωστοποίηση δυσκολεύει τη δικαστική, αστυνοµική, στρατιωτική, διοικητική έρευνα σχετικά µε την τέλεση εγκλήµατος ή διοικητικής παράβασης. Η άρνηση της διοίκησης οφείλει να είναι δικαιολογηµένη και σύννοµη και να γνωστοποιείται στον ενδιαφερόµενο εντός ενός µηνός από την υποβολή της αίτησης. 3) Η ποινική δίωξη του υποβάλλοντος την αναφορά κατά το άρθρο 10 παράγραφος 2 O αναφερόµενος οφείλει σύµφωνα µε την παράγραφο 1 του άρθρου 10 να ενεργεί τηρώντας τους νόµους του κράτους, µη τήρησή τους επιφέρει εις βάρος του δίωξη όπως προβλέπεται στην παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου. Ωστόσο δίωξη προς τον αναφερόµενο µπορεί να επιτραπεί µονάχα µετά την εξέταση της αναφοράς από την αρχή και την κοινοποίηση της απόφασής της περί της περίπτωσης που εκφράζεται σε αυτή. Μάλιστα το σύνταγµα προβλέπει πως για να ξεκινήσει δίωξη απαιτείται και σχετική άδεια της αρµόδιας αρχής. Πρέπει να τονιστεί ότι χάρη στην περίπτωση της δίωξης όπως αυτή εκφράζεται στην παράγραφο 2 διαπιστώνεται επί της ουσίας η πρακτική σηµασία ενός εγγράφου ως αναφορά. Και αυτό γιατί η δίωξη του αναφερόµενου πριν την εξέταση της αναφοράς, την κοινοποίηση της απόφασης της αρµόδιας αρχής και την άδειά της δεν επιτρέπεται. Εποµένως αποφεύγεται ο κίνδυνος η αρχή να 24

αποφεύγει τις υποχρεώσεις της προς ενασχόληση µε την αναφορά επικαλούµενη νοµικές παρατυπίες του αναφεροµένου και προωθώντας τη δίωξή του. Ζ) ΟΙ ΦΟΡΕΙΣ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΦΟΡΑΣ 1)Τα φυσικά πρόσωπα Το άρθρο 10 παράγραφος 1 κατοχυρώνει το δικαίωµα της αναφοράς υπέρ όλων ανεξαιρέτως των φυσικών προσώπων ανεξαρτήτως ιθαγένειας, εποµένως το συγκεκριµένο δικαίωµα δεν το απολαµβάνουν µόνο οι Έλληνες αλλά όλοι οι άνθρωποι. Το δικαίωµα επιτρέπεται να το ασκούν οι Έλληνες πολίτες,οι ανιθαγενείς και οι αλλοδαποί ατοµικά ή συλλογικά( έκαστος ή πολλοί οµού) επιδιώκοντας είτε ιδιωτικό είτε το συλλογικό συµφέρον. Η άσκηση της αναφοράς είτε ατοµική είτε συλλογική γίνεται επί του ιδίου εγγράφου. Σύµφωνα µε το γράµµα του συντάγµατος κάθε υποκείµενο δικαίου δύναται να λάβει το ρόλο του αναφεροµένου ανεξαρτήτως ηλικίας, όπως και γενικότερα δεν υφίσταται µνεία σχετική µε ηλικιακό περιορισµό ως προς την αναγνώριση των υπόλοιπων θεµελιωδών δικαιωµάτων. Εποµένως ανήλικοι και ενήλικοι µπορούν να ασκήσουν το δικαίωµα της αναφοράς, χωρίς µάλιστα να ορίζεται από το σύνταγµα κάποιο χρονικό όριο σχετικό µε την αυτοπρόσωπη άσκησή του. Βέβαια ουσιαστικά για την αυτοπρόσωπη άσκηση του δικαιώµατος απαιτείται κάποια ωριµότητα και συνεπώς κάποια ηλικία και γενικότερα αναγκαία εµφανίζεται η ύπαρξη δικαιοπρακτικής ικανότητας για την ορθή άσκηση του δικαιώµατος. Εποµένως υποστηρίζεται η σύνδεση της ικανότητας αυτοπρόσωπης άσκησης του δικαιώµατος του αναφέρεσθαι µε τη δικαιοπρακτική ικανότητα και αστική ευθύνη των ανηλίκων όπως προβλέπεται και στον Αστικό Κώδικα στα 128-129,917 άρθρα 6. Έτσι κατ αναλογία ο 6.Βλ.Ράικου.Α, Τα Θεµελιώδη δικαιώµατα, ε.α.,σελ.119επ. συνάθροισης Π. Τσίρη, Η Συνταγµατική κατοχύρωση του δικαιώµατος της 25

δεκαετής ανήλικος,ως άτοµο µε περιορισµένη δικαιοπρακτική ικανότητα, θεωρείται ικανός για την άσκηση της αναφοράς. 2)Τα νοµικά πρόσωπα Καταρχάς πρέπει να υπογραµµιστεί ότι η Ευρωπαϊκή Σύµβαση των Ανθρωπίνων ικαιωµάτων αναγνωρίζει ρητά υπέρ των νοµικών προσώπων µονάχα το δικαίωµα της ιδιοκτησίας στο άρθρο 1 παράγραφος 1 του πρόσθετου πρωτοκόλλου του 1952 που υπεγράφη στο Παρίσι. Όµως βάσει του άρθρου 25 παράγραφος 1 προκύπτει ότι τα ατοµικά δικαιώµατα απολαµβάνουν και οι ενώσεις προσώπων. Εποµένως τα νοµικά πρόσωπα είναι υποκείµενα ατοµικών δικαιωµάτων,µεταξύ αυτών και του δικαιώµατος της αναφοράς, κατά την ευρωπαϊκή και άρα και την ελληνική έννοµη τάξη. Πάντως στο ελληνικό σύνταγµα ρητά δεν αναγνωρίζονται υπέρ των ενώσεων προσώπων ατοµικά δικαιώµατα εκτός από το δικαίωµα της απεργίας. Βέβαια έχει γίνει δεκτή η αναγνώριση αυτή σιωπηρώς. Όσον αφορά τα νοµικά πρόσωπα δηµοσίου δικαίου και το κράτος, εξαιτίας του ρόλου τους(αποδέκτες των δικαιωµάτων αυτών) δεν µπορούν να θεωρηθούν φορείς των ατοµικών δικαιωµάτων. Πάντως τα ν.π.δ.δ. µπορούν να απολαµβάνουν ατοµικά δικαιώµατα που αναγνωρίζονται στο χώρο δραστηριοποίησής τους από το σύνταγµα. Κατά το ν.δ.796/1971 ρητά κατοχυρώνεται το δικαίωµα της αναφοράς για όλα τα φυσικά και νοµικά πρόσωπα. Συγκεκριµένα ορίζει ότι το δικαίωµα του αναφέρεσθαι προς τας αρχάς απολαύουν,ανεξαρτήτως ιθαγένειας, πάντα τα φυσικά και τα νοµικά πρόσωπα. 26

Η) ΑΠΟ ΕΚΤΕΣ ΤΟΥ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΦΟΡΑΣ Το άρθρο 10 αν και αναφέρεται γενικώς στο δικαίωµα της αναφοράς προς τας αρχάς στην ουσία αναφέρεται στις διοικητικές αρχές. Όσον αφορά τις περιπτώσεις αναφοράς προς τη νοµοθετική και τη δικαστική εξουσία αποτελούν διαφορετικές περιπτώσεις και αντιµετωπίζονται διαφορετικά από το την ελληνική έννοµη τάξη. Πάντως σε περίπτωση που οι δικαστικές αρχές ενδύονται διοικητικό χαρακτήρα, δηλαδή ασχολούνται µε διοικητικά θέµατα τότε εµπίπτουν στην περίπτωση του άρθρου 10. Επίσης αποδέκτης αναφορών µπορεί να είναι η νοµοθετική εξουσία αλλά βάσει διαφορετικής συνταγµατικής ρύθµισης (άρθρο 69) Το δικαίωµα της αναφοράς απευθύνεται προς τις δηµόσιες αρχές και δεν αναπτύσσει τριτενέργεια. 1)Ειδικότερα για τους αποδέκτες των αναφορών εκτός της διοίκησης α)η δικαιοσύνη ως αποδέκτης αναφορών Η γενικότητα µε την οποία εκφράζεται ο νοµοθέτης στο άρθρα 10(αρχάς) µην ορίζοντας συγκεκριµένα το είδος τους επιτρέπει και σε όργανα που δε βρίσκονται στον κύκλο της διοίκησης, όταν επιτελούν διοικητικού χαρακτήρα λειτουργίες να υποχρεώνονται από αυτό το άρθρο. Άρα αποδέκτης αναφορών µπορεί να είναι η δικαστική αρχή. Ωστόσο αναφορά κατά την έννοια του συντάγµατος δε συνιστούν οι διαδικαστικές πράξεις και τα ένδικα µέσα που κατατίθενται στα δικαστήρια. Η προστασία µέσω της δικαστικής εξουσίας θεµελιώνεται στο σύνταγµα (άρθρο 20 παράγραφος 1,87 εποµ.,95). Έτσι, τελειώνοντας, αναφορές αποτελούν έγγραφα που εξαιτίας του περιεχοµένου τους απευθύνονται στη διοίκηση της δικαιοσύνης. 27

β) Η νοµοθετική εξουσία Αποδέκτης των κατά το άρθρο 10 παράγραφος 1 αναφορών δεν µπορεί να είναι η νοµοθετική εξουσία. Οι προς τη βουλή αναφορές προβλέπονται ειδικά στο σύνταγµα στο άρθρο 69. Το άρθρο 69 προβλέπει τα εξής: «ουδείς εµφανίζεται αυτόκλητος ενώπιον της βουλής δια να αναφέρη τι προφορικώς ή εγγράφως. Αι αναφοραί παρουσιάζονται δια τινός βουλευτού ή παραδίδονται εις τον Πρόεδρον. Η Βουλή έχει δικαίωµα να αποστέλλη τας απευθυνοµένας προς αυτήν αναφοράς εις τους υπουργούς και υφυπουργούς,οι οποίοι υποχρεούνται να δίδουν διευκρινίσεις οσάκις τους ζητηθούν». Συγκριτικά µε το άρθρο 10 προκύπτουν οι παρακάτω διαφορές: Αναφορές δεν µπορούν να γίνουν απευθείας προς τη Βουλή, αλλά µόνο µέσω του Προέδρου ή ενός βουλευτή, που δέχεται να τις υιοθετήσει.7 Το Σύνταγµα δεν προβλέπει ρητώς υποχρέωση της βουλής να απαντήσει στον αναφερόµενο. Προβλέπει όµως το δικαίωµα της Βουλής να αποστέλλει τις υποβαλλόµενες σε αυτήν αναφορές στους αρµόδιους υπουργούς και υφυπουργούς και την υποχρέωση αυτών να δίνουν τις ζητούµενες διευκρινίσεις. Στην πραγµατικότητα οι περισσότερες κοινοβουλευτικές αναφορές καταλήγουν στη διοίκηση. Πάντως το εν λόγω θέµα ρυθµίζει λεπτοµερέστερα ο κανονισµός της βουλής στο άρθρο 125. 7.Βλ.άρθρο 125 του κανονισµού της βουλής παρ.3 8. Βλ.άρθρο 125 του κανονισµού της βουλή παρ.5 ΕΙ ΙΚΟ ΘΕΜΑ: Ο ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΗΣ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΘΕΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΝΗΓΟΡΟΥ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ Ο Το ελληνικό δίκαιο µόλις το1997 θεσµοθέτησε το συνήγορο του πολίτη,που αποτελεί την ελληνική εκδοχή ενός σκανδιναβικής καταγωγής θεσµό τον λεγόµενο «Ombudsman» ο οποίος αποτελεί κεντρική αρχή για την αποδοχή και 28

τον έλεγχο των αναφορών κατά της διοίκησης. Ο θεσµός αυτός συναντάται και σε άλλα ευρωπαϊκά συντάγµατα, καθώς και στη συνθήκη του Μάαστριχτ («ιαµεσολαβητής») και στο σχέδιο του Χάρτη Θεµελιωδών ικαιωµάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σύµφωνα µε τον ιδρυτικό νόµο του Συνηγόρου του πολίτη(2447/1997): «Συνιστάται ανεξάρτητη διοικητική αρχή που ονοµάζεται Συνήγορος του Πολίτη και έχει ως αποστολή τη διαµεσολάβηση µεταξύ των πολιτών και των δηµοσίων υπηρεσιών,των οργανισµών τοπικής αυτοδιοίκησης,των νοµικών προσώπων δηµοσίου δικαίου και των επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 3 παρ.1 του παρόντος, για την προστασία των δικαιωµάτων του πολίτη, την καταπολέµηση της κακοδιοίκησης και την τήρηση της νοµιµότητας». Πρόκειται για το λεγόµενο νόµο του Συνηγόρου του πολίτη και του Σώµατος Επιθεωρητών Ελεγκτών ηµόσιας ιοίκησης.θεσµοθετεί την διασφάλιση της δυνατότητας ελέγχου από κοινωνικούς φορείς, της λειτουργίας της δηµόσιας διοίκησης και της ποιότητας των υπηρεσιών που παρέχει στους πολίτες, τον εντοπισµό περιπτώσεων κακοδιοίκησης,τη µελέτη προβληµάτων και τη διατύπωση προτάσεων για την καλύτερη και αποτελεσµατικότερη λειτουργία της. Ο θεσµός αυτός κατοχυρώνεται και στο σύνταγµα του 2001,στο άρθρο 103 παράγραφο 9,όπου προβλέπει πρωθύστερα την έκδοση σχετικού εκτελεστικού νόµου. Όργανα κοινωνικού ελέγχου της δηµόσιας διοίκησης είναι τα νοµαρχιακά συµβούλια και η επιτροπή κοινωνικού ελέγχου δηµόσιας διοίκησης. Με την ίδια νοµοθεσία Σώµα Ελεγκτών της δηµόσιας διοίκησης. Έργο του σώµατος αυτού είναι η έρευνα περιπτώσεων κακοδιοικήσεως και κυρίως των αιτίων κακής λειτουργίας των υπηρεσιών χαµηλής ποιότητας των υπηρεσιών, υψηλού κόστους λειτουργίας ή άλλων παραγόντων που µειώνουν την παραγωγικότητα και την 29

αποτελεσµατικότητα της δηµόσιας διοίκησης. Επίσης είναι δυνατή η έρευνα καταγγελιών κατά οργάνων της δηµόσιας διοίκησης από τους ελεγκτές. Η έρευνα ασχολείται µε περιπτώσεις κακής συµπεριφοράς προς τους πολίτες, εµφανή παραβίαση της αρχής της ισότητας. Στις περιπτώσεις αυτές ο ελεγκτής έχει όλα τα δικαιώµατα των ανακριτών σύµφωνα µε τις διατάξεις του υπαλληλικού κώδικα. ΠΕΡΙΛΗΨΗ Το δικαίωµα της αναφοράς κατοχυρώνεται στο άρθρο 10 του ισχύοντος συντάγµατος και συµπληρώνεται εννοιολογικά στο ν.δ.796/1971.πρόκειται για ιδιαίτερα βασικό, παραδοσιακό, ατοµικό δικαίωµα το οποίο θεµελιώθηκε ήδη στο πρώτο επαναστατικό σύνταγµα και συνεχίζει την ιστορική του πορεία στα ελληνικά συντάγµατα ως σήµερα διατηρώντας την ουσία του ανέπαφη και γνωρίζοντας µονάχα µικρές αποκλίσεις που δικαιολογούνται και επιβάλλονται σε µια µακρά διαδροµή στο χρόνο. Παρά όµως το βαρύνον περιεχόµενό του που κατοχυρώνει την πρόσβαση του πολίτη στις αρχές δίχως δυσµενείς συνέπειες και την αξίωση γρήγορης και αιτιολογηµένης απάντησης των αρχών δεν έχει απασχολήσει την επιστήµη όσο θα έπρεπε. Η αναφορά που εδραιώνεται στο άνω άρθρο υποβάλλεται στις διοικητικές αρχές και γενικώς στα κρατικά όργανα κατά τον τοµέα των δραστηριοτήτων τους που εµπίπτουν στο διοικητικό πεδίο(διοικητική δράση της δικαιοσύνης ),όσον αφορά την κοινοβουλευτική αναφορά αυτή θεµελιώνεται στο άρθρο 69 και παρουσιάζει ορισµένες διαφορές από την αναφορά του άρθρου 10.Ο ρόλος του δικαιώµατος της αναφοράς στην έννοµη τάξη είναι πολυσχιδής: επιτρέπει την πρόσβαση του πολίτη στις διοικητικές αρχές, προωθεί την προστασία των δικαιωµάτων του πολίτη, νοµιµοποιεί τις διοικητικές ενέργειες, ενισχύει τον έλεγχο επί της διοικητικής διαδικασίας, κάνει δυνατή τη συµµετοχή του πολίτη στη διαµόρφωση της κρατικής βούλησης. Ωστόσο περιορισµοί οι οποίοι δεν απορρέουν από το σχετικό συνταγµατικό άρθρο αλλά έχουν γίνει αποδεκτοί από τη νοµολογία και την επιστήµη δεν επιτρέπουν στο δικαίωµα της αναφοράς να αναπτύξει πλήρως την προστασία του και να παίξει το ρόλο του όπως προκύπτει από το σύνταγµα. Το δικαίωµα της αναφοράς έχει την ιδιαιτερότητα να µη χαρακτηρίζεται από αυτοτέλεια αλλά στην πραγµατικότητα να λειτουργεί διαδικαστικά κατά τρόπο που να προστατεύει µε την άσκησή του συνταγµατικά δικαιώµατα τα οποία καταπατούνται. Η σύνδεση του δικαιώµατος µε άλλα συνταγµατική δικαιώµατα προκύπτει όχι µόνο λόγω της προστατευτικής του λειτουργίας προς αυτά αλλά και λόγω εννοιολογικών τους οµοιοτήτων: έτσι η σχέση του µε το δικαίωµα της δικαστικής προστασίας του άρθρου 20, το οποίο επίσης λειτουργεί διαδικαστικά είναι εµφανής. Ακόµα στην τρίτη παράγραφο του άρθρου 10 εκφράζεται πιο εξειδικευµένα το δικαίωµα του πολίτη προς πληροφόρηση αφού χάρη στην παρ.3 επεκτείνεται το εν λόγω δικαίωµα µε τη δυνατότητα χορήγησης εγγράφων. Εγγύηση για τη λειτουργία του δικαιώµατος της αναφοράς αποτελεί και η πρόβλεψη της δεύτερης παραγράφου του άρθρου 10 η οποία αποκλείει τη δίωξη του αναφεροµένου δίχως πρώτα να εξεταστεί η αναφορά, 30

αποκλείοντας κατά τον τρόπο αυτό αυθαίρετες διώξεις µε στόχο τη µη εξέταση της αναφοράς από τη διοίκηση. Φορείς του δικαιώµατος κατά το σύνταγµα είναι όλα τα φυσικά και νοµικά πρόσωπα είτε ατοµικά είτε σε συλλογικότητες, όλα τα υποκείµενα δικαίου δίχως την ύπαρξη κάποιου περιορισµού(π.χ. ως προς την ηλικία ή την εθνικότητα του αναφεροµένου). Τέλος χαρακτηριστική είναι η σύνδεση του δικαιώµατος της αναφοράς µε το σχετικά πρόσφατο θεσµό του Συνηγόρου του πολίτη που ιδρύθηκε το1997 στην Ελλάδα και στοχεύει στη διαµεσολάβηση του ηµοσίου µε τον πολίτη την προστασία του τελευταίου, την πρόληψη της κακοδιοίκησης και την τήρηση της νοµιµότητας. SUMMARY The right of report is guaranteed in the article of 10 being in effect constitution and it is supplemented conceptually in n.d.796/1971.it is about a particularly basic, traditional, individual right which was founded already in the first revolutionary constitution and it continues his historical course in the Greek constitution until today maintaining the substance of intact and knowing only small divergences that are justified and imposed in a long way in the time. Despite however his important content that guarantee the access of citizen in the services of the State without unfavourable consequences and the demand of their fast and justified answer it has not occupied the science of law as long as it would be supposed. The report that is consolidated in the 10th article is submitted in the administrative services and generally in the government authorities whom activities are orientated at the administrative sector(for example administrative action of justice). The parliamentary report which is founded in article 69 and presents certain differences from the report of article 10.The role of right of report in the legal order is multifarious: it allows the access of citizen in the administrative authorities, it promotes the protection of rights of citizen, it legalises the administrative energies, it strengthens the control on the administrative process, it makes possible the attendance of citizen in the configuration of government owned will. However restrictions which do not arise from the relative constitutional article but have become acceptable from the case law and the science they do not allow in the right of report to develop completely his protection and to play his role as it results from the constitution. The right of report has the particularity to be characterized from indipendance but actually to function procedural in a way that it protects with his exercise constitutional rights which are trampled. The connection of right with other constitutional rights results not only because his protective operation to them but also because their conceptual resemblances: thus his relation with the right of juridicial protection of article 20, which also functions procedural is obvious. Still in the third paragraph of article 10 is expressed more specialised the right of citizen to information because of the par.3 which extends the right in question with the possibility of issuing of documents. Guarantee for the operation of right of report constitutes also the second paragraph of article 10 which excludes the prosecution reported without being examined before the report, excluding at this way arbitrary prosecutions which would prevent the examination of reportby the authorities. Institutions of right at the constitution are all individual and legal or individually or in collectivenesses, all the subjects of right without any 31

obstacle(such as the age or the nationality ). Finally characteristic is the connection of right of report with the relatively recent institution of Advocate of citizen that was founded to1997 in Greece and aim in the mediation of State with the citizen and the protection of the last one, the prevention of misconduct and the observation of legality. 32

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Σύνταγµα Επιδαύρου 1822 Παρ. λε : «Το βουλευτικόν Σώµα δέχεται περί παντοίων υποθέσεων αγωγάς και σκέφτεται περί αυτών». Νόµος Επιδαύρου 1823 Παρ. ια : «Καθένας δύναται να αναφέρηται προς το Βουλευτικόν εγγράφως προβάλλων την γνώµην του περί παντός πράγµατος». Παρ. λγ : «Το Βουλευτικόν δέχεται περί παντοίων υποθέσεων αναφοράς, σκέπτεται περί αυτών και διευθύνει όπου εκάστη ανήκει». Σύνταγµα Τροιζήνας 1827 Αρθ. 25: «Καθείς δύναται ν αναφέρεται προς την Βουλήν εγγράφως, προβάλλων την γνώµην του περί παντός δηµοσίου πράγµατος». Σύνταγµα 1832 «Ηγεµονικό» Αρθ. 49: «Καθείς δύναται να προβάλλη δι αναφοράς του εις την Βουλήν την περί παντός δηµοσίου πράγµατος γνώµην του και ν αναγγέλη παροµοίως πάσαν κατάχρησιν ή αδικία γινοµένην εις αυτόν υπό των υπαλλήλων της Κυβερνήσεως. Είναι δε υπεύθυνος να δίδη λόγων, αν απλώς και ως έτυχε δυσφηµή ή συκοφαντή τον υπάλληλον, και καταδικάζεται, αν φωραθή ως τοιούτος, εις την αυτήν ποινήν εις την οποίαν ήθελε καταδικασθεί ο εγκαλούµενος, αν απεδεικνύετο ένοχος». Σύνταγµα 1844 Αρθ. 7: «Έκαστος, ή και πολλοί οµού έχουσι το δικαίωµα να αναφέρωνται εγγράφως εις τας αρχάς, τηρούντες τους Νόµους του Κράτους». Αρθ. 50: «Ουδείς αυτόκλητος εµφανίζεται ενώπιον της Βουλής ή της Γερουσίας δια να αναφέρη τι προφορικώς ή εγγράφως. Αναφοραί όµως παρουσιάζονται δια τινός Βουλευτού ή Γερουσιαστού, ή παραδίδονται εις τα γραφεία. Η τε Βουλή και η Γερουσία, έχουσι το δικαίωµα ν αποστέλλωσιν εις τους Υπουργούς τας διευθυνοµένας προς αυτάς αναφοράς, οίτινες είναι υπόχρεοι να δίδωσι διασαφήσεις, οσάκις ζητηθώσιν». Σύνταγµα 1864 Αρθ. 9: «Έκαστος ή και πολλοί οµού έχουσι το δικαίωµα ν αναφέρωνται εγγράφως εις τας αρχάς, τηρούντες τους νόµους του Κράτους». Αρθ. 58: «Ουδείς αυτόκλητος εµφανίζεται ενώπιον της Βουλής δια να αναφέρη τι προφορικώς ή εγγράφως. Αναφοραί όµως παρουσιάζονται δια τινός βουλευτού, ή 33