1 η ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΗ ΑΣΚΗΣΗ

Σχετικά έγγραφα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΚΡΗΤΗΣ ΣΧΟΛΗ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ & ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

Ποιότητα κατεργασμένης επιφάνειας. Αποκλίσεις 1ης, 2ης, 3ης, 4ης τάξης Τραχύτητα επιφάνειας Σκληρότητα Μικροσκληρότητα Παραμένουσες τάσεις

ΚΑΤΕΡΓΑΣΙΑ ΕΠΙΦΑΝΕΙΩΝ

ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΦΘΟΡΑΣ 1.Φθορά επιφανειών φθοράς 2. Μηχανισμοί φθοράς Φθορά πρόσφυσης (adhesive wear)

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ Ι ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ-1 Υ: TΡΑΧΥΤΗΤΑ - ΣΚΛΗΡΟΤΗΤΑ

ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΚΑΤΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΤΟ ΜΙΚΡΟ-ΦΡΑΙΖΑΡΙΣΜΑ Al 7075-T6

9. Τοπογραφική σχεδίαση

Από την Κατερίνα Πανούση Μηχανολόγο Μηχανικό T.E.

2η ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΗ ΑΣΚΗΣΗ ΕΠΑΦΗ HERTZ

Σκοπός της εργασίας Ποιότητα επιφάνειας και επιφανειακή τραχύτητα Είδη φραιζαρίσματος Διαδικασία πειραμάτων Αποτελέσματα Συμπεράσματα

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΣΧΕΔΙΟΥ. Αναγκαιότητα τοποθέτησης διαστάσεων. 29/10/2015 Πολύζος Θωμάς

ΚΑΤΕΡΓΑΣΙΕΣ ΜΕ ΑΦΑΙΡΕΣΗ ΥΛΙΚΟΥ


ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΩΝ ΦΡΑΙΖΑΡΙΣΜΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΠΡΟΚΥΠΤΟΥΣΑ ΤΡΑΧΥΤΗΤΑ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΣ ΣΕ ΚΑΤΕΡΓΑΣΙΑ ΦΡΑΙΖΑΡΙΣΜΑΤΟΣ AL7075-T6

ΜΗΧΑΝΟΥΡΓΙΚΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ Ι

Η ΑΝΑΓΚΗ ΓΙΑ ΠΟΣΟΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΣΤΗΝ ΕΝΟΡΓΑΝΗ ΑΝΑΛΥΣΗ

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΚΑ ΔΙΚΤΥΑ ΚΑΙ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΙ 5 ο εξάμηνο

4 η ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΗ ΑΣΚΗΣΗ

A3. Στο στιγμιότυπο αρμονικού μηχανικού κύματος του Σχήματος 1, παριστάνονται οι ταχύτητες ταλάντωσης δύο σημείων του.

Εισαγωγή στις Ηλεκτρικές Μετρήσεις

ΠΕΙΡΑΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟ ΤΗΣ ΕΠΙΔΡΑΣΗΣ ΔΥΝΑΜΙΚΩΝ ΦΑΙΝΟΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΚΟΠΗΣ ΣΤΗΝ ΤΟΠΟΜΟΡΦΙΑ ΤΟΥ ΤΕΜΑΧΙΟΥ

ΙΣΟΣΤΑΤΙΚΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΜΕ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥΣ Υπολογισμός αντιδράσεων και κατασκευή Μ,Ν, Q Γραμμές επιρροής. Διδάσκων: Γιάννης Χουλιάρας

ΣΧΕ ΙΑΣΜΟΣ ΚΟΠΤΙΚΩΝ ΕΡΓΑΛΕΙΩΝ ΜΕΤΑΒΛΗΤΗΣ ΓΕΩΜΕΤΡΙΑΣ

ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΚΑ ΔΙΚΤΥΑ ΚΑΙ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΙ ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΘΕΩΡΙΑΣ ΣΥΝΟΡΘΩΣΕΩΝ

3 η ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΗ ΑΣΚΗΣΗ

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

Περί σφαλμάτων και γραφικών παραστάσεων

ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΗ ΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΚΑΤΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΤΟ ΜΙΚΡΟΦΡΑΙΖΑΡΙΣΜΑ AL7075-T6

ΑΠΛΗ ΑΡΜΟΝΙΚΗ ΤΑΛΑΝΤΩΣΗ - ΜΕΛΕΤΗ ΤΑΛΑΝΤΩΣΗΣ ΕΛΑΤΗΡΙΟΥ [Π. Μουρούζης, Γ. Παληός, Κ. Παπαμιχάλης, Γ. Τουντουλίδης, Ε. Τσιτοπούλου, Ι.

ΑΠΟΤΥΠΩΣΕΙΣ - ΧΑΡΑΞΕΙΣ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΘΕΩΡΙΑΣ ΣΦΑΛΜΑΤΩΝ

Μέτρηση μηκών και ακτίνων καμπυλότητας σφαιρικών επιφανειών

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ.

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΝΩΤΕΡΗΣ ΚΑΙ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΚΑΛΟΥΠΙΟΥ ΜΕ ΚΑΤΕΡΓΑΣΙΑ ΦΡΑΙΖΑΡΙΣΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΛΛΗΛΗ ΑΠΟΠΕΡΑΤΩΣΗ ΜΕ ΧΑΡΑΞΗ ΜΕ LASER

ΜΕΛΕΤΗ ΑΡΜΟΝΙΚΗΣ ΤΑΛΑΝΤΩΣΗΣ ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΜΑΘΗΤΗ Τάξη, τμήμα: Ημερομηνία:. Επώνυμο-όνομα:..

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙΔΑΣ Γ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ

ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΟΠ- Γ ΓΕΛ 12:50

Τεχνικό Τοπογραφικό Σχέδιο

ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΟΠ- Γ ΓΕΛ 12:50

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ Ι ΦΡΕΖΕΣ

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΚΑ ΔΙΚΤΥΑ ΚΑΙ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΙ 5 ο εξάμηνο

Το παρακάτω διάγραμμα παριστάνει την απομάκρυνση y ενός σημείου Μ (x Μ =1,2 m) του μέσου σε συνάρτηση με το χρόνο.

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙΔΑΣ Δ ΕΣΠΕΡΙΝΩΝ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ. Κεφάλαιο 8. Συνεχείς Κατανομές Πιθανοτήτων Η Κανονική Κατανομή

Έτος: Εξάμηνο: Ημερομηνία εκτέλεσης: Ημερομηνία παράδοσης:

4. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΤΟΥ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΥ FOURIER

Άσκηση 1: Να υπολογιστεί η μέση τραχύτητα R a της κατανομής του σχήματος..

ΦΥΣΙΚΗ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 ο και 5 ο

ΕΠΙ ΡΑΣΗ ΤΩΝ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΚΑΤΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΤΗΝ ΤΡΑΧΥΤΗΤΑ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΣ ΣΤΟ ΜΕΤΩΠΙΚΟ ΦΡΑΙΖΑΡΙΣΜΑ

Μια από τις σημαντικότερες δυσκολίες που συναντά ο φυσικός στη διάρκεια ενός πειράματος, είναι τα σφάλματα.

ΘΕΜΑ 1 ο. Φροντιστήριο «ΕΠΙΛΟΓΗ» Ιατροπούλου 12 & σιδ. Σταθμού - Καλαμάτα τηλ.: & 96390

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΝΩΤΕΡΗΣ ΚΑΙ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ & ΑΥΤΟΜΑΤΙΣΜΟΥ Διευθυντής Καθ. Γ. Χρυσολούρης

Τεχνολογία Πολυμέσων. Ενότητα # 4: Ήχος Διδάσκων: Γεώργιος Ξυλωμένος Τμήμα: Πληροφορικής

Μελέτη της ευθύγραμμης ομαλά μεταβαλλόμενης κίνησης σώματος με χρήση συστήματος φωτοπύλης-χρονομέτρου. Περιγραφή - Θεωρητικές προβλέψεις - Σχεδιασμός

ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΩΝ ΟΜΑΔΩΝ Τ.Ε.Ι «ΑΡΧΙΜΗΔΗΣ»

7 η ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΗ ΑΣΚΗΣΗ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΟΛΟΓΩΝ & ΑΕΡΟΝΑΥΠΗΓΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ & ΑΥΤΟΜΑΤΙΣΜΟΥ «ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΚΟΣΤΟΥΣ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΟΡΝΕΥΣΗΣ»

ΤΕΧΝΙΚΗ ΜΗΧΑΝΙΚΗ Ι ΚΕΝΤΡΑ ΒΑΡΟΥΣ ΕΠΙΠΕ ΩΝ ΕΠΙΦΑΝΕΙΩΝ ΟΡΙΣΜΟΣ ΚΕΝΤΡΟΥ ΒΑΡΟΥΣ ΕΠΙΠΕ ΗΣ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΣ

ΣΧΕΔΙΑΣΗ ΑΤΡΑΚΤΩΝ. Λειτουργικές Παράμετροι

Εργαστηριακή Άσκηση 4 Προσδιορισμός του μέτρου στρέψης υλικού με τη μέθοδο του στροφικού εκκρεμούς.

Συλλογή μεταφορά και έλεγχος Δεδομένων ΘΟΡΥΒΟΣ - ΓΕΙΩΣΕΙΣ

ΑΝΑΛΥΣΗ ΔΥΝΑΜΙΚΗΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ ΕΡΓΑΛΕΙΩΝ ΔΙΑΤΡΗΣΗΣ ΜΕ ΧΡΗΣΗ ΤΗΣ ΜΕΘΟΔΟΥ ΠΕΠΕΡΑΣΜΕΝΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ

ΑΣΚΗΣΗ-1: ΗΛΕΚΤΡΙΚΑ ΠΕΔΙΑ

A4. Η δύναμη επαναφοράς που ασκείται σε ένα σώμα μάζας m που εκτελεί

ΑΣΚΗΣΗ 4 η ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΙΣ ΜΗΧΑΝΕΣ ΣΥΝΕΧΟΥΣ ΡΕΥΜΑΤΟΣ

ΜΕΛΕΤΗ ΚΥΚΛΩΜΑΤΩΝ ΜΕ ΠΑΛΜΟΓΡΑΦΟ

ΧΡΗΣΗ ΝΕΩΝ ΟΠΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΨΗΦΙΑΚΩΝ ΜΕΘΟΔΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΗ ΤΡΙΣΔΙΑΣΤΑΤΩΝ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΩΝ ΣΤΕΦΑΝΙΑ ΧΛΟΥΒΕΡΑΚΗ 2014

ΨΗΦΙΑΚΗ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΚΟΥ ΑΡΧΕΙΟΥ ΩΣ ΥΠΟΒΑΘΡΟ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΛΕΓΧΟ ΟΔΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ

Εισαγωγή στις σύγχρονες Εργαλειομηχανές CNC

Πειραματικός σχεδιασμός της χαρακτηριστικής καμπύλης παθητικής διπολικής συσκευής ηλεκτρικού κυκλώματος. Σκοπός και κεντρική ιδέα της άσκησης

ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ

Φάσμα & Group προπαρασκευή για Α.Ε.Ι. & Τ.Ε.Ι.

ΑΠΟΚΟΠΗ ΔΙΑΤΡΗΣΗ ΚΑΜΨΗ

ΑΠΟΚΟΠΗ ΔΙΑΤΡΗΣΗ ΚΑΜΨΗ

Εργαλειομηχανές και μηχανήματα Λείανσης Λείανση

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΟΛΟΓΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΦΥΣΙΚΗΣ ΧΗΜΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ Φασματοφωτομετρία

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ & ΑΥΤΟΜΑΤΙΣΜΟΥ Διευθυντής Καθ. Γ. Χρυσολούρης

ΘΕΩΡΙΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ. Η διαίρεση καλείται Ευκλείδεια και είναι τέλεια όταν το υπόλοιπο είναι μηδέν.

Οδηγία: Να γράψετε στο τετράδιό σας τον αριθμό κάθε μίας από τις παρακάτω ερωτήσεις Α.1- Α.4 και δίπλα το γράμμα που αντιστοιχεί στη σωστή απάντηση.

Δυναμική εργαλειομηχανών

Μέτρηση της επιτάχυνσης της βαρύτητας με τη βοήθεια του απλού εκκρεμούς.

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΚΑ ΔΙΚΤΥΑ ΚΑΙ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΙ 5 ο εξάμηνο

Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Πειραιά Σχολή Τεχνολογικών Εφαρμογών Τμήμα Μηχανολογίας

Συνήθεις διαφορικές εξισώσεις προβλήματα οριακών τιμών

ΠΡΟΣΑΡΤΗΜΑ IΙΙ (III-1.1) όπου x i η τιµή της µέτρησης i και Ν ο αριθµός των µετρήσεων.

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙ ΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΝΩΤΕΡΗΣ ΚΑΙ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΠΑΓΚΥΠΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 2012 ΛΥΣΕΙΣ

Ειδικά Θέματα Ηλεκτρονικών 1

ΘΕΜΑ ΈΡΕΥΝΑΣ: Η ΣΧΕΣΗ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΗ

Ήχος. Τεχνολογία Πολυμέσων και Πολυμεσικές Επικοινωνίες 04-1

ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΘΕΤΙΚΟΥ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ Β ΛΥΚΕΙΟΥ

Εισαγωγή στις σύγχρονες Εργαλειομηχανές CNC

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ Γ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ

ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΟΛΟΓΩΝ ΚΑΙ ΑΕΡΟΝΑΥΠΗΓΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΤΩΝ ΡΕΥΣΤΩΝ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ ΑΥΤΗΣ

Έτος: Εξάμηνο: Ημερομηνία εκτέλεσης: Ημερομηνία παράδοσης:

1η Εργαστηριακή Άσκηση: Απόκριση κυκλώµατος RC σε βηµατική και αρµονική διέγερση

Επεξεργαςία πειραματικών δεδομζνων

ΜΕΛΕΤΗ ΕΥΘ. ΟΜΑΛΑ ΕΠΙΤΑΧΥΝΟΜΕΝΗΣ ΚΙΝΗΣΗΣ ( ΜΕΣΩ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΗΣ ΠΤΩΣΗΣ )

Transcript:

1.1 1 η ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΗ ΑΣΚΗΣΗ ΜΕΤΡΗΣΗ ΤΡΑΧΥΤΗΤΑΣ 1.1. Tοπογραφία Επιφανειών Στα στερεά σώματα, η έννοια της απολύτως λείας επιφάνειας, -μιας επιφάνειας, δηλαδή, όλα τα άτομα της οποίας ανήκουν στο ίδιο γεωμετρικό επίπεδο,- δεν είναι εφικτό να υλοποιηθεί. Ανάλογα με τις ιδιότητες του υλικού, από το οποίο είναι κατασκευασμένο το στερεό, και τον τρόπο δημιουργίας των εξωτερικών επιφανειών του (τεχνική παραγωγής στερεού, κατεργασία μορφοποίησης, διεργασία επιφανειακής ενίσχυσης), η έννοια του λείου δύναται να προσεγγισθεί περισσότερο ή λιγότερο. Η παρατήρηση της επιφάνειας, ακόμη και σε ατομικό επίπεδο, θα αναδείξει ανωμαλίες της γεωμετρίας της, με τη μορφή διαδοχικών εξάρσεων/ βυθίσεων του ανάγλυφου, το σύνολο των οποίων συνιστά την επιφανειακή τοπογραφία. Για κάθε τεχνολογική εφαρμογή και προκειμένου να επιτυγχάνεται η βέλτιστη απόδοση της επιφάνειας, στη φάση του σχεδιασμού του στερεού (π.χ. μεταλλικό εξάρτημα μηχανής) προκαθορίζονται τα αποδεκτά γεωμετρικά όρια της επιφανειακής τοπογραφίας του, προκαθορίζεται, δηλαδή, η αποδεκτή ποιότητα της επιφάνειας. Κατά τη λειτουργία του στερεού σώματος, ενδέχεται η ποιότητα της επιφάνειά του να μεταβληθεί, ιδιαίτερα στην περίπτωση που το σώμα λειτουργεί σε επαφή με άλλο στερεό, σε διαβρωτικό περιβάλλον, ή/ και υπό καθεστώς μηχανικών φορτίσεων. Ετσι, λοιπόν, μια μηχανολογική, «τεχνητή» επιφάνεια μπορεί να θεωρηθεί ως μια μικρογραφία του ανάγλυφου του «φυσικού στερεού» Γη (Σχήμα 1.1) που χαρακτηρίζεται από τη συνύπαρξη βουνών, πεδιάδων, κοιλάδων,... Σχήμα 1.1. «Ποιότητα επιφάνειας» ενός «φυσικού» στερεού σώματος. Η μαθηματική περγραφή μιας τέτοιας τρισδιάστατης επιφάνειας στο χώρο προϋποθέτει την εύρεση μιας σχέσης τριών αγνώστων που αντιστοιχούν στις συντεταγμένες κάθε σημείου της επιφάνειας σε ένα σύστημα καρτεσιανών αξόνων, η οποία είναι της μορφής: ( X Z ) Y = f, (1.1)

1.2 Γενικά, ο προσδιορισμός κατ αρχήν της θέσης του συστήματος κύριων αξόνων, ως προς τους οποίους θα «μετρηθεί» η επιφάνεια, καθώς και της συνάρτησης (1.1) είναι εξαιρετικά πολύπλοκη και χρονοβόρα διαδικασία. Στην πραγματικότητα, η επιφάνεια «κόβεται» σε παράλληλες λωρίδες απειροστού πάχους, -γίνονται δηλαδή κάθετες τομές,- κατά τη διεύθυνση Ζ (Σχήμα 1.2) και προσδιορίζεται πλέον η συνάρτηση δύο μεταβλητών για κάθε δεδομένο Ζ: i i ( X ) Y = f, για δεδομένο Ζ i (1.2) i Η εύρεση όλων των συναρτήσεων (f i ) και η κατάλληλη «σύνθεσή» τους θα δώσει, τελικά, τη μαθηματική διατύπωση της τρισδιάστατης επιφάνειας του εξεταζόμενου ανάγλυφου. Σχήμα 1.2. Κάθετη τομή πραγματικής επιφάνειας στερεού σώματος. Στην περίπτωση μηχανολογικών εξαρτημάτων, τα οποία λαμβάνουν το τελικό τους σχήμα/ διαστάσεις κύρια με κατεργασίες αφαίρεσης υλικού, οι επιφάνειές τους εμφανίζουν προσανατολισμένο ανάγλυφο (Σχήμα 1.3). Υπενθυμίζεται ότι σε τέτοιες κατεργασίες, το κοπτικό άκρο κινείται και αφαιρεί υλικό σε μία διεύθυνση, προσδίδοντας έτσι στη λαμβανόμενη επιφάνεια προσανατολισμένα και επαναλαμβανόμενα γεωμετρικά χαρακτηριστικά, δηλαδή μέγιστες ανωμαλίες στην κάθετη προς τον άξονα κατεργασίας διεύθυνση (άξονας Χ, Σχήμα 1.3) και ελάχιστες κατά τη διεύθυνση πρόωσης του κοπτικού άκρου (άξονας Ζ, Σχήμα 1.3). Αυτή ακριβώς η ιδιομορφία των μηχανολογικών επιφανειών, επιτρέπει τη διδιάστατη αναπαραγωγή της επιφάνειας με τη χρήση της απλουστευμένης σχέσης (1.2), η οποία είναι αντιπροσωπευτική του πραγματικού ανάγλυφου. Σχήμα 1.3. Τυπική μορφή πλανισμένης επιφάνειας.

1.3 1.2. Aποκλίσεις μηχανολογικών επιφανειών από την επιπεδότητα Η εικόνα ενός στερεού σώματος, κοντά στην επιφάνεια, γενικά, έχει τη μορφή του Σχήματος 1.4α. Μια μηχανολογική επιφάνεια παρουσιάζει γεωμετρικές αποκλίσεις από την επιπεδότητα, δηλαδή από το μαθηματικά «απόλυτα λείο», οι οποίες είναι διαφορετικής τάξης μεγέθους, συνδέονται με τις συνθήκες κατεργασίας (ρύθμιση εργαλειομηχανής, γεωμετρία κοπτικού άκρου, παράμετροι αφαίρεσης υλικού) και μπορούν να προσεγγισθούν με κυματομορφές (Σχήμα 1.4β) που η υπέρθεσή τους αποδίδει τη μακροσκοπική εικόνα που έχουμε για την επιφάνεια: Σφάλμα μορφής που συνδέεται με τη λανθασμένη ρύθμιση της εργαλειομηχανής ή/ και των παραμέτρων κατεργασίας και μπορεί να είναι της τάξεως μερικών χιλιοστών (mm). Συνήθως γίνεται αντιληπτό ως σημαντική υψομετρική απόκλιση μεταξύ του τμήματος της επιφάνειας που δημιουργείται στα πρώτα στάδια της κατεργασίας και εκείνου που προκύπτει με την ολοκλήρωσή της. Για παράδειγμα, έχετε, ίσως, παρατηρήσει ότι εάν προσπαθήσετε να κόψετε μια μεταλλική ράβδο, δεδομένης διαμέτρου, με πριονοκορδέλλα μικρότερου πάχους/ πλάτους από τα προβλεπόμενα από τη θεωρία ή τα προτεινόμενα από τον κατασκευαστή της, οι τάσεις που θα αναπτύσσονται κατά τη διάρκεια της κατεργασίας θα αλλάξουν τη διεύθυνση κοπής. Κυμάτωση που συνδέεται με ταλαντώσεις του μηχανήματος, κατά τη διάρκεια της κατεργασίας, είναι της τάξεως του χιλιοστού (mm) και γίνεται αντιληπτή ως περιοδικά επαναλαμβανόμενες μακροσκοπικές εξάρσεις/ βυθίσεις του συνολικού ανάγλυφου. Για παράδειγμα, έχετε, ίσως, παρατηρήσει ότι εάν κατά το «πλάνισμα» της επιφάνειας ενός μεταλλικού δοκιμίου, αυτό δεν έχει προσδεθεί/ σταθεροποιηθεί ικανοποιητικά στην τράπεζα της μηχανής, η τελική επιφάνεια από την κατεργασία εμφανίζει κυμάτωση. Τραχύτητα που συνδέεται με τη γεωμετρία των κοπτικών άκρων είναι της τάξεως των μερικών δεκάτων του χιλιοστού (μm) και είναι το αντικείμενο που θα μας απασχολήσει στην παρούσα εργαστηριακή άσκηση, αφού οι προηγούμενες γεωμετρικές αποκλίσεις από την επιπεδότητα οφείλονται σε λανθασμένες επιλογές/ ενέργειες του χειριστή της εργαλειομηχανής, τις οποίες έχετε αναλυτικά μελετήσει σε μαθήματα προγενέστερων εξαμήνων (Μηχανολογικό Εργαστήριο Ι και ΙΙ).

1.4 Διεύθυνση Πρόωσης Κοπτικού Άκρου Κυμάτωση Κατατομή (Profile) Τραχύτητα (α) Σφάλμα μορφής Κυμάτωση Τραχύτητα (β) Σχήμα 1.4. Σχηματική αναπαράσταση γεωμετρικών αποκλίσεων μηχανολογικών επιφανειών. (α) Μορφή πραγματικής επιφάνειας και (β) Ανάλυση αποκλίσεων από την επιπεδότητα. 1.3. Τραχύτητα επιφανειών Όπως αναφέρθηκε, ο όρος Τραχύτητα επιφάνειας χρησιμοποιείται για την περιγραφή των γεωμετρικών αποκλίσεων της επιφάνειας από την επιπεδότητα, οι οποίες οφείλονται: (α) Στη γεωμετρία (μακροσκοπική και μικροσκοπική) του κοπτικού άκρου ή του μέσου απόξεσης που προκαλεί αφαίρεση υλικού, κατά την κατεργασία της επιφάνειας (β) Στις συνθήκες λειτουργίας της επιφάνειας. Είναι προφανές, ότι οι επιφάνειες συζευγμένων στοιχείων μηχανών που βρίσκονται σε σχετική κίνηση υφίστανται εκτράχυνση ή λείανση κατά τη λειτουργία τους, ενώ η δράση χημικών παραγόντων του περιβάλλοντος ενδέχεται να οδηγήσει σε διάβρωση της μεταλλικής επιφάνειας και σε δημιουργία, γενικά, εντονότερου ανάγλυφου. Για τις συνήθεις μηχανολογικές επιφάνειες είναι της τάξης του δεκάτου του χιλιοστού (2,0-100 μm). Για μικρότερων διαστάσεων γεωμετρικές αποκλίσεις, της τάξης του νανομέτρου (nm),

1.5 χρησιμοποιείται ο όρος Μικρο- ή Νανο-τραχύτητα, για να αποδώσει αποκλίσεις σε ατομική κλίμακα. Η γνώση και ο έλεγχος της τραχύτητας μια επιφάνειας είναι πολύ σημαντικά στοιχεία, τόσο για την πρόβλεψη της διάρκειας ζωής μιας μεταλλικής κατασκευής, όσο και για το μηκαταστροφικό έλεγχό της κατά τη διάρκεια της λειτουργίας της. Είναι γνωστό ότι επιφανειακές εσοχές, -οι βυθίσεις δηλαδή του ανάγλυφου,- αποτελούν σημεία έναρξης ρωμών, στην περίπτωση εναλλασσόμενων μηχανικών φορτίσεων (κόπωση) ή/ και διάβρωσης, στην περίπτωση λειτουργίας σε χημικά επιβαρυμένο περιβάλλον. 1.4. Μέτρηση γεωμετρικών αποκλίσεων επιφανειών σε δυο διαστάσεις H Κατατομή (profile) της επιφάνειας προσδιορίζεται με την ιχνηλάτηση των ανωμαλιών της (Σχήμα 1.5), με τη χρήση τεχνικών που στηρίζονται σε μηχανικά, ηλεκτρικά ή οπτικά φαινόμενα που λαμβάνουν χώρα κατά τη σάρωση της επιφάνειας σε μια ευθεία. Οι διατάξεις με τις οποίες επιτυγχάνεται η ιχνηλάτηση καλούνται : Κατατομόμετρα ή Προφιλόμετρα ή Τραχύμετρα. Ανάλογα με το φαινόμενο στο οποίο στηρίζεται η λειτουργία τους, διακρίνουμε τα: Μηχανικά Ταχύμετρα, Ηλεκτρομηχανικά Τραχύμετρα, Οπτικά Προφιλόμετρα, κλπ Σχήμα 1.5. Διαδοχικές μεγεθύνσεις πραγματικών επιφανειών.

1.6 Από το σύνολο των υφιστάμενων τεχνικών, οι ηλεκτρομηχανικές αποδείχθηκαν οι πιο εύχρηστες και κατάλληλες για γρήγορη και αξιόπιστη αξιολόγηση της ποιότητας της επιφάνειας, διότι επιτρέπουν, αφενός την άμεση καταγραφή/ αναπαραγωγή της κατατομής, και αφετέρου την ποσοτικοποίησή της, με τον υπολογισμό διαφόρων Μέτρων Τραχύτητας. 1.4.1. Ηλεκτρομηχανικά Τραχύμετρα Τα ηλεκτρομηχανικά τραχύμετρα στηρίζονται στην «ανάγνωση» του ανάγλυφου μιας επιφάνειας, κατά μήκος μιας ευθείας γραμμής την οποία έχουμε προεπιλέξει, ενώ ολισθαίνει επ αυτής επ αυτής ένας στυλίσκος ευαίσθητης ακίδας τυποποιημένης γεωμετρίας (Σχήμα 1.6). Σχήμα 1.6. Αρχή λειτουργίας ηλεκτρομηχανικών προφιλομέτρων. Ο στυλίσκος (1) με την προσαρμοσμένη κατάλληλη αδαμάντινη ακίδα (2) ολισθαίνει παράλληλα στην επιφάνεια (3) του αντικειμένου (5). Ακολουθώντας την κατατομή της επιφάνειας, ο στυλίσκος κινείται κατακόρυφα (4) και οι κατακόρυφες μετατοπίσεις του καταγράφονται ως η μετρούμενη (πράσινο χρώμα) κατατομή (6). Οι χρησιμοποιούμενες διατάξεις που μετατρέπουν τις μηχανικές μετατοπίσεις σε ηλεκτρικά σήματα ονομάζονται μορφοτροπείς ή στοιχεία αντίληψης (pick-ups) και ανήκουν σε δύο βασικές κατηγορίες, οι οποίες διαφέρουν μεταξύ τους, κυρίως, ως προς την ικανότητα μέτρησης πολύ λείων επιφανειών: Διατάξεις διαμόρφωσης φέρουσας συχνότητας, στις οποίες η συχνότητα υψίσυχνου εναλλασσόμενου ρεύματος εξαρτάται από τη θέση του στυλίσκου (ακίδας) του στοιχείου αντίληψης. Η ευαισθησία τους και η ακρίβεια των λαμβανόμενων μετρήσεων είναι ανεξάρτητες του μεγέθους της τραχύτητας της μετρούμενης επιφάνειας, είναι όμως πολύ πολύπλοκες και, κατά συνέπεια, πολύ ακριβές και γι αυτό το λόγο η χρήση τους περιορίζεται για εργαστηριακές μετρήσεις. Διατάξεις τάσης ή έντασης, στις οποίες παράγεται ρεύμα ή διαφορά δυναμικού κατά την κίνηση του στυλίσκου. Προκειμένου να είναι δυνατή η μετατροπή των υψομετρικών διαφορών της κατατομής σε ηλεκτρικό σήμα, θα πρέπει οι μεταβολές της τάσης ή της έντασης να είναι ταχείες, ώστε να υπάρχει εναλλασσόμενο ηλεκτρικό μέγεθος με

1.7 συχνότητα μεγαλύτερη του 1 Hz. Η ευαισθησία τους είναι μειωμένη, σε περιπτώσεις επιφανειών μικρής τραχύτητας, αλλά για μετρήσεις σε συνήθεις μηχανολογικές επιφάνειες αποτελούν το ενδεδειγμένο εργαλείο. Είναι απλές στο χειρισμό (Σχήμα 1.7), σχετικά χαμηλού κόστους και μπορούν να χρησιμοποιηθούν για επιτόπιες μετρήσεις (φορητά ή εργοταξιακά τραχύμετρα). (α) (β) Σχήμα 1.7. Τραχύμετρα (α) εργαστηριακό και (β) εργοταξιακό. Φυσικά, η αντιπροσωπευτικότητα της αναπαραγωγής της πραγματικής ποιότητας της τρισδιάστατης επιφάνειας, μέσω της διδιάστατης αναπαραγωγής κατατομών αποτελεί μια ερώτηση επιστημονικού προβληματισμού. Στις περιπτώσεις μηχανολογικών επιφανειών που λαμβάνονται από μονοδιευθυντική κατεργασία αφαίρεσης υλικού και η λαμβανόμενη τοπογραφία είναι προσανατολισμένη και περιοδικά επαναλαμβανόμενη, όντως η μέτρηση της κατατομής είναι αντιπροσωπευτική και δίνει πολύτιμές πληροφορίες για το σύνολο της επιφάνειας, αρκεί να επιλεγούν κατάλληλα η διεύθυνση της κατατομής (κάθετη στη διεύθυνση της κατεργασίας) και το μήκος μέτρησης (πολλαπλάσιο της περιόδου επανάληψης). Όπως και με όλα τα όργανα μέτρησης, η αναλογική ή ψηφιακή αναπαραγωγή ενός φυσικού μεγέθους αποκλίνει από την πραγματική του μορφή, όπως έχετε ήδη διδαχθεί στο μάθημα Μετρήσεις Τεχνικών Μεγεθών. Ετσι και με τα τραχύμετρα, όποια και εάν είναι η αρχή λειτουργίας τους, η κατατομή που προκύπτει από τη μέτρηση δε μπορεί να θεωρηθεί ακριβή αναπαράσταση της πραγματικής επιφάνειας: Μέρος των αποκλίσεων οφείλεται στον ηλεκτρονικό θόρυβο της συσκευής (παράσιτα) και σε παραμόρφωση της μορφής, λόγω έλλειψης γραμμικότητας των σημάτων εισόδου-εξόδου. Η επίδραση των αποκλίσεων μειώνεται εάν το ηλεκτρονικό σήμα που

1.8 αντιστοιχεί στην κατατομή διέλθει από κατάλληλα ηλεκτρονικά ή μηχανικά φίλτρα που ελαχιστοποιούν τα «ηλεκτρονικά παράσιτα». Μέρος των αποκλίσεων οφείλεται στις πεπερασμένες διαστάσεις της ακίδας του στοιχείου αντίληψης, με αποτέλεσμα η συσκευή να μην «αντιλαμβάνεται» ανωμαλίες μικρότερες από την ακτίνα καμπυλότητας της ακίδας (Σχήμα 1.8). (α) (β) Σχήμα 1.8. (α) Ακίδα εργοταξιακού τραχύμετρου και (β) Επίδραση της καμπυλότητας της ακίδας στην ακρίβεια των μετρήσεων «ειδικού ανάγλυφου». Μετά την αναπαραγωγή τους, οι κατατομές «ποσοτικοποιούνται» με τον υπολογισμό παραμέτρων που καλούνται μέτρα τραχύτητας και οι οποίες είναι απλά μέσες αποκλίσεις από κάποια γραμμή αναφοράς ή στατιστικές παράμετροι, όπως συναρτήσεις κατανομής υψών, η συνάρτηση αυτοσυσχετισμού κ.α. (Σχήμα 1.9). Στα μέτρα τραχύτητας, θα αναφερθούμε αναλυτικά στο 5 ο κεφάλαιο του παρόντος.

1.9 (α) (β) (γ) Σχήμα 1.9. Παραδείγματα αποτελεσμάτων τραχυμέτρησης κατατομής: (α) Γραφική αναπαραγωγή profile, (β) Υπολογιζόμενα μέτρα τραχύτητας, (γ) Καμπύλη Φέρουσας Επιφάνειας. 1.4.2. Mήκος ολοκλήρωσης ή αποκοπής Οι επιφάνειες, γενικά, έχουν τοπογραφικές ανωμαλίες λόγω της τραχύτητας, με διαφορετικές μεταξύ τους αποστάσεις και ύψη κορυφών. Για την ορθή μέτρηση της πραγματικής τραχύτητας, είναι απαραίτητη η επιλογή ενός Μήκους Ολοκλήρωσης (cut-off length) αρκετά μεγάλου, ώστε να περιλαμβάνει ένα πλήρως αντιπροσωπευτικό δείγμα της επιφάνειας, αλλά ταυτοχρόνως και αρκετά μικρού, ώστε η μέτρηση να είναι ταχεία και να μην εμπεριέχει τιμές που σχετίζονται, π.χ. με την κυμάτωση, και αλλοιώνουν το αποτέλεσμα της μέτρησης. Ο ορθός καθορισμός του μήκους ολοκλήρωσης είναι κεφαλαιώδους σημασίας, όταν χρησιμοποιούνται ψηφιακά όργανα, τα οποία στηρίζονται στη δειγματοληπτική λήψη τιμών, κατά τη διάρκεια της μέτρησης. Βάσει του κριτηρίου Nyquis και προκειμένου να προσδιορισθεί η κυματομορφή με ακρίβεια, αν η μέγιστη συχνότητα του ηλεκτρονικού σήματος που αντιστοιχεί στην μετρούμενη κατατομή είναι (F), τότε η συχνότητα δειγματοληψίας πρέπει να είναι (2F). Υψηλότερη συχνότητα δειγματοληψίας, δηλαδή πολύ πυκνή δειγματοληψία, θα έχει ως αποτέλεσμα την επανάληψη τιμών γειτονικών μετρήσεων που θα αλλοιώσει τον υπολογισμό

1.10 και τη στατιστική τους ανάλυση στη συνέχεια. Χαμηλότερη συχνότητα δειγματοληψίας, δηλαδή πολύ αραιή δειγματοληψία, θα έχει ως αποτέλεσμα την απώλεια τιμών και τη μη αποτελεσματική προσέγγιση της πραγματικής κατατομής. Και στις δυο περιπτώσεις, οι λαμβανόμενες μετρήσεις δεν είναι ακριβείς. Η επιλογή του μήκους ολοκλήρωσης εξαρτάται, επίσης, από τα μεγέθη που πρόκειται να μετρηθούν. Παράμετροι μέσου ύψους μπορούν να μετρηθούν με ακρίβεια, με σχετικά μικρό αριθμό τιμών μέτρησης. Η τραχύτητα RMS, για παράδειγμα, μπορεί να εκτιμηθεί ικανοποιητικά με σχετικά λίγα σημεία δειγματοληψίας, τα οποία αντιθέτως είναι ανεπαρκή, στην περίπτωση που το ζητούμενο είναι η γραφική παράσταση της κατατομής. Καθοριστικός παράγοντας για την ορθή επιλογή του μήκους δειγματοληψίας είναι, επίσης, η γεωμετρία της ακίδας του τραχύμετρου. Η ακίδα, λόγω των διαστάσεών της, εξομαλύνει την κυματομορφή εξαλείφοντας τις υψηλές συχνότητες και ενεργώντας ως μηχανικό φίλτρο. Το μήκος δειγματοληψίας θα πρέπει, λοιπόν, να είναι ίσο ή λίγο μεγαλύτερο από την ακτίνα καμπυλότητας της ακίδας. Για μηχανολογικές επιφάνειες, η ορθή επιλογή του μήκους ολοκλήρωσης έχει συνδεθεί με την μηχανουργική κατεργασία του υλικού, στην οποία και οφείλεται η τάξη μεγέθους της τραχύτητας. Στον Πίνακα 1.1., δίνονται χαρακτηριστικές τιμές τραχύτητας μεταλλικών επιφανειών που λαμβάνονται μετά από συνήθεις κατεργασίες. Πίνακας 1.1. Αναμενόμενες τιμές τραχύτητας (R α ) και μέση απόσταση εξάρσεων του ανάγλυφου, μετά από συνήθεις μηχανουργικές κατεργασίες μεταλλικών επιφανειών. Κατεργασία Μέση Τραχύτητα Συνήθης Απόσταση Κορυφών (mm) Ra (μm) 0,08 0,25 0,80 2,5 8,0 Υπερλείανση 0.05 0.20 Lapping 0.05 0.40 Honing 0.1 0.8 Λείανση 0.1 1.6 Τορνίρισμα με διαμάντι 0.1 0.4 Τόρνευση 0.4 6.3 Διάτρηση 0.4 6.3 Διάτηση με εκγλύφανο 0.8 3.2 Φρεζάρισμα 0.8 6.3 Πλάνισμα 1.60 12.5

1.11 1.5. Μέτρηση της ποιότητας της επιφάνειας Ως προς τα τριβολογικά φαινόμενα, που εξετάζονται στα πλαίσια του παρόντος μαθήματος, η τραχύτητα αποτελεί καθοριστικό στοιχείο της ποιότητας της επιφάνειας. Ωστόσο, θα πρέπει να σημειωθεί ότι η «τιμή» της είναι ένα μέγεθος στοχαστικό: η τραχύτητα δεν μετράται, αλλά χαρακτηρίζεται. Για το χαρακτηρισμό της έχουν προταθεί διάφορα συστήματα μέτρησης/ αναφοράς, ως προς τα οποία ορίζονται και τα «μέτρα της τραχύτητας», με διάφορα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα το καθένα. 1.5.1. Προσδιορισμός μέσης γραμμής Η Μέση Γραμμή (mean line) αποτελεί μια γραμμή αναφοράς (Σχήμα 1.10), -μια αρχή, δηλαδή, μέτρησης υψών της πραγματικής κατατομής,- και ορίζεται ως η γραμμή που έχει τη μορφή της ονομαστικής κατατομής, μέσα στα όρια του μήκους δειγματοληψίας. Είναι τοποθετημένη έτσι ώστε, μέσα στα όρια αυτά το άθροισμα των τετραγώνων των αποκλίσεων της πραγματικής κατατομής από αυτή να είναι ελάχιστο. Ο προσδιορισμός της μέσης γραμμής, βάσει του ορισμού της, στηρίζεται στην αρχή των ελάχιστων τετραγώνων, αλλά έχει πρακτικές δυσκολίες, όσον αφορά τον ακριβή προσδιορισμό της θέσης και διεύθυνσής της, για τον οποίο χρειάζονται έξι (6) τουλάχιστον εμβαδομετρήσεις. Επιπλέον, δεδομένου ότι η μέση γραμμή δεν είναι γενικά μια ευθεία γραμμή, -για παράδειγμα, στην περίπτωση που στις γεωμετρικές αποκλίσεις συμπεριλαμβάνονται κυματώσεις αυτή έχει μάλλον ημιτονοειδή μορφή,- γεννώνται σοβαρά ερωτήματα κατά πόσον μπορεί πρακτικά να χρησιμοποιηθεί ως γραμμή αναφοράς, δηλαδή ως γραμμή μηδενικού ύψους κορυφών του ανάγλυφου. Σχήμα 1.10. Μέση γραμμή κατατομής. 1.5.2. Προσδιορισμός κεντρικής γραμμής Ο καθορισμός της μέσης γραμμής στα τραχύμετρα είναι πρακτικά ανέφικτος και γι αυτό, ως σύστημα αναφοράς προτάθηκε η Κεντρική Γραμμή (central line CL), η οποία είναι μια

1.12 ευθεία γραμμή (Σχήμα 1.11), τέτοια ώστε τα αποκτώμενα εμβαδά μεταξύ αυτής και του πραγματικού περιγράμματος της κατομής, προς τα άνω και προς τα κάτω, να είναι ίσα, για προκαθορισμένο μήκος δειγματοληψίας (L). Σχήμα 1.11. Κεντρική γραμμή κατατομής, CL. Η θέση της κεντρικής γραμμής ορίζεται, ώστε αν αυτή ληφθεί σαν αρχή των τεταγμένων να ικανοποιείται η σχέση: L ydx = 0 (1.3) 0 Δηλαδή, η κεντρική γραμμή τέμνει κατά τέτοιο τρόπο την κατατομή της επιφάνειας, ώστε τα σχηματιζόμενα εμβαδά μεταξύ αυτής και της κατατομής εκατέρωθεν αυτής, να είναι ίσα. 1.5.3. Προσδιορισμός μέσης αριθμητικής τραχύτητας Ra Ως μέση αριθμητική τραχύτητα (Ra) ορίζεται το μέτρο της τραχύτητας που δίνεται από την σχέση: 1 Ra = L L 0 y dx (1.4) Παριστάνει τη μέση τιμή των αποκλίσεων όλων των σημείων της πραγματικής κατατομής από την κεντρική γραμμή, στο δεδομένο μήκος δειγματοληψίας. Η τραχύτητας Ra είναι η πλέον διαδεδομένη, διότι ο προσδιορισμός της κεντρικής γραμμής γίνεται αυτόματα από τα ηλεκτρικά όργανα μέτρησης (τραχύμετρα) και, κατά συνέπεια, η διαδικασία προσδιορισμού της είναι ταχύτατη. Ειδικά για απλές γεωμετρικές κατατομές, η σχέση (1.4) μπορεί να απλουστευθεί ως άθροισμα των εμβαδών όλων των διακριτών «απλού σχήματος» ανωμαλιών που εμπεριέχονται στο μήκος δειγματοληψίας. Για παράδειγμα, η μέση αριθμητική τραχύτητα της «απλής» κατατομής του Σχήματος 1.12, μπορεί να προσεγγισθεί με ακρίβεια από την απλουστευμένη σχέση:

1.13 Eολ E1 + E2 +... + E13 Ra = = (1.5) Lολ Lολ Σχήμα 1.12. Υπολογισμός της Ra απλής γεωμετρικής κατατομής. 1.5.4. Μέγιστο βάθος ή μέγιστη τραχύτητα Rt Μέγιστο βάθος ή μέγιστη τραχύτητα (Rt) είναι η υψομετρική διαφορά της υψηλότερης κορυφής των επιφανειακών ανωμαλιών από τη βαθύτερη κοιλάδα (Σχήμα 1.13), εντός του μήκους δειγματοληψίας. Σχήμα 1.13. Υπολογισμός του μέγιστου βάθους ή μέγιστης τραχύτητας (Rt) κατατομής. Το μέγιστο βάθος Rt μετράται πολύ εύκολα, έχει όμως το μειονέκτημα να παρουσιάζει ευαισθησία σε τυχαίες τοπικές ανωμαλίες, π.χ. αμυχή στην επιφάνεια, εντός του μήκους δειγματοληψίας και οι οποίες δε χαρακτηρίζουν την κατατομή. 1.5.5. Καμπύλη Φέρουσας Επιφάνειας Καμπύλη φέρουσας επιφάνειας λέγεται η καμπύλη που παριστάνει την αθροιστική συχνότητα εμφάνισης ύψους ανωμαλίας μεγαλύτερου από δεδομένη στάθμη (Σχήμα 1.14) και δίνει σημαντικές πληροφορίες για την πραγματική επιφάνεια: y> h) = h P ( p( y) dy (1.6) όπου p(y) η συνάρτηση κατανομής υψών που δείχνει την πιθανότητα κάποιο σημείο της επιφάνειας να έχει ύψος μεταξύ y + dy.

1.14 Σχήμα 1.14. Καμπύλη Φέρουσας Επιφάνειας. 1.5.6. Άλλες αριθμητικές παράμετροι επιφανειών Άλλες παράμετροι που περιγράφουν τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά μιας επιφάνειας είναι: R q : Τραχύτητα μέσης τιμής ή ενδεικνυόμενη τιμή τραχύτητας (RMS, σ). R ti : Η μέγιστη υψομετρική διαφορά κορυφής-κοιλάδας της κατατομής σε ένα μήκος δειγματοληψίας. R y : η μεγαλύτερη από τις τιμές των R ti. R tm : μέσο μέγιστο βάθος. Για μετρήσεις χωρίς φίλτρο είναι R ti =R y =R tm. R v : το μέγιστο βάθος της ανωμαλίας κάτω από τη μέση γραμμή. R p : βάθος οριζοντίωσης (levelling depth), το μεγαλύτερο ύψος του προφίλ πάνω από τη μέση γραμμή. R pm : μέσο μέγιστο βάθος οριζοντίωσης. R 3z : ύψος τριών σημείων. R z : ύψος δέκα σημείων, ή μέση υψομετρική διαφορά μεταξύ των πέντε υψηλότερων κορυφών και των πέντε χαμηλότερων κοιλάδων. Δ q : μέση κλίση της κατατομής. λ q : μέσο μήκος κύματος. R sk : λοξότητα, μέτρο συμμετρίας της καμπύλης κατανομή των υψών των κορυφών ως προς τη μέση γραμμή. R ku : κύρτωση, στατιστικό χαρακτηριστικό της κυματομορφής της επιφάνειας. HSC : αριθμός κορυφών ανά μονάδα μήκους (high spot count).

1.15 1.6. Πειραματική διαδικασία 1.6.1. Πειραματική συσκευή Η συσκευή μέτρησης της τραχύτητας Surtronic 3+ (Σχήμα 1.15α) βασίζεται στην κοινή αρχή λειτουργίας όλων των ηλεκτρομηχανικών τραχυμέτρων που είναι η ιχνηλάτηση των ανωμαλιών της επιφάνειας από το στυλίσκο. Στη συνέχεια, το μετακινούμενο στέλεχός του, μεταφέρει τις κατακόρυφες κινήσεις του στυλίσκου σε ένα αναλογικό όργανο, όπου καταγράφεται η κατατομή και υπολογίζονται, μέσω ενσωματωμένου αλγορίθμου, τα κύρια μέτρα τραχύτητας. (α) (β) Σχήμα 1.15. Εργαστηριακή συσκευή τραχυμέτρησης (α) Τραχύμετρο Surtronic 3+ και (β) Μετακινούμενο στέλεχος (αισθητήρας). Το τραχύμετρο είναι εφοδιασμένο με αδαμάντινη ακίδα προσαρμοσμένη στο βραχίονα μορφοτροπέα που μετακινείται από τη μονάδα εγκάρσιας κίνησης και το σήμα περνώντας από αναλογικό ενισχυτή/ καταγραφέα ενισχύεται και καταγράφεται. Χαρακτηριστικό των οργάνων τύπου στυλίσκου είναι η πολύ μικρή δύναμη, με την οποία πιέζεται η ακίδα επάνω στη μετρούμενη επιφάνεια. (1 mn), ώστε να αποφεύγεται κατά το δυνατόν η χάραξη της επιφάνειας, άρα και η αλλοίωση των μετρούμενων μεγεθών. Στην πραγματικότητα, βέβαια, η αδαμάντινη ακίδα (Σχήμα 1.15β) χαράσσει την επιφάνεια, αλλά σε τόσο μικρό βάθος, ώστε η επίδρασή της να θεωρείται αμελητέα. Η ακτίνα καμπυλότητας του άκρου της ακίδας είναι 2,5 μm. Σε απόσταση από την ακίδα, υπάρχει ένα «στοιχείο αντίληψης» που κατά τη μέτρηση ολισθαίνει επάνω στη μετρούμενη επιφάνεια. Η μονάδα εγκάρσιας κίνησης μετακινεί ηλεκτρικά το στοιχείο αντίληψης με σταθερή ταχύτητα κατά μήκος της επιφάνειας του δοκιμίου. Το μήκος διαδρομής της ακίδας μπορεί να ρυθμιστεί από 0,8mm έως 40mm, ανάλογα με τον επιλεγόμενο συνδυασμό μήκους ολοκλήρωσης (cut-off) και οριζόντιας μεγέθυνσης V h.

1.16 1.6.2. Διαδικασία πειράματος 1. Χρησιμοποιώντας το τραχύμετρο Surtronic 3+, αφού πρώτα επιλέξουμε το κατάλληλο, για επιφάνεια κατεργασμένη σε τόρνο (με συνδυασμό παραμέτρων κατεργασίας Πίνακας 1.2), μήκος αποκοπής/ ολοκλήρωσης (cut-off length), πραγματοποιούνται τραχυμετρήσεις στην επιφάνεια. Καταγράφονται οι τιμές της τραχύτητας Ra και Rt (Πίνακας 1.3). Πίνακας 1.2 Παράμετροι κατεργασίας επιφάνειας σε τόρνο. Βάθος κοπής a (mm) Ταχύτητα κοπής n (m/min) 0.5 100 0.2 1.0 150 0.3 1.5 200 -- -- 250 -- Πρόωση f (mm/rev) Πίνακας 1.3 Μετρήσεις τραχύτητας επιφάνειας κατεργασμένη σε τόρνο. A/A Βάθος κοπής Ταχύτητα κοπής Πρόωση f a (mm) n (m/min) (mm/rev) 1 0.5 100 0.2 2 0.5 150 0.2 3 0.5 200 0.2 4 0.5 250 0.2 5 1.0 100 0.2 6 1.0 150 0.2 7 1.0 200 0.2 8 1.0 250 0.2 9 1.5 100 0.2 10 1.5 150 0.2 11 1.5 200 0.2 12 1.5 250 0.2 13 0.5 100 0.3 14 0.5 150 0.3 15 0.5 200 0.3 16 0.5 250 0.3 17 1.0 100 0.3 18 1.0 150 0.3 19 1.0 200 0.3 20 1.0 250 0.3 21 1.5 100 0.3 22 1.5 150 0.3 23 1.5 200 0.3 24 1.5 250 0.3 Ra (μm) Rt (μm)

1.17 2. Χρησιμοποιώντας το τραχύμετρο Surtronic 3+, αφού πρώτα επιλέξουμε το κατάλληλο, για δοκίμιο κατεργασμένο σε πλάνη, μήκος αποκοπής/ ολοκλήρωσης (cut-off length), πραγμοτοποιούνται τραχυμετρήσεις στην επιφάνεια. Καταγράφονται τρείς τιμές της τραχύτητας Ra και Rt (Πίνακας 1.4), μία (1) κατατομή (profile) και το αντίστοιχο διάγραμμα φέρουσας επιφάνειας (Σχήμα 1.16). α/α 1 2 3 Πίνακας 1.4 Μετρήσεις τραχύτητας επιφάνειας κατεργασμένη σε πλάνη. R a Μετρούμενη* Υπολογιζόμενη** Μετρούμενη* Υπολογιζόμενη** * Ψηφιακή ένδειξη οργάνου ** Από την κατατομή του Σχήματος 1.16 R t Σχήμα 1. 16. Κατατομή (profile), μετρήσεις τραχύτητας και καμπύλη φέρουσας επιφάνειας δοκιμίου κατεργασμένου σε πλάνη.

1.18 3. Με τη χρήση του ίδιου οργάνου (Surtronic 3+), πραγματοποιείται τραχυμέτρηση της επιφάνειας πρότυπου δοκιμίου και λαμβάνεται η κατατομή (profile) του Σχήματος 1.17. Σχήμα 1.17. Χαρακτηριστική κατατομή (profile) πρότυπου δοκιμίου. 1.6.3. Επεξεργασία πειραματικών μετρήσεων 1. Για τις τιμές των τραχυτήτων (Ra και Rt) επιφάνειας κατεργασμένης σε τόρνο (με συνδυασμό παραμέτρων κατεργασίας), να σχεδιαστούν και να σχολιαστούν τα παρακάτω διαγράμματα: α) Μεταβολή των τραχυτήτων Ra και Rt συναρτήσει της ταχύτητας κοπής n, με σταθερό το βάθος κοπής a και για δύο προώσεις f (τρία διαγράμματα). β) Μεταβολή των τραχυτήτων Ra και Rt συναρτήσει του βάθους κοπής a, με σταθερή την ταχύτητα κοπής n και για δύο προώσεις f (τέσσερα διαγράμματα). γ) Μεταβολή των τραχυτήτων Ra και Rt συναρτήσει της πρόωσης f, με σταθερό το βάθος κοπής a και για τέσσερεις ταχύτητες κοπής n (τρία διαγράμματα). 2. Δεδομένης της κατατομής του κατεργασμένου δοκιμίου στην πλάνη (Σχήμα 1.16) και για είκοσι (20) διαδοχικά και ισαπέχοντα σημεία της κατατομής ζητείται: α) Να σχεδιαστεί η μέση γραμμή Η απόσταση της μέσης γραμμής από τον οριζόντιο άξονα δίνεται από τη σχέση: 1 a = N N y n n= 1 (1.7) Όπου: Ν, ο αριθμός των σημείων της κατατομής και y n, το ύψος του κάθε σημείου από τον οριζόντιο άξονα

1.19 β) Να υπολογιστούν οι τραχύτητες Ra και Rt 1 Ra = N N y na n= 1 (1.8) Όπου: Ν, ο αριθμός των σημείων της κατατομής και y na, η υψομετρική διαφορά του κάθε σημείου από τη μέση γραμμή γ) Να σχεδιαστεί η καμπύλη φέρουσας επιφάνειας (Σχέση 1.6) δ) Να συγκριθούν οι μετρούμενες και υπολογιζόμενες τραχύτητες (Ra και Rt), καθώς και τα διαγράμματα φερουσών επιφανειών. 3. Δεδομένης της κατατομής πρότυπου δοκιμίου (Σχήμα 1.17) και με δεδομένο ότι a=5μm και b=0,1mm, ζητείται: α) Να σχεδιαστεί η κεντρική γραμμή (Σχέση 1.3) β) Να υπολογιστούν οι τραχύτητες Ra και Rt (Σχέση 1.4) γ) Να σχεδιαστεί η καμπύλη φέρουσας επιφάνειας (Σχέση 1.6) δ) Να υπολογιστεί η τραχύτητα κεντρικής γραμμής Ra, αν: i) Διπλασιαστεί μόνο το ύψος a της κατατομής. ii) Διπλασιαστεί μόνο το πλάτος b της κατατομής. iii) Διπλασιαστούν και το a αλλά και το b.