Αξιολόγηση εκπαιδευτικών προγραμμάτων του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης. Τα αποτελέσματα μιας έρευνας με εκπαιδευτικούς Καλλιόπη Γ. Ξανθοπούλου 1 Ελεονώρα Α. Μέλλιου 2 Το παραμύθι είναι για το παιδί ένα ιδανικό όργανο για να κρατήσει κοντά του τον ενήλικο. Rodari, 2001: 168. ΠΕΡΙΛΗΨΗ Το 2006 εγκαινιάσθηκαν οι νέες μόνιμες εκθέσεις των συλλογών του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης και ξεκίνησε η εφαρμογή εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων. Το διάστημα 2006-2008 λειτούργησαν πέντε τακτικά ετήσια εκπαιδευτικά προγράμματα: «Χρυσαφένια Στολίδια», «Πηλός, Κοχύλια κι Όνειρα», «Ένα ψηφιδωτό και ένα παραμύθι», «Μικρά μυστικά για φαγητά στα χρόνια τα παλιά», και «Ένας αρχαίος ναός μετακομίζει». Για την καλύτερη διερεύνηση των απόψεων των εκπαιδευτικών για αυτά χρησιμοποιήθηκε βιβλίο εντυπώσεων και σχεδιάστηκαν ερωτηματολόγια πολλαπλών επιλογών. Η ανάλυση των ερωτηματολογίων πρόσφερε ποικίλες πληροφορίες: 1. Τα εκπαιδευτικά προγράμματα έδειξαν να ενδιαφέρουν περισσότερο τις γυναίκες εκπαιδευτικούς. 2. Η πλειονότητα των ερωτηθέντων γνώριζαν το Μουσείο και επιδίωκαν συμμετοχή σε κάποια εκπαιδευτική δραστηριότητά του. 3. Οι εκπαιδευτικοί άντλησαν σχετικές πληροφορίες κυρίως από τις Διευθύνσεις Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. 4. Δήλωσαν ευχαριστημένοι από τη συμμετοχή τους στα Εκπαιδευτικά Προγράμματα του Μουσείου και ότι επιθυμούν την ενεργητικότερη συμμετοχή του Μουσείου στην εκπαιδευτική διαδικασία του σχολείου. 6. Ενδιαφέρονταν περισσότερο για προγράμματα σχετικά με θέματα τοπικής ιστορίας, καθημερινής ζωής και ιδιωτικού βίου των αρχαίων Ελλήνων, πεδία που δεν καλύπτονται επαρκώς από τη διδακτέα ύλη. ΛΕΞΕΙΣ-ΚΛΕΙΔΙΑ: Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, αξιολόγηση εκπαιδευτικών προγραμμάτων, ερωτηματολόγια, εκπαιδευτικοί, δάσκαλοι, εκπαιδευτική κοινότητα. 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Τον Σεπτέμβριο του 2006 εγκαινιάστηκε η επανέκθεση του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης (Γκαλινίκη κ.ά., 2006, Στεφανή, 2006). Για την καλύτερη προσέγγισή της από τους επισκέπτες υιοθετήθηκαν, σε όλους τους εκθεσιακούς χώρους, σύγχρονες επικοινωνιακές διαδικασίες μέσω ψηφιακών πολυμεσικών εφαρμογών (Αδάμ-Βελένη, 2007α). 1 Ταυτόχρονα σχεδόν ξεκίνησε και η εφαρμογή εκπαιδευτικών προγραμμάτων για μαθητές σχολείων. 2 Το άρθρο αυτό αναφέρεται στα τακτικά ετήσια εκπαιδευτικά προγράμματα, που εφαρμόστηκαν κατά το χρονικό διάστημα 2006-2008, και όχι σε άλλες μουσειακές δραστηριότητες ή εκπαιδευτικές δράσεις που λειτούργησαν με την ευκαιρία περιοδικών εκθέσεων, εκδηλώσεων ή εορτασμών του Μουσείου, όπως π.χ. οι Ευρωπαϊκές Ημέρες Πολιτιστικής Κληρονομιάς. Επίσης, παρουσιάζονται τα στοιχεία 1 H Καλλιόπη Ξανθοπούλου είναι αρχαιολόγος ιστορικός, μόνιμη αρχαιολόγος του ΥΠΠΟΤ στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης. Έχει σχεδιάσει και εφαρμόσει συνολικά δεκαέξι εκπαιδευτικά προγράμματα για την ΙΘ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Θράκης, το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης και το Μουσείο Μέριμνας Ποντίων Κυριών «Κεντώντας την Μνήμη» στην Θεσσαλονίκη. 2 H Ελεονώρα Μέλλιου είναι αρχαιολόγος, μόνιμη αρχαιολόγος του ΥΠΠΟΤ στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης. Έχει συμμετάσχει στο σχεδιασμό και την εφαρμογή δύο εκπαιδευτικών προγραμμάτων του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης. - International Scientific Electronic Journal, Issue 6, 2011 30
ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ από την επεξεργασία των ερωτηματολογίων, που συμπλήρωναν όσοι εκπαιδευτικοί συνόδευαν τις τάξεις τους στα προγράμματα του Μουσείου. 2. ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΑΙ ΣΧΟΛΕΙΟ: ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ Η σχέση πολιτισμού και παιδείας είναι σαφής και είναι γνωστές οι θέσεις εκείνες που θεωρούν χώρους πολιτισμικής προσφοράς, όπως τα μουσεία, ως γόνιμο περιβάλλον ανάπτυξης και καλλιέργειας πολιτιστικής παιδείας και μουσειακής αγωγής, που συνήθως προσφέρονται με τη μορφή εκπαιδευτικών προγραμμάτων ή δραστηριοτήτων. 3 Η μουσειοπαιδαγωγική στην Ελλάδα, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τις σχολικές ομάδες, έχει διαμορφώσει μια παράδοση, καθώς χαρακτηρίζεται από τον σχεδόν αποκλειστικό, μέχρι σήμερα τουλάχιστον, προσανατολισμό της σε αυτές τις ομάδες (Νικονάνου και Κασβίκης, 2008: 12-13). Επίσης, αποτελεί γενική διαπίστωση, και όχι μόνο για την ελληνική πραγματικότητα, ότι η πολυαριθμότερη αναλογικά ομάδα επισκεπτών σε μουσεία και αρχαιολογικούς χώρους, είναι νεαρή σε ηλικία, κυρίως μαθητές σχολείων, το μελλοντικό, εν δυνάμει, ενήλικο κοινό όλων αυτών των χώρων πολιτισμού (Hooper- Greenhill, 1999b, Μυρογιάννη-Αρβανιτίδη, 1999, Οικονόμου 2003: 66-67, Ζαφειράκου, 2000: 28, Φουρλίγκα, 2008: 241). Για την τριετία 2006-2008, τα στατιστικά στοιχεία επιβεβαιώνουν ότι η παραπάνω διαπίστωση ισχύει και για το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης. 4 Η μέση επισκεψιμότητα του Μουσείου κυμάνθηκε στα 100.000 άτομα ετησίως, με διαρκώς αυξητικές τάσεις από το 2006. Το 2006 οι επισκέπτες του Μουσείου ήταν 91.057, το 2007 αυξήθηκαν σε 104.247, ενώ το 2008 έφτασαν τους 109.918. Στο γενικό σύνολο των επισκεπτών οι μαθητές κάλυψαν περίπου το 45%, με κατώτερο ποσοστό το 42% για το 2007 και ανώτερο το 47,7% για το 2008 (πίν. 1). Πιν. 1. Ποσοστό επισκεψιμότητας μαθητών ανά έτος σε σχέση με τον συνολικό αριθμό επισκεπτών στο Μουσείο Αν όμως αφαιρέσουμε τους μη λειτουργικούς για τα σχολεία μήνες Ιούλιο- Αύγουστο, όπως επίσης και τους μήνες Ιούνιο και Σεπτέμβριο, κατά τους οποίους για ευνόητους λόγους μειώνεται κατά πολύ η επισκεψιμότητα σχολικών ομάδων στο Μουσείο, τότε μπορούμε νε θεωρήσουμε ότι το ποσοστό των μαθητών στο γενικό σύνολο των επισκεπτών πλησιάζει το 60% και σε ορισμένες περιόδους του έτους το ξεπερνάει. Για παράδειγμα, οι μήνες Μάρτιος και Απρίλιος αποτελούν για το Μουσείο περιόδους με εξαιρετικά αυξημένη επισκεψιμότητα. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο δίμηνο αυτό, το ποσοστό των μαθητών στο γενικό σύνολο επισκεπτών κυμάνθηκε - International Scientific Electronic Journal, Issue 6, 2011 31
Καλλιόπη Ξανθοπούλου Ελεονώρα Μέλλιου από 70% μέχρι 74% περίπου, σταθερά σε όλη τη διάρκεια της τριετίας 2006-2008 (πίν. 2). Στο ποσοστό αυτό συνυπολογήσαμε και τους μαθητές που συμμετέχουν στα εκπαιδευτικά προγράμματα του Μουσείου. Κάθε χρόνο παρακολουθούν τα εκπαιδευτικά προγράμματα του Μουσείου περίπου 7000-7500 μαθητές, αριθμός που αποτελεί το 15-16% του γενικού συνόλου των μαθητών που επισκέπτονται το Μουσείο κάθε χρόνο. Πιν. 2. Ποσοστό επισκεψιμότητας μαθητών σε σχέση με τον συνολικό αριθμό επισκεπτών στο Μουσείο κατά τους μήνες Μάρτιο και Απρίλιο 2006-08 Τα εκπαιδευτικά προγράμματα του Μουσείου διαφοροποιούνται ανάλογα με τις ηλικιακές ομάδες και απευθύνονται σε μαθητές από την πρώτη σχολική ηλικία μέχρι τη βαθμίδα του Λυκείου. Στόχος τους είναι να έρθουν σε επαφή τα παιδιά με το μουσείο, να γνωρίσουν στοιχεία της ιστορίας του τόπου τους και να αποκτήσουν βιωματικές εμπειρίες εκπαίδευσης και ψυχαγωγίας μέσα από ανάλογες για την ηλικία τους δραστηριότητες (Αδάμ-Βελένη, Γεωργάκη και Ξανθοπούλου, 2010). Τα προγράμματα προσφέρονται στους μαθητές χωρίς οικονομική επιβάρυνση και, πάντα, μετά από προσυνεννόηση με τους εκπαιδευτικούς. Τα έτη 2006-2008 που αφορούν την περίοδο που διεξήχθη η έρευνα στην οποία αναφερόμαστε εδώ, υλοποιήθηκαν σταδιακά τρία εκπαιδευτικά προγράμματα, διάρκειας περίπου μιάμισης ώρας το καθένα (πρβλ. Κασβίκης, Νικονάνου και Φουρλίγκα, 2002: 106, 109). Αυτά απευθύνονταν σε μαθητές Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης από την πρώτη σχολική ηλικία μέχρι και την ΣΤ Δημοτικού. Η εφαρμογή των δραστηριοτήτων ξεκινούσε από την αίθουσα των εκπαιδευτικών προγραμμάτων και κατέληγε στη μόνιμη έκθεση του Μουσείου, στο τμήμα εκείνο για το οποίο σχεδιάστηκε το κάθε πρόγραμμα. Τη διεξαγωγή τους αναλάμβαναν δύο αρχαιολόγοι. Το πρόγραμμα «Χρυσαφένια Στολίδια» σχετιζόταν με την έκθεση «Ο Χρυσός των Μακεδόνων» και απευθυνόταν σε μαθητές πρώτης σχολικής ηλικίας (νήπια, Α και Β Δημοτικού), μία ηλικιακή ομάδα στην οποία απευθύνονται λίγα μόνο αρχαιολογικά εκπαιδευτικά προγράμματα στην Ελλάδα (Κασβίκης, Νικονάνου και Φουρλίγκα, 2002: 106, 108). Αποφασίσαμε να προσεγγίσουμε τα παιδιά αυτής της ηλικίας ξεκινώντας από έννοιες οικείες σε αυτά, όπως η ένδυση και ο στολισμός. Με τη βοήθεια εποπτικού υλικού, παιχνιδιών και ενός έντυπου φυλλαδίου εργασίας, προσφέρονταν στους μαθητές στοιχεία για την ένδυση και κόσμηση κατά την αρχαιότητα. Το συγκεκριμένο πρόγραμμα λειτούργησε και για παιδιά με ειδικές ανάγκες σε συνεργασία με Ειδικά Σχολεία της Θεσσαλονίκης καθώς και με τη Σχολή Τυφλών. - International Scientific Electronic Journal, Issue 6, 2011 32
ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ Το πρόγραμμα «Πηλός, Κοχύλια κι Όνειρα» ήταν ένα θεατροπαιδαγωγικό πρόγραμμα μουσειακής εκπαίδευσης για μαθητές Γ και Δ Δημοτικού. 5 Αφορούσε το τμήμα της έκθεσης για τη ζωή στην προϊστορική Μακεδονία και παρουσίαζε με θεατρικό τρόπο την καθημερινότητα ενός κοριτσιού και ενός αγοριού. Τα παιδιά συμμετείχαν βιωματικά σε θεατρικούς ρόλους και «συναντούσαν» προϊστορικούς εμπόρους, αγγειοπλάστες, ψαράδες και κυνηγούς. Το πρόγραμμα «Ένα ψηφιδωτό και ένα παραμύθι» απευθυνόταν σε μαθητές Ε και ΣΤ Δημοτικού και σχετιζόταν με την εκθεσιακή ενότητα «Θεσσαλονίκη, Μακεδονίας Μητρόπολις». Με το εικονογραφημένο έντυπο που τους διανεμόταν και χάρη σε ένα σύντομο παραμύθι και διάφορα παιχνίδια (θεατρικό παιχνίδι, πάζλ), τα παιδιά έρχονταν σε επαφή με στοιχεία της ιστορίας της Θεσσαλονίκης κατά τη ρωμαϊκή εποχή. Τον Ιανουάριο του 2007 ξεκίνησε η εφαρμογή του πρώτου προγράμματος για το Γυμνάσιο που αφορούσε στην αρχαία διατροφή και είχε τον τίτλο «Μικρά μυστικά για φαγητά στα χρόνια τα παλιά». Το πρόγραμμα λειτούργησε πιλοτικά στο πλαίσιο των Ευρωπαϊκών Ημερών Πολιτιστικής Κληρονομιάς κατά τον Σεπτέμβριο του 2005 και 2006. Απευθυνόταν σε μαθητές Α και Β Γυμνασίου και κάλυπτε όλες σχεδόν τις χρονικές περιόδους της μόνιμης έκθεσης του Μουσείου, από την προϊστορία μέχρι και τα ρωμαϊκά χρόνια. Με τη βοήθεια ενός εικονογραφημένου φυλλαδίου εργασίας και μέσα από αναφορές στις πρώτες ύλες, τα μαγειρικά σκεύη, το εμπόριο, τα συμπόσια και τις διατροφικές συνήθειες κυρίως στην αρχαία Μακεδονία, τα παιδιά καλούνταν να ανακαλύψουν διαφορετικά και κοινά στοιχεία της σύγχρονης διατροφής σε σχέση με την αρχαία. Συνταγές από την αρχαιότητα και παιχνίδια αντιστοίχισης αποσκοπούσαν στην ενεργητικότερη και πιο ευχάριστη προσέγγιση του εντύπου. Ένα δεύτερο εκπαιδευτικό πρόγραμμα για μεγαλύτερα παιδιά είχε τίτλο «Ένας αρχαίος ναός μετακομίζει». Απευθυνόταν σε μαθητές Γ Γυμνασίου και Α Λυκείου και σχετιζόταν με την εκθεσιακή ενότητα «Θεσσαλονίκη, Μακεδονίας Μητρόπολις». Αφορούσε στην αρχαία αρχιτεκτονική, με αναφορές στον συμβολισμό και τη λειτουργία του αρχαίου ναού, εστιάζοντας στις μεταναστευτικές περιπέτειες ενός ναού της Θεσσαλονίκης. Στα παιδιά προσφερόταν πολύπτυχο εικονογραφημένο φυλλάδιο εργασίας με πληροφορίες για το ναό, την ιστορία της Θεσσαλονίκης κατά την αρχαιότητα, θέματα για συζήτηση, σταυρόλεξο και παιχνίδια. Όλες οι παραπάνω εκπαιδευτικές δραστηριότητες ανταποκρίνονταν στο περιεχόμενο του αναλυτικού προγράμματος της Ιστορίας που διδάσκεται στα σχολεία (πρβλ. Κασβίκης, Νικονάνου και Φουρλίγκα, 2002: 107, 109) και προσαρμόστηκαν στο εκθεσιακό υλικό και τις ενότητες του Μουσείου. Από αυτές, τα «Χρυσαφένια Στολίδια», είχαν τη δυνατότητα επεξεργασίας και μέσα στη σχολική τάξη χωρίς να είναι απαραίτητη η άμεση συνεργασία με αρχαιολόγο ή εμψυχωτή. 3. Η ΕΡΕΥΝΑ 3.1. ΣΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ Στόχος του Μουσείου όμως δεν ήταν μόνο να προσφερθούν αυτές οι δραστηριότητες στην εκπαιδευτική κοινότητα, αλλά ταυτόχρονα να υπάρξει μια εκτενέστερη γνωριμία με τους εκπαιδευτικούς για την καλύτερη διερεύνηση των απόψεων, των αναγκών και των προσδοκιών τους από τα προγράμματα αυτά, με σκοπό την ουσιαστική αξιοποίηση των πληροφοριών στο μέλλον για τον σχεδιασμό και την οργάνωση νέων εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων. 3.2 ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ Για τον σκοπό αυτό χρησιμοποιήθηκε βιβλίο εντυπώσεων και σχεδιάστηκαν ερωτηματολόγια πολλαπλών επιλογών, 6 των οποίων η συγκέντρωση ξεκίνησε από τον Ιανουάριο του 2007 και ολοκληρώθηκε τον Δεκέμβριο του 2008. 7 Η συμπλήρωσή - International Scientific Electronic Journal, Issue 6, 2011 33
Καλλιόπη Ξανθοπούλου Ελεονώρα Μέλλιου τους από τους εκπαιδευτικούς ήταν ανώνυμη, απαιτούσε περίπου ένα δεκάλεπτο και, φυσικά, δεν ήταν υποχρεωτική. Στην αρχή του ερωτηματολογίου υπήρχουν γενικές ερωτήσεις που αφορούσαν στην ηλικία και το φύλο του εκπαιδευτικού, το σχολείο και την τάξη του. Ακολουθούσαν ερωτήσεις σχετικά με τη γνωριμία του με το Μουσείο, την πληροφόρηση που διαθέτει για τα εκπαιδευτικά προγράμματα και τον βαθμό συμμετοχής του σχολικού τμήματος που συνόδευε στο πρόγραμμα. Τέλος, ζητούνταν η γνώμη του για μεθόδους προσφορότερης συνεργασίας μεταξύ Μουσείου και Σχολείου. Συγκεντρώθηκαν και εξετάσθηκαν συνολικά 306 ερωτηματολόγια. 3.3 ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ Τα δεδομένα που συλλέξαμε προσέφεραν τις παρακάτω πληροφορίες: Η συντριπτική πλειονότητα των εκπαιδευτικών (πάνω από 82%) που συμπλήρωσαν τα ερωτηματολόγια όταν συμμετείχαν με την τάξη τους σε εκπαιδευτικό πρόγραμμα του Μουσείου, ήταν γυναίκες, 8 ενώ οι άνδρες εκπαιδευτικοί μόλις που πλησίαζαν το 18%, αποτελέσματα που πιθανότατα αντανακλούν τη γενική εικόνα στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, όπου η συντριπτική πλειοψηφία των εκπαιδευτικών είναι γυναικείου φύλου. Αντίστοιχα, στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, η πρωτοβουλία για την επίσκεψη σε ένα αρχαιολογικό μουσείο συχνά προέρχεται από τους καθηγητές και τις καθηγήτριες των φιλολογικών μαθημάτων, όπου και πάλι η πλειοψηφία είναι γένους θηλυκού. Οι ερωτώμενοι είχαν ηλικία μεταξύ 35-45 ετών (περίπου το 58%), ενώ το 24% ήταν 45-55 ετών. Οι ηλικιακές ομάδες 25-35 και 55-65 αντιπροσωπεύονταν με χαμηλά ποσοστά της τάξης του 15,6% και 2,4% αντίστοιχα (πίν. 3). Πιν. 3. Ηλικακές ομάδες των εκπαιδευτικών που συμμετείχαν στην έρευνα Η πλειονότητα των ερωτηθέντων (το 86%) είχε επισκεφθεί το Μουσείο στο παρελθόν, κυρίως την παλαιά έκθεση, είτε μόνοι τους είτε με παρέα, είτε συνοδεύοντας μαθητές. 9 Μόνο το 14% των εκπαιδευτικών γνώρισαν το Μουσείο με αφορμή το εκπαιδευτικό πρόγραμμα στο οποίο συμμετείχαν. Ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι από το σύνολο των εκπαιδευτικών, οι μισοί περίπου (49,5%) είχαν πάρει μέρος παλαιότερα σε εκπαιδευτικά προγράμματα είτε του Αρχαιολογικού Μουσείου είτε κάποιου άλλου φορέα. Δείχνει λοιπόν να αποτελεί - International Scientific Electronic Journal, Issue 6, 2011 34
ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ενσυνείδητη επιλογή και επιδίωξή τους η προσέλευση σε τέτοιου είδους προγράμματα. Τις πληροφορίες για τα εκπαιδευτικά προγράμματα του Μουσείου τις άντλησαν κυρίως (σε ποσοστό 50,7%) από την κοινοποίηση των ενημερωτικών εγγράφων που στέλνουν στα σχολεία οι Διευθύνσεις Πρωτοβάθμιας ή Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (πρβλ. Κασβίκης, Νικονάνου και Φουρλίγκα, 2002: 106). Δεν ήταν λίγοι (το 27,4%) αυτοί που έμαθαν για κάποιο πρόγραμμα από συναδέλφους τους, ενώ το 19% αναζήτησε άμεσα πληροφόρηση από το Μουσείο. Πολύ μικρό ήταν το ποσοστό (μόλις το 2,8%) εκείνων που πληροφορήθηκαν για τα εκπαιδευτικά προγράμματα από τα Μ.Μ.Ε., ενώ μόνο σε μία περίπτωση από τις 306 λάβαμε την απάντηση ότι πηγή πληροφόρησης του συγκεκριμένου ατόμου υπήρξε το Διαδίκτυο. Η συντριπτική πλειονότητα των εκπαιδευτικών (το 97%), ερμηνεύοντας τα συναισθήματα των παιδιών που συνόδευαν μέσα από τις αντιδράσεις και τα λεγόμενά τους, δήλωσαν ευχαριστημένοι από τη συμμετοχή της τάξης τους στα εκπαιδευτικά προγράμματα του Μουσείου και την επιθυμία τους να ξαναπάρουν μέρος σε κάποιο άλλο πρόγραμμα. Μόνο το 3% δήλωσε δυσαρέσκεια ή δεν απάντησε στο συγκεκριμένο ερώτημα. Στο τελευταίο και ιδιαίτερα σημαντικό για εμάς μέρος του ερωτηματολογίου τέθηκε το ζήτημα της συνεργασίας με τους εκπαιδευτικούς σε τομείς πέραν των εκπαιδευτικών προγραμμάτων. Από τους συμμετέχοντες στην έρευνα, μόνον το 3% απάντησε ότι τους αρκούν τα προγράμματα και δεν επιθυμούν κάποια άλλη μορφή περαιτέρω συνεργασίας ή επαφής με το Μουσείο. Από τους υπόλοιπους, το 25% επέλεξε τα ενημερωτικά σεμινάρια που διοργανώνει το Μουσείο (για την πολιτική προσφοράς επιμορφωτικών σεμιναρίων, πρβλ. Φουρλίγκα κ.ά. 2002: 114, 116, 118, 121) και το ειδικό πληροφοριακό, έντυπο ή ψηφιακό, υλικό που τους παρέχεται, ως τον πλέον επιθυμητό γι αυτούς τρόπο διεύρυνσης της επαφής και επικοινωνίας τους με το Μουσείο, ενώ το 28,5% δήλωσε ότι θα ήθελε να «έρθει» το Μουσείο στο σχολείο με εκπαιδευτική δραστηριότητα στη σχολική αίθουσα ή με μουσειοσκευές και δανειστικό υλικό. Τέλος, το μεγαλύτερο ποσοστό των ερωτηθέντων, το 43,4%, επέλεξε και τους δύο τρόπους προσέγγισης (πίν. 4). Πιν. 4. Τρόποι συνεργασίας του Μουσείου με την εκπαιδευτική κοινότητα (εκτός των εκπαιδευτικών προγραμμάτων) που επιλέχθηκαν από τους συμμετέχοντες εκπαιδευτικούς - International Scientific Electronic Journal, Issue 6, 2011 35
Καλλιόπη Ξανθοπούλου Ελεονώρα Μέλλιου Σημαντικές είναι και οι προτάσεις, οι κρίσεις ή τα σχόλια των εκπαιδευτικών οι οποίοι θέλησαν να συμπληρώσουν το αντίστοιχο πεδίο στο τέλος του ερωτηματολογίου που αφορούσε στις παρατηρήσεις των συμμετεχόντων, καθώς και εκείνων που κατέγραψαν τις απόψεις τους στο βιβλίο εντυπώσεων. Με βάση όλα αυτά τα σχόλια μπορούμε να αναφέρουμε, ως ένα γενικό συμπέρασμα, ότι οι εκπαιδευτικοί επιδοκιμάζουν και επιζητούν περισσότερα εκπαιδευτικά προγράμματα που να αναφέρονται στην καθημερινή ζωή και τον ιδιωτικό βίο των αρχαίων Ελλήνων, καθώς και σε θέματα τοπικής ιστορίας, 10 πεδία που δεν καλύπτονται επαρκώς από τη διδακτέα ύλη των σχολικών βιβλίων. 4. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ Από την ανάλυση των ερωτηματολογίων που συλλέξαμε, διαφάνηκε ότι τα εκπαιδευτικά προγράμματα προσέλκυσαν περισσότερες γυναίκες εκπαιδευτικούς ηλικίας 35-45 ετών, αν και τα αποτελέσματα αυτά θα πρέπει να συσχετιστούν με γενικές στατιστικές για την ηλικία και το φύλο των εκπαιδευτικών της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης στην Ελλάδα. Η πλειονότητα των εκπαιδευτικών που συμμετείχαν στην έρευνα γνώριζαν το Μουσείο, το επισκεπτόταν και επιδίωκαν τη συμμετοχή τους σε εκπαιδευτική δραστηριότητα. Άλλωστε το μόνιμο παράπονό τους ήταν ότι επανειλημμένα προσπαθούσαν ανεπιτυχώς να εξασφαλίσουν θέση σε κάποιο πρόγραμμα, καθώς τα περισσότερα «έκλειναν» μέσα σε μερικές ώρες. Επίσης, ζητούσαν επίμονα από το Μουσείο να αυξήσει τις παρεχόμενες ώρες εκπαιδευτικών προγραμμάτων. 11 Η συντριπτική πλειονότητα των εκπαιδευτικών επιζητούσε γενικά περισσότερη επικοινωνία με το Μουσείο, αντανακλώντας ένα ευρύτερο αίτημα της εκπαιδευτικής κοινότητας για μεγαλύτερο ρόλο της Τέχνης και του Πολιτισμού στην εκπαίδευση (Τερεζάκη, 2010). Οι εκπαιδευτικοί δήλωσαν ότι θα επιθυμούσαν πιο ενεργητική συμμετοχή του Μουσείου στην εκπαιδευτική διαδικασία του σχολείου με ποικίλους τρόπους, ακόμη και με κάποια εκπαιδευτική δράση που το Μουσείο θα οργάνωνε μέσα στη σχολική αίθουσα (πρβλ. Κασβίκης, Νικονάνου και Φουρλίγκα, 2002: 109), αναφορά που θυμίζει τη μέθοδο που ακολουθήθηκε πριν μερικά χρόνια από το Πρόγραμμα Μελίνα. 12 Αν και η έρευνά μας δεν προχώρησε σε βάθος σε αυτή την κατεύθυνση, είναι γνωστό ότι στον σχεδιασμό εκπαιδευτικών προγραμμάτων πρέπει να συνυπολογίζεται ως βασική παράμετρος κατά την εφαρμογή τους, η συναισθηματική και βιωματική ένταξη των συμμετεχόντων (μαθητών και εκπαιδευτικών), που βοηθά στην καλύτερη πρόσληψη της πληροφορίας μετουσιώνοντας την επίσκεψη στο Μουσείο σε μια ξεχωριστή μαθησιακή εμπειρία (Φουρλίγκα, 2008: 256-257). Mε τον τρόπο αυτό, η «επικοινωνία» με το παρελθόν μπορεί να αποδειχθεί πιο αποτελεσματική και ίσως να έχει περισσότερο μακροπρόθεσμα αποτελέσματα (Κωτσάκης, 2008α: 49. Νικονάνου, Κασβίκης και Κωτσάκης, 2008: 306), ζητήματα που θα ήταν ενδιαφέρον να ερευνηθούν στο μέλλον και για την περίπτωση του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης. Την τελευταία δεκαετία τα περισσότερα ελληνικά μουσεία έχουν αρχίσει να μετατοπίζουν το κέντρο βάρους τους από τα αντικείμενα στον άνθρωπο, θέτοντας πλέον σαφείς στόχους για τη λειτουργία τους: τη μελέτη και ερμηνεία προϊόντων του υλικού πολιτισμού, την εκπαίδευση και την αισθητική αγωγή. 13 Το σύγχρονο αρχαιολογικό μουσείο, ως προνομιακός πολιτισμικός χώρος του 21ου αιώνα, καλείται να ανασυγκροτήσει το παρελθόν (Κωτσάκης, 2008β: 33) και να ευαισθητοποιήσει τους μαθητές σε θέματα αρχαιολογίας και παρελθόντος (Κασβίκης, Νικονάνου και Φουρλίγκα, 2002: 110). Τα εκπαιδευτικά προγράμματα των μουσείων είναι ένα σπουδαίο κομμάτι στην πολιτική προσέγγισης μεταξύ μουσείου και σχολείου και μπορούν να προσφέρουν στην αναπαράσταση του παρελθόντος «εκπαιδεύοντας» τον μαθητή στην κριτική θεώρηση των παρεχόμενων πληροφοριών, ώστε να μπορέσει συνδέσει το παρόν με το παρελθόν και το μέλλον (Μπούνια και Νικονάνου, - International Scientific Electronic Journal, Issue 6, 2011 36
ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 2008: 85-87). Η εκπαιδευτική κοινότητα αποτελεί τον σημαντικότερο φορέα ανάπτυξης και καλλιέργειας πολιτισμού στο σχολείο. Στην έρευνα που περιγράψαμε προσπαθήσαμε να καταγράψουμε τη γνώμη της για τα εκπαιδευτικά προγράμματα στο Μουσείο, καθώς θεωρούμε ότι έχει ιδιαίτερη βαρύτητα. Πιστεύουμε ότι η συμπαράστασή και η συμμετοχή των εκπαιδευτικών στον σχεδιασμό και την εφαρμογή των προγραμμάτων αυτού του είδους είναι απαραίτητη και ιδιαίτερα χρήσιμη για όλα τα μουσεία και τους πολιτιστικούς οργανισμούς. 1 Εποπτικό υλικό και πολυμεσικές εφαρμογές σε όλες τις αίθουσες προσφέρουν σε όλους τους επισκέπτες την ευκαιρία για ποικίλες μαθησιακές δραστηριότητες μέσα στο Μουσείο, βλ. σχετικά Αδάμ-Βελένη (2007β). Γκαζή (2006). Νικηφορίδου και Γκαζή (2006). 2 H οργάνωση των πρώτων εκπαιδευτικών προγραμμάτων συνάντησε αρχικά αρκετές δυσκολίες εξαιτίας της παντελούς έλλειψης υποδομής που επέφερε ο χωρισμός του Αρχαιολογικού Μουσείου από την ΙΣΤ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων. Τα προγράμματα έπρεπε να οργανωθούν εκ του μηδενός όσον αφορά στον εξοπλισμό, την επίπλωση της αίθουσας και την υλικοτεχνική υποδομή. Αυτές οι πολλαπλές ελλείψεις σύντομα εξαλείφθηκαν χάρη στο ενδιαφέρον και την υποστήριξη της Διευθύντριας κ. Π. Αδάμ-Βελένη, καθώς και σε εθελοντικές προσφορές από το προσωπικό του Μουσείου, ακόμη και με εργασία εκτός υπηρεσίας. 3 Η σχετική βιβλιογραφία είναι εκτενής. Παραθέτουμε ενδεικτικά και μόνο, Άλκηστις, 1995. Ambrose, 1987. Βέμη και Νάκου, 2010. Ζαφειράκου, 2000. Hooper-Greenhill, 1999α και 1999b. Hooper-Greenhill, 2007. ICOM/CECA, 1991. Κακούρου-Χρόνη, 2006. Νικονάνου, 2010. Stone and Mackenzie, 1990. ΥΠ.Ε.Π.Θ., ΥΠ.ΠΟ, Ελληνικό Τμήμα ICOM, 2002 (καθώς και παλαιότερα σεμινάρια «Μουσείο-Σχολείο», π.χ. το 1994 και 1997). Παλαιό, αλλά ενδιαφέρον ακόμη για την πολυσυλλεκτικότητά του, είναι και το βιβλίο που επιμελήθηκε η Κeding Olofsson (1991). Επίσης βλ. Σκαλτσά 2007: 27-79. 4 Ευχαριστούμε τη Διευθύντρια του Α.Μ.Θ. κ. Πολυξένη Αδάμ-Βελένη για την παραχώρηση στοιχείων σχετικά με την επισκεψιμότητα του Μουσείου. 5 Οργανώθηκε από την κ. Περσεφόνη Σέξτου (Δρ. Παιδαγωγικής του Θεάτρου στο Α.Π.Θ.). Όλα τα υπόλοιπα εκπαιδευτικά προγράμματα για τα έτη 2006-2008 σχεδιάστηκαν και εφαρμόσθηκαν από τις αρχαιολόγους του Α.Μ.Θ. Κ. Ξανθοπούλου, Ε. Μέλλιου και Στ. Γκαλινίκη. Παρουσιάσθηκαν σε δύο Σεμινάρια στο αμφιθέατρο του Αρχαιολογικού Μουσείου, ένα για την Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση (30.11-1.12.2007) και ένα για τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση (12-13.10.2007), σε συνεργασία με τις οικίες Διευθύνσεις Ανατολικής και Δυτικής Θεσσαλονίκης. Τα σεμινάρια παρακολούθησαν περίπου 250 εκπαιδευτικοί και των δύο βαθμίδων. Εκπαιδευτικό υλικό παραχωρήθηκε στους συμμετέχοντες σε έντυπη και ψηφιακή μορφή. 6 Για τη χρήση ερωτηματολογίων στη διερεύνηση των απόψεων επισκεπτών των μουσείων, βλ. Hein (1998: 114-118). Επίσης πρβλ. Javeau (2000). 7 Η έρευνα σχεδιάστηκε από την Κ. Ξανθοπούλου, με την υποστήριξη της διευθύντριας του Μουσείου Π. Αδάμ-Βελένη. Στη συγκέντρωση των ερωτηματολογίων πολύτιμη υπήρξε η βοήθεια των συναδέλφων Ευαγγελίας Λιώτη και Δέσποινας Χαραλαμπίδου. 8 Είναι χαρακτηριστικό ότι και μεταξύ των ενηλίκων επισκεπτών του Μουσείου κυριαρχεί το γυναικείο φύλο σε ποσοστό περίπου 63%, βλ. Σολομών, Βαρσάκη και Καραγκούνη, 2007: 211. 9 Υψηλό (72,8%) είναι και το ποσοστό γενικά των Θεσσαλονικέων που έχουν επισκεφθεί το Αρχαιολογικό Μουσείο της πόλης τους, και μάλιστα ένα σημαντικό τμήμα από αυτούς (36,2%) είχαν έρθει ως μαθητές, βλ. Σολομών, Βαρσάκη και Καραγκούνη, 2007: 209. 10 Πρβλ. Henson, Stone and Corbishley (2004), για τρόπους προσέγγισης της εθνικής και τοπικής ιστορίας και αρχαιολογίας από την εκπαιδευτική κοινότητα, μέσα από εκπαιδευτικά προγράμματα, καινοτόμες δράσεις και μάθησης μέσω ψηφιακών εφαρμογών. Επίσης, Κασβίκης και Ανδρέου (2008). 11 Κατά την έρευνα κοινού του 2007, τα Εκπαιδευτικά Προγράμματα θεωρήθηκαν σημαντικές εκδηλώσεις που παρέχονται στο χώρο του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης (με ποσοστό 53,5%) (Σολομών, Βαρσάκη και Καραγκούνη, 2007: 211). Επίσης, στην ίδια έρευνα ένα μεγάλο μέρος (το 58%) των ερωτηθέντων ανέφερε ως βασικό λόγο επίσκεψης στο Α.Μ.Θ. την επιθυμία να πληροφορηθούν περισσότερα στοιχεία για την αρχαιοελληνική ιστορία του - International Scientific Electronic Journal, Issue 6, 2011 37
Καλλιόπη Ξανθοπούλου Ελεονώρα Μέλλιου τόπου που ζουν και κατάγονται (Σολομών κ.ά., 2007: 209 και 213). Την ίδια στάση δείχνουν και οι εκπαιδευτικοί που επιζητούν να πληροφορηθούν για στοιχεία της τοπικής ιστορίας και να περιηγηθούν το Μουσείο με τη βοήθεια ατόμου που διαθέτει πιο εξειδικευμένες γνώσεις, πρβλ. σχετικά Αδάμ-Βελένη, Σολομών και Γεωργάκη, 2009: 65-66. 12 Για το Πρόγραμμα Μελίνα (συνεργασίας ΥΠ.Ε.Π.Θ. και ΥΠ.ΠΟ.) βλ. ΥΠ.ΠΟ., 2002: 284-291 και σποραδικά. 13 Ξανθοπούλου, 2000: 51. Σολομών, Βαρσάκη και Καραγκούνη, 2007, κυρίως σ. 214. Πρβλ. Βουδούρη, 2003, ιδίως σ. 462-484, και με αναλυτική ελληνόγλωσση βιβλιογραφία. Κωτσάκης και Ανδρέου, 2002. Σκαλτσά, 1999. Χουρμουζιάδη, 2006. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Αδάμ-Βελένη, Π., 2007α, "Οι πολυμεσικές εφαρμογές και το ψηφιακό Μουσείο Μακεδονίας στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης", στο Παπακωνσταντίνου Ι. (επιμ.), Ψηφιακοί-Ηλεκτρονικοί Πυλώνες μιας Σύγχρονης Ηλεκτρονικής Ελλάδας, Πρακτικά 12ου Συνεδρίου Εφαρμογών Πληροφορικής (Θεσσαλονίκη, 28-30.9.2006), HELEXPO, Θεσσαλονίκη, σ. 617-628. Αδάμ-Βελένη, Π., 2007β, "Μουσεία και εκθέσεις. Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης", Τετράδια Μουσειολογίας, 4, σ. 52-53. Αδάμ-Βελένη, Π., Σολομών Ε., και Γεωργάκη Π., 2009, "Δράσεις αξιολόγησης στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης. Δύο έρευνες κοινού", Τετράδια Μουσειολογίας, 6, σ. 64-67. Αδάμ-Βελένη, Π., Γεωργάκη Π. και Ξανθοπούλου Κ., 2010, "Εκπαιδευτικά Προγράμματα του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης", στο Βέμη, Μ. και Νάκου, Ε. (επιμ.), Μουσεία και Εκπαίδευση: Γενικός απολογισμός, κριτική αποτίμηση και προοπτικές. Πανελλήνιο Συνέδριο του Παιδαγωγικού Τμήματος Πανεπιστημίου Θεσσαλίας (Βόλος, 9-11.11.2007), νήσος, Αθήνα, σ. 195-206. Άλκηστις, 1995, Μουσεία και Σχολεία, Δεινόσαυροι και Αγγεία, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα. Ambrose, T. (ed.), 1987, Education in Museums, Museums in Education, HMSO, Edinburgh. Βέμη, Μ. και Νάκου, Ε. (επιμ.), 2010, Μουσεία και Εκπαίδευση: Γενικός απολογισμός, κριτική αποτίμηση και προοπτικές. Πρακτικά Πανελλήνιου Συνεδρίου του Παιδαγωγικού Τμήματος Πανεπιστημίου Θεσσαλίας (Βόλος, 9-11/11/2007), νήσος, Αθήνα. Βουδούρη, Δ., 2003, Κράτος και Μουσεία: Το θεσμικό πλαίσιο των Αρχαιολογικών Μουσείων, Σάκκουλας, Αθήνα-Θεσσαλονίκη. Γκαζή, Α., 2006, "«Ε, ας ανοίξουν και κανένα λεξικό!» ή «Επιτέλους, κείμενα κατανοητά!»; Προσεγγίζοντας μουσειολογικά τη συγγραφή κειμένων για την επανέκθεση του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης", Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και στη Θράκη, 20 (2006), Αλτιντζής, Θεσσαλονίκη 2008, σ. 381-390. Γκαλινίκη, Σ., Κεφαλίδου, Ε., Κουκουβού, Α., Μέλλιου, Ε., Ξανθοπούλου, Κ. και Σουέρεφ, Κ., 2008, "Οι νέες εκθέσεις του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης: Οι ιστορικοί χρόνοι", Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και στη Θράκη, 20 (2006), Αλτιντζής, Θεσσαλονίκη 2008, σ. 403-412. ICOM/CECA (επιμ.), 1991, Ίδρυση, οργάνωση και λειτουργία εκπαιδευτικών τμημάτων σε μουσεία. Πρακτικά Συνεδρίου CECA 1988 (Nαύπλιο, 9-16.10.1988), ICOM Ελληνικό Τμήμα, Αθήνα. Ζαφειράκου, Α. 2000. "Μουσεία και Σχολεία: Διάλογος και Συνεργασίες, Αναπαραστάσεις και Πρακτικές", στο Ζαφειράκου, Α. (επιμ.), Μουσεία και Σχολεία, Δαρδανός- τυπωθήτω, Αθήνα, σ. 17-34. - International Scientific Electronic Journal, Issue 6, 2011 38
ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ Hein, G., Ε., 1998, Learning in the Museum, Routledge, London -New York. Henson, D., Stone, P. and Corbishley, M. (ed.), 2004, Education and the Historic Environment, Routledge, New York -London. Hooper-Greenhill, E., 1999α, Σκέψεις για τη μουσειακή εκπαίδευση και επικοινωνία στη μεταμοντέρνα εποχή, Αρχαιολογία και Τέχνες, 72, σ. 47-49. Hooper-Greenhill, E. (ed.), 1999b, The Educational Role of the Museum, Routledge, London. Hooper-Greenhill, E., 2007, Museums and Education: Ρurpose, Pedagogy, Performance (Museum Meanings), Routledge, New York- London. Javeau, C., 2000, Η έρευνα με ερωτηματολόγιο. Το εγχειρίδιο του καλού ερευνητή, (μτφρ. Τζαννόνε - Τζωρτζή, Κ.), Δαρδανός- τυπωθήτω, Αθήνα. Κακούρου-Χρόνη, Γ., 2006. Μουσείο-Σχολείο. Αντικριστές πόρτες στη Γνώση, Πατάκης, Αθήνα. Κασβίκης, Κ., Νικονάνου, Κ. και Φουρλίγκα, Ε., 2002, "Εκπαιδευτικά Προγράμματα Αρχαιολογίας στην Ελλάδα. Τα αποτελέσματα μιας έρευνας και μιας εναλλακτικής πειραματικής εφαρμογής", Αρχαιολογία και Τέχνες, 85/2, σ. 103-113. Κασβίκης, Κ. και Ανδρέου, Α., 2008, "Περιβάλλοντα ιστορικής εκπαίδευσης εκτός σχολείου: ιστορικό τοπίο, αρχαιολογικοί χώροι και μουσεία, μνημεία και «τόποι» πολιτισμικής αναφοράς", στο Νικονάνου, Ν. και Κασβίκης, Κ. (επιμ.), Εκπαιδευτικά ταξίδια στο χρόνο. Εμπειρίες και ερμηνείες του παρελθόντος. Πατάκης, Αθήνα, σ. 122-152. Κeding Olofsson, U. (επιμ.), 1991, Μουσεία και παιδιά, Eλληνική Εθνική Επιτροπή για την Ουνέσκο, Αθήνα, (τίτλος πρωτοτύπου: Μuseums and Children, Unesco 1979). Κωτσάκης, Κ. και Ανδρέου, Σ., 2002, "Αρχαιολογία, Μουσείο και Εκπαίδευση, Έρευνα της ελληνικής και της διεθνούς εμπειρίας", Αρχαιολογία και Τέχνες, 85/2, σ. 102-103. Κωτσάκης, Κ., 2008α, "Βουβά μνημεία: Το πρόγραμμα διαχείρισης των νεολιθικών Παλιαμπέλων Κολινδρού", στο Σκαλτσά, Μ. (επιμ.), Μουσεία 05. Επιστημονικές Συναντήσεις. Διεθνές Επιστημονικό Συμπόσιο (Θεσσαλονίκη, 2.10.2005), Εκδόσεις Εντευκτηρίου, Θεσσαλονίκη, 45-50. Κωτσάκης, Κ., 2008β, "Υλικός πολιτισμός και ερμηνεία στη σύγχρονη αρχαιολογική θεωρία", στο Νικονάνου, Ν. και Κασβίκης, Κ. (επιμ.), Εκπαιδευτικά ταξίδια στο χρόνο. Εμπειρίες και ερμηνείες του παρελθόντος. Πατάκης, Αθήνα, σ. 30-65. Yπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, Υπουργείο Πολιτισμού, Ελληνικό Τμήμα ICOM (εκδ.), 2002, Μουσείο-Σχολείο, Πρακτικά 6ου Περιφερειακού Σεμιναρίου, Καβάλα, 20-22 Σεπτεμβρίου 2002, Αθήνα. Μπούνια, Α. και Νικονάνου, Ν., 2008, "Μουσειακά αντικείμενα και ερμηνεία: δημιουργώντας την εμπειρία, επιδιώκοντας την επικοινωνία", στο Νικονάνου, Ν. και Κασβίκης, Κ. (επιμ.), Εκπαιδευτικά ταξίδια στο χρόνο. Εμπειρίες και ερμηνείες του παρελθόντος. Πατάκης, Αθήνα, σ. 66-95. Μυρογιάννη-Αρβανιτίδη, Ε., 1999, "Ο ρόλος τού Μουσειοπαιδαγωγού στην Ελλάδα", Αρχαιολογία και Τέχνες, 71, σ. 50-53. Νικηφορίδου, Α. και Γκαζή, Α., 2006, "Οπτικοακουστικές εφαρμογές στην επανέκθεση του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης. Η μουσειολογική προσέγγιση", Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και στη Θράκη, 20 (2006), Αλτιντζής, Θεσσαλονίκη 2008, σ. 367-380. Νικονάνου, Ν. και Κασβίκης, Κ., 2008, "Εκπαιδευτικά ταξίδια στο χρόνο: παρελθόνπαρόν-μέλλον", στο Νικονάνου, Ν. και Κασβίκης, Κ. (επιμ.), Εκπαιδευτικά ταξίδια στο χρόνο. Εμπειρίες και ερμηνείες του παρελθόντος. Πατάκης, Αθήνα, σ. 10-29. Νικονάνου, Ν., Κασβίκης, Κ. και Κωτσάκης Κ., 2008, "Τοπική κοινωνία και αρχαιολογία: παιδιά και έφηβοι εθελοντές σε πανεπιστημιακή ανασκαφή", στο - International Scientific Electronic Journal, Issue 6, 2011 39
Καλλιόπη Ξανθοπούλου Ελεονώρα Μέλλιου Νικονάνου, Ν. και Κασβίκης, Κ. (επιμ.), Εκπαιδευτικά ταξίδια στο χρόνο. Εμπειρίες και ερμηνείες του παρελθόντος. Πατάκης, Αθήνα, σ. 286-310. Νικονάνου, Ν., 2010, Μουσειοπαιδαγωγική. Από τη θεωρία στην πράξη. Πατάκης, Αθήνα. Ξανθοπούλου, Κ., 2000, "Εκπαιδευτικά Προγράμματα του Αρχαιολογικού Μουσείου Κομοτηνής", στο Ζαφειράκου, Α. (επιμ.), 2000, Μουσεία και Σχολεία, Δαρδανόςτυπωθήτω, Αθήνα, σ. 48-67. Οικονόμου, Μ., 2003, Μουσείο: Αποθήκη ή ζωντανός οργανισμός, Κριτική, Αθήνα. Rodari, G., 2001, Γραμματική της φαντασίας. Εισαγωγή στην τέχνη να επινοείς ιστορίες, (μτφρ. Κασαπίδης, Γ.), Μεταίχμιο, Αθήνα. Σκαλτσά, Μ., 1999. Για τη Μουσειολογία και τον Πολιτισμό, Εκδόσεις Εντευκτηρίου, Θεσσαλονίκη. Σκαλτσά, Μ. (επιμ.), 2007, Μουσεία 04. 3 Μέρες για τα Μουσεία. Εκπαιδευτικό Συμπόσιο (Θεσσαλονίκη, 7-9.5.2004), Εκδόσεις Εντευκτηρίου, Θεσσαλονίκη. Σολομών, Ε., Βαρσάκη, Σ. και Καραγκούνη, Ι., 2007, "Τι γνωρίζουν και τι προσδοκούν οι κάτοικοι της Θεσσαλονίκης από το Αρχαιολογικό Μουσείο της πόλης τους; Συμπεράσματα της πρώτης έρευνας κοινού", Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και στη Θράκη, 21 (2007), ΖΗΤΗ, Θεσσαλονίκη 2010, σ. 207-214. Στεφανή, Λ., 2006, «5.000, 15.000, 20.000 χρόνια πριν Μια έκθεση για την ζωή στην προϊστορική Μακεδονία». Η νέα μόνιμη έκθεση για την Προϊστορία της Μακεδονίας στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης. Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και στη Θράκη, 20 (2006), Αλτιντζής, Θεσσαλονίκη 2008, σ. 391-401. Stone P. and Mackenzie, R. (eds), 1990, The Excluded Past: Archaeology in Education, Unwin Hyman, London. Τερεζάκη, Χ. 2010. "Τέχνη και πολιτισμός στη μετεκπαίδευση των εκπαιδευτικών. Μια ποιοτική παράμετρος, προκλητική δυνατότητα για τον σύγχρονο ρόλο των Διδασκαλείων", στο Βέμη, Μ. και Νάκου, Ε. (επιμ.), 2010, Μουσεία και Εκπαίδευση: Γενικός απολογισμός, κριτική αποτίμηση και προοπτικές. Πρακτικά Πανελλήνιου Συνεδρίου του Παιδαγωγικού Τμήματος Πανεπιστημίου Θεσσαλίας (Βόλος, 9-11/11/2007), νήσος, Αθήνα, 277-85. ΥΠ.ΠΟ., 2002, Παιχνίδια Πολιτισμού. Εκπαιδευτικές Δράσεις του Υπουργείου Πολιτισμού, ΤΑΠ, Αθήνα. Φουρλίγκα, Ε., Νικονάνου, Κ., Κασβίκης, Κ. και Γαβριηλίδου, Ι., 2002, "Μουσειακή Εκπαιδευση και Αρχαιολογία. Παραδείγματα από τρεις ευρωπαϊκές χώρες", Αρχαιολογία και Τέχνες, 85/2, σ. 113-122. Φουρλίγκα, Ε., 2008, "Ανιχνεύοντας το παρελθόν στο Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού: ζητήματα ερμηνείας και εμπειρίας στα εκπαιδευτικά προγράμματα", στο Νικονάνου, Ν. και Κασβίκης, Κ. (επιμ.), Εκπαιδευτικά ταξίδια στο χρόνο. Εμπειρίες και ερμηνείες του παρελθόντος. Πατάκης, Αθήνα, σ. 238-259. Χουρμουζιάδη, Α., 2006, Το Ελληνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Ο Εκθέτης- Το Έκθεμα- Ο Επισκέπτης, Βάνιας, Θεσσαλονίκη. - International Scientific Electronic Journal, Issue 6, 2011 40
ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ Evaluation of educational programmes of the Archaeological Museum of Thessaloniki. The results from a survey with educators. Kalliope G. Xanthopoulou, Eleonora A. Melliou ABSTRACT In 2006, the Archaeological Museum of Thessaloniki inaugurated its redesigned permanent exhibitions and introduced educational programmes. From 2006 to 2008 five regular annual educational programmes were implemented: «Golden Ornaments», «Clay, Seashells and Dreams..», «A mosaic with a story», «Little dietary secrets of the Old», and «An Ancient Temple is being relocated». In order to gather feedback from the educational community, a Visitors Book and a Multiple Choice Questionnaire were used. The analysis of over 300 questionnaires yielded the following results: 1. The educational programmes of the Museum appeared to attract the interest of mainly female teachers. 2. The majority of the respondents had prior knowledge of the Museum and wished to participate in its educational programmes. 3. Information about the Museum s Educational Programmes was received primarily from the Ministry s Directorates for Primary and Secondary Education. 4. The respondents expressed their satisfaction about their participation in the Museum s programmes. 5. Τhey requested a greater involvement of the Museum in the school s educational process. 6. The participating teachers expressed interest in educational programmes related to the everyday life of the Ancient Greeks and local history topics, as these areas are not covered sufficiently by the national curriculum. KEYWORDS: Thessaloniki Archaeological Museum, evaluation of educational programmes, questionnaires, teachers, educators, educational community. - International Scientific Electronic Journal, Issue 6, 2011 41