ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΑΤΟΜΙΚΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΘΕΜΑ: «Η ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΟΧΥΡΩΣΗ ΤΗΣ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΤΩΝ ΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ»

Σχετικά έγγραφα
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ Ν. 3126/2003 ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΩΝ»

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ. Πρόλογος..

Α. ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Δικαίωμα δικαστικής προστασίας. Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΜΗ ΧΡΗΜΑΤΙΚΩΝ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ (ΚΠολΔ )

ΟΔΗΓΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΥ «Επιτομή Γενικού Διοικητικού Δικαίου» του Απ. Γέροντα, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα - Θεσσαλονίκη 2014

Θέµα εργασίας. Η ερµηνεία του άρθρου 8 παρ. 1 του Συντάγµατος

669/2013 ΜΠΡ ΑΘ ( ) (Α ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)

Διοικητικό Δίκαιο. Εισαγωγή στο Διοικητικό Δίκαιο 1 ο Μέρος. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

ΕΞΙ ΠΙΝΑΚΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΝΕΟ ΚΠΟΛΔ (Ν. 4335/2015) 1

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4493,

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ. Θέµα: Η αρχή της ανθρώπινης αξίας ΒΑΣΙΛΙΚΗ. ΓΡΙΒΑ. ιδάσκων Καθηγητής: Ανδρέας Γ. ηµητρόπουλος

Σύνοψη περιεχομένων. ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ Ο δικαστικός έλεγχος της διοικήσεως και η έννομη προστασία του ιδιώτη

Η γενική αρχή του σεβασµού και της προστασίας της ανθρώπινης αξίας

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ Π.Μ.Σ. ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε «Διατάξεις αρμοδιότητας Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων» Άρθρο 59 Τροποποιήσεις Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Οργάνωση και Λειτουργία του Κράτους 19 ος Διαγωνισμός ΕΣΔΔ 2 ος Διαγωνισμός ΕΣΤΑ Σάββατο 09 Δεκεμβρίου 2006

Περιεχόμενο: Αρχή διάκρισης των λειτουργιών

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΜΕΡΟΣ Ε ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

Γ Ν Ω Μ Ο Δ Ο Τ Η Σ Η

ΕΞΙ ΠΙΝΑΚΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΝΕΟ ΚΠΟΛΔ (Ν. 4335/2015)

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 528/2002

Το Σύνταγμα της Ελλάδας του 1975/86/01 στο δεύτερο μέρος του περιλαμβάνει τις διατάξεις τις σχετικές με τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα.

ΜΠρΑθ 10689/2008 [Διαδικασία συνδιαλλαγής κατά τον ΠτΚ - Προληπτικά μέτρα*] (παρατ. Ι. Σπυριδάκης)

ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ. Εξουσία που απονέμεται από το δίκαιο στο φυσικό ή νομικό πρόσωπο (δικαιούχος) για την ικανοποίηση έννομων συμφερόντων του.

την ύπαρξη και την άσκηση ενός θεμελιώδους δικαιώματος γιατί αποτελούσαν κενό γράμμα, αφού πρόθεση του

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ ΤΑ ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ


Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3828, 31/3/2004 Ο ΠΕΡΙ ΙΣΗΣ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΑΣΧΕΤΑ ΑΠΟ ΦΥΛΕΤΙΚΗ Ή ΕΘΝΟΤΙΚΗ ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγµατος ΙΚΑΙΩΜΑ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Ενημερωτικό σημείωμα για το νέο νόμο 3886/2010 για τη δικαστική προστασία κατά τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων. (ΦΕΚ Α 173)

7/3/2014. ό,τι είναι νόμιμο είναι και ηθικό ; νόμος είναι το δίκαιο του εργοδότη ; ή νομικός κανόνας

ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ. Εξωσυμβατική ευθύνη Δημοσίου 12/4/2016

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ Εισαγωγή. 1. Προβληματισμός Μεθοδολογία... 5

ΠΡΟΣ ΤΟ ΔΗΜΟ. ΓΝΩΜΟΔΟΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ (Περί ισχύος προσωρινής διαταγής επί αιτήσεως ασφαλιστικών μέτρων από συμβασιούχους)

Κύκλος ικαιωµάτων του Ανθρώπου ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ ΤΗΣ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΣΕ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΙΚΑΣΤΙΚΗ ΙΑΤΑΓΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΘΕΜΑΤΑ ΙΑΜΟΝΗΣ ΑΛΛΟ ΑΠΩΝ

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων I (Μον.Πρωτ.Θεσ/νίκης 1080/1995)

Ξενοφών Κοντιάδης Καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου, Δικηγόρος, Πρόεδρος Ιδρύματος Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου

ΕΡΓΑΣΙΑ 1 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΑΠΑΡΑΒΙΑΣΤΟΥ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Εμβάθυνση στο συνταγματικό δίκαιο

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ- ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟ

Ζητήματα από τη διενέργεια του πλειστηριασμού με ηλεκτρονικά μέσα

Εισαγωγή Ι. Ο προβληματισμός για την αρχή της αμεσότητας

Administrative eviction act and right to a prior hearing: observations on Naxos Court 27/2012 judgment. Αθανάσιος Παπαθανασόπουλος

Σελίδα 1 από 5. Τ

κτικού μέσου ως αυτοτελής προσβολή ατομικού δικαιώματος

Α. Διατάξεις Νόμων, Διαταγμάτων, Υπουργικών Αποφάσεων.

Το πολίτευμα που προβλέπει το ελληνικό Σύνταγμα του 1975/1986/2001/ Οι θεμελιώδεις αρχές του πολιτεύματος

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ...9 ΠΡΟΛΟΓΟΣ Α ΕΚ ΟΣΗΣ...11 ΠΕΡΙΛΗΨΗ...13 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ...15 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α

Εργασιακά Θέματα «Το νέο καθεστώς της Μεσολάβησης Διαιτησίας μετά τον Ν. 4303/2014»

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL) Αρθρο :0. Αρθρο :1 Πληροφορίες Νομολογίας & Αρθρογραφίας :12

ΝΟΜΙΚΕΣ ΟΨΕΙΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ-ΑΜΥΝΑΣ ΣΕ ΚΑΤΑΣΧΕΣΗ -ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΟ ΠΡΩΤΗΣ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ ως χώρου επαρκούς στέγασης

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΔΑΝΕΙΟΛΗΠΤΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ»

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΘΕΜΕΛΙΟΥ

Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα. Δικαίωμα συνέρχεσθαι

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

ΣΧΕΤ. : Το με αριθ / έγγραφο του Γραφείου Νομικού Συμβούλου Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ.

ΜονΠρωτΑθ 4870/2006 Πρόεδρος: Δημήτριος Μάκος Γραμματέας: Χρυσάνθη Βαρβαρέσου Δικηγόροι: Γεώργιος Καπόγιαννης, Κωνσταντίνος Παπαβασιλείου

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ

Ζαμπυρίνης Μιχάλης Γκούμα Κατερίνα

Η σχολιαζόμενη απόφαση παρουσιάζει σημαντικό. ενδιαφέρον τόσο γιατί πραγματεύεται σημαντικά νομικά ζητήματα

Φορολογικό Δίκαιο. Συνταγματικά ατομικά δικαιώματα. Α. Τσουρουφλής

ΠINAKAΣ ΠEPIEXOMENΩN

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΑΘΗΜΑ : ΑΤΟΜΙΚΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Γεωργία Καζάκου, ΠΕ09. Οικονομολόγος. Πολιτική Παιδεία. Β Τάξη Γενικού Λυκείου

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1382/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 24/2014

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ. Προλογικό σημείωμα... Εισαγωγικές παρατηρήσεις... 1

ΓΝΩΜΟΛΟΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

Περιεχόμενα. Χουρδάκης Ευστράτιος Σελίδα 1

ΒΙΒΛΙΟ ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

'Αρθρο 3 : Προσωρινή δικαστική προστασία 1. Ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ζητήσει προσωρινή δικαστική

της δίωξης ή στην αθώωση.

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ ΕΝΟΤΗΤΑ Β : TO ΔΙΚΑΙΟ

ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

ΑΡΧΕΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Δημοσιονομικό Δίκαιο ΠΜΣ Τα δημόσια έσοδα. Ανδρέας Τσουρουφλής

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/8150/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 158/2013

ΔΙΑΓΡΑΦΗ ΟΦΕΙΛΩΝ ΣΕ ΕΦΟΡΙΑ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΑ ΤΑΜΕΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΝΕΟ ΝΟΜΟ

# εργασία αρ.3# ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣτΕ ΟΠΟΥ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ Σ Χ Ε Ι Α Γ Ρ Α Μ Μ Α 5]ΑΝΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΟλΑΠ 18/1999

Η ΔΕΣΜΕΥΣΗ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 1 ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΠΡΟΣΘΕΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ ΤΗΣ ΕΣΔΑ. ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΔΙΚΑΙΟΥ ΔΙΑΛΕΞΗ 1 ΣΟΦΙΑ ΜΑΡΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΠΙΧΕΙΡΟΥΜΕΝΟ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟ ΤΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΤΟΥ «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΑΠΟ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ»

Αρχή της αναλογικότητας. Λίνα Παπαδοπούλου Aν. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΟΙ. 1. Ν. 1667/1986,Αστικοί συνεταιρισμοί και άλλες διατάξεις.

Ε.Ε. ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΤΗ ΛΗΘΗ

ΣτΕ 819/2015 Αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος Δημοσίου - Μη συμμόρ

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ. Δίκαιο είναι το σύνολο των ετερόνομων κανόνων που ρυθμίζουν με τρόπο υποχρεωτικό την κοινωνική συμβίωση των ανθρώπων.

ΑΝΤΙΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΕΣ ΟΙ ΠΕΡΙΚΟΠΕΣ ΑΠΟΔΟΧΩΝ ΤΩΝ ΣΤΕΛΕΧΩΝ ΤΩΝ ΕΝΟΠΛΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ ΚΑΙ ΣΩΜΑΤΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΚΡΙΣΙΜΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΝΑΓΚΑΙΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ

Θέµα εργασίας : Άρθρο 2 παρ. 1 Συντάγµατος( Το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξίας) Σχολιασµός Αποφ. 40/1998 Α.Π

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ-ΑΝΑΚΟΠΕΣ. Αριθμός απόφασης 443/2017 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ (ειδική διαδικασία-ανακοπές)

Ποινική ικονομία II. Υποχρεωτικό. Πτυχίο (1ος Κύκλος) Θα ανακοινωθεί

1843 Ν. 187/91. Ο ΠΕΡΙ ΤΕΚΝΩΝ (ΣΥΓΓΕΝΕΙΑ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΗ ΥΠΟΣΤΑΣΗ) ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 1991 ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΑΡΘΡΩΝ Άρθρο 1. Συνοπτικός τίτλος. ΜΕΡΟΣ Ι ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Η ΑΡΣΗ ΤΟΥ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ 1. ΟΙ ΙΣΧΥΟΥΣΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΕ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΚΑΙ ΥΠΕΡΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ (ΔΙΕΘΝΕΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ)

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΗΝ ΠΡΟΤΑΣΗ ΝΟΜΟΥ «ΣΥΜΦΩΝΟ ΕΛΕΥΘΕΡΗΣ ΣΥΜΒΙΩΣΗΣ» Α' - ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ

Αριθμός 2176/2004 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ. Διοικητική πράξη - Ανάκληση - Αρχή του κράτους δικαίου - Αρχή της

Transcript:

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΑΤΟΜΙΚΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΘΕΜΑ: «Η ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΟΧΥΡΩΣΗ ΤΗΣ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΤΩΝ ΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ» Επιβλέπων καθηγητής: Ανδρέας Γ. Δημητρόπουλος Βλαχόπουλος Σ. Φοιτήτρια: Μπρίνια Ευαγγελία Α.Μ. : 1340200300913 ΑΘΗΝΑ, 2005

ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ αρ. άρθρο παρ. παράγραφος Σ Συντάγματος ΑΚ Αστικός Κώδικας σ. σελίδα ΑνΕκτ Αναγκαστική Εκτέλεση εκδ εκδόσεις επ επόμενα ΠΚ Ποινικός Κώδικας βλ. βλέπε σημ. σημείωση τ. τόμος π.χ. παραδείγματος χάριν ΚΠολΔ Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας αριθ. αριθμός περ. περίπτωση ΑΠ Άρειος Πάγος ΝοΒ Νομικό Βήμα (περιοδικό) πρβλ παράβαλε λ.χ. λόγου χάρη ν. νόμος ΕισΝΚΠολΔ Εισαγωγικός Νόμος Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας εδ. εδάφιο ν.δ. νομοθετικό διάταγμα ΕΕΝ Εφημερίς Ελλήνων Νομικών (περιοδικό) ΠρΠΑ Πρωτοδικείο Πατρών Δνη Δικαιοσύνη Δ Δίκη (περιοδικό) ΑρχΝ Αρχείο Νομολογίας (περιοδικό) α.ν. αναγκαστικός νόμος ΜΠρΘεσ Μονομελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης Αρμ Αρμενόπουλος (περιοδικό) ΕιρΑθ Ειρηνοδικείο Αθηνών ΚΠοινΔ Κώδικας Ποινικής Δικονομίας ΕΔΚΑ Επιθεώρηση Δικαίου Κοινωνικής Ασφάλισης ΟΗΕ Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών ΕΣΔΑ Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ΣτΕ Συμβούλιο της Επικρατείας ΗΜ Ημίτονος ΜΠρΑθ Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών ΕφΑθ Εφετείο Αθηνών ΕφΠειρ Εφετείο Πειραιώς ΟλΑΠ Ολομέλεια του Αρείου Πάγου ΤοΣ Το Σύνταγμα (περιοδικό) ΕλλΔικ Ελληνική Δικαιοσύνη (περιοδικό)

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ σελ. Ι. ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 5 ΙΙ. ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΤΗ ΝΟΜΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΙ Η Αν.Εκτ. ΩΣ ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΗ ΜΟΡΦΗ ΤΗΣ... 7 α) Το συνταγματικό δικαίωμα της έννομης προστασίας... 7 β) Η αναγκαστική εκτέλεση ως μορφή της έννομης προστασίας... 10 ΙΙΙ. ΓΕΝΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ... 12 α) Σημασία και αναγκαιότητα της Αν.Εκτ... 12 β) Ορισμός της Αν.Εκτ. και περαιτέρω ανάλυσή του... 14 γ) Υποκείμενα της Αν.Εκ.... 19 δ) Όργανα της Αν.Εκτ.... 21 ε) Μέσα της Αν.Εκτ.... 24 στ) Εκτελεστοί τίτλοι οι δικαστικές αποφάσεις ειδικότερα... 29 IV. ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΠΟΥ ΑΝΑΚΥΠΤΕΙ: ΤΑ ΣΥΓΚΡΟΥΟΜΕΝΑ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ ΣΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΗΣ Αν.Εκτ.... 32 α) Εισαγωγή... 32 β) Τα συμφέροντα του δανειστή... 33 γ) Τα συμφέροντα του οφειλέτη... 34 V. ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΟΦΕΙΛΕΤΗ ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΓΜΑ...35 α) Συνταγματική κατοχύρωση της αξιώσεως εκτέλεσης του δανειστή... 35 β) Συνταγματική κατοχύρωση των δικαιωμάτων του οφειλέτη κατά την διαδικασία εκτελέσεως:... 38 i) Δικαίωμα στην ιδιοκτησία (αρ. 17 Σ)... 38 ii) Σεβασμός και προστασία της αξίας του ανθρώπου Απαγόρευση προσβολής της ανθρώπινης αξιοπρέπειας (αρ. 2 παρ. 1 Σ)... 40

iii) Το άσυλο της κατοικίας (αρ. 9 παρ. 1 Σ)... 43 iv) Προστασία της οικογένειας (αρ. 21 παρ. 1 Σ)... 45 VI. ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΤΗΣ Αν.Εκτ. ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΝΑΓΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΟΦΕΙΛΕΤΗ... 47 α) Η αρχή της αναλογικότητας... 47 β) Η αρχή τήρησης των κανόνων της καλής πίστης και των χρηστών ηθών.... 49 γ) Η απαγόρευση κατάχρησης του δικαιώματος στην Αν.Εκτ. (αρ. 25 παρ. 3 Σ)... 49 VII. ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ Ν.Π.Δ.Δ.... 51 α) Εισαγωγή... 51 β) Τα άρθρα 94 4 και 95 5 (πριν και μετά την αναθεώρηση του 2001)... 53 VIIΙ. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ... 56 ΙΧ. ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ... 57 ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΛΗΜΜΑΤΑ... 58 SUMMARY LEMMAS... 59 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ... 60

5 Ι. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η παροχή έννομης προστασίας αποτελεί ένα κοινωνικό αγαθό, το οποίο λόγω της σπουδαιότητάς του κατοχυρώνεται τόσο από το Σύνταγμα (αρ. 20 παρ. 1) όσο και από διεθνείς συμβάσεις και χαρακτηρίζεται πρώτα ως κοινωνικό και έπειτα ως ατομικό δικαίωμα. Έννομη προστασία μπορεί να αξιώσει κάθε πολίτης με μια από τις τρείς ειδικότερες μορφές της. Η σπουδαιότερη μορφή έννομης προστασίας είναι η αναγκαστική εκτέλεση. Η ΑνΕκτ είναι ουσιαστικά η δημόσια αξίωση του δανειστή απέναντι στο κράτος να λάβει αυτό με τα αρμόδια όργανά του τα κατάλληλα βίαια μέτρα προς ικανοποίηση της αξίωσης που έχει ο δανειστής απέναντι στον οφειλέτη του. αυτό συμβαίνει όταν ο οφειλέτης δεν εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του στο πλαίσιο του ιδιωτικού δικαίου απέναντι στον δανειστή του, λαμβάνοντας υπ όψιν ότι ο δανειστής δεν έχει δικαίωμα να αυτοδικήσει. Βέβαια, κατά την διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης, παρουσιάζεται το πρόβλημα της προσβολής ουσιωδών δικαιωμάτων του δανειστή και πολύ περισσότερο του οφειλέτη: Από την μια υπάρχει το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα του δανειστή να αξιώσει αυτό το κράτος την παροχή προστασίας του, ενώ οποιοσδήποτε περιορισμός του δικαιώματός του δεν είναι ανεκτός. Από την άλλη, εμφανίζονται τα επίσης κατοχυρωμένα δικαιώματα του οφειλέτη στην περιουσία του και στην προσωπικότητά του, τα οποία παραβιάζονται. Κυρίως, προσβάλλεται η ιδιοκτησία του μέσω του πλειστηριασμού και της κατάσχεσης, καθώς επίσης η προσωπικότητα και η αξιοπρέπειά του μέσω της προσωπικής κράτησης.

6 Η ΑνΕκτ ωστόσο στρέφεται όχι μόνο κατά του οφειλέτη αλλά και κατά του Δημοσίου. Όσον αφορά το συγκεκριμένο ζήτημα οι διακυμάνσεις ήταν αρκετές. Μέχρι πριν από λίγα χρόνια ήταν αδύνατη η Ανεκτ κατά του Δημοσίου, αφού θεωρούνταν «ύωρις» προς την πολιτεία η επίσπευση ΑνΕκτ κατ αυτού. Η αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος επήλθε με την αναθεώρηση του 2001 και συγκεκριμένα στα αρ. 94 4 και 95 5 Σ. τα οποία πλέον επιτρέπουν την Ανεκτ κατά του Δημοσίου, των ΝΠΔΔ και των ΟΤΑ και υποχρεώνουν την συμμόρφωσή τους προς τις δικαστικές αποφάσεις των πολιτικών και διοικητικών δικαστηρίων. Στην σύντομη αυτή μελέτη θα επιχειρήσουμε κατ αρχήν να προσδιορίσουμε την αναγκαστική εκτέλεση και τα κυριότερα στοιχεία που την συνθέτουν. Στην συνέχεια, θα παρουσιάσουμε συνοπτικά τα συμφέροντα των αντιδικούντων μερών και πώς αυτά συγκρούονται μεταξύ τους και κατόπιν θα ασχοληθούμε με τους τρόπους με τους οποίους μπορεί να επιτευχθεί η εναρμόνιση της αναγκαστικής εκτέλεσης με τις θεμελιώδεις διατάξεις του Συντάγματος. Επιπλέον θα αναλύσουμε τις αναθεωρημένες διατάξεις των άρθρων 94 5 και 95 5 Σ. σχετικά με την δυνατότητα επίσπευσης ΑνΕκτ κατά του Δημοσίου καθώς και θα παρουσιάσουμε τις μορφές που μπορεί να πάρει η ΑνΕκτ στην συγκεκριμένη περίπτωση.

7 ΙΙ. ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΤΗ ΝΟΜΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΙ Η Αν.εκτ. ΩΣ ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΗ ΜΟΡΦΗ ΤΗΣ α) Το συνταγματικό δικαίωμα της έννομης προστασίας (Σ20 παρ. 1, ΕΣΔΑ 6 παρ. 1) Η παροχή έννομης προστασίας αποτελεί κοινωνικό αγαθό, το οποίο εξαιτίας της μεγάλης σημασίας που έχει για το κοινωνικό σύνολο κατοχυρώνεται συνταγματικά, αλλά και σε διεθνές επίπεδο, με διεθνείς συμβάσεις. Το Σύνταγμα προβλέπει το συγκεκριμένο δικαίωμα στο αρ. 20 παρ. 1 καθώς σε μια δημοκρατική κοινωνία είναι αυτονόητη η λειτουργία του ως εξής: «Καθένας έχει δικαίωμα στην παροχή έννομης προστασίας από τα δικαστήρια και μπορεί να αναπτύξει σ αυτά τις απόψεις του για τα δικαιώματα ή συμφέροντά του, όπως νόμος ορίζει». Η Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, το Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών του έτους 1948 κατοχύρωσε επίσης, στο άρθρο 10 το δικαίωμα παροχής έννομης προστασίας μέσω της πρόβλεψης για χρηστή απονομή της δικαιοσύνης και για δίκαιη δίκη. Ακόμη, η Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου περιέχει (και μάλιστα ως την δημοφιλέστερη διάταξη, αφού αποτελεί το αντικείμενο των περισσοτέρων προσφυγών στο Στρασβούργο) στο αρ. 6 παρ. 1 πρόβλεψη της χρηστής απονομής της δικαιοσύνης ως αυτοτελές δικαίωμα, το οποίο ισχύει ανεξάρτητα από το δικαίωμα που επικαλείται το φυσικό ή νομικό πρόσωπο ενώπιον των δικαστηρίων και ασχέτως αν το δικαίωμα προστατεύεται διεθνώς. Όπως ήδη αναφέρθηκε, το συνταγματικό δικαίωμα παροχής έννομης προστασίας πριν χαρακτηριστεί ως ατομικό δικαίωμα είναι πρωτίστως κοινωνικό. Τα κοινωνικά δικαιώματα σκοπεύουν να επιβάλλουν στην Πολιτεία και στα όργανα που ασκούν τις κρατικές

8 εξουσίες την υποχρέωση να παρέχουν προστασία στους πολίτες με παροχές αγαθών ή υπηρεσιών. Για τον λόγο αυτό μπορούμε να τα αποκαλέσουμε και ως «προστατευτικά» δικαιώματα. Στα πλαίσια αυτά, το αρ. 20 παρ. 1 του Σ. κατοχυρώνει ως κοινωνικό το δικαίωμα της έννομης προστασίας, αφού από την διάταξη αυτή προκύπτει ότι κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο δικαιούται για οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη ιδιώτη ή δημοσίου οργάνου να ζητήσει έννομη προστασία από ανεξάρτητο όργανο. Από την ίδια διάταξη, επίσης, προκύπτει ότι επιφορτισμένο για την παροχή έννομης προστασίας είναι τα δικαστήρια και μάλιστα, σύμφωνα με την συνταγματική επιταγή για κάθε υπόθεση πρέπει να υπάρχει και το αρμόδιο δικαστήριο χωρίς να επιτρέπεται η ύπαρξη «προστατευτικού κενού» ή «κενού αρμοδιότητας». Θα πρέπει πάντως να σημειωθεί ότι ταυτόχρονα, ο νομοθέτης κατοχυρώνει και ατομικό δικαίωμα του κάθε ατόμου για παροχή έννομης προστασίας, καθώς στην πράξη τα κοινωνικά δικαιώματα αποτελούν αναγκαία προϋπόθεση για την ύπαρξη και διατήρηση των ατομικών δικαιωμάτων, τα οποία απορρέουν από την πρώτη κατηγορία 1. Στο σημείο αυτό, χρήσιμο είναι να αναφερθούν περιληπτικά οι διαστάσεις του δικαιώματος της δικαστικής προστασίας, οι οποίες διακρίνονται στην αμυντική, προστατευτική και διασφαλιστική διάσταση. Η δικαστική προστασία ως αμυντικό δικαίωμα είναι απόλυτο και στρέφεται κατά παντός. Στρέφεται κατά του κράτους και αποκρούει κάθε κρατική επέμβαση και παρεμπόδιση με οποιοδήποτε μέτρο, της δικαστικής ακρόασης και προστασίας. Όσον αφορά το προστατευτικό περιεχόμενο, το δικαίωμα της έννομης προστασίας στρέφεται προς το κράτος από το οποίο απαιτεί παροχή υπηρεσιών προς τους πολίτες. 1 Δημητρόπουλος Α., Συνταγματικά Δικαιώματα, Ειδικό Μέρος: Παραδόσεις, τ. ΙΙΙ, ΗΜ. Β 2005, σ. 270 επ.

9 Τέλος, το διασφαλιστικό περιεχόμενο συνίσταται στην υποχρέωση του κράτους να ιδρύει και να διατηρεί τα απαραίτητα δικαστήρια, ώστε να είναι δυνατή η πραγματοποίηση της δικαστικής προστασίας. Από τα παραπάνω συνάγεται το συμπέρασμα ότι η συνταγματική κατοχύρωση της έννομης προστασίας στοχεύει στην πληρότητα, την εγκυρότητα και την αποτελεσματικότητα της δικαστικής διαδικασίας παροχής 2. Σε πρώτο επίπεδο, η πληρότητα επιτυγχάνεται με την συνεχή μέριμνα για την λειτουργία των απαραίτητων δικαστηρίων, τα οποία θα πρέπει να έχουν τέτοια οργάνωση, ώστε να είναι δυνατό η έννομη προστασία να παρέχεται στο αρμόδιο κάθε φορά δικαστήριο και επίσης, στον επίκαιρο χρόνο, χωρίς να αποτελεί μια χρονοβόρα ταλαιπωρία. Επιπλέον, θα πρέπει να προβλέπονται και από δικονομικής άποψης τα απαιτούμενα ένδικα βοηθήματα και μέσα, ώστε ο δικαστικός έλεγχος να είναι πλήρης και να μην εξαιρείται κανείς από αυτόν. Σε δεύτερο επίπεδο, το επίκαιρο των αποφάσεων, δηλαδή η έκδοση των αποφάσεων σε εύλογο χρονικό διάστημα είναι ευκταία για την επίτευξη του δεύτερου στόχου, την έγκαιρη δικαστική προστασία των πολιτών. Τέλος, η αποτελεσματικότητα της δικαστικής προστασίας είναι δυνατό να διασφαλιστεί αρχικά με την συνεχή παρακολούθηση της απονομής της δικαιοσύνης. Η δικαιοσύνη αποτελεί έναν ευαίσθητο θεσμό της Πολιτείας, ο οποίος συνεχώς επηρεάζεται από κοινωνικές, πολιτικές και τεχνολογικές μεταβολές. Έτσι, λοιπόν, κρίνεται αναγκαία η παρακολούθηση και προσαρμογής της στις εκάστοτε συνθήκες. Επίσης, θα μπορούσαμε να προσθέσουμε ότι βοηθάει στην αποτελεσματικότερη δικαστική προστασία και η απλούστευση των διαδικασιών. Η απλούστευση τόσο των διαδικασιών όσο και των δικονομικών 2 Πετρόγλου Α., «Η παροχή εννόμου προστασίας ως κοινωνικό δικαίωμα», 1987, ΕΔΚΑ, σ. 577 επ.

10 διατυπώσεων αναγνωρίζεται ως απαραίτητη προϋπόθεση για την προσφυγή των πολιτών στην δικαιοσύνη, αφού είναι ολοφάνερο ότι πολλές διαδικασίες, όροι και τύποι του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα ταλαιπωρούν και αποτρέπουν τους πολίτες από την διεκδίκηση των δικαιωμάτων τους. β) Η αναγκαστική εκτέλεση ως μορφή παροχής έννομης προστασίας Ένας από τους βασικούς σκοπούς της εννομούμενης Πολιτείας, ο οποίος κατέχει και πρωτεύουσα θέση στις επιδιώξεις της, είναι η απονομή της δικαιοσύνης. Διαμορφώθηκε έτσι και κατοχυρώθηκε στο αρ. 20 παρ. 1 του ισχύοντος Συντάγματος το δικαίωμα του πολίτη έναντι του κράτους για παροχή έννομης προστασίας, ως δικαίωμα δημοσίου δικαίου. γενικά, γίνονται δεκτές τρεις μορφές με τις οποίες ο κάθε πολίτης μπορεί να αξιώσει έννομη προστασία: α) μέσω της διαγνωστικής δίκης (προκειμένου να εκδοθεί απόφαση επί της ουσίας), β) μέσω απόφασης που διατάσσει ασφαλιστικά μέτρα και γ) μέσω της αναγκαστικής εκτέλεσης. Συγκεκριμένα, εδώ, ενδιαφέρει η τρίτη μορφή παροχής έννομης προστασίας, η οποία παρέχεται μέσω της αναγκαστικής εκτέλεσης. Η αξίωση για αναγκαστική εκτέλεση αναφέρεται στην δημοσίου δικαίου αξίωση που έχει ο δανειστής για ιδιωτικό δικαίωμά του κατά του κράτους, έτσι ώστε με βάση τον εκτελεστό του (τον δανειστή) τίτλο, το κράτος να δραστηριοποιήσει τα όργανα εκτέλεσης με σκοπό την συμμόρφωση του οφειλέτη προς το περιεχόμενο της απαίτησής του (δανειστή). Κατά την ουσία της, η αναγκαστική εκτέλεση αφορά την υποχρέωση του κράτους να προσφέρει διαμέσου των αρμοδίων οργάνων του την πρέπουσα συνδρομή για την λήψη των αναγκαίων εκείνων

11 εξαναγκαστικών μέσων, ώστε να διαμορφωθεί η νομική πραγματικότητα κατά τρόπο που να ανταποκρίνεται στο περιεχόμενο της ουσιαστικής αξίωσης, όπως αυτή ενσαρκώνεται στη δικαστική απόφαση που αποτέλεσε εκτελεστό τίτλο. Η αξίωση αυτή του δανειστή απευθύνεται προς το Κράτος, το οποίο είναι υποχρεωμένο να παρέχει προστασία με τη μορφή της αναγκαστικής εκτέλεσης και λειτουργεί ως αντιστάθμισμα της απαγόρευσης της αυτοδικίας (βλ. πιο κάτω) που αποτελεί παράγοντα διατάραξης της έννομης τάξης, πηγή έντονων κοινωνικών ανωμαλιών, παρεκτροπών της κοινωνικής συμβίωσης και κοινωνικών διαταραχών σε μια Πολιτεία. Στο δίκαιο της αναγκαστικής εκτέλεσης ο νομοθέτης καλείται να συμβιβάσει αλλά και να διασφαλίσει τα συμφέροντά των αντιδικούντων μερών: Αφενός του δανειστή, ο οποίος έχει ανάγκη από προστασία και άμεση ικανοποίηση της αξίωσής του και αφετέρου του οφειλέτη, του οποίου η περιουσία και το πρόσωπο προσβάλλονται ευθέως και καίρια. Ως εκ τούτου, κατανοούμε πως η αναγκαστική εκτέλεση αποτελεί την πλέον δραστική μορφή έννομης προστασίας. Για τον λόγο αυτό και οι κανόνες που διέπουν την διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης και το περιεχόμενό της χαρακτηρίζονται κατά νομική αναγκαιότητα από τυπικότητα, αυστηρότητα και ακαμψία. Βέβαια, και σε αυτό το σημείο ο νομοθέτης με διάφορους τρόπους (ΚΠολΔ 139 επ., ΚΠολΔ 934 και 935) προχώρησε σε δικαιολογημένες παραχωρήσεις χάριν της νομικής ασφάλειας και του ιδεώδους της απονομής της δικαιοσύνης. Ισχύει, για παράδειγμα, το σύστημα της πρωτοβουλίας των διαδίκων για την έναρξη και συνέχιση της αναγκαστικής εκτέλεσης, χωρίς την παροχή δυνατότητας στα δικαστήρια αυτεπάγγελτης επέμβασης για την άσκηση

12 προληπτικού ελέγχου ή εποπτείας στις πράξεις ή τη διαδρομή της εκτελεστικής διαδικασίας γενικότερα. III. ΓΕΝΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ α) Σημασία και αναγκαιότητα της ΑνΕκτ Ο συνταγματικός νομοθέτης με την διάταξη του αρ. 20 παρ. 1 του Σ αναφέρεται στην εν γένει απονομή της δικαιοσύνης την οποία μάλιστα κατοχυρώνει συνταγματικώς και στις διατάξεις των αρ. 26 παρ. 3 του Σ. και αρ. 87-100 του Σ, διακρίνοντας με αυτόν τον τρόπο την δικαστική λειτουργία ως ανεξάρτητη εξουσία του κράτους. Η απονομή της δικαιοσύνης περιλαμβάνει τόσο την δικαιοδοτική, όσο και την δικαιοτελεστική λειτουργία, πραγματοποιείται δηλαδή, σε δύο στάδια: Το πρώτο στάδιο είναι η διαγνωστική διαδικασία με την οποία «απονέμεται» το δίκαιο, εκδίδεται, δηλαδή, η δικαστική απόφαση, η οποία θα πρέπει να ανταποκρίνεται στην ορθή έννοια του δικαίου και την αλήθεια των πραγμάτων. Το δεύτερο στάδιο αναφέρεται στην αναγκαστική εκτέλεση (δικαιοτελεστική λειτουργία) με την οποία «πραγματώνεται» το δίκαιο, επιτυγχάνεται με άλλα λόγια η υλική πραγματοποίηση της εκδοθείσας δικαστικής απόφασης. Διαφαίνεται, λοιπόν, αβίαστα η σπουδαιότητα της αναγκαστικής εκτέλεσης, αφού αποτελεί απαραίτητο συμπλήρωμα της διαγνωστικής διαδικασίας και μάλιστα πολλές φορές είναι αναγκαία κατάληξή της, διότι με αυτήν ολοκληρώνεται η απονομή της δικαιοσύνης 3. Χωρίς την 3 Χαρακτηριστικό παράδειγμα της αξίας της αναγκαστικής εκτέλεσης, είναι εκείνο που χρησιμοποίησε ο Ιωαν. Μπρίνιας στον 1 ο τόμο του έργου του για την Αναγκαστική Εκτέλεση: «Δεν είναι δε τυχαίον το γεγονός ότι η δικαιοσύνη εικονίζεται με ζυγόν και ξίφος. Ο μεν ζυγός αναφέρεται εις την αυθεντικήν διάγνωσιν και λύσιν των διαφορών, το δε ξίφος περιλαμβάνει πρωτίστως την αναγκαστικήν εκτέλεσιν».

13 δικαιοτελεστική λειτουργία η δικαιοδοτική λειτουργία θα είχε μόνο πλατωνική αξία 4. Τα προαναφερθέντα γίνονται εύκολα κατανοητά σύμφωνα με τις ακόλουθες εισαγωγικές σκέψεις: το ιδιωτικό δίκαιο καθορίζει τις προϋποθέσεις, με τις οποίες δημιουργούνται, ασκούνται και καταργούνται (περιουσιακές συνήθως) αξιώσεις μεταξύ των ιδιωτών 5. Συχνά, η συμμόρφωση των ενδιαφερομένων με το περιεχόμενο μιας δικαστικής απόφασης είναι αυθόρμητη και η εκτέλεσή της επιτυγχάνεται χωρίς την μεσολάβηση οποιουδήποτε νομικού καταναγκασμού (εκούσια εκτέλεση) 6. Ωστόσο, αρκετές είναι και οι περιπτώσεις στις οποίες ο οφειλέτης (το πρόσωπο κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση) δεν εκπληρώνει την υποχρέωση που έχει προς τον δανειστή (το πρόσωπο που κινεί την διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης), στο πλαίσιο του ιδιωτικού δικαίου. Στην περίπτωση αυτή, ο δανειστής δεν έχει βέβαια δικαίωμα να αυτοδικήσει (Α.Κ. 282) και να επιχειρήσει την ικανοποίηση της αξίωσής του με βίαιο τρόπο, γιατί διαφορετικά αντιμετωπίζει ποινικές κυρώσεις (ΠΚ 331) και υποχρεούται σε αποζημίωση προς τον οφειλέτη του (ΑΚ 283). Στο σημείο αυτό ακριβώς, και για να μπορεί το περιεχόμενο της δικαστικής απόφασης να μετουσιωθεί σε πραγματικότητα θα πρέπει να ακολουθήσει ένα δεύτερο χρονικό στάδιο παροχής έννομης προστασίας, το οποίο να είναι σε θέση να υλοποιήσει την διαγνωσθείσα δικαστική απόφαση. Το στάδιο αυτό, είναι η αναγκαστική εκτέλεση, γιατί σ αυτό η πολιτεία αναθέτει σε ορισμένα κρατικά όργανα τη λήψη των κατάλληλων βίαιων μέτρων ώστε με τον εξαναγκασμό απέναντι στον οφειλέτη να επέλθει η 4 Μπρίνιας Ιω., Ι, άρθρο 927, αριθ. 130 ν, σ. 332. 5 Μπέης Κ., Ανεκτ: μαθήματα Πολιτικής Δικονομίας, Β εκδ. 1984, Αθήνα, σ. 9 επ. 6 Γεσίου Φαλτσή Π., Δίκαιο αναγκαστικής εκτέλεσης Ι, Γενικό Μέρος, 1998, Εκδ. Σάκκουα, Θεσ/νίκης, σ. 86 επ.

14 πραγματική κοινωνική αποκατάσταση της έννομης τάξεως που διαταράχθηκε. Η απαγόρευση, λοιπόν, της αυτοδικίας δεν αφήνει απροστάτευτο τον δανειστή, ο οποίος έχει δημόσια αξίωση απέναντι στο κράτος σε ανάλογες περιπτώσεις όπως παραπάνω να λάβει το ίδιο με τα αρμόδια όργανά του τα κατάλληλα μέτρα για την ικανοποίηση της αξίωσης που έχει απέναντι στον οφειλέτη του (τον δανειστή) στον χώρο του ιδιωτικού δικαίου. από κοινωνιολογική άποψη θα μπορούσαμε να προσθέσουμε, λοιπόν, ότι η αναγκαιότητα της αναγκαστικής εκτέλεσης ως μορφή έννομης προστασίας εντοπίζεται και στην ηθική πίεση που με αυτήν ασκείται για την εκούσια εκπλήρωση των υποχρεώσεων. β) Ορισμός της αναγκαστικής εκτέλεσης Ανάλυση των επιμέρους στοιχείων του: (της ικανοποίησης των αξιώσεων και της κρατικής επιβολής) Κατά τον ορισμό του Γ. Ράμμου που είναι πληρέστερος των άλλων θα μπορούσαμε να πούμε ότι: «αναγκαστική εκτέλεσις καλείται ή είναι η δια της ενεργείας και συνδρομής των αρμοδίων οργάνων της δημόσιας αρχής εν ονόματι του κράτους και κατ επιταγήν του ισχύοντος δικαίου επερχόμενη εις τον εξωτερικόν κόσμον μεταβολή, η δημιουργούσα ή αποκαθιστώσα κατάστασιν, ανταποκρινομένη προς το περιεχόμενον του προστατευτέου ή προς ικανοποίησιν του οποίου χωρεί αυτή δικαιώματος η πραγματοποιούσα αμέσως ή εμμέσως το περιεχόμενον αυτού» 7. Βασιζόμενοι στον ορισμό του Γ. Ράμμου συνοπτικά προκύπτει ότι η αναγκαστική εκτέλεση είναι η ικανοποίηση των αξιώσεων με την κρατική επιβολή. Δίκαιο της αναγκαστικής εκτέλεσης είναι το σύνολο 7 Γ. Ράμμου, Εγχειρίδιον, τ. Γ, σ. 1774-1775.

15 των κανόνων δικαίου, που ρυθμίζουν τις προϋποθέσεις, τα μέσα και την διαδικασία της ικανοποίησης των αξιώσεων με την κρατική επιβολή. Επίσης, από τον παραπάνω ορισμό παρουσιάζονται αβίαστα τα δύο ουσιώδη στοιχεία της αναγκαστικής εκτέλεσης: η ικανοποίηση των αξιώσεων και η κρατική επιβολή 8 των οποίων περαιτέρω ανάλυση ακολουθεί παρακάτω. Ικανοποίηση των αξιώσεων Η αναγκαστική εκτέλεση αποβλέπει στην ικανοποίηση της αξίωσης που εγείρει ο δανειστής απέναντι στο κράτος (βλ. σημ. (α)) με την έννοια βέβαια που η ικανοποίηση αυτή γίνεται αντιληπτή στον χώρο του ιδιωτικού δικαίου (ΑΚ 247). Μάλιστα, στις διατάξεις της αναγκαστικής εκτέλεσης, απαιτούμενος στόχος είναι η ικανοποίηση της ουσιαστικής αξίωσης του δανειστή, για τον λόγο αυτό, οποιαδήποτε διατύπωση χρησιμοποιείται, κρίνεται πάντα κατά το ουσιαστικό δίκαιο. Καταρχήν, η αναγκαστική εκτέλεση θα πρέπει να αποβλέπει στην αυτούσια ικανοποίηση του δανειστή ώστε ο τελευταίος να ποριστεί ακριβώς εκείνο που σύμφωνα με το περιεχόμενο του εκτελεστού τίτλου αποτελεί αντικείμενο της αξίωσής του. Ωστόσο, αρκετές είναι οι περιπτώσεις όπου η αυτούσια ικανοποίηση του δανειστή δεν μπορεί να επιτευχθεί με άμεσο τρόπο. Για τον λόγο αυτό, χρησιμοποιούντα μέσα επιβαλλόμενα από ορισμένα κρατικά όργανα, τα οποία μπορούν να εξαναγκάσουν έμμεσα τον οφειλέτη στην εκούσια εκπλήρωση των υποχρεώσεών του (π.χ. απειλή χρηματικής ποινής ή προσωπικής κράτησης όπως αναφέρονται στα αρ. 941 2, 946, 947 του ΚΠολΔ). Τέλος, σε μια τρίτη κατηγορία περιπτώσεων, ο νομοθέτης καταφεύγει 8 Γεσίου Φαλτσή Π., Δίκαιο αναγκαστικής εκτέλεσης Ι Γενικό Μέρος, 1998, Εκδ. Σάκκουλα Θεσ/νίκης, σ. 7 επ.

16 σε πλάσμα που καθιερώνει την αυτούσια ικανοποίηση του δανειστή, χωρίς να μεσολαβήσει υλική ενέργεια των εκτελεστικών οργάνων (π.χ. καταδικάζεται ο οφειλέτης σε δήλωση βούλησης η οποία θεωρείται ότι έγινε μόλις η απόφαση γίνει τελεσίδικη σύμφωνα με το αρ. 949 του ΚΠολΔ). Η αξίωση, βέβαια, του δανειστή (ανεξάρτητα από τον χαρακτήρα που έχει η ικανοποίηση που επιδιώκει να απολάβει), εφόσον στρέφεται απέναντι στο κράτος, εξελίσσεται στο πλαίσιο του δημοσίου δικαίου (όπως προκύπτει από το αρ. 20 παρ. 1 Σ). Συνδέει δε τον δανειστή που φέρει την αξίωση με την Πολιτεία και την Πολιτεία με τον οφειλέτη που αναγκάζεται σε εκτέλεση της αξίωσης, και ως εκ τούτου έχει δύο σκέλη. Από την μία, ο δανειστής έχει αξίωση απέναντι στην Πολιτεία, η οποία είναι υποχρεωμένη να λάβει τα κατάλληλα αναγκαστικά μέτρα για την ικανοποίηση του δικαιώματος του δανειστή, όπως αυτό αναγνωρίζεται από το ουσιαστικό δίκαιο. Από την άλλη, ο οφειλέτης είναι υποχρεωμένος να υπακούσει στην κρατική επιταγή, μέσω της οποίας εξαναγκάζεται να ανεχθεί την σε βάρος του αναγκαστική εκτέλεση. Χαρακτηριστικό της παραπάνω σχέσης είναι ότι ούτε ο δανειστής αλλά ούτε και ο οφειλέτης συνδέονται μεταξύ τους με σχέσεις δημοσίου δικαίου. η Πολιτεία είναι πάντα εκείνη που παρεμβαίνει και θέτει ανάμεσά τους τα όργανα της αναγκαστικής εκτέλεσης 9. Σχηματικά θα περιγράφαμε την σχέση δανειστή και οφειλέτη από το πρίσμα της αναγκαστικής εκτέλεσης ως εξής: Η μεν αξίωση ξεκινά από τον δανειστή και καταλήγει στην Πολιτεία, η δε υποχρέωση ξεκινά από την Πολιτεία και καταλήγει στον οφειλέτη. 9 Ορισμένες διατυπώσεις που αφορούν τα στοιχεία του ορισμού προέρχονται από τον Μπρίνια Ιω., Αναγκαστική Εκτέλεση, τ. Ι, άρθρο 927, αριθ. 31 IV, σ. 331.

17 Κρατική επιβολή Η κρατική επιβολή αποτελεί το δεύτερο κρίσιμο στοιχείο της έννοιας της αναγκαστικής εκτέλεσης. Η ικανοποίηση των αξιώσεων του δανειστή και εφόσον απαγορεύεται (εκτός εξαιρετικών περιπτώσεων) η αυτοδικία από μέρους του, επιτυγχάνεται με την κρατική επιβολή. Όταν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του νόμου, τα αρμόδια κρατικά όργανα έχουν εξουσία απέναντι στον οφειλέτη να λάβουν τα κατάλληλα βίαια μέτρα και αντίστοιχα έχουν δημόσια υποχρέωση απέναντι στον δανειστή να μην αδρανήσουν. Η νομική προστασία με την μορφή της αναγκαστικής εκτέλεσης μπορεί να δοθεί με έναν από τους ακόλουθους τρεις τρόπους: Μπορεί, καταρχήν, ο δανειστής να ικανοποιηθεί άμεσα. Υπάρχουν, δηλαδή, περιπτώσεις όπου τα όργανα εκτελέσεως παίρνουν στην εξουσία τους πράγματα του οφειλέτη και τα παραδίδουν ή τα αποδίδουν στον δανειστή [περ. αφαίρεσης κινητού πράγματος από τον οφειλέτη με την χρήση βίας (βλ. αρ. 941 ΚΠολΔ), αποβολής του οφειλέτη από το ακίνητο με την χρήση βίας (βλ. αρ. 943)]. Ο δεύτερος τρόπος με τον οποίο είναι δυνατόν να εκδηλωθεί η αναγκαστική εκτέλεση είναι ο έμμεσος τρόπος. Στην κατηγορία αυτή, τα εκτελεστικά όργανα δεσμεύουν πράγματα από την περιουσία τον οφειλέτη προκειμένου να εκποιηθούν αυτά με πλειστηριασμό και να ικανοποιηθούν οι δανειστές από το προϊόν του 10. [οι περ. κατάσχεσης (βλ. αρ. 951 ΚΠολΔ), προσωπικής κράτησης του οφειλέτη (βλ. αρ. 951 ΚΠολΔ) περ. β ), ακόμα και η περ. αναγκαστικής διαχείρισης (αρ. 951 ΚΠολΔ). 10 Βλ. ΑΠ 282/68 ΝοΒ 16/816, ΑΠ4/57 ΝοΒ 5/467, ΕΘ 689/58 ΝοΒ 7/444, ΕΑ 1712/58 ΝοΒ 7/498.

18 Ο δανειστής μπορεί, επίσης, μέσω της αναγκαστικής εκτέλεσης να προστατευθεί και με τρόπο αναπληρωματικό, δηλαδή με την επιβολή χρηματικής ποινής, ώστε να εκβιασθεί ο οφειλέτης να εκπληρώσει εκούσια τις υποχρεώσεις του [περ. χρηματικής ποινής (βλ. αρ. 946, 947 ΚΠολΔ)]. Τέλος, η κρατική επιβολή εκδηλώνεται και χωρίς την ύπαρξη υλικής ενέργειας των εκτελεστικών οργάνων, με την αυτόματη αναπλήρωση των δηλώσεων βουλήσεως. Αυτό συμβαίνει, όταν η υποχρέωση του οφειλέτη συνίσταται ακριβώς σε δήλωση δικαιοπρακτικής βουλήσεως. Αυτό συμβαίνει, όταν η υποχρέωση του οφειλέτη συνίσταται ακριβώς σε δήλωση δικαιοπρακτικής βουλήσεως. Η κρατική επιβολή αποτελεί πολιτειακή παρέμβαση η οποία είναι απαραίτητη στις σύγχρονες έννομες τάξεις. Καθώς αυτές στηρίζονται εξ ορισμού στην καταρχήν απαγόρευση της αυτοδικίας (αρ. 282-283 ΑΚ), και στη θέση εντελώς ειδικών προϋποθέσεων υπό τις οποίες αυτή η τελευταία κατ εξαίρεση επιτρέπεται 11, ώστε να εξασφαλισθεί η κοινωνική ειρήνη, η πραγματοποίηση του δικαίου με τον άμεσο, έμμεσο ή αναπληρωματικό εξαναγκασμό των κοινωνιών ανήκει αναπόφευκτα στην κρατική αποστολή. Οι θεσμοθετημένες διαδικασίες κρατικής επιβολής για την ικανοποίηση αξιώσεων που αντισταθμίζουν την απαγορευμένη αυτοδικία, σημαίνουν, βέβαια, ότι και ο οφειλέτης κατά του οποίου στρέφονται δεν μπορεί να προβάλλει αντίσταση αυτοδικώντας. Διότι με αυτόν τον τρόπο η έννομη τάξη θα 11 Άρθρα 282-283, 985-986, 1008, 1079 ΑΚ «Το κατ αξαίρεσιν επιτρεπτό της αυτοδικίας πιστοποιεί τον κανόνα ότι τα υποκείμενα του δικαίου που επιδιώκουν την ικανοποίηση των αξιώσεων (ΑΚ 287) πρέπει να προσφύγουν στα μέσα της κρατικής επιβολής. Στις ειδικές περιπτώσεις όπου επιτρέπεται η αυτοδικία, δεν πρόκειται βέβαια για «ιδιωτική» αναγκαστική εκτέλεση, η οποία μπορεί δήθεν να επιχειρείται με τις ενέργειες ιδιωτών, αλλά μόνο για το υποκατάστατό της, προκειμένου να αντιμετωπισθεί η επείγουσα ανάγκη του δανειστή σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του νόμου». Γεσίου Φάλτση Π., Δίκαιο ΑνΕκτ, Γενικό Μέρος.

19 οδηγούνταν σε αντίφαση απαγορεύοντας από την μια πλευρά στον δανειστή να αυτοδικεί και από την άλλη να επιτρέπει στον οφειλέτη να αντιστέκεται με δικά του μέσα κατά των πράξεων της κρατικής επιβολής. γ) Υποκείμενα της αναγκαστικής εκτέλεσης Η αναγκαστική εκτέλεση δεν προβλέπει αντιδικία με την έννοια που γίνεται αντιληπτή στην διαγνωστική διαδικασία. Ωστόσο, αποτελεί μια διαδικασία η οποία στηρίζεται στην αρχή των δυο διαδίκων, είναι δηλαδή απαραίτητη η ύπαρξη δυο διαδίκων που βρίσκονται μεταξύ τους σε θέση αντιμαχόμενη. Μεταξύ των δύο διαδίκων και του κράτους αναπτύσσεται η τριμερής δικονομική έννομη σχέση της αναγκαστικής εκτέλεσης, η οποία έχει δυο σκέλη. Από την μια πλευρά, συνδέεται ο διάδικος με το κράτος, όπου συγκεκριμένα ο πρώτος φέρει αξίωση προς το δεύτερο για την ικανοποίησή του. από την άλλη πλευρά συνδέεται το κράτος με τον άλλο διάδικο. Σ αυτήν τη σχέση το κράτος υποχρεώνει τον διάδικο σε υπακοή της κρατικής επιταγής που σχετίζεται με την ικανοποίηση των αξιώσεων του πρώτου διαδίκου. Τα υποκείμενα της αναγκαστικής εκτέλεσης ειδικότερα είναι: 1. Ο επισπεύδων δανειστής Επισπεύδων λέγεται ο δανειστής που κινεί την διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης. Η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης κινείται μόνο με την ιδιωτική πρωτοβουλία του επισπεύδοντος και ποτέ με αυτεπάγγελτη επέμβαση του δικαστηρίου ή των οργάνων εκτέλεσης 12. Μάλιστα, όχι μόνο η έναρξη αλλά και η πορεία της εκτελεστικής διαδικασίας ανήκει στην πρωτοβουλία του επισπεύδοντος, 12 «Ο επισπεύδων δανειστής κρατάει στα χέρια του τα ηνία της αναγκαστικής εκτελέσεως». Έκφραση του Φραγκίστα, Δίκαιο ΑνΕκτ, Παραδόσεις 2.

20 ενώ υπό ορισμένες προϋποθέσεις είναι δυνατή και η παρεμβολή και άλλων δανειστών για την συνέχιση της διαδικασίας. Επιπλέον, τα όργανα της εκτέλεσης ενεργούν με βάση την εντολή αυτού και το δικαστήριο επεμβαίνει μετά από αίτηση του επισπεύδοντος ή άλλων δανειστών που μετέχουν στην διαδικασία της εκτέλεσης. Βέβαια, ο κυρίαρχος ρόλος που αποκτά ο δανειστής θα πρέπει να βασίζεται σε μια δικαστική απόφαση ή άλλο έγγραφο με ανάλογο κύρος (ΚΠολΔ 904 2), δηλαδή να θεμελιώνεται από έναν εκτελεστό τίτλο (ΚΠολΔ 904 1). 2. Οι αναγγελθέντες δανειστές Πρόκειται για περίπτωση υποκατάστασης σε θέση επισπεύδοντος σύμφωνα με το αρ. 973 ΚΠολΔ. Οι αναγγελθέντες δανειστές του ίδιου του οφειλέτη προκειμένου να ικανοποιηθούν από το πλειστηρίασμα του περιουσιακού στοιχείου που έχει κατασχεθεί (αρ. 972 ΚΠολΔ). Πάντως, η πρωτοβουλία εξακολουθεί να ανήκει στον επισπεύδοντα εκτός αν αυτός αμελεί ή δεν μπορεί να συνεχίσει τη διαδικασία, οπότε κάποιος απ τους δανειστές μπορεί να αναλάβει να την συνεχίσει. 3. Ο καθού η εκτέλεση οφειλέτης Είναι το πρόσωπο κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση και συγχρόνως είναι ο οφειλέτης της ενσωματωμένης στον εκτελεστό τίτλο απαίτησης του επισπεύδοντος. 4. Ο τρίτος κύριος ή νομέας Είναι το πρόσωπο κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση και το οποίο δεν ενέχεται προσωπικώς έναντι του δανειστή, δεν βρίσκεται δηλαδή μ αυτόν σε κανένα σύνδεσμο πλην όμως υπέχει εμπράγματη ευθύνη με το αντικείμενο της εκτέλεσης. Έτσι, ο επισπεύδων ενυπόθηκος δανειστής μπορεί να επιχειρήσει αναγκαστική εκτέλεση κατά του ενυπόθηκου ακινήτου το οποίο κατά κυριότητα ανήκει σε τρίτο (αρ. 993 παρ. 1 ΚΠολΔ).

21 δ) Όργανα της αναγκαστικής εκτέλεσης Η παροχή νομικής προστασίας, με την μορφή δεσμευτικής διάγνωσης των έννομων σχέσεων των διαδίκων έχει ανατεθεί στα δικαστήρια (πρβλ αρ. 20 παρ. 1 Σ, αρ. 26 παρ. 3 Σ και αρ. 87 παρ. 1 Σ). Αντίθετα, η παροχή νομικής προστασίας με την μορφή της αναγκαστικής εκτέλεσης, έχει ανατεθεί σε άλλα κρατικά όργανα. Στο ελληνικό δίκαιο η αναγκαστική εκτέλεση δεν είναι έργο του δικαστηρίου που εκδίδει την εκτελούμενη απόφαση, αλλά επιχειρείται από όργανα ξεχωριστά 13. Μετά την έκδοση του εκτελεστού τίτλου (αρ. 904 ΚΠολΔ) και την περιγραφή του εκτελεστηρίου (αρ. 918 παρ. 2 ΚΠολΔ), το δικαστήριο δεν μπορεί να διενεργεί πράξεις της εκτελεστική διαδικασίας. Το δικαστήριο της εκτελέσεως μπορεί να επεμβαίνει μόνο ρυθμιστικά για την καλύτερη διεξαγωγή της εκτελεστικής διαδικασίας ή και να εκδίδει αποφάσεις προπαρασκευαστικές της εκτέλεσης λ.χ. διατάξουν την αντικατάσταση του μεσεγγυούχου (αρ. 956 παρ. 5 ΚΠολΔ) ή αναστέλλουν την ενέργεια του πλειστηριασμού (αρ. 1000 ΚΠολΔ). Μπορεί επίσης, το δικαστήριο να επεμβαίνει και καταστατικά μετά από άσκηση ανακοπής για την επίλυση διαφορών που ανακύπτουν κατά την διάρκεια της εκτελεστικής διαδικασίας, λ.χ. δικάζουν τις αντιρρήσεις που προβάλλονται εναντίον της εκτελεστική διαδικασίας (αρ. 933 ΚΠολΔ). Τα όργανα της αναγκαστικής εκτέλεσης διακρίνονται σε άμεσα και έμμεσα. Άμεσα όργανα είναι εκείνα που άμεσα και απαραίτητα διενεργούν τις διαδικαστικές πράξεις που προβλέπει ο νόμος. Τέτοια σύμφωνα με τον ΚΠολΔ είναι ο δικαστικό επιμελητής και ο συμβολαιογράφος ή ο ειρηνοδίκης που τον αναπληρώνει (αρ. 3 ν 13 Μπέης Κ., ΑνΕκτ: Μαθήματα Πολιτικής Δικονομίας, 2.1, σ. 15.

22 670/77) και οι οποίοι έχουν αποκλειστική αρμοδιότητα, αφού η λειτουργία τους ως όργανα της αναγκαστικής εκτέλεσης καθορίζονται απ τον νόμο. Έμμεσα όργανα θεωρούνται με αρκετές ωστόσο αμφισβητήσεις 14 τα όργανα της αστυνομίας της χωροφυλακής ή των ενόπλων δυνάμεων. Η συνδρομή των οργάνων αυτών ζητείται όταν προβάλλεται ή απειλείται αντίσταση 15. Ειδικότερα: Άμεσα όργανα α) Δικαστικός επιμελητής 16 Ο δικαστικός επιμελητής εκτός των άλλων καθηκόντων του ως έργο του έχει και την εκτέλεση των αναφερόμενων στην παρ. 2 του αρ. 904 ΚΠολΔ εκτελεστών τίτλων. Η κατά τόπο αρμοδιότητά του καθορίζεται με βάση την περιφέρεια στην οποία πρόκειται να επιχειρηθεί η συγκεκριμένη πράξη της αναγκαστικής εκτέλεσης. Η κατάσχεση των κινητών στα χέρια του οφειλέτη, καθώς και η κατάσχεση ακινήτων και η προετοιμασία του πλειστηριασμού γίνονται από τον δικαστικό επιμελητή (άρθρα 954 παρ. 1, 960 παρ. 1 και 999 παρ. 1 ΚΠολΔ), καθώς επίσης και η σύλληψη του οφειλέτη του οποίου έχει διαταχθεί η προσωπική κράτηση (αρ. 1040 παρ. 2 ΚΠολΔ). β) Συμβολαιογράφος 17 Ο συμβολαιογράφος κατά τον ισχύοντα ΚΠολΔ διενεργεί αναγκαστικούς ή εκούσιους πλειστηριασμούς κινητών και ακινήτων ή άλλων ειδικών περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη και επίσης, 14 Αντίθετη άποψη Μπέη. 15 Βαθρακοκοίλης Β. ΚωδΠολΔικ: Ερμηνευτική Νομολογιακή ανάλυση, Ε, 1997, αρ. 904 ΚΠολΔ, σ. 25. 16 Το περιεχόμενο των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των δικαστικών επιμελητών ορίζονται στις διατάξεις του ΚΠολΔ και στα άρθρα 20-41 του ν. 2318/1995, Κώδικας Δικαστικών Επιμελητών. 17 Οι συμβολαιογράφοι διέπονται σήμερα από το ν. 670/1977.

23 διανέμει το πλειστηρίασμα (άρθρα 959 παρ. 1, 974, 998 παρ. 1, 1006, 1026 ΚΠολΔ). Ο συμβολαιογράφος, καθώς επίσης και ο δικαστικός επιμελητής διορίζονται από τον επισπεύδοντα δανειστή (αρ. 927 ΚΠολΔ). Ωστόσο, ο διαχειριστής και ο συμβολαιογράφος προς πλειστηρίαση των ειδικών περιουσιακών στοιχείων διορίζονται με δικαστική απόφαση (αρ. 1026 ΚΠολΔ). Η εντολή προς εκτέλεση δεν είναι ακριβώς εντολή, αλλά αίτηση νομικής προστασίας. Το όργανο της εκτέλεσης δεν έχει εξουσία να αρνηθεί (πρβλ ΕνΠολΔ 73 παρ. 4) εκτός αν δεν συντρέχουν οι τυπικές προϋποθέσεις της αναγκαστικής εκτέλεσης (πρβλ 50 παρ. 2 εδ. Θ ν.δ. 1210/1972) ή αν επισπεύδεται εκτέλεση εναντίον συγγενικού προσώπου τους (πρβλ 9 ν.δ. 1333/1973). Στην διάρκεια που εκτελεί τα καθήκοντά του, το όργανο της εκτέλεσης ενεργεί ως δημόσιο όργανο, σύμφωνα με τις επιταγές του νόμου (29 ν. 1210/1972 και αρ. 1 παρ. 1 ν.δ. 1333/1973). Έμμεσα όργανα Έμμεσα θεωρούνται τα όργανα της αστυνομίας, της χωροφυλακής ή των ενόπλων δυνάμεων (αρ. 929 παρ. 2 και αρ. 930 παρ. 1 ΚΠολΔ). Ορισμένοι μάλιστα συγγραφείς εκτός από τους αστυνομικούς κατατάσσουν και ως έμμεσα όργανα της αναγκαστικής εκτέλεσης του μάρτυρες που συμπράττουν (αρ. 930 παρ. 2 ΚΠολΔ). Ωστόσο, πολλοί είναι οι υποστηρικτές της αντίθετης άποψης, ότι, δηλαδή, τα πρόσωπα αυτά δεν είναι όργανα αναγκαστικής εκτέλεσης. Κατά την άποψή τους (πρβλ άποψη Μπέη) οι αστυνομικοί συμπράττουν για να αποτρέψουν με την παρουσία τους βιαιοπραγίες ή για να συλλάβουν εκείνους που διαπράττουν εγκλήματα επ αυτοφώρω στο πλαίσιο της εκτέλεσης, ενώ οι μάρτυρες περιορίζονται να βεβαιώσουν την ακρίβεια της έκθεσης που

24 συντάσσεται για την εκτέλεση. Ως έμμεσο όργανο, θα μπορούσε αντίθετα να θεωρηθεί ο εισαγγελέας στην έκταση που ασκεί ιεραρχικό έλεγχο στους δικαστικούς επιμελητές. ε) Μέσα της αναγκαστικής εκτέλεσης Το δίκαιο της αναγκαστικής εκτέλεσης όπως διαμορφώνεται μέσα από τις διατάξεις του ΚΠολΔ έχει σαν πρωταρχικό σκοπό την αυτούσια ικανοποίηση των αξιώσεων του δανειστή λαμβάνοντας σε κάθε περίπτωση τα κατάλληλα βίαια μέτρα. Ο φυσικός λοιπόν καταναγκασμός του οφειλέτη επιτρέπεται μόνο όταν το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα (ικανοποίηση του δανειστή) δεν είναι δυνατό να επιτυγχάνεται με ηπιότερα μέσα. Σε κάθε περίπτωση, επομένως, η νομοθετική διαμόρφωση των μέσων εκτέλεσης θα πρέπει να γίνεται με βάση την κεντρική αφετηρία ότι ο οφειλέτης μπορεί να υποστεί φυσικό καταναγκασμό, μόνο όμως όπου αυτό είναι αναγκαίο. Στο δεύτερο κεφάλαιο της αναγκαστικής εκτέλεσης, στο οποίο εντάσσονται τα άρθρα 941 έως 952 ΚΠολΔ γίνεται λόγος για τον τρόπο και τα μέσα με τα οποία πραγματώνεται αυτή. Από αυτήν την πλευρά, η εκτέλεση διακρίνεται σε άμεση, έμμεση και αναπληρωματική. Η διάκριση αυτή έχει ως κριτήριο το κατά τον εκτελεστό τίτλο περιεχόμενο της υπό εκπλήρωση απαίτησης του δανειστή. Συνοπτικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι: ά μ ε σ η είναι η εκτέλεση η οποία κατευθύνεται στην αυτούσια ικανοποίηση του δανειστή, έ μ μ ε σ η είναι η εκτέλεση η οποία επιδιώκει τον με άλλα μέσα (όπως με απειλή ποινών) εξαναγκασμό του οφειλέτη προς συμμόρφωση κατά το περιεχόμενο του εκτελεστού τίτλου, και τέλος α ν α π λ η ρ ω μ α τ ι κ ή είναι εκείνη η εκτέλεση που λαμβάνει χώρα όταν με την άμεση ή έμμεση εκτέλεση αποβαίνει άκαρπη η προς τον εκτελεστό τίτλο

25 συμμόρφωση του οφειλέτη ή σαν βάσει άλλων διατάξεων (π.χ. ΑΚ 330) η παροχή μετατρέπεται σε χρηματική. Συνηθέστερα, η ικανοποίηση του δανειστή επιτυγχάνεται με τις παραπάνω υλικές πράξεις των οργάνων που έχουν ταχθεί για τον σκοπό αυτό. Οι υλικές πράξεις που οδηγούν άμεσα, έμμεσα ή αναπληρωματικά στην ικανοποίηση των αξιώσεων με την κρατική επιβολή καλούνται μέσα εκτέλεσης. Τα μέσα εκτέλεσης είναι τα εξής: 1. Αφαίρεση κινητού πράγματος από τον οφειλέτη με την χρήση βίας 18. Κατά το αρ. 941 παρ. 1 ΚΠολΔ η κατά τον εκτελεστό τίτλο (και μάλιστα οποιοδήποτε εκτελεστό τίτλο, δηλαδή δικαστική απόφαση, ακόμη και αυτή που εκδίδεται κατά την διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων ή συμβολαιογραφικά έγγραφα) απαίτηση αφορά την απόδοση ή την παράδοση ορισμένου κινητού πράγματος ή ποσότητα από ορισμένα κινητά πράγματα, η αναγκαστική εκτέλεση γίνεται με την βίαιη αφαίρεση του αντικειμένου από τον δικαστικό επιμελητή στον οποίο έχει δοθεί η προς τούτο εντολή από τον επισπεύδοντα δανειστή. Σκοπός της συγκεκριμένης διάταξης είναι να συμπεριλάβει οποιαδήποτε οφειλή ορισμένου πράγματος. Η παράδοση κινητού πράγματος από τον οφειλέτη αφορά συνήθως περιπτώσεις κατά τις οποίες ο επισπεύδων δανειστής παραλαμβάνει το πράγμα βάσει ορισμένης έννομης σχέσης, ενώ η απόδοση αφορά περιπτώσεις στις οποίες ο οφειλέτης υποχρεούται να επιστρέψει το πράγμα στον δανειστή (π.χ. έξωση του μισθωτή από το μισθίο). 2. Αποβολή του οφειλέτη από το ακίνητο με την χρήση βίας 19. Κατά το αρ. 943 παρ. 1 ΚΠολΔ ως πρωταρχικό μέσο εκτέλεσης καθιερώνεται για την παράδοση ή απόδοση ακινήτου η αποβολή του 18 ΑΠ 171/88 ΕΕΝ 1989/123, ΠρΠΑ 47/82 Δνη 24314. 19 ΑΠ 1050/82 Δνη 24/209, ΕΑ 5983/93 Δνη 35/458, ΕΑ 9152/89 Δ 25/418.

26 οφειλέτη από το ακίνητο και η εγκατάσταση σ αυτό του επισπεύδοντος δανειστή. Στην υποχρέωση απόδοσης του ακινήτου, η εκτέλεση είναι άμεση και διενεργείται με την αποβολή του καθού η εκτέλεση από τον δικαστικό επιμελητή και συγχρόνως με εγκατάσταση του δανειστή. Στην συγκεκριμένη περίπτωση, η άμεση εκτέλεση είναι πάντοτε εφικτή καθώς το ακίνητο από την φύση του δεν αποκρύπτεται. Η αποβολή μπορεί να γίνει μόνο από τον δικαστικό επιμελητή και αν προβάλλεται αντίσταση μπορεί να χρησιμοποιήσει και βία (αρ. 930 ΚΠολΔ). 3. Κατάσχεση 20 Η κατάσχεση, καθώς επίσης και οι διάφορες μορφές της προβλέπονται στα άρθρα 951, 953 επ., 992 επ., 1022 επ. ΚΠολΔ. Αποτελεί πράξη εξουσίας με την οποία επέρχεται από τα κρατικά όργανα δέσμευση υλική και νομική περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη για την ικανοποίηση χρηματικής απαίτησης του δανειστή. Κύριο χαρακτηριστικό του πρώτου αυτού σταδίου της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης είναι η κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη η οποία του στερεί το δικαίωμα χρήσης και κάρπωσης των πραγμάτων αυτών προς το σκοπό της επέλευσης των επόμενων σταδίων της αναγκαστικής εκτέλεσης. Στο επόμενο στάδιο, η κατάσχεση αποτελεί διαδικαστική πράξη, καθώς επέρχεται η χρηματική ρευστοποίηση των κατασχεθέντων πραγμάτων με πλειστηριασμό και η ικανοποίηση του δανειστή (και των αναγγελθέντων δανειστών). Η κατάσχεση εμφανίζεται με διάφορες μορφές, όπως η κατάσχεση κινητών (αρ. 953 ΚΠολΔ), κατάσχεση ακινήτων πλοίων και αεροσκαφών (αρ. 992 ΚΠολΔ), κατάσχεση χρηματικών 20 ΑΠ 282/68 ΝοΒ 16/816, ΑΠ 4/57 ΝοΒ 5/457, ΕΘ 689/58 ΝοΒ 7/444, ΕΑ 1712/58 ΝοΒ 7/498

27 απαιτήσεων (αρ. 982 παρ. 1 ΚΠολΔ) καθώς επίσης και κατάσχεση ειδικών περιουσιακών στοιχείων (αρ. 1022 επ. ΚΠολΔ). 4. Προσωπική κράτηση 21 Χαρακτηριστικός είναι ο ορισμός που δίνει ο Κ. Μπέης 22 για την προσωπική κράτηση, σύμφωνα με τον οποίο «είναι το μέσο αναγκαστικής εκτέλεσης με το οποίο ο οφειλέτης συλλαμβάνεται και κλείνεται στην φυλακή για να του ασκηθεί ψυχολογική πίεση και να εκπληρώσει την υποχρέωση που έχει». Επομένως, η προσωπική κράτηση δεν αποτελεί αναγκαστικό μέσο πληρωμής, αλλά επίσημος τρόπος εκβιασμού. Όταν ο οφειλέτης δεν συμμορφώνεται προς το περιεχόμενο της ενοχής που σύναψε με τον δανειστή, ο πρώτος υποχρεούται να ανεχθεί την επέμβαση του δευτέρου, οπότε σε περίπτωση άρνησης ή παρακώλυσης της επέμβασης έχει εφαρμογή του αρ. 947 ΚΠολΔ (χρηματική ποινή και προσωπική κράτηση). Το μέσο αυτό αμφισβητείται από πολλούς που το χαρακτηρίζουν ως νομοθετική ασυνέπεια. Ακόμη πιο σκληρή είναι η ρύθμιση της προσωπικής κράτησης που γίνεται για χρέη προς το Δημόσιο. Σ αυτήν την περίπτωση δεν απαιτείται καν δικαστική απόφαση που να στηρίζει την διαταγή της προσωπικής κράτησης στην προηγούμενη απόφαση του οφειλέτη και στην συνδρομή των προϋποθέσεων του νόμου. Αντίθετα, ο διευθυντής του αρμόδιου δημόσιου ταμείου έχει την εξουσία να εκδώσει ένταλμα, με το οποίο τα αστυνομικά όργανα θα συλλάβουν και θα φυλακίσουν τον οφειλέτη. 5. Αναγκαστική διαχείριση 23 Πρόκειται για μέσο το οποίο εφαρμόζεται πολύ δύσκολα και το οποίο θεμελιώνεται μέσα από τα αρ. 951 και 1034 επ. ΚΠολΔ. Η 21 ΑΠ 416/77 ΝοΒ 26/22, ΕΑ 3026/87 ΕΔΠ 1987/46, ΕΘ 414/87 ΑρχΝ 38/160 22 Μπέης Κ, Ανειπ: Μαθήματα Πολιτικής Δικονομίας 29.2 σ. 300 23 ΜΠρΘεσ 729/1972 Αρμ 26, 542

28 αναγκαστική διαχείριση συνίσταται στην οικονομική εκμετάλλευση της περιουσίας του οφειλέτη για την ικανοποίηση των δανειστών του χωρίς ωστόσο να επέρχεται δέσμευση και πλειστηριασμός της διαχειριζόμενης περιουσίας. Η αναγκαστική διαχείριση διενεργείται από τον δικαστικό επιμελητή και έχει ω αντικείμενο μόνο ακίνητο ή επιχείρηση. Αν ο οφειλέτης εμποδίσει τον διαχειριστή να ασκήσει τα καθήκοντά του θα επακολουθήσει η καταδίκη του στην χρηματική ποινή ή στην προσωπική κράτηση. Θα πρέπει, τέλος, να αναφερθεί ότι η αναγκαστική διαχείριση διατάσσεται με την ειδική διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, ενώ βρίσκει και περιορισμούς στο αρ. 1035 ΚΠολΔ. 6. Βεβαιωτικός όρκος (οιονεί μέσο εκτελέσεως) 24 Το αρ. 952 ΚΠολΔ καθιερώνει τον θεσμό του καταλόγου περιουσιακών στοιχείων, καθώς επίσης και τον βεβαιωτικό όρκο και αποσκοπεί στην προστασία των δανειστών από την δολιότητα και δυσφορία των οφειλετών. Ο αν 49/1967 με την κατάργηση της προσωπικής κράτησης ως μέσου εκτέλεσης χρηματικών απαιτήσεων, καθιέρωσε ως υποκατάστατο της προσωποκράτησης την υποχρέωση του οφειλέτη να υποβάλλει κατάλογο περιουσιακών στοιχείων και την ενίσχυση αυτού του καταλόγου με τον βεβαιωτικό όρκο για την διασφάλιση του δανειστού έναντι του κακόπιστου οφειλέτη, χωρίς όμως την προϋπόθεση της άμεσης επέμβασης στη σφαίρα της προσωπικής του ελευθερίας. Ο θεσμός του βεβαιωτικού όρκου στο πλαίσιο της αναγκαστικής εκτέλεσης, διευκολύνει την κατάσχεση, η οποία αποτελεί μέσο προς ικανοποίηση χρηματικών απαιτήσεων και συνεπώς ορθώς κατατάσσεται στα μέσα αναγκαστικής εκτέλεσης. 24 ΕιρΑθ 496/70 Αρμ 25/174, ΕιρΑθ 61/68 ΝοΒ 16/1089.

29 στ) Εκτελεστοί τίτλοι (ΚΠολΔ 904 παρ. 1) Οι δικαστικές αποφάσεις ειδικότερα Από την διατύπωση της παρ. 1 αρ. 904 ΚΠολΔ προκύπτει ως αναγκαίος όρος και ως πρώτη και σπουδαιότερη προϋπόθεση της αναγκαστικής εκτέλεσης ο εκτελεστός τίτλος. Εκτελεστός τίτλος είναι το έγγραφο το οποίο ενσαρκώνει αξίωση που μπορεί να ικανοποιηθεί με αναγκαστική εκτέλεση 25. Καθώς η αναγκαστική εκτέλεση από την φύση της αποτελεί μια σοβαρή επέμβαση στην προσωπική και περιουσιακή σφαίρα του οφειλέτη, κρίνεται επιτακτική η ανάγκη να προσδιοριστούν με απόλυτη σαφήνεια οι προϋποθέσεις του επιτρεπτού της. Κύριο μέσο για τον σκοπό αυτό είναι ο εκτελεστός τίτλος. Όπως, ήδη αναφέρθηκε, ο δανειστής δεν έχει εξουσία με τις προσωπικές του δυνάμεις να εξαναγκάσει τον οφειλέτη να συμμορφωθεί με την υποχρέωσή του, αλλά θα πρέπει να απευθυνθεί προς το αρμόδιο όργανο της αναγκαστικής εκτέλεσης και να του ζητήσει να προκαλέσει αυτό την βίαιη ικανοποίηση της αξίωσή του. Το αρμόδιο όργανο, όμως, για να ανταποκριθεί στο αίτημα αυτό, δεν αρκεί ο δανειστής να έχει απλώς αξίωση του οφειλέτη για παροχή. Ακόμη και αν η οφειλή αποδεικνύεται με ιδιόχειρη και ενυπόγραφη απόδειξη του οφειλέτη για παροχή, η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης δεν μπορεί να κινηθεί 26. Θα πρέπει, λοιπόν, να έχει συντελεστεί εκείνο το νομικό γεγονός, το οποίο γεννάει την αξίωση του δανειστή εναντίον της πολιτείας για παροχή έννομης προστασίας με την μορφή της αναγκαστικής εκτέλεσης. Από το ένα μέρος θεμελιώνει και προσδιορίζει 25 Ο ορισμός προέρχεται από τον Φραγκίστα, Δικ.Αν.Εκτ. (παραδόσεις) 8 σ. 10. 26 Μπέης Κ., ΑνΕκτ: Μαθήματα Πολιτικής Δικονομίας, 3.1, σ. 22.

30 το δικαίωμα αυτό του δανειστή και από το άλλο την αντίστοιχη υποχρέωση της πολιτείας. Από την λεκτική διατύπωση της παρ. 1 αρ. 904 ΚΠολΔ, στην οποία παρεμβάλλεται η λέξη «μόνο» προκύπτει ότι η απαρίθμηση των εκτελεστών τίτλων στην παρ. 2 είναι περιοριστική. Συνεπώς, τα δικαστήρια και άλλες δημόσιες αρχές δεν έχουν εξουσία να προσδώσουν εκτελεστότητα σε άλλα έγγραφα που δεν περιλαμβάνονται στην παρ. 2 του αρ. 904. Η εξουσία αυτή ανήκει μόνο στον νομοθέτη. Επιπλέον, ούτε οι διάδικοι έχουν δικαίωμα να δημιουργήσουν με σύμβαση άλλους εκτελεστούς τίτλους εκτός από εκείνους που αναγνωρίζει ο νόμος. Η αιτιολόγηση βρίσκεται στο γεγονός ότι οι διατάξεις που αφορούν την εκτελεστότητα είναι δημόσιας τάξης, αφού παρεμβάλλεται και μάλιστα ενεργά το κράτος και συνεπώς τη δύναμη του τίτλου να θέσει σε κίνηση την δημόσια αρχή, μόνο αν ο νόμος μπορεί να προσδώσει και όχι η ιδιωτική βούληση 27. Στην παρ. 2 του αρ. 904 ΚΠολΔ απαριθμούνται οι εκτελεστοί τίτλοι, οι οποίοι είναι: α) οι τελεσίδικες ή προσωρινά εκτελεστές δικαστικές αποφάσεις ημεδαπών δικαστηρίων, β) οι διαιτητικές αποφάσεις, γ) τα πρακτικά ημεδαπών δικαστηρίων τα οποία παρέχουν συμβιβασμό ή προσδιορισμό δικαστικών εξόδων, δ) οι διαταγές πληρωμής που εκδίδονται από ημεδαπούς δικαστές, ε) τα συμβολαιογραφικά έγγραφα, στ) οι αλλοδαποί τίτλοι που κηρύχθηκαν εκτελεστοί και ζ) οι διαταγές και οι πράξεις που αναγνωρίζονται από το νόμο ως τίτλοι εκτελεστοί. 27 Βαθρακοκοίλης Β., ΚωδΠολΔικ: Ερμηνευτική Νομολογιακή Ανάλυση, τ. Ε, 1997 αρ. 904 ΚΠολΔ, σ. 43.

31 Οι δικαστικές αποφάσεις ειδικότερα Η πρώτη περίπτωση της παρ. 2 του αρ. 904 ΚΠολΔ που αποτελεί και την σπουδαιότερη και συνηθέστερη περίπτωση εκτελεστού τίτλου, αναφέρει τις τελεσίδικες και τις προσωρινά εκτελεστές αποφάσεις κάθε ελληνικού δικαστηρίου, χωρίς καμία ειδικότερη διάκριση άλλωστε η εκτελεστότητα και το δεδικασμένο αποτελούν τις σημαντικότερες και βασικές συνέπειες που αναδίδουν οι δικαστικές αποφάσεις. Η διάταξη αναφέρεται σε αποφάσεις των ημεδαπών δικαστηρίων, όχι για τον αποκλεισμό από την εκετελεστότητα των αλλοδαπών δικαστικών αποφάσεων, για τις οποίες άλλωστε υπάρχει ειδική πρόβλεψη, προς τούτο, στα άρθρα 904 παρ. 2 στ και 905 ΚΠολΔ, αλλά για να τονίσει την έκταση των αποφάσεων από την άποψη των δικαστηρίων που έχουν. Με βάση την γενικότητα της διάταξης αυτής, χωρίς διακρίσεις, τίτλο εκτελεστό συνθέτουν όχι μόνο οι αποφάσεις των πολιτικών δικαστηρίων, και μάλιστα ανεξάρτητα από το είδος της διαδικασίας, κατά την οποία εκδόθηκαν, αλλά και οι αποφάσεις οποιουδήποτε ελληνικού δικαστηρίου, οι οποίες εκδικάζουν απαίτηση αναγκαστικής εκτέλεσης, όπως των ποινικών δικαστηρίων ως προς την απόδοση των πειστηρίων ή των κατασχεθέντων στον ιδιοκτήμονα ή την απόδοση εγγύησης και ως προς την επιδικασθείσα πολιτική αγωγή ή δαπάνη σε βάρος αυτού που καταδικάσθηκε ή του αστικώς υπεύθυνου που κλητεύθηκε 28, οπότε εξομοιώνονται προς τις πολιτικές ή των διοικητικών δικαστηρίων ως προς την επιδικαζόμενη δικαστική δαπάνη. Ωστόσο, για την εκτέλεση του πολιτικού μέρους των ποινικών αποφάσεων τίθεται ως προϋπόθεση το αμετάκλητο καταδικαστικής ποινικής απόφασης, ενώ η εκτέλεση ακολουθεί την διαγραφόμενη από τον ΚΠολΔ διαδικασία (ΚΠολΔ 570). 28 Βαθρακοκοίλης Β., ΚωδΠολΔικ: Ερμηνευτική Νομολογιακή ανάλυση, τ. Ε, 1997, αρ. 904 ΚΠολΔ σ. 45.

32 IV. ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΠΟΥ ΑΝΑΚΥΠΤΕΙ: ΤΑ ΣΥΓΚΡΟΥΟΜΕΝΑ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ ΣΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΗΣ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ α) Εισαγωγή Η εναρμόνιση της αναγκαστικής εκτέλεσης με τις διατάξεις του Συντάγματος της ευρωπαϊκής σύμβασης για τα δικαιώματα του ανθρώπου, καθώς και του αντίστοιχου Διεθνούς Συμφώνου του Ο.Η.Ε. είναι προβληματική. Αυτό συμβαίνει γιατί ο θεσμός της αναγκαστικής εκτέλεσης από την μια μεριά και όσον αφορά τον οφειλέτη κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση συνιστά προσβολή των θεμελιωδών δικαιωμάτων του. από την άλλη πλευρά, ωστόσο, θα πρέπει ως διαδικασία να προστατεύσει και τον δανειστή στο πλαίσιο των δικών του θεμελιωδών δικαιωμάτων. Στην προσβολή, δηλαδή, θεμελιωδών δικαιωμάτων, την οποία υφίσταται ο οφειλέτης μέσω της αναγκαστικής εκτέλεσης, αντιστοιχεί κατοχυρωμένο θεμελιακό δικαίωμα του δανειστή να τεθεί στην διάθεσή του η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης προς ικανοποίηση της αξίωσής του 29. Η ένταση που δημιουργείται από τη σύγκρουση των συμφερόντων του δανειστή αφενός και του οφειλέτη αφετέρου μπορεί σε ορισμένες περιπτώσεις να εξελιχθεί σε ουσιαστική κοινωνική διένεξη, με δυσμενή αποτελέσματα για την κοινωνική ειρήνη. Καθώς, λοιπόν, η ρύθμιση του δικαίου της αναγκαστικής εκτέλεσης αποβλέπει στην εξισορρόπηση των συγκρουόμενων συμφερόντων, έχει ιδιαίτερη σημασία ο εντοπισμός αυτών των συμφερόντων, έχει ιδιαίτερη σημασία ο εντοπισμός αυτών των συμφερόντων τα οποία θα πρέπει να 29 Μπέης Κ., Πολιτική Δικονομία: άρθρα 904 914, τεύχος δ, σ. 29.

33 σταθμιστούν και τελικά, να θεραπευθούν από το νομοθέτη, ώστε να είναι ασφαλέστερη η ερμηνεία των επιμέρους διατάξεων 30. β) Τα συμφέροντα του δανειστή Κύρια επιδίωξη του νομοθέτη και στόχος της διενέργειας αναγκαστικής εκτέλεσης είναι αναμφίβολα η γρήγορη και κατά το δυνατό ολιγοδάπανη ικανοποίηση της αξίωσης των δανειστών. Το αίτημα για γρήγορη παροχή έννομης προστασίας αποτελεί ουσιώδη έκφανση της συνταγματικής αρχής του άρθρου 20 του Συντάγματος από την οποία και απορρέει. Σύμφωνα με την διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης, ο δανειστής θεωρείται ότι βρίσκεται σε οικονομική κατάσταση δυσμενέστερη και λιγότερο ευνοϊκή από αυτήν του οφειλέτη (είναι με άλλα λόγια «ζημιωμένος» όπως συμβαίνει στις δίκες διατροφής ή στις εργατικές διαφορές). Επιπλέον, μετά την περάτωση μιας πολύχρονης διαδικασίας της διαγνωστικής δίκης, είναι εύλογο ότι ο δανειστής απαιτεί την όσο το δυνατόν λιγότερο δαιδαλώδη και δαπανηρή διαδικασία για να επιτύχει την ικανοποίησή του. Επομένως, ο νομοθέτης προνοεί να διαθέσει τα περισσότερα μέσα εκτελέσεως γι αυτόν ακριβώς το σκοπό. Το αίτημα του δανειστή για γρήγορη και ολιγοδάπανη ικανοποίηση ξεπερνά τα στενά όρια των ιδιωτικών συμφερόντων. Η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης επιδιώκει να καταστήσει σεβαστά τα δικαιώματα που αναγνωρίζει το δίκαιο στον δανειστή. Καταλήγουμε, λοιπόν, στο συμπέρασμα ότι η γρήγορη ικανοποίηση των δανειστών εξυπηρετεί γενικότερα και το κοινό συμφέρον, και ενισχύει την πίστη. Η θεσμοθέτηση, επομένως, γρήγορων και αποτελεσματικών εκτελεστικών διαδικασιών αποτελεί ουσιαστική 30 Βλ. Φραγκίστα, Δίκαιο αν.εκτ. (Παραδόσεις), σ. 5 επ.