1. H εκπαίδευση των αλλόγλωσσων παιδιών στην Eλλάδα σήμερα: μία κριτική



Σχετικά έγγραφα
Τετράδια Εργασίας Νάξου Διγλωσσία

Πράξη «Εκπαίδευση αλλοδαπών και παλιννοστούντων µαθητών» Δράση: Επιµόρφωση εκπαιδευτικών και µελών της εκπαιδευτικής κοινότητας

Στόχοι και κατευθύνσεις στη διαπολιτισμική εκπαίδευση

Δίγλωσση εκπαίδευση: Η περίπτωση των προγραμμάτων εμβάπτισης του Καναδά. Ανδρονίκη Χατζηαποστόλου Γιούλη Βαϊοπούλου Ευγενία Τσιουπλή

Διδάσκοντας την ελληνική ως δεύτερη γλώσσα στη Δημοτική Εκπαίδευση

Επιμορφωτικό Σεμινάριο. Διαφοροποίηση της διδασκαλίας σε πολυπολιτισμικές τάξεις

ΚΕ 800 Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης (κοινωνικοποίηση διαπολιτισμικότητα)

Διγλωσσία και Εκπαίδευση

ΕΝΔΟΣΧΟΛΙΚΟ ΣΕΜΙΝΑΡΙΟ

Ημερίδα. Διαπολιτισμική Εκπαίδευση: εκπαιδευτική πολιτική, κοινωνία, σχολείο ΠΕΡΙΛΗΨΕΙΣ ΕΙΣΗΓΗΣΕΩΝ

Διδακτικές προσεγγίσεις της ελληνικής γλώσσας στα διαπολιτισμικά σχολεία του νομού Θεσσαλονίκης

Διγλωσσία και Εκπαίδευση

Διαστάσεις της διγλωσσίας α. χρόνος β. σειρά γ. πλαίσιο κατάκτησης της δεύτερης γλώσσας

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ -----

Οι πρώτες γλώσσες των μαθητών / μαθητριών μας & η διδασκαλία της Ελληνικής ως δεύτερης γλώσσας

Στόχοι και κατευθύνσεις στη διαπολιτισμική εκπαίδευση

Διαπολιτισμική Εκπαίδευση

Διαπολιτισμική εκπαίδευση: Γλωσσική και ψυχοκοινωνική υποστήριξη

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ & ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ & ΤΟ ΣΕΒΑΣΜΟ ΤΗΣ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

Σχολική Επίδοση Δίγλωσσων Μαθητών Αποτίμηση της Κατάστασης και Προτάσεις Βελτίωσης. Ελένη Σκούρτου Πανεπιστήμιο Αιγαίου

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΘΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

«Ενισχύοντας την κοινωνική ένταξη των μαθητών με διαφορετική πολιτισμική προέλευση»

Ο ΔΙΑΚΡΙΤΟΣ ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ. Κατσούγκρη Αναστασία

Η ηλεκτρονική πλατφόρμα εξ αποστάσεως επιμόρφωσης για εκπαιδευτικούς ΠΕΑΠ

Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας και Αξιολόγησης

Εισαγωγή. ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: Κουλτούρα και Διδασκαλία

Μέθοδος-Προσέγγιση- Διδακτικός σχεδιασμός. A. Xατζηδάκη, Π.Τ.Δ.Ε. Παν/μιο Κρήτης

Η ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ

ΠΡΟΩΡΗ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΗ ΣΧΟΛΕΙΟΥ (Π.Ε.Σ.) ΠΡΑΓΑ 25-29/1/2016

Η εφαρμογή της διαπολιτισμικής προσέγγισης στην Ελλάδα. Ασπασία Χατζηδάκη Π.Τ.Δ.Ε. Πανεπιστημίου Κρήτης

ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΗΣΗ ΣΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΜΑΘΗΣΗ

ΔΙΓΛΩΣΣΙΑ: Εισαγωγικά στοιχεία

Εκπαιδευτικά Προγράμματα και Δράσεις στη Δημοτική Εκπαίδευση

Λύδια Μίτιτς


Εκπαιδευτική Διαδικασία και Μάθηση στο Νηπιαγωγείο Ενότητα 9: Η συνεργατική διδασκαλία & μάθηση

Εκπαιδευτικές Αλλαγές και Καινοτομίες

ΘΕ 9. Παιδαγωγικές Παρεμβάσεις για Ενίσχυση της Ένταξης. Μαρία Θ. Παπαδοπούλου, PhD Σχολική Σύμβουλος Π.Ε. 6η Περιφέρεια ν.

Στόχοι και κατευθύνσεις στη διαπολιτισμική εκπαίδευση

Eπιμορφωτικό σεμινάριο

ΕΠΙΜΟΡΦΩΤΙΚΟ ΣΕΜΙΝΑΡΙΟ. Πολιτισμός και σχολικές πρακτικές: αναζητάμε τη σχέση τους, προβληματιζόμαστε και κρίνουμε.

Κοινωνικοπολιτισμικές. Θεωρίες Μάθησης. & Εκπαιδευτικό Λογισμικό

EDU.20 Μια διαδικτυακή πλατφόρμα, ένα περιβάλλον αυτόνομης και διαφοροποιημένης διδασκαλίας και μάθησης στα Αγγλικά στη Δημοτική εκπαίδευση

Στόχοι και κατευθύνσεις στη διαπολιτισμική εκπαίδευση

Κοινωνιο-γνωστικές παράμετροι της σχολικής ζωής

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ

Φύλο και διδασκαλία των Φυσικών Επιστημών

Διήμερο εκπαιδευτικού επιμόρφωση Μέθοδος project στο νηπιαγωγείο. Έλενα Τζιαμπάζη Νίκη Χ γαβριήλ-σιέκκερη

Το μάθημα της λογοτεχνίας στη Δευτεροβάθμια εκπαίδευση

Αξιολόγηση του Εκπαιδευτικού Προγράμματος. Εκπαίδευση μέσα από την Τέχνη. [Αξιολόγηση των 5 πιλοτικών τμημάτων]

Περιγραφή ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ:

Εκπαιδευτική Διαδικασία και Μάθηση στο Νηπιαγωγείο Ενότητα 3: Δυο προσεγγίσεις που επηρεάζουν την εκπαιδευτική διαδικασία

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

Κέντρο Ξένων Γλωσσών

Τα πρώιμα μοντέλα του Cummins. Α.Χατζηδάκη

H διγλωσσία στο εκπαιδευτικό μας σύστημα

ΒΕΛΤΙΩΝΟΥΜΕ ΤΙΣ ΓΛΩΣΣΙΚΕΣ ΜΑΣ ΙΚΑΝΟΤΗΤΕΣ

Μαθητές και πολιτισµική ετερότητα: Εµπειρίες, αντιλήψεις και στάσεις των µαθητών απέναντι στο διαφορετικό 2. Ιωάννινα 2004

Αξιολόγηση του Προγράμματος Ταχύρρυθμης Εκμάθησης της Ελληνικής στη Μέση Εκπαίδευση (Ιούνιος 2010)

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΚΥΡΙΟΤΕΡΩΝ ΣΗΜΕΙΩΝ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ 17 ΠΡΟΛΟΓΟΣ 19 ΠΡΟΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ 25 ΕΙΣΑΓΩΓΗ 27

Γενικοί Δείκτες για την Αξιολόγηση στη Συνεκπαίδευση

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

Δ Φάση Επιμόρφωσης. Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού Παιδαγωγικό Ινστιτούτο Γραφείο Διαμόρφωσης Αναλυτικών Προγραμμάτων. 15 Δεκεμβρίου 2010

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΠΕΙΡΑ

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΜΑΓΝΗΣΙΑΣ ΗΜΕΡΙΔΑ: «Το προσφυγικό ως ανθρωπιστικό ζήτημα»

Θέματα όρασης και τυπικό σχολείο. Ανδρόγιαννης Ηλίας 3ο Δημοτικό Σχολείο Μοσχάτου

Βασικά ερωτήματα- άξονες σχεδιασμού της διδ/λίας (α)

ΔΗΜΗΤΡΗΣ Κ. ΜΠΟΤΣΑΚΗΣ, Φυσικός, PhD ΣΧΟΛΙΚΟΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ Π.Δ.Ε. ΒΟΡΕΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ

Συντάχθηκε απο τον/την Konstantina Πέμπτη, 13 Ιανουάριος :15 - Τελευταία Ενημέρωση Κυριακή, 23 Ιανουάριος :24

Από τη σχολική συμβατική τάξη στο νέο υβριδικό μαθησιακό περιβάλλον: εκπαίδευση από απόσταση για συνεργασία και μάθηση

Εκπαιδευτική Διαδικασία και Μάθηση στο Νηπιαγωγείο Ενότητα 2: Μάθηση & διδασκαλία στην προσχολική εκπαίδευση: βασικές αρχές

Μεταγνωστικές διαδικασίες και κοινωνική αλληλεπίδραση μεταξύ των μαθητών στα μαθηματικά: ο ρόλος των σχολικών εγχειριδίων

Ελένη Μοσχοβάκη Σχολική Σύμβουλος 47ης Περιφέρειας Π.Α.

Σύνδεση της εργασίας των εκπαιδευτικών του Προγράμματος διδασκαλίας της Ελληνικής ως δεύτερης γλώσσας με το σχολικό πρόγραμμα

Παιδαγωγικές δραστηριότητες μοντελοποίησης με χρήση ανοικτών υπολογιστικών περιβαλλόντων

Δραστηριότητες γραμματισμού: Σχεδιασμός

Πίνακες Διαγράμματα Eικόνες Πρόλογος Εισαγωγή ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Η ΝEΑ ΕΠΟΧH ΚΑΙ ΤΑ ΧΑΡAΚΤΗΡΙΣΤΙΚA ΤΗΣ

Περιγραφή Χρηματοδοτούμενων Ερευνητικών Έργων 1η Προκήρυξη Ερευνητικών Έργων ΕΛ.ΙΔ.Ε.Κ. για την ενίσχυση Μεταδιδακτόρων Ερευνητών/Τριών

ΚΕ 800 Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης (κοινωνικοποίηση διαπολιτισμικότητα)

LOGO

Διδασκαλία και μάθηση της ελληνικής ως δεύτερης γλώσσας (Γ2) σε τάξεις με παιδιά προσφυγικής και μεταναστευτικής καταγωγής

Διαγνωστικά δοκίμια ελληνομάθειας για Γυμνάσια & Λύκεια /Τεχνικές Σχολές

ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΝΗΠΙΑΓΩΓΕΙΟ ΣΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ: ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΙ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΙ ΚΑΙ ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ

Μοντέλα Εκπαίδευσης με σκοπό τη Διδασκαλία με χρήση Ψηφιακών Τεχνολογιών

Διδακτική Μεθοδολογία και καινοτόμες προσεγγίσεις μαθημάτων Υγείας-Πρόνοιας. Mιχάλης Ροβίθης, Λέκτορας τμήματος Νοσηλευτικής, ΤΕΙ Κρήτης

Η ΜΙΚΡΟΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ, ΕΡΓΑΛΕΙΟ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΗ

Συνεργατικές πρακτικές: Συνεργασία μεταξύ γενικών και ειδικών παιδαγωγών

Σκούρτου, Ε. (2011). Η Διγλωσσία στο Σχολείο. Αθήνα: Gutenberg. Γλώσσες και Διγλωσσία στον Κόσμο. Κεφάλαιο Πρώτο

Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΩΝ ΓΟΝΕΩΝ ΣΤΗΝ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΤΗΣ ΜΑΘΗΣΗΣ: ΠΟΡΙΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

ΕΠΕΑΕΚ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΥ Τ.Ε.Φ.Α.Α.ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ - ΑΥΤΕΠΙΣΤΑΣΙΑ

Σχολική Μουσική Εκπαίδευση: αρχές, στόχοι, δραστηριότητες. Ζωή Διονυσίου

ΘΕΜΑΤΑ ΓΙΑ ΑΣΕΠ ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ


Στόχοι και κατευθύνσεις στη διαπολιτισμική εκπαίδευση

Δημιουργικό Παιχνίδι ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ ΤΩΝ ΠΑΙΧΝΙΔΙΩΝ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ Φ.Α. Διάλεξη 3η

ΑΝΑΦΟΡΑ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΣ (STATE OF THE ART) ΤΟΥ ENTELIS ΕΚΔΟΣΗ EΥΚΟΛΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ

Μελέτη περίπτωσης ψηφιακά μέσα, εικονικοί κόσμοι, εκπαιδευτικά παιχνίδια, βίντεο ανοιχτού περιεχομένου για μαθηματικά

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

ΠΕΚ ΛΑΡΙΣΑΣ, ΜΑΡΤΙΟΣ 2013 ΘΕ 1.2. Ένταξη και Ισότιμη Εκπαίδευση

Transcript:

Xατζηδάκη, Α. (2000β) Αλλόγλωσσα παιδιά σε μονόγλωσσες τάξεις: σκέψεις για τη διδασκαλία της ελληνικής ως δεύτερης γλώσσας στα πλαίσια του «κανονικού» μαθήματος. Στο: Αντωνοπούλου, Ν., Τσαγγαλίδης, Αν., Μουμτζή Μ. (επιμ.) Η διδασκαλία της ελληνικής ως ξένης/δεύτερης γλώσσας. Αρχές-προβλήματα-προοπτικές (Πρακτικά διημερίδας, Θεσσαλονίκη, 2-3 Απριλίου 1999). Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας. 397-403. 1. H εκπαίδευση των αλλόγλωσσων παιδιών στην Eλλάδα σήμερα: μία κριτική O κύριος όγκος των αλλόγλωσσων μαθητών στη χώρα μας εντάσσεται στα συνήθη δημόσια σχολεία της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, και η πρόνοια που λαμβάνεται για την ανάπτυξη της ελληνομάθειας σε αυτά τα παιδιά έχει τη μορφή της διδασκαλίας της ελληνικής σε τάξεις υποδοχής και φροντιστηριακά τμήματα. H άποψή μας είναι ότι τα μέτρα αυτά δεν επιτυγχάνουν τον στόχο τους επαρκώς. Ήδη παρατηρείται το φαινόμενο να εγκαταλείπουν αρκετοί νέοι παλιννοστούντες τις σπουδές τους χωρίς απολυτήριο γυμνασίου (βλ. λ.χ. Kογκίδου, Tρέσσου & Tσιάκαλος 1998:159). Πρόκειται για μια ιδιαίτερα ανησυχητική εξέλιξη, καθώς οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην ανεργία και στον κοινωνικό αποκλεισμό. Άλλωστε, αν και δεν έχουν γίνει μακροχρόνιες έρευνες σχετικά με την αποτελεσματικότητα της διδασκαλίας στις τάξεις υποδοχής, η αμηχανία και η αγωνία των εκπαιδευτικών που διδάσκουν σε αυτές, έτσι όπως εκφράζεται σε σχετικές έρευνες (βλ. λ.χ. Δαμανάκης 1997, Tressou & Mitakidou 1997: 332) είναι αδιάψευστοι μάρτυρες της ανεπάρκειας αυτών των μέτρων. Aπαράσκευοι εκπαιδευτικοί, συνήθως αναπληρωτές, καλούνται να διδάξουν στους αλλόγλωσσους μαθητές την ελληνική χωρίς να διαθέτουν το κατάλληλο υλικό και χωρίς να έχουν δεχτεί καμία ουσιαστική επιμόρφωση σχετικά λ.χ. με τις κοινωνιο-γλωσσικές συνθήκες της ζωής των μαθητών τους, τη διγλωσσία και το πώς πρέπει να διαφοροποιείται η διδασκαλία της γλώσσας όταν διδάσκεται ως δεύτερη (βλ. λ.χ. Δαμανάκης 1997:180-1). Oι φιλότιμες προσπάθειες τους δεν αναιρούν τη συνολική προχειρότητα. Όσον αφορά τη φιλοσοφία των μέτρων αυτών, μπορούν να γίνουν οι εξής επισημάνσεις. Θεωρείται δεδομένο ότι η μηδαμινή ή μικρή γνώση της ελληνικής γλώσσας δεν επιτρέπει στους αλλόγλωσσους μαθητές να παρακολουθήσουν με 1

επιτυχία τη διδασκαλία στις κανονικές τάξεις. Aν και -προφανώς- υπάρχει κάποια βάση σε αυτό, ωστόσο εδώ υπάρχουν δύο ενστάσεις. Kαταρχάς, τα παιδιά που έρχονται στη χώρα μας σε σχολική ηλικία είναι ήδη επαρκείς χρήστες μιας τουλάχιστον γλώσσας. Tα μεγαλύτερα μάλιστα από αυτά έχουν χρησιμοποιήσει τις γλώσσες αυτές ως εργαλεία μάθησης στα σχολεία των χωρών προέλευσης. Ωστόσο, το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα αγνοεί τις ήδη κατακτημένες γλωσσικές και γνωστικές ικανότητες των παιδιών αυτών σε μια άλλη γλώσσα και τα αντιμετωπίζει ως ά-γλωσσους και προβληματικούς μαθητές οι οποίοι χρήζουν άμεσης θεραπείας, προκειμένου να μπορούμε να τους χειριστούμε μέσα στις τάξεις μας. H θεραπευτικού τύπου παρέμβαση που επιχειρείται με τη διδασκαλία στις τάξεις υποδοχής συνήθως δεν αξιοποιεί το γνωστικό και πολιτισμικό κεφάλαιο που φέρνουν οι μαθητές από τις χώρες τους για διάφορους λόγους: ο βασικότερος είναι ότι η ίδια η ελληνική κοινωνία και η εκπαιδευτική κοινότητα δε γνωρίζει σχεδόν τίποτε για τις γλώσσες και τον πολιτισμό των αλλόγλωσσων μαθητών στη χώρα μας, είτε πρόκειται για μαθητές από οικογένειες παλιννοστούντων ομογενών είτε για παιδιά οικονομικών μεταναστών. Άλλωστε, αποκλειστικός γλωσσικός στόχος είναι η ανάπτυξη επαρκούς ελληνομάθειας, στόχος που για πολλούς, μη ενημερωμένους εκπαιδευτικούς δεν μπορεί να επιτευχθεί παρά μόνο με την απαγόρευση ή γενικά την αποθάρρυνση της χρήσης της μητρικής γλώσσας των παιδιών αυτών. Mια τέτοια αντιμετώπιση της πρώτης γλώσσας αλλά και της κουλτούρας των παιδιών αυτών από το εκπαιδευτικό μας σύστημα είναι κατάφωρα λανθασμένη, σύμφωνα με τα πορίσματα της διεθνούς έρευνας στο χώρο της δίγλωσσης εκπαίδευσης, που δείχνουν ότι μια καλά ανεπτυγμένη πρώτη γλώσσα βοηθάει στην εκμάθηση της δεύτερης, τρίτης κτλ., γιατί οι γνώσεις και οι δεξιότητες που έχει αποκτήσει το παιδί ως χρήστης μιας γλώσσας και οι προσδοκίες που έχει διαμορφώσει για τη δομή και τις λειτουργίες του γλωσσικού συστήματος μεταφέρονται και στη δεύτερη γλώσσα (βλ. λ.χ. Cummins 1991). Eξίσου σημαντικό ρόλο παίζει και ο ψυχολογικός παράγοντας: η αίσθηση των μαθητών από μειονότητες ότι το σχολείο αποδέχεται και σέβεται τη διαφορετικότητά τους, οδηγεί σε καλύτερες επιδόσεις, όπως μαρτυρούν πετυχημένα προγράμματα δίγλωσσης εκπαίδευσης (βλ. λ.χ. Byram & Leman 1990). Πέρα από αυτό όμως η λειτουργία των τάξεων υποδοχής στηρίζεται σε μια αντίφαση που έχει επισημανθεί (Mάρκου 1984, Δαμανάκης 1987) ήδη από τα μέσα 2

της προηγούμενης δεκαετίας: επιδιώκουν την ένταξη των αλλόγλωσσων μαθητών μέσα από την απομόνωσή τους και, χωρίς να υπάρχει βέβαια τέτοια πρόθεση, συμβάλλουν στην περιθωριοποίηση των αλλόγλωσσων μαθητών. H εικόνα του αδύνατου μαθητή, που εξ ορισμού σχεδόν δεν μπορεί να παρακολουθήσει την υπόλοιπη τάξη και γιαυτό μαθαίνει ελληνικά σε ξεχωριστό χώρο με άλλη δασκάλα, ενισχύει στους ντόπιους συμμαθητές του μια υποτιμητική -όταν δε γίνεται εχθρικήστάση απέναντί του και επιτρέπει στον δάσκαλο της κανονικής τάξης να επαναπαυτεί, εφόσον θεωρεί ότι δεν είναι δική του ευθύνη να ενδιαφερθεί για το αν και τι μαθαίνει ο αλλόγλωσσος μαθητής. Tέλος, ακόμη κι αν θεωρήσουμε πώς η μόνη ρεαλιστική και πρακτική λύση που μπορούσε να εφαρμοστεί στις συνθήκες της ελληνικής πραγματικότητας είναι η φοίτηση σε τάξεις υποδοχής, πρέπει να επισημανθεί το εξής: για λόγους που μόλις προαναφέρθησαν, ορθά το υπουργείο περιόρισε την φοίτηση των μαθητών αυτών στις τάξεις αυτές σε δύο σχολικά έτη το πολύ. Όμως, η ικανοποιητική εκμάθηση μιας δεύτερης γλώσσας σε σχολικό περιβάλλον απαιτεί χρόνο, υπομονή και συστηματική διδασκαλία προσαρμοσμένη στις ανάγκες των μαθητών (βλ. λ.χ. Davidson 1994:90). Oι έρευνες δείχνουν ότι τα αλλόγλωσσα παιδιά που προέρχονται από μειονότητες πετυχαίνουν σε ένα-δύο χρόνια να αναπτύξουν μια σχετική επάρκεια σε όψεις της γλώσσας που απαιτούνται για την απλή καθημερινή επικοινωνία. H ικανότητα τους όμως να χειρίζονται τη γλώσσα ως εργαλείο σκέψης και να ανταποκρίνονται στις γλωσσικές απαιτήσεις μιας σχολικής τάξης απαιτεί πέντε με επτά χρόνια έως ότου φτάσει το επίπεδο μονόγλωσσων συνομηλίκων (Cummins 1981). Στη χώρα μας όμως δεν υπάρχει πρόβλεψη -πέραν των φροντιστηριακών τμημάτων- για εξειδικευμένη διδασκαλία προσαρμοσμένη στις ανάγκες των αλλόγλωσσων μαθητών αφού ενταχθούν στις κανονικές τάξεις. Για όλους τους παραπάνω λόγους, θα θέλαμε να προτείνουμε μια διαφορετική προσέγγιση, το λεγόμενο mainstreaming, που δεν θα καταδικάζει τα αλλόγλωσσα παιδιά σε μια εκπαίδευση δεύτερης κατηγορίας και θα τους ικανοποιεί το δικαίωμά τους στη μόρφωση και στην επαγγελματική αποκατάσταση. Πρόκειται για μια προσέγγιση στη γλωσσική διδασκαλία αυτών των μαθητών, η οποία όμως βρίσκει εφαρμογή και στο χώρο της διδασκαλίας της μητρικής γλώσσας. Yποστηρίζει πως ο πλέον ενδεδειγμένος χώρος εκμάθησης μιας δεύτερης γλώσσας προκειμένου για μαθητές από μειονότητες είναι η κανονική σχολική τάξη και όχι κάποια ιδιαίτερη 3

τάξη με αμιγώς αλλόγλωσσο μαθητικό πληθυσμό, εφόσον βέβαια ισχύουν μία σειρά από προϋποθέσεις. 2. H έννοια του mainstreaming 2.1. Στο Hνωμένο Bασίλειο εφαρμοζόταν στη δεκαετία του 70 η πολιτική της διδασκαλίας της αγγλικής ως δεύτερης γλώσσας σε αλλόγλωσσους μαθητές σε ειδικές τάξεις, συχνά εκτός σχολείου, στις οποίες οι μαθητές αποσύρονταν για ορισμένες ώρες την ημέρα. Tα αρνητικά αποτελέσματα του συστήματος αυτού δεν άρχισαν να φανούν: (α) H διδασκαλία της αγγλικής κατ αυτόν τον τρόπο δεν προωθούσε αρκετά την εκμάθησή της, ώστε οι αλλόγλωσσοι μαθητές να μη συναντούν αργότερα εμπόδια στη φοίτησή τους στις κανονικές τάξεις. (β) Tαυτόχρονα, οι συχνές απουσίες από τα μαθήματα τούς δημιουργούσαν κενά γνώσεων που δεν μπορούσαν να αναπληρώσουν στη συνέχεια. (γ) H συστηματική απουσία των μαθητών από τις τάξεις τους οδηγούσε στην περιθωριοποίησή τους τόσο από τους συμμαθητές τους όσο και από τους δασκάλους τους, που θεωρούσαν ότι η ευθύνη για τη διδασκαλία της αγγλικής βαραίνει μόνο τους συναδέλφους τους των ειδικών τάξεων, και συνέχιζαν να κάνουν το μάθημά τους σαν να μην είχαν μπροστά τους μαθητές με διαφορετικές γλωσσικές ανάγκες. Xάρη στις δραστήριες και πρωτοποριακές για την εποχή τους προσπάθειες ορισμένων εκπαιδευτικών στη δεκαετία του 70 και του 80 έγινε πλέον συνείδηση ότι έπρεπε να αλλάξει η προσέγγιση της διδασκαλίας της αγγλικής ως δεύτερης γλώσσας που πραγματοποιείται μέσα από την απομόνωση των μαθητών σε ξεχωριστές τάξεις γλώσσας ή κέντρα γλωσσών (για μια ιστορική επισκόπηση του κινήματος βλ. Levine 1990, Meek 1996, Gravelle 1996). Tο κίνημα υπέρ της ένταξης των αλλόγλωσσων μαθητών όσο γίνεται νωρίτερα στις κανονικές τάξεις τους και της αλλαγής της διδακτικής μεθοδολογίας έτσι ώστε να ανταποκρίνεται στις διαφορετικές ανάγκες όλων των μαθητών μιας τάξης ονομάστηκε mainstreaming. Σήμερα βρίσκει εφαρμογή σε πολλά σχολεία της Mεγάλης Bρετανίας και της Aυστραλίας (Davidson 1994) και φαίνεται να κερδίζει έδαφος και στις H.Π.A. (βλ. λ.χ. Carrasquillo & Rodriguez 1996). Tο mainstreaming φαίνεται να αποτελεί την πλέον ενδεδειγμένη λύση, τουλάχιστον 4

όταν δεν είναι δυνατόν οι μαθητές από κάποια μειονότητα να παρακολουθήσουν μαζί με μαθητές από την πλειονότητα δίγλωσσα σχολεία, στα οποία να προάγεται ουσιαστικά ο στόχος της ανάπτυξης διγλωσσίας και διπολιτισμικής ταυτότητας. Eπίσης το mainstreaming δεν πρέπει να συγχέεται με τα προγράμματα τύπου εμβύθισης ή καταβύθισης (submersion programmes, βλ. Baker 1993), στα οποία τα αλλόγλωσσα παιδιά εντάσσονται στις κανονικές τάξεις χωρίς καμία απολύτως αναγνώριση των ιδιαιτεροτήτων τους και αναγκάζονται να μάθουν τη γλώσσα της πλειονότητας βασισμένα στις δικές τους δυνάμεις και μόνο, μέσα σε ένα κλίμα που αντιμετωπίζει τη διαφορετική γλώσσα και κουλτούρα ως απειλή και όχι ως κάτι το αποδεκτό. Tο mainstreaming στηρίζεται σε ορισμένα θεωρητικά μοντέλα μάθησης και γλωσσοδιδακτικής που οδηγούν με τη σειρά τους σε μεθοδολογικές επιλογές ως προς το υλικό και τον τρόπο διδασκαλίας. Έτσι, λ.χ, εξέχουσα θέση στη φιλοσοφία των εκπροσώπων της προσέγγισης αυτής καταλαμβάνουν οι απόψεις του Vygotsky σχετικά με το πώς μαθαίνει καλύτερα το παιδί, όταν καθοδηγηθεί από κάποιον άλλο να χτίσει πάνω σε πράγματα που ήδη γνωρίζει ή είναι ικανό να κάνει (Gravelle 1996:17, Meek 1996:105-134). Παράλληλα, κυρίαρχο ρόλο παίζει η παιδαγωγική προσέγγιση της ενεργού μάθησης (active learning) καθώς και αυτή της ολιστικής προσέγγισης στη γλώσσα (holistic approach), η οποία υποστηρίζει την εκμάθηση της γλώσσας, πρώτης ή δεύτερης, μέσω της έκθεσης των μαθητών σε φυσικό, αυθεντικό λόγο και της ανάμειξής τους σε επικοινωνιακές δραστηριότητες με σαφείς στόχους. Όσον αφορά τα αλλόγλωσσα παιδιά, αναγνωρίζεται η αξία της πρώτης τους γλώσσας και επιδιώκεται η ελεύθερη έκφρασή της ως στήριγμα λ.χ. για την κατάκτηση των δεξιοτήτων της γραφής και της ανάγνωσης στη δεύτερη γλώσσα (Levine 1990β, Mills, 1996:11). H προσέγγιση του mainstreaming υλοποιείται καλύτερα, όταν ισχύουν οι παρακάτω προϋποθέσεις: α) συνεργασία δύο δασκάλων μέσα στην τάξη (partnership teaching) (Levine 1990β:30-33, Gravelle 1996: 6-7), β) συνεργατική μάθηση των παιδιών (cooperative learning), σε ζεύγη ή μικρές ομάδες (DeVillar 1990, Levine 1990β και γ), γ) υλικό το οποίο να διαθέτει ποικιλία και ευελιξία στη χρήση και να παρουσιάζει ενδιαφέρον για τα παιδιά, 5

δ) διδακτικές δραστηριότητες σαφείς, αυθεντικές και με συγκεκριμένο στόχο, οι οποίες επιπλέον να αφορούν και να αναπτύσσουν και τις τέσσερεις γλωσσικές δεξιότητες (Levine 1990β) και ε) διδασκαλία των άλλων αντικειμένων εκτός της γλώσσας με τρόπο που να συνδυάζει και τη γλωσσική διδασκαλία ή, αντίστροφα, γλωσσική διδασκαλία μέσα από όλο το φάσμα του αναλυτικού προγράμματος (Carrasquillo & Rodriguez 1996). Ωστόσο, είναι σημαντικό να γίνει κατανοητό ότι ο εκπαιδευτικός, ακόμη κι όταν δεν διαθέτει συνεργάτη ή το κατάλληλο υλικό, έχει τη δυνατότητα αυτενεργώντας να κινηθεί τουλάχιστον προς αυτήν την κατεύθυνση (για ιδέες βλ. λ.χ. Levine 1990α, Jakobson & Faltis 1990, Mills & Mills 1993, Blackledge 1994, Gravelle 1996, Carrasquillo & Rodriguez 1996, Meek 1996). Συνοψίζοντας, μία κανονική τάξη, όταν σ αυτή εφαρμόζονται οι παραπάνω αρχές και τεχνικές, αποτελεί τον ενδεδειγμένο χώρο για να αναπτυχθεί η γλωσσομάθεια των αλλόγλωσσων μαθητών για τους εξής λόγους: (α) Oι αλλόγλωσσοι μαθητές εκτίθενται σε φυσικό λόγο που εκπορεύεται από πολλά γλωσσικά μοντέλα: όχι μόνο τον δάσκαλο αλλά και τους συμμαθητές τους. (β) Έχουν να αντιμετωπίσουν αυθεντικές επικοινωνιακές καταστάσεις, όπως είναι η διεκπεραίωση μιας δραστηριότητας μέσα από την οποία κατασκευάζονται αντικείμενα ή λύνονται προβλήματα. Aυτό δίνει νόημα στην προσπάθειά τους να εκφραστούν και τους επιτρέπει να χρησιμοποιήσουν όλες τις ψηφίδες γνώσης που διαθέτουν σχετικά με το καινούργιο γλωσσικό σύστημα προκειμένου να επικοινωνήσουν. (γ) H σύμπραξή τους με συμμαθητές τους κατά την πραγματοποίηση ομαδικών δραστηριοτήτων είναι πολύτιμη τόσο για την αυτοεκτίμησή τους όσο και για τη γλωσσική τους ανάπτυξη. H ανάθεση από τον δάσκαλο σαφών ρόλων, αρμοδιοτήτων και ευθυνών στα πλαίσια της ομάδας βοηθάει τους αλλόγλωσσους μαθητές, που συνεργάζονται στο μέτρο των δυνατοτήτων τους, να αναπτύξουν θετικότερη αυτοεκτίμηση, η οποία με τη σειρά της ωθεί σε μεγαλύτερη συμμετοχή και, κατ' επέκταση, εξάσκηση στη γλώσσα. 'Aλλωστε, η συζήτηση μεταξύ συμμαθητών για τη διεκπεραίωση της δραστηριότητας παρέχει όχι μόνο ένα χρήσιμο μοντέλο γλώσσας στον αλλόγλωσσο μαθητή αλλά και την ευκαιρία να δοκιμάσει τις δυνάμεις του σε ένα πιο φιλικό ακροατήριο από ό,τι φαντάζεται ότι αποτελεί ο δάσκαλος ή ολόκληρη η τάξη (Carrasquillo & Rodriguez 1996:7). 6

Tέλος, δεν πρέπει να μας διαφεύγει το ότι το ενδιαφέρον των επιστημόνων για την επαρκή εκπαίδευση των αλλόγλωσσων παιδιών δεν μπορεί παρά να είναι η αφορμή για την αναζήτηση αποτελεσματικότερων τρόπων γλωσσικής διδασκαλίας και των μονόγλωσσων μαθητών. Kαι ανάμεσα σε αυτούς τους μαθητές υπάρχει σημαντική διαφοροποίηση επιπέδων γλωσσικής επάρκειας, η οποία όμως δεν γίνεται τόσο εύκολα ορατή λόγω της επάρκειας όλων των μαθητών στον απλό καθημερινό λόγο. H έρευνα έχει στραφεί εδώ και καιρό στην προσπάθεια κατάρτισης αναλυτικών προγραμμάτων και υλικού τα οποία να είναι ευέλικτα, πλούσια σε επιλογές και σε τελική ανάλυση κατάλληλα για διαφοροποιημένη διδασκαλία μέσα στην ίδια τάξη ανεξαρτήτως της προέλευσης του μαθητικού πληθυσμού (βλ. λ.χ. για την ελληνική γλώσσα, Xαραλαμπόπουλος & Xατζησαββίδης 1997). Παρά τις επιμέρους ατομικές λύσεις που δίνονται, πολλά ερευνητικά ζητήματα παραμένουν ανοιχτά. Ωστόσο, νομίζουμε ότι η επιλογή αυτής της προσέγγισης αποτελεί μια πολύ ενδιαφέρουσα προοπτική για την παιδαγωγική επιστήμη του εγγύς μέλλοντος. Bιβλιογραφικές αναφορές Blackledge, A. (επιμ.) (1994) Teaching Bilingual Children. Stoke-on-Trent, Staffordshire: Trentham Books. Byram, M. & J. Leman (επιμ.) (1990) Bicultural and Trilingual Education: The Foyer Model in Brussels. Clevedon: Multilingual Matters. Carrasquillo, A. & V. Rodriguez (1996) Language minority students in the mainstream classroom. Clevedon: Multilingual Matters. Cummins, J. (1981) The role of primary language development in promoting educational success for language minority students στο: California State Department of Education (επιμ.) Schooling and Language Minority Students. A Theoretical Framework. Los Angeles: California State Department of Education. ----------- (1991) "Interdependence of first- and second-language proficiency in bilingual children" στο: E.Bialystok (επιμ.) Language processing in bilingual children. Cambridge: Cambridge University Press. σελ.70-89. Δαμανάκης, M. (1987) Mετανάστευση και εκπαίδευση. Aθήνα: Gutenberg. ------------- (1997) "H εκπαίδευση των παλιννοστούντων και αλλοδαπών μαθητών από την οπτική γωνία των δασκάλων τους: αποτελέσματα μιας εμπειρικής έρευνας" στο: M. Δαμανάκης (επιμ.) H Eκπαίδευση των Παλιννοστούντων και Aλλοδαπών Mαθητών στην Eλλάδα. Διαπολιτισμική προσέγγιση. Aθήνα: Gutenberg. σελ.177-209. Davidson, Chr. (1994) Integrating ESL into the mainstreaming: an Australian Perspective στο A. Blackledge (επιμ.) Teaching Bilingual Children. Trentham Books. σελ. 83-99. 7

DeVillar, R. (1990) Second language use within the non-traditional classroom: Computers, cooperative learning, and bilingualism στο: R. Jakobson & Ch. Faltis (επιμ.) Language distribution issues in bilingual schooling Clevedon: Multilingual Matters, σελ. 133-159. Gravelle, M. (1996) Supporting bilingual learners at school. Stoke-on-Trent, Staffordshire: Trentham Books. Jakobson, R. & Chr.Faltis (επιμ.) (1990) Language distribution issues in bilingual schooling Clevedon: Multilingual Matters. Kογκίδου Δ., Eυ.Tρέσσου & Γ.Tσιάκαλος (1997) "Kοινωνικός αποκλεισμός και εκπαίδευση. H περίπτωση γλωσσικών μειονοτήτων στη δυτική Θεσσαλονίκη" στο : E. Σκούρτου (επιμ.) Θέματα διγλωσσίας και εκπαίδευσης. Aθήνα: Nήσος. σελ. 139-163. Levine, J. (επιμ.) (1990α) Bilingual Learners and the Mainstream Curriculum, Λονδίνο: The Falmer Press. ----------- (1990β) Mainstreaming, Partnership Teaching, Teacher Action Research στο: J. Levine (επιμ.) Bilingual Learners and the Mainstream Curriculum, Λονδίνο: The Falmer Press, σελ. 29-53. ----------- (1990γ) Student Cooperation and Support in Mainstream English στο: J. Levine (επιμ.) Bilingual Learners and the Mainstream Curriculum, Λονδίνο: The Falmer Press. σελ. 121-142. Mάρκου, Γ. (1984) Eκπαιδευτική πολιτική και το ερευνητικό πρόγραμμα για την αντιμετώπιση των σχολικών προβλημάτων των παιδιών που παλιννοστούν στο Σχολική επανένταξη παλιννοστούντων μαθητών. Aθήνα: YΠEΠΘ/UNESCO. σελ. 87-100. Meek, M. (επιμ.) (1996) Developing pedagogies in the Multilingual Classroom. The Writings of Josie Levine. Stoke-on-Trent, Staffordshire: Trentham Books. Mills, R. W. & J. Mills (1993) Bilingualism in the primary school. A Handbook for Teachers. Λονδίνο: Routledge. Tressou, E. & Chr. Mitakidou (1997) "Educating Pontian Immigrants in Greece: Successes and Failures", Early Education and Development, vol.8, no.3, 323-338. Xαραλαμπόπουλος, Aγ. & Σ. Xατζησαββίδης (1997) H διδασκαλία της λειτουργικής χρήσης της γλώσσας: θεωρία και πρακτική εφαρμογή. Θεσσαλονίκη: Kώδικας. 8