7 ο Ελληνόφωνο Συνέδριο της ΕΨΕ, Δεκέµβριος 2013 Θέµα: Το Αντικείµενο. Σκέψεις από τις Οµάδες Εργασίας



Σχετικά έγγραφα
Το Αρνητικό στην Ψυχανάλυση

Ψυχικές Μεταβάσεις. Αλλαγές Αντικειμένου και Ψυχικές Αναδομήσεις: οι Κίνδυνοι της Ψυχικής Μετάβασης. Χρήστος Ζερβής

9 ο Συνέδριο της Ελληνικής Ψυχαναλυτικής Εταιρείας

1 Άννα Ποταµιάνου: Ψυχική Οικονοµία και Δυναµική στις Οριακές Καταστάσεις.

Οµάδα Εργασίας Σπύρου Μητροσύλη Σαγήνη, αντίσταση και µεταβίβαση.

ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΚΙΝΗΤΡΩΝ. Θεματική Ενότητα 4: Η ψυχαναλυτική θεωρία των κινήτρων

Με την σκέψη στα της σαγήνης

Η δραστηριότητα της σκέψης ήταν στην προέλευσή της, διαδικασία εκτόνωσης της ψυχής, από υπερχείλισμα ερεθισμάτων.

Ερωτήµατα. Πώς θα µπορούσε η προσέγγιση των εθνικών επετείων να αποτελέσει δηµιουργική διαδικασία µάθησης και να ενεργοποιήσει διαδικασίες σκέψης;

MAΘΗΜΑ 4-ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ P S Y M Α Θ Η Μ Α 4 Ο 1

Μητρικός Θηλασμός μετά το Πρώτο Έτος.

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ. Θέμα: ΣΕΜΙΝΑΡΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΔΥΝΑΜΙΚΗ (ΨΥΧΑΝΑΛΥΤΙΚΗ) ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΙΑ

ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΥΓΕΙΑΣ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΟ ΕΤΟΣ Α ΚΥΚΛΟΣ: Φθινόπωρο 2017

Είναι ιδιαίτερα σημαντική η συμβολή της Α. Ποταμιάνου στον σύγχρονο προβληματισμό που αφορά τις ψυχικές καθηλώσεις και τις σωματικές προσδέσεις μέσα

Αναπτυξιακή Ψυχολογία. Διάλεξη 6: Η ανάπτυξη της εικόνας εαυτού - αυτοαντίληψης

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες. Θεματική Ενότητα 6: Σχολές σκέψης στην ψυχολογία: IV

2o µετασυµπόσιο της εψσε - ipso p. marty 15 Νοεµβρίου 2014

Ελένη Κουμίδη «Το άγχος και το αντικείμενο α»

TO ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΣΤΟ ΝΗΠΙΑΓΩΓΕΙΟ

Σχόλιο στην εισήγηση του Σπύρου Μητροσύλη «Σαγήνη και αναλυτική συνθήκη»

ΤΙΤΛΟΙ ΘΕΜΑΤΩΝ ΕΝΟΤΗΤΑΣ

ΨΥΧΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΑΙΔΟΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

Μπορεί να συναντηθεί ο έφηβος με το δάσκαλο; Προσέγγιση των δυσκολιών στη σχέση μεταξύ εκπαιδευτικού και μαθητή

ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΣΤΟ STRESS STRESS: ΠΙΕΣΗ

Πως ο Νους Χειρίζεται το Φόβο

Κυριακή Γ. Γιώτα Ψυχολόγος MSc., Ph.D. Η Ψυχαναλυτική Θεωρία του Freud για την Προσωπικότητα

Η Θεωρία του Piaget για την εξέλιξη της νοημοσύνης

Κείμενο εργασίας, Μετα - Συμπόσιο της Ελληνικής Ψυχοσωματικής Εταιρείας, 23 Νοεμβρίου 2013.

ΣΧΟΛΙΟ ΣΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΙΩΑΝΝΙΔΗ

Ποταμιάνου Α. On the function of the analyst «Η λειτουργία του αναλυτή»

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙ ΔΙΚΤΥΩΣΗΣ ΜΕ ΘΕΜΑ «Η ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΗ ΝΟΗΜΟΣΥΝΗ ΚΑΙ Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ»

Θεραπευτική υποστήριξη σε προβλήματα εθισμού Πρόγραμμα Ψυχοθεραπευτικής Yποστήριξης Aτόμων και οικογενειών με πρόβλημα εθισμού

Εισαγωγή στην Ψυχολογία με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες

Άδηλη µνήµη. Αθανάσιος ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΔΗΣ 1. Σχολιασµός στο κείµενο της Άννας Ποταµιάνου Αναφορά σε αµνηµονικές διαδικασίες

Ποια είναι τα είδη της κατάθλιψης;

ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ

ΥΠΑΡΞΗ ΚΑΙ ΑΝΥΠΑΡΞΙΑ

2 ο Σεμινάριο ΕΓΚΥΡΗ ΠΡΑΞΗ & ΣΥΝΟΧΗ ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ. Δίκτυο σχολείων για τη μη-βία

Η συστημική προσέγγιση στην ψυχοθεραπεία

ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΟΙ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΑΜΥΝΑΣ

Βιολογική εξήγηση των δυσκολιών στην ανθρώπινη επικοινωνία - Νικόλαος Γ. Βακόνδιος - Ψυχολόγ

ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΑΣΘΕΝ-Ν ΣΤΗ ΣΤΕΦΑΝΙΑΙΑ ΜΟΝΑΔΑ ΚΑΙ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤ-ΠΙΣΗ

Ο Χ. Χοµπάς έθεσε το ερώτηµα ποιοι ασθενείς και µε ποια κριτήρια µπαίνουν σε τηλεφωνική η µέσω κάµερας ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεία από απόσταση.

8 ο συνέδριο της Ελληνικής Ψυχαναλυτικής Εταιρείας. Επιχείρηµα. Χρήστος ΖΕΡΒΗΣ

Το παιδί μου έχει αυτισμό Τώρα τι κάνω

β) Αν είχες τη δυνατότητα να «φτιάξεις» εσύ έναν ιδανικό κόσμο, πώς θα ήταν αυτός;

Γεωργία Ζαβράκα, MSc. Ψυχολόγος Ψυχοδυναμική Ψυχοθεραπεύτρια

Ψυχοδυναμική θεωρία και ανάπτυξη ψυχολογικών δεξιοτήτων του θεραπευτή

ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΗΣ ΥΓΕΙΑΣ

Α κύκλος Βιωµατικών Εργαστηρίων Υπηρεσίας Συµβουλευτικής Σταδιοδροµίας Γραφείου ιασύνδεσης Ιονίου Πανεπιστηµίου

Η Επιθετικότητα στα Παιδιά που Έχουν Βιώσει Τραύμα. Victoria Condon and Panos Vostanis Μετάφραση: Ματίνα Παπαγεωργίου

ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΕΠΙ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ ΤΟΥ κ. ΔΗΜΟΠΟΥΛΟΥ. «Σωµατικός Πόνος: Μια Ιδιάζουσα Σχέση µε το Αντικείµενο»

ΓΝΩΣΤΙΚΕΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΙΣΤΙΚΕΣ ΘΕΩΡΙΕΣ

Βασικές κατευθύνσεις. Επιδιώξεις Προοπτικές Οργάνωση-Σχεδιασµός Βασικά χαρακτηριστικά

Διαδικασία συµβολοποίησης κατά την ψυχαναλυτική εργασία Φώτης Μπόµπος

Παρέμβαση της Μίνας Μπούρα στην παρουσίαση στη Στοά του Βιβλίου του βιβλίου της Μαρίας Καλεώδη Σελέξ, Περί παιδικής ψυχώσεως

Μάθηση & διδασκαλία στην προσχολική εκπαίδευση: βασικές αρχές

Η Απουσία του Χρόνου Σελίδα.1

Άσκηση Διδακτικής του Μαθήµατος των Θρησκευτικών. Γ Οµάδα

Οπτική αντίληψη. Μετά?..

ΨΥΧΟΔΥΝΑΜΙΚΗ ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΙΑ ΣΕ ΙΑΤΡΙΚΑ ΠΛΑΙΣΙΑ Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών, Ιατρική Σχολή ΕΚΠΑ

ΦΟΡΜΑ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΟΜΙΛΟΥ ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ. Βαρβάρα Δερνελή ΕΚΠ/ΚΟΥ. Β Τάξη Λυκείου

Αλλαγές Κατά τη Διάρκεια της Εγκυμοσύνης

Οµάδα Εργασίας Σπύρου Μητροσύλη Σχόλιο µε αφορµή το κείµενο «Αναλυτική συνθήκη και σαγήνη»

Συνδιαλλακτική Ανάλυση (Transactional Analysis - T.A.)

Διαπολιτισμική συμβουλευτική και ψυχοθεραπεία με μετανάστες

Η δραματοθεραπεία στην εκπαίδευση ενηλίκων

Κωνσταντίνος Π. Χρήστου

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Ψυχολογία Κινήτρων

Προσωπο-κεντρική θεωρία (person-centred) [πρώην Πελατο-κεντρική θεωρία ]

e-seminars Αναπτύσσομαι 1 Προσωπική Βελτίωση Seminars & Consulting, Παναγιώτης Γ. Ρεγκούκος, Σύμβουλος Επιχειρήσεων Εισηγητής Ειδικών Σεμιναρίων

Σύντοµες σκέψεις από την οµιλία της Άννας Ποταµιάνου: 1 Αναφορά σε αµνηµονικές διαδικασίες

Ο καθημερινός άνθρωπος ως «ψυχολόγος» της προσωπικότητάς του - Νικόλαος Γ. Βακόνδιος - Ψυχο

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΚΑΙ Ο ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΟΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΣΚΟΠΟΣ ΤΟΥΣ;

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ Α ΕΞΑΜΗΝΟ

Διδάσκων : Επίκουρος Καθηγητής Στάθης Παπασταθόπουλος. Τμήμα: Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας

Μάθηση & Εξερεύνηση στο περιβάλλον του Μουσείου

3 + 2 Χρόνια Εκπαίδευσης και Εποπτείας Αναμνήσεις & Αναστοχασμοί από τη Μονάδα Οικογενειακής Θεραπείας του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Αττικής

ΤΣΑΠΑΤΣΑΡΗ ε.

Οδηγός διαφοροποίησης για την πρωτοβάθµια

Ομάδα εργασίας για την κλαϊνική προσέγγιση στην Ψυχανάλυση Απρίλιος 2015

Στυλιανός Βγαγκές - Βάλια Καλογρίδη. «Καθολικός Σχεδιασμός και Ανάπτυξη Προσβάσιμου Ψηφιακού Εκπαιδευτικού Υλικού» -Οριζόντια Πράξη με MIS

Εκπαιδευτικό πρόγραμμα «Επέκεινα Ψυχαναλυτική πράξη» To άγχος ευνουχισμού γένους θηλυκού. Επιμέλεια-Παρουσίαση : Αικατερίνη Τζαβάρα, Ψυχολόγος

Λαµβάνοντας τη διάγνωση: συναισθήµατα και αντιδράσεις

Θετική Ψυχολογία. Καρακασίδου Ειρήνη, MSc. Ψυχολόγος-Αθλητική Ψυχολόγος Υποψήφια Διδάκτωρ Κλινικής και Συμβουλευτικής Ψυχολογίας, Πάντειο Παν/μιο

Πρόωρότητα κ Μητρικός Θηλασμός

Ελένη Κουμίδη «Πέρασμα στην πράξη»

Συναισθήματα και η Διαχείρισή τους

ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ Ι «Η Θεωρητική έννοια της Μεθόδου Project» Αγγελική ρίβα ΠΕ 06

Ενίσχυση των σχέσεων και της συνεργασίας ανάμεσα στα σχολεία και στους εκπαιδευτικούς. Στηρίζεται στην ενεργητική παρουσία των συμμετεχόντων, στην

Ελένη Κουμίδη «η δομή και το σύμπτωμα»

Χαρακτηριστικά εκπαιδευτικών παρεµβάσεων. - ο ρόλος του δικτύου. ρ. Απόστολος Ντάνης

Οι αισθήσεις και η τέχνη του Είναι

Ο σχεδιασμός για προστασία της «παλιάς πόλης» ως σχεδιασμός της «σημερινής πόλης»

Εκπαιδευτικό Πρόγραµµα Αµµοθεραπείας (Sandplay Therapy Training Program )

ΧΡΟΝΟΣ ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ & ΔΙΑΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΕΠΙΔΟΣΗ

Για να μπορέσουν να κατανοήσουν πλήρως τη νέα κατάσταση και να αποδεχτούν πως είναι οριστική, θα χρειαστεί να περάσουν αρκετοί μήνες.

Γιατί ένα σεμινάριο για τις συγκρούσεις;

Παναής Κασσιανός, δάσκαλος Διευθυντής του 10ου Ειδικού Δ.Σ. Αθηνών (Μαρασλείου)

Η ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ: Η Σχετικότητα και ο Χρονισμός της Πληροφορίας Σελ. 1

Transcript:

7 ο Ελληνόφωνο Συνέδριο της ΕΨΕ, Δεκέµβριος 2013 Θέµα: Το Αντικείµενο Σκέψεις από τις Οµάδες Εργασίας Οµάδα εργασίας: Μορφές αντικειµένου στη µεταβίβαση Συντονισµός Ιωάννα Παναγιωτοπούλου Αριέλλα Ασέρ: Η ανάδυση του αντικειµένου στην αναλυτική διαδικασία Νίκος Λαµνίδης: Η ανάδυση της σχέσης-νέου-αντικειµένου εντός της ψυχαναλυτικής διεργασίας Κατά τη συζήτηση υπήρξε σύγκριση και αντιπαραβολή των δύο επιχειρηµάτων που υπερασπίστηκαν οι δύο οµιλητές στις παρουσιάσεις τους στη στρογγυλή τράπεζα. Η Α. Ασέρ ανέφερε, σχετικά µε την περίπτωση που παρουσίασε, ότι η αναλυόµενή της αναζητούσε στη µεταβίβαση µια σχέση «αλλοτριωτικής εξάρτησης». Στο πλαίσιο αυτό κατανάλωνε αντικείµενα για να αντιµετωπίσει «την πάλη της κατά του ελλείποντος αντικειµένου». Ήταν εξαρτηµένη από την αναλύτρια, ενώ ταυτόχρονα έµοιαζε να της απευθύνεται σαν να ήταν άτοµο «ψυχικά κωφάλαλο» και το µόνο που την ενδιέφερε εντέλει ήταν να βεβαιωθεί για την παρουσία της αναλύτριας. Μιλούσε, όχι για να σκεφτεί περί τον εαυτό της, αλλά για να ανασυγκροτηθεί ναρκισσιστικά από την αναστάτωση που βίωνε κατά την επαφή µε την αναλύτρια. «Διότι ο άλλος την παρέπεµπε πάντοτε σε ένα θεµελιώδες έλλειµµα της σχέσης της µε ένα πρώτο αντικείµενο, µε το οποίο στην πραγµατικότητα δεν συναντήθηκε ποτέ, ή δεν συναντήθηκε ποτέ ικανοποιητικά». Ο τρόπος της να σχετίζεται µε το αντικείµενο υπάκουε σε πρότυπα «αποβολής», «µπουκώµατος», ή «βουλιµίας», όλα µέρη µιας επένδυσης «αντικειµένου κατανάλωσης». Θα λέγαµε επιπλέον ότι το «αντικείµενο» επιχειρούσε να καλύπτει το υπάρχον κενό λαµβάνοντας υπόσταση «πράγµατος», γεγονός το οποίο δυσκόλευε, όταν δεν απέκλειε τη µεταφορικότητα, τη σύνδεση µε τη µεταβίβαση και τη λειτουργία της τελευταίας ως µεταβατικού χώρου. Καθίστατο δυσχερής µε τον τρόπο αυτό η ανάδυση µετασχηµατισµών

του αντικειµένου ή ακόµη η εµφάνιση «σχέσεων-νέου-αντικειµένου». Διατυπώνοντας το ζήτηµα µε τον δικό της ιδιαίτερο τρόπο η Α. Ασέρ υποστηρίζει ότι η αναλυόµενη εµπόδιζε «τον αναλυτή, όχι µόνο να λειτουργήσει ως µετασχηµατιστικό αντικείµενο, αλλά και να µετασχηµατισθεί και ο ίδιος υπό την επίδραση της αναλυόµενης εντός της ψυχαναλυτικής διαδικασίας ούτως ώστε η ευκαµψία και µεταβλητότητα του αναλυτή να επιτρέψουν να εισαχθεί κάποια απόκλιση στο έργο της επανάληψης». Στην περίπτωση του Ν. Λαµνίδη, ο οποίος αντιλαµβάνεται µια ανάλογη δυσκολία µε κάπως διαφορετικό τρόπο, αναφέρεται ότι ο αναλυόµενος εµπόδιζε την ψυχική εκείνη λειτουργία η οποία θα επέτρεπε «µια νέα ιδιοποίηση του κόσµου, µια νέα εγγραφή του κόσµου στον ψυχισµό. Αυτό δεν αφορά µόνο το Εγώ µε τη στενή και περιοριστική έννοια του όρου, αλλά και το ασυνείδητο και επιπλέον, όχι µόνο το δυναµικό/απωθηµένο αλλά και το Εκείνο αυτό καθαυτό». Συνέχισε δε ο Ν Λαµνίδης ότι «προορισµός της ψυχικής συσκευής είναι να τροποποιηθεί τόσο ριζικά, που να καταστήσει την επικοινωνία µε το περιβάλλον δοµικό της στοιχείο. Στην περίπτωση αυτή το βίωµα ικανοποίησης µετατρέπεται σε βίωµα διάδρασης και αλληλεπίδρασης». Στη συζήτηση διατυπώθηκε στη συνέχεια το επιχείρηµα ότι η ανάδυση της σχέσης-νέου-αντικειµένου στηρίζεται στη διυποκειµενικότητα. Αναπτύσσεται δε και συντηρείται ως εµπειρία εαυτού από τις αλληλεπιδράσεις στη σχέση µε τον άλλον. Στο πλαίσιο της θεραπευτικής διαδικασίας µπορεί να νοηθεί ως «συναισθηµατικός» διάλογος, λεκτικός και εξωλεκτικός, µεταξύ θεραπευτή και θεραπευόµενου. Ένας δάλογος εντός του οποίου οι δύο παρτενέρ δοµούν από κοινού και τείνουν να διερευνήσουν την εµπειρία που µοιράζονται µέσα στη διαδικασία, ώστε να κατανοήσουν και να µετασχηµατίσουν τις επώδυνες εµπειρίες του θεραπευόµενου. Με τον τρόπο αυτό το «βίωµα ικανοποίησης» που µοιράζονται, µετατρέπεται σε «βίωµα διάδρασης και αλληλεπίδρασης», εφόσον η σχέση-νέου-αντικειµένου που από κοινού δηµιουργούν, είναι δυνητικά µια «επαν-εγγραφή», ακριβώς λόγω της επικοινωνίας των δύο ψυχισµών, εκείνου του θεραπευτή µε εκείνον του τον θεραπευόµενου. Ένα επιχείρηµα, που ήχησε κάπως διαφορετικά κατά τη συζήτηση, ήταν ότι πέραν του βιώµατος ικανοποίησης ο ψυχισµός αναζητά να βιώσει στη θεραπευτική σχέση και µεταβιβαστικές σχέσεις, αναζητά

δηλαδή τη µεταφορά και αναβίωση στη σχέση µε τον θεραπευτή προηγούµενων σχέσεων, οι οποίες έχουν υποστεί την παραµόρφωση που προκαλεί η φαντασιωσική ευχαρίστηση. Μέσω των µεταβιβαστικών σχέσεων δηµιουργούνται εντός της αναλυτικής διαδικασίας δυνητικές µορφές σχέσης µε τα αντικείµενα, σχέσεις ευχαρίστησης και εξέλιξης. Η διαθεσιµότητα του αναλυτή και η «µετατρεψιµότητά» του αποτελούν προϋπόθεση των µεταβιβαστικών σχέσεων, µε αποτέλεσµα να λειτουργεί ο αναλυτής, κατά την αναλυτική διαδικασία, ως µετασχηµατιστικό αντικείµενο. Είναι σε αυτή τη λογική που στηρίζεται η διαδικασία µετασχηµατισµού του αντικειµένου κατά τη ροή της αναλυτικής διαδικασίας. Ο καταναγκασµός της µεταβίβασης αναφέρεται και στα δύο επιχειρήµατα αλλά µε κάποιες διαφορές µεταξύ τους. Στη θεωρία της διϋποκειµενικότητας η ευχαρίστηση αφορά το συναισθηµατικό µοίρασµα και την από κοινού δηµιουργία, πρόκειται δηλαδή για µια ευχαρίστηση της διάδρασης και της «επαν-εγγραφής» που αυτή δυνητικά δοµεί. Η ευχαρίστηση παρεµβαίνει στην αναζήτηση των µεταβιβαστικών σχέσεων καθώς αυτές οδηγούν στην αναβίωση εντός της εσωτερικής πραγµατικότητας προγενέστερων σχέσεων, οι οποίες τελούν υπό την επίδραση της φαντασιωσικής ευχαρίστησης. Ίσως όµως οι καταρχήν διαφορετικές αυτές ψυχικές διαδροµές κάπου να συγκλίνουν. Ανεξαρτήτως του αν το «παλαιό» γίνεται «επίκαιρο» µέσω του παρόντος βιώµατος ευχαρίστησης, ή µέσω της αναζήτησης της παλιάς φαντασιωσικής ευχαρίστησης, τα προϊόντα των δύο αυτών ειδών επικαιροποίησης δεν µπορεί παρά να επιτελούν στη συνέχεια την ίδια διαδροµή εντός του δικτύου και της αλληλουχίας των παραστάσεων και αναπαραστάσεων, στο εσωτερικό της ψυχικής πραγµατικότητας. Αυτό γίνεται υπό την επίδραση, όπως αναφέρει ο Φρόυντ, του «καταναγκασµού» του ψυχισµού να αναπαριστά δηλαδή να ψυχικοποιεί. Θα ήταν παράλειψη τέλος να µη σκεφτούµε ότι το ζητούµενο των συγκεκριµένων ψυχικών κινήσεων, είτε αυτές συµβαίνουν στο συνειδητό είτε είναι ασυνείδητες, είναι ένα: να βρεθεί διέξοδος στον ψυχικό πόνο. Ιωάννα Παναγιωτοπούλου

Οµάδα εργασίας: Χρόνος-Χώρος-Αντικείµενο Συντονισµός Αύρα Μπεράτη Νίκος Τζαβάρας: Χρόνος και Αντικείµενο Σωτήρης Μανωλόπουλος: Γεωγραφίες Αντικειµένων Και οι δύο παρουσιάσεις ήταν αφιερωµένες στη µνήµη του πρόσφατα αποβιώσαντος ιδρυτικού µέλους και τ. προέδρου της Ελληνικής Ψυχαναλυτικής Εταιρείας, καθηγητή Πέτρου Χαρτοκόλλη. Ο Νίκος Τζαβάρας υπογράµµισε ότι η ψυχαναλυτική διερεύνηση οφείλει να εστιασθεί στη βιωµένη αίσθηση του χρόνου. Υποστήριξε ότι οι ενδοψυχικές και οι ψυχοπαθολογικές βιωµατικές διακυµάνσεις διαρρηγνύουν τη µέση, καθηµερινή, γραµµική αίσθηση του χρόνου. Υπογράµµισε ότι ο υποκειµενικός χρόνος οφείλει καταρχήν να περιγραφεί φαινοµενολογικώς. Και ότι η υποκειµενική µας εµπειρία µοιάζει να δίδει στον χρόνο µεγαλύτερη διάρκεια όσο είµαστε νεότεροι, και µοιάζει να τον συντοµεύει όσο µεγαλώνουµε. Εντούτοις όµως ορισµένες µνήµες και παραστάσεις αντικειµένων δείχνουν να παραµένουν αναλλοίωτες εξού και άχρονες εντός της ψυχικής µας βίωσης. Η ασυνείδητη επανάληψη ορισµένων συµπεριφορών και κινητικών δράσεων, όπως στις λεγόµενες αυτιστικές άµυνες, είναι άλλη µία ένδειξη της εντός µας παρουσίας της αχρονικότητας. Είναι πιθανόν ότι ο χρόνος, από την πλευρά τού εγώ, και η αχρονικότητα, από την πλευρά του ασυνειδήτου, να συνυπάρχουν και να συναπαρτίζουν τη διόφθαλµη οπτική της υποκειµενικότητας. Ο Φρόυντ µας έκανε να σκεφθούµε τον κόσµο ως «αιώνιο» µε τρόπο που να µην προϋποθέτει θρησκευτικές ή µεταφυσικές πεποιθήσεις. Μέσα στην ψυχαναλυτική διαδικασία, τόσο για τον ασθενή όσο και για τον αναλυτή, η υποκειµενική βίωση του χρόνου και της «αχρονικότητας» είναι αδυσώπητα συνδεδεµένη µε τα αντικείµενα και τις σχέσεις αντικειµένων που στη φάση εκείνη της διαδικασίας έχουν ενεργοποιηθεί. Ο Νίκος Τζαβάρας έδειξε µε κλινικά παραδείγµατα πώς οι ποικίλες διακυµάνσεις της υποκειµενικής αίσθησης και βίωσης του χρόνου συνέχονται µε τη σχέση µεταβίβασης-αντιµεταβίβασης. Ο Σωτήρης Μανωλόπουλος µας κάλεσε να σκεφθούµε κάθε νέα αναζήτηση (της επίγνωσης της επένδυσης) ενός αντικειµένου ως µία ευκαιρία για αναδιοργάνωση των µνηµονικών ιχνών σε χάρτες µε

ποικίλο βαθµό επεξεργασίας και διαφοροποίησης, σε µία συνεχή εκτύλιξη του κύκλου αναπαράσταση-διαφοροποίηση-εσωτερίκευση. Και κάθε νεότερη οργάνωση των µνηµονικών ιχνών οδηγεί σε µία νέα απαρτίωση τού εγώ εντός του χωρο-χρόνου. Η διεργασία αυτή δεν πρέπει να θεωρείται διασφαλισµένη καθώς, όσο αποµακρυνόµαστε από το νευρωτικό επίπεδο οργάνωσης τόσο η απαρτίωση είναι ηµιτελής. Εργαζόµενοι µε ασθενείς µε διαταραχές της συµπεριφοράς µπορούµε να συλλάβουµε τις εκδραµατίσεις τους σαν χορογραφίες, µε κινήσεις υπερεπενδύσεων και ταυτοχρόνως ριζικές αυτιστικές αποεπενδύσεις και αποσύρσεις. Ο ρόλος των κινητικών εικόνων εξετάσθηκε στην εργασία αυτή σε συνδυασµό µε αυτές τις εκδραµατίσεις. Νίκος Λαµνίδης Οµάδα Εργασίας: Απαρχές και διαµόρφωση του αντικειµένου Συντονισµός Κλαίρη Συνοδινού Βασίλης Δηµόπουλος: Αντί-κείµενο: Μία αινιγµατική ασύµµετρη δυάδα Πέτρος Κεφάλας: Σχολιασµός του κειµένου του Βασίλη Δηµόπουλου Αριστέα Σκούλικα: Η συγκρότηση του αντικειµένου Και οι δύο οµιλητές η Αριστέα Σκούλικα και ο Βασίλης Δηµόπουλος διέτρεξαν τη διαδροµή µέσα στην οποία εγγράφεται, εξελίσσεται και συγκροτείται το αντικείµενο. Η Αριστέα Σκούλικα αναφέρεται σε ένα παιδί το οποίο στην ηλικία των 5 ετών, όντας σε ανάλυση εδώ και 9 µήνες, ξετυλίγει µια αργή και επίπονη διαδικασία διαφοροποίησης από το βασικό αντικείµενο. Η σχέση αντικειµένου είναι ναρκισσιστικού τύπου, τα αντικείµενα του Δ είναι υποκειµενικά, όπως αναφέρει ο Winnicott. Το θέµα που προτάθηκε να επεξεργασθούµε στην οµάδα εργασίας ήταν οι περιστασιακές αποτυχίες του παιδιού κατά την παραγωγή νοηµατοδοτηµένων παραστάσεων. Οι αποτυχίες αυτές µοιάζουν να συνδέονται µε παροδικές λειτουργικές αλλοιώσεις περιοχών του

ψυχισµού οι οποίες κατά κάποιον τρόπο χάνουν τη διαφοροποίησή τους και γι αυτό Α.Σκούλικα τις ονοµάζει γκρίζες ζώνες. Χρησιµοποίησε την έννοια γκρίζα ζώνη για να επισηµάνει δύο φαινόµενα: από τη µια ότι σε µια περιοχή του ψυχισµού εξαφανίζεται η διαφοροποίηση, µε αποτέλεσµα µια ουλή µια ψυχική ουλή όµως που δεν έχει τη µονιµότητα και την ακινησία µιας σωµατικής ουλής αλλά υφίσταται επεξεργασία και µεταβολή και από την άλλη ότι οι ψυχικές µορφοποιήσεις που φθάνουν ως τη συνείδηση δεν µπορούν να συγκροτηθούν σε ενότητες µε νόηµα. Οι εικαστικές µορφοποιήσεις στην περίπτωση του παιδιού που συζητήθηκε παλινδροµούν σε µουντζούρες ή άλλες φορές σε εικαστικές ενότητες στις οποίες δεν µπορούµε να διακρίνουµε κάτι τυπικό και αναγνωρίσιµο. Ορίζονται ως αναγνωρίσιµες οι παραγωγές εκείνες οι οποίες µας παραπέµπουν σε συµβολικούς κώδικες γενικά αποδεκτούς. Παράδειγµα, η τυπική θεµατολογία και η τυπική χωροθέτηση των εικαστικών παραγωγών των νηπίων, ή τυπικές µυθοπλαστικές κατασκευές όπως είναι ο κακός λύκος. Η µουντζούρα είναι µορφή εντός της οποίας το νόηµα διαλύεται και για τον λόγο αυτό φορτίζει την αντιµεταβίβαση µε δυσφορία και εντύπωση σύγχυσης. Είναι σαν κάτι να βρίσκεται σε πορεία µορφοποίησης, αλλά το έµβρυο οδηγείται σε αποβολή. Η οµιλήτρια διατύπωσε την υπόθεση ότι το φαινόµενο έχει να κάνει µε µια συµβολική έκπτωση που λαµβάνει χώρα κατά την εκτύλιξη αυτής της ψυχικής διαδικασίας. Είναι µια κατάσταση µετάβασης η οποία δυσκολεύεται να γεννήσει τον επόµενο κόµβο νοήµατος. Η συµβολική έκπτωση/γκρίζα ζώνη προκύπτει όταν µια νέα ικανότητα στη σχέση αντικειµένου, την οποία το παιδί είχε κατακτήσει προσφάτως, δηµιουργεί ισχυρή εσωτερική συγκρουσιακότητα. Παράδειγµα, µια νέα προσέγγιση της πατρικής µορφής στο πλαίσιο του οιδιπoδείου τριγώνου, όπως συνέβη στη συγκεκριµένη περίπτωση. Υπό τις συνθήκες αυτές οι µορφές της ζωγραφιάς ή του παιγνιδιού αλλά και οι αναπαραστάσεις, οι σκέψεις και τα συναισθήµατα που συνοδεύουν τις φανερές αυτές µορφοποιήσεις παύουν να σχηµατοποιούνται. Η µουντζούρα εκπροσωπεί αυτή την αµορφία των συνειδητών παραστάσεων και του συναισθήµατος. Αν αυτά ήταν µορφοποιηµένα θα υποστήριζαν τη συγκρότηση του νοήµατος. Στην κατάσταση της αµορφίας,, το νόηµα είναι κατακερµατισµένο. Την έννοια του

κατακερµατισµού του νοήµατος η οµιλήτρια την παίρνει από τον Bion (1963). Μιλούµε µε άλλα λόγια για καταστάσεις απο-απαρτίωσης που οδηγούν σε αποσυµβολοποίηση όπως αναφέρουν µεταξύ άλλων οι Green (1993) και Aisenstein (2010). Ίσως όµως οι όροι απο-απαρτίωση και απο-συµβολοποίηση να µην είναι αρκετά σαφείς. Οι συµµετέχοντες παραπέµπονται για την προσέγγισή τους στον Winnicott (1971) και τον Green (1993) Προτείνεται επίσης µια εικονογράφηση µε κλινικό υλικό. Στόχος της οµάδας εργασίας ήταν να πάρουµε τα πράγµατα από την αρχή και να επιχειρήσουµε να δούµε µε ποιο τρόπο το παιδί έφθανε στην γκρίζα ζώνη και γιατί, δηλαδή ποιες επιταγές της ψυχικής οικονοµίας του εξυπηρετούσε η αποδιάρθρωση του συµβολικού. Ο Βασίλης Δηµόπουλος µας µίλησε για την αινιγµατική και ασύµµετρη σχέση υποκειµένου-αντικειµένου, στηριζόµενος στη φροϋδική θεωρία και τη θεωρία του Laplanche. Ο αρχικά τραυµατικός χαρακτήρας του αντικειµένου µεταλλάσσεται, εµπλουτιζόµενος από τον βαθµό ευχαρίστησης και τον ποιοτικό χαρακτήρα της σχέσης που αναπτύσσεται από την πλευρά του αντικειµένου, στη συνάντησή του µε το υποκείµενο. Το βρέφος αναζητά ένα εξωτερικό ερέθισµα ως ανακούφιση από την ένταση. Έτσι δηµιουργείται το πρώτο αντικείµενο, που είναι αντικείµενο ανάγκης κι έχει χαρακτήρα τραυµατικό, λόγω της προσκαιρότητας της ανακούφισης. Βαθµιαία η ανάγκη µετασχηµατίζεται σε επιθυµία και το εξωτερικό ερέθισµα σε αναπαράσταση. Πρώιµα, στη σχέση υποκείµενο-αντικείµενο, δηµιουργούνται «αινιγµατικά µηνύµατα» και ασυµµετρία τα οποία είναι αλληλένδετα: Η αποκωδικοποίηση των αινιγµατικών µηνυµάτων προϋποθέτει τη δύναµη του υποκειµένου να διαχειριστεί την ασυµµετρία. Στη δυάδα ψυχαναλυτή και αναλυόµενου, αινιγµατικά δεν είναι µόνο τα λεγόµενα και η στάση του θεραπευόµενου, όπως προσλαµβάνονται από τον αναλυτή, αλλά και το αντίστροφο. Με αυτόν τον τρόπο δηµιουργείται χώρος ελευθερίας. Κρατιέται ζωντανή και δηµιουργική η διαδικασία της ανάλυσης. Ας θυµηθούµε σε αυτό το σηµείο ότι στον αυτισµό και την ψύχωση, τα αινιγµατικά µηνύµατα που απευθύνει το παιδί στη µητέρα υποβαθµίζονται ή καταπνίγονται. Ο Βασίλης Δηµόπουλος τονίζει το στοιχείο της ασυµµετρίας και των εκτροπών της, σε παραλληλία ή συµπαιγνία. Η αναστρεψιµότητα των

εκτροπών της ασυµµετρίας είναι τόσο µεγαλύτερη, όσο η ανάλυση εξελίσσεται, χάρη στη συµβολή, µέσα από τη µεταβίβαση, της ερµηνείας και νέων µηχανισµών άµυνας. Αν το κείµενο του Βασίλη Δηµόπουλου εστιάζει στην αινιγµατική ασύµµετρη δυάδα µητέρα-βρέφος, αναλυτή-αναλυόµενου, στο κείµενο τής Αριστέας Σκούλικα, η εστία µετακινείται, είτε στο αντικείµενο ως εσωτερική αναπαράσταση ή ως διπλό, είτε στο πέρασµα στην τριαδικότητα βρέφος-µητέρα-πατέρας. Τα θέµατα αυτά συζητήθηκαν εκτενώς µε τους συµµετέχοντες στο εργαστήριο. Ο Πέτρος Κεφάλας σχολίασε εκτενώς το κείµενο του Βασίλη Δηµόπουλου µε επίκεντρο τον άξονα της ασυµµετρίας. Η κατάσταση είναι ασύµµετρη, γιατί το παιδί δεν διαθέτει το συµβολικό σύστηµα που είναι απαραίτητο για να αποκωδικοποιηθεί το σεξουαλικό. Σηµείωσε ότι ο Φρόυντ αναφέρεται στην πρώτη «γητεύτρα» ως το πρόσωπο που ξυπνά το παιδί στη ζωή και στις επιθυµίες. Τονίζοντας τη σηµασία του κλινικού υλικού που κατέθεσε ο Β. Δηµόπουλος για την κατανόηση αυτής της οπτικής, αναφέρθηκε στις συνέπειες για την τεχνική και κυρίως για την ερµηνεία. Στην επίσης ασύµµετρη κατάσταση που δηµιουργούµε για τον αναλυόµενο, ξαναβρίσκουµε τις δύο ετερότητες µε το ερώτηµα «τι µε θέλει αυτός ο αναλυτής;», αινιγµατικός ποµπός, φορτισµένος µε µια επιθυµία που κι ο ίδιος αγνοεί. Το πεπρωµένα αυτού του ερωτήµατος συζητήθηκαν µε βάση όσα διαµείβονται στις κλινικές αναφορές. Κλαίρη Συνοδινού Οµάδα Εργασίας: Θεωρητικές Συγκλίσεις και Αποκλίσεις Συντονισµός Δηµήτρης Τζάκσον Χρήστος Ιωαννίδης: Αναζητώντας το αντικείµενο Πάνος Αλούπης: Διαλεκτική του αντικειµένου-μορφές και µεταµορφώσεις Οµιλητές ήταν οι Χ. Ιωαννίδης (µέλος της ΕΨΕ και της Βρετανικής Ψυχαναλυτικής Εταιρείας) και Π. Αλούπης (µέλος της Ψυχαναλυτικής Εταιρείας των Παρισίων), ενώ προήδρευε ο Δ. Τζάκσον (µέλος της ΕΨΕ).

Η παρουσίαση του Χ. Ιωαννίδη εστιάσθηκε σε µια θεωρητική ανασκόπηση της έννοιας του αντικειµένου στον βρετανικό ψυχαναλυτικό ορίζοντα. Ξεκινώντας από τις λεπτές διαφορές που διακρίνουν τα τρία θεµελιώδη θεωρητικά ρεύµατα που συνιστούν τη βρετανική σκέψη, το κείµενο οδηγήθηκε στην απαρτιωτική τους συνύφανση, ώστε να καταστεί σαφής ο πλούτος και η πολυπλοκότητα αυτού του όρου στη γενικότερη εννοιολογική οπτική αλλά και στην εφαρµοσµένη κλινική πρακτική της εν λόγω σχολής. Η παρουσίαση είχε ως στόχο να αναδείξει πως η κεντρικότητα αυτής της έννοιας οφείλεται στο γεγονός ότι αυτή αποτελεί γνήσια µετεξέλιξη ιδεών και τοποθετήσεων που ανευρίσκονται ήδη στο έργο του Φρόυντ. Η οµιλία του Π. Αλούπη, ήταν µια κλινικο-θεωρητική παρουσίαση της χρήσης της έννοιας του αντικειµένου, όπως αυτή νοείται και εφαρµόζεται στη γαλλόφωνη ψυχανάλυση. Εστιάζοντας στην κατανόηση της εµφάνισης των αντικειµένων του παρελθόντος στη µεταβίβαση, αλλά και στην κεντρική θέση που αποδίδεται στην ασυνείδητη σεξουαλικότητα ως δεσµού και σχεσιακής σύνδεσης µε το αντικείµενο, το κείµενο ανέδειξε µε µεγάλη ευκρίνεια και ζωντάνια τις διαφορές αλλά και τις οµοιότητες µεταξύ των δύο προσεγγίσεων. Η οµάδα εργασίας που ακολούθησε, ήταν ιδιαίτερα γόνιµη καθώς ο διάλογος ανάµεσα στους οµιλητές και τους συµµετέχοντες βοήθησε στην περαιτέρω εµβάθυνση επί των διαφορών και οµοιοτήτων µεταξύ των δύο ψυχαναλυτικών σχολών. Συµπερασµατικά θα µπορούσε κανείς να ισχυρισθεί πως η τράπεζα αυτή υπογράµµισε, για άλλη µια φορά, το ενιαίο της ψυχανάλυσης. Οι διάλεκτοι µπορεί να ηχούν στ αυτιά ως εντυπωσιακά διαφορετικές, όµως απόπειρες διαλόγου γρήγορα φανερώνουν την κοινότητα των πηγών και των δοµών, καθότι η µητέρα-γλώσσα, παράγωγα της οποίας είναι οι διάλεκτοι, είναι µία. Επιθυµία και ελάχιστη προσπάθεια κάνει τον διάλογο µεταξύ των χρηστών των διαλέκτων και άνετα εφικτό και ιδιαίτερα δηµιουργικό. Χρήστος Ιωαννίδης Οµάδα Εργασίας: Ψυχικές µεταβάσεις Συντονισµός Όλγα Μαράτου

Χρήστος Ζερβής: Αλλαγές αντικειµένου και Ψυχικές Αναδοµήσεις: οι Κίνδυνοι της Ψυχικής Μετάβασης Σάββας Σαββόπουλος: Η θηλυκότητα στο σύµπλεγµα της νεκρής µητέρας Η εισήγηση του Χρήστου Ζερβή αφορά το «αντικειµενότροπο κενό», δηλαδή τις καταστάσεις εκείνες όπου είτε λόγω µετάβασης από ένα αντικείµενο σε ένα άλλο, είτε λόγω τραύµατος, µπορεί να βρεθεί «άνευ αντικειµένου». Το ερώτηµα κατά πόσον µπορούµε να µιλάµε για «κενό αντικειµένου» τίθεται εξαρχής και συνιστά ένα νήµα που διαπερνά όλη την οµιλία αλλά και µια αφορµή για µεταψυχολογικές και κλινικές αναζητήσεις. Το αντικείµενο είναι συγκεκριµένο, καθώς µέσω αυτού η ενόρµηση πετυχαίνει τον στόχο της αλλά ταυτόχρονα είναι και συγκυριακό, δηλαδή µεταβλητό, ανάλογα µε την ικανοποίηση την οποία προσφέρει. Ανεξάρτητα από το πώς προσεγγίζει κανείς την προέλευσή του (εσωτερική ενορµητική ανάγκη ή εξωτερικό ερέθισµα), το αντικείµενο αλλάζει συνεχώς αφού ακολουθεί την ψυχοσεξουαλική εξέλιξη του υποκειµένου. Η µετάβαση από το ένα αντικείµενο στο άλλο καθορίζεται από εσωτερικούς και εξωτερικούς παράγοντες, δηλαδή από τα εξελικτικά στάδια τα οποία στηρίζονται σε σωµατικές πηγές, και από εξωτερικά συµβάντα αλλά και από τις φάσεις ζωής που απαιτούν σωµατοψυχικές αναδοµήσεις (γηρατειά, ασθένειες, ποικίλες ανατροπές κ.λπ). Οι µετακινήσεις και οι διαδροµές της λίµπιντο, όπως περιγράφονται στο φροϋδικό έργο, ισοδυναµούν µε αντίστοιχες αλλαγές στην ψυχική δοµή του ατόµου. Με άλλα λόγια, το εγώ εξαρχής διαµορφώνεται από τις επενδύσεις του αντικειµένου, αυτο-ερωτικές ή αντικειµενότροπες. Η ταύτιση, για παράδειγµα, είναι µια πρώιµη µορφή επιλογής αντικειµένου. Το εγώ αναδοµείται, µε βάση την ενορµητική του δραστηριότητα και το αντικείµενο που επιλέγει, δηλαδή µε βάση τη σεξουαλικότητα. Οι εσωτερικεύσεις αντικειµένων, συνέπεια του πένθους για αντικείµενα που χάνονται ή εγκαταλείπονται, εµπλουτίζουν το εγώ, το κάνουν πιο «αντικειµενικό», το κρατούν σε επαφή µε την εξωτερική πραγµατικότητα, ενώ ο ψυχισµός κατακτά µεγαλύτερη πολυπλοκότητα, ανθεκτικότητα και ευελιξία. Όλα αυτά συντελούνται κάτω από την αιγίδα της ψυχοσεξουαλικής εξέλιξης που πορεύεται από τη µερικότητα προς την απαρτίωση.

Η Μ. Κlein βλέπει τον σχηµατισµό ενός απαρτιωµένου αντικειµένου στη συνέχεια της καταθλιπτικής φάσης, ο δε D. Winniccott, έχοντας µιλήσει ήδη για τα µεταβατικά αντικείµενα, περιγράφει το πέρασµα από ένα αντικείµενο το οποίο συλλαµβάνουµε υποκειµενικά σε ένα αντικειµενικά αντιληπτό αντικείµενο. Εντός του µεταβατικού χώρου, διακρίνει τη δυνατότητα µιας δηµιουργικότητας η οποία αφορά το κενό ανάµεσα στο υποκειµενικό και στο αντικειµενικό αντικείµενο. Ο W. Bion µιλάει για τη δυνατότητα µετατροπής του µη-αντικειµένου (επιθυµία χωρίς αντικείµενο) σε σκέψη. Τέλος o A. Green, στην ίδια γραµµή, κατά κάποιον τρόπο, βλέπει επίσης την ανάλυση ως µεταβατικού χώρου, µέσα από τη ζωντανή παρουσία του αναλυτή. Στην κλινική µας πράξη συναντάµε πάντοτε φάσεις περάσµατος από ένα αντικείµενο σε ένα άλλο, µε µικρότερη ή µεγαλύτερη αµφιθυµία του υποκειµένου σε σχέση µε αυτές τις µετακινήσεις. Πρόκειται για καταστάσεις που µπορεί να προκαλέσουν αντικειµενότροπα «χάσµατα». Οι ψυχικές αντιδράσεις που τις συνοδεύουν εξαρτώνται από τις προηγούµενες καθηλώσεις, από τις διαδροµές της λίµπιντο, ενώ στις σοβαρότερες καταστάσεις προκύπτει έντονο, ενίοτε αποδιοργανωτικό, άγχος που µπορεί να αποκτήσει και ψυχωτικές εκφάνσεις. Σ αυτό το σηµείο θα προσέθετα, από την πλευρά µου, ότι το άγχος µπορεί να πάρει τη θέση, ή τα χαρακτηριστικά, αντικειµένου, ελλείψει άλλου. Ο Χ. Ζερβής ανατρέχει στην περίπτωση της Δ., µιας εφήβου που παρουσίασε ψυχωτικό επεισόδιο, µε παραλήρηµα σεξουαλικού περιεχοµένου, σε µια περίοδο όπου καλείτο, από τις αλλαγές στο σώµα της (ανυπόφορες και τροµακτικές για την ίδια), αλλά και από τις προσεγγίσεις του άλλου φύλου, να µετακινηθεί στην κατεύθυνση της γενετήσιας σεξουαλικότητας. Τότε η Δ. κατακλύζεται από άγχος. Όνειρα και φαντασιώσεις καταστέλλονται ή προβάλλονται στον έξω κόσµο και η Δ. αγκιστρώνεται στην «πραγµατικότητα», στο παλιό, στο παιδικό. Με τη «στήριξη» των γονιών της αρνείται την αναδυόµενη ενήλικη σεξουαλικότητά της («δεν υπάρχει κοπέλα µε τέτοιο όνοµα στο σπίτι» θα πουν), ενώ το παιδικό αντικείµενο δεν µπορεί πλέον να σταθεί, δεν της δίνει πια ικανοποίηση. Έτσι η Δ. βρίσκεται σε «κενό αντικειµένου». Ο Φρόυντ διακρίνει µια πρωταρχική συνθήκη άγχους στη γέννηση την οποία βλέπει ως µια κατάσταση χωρίς αντικείµενο, πρότυπο της απώλειας αντικειµένου. Ο D.Winniccott, πιο επιφυλακτικός, δεν αναγνωρίζει στη γέννηση το πρότυπο του άγχους και διευρύνει την

έννοια του αντικειµένου, συµπεριλαµβάνοντας και αισθητηριακές προσλήψεις από τον έξω κόσµο, αλλά και από την ενδοµήτρια ζωή. Καθώς ενόρµηση και αντικείµενο είναι συγκυριακά συνδεδεµένα στη σκέψη του Φρόυντ (πράγµα το οποίο σηµαίνει ότι αρχικά η ενόρµηση πιθανόν να ήταν ανεξάρτητη από το αντικείµενο), φαίνεται να θεωρεί τις χαλαρές ή ασταθείς σχέσεις ενόρµησης-αντικειµένου πολύ περισσότερο αποσταθεροποιητικές από την απουσία αντικειµένου. Ίσως διότι εδώ διαφαίνεται το άγχος ως σήµα κινδύνου. Στην πορεία των εργασιών του το άγχος αποκτά καίρια θέση στην ψυχική ζωή ως δείκτης της αβοηθησίας του βρέφους που σχετίζεται µε την απουσία αντικειµένου. Όπως γνωρίζουµε, το άγχος διαφοροποιείται σε «άγχος σήµα κινδύνου», όταν απουσιάζει ένα αντικείµενο µε το οποίο το υποκείµενο είχε ήδη εµπειρίες ικανοποίησης, σε µια στιγµή που το παιδί δεν το έχει απόλυτη ανάγκη. Και στο «τραυµατικό άγχος» όπου το αντικείµενο λείπει σε µια στιγµή που είναι απαραίτητο στο παιδί. Η γέννηση εδώ αποτελεί το παράδειγµα της απόλυτης στιγµής άγχους διότι το βρέφος δεν είχε προηγούµενη εµπειρία µε το εξωτερικό αντικείµενο. Αµέσως µετά από αυτήν την παρατήρηση για τη γέννηση ο Φρόυντ κάνει αναφορά σε διαταραχές στην οικονοµία της ναρκισσιστικής λίµπιντο, οι οποίες προαναγγέλλουν αντικειµενότροπες επενδύσεις. Με άλλα λόγια περιγράφει τις συνθήκες της µετάβασης από ένα αντικείµενο σε ένα άλλο, συνθήκες εγκατάλειψης κάποιων αντικειµένων και ανάδυσης άλλων. Η M. Κlein επίσης συνδέει το άγχος µε την απώλεια του αντικείµενου, για να φτάσει στη συνέχεια στην απώλεια του εσωτερικού αντικειµένου και να περιγράψει τέλος ένα ξεχωριστό άγχος, το φόβο εκµηδένισης τού εγώ, έργο της ενόρµησης θανάτου. Στις φάσεις αντικειµενοτρόπου µετάβασης το εγώ αποσταθεροποιείται οικονοµικά, κάνοντας, ενόψει νέων επενδύσεων, αποεπενδύσεις που αφήνουν προσωρινά µια µετέωρη, άµορφη, ψυχική διέγερση. Αποσταθεροποιείται και δοµικά επιχειρώντας να συνδυάσει τις νέες επενδύσεις αντικειµένων µε αποµεινάρια παλαιών, πράγµα το οποίο εξάλλου απαιτεί δοµική σταθερότητα και ευκαµψία. Διότι το εγώ είναι ταυτόχρονα ο µοχλός και το αντικείµενο της αλλαγής, Η απουσία αντικειµένου αναγνωρίζεται ως αποσταθεροποιητική και συνδέεται στη ψυχαναλυτική βιβλιογραφία, µε το κενό, το αρνητικό, την αποψυχικοποίηση, τη σωµατοποίηση, την ενόρµηση θανάτου. Σε αυτές

τις περιπτώσεις, όπως και στην περίπτωση της «νεκρής µητέρας», η ναρικισσιστική απόσυρση µπορεί να είναι περαστική ή να είναι χρόνια, µε καταστροφικά για τον ψυχισµό αποτελέσµατα. Το χάσµα που παράγεται ορισµένες φορές σε φάσεις αντικειµενοτρόπου µετακίνησης και ενορµητικής αναδιάρθωσης θεωρητικά µόνο είναι απόλυτο. Κλινικά είναι πάντοτε σχετικό και άλλοτε διαµορφώνει συνθήκες ψυχικής εξέλιξης, άλλοτε πάλι συνθήκες αποσταθεροποίησης και κατάρρευσης. Όλα εξαρτώνται από την ψυχική ιστορία του υποκειµένου και από τις συνθήκες που το περιβάλλουν τη δεδοµένη στιγµή. Ο Σ. Σαββόπουλος στην ανακοίνωσή του µας προσφέρει µια εκτενή κλινική και θεωρητική ανάπτυξη για τις καταστάσεις «ιδιότυπης απώλειας αντικειµένου που προκύπτει από τη βύθιση του αντικειµένου στη µελαγχολία ή στο πένθος». Η ενσωµάτωση ενός «ψυχικά νεκρού» αντικειµένου από το υποκείµενο, όπως µελετήθηκε αρχικά από τους Ν.Αbraham και M.Torok (1975), συνίσταται σε µια ασυνείδητη και κρυφή ταύτιση µε το χαµένο αντικείµενο, βασισµένη στη διάψευση της απώλειάς του και σε έναν «χωρίς τελετουργικό ενταφιασµό» της ανάµνησης µιας προϋπάρχουσας σχέσης. Το υποκείµενο αποεπενδύει τη µητέρα και ταυτόχρονα ταυτίζεται µαζί της ενσωµατώνοντάς την, εν αγνοία τού εγώ (αυτό το µέρος του εαυτού που ταυτίστηκε µαζί της είναι εκείνο που θα προβληθεί αργότερα στον αναλυτή). Το δε αντικείµενο, µέσα από την κρύπτη του πλέον, παραπονιέται και απευθύνεται στο υποκείµενο για να επισηµάνει την επιστροφή του, αποκρύπτοντας την οδύνη του ίδιου υποκειµένου. Το σύµπλεγµα της νεκρής µητέρας του A. Green (1980) εντάσσεται σ αυτόν τον ψυχικό αστερισµό, καθώς αναφέρεται σε µια µητέρα που αποσύρεται, νεκρώνεται, έχοντας ζήσει προηγουµένως µια περίοδο ικανοποιητικής επένδυσης του παιδιού της. Το παιδί βιώνει αυτήν την απόσυρση ως απώλεια αγάπης από τη µητέρα, και αντιδραστικά τη σκοτώνει ψυχικά, κάνοντας έναν φόνο χωρίς µίσος. Στο εξής ταυτίζεται µε όσα µίσησε στη µητέρα του, και όχι µε ότι αγάπησε άλλοτε, ταυτίζεται δηλαδή µε το κενό που άφησε η απουσία της, το νεκρό στοιχείο εντός της µητέρας. Η έλλειψη νοήµατος που περιβάλλει την απουσία του αντικειµένου οδηγεί το παιδί σε ένα παντοδυναµικό αίσθηµα υπαιτιότητας για την ψυχική αλλαγή της µητέρας. Η ναρκισσιστική ανεπάρκεια µπαίνει τότε σε πρώτο πλάνο. Αυτή η ενοχή δεν συνδέεται µε προοιδιπόδειες και

οιδιπόδειες επιθυµίες. Μόνο σε έναν δεύτερο χρόνο η δυσβάσταχτη ενοχή θα µετατεθεί στον πατέρα. Επίσης, αναζητώντας νόηµα για όσα του συνέβησαν, το υποκείµενο, θα αναπτύξει υπέρµετρα τις διανοητικές και φαντασιωτικές λειτουργίες τού εγώ, επενδύοντας δικές του λειτουργίες ή άλλων αντικειµένων, σε µια προσπάθεια αντιστάθµισης της απώλειας του µητρικού αντικειµένου, χωρίς να βιωθεί το κενό. Το υποκείµενο µπαίνει στο εξής σε καθεστώς τραυµατικής επανάληψης που περιορίζει την ψυχική του ελευθερία και εµποδίζει την ψυχική του εξέλιξη. Για παράδειγµα, η οιδιποδιακή διαδροµή θα συναντήσει εµπόδια, καθώς η φαλλική µάνα θα επικρατήσει στην επένδυση του πατρικού µορφοειδώλου, και στα δύο φύλα, αφήνοντας ως µοναδική εναλλακτική την παλινδρόµηση στην πρωκτικότητα, υποχρεωτικό ανάχωµα σε µια στοµατικότητα που θα έφερνε στο προσκήνιο την απώλεια του στήθους. Η πρωκτική αυτή καθήλωση, σε συνδυασµό µε την αγκίστρωση στην αντίληψη, θα διευκολύνει ωστόσο το υποκείµενο να κρατήσει σε απόσταση τις απειλητικές φαντασιώσεις. Στη θεραπεία η διερεύνηση της πρωταρχικής σχέση µε το στήθος αποβαίνει αδιέξοδη διότι οδηγεί σε µια επανάληψη στη µεταβίβαση της σχέσης µε τη νεκρή µητέρα. Έτσι εκείνο που αποµένει σε τεχνικό επίπεδο, σύµφωνα µε τον Α. Green, είναι η αναφορά στο οιδιπόδειο και στην πρωταρχική σκηνή, ώστε να επανεπενδυθούν ίχνη της νεκρής µητέρας µέσω της εισαγωγής ενός τρίτου που θα πάρει θέση αντιπάλου για το υποκείµενο. Σ αυτήν τη γραµµή η επανεπένδυση της µητέρας, µε την αρωγή της λιβιδούς που θα κινητοποιηθεί εντός της αναλυτικής σχέσης, θα επιτρέψει κάποτε στο υποκείµενο να ανασυνδεθεί µε την ευτυχισµένη περίοδο προ της απόσυρσης της µητέρας. Σ αυτές τις καταστάσεις η ανεπάρκεια λειτουργιών της θηλυκότητας στο υποκείµενο µπορεί να σχετίζεται και µε τη θανατηφόρα αναπαράσταση της θηλυκότητας του νεκρού µητρικού αντικειµένου. Εξάλλου η απεικόνιση του µητρικού αντικειµένου και µε θανατερά χαρακτηριστικά, πέραν από τα ζωογόνα, είναι πάντα διαθέσιµη και πολυσηµαινόµενη. Πέραν του ότι η καθαρή θηλυκότητα συνδέεται µε την πρωτογενή ταύτιση µε τη µητέρα (D. Winniccott 1971), µητέρα των ταυτίσεων Μια µακρά ανάλυση ωστόσο θα κινητοποιήσει την διεργασία των ελλειµµάτων στις ταυτίσεις, µέσω της ταύτισης µε λειτουργίες της ανάλυσης-µητέρας και του αναλυτή-πατέρα.

Ο Σ. Σαββόπουλος µε το κλινικό υλικό που µας προσκοµίζει ρίχνει το φως στο ζήτηµα της στειρότητας συνδέοντάς την µε την προβληµατική ταύτιση του υποκειµένου µε τη νεκρή µητρική λειτουργία που εκτελεί χρέη καλύµµατος για να µη βιωθεί το κενό και η οδύνη για την απώλεια της µητέρας. Η ενοχή του υποκειµένου είναι κι εδώ παρούσα, ο σαδοµαζοχισµός καλύπτει τη δυσάρεστη ψυχική πραγµατικότητα, και ενώ η διεργασία της σχέσης µε τη µητέρα σε οιδιποδιακό επίπεδο ανακουφίζει τα συµπτώµατα του υποκειµένου, ο ψυχικός αποκλεισµός που επιβάλλει η νεκρή µητέρα, προβεβληµένη στην ανάλυση, παραµένει ακλόνητος. Ο αναλυτικός δρόµος θα είναι µακρύς και επίπονος. Ο αναλυτής δέχεται προβολές της νεκρής, ψυχρής, τρελής, µητέρας, ή του αδιάφορου, εγωιστή, πατέρα. Οι απουσίες του βιώνονται τραυµατικά, η/και σαδοµαζοχιστικά. Σε αυτές τις συνθήκες καλείται να λειτουργήσει κυρίως αλεξιερεθιστικά χωρίς να χάνει την ικανότητά του για ονειροπόληση. Ωστόσο εξιδανίκευση του αναλυτή-µητέρα µπορεί να ανοίξει τον δρόµο, κάποια στιγµή, για τη διεργασία του πένθους. Η διαδικασία που µας µεταφέρει ο οµιλητής περνάει µέσα από τη στήριξη των ναρκισσιστικών επενδύσεων του αναλυόµενου, και από τη διεργασία, στη µεταβίβαση, της ενοχής για τη µητέρα, ενοχή που αποδίδεται στον πατέρα ή στη µητέρα της µητέρας, δηλαδή σε µια πλευρά της ίδιας της µητέρας. Οι δυσκολίες που αφορούν τη θηλυκότητα µπορούν να βρουν έναν άνοιγµα µέσα από τη διαπίστωση ότι ο αναλυόµενος δεν έχει καταστρέψει τη γονιµότητα του αναλυτή ως µητέρα και ως πατρικό πέος, ώστε να µπορέσει να φανταστεί ότι είναι δυνατόν να υπάρξουν και άλλου είδους σχέσεις µε τα αντικείµενα. Το κλινικό υλικό µας επιτρέπει να παρακολουθήσουµε τον τρόπο εργασίας του αναλυτή και το κλίµα µέσα στο οποίο δουλεύει. Η ασθενής του µέσω της µαζοχιστικής ταύτισης µε γονεϊκά µορφοείδωλα επανοργανώνεται. Στη συνέχεια, µέσα από τα όνειρα διαφαίνεται η επιθυµία της να επανορθώσει το αντικείµενο, ενώ την ίδια στιγµή φαίνεται να ζητάει από τον αναλυτή να αναγνωρίσει τη γυναικεία της ταυτότητα. Σ αυτήν τη φάση της ανάλυσης συζητάει την «αναγέννησή» της, όπως αυτή εκφράζεται στη φαντασίωση απόκτησης ενός παιδιού µε τον σύντροφό της. Τότε διαπιστώνεται η στειρότητα και τίθεται πάραυτα ζήτηµα εξωσωµατικής. Η εξωσωµατική διαδικασία συνδέεται στον νου της αναλυόµενης µε ευνουχισµό, και ενεργοποιείται ξανά η µαζοχιστική

ταύτιση µε τη χαµένη µητέρα, και µε την πρόσφατη αρρώστια του πατέρα. Η όλη κατάσταση µεταβιβάζεται στην ανάλυση που της «ξεριζώνει τα σπλάχνα». Στα όνειρά της για ένα διάστηµα το παιδί δεν είναι έτοιµο να γεννηθεί. Θα είναι έτοιµο όταν ζωντανέψει µέσα στην ανάλυση, για πρώτη φορά, η παιδική ηλικία της ασθενούς, και η «κουρελιασµένη» µητέρα της γίνει µια µητέρα που την είχε κάποτε αγαπήσει, ώστε να µπορέσει το υποκείµενο να αγαπήσει το ταλαιπωρηµένο αντικείµενο. Σε µια τέτοια περίπτωση τονίζει ο Σ. Σαββόπουλος, είναι σηµαντικό η ασθενής να βιώσει ότι η µητέρααναλυτής της παρέχεται γενναιόδωρα για ταύτιση, χωρίς ωστόσο να βλάπτεται η λειτουργία του. Εξάλλου οι πολύπλευρες σχέσεις που θα αναπτύξει µε τον αναλυτή θα ανοίξουν τη βεντάλια των ταυτίσεων µε µια ζωντανή θηλυκότητα, που εκπροσωπείται και από τη γονιµότητα της σκέψης του ίδιου του αναλυτή. Έτσι θα αναφανεί η ζωντανή µητέρα, και η νεκρή θα βγει από την κρύπτη απελευθερώνοντας τη λιβιδινική ενέργεια που κατακρατούσε. Εµπόδιο στο άνοιγµα της κρύπτης είναι πάντα ο φόβος της τρέλας που παραπέµπει στην τρέλα του αντικειµένου, και ασκεί πάντα έλξη στο υποκείµενο. Εδώ ο αναλυτής οφείλει να έχει µια βαθιά αναγνώριση της αυτονοµίας του ασθενή παράλληλα µε την ψυχική εγγύτητα που επιδιώκει µαζί του. Το ζητούµενο είναι να ενδοβληθούν οι µητρικές λειτουργίες και να ανοίξει το πλαίσιο για ταυτίσεις ανδρικές και γυναικείες καθώς η ανάλυση θα µπολιάζεται από τη λίµπιντο του αναλυτή. Οι φαλλικές άµυνες απέναντι στην παθητικότητα που αντιπροσωπεύει το πένθος της µητέρας πρέπει να δουλευτούν από την πλευρά του φθόνου του πέους χωρίς όµως να αγνοούµε ότι ο φαλλός είναι πάντοτε ένα όργανο ναρκισσιστικής ολοκλήρωσης και για τα δύο φύλα. Συνοψίζοντας ο οµιλητής καταλήγει ότι η στειρότητα συνιστά ταύτιση της θηλυκής λειτουργίας της ασθενούς µε τη νεκρωµένη θηλυκότητα της νεκρής µητέρας καθώς η οριοθέτηση µητέρας-κόρης είναι ανεπαρκής και ο πατέρας ως τρίτος απών. Ο Green έχει δείξει πως ο ασθενής τροφοδοτεί διαρκώς τη νεκρή µητέρα και τροφοδοτώντας την τροφοδοτείται κι ο ίδιος καθώς είναι ταυτισµένος µαζί της. Όταν ζωντανέψει η µητέρα, θα αφιερωθεί στη φροντίδα της, παραµελώντας ψυχικά άλλες πλευρές του εαυτού του. Διότι αν η µητέρα ζωντανέψει εντελώς µπορεί να εγκαταλείψει το

υποκείµενο ή να ασχοληθεί µε δικά της ενδιαφέροντα. Η ενοχή του υποκειµένου, όπως αντιλαµβανόµαστε, είναι τεράστια. Η ίδια κατάσταση θα επαναληφθεί στην ανάλυση, µε τη διαφορά ότι ο αναλυτής θα φροντίσει να µη νεκρωθεί και θα επιδιώξει να κινήσει τα πράγµατα µέσω της λιβιδινοποίησης της αναλυτικής σχέσης. Οι δύο αυτές εισηγήσεις, που προσέγγισαν µε διαφορετικό τρόπο πλευρές των ψυχικών µεταβάσεων, κινήθηκαν σε µεγάλο βαθµό στο ίδιο µεταψυχολογικό χώρο, επιτρέποντας στη σκέψη µας διασταυρώσεις και συνδέσεις οι οποίες πλούτισαν τη συζήτηση που επακολούθησε στην οµάδα εργασίας Αριέλλα Ασέρ