Χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση econtentplus programme
2 econteplusproject Organic.Edunet ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΑΣΘΕΝΕΙΩΝ ΚΑΙ ΕΧΘΡΩΝ ΣΤΟΥΣ ΑΜΠΕΛΩΝΕΣ Δρ. Δημήτριος Αντωνόπουλος PhD Γεωπονικών Επιστημών Γ.Π.Α. MSc Ασφάλεια Τροφίμων W.U.R. MSc Φυτοπροστασία Γ.Π.Α. Γεωπόνος-Επιστήμης Φυτικής Παραγωγής Γ.Π.Α. 2008
3 ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΑΣΘΕΝΕΙΩΝ ΚΑΙ ΕΧΘΡΩΝ ΣΤΟΥΣ ΑΜΠΕΛΩΝΕΣ 1. Φυτοπροστασία στη Βιοκαλλιέργεια Αμπελιού Η φυτοπροστασία στη βιολογική αμπελοκαλλιέργεια στοχεύει στην αποκατάσταση της οικολογικής ισορροπίας, η επίτευξη της οποίας καθιστά τον πληθυσμό των επιζήμιων εντόμων και παθογόνων σε τέτοια επίπεδα, ώστε να μη δημιουργούνται προβλήματα οικονομικής σημασίας από προσβολές. Η οικολογική ισορροπία επιτυγχάνεται με τη σωστή εκτέλεση των απαραίτητων καλλιεργητικών εργασιών (κλάδεμα, λίπανση, άρδευση) και την προστασία των ωφέλιμων οργανισμών. Η φυτοπροστασία στη βιοκαλλιέργεια αποβλέπει στην πρόληψη και αποτροπή των ασθενειών και εχθρών και όχι στην καταπολέμησή τους. Προϋποθέτει την εκτέλεση μόνο των απαραίτητων επεμβάσεων. Μόνο όταν είναι απολύτως αναγκαίο χρησιμοποιούνται βιολογικά σκευάσματα ή εντομοκτόνα φυτικής ή ορυκτής προέλευσης, που επιτρέπονται από τον κανονισμό της Ε.Ε. 2092/91. Αυτά τα μέτρα εφαρμόζονται μόνο όταν υπάρχει μία πραγματική σοβαρή προσβολή. 2. Εχθροί αμπελιού Γενικά, η ανάπτυξη εναλλακτικών μεθόδων αντιμετώπισης των εντόμων-ακάρεων με σκοπό την εξάλειψη ή περιορισμό του αριθμού των επεμβάσεων με εντομοκτόνα προϋποθέτει τη γνώση της βιολογίας, οικολογίας και φυσιολογίας των εντόμων, καθώς και τη μελέτη όλων των παραμέτρων που λαμβάνουν μέρος στην πράξη των διάφορων μεθόδων. Τα ωφέλιμα είδη (παρασιτοειδή και αρπακτικά έντομα και ακάρεα, εντομοπαθογόνοι μικροοργανισμοί) είναι περισσότερα από τα επιζήμια είδη και συμβάλλουν σημαντικά στην καταπολέμηση των εχθρών. Α) Ευδεμίδα Η ευδεμίδα (Lobesia botrana Torticidae Lepidoptera) αποτελεί το σοβαρότερο εντομολογικό εχθρό της αμπέλου. Τα ωά εναποτίθενται από το θήλυ με τη μορφή ωόπλακας πάνω στα άνθη, και μετά την εκκόλαψή τους οι προνύμφες συνδέουν τα ανθίδια με νημάτια και τρέφονται με το άνθος (ανθόβιος γενεά). Επίσης, προσβάλλουν και τις ράγες (καρποφάγος γενεά) και ουσιαστικά αυτή η γενεά προκαλεί τις μεγάλες ζημιές (εικόνα 5). Εκτός από αυτές τις άμεσες ζημιές, έμμεσα ευθύνεται για την ανάπτυξη της τεφράς σήψης στις προσβεβλημένες ράγες, αλλά και στη «ξινή
4 σήψη» που οφείλεται από δευτερογενείς προσβολές από μύκητες Aspergillus, Penicillium, Rhizopus κ.ά. Μπορεί να αντιμετωπιστεί με επιτυχία με τις κάτωθι μεθόδους: Α) Ανάρτηση παγίδων με φερομόνες ή με ελκυστικά τροφής για την εκτίμηση του πληθυσμού στον αγρό των ενήλικων ατόμων (και τις αγροτικές προειδοποιήσεις) και του χρόνου επέμβασης. Αν οι συλλήψεις άρρενων ατόμων είναι <100 άτομα στην πρώτη γενεά δεν είναι απαραίτητη κάποια περεταίρω επέμβαση. Αν ο πληθυσμός είναι, αντίστοιχα, 100-500 άτομα πρέπει να συλλέξουμε και άλλες πληροφορίες, ενώ αν είναι >500 άτομα πρέπει να πραγματοποιηθεί ψεκασμός με: Β) Βακτηριακά σκευάσματα του Bacillus thuringiensis var. kurstaki (Bactospeine). Η αποτελεσματικότητα είναι υψηλή και εξαρτάται άμεσα από τη χρονική στιγμή επέμβασης (πριν η προνύμφη εισέλθει στη ράγα) και την ποιότητα του ψεκασμού. Συνήθως η χρήση τους δικαιολογείται για την αντιμετώπιση τον προνυμφών της καρπόβιου γενεάς. Εικόνα 5. Προνύμφη ευδεμίδας σε βότρυ αμπελιού (http://ciftci.ksu.edu.tr/dokumanlar /resimler/salkim_guvesi/clip_image006.jpg Γ) Επίσης, μπορούν να χρησιμοποιηθούν και φερομόνες φύλλου για την παρεμπόδιση συζεύξεων των αρσενικών ατόμων με τα θηλυκά. Στην έκταση εφαρμογής τοποθετούνται ειδικοί εξατμιστήρες φερομόνης φύλλου. Αυτή η μέθοδος ενδείκνυται στην περίπτωση που οι συλλήψες αρσενικών ατόμων κυμαίνεται 100-500. Γ) Παρασιτοειδή: Τrichograma embryphagum. (παρασιτούν με επιτυχία τα ωά της ευδεμίδας, ωστόσο δυσκολία είναι ο συγχρονισμός συνύπαρξης παρασίτου και ωοτοκιών), Pimpla turionella, Itoplectis tunetatus, Dicocelotus resplanday της οικογένειας Ichneumonidae Hymenoptera, αλλά και τα Phytomyptera nigrina, P. nidivetris Tachinidae Diptera. Δ) Κλιματολογικές συνθήκες, όπως σε θερμοκρασίες >30 0 C έχει παρατηρηθεί η μείωση της ωοθεσίας και αποξήρανση των ωών. Σχετικά με την παρακολούθηση του πληθυσμού της ευδεμίδας, οι φερομονικές παγίδες δεν προσφέρουν πάντα όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για την αναγκαιότητα μιας επέμβασης ή όχι. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με δειγματοληψίες για τον έλεγχο της ωοτοκίας και της προσβολής, όμως δεν είναι πολύ εύκολη διεργασία. Εναλλακτικά μπορεί να χρησιμοποιηθεί η παρακολούθηση και καταγραφή των θερμοκρασιών ή μέθοδος των ημεροβαθμών (η
5 θερμοκρασία είναι ο σημαντικότερος παράγοντας που επιδρά στο βιολογικό κύκλο του εχθρού) ως μέτρο πρόγνωσης. Β) Φυλλοξήρα Η φυλλοξήρα (Dactulosphaira vitifoliae Phylloxeridae Homoptera-Hemiptera) παρουσιάζει πολυμορφισμό (κηκιδόβιος-φυλλόβιος, κηκιδόβιος-ριζόβιος, φυλλογόνος πτερωτή και έμφυλλος άπτερος μορφή). Τα σοβαρότερα συμπτώματα που προκαλεί είναι κηκίδες στα φύλλα στο «αμερικάνικο» αμπέλι και φυμάτια-ογκίδια στις ρίζες του «ευρωπαϊκού» αμπελιού. Ο πλέον αποτελεσματικός τρόπος αντιμετώπισης αυτού του εχθρού είναι ο αντιφυλλοξηρικός νόμος και κυρίως ο εμβολιασμός «ευρωπαϊκών» αμπελιών σε ανθεκτικά «αμερικάνικα» υποκείμενα (π. χ. 1103Ρ, 110R, 41B). Γ) Ψευδόκοκκος O ψευδόκοκκος (Planococcus citri Pseudococcidae Homoptera) απαντάται σε διακλαδώσεις των κλάδων και στο σημείο επαφής των ραγών, όπου τα προσβεβλημένα φυτικά μέρη κιτρινίζουν και είναι καχεκτικά. Αρπακτικά του εντόμου έχουν αναφερθεί τα Cryptolaemus montrouzieri Coccinelidae Coleoptera και Nephus reunionii. Δ) Οττιόρυγχος Ο οττιόρυγχος (Ottiorynchus schaeflini Curculionidae Coleoptera) είναι νυχτόβιο έντομο και τρέφεται από τους οφθαλμούς και μικρούς βλαστούς με φύλλα (πριόνισμα των φύλλων). Τα συμπτώματα από οττιόρυγχο εμφανίζονται στον αγρό κατά κηλίδες. Το έντομο αυτό δεν πετάει, οπότε δυνητικός τρόπος αντιμετώπισης είναι η χρήση κολλητικών δακτυλίων. Ε) Τζιτζικάκι Τα τζιτζικάκια (Erythroneura eburnea, Empoasca spp. Cicadellidae Homoptera-Hemiptera) βρίσκονται στην κάτω επιφάνεια των φύλλων, μυζούν χυμό και το φύλλο καθίσταται κηλιδωτό (κοκκινοκαφέ στίγματα). Φυσικοί εχθροί τους είναι τα ωοπαρασιτοειδή Anagrus epos και στην περίπτωση που υπάρχουν κοντά στον αγρό βάτα, το Dikrella cruentata. Τέλος, είναι και οι εντομοπαθογόνοι μύκητες Entomophthora sphaerosperma και Bauveria sp. Στ) Κηκιδόμυγα Η κηκιδόμυγα (Dichelomyia oenophila Cecidomyiidae Diptera) δημιουργεί κηκίδες στα φύλλα. Δεν απαιτούνται ιδιαίτερα μέτρα για την αντιμετώπισή τους.
6 Ζ) Θρίπες Στο αμπέλι αν και απαντώνται τα είδη Depanothrips reuteri, Thrips tabaci και Frankliniella occidentalis Thripidae Thysanoptera, μόνο το τελευταίο είδος θρίπα προκαλεί σοβαρές ζημιές στην άμπελο. Προσβάλλει οφθαλμούς και βλαστούς, αργότερα και ράγες με συμπτώματα βραγυγονάτωση, μικροφυλλία-παραμορφώσεις φύλλων και δερματώδεις ράγες. Εκτίμηση του πληθυσμού του θρίπα στον αμπελώνα μπορεί να πραγματοποιηθεί με τη χρήση μπλε παγίδων ή το τίναγμα του τσαμπιού σε ειδικό χωνί συλλογής (πιο αξιόπιστη μέθοδος). Τρόπος αντιμετώπισης αυτού του εντόμου είναι η απομάκρυνση ζιζανίων (αμάρανθος, χαμομήλι κ.λ.π.), στα οποία και μεταναστεύει. Επίσης, εξαπόλυση του φυσικού εχθρού Orius laevigatus. Η) Ακάρεα Σε αυτά ανήκουν τα πολυφάγα είδη Tetranychus urticae (δίστικτος τετράνυχος) και T. cinnabarinus Tetranychidae Prostigmata που προκαλούν κιτρινίσματα στα φύλλα (κάτω μέρος του ελάσματος αναπτύσσεται «χνούδι») και στους καρπούς δημιουργούν σκωριόχρωες κηλιδώσεις. Φυσικοί εχθροί τους είναι τo άκαρι Phytoseilus persimilis Phytoseiidae Mesostigmata, οi μύκητες Hirsutella thompsonii, Bauveria bassiana και το βακτήριο Bacillus thuringiensis. Επίσης, υπάρχει και το άκαρι Eotetranychus carpini-vitis Tetranychidae Prostigmata που προσβάλλει τη νεαρή βλάστηση και τους οφθαλμούς της αμπέλου και προκαλεί «ζαρώματα» και μεταχρωματισμούς στα φύλλα. Από την οικογένεια Eriophyidae προσβάλλουν την άμπελο τα είδη Eriophyes vitis και Calepitimerus vitis. Το πρώτο είδος παρουσιάζει 3 βιολογικές φυλές, οι οποίες διακρίνονται από τις ζημιές που προκαλούν (ερίνωση φύλλων, ξυλοφόρους-ανθοφόρους οφθαλμοί και σπάνια συστροφή φύλλων-κηκίδες). Τη μεγαλύτερη ζημιά προκαλεί αυτή που προσβάλλει τους οφθαλμούς (βραχυγονάτωση, παραμορφωμένα φύλλα), οπότε και εφαρμόζεται θείο κατά τη μετανάστευσή τους στους οφθαλμούς. Το δεύτερο είδος (ακαρίωση της αμπέλου) προσβάλλει επίσης τους οφθαλμούς, οι οποίοι είναι «τυφλωμένοι» (σκούπα μάγισσας). Η αντιμετώπισή του μπορεί επίσης να γίνει με το θειάφι. Πρακτικά, η αντιμετώπιση των ακάρεων μπορεί να γίνει με ισορροπημένες λιπάνσεις και κλαδέματα, ώστε να αποφεύγεται η υπερβολική ανάπτυξη του πρέμνου. (Περί του ακάρεως Panonychus ulmi που προσβάλλει και την άμπελο, βλέπε στο κεφάλαιο περί οπωροκομίας. Ειδικότερα στην περίπτωση του P. ulmi στην άμπελο, σημαντικό ρόλο κατέχει το αρπακτικό άκαρι Phytoseius finitimus)
7 Θ) Νηματώδεις Οι σημαντικότεροι νηματώδεις που προσβάλλουν τα αμπέλια στην Ελλάδα είναι είδη των γενών Meloidogyne, Xiphinema, Pratylenchus και ο Tylenchulus semipenetrans. Οι νηματώδεις προσβάλλουν το ριζικό σύστημα των πρέμνων με συμπτώματα, όπως π. χ. διογκώσεις ή φυμάτια, και έτσι μειώνεται η παραγωγή. Για την αντιμετώπισή τους συνιστώνται διάφορα προληπτικά μέτρα, όπως η καλλιέργεια με σιτηρά για 1-2 έτη πριν την εγκατάσταση του αμπελώνα και η χρήση ανθεκτικών υποκειμένων ενάντια στους νηματώδεις.
8 Βιβλιογραφία Αββίδου Μ., 1996. Φυτοπροστασία: Βιολογική καταπολέμηση εντόμων και ακάρεων. Εκδόσεις Ψύχαλου, Αθήνα. Αγγελάκης Μ., 1991. Ο περονόσπορος του αμπελιού. Γεωργία-Κτηνοτροφία (1): 29-32. Ανώνυμος, 1988. Εχθροί και αρρώστιες του αμπελιού. Αφιέρωμα Φυτοπροστασία-Λίπανση. Γεωργική Τεχνολογία, σελ. 8-34. Ανώνυμος, 1998. Αμπελουργία: Αποτελεσματική Φυτοπροστασία με την ολοκληρωμένη αντιμετώπιση. Γεωργική Τεχνολογία (Ιούλιος), 80-89. Ανώνυμος, 2000. Επιτραπέζιο Σταφύλι. Εκδόσεις Ζευς Α.Ε., 120 σελ. Ανώνυμος, 2001. Αφιέρωμα: Ακάρεα-Ακαρεοκτόνα. Γεωργία-Κτηνοτροφία (Μάιος), 112 σελ. Βυζαντινοπούλου Σ., 1988. Ζιζανιολογικά προβλήματα στην καλλιέργεια αμπελιού-προοπτικές. Αφιέρωμα Φυτοπροστασία-Λίπανση. Γεωργική Τεχνολογία, σελ. 37-41. Γεωργόπουλος Σ. Γ. & Ζιώγας Β. Ν., 1992. Αρχές και μέθοδοι καταπολέμησης των ασθενειών των φυτών. Εκδόσεις Ψύχαλος, Αθήνα. Γιαννοπολίτης Κ., 2000. Φυτοπροστατευτικά Προϊόντα 2000. Εκδόσεις Σταμούλη, Αθήνα. Γκαντίδης Ν., 1996. Βιολογική Γεωργία. Τα αγροτικά, 28:22-23, Αθήνα. Δεσύλλας Μ. Γ., 1997. Βιοκαλλιέργεια αμπελιού. Αφιέρωμα Βιολογική Γεωργία 97. Γεωργική Τεχνολογία, 64-67. Εμμανουήλ Ν. Γ., 1995. Γεωργική Ζωολογία (Ά μέρος). Εκδόσεις Γ. Π. Α., 315 σελ. Θεοδοσιάδου Ε., 1998. Φυτοπροστασία στο αμπέλι. Αφιέρωμα Αμπελουργία 98. Γεωργική Τεχνολογία (Ιούλιος), 66-89. Λυκουρέσης Δ., 1998. Σημειώσεις του μαθήματος «Εντομολογία ΙΙΙ». Γ. Π. Α. Μιχελάκης Σ. Ε., 1996. Ζωικοί εχθροί: η οικολογική τους αντιμετώπιση. Βιολογική Αμπελουργία 96-2 ο Συνέδριο βιολογικής γεωργίας. Γεωργική Τεχνολογία (Αύγουστος), 44-47. Μιχελάκης Σ., Αλεξανδράκης Β., Παπαδημητράκης Μ., Παρασκάκης Μ., Βουγιούκαλου Ε., Πολυράκης Γ., Καλαϊτζάκη Α., Αγγελάκης Μ., 1996. Αντιμετώπιση των ζωικών εχθρών των καλλιεργειών (ελιά, εσπεριδοειδή, κηπευτικά, αμπέλια) στα πλαίσια της Βιολογικής Γεωργίας. Γεωργία και Ανάπτυξη (Μάιος), 46-55. Μπούρμπος Β. & Σκουντριδάκης Μ., 1990. Βιολογική αντιμετώπιση των ασθενειών εδάφους στα καλλιεργούμενα φυτά. Αγροτικές εκδόσεις, Αθήνα. Μπούρμπος Β. Α. & Σκουντριδάκης Μ. Θ., 1996. Μυκητολογικές ασθένειες: η οικολογική τους αντιμετώπιση. Βιολογική Αμπελουργία 96-2 ο Συνέδριο βιολογικής γεωργίας. Γεωργική Τεχνολογία (Αύγουστος), 48-55. Μπρούμας Θ., 1993. Η ευδεμίδα του αμπελιού: στρατηγική για την καταπολέμησή της. Γεωργία και Επιστήμη, 19-22. Μπρούμας Θ., 1996. Σύγχρονη αντιμετώπιση εχθρών στο αμπέλι. Γεωργία-Κτηνοτροφία (3): 11-26. Ρούμπος Ι. Χ., 1995. Ευτυπίωση: μια σοβαρή ασθένεια της αμπέλου και των οπωροφόρων δένδρων. Εκδόσεις Ώρες (Β έκδοση), 93 σελ. Ρούμπος Ι. Χ., 2002. Το πρόβλημα του πολλαπλασιαστικού υλικού της αμπέλου ενόψει της αναδιάρθρωσης των αμπελουργικών εκτάσεων. Γεωργία-Κτηνοτροφία (9): 18-22. Ρούμπος Ι., 2003. Ίσκα των νεαρών αμπελώνων. Γεωργία-Κτηνοτροφία (1): 14-22. Παναγόπουλος Χ. Γ., 1993. Ασθένειες καρποφόρων δένδρων και αμπέλου. Εκδόσεις Σταμούλη, σελ. 361-445. Πελεκάσης Κ. Ε. Δ., 1991. Μαθήματα Γεωργικής Εντομολογίας (Β τόμος). Εκδόσεις Γ. Π. Α., 554 σελ. Πολίτης Γ., 1995. Βιολογική αμπελοκαλλιέργεια. Γεωργία και Ανάπτυξη (Ιούνιος), 47-64. Σγούρος Σ., Κυριαζοπούλου Α. & Κακουριώτης Σ., 2004. Η Ελληνική βιολογική γεωργία. ΔΗΩ Τεύχος 29:29-34, Αθήνα. Φιτσάκης Θ., 1996. Βιολογική γεωργία. Γεωργία Κτηνοτροφία, 3: 34-57, Αθήνα. Ψαλλίδας Π. Γ., 1992. Ο καρκίνος των δένδρων και η βιολογική μέθοδος καταπολέμησής του. Γεωργία και Επιστήμη, 2528.