ΠΕΠΡΑΓΜΕΝΑ Ι ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΚΡΗΤΟΛΟΓΙΚΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ (ΧΑΝΙΑ, 1-8 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2006) Y Τομοσ Α1 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΟΙ ΧΡΟΝΟΙ ΚΡΗΤΗ, ΑΙΓΑΙΟ, ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ ΠΑΛΑΙΟΝΤΟΛΟΓΙΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΦΥΣΙΚΗ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ ΓΡΑΦΗ, ΔΙΟΙΚΗΣΗ, ΣΦΡΑΓΙΔΟΓΛΥΦΙΑ ΑΝΑΤΥΠΟ ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ «Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ» ΧΑΝΙΑ 2011
Επιμέλεια τόμου: Μαρία Ανδρεαδάκη-Βλαζάκη, Γενική Διευθύντρια Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς, Υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού (mvlazaki@otenet.gr) & Ελένη Παπαδοπούλου, Αρχαιολόγος, ΚΕ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων (epapadopoul@yahoo.gr) Διορθώσεις, σελιδοποίηση και τυπογραφική φροντίδα: Κωστής Ψυχογυιός (pezanos@otenet.gr) Εκτύπωση & βιβλιοδεσία: «Τυ π ο κρ έ τα» Γ. Καζανάκης Δ/χοι Α.Β.Ε. Βι.Πε. Ηρακλείου Κρήτης (info@kazanakis.gr) Η έκδοση πραγματοποιείται με την υποστήριξη της Περιφέρειας Κρήτης: Περιφερειακής Ενότητας Χανίων (www.chania.eu/) Την ευθύνη της έκδοσης έχει το Δ.Σ. του «Χρυσοστόμου»: Αντώνης Πετρουλάκης (πρόεδρος), Κώστας Μαυρακάκης (αντιπρόεδρος), Βαγγέλης Μπούρμπος (γραμματέας), Χαράλαμπος Σκριβιλιωτάκης (ταμίας), Γιάννης Κουκλάκης, Αικατερίνη Μανιά, Κωνσταντίνος Πρώιμος (μέλη). ISBN (vol.) : 978 960 9558 03 7 ISBN (set) : 978 960 8648 02 9 2011 ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ «Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ» ΕΤΟΣ ΙΔΡΥΣΕΩΣ 1899 Χάληδων 83, 731 31 Χανιά Κρήτης. Τηλ. & fax : 28210-53879 www.chrysostomos-chania.gr/ E-mail: chrysostomos@otenet.gr
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΚΟΠΑΚΑ (1) ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΑΤΖΑΝΑΣ (2) Πρώιμα θαλάσσια ταξίδια στο Αιγαίο και την Κρήτη. Σκέψεις με αφορμή τις εργαλειοτεχνίες αποκρουσμένου λίθου από τη νήσο Γαύδο* Το ταξίδι είναι μετακίνηση, συνήθως μεταξύ τόπων που απέχουν αρκετά μεταξύ τους, μια διαδρομή, ένας δρόμος στη θάλασσα, λέγεται ρότα που καλύπτεται με τάξη. 1 Έχει αφετηρία και, συνήθως, αρχικό προορισμό, ίσως ενδιάμεσους σταθμούς, πιθανόν άφιξη, και ενδεχομένως επιστροφή. Ταξίδι είναι και η μεταφορά εκείνων που ταξιδεύουν, έμψυχων, άψυχων, συμβολικών ανθρώπων, ζώων, φυτών, αγαθών, αλλά και ιδεών, δεξιοτήτων, αναγκών, συνηθειών, συρμών... Ένα ταξίδι είναι πάντα μια περιπέτεια, ένα ρίσκο, συχνά ανάλογο με την κλίμακα, τις συνθήκες, τα κίνητρα και τους (1) Καθηγήτρια Προϊστορικής Αρχαιολογίας, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, Πανεπιστήμιο Κρήτης, Γάλλος, 741 00 Ρέθυμνο. E-mail: kopaka@phl.uoc.gr (2) Αρχαιολόγος, Ζ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, 270 65 Αρχαία Ολυμπία. E-mail: chmatzanas@culture.gr * Ευχαριστούμε θερμά τους Α. Αλεξόπουλο, Α. Ανδρεΐκο, Ν. Γαλανίδου, Α. Κραχτοπούλου, P. Mortensen, Α. Μπαρτσιώκα και Γ. Παπαμαρινόπουλο για τη συμβολή τους στην τεκμηρίωση της εργασίας μας. Τα σχέδια των λιθοτεχνιών είναι του Χ. Ματζάνα (ηλεκτρονική επεξεργασία Π. Στεφανάκη), οι φωτογραφίες του Γ. Παπαδάκη-Πλουμίδη, και ο ηλεκτρονικός χάρτης (GIS) της Γαύδου του Μ. Μανιαδάκη. Η έρευνα στη Γαύδο χρηματοδοτείται σταθερά από το Πανεπιστήμιο Κρήτης. 1 Το «ταξ(ε)ίδιον» είναι υποκοριστικό του «τάξις». Προέρχεται από τη μεσαιωνική στρατιωτική γλώσσα (Ανδριώτης 3 1983: 358), και συνδέεται με τη συντεταγμένη οργάνωση και μετακίνηση («τάξις = τὸ στρατιωτικὸν σύνταγμα, ἐξ οὗ καὶ ταξιῶται καὶ ταξίδιον» [TLG: Etymologicum Gudianum 521.55). 10 ο ΔιεθνΚρητΣυν (Χανιά 2006) Α1 (Χανιά 2011) 43 82 43
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΚΟΠΑΚΑ ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΑΤΖΑΝΑΣ στόχους του. Χρειά ζεται απόφαση και θάρρος για τον αποχωρισμό, τη διαδρομή, τη νέα εμπειρία. Το ταξίδι είναι, κυρίως, γνώση: μια σύνθετη γνώση του κόσμου. Κάθε ταξίδι, πραγματικό ή νοητικό, ακόμη και το πιο πρώιμο, βραχύ, τυχαίο και «ανώδυνο», ενέχει εν πολλοίς τα στοιχεία αυτά. Το αρχαιολογικό ταξίδι που προτείνεται στην παρούσα εργασία παραπέμπει σε πανάρχαιες θαλάσσιες μετακινήσεις, πολύ πριν από τα κουπιά και τα πανιά τόσο παλαιές που προκαλούν το δέος. 2 Μεταφέρει στη Γαύδο, ένα νησί σταθμό σε διαχρονικές περασμένες πλεύσεις (Κόπακα κ.ά. 2006), ίσως ακόμη και επικές (Κopaka 2004). 3 Έχει αφετηρία τα εργαλεία αποκρουσμένου λίθου με πρώιμα μορφοτυπολογικά, τεχνικά και άλλα χαρακτηριστικά, που παρουσιάζονται προκαταρκτικά εδώ μαζί με κάποιες σκέψεις για τα ευρύτερα παλαιο περιβαλλοντικά και πολιτισμικά τους συμφραζόμενα. Εκτός από την ίδια την ιστορική σημασία τους, οι γαυδιώτικες αυτές εργαλειοτεχνίες επικαιροποιούν, επίσης, το ζήτημα του προ-νεολιθικού πολιτισμικού «κενού» στη γειτονική Κρήτη και προτείνουν, εμφατικά, ότι αυτό οφείλεται στη μέχρι σήμερα απουσία στοχευμένου σχετικού ενδιαφέροντος και, επομένως, έγκυρων διαγνωστικών αναγνώσεων από επιστήμονες ειδικούς της Παλαιολιθικής περιόδου. Η Γαύδος βρίσκεται στο Λιβυκό πέλαγος (Εικ. 1α), στο νοτιοανατολικό άκρο της ευρωπαϊκής ηπείρου προς την Αφρική. Έχει έκταση 2 Ουσιαστικό έναυσμά του υπήρξε ο χειροπέλεκυς της Εικ. 2, που συλλέχθηκε το 1994 στην παραλία του Σαρακήνικου από την Κ. Κόπακα, με βάση, ακριβώς, τη μεγάλη μορφολογική του αναλογία με τα αντίστοιχα κατω- και μεσοπαλαιολιθικά εργαλεία αποκρουσμένου λίθου. Μια τόσο πρώιμη χρονολόγηση αποκλείσθηκε αυθόρμητα, τότε, και το συγκεκριμένο τέχνεργο αποδόθηκε στη δράση της φύσης: κυρίως, εξαιτίας της απουσίας βεβαιωμένων παλαιολιθικών ευρημάτων στη γειτονική Κρήτη ακόμη τότε, καθώς και του περιορισμένου εν γένει αριθμού των γνωστών χειροπελέκεων από τον ελλαδικό χώρο (βλ. Runnels van Andel 1993 Gowlett 1999: 49 Ματζάνας 2004). Το εύρημα αυτό μας υποψίασε, ωστόσο, και έκανε πιο προσεκτικές τις μετέπειτα επιφανειακές συλλογές μας, από τις οποίες προέκυψε το υπό μελέτη παλαιολιθικό υλικό. 3 Σε έντυπη μορφή, στα Κρητικά Χρονικά 31 (υπό εκτύπωση). 44
ΠΡΩΙΜΕΣ ΕΡΓΑΛΕΙΟΤΕΧΝΙΕΣ ΑΠΟΚΡΟΥΣΜΕΝΟΥ ΛΙΘΟΥ ΑΠΟ ΤΗ ΝΗΣΟ ΓΑΥΔΟ Εικ. 1α : Χάρτης: Κρήτη Γαύδος περ. 33 τ.χλμ και απέχει περ. 37 χλμ (21 νμ) από τη Χώρα Σφακίων, στη νοτιοδυτική Κρήτη, και 300 χλμ (160 νμ) από τη Λιβύη. Η περιορισμένη έκταση και η γεωγραφική της «απομόνωση» έκαναν έως τώρα μάλλον απίθανο το ενδεχόμενο μιας προ-νεολιθικής παρουσίας εκεί. Την εικόνα για τη ζωή στο νησί διευρύνουν όμως, προς την κατεύθυνση αυτή, τα ευρήματα από την επιφανειακή έρευνα που πραγματοποιήθηκε τη δεκαετία του 1990 από το Πανεπιστήμιο Κρήτης και την ΚΕ ΕΠΚΑ Χανίων (Kόπακα κ.ά. 1994/1996 Kόπακα 2000). Πράγματι, εκτός από τα πολλά λίθινα εργαλεία της Νεολιθικής περιόδου και της Εποχής του Χαλκού, κατά την έρευνα συλλέχθηκαν και αρκετά άλλα (το 1/5 περ. των συνολικών λιθοτεχνιών), που παραπέμπουν σε πρώιμους παλαιολιθικούς έως και μεσολιθικούς ορίζοντες. Προέρχονται από περισσότερες υπαίθριες θέσεις 45
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΚΟΠΑΚΑ ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΑΤΖΑΝΑΣ Εικ. 1β : Χάρτης: Γαύδος σε όλο σχεδόν το νησί (Εικ. 1β). Η αναγνώρισή τους στηρίχθηκε: στη μακροσκοπική εξέταση (μορφολογία/τυπολογία, τεχνολογία, μετρολογία, υλικό υπόβαθρο, κατάσταση επιφάνειας) σε γεωαρχαιολογικές παραμέτρους (συνήθης συνάφειά τους με ζώνες ερυθρογής, και πρώτη ύλη τους από εντοπισμένες τοπικές πηγές) σε «αρνητικές» αρχαιολογικές ενδείξεις (κατά κανόνα απουσία οψιμότερων λιθοτεχνιών και κεραμικής στις «μικροπεριοχές» εύρεσής τους (βλ. και παρακάτω πρβ. Sørensen 2004: 237, 249). Τα δεδομένα αυτά, σε συνδυασμό με τον μεγάλο αριθμό και τη σημαντική διασπορά των λιθοτεχνιών, αντισταθμίζουν, έως ένα βαθμό, την εγγενή αδυναμία τους ως προϊόντων επιφανειακής συλλογής και όχι ανασκαφικής/ στρωματογραφικής διερεύνησης. 4 4 Να σημειωθεί, ωστόσο, η δυναμική διεύρυνση που γνωρίζουν σήμερα οι προσεγγίσεις ευρημάτων από υπαίθριες θέσεις και από μη στρωματογραφημένα σύνολα (βλ. και Papagianni 1999 2000, i: 84). Σύγχρονες, εξάλλου, επιφανεια- 46
ΠΡΩΙΜΕΣ ΕΡΓΑΛΕΙΟΤΕΧΝΙΕΣ ΑΠΟΚΡΟΥΣΜΕΝΟΥ ΛΙΘΟΥ ΑΠΟ ΤΗ ΝΗΣΟ ΓΑΥΔΟ Πρώιμες εργαλειοτεχνίες αποκρουσμένου λίθου από τη Γαύδο Κάτω Παλαιολιθική περίοδος 5 Η ύπαρξη λιθοτεχνιών της Κάτω Παλαιολιθικής στη Γαύδο, μολονότι ηχεί ακόμη αρκετά τολμηρή, υποστηρίζεται ωστόσο από την παρουσία τεχνέργων με τα τυπολογικά χαρακτηριστικά των χειροπελέκεων. Ειδικότερα, ο υπό-καρδιόσχημος χειροπέλεκυς από τοπικό ροδόχρωμο ασβεστόλιθο (Εικ. 2 διαστ. 0,133x0,094x0,028), από την παραλία του Σαρακήνικου (Θ. 64Α), είναι χαρακτηριστικό εργαλείο των εξελιγμένων αχελαίων λιθοτεχνιών. Μπορεί να χρονολογηθεί προς το τέλος της ύστερης Κατώτερης Παλαιολιθικής (περ. 200-120000 ΠΠ), χωρίς να αποκλείεται μια πολύ πιο πρώιμη χρονολόγησή του (έως και στις αρχές του Μέσου Πλειστόκαινου, από περ. 700 000 χρόνια πριν και εξής πρβ. Alimen 1965: 87, εικ. 54). Η επιλογή του ασβεστόλιθου προσιδιάζει σε αχελαίες λιθοτεχνίες της βόρειας αφρικανικής ακτής, π.χ. της Τιγκενίφ ή Ternifine στην Αλγερία, όπου χρησιμοποιήθηκε εντατικά και κατά προτίμηση (Χ. Ματζάνας, προσωπική παρατήρηση, Ινστιτούτο Ανθρώπινης Παλαιοντολογίας, Μασσαλία). Το σχήμα του εργαλείου παραπέμπει σε σύγχρονες των αφρικανικών ελλαδικές (Ματζάνας 2004: 127, εικ. 3:ΒΟ185, 4α-γ, 6) και ευρωπαϊκές λιθοτεχνίες. Με την πρώιμη χρονολόγηση συμφωνεί και η αλλοιωμένη αρχική κατάσταση της επιφάνειάς του. Προφανείς νεότερες επεμβάσεις με ανανεώσεις των κόψεων τύπου πλευρικού ξυστήρα όσο και φθορές από μεταγενέκές έρευνες σε νησιά και νησίδες έχουν μεταβάλει ριζικά τον χάρτη του παλαιολιθικού Αιγαίου (π.χ. Panagopoulou κ.ά. 2001 Σάμψων 2006). 5 Για την Κατώτερη και τη Μέση Παλαιολιθική περίοδο χρησιμοποιείται σήμερα ευρέως ο χαρακτηρισμός «Πρώιμη Παλαιολιθική» (π.χ. Gamble 1986: 135-36, πίν. 4.8), με συμβατικό ενδιάμεσο όριο το 128 000 ΠΠ, στην αρχή της τελευταίας Μεσοπαγετώδους Riss-Würm (π.χ. Darlas 1994: 306 κ.ε., εικ. 1, πίν. 1). Ο χαρακτηρισμός αυτός δεν είναι απόλυτα δόκιμος για τον ελλαδικό χώρο, όπου οι μεσοπαλαιολιθικές, μουστέριες, λιθοτεχνίες δεν φαίνεται να ξεπερνούν κατά πολύ τα 100 000 χρόνια πριν (Runnels 1995: 712). 47
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΚΟΠΑΚΑ ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΑΤΖΑΝΑΣ Εικ. 2 : Υπό-καρδιόσχημος χειροπέλεκυς στερη χρήση κάνουν το εργαλείο αυτό ένα είδος «παλιμψήστου». Στο ευρύτερο ανατολικό τμήμα του κόλπου του Σαρακήνικου θα πρέπει να υπάρχει, επομένως, μια από τις πρωιμότερες θέσεις της Κάτω Παλαιολιθικής στη Γαύδο που σχετίζεται, ίσως, και με το υπερκείμενο λοφώδες ακρωτήριο Κάβος Τσαργουλιό (Εικ. 8α: Θ. 27 στο εξής, Κάβος), όπου βρέθηκαν και πολλά άλλα παλαιολιθικά τέχνεργα (βλ. παρακάτω). Από τον Κάβο, ακριβώς, προήλθε επίσης ένα πυρηνόμορφο λιάνιστρο διπλής όψης (chopping-tool) από υπόλευκο ασβεστόλιθο, με 48
ΠΡΩΙΜΕΣ ΕΡΓΑΛΕΙΟΤΕΧΝΙΕΣ ΑΠΟΚΡΟΥΣΜΕΝΟΥ ΛΙΘΟΥ ΑΠΟ ΤΗ ΝΗΣΟ ΓΑΥΔΟ Εικ. 3α : Λιάνιστρο διπλής όψης παρόμοιου βαθμού αλλοίωση της επιφάνειας (Εικ. 3α διαστ. 0,060x 0,054x0,026), που βρέθηκε μαζί με άλλα τυπολογικά ανάλογα εργαλεία από γκρίζο κερατόλιθο (chert). Διαγνωστικός των αχελαίων λιθοτεχνιών είναι και ένας ακέραιος χειροπέλεκυς κοπέας με μερική απολάξευση της μιας όψης (Εικ. 3β διαστ. 0,112x0,078x0,052) σε κροκάλα πλουτώνιου, ίσως γρανοδιορίτη, που βρέθηκε σε ισόπεδο βόρεια του Κοπανέλου (Θ. 62Α). Στην ίδια περίοδο ανήκει, πιθανότατα, μεγάλος δισκοειδής πυρήνας με κεντροφερείς αποσπάσεις κυρίως στη μια όψη (Εικ. 3γ) από τη Λιβανέ (Θ. 33). Προέρχεται από κατάτμηση κροκάλας αδρόκοκκου ψαμμίτη και έχει επιφάνειες εξαιρετικά διαβρωμένες από έντονα γεωχημικά φαινόμενα (πρβ. Collina- Girard 1986: 390, εικ. 5.1). Εκτός από τα χαρακτηριστικά αλλά μεμονωμένα αυτά ευρήματα, τα μεγαλύτερα σύνολα των πρωιμότερων φάσεων της Παλαιολιθικής προέρχονται από τον Άγιο Παύλο/Φετιφέ (Θ. 26Ε στο εξής, 49
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΚΟΠΑΚΑ ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΑΤΖΑΝΑΣ Εικ. 3β : Χειροπέλεκυς κοπέας Άγιος Παύλος): μια από τις πιο σημαντικές και πρώιμες παλαιολιθικές θέσεις στο νησί, που είχε μάλλον κυρίως εργαστηριακό χαρακτήρα πρωτογενούς κατεργασίας της πρώτης ύλης. Στη βάση της τυπολογίας, του υλικού κατασκευής και της κατάστασης της επιφάνειάς τους, τα τέχνεργα αυτά κατατάχθηκαν σε πέντε (5) ομάδες/ σειρές, που μοιάζουν να αντιστοιχούν σε διακριτές χρονολογικές περιόδους και συγκροτούν, πιστεύουμε, μια προκαταρκτική γενική περιοδοποίηση των εργαλειοτεχνιών της Γαύδου. Η παλαιότερη 1η Σειρά (Εικ. 4α) χαρακτηρίζεται από τη χρήση τοπικού γκρίζου κερατόλιθου. Αντιπροσωπεύεται από αποκρού- 50
ΠΡΩΙΜΕΣ ΕΡΓΑΛΕΙΟΤΕΧΝΙΕΣ ΑΠΟΚΡΟΥΣΜΕΝΟΥ ΛΙΘΟΥ ΑΠΟ ΤΗ ΝΗΣΟ ΓΑΥΔΟ Εικ. 3γ : Μεγάλος δισκοειδής πυρήνας σματα και πυρήνες, και πολύ λιγότερο από διαμορφωμένα εργαλεία. Η παχιά λευκή πατίνα και η εξαιρετικά μεγάλη γεωχημική αλλοίωση των τεχνέργων αυτών δείχνουν ότι θα πρέπει να κατασκευάστηκαν πριν από τα έντονα γεωλογικά φαινόμενα που υπολογίζεται ότι έλαβαν χώρα κατά την Τελευταία Μεσοπαγετώδη (Peeters κ.ά. 1988), και προτείνει την ένταξή τους σε κάποια λιθοτεχνία τουλάχιστον του τέλους της Ύστερης Κάτω Παλαιολιθικής. Ο γκρίζος κερατόλιθος που χρησιμοποιήθηκε ως πρώτη ύλη είναι αδρόκοκκος, δυσλάξευτος, άκαμπτος, με υποκογχώδη θραύση. Παρουσιάζει μικρορωγμές γεμισμένες με ασβεστιτικό υλικό που τον καθιστούν, επιπλέον, αρκετά ευάλωτο στη μηχανική φθορά της κόψης κατά τη 51
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΚΟΠΑΚΑ ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΑΤΖΑΝΑΣ Εικ. 4α : Άγιος Παύλος. 1η Σειρά χρήση και, έτσι, λιγότερο αποτελεσματικό από άλλα είδη λίθων στη Γαύδο. Εάν προτιμήθηκε, παρά τις αδυναμίες του, είναι επειδή το μέγεθος και η ομοιογένειά του επιτρέπουν την παραγωγή μετρικά μεγάλων προϊόντων η οποία χαρακτηρίζει εν γένει τις πρώιμες περιόδους της ανθρώπινης δραστηριότητας. Αυτό δείχνουν και τα κερατολιθικά αποκρούσματα, που είναι κατά μέσο όρο παχύτερα αντίστοιχων από άλλα υλικά, φανερώνουν λιγότερο επιμελημένη κατάτμηση και, προπαντός, μια «σπατάλη» της πρώτης ύλης. Τέχνεργα της 2ης Σειράς του Αγίου Παύλου (Εικ. 4β) βρέθηκαν επίσης στον Κάβο και, μεμονωμένα, στα Σιόπατα Μπολέτες (Θ. 44Β) και στα Βατσιανά Ελληνικά (Εικ. 8β: Θ. 14Γ στο εξής, Βατσιανά). Υπερτερούν και εδώ τα προϊόντα κατάτμησης πυρήνες και αποκρούσματα, υπάρχουν όμως και αρκετά διαμορφωμένα εργαλεία πρώιμης τυπολογίας: λιάνιστρα (choppers) και κάποια οδοντωτά. Μερικά πυρηνόμορφα λιάνιστρα διπλής όψης (Εικ. 4γ) από 52
ΠΡΩΙΜΕΣ ΕΡΓΑΛΕΙΟΤΕΧΝΙΕΣ ΑΠΟΚΡΟΥΣΜΕΝΟΥ ΛΙΘΟΥ ΑΠΟ ΤΗ ΝΗΣΟ ΓΑΥΔΟ Εικ. 4β : Άγιος Παύλος. 2η Σειρά κροκάλες κερατόλιθου παρουσιάζουν μικρότερη αλλοίωση και λεπτότερη πατίνα ενός «μεταβατικού» τύπου σε σχέση με εκείνη της 1ης Σειράς. Τα κατεξοχήν μουστέρια στοιχεία είναι σπάνια και περιορίζονται σε άλλους τύπους εργαλείων, κυρίως στους ξυστήρες (ή ράσπες/side-scrapers). Πρόκειται πιθανότατα, κυρίως, για μια από τις λεγόμενες προ-μουστέριες λιθοτεχνίες (Darlas 1994a: 300), που δεν έχει αποκτήσει ακόμη τα τυπικά χαρακτηριστικά των μεταγενέστερων μεσοπαλαιολιθικών βαθμίδων. Τα περισσότερα εργαλεία είναι κατασκευασμένα από έναν τοπικό μαύρο πυριτόλιθο εξαιρετικής ποιότητας, και μόνο περιστασιακά από, επίσης ντόπιο, καστανό πυριτόλιθο. Έχουν συνήθως κιτρινέρυθρη πατίνα, αποτέλεσμα της αποπυριτίωσής τους, που εισχωρεί βαθιά στη μάζα τους. Οι παραπάνω ενδείξεις προτείνουν τη χρονολόγηση της 2ης Σειράς στην περίοδο μετάβασης από την Κάτω στη Μέση Παλαιολιθική (περ. 128-118 000 ΠΠ), κατά προσέγγιση στην Τελευταία Μεσοπαγετώδη. 53
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΚΟΠΑΚΑ ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΑΤΖΑΝΑΣ Εικ. 4γ : Άγιος Παύλος. Πυρηνόμορφο λιάνιστρο διπλής όψης ΜΕΣΗ ΠΑΛΑΙΟΛΙΘΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ Στην περίοδο αυτή φαίνεται να εγγράφονται οι πυκνότερες ενδείξεις θέσεων και εργαλείων στη Γαύδο, παρατήρηση που συμφωνεί με τη διαπίστωση ότι η Μέση Παλαιολιθική χαρακτηρίζεται κυρίως από υπαίθριες θέσεις (Papagianni 1999, 2000 van Andel Runnels 2005: 367). Πρώιμη Μέση Παλαιολιθική Τέχνεργα της 3ης Σειράς του Αγίου Παύλου (Εικ. 5α) φέρουν κιτρινόλευκη πατίνα, και εκπροσωπούνται και στα Βατσιανά και στον Κάβο. Μπορούν να χρονολογηθούν περί το 120-75 000 ΠΠ, δηλαδή στα Ισοτοπικά Στάδια 5α-δ, που αποδίδονται συνήθως στη Würm I (Gamble 1986: 76, 86). Στα χαρακτηριστικά τέχνεργα της περιόδου εγγράφονται ξυστήρες, οδοντωτά, αποκρούσματα Λεβαλλουά και ακανόνιστες λεπίδες ή λεπιδόμορφα αποκρούσματα (πρβ. Darlas 1994: 312, 314). Μερικά από αυτά (Εικ. 5β) είναι από πυριτόλιθους που δεν έχουν έως τώρα εντοπισθεί στη Γαύδο και είναι μάλλον αλλογενείς, ίσως από ποικιλίες της Κρήτης: στις ψυχρές φάσεις της Παγετώδους Würm, θα υπήρχαν αβαθέστεροι δίαυλοι που θα διευκόλυναν την επικοινωνία με τις απέναντι κρητικές ακτές. Η προτιμητέα πρώτη ύλη παραμένει πάντως ο ντόπιος μαύρος πυριτόλιθος, που από τη Μέση Παλαιολιθική χρησιμοποιείται πλέον 54
ΠΡΩΙΜΕΣ ΕΡΓΑΛΕΙΟΤΕΧΝΙΕΣ ΑΠΟΚΡΟΥΣΜΕΝΟΥ ΛΙΘΟΥ ΑΠΟ ΤΗ ΝΗΣΟ ΓΑΥΔΟ Εικ. 5α : Βατσιανά. 3η Σειρά σχεδόν αποκλειστικά. Η λιθοτεχνία αυτή μπορεί να χαρακτηριστεί Πρωτο-Μουστέρια και να εγγραφεί σε μια πρώιμη έκφανση του τυπικού Μουστέριου του ευρύτερου ελλαδικού χώρου. Ύστερη Μέση Παλαιολιθική Σε ένα πρώιμο στάδιο της βαθμίδας αυτής φαίνεται να αντιστοιχούν κάποια τέχνεργα από μαύρο πυριτόλιθο της 3ης και 4ης Σειράς του Αγίου Παύλου, που εκπροσωπούνται καλύτερα στα Βατσιανά (Εικ. 5γ). Φέρουν ανεπτυγμένη λευκή πατίνα και ορισμένα μορφοτεχνικά χαρακτηριστικά λεπιδόμορφα αποκρούσματα και αποκρούσματα Λεβαλλουά που τα εγγράφουν σε μια τυπική Μουστέρια λιθοτεχνία (περ. 75-50 000 ΠΠ). Τα πολυπληθέστερα εργαλεία και αποκρούσματα ανήκουν στην 4η Σειρά (Εικ. 5δ), που ανιχνεύθηκε κυρίως στα Βατσιανά και στον Κάβο. Φέρουν αχνή λευκή πατίνα επί του μαύρου πυριτόλιθου και έχουν, κατά τις προκαταρκτικές εκτιμήσεις μας, μεγάλο 55
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΚΟΠΑΚΑ ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΑΤΖΑΝΑΣ Εικ. 5β : Βατσιανά. 3η Σειρά: Τέχνεργα από αλλογενείς πυριτόλιθους Εικ. 5γ : Βατσιανά. 3η Σειρά χρονολογικό εύρος: τουλάχιστον από ένα προχωρημένο στάδιο της Ύστερης Μέσης έως και την Πρώιμη Άνω Παλαιολιθική (περ. 50-20000 ΠΠ). Μερικά εντάσσονται, πιθανότατα, στην ενότητα των μουστέριων λιθοτεχνιών μάλλον μικρών διαστάσεων (το λεγό- 56
ΠΡΩΙΜΕΣ ΕΡΓΑΛΕΙΟΤΕΧΝΙΕΣ ΑΠΟΚΡΟΥΣΜΕΝΟΥ ΛΙΘΟΥ ΑΠΟ ΤΗ ΝΗΣΟ ΓΑΥΔΟ Εικ. 5δ : Βατσιανά. 4η Σειρά μενο «Μικρομουστέριο»), που είναι γνωστές και από θέσεις της Ηπείρου (π.χ. το Ασπροχάλικο Higgs Vita Finzi 1966: 20, εικ. 12-13 Papaconstantinou Vassilopoulou 1997: 461 Papagianni 2000: 24-25) και της Ηλείας στην Πελοπόννησο (Ματζάνας 1998: 20), όσο και της Δυτικής Ευρώπης (Dibble McPherron 2006: 777, 784). Αντιπροσωπευτικοί είναι ξυστήρες με ημιαπότομη κλιμακωτή επεξεργασία (τύπου 1/2 Quina), καθώς και πλαγιοσυγκλίνοντες ξυστήρες, μικροπυρήνες και αποκρούσματα Λεβαλλουά. Επίσης χαρακτηριστικό είναι ένα σύνθετο εργαλείο πλευρικός ξυστήρας και οπέας από τον Άγιο Παύλο, με εναλλάξ επεξεργασία σε παχύ ελλιπές απόκρουσμα μαύρου πυριτόλιθου, διαθέσιμου με τη μορφή κροκάλας ή κονδύλου. Από τον Άγιο Παύλο προέρχεται, ακόμη, ικανός αριθμός προϊόντων κατάτμησης από χαλαζία (34 από τα 57 χαλαζιακά τέχνεργα, ήτοι το 60% του συνόλου). Χαρακτηριστικά είναι ένα μικρολιάνι- 57
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΚΟΠΑΚΑ ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΑΤΖΑΝΑΣ στρο, ένας οδοντωτός ξυστήρας, και τμήμα μικκύλου τριγωνικού χειροπέλεκυ τύπου Faustelkeil: ενός τύπου που απαντάται μεμονωμένα στο πρωιμότερο μεσοπαλαιολιθικό («μικόκιο») σύμπλεγμα της Γερμανίας (Gamble 1986: 126, εικ. 4.6, 5), εντάσσεται όμως ασφαλέστερα στο πλαίσιο μιας μουστέριας λιθοτεχνίας εξελιγμένης αχελαίας παράδοσης. Μπορεί να χρονολογηθεί στην περίοδο των Ισοτοπικών Σταδίων 4 και 3, που συμπίπτουν κυρίως με τη Würm II (περ. 75-35000 ΠΠ Ματζάνας 2004: 127, εικ. 3, 7). Από τις άλλες θέσεις, το ενδεικτικότερο τέχνεργο είναι ένα λιάνιστρο (chopper) από χαλαζία που βρέθηκε στα Βατσιανά. Η απουσία σημαντικής αλλοίωσης της επιφάνειας αυτών των λιθοτεχνιών συνηγορεί υπέρ της προτεινόμενης οψιμότερης χρονολόγησής τους. Παρόλο που η επιλογή του χαλαζία ως πρώτης ύλης συνδέεται γενικά με τις τεχνικές συμπεριφορές των ανθρώπων της Πρώιμης Παλαιολιθικής (Matzanas 1995: 109), η χρήση του παρατηρείται ωστόσο και αργότερα. Από τα παραπάνω προκύπτει, επίσης, ότι μια ιδιαίτερα σημαντική παλαιολιθική εγκατάσταση στη Γαύδο είναι αυτή στα Βατσιανά (Εικ. 8β). Πρόκειται για μια αλλούβια πλειστοκαινική αναβαθμίδα με έντονη ερυθρογή, που απέδωσε αποκλειστικά πρώιμα τέχνεργα, κατά κανόνα από μαύρο πυριτόλιθο, τα οποία καλύπτουν, κυρίως, ένα μεγάλο μέρος της Μέσης και της Ανώτερης Παλαιολιθικής. ΑΝΩ ΠΑΛΑΙΟΛΙΘΙΚΗ Αν και τα ποσοτικά δεδομένα μοιάζουν τώρα περιορισμένα σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο περισσότερες ενδείξεις θα πρέπει ίσως να αναζητηθούν μέσα σε σπήλαια και βραχοσκεπές τα γνωστά εργαλεία (Σειρές 4 και 5) προέρχονται από περισσότερες θέσεις και περιλαμβάνουν σαφέστατα στοιχεία του κυνηγετικού εξοπλισμού της εποχής. Πρώιμη Άνω Παλαιολιθική Στη βαθμίδα αυτή (περ. 40/35-20 000 ΠΠ) μπορούν εν πρώτοις να αποδοθούν, τυπολογικά, τέχνεργα μαύρου πυριτόλιθου της Σειράς 4, από τον Άγιο Παύλο και αλλού. Χαρακτηριστικό είναι ένα τροπιδωτό ξέστρο σε απόκρουσμα, που εγγράφεται στις ωρινιάκιες 58
ΠΡΩΙΜΕΣ ΕΡΓΑΛΕΙΟΤΕΧΝΙΕΣ ΑΠΟΚΡΟΥΣΜΕΝΟΥ ΛΙΘΟΥ ΑΠΟ ΤΗ ΝΗΣΟ ΓΑΥΔΟ λιθοτεχνίες της Πρώιμης Άνω Παλαιολιθικής. Συνυπάρχουν εξάλλου, φαίνεται, και παλαιότεροι τύποι εργαλείων, όπως ίσως δείχνει ένας πλευρικός ξυστήρας σε παχύ απόκρουσμα που προήλθε από το ίδιο σύνολο στον Άγιο Παύλο. Ύστερη Άνω Παλαιολιθική Στα τέλη της προηγούμενης φάσης (4η Σειρά), αλλά κυρίως στις αρχές της Ύστερης Άνω Παλαιολιθικής (5η Σειρά περ. 20-14 000 ΠΠ) τοποθετείται η σημαντικότατη κατηγορία των αιχμών με στομωμένη ράχη, που κατασκευάζονταν σε λεπίδα με απότομη και συνε χή επεξεργασία, και στελέχωναν πιθανότατα βλητικά όπλα, όπως βέλη τόξων και δόρατα (Ματζάνας 2006: 269-70, εικ. 1). Αν και αρκετά σπάνιες, οι αιχμές αυτές αποτελούν, ωστόσο, τα πλέον διαγνωστικά τέχνεργα της εποχής. Στη Γαύδο, δύο αιχμές γραβέττιου τύπου με διπλή ράχη (Εικ. 6α.1-2), σε λεπίδα πλήρους κατάτμησης από μαύρο πυριτόλιθο βρέθηκαν στον Κάβο και στην Κεφάλα (Θ. 58 ακόμη μια θέση με έντονη πλειστοκαινική ερυθρογή): παλαιότερη τυπολογικά αλλά και ως προς τη φυσική της κατάσταση είναι η πρώτη, που φέρει επιφανειακή λευκή πατίνα και ίσως ανήκει στο τέλος της προηγούμενης βαθμίδας. Ενώ, από τα Βατσια νά προήλθε μια αιχμή με ώμο, επιγραβέττιας παράδοσης (Εικ. 6α.3 πρβ. Higgs κ.ά. 1967: 21, εικ. 12:18-32). Οι αιχμές από την Κεφάλα και τα Βατσια νά έχουν κατά τόπους αχνή λευκή πατίνα, χαρακτηριστική της 4ης Σειράς. Εδώ μπορεί ίσως να χρονολογηθεί και μια λιγότερο τυπική αιχμή (Εικ. 6β) από τον Κάβο, με διπλή, κυρτή ράχη και μία απόληξη, που φέρει εμφανή ίχνη μιας δεύτερης χρήσης της ως οπέα. Ανήκει μάλλον στο τέλος της Επιγραβέττιας, όταν ο τύπος αυτός παρου σιάζει μικρότερη τυποποίηση (Elefanti 2003: 118). Τελική Παλαιολιθική/«Επιπαλαιολιθική» Μεσολιθική Στην Τελική Παλαιολιθική (περ. 14-10 000 ΠΠ) εντάσσονται εργαλεία κατασκευασμένα κυρίως από τον οικείο μαύρο πυριτόλιθο, με πολύ περιορισμένη ή και καθόλου πατίνα αντίστοιχα, μιας μάλλον μεταβατικής 4ης/5ης Σειράς και της 5ης Σειράς. Σημειώνονται μερικές, τώρα βραχύτερες και λεπτότερες, αιχμές με ελαφρώς 59
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΚΟΠΑΚΑ ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΑΤΖΑΝΑΣ Εικ. 6α.1-3 : Αιχμές: Κάβος, Κεφάλα, Βατσιανά γωνιώδη στομωμένη ράχη και μία αιχμηρή απόληξη, σε λεπτές λεπίδες πλήρους κατάτμησης (Εικ. 6γ.1-2). Έτσι, από μαύρο πυριτόλιθο με λευκόφαιη πατίνα είναι μια αιχμή από τα Σελάκια (Θ. 41Α), ενώ από γκρίζο πυριτόλιθο είναι μια ανάλογη αιχμή από τα Σιόπατα Μετόχι (Θ. 100Δ), που χρησιμοποιήθηκε πιθανόν δευτερογενώς ως οπέας. Μηνοειδείς μικρόλιθοι με στομωμένη ράχη σε λεπτό απόκρουσμα μαύρου πυριτόλιθου, από τα Σιόπατα (Εικ. 7α) και τον Άγιο Παύλο, παραπέμπουν πιθανόν στην 11η χιλιετία (πρβ. Perlès 1987: 159). Συγκρίνονται τυπολογικά με αντίστοιχους της ίδιας εποχής από την περιοχή Jebel Gharbi, στην παραμεσόγειο Λιβύη (Barich κ.ά. 2006: 577, εικ. 5). Στην ίδια περίοδο μπορεί να χρονολογούνται και κάποιοι κωνικοί πρισματικοί πυρήνες με αποσπάσεις πολύ μικρών λεπιδίων με κρούση. Βρέθηκαν στον Κοπανέλο (πρβ. Dakaris κ.ά. 1964: 217-19, εικ. 13s [Κοκκινόπηλος] και Higgs Vita Finzi 1966: 12, εικ. 9: 28 60
ΠΡΩΙΜΕΣ ΕΡΓΑΛΕΙΟΤΕΧΝΙΕΣ ΑΠΟΚΡΟΥΣΜΕΝΟΥ ΛΙΘΟΥ ΑΠΟ ΤΗ ΝΗΣΟ ΓΑΥΔΟ Εικ. 6β : Αιχμή: Κάβος Εικ. 6γ.1-2 : Αιχμές: Σελάκια, Σιόπατα [ανώτερο στρώμα στο Ασπροχάλικο]), όσο και στο Χαμουριό (Θ. 78). Η διαπίστωση αυτή συμφωνεί, ενδεχομένως, με την παρατήρηση ότι προς το τέλος της Παλαιολιθικής οι αιχμές κατασκευάζονταν όλο και συχνότερα σε υπερμικρολιθικά λεπίδια (Perlès 1987: 157). Σύγχρονοι θα πρέπει να είναι και ορισμένοι μικκύλοι δισκοειδείς πυρήνες της 5ης Σειράς από τις ίδιες θέσεις, που χρησιμοποιήθηκαν, προφανώς, για την παραγωγή μικρών αποκρουσμάτων, κατάλληλων για επεξεργασία μηνοειδών ή άλλου τύπου μικρολίθων. Έχουν συχνά «σφαιρική» μορφή και φέρουν μη λεπιδοφόρο ή λεπιδοφόρο κατάτμηση πολλών κατευθύνσεων τεχνολογικά γνωρίσματα της Μεσολιθικής στο Φράγχθι (Jacobsen 1969: 356). Την περίοδο αυτή πραγματοποιήθηκε πιθανόν η πρωιμότερη εισαγωγή μηλιακού οψιανού στη Γαύδο ίσως την ίδια εποχή με την αντίστοιχη στο Φράγχθι (Perlès 1999: 314) όπως δείχνει η μηνοει- 61
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΚΟΠΑΚΑ ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΑΤΖΑΝΑΣ δής αιχμή με γωνιώδη ράχη σε τμήμα μεγάλης λεπίδας οψιανού (Εικ. 7β), ενός τύπου χαρακτηριστικού της 11ης χιλιετίας (πρβ. Demars Laurent 1992: 114, εικ. 43). Πολύ ενδιαφέροντα είναι τα ίχνη πυριτικής στίλβης (silica gloss) από το κόψιμο αγρωστωδών και άλλων φυτών που περιέχουν φυτολίθους σε μερικά εργαλεία, από τον Κάβο, το Παδουράκι και τον Άγιο Παντελεήμονα. Πρόκειται, κυρίως, για αποκρούσματα με στομωμένη ράχη ανωπαλαιολιθικής μορφολογίας και πιθανής επιπαλαιολιθικής χρονολόγησης βάσει τυπολογικών κριτηρίων. 6 Στις λιθοτεχνίες της ελλαδικής Μεσολιθικής (περ. 10-8 800 ΠΠ) περιλαμβάνονται, ενίοτε, στομωμένα λεπίδια (Runnels κ.ά. 2005: 275) και γεωμετρικοί μικρόλιθοι, κυρίως τραπέζια και μηνίσκοι (πρβ. Sampson κ.ά. 2003: 123, 127), που δεν χαρακτηρίζουν ωστόσο απόλυτα τις λιθοτεχνίες αυτές (Perlès 1990: 46). Γεωμετρικοί μικρόλιθοι παρατηρούνται, πράγματι, και αργότερα, για παράδειγμα σε όλη τη διάρκεια της Νεολιθικής στο Σπήλαιο του Κύκλωπα, στα Γιούρα (Sampson κ.ά. 2003: 127). Ενώ, σε προχωρημένη φάση της Μεσολιθικής στην Αργολίδα απαντώνται, πολύ περιορισμένα, εξαιρετικά μικρά τέχνεργα, οι υπερμικρολιθικοί μικρόλιθοι με ράχη (Koumouzelis κ.ά. 2003: 115). Παρόμοια εργαλεία, εάν υπήρξαν ποτέ στη Γαύδο, δεν έχουν πάντως ανιχνευθεί ακόμη στο υπό μελέτη υλικό. Μόνο σποραδικά αναγνωρίζονται, εξάλλου, κάποια άλλα ελλαδικά μεσολιθικά εργαλεία, όπως πολυεδρικοί πυρήνες, ξέστρα, σύνθετα τέχνεργα (π.χ. συνδυασμός γλυφίδας και κολόβωσης Runnels κ.ά. 2005: 275). Αυτά όμως είναι κατά κανόνα διαχρονικά και όχι ασφαλή διαγνωστικά στοιχεία, ιδίως στο πλαίσιο επιφανειακών συνόλων. Το μόνο εύρημα που μπορεί να αποδοθεί με σχετική βεβαιότητα σε ύστερη φάση της Μεσολιθικής (Τελική Μεσολιθική, 8η/7η χιλιετία π.χ.) είναι η βελοακμή σε λεπίδα μαύρου πυριτόλιθου 6 Οι δραστηριότητες κοπής φυτικών ειδών που προκαλούν τη στίλβη των πυριτολιθικών εργαλείων δεν συνδέονται πλέον αποκλειστικά στη βιβλιογραφία με τη Νεολιθική περίοδο και τις αγροτικές διαδικασίες, αφού άγρια φυτά (καλάμια, βούρλα...) που προορίζονταν για ποικίλες χρήσεις (π.χ. στην αρχιτεκτονική, καλαθοπλεκτική κ.λπ.) θα πρέπει να κόβονταν συστηματικά και ενωρίτερα (π.χ. Cauvin [1994] 2004: 58, σημ. 17 Guilaine 1989: 114). 62
ΠΡΩΙΜΕΣ ΕΡΓΑΛΕΙΟΤΕΧΝΙΕΣ ΑΠΟΚΡΟΥΣΜΕΝΟΥ ΛΙΘΟΥ ΑΠΟ ΤΗ ΝΗΣΟ ΓΑΥΔΟ Εικ. 7 : α. Μηνοειδής μικρόλιθος β. Αιχμή από μηλιακό οψιανό γ. Βελοακμή της Εικ. 7γ μια αιχμή, δηλαδή, με εγκάρσια απόληξη και κοίλες πλευρές (πρβ. Perlès 1973: 77, εικ. 9:4, 6). Η συνέχιση της μελέτης των λιθοτεχνιών της Γαύδου ενδέχεται να αποκαλύψει σύνολα με σαφώς διαγνωστικούς τύπους εργαλείων της περιόδου αυτής σε θέσεις όπως ο Κόρφος και ο Κάβος, ίσως ο Άγιος Παντελεήμονας, και πιθανόν η Κεφάλα, τα Γαλανά, ο Καπουρής, ο Ανεμόμυλος, ο Άγιος Παύλος και τα Βατσιανά. Ταξιδεύοντας στη Γαύδο στο Πλειστόκαινο 7 Ένα πρώιμο προϊστορικό ταξίδι στη Γαύδο θα ήταν βεβαιωμένα θαλάσσιο: το νησί είχε ήδη αποκοπεί από την κρητική στεριά στις αρχές του Πλειστόκαινου (Rackham Moody [1996] 2004: 19). Η διαδρομή από τα βόρεια θα ήταν πιθανόν στοχευμένη: με το υψόμε- 7 Εδώ συζητούμε μόνο την εκδοχή του βόρειου ταξιδιού, παρόλο που κάποια χαρακτηριστικά των πρωιμότερων ήδη εργαλείων από τη Γαύδο δεν θα απέκλειαν εντελώς τη διαδρομή από/προς τον νότο. Πράγματι, παρά τη σημαντική απόσταση, τα μεγάλα βάθη και τις εν γένει δυσκολίες της ανοικτής 63
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΚΟΠΑΚΑ ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΑΤΖΑΝΑΣ τρό της των 360 μ, η νήσος διακρίνεται συνήθως στον νότιο ορίζοντα ακόμη και από τα ορεινά της κεντρικής Κρήτης και μένει ορατή σε όλη τη διάρκεια της πλεύσης. Αν και πάντοτε αρκετά μακρύ, ένα τέτοιο ταξίδι θα ήταν, ωστόσο, ενίοτε βραχύτερο: στις περιοδικές ψυχρές περιόδους του Πλειστόκαινου, με τις σημαντικές ταπεινώσεις των νερών και τις εξισορροπιστικές κινήσεις του φλοιού της γης, οι απέναντι ακτές θα απείχαν λιγότερο, και ενδιάμεσα αβαθή θα διευκόλυναν τις μετακινήσεις. 8 Ενώ, η Γαυδοπούλα θα μπορούσε να είναι ενωμένη με τη Γαύδο ή, πάντως, να αποτελεί μια μικρονησιωτική στεριά (stepping stone) αμέσως στα ανοικτά της. Oι ταξιδιώτες μας θα ήταν κυνηγοί τροφοσυλλέκτες περισσότερων ανατομικών τύπων, πιθανόν όλων του είδους των sapiens, μάλλον ήδη του πρώιμου Homo heidelbergensis (από μια μεγάλη σχετική γενική συζήτηση, βλ. ενδεικτικά Stringer Gamble 1993, Bischoff κ.ά. 2003, Bulbeck 2007 για τον ελλαδικό χώρο: Runnels 1995: 705-06, Gowlett 1999, Broοdbank 2006: 204-05 για τη Μάνη: Πίτσιος 1996, Harvati κ.ά. 2003: 471 για την Κρήτη: Facchini Giusberti 1992: 203-05). Θα έφθαναν στα βόρεια ή/και στα ανατολικά απάνεμα της Γαύδου (Εικ. 1β) και, από εκεί, στις αντίστοιχες καταβόρειας πλεύσης από τις βορειοαφρικανικές ακτές ακόμη και στην όψιμη αρχαιότητα (Aggouridis 1997: 267), ευνοϊκοί ενδιάμεσοι δίαυλοι επικοινωνίας μπορεί να υπήρχαν, ιδίως κατά τις ψυχρές περιόδους του Πλειστόκαινου. Για κατω- και μεσοπαλαιολιθικές θέσεις στην παραμεσόγειο Αφρική: Gowlett 1999: εικ. 1.1 για παλαιοανθρωπολογικά κατάλοιπα και εργαλειοτεχνίες sapiens 70000 (ή 100 000;) χρόνων στην Αίγυπτο και το Μαρόκο: Stringer Gamble 1993: 130-31 για μια πιθανή αφρικανική καταγωγή των παλαιολιθικών ομάδων της Σαρδηνίας, περί το 40 000 (ή και πριν;): Spoor 1999: 302. Πρβ. τις οικείες αμφίδρομες σπογγαλιευτικές ρότες ανάμεσα στο Αιγαίο και τα λιβυκά κυρίως παράλια κατά τη νεότερη εποχή (βλ. π.χ. Σφουγγάρι και σφουγγαράδες, Επτά Ημέρες, Η Καθημερινή 13-9-1998). 8 Για παράδειγμα, στην τελευταία μέγιστη παγετώδη έξαρση περί το 18 000, στην Ανώτερη Παλαιολιθική, τα νερά ήταν έως περ. 120-130 μ πιο χαμηλά (π.χ. van Andel Shackleton 1982: 448). Οι πορθμοί μεταξύ ΝΑ Πελοποννήσου, Κρήτης, Δωδεκανήσων και ΝΔ Μικράς Ασίας θα ήταν, τότε, κατά τόπους στενότεροι, με αβαθέστερα περάσματα και ίσως κάποιες επιπλέον ενδιάμεσες (βραχο)νησίδες. Ενώ, λιγότερα από 24 χλμ θα χώριζαν τη Γαύδο από την Κρήτη (βλ. τα πλησιέστερα σημεία στις ισοβαθείς των 100 μ μεταξύ των δύο νησιών). 64
ΠΡΩΙΜΕΣ ΕΡΓΑΛΕΙΟΤΕΧΝΙΕΣ ΑΠΟΚΡΟΥΣΜΕΝΟΥ ΛΙΘΟΥ ΑΠΟ ΤΗ ΝΗΣΟ ΓΑΥΔΟ γεωγραφικές «επικράτειες» της ενδοχώρας: εν δυνάμει, σύμφωνα με τις διασπορές των εργαλείων, από το Σαρακήνικο στον Κάβο (Εικ. 8α), τα Σελάκια και, υψηλότερα, στα Σιόπατα, Κοπανέλο, Καστρί, Φραγκεδιανά, Φανάρι από τον Άγιο Παύλο στο Χαμουριό και τη Λιβανέ από τον Πύργο στην Κεφάλα και τον Κεδρέ από τον Κόρφο στον Καπουρή και τα Βατσιανά (Εικ. 8β). Επιτόπου, θα ανακάλυπταν ένα νησί γεωλογικά ταλαιπωρημένο από διαχρονικές τεκτονικές, ευστατικές/ισοστατικές και άλλες γεωλογικές ανακατατάξεις καταρυτιδωμένο από ιδιαίτερα έντονες διαβρωσιγενείς αυλακώσεις (Rackham Moody [1996] 2004: 25, 42). Μάλλον, όμως, και έναν τόπο ανταποδοτικό του ταξιδιού τους: με ικανή έκταση και με νερό, όπως δείχνει το ανάγλυφο με τα πολλά και συχνά βαθιά αποξεραμένα ρέματα (Εικ. 1β), με τα οποία σχετίζονται εμφανώς χωρικά οι πρώιμες θέσεις μας (πρβ. Runnels 1995: 712-13). Τεταρτογενείς αποθέσεις, μεσοζωικοί σχηματισμοί της Πίνδου, νεογενή και μεταμορφωμένα της ενότητας της Καλυψούς (Vicente 1970, Aλεξόπουλος 1999) θα πρόσφεραν στις ανθρώπινες ομάδες μια σχετική αυτάρκεια σε χρήσιμα υλικά, όπως ασβεστόλιθους, ψαμμίτες, κερατόλιθους, πυριτόλιθους, χαλαζίες. Σπήλαια και, εξαιρετικά πυκνές σήμερα, βραχοσκεπές θα τους παρείχαν προστατευμένα καταφύγια. Ενώ, πολλές ζώνες ερυθρογής (terra rossa) φιλοξένησαν, εμφανώς, πρώιμες υπαίθριες εγκαταστάσεις τους (πρβ. van Andel 1998 van Andel Runnels 2005: 369). Οι περιβαλλοντικές αυτές συνιστώσες της Γαύδου αποτελούν οικεία χαρακτηριστικά παλαιολιθικών τοπίων στον αιγαιακό και τον μεσογειακό χώρο. Συμφωνούν δε με την τοπογραφία των υπό μελέτη θέσεων, που βρίσκονται συχνά σε συνάφεια με πλειστοκαινικές αλλούβιες αποθέσεις, με πηγές νερού και πρώτων υλών (π.χ. τα Βατσιανά γειτνιάζουν άμεσα με πηγή γκρίζου πυριτόλιθου στο Βαθύ Σελί, ο Κάβος και τα Σελάκια με το ρέμα του Σαρακήνικου, και με τον λόφο του Καραβέ που περιλαμβάνει τις βασικές συγκεντρώσεις μεταμορφωμένων πετρωμάτων). Την καταλληλότητα πολλών από τις θέσεις που επιλέχθηκαν π.χ. εκείνων στον Άγιο Παύλο, τον Κάβο, τα Βατσιανά δείχνει και το σημαντικό χρονολογικό εύρος 65
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΚΟΠΑΚΑ ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΑΤΖΑΝΑΣ Εικ. 8α : Ανατολικό Σαρακήνικο και Κάβος των πρώιμων εργαλείων που βρέθηκαν σε αυτές. Ενδιαφέρον παρουσιάζει, εξάλλου, η συχνή κατανομή των παλαιολιθικών τεχνέργων σε επιμέρους χωρικές συναρθρώσεις, που δεν έχουν κατά κανόνα μεταγενέστερες αναμείξεις: παρά την εν γένει πυκνή χρονολογική επικάλυψη των επιφανειακών ενδείξεων στις ευρύτερες περιοχές εύρεσής τους, εξαιτίας της διαχρονικής πολιτισμικής δραστηριότητας στην περιορισμένη έκταση της Γαύδου. Επίσης ενδιαφέρουσα είναι η δυνατότητα μιας καταρχήν διάκρισης σε πρωτογενείς εγκαταστάσεις (π.χ. στα Βατσιανά) και σε θέσεις επεξεργασίας πρώτων υλών (π.χ. στον Άγιο Παύλο). Προς το παρόν, ο υπαίθριος χαρακτήρας των θέσεών μας είναι απλώς ενδεικτικός, αφού βραχοσκεπές και σπήλαια δεν έχουν διερευνηθεί ανασκαφικά. Οι κλιματικές συνθήκες, το οικοσύστημα και η βιοποικιλότητα του μικρονησιωτικού τόπου που θα συναντούσαν οι εκάστοτε παλαιολιθικοί ταξιδιώτες μάς είναι άγνωστα. Το παλυνολογικό διάγραμμα από ένα δείγμα που συλλέχθηκε στην Τρυπητή, στο νότιο άκρο της Γαύδου, δεν ξεπερνά δυστυχώς σε βάθος το προχωρημένο Ολόκαινο (2770±60 ΠΠ/1049-805 π.χ. και 2560±60 ΠΠ/829-413 π.χ. Bottema 66
ΠΡΩΙΜΕΣ ΕΡΓΑΛΕΙΟΤΕΧΝΙΕΣ ΑΠΟΚΡΟΥΣΜΕΝΟΥ ΛΙΘΟΥ ΑΠΟ ΤΗ ΝΗΣΟ ΓΑΥΔΟ Εικ. 8β : Βατσιανά/Ελληνικά κ.ά. 2003: 205-10). Προς το παρόν, μόνο το παλυνολογικό δείγμα από την Αγία Γαλήνη, στα απέναντι κρητικά/ρεθεμιώτικα παράλια, παρέχει μια γενική εικόνα της βλάστησης που δείχνει ένα υγρότερο κλίμα στην ευρύτερη περιοχή κατά τη Μεσολιθική (Bottema 1980). Στη Γαύδο δεν έχουν εντοπιστεί παλαιοντολογικά ευρήματα πλειστοκαινικής πανίδας. Αξίζει, όμως, να αναφερθεί μια, έστω και πολύ έμμεση, σχετική πληροφορία του Ιταλού γεωλόγου και περιηγητή V. Simonelli. Σε μια συλλογή που είδε στη νότια Κρήτη, υπήρχε και σιαγόνα ρινόκερου, που, όπως πληροφορήθηκε, προερχόταν από τη Γαύδο. Έτσι, το 1843, ο ίδιος ταξίδεψε στο νησί και αναζήτησε αλλά μάταια απολιθώματα θηλαστικών στην περιοχή της Παναγίας, η οποία του υποδείχθηκε επιτόπου (Eκκεκάκης 1996: 142-43, 154-57). Σημειώνεται, ωστόσο, ότι η συγκεκριμένη περιοχή μοιάζει γεωλογικά πρόσφορη για μια συστηματική σχετική μελλοντική έρευνα εμφανίζει μεγάλης κλίμακας καταπτώσεις βραχοσκεπών, και γειτνιάζει άμεσα με πηγές νερού και με αποθέσεις ερυθρογής. Όπως είναι γνωστό, χερσαία πανίδα ζούσε και «κυκλοφορούσε» κατά το Πλειστόκαινο στα νησιά του κόσμου, της Μεσογείου και του 67
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΚΟΠΑΚΑ ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΑΤΖΑΝΑΣ Αιγαίου (π.χ. Δερμιτζάκης κ.ά. 2000: 394-96, εικ. 2 βλ. και Schüle 2000), όπου ανέπτυξε ενδημικά ανατομικά γνωρίσματα, όπως είναι ο νανισμός και ο γιγαντισμός μερικών ειδών (π.χ. Davis 1985). Απολιθώματα πλειστοκαινικών ζώων έχουν βρεθεί σε πολλές περιοχές της Κρήτης, συχνά μάλιστα της δυτικής (π.χ. Lax 1996 Rackham Moody [1996] 2004: 64-67, 70-71 Reese 1996 βλ. και Cherry 1990: 161-63). Γιατί κάποια από αυτά δεν θα ταξίδευαν και στη Γαύδο, εάν ο χώρος τους παρείχε νερό και ικανούς διατροφικούς πόρους; Εάν, πάλι, το νησί μπορούσε να φιλοξενεί βιώσιμους πληθυσμούς φυτών και ζώων χερσαίων αλλά, ίσως, κυρίως θαλάσσιων ειδών και πουλιών κατά τις εποχικές τους μεταναστεύσεις, γιατί να μην υποστήριζε, τουλάχιστον σε εποχική βάση, και κυνηγετικές τροφοσυλλεκτικές ομάδες; Αυτό τεκμηριώνει πάντως, κατεξοχήν, η παρουσία των παλαιολιθικών εργαλείων στη Γαύδο. Άνθρωποι συνυπήρξαν, εξάλλου, βεβαιωμένα με πλειστοκαινικά ζωικά είδη σε άλλα μεσογειακά νησιά, μέχρι ακόμη και το Ολόκαινο και σχετίζονται μάλλον, εν μέρει, με τις οικολογικές ανισορροπίες που προκάλεσαν την εκεί εξαφάνισή τους (προσεκτική συζήτηση στο Simmons 1999: 27-31, 323-32 βλ. και Lax Strasser 1992 Hamilakis 1996 Schüle 2000). Για τους κατασκευαστές και χρήστες των εργαλείων της Γαύδου μπορεί κανείς να αναρωτηθεί εύλογα, μεταξύ άλλων: τι να τους οδήγησε/οδηγούσε σε ένα τέτοιο μικρό νησί λόγοι περιβαλλοντικοί, δημογραφικοί, οικονομικοί, ή/και συμβολικότεροι; Πώς, από πού, και πόσο συχνά μπορούσαν να χρησιμοποιούν (μονόδρομα ή/και αμφίδρομα;) τη θάλασσα στις μετακινήσεις τους; Επομένως, τι χαρακτήρα, πόση διάρκεια και ποιες χρονολογικές και άλλες σχέσεις είχαν οι θέσεις με τις υπό μελέτη εργαλειοτεχνίες και, εντέλει, ποιες οι πιθανότητες μιας περισσότερο ή λιγότερο σταθερής εκάστοτε εκμετάλλευσης του περιορισμένου αυτού και νησιωτικού οικοσυστήματος; Απαντήσεις σε παρόμοια ερωτήματα θα αρχίσουν να προκύπτουν μόνο όταν αποκαλυφθούν στρωματογραφημένα παλαιολιθικά και μεσολιθικά σύνολα στη Γαύδο, και στην Κρήτη. 68
ΠΡΩΙΜΕΣ ΕΡΓΑΛΕΙΟΤΕΧΝΙΕΣ ΑΠΟΚΡΟΥΣΜΕΝΟΥ ΛΙΘΟΥ ΑΠΟ ΤΗ ΝΗΣΟ ΓΑΥΔΟ Πρώιμα θαλάσσια ταξίδια στο Αιγαίο και στην Κρήτη Στο πλαίσιο, κυρίως, βιογεωγραφικών και βιοκοινωνικών θεωρήσεων για τους ανθρώπινους εποικισμούς των νησιών, ανάλογοι προβληματισμοί έχουν ενισχύσει τους μέχρι σήμερα επιστημονικούς δισταγμούς για ένα ενδεχόμενο προ-νεολιθικό παρελθόν στο Αιγαίο και στην Κρήτη (π.χ. Cherry 1981: 43 1990: 158, 167 Broodbank 2000: 112-13 2006: 204-05, 212, 214, 218 βλ. και Δερμιτζάκης κ.ά. 2000: 395-96, 398). Στη μεγαλόνησο, οι στοχευμένες και συστηματικές σχετικές έρευνες έχουν, πράγματι, καθυστερήσει πολύ, παρά τις προσδοκίες μερικών μελετητών για έναν εν δυνάμει κρητικό ορίζοντα, τυχαίων μάλλον παρά ηθελημένων, παλαιολιθικών επισκέψεων (π.χ. Broodbank Strasser 1991: 236 Watrous 1994: 699 Runnels 1995: 728 Rackham Moody (1996) 2004: xxiv, 2, 67 Broodbank 2000: 113 2006: 212). Ωστόσο, το προ-νεολιθικό αυτό πολιτισμικό «κενό» στην Κρήτη αποτελεί μια ολοένα και πιο παράδοξη και δυσερμήνευτη εξαίρεση στις μέρες μας, όταν οι μεγάλες θαλάσσιες αποστάσεις και ο πρώιμος χαρακτήρας της «ναυσιπλοΐας» δεν αποτελούν πλέον πειστικά αρνητικά επιχειρήματα για μια τόσο παλαιά ανθρώπινη παρουσία σε αυτήν. Αφού, ακόμη και οι κατωπαλαιολιθικές τεχνολογικές βαθμίδες αποδεικνύονται επαρκείς για την αντιμετώπιση των δυσκολιών σημαντικών διά θαλάσσης μετακινήσεων (π.χ. Johnstone 1980: 5 Bednarik 2003). Αυτό στοιχειοθετούν αρχαιότατες και ενίοτε πολύ μακρές παλαιολιθικές πλεύσεις σε νησιά των ωκεανών, 9 και της Μεσογείου (π.χ. Otte 1997: 30, 32, 37 Bednarik 1999 Schüle 2000 ειδικά για το σύμπλεγμα Σαρδηνίας/Κορσικής: Martini 1992 και Spoor 1999: 297-98, 300, 302, και συζήτηση π.χ. στα Simmons 1999: 19-21 Broodbank 2006). Ενώ, στη Μεσολιθική, τα ευρήματα 9 Τα γνωστότερα παραδείγματα είναι η, ακόμη αμφιλεγόμενη βιβλιογραφικά, άφιξη του Homo erectus στη νήσο Flores της Ινδονησίας, περ. 800 000 χρόνια πριν, και, βέβαια, ο εποικισμός του αυστραλιανού συμπλέγματος από τον Homo sapiens, περί το 60-40 000 ΠΠ (π.χ. Bulbeck 2007: 317 van Andel 1989: 738, 740). 69
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΚΟΠΑΚΑ ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΑΤΖΑΝΑΣ της βραχοσκεπής στο Ακρωτήρι Αετόκρεμνος της Κύπρου άλλαξαν ραγδαία και ριζικά το βάθος της μεσογειακής (προ)ιστορίας (Simmons 1999 για πιθανές επιπλέον σύγχρονες του Αετόκρεμνου θέσεις στο νησί: αυτόθι 21-25, 243-58). Οι αποστάσεις των 20-40 χλμ που χωρίζουν τα περισσότερα μεσογειακά νησιά από τη στεριά (van Andel 1989: 737, εικ. 3α Cherry 1990: 171) δείχνουν ότι, ακόμη και με τη σημερινή θαλάσσια στάθμη, βαθμιαίες αφίξεις στην Κρήτη και στη Γαύδο από τα βόρεια θα ήταν εξίσου εφικτές. Στον ελλαδικό νησιωτικό χώρο, πολύ πρώιμα παλαιολιθικά ευρήματα έχουν αναφερθεί από το Ιόνιο το σύμπλεγμα Κεφαλληνίας/Ζακύνθου (Σορδίνας 1970 Cubuk 1976 Kαββαδίας 1984) και την Κέρκυρα (Sordinas 1969 Κourtessi-Philippakis 1999), και οψιμότερα από τις Σποράδες τον Άγιο Πέτρο (Efstratiou 1985: 5-6, 135-36), την Αλόννησο (Παναγοπούλου κ.ά. 2001), ίσως τη Σκύρο (Cherry 1981: 44-45 1990: 165-67), καθώς και τα μικρονήσια Γιούρα, Ψαθούρα, Γράμιζα... (Σάμψων 2006: 18). Σχετικά σταθερές μεσολιθικές ρότες τεκμηριώνονται εξάλλου μέσα από ανασκαφικά ευρήματα βλ. την αμφίδρομη πλεύση Φράγχθι Μήλος για την προμήθεια οψιανού (Perlès 1979 van Andel Shackleton 1982: 453 Τζάλας 1989), και τις αντίστοιχες εκείνες που υποδηλώνει η κατάληψη του Σπηλαίου του Κύκλωπα στα Γιούρα (Σάμψων 1998 2006: 27-35). Μεσολιθικά ευρήματα ανιχνεύονται, πλέον, και στις Κυκλάδες εκεί, δηλαδή, όπου ακόμη «χθες» η ιστορία ξεκινούσε με τον όψιμο νεολιθικό Σάλιαγκο, μόλις αργά την 5η χιλιετία (Cherry 1990: 164-65, πίν. 3): στην Κύθνο, όπως δείχνουν ο σημαντικός οικισμός και το νεκροταφείο στον Μαρουλά (Honea 1975 Σάμψων 2006: 35-43), και, σύμφωνα με επιφανειακά εργαλεία, μάλλον και στην Ικαρία και τη Νάξο (Σάμψων 2006: 43-45, 22) όσο και στη Μήλο (π.χ. Broodbank 2006: 204 με αναφορά στα ευρήματα του G. Chelidonio). Πρώιμες ταξιδιωτικές εμπειρίες προκύπτουν συνεχώς, με διαφορετικούς βαθμούς βεβαιότητας, και μέσα από ευρήματα στον νότιο ελλαδικό χώρο και στην Κρήτη και αφορούν πιο άμεσα τη μελέτη μας, όπως, αντίστοιχα, εκείνα: 70
ΠΡΩΙΜΕΣ ΕΡΓΑΛΕΙΟΤΕΧΝΙΕΣ ΑΠΟΚΡΟΥΣΜΕΝΟΥ ΛΙΘΟΥ ΑΠΟ ΤΗ ΝΗΣΟ ΓΑΥΔΟ Στην Πελοπόννησο και ιδιαίτερα στις, γειτονικές της Κρήτης, νότιες χερσονήσους της. Πράγματι, κατω- και μεσοπαλαιολιθικά εργαλεία έχουν ανιχνευθεί στη Λακωνία (Runnels 1995: 708, σημ. 18, 46, με αναφορά στο επιφανειακό υλικό του L. Reisch). Ενώ, σημαντικά μεσο- και ανωπαλαιολιθικά ανασκαφικά σύνολα και παλαιοανθρωπολογικά κατάλοιπα τεκμηριώνονται στη Μάνη στις σπηλαιοκαταλήψεις στα Καλαμάκια (Darlas 2004), Απήδημα (Πίτσιος 1985, 1996), Λακωνίδα Ι και Ελαία (Panagopoulou κ.ά. 2002-04 Harvati Delson 1999 Harvati κ.ά. 2003). Στα νότια κρητικά παράλια, απέναντι από τη Γαύδο (βλ. και παρακάτω, σημ. 10). Πράγματι, επιπαλαιολιθικά/μεσολιθικά επιφανειακά εργαλεία έχουν αναφερθεί από τη Σαμαριά (Nixon κ.ά. 1989 Nixon κ.ά. 1990 Cherry 1990: 158), και τέχνεργα της Κάτω, Μέσης και Άνω Παλαιολιθικής, από τα Σφακιά και από άλλες περιοχές στην Κρήτη (Ανδρεΐκος 1998, με πληροφορίες για νέο σχετικό υλικό και από τη Μάνη, τα Κύθηρα, την Πάρο, τη Μήλο...). Μια παράκτια διαδρομή μεταξύ Γαύδου, δυτικής Κρήτης, Αντικυθήρων/Κυθήρων, Πελοποννήσου και ηπειρωτικού ελλαδικού χώρου φαίνεται επομένως, πλέον, όχι μόνο δυνατή αλλά πιθανότατα και ανιχνεύσιμη στο εγγύς μέλλον. Στο πλαίσιο αυτό, σκόπιμη είναι, εκτός από τη δρομολόγηση συστηματικών σχετικών ερευνών στην Κρήτη, η επανεξέταση των παλαιότερων υποθέσεων για μια εκεί προ-νεολιθική παρουσία (βλ., ενωρίς, Ζώης 1973: 57-66), οι οποίες έχουν θεωρηθεί αμφιλεγόμενες ή έχουν ρητά αμφισβητηθεί (π.χ. Cherry 1981: 43 1990: 158-59, εικ. 2 Lax 1969: 14, 19-20 Hamilakis 1969: 232-34). Αυτές αφορούν επιφανειακά ευρήματα, βραχογραφίες (κυρίως εκείνες στο Ασφένδου Σφακίων Παπουτσάκης 1972), και παλαιοανθρωπολογικό υλικό: ιδίως το τμήμα κρανίου και άλλων απολιθωμένων οστών που συνέλεξε το 1893 ο Simonelli στην παραλία των Χανίων (μαζί με κόκαλα και κέρατα ελαφιών) και αναγνώρισε ως Homo sapiens sapiens. Η σύγχρονη μελέτη και εργαστηριακή χρονολόγηση του ευρήματος το τοποθετούν στο 51 000 ± 12 000 (Facchini Giusberti 71
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΚΟΠΑΚΑ ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΑΤΖΑΝΑΣ 1992 μέθοδος πρωτακτινίου/ουρανίου [Pa/U] δείγμα από τη διεπαφή οστών και πετρώματος, και χωριστά δείγματα εγκλωβισμένης γύρης) και το εγγράφουν έτσι, πιθανότατα, στα αρχαιότερα γνωστά ανθρώπινα κατάλοιπα της νοτιοανατολικής Ευρώπης (βλ. και Lax 1996: 10). Επίλογος Οι εργαλειοτεχνίες αποκρουσμένου λίθου από τη Γαύδο χρειάζονται ακόμη συστηματική αρχαιολογική και διεπιστημονική μελέτη. Προκύπτουν, όμως, σε χρόνους ώριμους για να υποβάλουν και να στηρίξουν την υπόθεση μιας παλαιολιθικής παρουσίας στο ίδιο το νησί, όσο, λογικά, και στην ευρύτερη κρητική γεωγραφική του συνάρθρωση. Όπως συμβαίνει κάθε φορά στην αρχή μιας συζήτησης, τα εργαλεία αυτά γεννούν ποικίλα ερωτήματα, που άπτονται μεγάλων και κρίσιμων και βιβλιογραφικά «ανοικτών» θεματικών ενοτήτων. Οδηγούν δε σε πολυεπίπεδες υποθέσεις, που είναι αναγκαστικά πολύ τολμηρές, εφόσον δεν είναι δυνατόν να τεκμηριω θούν μέσα από τα εν γένει ισχνότατα διαθέσιμα δεδομένα για την Παλαιολιθική και τη Μεσολιθική περίοδο στον μεσογειακό και τον αιγαιακό τομέα, κυρίως τον νησιωτικό. Επειδή, όμως, τα απαραίτητα στρωματογραφικά, χρονολογικά και άλλα συναφή στοιχεία από τον ελλαδικό χώρο θα καθυστερήσουν να αποκτήσουν ικανοποιητική συνοχή, εν τω μεταξύ τα σημαντικά σημερινά τους κενά θα πρέπει μάλλον να αντιμετωπισθούν επιστημονικά με πιο θετικό τρόπο. Πέρα από απόλυτα εκλογικευμένες υποθέσεις εργασίας και τις προκαταλήψεις εκείνες που έχουν αναστείλει την έρευνα για τους προ-νεολιθικούς ορίζοντες στο νησιωτικό Αιγαίο. Ξεκινώντας, ίσως, από την ίδια την έννοια, τη φύση και την εκάστοτε αντίληψη του ταξιδιού. Αφού, τα κίνητρα, οι μορφές, το εύρος, οι ρυθμοί και η εν γένει δυναμική της ανθρώπινης κινητικότητας των τόσο ζωτικών μετακινήσεων και διαντιδράσεων μεταξύ ατόμων και ομάδων είναι μεταβλητά και, επομένως, δύσκολα μετρήσιμα και προβλέψιμα, κυρίως στις μακρές παλαιολιθικές 72
ΠΡΩΙΜΕΣ ΕΡΓΑΛΕΙΟΤΕΧΝΙΕΣ ΑΠΟΚΡΟΥΣΜΕΝΟΥ ΛΙΘΟΥ ΑΠΟ ΤΗ ΝΗΣΟ ΓΑΥΔΟ τους συνάφειες (ουσιαστική συζήτηση στο Gamble [1993] 2003, ειδ. κεφ. 11). Στόχοι, ανάγκες, τεχνολογικές δεξιότητες και απαιτήσεις και ακόμη, βέβαια, το αίσθημα του φόβου και οι προσλήψεις του κινδύνου, της περιπέτειας, του συναγωνισμού/ανταγωνισμού... είναι παράμετροι που ποικίλλουν πολιτισμικά, στη διαχρονία και στη συγχρονία. Ακόμη και με επαρκή αρχαιολογικά δεδομένα, θα μπορούσαμε άραγε ποτέ να συλλάβουμε και να αξιολογήσουμε ικανοποιητικά την εμπειρία ενός παλαιολιθικού ταξιδιού στη Γαύδο; Στο στάδιο αυτό της έρευνάς μας για τις γαυδιώτικες λιθοτεχνίες, γίνεται ήδη φανερό ότι πρώιμα και μάλιστα πολύ πρώιμα παλαιολιθικά ταξίδια στο νησιωτικό Αιγαίο και στον ευρύτερο κρητικό χώρο ενέχουν πλέον ολοένα και πιο περιορισμένο επιστημονικό ρίσκο: όταν προκύπτουν από μελέτες των ειδικών. Είθε η μικρή Γαύδος να γίνει η αφετηρία για πυκνές επιτυχείς «πλεύσεις» και προς τη μακρινή προϊστορία της μητροπολιτικής της μεγαλονήσου. Είμαστε βέβαιοι, ότι εάν η έρευνα προσανατολισθεί κατάλληλα, όπως πλέον οφείλει, η ανίχνευση πλούσιων παλαιολιθικών οριζόντων στην Κρήτη είναι, απλώς, ζήτημα χρόνου. 10 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ Aggouridis 1997 : C. Aggouridis, Sea Routes and Navigation in the Third Millennium Aegean, OxfJA 16.1: 1-24. 10 Βλ. και Kopaka Matzanas 2009. Μετά την υποβολή του παρόντος κειμένου προς δημοσίευση προέκυψαν, πράγματι, σημαντικές νέες μαρτυρίες για πρώιμα ευρήματα στη νότια δυτική Κρήτη, απέναντι από τη Γαύδο. Έτσι, κατωκαι μεσοπαλαιολιθικά επιφανειακά εργαλεία αναφέρθηκαν από την περιοχή του Λουτρού στα Σφακιά (Mortensen 2008). Επίσης, το καλοκαίρι του 2008 ανιχνεύθηκαν επιφανειακά κατωπαλαιολιθικά και μεσολιθικά σύνολα σε αρκετές θέσεις στην περιοχή του Πλακιά και του Πρέβελη, στο νότιο Ρέθυμνο (Strasser κ.ά. 2009 κατώτερη καταρχάς προτεινόμενη χρονολόγησή τους στα 1.6 εκ. 250 000 χρόνια πριν. Πρβλ. Strasser κ.ά. 2010 για μια χρονολόγηση στο 130 000 ΠΠ τουλάχιστον, όπως και στη Γαύδο.) 73
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΚΟΠΑΚΑ ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΑΤΖΑΝΑΣ Αλεξόπουλος 1999 : Α. Αλεξόπουλος, Περί των γεωλογικών, υδρογεωλογικών συνθηκών και συνθηκών ύδρευσης της νήσου Γαύδου. Υφιστάμενη κατάσταση και προοπτικές, Πρακτικά του 5 ου Πανελληνίου Γεωγραφικού Συνεδρίου της Γεωγραφικής Εταιρείας Ελλάδος, Αθήνα, 38-48. Alimen 1965 : Η. Alimen, Atlas de Préhistoire, Paris. Ανδρεΐκος 1998 : Α.Γ. Ανδρεΐκος, Παλαιολιθικά ευρήματα στη νήσο Κρήτη: γεωγενές πλαίσιο και διαπολιτισμικές σχέσεις (ερευνητική περίοδος 1978-1985), Αθήνα: <http://www.archeolithos.gr/frameset_piso_ SEL.htm>. Ανδριώτης 3 1983 : Ν.Π. Ανδριώτη, Ετυμολογικό Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής, Θεσσαλονίκη. Bailey κ.ά. 1999 : G.N. Bailey E. Adam E. Panagopoulou C. Perlès K. Zachos (επιμ.), The Palaeolithic Archaeology of Greece and Adjacent Areas, (Proceedings of the ICOPAG Conference, Ioannina, September 1994), (BSA Studies 3), London. Barich κ.ά. 2006 : B. Barich E. Garcea C. Giraudi, Between the Mediterranean and the Sahara: geoarchaeological reconnaissance in the Jebel Gharbi, Libya, Antiquity 80: 567-582. Bednarik 1999 : R. G. Bednarik, Pleistocene seafaring in the Mediterranean, Anthropologie 37.3: 275-282. Bednarik 2003 : R.G. Bednarik, Seafaring in the Pleistocene, CambrAJ 13: 41-66. Bischoff κ.ά. 2003 : J.L. Bischoff D.D. Shamp A. Aramburu J.L. Arsuaga E. Carbonell J.M. Bermudez de Castro, The Sima de los Huesos hominids date to beyond U/Th equilibrium (>350 Kyr) and perhaps to 400-500 Kyr: new radiometric dates, JASc 30: 275-280. Bottema 1980 : S. Bottema, Palynological Investigations in Crete, Review of Palaeobotany and Palynology 31: 193-217. Bottema κ.ά. 2003 : S. Bottema K. Kopaka A. Alexopoulos, The Late- Holocene vegetation history of Gavdos (Crete) in relation to longdistance pollen dispersal: the Trypiti pollen diagram, στο S. Tonkov (επιμ.), Aspects of Palynology and Palaeoecology, Festschrifft in honour of Elissaveta Bozilova, Sofia/Moscow, 199-212. Broodbank 2000 : C. Broodbank, An Island Archaeology of the Early Cyclades, Cambridge. 74
ΠΡΩΙΜΕΣ ΕΡΓΑΛΕΙΟΤΕΧΝΙΕΣ ΑΠΟΚΡΟΥΣΜΕΝΟΥ ΛΙΘΟΥ ΑΠΟ ΤΗ ΝΗΣΟ ΓΑΥΔΟ Broodbank 2006 : C. Broodbank, The Origins and Early Development of Mediterranean Maritime Activity, JMedA 19.2: 199-230. Broodbank Strasser 1991 : C. Broodbank T.F. Strasser, Migrant Farmers and the Neolithic Colonization of Crete, Antiquity 65: 233-245. Bulbeck 2007 : D. Bulbeck, Where River Meets Sea. A Parsimonious Model for Homo sapiens colonization of the Indian Ocean Rim and Sahul, Current Anthropology 48.2: 315-321. Cauvin (1994) 2004 : J. Cauvin, Γέννηση των Θεοτήτων, Γέννηση της Γεωργίας. Η Επανάσταση των Συμβόλων στη Νεολιθική Εποχή (μτφρ. Σ. Πρέβε, επιμ. K. Kόπακα N. Λιανέρης), Ηράκλειο. Cherry 1981 : J.F. Cherry, Pattern and process in the earliest colonization of the Mediterranean islands, Proceedings of the Prehistoric Society 47: 41-68. Cherry 1990 : J.F. Cherry, The First Colonization of the Mediterranean Islands: A Review of Recent Research, JMedA 3.2: 145-221. Collina-Girard 1986 : J. Collina-Girard, Grille descriptive et évolution typologique des industries archaϊques : le modèle catalan, Bulletin de la Société préhistorique française 83: 11-12, 383-403. Cubuk 1976: G. Cubuk, Erste Altpaläolithische Funde in Griechenland. Altpaläolithische bei Nea Skala, Kephallinia (Ionische Inseln), στο K. Valoch (επιμ.), Les premières industries en Europe: Actes du IXe Congrès de l UISPP, Section 8, Nice, 152-177. Dakaris κ.ά. 1964 : S.I. Dakaris E.S. Higgs R.W. Hey, The climate, environment and industries of Stone Age Greece, Proceedings of the Prehistoric Society 30: 199-244. Darlas 1994 : A. Darlas, Le paléolithique inférieur et moyen de Grèce, L Anthropologie 98.2-3: 305-328. Darlas 1994a : A. Darlas, L Acheuléen Final des couches supérieures de la Grotte du Lazaret (Nice, Alpes-Maritimes), L Anthropologie 98.2-3: 267-304. Darlas 2004 : A. Darlas, La grotte de Kalamakia (Aréolopis, Grèce). Sa contribution à la connaissance du Paléolithique Moyen de Grèce, στο M. Otte (επιμ.), Actes du XIVe Congrès de l UISPP, Section 5, Liège, (BARIntSer 1239), Οξφόρδη, 224-234. Davis 1985 : S. Davis, Tiny elephants and giant mice, New Scientist, 25-27. 75